Νόμος 1140 ΦΕΚ Α΄68/20.3.1981
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. 4169/1961 “περί Γεωργικών Κοινωνικών Ασφαλίσεων” και άλλων τινών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν
Άρθρον 1
Χορήγηση σύνταξης σε ορφανά τέκνα
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 1287/1982 και αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 37 του Ν. 1902/1990 (ΦΕΚ Α 138),αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ. 6 του άρθρου 21 του Ν. 1976/1991 (ΦΕΚ Α 184).
1. Από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) χορηγείται μηνιαία σύνταξη στα μη συμπληρώσαντα το 18ο έτος της ηλικίας τους, άγαμα τέκνα θανόντων ασφαλισμένων ή συνταξιούχων του Ο.Γ.Α εφ` όσον:
α) δεν συνταξιοδοτούνται από τον Ο.Γ.Α για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή κατά την έννοια του εδαφίου δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά και της παραγράφου 2 του άρθρου 6,
β) ο αποβιώσας γονέας ήταν κατά το χρόνο του θανάτου του, συνταξιούχος του Ο.Γ.Α. ή ασφαλισμένος του Οργανισμού αυτού ολόκληρη την τριετία πριν από το θάνατό του.
Αν ο θάνατος οφειλεται σε βίαιο συμβάν, αρκεί ασφάλιση στον Ο.Γ.Α. κατά την ημερομηνία του βίαιου συμβάντος.
Η άσκηση από τον αποβιώσαντα γονέα επαγγέλματος πριν από τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας του, για το οποίο θα υπαγόταν στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α., θεωρείται για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, ως χρόνος ασφάλισης.
2. Τα άγαμα τέκνα, τα οποία σπουδάζουν σε ανώτερα ή ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ημεδαπης ή ισότιμα της αλλοδαπής και έλαβαν σύνταξη, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούνται τη σύνταξη αυτή μέχρι τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.
Άρθρον 2
Ποσό σύνταξης
Το ποσό της μηνιαιας σύνταξης, που προβλέπεται από το προηγούμενο άρθρο, ορίζεται για κάθε παιδί, ίσο με την κατώτατη σύνταξη, που χορηγείται κάθε φορά, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ο.Γ.Α.
Το ποσό της σύνταξης διπλασιάζεται σε περίπτωση θανάτου και του άλλου γονέα, εφ` όσον συντρέχουν γι` αυτόν οι προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στην παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου.
Σημ.: όπως το άρθρο 2 τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 1287/1982 (Α 123), αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ. 6 του άρθρου 21 του Ν. 1976/1991 (ΦΕΚ Α 184).
Άρθρον 3
Καταβολή Σύνταξης
Σημ.: όπως το άρθρο 3 τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 37 του Ν. 1902/1990 (ΦΕΚ Α 138), αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ. 6 του άρθρου 21 του Ν. 1976/1991 (ΦΕΚ Α 184)
1. Η σύνταξη καταβάλλεται από την 1η του επόμενου μήνα, εκείνου που πέθανε ο γονέας, παύει δε να καταβάλλεται στο τέλος του μήνα εκείνου που πέθανε το τέκνο ή την 31 η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο συμπληρώνει το τέκνο το 18ο έτος της ηλικίας του ή το 24ο έτος, εφ` όσον σπουδάζει.
Η σύνταξη δεν καταβάλλετοι αναδρομικά για χρόνο μακρότερο του εξάμηνου από τη χρονολογία υποβολής της σχετικής αίτησης.
2. Η σύνταξη καταβάλλεται στον επιζώντα γονέα.
Σε περίπτωση θανάτου, αφάνειας, δικαστικής αντίληψης, νόμιμης ή δικαστικής απαγόρευσης ή έκπτωσης του επιζώντα γονέα, η σύνταξη καταβάλλεται στον επίτροπο, που έχει ορισθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
Για συντάξεις που έχουν καταβληθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγουμενου εδαφίου, σε δικαιούχο πριν από την έναντι του Ο.Γ.Α. νομιμοποίηση άλλου τυχόν δικαιούχου, καμία ευθύνη δεν φέρει ο οργανισμός, οι δε αιτούντες μπορούν να στραφούν μόνο κατά του λαβόντος.
Η σύνταξη καταβάλλεται απευθείας στα τέκνα, των οποίων η συνταξιοδότηση παρατείνεται πέραν του 18ου έτους της ηλικίας τους, λόγω σπουδών.
3. Οι πιστώσεις για τη χορήγηση από τον Ο.Γ.Α. συντάξεων σε ορφανά τέκνα ασφαλισμένων ή συνταξιούχων του οργανισμού αυτού, αναγράφονται κάθε χρόνο, στον προϋπολογισμό του Ο.Γ.Α., σε ίδιο κεφάλαιο”.
Άρθρον 4
1. Δια Κανονισμού, εκδιδομένου, κατά την διαδικασίαν των άρθρων 14 παρ. 2 και 19 παρ. 1 του Ν. 4169/ 1961, ορίζονται τα πρόσωπα τα ασκούντα το δικαίωμα δια την χορήγησιν της συντάξεως, τα υποβλητέα δικαιολογητικά, ο τρόπος και η διαδικασία εξακριβώσεως της συνδρομής των προϋποθέσεων χορηγήσεως της σνντάξεως, τα αρμόδια δια την απονομήν, ως και τα βοηθητικά δια την διεξαγωγήν της εν γένει διαδικασίας χορηγήσεως της συντάξεως όργανα, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής της συντάξεως, οι λόγοι αναστολής και διακοπής της καταβολής, ως και της επαναχορηγήσεως αύτης, τα της ανακλήσεως της συνταξιοδοτήσεως, της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων και της αναγγελίας των μεταβολών των επηρεαζουσών το συνταξιοδοτικόν δικαίωμα και το ποσόν της συντάξεως, ως και πάσα λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων των προηγουμένων άρθρων.
2. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως και επί των κατά τα προηγούμενα άρθρα συντάξεων, αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις δια τας υπό του ΟΓΑ χορηγουμένας συντάξεις γήρατος.
Άρθρον 5
Επέκτασις και τροποποίησις των περί συνταξιοδοτήσεως λόγω αναπηρίας διατάξεων. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του Ν. Δ/τος 1390/1973 “περί επεκτάσεως της ασφαλίσεως του ΟΓΑ και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί αυτού νομοθεσίας” αντικαθίσταται ως κατωτέρω:
“1. Υπό του ΟΓΑ χορηγείται σύνταξις λόγω αναπηρίας εις τα συμπληρώσαντα το 18ον έτος της ηλικίας των τέκνα ησφαλισμένων ή συνταξιούχων του Οργανισμού τούτου υπό τας ακολούθους προϋποθέσεις :
α. Είναι εκ γενετής ή κατέστησαν προ της συμπληρώσεως του 21ου έτους της ηλικίας των, συνεπεία παθήσεως ή βλάβης, κατά πρόβλεψιν διαρκώς και εφ` όρου ζωής, ανίκανα προς άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος, εις ποσοστόν τουλάχιστον 67%.
β. Δεν έχουν ασκήσει, από της επελεύσεως της αναπηρίας των μέχρι της υποβολής της αιτήσεως περί συνταξιοδοτήσεώς των, οιονδήποτε επάγγελμα, εκ του οποίου κυρίως ήντλουν τον βιοπορισμόν των.
γ. Δεν λαμβάνουν σύνταξιν εκ του ΟΓΑ ή εξ ετέρου ασφαλιστικού φορέως, κατά την έννοιαν των διατάξεων του εδαφίου δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961, ως εκάστοτε ισχύει.
δ. Δεν κατέστησαν ανάπηρα συνεπεία παρ` αυτών διαπραχθέντος κακουργήματος ή εκ προθέσεως πλημμελήματος, δια το οποίον έχουν αμετακλήτως καταδικασθή.
ε. Δεν έχουν συμπληρώσει το 25ον έτος της ηλικίας των κατά τον χρόνον υποβολής της αιτήσεως περί συνταξιοδοτήσεώς των.
στ. Ο πατήρ των, εφ` όσον ευρίσκεται εν ζωή, στα) είναι συνταξιούχος του ΟΓΑ ή, καθ` όλην την τελευταίαν προ της υποβολής της αιτήσεως περί συνταξιοδοτήσεώς των τριετίαν, ησφαλισμένος του Οργανισμού τούτου και
στβ) δεν είναι συνταξιούχος ετέρου ασφαλιστικού φορέως ούτε ήτο, κατά την τελευταίαν προ της υποβολής της αιτήσεως περί συνταξιοδοτήσεώς των τριετίαν, παραλλήλως ησφαλισμένος εις έτερον ασφαλιστικόν φορέα, λόγω ασκήσεως υπ` αυτού ετέρου επαγγέλματος. Εαν ο πατήρ των έχη αποβιώσει δέον ούτος σταα) να ήτο συνταξιούχος του ΟΓΑ ή καθ` όλην την τελευταίαν προ του θανάτου του τριετίαν, να ήτο ησφαλισμένος του ΟΓΑ ή να ήσκει επάγγελμα δια το οποίον θα υπήγετο ούτος εις την ασφάλισιν του Οργανισμού τούτου και
σταβ) να μη ήτο συνταξιούχος ετέρου ασφαλιστικού φορέως ούτε να ήτο κατά την τελευταίαν προ του θανάτου τον τριετίαν παραλλήλως ησφαλισμένος εις έτερον ασφαλιστικόν φορέα, λόγω ασκήσεως υπ` αυτού ετέρου επαγγέλματος.
1α. Πρόσωπα περί ων η προηγουμένη παράγραφος, των οποίων ο πατήρ είναι άγνωστος ή από δεκαετίας τουλάχιστον είτε αγνοείται η τύχη του είτε έχει εγκαταλείψει ταύτα και ουδεμίαν μέριμναν λαμβάνει δι` αυτά, δικαιούνται συντάξεως, εφ`όσον η μήτηρ των είχεν ή έχει τας αναφερομένας εις το εδάφιον στ` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ιδιότητας, συντρέχουν δε και αι λοιπαί υπό της αυτής παραγράφου προβλεπόμεναι, κατά περίπτωσιν, προϋποθέσεις. 1β. Αι διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των προσώπων περί ων αι διατάξεις των υπό στοιχεία 1 και 1α παραγράφων”.
Άρθρον 6
Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του Ν. Δ/τος 4575/1966 “περί καταργήσεως της αμέσου ασφαλιστικής εισφοράς των αγροτών και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. 4169/1961 και άλλων τινών διατάξεων” αντικαθίσταται, ως ακολούθως :
“1. Υπο του ΟΓΑ χορηγείται σύνταξις αναπηρίας εις τους ησφαλισμένους του, τους καθισταμένους, συνεπεία παθήσεως ή βλάβης, κατά πρόβλεψιν, επί τριετίαν τουλάχιστον από της υποβολής της αιτήσεως περί συνταξιοδοτήσεως, ανικάνους προς άσκησιν του συνήθους βιοποριστικού επαγγέλματός των ως και παντός παρεμφερούς τοιούτου, εις ποσοστόν τουλάχιστον 67% και μη λαμβάνοντας ετέραν σύνταξιν εξ άλλου φορέως κοινωνικής ασφαλίσεως κατά την έννοιαν του εδαφίου δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169 /1961, ως τούτο εκάστοτε ισχύει”.
Άρθρον 7
1. Ο ΟΓΑ δύναται κατά χρονικά διαστήματα οριζόμενα δια των χατά τας διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 4 του Ν. Δ/τος 1390/1973 εκδιδομένων προεδρικών Δ/των, να παραπέμπη τους λόγω αναπηρίας συνταξιούχους τον προς επανεξέτασιν υπό των κατά τον Κανονισμόν αρμοδίων υγειονομικών οργάνων, διά να αποφανθούν ταύτα, εάν συνεχίζεται η ύπαρξις της προς συνταξιοδότησιν απαιτουμένης, κατά τα άρθρα 12 του Ν. Δ/τος 4575/1966 και 4 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, ως ταύτα εκάστοτε ισχύουν, ανικανότητος προς εργασίαν, επί τω τέλει της συνεχίσεως ή διακοπής της συνταξιοδοτήσεώς των. Δια την συνέχισιν της συνταξιοδοτήσεως των προσώπων τούτων απαιτείται η μέχρι της επανεξετάσεως μη άσκησις επαγγέλματος εκ του οποίου κυρίως να αντλούν τον βιοπορισμόν των.
2. Αι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 4 και των άρθρων 20 και 21 του Ν. 4169/1961, ως μεταγενεστέρως ετροποποιήθησαν, εφαρμόζονται αναλόγως και επί των συντάξεων λόγω αναπηρίας.
Άρθρον 8
Συμπλήρωσις και τροποποίησις των περί συνταξιοδοτήσεως διατάξεων.
1. Το εδάφιον υπό στοιχείον δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961, ως αντικατεστάθη δια της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. Δ/τος 139Ο/ 1973, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“δ. Να μη λαμβάνη σύνταξιν εξ οιασδήποτε αιτίας εκ του Ελληνικού ή αλλοδαπού Δημοσίου Ταμείου ή ημεδαπού ή αλλοδαπού φορέως κοινωνικής ασφαλίσεως, ως συντάξεως νοουμένης και πάσης περιοδικής χρηματικής παροχής, καταβαλλομένης εις τακτά χρονικά διαστήματα υπό φορέων επικουρικής ασφαλίσεως, Ταμείων Αρωγής ή Μετοχικών ή Αλληλοβοηθείας. Ο λαμβάνων εξ ετέρας πηγής σύνταξιν μικροτέραν της υπό του ΟΓΑ χορηγουμένης δικαιούται της μιας συντάξεως, δι`επιλογής ασκουμένης εφ` άπαξ.
