Μεταφορά ασφαλιστικών δικαιωμάτων από το Ελληνικό στο Κοινοτικό Συνταξιοδοτικό ΣύστημαΜε την ευκαιρία της αποστολής στις Υπηρεσίες σας των πρώτων αιτήσεων για μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των ελλήνων υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο κοινοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα, σε εφαρμογη των διατάξεων του ΚΕΦ. Β'(άρθρα 9-14) του ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57Α’) καθ’ ο μέρος οι διατάξεις αυτές αφορούν τις δημοσιοϋπαλληλικές συντάξεις και για τη διεκπεραίωση των υποθέσεων αυτών κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, σας κάνουμε γνωστά τα εξής:

Ι. ΕΚΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Οι διατάξεις των άρθρων 9-14 του ν. 2592/1998 έχουν εφαρμογή, εκτός των άλλων, και: α)για έλληνες που αναλαμβάνουν υπηρεσία στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες μετά την 18- 3-1998 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου), οι οποίοι πριν την ημερομηνία πρόσληψης στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες είχαν χρόνο υπηρεσίας-ασφάλισης στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση και ανεξάρτητα από το αν έλαβαν για τον χρόνο αυτό ασφαλιστικές παροχές ή όχι β) για έλληνες κοινοτικούς υπαλλήλους που έχουν αναλάβει υπηρεσία στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες πριν την 18-3-1998, οι οποίοι πριν την ανάληψη υπηρεσίας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες είχαν υπηρεσία-ασφάλιση στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση και ανεξάρτητα από το αν έχουν συνταξιοδοτηθεί ή όχι, είτε από ελληνικό ασφαλιστικό οργανισμό, είτε από το κοινοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα και γ)για τα μέλη των οικογενειών που αποκτούν συνταξιοδοτiκά δικαίωματα μετά το θάνατο των προσώπων των προηγουμένων περιπτώσεων (α και β).

Σημειώνεται επίσης, ότι οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται από όλους τους ελληνικούς ασφαλιστικούς φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας.

ΙΙ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Α. ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΜΜΒΑΝΟΥΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ 18-3-1998 (περιπτ. α και γ ενότητας Ι)
Η αίτηση μεταφοράς των δικαιωμάτων υποβάλλεται εις απλούν μαζί με τα απαραίτητα δικαιολογητικά από τους ενδιαφερόμενους έλληνες κοινοτικούς υπαλλήλους στην αρμόδια Κοινοτική Υπηρεσία και θεωρείται ότι απευθύνεται ταυτόχρονα σε όλους τους εμπλεκόμενους ελληνικούς ασφαλιστικούς φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, στους οποίους έχει αποκτήσει ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά δικαιώματα από υπηρεσία, οποιασδήποτε χρονικής διάρκειας, διανυθείσα στη Χώρα μας.

Η ανωτέρω αίτηση, προκειμένου για πρώην υπαλλήλους του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των άλλων νπδδ που διέπονται από δημοσιοϋπαλληλικές συνταξιοδοτικές διατάξεις, αποστέλλεται από την αρμοδια Κοινοτική Υπηρεσία στην Διεύθυνσή μας, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες του Οργανισμού Σύνδεσης (άρθρο 12). Η Διεύθυνσή μας θα διαβιβάσει τα μεν πρωτότυπα της ανωτέρω αίτησης και των σχετικών δικαιολογητικών στην αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ή στη Διεύθυνση Συντάξεων Προσωπικού ΝΠΔΔ του ΙΚΑ, κατά περίπτωση, φωτοτυπίες δε της αίτησης και των σχετικών δικαιολογητικών (που δεν απαιτείται να είναι επικυρωμένα) θα διαβιβάζονται σε κάθε έναν από τους λοιπούς εμπλεκομενους φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας (Μ.Τ.Π.Υ., Ταμείο Προνοίας, Ταμείο Αρωγής, κοινό καθεστώς ΙΚΑ κ.λ.π.). Όταν περιέλθουν η αίτηση και τα δικαιολογητικά του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία σας, κρίνεται σκόπιμο, μετά την χρέωσή τους στον αρμόδιο εισηγητή, να γίνεται άμεσα ένας προέλεγχος, αναφορικά με την πληρότητά τους. Σε κάθε περίπτωση τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά θα πρέπει να είναι τα ίδια (ίσης αποδεικτικής ισχύος) μ’ αυτά που απαιτούνται για την συνταξιοδοτηση υπαλλήλων που αφυπηρετούν από τη Δημόσια Διοίκηση της Χώρας μας. Αν από τον έλεγχο των δικαιολογητικών προκύψει ότι αυτά δεν είναι πλήρη, ο εισηγητής θα πρέπει, με δική του ευθύνη, ερχόμενος σε απευθείας επικοινωνία με τον ενδιαφερομενο (με τηλέφωνο ή FAX) να ζητά την συμπλήρωσή τους.

