ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΕΞΟΔΩΝ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΩΣ ΤΡΙΤΩΝ
(Α.Υ.Ο. 1101497/7795/371/Ζ0016/ΠΟΛ. 1050/10.3.2005)
Αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων των επιχειρήσεων τα οποία βρίσκονται εκτός σχεδίου.
(Α.Υ.Ο. 1007459/10098/Β0012/ΠΟΛ. 1008/25.1.2005)Σας κοινοποιούμε την 628/2004 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.
Με τη γνωμοδότηση αυτή έγινε δεκτό, ότι από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 30, 32 και 33 του Κ.Ε.Δ.Ε. προκύπτει ότι η κατάσχεση της απαίτησης του οφειλέτη του Δημοσίου στα χέρια τρίτου, έχει ως συνέπεια την αναγκαστική εκχώρησή της στο κατασχόν Δημόσιο, το οποίο καθίσταται εκδοχέας αυτής και ο τρίτος λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου, εκτός εάν αυτός υποβάλει εμπρόθεσμη δήλωση αρνούμενος την οφειλή του προς τον οφειλέτη του Δημοσίου.
Περαιτέρω από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι μεταξύ του τρίτου στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση και του κατασχόντος Δημοσίου, αφ’ ενός μεν δεν υφίσταται καμμία έννομη σχέση (π.χ. εντολής των άρθρων 713 επ. Α.Κ. ή διοικήσεως αλλοτρίων των άρθρων 730 επ. Α.Κ.), αφ’ ετέρου δε η υποχρέωση υποβολής θετικής ή αρνητικής δήλωσης εκ μέρους τρίτου απορρέει ευθέως εκ του νόμου.
Υπό τα δεδομένα αυτά δεν είναι νόμιμες οι αξιώσεις των τραπεζών περί καταβολής εξόδων, στα οποία υποβάλλονται κατά τη διαδικασία υποβολής δηλώσεων του άρθρου 32 παρ.1 του Κ.Ε.Δ.Ε., στα χέρια των οποίων (Τραπεζών) το Δημόσιο επιβάλλει κατασχέσεις ως τρίτων, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν.2915/29.05.2001, με το οποίο προβλέφθηκε η άρση του απορρήτου των κάθε μορφής καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, για την ικανοποίηση κάθε δανειστή που έχει δικαίωμα κατάσχεσης της περιουσίας του οφειλέτη του και για το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την ικανοποίησή του.
Επισυνάπτεται η 628/2004 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ.
ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΤΜΗΜΑ Β’
Συνεδρίαση της 14.12.2004
Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 628/2004
Αριθμός Ερωτήματος: Τα υπ’ αριθμ. 1000148/11/Ζ0016/762004 και 1088511/6866/320/Ζ 0016/1122004 έγγραφα της 16ης Διευθύνσεως (Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται: 1) Εάν είναι νόμιμες οι αξιώσεις των Τραπεζών περί καταβολής των εξόδων, στα οποία υποβάλλονται κατά την διαδικασία υποβολής δηλώσεων του άρθρου 32 παρ. 1 του Κ.Ε.Δ.Ε., εις χείρας των οποίων το Δημόσιο επιβάλλει κατασχέσεις ως τρίτων 2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως: α) με ποιο τρόπο θα γίνεται ο υπολογισμός του ύψους του ποσού των εξόδων αυτών και β) εάν τα ανωτέρω έξοδα θεωρούνται έξοδα διοικητικής εκτελέσεωςκατά τα άρθρα 76 επομ. ΚΕΔΕ και ακολουθείται η καθοριζομένη διαδικασία από τα άρθρα αυτά (εκκαθάριση και προσδιορισμόςκαταβολή εξόδων εκτελέσεως) .
Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Β Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εγνωμοδότησε ομοφώνως ως εξής:
1. Στο άρθρο 24 του ν. 2915/2001 ορίζονται τα εξής
“Το απόρρητο των κάθε μορφής καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα καθώς και των άϋλων μετοχών που καταχωρίζονται στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) του Κεντρικού Aπoθετήριo Αξιών (Κ.Α.Α.) δεν ισχύει έναντι του δανειστή που έχει δικαίωμα κατασχέσεως της περιουσίας του δικαιούχου της καταθέσεως ή της μετοχής. Το απόρρητο αίρεται μόνο για το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την ικανοποίηση του δανειστή”.
Εξ άλλου στα άρθρα 30.32 και 33 του ΚΕΔΕ ορίζονται τα εξής “Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτων των εις χείρας αυτών ευρισκομένων χρημάτων, καρπών και άλλων κινητών πραγμάτων του οφειλέτου του Δημοσίου ή των οφειλομένων εν γένει προς αυτό, ενεργείται υπό του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου δια κατασχετηρίου εγγράφου μη κοινοποιουμένου εις τον οφειλέτην…. Δια του κατασχετηρίου εγγράφου προσκαλείται ο τρίτος όπως τα υπ’ αυτού εις τον οφειλέτην του Δημοσίου οφειλόμενα χρήματα, καταθέση εντός οκτώ ημερών εις το Δημόσιον Ταμείον…..”
