Ε.2048/2021
Κοινοποίηση διατάξεων του ν.4758/2020 «Περιστολή του λαθρεμπορίου – Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, διατάξεις περί κοινωφελών περιουσιών και σχολαζουσών κληρονομιών, διατάξεις για τα τέλη κυκλοφορίας και τα τέλη ταξινόμησης, κίνητρα για την προσέλκυση φορολογικών κατοίκων

Αθήνα, 08/02/2021
Αριθ. Πρωτ.: Ε 2048/08-02-2021
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ.
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ, ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Γ’ και Δ’
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Ε.Φ.Κ. ΚΑΙ Φ.Π.Α., ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’ και Γ’
3. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ, ΤΜΗΜΑΤΑ Γ’ και Δ’

Ταχ. Δ/νση:Καραγεώργη Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας :10184 Αθήνα
Πληροφορίες:Ε. Μπαζιάνου, Δ. Ράπτης, Λ. Αποστόλου, Χρ. Νταμπακάκη, Ε.Κερασιώτη, Α.Μελανίτου, Μ.Παπαδοπούλου, Δ. Τσετσέκου
Τηλέφωνο:210 – 72.59.311, 72.59.329, 72.59.326 210 – 6987427, 414, 407, 422 210 – 6987509
E-Mail :dstep@aade.gr, finexcis@aade.pr,
ddtheka@aade.gr
Url:www.aade.gr

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Ε 2048/2021

ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση διατάξεων του ν.4758/2020 «Περιστολή του λαθρεμπορίου – Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, διατάξεις περί κοινωφελών περιουσιών και σχολαζουσών κληρονομιών, διατάξεις για τα τέλη κυκλοφορίας και τα τέλη ταξινόμησης, κίνητρα για την προσέλκυση φορολογικών κατοίκων».

Σας κοινοποιούμε για ενημέρωση και εφαρμογή τις διατάξεις των άρθρων 4, 5,6, 7, 8, 9, 10, 11, 12 παρ.2, 13, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 26, 27, 28, 39, 59, 60, 61, 62, 63, 69 και 81 του νόμου 4758/2020 , ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και έλαβε αριθμό ΦΕΚ 242/Α’/04-12-2020, με τις οποίες επέρχονται τροποποιήσεις στις διατάξεις του ν.2960/2001 (Α’ 265) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», οι οποίες αποσκοπούν στον εκσυγχρονισμό του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου αναφορικά με την αντιμετώπιση του φαινομένου της λαθρεμπορίας καθώς και στην εισαγωγή νέων, σύγχρονων εργαλείων για την ενδυνάμωση της επιχειρησιακής δράσης στον τομέα της καταπολέμησης του λαθρεμπορίου καυσίμων, αλκοολούχων, καπνικών και λοιπών προϊόντων στη χώρα μας.

Ειδικότερα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Α’ Μέρος «Ρυθμίσεις για την περιστολή του λαθρεμπορίου» Κεφάλαιο Β’ «Στρατηγική εποπτεία και συντονισμός»

Άρθρο 3 «Σύσταση, Οργάνωση και λειτουργία του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου (Σ.Ε.Κ.) για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου σε προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και Φόρο Κατανάλωσης (Φ.Κ.) -Τροποποίηση άρθρου 6 ν.4410/2016.»

Κεφάλαιο Γ’ «Συστήματα ελέγχου και ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών»

Άρθρο 4 «Ηλεκτρονικό Μητρώο Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών – Προσθήκη άρθρου 93Α στον ν.2960/2001)
Με τις διατάξεις του άρθρου 4 του κοινοποιούμενου νόμου στο τρίτο μέρος του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001) προστίθεται νέο άρθρο 93Α με το οποίο προβλέπεται η δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου επιτηδευματιών στην ΑΑΔΕ στο οποίο καταχωρίζονται και τηρούνται τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών πρόσωπων τα οποία στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας παράγουν, εισάγουν, παραλαμβάνουν από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, μεταποιούν, διαθέτουν ή αποκτούν μέσω χονδρικής πώλησης έτοιμα προς κατανάλωση αλκοολούχα ποτά του άρθρου 79 του ν.2960/2001. Η εγγραφή στο μητρώο είναι υποχρεωτική και γίνεται με ευθύνη των εν λόγω επιτηδευματιών οι οποίοι υποχρεούνται στην επικαιροποίηση των στοιχείων που έχουν καταχωρίσει σε περίπτωση μεταβολής αυτών. Με την εγγραφή στο μητρώο αποδίδεται ένας μοναδικός Αριθμός επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών.
Σημειώνεται ότι οι εν λόγω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν.2960/2001 (Α’281).
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παρ. 2 του ως άνω κοινοποιούμενου άρθρου με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. θα καθοριστούν οι επιμέρους κατηγορίες των αλκοολούχων ποτών για τις οποίες είναι υποχρεωτική η εγγραφή των επιτηδευματιών οι οποίοι στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας παράγουν, εισάγουν, παραλαμβάνουν από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ τις κατηγορίες αυτές , τα ειδικότερα στοιχεία που πρέπει να καταχωρίζονται στο εν λόγω μητρώο καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου.
Τέλος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 81 του Μέρους Η’ του κοινοποιούμενου νόμου η ισχύς των διατάξεων του ως άνω άρθρου 4 αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού μητρώου επιτηδευματιών αλκοολούχων ποτών και η ακριβής ημερομηνία έναρξης αυτής θα καθοριστεί με την κοινή απόφαση η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2 αυτού.

Άρθρο 5«Ηλεκτρονικό σύστημα για την ταυτοποίηση των αλκοολούχων ποτών – Προσθήκη άρθρου 93Β στον ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 5 του κοινοποιούμενου νόμου στο τρίτο μέρος του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001) προστίθεται νέο άρθρο 93Β με το οποίο, στο πλαίσιο της παρακολούθησης των ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 του ν.2960/2001, καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησης των ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών του άρθρου 79 του ν.2960/01 με βάση την ένδειξη παρτίδας παραγωγής (Κωδικός LOT). Στο εν λόγω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραγωγή, την μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, εισάγονται από τρίτες χώρες, παραλαμβάνονται από άλλα Κράτη – Μέλη ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Η ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης πραγματοποιείται από τα πρόσωπα τα οποία στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας υποχρεούνται να είναι καταχωρημένα στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών και τα οποία έχουν λάβει τον μοναδικό αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών που προβλέπεται στο νέο άρθρο 93Α.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την παρ. 2 του ως άνω κοινοποιούμενου άρθρου με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. θα καθοριστούν οι συναλλαγές της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι επιμέρους κατηγορίες των αλκοολούχων ποτών και τα ειδικότερα στοιχεία που πρέπει να καταχωρίζονται στο εν λόγω μητρώο, ο χρόνος καταχώρησης καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου.
Τέλος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 81 του Μέρους Η’ του κοινοποιούμενου νόμου η ισχύς των διατάξεων του ως άνω άρθρου 5 αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος ταυτοποίησης αλκοολούχων ποτών και η ακριβής ημερομηνία έναρξης αυτής θα καθοριστεί με την κοινή απόφαση η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2 αυτού.

Κεφάλαιο Δ’ «Παρακολούθηση και έλεγχος ενεργειακών προϊόντων» (άρθρα 6-13)

Άρθρο 6 «Μητρώο Δεξαμενών Ενεργειακών Προϊόντων»
Με τις διατάξεις του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου νόμου θεσπίζεται η υποχρέωση ηλεκτρονικής καταγραφής των στοιχείων των δεξαμενών αποθήκευσης και διακίνησης ενεργειακών προϊόντων της παρ. 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001 (Α’265), είτε φορολογημένων είτε υποκείμενων σε δασμολογικές και φορολογικές επιβαρύνσεις, σε ηλεκτρονικό μητρώο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Από την υποχρέωση καταγραφής στο εν λόγω μητρώο εξαιρούνται οι δεξαμενές ενεργειακών προϊόντων τελικών καταναλωτών που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της περ. α’ της παρ. 7 του άρθρου 31 του ν.3784/2009 καθώς και οι δεξαμενές των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 26 με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εσωτερικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής θα καθοριστούν ειδικότερα το πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 6, οι όροι και οι προϋποθέσεις, οι υπόχρεοι, τα στοιχεία που πρέπει να καταχωριστούν και η διαδικασία της καταχώρισης, το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής καθώς και η πρόσβαση των υπηρεσιών στα δεδομένα του μητρώου.
Με την παρ. 2 του άρθρου 6, καθορίζονται τα όρια των επιβαλλόμενων χρηματικών κυρώσεων στην περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων που εισάγονται με το εν λόγω άρθρο. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 26 του κοινοποιούμενου νόμου, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. και των κατά περίπτωση αρμόδιων υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εσωτερικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής θα εξειδικευθούν οι παραβάσεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου νόμου, η διαδικασία και τα όργανα επιβολής των κυρώσεων καθώς και τα κριτήρια για τον ακριβή καθορισμό του ύψους των προστίμων για κάθε παράβαση, εντός των ορίων που προβλέπονται με την παρ. 2 του άρθρου 6 και η διαδικασία είσπραξης αυτών.