Το αμέσως ανωτέρω διαβιβαστικό έγγραφο μας προς την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και τους λοιπούς εμπλεκομενους ασφαλιστικούς φορείς θα κοινοποιείται παράλληλα στην αρμοδια υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, συνοδευόμενο από σχετική βεβαίωση παραλαβής, προκειμένου κατ’ αυτόν τον τροπο α)να γνωστοποιείται η ημερομηνία παραλαβής των σχετικών δικαιολογητικών, ώστε να γνωρίζει η αρμοδια Κοινοτική Υπηρεσία και o ενδιαφερόμενος τον ακριβή χρονο έναρξης της εξάμηνης προθεσμίας του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 10 του νόμου και β)να γνωρίζει κυρίως η αρμόδια Κοινοτική Υπηρεσία τους εμπλεκόμενους ασφαλιστικούς φορείς από τους οποίους θα αναμένει την μεταφορά κεφαλαίου αναλογιστικού ισοδύναμου, προκειμένου να κλείσει τον σχετικο φάκελλο.

Επειδή ο υπολογισμός του αναλογιστικού ισοδύναμου από όλους τους εμπλεκομενους φορείς (κύριας-επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας) πρέπει να συντελεσθεί εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την ημερομηνία που η σχετική αίτηση μεταφοράς Θα περιέλεθει στον Οργανισμό Σύνδεσης (ημερομηνία που πρωτοκολλήθηκε η αίτηση στο Γ.Λ.Κ.) και με δεδομένο ότι τα Ταμεία Επικουρικής Ασφάλισης -Πρόνοιας των δημοσίων υπαλλήλων, υπολογίζουν τις παροχές τους μετά την έκδοση της πράξης συνταξιοδοτησης (θεωρητικά) του υπαλλήλου, θα πρέπει οι αρμοδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γ.Λ. Κράτους ή του ΙΚΑ, κατά περίπτωση, να προβαίνουν στον υπολογισμό και τον έλεγχο του αναλογιστικού ισοδύναμου το συντομότερο δυνατόν και να κοινοποιούν αντίγραφο της εν λόγω πράξης στα, κατά περίπτωση, ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων, όπως αυτά προκύπτουν από το ανωτέρω διαβιβαστικό έγγραφο της Διεύθυνσής μας (Α παρ. 2), προκειμένου να προβούν και εκείνα με τη σειρά τους, εντός του ανωτέρω εξαμήνου, στον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου των παροχών τους. Στην περίπτωση που για μια υπηρεσία ή τμήμα της διαπιστώνεται ότι δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, ενώ είχε τέτοια υποχρέωση ο ενδιαφερόμενος ή η αναγνώρισή της είναι δυνατή μονο με εξαγορά, θα πρέπει με δική σας ευθύνη να τον ενημερώνετε ότι αν δεν προβεί στην αναγνώριση και εξαγορά της εν λόγω υπηρεσίας, ο αντίστοιχος χρονος θα εκπεσθεί από τον συνολικό συντάξιμο χρόνο ή τον χρόνο ασφάλισης, γεγονός που θα έχει επίπτωση και στο ποσό που θα υπολογισθεί τελικά ως αναλογιστικό ισοδύναμο. Εξυπακούεται ότι εφόσον τελικά ο ενδιαφερομενος προβεί στην εν λόγω αναγνώριση-εξαγορά, θα πρέπει να δίδεται από τις Υπηρεσίες σας απόλυτη προτεραιότητα στις αναγνωρίσεις-εξαγορές αυτές.