Οι λαμβάνοντες πολεμικήν σύνταξιν ή τοιαύτην ειρηνικής περιόδου, καταβαλλομένην παρά του Ελληνικού Δημοσίου εις θύματα ή αναπήρους παθόντας εν υπηρεσία και ένεκεν ταύτης, δεν αποκλείονται της συνταξιοδοτήσεως του ΟΓΑ. Ως πολεμικαί συντάξεις θεωρούνται και αι παρ` αλλοδαπής Πολιτείας χορηγούμεναι εις Ελληνας πολίτας, λόγω θανάτου, τραυματισμού ή διαρκούς μειώσεως της προς εργασίαν ικανότητος, επισυμβάσης, αποδεδειγμένως, κατά την χρονικήν διάρκειαν πολεμικών γεγονότων, εφ` όσον η στρατιωτική υπηρεσία εις τας ενόπλους Δυνάμεις της αλλοδαπής Πολιτείας έχει αναγνωρισθή υπό των Ελληνικών Αρχών, ως εκπλήρωσις στρατιωτικής υποχρεώσεως εις τας Ελληνικάς Ενόπλους Δυνάμεις. Εαν κατά παράβασιν των ανωτέρω διατάξεων, συνεπεία δόλου του συνταξιούχου κατεβλήθη υπό του ΟΓΑ σύνταξις δια χρονικόν διάστημα καθ` ο ο συνταξιούχος ελάμβανε τοιαύτην και εξ ετέρας πηγής, έστω και αναδρομικώς απονεμηθείσαν, επιστρέφεται ατόκως εις τον ΟΓΑ ή καταβληθείσα υπ` αυτού σύνταξις εις πάσαν περίπτωσιν. Το Ελληνικόν Δημόσιον ή ο ημεδαπός έτερος φορεύς κοινωνικής ασφαλίσεως υποχρεούται, όπως, αιτήσεις του ΟΓΑ, παρακρατή και αποδίδη εις τον ΟΓΑ το 1/5 της καταβαλλομένης υπ` αυτού μηνιαίας συντάξεως προς εξόφλησιν της εκ της ανωτέρω αιτίας οφειλής του συνταξιούχου, ως αύτη καθορίζεται δια της αποφάσεως του αρμοδίου οργάνου του ΟΓΑ”.
2. Εν τέλει του εδαφίου ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961 προστίθεται διάταξις, έχουσα ως ακολούθως : ” Η αίτησις αύτη δύναται να υποβάλλεται προς εξέτασιν εις τα αρμόδια δια την απονομήν των συντάξεων όργανα, από της πρώτης του έτους εντός του οποίου συμπληρούται το 65ον έτος της ηλικίας του, η καταβολή όμως της συντάξεως άρχεται από του υπό της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου οριζομένου χρόνου. Το από της ημερομηνίας υποβολής της κατά τα ανωτέρω αιτήσεως, μέχρι της συμπληρώσεως του 65ου έτους της ηλικίας του, χρονικόν διάστημα, θεωρείται ως χρόνος ασφαλίσεως”.
3. Το τέταρτον εδάφιον της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Ν. 4169/ 1961, ως αντικατεστάθη δια της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
” Επί αμφισβητήσεως υπό των ησφαλισμένων της ορθότητος της εγγραφής του έτους γεννήσεως αυτών η των μελών της οικογενείας των εις τα Δημοτολόγια, ερειδομένης αποκλειστικώς επί εγγράφων στοιχείων, συντεταγμένων προ της υπαγωγής εις την ασφάλισιν, τούτο καθορίζεται, τη αιτήσει των ησφαλισμένων, δι αποφάσεων των υπό της νομοθεσίας του ΙΚΑ προβλεπομένων εκάστοτε οργάνων καθορισμού ηλικίας των ησφαλισμένων του και κατά την σχετικήν επί του θέματος τούτου διαδικασίαν του Ιδρύματος τούτου. Εν ελλείψει εγγράφων στοιχείων, ως ανωτέρω, δεν γίνεται δεκτή αίτησις προς καθορισμόν έτους γεννήσεως, εκτός εάν έχονν καταστραφή εξ ολοκλήρου τα αρχεία (Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, Μητροπόλεων, Σχολείων, Εκκλησιών κλπ.), εις τον Δήμον ή την Κοινότητα του Ελληνικού Κράτους, ένθα ο αιτών τον καθορισμόν της ηλικίας του εγεννήθη. Προκειμένου περί γεννηθέντων εκτός των σημερινών ορίων του Ελληνικού Κράτους, αι διατάξεις του παρόντος εδαφίου έχουν εφαρμογήν και επί αμφισβητήσεως της ορθότητος της εγγραφής εις τα Μητρώα Αρρένων. Δι`αποφάσεων των αυτών, ως ανωτέρω οργάνων, δύναται να καθορίζεται το έτος γεννήσεως των ησφαλισμένων και των, μελών της οικογενείας των και τη αιτήσει του ΟΓΑ, οσάκις προκύπτουν εξ εγγράφων στοιχείων βάσιμοι αμφιβολίαι δια την ορθότητα της εγγραφής του έτους γεννήσεως τούτων εις τα δημοτολόγια”.
4. Εν τέλει της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961, ως τελικώς αντικατεστάθη δια της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, προστίθεται διάταξις έχουσα, ως ακολούθως : “Ειδικώς προκειμένου περί μοναχών του Αγίου Ορους, δια τους οποίους ουδέν εκ των ανωτέρω αποδεικτικών της ηλικίας στοιχείων υφίσταται εν Ελλάδι, αύτη αποδεικνύεται εκ των οικείων μοναχολογίων”.
5. Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961 προστεθείσα δια της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Α.Ν. 29/1967, αντικαθίσταται, ως ακολούθως :
“8. Εις περίπτωσιν θανάτου, συνταξιούχου εξ οιασδήποτε αιτίας, καταβάλλεται εις τον επιζώντα και μετ`αυτού συμβιώσαντα σύζυγον και, εν ελλείψει συζύγου, εις τον κατά την κρίσιν του ΟΓΑ επιμελειθέντα της κηδείας, εφ` άπαξ βοήθημα το ύψος του οποίου ορίζεται εκάστοτε δια γενικών αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ μέχρι του τριπλασίου του εκάστοτε κατωτάτου μηνιαίου ποσού της συντάξεως γήρατος. Δια κανονισμού ορίζονται τα δικαιολογητικά λήψεως του ανωτέρω βοηθήματος”.
6. Εν τέλει του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961 προστίθεται παράγραφος 9, έχουσα ούτω:
“9. Επι κτήσεως ή απωλείας δικαιώματος συντάξεως εκ του ΟΓΑ, δεν έχει εφαρμογήν η διάταξις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. Δ/τος 127/1969 “περί της αποδεικτικής ισχύος των αστυνομικών ταυτοτήτων”.
Άρθρον 9
Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Ν. 4169/1961, αντικαθίσταται ως ακολούθως : “4. Επί εγκαταστάσεως του ενός των συζύγων εις την αλλοδαπήν, ο χρόνος ασφαλίσεως ή συνταξιοδοτήσεως του ετέρου, δι` οιανδήποτε αιτίαν, εκ του ΟΓΑ, λογίζεται και ως χρόνος ασφαλίσεως του επανεγκατασταθέντος εις την Ελλάδα συζύγου. Εαν η εις την αλλοδαπήν απουσία, κατά τα ανωτέρω, του ενός των συζύγων υπερβαίνη την συνεχή δεκαετίαν, ο έτερος εξ αυτών, συντρεχουσών και των λοιπών προϋποθέσεων, δικαιούται μέχρι της εν Ελλάδι επανεγκαταστάσεως του απουσιάζοντος, της υπό της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του παρόντος προβλεπομένης συντάξεως”.
Άρθρον 10
Σύνταξις των υπερβάντων το 70ον έτος της ηλικία των.
Ησφαλισμένοι του ΟΓΑ συμπληρώσαντες ή συμπληρούντες το 70ον έτος της ηλικίας των δικαιούνται συντάξεως λόγω γήρατος εκ του Οργανισμού τούτου, κατά τας διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 4169/1961, εφ` όσον έχουν συνολικώς δεκαπενταετή τουλάχιστον ασφάλισιν, εξ ης πενταετή συνεχή τοιαύτην προ της συμπληρώσεως του 65ου έτους της ηλικίας των ή προ της υποβολής της αιτήσεως προς συνταξιοδότησιν. Δια την συμπλήρωσιν της απαιτουμένης υπό του προηγουμένου εδαφίου δεκαπενταετούς και πενταετούς υπαγωγής εις την ασφάλισιν υπολογίζεται και η προ της υπαγωγής άσκησις επαγγελματικών ασχολιών, δι`ας τα ασκούντα ταύτας πρόσωπα υπάγονται εις την ασφάλισιν του ΟΓΑ.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αι διατάξεις του Ν. 4169/1961, ως μεταγενεστέρως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν.
Άρθρον 11
Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του Ν. Δ/τος 4435/1964 αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“1. Οι κατά κύριον βιοποριστικόν επάγγελμα αλιείς ή αλιεργάται υπάγονται εις την ασφάλισιν του ΟΓΑ εφ` όσον και δι` ον κλάδον ασφαλίσεως, δεν υπάγονται εις την ασφάλισιν άλλου ασφαλιστικού φορέως. Οι εξ αυτών ησφαλισμένοι εις άλλον φορέα και μη δικαιούμενοι εξ αυτού συντάξεως, δικαιούνται συντάξεως γήρατος εκ του ΟΓΑ, εφ` όσον συντρέχουν αι προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 4 και της παραγράφου 4 του άρθρου 22 του Ν. 4169/1961, αναλόγως εφαρμοζομένων, λογιζομένου ως χρόνου ασφαλίσεως εις τον ΟΓΑ και του χρόνου ασφαλίσεώς των εις τον άλλον φορέα. Εν περιπτώσει συνταξιοδοτήσεως εκ του ΟΓΑ των ανωτέρω προσώπων, αι υπέρ του Κλάδου συντάξεως άλλου φορέως καταβληθείσαι υπό των προσώπων τούτων εισφοραί αποδίδονται εκ του φορέως τούτου εις τον ΟΓΑ”.
Άρθρον 12
Ησφαλισμένοι εις τον ΟΓΑ επί πενταετίαν τουλάχιστον και απασχοληθέντες, κατά κύριον βιοποριστικόν επάγγελμα εις αγροτικάς εργασίας, εις την αλλοδαπήν, δικαιούνται να συνυπολογίσουν τον χρόνον της απασχολήσεώς των ταύτης προς συμπλήρωσιν του προς συνταξιοδότησίν των εκ του ΟΓΑ, λόγω γήρατος, απαιτουμένου χρόνου, εφ` όσον ο χρόνος ούτος δεν συνυπολογίζεται εις τον χρόνον ασφαλίσεως του ΟΓΑ κατά τας μέχρι τούδε ισχυούσας διατάξεις. Η κατά την παρούσαν διάταξιν απασχόλησις εις την αλλοδαπήν αποδεικνύεται δια βεβαιώσεως της αρμοδίας Ελληνικής Προξενικής Αρχής.
Άρθρον 13
Επέκτασις των παροχών ασθενείας και τροποποίησις των περί αυτών διατάξεων.
