Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 32 του Ν.3518/2006 (ΦΕΚ 272 τ. Α΄ 21-12-2006) Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 3 & 4 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006.ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ – ΕΣΟΔΩΝ
Γ.Ε.:Ε33/111/7-3-200

Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 32 του Ν.3518/2006 (ΦΕΚ 272 τ. Α΄ 21-12-2006)
Κοινοποίηση διατάξεων της παρ. 3 & 4 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006
(ΦΕΚ 276 τ. Α΄ 22-12-2006)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 32 του Ν.3518/2006
(ΦΕΚ 272 τ. Α΄ 21-12-2006)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Διατάξεις της παρ. 3 & 4 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006
(ΦΕΚ 276 τ. Α΄ 22-12-2006)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
Σας κοινοποιούµε τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 32 του Ν.3518/2006 (ΦΕΚ 272 Α 21-12-2006) και της κατά εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσας υπ’αριθµ.Φ.11321/οικ.1121/56/17-1-2007 (ΦΕΚ 93Β/30-1-2007) απόφασης Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

ΕΚΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 32 του Ν.3518/06 καταλαµβάνουν όσους επιτηδευµατίες, φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, που είχαν αναθέσει το χειρισµό των ασφαλιστικών υποθέσεων τους, καθώς και την εµπρόθεσµη καταβολή των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν εντολείς τους και υπεξαίρεσαν από αυτούς χρηµατικά ποσά που αντιστοιχούσαν στην πληρωµή των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων αυτών, περιόδου απασχόλησης µέχρι 31/12/1997 προς το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. ή δεν τήρησαν ορθά τα απαιτούµενα βιβλία και στοιχεία, οι οποίοι προκειµένου να τύχουν των ρυθµίσεων της διάταξης αυτής, οφείλουν να υποβάλουν σχετική αίτηση στις αρµόδιες υπηρεσίες του Ιδρύµατος µέχρι τις 21/6/2007.

2. ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ – ΤΡΟΠΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ
Στη ρύθµιση αυτή υπάγονται µόνο οι επιτηδευµατίες που νοµίµως έχουν υποβάλει µέχρι 31/12/1998 µήνυση κατά των υπευθύνων για απάτη – υπεξαίρεση και θα πρέπει απαραίτητα η προαναφερθείσα αίτηση να συνοδεύεται από :
α) επικυρωµένο αντίγραφο της υποβληθείσας µέχρι 31/12/1998 µήνυσης κατά των υπευθύνων της απάτης.

β) την τελεσίδικη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει ότι η µη εκπλήρωση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων των µηνυτών οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των µηνυοµένων.

γ) και την κατάθεση άλλων απαραίτητων δικαιολογητικών.
Σε περίπτωση που δεν έχουν αποδοθεί οι εισφορές χρονικής περιόδου απασχόλησης από 1/1/1998 και εφεξής προς το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ., είναι δυνατή η υπαγωγή των επιχειρήσεων στην παρούσα ρύθµιση, εφόσον η καταβολή τους ρυθµιστεί ή εξοφληθεί, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 51-55 του Ν.2676/99 (εγκ.52/99), όπως βελτιώθηκαν και ισχύουν µε το άρθρο 11 του Ν.3232/04 (εγκ.20/04) ή µε τις ευνοϊκές διατάξεις του Ν.3518/06 (εγκ. 71/06) ως η προθεσµία για υποβολή αίτησης ορίζεται (2/4/2007).

Το αρµόδιο υποκατάστηµα Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. µετά την διενέργεια ελέγχου θα χορηγεί Υπηρεσιακό Σηµείωµα όπου θα προκύπτει η συνολική οφειλή (κύρια εισφορά) της επιχείρησης για το εν λόγω διάστηµα που αφορά την ρύθµιση.
Την οφειλή αυτή ρυθµίζουν οι εργοδότες εντός µηνός από την χορήγηση της σχετικής βεβαίωσης (Υπηρεσιακό Σηµείωµα).

Στη ρύθµιση υπάγονται οι κύριες εισφορές, εργοδότη και εργαζοµένου χρονικής περιόδου απασχόλησης µέχρι και 31/12/1997, και εξοφλούνται σε 12 ισόποσες διµηνιαίες δόσεις, χωρίς την υποχρέωση προκαταβολής, ενώ τα ποσά των προσθέτων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων διαγράφονται. Επίσης διαγράφονται δικαστικά έξοδα και δικαιώµατα εκτέλεσης που αφορούν το χρονικό διάστηµα απασχόλησης που ο νόµος ορίζει (έως 31/12/1997).

