Νόμος 1161 ΦΕΚ Α΄150/12.6.1981
Περί κυρώσεως της από 14 Δεκεμβρίου 1979 Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας “περί Κοινωνικής Ασφαλείας, του Τελικού Πρωτοκόλλου επί της Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας “περί Κοινωνικής Ασφαλείας και του από 17 Ιανουαρίου 1980 Συμφώνου προς εφαρμογήν της μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας Συμβάσεως Κοινωνικής Ασφαλείας”, μετά του συνημμένου εις αυτό παραρτήματος.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

Άρθρον πρώτον
Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου η υπογραφείσα εις Βιέννην την 14ην Δεκεμβρίου 1979 Σύμβασις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας περί Κοινωνικής Ασφαλείας, το Τελικόν Πρωτόκολλον επί της Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας περί Κοινωνικής Ασφαλείας και το υπογραφέν εις Βιέννην την 17ην Ιανουαρίου 1980 Σύμφωνον δια την εφαρμογήν της μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας Συμβάσεως Κοινωνικής Ασφαλείας μετά του συνημμένου, εις αυτό παραρτήματος, των οποίων τα κείμενα εις το πρωτότυπον εις την Ελληνικήν και την Γερμανικήν γλώσσαν, έχουν ως ακολούθως:
Σύμβασις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας περί Κοινωνικής ασφαλείας
Η Ελληνική Δημοκρατία και η Αυστριακή Δημοκρατίας αγόμεναι υπό της επιθυμίας όπως ρυθμίσωσι τας αμοιβαίας σχέσεις μεταξύ των δύο Κρατών εις τον τομέα της Κοινωνικής Ασφαλείας συμφωνούσιν όπως συνάψωσιν την ακόλουθον Σύμβασιν.
ΜΕΡΟΣ Ι.
Γενικαί Διατάξεις.
Άρθρον 1.
(1) Εν τη προκειμένη Συμβάσει σημαίνουσιν οι όροι:
1. “Ελλάς” την Ελληνικήν Δημοκρατίαν. “Αυστρία” την Αυστριακήν Δημοκρατίαν.
2. “Περιοχή” όσον αφορά την Ελλάδα το έδαφος της Ελληνικής Δημοκρατίας όσον αφορά την Αυστρίαν την Ομοσπονδιακή της περιοχήν.
3. “Υπήκοος” όσον αφορά την Ελλάδα τους υπηκόους αυτής όσον αφορά την Αυστρίαν τους υπηκόους αυτής.
4. “Νομικαί διατάξεις” τους νόμους, τα διατάγματα και τα καταστατικά, τα οποία αφορούν εις τους εν άρθρω 2 παράγραφον (1) αναφερομένους κλάδους της Κοινωνικής Ασφαλείας.
5. “Αρμόδιαι αρχαί” όσον αφορά την Ελλάδα τον Υπουργόν Κοινωνικών Υπηρεσιών ή όσον αφορά την ασφάλισιν ανεργίας και τα οικογενειακά επιδόματα, τον Υπουργόν Εργασίας. όσον αφορά την Αυστρίαν τον Ομοσπονδιακόν Υπουργόν της Κοινωνικής Διοικήσεως, όσον αφορά τα οικογενειακά βοηθήματα, τον Ομοσπονδιακόν Υπουργόν των Οικονομικών.
6. “Φορεύς” το ίδρυμα ή την αρχήν εις ην υπάγεται η εφαρμογή των εν άρθρω 2 αναφερομένων νομικών διατάξεων ή μέρους αυτών.
7. “Αρμόδιος φορεύς” τον κατά τας εφαρμοθησομένας νομικάς διατάξεις αρμόδιον φορέα.
8. “Μέλος οικογενείας” το μέλος της οικογενείας κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου Κράτους, εις το οποίον έχει την έδραν του ο φορεύς, εις βάρος του οποίου χορηγούνται αι παροχαί.
9. “Χρηματική παροχή”, “ασφαλιστική πρόσοδος – RENTE” ή “σύνταξις”. την χρηματικήν παροχή, ασφαλιστικήν πρόσοδον ή σύνταξιν συμπεριλαμβανομένων και απάντων των τμημάτων αυτών εκ δημοσίων μέσων όλων των προσαυξήσεων, ποσών αναπροσαρμογής, επιδομάτων ως και τας εφ` άπαξ χρηματικάς παροχάς και πληρωμάς αι οποίαι γίνονται ως επιστροφαί εισφορών.
10. “Οικογενειακά επιδόματα” όσον αφορά την Ελλάδα τα οικογενειακά επιδόματα των παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν. όσον αφορά την Αυστρίαν το οικογενειακόν βοήθημα.
(2) Οι λοιποί εν τη προκειμένη συμβάσει όροι έχουσι την σημασίαν ήτις προσήκει αυτοίς βάσει των σχετικών νομικών διατάξεων.
Άρθρον 2
(1) Η παρούσα Σύμβασις αφορά:
1. Εις τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις περί α) ασφαλίσεως ασθενείας β) ασφαλίσεως ατυχημάτων γ) ασφαλίσεως συντάξεως δ) ασφαλίσεως ανεργίας ε) οικογενειακού βοηθήματος 2. Εις τας ελληνικάς διατάξεις α) περί του γενικού συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων του καλύπτοντος τους παρέχοντας εξηρτημένην εργασίαν ή τους προς τούτους εξομοιουμένους δια τους κινδύνους γήρατος, θανάτου, αναπηρίας, ασθενείας μητρότητος, εργατικών ατυχημάτων, επαγγελματικών ασθενειών. β) περί των ειδικών συστημάτων κοινωνικών ασφαλίσεων καλυπτόντων δια τους εν αυτοίς καθοριζομένους, ωρισμένας κατηγορίας παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν ή προς τούτους εξομοιουμένων και προσώπων αυτοτελώς απασχολουμένων ή ασκούντων ελευθέριον επάγγελμα, εξαιρέσει των συστημάτων ασφαλίσεως των αγροτών και των ναυτικών της εμπορικής ναυτιλίας, δια τους οποίους δεν θα ισχύση η Σύμβασις εκτός εάν συναφθή συμπληρωματικόν σύμφωνον μεταξύ των δύο Κρατών. γ) περί της ασφαλίσεως ανεργίας και των οικογενειακών επιδομάτων των παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν.
(2) Η παρούσα Σύμβασις αφορά επίσης εις όλας τας νομικάς διατάξεις αίτινες κωδικοποιούν, τροποποιούν ή συμπληρούν τας εν παραγράφω (1) αναφερομένας νομικάς διατάξεις.
(3) Η πάρουσα Σύμβασις δεν αφορά εις τας νομικάς διατάξεις περί νέου συστήματος ή νέου Κλάδου της Κοινωνικής Ασφαλείας ούτε εις τα συστήματα περί θυμάτων πολέμου και των συνεπειών αυτού.
(4) Νομικαί διατάξεις προερχόμεναι από συμφωνίαν μετά τρίτων Κρατών δεν λαμβάνονται υπ` όψιν κατά την εφαρμογήν της προκειμένης συμβάσεως.
Άρθρον 3
1. Η προκειμένη Σύμβασις ισχύει, εφ` όσον εν αυτή δεν ορίζεται άλλως, δια τους υπηκόους των συμβαλλομένων Κρατών ως και δια τα μέλη της οικογενείας και τους επιζώντας αυτών.
2. Η προκειμένη Σύμβασις εφαρμόζεται επίσης και επί των προσφύγων εν τη εννοία της Συνθήκης της 28ης Ιουλίου 1951 περί της νομικής καταστάσεως των προσφύγων και του από 31 Ιανουαρίου 1967 Πρωτοκόλλου αυτής ως και επί των απατρίδων.
Άρθρον 4
Κατά την εφαρμογήν των νομικών διατάξεων του ενός συμβαλλομένου Κράτους, εξομοιούνται προς τους υπηκόους αυτού, εφ` όσον η προκειμένη Σύμβασις δεν ορίζει άλλως, οι υπήκοοι του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
Άρθρον 5
Συντάξεις, ασφαλιστικαί πρόσοδοι και έτεραι χρηματικαί παροχαί, εξαιρέσει των χρηματικών παροχών ανεργίας οφειλόμεναι κατά τας διατάξεις του ενός συμβαλλομένου Κράτους, καταβάλλονται εφ` όσον η προκειμένη σύμβασις δεν ορίζει άλλως και όταν ο δικαιούχος διαμένει εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
ΜΕΡΟΣ ΙΙ
Διατάξεις περί των εφαρμοστέων νομικών διατάξεων
Άρθρον 6.
Η ασφαλιστική, υποχρέωσις ενός βιοποριστικώς εργαζομένου προσώπου ρυθμίζεται κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου Κράτους εν τη περιοχή του οποίου ασκείται η βιοποριστική εργασία εκτός εάν τα άρθρα 7 και 8 προβλέπουν άλλως.
Τούτο ισχύει κατά την άσκησιν μιας εξηρτημένης βιοποριστικής εργασίας και όταν ο τόπος της κατοικίας του εργαζομένου ή η έδρα του εργοδότου του ευρίσκεται εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
Άρθρον 7.
1. Εάν εργαζόμενος τις, όστις απασχολείται εις την περιοχήν του ενός συμβαλλομένου Κράτους παρ` επιχειρήσεως, εις την οποίαν συνήθως ανήκει, αποσταλή υπό της επιχειρήσεως ταύτης προς εκτέλεσιν εργασίας εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, τότε αι νομικαί διατάξεις του πρώτου συμβαλλομένου Κράτους θα εφαρμόζωνται μέχρι του τέλους του 24 ημερολογιακού μηνός μετά την αποστολήν ταύτην, ως εάν ούτος απασχολείται ακόμη εις την περιοχήν αυτού.