1. Εν τέλει της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν. 4169/1961, ως τούτο αντικατεστάθη δια του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, προστίθενται διατάξεις έχουσαι ως ακολούθως :
“Εις την περί ης τα προηγούμενα εδάφια νοσοκομειακήν περίθαλψιν περιλαμβάνεται και η περίθαλψις χρονίως πασχόντων εις θεραπευτήρια χρονίων παθήσεων (άσυλα ανιάτων). Δια Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Δ.Σ. του ΟΓΑ δύναται να επεκτείνεται εις συγκεκριμένας χρονίας παθήσεις οίκοι η περίθαλψις των ησφαλισμένων του ΟΓΑ. Δι` αποφάσεως του Δ.Σ. του ΟΓΑ εγκρινομένης υπό του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών δύναται ο ΟΓΑ να αγοράζη ή να μισθώνη οικήματα και να μετατρέπη ταύτα εις θεραπευτήρια χρονίων παθήσεων δια την περίθαλψιν των ησφαλισμένων του. Τα εν λόγω θεραπευτήρια λειτουργούν μερίμνη του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, το οποίον διαθέτει το αναγκαίον επιστημονικόν νοσηλευτικόν και λοιπόν εν γένει προσωπικόν”.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του Ν. 4169/19…1, ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 1390/ 1973, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“3. Η παρεχομένη, κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου Νοσοκομειακή Περίθαλψις, εις τους ησφαλισμένους και συνταξιούχους του ΟΓΑ, ως και εις τα μέλη των οικογενειών αυτών, περιλαμβάνει πάσαν αναγκαίαν αγωγήν και θεραπείαν, προς αποκατάστασιν σωματικών ή ψυχικών αναπηριών ή νοσηρών εν γένει καταστάσεων, την εν περιπτώσει τοκετού δέουσαν εν μαιευτηρίω ή θεραπευτηρίω περίθαλψιν, τας αναγκαίας προς αποκατάστασιν της υγείας ή της επαγγελματικής ικανότητος ή προς ανακούφισιν νοσηράς καταστάσεως του νοσηλευομένου, ειδικάς θεραπείας, παρακλινικάς εξετάσεις πάσης φύσεως, φάρμακα, συνήθη βοηθητικά και ειδικά θεραπευτικά μέσα, ως και προθέσεις. Αι παροχαί αύται δύναται, κατά τα δια Κανονισμού οριζόμενα, καθ` ο μέτρον επιτρέπουν τα διατιθέμενα εις εκάστην περιοχήν υγειονομικά μέσα, να χορηγούνται και επί περιπτώσεων ασθενών μη παραμενόντων εις θεραπευτήριον, εφ` όσον είτε κρίνονται απαραίτητοι προς έρευναν της ανάγκης εισαγωγής αυτών εις θεραπευτήρια, είτε δεν δύνανται να παρασχεθούν εντός θεραπευτηρίου, ελλείψει κλίνης του οικείου Τμήματος, είτε κρίνεται δυνατή και σκοπιμωτέρα η χορήγησις τούτων, του ασθενούς παραμένοντος εκτός θεραπευτηρίου, βαρύνουν δε τας δαπάνας νοσοκομειακής περιθάλψεως. Η καταβλητέα δια τας, περί ων ανωτέρω, παροχάς δαπάνη καθορίζεται, προκειμένου μεν περί Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων του Ν. Δ/τος 2592/1953, δι` αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών,εκδιδομένης μετά πρότασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ, προκειμένου δε περί των λοιπών πάσης φύσεως θεραπευτηρίων και κλινικών, δι ομοίας αποφάσεως ή διά της οικείας συμβάσεως. Εαν εις τον τόπον διαμονής των ασθενών δεν είναι δυνατή η παροχή της νοσηλείας και δεν δύναται ούτοι να μετακινηθούν δια των συνήθων μεταφορικών μέσων, ως και εις περιπτώσεις χρονίως πασχόντων, δια τους οποίους συντρέχει περίπτωσις περιοδικής μετακινήσεως, έστω και εντός της αυτής πόλεως, δια την παροχήν της δεούσης νοσηλείας, ο ΟΓΑ δύναται να καταβάλη εν όλω ή εν μέρει και υπό όρους οι οποίοι ορίζονται δια Κανονισμού, τας δαπάνας μετακινήσεως του ασθενούς και του τυχόν αναγκαίου συνοδού. Δια Κανονισμού ορίζονται, ειδικώτερον, αι καθ` έκαστον χορηγητέαι, ως άνω, παροχαί και η έκτασις αυτών, αι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορηγήσεως τούτων και αποδόσεως των σχετικών δαπανών, τα αρμόδια δια την αναγνώρισιν του δικαιώματος δια τας παροχάς όργανα, τα υποβλητέα δικαιολογητικά, τα αρμόδια δια την έγκρισιν της νοσηλείας και των δαπανών ταύτης, ως και την χορήγησιν των παροχών αντών όργανα, τα της συνάψεως συμβάσεων μετά των πάσης φύσεως θεραπευτηρίων και κλινικών, ως και πάσα αναγκαία λεπτομέρεια, δια την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου”.
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του Ν. 4169/1961, ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 139Ο/ 1973 αιτικαθίσταται, ως ακολούθως:
“4. Επι ιδιαζόντως σοβαράς παθήσεως ή βλάβης και εφ` όσον η διάγνωσις, η θεραπεία ή η αποκατάστασις της βλάβης του ασθενούς δεν είναι δυνατή εν Ελλάδι, ή παροχή περιθάλψεως, αγωγής ή ή εφαρμογή των αναγκαίων προς αποκατάστασιν της επαγγελματικής ικανότητος προθέσεων εν γένει, δύναται να πραγματοποιήται, κατά τα δια κανονισμού οριζόμενα, εις θεραπευτήριον ή ειδικόν κέντρον της αλλοδαπής επί καταβολή υπό του ΟΓΑ των υπό του Κανονισμού οριζομένων δαπανών περιθάλψεως ή εφαρμογής των προθέσεων, ως και εν όλω ή εν μέρει των εξόδων μεταβάσεως και επιστροφής και των δαπανών διαμονής και διατροφής του ασθενούς και του τυχόν αναγκαίου συνοδού αυτού εις την αλλοδαπήν. Εις τας περιπτώσεις μεταμοσχεύσεως οργάνων καταβάλλονται ωσαύτως αι δαπάναι προμηθείας των μοσχευμάτων και όλων των αναγκαίων εξετάσεων, αι δαπάναι περιθάλψεως του δότου, ως και εν όλω ή εν μέρει τα έξοδα μεταβάσεως και επιστροφής και αι δαπάναι διαμονής και διατροφής του δότου εις την αλλοδαπήν. Επι θανάτου των εις την αλλοδαπήν, δαπάναις του ΟΓΑ, νοσηλευομένων, καταβάλλονται ωσαύτως, εν μέρει, αι δαπάναι ταριχεύσεως, προμηθείας φερέτρου και μεταφοράς της σορού εις την Ελλάδα. Δια Κανονισμού ορίζονται ειδικώτερον αι προϋποθέσεις, η έκτασις, η καταβλητέα δαπάνη και η διαδικασία παροχής της νοσηλείας εν τη αλλοδαπή, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, τα γνωμοδοτικής και αποφασιστικής αρμοδιότητος όργανα δια την έγκρισιν της εν τη αλλοδαπή νοσηλείας, το ποσόν της δαπάνης μετακινήσεως, διαμονής και διατροφής εν τη αλλοδαπή του ασθενούς, του συνοδού και του δότου, της ταριχεύσεως, της προμηθείας του φερέτρου και της μεταφοράς της σορού εις την ημεδαπήν, ως και πάσαν άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”.
4. Μετά την παράγραφον 4 του άρθρου 7 του Ν. 4169/1961, ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 1390/1973, τίθεται νέα παράγραφος υπό τον αριθμόν 4α, έχουσα, ως ακολούθως :
“4. α. Σε περίπτωση νοσηλείας ασφαλισμένου του Ο.Γ .Α. κατό τη διαρκεια προσωρινής διαμονής του σε χώρα του εξωτερικού, ο Ο.Γ.Α. αποδίδει δαπάνες νοσηλείας, εφόσον αυτή οφείλεται σε βίαιο ή αιφνίδιο ή αναπότρεπτο συμβάν, κατά την κρίση των αρμόδιων κατά νόμο Ειδικών Υγειονομικών Επιτροπών, και μέχρι: α) του ποσού του τιμολογίου του συνολικού ενοποιημένου νοσηλίου, ανόλογα με το περιστατικό, εφόσον για τη νοσηλεία των περιστατικών αυτών στην Ελλόδα ο Ο.Γ.Α. καταβάλει ενοποιημένο νοσήλιο, ή β) του διπλάσιου του ποσού του ημερήσιου ενοποιημένου νοσηλίου νοσοκομείου κατά νοσηλευτικό τομέα.”
Σημ.: όπως η παρ.4α αντικαταστάθηκε με την παρ.5 άρθρ.40 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001.
Άρθρον 14
Τροποποίησις και συμπλήρωσις των περί διαχειρίσεως, προστασίας των παροχών και άλλων ειδικών διατάξεων. Εις το άρθρον 16 του Ν. 4169/1961, ως τούτο ισχύει, προστίθεται παράγραφος 11, έχουσα, ως ακολούθως:
“11. Αι δαπάναι δι` ασφαλιστικάς παροχάς του ΟΓΑ προς το προσωπικόν αυτού βαρύνουν τους οικείους Κλάδους της υποχρεωτικής ασφαλίσεως και καλύπτονται υπό των αναγραφομένων εκάστοτε, εις τον Προϋπολογισμόν του Οργανισμού πιστώσεων δια παροχάς των Κλάδων τούτων”.
Άρθρον 15
1. Η παράγρφος 8 του άρθρου 17 του Ν. 4169/1961 ως αύτη προσετέθη δια της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του Ν. Δ/τος 1390/1973 αντικαθίσταται, ως ακολούθως :
” 8. Η καταβολή των πάσης φύσεως παροχών και λοιπών δαπανών του ΟΓΑ δύναται να ενεργήται μέσω των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ), δια ταχυδρομικών επιταγών ή ειδικού τύπου αποδείξεων. Ο τρόπος και η διαδικασία πληρωμής των παροχών και των λοιπών δαπανών καθορίζεται μεταξύ των ΕΛΤΑ και του ΟΓΑ, δια συμβάσεως. Εις περίπτωσιν διαφωνίας των συμβαλλομένων μερών, ως προς τους όρους της συμβάσεως, κοινή απόφασις των Υπουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών και Σνγκοινωνιών επιλύει οριστικώς και υποχρεωτικώς δια τα συμβαλλόμενα μέρη την διαφωνίαν ταύτην. Το ποσόν της καταβαλλομένης εκάστοτε υπό του ΟΓΑ εις τα ΕΛΤΑ αποζημιώσεως, δια τας υπ` αυτών παρεχομένας ως άνω υπηρεσίας, καθορίζεται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Κοινωνικών Υπηρεσιών και Συγκοινωνιών”.
2. Εις το άρθρον 17 του Ν. 4169/1961, ως τούτο ισχύει, προστίθεται παράγραφος υπό τον αριθμόν 9, έχουσα, ως ακολούθως:
“9. Δια του υπό της παραγράφου 1 του παρόντος προβλεπομένου Κανονισμού θέλουν καθορισθή τα έξοδα λειτουργίας των Κλάδων υποχρεωτικής και προαιρετικής ασφαλίσεως, άτινα θα άγωνται απ` ευθείας εις βάρος του λογαριασμού εκάστου των Κλάδων τούτων”.
Άρθρον 16
1. Εις την παράγραφον 4 του άρθρου 20 του Ν. 4169/1961, προστεθείσαν δια της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του Ν. Δ/τος 4575/1966, προστίθεται εδάφιον, έχον ως ακολούθως : Η αξίωσις δι έξοδα κηδείας παραγράφεται μετά διετίαν από του θανάτου του συνταξιούχου του ΟΓΑ”.
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 20 του Ν. 4169/1961, προστεθείσα δια της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του Ν. Δ/τος 4575/1966, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“5. Συντάξεις και έξοδα κηδείας οφειλόμεναι εις αποβιώσαντα συνταξιούχον καταβάλλονται, άνευ ευθύνης του ΟΓΑ έναντι τυχόν κληρονόμων δυναμένων να στραφούν μόνον κατά του λαβόντος, εις τον επιζώντα σύζυγον και εν ανυπαρξία τούτου εις τον επιμεληθέντα της κηδείας του συνταξιούχου. Ομοίως λοιπαί ασφαλιστικαί παροχαί εις χρήμα οφειλόμεναι εις αποβιώσαντα ησφαλισμένον ή συνταξιούχον, εφ`όσον δεν υπερβαίνουν το 10πλάσιον της εκάστοτε καταβαλλομένης υπό του ΟΓΑ κατωτάτης συντάξεως, καταβάλλονται εις τα εν τω προηγουμένω εδαφίω πρόσωπα και υπό τας εν αυτώ οριζομένας προϋποθέσεις”.
Άρθρον 17
1. Εις την παράγραφον 1 του άρθρου 14 του Ν.Δ. 1390/1973 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια :
“Απαιτήσεις του ΟΓΑ εκ της ανωτέρω αιτίας εισπράττονται κατά τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 18 τον Ν. 4169/19610. Απαιτήσεις του ΟΓΑ εξ αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών παραγράφονται μετά πάροδον 5ετίας από του τέλους του ημερολογιακού έτους του οποίου κατεβλήθησαν αι παροχαί αύται. Αχρεωστήτως καταβληθείσαι υπό του ΟΓΑ συντάξεις εις συνταξιούχον δεν αναζητούνται θανόντος τούτου”.
2. Χρηματικά ποσά καταβληθέντα υπό του Ο.Γ.Α. εις συνταξιούχους αυτού, οίτινες δεν εδικαιούντο πλέον τούτων λόγω μεταβολής της οικογενειακής καταστάσεώς των, δεν αναζητούνται όταν ο συνταξιούχος γνωστοποιήση εγγράφως την ως άνω μεταβολήν, εντός τετραμήνου εις τον ανταποκριτήν του Ο.Γ.Α. ή την αρμοδίαν υπηρεσίαν.
Άρθρον 18
1. Η περίπτωσις υπό στοιχείον γ` της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Ν. 4169/1961 αντικαθίσταται, ως ακολούθως : “γ. Αποφασίζει περί διεγεργείας οιασδήποτε δαπάνης και περί των όρων συνάψεως πάσης συμβάσεως αντικειμένου αξίας μείζονος εκείνου όπερ καθορίζεται εκάστοτε δια τον Διοικητήν, κατά τα εν άρθρω 15 παράγραφος 1 περίπτωσις δ` του παρόντος οριζόμενα, ως και περί καταγγελίας τοιούτων συμβάσεων, εξαιρέσει της διενεργείας των δαπανών δια τας ασφαλιστικάς παροχάς του Οργανισμού και των σχετικών με ταύτας συμβάσεων”.
2. Εις την παράγραφον 2 του άρθρου 14 του Ν. 4169/1961 προστίθεται περίπτωσις θ` έχουσα, ως ακολούθως :
“θ. Αποφασίζει περί της διενεργείας δαπανών κοινωνικού χαρακτήρος, επιβαλλομένων εκ της αποστολής του Οργανισμού, μέχρι ποσού του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών ετησίως”.
Άρθρον 19
1. Η περίπτωσις υπό στοιχείον α` της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 4169/1961 αντικαθίσταται, ως ακολούθως;
“α. Εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον ΟΓΑ. Εις ας περιπτώσεις απαιτείται προσωπική εμφάνισις εκπροσώπου του ΟΓΑ ενώπιον πάσης δικαστικής Αρχής ενεργείται αύτη υπό του Νομικού Συμβούλου ή του υπ`αυτού οριζομένου Παρέδρου ή δικαστικού αντιπροσώπου, επί υποθέσεων δε της αρμοδιότητος των Περιφερειακών Υπηρεσιών υπό των Προϊσταμένων αυτών. Ορκος επαγόμενος ή αντεπαγόμενος εις τον ΟΓΑ δίδεται δια μεν τας υποθέσεις της αρμοδιότητος της Κεντρικής Διοικήσεως υπό του Νομικού Συμβούλου ή του υπ αυτού οριζομένου Παρέδρου ή δικαστικού αντιπροσώπου, δια δε τας υποθέσεις της αρμοδιότητος των Περιφερειακών Υπηρεσιών υπό των Προϊσταμένων αυτών”.