Μετά την ολοκλήρωση της αμέσως προηγούμενης διαδικασίας, αυτής δηλαδή του υπολογισμού και ελέγχου του αναλογιστικού ισοδύναμου και πάντοτε μέσα στα χρονικά πλαίσια του ανωτέρω εξαμήνου, όλοι οι εμπλεκομενοι φορείς θα πρέπει να απευθύνουν έγγραφο στην αρμοδια Κοινοτική Υπηρεσία (όπως αυτή προκύπτει από το διαβιβαστικό έγγραφο της παρ. 2 της παρούσας ενότητας) με κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο και στη Διεύθυνσή μας, με το οποίο θα αποστέλλουν αντίγραφο της πράξης υπολογισμού του αναλογιστικού ισοδύναμου εις διπλούν (ένα για την Υπηρεσία και ένα για τον ενδιαφερομενο). Σημειώνουμε ότι από την πράξη υπολογισμού του αναλογιστικού ισοδύναμου Θα πρέπει, τόσο για τους εν ενεργεία υπαλλήλους, όσο και για τους συνταξιούχους, να προκύπτουν: α) οι περίοδοι ασφάλισης (συντάξιμος χρόνος), β) το πόσο της μηνιαίας σύνταξης-παροχής, γ) ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου (πίνακες 1-25 του άρθρου 14) και δ) το συνολικό πόσο του προς μεταφορά κεφαλαίου, από δε το έγγραφο που απευθύνεται στην αρμόδια Κοινοτική Υπηρεσία, θα πρέπει να προκύπτουν τα ένδικα μέσα που μπορεί ν’ ασκήσει ο ενδιαφερομενος κατά της πράξης υπολογισμού του αναλογιστικού ισοδύναμου, καθώς και οι σχετικές με την άσκησή τους προθεσμίες, οι οποίες προβλέπονται από την νομοθεσία του κάθε ασφαλιcτικού φορέα. Επισημαίνεται επίσης ότι ο υπολογισμός-μεταφορά του αναλογιστικού ισοδύναμου από τον κάθε ασφαλιστικό φορέα ενεργείται για το σύνολο της υπηρεσίας-ασφάλισης που έχει διανυθεί στον φορέα αυτόν.
6. Από την ημερομηνία που φέρει το απευθυνόμενο προς την αρμοδια Κοινοτική Υπηρεσία έγγραφο (παρ. 5) και σε προθεσμία δώδεκα (12) μηνών ο αiτών/η αιτούσα Θα πρέπει να δηλώσει εγγράφως με οριστική και αμετάκλητη δήλωσή του/της, που υποβάλλεται στον οικείο ελληνικό φορέα ασφάλισης, μέσω της Διοίκησης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αν αποδέχεται την μεταφορά του αναφερόμενου στην ανωτέρω παρ. 4 αναλογιστικού ισοδύναμου, από το ελληνικό σύστημα στο σύστημα συνταξιοδότησης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω δωδεκάμηνη προθεσμία, χωρίς δηλαδή την υποβολή σχετικής δήλωσης για την μεταφορά του αναλογιστικού ισοδύναμου από τον ενδιαφερομενο, ο φάκελος της υπόθεσης κλείνει και τίθεται στο αρχείο.. Εξυπακούεται ότι το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που υποβληθεί, μέσα στο δωδεκάμηνο, αρνητική δήλωση από τον/την ενδιαφερόμενο/νη.