2. Εάν εργαζόμενος τις εις μίαν αεροπορικήν επιχείρησιν με έδραν εις την περιοχήν του ενός συμβαλλομένου Κράτους αποσταλή από την περιοχήν του εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους θα εφαρμόζωνται, ως εάν ούτος απησχολείτο ακόμη εις την περιοχήν του.
3. Το πλήρωμα πλοίου ως και έτερα ουχί προσωρινώς μόνον επί πλοίου απασχολούμενα πρόσωπα, υπάγονται εις τα νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου Κράτος, ούτινος την σημαίαν φέρει το πλοίον.
4. Εάν υπάλληλος δημοσίου δικαίου ή προς αυτόν κατά τας διατάξεις του ον αφορά συμβαλλομένου Κράτους, εξομοιούμενος εξαιρέσει των εν άρθρω 8 διαλαμβανομένων προσώπων αποσταλή εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, ισχύουσιν αι νομικαί διατάξεις του συμβαλλομένου Κράτους παρά τη διοικήσει του οποίου απασχολείται.
Άρθρο 8.
Δια τους διπλωμάτας και επαγγελματικούς προξένους δια το διοικητικόν και τεχνικόν προσωπικόν των υπό διπλωματών και επαγγελματικών προξένων διευθυνομένων αποστολών ως και δια τα μέλη του υπηρετικού οικιακού προσωπικού των αποστολών τούτων και δια τους αποκλειστικώς ως διπλωμάτας, επαγγελματίας προξένους και τα μέλη των παρ` επαγγελματιών προξένων διευθυνομένων αποστολών απασχολουμένως ιδιωτικούς οικιακούς υπαλλήλους ισχύουσιν, εφ` όσον ο κύκλος ούτος των προσώπων περιλαμβάνεται εις την συμφωνίαν της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων ή εις την Συμφωνίαν της Βιέννης περί προξενικών σχέσεων, αι διατάξεις των συμφωνιών τούτων.
Άρθρο 9.
Κατόπιν κοινής αιτήσεως του εργαζομένου και του εργοδότου ή κατ` αίτησιν άλλως βιοποριστικώς απασχολουμένων, δύναται η αρμοδία αρχή του συμβαλλομένου Κράτους, αι νομικαί διατάξεις του οποίου θα εφηρμόζοντο κατά τα άρθρα 6-8 να επιτρέψη την απαλλαγήν εκ των νομικών τούτων διατάξεων, εάν το περί ου πρόκειται, πρόσωπον υπάγεται εις τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους. Κατά την λήψιν της αποφάσεως δέον να παρασχεθή εις την αρμοδίαν αρχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους η ευκαιρία όπως λάβη θέσιν. Εάν ο εργαζόμενος δεν απασχολείται εις την περιοχήν του, τότε δέον όπως ούτος αντιμετωπισθή ως εάν απησχολείτο εις την περιοχήν ταύτην.
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ.
Ειδικαί Διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 1
Ασθένεια και Μητρότης.
Άρθρον 10
Εάν πρόσωπόν τι εκτήσατο κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων Κρατών, χρόνους ασφαλίσεως, ούτοι θα συνυπολογίζωνται δια την κτήσιν δικαιώματος παροχής εφ` όσον δεν συμπίπτουν.
Άρθρον 11.
1. Πρόσωπον, το οποίον πληροί τας προϋποθέσεις δι` αξίωσιν εις παροχήν κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός συμβαλλομένου κράτους ή θα εκπλήρου ταύτας, ευρίσκετο εις την περιοχήν του κράτους τούτου, λαμβάνει κατά την διανομήν του εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους εις βάρος του αρμοδίου φορέως, εις είδος παροχάς από τον φορέα του τόπου της διαμονής του βάσει των δια τον φορέα τούτον ισχυουσών νομικών διατάξεων τούτο ισχύει μόνον δια προσωρινήν διαμονήν και εφ` όσον η κατάστασις του προσώπου καθιστά επιβεβλημένην την άμεσον χορήγησιν τοιούτων παροχών.
2. Εις την περίπτωσιν της παραγράφου 1 η παροχή τεχνητών μελών, μεγαλυτέρων βοηθητικών μέσων και άλλων εις είδος παροχών ουσιώδους σημασίας, εξαρτάται από το αν ο αρμόδιος φορεύς δώση προς τούτο την συγκατάθεσίν του εκτός εάν η χορήγησις της παροχής δεν δύναται να αναβληθή χωρίς να θέση σοβαρώς εν κινδύνω την ζωήν ή την υγείαν του ενδιαφερομένου.
3. Εις την περίπτωσιν της παραγράφου 1, αι χρηματικαί παροχαί του αρμοδίου φορέως παρέχονται συμφώνως προς τας δι` αυτόν ισχυούσας νομικάς διατάξεις.
4. Αι προηγούμεναι παράγραφοι εφαρμόζονται αναλόγως και δια τα μέλη της οικογενείας των εις την παράγραφον 1 υπαγομένων προσώπων. Τούτο όμως δεν ισχύει εάν το περί ου πρόκειται μέλος της οικογενείας έχει αξίωσιν παροχής εις είδος το συμβαλλόμενον κράτος, εις ο διαμένει.
Άρθρον 12
1. Εάν δικαούχος τις προς απόληψιν συντάξεως κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών κατοικεί εις την περιοχήν ενός συμβαλλομένου κράτους και έχει αυτόθι αξίωσιν δι` εις είδος παροχάς βάσει των νομικών διατάξεων του κράτους τούτου, τότε αύται χορηγούνται εις αυτόν και τα μέλη της οικογενείας του από τον φορέα του τόπου της κατοικίας του και εις βάρος τούτου και βάσει των δι` αυτόν ισχυουσών νομικών διατάξεων, ως εάν εδικαιούτο ούτος εις απόληψιν συντάξεως βάσει μόνον των νομικών τούτων διατάξεων.
2. Εάν δικαιούχος τις προς απόληψιν συντάξεως κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός μόνον συμβαλλομένου κράτους κατοικεί εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους τότε χορηγούνται εις αυτόν και τα μέλη της οικογενείας του εις είδος παροχαί από τον φορέα του τόπου της κατοικίας του επί τη βάσει των δι` αυτόν ισχυουσών νομικών διατάξεων ως εάν ούτος εδικαιούτο εις απόληψιν συντάξεως, βάσει των νομικών διατάξεων του κράτους τούτου. Αι παροχαί αύται βαρύνουν τον αρμόδιον φορέα του κράτους εις τον οποίον έχει την έδραν του ο προς καταβολήν της συντάξεως υποχρέως φορεύς.
3. Εις τας περιπτώσεις της παραγράφου 2 τυγχάνει εφαρμοστέον το άρθρον 11 παράγραφος 2.
4. Εάν τα μέλη της οικογενείας δικαιούχου προς απόληψιν συντάξεως κατά τας νομικάς διατάξεις ενός ή αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών κατοικούν εις την περιοχήν του άλλου συμβαλλομένου κράτους από εκείνο εις το οποίον κατοικεί ο ίδιος ο δικαιούχος, λαμβάνουσι ταύτα εις είδος παροχάς, ως εάν ο δικαιούχος κατώκει εις το αυτό κράτος. Αι εις είδος παροχαί χορηγούνται από τον φορέα του τόπου της κατοικίας κατά τας δια τον φορέα τούτον ισχυούσας νομικάς διατάξεις. Το άρθρον 11 παράγραφος 4 περίοδος δευτέρα εφαρμόζεται αναλόγως.
5. Δικαιούχος εις απόληψιν συντάξεως κατά τας νομικάς διατάξεις ενός ή αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών ή μέλος της οικογενείας του λαμβάνει εις είδος παροχάς εις περίπτωσιν προσωρινής διαμονής του εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους παρά εκείνο εις το οποίον ούτος κατοικεί. Αι παροχαί αύται χορηγούνται από τον φορέα του τόπου διαμονής επί τη βάσει των δια τον φορέα τούτον ισχυουσών νομικών διατάξεων. Εις την περίπτωσιν ταύτην τυγχάνει εφαρμογής το άρθρον 11 παράγραφος 2.
6. Εις τας περιπτώσεις των παραγράφων 4 και 5 αι εις είδος παροχαί βαρύνουν τον περί ου η παράγραφος 1 ή 2 φορέα. 7. Αι ανωτέρω παράγραφοι ισχύουσιν αναλόγως δια τους αιτουμένους συντάξεως και τα μέλη της οικογενείας των.
Άρθρον 13
Αι εν άρθρω 11 παράγραφος 1 και 4 και άρθρω 12 παράγραφος 2, 4 και 5 προβλεπόμεναι εις είδος παροχαί χορηγούνται: εν Ελλάδι υπό του κατά τόπον αρμοδίου Υποκαταστήματος του Ιδρύματος Κοινώνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) εν Αυστρία υπό του δια τον τόπον της διαμονής της κατοικίας του ενδιαφερομένου προσώπου αρμοδίου Ταμείου Ασθενείας, δι` εργάτας και υπαλλήλους.
Άρθρον 14
1. Ο αρμόδιος φορεύς αποδίδει εις τον φορέα του τόπου της διαμονής ή της κατοικίας τα δαπανηθέντα ποσά εξαιρέσει των διοικητικών εξόδων.
2. Αι αρμόδιαι αρχαί δύνανται να συμφωνήσονν προς διοικητικήν απλούστευσιν όπως εις όλας τας περιπτώσεις ή δι` ωρισμένας ομάδας περιπτώσεων, λαμβάνονν χώραν αντί επί μέρους εκκαθαρίσεις των δαπανών κατ` αποκοπήν πληρωμαί.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Γήρας, Αναπηρία και Θάνατος. (συντάξεις.)
