Νόμος 1273 ΦΕΚ Α΄97/20.8.1982
Για την ανασύνταξη των μητρώων των Δικηγορικών Συλλόγων του Κράτους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο 1
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι έχουν υποχρέωση ν` ανασυντάξουν τα μητρώα των δικηγόρων σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου τούτου. Μετά την ανασύνταξη θα δικαιούνται ν` ασκούν το δικηγορικό επάγγελμα και να έχουν τον τίτλο και δελτίο ταυτότητας δικηγόρου μόνον όσο θα εγγραφούν στα νέα μητρώα κα όσο, θα γράφονται σ` αυτά κατά τις διατάξεις του νόμου τούτου και της νομοθεσίας για τους δικηγόρους.

Άρθρο 2

1. Οι δικηγόροι, που είναι γραμμένοι στα μητρώα των Δικηγορικών Συλλόγων, έχουν υποχρέωση να ζητήσουν την επανεγγραφή τους. Η αίτηση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή, ή υποβάλλεται, στο Δικηγορικό Σύλλογο που χορηγεί απόδειξη παραλαβής, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία θα καθοριστούν τα δικαιολογητικά για την επανεγγραφή.

2. Τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Πειραιά μπορούν με απόφασή τους να ορίσουν ότι οι αιτήσεις επανεγγραφής θα υποβληθούν τμηματικά. Η απόφαση θα ορίζει τη σειρά και την προθεσμία υποβολής των αιτήσεων κάθε σειράς θα δημοσιευτεί με φροντίδα των Δικηγορικών Συλλόγων στις ημερήσιες εφημερίδες του τόπου της έδρας του και στα νομικά περιοδικά των Συλλόγων και θα τοιχοκολληθεί στα γραφεία των Συλλόγων και στα Δικαστικά Καταστήματα. Στην περίπτωση αύτη η προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων θα είναι πέντε (5) μηνών για το Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας και τριών (3) για τους Δικηγορικούς Συλλόγους Θεσσαλονίκης και Πειραιά.

3. Όσοι δικηγόροι δεν υποβάλουν εμπρόθεσμα αίτηση επανεγγραφής με τα δικαιολογητικά που θα ορίσει η απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης θα θεωρηθούν ότι παραιτήθηκαν από το δικηγορικό επάγγελμα.

4. Όσοι δικηγόροι κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου τούτου δεν είναι γραμμένοι σε Μητρώο Δικηγορικού Συλλόγου, αλλά είναι διορισμένοι σε δικαστήριο του Κράτους, έχουν δώσει τον όρκο του άρθρου 22 του Κώδικα Δικηγόρων και έχουν τις προϋποθέσεις εγγραφής στο μητρώο κατά τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου τούτου, έχουν υποχρέωση να ζητήσουν την εγγραφή τους στο μητρώο του αντίστοιχου Δικηγορικού Συλλόγου. Η αίτηση με τα δικαιολογητικά που θα οριστούν υποβάλλεται μέσα στις προθεσμίες της παραγράφου 2 του άρθρου τούτου, ανεξάρτητα αν ο Δικηγορικός Σύλλογος τους έχει κοινοποιήσει το έγγραφο διορισμού τους. Η προθεσμία αυτή πάντως σε καμμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) μήνες από την ημέρα δημοσίευσης του διορισμού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

5. Οι δικηγόροι που διορίζονται μετά την ισχύ του νόμου τούτου. υποβάλλουν αίτηση και δικαιολογητικά για την εγγραφή τους στο μητρώο του Δικηγορικού Συλλόγου, στην περιφέρεια του οποίου έχουν διοριστεί μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του διορισμού τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κοινοποίηση του εγγράφου του διορισμού τους δεν χρειάζεται.

Άρθρο 3

1. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με απόφαση που οφείλει να εκδόσει μέσα σε 6 μήνες από την ισχύ του νόμου τούτου, θα καθορίσει τα στοιχεία που θα πρέπει να περιέχουν οι αιτήσεις επανεγγραφής ή εγγραφής στα μητρώα και τα δικαιολογητικά που θα πρέπει να συνοδεύουν τις αιτήσεις. Η απόφαση του Υπουργού θα εκδοθεί μετά γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας και θα δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εάν το Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας δεν γνωμοδοτήσει μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ισχύ του νόμου τούτου, η απόφαση του Υπουργού μπορεί να εκδοθεί και χωρίς γνωμοδότηση.

