ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ
Η μεταβίβαση μετοχών κατά την εκκαθάριση των Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Σ.Μ.Ε.), που συνήφθησαν στα πλαίσια της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου ” Παραγώγων Αθηνών (Χ.Π.Α.), δεν υπόκειται σε φόρο 3‰, που επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου 1 της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998, ως ισχύει.
(Α.Υ.Ο. 1052803/10475/Β0012/ΠΟΛ. 1183/20.6.2002)Σχετικά με το πιο πάνω θέμα, σας αποστέλλουμε συνημμένα την αρ. 330/2002 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. (Β΄ Τμήμα), η οποία έγινε αποδεκτή από τον Κ. Γενικό Γραμματέα και σας γνωρίζουμε ότι κάθε διαταγή με αντίθετο περιεχόμενο παύει να ισχύει.
ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(Β΄ ΤΜΗΜΑ)
Συνεδρίαση 16/5.2002
Αριθμός Γνωμοδότησης 330/2002
Αριθ. Ερωτήματος: Αριθ. πρωτ. 1010929/10073/Β0012/12-3-2002 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, Δ/νση Εισοδήματος.
Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται εάν οι μεταβιβάσεις μετοχών, που λαμβάνουν χώρα κατά την εκκαθάριση των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, τα οποία συνήφθησαν στα πλαίσια της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών, υπόκεινται στο φόρο (3‰), που επιβάλλεται δυνάμει της διάταξης του άρθρου 9 § 2 εδ.1 του ν. 2579/98 για τις μεταβιβάσεις μετοχών στο Χ.Α.Α.
Ι. Με το πιο πάνω έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών τέθηκε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους το ακόλουθο ερώτημα:
“1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.19 του άρθρου 1 του ν. 2533/ 1997, ως “παράγωγα” νοούνται συμβάσεις επί χρηματοοικονομικών μέσων, ιδίως συμβάσεις προαίρεσης, υπό προθεσμία και ανταλλαγής δικαιωμάτων επί κινητών αξιών, χρηματιστηριακών δεικτών, μέσων της χρηματαγοράς, συναλλάγματος και επιτοκίων.
2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ.24 του ίδιου πιο πάνω άρθρου και νόμου ορίζεται, ότι ως “υποκείμενες αξίες” νοούνται οι κινητές αξίες, οι δείκτες κινητών αξιών, οι αξίες της χρηματαγοράς και οι άλλες αξίες, επί των οποίων παρέχεται δικαίωμα αγοράς ή πώλησης από παράγωγο ή βάσει των οποίων υπολογίζεται η χρηματιστηριακή αξία των παραγώγων.
3. Επίσης, με τις διατάξεις του άρθρου 32 του νόμου αυτού oρίζεται, ότι απαλλάσσονται παντός φόρου συμπεριλαμβανομένου και του Φ.Π.Α., τέλους, τέλους χαρτοσήμου και δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων η κτήση παραγώγων χρηματιστηριακών αξιών, τα κεφαλαιακά κέρδη από συναλλαγές επί παραγώγων στο Χ.Π.Α. η παροχή ασφαλειών στην ΕΤ.Ε.-Σ.Ε.Π. και στα μέλη του Χ.Π.Α. και της ΕΤ.Ε.-Σ.Ε.Π. η μεταβίβαση των έννομων σχέσεων επί παραγώγων και των ασφαλειών μεταξύ των μελών Χ.Π.Α. και της ΕΤ.Ε.-Σ.Ε.Π. και κάθε πράξη και συμφωνία παρεπόμενη αυτών.