Άρθρον 15
Εάν πρόσωπον τι εκτήσατο κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών χρόνους ασφαλίσεως, ούτοι θα συνυπολογίζωνται δια την κτήσιν δικαιώματος παροχής, εφ` όσον δεν συμπίπτουν.
Άρθρον 16
1. Εάν πρόσωπον, το οποίον εκτήσατο κατά τας νομικάς διατάξες αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών χρόνους αοφαλίσεως ή οι επιζώντες τούτου απαιτούσι σύνταξιν, ο αρμόδιος φορεύς δέον να καθορίση τας παροχάς κατά τον εξής τρόπον:
α) Ο φορεύς δέον συμφώνως προς τας δι` αυτόν εφαρμοζομένας νομικάς διατάξεις να εξακριβώση, εάν το περί ου ο λόγος πρόσωπον, έχει δια του συνυπολογισμού των χρόνων ασφαλίσεως δικαίωμα παροχής.
β) Εάν υφίσταται δικαίωμα παροχής, ο φορεύς δέον εν πρώτοις να υπολογίση το θεωρητικόν ποσόν της παροχής, ήτις θα ωφείλετο εάν απάντες οι βάσει των νομικών διατάξεων των δύο συμβαλλομένων κρατών διανυθέντες χρόνοι ασφαλίσεως είχον διανυθή αποκλειστικώς βάσει των δι` αυτόν ισχυοσών νομικών διατάξεων. Εάν το ποσόν της παροχής είναι ανεξάρτητον της διαρκείας της ασφαλίσεως τότε θεωρείται το ποσόν τούτο ως θεωρητικόν ποσόν.
γ) Ακολούθως ο φορεύς δέον να υπολογίση την οφειλομένην τμηματικήν παροχήν επί τη βάσει του κατά το στοιχείον β` υπολογισθέντος ποσού κατά των αναλογίαν ήτις υφίσταται μεταξύ της διαρκείας των κατά τας νομικάς του διατάξεις ληφθησομένων υπ` όψιν χρόνων ασφαλίσεως και της συνολικής διαρκείας των κατά τας νομικάς διατάξεις των αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών ληφθησομένων υπ` όψιν χρόνων ασφαλίσεως.
2. Κατά την εφαρμογήν της παραγράφου 1 στοιχεία β` και γ` δέον να ληφθούν υπ` όψιν οι καλυπτόμενοι χρόνοι ασφαλίσεως υπό την πραγματικήν αυτών έκτασιν.
3. Εάν οι χρόνοι ασφαλίσεως, οι οποίοι δέον να ληφθούν υπ` όψιν κατά τας νομικάς διατάξεις ενός συμβαλλομένου κράτους δεν φθάνουν εν συνόλω τους δώδεκα (12) μήνας δια τον υπολογισμόν της παροχής τότε δεν χορηγείται κατά τας νομικάς ταύτας διατάξεις παροχή. Εις την περίπτωσιν ταύτην ο φορεύς του ετέρου συμβαλλομένου κράτους, λαμβάνει υπ` όψιν τους ρηθέντας χρόνους δια την κτήσιν του δικαιώματος παροχής, ουχί όμως και δια τον καθορισμόν του οφειλομένου τμηματικού ποσού κατά την παράγραφον 1 στοιχείον γ`.
Η διάταξις αύτη δεν ισχύει εάν το προς παροχήν δικαίωμα εκτήθη κατά τας νομικάς διατάξεις του πρώτου κράτους και μόνον βάσει των χρόνων οι οποίοι διηνύθησαν κατά τας νομικάς ταύτας διατάξεις.
Άρθρον 17
Οι αρμόδιοι αυστριακοί φορείς δέον να εφαρμόζουν τα άρθρα 15 και 16 βάσει των εξής κανόνων:
1. Δια τον καθορισμόν του αρμοδίου φορέως λαμβάνονται υπ` όψιν αποκλειστικώς αυστριακοί χρόνοι ασφαλίσεως.
2. Αι διατάξεις των άρθρων 15 και 16 δεν ισχύουσι δια τας προϋποθέσεις της αξιώσεως και δια την χορήγησιν του βοηθήματος μεταλλευτών εκ της αυστριακής ασφαλίσεως συντάξεως μεταλλευτών.
3. Κατά την εφαρμογήν του άρθρου 16 παράγραφος 1 ισχύουσι τα εξής:
α) Οι ελληνικοί χρόνοι ασφαλίσεως δέον να λαμβάνωνται υπ` όψιν άνευ εφαρμογής των αυστριακών νομικών διατάξεων περί της δυνατότητος υπολογισμού των χρόνων.
β) Η βάσις μετρήσεως της συντάξεως σχηματίζεται αποκλειστικώς εις τους εις την αυστριακήν ασφάλισιν συντάξεως κτηθέντας χρόνους ασφαλίσεως.
γ) Αι εισφοραί δια πρόσθετον ασφάλισιν, η πρόσθετος παροχή εκ της ασφαλίσεως μεταλλευτών, το επίδομα των ιατρικώς αβοηθήτων και το αντισταθμιστικόν επίδομα (AUSGLEIGHZULAGE), παραμένουν εκτός υπολογισμού.
4. Κατά την εφαρμογήν του άρθρου 16 παρ. 1 στοιχείον γ` ισχύουσι τα εξής:
α) Εάν η συνολική διάρκεια των κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών ληφθησομένων υπ` όψιν χρόνων ασφαλίσεως υπερβαίνη το κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις καθορισθέν ανώτατον μέτρον δια τον υπολογισμόν του ποσού αυξήσεως, η οφειλομένη τμηματική σύνταξις θα υπολογισθή κατά την αναλογίαν, ήτις υφίσταται μεταξύ της διαρκείας των κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις ληφθησομένων υπ` όψιν χρόνων ασφαλίσεως και του αναφερθέντος ανωτάτου μέτρου των μηνών ασφαλίσεως.
β) Το επίδομα των αβοηθήτων από την αυστριακήν τμηματικήν σύνταξιν εντός των κατ` αναλογίαν, συντμηθέντων οριακών ποσών κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις. Εάν αντιθέτως, υφίσταται αξίωσις συντάξεως μόνον βάσει των κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις των λαμβανομένων υπ` όψιν χρόνων ασφαλίσεως, τότε το επίδομα των αβοηθήτων καθορίζεται συμφώνως προς το εις την σύνταξιν ταύτην αναλογούν μέτρον, εκτός εάν κατά τας ελληνικάς νομικάς διατάξεις παρέχεται αύξησις της συντάξεως λόγω ελλείψεως βοηθείας.
5. Το κατά το άρθρον 16 παράγρ. 1 στοιχείον γ` υπολογισθέν ποσόν, αυξάνεται ενδεχομένως κατά τα ποσά της αυξήσεως δι` εισφοράς προσθέτου ασφαλίσεως κατά την πρόσθετον παροχήν εκ της ασφαλίσεως μεταλλευτών, το επίδομα αβοηθήτων και κατά το αντισταθμιστικόν επίδομα.
6. Εάν κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις η χορήγησις παροχών της ασφαλίσεως συντάξεως μεταλλευτών εξαρτάται από το αν αι κυρίως μεταλλευτικαί εργασίαι κατά την έννοιαν των αυστριακών νομικών διατάξεων έλαβον χώραν εις ωρισμένας επιχειρήσεις, τότε από τους ελληνικούς χρόνους ασφαλίσεως, λαμβάνονται υπ` όψιν εκείνοι μόνον, οι οποίοι βασίζονται επί παρομοίας απασχολήσεως εις παρομοίαν επιχείρησιν.
7. Ειδικαί καταβολαί από την αυστριακήν ασφάλισιν συντάξεως οφείλονται κατά το μέτρον της αυστριακής τμηματικής παροχής. Το άρθρον 20 δέον να εφαρμόζεται αναλόγως.
Άρθρον 18
Οι αρμόδιοι ελληνικοί φορείς, δέον όπως εφαρμόζουν τα άρθρα 15 και 16 συμφώνως προς τους ακολούθους κανόνας.
1. Οι κατά τας αυστριακάς διατάξεις πραγματοποιηθέντες χρόνοι ασφαλίσεως λαμβάνονται υπ` όψιν τόσον δια την κτήσιν του δικαιώματος συντάξεως όσον και δια τον υπολογισμόν της συντάξεως, χωρίς να εξετάζεται εάν ούτοι θεωρούνται ως χρόνοι ασφαλίσεως κατά τας ελληνικάς διατάξεις.
2. Δια τον καθορισμόν του αρμοδίου δια την απονομήν της συντάξεως φορέως, λαμβάνονται υπ` όψιν αποκλειστικώς ελληνικοί χρόνοι ασφαλίσεως.
3. Δια τον υπολογισμόν της συντάξεως λαμβάνονται υπ` όψιν αποκλειστικώς αι αποδοχαί αι αντιστοιχούσαι εις τας περιόδους ασφαλίσεως τας διανυθείσας κατά τας ελληνικάς διατάξεις.
Άρθρον 19
1. Εάν κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός συμβαλλομένου κράτους υφίσταται, ανεξαρτήτως του άρθρου 15, δικαίωμα συντάξεως, ο φορεύς του συμβαλλομένου τούτου κράτους δέον να χορηγήση την προσήκουσαν σύνταξιν την οφειλομένην βάσει μόνον των κατά τας υπ` αυτού εφαρμοστέας διατάξεις υπολογιζομένων χρόνων ασφαλίσεως, εφ` όσον δεν υφίσταται αντίστοιχον δικαίωμα παροχής κατά τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
2. Η κατά την παράγραφον 1 καθορισθείσα σύνταξις δέον να καθορισθή εκ νέου κατά το άρθρον 16, εάν υφίσταται αντίστοιχον δικαίωμα παροχής κατά τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου κράτους. Ο νέος ούτος καθορισμός άρχεται ισχύων από της ημέρας της ενάρξεως της παροχής κατά τας νομικάς διατάξεις τον κράτους τούτου. Η τελεσιδικία προηγουμένων αποφάσεων δεν αντίκετται εις τον νέον τούτον καθορισμόν.
