Κοινοποίηση των διατάξεων των Υποπαραγράφων Β.1 και Β.2, παράγραφοι 1 και 2, της Παραγράφου Β’ του άρθρου τρίτου του ν.4254/2014 (ΦΕΚ Α’ 85/7.4.2014) σχετικά με τους αγρότες και παροχή σχετικών διευκρινίσεωνΑθήνα, 24.4.2014

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1.14η Δ/Ν Σ Η ΦΠΑ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’ και Β’
2.15η Δ/ΝΣΗ ΚΦΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Τ. Σφελινιώτη,
Α. Λουγκάνη
Τηλέφωνο : 210- 3645832, 3645378
Fax: 210-3645413
e-mail: dfpa.b1@1992.syzefxis.gov.gr

ΠΟΛ 1116/2014

Θέμα: Κοινοποίηση των διατάξεων των Υποπαραγράφων Β.1 και Β.2, παράγραφοι 1 και 2, της Παραγράφου Β’ του άρθρου τρίτου του ν.4254/2014 (ΦΕΚ Α’ 85/7.4.2014) σχετικά με τους αγρότες και παροχή σχετικών διευκρινίσεων.

Κοινοποιούνται οι διατάξεις των Υποπαραγράφων Β.1 και Β.2, παράγραφοι 1 και 2, της Παραγράφου Β’ του άρθρου τρίτου του ν.4254/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν.4046/2012 και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 85/7.4.2014) οι οποίες αφορούν στους αγρότες και παρέχονται οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

I. Υποπαράγραφος Β.1, παρ. 1 και 2 και Υποπαράγραφος Β.2, παρ. 1 και 2: Τροποποίηση διατάξεων Κώδικα ΦΠΑ και Κ.Φ.Α.Σ., σχετικά με τους αγρότες

1. Με τις ανωτέρω διατάξεις επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

α) Υποπαράγραφος Β.1, παρ. 1: Προστίθεται νέο εδάφιο στην περίπτωση α) της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000), με το οποίο ορίζεται ότι, στην περίπτωση παραγγελιοδοχικών πωλήσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Κώδικα ΦΠΑ, αγροτικών προϊόντων για λογαριασμό αγροτών φυσικών προσώπων (παραγγελείς), υπόχρεος για την απόδοση του ΦΠΑ που αναλογεί στην παράδοση που πραγματοποιείται από τον παραγγελέα προς τον παραγγελιοδόχο είναι ο παραγγελιοδόχος.

β) Υποπαράγραφος Β.1, παρ. 2: Προστίθεται νέα περίπτωση γ) στην παράγραφο 1 του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ, με την οποία ορίζεται ότι οι αγρότες φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς και με την προϋπόθεση ότι δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται να τηρούν βιβλία και να εκδίδουν στοιχεία, υποχρεούνται να υποβάλλουν μόνο εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ. 

γ) Υποπαράγραφος Β.2, παρ. 1: Προστίθεται νέο εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 6 της περίπτωσης 1 της Υποπαραγράφου Ε.1 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.), σύμφωνα με το οποίο, εξαιρετικά για τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων από αντιπρόσωπο (παραγγελιοδόχο) για λογαριασμό παραγωγού φυσικού προσώπου (παραγγελέα) εκδίδεται εκκαθάριση, κατά εντολέα, το αργότερο μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους των συμβαλλομένων.

δ) Υποπαράγραφος Β.2, παρ. 2: Καταργείται η Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Π. 2070/1820/ΠΟΛ.109/20.3.1987, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 48 του ν. 1731/1987 (ΦΕΚ Α’ 161/1987) και όριζε ότι δεν επιβαρύνεται με Φ.Π.Α. η παράδοση αυτούσιων αγροτικών προϊόντων που ενεργείται από τις αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις για λογαριασμό αγροτών του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ.