2. Η περίπτωσις υπό στοιχείον δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 4169/1961, αντικαθίσταται, ως ακολούθως :
“δ. Διαφυλασσομένων των δια των οικείων Κανονισμών προβλεπομένων αρμοδιοτήτων άλλων οργάνων επί της διενεργείας των δαπανών δι` ασφαλιστικάς παροχάς του ΟΓΑ, αποφασίζει περί διενεργείας οιασδήποτε άλλης δαπάνης αφορώσης εις τας παροχάς ταύτας και των όρων συνάψεως ή καταγγελίας των σχετικών με τας παροχάς συμβάσεων. Ωσαύτως αποφασίζει περί της διενεργείας οιασδήποτε ετέρας, πλην των αφορωσών εις τας παροχάς, δαπάνης και της συνάψεως ή καταγγελίας των σχετικών με αυτάς συμβάσεων, μέχρι του ποσού το οποίον καθορίζεται εκάστοτε δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών”.
3. Η περίπτωσις υπό στοιχείον η` της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 4169/1961, προστεθείσα δια της παραγράφου 1 του άρθρου 15 τον Ν. Δ/τος 139Ο/ 1973, αντικαθίσταται ως ακολούθως, προστίθεται δε και περίπτωσις υπό στοιχείον θ`:
“η. Αποφασίζει περί της αναζητήσεως ή μη των αχρεωστήτως καταβληθεισών υπό του ΟΓΑ παροχών ως και τις ρυθμίσεως του τρόπου επιστροφής αυτών. Δια την μη αναζήτησιν ποσών άνω του εικοσαπλασίου της κατωτάτης συντάξεως απαιτείται απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ. θ. Αποφασίζει επί παντός θέματος σχετικού με την δικαστικήν επιδίωξιν οιασδήποτε εις χρήμα ή άλλης αξιώσεως του ΟΓΑ ή την απόκρουσιν τοιούτων αξιώσεων κατ αυτού, ιδία επιχειρεί όλας τας κυρίας ή παρεπομένας πράξεις, τας αφορώσας την διεξαγωγήν της δίκης, ασκεί αγωγάς, ανταγωγάς, παρεμβάσεις, προσεπικλήσεις, αγωγήν κακοδικίας, ένδικα μέσα, ζητεί την λήψιν ασφαλιστικών μέτρων και επιδιώκει την εκτέλεσιν τούτων κλπ.”.
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 15 τον Ν. 4169/ 1961, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“3. Ο Διοικητής δύναται δι`αποφάσεως αυτού, να μεταβιβάζη την ενάσκησιν τινών των αρμοδιοτήτων αυτού εις τον Γενικόν Διευθυντήν. Ωσαύτως δύναται να μεταβιβάζη, δι`αποφάσεως απεριορίστως ανακλητής, αρμοδιότητας τινάς και εις τους ανωτάτους ή ανωτέρους υπαλλήλους του ΟΓΑ ή Προϊσταμένους περιφερειακών Υπηρεσιών του Οργανισμού ή υπηρεσιακών μονάδων αυτού”.
Άρθρον 20
Εν τέλει της παραγράφου 8 του άρθρου 16 του Ν. 4169/1961, προστεθείσης δια της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. Δ/τος 4575/1966 προστίθενται εδάφια, έχοντα, ως ακολούθως : “Εις την κατά την προηγουμένην παράγραφον περίθαλψιν περιλαμβάνονται και πάντα τα μέτρα προνοίας και προστασίας της παιδικής ηλικίας (παιδικαί κατασκηνώσεις, βρεφικοί και παιδικοί σταθμοί κλπ.), της μητρότητος, της προληπτικής υγιεινής, της γεροντικής ηλικίας ως και τα έξοδα κηδείας. Δι`αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ ορίζεται ή καταβλητέα δαπάνη δι`εκάστην των, κατά τ`ανωτέρω, παροχών περιθάλψεως, ως καί το ποσόν των εις χρήμα χορηγουμένων παροχών”.
Άρθρον 21
1. Εις το άρθρον 16 του Ν. 4169/1961, ως τούτο ισχύει, προστίθενται παράγραφοι 12 και 13, έχουσαι, ως ακολούθως :
“12. Εις τους δήμους και τας κοινότητας, εις τους οποίους δεν εδρεύουν τοπικαί υπηρεσίαι του ΟΓΑ, οι δια κανονισμών οριζόμεναι βοηθητικαί εργασίαι χορηγήσεως των παροχών του Οργανισμού τούτου ανατίθενται υποχρεωτικώς εις υπαλλήλους του οικείου δήμου ή κοινότητος, οι οποίοι ορίζονται υπό του ΟΓΑ, μετά γνώμην του οικείου δημάρχου η προέδρου, ασκούνται δε παραλλήλως προς τα κύρια αυτών καθήκοντα. Προκειμένου περί κοινοτήτων, εις τας οποίας δεν υπηρετούν κοινοτικοί υπάλληλοι, όργανα ασκήσεως βοηθητικών εργασιών του ΟΓΑ, ως και οι αναπληρωταί αυτών εν περιπτώσει απουσίας ή κωλύματος, ορίζονται συνταξιούχοι δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι ή εν ενεργεία ή συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ. Εν τη ενασκήσει των ανατιθεμένων εις τα περί ων το προηγούμενον εδάφιον πρόσωπα καθηκόντων, ταύτα υπέχουν τας ευθύνας δημοσίου υπαλλήλου. Εις τα περί ων η παρούσα παράγραφος πρόσωπα καταβάλλεται αποζημίωσις οριζομένη κατά τας διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 18 του Ν. Δ/ τος 139Ο/1973. Τα κατά την παρούσαν παράγραφον όργανα, ως και οι κατά τας ειδικάς διατάξεις της περί ΟΓΑ νομοθεσίας προσφέροντες υπηρεσίας, κατ`εντολήν και δια λογαριασμόν του ΟΓΑ, μη υπάλληλοι αυτού, συνδέονται μετά του Οργανισμού τούτου δια σχέσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών δικαιούμενοι εξ αυτού μόνον εις απόληψιν αποζημιώσεως ή και εξόδων κινήσεως κατά τα εκάστοτε υπό της ισχυούσης περί ΟΓΑ Νομοθεσίας οριζόμενα”.
“13. Γραμματείς Κοινοτήτων δύναται ν` άντικατασταθούν εις την άσκησιν των κατά την προηγουμένην παράγραφον καθηκόντων των είτε λόγω παραπτώματος είτε τη αιτήσει των, δι` ητιολογημένης αποφάσεως του νομάρχου και μόνον εφ`όσον η άσκησις των καθηκόντων τούτων είναι δυνατή υπό δημοτικών ή κοινοτικών συνταξιούχων ή εν ενεργεία ή συνταξιούχων δημοσίων υπαλλήλων ή υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.”.
Άρθρον 22
1. Προς κάλυψιν των εκ της εφαρμογής μέτρων αντιχαλαζικής και αντιπαγετικής προστασίας αναγκών του ΟΓΑ, επιτρέπεται ή υπέρ και δαπάναις αυτού κήρυξις αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών των Οικονομικών, Γεωργίας και Κοινωτικών Υπηρεσιών, δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εις βάρος οιασδήποτε ακινήτου περιουσίας. Αι απαλλοτριώσεις αύται, λογιζόμεναι ως δημοσίας ωφελείας, κηρύσσονται και συντελούνται κατά τας διατάξεις της κειμένης περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως νομοθεσίας. Αντί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως επιτρέπεται η δια συμβάσεως εξαγορά ή μίσθωσις των αναγκαιουσών εκτάσεων κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ. Ιδιοκτήται ή κάτοχοι των περί ων το πρώτον εδάφιον της παρούσης παραγράφου, αστικών η αγροτικών εκτάσεων υποχρεούνται να επιτρέπουν την τοποθέτησιν εις την ακίνητον αυτών περιουσίαν, την λειτουργίαν εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων εν γένει της αντιχαλαζικής και αντιπαγετικής προστασίας, την παραμονήν του αναγκαιούντος προσωπικού και την δι` αυτής διέλευσιν τοιούτων μηχανημάτων, μέσων και προσωπικού. Ωσαύτως υποχρεούνται να επιτρέπουν την κατασκευήν παντός συναφούς τεχνικού ή άλλου έργου, την δενδροτομίαν ή εκρίζωσιν δένδρων ή φυτειών και εν γένει πάσαν εργασίαν ή κατασκευήν καθ` οιονδήποτε τρόπον αναγκαιούσαν δια την τοποθέτησιν, χρήσιν, λειτουργίαν, επισκευήν, επιστασίαν, συντήρησιν ή φύλαξιν τοιούτων έργων και εν γένει εγκαταστάσεων. Βλαπτομένης της ιδιοκτησίας, καταβάλλεται αποζημίωσις, εφαρμοζομένων των διατάξεων περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως. Ιδιοκτήται, κάτοχοι ή εκμεταλλευταί αγροτικών επιχειρήσεων παρακωλύοντες, καθ` οιονδήποτε τρόπον, την εφαρμογήν των μέτρων αντιχαλαζικής και αντιπαγετικής προοτασίας, δύναται, ανεξαρτήτως των άλλων συνεπειών εκ των διατάξεων του παρόντος, να στερούνται δι αποφάσεως του Δ.Σ. του ΟΓΑ, πάσης αποζημιώσεως δια ζημίας προξενουμένας εις την γεωργικήν των παραγωγήν εκ καιρικών αντιξοοτήτων, επί τον δια της αποφάσεως καθαριζόμενον χρόνον.
2. Δια Προεδρικών Διαταγμάτων, εκδιδομένων τη προτάσει των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Κοινωνικών Υπηρεσιών, καθορίζονται τα του τρόπου Αρχειοθετήσεως των πάσης φύσεως εγγράφων στοιχείων του ΟΓΑ, ως και
Άρθρον 23
Ειδικαί διατάξεις.
Οι υπό του ΟΓΑ απασχολούμενοι εις το έργον των εκτιμήσεων των ζημιών της γεωργικής παραγωγής ιδιώται γεωπόνοι, υπάγονται υποχρεωτικώς εις την ασφάλισιν του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων διά τους Κλάδους :
α) αναπηρίας, γήρατος και θανάτου και
β) παροχών ασθενείας και μητρότητος εις είδος και εις χρήμα. Αι δια την τοιαύτην ασφάλισιν καταβλητέαι εισφοραί και αι χορηγητέαι παροχαί υπολογίζονται επί της καταβαλλομένης εις τους ανωτέρω γεωπόνους υπό του ΟΓΑ ημερησίας αποζημιώσεως δι εκάστην ημέραν της δια λογαριασμόν του ΟΓΑ απασχολήσεώς των. Ο ΟΓΑ υποχρεούται εις την καταβολήν των εισφορών, αι οποίαι βαρύνουν τους εργοδότας των μισθωτών των υπαγομένων εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ και υπέχει τας κατά την νομοθεσίαν του ΙΚΑ υποχρεώσεις του εργοδότου. Κατά τα λοιπά ισχύουν επί της ασφαλίσες των περί ων ή παρούσα διάταξις ποοσώπων αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις της νομοθεσίας του ΙΚΑ.
Άρθρον 24
1. Εις το άρθρον 15 του Ν. 997/1979 “περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών και ετέρων τινών διατάξεων”, προστίθεται παράγραφος 3 έχουσα ούτω :
“3. Η κατά συνεδρίασιν αποζημίωσις των περί ων η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου προσώπων, των Πρωτοβαθμίων. Δευτεροβαθμίων και Ειδικών Υγεινομικών Επιτροπών, αρχομένη από 1.6.78 καταβάλλεται δια το μέχρι 31.12.1978 χρονικόν διάστημα ανεξαρτήτως αριθμού εξετασθέντων περιστατικών και υπολογίζεται κατά τα οριζόμενα υπό της υπΆριθ. 2444/7024/9.1.1980 αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών “περί καθορισμού αριθμού συνεδριάσεων και αμοιβής των Πρωτοβαθμίων – Δευτεροβαθμίων και Ειδικών Υγειονομικών Επιτροπών του ΙΚΑ επανεξετάσεως και εξετάσεως συνταξιούχων και ησφαλισμένων του ΟΓΑ” (ΦΕΚ 29/12.1980, τ. Β`) “.
2. Αι αποφάσεις των Υγειονομικών Επιτροπών του ΙΚΑ δέον να είναι ειδικώς ητιολογημέναι αναφορικώς συνολικόν ποσοστόν αναπηρίας εκ πλειόνων παθήσεων και εις το εις εκάστην τούτων αναλογούν μερικώτερον ποσοστόν αναπηρίας, προκειμένου περί ησφαλισμένων του ΟΓΑ.
Άρθρον 25
Οπου εις την περί ΟΓΑ νομοθεσίαν αναφέρονται “τέκνα” νοούνται τα νόμιμα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετηθέντα και επί γυναικός και τα φυσικά αυτής τέκνα.
Άρθρον 26
Μεταβατικαί διατάξεις.
