61811 ΕΞ 2020
Διευκρινίσεις αναφορικά με τις διατάξεις του άρθ. 7Α παρ. 1 και 4 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α’, 285), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει
ΥΠΟΙΚ 18/06/2020
Α. Π.: 61811 ΕΞ 2020
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ: Β (ΑΙΓΙΑΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΙΑΣ)
Ταχ. Δ/νση: Κολωνού 2
Ταχ. Κωδ.: 104 37 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Δ. Γάκη
Τηλέφωνο: 210 – 5230751
FAX: 210 – 5237968
ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις αναφορικά με τις διατάξεις του άρθ. 7Α παρ. 1 και 4 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α’, 285), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων του άρθ. 7Α παρ. 1 και 4 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α’, 285), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, σας διευκρινίζουμε τα εξής:
Α.) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 7Α παρ. 1 του ν. 2971/2001, όπως προστέθηκε με τις διατάξεις του άρθ. 11 παρ. 4 του ν. 4281/2014 (ΦΕΚ Α’, 160), προβλέπονται τα εξής:
«1. Σε περίπτωση εσφαλμένου καθορισμού της οριογραμμής αιγιαλού, παραλίας ή παλαιού αιγιαλού, καθώς και μεταβολής της ακτογραμμής λόγω νόμιμων τεχνικών έργων ή φυσικών αιτίων, επιτρέπεται ο επανακαθορισμός από την Επιτροπή είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου και προσκόμισης εκ μέρους του, φακέλου με πλήρη στοιχεία που να αποδεικνύουν το σφάλμα του πρώτου καθορισμού στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία. Για τον επανακαθορισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6 του άρθρου 4, του άρθρου 6, του άρθρου 7 και του άρθρου 9…».
Α.1.) Από την ανωτέρω νομοθετική ρύθμιση, προκύπτει ότι τον επανακαθορισμό του αιγιαλού κλπ, πέραν του αυτεπάγγελτου επανακαθορισμού, μπορεί να ζητήσει και ο κάθε «ενδιαφερόμενος», ιδιώτης ή νομικό πρόσωπο κλπ, εφόσον υποβάλλει προς την αρμόδια κατά τόπον Κτηματική Υπηρεσία, γραπτή αίτησή του, επικαλούμενος σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, με τα οποία αποδεικνύει ότι πράγματι η οριογραμμή του αιγιαλού κλπ, καθορίσθηκαν εσφαλμένως κατά το παρελθόν, ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος θέτει ως προϋπόθεση για τον επανακαθορισμό.
Σημειώνεται ότι, για να εξεταστεί περαιτέρω η βασιμότητα του παραπάνω αιτήματος από την αρμόδια Επιτροπή (βλ. σχετ. άρθ. 3 παρ. 1 του ν. 2971/2001, ΦΕΚ Α’, 285), ο αιτών ενδιαφερόμενος θα πρέπει να προσκομίσει και συγκεκριμένα κρίσιμα στοιχεία για την απόδειξη σφάλματος που τυχόν επήλθε κατά τον αρχικό καθορισμό του αιγιαλού κλπ (βλ. σχετ. ΣτΕ 2057/2014, 4807/2013, 4608/2011, 457/2009).
Ειδικότερα, ο αιτών θα πρέπει να αποδείξει ότι κατά τον χρόνο έκδοσης της παραπάνω απόφασης, με την οποία επικυρώθηκε ο πρώτος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού κλπ, επήλθε πράγματι σφάλμα, ή ότι ο επανακαθορισμός είναι αναγκαίος εξαιτίας της μεταβολής της ακτογραμμής λόγω νόμιμων τεχνικών έργων ή φυσικών αιτίων κλπ. Σε κάθε περίπτωση, για τον επανακαθορισμό των ορίων του αιγιαλού κλπ, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6 του άρθ. 4, καθώς επίσης και οι διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 9 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α’, 285), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Ωστόσο, σημειώνεται ότι το ενδιαφέρον του αιτούντος δεν προσδιορίζεται, γενικά και αόριστα, στο «απλό ενδιαφέρον» του ιδιώτη κλπ ή στο «κοινό συμφέρον» του ιδιώτη κλπ, που επιτάσσει τον επανακαθορισμό των ορίων του αιγιαλού κλπ, με επίκληση της γενικότερης υποχρέωσης της Διοίκησης, να τηρεί τους νόμους και να ασκεί σύννομα τα καθήκοντά της για την εύρυθμη λειτουργία της κλπ.
Εξάλλου, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις του άρθ. 4 παρ. 5 του ν. 2971/2001, όπως ισχύουν και εφαρμόζονται εν προκειμένω, προβλέπονται επί λέξει τα εξής:
«… 5. … Οι έχοντες έννομο συμφέρον μπορούν να ζητήσουν τον επανακαθορισμό του αιγιαλού κατά τις διατάξεις του άρθρου 7Α».
Σε κάθε περίπτωση δηλαδή, ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να επικαλείται με την αίτησή του και να αποδεικνύει με τα στοιχεία που προσκομίζει, ότι έχει υποστεί συγκεκριμένη προσωπική και άμεση βλάβη εξαιτίας της απόφασης, με την οποία επικυρώθηκε ο εσφαλμένος πρώτος καθορισμός των ορίων του αιγιαλού κλπ.