Για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, οι οποίες ισχύουν από 7.4.2014 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4254/2014), διευκρινίζονται τα εξής:

2. Οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις υποχρεούνται να επιβάλλουν ΦΠΑ στις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων που πραγματοποιούν για λογαριασμό αγροτών που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ. Κατά συνέπεια, οι συνεταιριστικές οργανώσεις θα επιβάλλουν, από 7.4.2014, ΦΠΑ στο σύνολο των πωλήσεων που πραγματοποιούν για λογαριασμό αγροτών, ανεξάρτητα από το εάν οι αγρότες εντάσσονται στο κανονικό ή το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω ρύθμιση είναι προς όφελος των αγροτών του ειδικού καθεστώτος, οι οποίοι θα λαμβάνουν επιστροφή με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή με βάση το ύψος των πωλήσεών τους, όπως αυτές θα προκύπτουν από τις εκκαθαρίσεις των συνεταιριστικών οργανώσεων, και χωρίς να επιβαρύνονται με το ΦΠΑ που αναλογεί στην προμήθεια των συνεταιρισμών και στα έξοδα με τα οποία ενδεχομένως οι συνεταιρισμοί τους χρεώνουν. Σημειώνεται επίσης ότι η εν λόγω ρύθμιση δεν θέτει σε δυσμενέστερη θέση τις πωλήσεις των συνεταιριστικών οργανώσεων, δεδομένου ότι ο ΦΠΑ επί των πωλήσεων αυτών θα εκπίπτεται από τους αγοραστές υποκείμενους στο φόρο.

3. Στην περίπτωση παραγγελιοδοχικών πωλήσεων αγροτικών προϊόντων για λογαριασμό αγροτών φυσικών προσώπων που υπάγονται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, οι παραγγελιοδόχοι (συνεταιρισμοί ή έμποροι) καθίστανται υπόχρεοι για την απόδοση του ΦΠΑ που αναλογεί στις πωλήσεις των εν λόγω αγροτών. Κατά συνέπεια, οι παραγγελιοδόχοι υποχρεούνται στην απόδοση στο δημόσιο του συνόλου του ΦΠΑ που αναλογεί στις πωλήσεις των αγροτικών προϊόντων, ενώ οι αγρότες του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ οι οποίοι πωλούν τα προϊόντα τους μέσω τρίτων (εμπόρων ή αγροτικών συνεταιρισμών) απαλλάσσονται από την υποχρέωση απόδοσης του ΦΠΑ που αναλογεί στις εν λόγω πωλήσεις. Με τις εκκαθαρίσεις που εκδίδουν οι παραγγελιοδόχοι αποδίδουν στους αγρότες την καθαρή αξία των πωλήσεών τους που δικαιούνται, βάσει των συμφωνιών που συνάπτουν. Οι εν λόγω αξίες συνιστούν εκροές απαλλασσόμενες από το φόρο με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών για τους αγρότες του κανονικού καθεστώτος και καταχωρούνται στον κωδ. 309 της περιοδικής δήλωσης [έντυπο Φ2, έκδοση 2011 (2)] και στον κωδ. 610 της εκκαθαριστικής δήλωσης (έντυπο Φ1, έκδοση 2012).

4. Επισημαίνεται ότι για εκκαθαρίσεις που έχουν ήδη εκδοθεί για πωλήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από 1.1.2014 μέχρι 7.4.2014 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου), για λογαριασμό αγροτών φυσικών προσώπων του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ, υπάρχει, με βάση την Απόφαση ΠΟΛ.1281/30.12.2013, υποχρέωση των παραγγελιοδόχων για απόδοση του ΦΠΑ στους εν λόγω αγρότες, οι οποίοι υποχρεούνται στην απόδοση του φόρου αυτού στο δημόσιο. Στην περίπτωση που με τις ανωτέρω εκκαθαρίσεις, δεν έχει αποδοθεί ο ΦΠΑ στους υπόχρεους αγρότες, λόγω εξαγγελίας του νέου αυτού μέτρου, οι εκκαθαρίσεις αυτές γίνονται δεκτές για λόγους χρηστής διοίκησης, υπό την προϋπόθεση της απόδοσης του συνολικού ΦΠΑ της πώλησης από τους παραγγελιοδόχους.

