ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Κοινοποίηση ορισμένων διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 2954/ 2001.
(Α.Υ.Ο. 1003923/10028/Β0012/ΠΟΛ. 1009/16.1.2002)1. Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2954/2001 «Φορολογικές ρυθμίσεις, αμοιβαία κεφάλαια, συμπλήρωση της χρηματιστηριακής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 255Α΄), οι οποίες αναφέρονται σε θέματα Φορολογίας Εισοδήματος, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
2. Για τα πιο πάνω σας παρέχουμε τις ακόλουθες ερμηνευτικές οδηγίες με σκοπό την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.
Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
1. Όπως είναι γνωστό, με το ν. 2078/ 1992 διαλύθηκε η Επιχείρηση Αστικών Συγκοινωνιών (Ε.Α.Σ.), η οποία είχε συσταθεί με το ν. 588/1977 και ιδρύθηκε ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών (Ο.Α.Σ.) (άρθρο 1).
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ίδιου νόμου, προβλεπόταν η σύσταση Συγκοινωνιακών Επιχειρήσεων (Σ.Ε Π.) ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, για την εξυπηρέτηση των συγκοινωνιακών αναγκών της περιοχής Αθηνών, Πειραιώς και Περιχώρων με θερμικά λεωφορεία, με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών.
Οι Σ.ΕΠ. υπάγονταν στην εποπτεία του Ο.Α.Σ και μέλη (μέτοχοι) τους είναι οι πρώην οδηγοί της Ε.Α.Σ., καθώς και τα λοιπά πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου (ιδιοκτήτες λεωφορείων ενταγμένων σε ΚΤΕΛ κτλ.). Στα πιο πάνω πρόσωπα είχε παραχωρηθεί η άδεια κυκλοφορίας των λεωφορείων Δ.Χ. αυτοκινήτων (άρθρο 4 παράγραφος 2). Τα έσοδα κάθε Σ.Ε Π., μετά από την αφαίρεση ορισμένων κρατήσεων διανέμονται στους μετόχους της (άρθρο 6 παράγραφος 5).
Κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του πιο πάνω νόμου, εκδόθηκε η 29077/ 1068/13.8.1992 (ΦΕΚ 522 Β΄) απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών με την οποία συστάθηκαν οκτώ (8) Σ.Ε Π. (άρθρο 1) και ορίσθηκε, ότι η κατανομή των εσόδων ανά Σ.Ε Π., γίνεται από τον Ο.Α.Σ., βάσει των συνολικών ακυρώσεων εισιτηρίων κάθε Σ.Ε Π. (άρθρο 8 παράγραφος 2).
Περαιτέρω με το ν. 2175/1993 (ΦΕΚ 211 Α΄) ιδρύθηκε ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) ως δημόσια επιχείρηση κοινωφελούς χαρακτήρα, που λειτουργεί με τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, και έχει ως σκοπό την διεξαγωγή του συγκοινωνιακού έργου στην περιοχή Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων (άρθρο 1). Επίσης καταργήθηκε ο Ο.Α.Σ., διαλύθηκαν οι Συγκοινωνιακές Επιχειρήσεις (Σ.Ε Π.) και τέθηκαν σε εκκαθάριση (άρθρο 3).
Τέλος, με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου ορίζεται, ότι ο Ο.Α.Σ.Α. υπεισέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς καμιά άλλη διατύπωση, με συνέπεια καθολικής διαδοχής στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις του Ο.Α.Σ.
2. Κατά τη λειτουργία των πιο πάνω επιχειρήσεων δημιουργήθηκαν ορισμένα φορολογικά θέματα, από συναλλαγές που έλαβαν χώρο μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο Ο.Α.Σ. χορήγησε στις Σ.Ε Π. ή απευθείας στους μετόχους τους κατά τις χρήσεις 1992 και 1993 ανταλλακτικά λεωφορείων, χωρίς να εκδώσει τα προβλεπόμενα από τον Κ.Β.Σ. στοιχεία, γιατί δεν γνώριζε σε ποια αξία έπρεπε να τα τιμολογήσει.
Επίσης, οι Σ.Ε Π. δεν έχουν αποδώσει στους μετόχους τους τα έσοδα του Δ’ τριμήνου 1993, καθόσον δεν έχουν εισπράξει από τον Ο.Α.Σ. ή από τον Ο.Α.Σ.Α. ως καθολικό διάδοχο αυτού, τα έσοδα που αντιστοιχούν στο μήνα Δεκέμβριο 1993, λόγω αδυναμίας καθορισμού του ύψους των αμοιβαίων απαιτήσεων και υποχρεώσεων μεταξύ αυτών (Σ.Ε.Π.) και του Ο.Α.Σ.Α. Για το λόγο αυτό δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα και η εκκαθάριση των εν λόγω επιχειρήσεων.