4. Εξάλλου, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ.2 του άρθρoυ 9 του ν. 2579/ 1998, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την παρ. 5 του άρθρου, 37 του ν. 2874/2000, ορίζεται, ότι επιβάλλεται φόρος με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3‰) στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών για συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε αυτό:
5. Η Εταιρεία Εκκαθάρισης Συναλλαγών επί Παραγώγων Α.Ε. (ΕΤ.Ε.-Σ.Ε.Π.), με τη σχετική αίτηση της αλλά και με συμπληρωματικά στοιχεία που μας υπέβαλε, μας γνώρισε ότι το Χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών και η εταιρεία αυτή πρόκειται να εισαγάγουν άμεσα προς διαπραγμάτευση νέα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα και συγκεκριμένα τυποποιημένα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Σ.Μ.Ε.). Το υποκείμενο στοιχείο αυτών των Συμβολαίων είναι μετοχές εισηγμένες στη κύρια αγορά του Χ.Α.Α., ενώ η τελική τιμή εκκαθάρισης είναι η τιμή κλεισίματος της υποκείμενης μετοχής κατά την ημέρα λήξης όπως προσδιορίζεται εκάστοτε από το Χ.Α.Α. Τα υπόψη Σ.Μ.Ε. θα εκκαθαρίζονται αυτόματα μέσω της εκκαθάρισης με φυσική παράδοση την ημέρα της τελικής εκκαθάρισης. Η παράδοση γίνεται με βάση την τελική τιμή εκκαθάρισης του συμβολαίου. Ο πωλητής του Σ.Μ.Ε. παραδίδει στον αγοραστή του Σ.Μ.Ε. αριθμό μετοχών ίσο με το μέγεθος του συμβολαίου και λαμβάνει από αυτόν το καθοριζόμενο ποσό (τίμημα).
6. Ενόψει των ανωτέρω, δημιουργήθηκε το θέμα, αν κατά την παράδοση αιτία πωλήσεως μετοχών, που αποτελούν υποκείμενα στοιχεία των προαναφερόμενων Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Σ.Μ.Ε.) επιβάλλεται φόρος 3‰”.
ΙΙ. Επί του ως άνω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:
Πλην των ανωτέρω αναφερόμενων διατάξεων, δέον να παρατεθούν και οι ακόλουθες διατάξεις, οι οποίες τυγχάνουν εφαρμοστέες εν προκειμένω:
Από διατάξεις του ν. 2533/97 (ΦΕΚ 228/11-11-97) “”Χρηματιστηριακή αγορά παραγώγων και άλλες διατάξεις” ορίζονται τα εξής:
Άρθρο 2
“Ίδρυση και σκοπός του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών. (Χ.Π.Α.)
1. Το Χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών (Χ.Π.Α.) που ιδρύεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 4 του παρόντος νόμου και λειτουργεί με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, διέπεται από τις διατάξεις της νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρίες, εκτός αν επί μέρους διατάξεις του παρόντος νόμου εισάγουν αποκλίσεις από αυτές.
2. Σκοπός του Χ.Π.Α. είναι η οργάνωση και υποστήριξη των συναλλαγών στη χρηματιστηριακή αγορά παραγώγων, η οργάνωση της λειτουργίας του συστήματος συναλλαγών αυτών, καθώς και κάθε συναφής δραστηριότητα.
3. Τα παράγωγα και τα χαρακτηριστικά τους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο Χ.Π.Α. ορίζονται στη σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Χ.Π.Α. ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας Εκκαθάρισης Συναλλαγών επί Παραγώγων (ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π).
Άρθρο 9
Αντικείμενο συναλλαγών
Αντικείμενο συναλλαγών του Χ.Π.Α αποτελούν αποκλειστικά τα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σ’ αυτό παράγωγα.
Άρθρο 10
Χρηματιστηριακές συμβάσεις επί παραγώγων
1. Οι χρηματιστηριακές συμβάσεις στο Χ.Π.Α. καταρτίζονται είτε με συμμετοχή του μέλους του Χ.Π.Α. ή και της ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π. στη συνεδρίαση του Χ.Π.Α. (συμβάσεις εντός κύκλου) είτε χωρίς τέτοια συμμετοχή (συμβάσεις εκτός κύκλου).
(Η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 4 άρθρ. 28 Ν. 2836/2000) ΦΕΚ Α 168/24.7.2000).
2. Κάθε σύμβαση επί παραγώγων στο Χ.Π.Α. καταρτίζεται μεταξύ της Εταιρείας Εκκαθάρισης Συναλλαγών Επί Παραγώγων (ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π.) Και των παραγγελέων, οι οποίοι εκπροσωπούνται από τα Μέλη του Χ.Π.Α.
(Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 2 άρθρ.17 Ν. 2789/2000 ΦΕΚ Α 21/11.2.2000).
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13 του παρόντος, μέλος του Χ.Π.Α που καταρτίζει σύμβαση επί παραγώγων στο Χ.Π.Α συναλλάσσεται για λογαριασμό παραγγελέα του, ενεργώντας ως χρηματιστηριακός παραγγελιοδόχος.
Άρθρο 11
Χρηματιστηριακές συμβάσεις εντός κύκλου
1. Τα μέλη του Χ.Π.Α συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του Χ.Π.Α και καταρτίζουν χρηματιστηριακές συμβάσεις επί παραγώγων.
2. Εφόσον δύο αντίθετες δηλώσεις βούλησης συμπίπτουν, η ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π. κάνει αποδεκτές τις δύο αντίθετες δηλώσεις βούλησης και καταρτίζει με καθένα από τα δύο μέλη ομοιόμορφη σύμβαση επί του παραγώγου έτσι ώστε οι υποχρεώσεις της από τη μία σύμβαση να είναι αντίστροφες προς τις υποχρεώσεις της από την άλλη.
Επιτρέπεται η κατάρτιση χρηματιστηριακής σύμβασης εντός κύκλου για λογαριασμό διαφορετικών παραγγελέων ακόμα και αν οι δηλώσεις προσφοράς και αποδοχής προέρχονται από το ίδιο μέλος του Χ.Π.Α.
3. Η ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π. συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Χ.Π.Α. και καταρτίζει συμβάσεις επί παραγώγων για ίδιο λογαριασμό, εφόσον αυτό προβλέπεται από τα χαρακτηριστικά των παραγώγων προϊόντων. (Η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.4 άρθρ.28 Ν.2836/2000, ΦΕΚ Α΄ 68/ 24. 7.2000).
Άρθρο 27
Εκκαθάριση κατά τη λήξη ή άσκηση
1. Κατά την με οποιονδήποτε τρόπο ενεργοποίηση των δικαιωμάτων του επενδυτή, που απορρέουν από το παράγωγο, γεννώνται για την ΕΤ.Ε.-Σ.Ε.Π., ως αντισυμβαλλόμενο μέρος, οι αντίστοιχες υποχρεώσεις και δικαιώματα. Ειδικότερα η ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π. οφείλει να εκκαθαρίσει είτε την παράδοση των κινητών αξιών σε περιπτώσεις που είτε κατ’ επιλογή του αντισυμβαλλομένου είτε υποχρεωτικά προβλέπεται φυσική παράδοση των υποκειμένων κινητών αξιών, είτε την εκκαθάριση των αντίστοιχων χρηματικών υποχρεώσεων”.
Ακολούθως, στο άρθρο 1 της υπ’ αριθμ. 53/25-7-2000 απόφασης του Δ.Σ. του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών Α.Ε. (ΦΕΚ Β΄ 960/31-7-2000) ορίζεται ότι “συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης είναι η σύμβαση που δεσμεύει τους αντισυμβαλλομένους να πωλήσουν ή αγοράσουν αντιστοίχως υπό προθεσμία την υποκείμενη αξία”, ενώ στο άρθρο 22 της ίδιας απόφασης ορίζονται οι αρχές με βάση τις οποίες γίνεται ο υπολογισμός των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης.
Τέλος, από τις διατάξεις του άρθρου 20 και 21του ν. 1806/88 (ΦΕΚ 207 Α) “Τροποποίηση της νομοθεσίας για τα χρηματιστήρια αξιών και άλλες διατάξεις” προβλέπονται τα εξής:
Χρηματιστηριακές συναλλαγές Άρθρο 20.
“1. Χρηματιστηριακές συναλλαγές κατά την έννοια του νόμου αυτού είναι μόνο:
α) Η πώληση τοις μετρητοίς, η οποία καταρτίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από την κείμενη νομοθεσία για τα χρηματιστήρια αξιών.