2.Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι οφείλουν να γνωστοποιήσουν στους δικηγόρους την υπουργική απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, με τον τρόπο που ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του νόμου τούτου.

Άρθρο 4
Δικηγόροι που υποβάλλουν εκ προθέσεως για την επανεγγραφή τους ή την εγγραφή τους στα μητρώα των Δικηγορικών Συλλόγων ψεύτικες ή ανειλικρινείς αιτήσεις και δηλώσεις ή που εκ προθέσεως συνυπογράφουν τέτοιες αιτήσεις και δηλώσεις καθώς και οποίοι χορηγούν ψεύτικες ή ανειλικρινείς βεβαιώσεις κα πιστοποιητικά, τιμωρούνται με τις ποινές του Άρθρου 242 παρ.1 του Ποινικού Κώδικα αν από άλλη διάταξη δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή.

Άρθρο 5

1. Τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων με απόφαση που θα εκδοθεί μέσα σε ένα (1) μήνα από την έναρξη της ισχύος του νόμου τούτου θα καταρτίσουν πρωτοβάθμιες Επιτροπές μητρώου μέχρι 40 για το Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας μέχρι 10 για το Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης μέχρι 3 για τους Δικηγορικούς Συλλόγους Πειραιά και Πάτρας και από μία για τους υπόλοιπους Συλλόγους, για να ελέγχουν τις αιτήσεις επανεγγραφής ή εγγραφής στα μητρώα τους.

2. Οι επιτροπές αυτές θα αποτελούνται από πέντε (5) τακτικά και δύο (2) αναπληρωματικά μέλη. Σε Δικηγορικούς Συλλόγους με λιγότερα από 100 μέλη η επιτροπή θ` αποτελείται από τρία (3) τακτικά μέλη και ένα (1) αναπληρωματικό. Τα μέλη τους εκλέγονται, από τα Διοικητικά Συμβούλια των Συλλόγων και πρέπει να είναι δικηγόροι, γραμμένοι στο μητρώο του αντιστοίχου Συλλόγου, να έχουν πενταετή δικηγορία και κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου να ασκούν αναμφισβήτητα και αποκλειστικά το επάγγελμα του δικηγόρου. Πρόεδρος κάθε επιτροπής είναι το αρχαιότερο μέλος της και ο Γραμματέας το νεώτερο. Τον πρόεδρο και το Γραμματέα αναπληρώνουν αμέσως νεώτερος ή αρχαιότερος αντίστοιχα. Οι επιτροπές έχουν απαρτία με τρία (3) μέλη και αποφασίζουν με πλειοψηφία. Αν υπάρξει ισοψηφία, η υπόθεση ξανασυζητείται σε επόμενη συνεδρίαση.

3. Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου παραπέμπει στην Επιτροπή μητρώου και αν υπάρχουν περισσότερες επιτροπές κατανέμει τις αιτήσεις, μέσα σε 15 ημέρες από την υποβολή τους. Με τις αιτήσεις διαβιβάζονται στην Επιτροπή και οι ατομικοί φάκελλοι των αιτούντων.

4. Οι επιτροπές εξετάζουν τις αιτήσεις εγγραφής ή επανεγγραφής. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής ορίζει τους εισηγητές. Οι εισηγητές και οι επιτροπές ενεργούν αυτεπάγγελτα και μπορούν να συγκεντρώνουν και να εκτιμούν κάθε αποδεικτικό στοιχείο που θεωρούν πρόσφορο. Οι εισηγητές και τα μέλη των Επιτροπών έχουν δικαιώματα ανακριτικών υπαλλήλων. Οι τρίτοι και οι προϊστάμενοι δημοσίων υπηρεσιών ή υπηρεσιών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Οργανισμών τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν υποχρέωση να παρέχουν στους εισηγητές και στα μέλη των επιτροπών στοιχεία και πληροφορίες για το αντικείμενο της έρευνας τους. Όποιος αρνείται να τους δώσει πληροφορίες ή τους δίνει ανακριβείς πληροφορίες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός μηνός. Η ποινική δίωξη ασκείται μετά από έγκληση του Δικηγορικού Συλλόγου.

5. Οι επιτροπές συνεδριάζουν σε ημέρες και ώρες που καθορίζει ο πρόεδρός τους, στο κατάστημα του Δικηγορικού Συλλόγου. Μπορούν να καλούν όποιον υπέβαλε αίτηση να εμφανιστεί στην επιτροπή και να δώσει κάθε είδους πληροφορίες και εξηγήσεις για την αίτηση και για το περιεχόμενό της. Οι κλήσεις επιδίδονται με δικαστικό επιμελητή, το λιγότερο πέντε (5) ημέρες πριν από την ημέρα συνεδρίασης. Η επίδοση είναι έγκυρη εάν γίνει στη διεύθυνση γραφείου ή κατοικίας που είναι, γραμμένα στην αίτηση.