Άρθρο 7 : «Σφράγιση εγκαταστάσεων πετρελαιοειδών και δημοσιοποίηση παραβάσεων νοθείας καυσίμων- Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 119 Α του Ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 7 προστίθεται παρ. 4 στο άρθρο 119 Α του Ν. 2960/2001 ως εξής: Όταν από εργαστηριακή εξέταση του Γενικού Χημείου του Κράτους διαπιστώνεται ότι ελεγχόμενος από τις τελωνειακές αρχές κάτοχος άδειας εμπορίας ή λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών, κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται προσωρινά η εγκατάσταση για χρονικό διάστημα από δέκα (10) έως ενενήντα (90) ημέρες, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
Η νοθεία διαπιστώνεται με βάση την έκθεση ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος, ή σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος, με βάση τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου.
Σε όσες περιπτώσεις συντρέχει και δόλια διαφυγή οφειλόμενων δασμοφορολικών επιβαρύνσεων π.χ. όταν έχει προσμιχθεί στο διακινούμενο πετρέλαιο, πετρέλαιο με χαμηλότερο συντελεστή Ε.Φ.Κ., στοιχειοθετείται και η τελωνειακή παράβαση της λαθρεμπορίας κατά την έννοια του άρθρου 119 Α παράγραφος 2 του Ν.2960/2001, οπότε είναι εφαρμοστέες στις περιπτώσεις αυτές και οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις που ορίζονται επί λαθρεμπορίας.
Τέλος, παρέχεται εξουσιοδότηση στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. για έκδοση απόφασης με αντικείμενο τον καθορισμό της διαδικασίας, του τρόπου και των οργάνων επιβολής της σφράγισης και της αποσφράγισης των εγκαταστάσεων όπου διαπιστώνεται η νοθεία. Η εν λόγω απόφαση του Διοικητή είναι δυνατόν να προβλέπει και δημοσιοποίηση των στοιχείων των παραβατών, των παραβάσεων και κυρώσεων, υπό τον όρο τήρησης των διατάξεων περί προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Με την πρόβλεψη της ποινής της προσωρινής σφράγισης της εγκατάστασης σε περίπτωση κατοχής, διακίνησης και εμπορίας νοθευμένων καυσίμων, επιδιώκεται η συμμόρφωση των διακινητών πετρελαιοειδών προϊόντων με τις διατάξεις οι οποίες καθορίζουν τις προδιαγραφές ποιότητας των καυσίμων, με στόχους την προστασία των καταναλωτών των εν λόγω προϊόντων, τη διασφάλιση της καταβολής των οφειλόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος.

Άρθρο 8 «Επέκταση συστήματος εισροών – εκροών σε αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης υγραερίων – Τροποποίηση του άρθρου 33 ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 8, με το οποίο αντικαθίσταται η παρ. 5 του άρθρου 33 του ν. 2960/2001, επεκτείνεται η υποχρέωση εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών και στις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης υγραερίων. Περαιτέρω, αναδιατυπώνεται το πεδίο εφαρμογής της εξουσιοδοτικής διάταξης, ενώ προβλέπεται ότι με την έκδοση του σχετικού κανονιστικού πλαισίου καθορίζονται οι διαδικασίες και οι προδιαγραφές εγκατάστασης και ελέγχου ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών για τις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ενεργειακών προϊόντων.

Άρθρο 9 «Επέκταση συστήματος εισροών – εκροών σε φορολογικές αποθήκες υγραερίων – Τροποποίηση άρθρου 63 ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 9, με το οποίο αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 2960/2001, κατ’ αρχήν παρατίθενται οι συγκεκριμένες διατάξεις που αφορούν στην εποπτεία και τον έλεγχο των φορολογικών αποθηκών. Επιπλέον, προβλέπεται ότι η υποχρέωση εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών, επεκτείνεται και στις φορολογικές αποθήκες υγραερίων. Περαιτέρω, αναδιατυπώνεται το πεδίο εφαρμογής της εξουσιοδοτικής διάταξης ενώ προβλέπεται ότι με την έκδοση του σχετικού κανονιστικού πλαισίου καθορίζονται οι διαδικασίες και οι προδιαγραφές εγκατάστασης και ελέγχου ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών για τις φορολογικές αποθήκες ενεργειακών προϊόντων.

Άρθρο 10 «Εγκατάσταση ηλεκτρονικού συστήματος γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) σε βυτιοφόρα οχήματα και πλωτά εφοδιαστικά μέσα – Τροποποίηση της υποπερ. ββ’ της παρ. 8α του άρθρου 15 του ν. 3054/2002»
Με τις διατάξεις του άρθρου 10, με τις οποίες τροποποιείται η υποπερ. ββ’ της παρ. 8α του άρθρου 15 του ν. 3054/2002, επήλθε νομοτεχική βελτίωση της εξουσιοδοτικής διάταξης για έκδοση κανονιστικών πράξεων αναφορικά με τον καθορισμό των προδιαγραφών, τη διαδικασία και τους όρους εγκατάστασης του ηλεκτρονικού συστήματος γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) σε μεταφορικά μέσα διακίνησης πετρελαιοειδών προϊόντων, βυτιοφόρα ή πλωτά εφοδιαστικά. Η σχετική ρύθμιση εντάσσεται στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων της ανωτέρω υποπερίπτωσης, που ορίζει ότι δεν επιτρέπεται η διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων από κατόχους άδειας εμπορίας, λιανικής εμπορίας και διάθεσης βιοκαυσίμων, με μεταφορικά μέσα, βυτιοφόρα Φορτηγά Ιδιωτικής Χρήσης (Φ.Ι.Δ.) ή Φορτηγά Δημόσιας Χρήσης (Φ.Δ.Χ.) ή πλωτά εφοδιαστικά, όπως δεξαμενόπλοια και σλέπια, ιδιόκτητα ή μισθωμένα, τα οποία δεν φέρουν ηλεκτρονικό σύστημα γεωγραφικού εντοπισμού (GPS). Ειδικότερα, με τις τροποποιηθείσες διατάξεις προβλέπεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι προδιαγραφές, η διαδικασία και οι όροι εγκατάστασης του συστήματος, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, οι συγκεκριμένες κατηγορίες βυτιοφόρων Φ.Ι.Χ. και Φ.Δ.Χ. και πλωτών εφοδιαστικών μέσων που υπάγονται στην ανωτέρω υποπερίπτωση, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Επίσης, προβλέπεται ότι με όμοια απόφαση καθορίζονται οι προδιαγραφές, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα με την υλοποίηση του συστήματος, με το οποίο αντλούνται και αξιοποιούνται οι πληροφορίες από το ηλεκτρονικό σύστημα γεωγραφικού προσδιορισμού (GPS) των μεταφορικών μέσων.

Άρθρο 11 «Φορολογική σήμανση υγρών καυσίμων και υγραερίων – Τροποποίηση παρ. 12 άρθρου 15 ν. 3054/2002»
Με τις διατάξεις του άρθρου 11, με το οποίο αντικαθίσταται η παρ. 12 του άρθρου 15 του ν.3054/2002, επεκτείνεται η υποχρέωση ιχνηθέτησης η οποία ισχύει για υγρά καύσιμα, και στα υγραέρια που διατίθενται στην κατανάλωση ή διακινούνται ή αποθηκεύονται εντός της ελληνικής επικράτειας.
Επιπλέον, προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις έλλειψης φορολογικής σήμανσης ή παραβίασης της κατάλληλης φορολογικής σήμανσης υγρών καυσίμων και υγραερίων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 119Α του ν. 2960/2001 περί τελωνειακών παραβάσεων, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, ακόμα και αν διαθέτουν τα προβλεπόμενα παραστατικά, και απαγορεύεται η διάθεσή τους στην εσωτερική αγορά από τη διαπίστωση τέλεσης της παράβασης.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. θα καθοριστούν τα συγκεκριμένα είδη και θα διευκρινιστούν τεχνικά ζητήματα για την εφαρμογή της ανά είδος υγρών καυσίμων και υγραερίων καθώς και οι διαδικασίες των κυρώσεων.
Τέλος, με την παρ. 2 του άρθρου 27 του κοινοποιούμενου νόμου καθορίζεται ότι οι κανονιστικές πράξεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου αναφορικά με την υποχρεωτική σήμανση υγρών καυσίμων εξακολουθούν να ισχύουν.