Περαιτέρω, μετά από διαπραγματεύσεις, ο Ο.Α.Σ.Α. και οι υπό εκκαθάριση Σ.Ε.Π., κατέληξαν σε συμφωνία ως προς το ύψος των αμοιβαίων απαιτήσεων και υποχρεώσεων, η οποία εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων του Ο.Α.Σ.Α. στις 19.10. 2000.
3. ΄Ήδη με την διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2954/2001, ο Ο.Α.Σ.Α., υποχρεούται να προβεί στη λογιστική τακτοποίηση των πιο πάνω απαιτήσεων και υποχρεώσεών του, μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλαδή, μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου 2002. Για το σκοπό αυτό, ο Ο.Α.Σ.Α. θα εκδώσει προς τις υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π., τις προβλεπόμενες από την παρ. 5 του πιο πάνω άρθρου και νόμου ειδικές διπλότυπες αθεώρητες εκκαθαρίσεις, εντός της πιο πάνω προθεσμίας. Το τυχόν αποτέλεσμα (κέρδος ή ζημία) το οποίο θα προκύψει από την εν λόγω λογιστική τακτοποίηση, θα επηρεάσει τα αποτελέσματα χρήσης του Ο.Α.Σ.Α., μέσα στην οποία θα εκδοθούν οι πιο πάνω εκκαθαρίσεις, κατά ρητή διατύπωση των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του πιο πάνω νόμου, ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι η εκκαθάριση αφορά συναλλαγές που έλαβαν χώρα σε προγενέστερες χρήσεις μεταξύ του Ο.Α.Σ. και τις Σ.Ε Π.
Τις πιο πάνω αθεώρητες εκκαθαρίσεις υποχρεούνται να εκδώσουν και οι υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π., προς τους μετόχους τους, μέσα στην προαναφερόμενη προθεσμία.
Για τις Σ.Ε Π. όμως, δεν τίθεται θέμα φορολόγησης των εισοδημάτων που ενδεχόμενα προκύπτουν από τον πιο πάνω διακανονισμό, καθόσον σύμφωνα με την 1125000/10140/2370/ Α0014/ΠΟΛ 1316/30.9.93 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η διαδικασία φορολογίας των αστικών και υπεραστικών ΚΤΕΛ και ιδιοκτητών των λεωφορείων αυτών, έχει εφαρμογή και στην περίπτωση των Σ.Ε Π και των μετόχων τους. Επομένως οι Σ.Ε Π. δεν έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (1056112/ 503/Α0012/ΠΟΛ 1122/11.5.1989 εγκύκλιος). Τέλος, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 4 του ν. 2954/ 2001, στον Ο.Α.Σ., τον Ο.Α.Σ.Α. και τις Σ.Ε Π., δεν επιβάλλονται πρόστιμα για τυχόν φορολογικές παραβάσεις που προκύπτουν κατά την πιο πάνω λογιστική τακτοποίηση των αμοιβαίων απαιτήσεων και υποχρεώσεων. Τα ανωτέρω ισχύουν με την προϋπόθεση ότι η τακτοποίηση αυτή θα γίνει μέσα στην προβλεπόμενη τρίμηνη προθεσμία.
4. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 2954/2001, καθορίζεται, ύστερα από τη διευθέτηση των αμοιβαίων απαιτήσεων και υποχρεώσεων μεταξύ Σ.Ε Π. και Ο.Α.Σ.Α., ο τρόπος φορολόγησης των ποσών που καταβάλλονται στους εκμεταλλευτές λεωφορείων δημόσιας χρήσης ενταγμένων στις Σ.Ε Π., που είχαν τεθεί σε εκκαθάριση.
Η φορολόγηση των πιο πάνω ποσών, τα οποία, σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτή, θεωρούνται για τους δικαιούχους εισοδήματα της χρήσης 2000, γίνεται αυτοτελώς με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) επί του καθαρού εισοδήματος, το οποίο προσδιορίζεται με την εφαρμογή συντελεστή καθαρού κέρδους σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί του καταβαλλόμενου ποσού από τις Σ.Ε Π. στους δικαιούχους.