Άρθρον 20
Εάν πρόσωπόν τι έχει κατά τας νομικάς διατάξεις ενός συμβαλλομένου κράτους δικαίωμα παροχής και ανεξαρτήτως του άρθρου 15 και η παροχή αύτη είναι μεγαλυτέρα από το άθροισμα των κατά το άρθρον 16 παράγραφος 1 στοιχείον γ` υπολογισθεισών παροχών, ο φορεύς του κράτους τούτου υποχρεούται να χορηγήση την ούτω υπολογισθείσαν παροχήν του ηυξημένην κατά την διαφοράν μεταξύ του αθροίσματος τούτου και της παροχής ήτις θα ωφείλετο εκ μόνων των υπ` αυτού εφαρμοστέων νομικών διατάξεων ως τμηματικήν σύνταξιν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3
Εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικαί ασθένειαι.
Άρθρον 21
1. Πρόσωπον όπερ, συνέπεια εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθενείας έχει αξίωσιν παροχών εις είδος κατά τας νομικάς διατάξεις τον ενος συμβαλλομένου κράτους, λαμβάνει, εφ` όσον διαμένει εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους, εις βάρος του αρμοδίου φορέως παροχάς εις είδος από τον φορέα του τόπου της διαμονής του κατά τας δια τον φορέα τούτον ισχύουσας νομικάς διατάξεις. Το άρθρον 11 παρ. 2 ισχύει αναλόγως.
2. Αι εν παραγράφω 1 προβλεπόμεναι παροχαί εις είδος θα χορηγούνται: εν Ελλάδι υπό του κατά τόπον αρμοδίου Υποκαταστήματος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ). Εν Αυστρία υπό τον δια του τόπον της διαμονής του ενδιαφερομένου αρμοδίου περιφερειακού Ταμείου Ασθενείας δι` εργάτας και υπαλλήλους.
3. Δια την απόδοσιν των κατά την παράγραφον 1 προκυψάντων εξόδων, ισχύει αναλόγως το άρθρον 14.
Άρθρον 22
Εάν δι` επαγγελματικήν τινα ασθενεία ηδύνατο να χορηγηθούν χρηματικαί παροχαί κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών αι παροχαί χορηγούνται μόνον κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου κράτους εν τω οποίω ησκείτο τελευταίως απασχόλησις ήτις είναι ικανή να προκαλέση μίαν τοιαύτην επαγγελματικήν ασθένειαν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4
Ανεργία.
Άρθρον 23.
1. Εαν πρόσωπον τι εκτήσατο κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων Κρατών χρόνους υποχρεωτικής ασφαλίσεως, ούτοι θα συνυπολογίζωνται δια την κτήσιν δικαιώματος παροχής εφ` όσον δεν συμπίπτονν.
2. Η εφαρμογή της παραγράφου 1 προϋποθέτει ότι το πρόσωπον απησχολήθη εν τω συμβαλλομένω κράτει, κατά τας διατάξεις του οποίου τούτο αιτείται την παροχήν, κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνας προ της προβολής της αξιώσεως τουλάχιστον τέσσαρας εβδομάδας εν συνόλω, εκτός ων η απασχόλησις ετερματίσθη άνευ υπαιτιότητος του εργαζομένου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 5
Οικογενειακά επιδόματα.
Άρθρον 24.
1. Πρόσωπον, το οποίον απασχολείται εις εξηρτημένην εργασίαν εις εν εκ των συμβαλλομένων Κρατών έχει κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου τούτου Κράτους αξίωσιν δι` οικογενιακά επιδόματα και δια τα τέκνα, τα οποία διαμένουν μονίμως εις το έτερον συμβαλλόμενον Κράτος.
2. Δια την αξίωσιν των οικογενειακών επιδομάτων οι παρέχοντες εξηρτημένην εργασίαν τυγχάνουν μεταχειρίσεως, ως εάν είχον αποκλειστικώς την κατοικίαν των εις το συμβαλλόμενον Κράτος, εις το οποίον ασκείται η απασχόλησις.
Άρθρον 25
Το οικογενειακόν επίδομα το καταβαλλόμενον κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις εις τέκνα διαμένοντα μονίμως εις Ελλάδα ανέρχεται μηνιαίως εις 620 Σελλίνια δι` έκαστον τέκνον. Το ποσόν τούτο αυξάνεται ή μειούται κατά το αυτό ποσοστόν, καθ` ο αυξάνεται ή μειούται εκάστοτε το οικογενειακόν επίδομα δι` εν τέκνον εν Αυστρία μετά την 1ην Ιανουαρίου 1979.
Άρθρον 26
1. Εάν αι νομικαί διατάξεις ενός συμβαλλομένου Κράτους προβλέπον δια την απόκτησιν δικαιώματος δι` οικογενειακά επιδόματα ωρισμένας χρονικάς περιόδους, συνυπολογίζονται οι διανυθέντες εις αμφότερα τα συμβαλλόμενα Κράτη ομοειδείς χρόνοι.
2. Παρέχοντες εξηρτημένην εργασίαν οι οποίοι λαμβάνουν παροχάς εκ της νομίμου ασφαλίσεως ασθενείας ή της ασφαλίσεως κατά της ανεργίας ενός συμβαλλομένου Κράτους θα τυγχάνονν μεταχειρίσεως όσον αφορά το δικαίωμα δι` οικογενειακά επιδόματα ως εάν απησχολούντο εις το συμβαλλόμενον Κράτος εκ του ασφαλιστικού φορέως του οποίου λαμβάνουν τας παροχάς.
Άρθρον 27
Εάν πρόσωπόν τι κατά την διάρκειαν ενός ημερολογιακού μηνός, λαμβανομένης υπ` όψιν της παρούσης συμβάσεως, πληροί δια τέκνον τας προϋποθέσεις δι` αξίωσιν κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός και του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους διαδοχικώς χορηγούνται οικογενειακά επιδόματα δια τον μήνα τούτον μόνον υπό του συμβαλλομένου Κράτους, συμφώνως προς τας νομικάς διατάξεις του οποίου, ήσαν χορηγητέα εις την αρχήν του μηνός.
Άρθρον 28
Εάν κατά τας νομικάς διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων Κρατών και λαμβανομένης υπ` όψιν της παρούσης συμβάσεως πληρούνται δι` εν τέκνον αι προϋποθέσεις δια την καταβολήν οικογενιακών επιδομάτων εις αμφότερα τα συμβαλλόμενα Κράτη, τότε καταβάλλονται τα οικογενειακά επιδόματα αποκλειστικώς κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου Κράτους εις το οποίον διαμένει το τέκνον μονίμως.
Άρθρον 29
Τέκνα εν τη εννοία του κεφαλαίου τούτου, θεωρούνται τα πρόσωπα δια τα οποία, κατά τας εφαρμοστέας νομικάς διατάξεις, προβλέπονται οικογενειακά επιδόματα.
ΜΕΡΟΣ ΙV
Διάφοροι Διατάξεις
Άρθρον 30
1. Αι αρμόδιαι αρχαί δύνανται να ρυθμίσωσι, δια συμφωνίας τα προς εφαρμογήν της συμβάσεως ταύτης αναγκαία διοικητικά μέτρα. Η συμφωνία αύτη δύναται να συναφθή ήδη προ της θέσεως εν ισχύι της προκειμένης συμβάσεως, δέον όμως να τεθή εν ισχύι το ενωρίτερον ταυτοχρόνως με την παρούσαν σύμβασιν.
2. Αι αρμόδιαι αρχαί των συμβαλλομένων κρατών πληροφορούν αλλήλας.
α) περί απάντων των προς εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως ληφθέντων μέτρων.
β) περί απασών των την εφαρμογήν της προκειμένης συμβάσεως αφορωσών τροποποιήσεων των νομικών αυτών διατάξεων.
3. Δια την εφαρμογήν της προκειμένης συμβάσεως αι αρχαί και οι φορείς των συμβαλλομένων κρατών δέον να παρέχουν αμοιβαίως συνδρομήν και να ενεργούν ως κατά την εφαρμογήν των ιδίων αυτών νομικών διατάξεων.
Η υπηρεσιακή αύτη βοήθεια γίνεται αδαπάνως.
4. Οι φορείς και αι αρχαί των συμβαλλομένων κρατών, δύνανται να έρχωνται απ` ευθείας εις επαφήν δια την εφαρμογήν της προκειμένης Συμβάσεως μεταξύ των ως και μετά των ενδιαφερομένων προσώπων ή των πληρεξουσίων αυτών.
5. Οι φορείς, αι αρχαί και τα δικαστήρια του ενός συμβαλλομένου Κράτους, δεν επιτρέπεται να μη δέχωνται τας προς αυτά υποβληθείσας αιτήσεις και λοιπά έγγραφα εκ μόνου του λόγου ότι έχουσι συνταγή εις την επίσημον γλώσσαν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
6. Ιατρικαί εξετάσεις αίτινες εγένοντο κατ` εφαρμογήν των νομικών διατάξεων του ενός συμβαλλομένου κράτους και αφορώσιν εις πρόσωπα διαμένοντα εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους, προκαλούνται κατ` αίτησιν της αρμοδίας υπηρεσίας εις βάρος της υπό του φορέως του τόπου διαμονής.
7. Δια την δικαστικήν συνδρομήν ισχύουσιν αι εκάστοτε επί της δικαστικής συνδρομής εις αστικάς υποθέσεις εφαρμοζόμεναι διατάξεις.