Άρθρο 12 παράγραφος 2: «Προσθήκη στον Ν. 3054/2002 του άρθρου 17 Α «Διοικητικές κυρώσεις για παραβάσεις των διατάξεων περί εγκατάστασης ηλεκτρονικού συστήματος γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) σε βυτιοφόρα οχήματα και πλωτά εφοδιαστικά μέσα»
Με τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 2 προστίθεται στον Ν. 3054/2002 το άρθρο 17 Α, το οποίο προβλέπει κυρώσεις σε περίπτωση που οι υπόχρεοι για την εγκατάσταση ηλεκτρονικού συστήματος γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) σε μεταφορικά μέσα πετρελαιοειδών προϊόντων, και την καταχώρηση και αποστολή των σχετικών δεδομένων στο κέντρο λήψης σημάτων, παραβούν τις εν λόγω υποχρεώσεις τους, όπως αυτές εισάγονται με την υποπερίπτωση ββ’ της παραγράφου 8 α του άρθρου 15 Ν. 3054/2002, καθώς και με τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατά εξουσιοδότηση του δεύτερου εδάφιου της εν λόγω υποπερίπτωσης. Συγκεκριμένα:
1. Καθορίζονται τα όρια των επιβαλλόμενων διοικητικών προστίμων για τις παραβάσεις των ανωτέρω διατάξεων, και τίθενται ως κριτήρια προσδιορισμού του ύψους των προστίμων εντός των οριζόμενων ορίων, το είδος του μεταφορικού μέσου, το είδος και η βαρύτητα της παράβασης, καθώς και η υποτροπή. Ειδικότερα καθορίζεται το εύρος των διοικητικών προστίμων:
α) Σε περίπτωση διακίνησης πετρελαιοειδών προϊόντων με βυτιοφόρα οχήματα και πλωτά εφοδιαστικά μέσα που δεν φέρουν ηλεκτρονικό σύστημα γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) β) Σε περίπτωση μη πλήρωσης των όρων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας των ηλεκτρονικών συστημάτων γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων.
2. Για την πληρωμή των προστίμων ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το νομικό πρόσωπο, και τα φυσικά πρόσωπα που κατά τον χρόνο διάπραξης της παράβασης είχαν μία από τις ιδιότητες που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 67 του Ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α 170), καθώς και όσοι φέρουν εν τοις πράγμασι τις ιδιότητες αυτές.
3. Προβλέπεται επιβολή σωρευτικά προσωρινής αφαίρεσης της άδειας κυκλοφορίας του βυτιοφόρου οχήματος ή της άδειας λειτουργίας του πλωτού εφοδιαστικού μέσου για χρονικό διάστημα από έναν (1) μήνα έως ένα (1) έτος, εφόσον το διοικητικό πρόστιμο είναι ίσο ή μεγαλύτερο του ποσού των εικοσιπέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ, ή εφόσον συντρέχει υποτροπή ανεξαρτήτως του ύψους του ποσού του προστίμου.
4. Προβλέπεται δυνατότητα άσκησης προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων κατά της απόφασης επιβολής του προστίμου, οπότε αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του διοικητικού προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί ή έχει υπαχθεί σε ρύθμιση βάσει νομοθετικής διάταξης το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%).
5. Παρέχεται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και τους κατά περίπτωση αρμόδιους Υπουργούς Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για περαιτέρω εξειδίκευση των παραβάσεων για τις οποίες επιβάλλονται οι ανωτέρω κυρώσεις, καθώς και τον καθορισμό του ύψους του διοικητικού προστίμου για κάθε παράβαση εντός των προβλεπόμενων ορίων, για τον καθορισμό της διαδικασίας και των οργάνων επιβολής των προστίμων, καθώς και τη διαδικασία είσπραξής τους, με κοινή υπουργική απόφαση.

Άρθρο 13 «Κυρώσεις για παραβάσεις των διατάξεων περί εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών στις φορολογικές αποθήκες και στις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ενεργειακών προϊόντων-Προσθήκη άρθρου 119Γ στον ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 13, με το οποίο προστίθεται άρθρο 119Γ μετά το άρθρο 119Β του ν.2960/2001, καθορίζονται οι αρμόδιες υπηρεσίες για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν τα ολοκληρωμένα συστήματα παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών, ήτοι οι τελωνειακές αρχές που ασκούν την εποπτεία και έλεγχο των φορολογικών αποθηκών και αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης, σύμφωνα με τις υπό στοιχεία ΔΕΦΚΦ 1116596 ΕΞ 2017/02-08-2017 (Β’2745) και ΔΔΘΤΟΚ Δ 1026126 ΕΞ 2017/27.1.2017 (Β’ 810) αποφάσεις Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. αντίστοιχα, καθώς και οι τελωνειακές ελεγκτικές αρχές της Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ 23-10-2020 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (Β’ 4738) ενώ μπορεί να ζητείται η συνδρομή και άλλων υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. κατά λόγο αρμοδιότητας, καθώς και των αρμοδίων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων (παρ. 1).
Παράλληλα, προβλέπεται η επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων (παρ. 2 και 3) στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 33 και 63 του ν. 2960/2001, περί εγκατάστασης και λειτουργίας ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών στις φορολογικές αποθήκες και αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ενεργειακών προϊόντων, καθορίζονται οι περιπτώσεις επιβολής των εν λόγω κυρώσεων, το εύρος των χρηματικών προστίμων (από 1.000 έως 500.000 ευρώ) καθώς και το πλαίσιο των ποινικών κυρώσεων.
Συγκεκριμένα, με την παρ. 2 προβλέπεται η επιβολή διοικητικών κυρώσεων στις περιπτώσεις μη εγκατάστασης ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών – εκροών, μη πλήρωσης των όρων, προϋποθέσεων και προδιαγραφών της εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών – εκροών, υποτροπής τέλεσης παράβασης, προμήθειας ή εγκατάστασης μετρητικών συστημάτων και συνοδευτικού εξοπλισμού με πλαστά ή παραποιημένα πιστοποιητικά, επέμβασης χωρίς εξουσιοδότηση, τροποποίησης ή αλλοίωσης στοιχείων του συστήματος, καθώς και διακίνησης ενεργειακών προϊόντων εκτός του εγκατεστημένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών – εκροών. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της περίπτωσης β, της παρ. 2, καθορίζονται οι υπόχρεοι για την καταβολή των επιβαλλόμενων προστίμων.Ειδικά για τις περιπτώσεις α) και β) της παρ. 3 του κοινοποιούμενου άρθρου, προβλέπεται επιπλέον η επιβολή και ποινικών κυρώσεων.
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παρ. 5, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. θα εξειδικευθούν οι παραβάσεις που προβλέπονται στο άρθρο αυτό και θα καθοριστεί το ύψος των διοικητικών προστίμων για κάθε παράβαση εντός των προβλεπόμενων ορίων.
Επιπλέον, καθορίζεται,σύμφωνα με την παρ. 4 του κοινοποιούμενου άρθρου, ότι οι προβλεπόμενες σε αυτό κυρώσεις θα επιβάλλονται με την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας των συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών εκροών στις φορολογικές αποθήκες και αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 33 και στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 2960/2001, με εξαίρεση την κύρωση που προβλέπεται στις περιπτώσεις μη εγκατάστασης ολοκληρωμένου συστήματος εισροών εκροών και η οποία θα επιβάλλεται με την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της παρ. 5 του κοινοποιούμενου άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: «ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ, ΜΗΤΡΩΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΚΑΠΝΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ»