5. Στην περίπτωση παραγγελιοδοχικών πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν από 1.1.2014 μέχρι την έκδοση της παρούσας από αγροτικούς συνεταιρισμούς, στις οποίες περιλαμβάνονται και πωλήσεις για λογαριασμό αγροτών που υπάγονται από 1.1.2014 στο κανονικό καθεστώς και στις οποίες δεν επεβλήθη ΦΠΑ, λόγω, ενδεχομένως αδυναμίας διαπίστωσης του καθεστώτος στο οποίο υπάγονται οι αγρότες (κανονικό ή ειδικό καθεστώς), δεδομένης της παράτασης που χορηγήθηκε για την υποβολή της δήλωσης μεταβολής, μέχρι 20.5.2014, οι συνεταιρισμοί πρέπει να εκδώσουν συμπληρωματικά τιμολόγια προς τους πελάτες τους για τη χρέωση μόνο του ΦΠΑ που αναλογεί στις πωλήσεις αυτές και να αποδώσουν τον εν λόγω ΦΠΑ, χωρίς κυρώσεις, με την περιοδική δήλωση του μηνός Μαΐου ή του δεύτερου τριμήνου.

6. Επισημαίνεται ότι, στην περίπτωση παραγγελιοδοχικών πωλήσεων για λογαριασμό αγροτών του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ, οι παραγγελιοδόχοι είναι υπόχρεοι για την απόδοση του φόρου στο δημόσιο, καθώς οι πωλήσεις των εν λόγω αγροτών δεν υπάγονται στο φόρο, σύμφωνα με το άρθρο 41 του Κώδικα ΦΠΑ.

7. Για τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων από αντιπρόσωπο – παραγγελιοδόχο (έμπορο ή αγροτικό συνεταιρισμό) για λογαριασμό παραγωγού φυσικού προσώπου – παραγγελέα, που πραγματοποιούνται από το μήνα Απρίλιο του έτους 2014 και εξής, εκδίδεται εκκαθάριση κατά εντολέα, το αργότερο μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους των συμβαλλομένων. Δεδομένου ότι η ως άνω προθεσμία συμπίπτει με το τέλος του φορολογικού έτους των συμβαλλομένων, η εκκαθάριση επιτρέπεται να εκδοθεί μέχρι την εικοστή (20η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του φορολογικού έτους, εφόσον παραδίδεται μέχρι την ημέρα αυτή στον αντισυμβαλλόμενο.

Ειδικά για τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων από αντιπρόσωπο – παραγγελιοδόχο (αγροτικό συνεταιρισμό) για λογαριασμό παραγωγού φυσικού προσώπου – παραγγελέα, που πραγματοποιήθηκαν από την αρχή του έτους 2014 και εξής, η εκκαθάριση εκδίδεται επίσης, κατά τα ανωτέρω, μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους των συμβαλλομένων. Σε περίπτωση που για τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν από αγροτικό συνεταιρισμό έως την 31.3.2014, έχουν εκδοθεί εκκαθαρίσεις ανά μήνα, στην εκκαθάριση που θα εκδοθεί το αργότερο μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους των συμβαλλομένων, θα περιληφθούν οι πωλήσεις που πραγματοποιεί ο συνεταιρισμός μετά την 31.3.2014.

Για τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων, από αντιπρόσωπο – παραγγελιοδόχο (έμπορο) για λογαριασμό παραγωγού φυσικού προσώπου – παραγγελέα, που πραγματοποιήθηκαν μέχρι 31.3.2014, εφαρμόζονται οι σχετικές με το χρόνο έκδοσης διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 7 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 15 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. (Υποπ. Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012), εκδίδεται δηλαδή εκκαθάριση κατά εντολέα την τελευταία ημέρα κάθε μήνα και το αργότερο μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα.

Σημειώνεται ότι, για την ευχερέστερη ενημέρωση των παραγωγών φυσικών προσώπων (παραγγελέων), οι αντιπρόσωποι (παραγγελιοδόχοι) δύνανται να αναγράφουν επί της εκδιδόμενης εκκαθάρισης τη διάταξη της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α., με τη σημείωση ότι υπόχρεος για την απόδοση του Φ.Π.Α. που αναλογεί στη παράδοση είναι ο παραγγελιοδόχος.

