Συμπληρωματικές οδηγίες για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3385/2005.Συμπληρωματικές οδηγίες για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3385/2005.

ΔΙΕΥΘΥΝΣH ΠΑΡΟΧΩΝ Γ.Ε.:Σ50/27/4 .12. 2006

Σχετ.: Η εγκύκλιος 82/2005 και το Γενικό Έγγραφο Σ50/1/13.1.2006.

1. Όπως είναι γνωστό, το άρθρο 62 του Ν. 2676/99 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 3385/2005 (παρ. 1-5). Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται από την 19.8.2005 και εφεξής. Εφαρμόζονται όμως και στις περιπτώσεις που ο θάνατος έχει ήδη επέλθει, εφόσον κατά τις προϊσχύουσες διατάξεις η σύνταξη στον επιζώντα έχει διακοπεί ή ανασταλεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 1379/83 ή έχει μειωθεί κατά 70% σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 14 του Ν. 2592/98. Στις περιπτώσεις αυτές τα οικονομικά αποτελέσματα που προκύπτουν είτε από την επαναχορήγηση της διακοπείσας σύνταξης είτε από τον επιμερισμό στα προστατευόμενα παιδιά της ανασταλείσας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 1379/83 ή της μειωθείσας σύμφωνα με τον Ν. 2592/98 σύνταξης του επιζώντα επέρχονται από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης από τους ενδιαφερόμενους.

Το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά την υποβολή σχετικού ερωτήματος της Υπηρεσίας μας, διευκρίνισε ότι ο επιμερισμός της σύνταξης θα γίνεται και στις περιπτώσεις που ο θάνατος του ασφαλισμένου ή του συνταξιούχου που παρείχε τις υπηρεσίες του στο δημόσιο τομέα επήλθε πριν από την 19.8.2005 και ανεξάρτητα από το γεγονός της τυχόν μη υποβολής αίτησης για συνταξιοδότηση λόγω θανάτου εκ μέρους του επιζώντος συζύγου. Εξυπακούεται ότι τα ποσά που θα χορηγηθούν στα παιδιά δεν μπορούν να αφορούν χρονικό διάστημα προγενέστερο της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης του συζύγου.

2. Εξάλλου, Στην περ. β της παρ. 1 του άρθρου 62 του Ν. 2676/99, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 3385/2005 ορίζεται ότι «στην περίπτωση που ο επιζών των συζύγων εργάζεται ή απασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιοδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, η σύνταξη περιορίζεται στο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου έως τη συμπλήρωση του 65ου έτους…». Περαιτέρω δε στην περ. δ της ίδιας παραγράφου ορίζεται ότι «στην περίπτωση που ο επιζών των συζύγων λαμβάνει και σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες της μίας συντάξεις λόγω θανάτου, κύριες ή επικουρικές, ο περιορισμός του ποσού της σύνταξης που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή γίνεται σε μία από τις κύριες, καθώς και μία από τις επικουρικές συντάξεις επιλογής του».
Το Υπουργείο Απασχόλησης ως προς την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης διευκρίνισε ότι εφόσον και μετά την εφαρμογή του άρθρου 4 του Ν. 3385/2005 το Δημόσιο δεν έχει υιοθετήσει αντίστοιχη ρύθμιση σχετικά με την περικοπή της χορηγούμενης από αυτό σύνταξης στις περιπτώσεις που η μία σύνταξη προέρχεται από το Δημόσιο και η άλλη από το ΙΚΑ-ΕΤΑμ ή άλλο οργανισμό κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας, αναιρείται γι’ αυτές τις κατηγορίες συνταξιούχων το παρεχόμενο εκ του νόμου δικαίωμα επιλογής της σύνταξης για την εφαρμογή της εν λόγω περικοπής.

Επομένως, και μετά την εφαρμογή του άρθρου 4 του Ν. 3385/2005, στις περιπτώσεις που καταβάλλονται δύο συντάξεις, μία εξ ιδίου δικαιώματος από το Δημόσιο και μία λόγω θανάτου από το ΙΚΑ-ΕΤΑM, δεν θα γίνεται καμία περικοπή σε καμία από αυτές, ούτε η δήλωση επιλογής που προβλέπεται από την περ. δ του άρθρου 4 του Ν. 3385/2005, ως άνευ αντικειμένου.