Άρθρο 15 «Αδειοδότηση δραστηριοτήτων σχετικά με την αγορά και τον εξοπλισμό παραγωγής καπνικών προϊόντων-Τροποποίηση άρθρου 100Α του ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 15 επέρχεται τροποποίηση των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 100Α του ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», αναφορικά με την αδειοδότηση δραστηριοτήτων στα πλαίσια της εμπορίας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών. Με την εν λόγω τροποποίηση,αντικαθίσταται η παρ.5 του άρθρου 100Α και προβλέπονται νέες άδειες οι οποίες συμπληρώνουν τις υφιστάμενες άδειες που ήδη χορηγούνται στη χώρα μας, έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης έλεγχος και παρακολούθηση των διακινήσεων του καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, του τσιγαρόχαρτου καθώς και του εξοπλισμού παραγωγής των βιομηχανοποιημένων καπνών στη χώρα μας.
Αναλυτικότερα, με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του άρθρου 15, συμπεριλαμβάνονται στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο αδειοδοτήσεων καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών νέες άδειες, που αφορούν στην: α) την μεταποίηση, διαμεσολάβηση, κατοχή και χονδρική εμπορία καπνού, β) την αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή, μεταποίηση, διαμεσολάβηση, κατοχή και χονδρική εμπορία τσιγαρόχαρτου και γ) την κατοχή, διαμεσολάβηση και χονδρική εμπορία εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών. Η συμπερίληψη των αδειών αυτών καλύπτει κρίσιμες δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πλαίσιο της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνικών προϊόντων, οι οποίες δεν παρακολουθούνται από το υφιστάμενο πλαίσιο αδειοδοτήσεων και επιπλέον, καλύπτει δραστηριότητες που σχετίζονται με το τσιγαρόχαρτο, το οποίο αποτελεί κρίσιμη πρώτη ύλη για την παραγωγή τσιγάρων, πέραν του καπνού, ως πρόσθετο μέτρο που ενισχύει τον αποτελεσματικότερο έλεγχο της εφοδιαστικής αλυσίδας με στόχο την πρόληψη και καταπολέμηση της παράνομης παραγωγής και εμπορίας προϊόντων καπνού.
Επιπρόσθετα, με τις εν λόγω διατάξεις εξαιρούνται οικαπνοκαλλιεργητές από την υποχρέωση έκδοσης άδειας για τις συναλλαγές καπνού που πραγματοποιούν απευθείας με τις επιχειρήσεις πρώτης μεταποίησης καπνού, εξαίρεση η οποία συνάδει με το άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ) για τον έλεγχο του καπνού,σύμφωνα με το οποίο οι καπνοκαλλιεργητές μικρής κλίμακας, στους οποίους εντάσσονται οι καπνοκαλλιεργητές της χώρας μας, εξαιρούνται από την υποχρέωση αδειοδότησης. Επιπλέον, οι καπνοκαλλιεργητές ελέγχονται για την ετήσια ποσότητα που παράγουν και διακινούν από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μέσω της εγγραφής τους στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων και της καταγραφής των σχετικών συμβάσεων που συνάπτουν για τις μελλοντικές πωλήσεις καπνού, τις οποίες γνωστοποιούν στον Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού & Εγγυήσεων(ΟΠΕΚΕΠΕ). Στην ίδια ως άνω εξαίρεση του κοινοποιούμενου άρθρου, υπάγονται και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών μεταφοράς.
Επισημαίνεται ότι η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 15 αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση των ανωτέρω προβλεπομένων αδειών στο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνειακών Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών Icisnet και η ακριβής ημερομηνία έναρξης θα καθοριστεί με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η οποία θα εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των εν λόγω διατάξεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 81 του κοινοποιούμενου νόμου.

Άρθρο 16 «Ενιαίο Κεντρικό Μητρώο εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών- Τροποποίηση άρθρου 100Β ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 16 επέρχεται τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 100Β του ν.2960/2001 και συγκεκριμένα διευρύνεται ο ορισμός της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών καθόσον συμπεριλαμβάνονται όλες οι νέες αδειοδοτήσεις των δραστηριοτήτων του άρθρου 100Α, με την ένταξη όλων των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα των καπνικών προϊόντων με στόχο την πλήρη παρακολούθηση και έλεγχο του νομίμου εμπορίου ως πρόσθετο μέτρο στην κατεύθυνση της πρόληψης και καταπολέμησης του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.
Ειδικότερα, με τις εν λόγω διατάξεις, προστίθενται στον ορισμό της εφοδιαστικής αλυσίδας η μεταποίηση, διαμεσολάβηση, κατοχή και χονδρική εμπορία καπνού, η αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή, μεταποίηση, διαμεσολάβηση, κατοχή και χονδρική εμπορία τσιγαρόχαρτου καθώς και η κατοχή, διαμεσολάβηση και χονδρική εμπορία εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών με στόχο την πληρότητα της παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των εμπλεκομένων προσώπων στην νόμιμη εφοδιαστική αλυσίδα καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, ενώ εξαιρούνται οι καπνοκαλλιεργητές καθώς και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών μεταφοράς.
Επιπλέον, προβλέπεται η καταχώρηση στο ΕΚΜΕΑ όχι μόνο των αδειοδοτήσεων αλλά και των λοιπών εγκρίσεων, οι οποίες χορηγούνται από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές, ήτοι τις τελωνειακές αρχές καθώς και τις Δ/νσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών ενοτήτων για σκοπούς έγκρισης εγκατάστασης και λειτουργίας των επιχειρήσεων, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και εν γένει σε νομικές οντότητες, τα οποία δραστηριοποιούνται στα πλαίσια της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών καθώς και κάθε άλλη δήλωση, ή γνωστοποίηση ή κοινοποίηση που υποβάλλεται αντί της άδειας, στο πλαίσιο απλουστεύσεων που έχουν δοθεί στις επιχειρήσεις κατά τη διαδικασία έναρξης λειτουργίας τους, στις αρμόδιες αρχές και συγκεκριμένα στις Δ/νσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών ενοτήτων αλλά και οι συμβάσεις μελλοντικής πώλησης ακατέργαστου καπνού οι οποίες κατατίθενται στον Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ) από τις επιχειρήσεις πρώτης μεταποίησης καπνού. Στην περίπτωση προσώπων, στα οποία δεν χορηγείται άδεια ή έγκριση ή δεν υποβάλλουν δήλωση ή γνωστοποίηση ή κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές, η καταχώρηση στο ΕΚΜΕΑ θα γίνεται με την υποβολή δήλωσης, ο τύπος και το περιεχόμενο της οποίας θα καθοριστούν με την Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) του παρόντος άρθρου.
Επιπρόσθετα, προβλέπεται η διασύνδεση και διαλειτουργικότητα του ΕΚΜΕΑ με το πληροφοριακό σύστημα του μητρώου ιχνηλασιμότητας καπνικών προϊόντων του άρθρου 106Α, δεδομένης της έναρξης εφαρμογής του εν λόγω μητρώου στις 20.5.2019, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 106Α του ν.2960/2001, με τις οποίες μεταφέρθηκαν στην εθνική μας νομοθεσία οι διατάξεις του άρθρου 15 της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ, το οποίο συμπεριλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος των εμπλεκομένων προσώπων στην εφοδιαστική αλυσίδα καπνικών προϊόντων, οι οποίοι έχουν ήδη εγγραφεί και έχουν λάβει αριθμό οικονομικού φορέα. Ως εκ τούτου, η διασύνδεση και διαλειτουργικότητα των δύο μητρώων με τη δυνατότητα ενσωμάτωσης μέρους του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού Ιχνηλασιμότητας του Οικονομικού Φορέα (ΕΟ_ID) στον ΑΜΔΙΚΑΠ, στοχεύει στην διευκόλυνση των οικονομικών φορέων αλλά και στην μείωση του διοικητικού και λειτουργικού κόστους για τις επιχειρήσεις και το Δημόσιο. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η διασύνδεση και διαλειτουργικότητα των δύο μητρώων, προβλέπεται και στο άρθρο 8 της αρ. Α.1202/2019 Α.Υ.Ο.(Β’ 1830) «Εφαρμογή του συστήματος ιχνηλασιμότητας καπνικών προϊόντων».
Επισημαίνεται ότι η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 16 αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του ΕΚΜΕΑ στο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνειακών Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών Icisnet και η ακριβής ημερομηνία έναρξης αυτής θα καθοριστεί με Κοινή Υπουργική Απόφαση η οποία θα εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των εν λόγω διατάξεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 81 του κοινοποιούμενου νόμου, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την ενιαία και συνολική παρακολούθηση σε ένα ενιαίο μητρώο όλων των εμπλεκομένων προσώπων στην εφοδιαστική αλυσίδα καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, μέσω της ηλεκτρονικής τήρησης των στοιχείων των προσώπων αυτών, της διασταύρωσης των στοιχείων καθώς και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκομένων αρχών, με στόχο την βέλτιστη εποπτεία του νομίμου εμπορίου καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών στη χώρα μας και την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου στον τομέα αυτό.