Κατά το τελευταίο στάδιο της εν λόγω διαδικασίας το πραγματικό κεφάλαιο που αντιστοιχεί στο κατά το ανωτέρω αναλογιστικό ισοδύναμο μεταφέρεται στο Σύστημα Συνταξιοδότησης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , από τους αρμόδιους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, με την κατάθεσή του στον τραπεζικο λογαριασfιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με αριθμο 310-0933000-43 στην Τράπεζα Banque Bruxelles Lambert, Agence Europeenne στην διεύθυνση 5 rond-point Schuman – 1040 BUXELLES για λογαριασμό του/της ασφαλισμένου/νης. Η κατάθεση στον εν λόγω τραπεζικό λογαριασμό πρέπει να συντελεσθεί το αργότερο μέχρι την τελευταία ημέρα του εξαμήνου που αρχίζει από την ημερομηνία περιέλευσης της οριστικής δήλωσης αποδοχής μεταφοράς του αναλογιστικού ισοδύναμου στον αρμόδιο Οργανισμό Σύνδεσης. Ο Φορέας – Υπηρεσία που θα προβεί στην ανωτέρω κατάθεση θα πρέπει να απευθύνει έγγραφο στην αρμόδια Κοινοτική Υπηρεσία, με παράλληλη κοινοποίησή του, τόσο στον ενδιαφερόμενο, όσο και στον Οργανισμό Σύνδεσης, με το οποίο θα γνωστοποιείται η ημερομηνία, το ποσό που κατατέθηκε και τον/την ασφαλισμένο/νη που αφορά.

Β’ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΔΙΟΡΙΣΘΕΙ ΣΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ 18-3-1998 (περιπτ. β και γ της ενότητας Ι).
Η ανωτέρω διαδικασία (στάδια) της ενότητας ΙΙΑ θα ακολουθηθεί και για τα άτομα της παρούσας περίπτωσης (υπηρετούντες και συνταξιούχοι), με τις εξής δύο διαφορές:

Η αίτησή τους για μεταφορά των δικαιωμάτων τους πρέπει να περιέλθει στον Οργανισμό Σύνδεσης μέχρι 18-9-1999 (παρ. 3 άρθρου 10 όπως ήδη συμπληρώνεται) και

Οι προθεσμίες των προηγουμένων σταδίων παρατείνονται για ένα (1) εξάμηνο, δηλαδή όπου στα προηγούμενα στάδια της ενότητας ΙΙΑ έχουμε προθεσμία ενός (1) εξαμήνου για τα πρόσωπα της παρούσας ενότητας (ΙΙΒ), η προθεσμία αυτή εκτείνεται σε ένα (1) έτος. Αυτό προβλέφθηκε προκειμένου κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου που θα υπάρξει σώρευση αιτήσεων, να υπάρχει επαρκής χρόνος στις υπηρεσίες για την διεκπεραίωσή τους.

Στο σημείο αυτό σχετικά με τις αιτήσεις μεταφοράς δικαιωμάτων συνταξιούχων του Δημοσίου σημειώνουμε τα εξής: α) τα σχετικά δικαιολογητικά τους, εκτός φυσικά της αίτησης, θα αναζητούνται από τους συνταξιοδοτικούς φακέλους, β) προκειμένου τα άτομα αυτά να μην παραμείνουν χωρίς σύνταξη, επειδή η εξάντληση των σχετικών προθεσμιών που έχουν τεθεί στα ενδιάμεσα στάδiα μπορεί να οδηγήσει στην πραγματική μεταφορά του αναλογιστικού ισοδύναμου μετά την παρέλευση ακόμα και μίας διετίας από την υποβολή της αρχικής αίτησης, έχει προβλεφθεί, σε υπό ψήφιση διάταξη, η διακοπή της σύνταξης ή της παροχής να συντελείται από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου της πραγματικής μεταφοράς του Κεφαλαίου από τον αρμόδιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, στη Διοίκηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τα ποσά των συντάξεων, που έχουν καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο από την πρώτη του επόμενου μήνα περιέλευσης της αίτησης μεταφοράς του αναλογιστικού ισοδύναμου στον Οργανισμό Σύνδεσης μέχρι την τελευταία ημέρα του μήνα της πραγματικής μεταφοράς του να συμψηφίζονται, με πράξη ή απόφαση του αρμοδίου οργάνου με το προς μεταφορά, κεφάλαιο του αναλογιστικού ισοδύναμου.

III. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΑΛΛΟΓΙΣΤΙΚΟΥ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΥ.
Α. ΚΥΡΙΑ ‘H ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
Για τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου απαιτούνται τα παρακάτω στοιχεία:

η μηνιαία σύνταξη-παροχή, η οποία εξευρίσκεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του κάθε φορέα και

ο συντελεστής του αναλογiστικού ισοδύναμου όπως προκύπτει από τον οικείο, από τους Πίνακες 1-25 του άρθρου 14 του ν.2592/199β, Πίνακα.

Για την εξεύρεση της μηνιαίας σύνταξης – παροχής ακολουθείται η μέθοδος υπολογισμού , που προβλέπει η νομοθεσία του κάθε φορέα και ως συντάξιμη υπηρεσία ή χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος της υπηρεσίας που πράγματι παρασχέθηκε ή ο χρόνος ασφάλισης που πράγματι διανύθηκε στον οικείο φορέα με τον συνυπολογισμό και κάθε υπηρεσίας που λογίζεται ως συντάξιμη ή ως χρόνος ασφάλισης από τους οικείους φορείς (χρόνος προσόντος, στρατιωτική θητεία, χρόνος διαδοχικής ασφάλισης ν.1405/83 κ.λπ.). Για τον προσδιορισμό του χρόνου θεμελίωσης του δικαιώματος ο αιτών/η αιτούσα θα λογίζεται (κατά πλάσμα) ότι δεν διέκοψε μέχρι τον χρόνο θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος την υπηρεσία του/της ή την ασφάλισή του/της στον οικείο φορέα. Το ποσό της σύνταξης ή της παροχής υπολογίζεται σε κάθε περίπτωση με τα δεδομένα που ισχύουν κατά την ημερομηνία περιέλευσης της αίτησης στον Οργανισμό Σύνδεσης.
Η αμέσως ανωτέρω υπολογισθείσα μηνιαία σύνταξη-παροχή πολλαπλασιάζεται με τον αριθμο των ετησίως καταβαλλομένων, σύμφωνα με την νομοθεσία του κάθε φορέα, μηνιαίων συντάξεων-παροχών (ήτοι επί 12 ή 14) και το ποσό του γινομένου αυτού πολλαπλασιάζεται με τον συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου (ΠΙΝΑΚΕΣ άρθρου 14).

Σε περίπτωση που ο αιτών /η αιτούσα είναι συνταξιούχος του φορέα σας, η μηνιαία σύνταξη-παροχή που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου, είναι αυτή που ήδη του καταβάλλεται και κατά συνέπεια παρέλκει ο κατά τα ανωτέρω υπολογισμός της.

Όπως θα παρατηρήσετε στους Πίνακες 1 έως και 12 καθώς και στον Πίνακα 24, οι οποίοι αφορούν παροχές σύνταξης σε άνδρες εν ενεργεία ασφαλισμένους ή συνταξιούχους, αντίστοιχα, υπάρχει αναφορά σε ποσοστό σύνταξης χηρείας. Αυτό σημαίνει, ότι ανάλογα με το προβλεπόμενο από τη νομοθεσία του οικείου φορέα ποσοστό σύνταξης χηρείας θα χρησιμοποιείται και ο αντίστοιχος Πίνακας.

Η εξεύρεση του οικείου Πίνακα γίνεται, κατά τις παρακάτω διακρίσεις:

Από τους Πίνακες 1 έως και 12 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για τις παροχές κύριας και επικουρικής σύνταξης που αφορούν άνδρες εν ενεργεία ασφαλισμένους (π.χ. για κύρια σύνταξη από το Δημόσιο πiνακες 4,5 και 6).

Από τους Πίνακες 16 έως και 19 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για τις παροχές κύριας και επικουρικής σύνταξης που αφορούν γυναίκες εν ενεργεία ασφαλισμένες.