Τυχόν ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί από εργοδότες για την εξόφληση της κύριας οφειλής τους δεν αναζητούνται ή δεν συµψηφίζονται, ενώ αντίθετα τα πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις που έχουν βεβαιωθεί και καταβληθεί για την αιτία που ο νόµος ορίζει, συµψηφίζονται µε τα λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών.
Τονίζουµε ότι κατά την είσπραξη των ανωτέρω ποσών (µηνιαίων δόσεων), οι καταλογιστικές πράξεις (Π.Ε.Ε., Π.Ε.Π.Τ., Π.Ε.Π.Ε.Ε., κτλ.), θα εξοφλούνται εξ’ ολοκλήρου µε τα αναλογούντα οίκοθεν πρόσθετα τέλη κατά την ηµεροµηνία καταβολής, µε βάση τη χρονική σειρά βεβαίωσης (παρ.1 άρθρο 15 του Ν.2972/01).

Τα δε προκύπτοντα ποσά των διαγραφών (των προσθέτων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων) ή συµψηφισµών (των πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που έχουν βεβαιωθεί και καταβληθεί για την αιτία που ο νόµος ορίζει), θα υπολογίζονται (αφαιρετικά) στο ρυθµιζόµενο ποσό του εργοδότη, αλλά θα αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις της ρύθµισης και µόνο σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης αυτής.

Στην παρούσα ρύθµιση µπορούν να υπαχθούν και όσοι εργοδότες, φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, έχουν ρυθµίσει τις οφειλές τους χρονικής περιόδου απασχόλησης µέχρι την 31/12/1997, µε άλλες διατάξεις, για το µέρος της οφειλής που δεν έχει εξοφληθεί ακόµη, υπό τον όρο να πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος νόµου.
Για τους εργοδότες, φυσικά ή νοµικά πρόσωπα που θα υπαχθούν στην ρύθµιση αυτή η πρώτη δόση της ρύθµισης θα καταβληθεί µέχρι την τελευταία εργάσιµη για τις δηµόσιες υπηρεσίες ηµέρα, του επόµενου µήνα από εκείνο κατά τον οποίο υπήχθησαν στη ρύθµιση, για δε τις υπόλοιπες δόσεις, µέχρι την τελευταία για τις δηµόσιες υπηρεσίες ηµέρα των αντιστοίχων διµήνων που ακολουθούν.

Είναι δυνατή η εκπρόθεσµη καταβολή δόσης µέχρι το τέλος του επόµενου µήνα από αυτόν που είναι απαιτητή και επιτρέπεται για δυο δόσεις σε κάθε δωδεκάµηνο.

3. ΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΟΤΗΤΑΣ
Για το χρονικό διάστηµα που οι εργοδότες τηρούν τους όρους της ρύθµισης (καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/98 και εφεξής καθώς και καταβολή των τρεχουσών εισφορών) θα λαµβάνουν βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενηµερότητας χωρίς παρακράτηση για κάθε χρήση.
Στις περιπτώσεις όµως που δεν έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές από 1/1/98 και εφεξής, έχουν όµως ρυθµιστεί σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 51-55 του Ν.2676/99 όπως ισχύουν σήµερα ή βάσει των διατάξεων του Ν.3518/06, τότε θα χορηγούνται στους ενδιαφερόµενους εργοδότες βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενηµερότητας µε το προβλεπόµενο, από τη σχετική απόφαση ρύθµισης, ποσοστό παρακράτησης.
4. ΑΠΩΛΕΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
Η µη καταβολή πέραν των δυο δόσεων ανά δωδεκάµηνο, ή µη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/1998 και εφεξής, συνεπάγεται την απώλεια του παρεχόµενου ευεργετήµατος τµηµατικής εξόφλησης των οφειλοµένων εισφορών χρονικής περιόδου απασχόλησης µέχρι 31/12/1997, καθιστώντας άµεσα απαιτητό το σύνολο του οφειλοµένου ποσού από κύρια εισφορά της ανωτέρω χρονικής περιόδου µε τα αναλογούντα σ΄ αυτή κατά την ηµεροµηνία εξόφλησης πρόσθετα τέλη και λοιπές προσαυξήσεις.
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθµισης, λαµβάνονται σωρευτικά όλα τα αναγκαστικά µέτρα για την είσπραξη του συνόλου της οφειλής µετά των αναλογούντων προσθέτων τελών και λοιπών προσαυξήσεων.
5. ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ – ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ
για όσο διάστηµα οι υπαγχθέντες στη ρύθµιση τηρούν τους όρους αυτής :
α) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για παραβάσεις του Α.Ν.86/1967, όπως ισχύει, εξαλείφεται το αξιόποινο σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης και αναβάλλεται η εκτέλεση ορισµένης ποινής η διακόπτετε η αρξαµένη εκτέλεση αυτής, η οποία τελικά εξαλείφεται σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης.