Άρθρο 17 «Υποχρέωση εφαρμογής μέτρων δέουσας επιμέλειας – Τροποποίηση άρθρου 100Γ του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 17 επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 100Γ του ν. 2960/2001, σχετικά με τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που οφείλουν να τηρούν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των καπνικών προϊόντων.
Στόχος των διατάξεων του άρθρου 17 είναι η αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων για τη λήψη μέτρων δέουσας επιμέλειας, τα οποία οφείλουν να τηρούν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή καπνικών, η ρύθμιση ζητημάτων προθεσμιών στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων και η άμεση λήψη πληροφοριών από τις αρμόδιες διωκτικές αρχές για ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές. Στη βάση αυτή, με την εν λόγω ρύθμιση επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 100Γ του ν. 2960/2001. Ειδικότερα, εισάγεται νομοτεχνική βελτίωση στην παρ. 2 αυτού, προκειμένου να καθίσταται απολύτως σαφές το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων για τη λήψη μέτρων δέουσας επιμέλειας, συμφώνως και με τις διατάξεις των άρθρων 94 έως 119Β του ν.2960/2001.
Περαιτέρω, στο πλαίσιο της χρηστής διοίκησης, τροποποιούνται οι προβλεπόμενες προθεσμίες του άρθρου αυτού, προκειμένου να παρέχεται εύλογος χρόνος στα πρόσωπα που απαιτείται να λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, τόσο για την αποστολή στην αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. ηλεκτρονικής κατάστασης με τις συναλλαγές προμηθευτών και πελατών τους όσο και της απάντησής του όταν παραλαμβάνουν προς εξέταση δείγμα κατασχεθέντων ειδών τα οποία φέρουν εμπορικό τους σήμα.
Τέλος, για την ενίσχυση του έργου των διωκτικών αρχών ορίζεται ότι τυχόν πληροφορίες που κατέχουν τα ανωτέρω πρόσωπα για ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές αποστέλλονται άμεσα.

Άρθρο 18 «Πληρωμές εξαρτώμενες από τις κατασχέσεις βιομηχανοποιημένων καπνών – Τροποποίηση άρθρου 119Β του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 18 επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 119Β του ν. 2960/2001, σχετικά με τη διαδικασία των πληρωμών που εξαρτώνται από τις κατασχέσεις βιομηχανοποιημένων καπνών.
Στόχος των διατάξεων του άρθρου 18 είναι η σύντμηση του χρόνου δειγματοληψίας, ενημέρωσης των εταιρειών καπνικών προϊόντων και κατά συνέπεια και της καταστροφής των βιομηχανοποιημένων καπνών που κατάσχονται ως αντικείμενο λαθρεμπορίας, καθώς και η εισαγωγή διαδικασίας σχετικά με τον τρόπο επιβολής των υποχρεωτικών πληρωμών.
Οι τροποποιήσεις που εισήχθησαν με το ως άνω άρθρο έχουν ως κάτωθι:
• Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 119Β, οι επιχειρήσεις καπνικών προϊόντων οφείλουν σε κάθε μεταβολή στοιχείων που αφορούν στα προϊόντα που διαθέτουν στην ελληνική αγορά, εντός δύο μηνών (αντί ενός μηνός που ίσχυε πριν) από την έλευση της μεταβολής, να προβούν σε κοινοποίηση των μεταβολών προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων.
• Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 119Β, η Α.Α.Δ.Ε. ενημερώνει την επιχείρηση καπνικών προϊόντων με επιστολή εντός είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την επιβολή της κατάσχεσης (αντί 30 ημερών που ίσχυε προηγουμένως). Η επιστολή κοινοποιείται στην επιχείρηση καπνικών προϊόντων ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α’ 26.07.2013) και σύμφωνα με τις λεπτομερείς οδηγίες που ορίζονται στην ΠΟΛ.1125/2014 (ΦΕΚ 1171 Β’ 07.05.2014). Δεδομένου ότι η ως άνω διαδικασία δεν έχει καταστεί πλήρως λειτουργική για τελωνειακές πράξεις ή έγγραφα, θα αποσταλούν στα Τελωνεία ειδικότερες οδηγίες με σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και ΕΦΚ.
• Σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 119Β, η οποία αντικαταστάθηκε πλήρως, την δειγματοληψία επί της κατασχεθείσας ποσότητας της παρ.2 του άρθρου 119Β διενεργεί α) η Τελωνειακή Αρχή που προέβη στην κατάσχεση ή β) Άλλη Υπηρεσία με αρμοδιότητα για τη δίωξη λαθρεμπορίου που διενήργησε την κατάσχεση, κατόπιν υπόδειξης της Τελωνειακής Αρχής στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας πραγματοποιήθηκε η κατάσχεση και σύμφωνα με το πρωτόκολλο κατάσχεσης που κοινοποιείται στην τελευταία, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην εν λόγω παράγραφο. Η επιχείρηση καπνικών δικαιούται, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την γνωστοποίηση της κατάσχεσης, να υποβάλλει αίτημα για να επιθεωρήσει το σύνολο της κατάσχεσης ή ακόμα και να ζητήσει εκ νέου δειγματοληψία της κατασχεθείσας ποσότητας σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ.3 εδάφιο γ του άρθρου 119Β.
• Σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρου 119Β εάν τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά είναι λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά της επιχείρησης, η τελευταία υποχρεούται εντός τριάντα (30) ημερών από τη διενέργεια της δειγματοληψίας(και όχι από τη γνωστοποίηση της κατάσχεσης που ίσχυε προηγουμένως) να αποστείλει απάντηση στην Τελωνειακή Αρχή σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ίδια παράγραφο.
• Στην περίπτωση β’ της παρ. 5 του άρθρου 119Β, εάν πρόκειται για βιομηχανοποιημένα καπνά επιχειρήσεων καπνικών προϊόντων που έχουν συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, στις οποίες προβλέπονται πληρωμές εξαρτώμενες από τις κατασχέσεις γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών τους και για όσο διάστημα ισχύουν οι συμφωνίες, για την επιβολή της υποχρεωτικής πληρωμής εφαρμόζονται αναλογικά τα οριζόμενα στην παρ. 5Α του άρθρου 119Β.
• Σύμφωνα με την παρ.5Α που προστέθηκε στο άρθρο 119Β ορίζεται ο τρόπος επιβολής της υποχρεωτικής πληρωμής της παρ. 5 του άρθρου 119Β σε περιπτώσεις επιχειρήσεων καπνικών προϊόντων που έχουν συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, στις οποίες προβλέπονται πληρωμές εξαρτώμενες από τις κατασχέσεις γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών τους και για όσο διάστημα ισχύουν οι συμφωνίες, η υποχρεωτική πληρωμή της παραγράφου 5 του παρόντος επιβάλλεται ως ακολούθως: α) Εάν δεν έχει ήδη εκδοθεί καταλογιστική πράξη και εάν έχει καταβληθεί πληρωμή για τη συγκεκριμένη κατάσχεση από την επιχείρηση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ποσό αυτής που αναλογεί στην Ελλάδα υπολείπεται της πληρωμής που οφείλει να καταβληθεί κατά την παράγραφο 5 του παρόντος, εκδίδεται καταλογιστική πράξη για το ποσό που υπολείπεται. Εάν όμως το ποσό που αναλογεί στην Ελλάδα είναι ίσο ή μεγαλύτερο της πληρωμής που οφείλει να καταβληθεί κατά την παράγραφο 5 του παρόντος, τότε δεν εκδίδεται καταλογιστική πράξη σε βάρος της επιχείρησης. β) Εάν έχει εκδοθεί ήδη καταλογιστική πράξη, τότε με την καταβολή της πληρωμής για τη συγκεκριμένη κατάσχεση από την επιχείρηση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζεται εάν το ποσό της καταλογιστικής είναι μικρότερο από αυτό που αναλογεί στην Ελλάδα από την ως άνω πληρωμή. Εάν είναι μικρότερο τότε το Τελωνείο προβαίνει σε τροποποίηση της καταλογιστικής, μειώνοντάς την κατά το ποσό που αναλογεί στην Ελλάδα από την πληρωμή στην Ε.Ε. Εάν όμως είναι ίσο ή μεγαλύτερο ανακαλείται η καταλογιστική πράξη.
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις η καταβολή της πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ποσό αυτής που αναλογεί στην Ελλάδα αποδεικνύονται με επίσημο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο οφείλει να προσκομίσει η επιχείρηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή. Σημειώνεται ότι με την παρ. 3 του άρθρου 27 (Μεταβατικές διατάξεις) του ν. 4758/2020, ΦΕΚ 242 Α’ 04.12.2020, ορίζεται ότι: «3. Η παρ. 5Α του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 (Α’ 265), όπως η προστέθηκε με το άρθρο 18 του παρόντος, καταλαμβάνει και περιπτώσεις κατασχεθέντων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος γνήσιων λαθραίων βιομηχανοποιημένων καπνών για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής».
• Με την παρ. 9 του άρθρου 119Β προβλέπεται ρητά ότι τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά της παρ. του άρθρου 119Β καταστρέφονται σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 171 του ν. 2960/2001.
Για τα ειδικά ζητήματα περί της δειγματοληψίας, της εργαστηριακής/χημικής εξέτασης και της οριστικοποίησης των αποτελεσμάτων της, παρέχεται, δυνάμει της παρ. 8 του άρθρου 119Β, εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικής πράξης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων..
Σε συνέχεια της έκδοσης της προβλεπόμενης κανονιστικής πράξης, θα δοθούν με νεότερη εγκύκλιο λεπτομερείς οδηγίες ως προς την τηρητέα διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 119Β.