Η παρακράτηση του φόρου γίνεται από τις Σ.Ε Π. κατά την καταβολή του ποσού στους δικαιούχους και καταβάλλεται με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ των Σ.Ε Π., εφάπαξ μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα οι Σ.Ε Π., πρέπει να χορηγήσουν έγκαιρα στους δικαιούχους εκμεταλλευτές των λεωφορείων βεβαίωση στην οποία να αναγράφονται τα ποσά που αναλογούν στο δικαιούχο, το καθαρό εισόδημα, τον παρακρατηθέντα φόρο κτλ.
Οι δικαιούχοι αυτοί, περαιτέρω, υποχρεούνται, είτε ως επιχειρήσεις μεμονωμένων εκμεταλλευτών είτε ως κοινωνοί αστικού δικαίου, να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος (αρχική ή συμπληρωματική) οικονομικού έτους 2001, στην οποία θα αναγράψουν τα ποσά του καθαρού εισοδήματος, όπως αυτά προκύπτουν μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος που τα βαρύνει.
Ειδικότερα, τα ποσά αυτά θα γραφτούν στους κωδικούς αριθμούς 659-660 των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (έντυπο Ε1) και στους κωδικούς αριθμούς 016 και 027 των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος Ο.Ε., κοινωνιών αστικού δικαίου κτλ. (έντυπο Ε5), κατά περίπτωση, ενώ ο παρακρατηθείς φόρος δεν πρέπει να γραφτεί σε κωδικό αριθμό.
Για τα θέματα, που ρυθμίζονται με την παράγραφο αυτή, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 4, δεν επιβάλλονται πρόστιμα και κυρώσεις που προβλέπονται από τις γενικές διατάξεις.
5. Διευκρινίζεται ότι, τα τυχόν ποσά για τα οποία έχουν ήδη εκδοθεί εκκαθαρίσεις οικονομικών ετών 1993 και 1994, τα οποία δεν δηλώθηκαν από τους εκμεταλλευτές των πρώην Σ.Ε Π. με αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των αντίστοιχων οικονομικών ετών, καθώς και περιπτώσεις μη υποβολής μηδενικών δηλώσεων για τα υπόλοιπα έτη που βρίσκονταν σε εκκαθάριση ή άλλα εισοδήματα που αφορούν την περίοδο αυτή, δεν καταλαμβάνονται από τις ρυθμίσεις του άρθρου 4 του ν. 2954/ 2001, ενώ, τέλος προκειμένου, για ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί στους εκμεταλλευτές λεωφορείων δημόσιας χρήσης, τα οποία θεωρείται ότι έχουν καταστεί οριστικά με βάση εκκαθαρίσεις που έχουν εκδοθεί από τον Ο.Α.Σ.Α. προς τις υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π. και στη συνέχεια από αυτές στους εκμεταλλευτές λεωφορείων των Σ.Ε Π., για τα οικονομικά έτη 1993 και 1994 και οι δικαιούχοι αυτών έχουν προβεί σε δήλωση ίσων ή μεγαλύτερων ποσών από αυτά που προκύπτουν από Τις εκκαθαρίσεις αυτές, η δήλωσή τους αυτή θεωρείται ειλικρινής.
Β. ΦΠΑ
1. Με την παραγρ. 4 του Ν. 2954/ 2.11.2001 ορίζεται ότι προκειμένου να προσδιοριστεί η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ΦΠΑ, τόσο για τον ΟΑΣΑ όσο και για τις ΣΕΠ, κατά την τακτοποίηση των μεταξύ των υποχρεώσεων που επιλύονται με τον παρόντα νόμο, ως βάση υπολογισμού λαμβάνονται τα ποσά που εγκρίθηκαν με το 12/19.10.2000 πρακτικό της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων του ΟΑΣΑ και το οποίο έγινε αποδεκτό από μέρους των οκτώ Σ.ΕΠ.
Η τακτοποίηση αυτή γίνεται ανάλογα με τις διακρίσεις των απαιτήσεων και υποχρεώσεων, όπως εμφανίζονται στο ανωτέρω πρακτικό, ως πράξεων υπαγομένων στο ΦΠΑ με φορολογικό συντελεστή 8%, 18% ή απαλλασσομένων του ΦΠΑ, ανάλογα με την περίπτωση.
2. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγρ. 1 και 5 του ιδίου άρθρου, ως χρόνος έκδοσης των απαιτούμενων εκατέρωθεν φορολογικών στοιχείων ορίζεται χρονικό διάστημα τριών μηνών από την δημοσίευση του νόμου (ημερομηνία δημοσίευσης 2.11.01).