“Από της ημέρας κοινοποιήσεως του κατασχετηρίου εις τον τρίτον δεν δύναται ούτος να αποδώση προς τον οφειλέτην του Δημοσίου τα κατασχεθέντα χρήματα ή πράγματα ουδέ δύναται να συμψηφίση προς ανταπαιτήσεις του μεταγενεστέρας της κατασχέσεως, της κατασχέσεως επιφερούσης τα αποτελέσματα αυτοδικαίως χωρούσης αναγκαστικής εκχωρήσεως….”
“Εάν ο τρίτος ουδέν οφείλει ή δεν οφείλει όλα τα αναφερόμενα εις το κατασχετήριον έγγραφον του Δημοσίου Ταμείου χρήματα ως και άλλα πράγματα ή δεν υποχρεούται εις την άμεσον απόδοσιν αυτών, ένεκα των υφισταμένων μεταξύ αυτού και του οφειλέτου συμφωνιών ή εξ άλλου νομίμου λόγου, ο τρίτος οφείλει να δηλώση τούτο εντός οκτώ ημερών από της επιδόσεως του κατασχετηρίου. Η προθεσμία δεν παρεκτείνεται λόγω αποστάσεως. Η δήλωσις γίνεται εγγράφως δι’ αναφοράς επιδιδομένης δια δικαστικού κλητήρος εις τον εκδόντα το κατασχετήριον έγγραφον Διευθυντήν του Δημοσίου Ταμείου ή προφορικώς ενώπιον του Ειρηνοδίκου της κατοικίας του ή διαμονής του, όστις συντάσσει έκθεσιν εξ’ απλού χάρτου ην αποστέλλει εις τον Διευθυντήν του Δημοσίου Δημοσίου Ταμείου εντός 24 ωρών….”.
“Εάν ο τρίτος δεν προβή εις δήλωσιν ή προβή μεν εις τοιαύτην αλλ’ εκπροθέσμως ή ουχί κατά τον υπό του άρθρου 32 του παρόντος Ν.Διατάγματος διαγραφόμενον τύπον, λογίζεται ως οφειλέτης της όλης. ποσότητος δι’ ην εγένετο παρ’ αυτώ κατάσχεσις”.
2. α) Εν προκειμένω όπως προκύπτει από το τεθέν πραγματικό του ερωτήματος από την ερωτώσα Διεύθυνση κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων το Δημόσιο επιβάλλει κατασχέσεις εις χείρας των Τραπεζών, ως τρίτων, εις βάρος των οφειλετών των, με σκοπό την είσπραξη των απαιτήσεών του. Εν συνεχεία οι Τράπεζες κατά το άρθρο 32 του ΚΕΔΕ προβαίνουν σε θετικές ή αρνητικές δηλώσεις, παραλλήλως όμως αξιώνουν από το Δημόσιο την καταβολή εξόδων (π.χ. αμοιβή δικηγόρου για σύνταξη και υποβολή της δηλώσεως, αμοιβή δικαστικού επιμελητού για επίδοση της δηλώσεως, κόστος απασχολήσεως των υπαλλήλων για την έρευνα υπάρξεως τραπεζικών λογαριασμών του οφειλέτου του Δημοσίου κ.λ.π.), στα οποία έξοδα υποβάλλονται άνευ υπαιτιότητός των και προς εξυπηρέτηση αποκλειστικώς του συμφέροντος του κατασχόντος Δημοσίου.
β) Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 30,32 και 33 του ΚΕΔΕ προκύπτει σαφώς ότι η κατάσχεση της απαιτήσεως του οφειλέτου του Δημοσίου εις χείρας τρίτου έχει ως συνέπεια την αναγκαστική εκχώρησή της στο κατασχόν Δημόσιο, το οποίο καθίσταται εκδοχεύς αυτής και ο τρίτος λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου, εκτός εάν αυτός υποβάλει εμπρόθεσμη δήλωση, αρνούμενος την οφειλή του προς τον οφειλέτη του Δημοσίου (Α.Π. 144/1990 Ε.Ε.Ν. 1990, 664).
Περαιτέρω από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι αφ’ ενός μεν η υποχρέωση υποβολής θετικής ή αρνητικής δηλώσεως εκ μέρους του τρίτου απορρέει ευθέως εκ του νόμου, αφ’ ετέρου δε ότι μεταξύ του τρίτου εις χείρας του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση και του κατασχόντος Δημοσίου δεν υφίσταται καμμία έννομη σχέση (π.χ. εντολής των άρθρων 713 επομ. Α.Κ. ή διοικήσεως αλλοτρίων των άρθρων 730 επομ. Α.κ.), η οποία δικαιολογεί την καταβολή δαπανών και αμοιβών του τρίτου.
3. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, επί του υποβληθέντος πρώτου ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Β΄ Τμήμα) εγνωμοδότησε ομοφώνως ότι δεν είναι νόμιμες οι αξιώσεις των Τραπεζών περί καταβολής των εξόδων, στα οποία υποβάλλονται κατά την διαδικασία υποβολής δηλώσεων του άρθρου 32 παρ.1 του Κ.Ε.Δ.Ε. εις χείρας των οποίων το Δημόσιο επιβάλλει κατασχέσεις ως τρίτων και επομένως παρέλκει η εξέταση των υπολοίπων υποθετικών ερωτημάτων.