6. Όπου δεν ορίζεται διαφορετικά, για τη διαδικασία στις επιτροπές μητρώου εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις που ρυθμίζουν τη διαδικασία στα Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια.

7. Για κάθε αίτηση η επιτροπή μέσα σε δύο (2) το πολύ μήνες από την ημέρα παραπομπής της αίτησης εκδίδει χωριστά αιτιολογημένη απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση εγγραφής ή επανεγγραφής. Απορριπτική απόφαση δεν μπορεί να εκδοθεί χωρίς εμπρόθεσμη κλήτευση του δικηγόρου που υπέβαλε την αίτηση για να εμφανισθεί στην επιτροπή. Τα μέλη της επιτροπής που πήραν μέρος στη συνεδρίαση υπογράφουν το πρωτότυπο της απόφασης.

8. Με τη φροντίδα του Προέδρου της επιτροπής οι αποφάσεις με το φάκελλο παραδίδονται στο Δικηγορικό Σύλλογο για δημοσίευση. Ο Δικηγορικός Σύλλογος καταχωρεί τις αποφάσεις σε ειδικό βιβλίο και τις τοιχοκολλεί σε καθορισμένη θέση για ένα μήνα το λιγότερο. Οι απορριπτικές αποφάσεις κοινοποιούνται με δικαστικό επιμελητή στον ενδιαφερόμενο.

9. Για την εξαίρεση μελών των επιτροπών εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα της Πολιτικής Δικονομίας που ρυθμίζουν την εξαίρεση δικαστών. Η αίτηση εξαίρεσης υποβάλλεται στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου το λιγότερο δύο ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της επιτροπής. Εάν εξαιρεθούν τόσα μέλη της επιτροπής, που η συγκρότησή της θα είναι αδύνατη, η επιτροπή συμπληρώνεται με μέλη άλλης επιτροπής ή με άλλους δικηγόρους, εάν στο Δικηγορικό Σύλλογο λειτουργούν περισσότερες από μία. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει εκείνους που θ` αναπληρώσουν όσους εξαιρέθηκαν.

Άρθρο 6

1. Μέσα στην προθεσμία του Άρθρου 5 παρ. 1 τα Διοικητικά Συμβούλια πρέπει να συστήσουν δευτεροβάθμιες επιτροπές μητρώου μέχρι δεκαπέντε (15) για το Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας. Μέχρι πέντε (5) για το Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης, μέχρι δύο (2) για τους Δικηγορικούς Συλλόγους Πειραιά και Πάτρας και από μία για τους υπόλοιπους Συλλόγους.

2. Τα μέλη των δευτεροβάθμιων επιτροπών μητρώου εκλέγονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου και πρέπει να είναι δικηγόροι γραμμένοι στο μητρώο του αντίστοιχου Συλλόγου, να έχουν δεκαετή δικηγορία. Αν δεν είναι δυνατή, η συγκρότηση των επιτροπών αυτών, με δικηγόρους που έχουν δεκαετή υπηρεσία, συγκροτούνται από δικηγόρους ανεξάρτητα από τα χρόνια υπηρεσίας τους.

3. Και στις δευτεροβάθμιες επιτροπές μητρώου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του Άρθρου 5.

Άρθρο 7

1. Δικαίωμα έφεσης κατά των αποφάσεων των πρωτοβάθμιων επιτροπών μητρώου έχουν:
α) Κατά της απορριπτικής απόφασης, ο δικηγόρος που η επιτροπή απέρριψε την αίτηση του για εγγραφή ή επανεγγραφή, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της απόφασης.
β) Κατά της απόφασης που δέχεται την εγγραφή ή επανεγγραφή, κάθε άλλος δικηγόρος μέλος του Συλλόγου μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα που δημοσιεύτηκε ή απόφαση με τον τρόπο που ορίζει ή παράγραφος 8 του Άρθρου 5.

2. Η έφεση απευθύνεται στη δευτεροβάθμια επιτροπή και επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στον Πρόεδρο του Συλλόγου, ή κατατίθεται στο Σύλλογο με απόδειξη παραλαβής.