8. Οι αγρότες που υπάγονται στο κανονικό καθεστώς και με τις προϋποθέσεις ότι είναι φυσικά πρόσωπα και δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται να τηρούν βιβλία και να εκδίδουν στοιχεία, για τις πράξεις που πραγματοποιούν από 1.1.2014 και εφεξής, υποχρεούνται σε υποβολή μόνο εκκαθαριστικής δήλωσης ΦΠΑ. Αυτό ισχύει τόσο για τους αγρότες που είχαν ενταχθεί από παλιά στο κανονικό καθεστώς, όσο και για όσους εντάσσονται από 1.1.2014 στο καθεστώς αυτό. Σημειώνεται ότι δεν είναι δυνατή η επιλογή για υποβολή περιοδικής κάθε τρίμηνο.

Με τη διάταξη αυτή απλοποιείται η διαδικασία καταβολής του φόρου που οφείλεται από τους εν λόγω αγρότες λόγω της ένταξης της αγροτικής τους δραστηριότητας στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, καθώς προβλέπεται η υποβολή μίας δήλωσης ετησίως, ανεξάρτητα αν για την αγροτική τους δραστηριότητα τηρούν βιβλία απλογραφικά ή διπλογραφικά. Διευκρινίζεται ότι οι Ανακεφαλαιωτικοί Πίνακες και οι δηλώσεις Intrastat υποβάλλονται στις προθεσμίες που προβλέπονται από τις οικείες αποφάσεις.

Σημειώνεται ότι στη ρύθμιση αυτή δεν εμπίπτουν οι αγρότες που τηρούν βιβλία και εκδίδουν στοιχεία για άλλη δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το εάν η άλλη αυτή δραστηριότητα υπάγεται στο φόρο ή απαλλάσσεται από το ΦΠΑ π.χ. γιατρός. Ωστόσο, στην περίπτωση που αγρότης ασκεί και άλλη δραστηριότητα για την οποία απαλλάσσεται, λόγω ύψους ετήσιων ακαθάριστων εσόδων ή λόγω υπαγωγής της δραστηριότητας αυτής σε κάποιο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ (π.χ. παράκτιας αλιείας), από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, ο εν λόγω αγρότης υποβάλλει για την αγροτική του δραστηριότητα μόνο εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ.

Στην περίπτωση που από 1.1.2014 έως την ημερομηνία υπογραφής της παρούσης έχουν υποβληθεί περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ από τους ανωτέρω αγρότες οι δηλώσεις αυτές είναι αποδεκτές και ο ΦΠΑ που ενδεχομένως έχει καταβληθεί με τις εν λόγω περιοδικές δηλώσεις αναγράφεται στην εκκαθαριστική δήλωση που θα υποβληθεί για το έτος 2014.

II. Υποπαράγραφος Β.1, παρ. 3: Αντικατάσταση του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το άρθρο 41 του Κώδικα ΦΠΑ, με σκοπό τον εξορθολογισμό και την επικαιροποίηση του ισχύοντος ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ αγροτών, λαμβανομένων υπόψη των νέων φορολογικών ρυθμίσεων που έχουν υιοθετηθεί με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013), καθώς και αυτών που ισχύουν για τους αγρότες αναφορικά με την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων και την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ (διατάξεις Κ.Φ.Α.Σ. και αποφάσεις ΠΟΛ.1281/30.12.2013 και ΠΟΛ.1055/17.2.2014). Αναφορικά με τις κυριότερες τροποποιήσεις που επέρχονται με την αντικατάσταση αυτή παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις:

2. Στην παράγραφο 1 προβλέπονται τα κριτήρια που ισχύουν από 1.1.2014 για την ένταξη των αγροτών στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ και την απαλλαγή τους από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων. Συγκεκριμένα, στο ειδικό καθεστώς εντάσσονται οι αγρότες που κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο πραγματοποίησαν ακαθάριστα έσοδα κατώτερα των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ και είχαν δικαίωμα να λάβουν δικαιώματα ενιαίας ενίσχυσης κατώτερα των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.