β) Η πώληση με ειδικές συμφωνίες, όπως, ενδεικτικά, η παράδοση των αξιών μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας, το δικαίωμα εξώνησης και το δικαίωμα υπαναχώρησης ολικώς ή μερικώς με ή χωρίς ανταλλάγματα. Οι όροι και η διαδικασία σύναψης και εκτέλεσης της πώλησης με ειδικές συμφωνίες καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
(……………………….)
γ) Κάθε δικαιοπραξία συναφής με τη διενέργεια και την εκτέλεση των παραπάνω συμβάσεων”.
ΙΙΙ. Κατ’ αρχάς επισημαίνεται ότι από τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 32 του ν. 2533/97 προκύπτει σαφώς ότι στις πράξεις, που απαριθμούνται περιοριστικώς στο άρθρο αυτό ως απαλλασσόμενες του φόρου δεν περιλαμβάνεται και η μεταβίβαση μετοχών στον επενδυτή, κατά την εκκαθάριση των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης εκ μέρους της ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π. και επομένως εξ αυτής της διατάξεως δεν δύναται να αντληθεί απαλλακτική ρύθμιση ως προς τις εν λόγω μεταβιβάσεις.
Απαραίτητη όμως προϋπόθεση επιβολής φόρου μεταβίβασης των μετοχών με συντελεστή 3‰ κατά τη σαφή διατύπωση της σχετικής διάταξης της παρ. 2 εδ. 1 του άρθρου 9 του ν. 2579/ 1998, ως ισχύει, αποτελεί όχι μόνον το γεγονός ότι έλαβε χώρα μεταβίβαση αυτών στα πλαίσια χρηματιστηριακής συναλλαγής επί των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών μετοχών, αλλά συγκεκριμένα ότι η εν λόγω συναλλαγή, έγινε αποκλειστικά στα πλαίσια των διαδικασιών κατάρτισης χρηματιστηριακών συμβάσεων, που κατά το νόμο λαμβάνουν χώρα στο Χ.Α.Α. (“για συναλλαγές που πραγματοποιούνται σ’ αυτό”).
Παρατηρείται βεβαίως ότι στην ως άνω διάταξη δεν διευκρινίζεται το Χρηματιστήριο, στις συναλλαγές του οποίου επιβάλλεται ο αναφερθείς φόρος, πλην όμως η πρόθεση του νομοθέτη αποσαφηνίζεται στην εισηγητική έκθεση του ρηθέντος άρθρου, στην οποία ορίζεται ότι η ρύθμιση αναφέρεται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
Άρα από τη διατύπωση της αναφερθείσης διάταξης του ν. 2579/98 είναι εμφανές ότι ο νομοθέτης οριοθετεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής της διάταξης, μη δυνάμενο αυτό να εκταθεί διασταλτικώς σε παρεμφερείς θεσμούς, όπως είναι η μεταβίβαση μετοχών στα πλαίσια της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Παραγώγων.
Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 9,10,11 και 27 του 2533/97 καθώς και των άρθρων 1 και 22 της υπ’ αριθμ. 53/25-7-2000 απόφασης του Δ.Σ. του Χ.Π.Α. προκύπτει ότι η μεταβίβαση των μετοχών ως υποκειμένων αξιών κατά την εκκαθάριση εκ μέρους της ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π., η οποία λαμβάνει χώρα πριν ή κατά τη λήξη της τρίμηνης διάρκειας των συμβάσεων επί παραγώγων (συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης) αποτελεί αποκλειστική συνέπεια της ενεργοποίησης των δικαιωμάτων του επενδυτή, που απορρέουν από τα Παράγωγα, ήτοι από τις σχετικές συμβάσεις προαιρέσεως κλπ., που αποτέλεσαν αντικείμενο συναλλαγών αποκλειστικά στο χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών, με αντισυμβαλλόμενο – μέρος την ΕΤ.Ε.Σ.Ε.Π.