Συντάξεις λόγω αναπηρίας, χορηγηθείσαι βάσει των ισχυουσών μέχρι της ισχύος του παρόντος νόμου διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 1390/1973 εξακολουθούν καταβαλλόμεναι εις τους δικαιούχους, εφ` όσον συντρέχουν αι εις τας διατάξεις ταύτας οριζόμεναι προϋποθέσεις. Αιτήσεις περί συνταξιοδοτήσεως, λόγω αναπηρίας, υποβληθείσαι μέχρι της ισχύος του παρόντος και ευρισκόμεναι εις οιοδήποτε στάδιον διαδικασίας, κρίνονται βάσει των ισχυουσών μέχρι της ισχύος του παρόντος διατάξεων.
Άρθρον 27
Αι διατάξεις του άρθρου 1 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και διά τα τέκνα των οποίων ο πατήρ ή η μήτηρ απεβίωσε προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρον 28
Πρόσωπα πληρούντα τας προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 1α του άρθρου 4 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, ως αντικαθίστανται και συμπληρούνται δια του παρόντος νόμου, υπερβάντα, κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος νόμου το 25ον έτος της ηλικίας των, δύνανται να δικαιωθούν, κατ εξαίρεσιν, συντάξεως, εφ`όσον υποβληθή η σχετική περί συνταξιοδοτήσεως αίτησίς των.
Άρθρον 29
Αι απονεμηθείσαι υπό του ΟΓΑ συντάξεις εις λαμβάνοντας πολεμικάς τοιαύτας παρ` αλλοδαπής Πολιτείας αι οποίαι διεκόπησαν, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, επαναχορηγούνται υπό του ΟΓΑ, από της ισχύος του παρόντος κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, εάν συντρέχουν αι προϋποθέσεις του εδαφίου δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961, ως αντικαθίστανται δια του παρόντος νόμου.
Άρθρον 30
1. Δια την πλήρωσιν του θέσεως του Προϊσταμένου της υπηρεσίας Περιθάλψεως του ΟΓΑ δύναται να επανεντάσσωνται εις τον επόμενον ή τον μεθεπόμενον βαθμόν αυτού που κατέχουν δι αποφάσεως του Διοικητού του ΟΓΑ, μετά σύμφωνον γνώμην του αρμοδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, υπάλληλοι του ΟΓΑ του Κλάδου Ιατρών, κεκτημένοι δεκαετή τουλάχιστον προϋπηρεσίαν Ιατρού παρά τω Δημοσίω ή Ν.Π.Δ.Δ. και τίτλον υφηγητού.
2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 31
Αι διατάξεις της περιπτώσεως στ` της παρ. 2 του άρθρου 2 του Νόμου 3163/1955 “περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού του ΙΚΑ” εφαρμόζονται και δια τους υπαγόμενους εις τας διατάξεις του Νόμου 437/ 1976 “περί του συνταξιοδοτικού δικαιώματος του τακτικού προσωπικού του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων” τους αναλαμβάνοντας υπηρεσίαν εις τον ΟΓΑ εντός έτους από της ενάρξεως της λειτουργίας του, εφ` όσον υποβάλουν σχετικήν αίτησιν εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 3 μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και δια τους καθ` οιονδήποτε τρόπον εξελθόντας της υπηρεσίας τακτικούς υπαλλήλους του ΟΓΑ κατά το έτος 1979.
Άρθρον 32
Εις περιπτώσεις δικαιούχων πασχόντων από νόσον, εκ των αναφερομένων εις τα άρθρα 1686 και 1705 του Αστικού Κώδικος, εφ` όσον δεν έχει διορισθή επίτροπος ή αντιλήπτωρ αυτών, ως και εις περιπτώσεις ανηλίκων διχαιούχων, μη νομίμως εκπροσωπουμένων συμφώνως προς την νομοθεσίαν των καθ` έκαστα ασφαλιστικών φορέων, ή κατά το άρθρον 10 του Α.Ν. 1846/ 1951 Ειδική Επιτροπή του οικείου Υποκαταστήματος του ΙΚΑ διορίζει προσωρινόν διαχειριστήν ο οποίος δικαιούται να εισπράττη και διαθέτη δια τας ανάγκας του δικαιούχου τας παρά του ΟΓΑ ή λοιπών Ασφαλιστικών φορέων αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών χορηγουμένας εις αυτόν παροχάς.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως τα εις την παράγρ. 9 του άρθρου 40 του Α.Ν. 1846/1951, προστεθείσαν υπό του άρθρου 15 παρ. 3 του Ν. 4476/1965 διαλαμβανόμενα.
Άρθρον 33
Εις το άρθρον 3 του Ν. 4169/1961, ως ετροποποιήθη δια της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του Ν.Δ. 1390/ 1973, προστίθεται παράγραφος υπ άριθ. 5 έχουσα ως ακολούθως :
“5. Μέχρις εκδόσεως του περί ου αι προηγούμεναι παράγραφοι Κανονισμού του ρυθμίζοντος τα του τρόπου καταρτίσεως των μητρώων των ησφαλισμένων του ΟΓΑ και εφοδιασμού τούτων δι`ασφαλιστικών βιβλιαρίων, η ιδιότης του ησφαλισμένου δια την αναγνώρισιν δικαιώματος συντάξεως λόγω γήρατος ή αναπηρίας αποδεικνύεται, προκειμένου περι των περί ων τα εδάφια α, β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος προσώπων, εξ εγγράφων στοιχείων ορισθησομένων δια του Κανονισμού περί ου η παράγραφος 6 του άρθρου 4 του παρόντος, περί της πωληθείσης υπό των προσώπων τούτων παραγωγής των κατά τα αμέσως προηγούμενα της επελεύσεως του αντιστοίχου ασφαλιστικού κινδύνου πέντε ημερολογιακά έτη, εφ` όσον αύτη υπόκειται εις την εισφοράν του άρθρου 10 του παρόντος ως ισχύει”.
Άρθρον 34
Μη ασφαλιζόμενα εις τον ΟΓΑ πρόσωπα
Πρόσωπα αμέσως ησφαλισμένα εις το Δημόσιον ή εις έτερον φορέα κυρίας ασφαλίσεως υπό την έννοιαν της παραγράφου 8 του Άρθρου 18 του Ν.Δ. 1390/1973 δια τους Κλάδονς Συντάξεων ή Υγείας, ή λαμβάνοντα παρ` αυτών σύνταξιν, εξαιρέσει της πολεμικής συντάξεως και της τοιαύτης ειρηνικής περιόδου της καταβαλλομένης παρά του Ελληνικού Δημοσίου εις θύματα ή αναπήρους παθόντας εν υπηρεσία και ένεκα ταύτης, δεν υπάγονται υπό της 1ης Ιουλίου 1981 εις την ασφάλισιν του ΟΓΑ δια τον οικείον Κλάδον, καταργουμένης πάσης γενικής ή ειδικής αντιθέτου διατάξεως.
Σημ.: σύμφωνα με την παρ.11 τού άρθρου 40 του ν.4387/2016 οι διατάξεις του άρθρου 34 του Ν. 1140/1981, του άρθρου 2 του Ν. 2458/1997, καθώς και της παρ. 7 υποπερίπτωση ια΄ 6 του Ν. 4093/2012, σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται.
Άρθρον 35
Εις το τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του Ν. 4169/1961, ως ισχύει, προστίθεται νέον εδάφιον έχον ούτω :
“Δια του αυτού Κανονισμού ορίζονται, δια το σύνολον ή δι`ωρισμένας καλλιεργείας, ο τρόπος και τα στοιχεία βάσει των οποίων προσδιορίζεται το ύψος της προσδοκωμένης παραγωγής δια την εξεύρεσιν του κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου και το άρθρον 2 της κυρωθείσης δια του Νόμου 759/1978 από 24.10.1977 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου εισοδήματος. Δύναται ωσαύτως να προβλέπεται ότι ο προσδιορισμός της καταβαλλομένης αποζημιώσεως δια τα ζημιωθέντα προϊόντα ενεργείται κατ`αναλογίαν του μέσου όρου της εις την πληγείσαν περιοχήν ή νομόν ποσοτικής παραγωγής εκάστης καλλιεργείας βάσει του ποσοστού της ζημίας και της κατά τον Κανονίσμον καθοριζομένης τιμής των προϊόντων”.
Άρθρον 36
Εξουσιοδότησις προς κωδικοποίησιν.
Δια Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, εντός διετίας από της ισχύος του παρόντος, κωδικοποούνται εις ενιαίον κείμενον αι ισχύουσαι διατάξεις της διεπούσης τον ΟΓΑ νομοθεσίας (Νόμοι -Διατάγματα- Υπουργικαί αποφάσεις), υπό τον τίτλον “περι Γεωργικών Κοινωνικών Ασφαλίσεων”, επιτρεπομένης της μεταβολής της σειράς των άρθρων, παραγράφων και εδαφίων αυτών.
Άρθρον 37
Η παράγραφος 2 του άρθρου 6 του Α. Ν. 1846/1951, ως αύτη αντικατεστάθη υπό του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4104/196Ο, αντικαθίσταται ως εξής :
“2. Δι αποφάσεων του Υπουργού Κοιν. Υπηρεσιών εκδιδομένων μετά γνώμην των Διοικητικών Συμβουλίων του ΙΚΑ και του οικείου Ειδικού Ταμείου, δύνανται να ασφαλίζωνται υποχρεωτικώς εις το ΙΚΑ δια τους κλάδους παροχών ασθενείας και μητρότητος, οι συνταξιούχοι των λοιπών πλην των εν τω εδαφίω γ` της προηγουμένης παραγράφου αναφερομένων Ειδικών Ταμείων μη καλυπτόντων τους συνταξιούχους των δια των εν λόγω παροχών ή καλυπτόντων αυτούς ελλιπώς εν σχέσει προς τας υπό του ΙΚΑ χορηγουμένας παροχάς”.
Άρθρον 38
Το εδάφιον α της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961, ως συνεπληρώθη δια της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 139Ο/1973, αντικαθίσταται ως εξής :
“α) Να έχη είκοσιπενταετή τουλάχιστον υπαγωγήν εις την ασφάλισιν από της ενηλικιώσεως (συμπλήρωσις του 21ου έτους της ηλικίας) εξ ων πενταετή απασχόλησιν κατά την τελευταίαν δεκαετίαν προ της συμπληρώσεως του εν τω αμέσως επομένω εδαφίω απαιτουμένου ορίου ηλικίας. Προσωριναί δεδικαιολογημέναι απομακρύνσεις μη έχουσαι τον χαρακτήρα της εγκαταλείψεως της ασκήσεως του επαγγέλματος δεν λαμβάνονται νπ` όψιν εις βάρος του ησφαλισμένου. Ησφαλισμένος καθιστάμενος ανίκανος προς άσκησιν οιουδήποτε επαγγέλματος, θεωρείται ως ενεργώς ασκών το υφ` ο ησφαλίσθη επάγγελμα, εφ` όσον εξακολουθεί να κατοική εις τον τόπον των αγροτικών του ασχολιών και να αντλή τον βιοπορισμόν του εκ της αγροτικής οικονομίας. Επί μη προσωρινής δεδικαιολογημένης απομακρύνσεως κατά την ως άνω προ της συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας πενταετίαν αύτη λογίζεται συμπληρωθείσα δια της εκ νέου, μετά την συμπλήρωσιν του ως άνω ορίου ηλικίας, υπαγωγής εις την ασφάλισιν επί συνεχή χρόνον ίσον προς τον της απομακρύνσεως”.
Άρθρον 39
Εν τέλει του άρθρου 3 του Νόμου 1066/1980 “περί αυξήσεως των υπό του ΟΓΑ καταβαλλομένων συντάξεων και εξασφαλίσεως των προς τούτο αναγκαίων πόρων”, προστίθεται παράγραφος 6 έχουσα ούτω:
“6. Επι της παρακρατουμένης υπό της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος (ΑΤΕ) εισφοράς 2,50% υπέρ ΟΓΑ περί ης ή παρ. 1 του παρόντος άρθρου, επί των εξοφλουμένων υπ αυτής διγράμμων επιταγών αξίας συσπόρου βάμβακος αγοραζομένου απ` ευθείας από τους παραγωγούς, η Τράπεζα αύτη δικαιούται προμηθείας εκ ποσοστού οριζομένου εις ήμισυ επί τοις εκατόν (0,50%) επί των παρακρατουμένων υπ` αυτής υπέρ ΟΓΑ ως άνω εσόδων. Η ισχύς της παρούσης παραγράφου άρχεται από της 11ης Φεβρουαρίου 1980”.
Άρθρον 40
Υπάλληλοι του ΟΓΑ τον Κλάδου Ιατρών, κατέχοντες τον εισαγωγικόν βαθμόν και έχοντες ετησίαν πραγματικήν υπηρεσίαν εν αυτώ και πενταετή προϋπηρεσίαν ιατρού παρά τω Δημοσίω ή Ν.Π.Δ.Δ. δύνανται να επανεντάσσωνται εις τον αμέσως επόμενον του εισαγωγικού βαθμόν δι αποφάσεως του Διοικητού του ΟΓΑ, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Οργανισμού τούτου.
Άρθρον 41
1. Ησφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων ως και τα μέλη οικογενείας των εν λόγω προσώπων έχοντα ανάγκην αναπηρικού αμαξιδίου, δικαιούνται χειροκινήτου ή μηχανοκινήτου τοιούτου παρά του ΟΓΑ εις ον υπάγονται δια παροχάς υγειονομικής περιθάλψεως, άνευ υποχρεώσεως καταβολής συμμετοχής εις την δαπάνην προμηθείας τούτου.
