795/Γ/01-09-2021
Διαδικασία και προϋποθέσεις επίλυσης αμφισβητήσεων βάσει του αρ. 1 παρ. 4 του ν. 3213/03
Αθήνα, 01/09/2021
Αρ. Πρωτ.: 795/Γ/2021
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες
Γ’ Μονάδα
Θέμα: Διαδικασία και προϋποθέσεις επίλυσης αμφισβητήσεων βάσει του αρ. 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003.
Αναφορικά με την υποβολή αμφισβητήσεων η οποία προβλέπεται στο αρ. 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003, θέτουμε εις γνώση όλων τα παρακάτω:
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 3213/2003:
«Μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους ο αρμόδιος φορέας ή τα όργανα διοίκησης του φορέα στον οποίο υπάγονται ή από τον οποίο εποπτεύονται οι υπόχρεοι ετήσιας δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, οφείλει να καταχωρίσει ηλεκτρονικά, μέσω της ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, την κατάσταση των υπόχρεων προσώπων και να την οριστικοποιήσει».
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003:
«Αμφισβητήσεις αποκλειστικά και μόνο ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου επιλύονται με πράξη των κατά περίπτωση αρμοδίων οργάνων ελέγχου, η οποία εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την υποβολή της αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων, που είναι αρμόδια να υποβάλουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο, κατάσταση υπόχρεων».
Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι μόνος αρμόδιος για την ορθή σύνταξη των καταστάσεων υπόχρεων προσώπων (εξασφάλιση ακριβούς γνώσης των πραγματικών συνθηκών, των ειδικών χαρακτηριστικών και του οικείου νομοθετικού καθεστώτος, διαπίστωση υποχρέωσης, γνώση διάρκειας υποχρέωσης) είναι ο εκάστοτε φορέας στον οποίο υπάγονται τα εν λόγω πρόσωπα. Ως εκ τούτου, τυχόν προβληματισμοί, παράπονα, αμφιβολίες ή ερωτήματα σχετικά με τις αρμοδιότητες και τις συνθήκες απασχόλησης, τις ιδιότητες, τις νομικές προβλέψεις και υποχρεώσεις προσώπων που υπάγονται σε κάποιον φορέα και, εν τέλει, σχετικά με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων (εφεξής: «ΔΠΚ και ΔΟΣ»), θα πρέπει να διερευνώνται, διαπιστώνονται και διευκρινίζονται από τον οικείο φορέα σε συνεργασία με το εκάστοτε πρόσωπο που υπάγεται σε αυτόν και έχει δηλωθεί ή ενδέχεται να δηλωθεί ως υπόχρεο προς υποβολή ΔΠΚ και ΔΟΣ κατά την κατάρτιση του πίνακα υπόχρεων προσώπων. Ο κάθε φορέας εξάλλου τυγχάνει ο καλύτερος και ενίοτε μοναδικός γνώστης των πραγματικών και νομικών συνθηκών, καθώς και του ρόλου και της λειτουργίας εκάστου υπόχρεου μέσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.
Τις παραπάνω συνθήκες – πληροφορίες, ουδόλως δύναται να τις αξιολογεί πρωτογενώς ή αποκλειστικώς η Αρχή καθώς, άλλωστε, εκφεύγουν των αρμοδιοτήτων της. Η Αρχή δεν αποτελεί γενικό γνωμοδοτικό όργανο περί όλων των ζητημάτων, διοικητικών, υπηρεσιακών κ.ο.κ. απάντων των φορέων, δημοσίων ή μη δομών και οργανισμών, αλλά έχει οριστεί αρμόδια να επιλύει αμφισβητήσεις σύμφωνα με το αρ. 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003 «αποκλειστικά ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου» υποβολής ΔΠΚ και ΔΟΣ. Τούτο σημαίνει ότι η αρμοδιότητά της αφορά στην απόφανσή της, εφόσον ζητηθεί, περί υπαγωγής συγκεκριμένης και ήδη διερευνηθείσας και διαπιστωμένης υπό του αρμοδίου φορέα ιδιότητας – αρμοδιότητας – θέσης κάποιου προσώπου, στις περιοριστικώς αναφερόμενες έννοιες και κατηγορίες ιδιοτήτων που προβλέπονται από το ν. 3213/2003.
Με βάση τα παραπάνω, αυτονόητο τυγχάνει, ότι τυχόν αμφισβήτηση ως προς το εάν κάποιο πρόσωπο ανήκει στην κατηγορία των υπόχρεων προς υποβολή ΔΠΚ και ΔΟΣ και αντίστοιχη υποχρέωση της Αρχής προς απάντηση κατ’ άρθρο 1 παρ. 4 του ως άνω νόμου, υφίσταται, όταν παρατίθεται επακριβώς η περίπτωση του νόμου στην οποία δύναται να υπαχθεί ο υπόχρεος και εκτίθενται κατά τρόπο σαφή και αναλυτικό οι ενστάσεις ή απόψεις και τα νομικά επιχειρήματα του φορέα υποβολής της κατάστασης υπόχρεων προσώπων και, όποτε απαιτείται, και της εκάστοτε εποπτικής αρμόδιας αρχής για το εάν πράγματι το ανωτέρω πρόσωπο, με διευκρινισμένη αρμοδιότητα – θέση – ιδιότητα τυγχάνει υπόχρεος προς υποβολή ΔΠΚ και ΔΟΣ ή όχι.
Εν όψει των ανωτέρω γνωστοποιείται ότι κάθε ζήτημα που τίθεται υπόψη της Γ’ Μονάδας ενώ ευρίσκεται εκτός του συγκεκριμένου πλαισίου των αρμοδιοτήτων της (ως όργανο ελέγχου και ως όργανο άρσης αμφισβητήσεων αποκλειστικά ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου), θεωρείται ότι υποβάλλεται απαραδέκτως.
Ωσαύτως, απορίες (όπως π.χ. «πείτε μου αν είμαι υπόχρεος» – συνήθως οφειλόμενες σε έλλειψη ανάγνωσης του νόμου και προηγούμενης συνεννόησης με το φορέα), ανυποστήρικτοι προβληματισμοί, παράπονα, αμφιβολίες ή ερωτήματα είτε γενικής, είτε ασαφούς (ακουσίως ή και εκουσίως κάποιες φορές) ή αδιευκρίνιστης φύσεως τα οποία δεν συνιστούν υποβολή σαφών, τεκμηριωμένων και δομημένων κατά τις παραπάνω προϋποθέσεις και κατά την έννοια του άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003 «αμφισβητήσεων» δεν θα εξετάζονται από τη Γ’ Μονάδα της Αρχής.
Ο Πρόεδρος της Αρχής
Χαράλαμπος I. Βουρλιώτης
Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ε.τ.