Άρθρον 31
Αι αρμόδιαι αρχαί οφείλουν προς διευκόλυνσιν της εφαρμογής της προκειμένης συμβάσεως ιδία δια την δημιουργίαν απλής και ταχείας συνδέσεως μεταξύ των εκατέρωθεν ενδιαφερομένων φορέων να ιδρύσουν υπηρεσίας συνδέσμου.
Άρθρον 32
1. Πάσα υπό των διατάξεων του ενός συμβαλλομένου κράτους προβλεπομένη απαλλαγή ή έκπτωσις εκ φόρων, χαρτοσήμου, δικαστικών τελών ή τελών εγγραφής δι` έγγραφα ή δικαιολογητικά, τα οποία δέον να υποβληθώσι κατ` εφαρμογήν των νομικών τούτων διατάξεων, επεκτείνεται και επί των αντιστοίχων εγγράφων ή δικαιολογητικών, επεκτείνεται και επί των αντιστοίχων εγγράφων ή δικαιολογητικών, άτινα δέον να υποβάλλωνται κατ` εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως ή των νομικών διατάξεων του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
2. Δικαιολογητικά και έγγραφα πάσης φύσεως, άτινα δέον να υποβληθώσι κατ` εφαρμογήν της προκειμένης συμβάσεως, δεν χρήζουν επικυρώσεως.
Άρθρον 33
1. Αιτήσεις, δηλώσεις ή ένδικα μέσα, άτινα υποβάλλονται κατ` εφαρμογήν της προκειμένης συμβάσεως ή των νομικών διατάξεων του ενός συμβαλλομένου κράτους προς μίαν αρχήν ή φορέα ή άλλο αρμόδιον ιδρύμα του ενός συμβαλλομένου κράτους, δέον να θεωρούνται ως αιτήσεις, δηλώσεις ή ένδικα μέσα υποβαλλόμενα προς αρχήν, φορέα ή έτερον αρμόδιον ίδρυμα του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
2. Αίτησις προς παροχήν υποβληθείσα κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός συμβαλλομένον κράτους, ισχύει και ως αίτησις δια την συμφώνως προς την προκειμένην σύμβασιν θεωρουμένην ως αντίστοιχον παροχήν κατά τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου κράτους. Τούτο δεν ισχύει οσάκις ο αιτών ρητώς αιτείται όπως ο καθορισμός μιας κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός συμβαλλομένου κράτους κτηθείσης παροχής λόγω γήρατος αναβληθή.
3. Αιτήσεις, δηλώσεις ή ένδικα μέσα τα οποία κατ` εφαρμογήν των νομικών διατάξεων ενός συμβαλλομένου κράτους, δέον να υποβληθώσιν εντός ωρισμένης προθεσμίας ενώπιον αρχής, φορέως ή ετέρου αρμοδίου ιδρύματος του συμβαλλομένου τούτου κράτους, δύνανται να υποβληθώσιν εντός της αυτής προθεσμίας εις την αντίστοιχον υπηρεσίαν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
4. Εις τας περιπτώσεις των παραγράφων 1 έως 3, ή προς ην η υποβολή υπηρεσία υποχρεούται όπως διαβιβάση αμηλλητί τας αιτήσεις, δηλώσεις ή ένδικα μέσα προς την αντίστοιχον αρμοδίαν υπηρεσίαν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους.
Άρθρον 34
1. Οι υπόχρεοι προς παροχήν φορείς δύνανται να καταβάλλουν τας εκ της προκειμένης συμβάσεως παροχάς εις το εντός του κράτους αυτώνν ισχύον νόμισμα με απαλλακτικήν συνέπειαν.
2. Αι εν τη παρούση συμβάσει προβλεπόμεναι αποδόσεις δαπανών δέον να γίνωνται εις το νόμισμα του συμβαλλομένου κράτους εις το οποίον ο φορεύς όστις εχορήγησεν τας παροχάς έχει την έδραν του.
3. Εμβάσματα επί τη βάσει της παρούσης συμβάσεως δέον να γίνωνται συμφώνως προς τας συμφωνίας αι οποίαι ισχύουσαι σχετικώς μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών κατά τον χρόνον της αποστολής του εμβάσματος.
Άρθρον 35
1. Αι εκτελεσταί αποφάσεις των δικαστηρίων ως και αι εκτελεσταί αποφάσεις και αι βεβαιώσεις (έγγραφα) των φορέων ή των αρχών του ενός συμβαλλομένου κράτους περί καθυστερήσεως εισφορών και λοιπών απαιτήσεων εκ της Κοινωνικής Ασφαλίσεως, ως και περί επιστροφής αδικαιολογήτως εισπραχθέντων οικογενειακών επιδομάτων αναγνωρίζονται εις το έτερον συμβαλλόμενον κράτος.
2. Η αναγνώρισις δύναται να μη γίνη δεκτή μόνον εάν προσκρούη εις την δημοσίαν τάξιν του συμβαλλομένου κράτους εις το οποίον θα έδει να αναγνωρισθή η απόφασις ή το έγγραφον.
3. Αι κατά την παράγραφον 1 αναγνωρισθείσαι εκτελεσταί αποφάσεις και έγγραφα εκτελούνται εις το έτερον συμβαλλόμενον κράτος. Η διαδικασία εκτελέσεως διέπεται υπό των νομικών διατάξεων, αι οποίαι ισχύουν και επί της εκτελέσεως των εν τω συμβαλλομένω κράτει εις την περιοχήν του οποίου πρέπει να γίνη η εκτέλεσις εκδιδομένων αντιστοίχων αποφάσεων και εγγράφων.
Το αντίγραφον της αποφάσεως ή του εγγράφου δέον να φέρη πιστοποίησιν της εκτελεστότητός του (τύπον εκτελέσεως).
4. Αι απαιτήσεις των φορέων εις την περιοχήν του ενός συμβαλλομένου κράτους εκ καθυστερουμένων εισφορών, έχουσιν κατά την αναγκαστικήν εκτέλεσιν ως και κατά την διαδικασίαν της πτωχεύσεως και του πτωχευτικού συμβιβασμού εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτονς τα αυτά προνομιακά δικαιώματα ως και αι αντίστοιχοι από αυτά απαιτήσεις εις την περιοχήν του συμβαλλομένου τουτου κράτους.
Άρθρον 36
1. Εάν φορεύς του ενός συμβαλλομένου κράτους κατέβαλεν προκαταβολήν έναντι παροχής ο φορεύς του ετέρου συμβαλλομένου κράτους υποχρεούται να παρακρατήση κατ` αίτησιν και προς όφελος του πρώτου αναφερομένου φορέως, την εις το αυτό χρονικόν διάστημα εμπίπτουσαν μεταγενεστέραν καταβολήν μιας αντιστοίχου παροχής, επί της οποίας υφίσταται αξίωσις κατά τας νομικάς διατάξεις του συμβαλλομένου τούτου κράτους. Εάν ο φορεύς του ενός συμβαλλομένου κράτους κατέβαλεν μεγαλυτέραν από την δέουσαν παροχήν δι` εν χρονικόν διάστημα δια το οποίον ο φορεύς του ετέρου συμβαλλομένου κράτους υποχρεούται να καταβάλη μεταγενεστέρως αντίστοιχον παροχήν, το υπερβαίνον την παροχήν ταύτην ποσόν θεωρείται μέχρι του ύψους του μεταγενεστέρως καταβληθησομένου ποσού, ως προκαταβολή υπό την έννοιαν του πρώτου εδαφίου.
2. Εάν φορεύς προνοίας ενός συμβαλλομένου κράτους εχορήγησεν εις πρόσωπόν τι βοήθημα προνοίας επί χρονικόν διάστημα δια το οποίον προκύπτει μεταγενεστέρως κατά τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου κράτους αξίωσις δια χρηματικάς παροχάς, ο αρμόδιος φορεύς του συμβαλλομένου τούτου κράτους δέον όπως παρακρατή κατ` αίτησιν και προς όφελος του φορέως προνοίας τας κατά το αυτό χρονικόν διάστημα εμπιπτούσας μεταγενεστέρας καταβολάς μέχρι του ύψους του καταβληθέντος βοηθήματος προνοίας, ως εάν επρόκειτο περί βοηθήματος προνοίας καταβληθέντος υπό του φορέως προνοίας του τελευταίου τούτου συμβαλλομένου κράτους.
Άρθρον 37
Εάν πρόσωπον δικαιούμενον κατά τας νομικάς διατάξεις του ενός συμβαλλομένου κράτους παροχής δια ζημίαν επελθούσαν εις την περιοχήν του ετέρου συμβαλλομένου κράτους, έχει, κατά τας διατάξεις αυτού αξίωσιν αποζημιώσεως κατά τρίτου τινός η αξίωσις προς αποζημίωσιν μεταβιβάζεται εις τον φορέα του πρώτου συμβαλλομένου κράτους κατά τας δι` αυτόν ισχύουσας διατάξεις.
Άρθρον 38
1. Διαφοραί μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών περί την ερμηνείαν ή την εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως θα επιλύωνται εφ` όσον είναι τούτο δυνατόν, υπό των αρμοδίων αρχών των συμβαλλομένων κρατών.
2. Εάν διαφορά τις δεν είναι δυνατόν να επιλυθή κατ` αυτόν τον τρόπον, τότε αύτη θα ανατίθεται κατ` αίτησιν ενός συμβαλλομένου κράτους εις διαιτητικόν δικαστήριον, όπερ θα συγκροτήται ως ακολούθως:
α) Εκαστος των διαδίκων διορίζει εντός μηνός από της λήψεως της αιτήσεως προς έκδοσιν διαιτητικής αποφάσεως ένα διαιτητήν. Αμφότεροι οι ούτω διορισθέντες διαιτηταί εκλέγουν εντός δύο μηνών, αφ` ης ο τελευταίος διορίσας τον διαιτητήν του διάδικος εγνωστοποίησεν τούτο, ένα υπήκοον τρίτου κράτους ως τρίτον διαίτητην.
