ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗ ΠΟΣΟΥ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΥΠΗΧΘΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΚΒΑΕ
“Προσαύξηση σύνταξης για τις ημέρες εργασίας, για τις οποίες καταβλήθηκαν οι πρόσθετες εισφορές των βαρέων, στους ασφ/νους /ες που συνταξιοδοτούνται με άλλες διατάξεις από εκείνες των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων Τροποποίηση οδηγιών με βάση Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας”.

(Αριθ. Πρωτ. Σ42/3/10.3.2004)Α. Όπως είναι γνωστό, με τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ.14 εδ. α’ του Ν.1469/84, όπως επαναδιατυπώθηκαν με το άρθρο 32 παρ.8 του Ν.1902/90, προβλέπεται προσαύξηση κατά 20% του ποσού της σύνταξης των ασφ/νων που υπήχθησαν στον ΚΒΑΕ, λόγω όμως αλλαγής επαγγελματικής ειδικότητας ή εξαίρεσης των εργασιών και ειδικοτήτων από τους οικείους πίνακες του άρθρου 104 του Κ.Α.Α. δε συνταξιοδοτήθηκαν με τις διατάξεις των βαρέων. .
Β. Η υπηρεσία μας, ερμηνεύοντας την ανωτέρω διάταξη, έκρινε ότι την προσαύξηση του ανωτέρω άρθρου δικαιούνται οι ασφ/νοι που ασφαλίστηκαν μεν για κάποιο χρονικό διάστημα με καταβ9λή πρόσθετων εισφορών Β.Α.Ε., δε συνταξιοδοτήθηκαν όμως με τις διατάξεις των βαρέων γιατί δε συμπλήρωναν τις απαιτούμενες ειδικές χρονικές προϋποθέσεις ή δεν επέλεξαν τις διατάξεις αυτές, συνταξιοδοτήθηκαν όμως στην ίδια ή μεγαλύτερη ηλικία από εκείνη που προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΒΑΕ.
Έτσι, σε περιπτώσεις ασφ/νων που συνταξιοδοτήθηκαν με ειδικές διατάξεις ευνοϊκότερες των βαρέων, όπως: α) στους απολυθέντες από την ΕΑΣ και συνταξιοδοτηθέντες με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. 2078/92 και β) στους αποχωρήσαντες από τα Ναυπηγεία και συνταξιοδοτηθέντες με τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 5 και 7 του Ν.2367/95, δε χορηγήθηκε η ανωτέρω προσαύξηση γιατί οι εν λόγω ασφ/νοι είχαν συνταξιοδοτηθεί με διατάξεις ευνοϊκότερες από αυτές των βαρέων (συνταξιοδότηση σε μικρότερο όριο ηλικίας).
Γ. Το ΣτΕ με τις 3272/02 και 3556/03 (Επταμελούς Συνθέσεως) αποφάσεις του δέχτηκε (με την πρώτη) για απολυθέντα της ΕΑΣ και συνταξιοδοτηθέντα με την ανωτέρω διάταξη και (με τη δεύτερη) για αποχωρήσαντα από τα ΕΛΛ. ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ και συνταξιοδοτηθέντα ότι πρέπει να προσαυξηθεί το ποσό της σύνταξής τους για τα ημερομίσθια για τα οποία καταβλήθηκαν οι πρόσθετες εισφορές των βαρέων, δεδομένου ότι οι ανωτέρω είχαν καταβάλει για τα ημερομίσθια αυτά αυξημένες εισφορές χωρίς να συνταξιοδοτηθούν με τις ειδικές διατάξεις περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
Αντίθετη ερμηνεία σύμφωνα με την άποψη του ΣτΕ θα οδηγούσε σε άνιση μεταχείριση αυτών των ασφ/νων, έναντι άλλων ασφ/νων, πρώην υπαλλήλων της ΕΑΣ και των ΝΑΥΠΗΓΕΙΩΝ, οι οποίοι δεν είχαν καταβάλει αυξημένες εισφορές, γιατί η ειδικότητά τους δεν υπαγόταν στον ΚΒΑΕ.
Δ. Αποδεχόμενοι την ανωτέρω ερμηνευτική άποψη του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία συνιστά νομολογία, τροποποιούμε τις μέχρι σήμερα οδηγίες μας και σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα για γενική εφαρμογή:
1. Το ποσό της σύνταξης των συνταξιοδοτηθέντων με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ.7 του Ν.2078/92 και 13 παρ.5 και 7 του Ν.2367/95 (ΕΛΛ. ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ και ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ) θα πρέπει να προσαυξηθεί για τα ημερομίσθια, για τα οποία καταβλήθηκαν οι πρόσθετες εισφορές των βαρέων, εφόσον αυτοί οι ασφ/νοι δε συνταξιοδοτήθηκαν με τις διατάξεις των βαρέων.
Ευνόητο είναι ότι δεν μπορεί να χορηγηθεί η εν λόγω προσαύξηση στους συνταξιοδοτηθέντες με τις διατάξεις των παρ. δ και ζ του άρθρου 13 παρ.5 του Ν. 2367/95: άνδρες με 4500 στα βαρέα και ηλικία 58 ετών και γυναίκες με 4500 στα βαρέα και ηλικία 54 ετών.
2. Μετά την ανωτέρω ερμηνευτική άποψη του ΣτΕ, κρίνουμε ότι η εν λόγω προσαύξηση θα πρέπει να χορηγείται πλέoν σε όλες τις περιπτώσεις που το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω γήρατος θεμελιώνεται με οποιαδήποτε διάταξη της νομοθεσίας του ΙΚΑ (π.χ. μητέρες ανηλίκων, συνταξιοδότηση με το άρθρο 4 του Ν. 2941/01), εκτός αυτής των βαρέων.
Ειδικότερα για τους ασφ/νους της Ο.Α. που δεν δικαιώθηκαν σύνταξης με το ειδικό καθεστώς του Ν.1759/88 και των οποίων η ειδικότητα απασχόλησης υπάγεται στις διατάξεις των Βαρέων, θα επανέλθουμε με νεώτερο έγγραφο.
3. Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα θα πριμοδοτείται σύμφωνα με τις οδηγίες της εγκ. 206/84.
4. Αιτήσεις, οι οποίες βρίσκονται σε εκκρεμότητα, σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, θα κριθούν σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.
5. Οι περιπτώσεις που έχουν αντιμετωπιστεί διαφορετικά, θα επανακριθούν κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων η οποία θα έχει το χαρακτήρα όχλησης τα δε οικονομικά αποτελέσματα θα ανατρέξουν στην υποβολή της αρχικής αίτησης, οπωσδήποτε όμως όχι πέραν της πενταετίας από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης όχλησης.