3. `Όταν η έφεση προσβάλλει απορριπτική απόφαση, πρέπει μέχρι την ημέρα της συζήτησής της ο ενδιαφερόμενος να καταβάλλει πεντακόσιες (500) δραχμές στο ταμείο του Δικηγορικού Συλλόγου για τα έξοδα της διαδικασίας. Αν δεν πληρωθεί το ποσό αυτό, η επιτροπή απορρίπτει την έφεση ως απαράδεκτη.

4. Ο Πρόεδρος του Συλλόγου παραπέμπει τις εφέσεις στη δευτεροβάθμια επιτροπή και τις κατανέμει στις δευτεροβάθμιες επιτροπές, αν αυτές είναι περισσότερες από μια. Με την έφεση διαβιβάζεται στην επιτροπή και ο ατομικός φάκελλος του δικηγόρου που είχε υποβάλει την αίτηση εγγραφής ή επανεγγραφής.

5. Η δευτεροβάθμια επιτροπή πρέπει να εκδίδει και να δημοσιεύει την απόφασή της σε ειδικό βιβλίο, μέσα σε δύο μήνες από την ημέρα που ο Πρόεδρος παρέπεμψε σ` αυτή την έφεση. Εάν ασκεί έργα δευτεροβάθμιας επιτροπής το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Πρόεδρος έχει υποχρέωση να φέρει την έφεση για κλήτευση μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την επίδοση ή από την κατάθεσή της.

Άρθρο 8

1. Ο Πρόεδρος του Συλλόγου υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης τις τελεσίδικες αποφάσεις των επιτροπών μητρώου μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την έκδοσή τους, καθώς επίσης και πίνακα των δικηγόρων που δεν υπέβαλαν εμπρόθεσμη αίτηση με δικαιολογητικά για την εγγραφή στα νέα μητρώα μέσα σε 15 ημέρες από την πάροδο της προθεσμίας. Ο Υπουργός εκδίδει απόφαση με την οποία αν απορρίπτεται η αίτηση εγγραφής στα νέα μητρώα, ή ο ενδιαφερόμενος δεν υπέβαλε εμπρόθεσμη αίτηση εγγραφής του, θα παύεται ο δικηγόρος και αν με την απόφαση απορρίπτεται η αίτηση πρώτης εγγραφής θα ανακαλείται το προεδρικό διάταγμα του διορισμού του.

2. Η παύση ενεργεί από την ημέρα δημοσίευσης της σχετικής απόφασης.

Άρθρο 9

1. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι οφείλουν να γράφουν στα νέα μητρώα τους τους δικηγόρους που οι αιτήσεις τους έγιναν δεκτές τελεσίδικα. Οφείλουν επίσης να εκδίδουν νέα δελτία ταυτότητας κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων.

2. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι οφείλουν να στέλνουν στους Προϊσταμένους των Δικαστηρίων και των Εισαγγελιών της έδρας τους και σε όλους τους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας, καταστάσεις των δικηγόρων για τους οποίους εκδόθηκαν ανακλήσεις του διορισμού τους.

3. Οι δικηγόροι που οι αιτήσεις τους απορρίφθηκαν με τελεσίδικη απόφαση ή δεν υπέβαλαν εμπρόθεσμα αίτηση και δικαιολογητικά για την εγγραφή τους στα νέα μητρώα, οφείλουν μετά από πρόσκληση του Προέδρου, να παραδίδουν στο Δικηγορικό Σύλλογο τα δελτία ταυτότητά τους μέσα στην προθεσμία που ορίζει η πρόσκληση. Η παράλειψή τους να συμμορφωθούν με την πρόσκληση αποτελεί απείθεια και τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 169 Π.Κ.

Άρθρο 10

1. Από την εγγραφή τους στα νέα μητρώα οι δικηγόροι οφείλουν να υποβάλλουν κάθε χρόνο μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου δήλωση κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων. Απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης που θα εκδοθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου τούτου, θα ορίσει τα στοιχεία που θα περιέχουν οι ετήσιες δηλώσεις και τα δικαιολογητικά που θα τις συνοδεύουν.

2. Οι δηλώσεις της προηγούμενης παραγράφου θα κρίνονται από τις επιτροπές που προβλέπει ο Κώδικας Δικηγόρων.

3. Οι επιτροπές μητρώου που θα συσταθούν σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του νόμου τούτου θα καταργηθούν μόλις τελειώσει το έργο τους. Οι επιτροπές μητρώου που προβλέπει ο Κώδικας Δικηγόρων θα λειτουργήσουν πάλι αν η θητεία τους δεν έχει λήξει, αλλιώς θα εκλεγούν νέες επιτροπές.