2. Εις το τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν. 4169/1961, ως τούτο αντικατεστάθη δια του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 139Ο/1973, προστίθεται περίπτωσις έχουσα ούτω:
“Εις την περί ης τα προηγούμενα εδάφια νοσοκομείακην περίθαλψιν περιλαμβάνεται και η περίθαλψις χρονίως πασχόντων εις Θεραπευτήρια Χρονίων Παθήσεων (Ασυλα Ανιάτων) “.
3. Αι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 861/1979 ως συνεπληρώθησαν υπό του άρθρου 22 του Ν. 997/1979 εφαρμόζονται και επί των τέκνων των ησφαλισμένων του ΟΓΑ.
4. Η παράγραφος 2 τον άρθρου 7 του υπ άριθ. 317/ 1973 Προεδρικού Διατάγματος “περί των προυποθέσεων χορηγήσεως υπό του ΟΓΑ συντάξεως λόγω αναπηρίας”, αντικαθίσταται ως εξής :
“2. Το κατά την προηγουμένην παράγραφον μηνιαίον ποσόν της συντάξεως, της χορηγουμένης εις τους, κατά το άρθρον 12 του Ν. Δ/τος 4575/1966, αναπήρους εις ποσοστόν 100%, προσαυξάνεται κατά ποσόν ίσον προς το της εκάστοτε ανωτάτης μηνιαίας συντάξεως, εφ` όσον ο ανάπηρος ευρίσκεται διαρκώς εις κατάστασιν απαιτούσαν συνεχή επίβλεψιν, περιποίησιν και συμπαράστασιν ετέρου προσώπου (απόλυτος αναπηρία)”.
Άρθρον 42
1. Ασφαλισμένοι φορέων κοινωνικής ασφάλισης, αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κρινόμενοι από Ειδική Επιτροπή, ως πάσχοντες εκ τετραπληγίας-παραπληγίας με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 67% και άνω δικαιούνται μηνιαίου εξωιδρυματικού επιδόματος.”Του αυτού επιδόματος δικαιούνται και τα μέλη οικογενείας των ησφαλισμένων τα πάσχοντα εκ της αυτής νόσου. Το επίδομα τούτο καταβάλλεται εκ μιας μόνον πηγής. Το ύψος του ως άνω επιδόματος, αι κατηγορίαι δικαιούχων, αι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορηγήσεως και αναστολής καταβολής τούτου, ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, ρυθμίζονται δι αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Δ.Σ. εκάστου φορέως κυρίας ασφαλίσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16, παρ.1 του Ν.2042/1992 (Α 75).
2. Δια Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου μετά πρότασιν του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, δύναται να ιδρύωνται μονάδες περιθάλψεως παραπληγικών προσώπων παρά του ΙΚΑ ή παρ`ετέρων Ασφαλιστικών φορέων. Δι`ομοίων Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Δ.Σ. του οικείου ασφαλιστικού φορέως θέλουν ορισθή τα της οργανώσεως των ως άνω μονάδων, τα της διοικήσεως και διαχειρίσεως αυτών, τα της συστάσεως και διαρθρώσεως των θέσεων του επιστημονικού βοηθητικού και λοιπού εν γένει προσωπικού ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια αναγκαία δια την ομαλήν λειτουργίαν τούτων.
3. Το ποσόν της καταβαλλομένης συντάξεως λόγω αναπηρίας εις συνταξιούχους Ασφαλιστικών φορέων αρμοδιότητος Υπονργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, προσαυξάνεται κατά ποσοστόν 50% εφ` όσον ο ανάπηρσς ευρίσκεται διαρκώς εις κατάστασιν απαιτούσαν συνεχή επίβλεψιν, περιποίησιν και συμπαράστασιν ετέρου προσώπου (απόλυτος αναπηρία). Υπο τας αυτάς προϋποθέσεις προσαυξάνεται κατά ποσοστόν 50% και το ποσόν της συντάξεως των μελών οικογενείας αποβιώσαντος ησφαλισμένου ή συνταξιούχου, άνευ μειώσεως του ποσού της συντάξεως των ετέρων συνδικαιούχων μελών της οικογενείας. Κατ`εξαίρεσιν η κατά τα ανωτέρω προσαύξησις χορηγείται και επί συντάξεων λόγω γήρατος εφ`όσον ο δικαιούχος της συντάξεως κατέστη τυφλός. Πρόσωπα λαμβάνοντα την κατά την παρούσαν παράγραφον προσαύξησιν δεν δικαιούνται και του κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου επιδόματος. “Ειδικά για τον Ο.Γ.Α. η προσαύξηση που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο από της ισχύος του νόμου αυτού ισούται με την εκάστοτε καταβαλλόμενη ανώτατη μηνιαία σύνταξη του Ο.Γ.Α.”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 38 του Ν. 1654/1986, ΦΕΚ Α 177.
Το κατά την παρούσαν παράγραφον ποσόν προσαυξήσεως της συντάξεως δεν δύναται να είναι ανώτερον του 20πλασίου του εκάστοτε ισχύοντος τεκμαρτού ημερομισθίου του ανειδικεύτου εργάτου. Προϊσχύουσαι διατάξεις ρυθμίζουσαι άλλως την χορήγησιν επιδόματος λόγω απολύτου αναπηρίας δεν θίγονται υπό των διατάξεων της παρούσης παραγράφου, εκτός του ποσοστού προσαυξήσεως το οποίον δεν δύναται να είναι κατώτερον του 50% ουχί δε και ανώτερον του ως άνω αναφερομένου ανωτάτου ορίου.
Άρθρον 43
Ησφαλισμένοι του ΙΚΑ, συνεχίζοντες την ασφάλισίν των κατά τας διατάξεις του άρθρου 41 του Α.Ν. 1846/ 1951, βάσει αποδοχών των χρονικής περιόδου προγενεστέρας της ισχύος του Ν.Δ. 346/1974 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων της περί ΙΚΑ Νομοθεσίας”, υποχρεούνται εις καταβολήν ασφαλιστικών εισφορών υπολογιζομένων επί του τεκμαρτού ημερομισθίου μιας των εν άρθρω 37 του ΑΝ. 1846/ 1951 ασφαλιστικών κλάσεων, καθοριζομένης δι αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚΑ, εγκρινομένης παρά του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών
Άρθρον 44
Αι διατάξεις του άρθρου 28 του Ν. 4476/1965 “περί προσθέτου παρά τω ΙΚΑ προαιρετικής ασφαλίσεως και άλλων τινών μεταρρυθμίσεων της περί ΙΚΑ νομοθεσίας” εφαρμόζονται και δια τους συνταξιούχους τέως τακτικούς υπαλλήλους του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Αρτοποιών. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της 1ης Ιανουαρίου 1981.
Άρθρον 45
1. Το εφ άπαξ βοήθημα των Ταμείων ή Κλάδων Προνοίας τα οποία εμπίπτουν εις τας διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 173/1967 ως τούτο ετροποποιήθη υπό του Ν. 334/1976, δύναται να αυξάνεται δια Π. Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ταμείου ή Κλάδου Προνοίας. Εις τα ούτως εκδιδόμενα Π. Δ/τα δύναται να δίδεται αναδρομική ισχύς μέχρις εξ (6) το πολύ μηνών.
2. Η υπό της παραγρ. 4 του άρθρου 5 του Ν. 854/ 1978 τεθείσα προθεσμία δια την έκδοσιν των Προεδρικών Διαταγμάτων των προβλεπομένων υπό της περιπτ. β` του άρθρου 3 του Ν. 103/1975, παρατείνεται δι`εν εισέτι έτος από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου. 3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 46
Η υπό της παρ. 2 του άρθρου 7 του Ν. 620/1977 προβλεπομένη προθεσμία παρατείνεται επί δίμηνον από της ισχύος του παρόντος.
Άρθρον 47
Αι Πρωτοβάθμιοι Υγειονομικαί Επιτροπαί των Ταμείων Ασφαλίσεως Προσωπικού Εμπορικής Τραπέζης Ελλάδος, Συντάξεων Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων, Ασφαλίσεως Εργατών Τύπου Αθηνών, Προσωπικού ΟΤΕ, Ασφαλίσεως Ξενοδοχοϋπαλλήλων και Υγειονομική Επιτροπή του Ταμείου Συντάξεως και Αυτασφαλίσεως Υγειονομικών, καθώς επίσης το Ιατρικόν Συμβούλιον του άρθρου 13 του Κανονισμού Κλάδου Ασθενείας του Ταμείου ΗΕΑΠ και ΕΗΕ και το Υγειονομικόν Συμβούλιον του άρθρου 9 του Κανονισμού περιθάλψεως ΤΑΠΟΤΕ ως και η Κεντρική Υγειονομική Επιτροπή του ΤΑΠΟΤΕ, θα συνεδριάζουν εκτός των ωρών εργασίας των Δημοσίων Υπηρεσιών. Εις τους Προέδρους, τα μέλη, τους Εισηγητάς και Γραμματείς των ανωτέρω Υγειονομικών Επιτροπών και Συμβουλίων καταβάλλεται αποζημίωσις κατά συνεδρίασιν καθοριζομένη δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών και μέχρι τεσσάρων (4) συνεδριάσεων κατά μήνα. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως
Άρθρον 48
Εν τέλει του άρθρου 3 του Ν. 794/1978 προστίθεται παράγραφος 2 έχουσα ούτω : “2. Ωσαύτως εις την ασφάλισιν του συνιστωμένου Κλάδου υπάγονται υποχρεωτικώς οι νόμιμοι εκπρόσωποι των υπό μορφήν Ανωνύμου Εταιρείας, Εταιρείας Περιωρισμένης Ευθύνης, Ομορρύθμου Εταιρεία ή Ετερορρύθμου Εταιρείας λειτουργουσών δυνάμει νομίμου αδείας επιχειρήσεων εκμεταλλεύσεως πρατηρίων υγρών καυσίμων ή σταθμών αυτοκινήτων μετ` αντλιών παροχής υγρών καυσίμων υπό τους όρους και περιορισμούς του άρθρου 3 του Α.Ν. 1606/1939. Τα δυνάμενα να υπαχθούν εις την ασφάλισιν πρόσωπα, ως νόμιμοι εκπρόσωποι εξ εκάστης μορφής των ως άνω εταιρειών, ορίζονται δι αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του ανωτέρω Ταμείου”.
Άρθρον 49
1. Αι οφειλαί εξ ασφαλιστικών εισφορών ή αγγελιοσήμου των ημερησίων εφημερίδων Θεσσαλονίκης και των ημερησίων εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης που έπαυσαν να εκδίδωνται ως και των εβδομαδιαίων εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης αι οποίαι κυκλοφορούν μέσω πρακτορείων, προς τους φορείς Κοινωνικής Ασφαλίσεως και πολιτικής αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, αι αναγόμεναι εις το μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1980 χρονικόν διάστημα, κεφαλαιοποιούμεναι άνευ προσθέτων τελών τη αιτήσει του οφειλέτου, εξοφλούνται εις εξήκοντα (60) ίσας μηνιαίας δόσεις, της πρώτης τούτων καταβλητέας μέχρι του τέλους του επομένου της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου μηνός.
2. Η ανωτέρω ρύθμισις παρέχεται υπό τον όρον ότι ουδέν ποσόν οφείλεται εξ απαιτητών εισφορών αναγομένων εις το από 1ης Ιανουαρίου 1981 και εφεξής χρονικόν διάστημα, κατά τα λοιπά εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 1 τον Ν. 807/1978.
Άρθρον 50
Η παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 984/1979 “περί τροποποιήσεως της περί ΤΣΑ νομοθεσίας, υπαγωγής των μισθωτών οδηγών αυτοκινήτων εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ και άλλων τινών διατάξεων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“6. Πρόσωπα έχοντα ή αποκτώντα την ιδιότητα του ιδιοκτήτου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως, υπάγονται εις την υποχρεωτικήν ασφάλισιν του ΤΣΑ κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 404/1974, ανεξαρτήτως υπαγωγής των εις την ασφάλισιν ετέρου φορέως, εκ της ασκήσεως ετέρου επαγγέλματος. Οι εξ αυτών υπαγόμενοι εις το Ταμείον Ασφαλίσεως Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων δύνανται να υπαχθούν και εις την ασφάλισιν τον Ταμε(ου Συντάξεων Αυτοκινητιστών”.
Άρθρον 51
Αι διατάξεις των παραγρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 19 του Ν. 997/1979, “περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών και ετέρων τινών διατάξεων”, τροποποιούνται και συμπληρούνται ως ακολούθως :
“1. Η κατά τας διατάξεις της νομοθεσίας των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, πλην του ΟΓΑ και του ΙΚΑ προβλεπομένη σύνταξις διΆγαμα τέκνα ή αδελφάς θανόντων ησφαλισμένων ή συνταξιούχων διακόπτεται από της συμπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας των, ή εν περιπτώσει συνεχίσεως των σπουδών των από της συμπληρώσεως του 24ου έτους της ηλικίας των.
Τα ανωτέρω όρια ηλικίας δεν ισχύουν προκειμένου περί τέκνων ή αδελφών ανικάνων προς πάσαν βιοποριστικήν εργασίαν, εφ`όσον η ανικανότης επήλθεν προ της συμπληρώσεως των ορίων τούτων ηλικίας ή μετ`αυτά και δεν λαμβάνουν εξ άλλης πηγής σύνταξιν ανωτέραν του κατωτάτου ορίου συντάξεως, το οποίον δικαιούνται από τον οικείον Ασφαλιστικόν Οργανισμόν.