3. Περαιτέρω, στην παράγραφο 2 του άρθρου 41 ορίζεται ότι, εκτός από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος, και οι αγρότες που εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ εκδίδουν το ειδικό στοιχείο που προβλέπεται για την παράδοση των αγροτικών προϊόντων από την αγροτική εκμετάλλευσή τους στο δικό τους κατάστημα ή στις λαϊκές αγορές ή σε εξαγωγή ή ενδοκοινοτική παράδοση, καθώς η αξία των προϊόντων που αναγράφεται στο ειδικό στοιχείο λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των ακαθάριστων εσόδων της αγροτικής δραστηριότητας για την ένταξη σε καθεστώς ΦΠΑ από την έναρξη της επόμενης διαχειριστικής περιόδου.

4. Διευκρινίζεται ότι και στην περίπτωση έκδοσης του ειδικού στοιχείου από αγρότες του κανονικού καθεστώτος δεν επιβάλλεται ΦΠΑ επί της αναγραφόμενης αξίας, καθώς δεν πρόκειται για πραγματική παράδοση. Σημειώνεται ότι οι εν λόγω αγρότες του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ δεν δικαιούνται της επιστροφής με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 3%, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αποκλειστικά για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ, αλλά εφαρμόζουν τις γενικές διατάξεις αναφορικά με το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών για το σύνολο των φορολογητέων δραστηριοτήτων τους. Στο πλαίσιο αυτό, εμπίπτουν στη διαδικασία της ΑΥΟ Π.2869/2389/ΠΟΛ.137/4.5.1987, για την αγορά επενδυτικών αγαθών της αγροτικής δραστηριότητάς τους.

5. Επιπλέον, για λόγους αποφυγής καταστρατηγήσεων και φαινομένων επιστροφής ΦΠΑ για αγροτικά προϊόντα άλλων προσώπων που δεν δικαιούνται επιστροφής, προβλέπεται στην ίδια ως άνω παράγραφο ότι η αξία επί της οποίας υπολογίζεται η επιστροφή αφορά παραδιδόμενα αγαθά ιδίας παραγωγής του αγρότη η οποία προέρχεται από εκμετάλλευση περιουσιακών στοιχείων που είτε ανήκουν στον αγρότη κατά κυριότητα, είτε έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης με οποιαδήποτε έννομη σχέση (π.χ. μίσθωση).

6. Με την παράγραφο 6 ρυθμίζεται η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, η υποχρεωτική ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ λόγω μη πλήρωσης των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 41, καθώς και η μετάταξη από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς αγροτών. Σε όσες περιπτώσεις οι ανωτέρω μεταβολές πραγματοποιούνται από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου προβλέπεται υποχρέωση υποβολής δήλωσης μεταβολής εντός δέκα (10) ημερών, για λόγους συμφωνίας με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013, άρθρο 10), όπως ισχύουν.

Ειδικά για την προβλεπόμενη υποχρεωτική ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ από 1.1.2014, η σχετική δήλωση μεταβολής υποβάλλεται έως 15.4.2014 για τους υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων και έως 20.5.2014 για τους υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων. Για τον ίδιο λόγο, στην παράγραφο 11 του άρθρου 41 προβλέπεται προθεσμία έως 31.5.2014 για την υποβολή της δήλωσης αποθεμάτων λόγω υπαγωγής στο κανονικό καθεστώς.

7. Λόγω της ανωτέρω παράτασης, οι αγρότες που εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς από 1.1.2014 και δεν πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο Ι.8, για υποβολή μόνο εκκαθαριστικής δήλωσης ΦΠΑ, μπορούν να δηλώσουν εμπρόθεσμα τις πωλήσεις που πραγματοποίησαν από 1.1.2014, με την περιοδική δήλωση που αφορά την πρώτη φορολογική περίοδο που λήγει μετά την υποβολή της δήλωσης μεταβολής.

8. Επισημαίνεται ότι αναφορικά με το θέμα της υποχρεωτικής ένταξης των αγροτών στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ έχουν δοθεί διευκρινίσεις με τις εγκυκλίους ΠΟΛ.1024/17.1.2014 και ΠΟΛ.1079/19.3.2014, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, με την επιφύλαξη των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 41.

9. Κατά τα λοιπά, για την εφαρμογή του νέου άρθρου 41, εφαρμόζονται οι διευκρινίσεις που έχουν δοθεί στο παρελθόν, καθώς δεν υπάρχει ουσιαστική τροποποίηση των διατάξεων που ισχύουν ήδη.

Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
Χ. Θεοχάρης