β) διατηρούνται οι κατασχέσεις και υποθήκες που έχουν επιβληθεί µε εξαίρεση τις κατασχέσεις εις χείρας τρίτου. Είναι δυνατή η επιβολή νέων κατασχέσεων κινητών και ακινήτων, καθώς και εγγραφή υποθήκης για διασφάλιση της οφειλής

γ) οι αναστολές της παραγράφου αυτής παύουν να υφίστανται, εφόσον ο εργοδότης απολέσει το δικαίωµα της ρύθµισης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΡ. 3 & 4 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18 ΤΟΥ Ν.3522/2006 (ΦΕΚ 276 τ.Α’ 22-12-2006)

ΠΡΟΪΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
Παρ. 2 άρθρου 31 του Ν.2972/01
Εγκύκλιος : 12/02 (Κεφ. ΣΤ’)
Παρ. 5 του άρθρου 39 του Ν.2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α’)

ΙΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
Παρ. 3 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006 (ΦΕΚ 276 τ.Α’ 22-12-2006),
Σύµφωνα µε τις ανωτέρω διατάξεις:
«Αµελείται η λήψη των προβλεποµένων, από τον Κ.Ε.Δ.Ε. (Ν.Δ.356/1974) αναγκαστικών µέτρων είσπραξης σε βάρος οφειλετών, εκτός του µέτρου της κατάσχεσης απαιτήσεων εις χείρας τρίτων, εφόσον οι συνολικές βεβαιωµένες και ληξιπρόθεσµες οφειλές τους σε Δηµόσια Οικονοµική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) υπέρ του Δηµοσίου ή Νοµικών Προσώπων ή Τρίτων δεν υπερβαίνουν τα τριακόσια ευρώ (300,00 €). Αναγκαστικά µέτρα είσπραξης, που έχουν ληφθεί µέχρι την προηγούµενη ηµέρα ισχύος του παρόντος (22-12-2006) σε βάρος οφειλετών, για οφειλές µικρότερες του ανωτέρου ποσού, αίρονται µετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον εξοφληθούν τα έξοδα διοικητικής εκτέλεσης».

ΠΡΟΪΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
Άρθρο 31 του Ν.Δ.356/1974 Κ.Ε.Δ.Ε.(εδάφ. 5)

ΙΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
«Δεν επιτρέπεται η κατάσχεση µισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθηµάτων που καταβάλλονται περιοδικώς, εφόσον το ποσό αυτών µηνιαίως είναι µικρότερο των εξακοσίων ευρώ (600,00 €), στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση επί του ενός τετάρτου (1/4) αυτών, το εναποµένον όµως ποσό δεν µπορεί να κατώτερο των εξακοσίων ευρω (600,00 €)».
Κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί µέχρι την προηγούµενη ηµέρα ισχύος του παρόντος (22-12-2006) σε βάρος οφειλετών που ανάγονται στην προαναφερθείσα περίπτωση, αίρονται µετά από αίτηση του οφειλέτη».

N. 3518/2006 ( ΦΕΚ 272 /21-12-2006 τ.Α΄)
Άρθρο 32 Ειδικές ρυθµίσεις οφειλόµενων εισφορών
…………………………………………………………………………………………………… 2.α) Οι ασφαλιστικές εισφορές προς το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., τους Οργανισµούς, Ταµεία και Λογαριασµούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και προς τους φορείς επικουρικής ασφάλισης περιόδου απασχόλησης µέχρι 31.12.1997 που δεν έχουν καταβληθεί από επιτηδευµατίες, φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, οι οποίοι είχαν αναθέσει το χειρισµό ασφαλιστικών υποθέσεών τους, καθώς και την εµπρόθεσµη καταβολή των πάσης φύσης ασφαλιστικών εισφορών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν τους εντολείς τους και υπεξαίρεσαν από αυτούς χρηµατικά ποσά που αντιστοιχούσαν στην πληρωµή των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεών τους προς τους ασφαλιστικούς φορείς ή δεν τήρησαν ορθά τα απαιτούµενα βιβλία και στοιχεία, εξοφλούνται σε 12 ισόποσες διµηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής. Τα ποσά των πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων και δικαιωµάτων εκτέλεσης κ.λπ. που αναλογούν στις παραπάνω εισφορές διαγράφονται.