2. Ειδικώς δια τας αγάμους ή διεζευγμένας θυγατέρας ή αδελφάς η σύνταξις επαναχορηγείται ή συντρεχούσης περιπτώσεως, το πρώτον χορηγείται μετά την συμπλήρωσιν του 55ου έτους της ηλικίας των και εφ` όσον δεν λαμβάνουν εξ εργασίας ή συντάξεως εξ ετέρας πηγής ποσόν μεγαλύτερον του κατωτάτου ορίου συντάξεως το οποίον χορηγείται δια την κατηγορίαν τους από τον οικείον ασφαλιστικόν Οργανισμόν. Το όριον τούτο προσαυξάνεται εις το 60ον έτος από 1.1.1982 και εις το 65ον από 1.1.1985.
3. Πάσα αντίθετος διάταξις καταργείται”. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από 1.4.1981.
Άρθρον 52
1. Αι υπέρ του ΙΚΑ πρόσθετοι εισφοραί του κλάδου συντάξεων δια το σύνολον του προσωπικού των αεροπορικών επιχειρήσεων προς κάλυψιν της επιβαρύνσεως του κλάδου τούτου εκ των ειδικών διατάξεων των διεπουσών την συνταξιοδότησιν του προσωπικού τούτου ορίζονται δια του παρόντος ως εξής: α) Εισφορά εργοδότου 5,32% επί των εις εισφοράς υποκειμένων αποδοχών των ησφαλισμένων. β) Εισφορά ησφαλισμένων 1,50% επί των αυτών αποδοχών. Η διάταξις της παρούσης β` της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 953/1979, ως και πάσα ετέρα διάταξις ρυθμίζουσα άλλως το ύψος των κατάα τα ανωτέρω προσθέτων εισφορών εργοδότου και ησφαλισμένου καταργείται.
2. Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Συγκοινωνιών και Κοινωνικών υπηρεσιών δύνανται να καθορίζωνται επί πλέον των ανωτέρω πρόσθετοι υπέρ του ΙΚΑ εισφοραί κατόπιν αναλογιστικής μελέτης και μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚΑ. 3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της πρώτης του επομένου μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 53
Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 1253/1972 “περί υπαγωγής εις την ασφάλισιν του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Ραδιοφωνίας και Τουρισμού του προσωπικού των περιφερειακών ύπηρεσιών της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων”, αντικαθίσταται, αφ`ης ίσχυσεν, ως ακολούθως: “1. Ο μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος χρόνος υπηρεσίας των, περί ων το προηγούμενον άρθρον, υπαλλήλων παρά τη Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων, αναγνωρίζεται ως χρόνος πραγματικής ασφαλίσεως δι`αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου κατόπιν αιτήσεως του ησφαλισμένου, υποβαλλομένης εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της υπαγωγής εις την ασφάλισιν”.
Άρθρον 54
1. Θεσπίζεται από 1.10.1930 εργοδοτική εισφορά εις βάρος του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης εκ ποσοστού 3% επί του συνόλου των αποδοχών των υπαλλήλων αυτού, υπέρ του Κλάδου Αρωγής του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης.
2. Το ποσόν του καταβαλλομένου από τον Κλάδον Αρωγής του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης μηνιαίου βοηθήματος εις τους από της ισχύος του παρόντος άρθρου και εφεξής συνταξιοδοτουμένους από τον Κλάδον Αρωγής, καθορίζεται εις ποσοστόν 24% επί της λαμβανομένης υπό του Ο.Λ.Θ. κυρίας συντάξεως.
3. Τα καταβαλλόμενα από τον Κλάδον μηνιαία βοηθήματα εις τους βοηθηματούχους, των οποίων η έναρξις του συνταξιοδοτικού δικαιώματος εμπίπτει εις το μέχρι της ισχύος του παρόντος άρθρου χρονικόν διάστημα, μειούνται από της ισχύος αυτού, κατά ποσοστόν 20%.
4. Δι` αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών εκδιδομένης μετά γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου, δύνανται να αυξομειώνωνται τα υπό του Κλάδου καταβαλλόμενα βοηθήματα αναλόγως των οικονομικών δυνατοτήτων αυτού.
Άρθρον 55
1. Συνιστάται παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών αποκαλούμενον εφ` εξής χάριν συντομίας “Ταμείον”, Κλάδος Επικουρικής Ασφαλίσεως, αποκαλούμενος, εφ` εξής “Κλάδος”, έχων ιδίων οικονομικήν και λογιστικήν αυτοτέλειαν και διοικούμενος υπό του Δ.Σ. του Ταμείου.
2. Σκοπός του Κλάδου τούτου είναι ή πρόσθετη (επικουρική) ασφάλισις του τακτικού Προσωπικού των Ν.Π.Δ.Δ. ή Οργανισμών, του συνταξιοδοτουμένου από Οργανισμόν κυρίας Ασφαλίσεως κατά τας ειδικάς περί Δημοσίων Υπαλλήλων διατάξεις ή συναφείς τοιαύτας ή διατάξεις συνταξιοδοτήσεως ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.
3. α) Η υπαγωγή των ανωτέρω προσώπων εις την ασφάλισιν του κλάδου συντελείται δια Π. Δ/των, εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Συντονισμού και Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά :
αα) σύμφωνον γνώμην του Ν.Π.Δ.Δ. ή Οργανισμού και
ββ) γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου, από του δια των αυτών Προεδρικών Διαταγμάτων οριζομένου χρόνου.
β) Δι ομοίων Π. Δ/των δύναται ωσαύτως να υπαχθή εις την ασφάλισιν του κλάδου και το επί συμβάσει Ιδιωτικού Δικαίου προσωπικόν του Δημοσίου το εξομοιούμενον συνταξιοδοτικώς προς τους Δημοσίους Υπαλλήλους.
4. Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος και από της ισχύος τούτου υπάγεται αυτοδικαίως εις την ασφάλισιν του Κλάδου το τακτικόν προσωπικόν του Οργανισμού Βάμβακος,
5. Πόροι του συνιστωμένου Κλάδου είναι:
α) Μηνιαία εισφορά των ησφαλισμένων, οριζομένη εις ποσοστόν 3% επί των αποδοχών αυτών, επί των οποίων υπολογίζονται εκάστοτε αι καταβλητέαι προς φορέα κυρίας ασφαλίσεως εισφοραί δια τον κλάδον συντάξεως.
β) Μηνιαία ισόποσος συνεισφορά των εργοδοτών Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Οργανισμού.
6. Δια Π. Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και του παρά τω Υπουργείω Κοινωνικών Υπηρεσιών Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφαλίσεως, εγκρίνεται και τροποποιείται το Καταστατικόν του Κλάδου, δια του οποίου ορίζονται αι ειδικαί προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεως, ο κατά περίπτωσιν θεωρούμενος ως συντάξιμος μισθός, το ύψος των καταβαλλομέυων παροχών, το οποίον δεν δύναται να είναι μικρότερον του 18% του συνταξίμου μισθού μετά 35ετή συντάξιμον υπηρεσίαν εις το Ταμείον, τα δικαιούμενα πρόσωπα, ή δυνατότης, έκτασις, και τρόπος αναγνωρίσεως προϋπηρεσιών των ησφαλισμένων, το ύψος της καταβαλλομένης υπ` αυτών εισφοράς δια την εξαγοράν των καθώς και ο τρόπος εξοφλήσεως ταύτης, ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια δια την εκπλήρωσιν του σκοπού του Κλάδου.
7. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου η κειμένη περί του Ταμείου νομοθεσία ισχύει και εφαρμόζεται και προκειμέυου περί του δια του παρόντος νόμου συνιστωμένου Κλάδου.
Άρθρον 56
1. Η παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 997/1979, τροποποιείται ως ακολούθως:
“1. Εις την ασφάλισιν του Ταμείου υπάγονται υποχρεωτικώς τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίζονται, δυνάμει των κειμένων περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως διατάξεων, εις το ΙΚΑ ή έτερον φορέα κυρίας ασφαλίσεως μισθωτών και δεν υπάγονται εις την ασφάλισιν ετέρου φορέως ή κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως δια την αυτήν απασχόλησιν”.
2. Εις το τέλος της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 997/ 1979 προστίθεται η φράσις “μετά γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου”.
3. Η παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 997/1979, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“2. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί των υποχρέων δια την είσπραξιν των εισφορών του ΙΚΑ και την απόδοσιν αυτών μετά των ιδίων αυτών συνεισφορών, του χρόνου αποδόσεως αυτών, της επιβολής προσθέτων τελών δια καθυστέρησιν καταβολής, της αναγκαστικής εισπράξεως των εισφορών κατά την νομοθεσίαν περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, της παραγραφής και επιστροφής εισφορών ως και παντός συναφούς προς αυτά θέματος, εφαρμόζονται αναλόγως και προκειμένου περί των εισφορών και των συνεισφορών του Ταμείου”.
4. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 997/1979 προστίθεται παρ. 3 έχουσα ως ακολούθως:
“3. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί της αναγνωρίσεως εν γένει των ημερών εργασίας των ησφαλισμένων του ΙΚΑ, του τρόπου ως και του χρόνου αναγνωρίσεως αυτών καθώς και παντός συναφούς προς αυτά θέματος εφαρμόζονται αναλόγως και περί των ημερών εργασίας των ησφαλισμένων του Ταμείου”.
5. Εις την παρ. 4 του άρθρου 5 του Ν. 997/1979 και μετά τας λέξεις “εργατικού ατυχήματος” προστίθεται η φράσις “ή επαγγελματικής νόσου”.
6. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 5 του Ν. 997/1979 προστίθεται παρ. 5 έχουσα ως ακολούθως :
“5. Αι υπό των προηγουμένων παραγράφων οριζόμεναι χρονικαί προϋποθέσεις μειώνονται εις το ήμισυ, εφ` όσον η αναπηρία ή ο θάνατος επήλθε συνεπεία ατυχήματος εκτός εργασίας μετά την έναρξιν λειτουργίας του Ταμείου”.
7. Εις την παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 997/1979 η φράσις “επί διετή θητεία” αντικαθίσταται δια της φράσεως “επί τριετή θητεία”.
8. Το πρώτον εδάφιον της παρ. 3 του άρθρου 11 του Ν. 997/1979 αντικαθίσταται ως ακολούθως: ” Η συγχώνευσις ενεργείται δια Π. Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Συντονισμού, Προεδρίας Κυβερνήσεως και Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά πρότασιν του Δ.Σ. του συγχωνευομένου Ταμείου και γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου και του παρά τω Υπουργείω Κοινωνικών Υπηρεσιών λειτουργούντος Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφαλίσεως”.
Άρθρον 57
Η παρ. 3 του άρθρου 52 του Ν. 682/1977, τροποποιείται αφ` ης ίσχυσεν, ως ακολούθως: “3. Εις την ασφάλισιν του Ταμείου υπάγονται υποχρεωτικώς οι παρέχοντες εξηρτημένην εργασίαν επ` αμοιβή κατά κυρίαν απασχόλησιν εκπαιδευτικοί της ιδιωτικής γενικής εκπαιδεύσεως, εφ` όσον υπάγονται δια την εργασίαν των ταύτην εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ ή ετέρου φορέως κυρίας ασφαλίσεως, οι ασκούντες διδακτικά καθήκοντα ιδιοκτήται ιδιωτικών Σχολείων, ως και οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν εις το Δημόσιον με σύμβασιν ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου οι προσληφθέντες και προσλαμβανόμενοι βάσει του άρθρου 30 του παρόντος νόμου”.
Άρθρον 58
1. Εν τέλει της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του νόμου 1027/198Ο “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί Τ.Ε.Β.Ε. νομοθεσίας και άλλων τινών διατάξεων”, προστίθεται εδάφιον δεύτερον έχον ούτω : “Κατ`εξαίρεσιν τα ανωτέρω πρόσωπα τα οποία, παραλλήλως προς το επάγγελμα του αυτοκινητιστού, παρέχουν εξηρτημένην εργασίαν και ασφαλίζονται υποχρεωτικώς εις το Ι.Κ.Α. κατά τας διατάξεις του άρθρου 2 του Α.Ν. 1846/1951 εις ο καταβάλλεται ή κατά νόμον εισφορά δια την χορήγησιν των παροχών ασθενείας απαλάσσονται της υποχρεώσεως καταβολής της κατά το προηγούμενον εδάφιον εισφοράς”.
2. Εν τέλει της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του Α.Ν. 1846/1951 “περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων”, ως ετροποποιήθη δια του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4104/1960, προστίθεται εδάφιον τρίτον έχον ούτω : “Ειδικώς προκειμένου περί των εμμέσων συνταξιούχων του Τ.Σ.Α. διατηρούντων αυτοκίνητον δημοσίας χρήσεως, η κατά το προηγούμενον εδάφιον εισφορά δεν καταβάλλεται εις το Ι.Κ.Α. εφ`όσον τα πρόσωπα ταύτα ασφαλίζονται υποχρεωτικώς δια τον κλάδον συντάξεως εις το Τ.Σ.Α. κατά την διέπουσαν τούτο νομοθεσίαν και καταβάλλουν την εισφοράν περί ης η παρ. 2 του άρθρου 23 του νόμου 1027/1980 και η παρ. 1 του άρθρου 3 του Π.Δ. 434/1980”.