β) Εάν συμβαλλόμενον κράτος δεν διορίση διαιτητήν εντός της καθορισθείσης προθεσμίας δύναται το έτερον συμβαλλόμενον κράτος να ζητήση από τον Πρόεδρον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δια τα Δικαιώματα του Ανθρώπου όπως διορίση τοιούτον. Αναλόγως διενεργείται κατόπιν προσκλήσεως ενός συμβαλλομένου κράτους, όταν οι δύο διαιτηταί δεν συμφωνήσουν επί της εκλογής του τρίτου διαιτητού.
γ) Εις περίπτωσιν καθ` ην ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δια τα Δικαιώματα του Ανθρώπου είναι υπήκοος ενός εκ των συμβαλλομένων κρατών τα δια του παρόντος άρθρου εις αυτόν ανατιθέμενα καθήκοντα περιέρχονται εις τον Αντιπρόεδρον του Δικαστηρίου, εάν δε και ούτος τυγχάνει υπήκοος ενός συμβαλλομένου κράτους, εις τον αρχαιότερον δικαστήν του Δικαστηρίου τούτου, ο οποίος δεν συμπίπτει να έχη την ιδιότητα ταύτην.
3. Το Διαιτητικόν Δικαστήριον αποφασίζει κατά πλειοψηφίαν. Αι αποφάσεις του δεσμεύουν αμφότερα τα συμβαλλόμενα κράτη.
Εκαστον συμβαλλόμενον κράτος θα φέρη τα έξοδα του παρ` αυτού οριζομένου διαιτητού. Τα λοιπά έξοδα κατανέμονταιμεταξύ των συμβαλλομένων κρατών εις ίσα μέρη. Διαιτητικόν Δικαστήριον καθορίζει την διαδικασίαν αυτού.
MEΡΟΣ V
Μεταβατικαί και Τελικαί Διατάξεις.
Άρθρον 39.
1. Η παρούσα σύμβασις δεν θεμελιοί δικαίωμα καταβολής παροχών δια τον προ της ενάρξεως της ισχύος αυτής χρόνον.
2. Δια την θεμελίωσιν δικαιώματος παροχών κατά την προκειμένην σύμβασιν λαμβάνονται επίσης υπ` όψιν και οι χρόνοι ασφαλίσεως, οίτινες διηνύθησαν κατά τας νομικάς διατάξεις ενός συμβαλλομένου κράτους προ της ενάρξεως της ισχύος αυτής.
3. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 1 η προκειμένη σύμβασις ισχύει επίσης και δι` ασφαλιστικάς περιπτώσεις, αι οποίαι επήλθον προ της ενάρξεως της ισχύος αυτής, εφ` όσον δεν έχουσιν εξοφληθή δια καταβολών κεφαλαίου προηγουμένως αναγνωρισθείσαι αξιώσεις. Εις τας περιπτώσεις ταύτας, κατά τας διατάξεις της προκειμένης συμβάσεως συντάξεις οφειλόμεναι το πρώτον βάσει της παρούσης συμβάσεως απονέμονται τη αιτήσει του δικαιούχου από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης συμβάσεως και συντάξεις, αι οποίαι είχον απονεμηθή προ της ενάρξεως της ισχύος της προκειμένης συμβάσεως, καθορίζονται εκ νέου κατ` αίτησιν του δικαιούχου.
Εάν η αίτησις περί απονομής ή ανακαθορισμού της συντάξεως υποβληθή εντός δύο ετών από της ενάρξεως της ισχύος της προκειμένης συμβάσεως, αι παροχαί χορηγούνται από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης συμβάσεως.
4. Εάν αι νομικαί διατάξεις των συμβαλλομένων κρατών προβλέπουν τον αποκλεισμόν ή την παραγραφήν αξιώσεων, τότε όσον αφορά τας αξιώσεις εκ της παραγράφου 3 δεν θα εφαρμόζωνται δια τον δικαιούχον αι εν λόγω νομικαί διατάξεις, εάν η εν παραγράφω 3 αναφερομένη αίτησις υποβληθή εντός δύο ετών από της ενάρξεως της ισχύος της προκειμένης συμβάσεως. Εάν η αίτησις υποβληθή μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας ταύτης, η αξίωσις περί παροχών υφίσταται, εφ` όσον δεν έχει αποκλεισθή ή παργραφή από του χρονικού σημείου της υποβολής της αιτήσεως, εκτός εάν τυγχάνουσιν εφαρμογής ευμενέστεραι νομικαί διατάξεις ενός συμβαλλομένου κράτους.
5. Εις τας περιπτώσεις της παραγράφου 3 ισχύει αναλόγως το άρθρον 36 παρ. 1.
Άρθρον 40.
Δικαιώματα, ανήκοντα κατά τας Αυστριακάς νομικάς διατάξεις εις πρόσωπον, όπερ δια πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους ή δια λόγους καταγωγής υπέστη βλάβην εις τας εξ απόψεως δικαίου Κοινωνικής Ασφαλίσεως σχέσεις του, δεν θίγονται δια της προκειμένης συμβάσεως.
Άρθρον 41.
1. Η παρούσα σύμβασις χρήζει επικυρώσεως. Τα επικυρωτικά έγγραφα δέον να ανταλλαγώσιν το ταχύτερον δυνατόν εν Αθήναις.
2. Η παρούσα σύμβασις τίθεται εν ισχύι την πρώτην ημέραν του δευτέρου μηνός μετά την παρέλευσιν του μηνός κατά τον οποίον αντηλλάγησαν τα επικυρωτικά έγγραφα.
3. Η παρούσα σύμβασις συνομολογείται δι` αόριστον χρόνον.
Εκάτερον των συμβαλλομένων κρατών δύναται να καταγγείλη ταύτην εγγράφως δια της διπλωματικής οδού τηρουμένης προθεσμίας τριών μηνών.
4. Εις περίπτωσιν καταγγελίας αι διατάξεις της παρούσης συμβάσεως συνεχίζουσιν ισχύουσαι δια κτηθέντα δικαιώματα και δη χωρίς να λαμβάνωνται υπ` όψιν περιοριστικαί διατάξεις προβλεπόμεναι υπό των οικείων συστημάτων δια την περίπτωσιν διαμονής ησφαλισμένου τινός εν τη αλλοδαπή.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ οι πληρεξούσιοι αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών υπέγραψαν την προκειμένην σύμβασιν.
Εγένετο εν Βιέννη τη 14η Δεκεμβρίου 1979, εις δύο πρωτότυπα εις την γερμανικήν και την ελληνικήν γλώσσαν αμφότερα δε τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
ΤΕΛΙΚΟΝ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Επί της Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας.
Περί Κοινωνικής Ασφαλείας.
Επί τη υπογραφή της σήμερον μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας καταρτισθείσης συμβάσεως περί Κοινωνικής Ασφαλε ίας, οι πληρεξούσιοι αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών δηλούσιν ότι υφίσταται συμφωνία επί των ακολούθων ορών:
Ι. Επί του άρθρου 2 της Συμβάσεως:
1. Η παράγραφος 1 αριθμός 1 δεν αφορά εις τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις περί ασφαλίσεως των συμβολαιογράφων. 2. Η παράγραφος 4 δεν ισχύει δια τας υπό της Αυστρίας συναφθείσης συμβάσεις, εφ` όσον αύται περιλαμβάνουν ρυθμίσεις σχετικώς με την ανάληψιν ασφαλιστικού τινος βάρους.
ΙΙ. Επί του άρθρου 4 της Συμβάσεως:
1. Ρυθμίσεις σχετικώς με την ανάληψιν ασφαλιστικού τινος βάρους περιλαμβανόμεναι εις τας υπό της Αυστρίας συναφθείσας συμβάσεις παραμένου άθικτοι.
2. Αι νομικαί διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών αι αφορώσαι εις την σύμπραξιν των ησφαλισμένων και των εργοδοτών εις τα όργανα των φορέων και των συνδέσμων ως και εις την απονομήν της δικαιοσύνης εν τη Κοινωνική Ασφαλεία παραμένουν άθικτοι.
3. Αι νομικαί διατάξεις του αυστριακού Ομοσπονδιακού Νόμου της 22.11.1961 περί αξιώσεων και προσδοκιών παροχής εις την ασφάλισιν συντάξεως και την ασφάλισιν ατυχήματος λόγω απασχολήσεων εν τη αλλοδαπή, ως και αι νομικαί διατάξεις περί λήψεως υπ` όψιν των εις την περιοχήν της πρώην αυστροουγκρικής μοναρχίας εκτός τη Αυστρίας διανυθέντων χρόνων αυτοτελούς βιοποριστικής εργασίας παραμένουν άθικτοι.
4. Αι αυστριακαί νομικαί διατάξεις αι αφορώσαι εις την παροχήν βοηθείας εν περιπτώσει ανάγκης (Notstandshilfe) παραμένουσιν άθικτοι.
5. Αι νομικαί διατάξεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων Κρατών σχετικώς με την ασφάλισιν προσώπου απασχολουμένου εις μίαν κρατικήν αποστολήν, ενός εκ των δύο συμβαλλομένων Κρατών εις τρίτον Κράτος ή εις μέλη μιας τοιαύτης αποστολής, παραμένουν άθικτοι.
ΙΙΙ. Επί του άρθρου 5 της Συμβάσεως:
Η διάταξις αύτη δεν αφορά εις το αντισταθμιστικόν επίδομα (Ausgleichsru lage) κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις.