Κατά συνέπεια ευχερώς συνάγεται ότι οι ούτω γενόμενες μεταβιβάσεις μετοχών, δεν υπόκεινται στη φορολόγηση, που προβλέπει ο v. 2579/98 για τις εισηγμένες στο Χ.Α.Α. μετοχές, οι οποίες μεταβιβάζονται μέσω των συναλλαγών, που λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια λειτουργίας του Χ.Α.Α., εξυπακούεται δε ότι ούτε στη φορολόγηση του άρθρου 13 § 2 του ν. 2238/94 υπόκεινται, καθόσον η εν λόγω διάταξη έχει εφαρμογή μόνο κατά τη μεταβίβαση μετοχών, που είναι μη εισηγμένες στο Χ.Α.Α.
Αν και κατά την άποψη του Νομικού Συμβούλου Π. Κιούση η αληθής έννοια του άρθρου 9 Παρ.2 του ν.2579/98, ως ισχύει μετά την τροποποίησή του με την Παρ.5 του άρθρου 37 του ν. 2874/2000, είναι ότι καταλαμβάνει κάθε πώληση μετοχών, που λαμβάνει χώρα δι’ αντιστοίχου συναλλαγής στο ΧΑΑ, ανεξάρτητα από τη γενεσιουργό αιτία αυτής.
Σκοπός του νόμου, που επέβαλε την άνω φορολογία, ήταν η άρση της άνισης φορολογικής μεταχείρισης που υπάρχει μεταξύ, της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ, (αφορολόγητης), και αυτής που προκύπτει από την αντίστοιχη πώληση μη εισηγμένων στο ΧΑΑ μετοχών ημεδαπών ανωνύμων εταιριών, υποκείμενης σε αυτοτελή φορολόγηση.
Για το λόγο αυτό άλλωστε η φορολογία αυτή επιβάλλεται χωρίς καμία εξαίρεση ως προς τη νομική προσωπικότητα του πωλητή, την ιθαγένεια, την μόνιμη κατοικία, έδρα ή το φορολογικό καθεστώς από το οποίο διέπεται (βλ. οικεία εισηγητική έκθεση).
Ενόψει της γενικότητας της άνω φορολογίας και του σκοπού στον οποίο απέβλεψε δεν θα μπορούσαν να εξαιρεθούν αυτής οι πωλήσεις μετοχών που γίνονται στα πλαίσια λειτουργίας το Χ.Π.Α. και είναι απόρροια του συγκεκριμένου παραγώγου προϊόντος, αφού και οι πωλήσεις αυτές δεν είναι ασύνδετες με την έννοια της άνω αφορολόγητης υπεραξίάς και της δημιουργίας αφορολογήτων κεφαλαιακών κερδών.
Ο φόρος επιβάλλεται με μόνη τη συνδρομή του αντικειμενικού γεγονότος της πωλήσεως των μετοχών και την συνακόλουθη πραγματοποίηση της αντιστοίχου συναλλαγής στο Χ.Α.Α. και δεν ενδιαφέρει αν η τοιαύτη μεταβίβαση είναι απόρροια της λειτουργίας του συγκεκριμένου προϊόντος του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών.
Κρίσιμη νομική σημασία έχει αυτό τούτο το γεγονός της πωλήσεως των μετοχών, που συνεπάγεται αντίστοιχη μεταβολή στο μετοχολόγιο της εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας. Εντεύθεν εφόσον κατά τη λήξη των νέων παραγώγων προϊόντων του ΧΠΑ θα υπάρχει φυσική παράδοση των μετοχών και ως εκ τούτου θα λαμβάνουν χώρα αγορές και πωλήσεις εισηγμένων στο ΧΠΑ μετοχών) έπεται ότι θα επιβάλλεται ο άνω φόρος, ο οποίος πλήσσει γενικώς κάθε πώληση μετοχών στο ΧΑΑ.
Ως εκ τούτου το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε κατά πλειοψηφία ότι η μεταβίβαση μετοχών κατά – την εκκαθάριση των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, που συνήφθησαν στα πλαίσια της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αθηνών, δεν υπόκειται στο φόρο, που επιβάλλεται δυνάμει της διάταξης του άρθρου 9 § 2 εδ.1 του ν. 2579/98, ως ισχύει.