Κατά τις ημερομηνίες έκδοσης των στοιχείων αυτών, καθίσταται απαιτητός ο ΦΠΑ που αναλογεί στις ανωτέρω πράξεις και καταβάλλεται με την περιοδική δήλωση της αντίστοιχης φορολογικής περιόδου.
3. Περαιτέρω παρέχεται η ευχέρεια στις ΣΕΠ, και στους εκμεταλλευτές λεωφορείων μέλη των ΣΕΠ, οι οποίοι δεν έχουν υποβάλλει περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ για φορολογικές ή διαχειριστικές περιόδους που έληξαν μέχρι και την ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 2954/2001 (ημερομηνία δημοσίευσης 2.11.2001), να υποβάλλουν Τις δηλώσεις αυτές μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου δηλαδή μέχρι τις 2 Μαρτίου 2002, χωρίς πρόσθετο φόρο ή πρόστιμο.
Τυχόν επιβληθέντα ποσά πρόσθετων φόρων ή προστίμων για δηλώσεις που υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα πριν την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου για την ίδια αιτία, δεν επιστρέφονται ούτε διαγράφονται.
Αυτονόητο είναι ότι αποφάσεις επιβολής προστίμου που έχουν εκδοθεί για την παραπάνω αιτία και δεν έχουν καταστεί για τον οποιονδήποτε λόγο οριστικές μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του κοινοποιούμενου νόμου, παύουν αυτοδίκαια να ισχύουν.
Γ. Κ.Β.Σ. ΚΩΔΙΚΑΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
1. Με την παράγραφο 5 περίπτωση α΄ του άρθρου 4 του ν. 2954/ 2.11. 2001 (ΦΕΚ Α΄ 255) ορίζεται ότι, ο Ο.Α.Σ.Α. προς τις υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π. και οι υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π. προς τους εκμεταλλευτές λεωφορείων Σ.Ε.Π., πρέπει να εκδώσουν εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού (δηλαδή μέχρι 2.2.2002) ειδική εκκαθάριση αθεώρητη και διπλότυπη, για τις εκατέρωθεν απαιτήσεις και υποχρεώσεις τους, με βάση τα ποσά που έγιναν αποδεκτά και εγκρίθηκαν με το πρακτικό 12/19.10. 2000 κατά τη γενική συνέλευση των μετόχων του Ο.Α.Σ.Α.
Στις εκκαθαρίσεις αυτές εκτός των οριζομένων από το άρθρο 12 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992 ΦΕΚ 84 Α΄) πρέπει να αναγράφεται ρητά, το χρονικό διάστημα που αφορούν τα ποσά που έγιναν αποδεκτά με το ως άνω πρακτικό.
Οι ως άνω εκκαθαρίσεις, θα αποτελούν το δικαιολογητικό εγγραφής για τις απαιτούμενες εγγραφές στα τηρούμενα από τα ανωτέρω πρόσωπα φορολογικά βιβλία του Κ.Β.Σ.
2. Από τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της ίδιας ως άνω παραγράφου και νόμου προκύπτει σαφώς ότι, οι εκμεταλλευτές λεωφορείων των Σ.Ε Π. (κοινωνίες ή μεμονωμένοι εκμεταλλευτές) απαλλάσσονται από την υποχρέωση έκδοσης φορολογικού στοιχείου και την τήρηση φορολογικών βιβλίων του Κ.Β.Σ.
3. Περαιτέρω, ο Ο.Α.Σ.Α. και οι υπό εκκαθάριση Σ.Ε Π. για τις οποιεσδήποτε παραλείψεις τους σε σχέση με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τον Κ.Β.Σ., κατά το χρονικό διάστημα της εκκαθάρισης και αφορούν τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, απαλλάσσονται από τις κυρώσεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, συμπεριλαμβανομένων και της παράλειψης υποβολής των καταστάσεων του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ.
4. Για τυχόν διαπιστωθείσες παραβάσεις μέχρι τη δημοσίευση του κοινοποιούμενου νόμου, που αφορούν παραλείψεις του Κ.Β.Σ. κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα που ρυθμίζονται θέματα αμοιβαίων απαιτήσεων και υποχρεώσεων μεταξύ Ο.Α.Σ.Α. και Σ.Ε Π. και των μελών των Σ.Ε Π., δεν θα επιβληθούν πρόστιμα, οι δε τυχόν εκδοθείσες αποφάσεις επιβολής προστίμων ι εφόσον δεν έχουν οριστικοποιηθεί (μέχρι τη δημοσίευση του κοινοποιούμενου νόμου) καθίστανται αυτοδίκαια άκυρες.