Από τον Πίνακα 24 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για παροχές κύριας και επικουρικής σύνταξης που αφορούν άνδρες συνταξιούχους και

Από τον Πίνακα 25 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για παροχές κύριας και επικουρiκής, σύνταξης που αφορούν γυναίκες συνταξιούχους.

Μετά την εξεύρεση του οικείου Πίνακα αναζητείται και εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου που αντιστοιχεί στον αιτούντα/στην αιτούσα. Ο εν λόγω συντελεστής προσδιορίζεται από το σημείο που τέμνονται η οριζοντια στήλη της ηλικίας του αιτούντος/της αιτούσας με την κάθετη στήλη της ηλικίας έναρξης πληρωμής της σύνταξής του/της. Για τον προσδιορισμό της έναρξης πληρωμής της σύνταξης συνεκτιμώνται όλα εκείνα τα στοιχεία που θα λαμβάνονταν υπόψη αν ο/η υπάλληλος αυτός/αυτή είχε συνεχίσει και τερματίσει την σταδιοδρομία του/της στην χώρα μας, ήτοι ημερομηνία διορισμού, φύλο, οικογενειακή κατάσταση (γυναίκα έγγαμη-άγαμη με ή χωρίς παιδιά, αριθμός παιδιών) ηλικία και χρόνος θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

Στο σημείο αυτο διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

Στις περιπτώσεις που ως ηλικία έναρξης πληρωμής της σύνταξης προκύπτει ηλικία μικροτερη από εκείνη που έχει ο αιτών/η αιτούσα κατά τον χρονο υποβολής της αίτησης στην Διοίκηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα λαμβάνεται υπόψη η ηλικία που έχει κατά τον χρόνο αυτό (π.χ. για κοινοτικό υπάλληλο ηλικίας 62 ετών κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησής του, που με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, λογίζεται ότι θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31-12-1997 και ως ηλικία έναρξης πληρωμής της σύνταξης ορίζεται το 55ο έτος, για την εφαρμογή του ΚΕΦ. Β’ του ν.2592/1998, ως ηλικία έναρξης πληρωμής της σύνταξης, η οποία τελικά και συμπροσδιορίζει τον συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου, θα ληφθεί το 62ο έτος της ηλικίας που έχει σήμερα ο αιτών).

Η ηλικία του αιτούντος /της αιτούσας, για τις ανάγκες εφαρμογής του νόμου, προκύπτει από την διαφορά μεταξύ του έτους υποβολής της αίτησής του/της κοινοτικού υπαλλήλου στην Διοίκηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του έτους της γέννησής του/της. (Δηλαδή για υπάλληλο που γεννήθηκε την 17-12-1931 και η αίτησή του υποβλήθηκε στην Διοίκηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την 18-2-1999, η ηλικία που θα ληφθεί υπόψη προκύπτει από την αριθμητική διαφορά μεταξύ των ετών 1999 και 1931 (1999-1931), ήτοι λογίζεται 68 ετών).

Β. ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΗ
Για τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου απαιτούνται:

το ποσό της εφάπαξ παροχής που δικαιούται ο αιτών/η αιτοιίσα και
ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου.

Υπολογίζεται το ποσό της εφάπαξ παροχής που θα εδικαιούτο ο αιτών/η αιτούσα, κατά την ημερομηνία περιέλευσης στον Οργανισμό Σύνδεσης της αίτησής του/της, ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων του οικείου φορέα για την απονομή της εφάπαξ παροχής και το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου, όπως προκύπτει από τους Πίνακες.

Ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου προκύπτει από τους Πίνακες του άρθρου 14 του ν. 2592/98 κατά τις παρακάτω διακρίσεις:

Από τους Πίνακες 13 έως και 15 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για εφάπαξ παροχές που αφορούν άνδρες εν ενεργεία ασφαλισμένους.