Άρθρο 19 «Φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του Φ.Π.Α. λεπτοκομμένου καπνού και άλλων καπνών για κάπνισμα-Προσθήκη άρθρου 98 Α στον ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 19, προστίθεται άρθρο 98Α στο ν.2960/2001 (ΦΕΚ 265/Α) “Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας” με τις διατάξεις του οποίου καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του Φ.Π.Α. για τα προϊόντα λεπτοκομμένου καπνού που προορίζονται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλων καπνών για κάπνισμα (όπως ορίζονται στα άρθρα 94 και 95) για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως αναλυτικά αναφέρονται κατωτέρω.
Με τη θέσπιση των εν λόγω διατάξεων εξορθολογίζεται το νομικό πλαίσιο και αποκαθίστανται προβλήματα υπολογισμού του φόρου που είχαν ανακύψει τα προηγούμενα έτη, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις των ως άνω προϊόντων που αποτελούσαν αντικείμενο λαθρεμπορίας, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται ομοιόμορφη εφαρμογή από τις τελωνειακές αρχές υπολογισμού του αναλογούντος Φ.Π.Α. με βάση μία ενιαία τιμή, τη μέση ετήσια σταθμισμένη τιμή λιανικής πώλησης.
Ειδικότερα, με τις εν λόγω διατάξεις ορίζεται ότι, στις περιπτώσεις παράδοσης, ενδοκοινοτικής απόκτησης ή εισαγωγής από τρίτες χώρες, προϊόντων λεπτοκομμένου καπνού που προορίζονται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλων καπνών που προορίζονται για κάπνισμα, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 94 και 95 και τα οποία:
α) αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας ή β) κατέχονται από ιδιώτες και εισάγονται από τρίτες χώρες αποκλειστικά για ατομική χρήση του προσώπου που τα κατέχει, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 98 και η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των πεντακοσίων (500) γραμμαρίων μικτού βάρους ή γ) παραλαμβάνονται στο εσωτερικό της χώρας με ταχυδρομικά δέματα, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς, εφόσον προβλέπεται από την παρ. 1 του άρθρου 98, και όχι πάνω από πεντακόσια (500) γραμμάρια μικτού βάρους και προορίζονται αποκλειστικά για ατομική χρήση ή δ) παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία ή ε) διατίθενται δωρεάν για σκοπούς έρευνας αγοράς, ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με βάση τη μέση, κατ’ έτος, σταθμισμένη τιμή λιανικής πώλησης σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας του προηγούμενου έτους που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.
Ως Μέση Σταθμισμένη Τιμή (Μ.Σ.Τ.) λιανικής πώλησης, νοείται το πηλίκο της συνολικής φορολογητέας αξίας του κατά περίπτωση είδους προς τη συνολική ποσότητα του είδους αυτού σε χιλιόγραμμα καθαρού βάρους που τέθηκε σε ανάλωση το προηγούμενο έτος.
Η Μ.Σ.Τ. λιανικής πώλησης κάθε έτους καθορίζεται με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., η οποία εκδίδεται εντός του Ιανουαρίου κάθε έτους και εφαρμόζεται για όλο το έτος.
Ευνόητο είναι, ότι η προβλεπόμενη Απόφαση Διοικητή Α.ΑΔ.Ε. με την οποία θα καθορισθεί η Μ.Σ.Τ για το έτος 2021 των προϊόντων του λεπτοκομμένου καπνού και άλλων καπνών για κάπνισμα για τις ανωτέρω καθοριζόμενες περιπτώσεις, θα εκδοθεί και θα κοινοποιηθεί προς εφαρμογή με βάση τα στοιχεία του έτους 2020 εντός του μηνός Ιανουαρίου 2021.

Άρθρο 20 «Κατασχέσεις καπνικών – Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 171 του ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 20 επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 171 παρ. 4 του ν. 2960/2001, σχετικά με την καταστροφή βιομηχανοποιημένων καπνών, που κατάσχονται ως αντικείμενο λαθρεμπορίας. Στόχος των διατάξεων του άρθρου 20 είναι η σύντμηση του χρόνου καταστροφής των βιομηχανοποιημένων καπνών που κατάσχονται ως αντικείμενο λαθρεμπορίας, καθώς και η εισαγωγή δικλείδων ασφαλείας στη διαδικασία καταστροφής που προάγουν τη διαφάνεια και το αδιάβλητο της διαδικασίας. Στα πλαίσια αυτά, η παρ. 4 του άρθρου 171, όπως τροποποιείται από το παρόν άρθρο, προβλέπει την καταστροφή βιομηχανοποιημένων καπνών, που κατάσχονται ως αντικείμενο λαθρεμπορίας, ως κάτωθι: Σε περίπτωση κατάσχεσης βιομηχανοποιημένων καπνών της παρ. 2 του άρθρου 119Β, ήτοι πενήντα χιλιάδων (50.000) και άνω τεμαχίων, που φέρουν τα εμπορικά σήματα επιχείρησης καπνικών προϊόντων της παρ. 1 του άρθρου 119Β, τότε τα κατασχεθέντα προϊόντα καταστρέφονται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από την κατάσχεση, με την προϋπόθεση ότι έχουν διενεργηθεί οι δειγματοληψίες σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 119Β, ή στην περίπτωση που η επιχείρηση καπνικών αιτηθεί νέα δειγματοληψία σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 119Β (όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του ν. 4758/2020 ως άνω), η καταστροφή διενεργείται μετά την γνωστοποίηση των Εκθέσεων Εξέτασης Δειγμάτων της εν λόγω περίπτωσης από την Γενική Διεύθυνση του Γενικού Χημείου του Κράτους προς την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή και την εταιρεία καπνικών.
Στις υπόλοιπες, πλην των αναφερομένων στην παρ. 2 του άρθρου 119Β, περιπτώσεις κατάσχεσης βιομηχανοποιημένων καπνών, καθώς και για ποσότητες βιομηχανοποιημένων καπνών μικρότερες των πενήντα χιλιάδων (50.000) τεμαχίων που φέρουν τα εμπορικά σήματα επιχείρησης καπνικών προϊόντων της παρ. 1 του άρθρου 119Β, τα κατασχεμένα προϊόντα καταστρέφονται όταν παρέρχονται άπρακτες οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 167.
Η καταστροφή διενεργείται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με σχετική απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής για τη διαχείριση των κατασχεμένων καπνικών. Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής έχει την ευθύνη της εκκίνησης καθώς και της διοικητικής διαχείρισης της διαδικασίας καταστροφής, ήτοι έχει την ευθύνη να έρχεται σε συνεννόηση με τους προϊσταμένους των λοιπών Αρχών που εμπλέκονται στη διαδικασία καταστροφής (αστυνομική ή λιμενική αρχή, Δ.Ο.Υ. ή Δήμο), καθώς και να οχλεί αυτούς, όταν χρειάζεται, με σκοπό την ταχύτερη συγκρότηση της επιτροπής και ολοκλήρωση της διαδικασίας καταστροφής. Στην περίπτωση που τα κατασχεμένα βιομηχανοποιημένα καπνά ανέρχονται έως χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων ή έως πέντε (5) χιλιόγραμμα καθαρού βάρους για τα υπόλοιπα βιομηχανοποιημένα καπνά του άρθρου 94, η επιτροπή καταστροφής αποτελείται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και τον προϊστάμενο του δικαστικού τμήματος, ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους και έναν (1) υπάλληλο με ελεγκτικά καθήκοντα της ίδιας Τελωνειακής Αρχής. Για κατασχέσεις που υπερβαίνουν τα προαναφερθέντα όρια, η επιτροπή καταστροφής αποτελείται από έναν (1) υπάλληλο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, ως πρόεδρο, έναν (1) υπάλληλο της κατά τόπο αρμοδιότητας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής και έναν (1) υπάλληλο της πλησιέστερης ομοίως Δ.Ο.Υ., ως μέλη. Ως αναπληρωτής του υπαλλήλου της Δ.Ο.Υ., δύναται να ορίζεται και υπάλληλος του Δήμου στον οποίο εδρεύει η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή. Ο πρόεδρος και τα μέλη της επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους, κατόπιν εισήγησης των υπηρεσιών προέλευσής τους. Είναι δυνατή η μαζική καταστροφή κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών από την προαναφερθείσα διϋπηρεσιακή επιτροπή, εφόσον αυτά προέρχονται από μεμονωμένες κατασχέσεις οι οποίες υπερβαίνουν αθροιστικά τα χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων ή τα πέντε (5) χιλιόγραμμα καθαρού βάρους για τα υπόλοιπα βιομηχανοποιημένα καπνά του άρθρου 94. Για την καταστροφή συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο.