β) Στη ρύθµιση αυτή υπάγονται µόνο οι επιτηδευµατίες που νοµίµως έχουν υποβάλλει µέχρι 31.12.1998 µήνυση κατά των υπευθύνων για απάτη, υπεξαίρεση και λοιπές πράξεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ του παρόντος και έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση κατά των µηνυοµένων και από την οποία προκύπτει ότι η µη εκπλήρωση των ασφαλιστικών υπο-χρεώσεων των µηνυτών οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των µηνυοµένων.
γ) Για την υπαγωγή στη ρύθµιση αυτή πρέπει οι ασφαλιστικές εισφορές περιόδου απασχόλησης από 1.1.1998 να έχουν καταβληθεί ή να έχουν ρυθµιστεί νόµιµα, να καταβάλλονται κανονικά οι τρέχουσες εισφορές µέσα στις προβλεπόµενες προθεσµίες και να υποβληθεί σχετική αίτηση µέσα σε χρονικό διάστηµα έξι µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου. Η αίτηση συ-νοδεύεται υποχρεωτικά από επικυρωµένο αντίγραφο της µήνυσης και την τελεσίδικη απόφαση του οικείου δικαστηρίου που αναφέρονται στην περίπτωση β’ της παραγράφου αυτής.
δ) Εάν οι επιτηδευµατίες που υπάγονται στη ρύθµιση αυτή έχουν ήδη καταβάλει ποσά για την εξόφληση της κύριας οφειλής, τα καταβληθέντα δεν αναζητούνται και δεν συµψηφίζονται. Ποσά που έχουν καταβάλει για πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις, λοιπές επιβαρύνσεις, δικαστικά έξοδα, δικαιώµατα εκτέλεσης κ.λπ. που έχουν βεβαιωθεί για την αιτία αυτή συµψηφίζονται µε τα λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών.
ε) Στη ρύθµιση του παρόντος, υπάγονται και όσοι από τους παραπάνω επιτηδευµατίες, φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, έχουν ρυθµίσει τις οφειλές τους χρονικής περιόδου απασχόλησης µέχρι 31.12.1997 µε άλλες διατάξεις, για το µέρος της οφειλής που δεν έχει ακόµη καταβληθεί.
στ) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτοµέρειες για την εφαρµογή της παραγράφου αυτής.

Ν. 3522/2006
( ΦΕΚ 276/22-12-2006 τ.Α΄)
΄Αρθρο 18
Βεβαίωση – Είσπραξη και Επιστροφή Εσόδων
………………………………………………………………………………………………
3. H παράγραφος 5 του άρθρου 39 του ν.2 065/1992 (ΦΕΚ 113 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αµελείται η λήψη των προβλεπόµενων, από τον Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ.356/1974) αναγκαστικών µέτρων είσπραξης σε βάρος οφειλετών, εκτός του µέτρου της κατάσχεσης απαιτήσεων εις χείρας τρίτων, εφόσον οι συνολικές βεβαιωµένες και ληξιπρόθεσµες οφειλές τους σε δηµόσια οικονοµική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) υπέρ του Δηµοσίου ή νοµικών προσώπων ή τρίτων δεν υπερβαίνουν τα τριακόσια (300) ευρώ, εκτός των οφειλών από πρόστιµα του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και οφειλών υπέρ Οργανισµών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.»
Αναγκαστικά µέτρα είσπραξης, που έχουν επιβληθεί µέχρι την προηγούµενη ηµέρα ισχύος των διατάξεων αυτών σε βάρος οφειλετών, για οφειλές µικρότερες του ανωτέρω ποσού, αίρονται µετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον εξοφληθούν τα έξοδα διοικητικής εκτέλεσης.
4. Στο τέλος του άρθρου 31 του ν. δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Δεν επιτρέπεται η κατάσχεση µισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθηµάτων που καταβάλλονται περιοδικώς, εφόσον το ποσό αυτών µηνιαίως είναι µικρότερο των εξακοσίων (600) ευρώ, στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση επί του ενός τετάρτου (1/4) αυτών, το εναποµένον όµως ποσό δεν µπορεί να είναι κατώτερο των εξακοσίων (600) ευρώ.»
Κατασχέσεις, που έχουν επιβληθεί µέχρι την προηγούµενη ηµέρα ισχύος των διατάξεων αυτών σε βάρος οφειλετών που υπάγονται στην ανωτέρω περίπτωση, αίρονται µετά από αίτηση του οφειλέτη.