Από τους Πίνακες 20 έως και 23 εξευρίσκεται ο συντελεστής του αναλογιστικού ισοδύναμου για εφάπαξ παροχές που αφορούν γυναίκες εν ενεργεiα ασφαλισμένες.

Ο εν λόγω συντελεστής προσδιορίζεται από την ηλικία των υπαλλήλων κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησής τους στη Διοίκηση των Ε.Κ. και την ηλικία έναρξης πληρωμής της σύνταξης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κάθε φορέα.

Διευκρινίζεται ότι για τους συνταξιούχους που έχουν ήδη λάβει εφάπαξ παροχή, οι οικείοι φορείς (εφάπαξ παροχών) δεν εμπλέκονται στην διαδικασία μεταφοράς αναλογιστικού ισοδύναμου.

IV. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΡΗΡΗΣΕΙΣ
Κατά τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου των ασφαλισμένων (εν ενεργεία και συνταξιούχων) όλων των ασφαλιστικών φορέων, στο πόσο της σύνταξης δεν θα υπολογίζεται η οικογενειακή παροχή, το επίδομα ανικανότητας και το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (Ε.Κ.Α.Σ).

Στην περίπτωση που ο αιτών/η αιτούσα έχει υπηρετήσει στο Δημοσιο με σύμβαση, αν μεν έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν.δ. 874/1971 , δηλαδή έχει προσληφθεί πριν την 18 Σεπτεμβρiου 1984 και έχει συμπληρώσει 5ετή συνεχή υπηρεσία στη μη μονιμη θέση, αρμόδιος για την διεκπεραίωση της σχετικής αίτησης και τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου φορέας, είναι το Δημοσιο (Δ/νσεις Συντάξεων του Γ.Λ.Κράτους), αν δε δεν έχει υπαχθεί στις ανωτέρω διατάξεις η σχετική αρμοδιοτητα ανήκει στο ΙΚΑ.

Σε κάθε περίπτωση η αναγνώριση προϋπηρεσίας από τον αιτούντα/την αιτούσα, Θα πρέπει να έχει συντελεσθεi και οι σχετικές οφειλές να έχουν εξοφληθεί πριν τον υπολογισμό του αναλογιστικού ισοδύναμου. Συμψηφισμός ασφαλιστικών εισφορών που οφείλονται λόγω αναγνώρισης κάποιας προϋπηρεσίας με το υπολογισθέν ποσό του αναλογιστικού ισοδύναμου, δεν είναι δυνατος.

Στην περίπτωση που στον ασφαλιστικό φορέα σας δεν προβλέπεται από τις διέπουσες αυτόν διατάξεις, δυνατότητα μεταφοράς-κατάθεσης χρηματικού ποσού σε τραπεζικό λογαριασμό για εξαγωγή χρημάτων στο εξωτερικό (Ευρωπαϊκή Ένωση), θα πρέπει να γίνουν, το συντομότερο δυνατόν, οι αναγκαίες συνενοήσεις με το Υπουργείο που σας εποπτεύει, προκειμένου να δρομολογηθούν και συντελεσθούν οι αναγκαίες προς τούτο νομοθετικές παρεμβάσεις.

Το συνολικό Κεφάλαιο που μεταφέρεται για λογαριασμό του/της κάθε υπαλλήλου, από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (κύρια-επικουρική σύνταξη, εφάπαξ παροχή), μετατρέπεται σε κοινοτικό χρονο με βάση εσωτερικές διατάξεις του συστήματος συνταξιοδότησης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εξυπακούεται ότι μετά την περάτωση της διαδικασίας μεταφοράς του αναλογιστικού ισοδύναμου, οι εμπλεκομενοι φορείς θα πρέπει να ενημερώνουν τα αρχεία τους-φακέλους των ενδιαφερομένων για την συντελεσθείσα μεταφορά των δικαιωμάτων τους.

Τέλος επισημαίνεται, ότι το αναλογιστικό ισοδύναμο που μεταφέρεται είναι απαλλαγμένο από κάθε είδους φόρο ή κράτηση (παρ. 5 άρθρου 1 1 )