VI. Επί του άρθρου 8 της Συμβάσεως:
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και επί των Αυστριακών Εμπορικών επιτετραμένων και των απεσταλμένων συνεργατών αυτών.
V. Επί του άρθρου 11 της Συμβάσεως:
Η διάταξις αυτή ισχύει εν Αυστρία εφ` όσον πρόκειται περί προσωρινής διαμονής εν σχέσει με την θεραπείαν υπό κατ` ελεύθερον επάγγελμα, εργαζομένων ιατρών, οδοντιάτρων και οδοντοτεχνιτών, μόνον καθ` όσον αφορά εις τα εξής πρόσωπα:
α) πρόσωπα τα οποία εν τη ασκήσει της απασχολήσεώς των διαμένουσιν εν Αυστρία ως και τα συνοδεύοντα αυτά μέλη της οικογενείας των.
β) πρόσωπα τα οποία επισκέπτονται την εν Αυστρία συνήθως διαμένουσαν οικογένειάν των.
γ) πρόσωπα τα οποία διαμένουσι εν Αυστρία ένεκεν άλλων λόγων, εφ` όσον τοις παρασχεθή περιπαιτητική (ως εξωτερικών ασθενών) θεραπεία δια λογαριασμόν του αρμοδίου δια τον τόπον διαμονής αυτών περιφερειακού Ταμείου Ασθενείας.
VI. Επί του άρθρου 12 της Συμβάσεως: Εις τας περιπτώσεις της παραγράφου (2) η απόδοσις των δαπανών δια δικαιούχους της αυστριακής ασφαλίσεως συντάξεως γίνεται εκ των καταβαλλομένων εις την Ανωτάτην Ενωσιν των αυστριακών ασφαλιστικών φορέων εισφορών ασφαλίσεως ασθενείας των συνταξιούχων.
VII. Επί του άρθρου 23 της Συμβάσεως: Το παρόν άρθρον δεν ισχύει δια την κτήσιν του δικαιώματος δι` επίδομα αδείας ένεκα λοχείας (Karenzurlanbsgeld) κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις.
VIII. Εις το Μέρος ΙΙΙ Κεφάλαιον 5 της Συμβάσεως:
1. Οσον αφορά το οικογενειακά επιδόματα έχει εφαρμογήν το άρθρον 4 μόνον επί των εις τα άρθρα 24 έως 29 διαλαμβανομένων προσώπων.
2. Αξίωσις δι` οικογενειακά επίδοματα (Άρθρον 24) υφίσταται μόνον εάν η απάσχολησις δεν προσκρούει εις τας υφισταμένας διατάξεις περί απασχολήσεως αλλοδαπών μισθωτών.
Αξίωσις δι` οικογενειακόν επίδομα κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις υφίσταται μόνον, εάν η απασχόλησις εν Αυστρία διαρκεί τουλάχιστον ένα ημερολογιακόν μήνα επ` αυτού του χρόνου αναμονής δεν χωρεί συνυπολογισμός κατά το άρθρον 26 παρ. 1.
3. Αξίωσις δι` ηυξημένον οικογενειακόν επίδομα δια σημαντικώς ανάπηρα τέκνα, κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις, υφίστανται μόνον δια τέκνα, τα οποία διαμένουν μονίμως εις Αυστρίαν.
ΙΧ. Επί του άρθρου 39 της Συμβάσεως:
Το Μέρος ΙΙΙ Κεφάλαιον 2 δεν ισχύει εις περιπτώσεις εις τας οποίας κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις περί ασφαλίσεως συντάξεως των εν τη Γεωργία και τη Δασονομία αυτοτελώς βιοποριστικώς εργαζομένων, τυγχάνουσιν εφαρμοστέαι αι νομικαί διατάξεις της Προσθέτου Γεωργικής Ασφαλίσεως συντάξεως.
Το Μέρος ΙΙΙ Κεφάλαιον 2 δεν ισχύει εις περιτώσεις εις τας οποίας κατά τας αυστριακάς νομικάς διατάξεις περί ασφαλίσεως συντάξεως των εν τη Γεωργία και τη Δασονομία αυτοτελώς βιοποριστικώς εργαζομένων, τυγχάνουσιν εφαρμοστέαι αι νομικαί διατάξεις της Προσθέτου Γεωργικής Ασφαλίσεως συντάξεως.
Το τελικόν τούτο πρωτόκολλον αποτελεί συστατικόν στοιχείον της Συμβάσεως μεταξύ της Αυστριακής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας περί Κοινωνικής Ασφαλείας.
Τίθεται εν ισχύι κατά την αυτήν με την Σύμβασιν ημέραν και παραμένει εν ισχύι εφ` όσον φρόνον ήθηλεν ισχύση και αύτη.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ οι Πληρεξούσιοι αμφοτέρων των συμβαλλομένων κρατών υπέγραψαν το παρόν τελικόν πρωτόκολλον.
Εγένετο εν Βιέννη την 14ην Δεκεμβρίου 1979, εις δύο πρωτότυπα εις την γερμανικήν και την ελληνικήν γλώσσαν αμφοτέρα δε τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Σ Υ Μ Φ Ω Ν Ο Ν
Προς εφαρμογή της μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας Συμβάσεως Κοινωνικής Ασφαλίσεως.
Επί τη βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 1 της από 14.12.1979 Συμβάσεως Κοινωνικής Ασφαλείας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστριακής Δημοκρατίας- αποκαλουμένης εφεξής Συμβάσεως- αι αρμόδιαι αρχαί και δη,
δια την Ελληνικήν Δημοκρατίαν ο Υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών, και ο Υπουργός Εργασίας, δια την Αυστριακήν Δημοκρατίαν ο Ομόσπονδος Υπουργός Κοινωνικής Διοικήσεως και ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών συνεφώνησαν, προς εφαρμογήν της Συμβάσεως, τα ακόλουθα:
ΜΕΡΟΣ Ι.
Γενικαί Διατάξεις.
Άρθρον 1.
Εις το παρόν Σύμφωνον οι εν τω άρθρω 1 της Συμβάσεως καθορισθέντες όροι θα χρησιμοποιούνται υπό την ιδίαν έννοιαν η οποία εδόθη εις αυτούς εις το περί ου ο λόγος άρθρον.
Άρθρον 2.
Υπηρεσίαι Συνδέσμου.
1. Υπηρεσίαι Συνδέσμου κατά το άρθρον 31 της Συμβάσεως είναι:
εν Ελλάδι: δια την ασφάλισιν γήρατος, θανάτου, αναπηρίας, ασθενείας, μητρότητος, εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών:
Το Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) δια την ασφάλισιν της ανεργίας και δια τα οικογενειακά επιδόματα: Ο Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) εν Αυστρία:
δια την ασφάλισιν ασθενείας, την ασφάλισιν ατυχήματος και την ασφάλισιν συντάξεως:
Η Ανωτάτη Ενωσις των αυστριακών φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως
δια την ασφάλισιν ανεργίας:
Το Τοπικόν Γραφείον Εργασίας της Βιέννης
δια τα οικογενειακά βοηθήματα:
Το Ομοσπονδιακόν Υπουργείον Οικονομικών
ΜΕΡΟΣ ΙΙ. Εφαρμογή των διατάξεων περί των εφαρμοστέων νομικικών διατάξεων.
Άρθρον 3.
Αποστολαί.
Εις τας περιπτώσεις του άρθρου 7 παράγραφος 1 της Συμβάσεως δέον όπως βεβαιούται η εξακολούθησις της ισχύος των νομικών διατάξεων του αποστέλλοντος Κράτους. Η βεβαίωσις χορηγείται: εν Ελλάδι, υπό του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων εν Αυστρία, υπό του φορέως ασφαλίσεως ασθενείας.
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ.
Εφαρμογή των ειδικών διατάξεων περί των καθ` έκαστον παροχών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 1.
Ασθένεια και μητρότης.
Άρθρον 4.
Συνυπολογισμός των χρόνων.
Δια την εφαρμογήν του άρθρου 10 της Συμβάσεως υπό τινος φορέως του ενός συμβαλλομένου Κράτους το ενδιαφερόμενον πρόσωπον δέον όπως υποβάλη βεβαίωσιν περί των κατά τας νομικάς διατάξεις του ετέρου συμβαλλομένου Κράτους λαμβανομένων υπ` όψιν χρόνων. Η βεβαίωσις χορηγείται τη αιτήσει του ενδιαφερομένου προσώπου: εν Ελλάδι, υπό του φορέως ασφαλίσεως ασθενείας εν Αυστρία, υπό του φορέως ασφαλίσεως ασθενείας.
Άρθρον 5.
Χορήγησις παροχών εις είδος.
1. Δια την εφαρμογήν των άρθρων 11 και 12 της Συμβάσεως δέον όπως υποβάλληται εις τον περί ου το άρθρον 13 της Συμβάσεως φορέα, προς απόδειξιν του δικαιώματος, βεβαίωσις τον αρμοδίου φορέως.
2. Ο φορεύς του τόπου διαμονής δέον όπως διενεργή τον ιατρικόν έλεγχον ως εάν επρόκειτο περί ιδίου αυτού ησφαλισμένου και δέον όμως γνωστοποιή εις τον αρμόδιον φορέα το αποτέλεσμα του ελέγχου.
3. Εφ` όσον παρέχεται νοσοκομειακή περίθαλψις ο περί ου το άρθρον 13 της Συμβάσεως φορεύς δέον όπως αναγγέλη αμελλητί εις τον αρμόδιον φορέα την ημέραν της εισαγωγής εις το νοσοκομείον και την πιθανήν διάρκειαν της εν αυτώ παραμονής ως και την ημέραν της εξόδου.