Κεφάλαιο ΣΤ’«Λοιπές διατάξεις για την περιστολή του λαθρεμπορίου» (άρθρα 21-25)

Άρθρο21 «Επιβολή προστίμων για την παρεμπόδιση του τελωνειακού ελέγχου – Προσθήκη παρ. 11 στο άρθρο 147 του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 21 θεσπίζεται η εισαγωγή στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα διοικητικής κύρωσης (προστίμου απλής τελωνειακής παράβασης), με στόχο την εξάλειψη των περιπτώσεων μη συνεργασίας των ελεγχόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων με τα όργανα του τελωνειακού ελέγχου. Ως μη συνεργασία νοείται α) είτε η παρεμπόδιση του ελέγχου εντός των εγκαταστάσεων του ελεγχόμενου προσώπου ή η απαγόρευση εισόδου σε οποιοδήποτε χώρο της επαγγελματικής εγκατάστασής του ή του μεταφορικού του μέσου, β) είτε η μη προσκόμιση των ζητούμενων στοιχείων και αρχείων στον χρόνο που ορίζεται από την τελωνειακή αρχή. Ως επαγγελματική εγκατάσταση νοείται κάθε εγκατάσταση όπου το ελεγχόμενο πρόσωπο ασκεί μέρος ή ολόκληρη τη δραστηριότητά του. Στην έννοια αυτή περιλαμβάνεται ενδεικτικά η έδρα όπου ασκείται η διοίκηση του ελεγχόμενου προσώπου, τα υποκαταστήματα, τα γραφεία, τα εργαστήρια και τα εργοστάσια.
Σημειώνεται ότι ο Κωδικός Παράβασης στο ICISnet είναι ο Κωδικός 7205: Επιβολή προστίμων για την παρεμπόδιση του τελωνειακού ελέγχου

Άρθρο22 «Αυστηροποίηση ποινών λαθρεμπορίας – Τροποποίηση άρθρου 157 του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 22 τροποποιείται η παρ. 1 του άρθρου 157 του ν. 2960/20001, που καθορίζει τα ελάχιστα όρια πλαισίου ποινής για το αδίκημα της λαθρεμπορίας, και συγκεκριμένα επαυξάνονται τα ισχύοντα όρια των ποινών της φυλάκισης και της κάθειρξης, τόσο για την διακεκριμένη περίπτωση της πλημμεληματικής λαθρεμπορίας της περ. β’, όσο και για την κακουργηματική λαθρεμπορία της περ. γ’. Με την τροποποίηση αυτή, ενισχύεται η αποτρεπτικότητα των ποινικού χαρακτήρα διατάξεων περί λαθρεμπορίας, μέσω της αυστηροποίησης του πλαισίου ποινών. Οι ποινές αυτές δεν εκφεύγουν, κατά την κρίση του νομοθέτη, από τα εύλογα κατώτατα όρια ποινών για τόσο σοβαρές πράξεις και έχουν ισχυρό αποτρεπτικό χαρακτήρα.

Άρθρο 23 «Καθορισμός κινήτρων και αμοιβών – Μέτρα προστασίας – Τροποποίηση του άρθρου 158 του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 23 του Μέρους Α’, αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρου 158 του ν. 2960/2001 (Α’ 265). Αναλυτικότερα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών σε όσους παρέχουν πληροφορίες και συμβάλλουν στη διευκόλυνση της έρευνας για τη διαπίστωση και καταστολή λαθρεμπορικών πράξεων των άρθρων 155 και επόμενα ή στην κατάσχεση λαθραίων ειδών και εμπορευμάτων. Επιπλέον, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών στους υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε., οι οποίες χορηγούνται για την επίτευξη εξαιρετικών επιδόσεων, πέραν των συνήθων καθηκόντων τους, που συμβάλλουν στη διευκόλυνση της έρευνας για τη διαπίστωση και καταστολή σημαντικών υποθέσεων λαθρεμπορικών πράξεων των άρθρων 155 και επόμενα, ή στην κατάσχεση λαθραίων ειδών και εμπορευμάτων. Επιπροσθέτως με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθορίζονται το ύψος και το είδος των αμοιβών που δίδονται ως αντάλλαγμα στα πρόσωπα των περ. α’ και β’, οι οποίες μπορεί να είναι υλικές, χρηματικές ή άλλες. Επισημαίνεται ότι οι χρηματικές αμοιβές που καταβάλλονται είναι κατ’ αποκοπή ποσά ή και ποσοστιαίες, έως είκοσι τοις εκατό (20%) επί των εισπραχθέντων πολλαπλών τελών ή του εκπλειστηριάσματος των κατασχεθέντων λαθραίων ειδών. Τέλος, με όμοια απόφαση καθορίζονται τα μέτρα προστασίας για τα πρόσωπα των προηγούμενων περιπτώσεων που αναφέρονται ανωτέρω.

Άρθρο 24 «Κυρώσεις για παραβάσεις σχετικά με εμπορεύματα που έχουν τεθεί σε ελεύθερη ζώνη- Προσθήκη των παρ. 5, 6, 7, 8, 9, 10 και 11 στο άρθρο 148 και τροποποίηση του άρθρου 155 του ν.2960/2001»
Με το εν λόγω άρθρο προστίθενται οι παράγραφοι 5 έως και 11 στο άρθρο 148 του ν.2960/2001 με τις οποίες προβλέπονται ειδικές ποινές για παραβάσεις και παρατυπίες που λαμβάνουν χώρα εντός της Ελεύθερης Ζώνης. Επιπλέον με το ως άνω άρθρο τροποποιείται το άρθρο 155 του ν.2960/2001 για τον κολασμό της λαθρεμπορίας, όπου προστίθεται και η περίπτωση ελλείψεως εμπορευμάτων που τελούν υπό το ειδικό καθεστώς της Ελεύθερης Ζώνης.
Με ειδικότερη εγκύκλιο διαταγή θα παρασχεθούν περαιτέρω οδηγίες για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.

ΜΕΡΟΣ Β’ ΚΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΠΝΟΥ

Άρθρο 28 «Κύρωση του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον Έλεγχο του καπνού»
Με τις διατάξεις του άρθρου 28 του Μέρους Β’, κυρώνεται το Πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τον έλεγχο του καπνού. Ειδικότερα, το Πρωτόκολλο έχει υπογραφεί από 54 Μέρη συμπεριλαμβανομένης της Ε/Ένωσης, η οποία το έχει κυρώσει, και αποτελεί τη βάση για τη διακρατική συνεργασία και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας στον κρίσιμο τομέα του ελέγχου για τον εντοπισμό του παράνομου εμπορίου καπνικών προϊόντων. Στις βασικές υποχρεώσεις που απορρέουν από το Πρωτόκολλο για τα συμβαλλόμενα κράτη συμπεριλαμβάνεται ο έλεγχος του καπνού, των καπνικών προϊόντων, του εξοπλισμού παραγωγής καπνικών προϊόντων και της εφοδιαστικής αλυσίδας καθώς και η επιβολή τήρησης μέτρων δέουσας επιμέλειας για τον έλεγχο του εμπορικού τους δικτύου στις εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον σχετικό τομέα. Οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι απόλυτα συμβατές με το περιεχόμενο των διατάξεων των άρθρων 100Α, 100Β, 100Γ και 119Β του ν.2960/2001, όπως τροποποιούνται με τις κοινοποιούμενες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Ε’ «ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ «ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Ε.Φ.Κ. ΚΑΙ ΤΟΝ Φ.Π.Α.»