4. Οι υποθέσεις που κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου τούτου θα βρεθούν εκκρεμείς στις επιτροπές μητρώου του Κώδικα Δικηγόρων παραπέμπονται με πράξη του προέδρου του Συλλόγου στις αντίστοιχες επιτροπές των άρθρων 5 και 6 του νόμου τούτου, που τις εξετάζουν όταν υποβληθεί αίτηση επανεγγραφής του ενδιαφερόμενου δικηγόρου Σε κάθε Δικηγορικό Σύλλογο, συντάσσεται κατάλογος των υποθέσεων που διαβιβάζονται στις επιτροπές των άρθρων 5 και 6 του νόμου τούτου από τις επιτροπές του κώδικα Δικηγόρων. Ο κατάλογος συντάσσεται κατά την αλφαβητική σειρά των ονομάτων των ενδιαφερόμενων δικηγόρων και διαβιβάζεται στην επιτροπή ή στις επιτροπές των άρθρων 5 κα, 6 του νόμου τούτου. Οι γραμματείς των επιτροπών, ή ο Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου όταν καθήκοντα δευτεροβάθμιας επιτροπής ασκεί το Διοικητικό Συμβούλιο, οφείλουν κατά την εξέταση κάθε αίτησης επανεγγραφής να γνωστοποιούν στην επιτροπή ή στο Διοικητικό Συμβούλιο αντίστοιχα, εάν κατά του ενδιαφερόμενου δικηγόρου υπήρχε εκκρεμής υπόθεση στις επιτροπές του Κώδικα Δικηγόρων. Η σχετική δήλωση καταχωρείται στα πρακτικά και αναφέρεται στην απόφαση.

Άρθρο 11
Οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του Ν. 1183/1981 καταργούνται.

Άρθρο 12
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν.δ. 3026/1954 “περί του Κώδικος των Δικηγόρων”, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν. 1093/1980 “περί τροποποιήσεως διατάξεων του Κώδικος περί Δικηγόρων κλπ.”, προστίθεται περίοδος που έχει ως εξής:
“Μετάθεση Δικηγόρων, συζύγων Δικηγόρων, προς το σκοπό συνυπηρετήσεώς τους στο ίδιο Πρωτοδικείο, επιτρέπεται ύστερα από γνωμοδότηση του Δ.Σ. των αρμόδιων Δικηγορικών Συλλόγων χωρίς να απαιτείται συμπλήρωση της κατά την παρ. 3 του Άρθρου 3 του ν. 3466/1955 οριζόμενης διετίας στο Δικηγορικό Σύλλογο από τον οποίο ζητείται η μετάθεση”.

Άρθρο 13
Η παράγραφος 5 του άρθρου 239 του Κώδικα Δικηγόρων που είχε προστεθεί με το άρθρο 13 του ν δ. 3790/1957, αντικαθίσταται με τις παρακάτω διατάξεις:
“5. Στη σύνθεση των πενταμελών πειθαρχικών Συμβουλίων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, μετέχουν δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ανάμεσα στα οποία ο πρόεδρος ή ένας από τους Αντιπροέδρους ή ο Γενικός Γραμματέας.
Για τη συμπλήρωση των Πειθαρχικών Συμβουλίων το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει κάθε Δεκέμβριο μέχρι είκοσι (20) μέλη που πρέπει να είναι δικηγόροι γραμμένοι στα μητρώα του Συλλόγου με συνολική δικηγορική υπηρεσία για το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο το λιγότερο δέκα (10) χρόνων και το Δευτεροβάθμιο το λιγότερο δέκα Πέντε (15) χρόνων και που κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, να διακρίνοντα, για το ήθος τους και για την προσήλωση τους στις παραδόσεις του Σώματος. Τα ονόματά τους ανακοινώνονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και δημοσιεύονται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως. Η θητεία τους διαρκεί ολόκληρο τον επόμενο χρόνο κα μπορεί ν` ανανεώνεται. `Έχουν όλα τα καθήκοντα και τις εξουσίες μελών των Πειθαρχικών Συμβουλίων και μπορούν να είναι Εισηγητές κατά τα άρθρα 72 και επόμενα”.

Άρθρο 14

1.Κάθε διάταξη αντίθετη στο νόμο τούτο καταργείται.

2. Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 10 Αυγούστου 1982

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