Α.2.) Σε κάθε περίπτωση, για την θετική ή αρνητική κρίση, αξιολόγηση, εισήγηση η γνωμοδότηση της ανωτέρω Επιτροπής του άρθ. 3 παρ. 1 του ν. 2971/2001, επί υποβληθείσης αιτήσεως για τον επανακαθορισμό των ορίων του αιγιαλού κλπ, θα πρέπει να εκδίδεται ρητή απόφαση ή πράξη της Διοίκησης, όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία ότι τηρείται για την απόφαση που εκδίδει ο κατά τόπον αρμόδιος Γενικός Γραμματέας (σήμερα Συντονιστής) Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με την οποία επικυρώνει την έκθεση της Επιτροπής για την θετική γνωμοδότησή της, ως προς τον αιτούμενο επανακαθορισμό του αιγιαλού κλπ. Η εν λόγω απόφαση περαιτέρω θα πρέπει να δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, προκειμένου να αποκτήσει εκτελεστότητα και να παράξει τα έννομα αποτελέσματά της.
Ωστόσο, σε περίπτωση που η εισήγηση – γνωμοδότηση, της κατά τα ανωτέρω Επιτροπής, είναι αρνητική και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθεί το σχετικό αίτημα για τον επανακαθορισμό του αιγιαλού κλπ, θα πρέπει να συντάσσεται για τον λόγο αυτό σχετική έκθεση, στο περιεχόμενο της οποίας θα πρέπει να αποτυπώνονται με σαφήνεια και με επαρκή αιτιολόγηση, όλοι οι λόγοι απόρριψης του σχετικού αιτήματος. Σημειώνεται ότι, η σιωπηρή απόρριψη αιτήματος ιδιώτη, φυσικού ή νομικού προσώπου κλπ, λογίζεται ως σιωπηρή αρνητική εκτελεστή διοικητική πράξη (παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας), που παραδεκτά προσβάλλεται από τον έχοντα έννομο συμφέρον ιδιώτη κλπ, και ως εκ τούτου μπορεί να ζημιώσει το ελληνικό δημόσιο.
Β.) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 7Α παρ. 4 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α’, 285), που προστέθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4607/2019 (ΦΕΚ Α’, 65), προβλέπεται ότι:
«… 4. Κατά της απόφασης επανακαθορισμού της οριογραμμής αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ανάρτησή της στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών, από τους έχοντες έννομο συμφέρον, ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής…».
Στην αιτιολογική έκθεση του παραπάνω νόμου 4607/2019 (ΦΕΚ Α’, 65), και ειδικότερα ως προς τις προτεινόμενες διατάξεις του ως άνω άρθρου 26, αναφέρεται ότι κατά της απόφασης επανακαθορισμού της οριογραμμής αιγιαλού, παραλίας κλπ, επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών κλπ, από τους έχοντες έννομο συμφέρον, καθώς και ότι με την προτεινόμενη διάταξη, προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής ενδικοφανούς προσφυγής κατά της απόφασης της Επιτροπής του άρθρου 3, που ασκείται πλέον ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, προκειμένου να επιλύονται ταχύτερα τα θέματα καθορισμού της οριογραμμής του αιγιαλού κλπ, χωρίς απαραίτητα την προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Β.1.) Από την ερμηνεία των παραπάνω νομοθετικών διατάξεων του άρθ. 7Α παρ. 4, προκύπτει ότι ο προσφεύγων θα πρέπει να επικαλείται και να αποδεικνύει, μεταξύ άλλων, ότι έχει έννομο συμφέρον για να ασκήσει παραδεκτά την ενδικοφανή προσφυγή του κατά απόφασης επανακαθορισμού κλπ, εξαιτίας της οποίας έχει υποστεί συγκεκριμένη προσωπική και άμεση βλάβη ως προς τα συμφέροντά του, με βάση τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία (βλ. ενδ. περιουσιακά, οικονομικά κλπ).
Σημειώνεται επίσης ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 47 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ 8, 1989), περί «Κωδικοποίησης διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας», όπως ισχύουν, το έννομο συμφέρον που θα πρέπει να επικαλεστεί και περαιτέρω να αποδείξει ο αιτών, ιδιώτης ή νομικό πρόσωπο, αναφορικά με την παραδεκτή άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, προσδιορίζεται στη προσβολή που έχει υποστεί ο αιτών ως προς τα συμφέροντά του, έστω και μη χρηματικά, εξαιτίας της προσβαλλόμενης απόφασης, πράξης ή παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας από μέρους της Διοίκησης, αναφορικά με τον επανακαθορισμό.
Δεδομένου ότι το έννομο συμφέρον για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής δεν μπορεί να αποκλίνει από το έννομο συμφέρον που απαιτείται για την μετέπειτα παραδεκτή άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ, τούτο θα πρέπει να προσδιοριστεί ειδικότερα στη βλάβη που ο προσφεύγων, ιδιώτης ή νομικό πρόσωπο, έχει υποστεί εξαιτίας της απόφασης του επανακαθορισμού κλπ, ως προς τα εν γένει συμφέροντά του (περιουσιακά, ιδιοκτησιακά, οικονομικά, μη χρηματικά κλπ).
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
ΣΤΥΛ. ΜΠΑΚΑΣ