4. Δια την εφαρμογήν του άρθρου 11 παράγραφος 2 της Συμβάσεως επισυνάπτεται εις το παρόν Σύμφωνον κατάλογος των τεχνητών μελών, μεγαλυτέρων βοηθητικών μέσων και άλλων παροχών εις είδος ουσιώδους σημασίας. Εφ` όσον χορηγούνται τοιαύται παροχαί λόγω απολύτως επειγούσης ανάγκης, δέον όπως ο εν άρθρω 13 φορεύς γνωστοποιή τούτο αμελλητί εις τον αρμόδιον φορέα.
Άρθρον 6.
Απόδοσις της δαπάνης παροχών εις είδος εν περιπτώσει μη τηρήσεως της προβλεπομένης διαδικασίας.
Εφ` όσον δεν κατέστη δυνατή η τήρησις των προβλεπομένων Κανόνων διαδικασίας αι προκύπτουσαι δαπάναι αποδίδονται υπό του αρμοδίου φορέως τη αιτήσει του ενδιαφερομένου προσώπου, συμφώνως προς τας δια τον εν άρθρω 13 αναφερόμενον φορέα ισχυούσας τιμός. Ο εν άρθρω 13 αναφερόμενος φορεύς δέον όπως παρέχη εις τον αρμόδιον φορέα τη αιτήσει αυτού, τας απαιτουμένας πληροφορίας περί των τιμών τούτων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Γήρας, Αναπηρία και Θάνατος. (συντάξεις)
Άρθρον 7.
Επεξεργασία των αιτήσεων χορηγήσεως παροχών.
1. Οι αρμόδιοι φορείς δέον όπως πληροφορούν αλλήλους αμελλητί περί της υποβολής αιτήσεως, δια την οποίαν έχει εφαρμογήν το Μέρος ΙΙΙ κεφόλαιον 2 εν συνδυασμώ προς το άρθρον 33 παράγραφος 2 της Συμβάσεως.
2. Οι αρμόδιοι φορείς δέον όπως εν συνεχεία παρέχουν προς αλλήλους και τα λοιπά απαιτούμενα δια τον καθορισμόν της παροχής στοιχεία, επισυνάπτοντες ενδεχομένως ιατρικάς γνωματεύσεις.
3. Οι αρμόδιοι φορείς δέον όπως κοινοποιούν προς αλλήλους τας εν τη διαδικασία της χορηγήσεως των παροχών εκδιδομένας αποφάσεις.
Άρθρον 8.
Πληρωμαί των συντάξεων.
Οι αρμόδιοι φορείς δέον όπως καταβάλλουν τας συντάξεις γήρατος, αναπηρίας και θανάτου απ` ευθείας προς τους δικαιούχους.
Άρθρον 9.
Στατιστικά στοιχεία.
Οι αρμόδιοι φορείς δέον όπως αποστέλλουν εις την οικείαν Υπηρεσίαν Συνδέσμου ετήσιον στατιστικόν πίνακα περί των εις το έτερον συμβαλλόμενον Κράτος γενομένων υπ` αυτών κατά το άρθρον 8 πληρωμών. Οι εν λόγω στατιστικοί πίνακες δέον όπως ανταλλόσσονται υπό των Υπηρεσιών Συνδέσμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3.
Εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικαί ασθένειαι.
Άρθρον 10.
Χορήγησις παροχών εις είδος.
Εις τας περιπτώσεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 της Συμβάσεως εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρον 5. Άρθρον 11. Πληρωμή συντάξεων, στατιστικά στοιχεία.
Επι των συντάξεων εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 8 και 9.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4
Ανεργία
Άρθρον 12
Διαδικασία
Εάν πρόσωπόν τι αιτείται βάσει του άρθρου 23 της Συμβάσεως χρηματικήν παροχήν λόγω ανεργίας εις την περιοχήν του ενός συμβαλλομένου Κράτους, δέον όπως, εφ` όσον τούτο είναι αναγκαίον, ζητούνται πληροφορίαι υπό της εκάστοτε Υπηρεσίας Συνδέσμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 5
Οικογενειακά Επιδόματα
Άρθρον 13
Πιστοποιητικόν οικογενειακής καταστάσεως
1. Προς λήψιν των οικογενειακών επιδομάτων αι αρμόδιαι Υπηρεσίαι εκδίδουν βεβαιώσεις, εκ των οποίων προκύπτουν:
α) τα ατομικά στοιχεία του εργαζομένου
β) το ονοματεπώνυμον των τέκνων, δια τα οποία αιτούνται οικογενειακά επιδόματα
γ) αι χρονολογίαι γεννήσεως των τέκνων
δ) η οικογενειακή κατάστασις των τέκνων.
ε) ποία η μεταξύ μισθωτού και τέκνων υφισταμένη νομική κατάστασις (γνήσιον τέκνον, νόθον τέκνον, προγονός, θετόν τέκνον, τέκνον υπό κηδεμονίαν) στ) ο τόπος μονίμου διαμονής των τέκνων,
ζ) εάν τα τέκνα όταν δεν συνοικούν μετά τον μισθωτού συντηρούνται κατά κύριον λόγον υπ` αυτού η) και εφ` όσον τα τέκνα έχουν ίδιον εισόδημα, το ύψος του εισοδήματος αυτού.
2. Η διάρκεια ισχύος των βεβαιώσεων περιορίζεται εις εν έτος από της ημερομηνίας εκδόσεως.
3. Αρμόδιαι Υπηρεσιαι, εν τη εννοία της παρ. 1, είναι: εν Αυστρία, αι Οικονομικαί Εφορίαι εν Ελλάδι, ο Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού.
Άρθρον 14.
Βεβαίωσις περί των χορηγηθέντων οικογενειακών επιδομάτων.
Ο αρμόδιος φορεύς εκάστου συμβαλλομένου Κράτους εκδίδει, κατόπιν αιτήσεως, βεβαίωσιν δια τα υπ` αυτού χορηγηθέντα οικογενειακά επιδόματα, εφ` όσον αύτη είναι απαραίτητος, δια να προβληθή και εις το έτερον συμβαλλόμενον Κράτος αξίωσις δι` οικογενειακά επιδόματα: Η εν λόγω βεβαίωσις δέον να περιλαμβάνη: α) τα ονόματα των τέκνων δια τα οποία παρέχονται οικογενειακά επιδόματα β) την χρονικήν περίοδον κατά την οποίαν παρέχονται τα οικογενειακά επιδόματα και γ) το ύψος των χορηγηθέντων οικογενειακών επιδομάτων.
ΜΕΡΟΣ ΙV.
Οικονομικαί διατάξεις.
Άρθρον 15.
Δια την εφαρμογήν των άρθρων 14 και 21 παράγραφος 3 της Συμβάσεως η αξίωσις προς απόδοσιν των δαπανών δια παροχάς εις είδος δέον όπως προβάλληται μετά το πέρας της χορηγήσεως της παροχής ή δι` έκαστον ημερολογιακόν εξάμηνον και εκπληρούται εντός δύο μηνών μετά την λήψιν των δικαιολογητικών της απαιτήσεως.
ΜΕΡΟΣ V.
Τελικαί διατάξεις.
Άρθρον 16.
Τυποποιημένα έγγραφα.
Εφ` όσον εις το παρόν Σύμφωνον προβλέπονται βεβαιώσεις, εκθέσεις και τυποποιημένα έγγραφα, τα σχετικά έντυπα καθορίζονται υπό των οικείων Υπηρεσιών Συνδέσμου.
Άρθρον 17.
Εναρξις Ισχύος.
Το παρόν Σύμφωνον τίθεται εν ισχύι ταυτοχρόνως μετά της Συμβάσεως. Εγένετο εν Βιέννη τη 17 Ιανουαρίου 1980 εις δύο πρωτότυπα εις την γερμανικήν και ελληνικήν γλώσσαν, αμφότερα δε τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Πίναξ των τεχνητών μελών, μεγαλυτέρων βοηθητικών μέσων και άλλων εις είδος παροχών ουσιώδους σημασίας (άρθρον 5 παράγραφος 4).
1. Τεχνητά μέλη, ορθοπεδικαί συσκευαί και κηδεμόνες, συμπεριλαμβανομένων ορθοπεδικών κορσέδων, με επένδνσιν, μετά συμπληρωμάτων, εξαρτημάτων και εργαλείων.
2. Ορθοπεδικά υποδήματα, ενδεχομένως μετά του αντιστοίχου συνήθους υποδήματος (μη ορθοπεδικού).
3. Πλαστικά σιαγόνων και προσώπον, φενάκαι.
4. Πρότυπα (αναπαραστάσεις των διαφόρων μελών του σώματος) τα οποία χρησιμοποιούνται δια την ορθήν κατασκευήν των υπ` αριθμόν 1 έως 3 αναφερομένων αντικειμένων.
5. Τεχνητοί οφθαλμοί, φακοί επαφής, μεγεθυντικαί και μακράς ακτίνος διόπτραι.
6. Ακουστικαί συσκευαί, ιδία ακουστικά και φωνητικαί συσκευαί.
7. Τεχνητοί οδόντες (σταθεροί και κινητοί) και συμπληρωματικαί προθέσεις της στοματικής κοιλότητος.
8. Αμαξίδια ασθενών, κυλιόμενα καθίσματα ως και άλλα μηχανικά μέσα κινήσεως.
9. Κύνες οδηγοί τυφλών.
10. Ανανέωσις των υπ` αριθμόν 1-8 αναφερομένων αντικειμένων.
11. Πάντα τα λοιπά θεραπευτικά, βοηθητικά και παρόμοια μέσα, των οποίων η δαπάνη εν Αυστρία υπερβαίνει τα 5.000 σελλίνια, εν Ελλάδι δε υπερβαίνει τας 14.000 δραχμάς.

Άρθρον δεύτερον

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 11 Ιουνίου 1981

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