Άρθρον 59
1. Πρόσωπα περί ων ή παράγραφος 7 του άρθρου 1 του Ν. 984/1979 “περί τροποποιήσεως της περί ΤΣΑ νομοθεσίας, υπαγωγής των μισθωτών οδηγών αυτοκινήτων εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ και άλλων τινών διατάξεων”, υπαχθέντα εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ μέχρι της ενάρξεως ισχύος του νόμου τούτου, μέσω Ασφαλιστικού Συνεταιρισμού, δύνανται να συνεχίσουν την παρά τω ΙΚΑ ασφάλισίν των, εξαιρούμενα της παρά τω ΤΣΑ ασφαλίσεως, εφ`όσον ήθελον υποβάλη σχετικήν προς τούτο αίτησιν εντός τριών (3) μηνών από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου. Οι εξ αυτών συνεχίσαντες την καταβολήν εισφορών προς το ΙΚΑ από της ισχύος του Ν. 984/1979 μέχρι της ισχύος του παρόντος, δεν υποχρεούνται εις την καταβολήν εισφορών προς το ΤΣΑ, εις περίπτωσιν δε καταβολής εισφορών προς το ΤΣΑ, εφαρμογήν εχουν αι διατάξεις του Ν. Δ. 4202/1961 “περί διαδοχικής ασφαλίσεως”.
2. Η υπό της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 984/1979 προβλεπομένη εισφορά, η υπολογιζομένη με βάσιν την ιπποδύναμιν, την ιπποδύναμιν και το ωφέλιμον φορτίον ή τον αριθμόν των θέσεων ή των θέσεων και το ωφέλιμον φορτίον, δεν δύναται εις πάσαν περίπτωσιν να υπερβαίνη το ποσόν των 640 δραχμών μηνιαίως, προσηυξημένον κατά τα εις την παράγραφον 3 του ιδίου ως άνω άρθρου οριζόμενα. Προκειμένου περί αυτοκινήτων μετά ρυμουλκουμένων οχημάτων, τα ρυμουλκούμενα οχήματα δεν υπόκεινται εις την εισφοράν της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 984/ 1979). Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1981.
Σημ.: όπως η παρ.2 καταργήθηκε με την περ.δΆρθρ.10 Ν.2556/1997 ΦΕΚ Α 270/24.12.1997.
Άρθρον 60
1. Οι εις το Ταμείον Συντάξεως και Αυτασφαλίσεως Υγειονομικών (ΤΣΑΥ) λειτουργούντες Κλάδοι Ασθενείας και Προνοίας μετονομάζονται αντιστοίχως εις Διευθύνσεις :
α) Ασθενείας και
β) Συντάξεων και Προνοίας, διΆρθρούνται δε ως κατωτέρω : Διεύθυνσις Ασθενείας, Τμήματα :
α) Παροχών Ανοικτής περιθάλψεως,
β) Παροχών Νοσοκομειακής Περιθάλψεως,
γ) Πληρωμής Δαπανών Υγειονομικής και Περιθάλψεως και
δ) Ελέγχου Δαπανών Υγειονομικής Περιθάλψεως. Διεύθυνσις Συντάξεων και Προνοίας, Τμήματα :
α) Συντάξεων,
β) Προνοίας και
γ) Δαπανών.
2. Συνιστώνται εις το ΤΣΑΥ αι κάτωθι θέσεις προστιθέμεναι εις τας υφισταμένας τοιαύτας. α) Κλάδος ΑΤΙ Διοικητικού-Λογιστικού : Δύο θέσεις (2) επί βαθμοίς 3ω – 2ω Τέσσαρες (4) θέσεις επί βαθμοίς 5ω – 4ω. Τέσσαρες (4) θέσεις επί βαθμοίς 8ω – 6ω. β) Κλάδος ΑΤ2 Ιατρών : Δύο θέσεις (2) επί βαθμοίς 6ω – 4ω. γ) Κλάδος ΑΤ3 Φαρμακοποιών: Μία (1) θέσις επί βαθμοίς 7ω – 4ω. δ) Κλάδος ΑΡΙ Επισκεπτριών Αδελφών : Μία (1) θέσις επί βαθμοίς 5ω – 4ω Μία (1) θέσις επί βαθμοίς 8ω – 6ω. ε) Κλάδος ΑΡ2 Βοηθών Φαρμακοποιών : Μία (1) θέσις επί βαθμοίς 8ω – 5ω. στ) Κλάδος ΜΕΙ Διοικητικός – Λογιστικός : Τέσσαρες (4) θέσεις επί βαθμοίς 10ω – 6ω.
ζ) Κλάδος ΜΕ2 Βοηθών Προγραμματιστών Η/Υ : Μία (1) θέσις επί βαθμοίς 5ω – 4ω. Δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 9ω – 6ω.
η) Κλάδος ΜΕ3 Χειριστών Η/Υ : Τρεις (3) θέσεις επί βαθμοίς 9ω -6ω. θ) Κλάδος ΣΕ Κλητήρων κλπ. : Δύο (2) θέσεις επί βαθμοίς 12ω – 8ω. 3. Τα ειδικά προσόντα διορισμού εις τον εισαγωγικόν βαθμόν των βοηθών προγραμματιστών ηλεκτρονικών υπολογιστών (Η/Υ) και των χειριστών Η/Υ ορίζονται ως ακολούθως :
α) Βοηθών Προγραμματιστών Η/Υ.
Απολυτήριον εξαταξίου Γυμνασίου ή Λυκείου ή άλλου ισοτίμου Σχολείου, ειδίκευσις εις τον προγραμματισμόν αποδεικνυομένη δια τίτλου σπουδών ή διετής προϋπηρεσία εις τον τομένα αυτόν και γνώσεις μιας των γλωσσών Αγγλικής, Γαλλικής ή Γερμανίκης.
β) Χειριστών Η/Υ :
Απολυτήριον εξαταξίου Γυμνασίου ή Λυκείου ή άλλου ισοτίμου Σχολείου, ειδίκευσις εις τον χειρισμόν Η/Υ ή μηχανών προπαρασκευής στοιχείων προσηκόντως αποδεδειγμένη.
4. Η πρόσληψις των ιατρών, φαρμακοποιών, επισκεπτριών αδελφών και βοηθών φαρμακοποιών, γίνεται δι`επιλογής.
5. Ανώτατον όριον ηλικίας προς διορισμόν των ιατρών και φαρμακοποιών ορίζεται το 45ον έτος.
6. Το εδάφιον β` της παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν. 982/1979 περί ΤΣΑΥ, αντικαθίσταται ως εξής :
“β) Οι μη έχοντες εξοφλήσει τας προς το ΤΣΑΥ υποχρεώσεις των προς τους Κλάδους Ασθενείας και Συντάξεως τας υπερβαινούσας αθροιστικώς ποσόν αντιστοιχούν εις εισφοράς εξ (6) μηνών προ της πρώτης Ιανουαρίου του προηγουμένου της επελεύσεως της νόσου ή της θεωρήσεως του ασφαλιστικού βιβλιαρίου έτους, μη υπολογιζομένων των προσθέτων επιβαρύνσεων. Ειδικώς δια την παροχήν ανοικτής περιθάλψεως επιτρέπεται η έκδοσις των βιβλιαρίων ασθενείας και η χορήγησις παροχών μέχρι και της επομένης διετίας από της ενάρξεως χορηγήσεως τούτων, έστω και αν δεν συντρέχουν αι εν τη ως άνω περιπτώσει αναφερόμεναι προϋποθέσεις. Η εν λόγω προθεσμία δύναται να παραταθή επί εν εισέτι έτος κατόπιν αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου εγκρινομένης υπό του Υπουργού Κοινων. Υπηρεσιών”.
7. Αι διατάξεις του εδαφίου α` της παρ. 1 του άρθρου 3 και του εδαφίου α` της παρ. 1 του άρθρου 4 του υπ` άριθ. 665/1962 Β. Δ/τος, ως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται και επί των τακτικών υπαλλήλων του ΤΣΑΥ και των εξ αυτών συνταξιούχων των επιλεγόντων κατά τας κειμένας διατάξεις, τας παροχάς του Κλάδου Ασθενείας του Ταμείου. 8. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της πρώτης του επομένου μηνός από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 61
1. Ησφαλισμένοι ή συνταξιούχοι του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων (ΤΣΜΕΔΕ), δυνάμενοι να αναγνωρίσουν προηγούμενον χρόνον επαγγελματικής απασχολήσεως κατά τας διατάξεις των παραγρ. 9 και 12 του άρθρου 6 του Α.Ν. 2326/1940, αίτινες προσετέθησαν, αντιστοίχως, δια των άρθρων 4 και 5 του Ν. 915/1979 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί ΤΣΜΕΔΕ νομοθεσίας”, δύνανται να καταβάλλουν τας εκ της αιτίας ταύτης ασφαλιστικάς εισφοράς των τμηματικώς, υφ` ους όρους ορίζουν αι ανωτέρω διατάξεις : Εις περίπτωσιν καθυστερήσεως τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων, απόλλυται το δικαίωμα της τμηματικής καταβολής της οφειλής, το δε υπόλοιπον ποσόν είναι απαιτητόν και εξοφλείται βάσει της ισχυούσης κατά τον χρόνον της καταβολής εισφοράς, μετά των νομίμων προσαυξήσεων.
2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου καταλαμβάνουν και τους ήδη απωλέσαντας το δικαίωμα τμηματικής καταβολής των οφειλών των, βάσει των προϊσχυουσών διατάξεων, δύνανται δε να υπαχθούν εις την ως άνω ρύθμισιν, εφ`όσον καταβάλλουν εντός εξ (6) μηνών τας καθυστερουμένας δόσεις.
3. Εις τας διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 10 του Ν. 1066/1980 υπάγονται και οι προσφέροντες τας υπηρεσίας των δαπάναις τρίτων εις το Ταμείον Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων ως και εις το Ταμείον Προνοίας Εργοληπτών Δημοσίων Εργων, της μισθοδοσίας των βαρυνούσης του λοιπού τα εν λόγω Ταμεία ως προσωπικού ιδιωτικού δικαίου μέχρι της μονιμοποιήσεώς των. Προκειμένης της εντάξεως τούτων, ως χρόνος υπηρεσίας λογίζεται ο χρόνος της εις τα ως άνω Ταμεία πραγματικής απασχολήσεώς των, μονιμοποιούνται δε, μετά κρίσιν του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, εις κενάς ή συνιστωμένας θέσεις διοικητικών υπαλλήλων, εις ας υπηρετούν Κεντρικήν ή Περιφερειακάς Υπηρεσίας.
4. Παρατείνονται επί εξ (6) μήνας από της λήξεως των αι υπό της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του Ν. 1066/1980 αναφερόμεναι προθεσμίαι παρατάσεως των συμβάσεων και δημοσιεύσεως των προβλεπομένων Προεδρικών Διαταγμάτων.
5. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 62
1. Η διάταξις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 95/1973 “περί τροποποιήσεως της κειμένης νομοθεσίας περί των Ταμείων Αρωγής Δημοσίων Υπαλλήλων”, ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 1 του Ν. 253/1976, αντικαθίσταται, αφ` ης ίσχυσεν ως εξής: “Η διάταξις του προηγουμένου εδαφίου εφαρμόζεται και επί των δικαστικών λειτουργών και λοιπών ησφαλισμένων εις το Ταμείον Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων, της καταβλητέας εισφοράς οριζομένης κατά ποσοστόν ίσον προς το καταβαλλόμενον εκάστοτε υπό των τελωνειακών υπαλλήλων των μετεχόντων των Δ.Ε.Τ.Ε., ανερχόμενον νυν εις τέσσαρα επί τοις εκατόν (4%), ως καθωρίσθη δια του άρθρου 18 παρ. 1 του Ν. 152/1975”.
2. Εισφοραί καταβληθείσαι μέχρι σήμερον κατά ποσοστόν έπι πλέον ή έλαττον του εκάστοτε ισχύοντος δια τους τελωνειακούς υπαλλήλονς τους μετέχοντας των Δ.Ε.Τ.Ε., δεν επιστρέφονται ουδέ αναζητούνται. Εκκρεμείς δίκαι σχετικαί με το ποσοστόν τούτο καταργούνται.
Άρθρον 63
Αι διατάξεις των παρ. 3, 4 και 6 του άρθρου 9 του Ν. 641/1977 “περι ιδρύσεως και οργανώσεως Ιατρικών Σχολών και Πανεπιστημιακών Ιατρικών Κέντρων εις τα Πανεπιστήμια Πατρών, Ιωαννίνων και Θράκης, εκτελέσεως έργων εις τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και άλλων τινών διατάξεων κ.λπ.” επεκτείνονται και εφαρμόζονται αναλόγως και επί του υπό του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων ανεγερθησομένου Νοσοκομείου εις Αιγάλεω Αττικής, τηρουμένων και των ισχυουσών δια το Ιδρυμα παρεκκλίσεων από τας κειμένας διατάξεις.
Οι ειδικοί Κανονισμοί εκδίδονται υπό του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά πρότασιν του Δ.Σ. του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρον 64
Αι διατάξεις του νόμου 368/1976 “περί εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 4 του νόμου 283/1976 και επί των συνταξιούχων του Δημοσίου,των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και ρυθμίσεως ετέρων τινών ζητημάτων” έχουν εφαρμογήν από της ισχύος των επί των συνταξιούχων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των Ν.Π.Δ.Δ. των συνταξιοδοτουμένων εκ των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως δυνάμει της μεθ` ης συνδέονται ασφαλιστικής σχέσεως.
Άρθρον 65
Οι αγροτικοί οικισμοί Μεγάλο Κρανοβούνιο, Μικρό Κρανοβούνιο, Παραδημή, Μεσοχώρι και Υφανταί, οι οποίοι υπάγονταί εις τον Δήμον Κομοτιναίων του Νομού Ροδόπης, θεωρούνται ως προς την ασφάλισίν των εις τον ΟΓΑ ως αυτοτελείς οικισμοί.
Άρθρον 66
Εναρξις ισχύος.
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της 1ης του τρίτου μετά την δημοσίευσίν του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως μηνός, εκτός αν άλλως ορίζεται εν αυτώ.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 17 Μαρτίου 1981
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