Άρθρο 39 «Υπολογισμός τέλους ταξινόμησης με βάση την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια μέθοδο μέτρησης εκπομπών ρύπων CO2 – Τροποποίηση του άρθρου 121 του ν. 2960/2001» και άρθρο 65 «Επιστροφή καταβληθέντος τέλους ταξινόμησης οχημάτων που εξάγονται σε τρίτες χώρες ή αποστέλλονται σε άλλο κράτος – μέλος της Ε.Ε. – προσθήκη παρ. 11 στο άρθρο 130 του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 65 του κοινοποιούμενου νόμου τροποποιήθηκαν ορισμένες διατάξεις των άρθρων 121 και 130 του ν.2960/2001, αντίστοιχα, για τις οποίες έχουν δοθεί λεπτομερείς οδηγίες εφαρμογής με την αριθμ. Ε.2195/2020 εγκύκλιο Διοικητή ΑΑΔΕ (ΑΔΑ:ΩΦΚΡ46ΜΠ3Ζ-ΨΛΧ).

Άρθρο 59 «Παροχή πίστωσης καταβολής φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων σε ενεργειακά προϊόντα»
Με τις διατάξεις του άρθρου 59 του νόμου 4758/2020, παρέχεται στους εγκεκριμένους αποθηκευτές (περ. α’ άρθρο 55 του ν.2960/2001) πίστωση έως και την δέκατη ένατη (19η) ημέρα εκάστου μήνα για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και των συνεισπραττόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα ενεργειακά προϊόντα των περιπτώσεων α) έως και ιε) της παρ.1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001. Ειδικότερες οδηγίες δόθηκαν με την υπό στοιχεία Ε.2192/2020 Εγκύκλιο Διοικητή ΑΑΔΕ (ΑΔΑ: Ψ18446ΜΠ3Ζ-5ΦΧ). Με την παρ. 2, του άρθρου 69, καθορίζεται ότι το άρθρο 59 ισχύει έως τις 30 Απριλίου 2021.

Άρθρο 60: «Πρόστιμο για περιπτώσεις διαφυγής δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων ποσού έως πενήντα ευρώ- Προσθήκη παρ. 12 στο άρθρο 147 του Ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 60 προστίθεται παρ. 12 στο άρθρο 147 του Ν.2960/2001 η οποία εισάγει την ακόλουθη ρύθμιση:
Σε περίπτωση μη καταβολής οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν σε υγρά καύσιμα, και δεν υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των πενήντα (50) ευρώ, η παράβαση χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση και επισύρει πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, το οποίο δεν είναι δυνατόν να είναι κατώτερο των εκατό (100) ευρώ.
Επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 3 του κοινοποιούμενου νόμου, το άρθρο 60 εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις για τις οποίες κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4758/2020 δηλαδή κατά την 4-12-2020, εκκρεμεί η έκδοση καταλογιστικής πράξης από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας τελωνειακής αρχής.
Σημειώνεται ότι ο κωδικός παράβασης στο icisnet είναι ο κωδικός 6113.

Άρθρο 61: «Επιβολή Φόρου Κατανάλωσης – Βάση υπολογισμού και συντελεστές φόρου – Βεβαίωση και είσπραξη του φόρου – Αντικατάσταση του άρθρου 53Α του ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 61 του κοινοποιούμενου νόμου αντικαθίσταται το άρθρο 53Α του ν.2960/2001 με στόχο την επικαιροποίηση και τον εκσυγχρονισμό του νομικού πλαισίου αναφορικά με την επιβολή φόρου κατανάλωσης στα υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου και στον καφέ, οι λεπτομέρειες εφαρμογής των οποίων έχουν συμπεριληφθεί στην αριθμ. Ε.2191/2020 εγκύκλιο Διοικητή ΑΑΔΕ (ΑΔΑ:6ΘΠ046ΜΠ3Ζ-ΞΑΧ).

Άρθρο 62 «Επέκταση απαλλαγών από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης – Τροποποίηση άρθρου 83 του ν.2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 62 του Κεφαλαίου Β’ του Μέρους Ε’ του κοινοποιούμενου νόμου η περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 83 του ν.2960/2001 αντικαθίσταται και διευρύνεται η εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την απαλλαγή από τον Ε.Φ.Κ. της αιθυλικής αλκοόλης η οποία χρησιμοποιείται στην παραγωγή φαρμάκων.
Ειδικότερα με τη νέα διάταξη πέραν της απαλλαγής από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης της αιθυλικής αλκοόλης η οποία χρησιμοποιείται αυτούσια για την παραγωγή φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση,η παραγωγή και η διάθεση των οποίων ορίζεται σύμφωνα με τις εθνική και ενωσιακή νομοθεσία,προβλέπεται η απαλλαγή από τον Ε.Φ.Κ. στη περίπτωση που η αιθυλική αλκοόλη χρησιμοποιείται στην παρασκευή πρώτης ύλης των φαρμάκων υπό την προϋπόθεση ότι αυτή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας παραγωγής τους.

Άρθρο 63 «Σφράγιση βυτιοφόρων μεταφοράς υποκείμενων υγρών καυσίμων προς εξαγωγή – Προσθήκη άρθρου 112Α στον ν. 2960/2001»
Με τις διατάξεις του άρθρου 63 καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες, με ευθύνη των εγκεκριμένων αποθηκευτών του άρθρου 55 του ν.2960, θα πραγματοποιούνται οι διακινήσεις υπό καθεστώς αναστολής των ενεργειακών προϊόντων των περιπτώσεων α) έως ιβ), της παρ. 1 του άρθρου 73 του ν.2960/2001, μέσω βυτιοφόρων οχημάτων με προορισμό την εξαγωγή σε τρίτη χώρα. Ειδικότερα:
Με τις διατάξεις της παρ.1, καθορίζεται ότι θα πρέπει να ισχύουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) τα διαμερίσματα των δεξαμενών των βυτιοφόρων οχημάτων σφραγίζονται, κατά τη φόρτωση, με εταιρικές σφραγίδες, ώστε να διασφαλίζεται το απαραβίαστο των διαμερισμάτων τους, κατά τη διακίνηση,β) τα βυτιοφόρα οχήματα διαθέτουν πιστοποιητικό ογκομέτρησης με τα στοιχεία ογκομέτρησης όλων των διαμερισμάτων των δεξαμενών τους, εκδιδόμενο από αρμόδιους πιστοποιημένους φορείς, καθώς και βέργα μέτρησης στάθμης των δεξαμενών τους συνοδευόμενη από το απαιτούμενο πιστοποιητικό διακρίβωσης, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην περ. α’ της παρ. 13 του άρθρου 31 του ν. 3784/2009 (Α’ 137) και τα άρθρα 30 και 31 του ν. 4608/2019 (Α’ 66),
γ) τα βυτιοφόρα οχήματα διαθέτουν πιστοποιητικό καταλληλότητας για τελωνειακή σφράγιση και αριθμό μητρώου «Διακινητή Πετρελαίου Ναυτιλίας και Αφορολογήτων Καυσίμων» (ΔΙ.ΠΕ.Ν.Α.Κ.).
Με τις διατάξεις της παρ.2, ορίζεται ότι η μη τήρηση των υποχρεώσεων της παρ.1 χαρακτηρίζεται απλή τελωνειακή παράβαση και καθορίζονται τα πρόστιμα που επιβάλλονται για την μη τήρηση της κάθε προϋπόθεσης ξεχωριστά. Επιπλέον καθορίζεται ότι υπόχρεοι για την καταβολή των ανωτέρω προστίμων είναι οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές του άρθρου 55 του ν.2960.
Με τις διατάξεις της παρ. 3 παρέχεται εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση Απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. με την οποία θα καθοριστούν οι διαδικασίες παρακολούθησης και ελέγχου τήρησης της παρ. 1, τα σημεία σφράγισης, τα χαρακτηριστικά των σφραγίδων, τα συνοδευτικά έγγραφα τα οποία φέρουν υποχρεωτικά τα στοιχεία των σφραγίδων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Τέλος, με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 69 καθορίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 63 τίθενται σε ισχύ την 1η/07/2021, ενώ με απόφαση του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. δύναται να παραταθεί έως την 1η/01/2022.

Άρθρο 81: «Έναρξη ισχύος»
Με το άρθρο 81 καθορίζεται η έναρξη ισχύος των επί μέρους διατάξεων.

 

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