Π.Δ. 409 της 12/28.11.1986.

Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας περί Ανωνύμων Εταιρειών (Κωδ. Ν. 2190/1920 “περί Ανωνύμων Εταιρειών” όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. 174/ 1963) προς το Κοινοτικό Δίκαιο και ειδικότερα προς διατάξεις της πρώτης Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1968 της Δεύτερης Οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1976 της Τέταρτης Οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουλίου 1978 και μερικώς της Εβδομης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 1983. (Α’ 191).

Εχοντας υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του Ν. 1338/1983 (ΦΕΚ 34/Α/1983) “εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου” όπως τροποποιήθηκαν με το    άρθρο 6 του Ν. 1440/1984 (ΦΕΚ 70/Α/1984) “Συμμετοχή της Ελλάδος στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της ευρωπαϊκής τράπεζας,   επενδύσεων, στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Ανθρακος και Χάλυβος και του Οργανισμού Εφοδιασμού ΕΥΡΑΤΟΜ” κ.λ.π. (γν. Σ.τ.Ε.).

Άρθρο 1
Σκοπός του διατάγματος αυτού είναι η προσαρμογή του Ν. 2190/1920 “περί Ανωνύμων Εταιρειών” όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. 174/1963, προς τις διατάξεις:

α) της Πρώτης Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1968 “περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα Κράτη   μέλη εκ μέρους των εταιρειών κατά την έννοιαν του άρθρου 58 παρ. 2 της  συνθήκης για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων,  με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες” που δημοσιεύτηκε στην ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ειδική έκδοση της 10/11/1980 Τ. 001),

β) της Δεύτερης Οδηγίας 77/91/ ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1976 “περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη – μέλη εκ μέρους των εταιριών κατά την έννοιαν του άρθρου 58 παρ. 2 της Συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανώνυμης εταιρίας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της”, που δημοσιεύτηκε στην ελληνική γλώσσα στην επίσημη εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ε.Ε. 06, τόμος 001, σελ. 230), όπως τροποποιήθηκε από την Πράξη περί των όρων προσχώρησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των  Συνθηκών, παράρτημα Ι, κεφάλαιο ΙΙΙ, γ/2 (ΦΕΚ Α` 170/1979/σελ. 1443) και

γ) της Τέταρτης Οδηγίας 78/ 660/ΕΟΚ, “τέταρτη Οδηγία του Συμβουλίου   της 25ης Ιουλίου 1978 βασιζόμενη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση Ζ` της Συνθήκης περί των ετήσιων λογαριασμών εταιριών ορισμένων μορφών”   που δημοσιεύτηκε στην ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ 06 Τόμος 002 σελ. 17), όπως τροποποιήθηκε από   την Πράξη περί των όρων προσχωρήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών (ΦΕΚ 170/τ. Α`/27.7.7,/σελ. 1443) προς τις   διατάξεις των άρθρων 1, 23 και 41 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ” Εβδομη Οδηγία του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 1983 βασιζόμενη στο άρθρο 54   παράγραφο 3 περίπτωση ζ` της Συνθήκης για ενοποιημένους λογαριασμούς” (Ε.Ε. L 193 της 18.7.1983).

Άρθρο 2
Το άρθρο 2 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 2.

1.   Το καταστατικό της ανώνυμης εταιρίας πρέπει να περιέχει διατάξεις:

α) Για την εταιρική επωνυμία και το σκοπό της εταιρίας.

β) Για την έδρα της εταιρίας.

γ) Για την διάρκειά της.

δ) Για το ύψος και τον τρόπο καταβολής του εταιρικού κεφαλαίου.

ε) Για το είδος των μετοχών, καθώς και για τον αριθμό, την ονομαστική αξία και την έκδοση τους.

στ)Για τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών.

ζ) Για τη μετατροπή ονομαστικών μετοχών σε ανώνυμες, ή ανώνυμων σε ονομαστικές.

η) Για τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη   λειτουργία   κα,   τις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου.

θ) Για τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία   και   τις αρμοδιότητες των Γενικών Συνελεύσεων.

ι) Για τους ελεγκτές.

ια)Για τα δικαιώματα των μετόχων.

ιβ)Για τον ισολογισμό και τη διάθεση των κερδών.

ιγ) Για τη λύση της εταιρίας και την εκκαθάριση της περιουσίας της.

2. Το καταστατικό της ανώνυμης εταιρίας πρέπει να αναφέρει επίσης:

α. Τα ατομικά στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που υπέγραψαν το καταστατικό της εταιρίας ή στο όνομα και για λογαριασμό των οποίων έχει υπογραφεί το καταστατικό αυτό.

β. Το συνολικό ποσό, τουλάχιστον κατά προσέγγιση, όλων, των δαπανών που απαιτήθηκαν για τη σύσταση της εταιρίας και βαρύνουν

Άρθρο 3
Η παρ.   4 του άρθρου 3 του Κωδ.   Ν.   2190/1920, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του Α.Ν. 148/1967 “περί μέτρων προς ενίσχυση της Κεφαλαιαγοράς “(ΦΕΚ Α` 173/1967) και συμπληρώθηκε με το άρθρο 3 του Α.Ν. 34/1968 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 148/1967 (ΦΕΚ Α` 285/1968), αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Οι προνομιούχες μετοχές μπορούν να εκδοθούν και χωρίς δικαίωμα ψήφου, οπότε, εκτός από τα προνόμια των προηγούμενων παραγράφων, επιτρέπεται να καθορίζεται υπέρ αυτών και δικαίωμα απόληψης ορισμένου τόκου. Η απόληψη ορισμένου τόκου από τους μετόχους προνομιούχων χωρίς δικαίωμα ψήφου μετοχών που θα εκδοθούν μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 44 α.

Για τη φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος που προέρχεται από τόκους προνομιούχων μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10του Α.Ν. 148/1967, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.

Προκειμένου για προνομιούχες ονομαστικές μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου, που αναλαμβάνονται αρχικά από την ΕΤΒΑ ή το Δημόσιο, είναι δυνατό να καθοριστεί ότι η απόληψη ορισμένου τόκου μπορεί να γίνει με την προϋπόθεση ότι, για ορισμένο χρόνο που ορίζεται κατά την έκδοση αυτών των προνομιούχων μετοχών, δε θα συμμετέχουν στα κέρδη. Και στην περίπτωση αυτή η απόληψη ορισμένου τόκου υποκειται στους περιορισμούς του άρθρου 44α”.

Άρθρο 4
Η παρ. 1 του άρθρου 3α του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

“1. Κατά την έκδοση ομολογιακού δανείου, για ποσό όμως που δεν μπορεί να υπερβεί το μισό του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, η οποία αποφασίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και 31 παρ. 2, επιτρέπεται να χορηγείται στους ομολογιούχους δανειστές δικαίωμα μετατροπής των ομολογιών τους σε μετοχές.   Σ` αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τη δημοσιότητα της απόφασης για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, για την πιστοποίηση της καταβολής του, καθώς και οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 13″.

Άρθρο 5
Το άρθρο 4 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 4.

1. Ο Υπουργός Εμπορίου υποχρεούται να προκαλέσει, σύμφωνα με το άρθρο 37 του Εμπορικού Νόμου, την απόφαση για τη σύσταση ανώνυμης εταιρείας, καθώς και την έγκριση του καταστατικού της, εφόσον το καταστατικό έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει αναλόγως και στις τροποποιήσεις του καταστατικού.

3.   Η πρόκληση για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης και η απόφασή της για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου πρέπει, με ποινή ακυρότητας, να ορίζει το σκοπό της μείωσης καθώς και τον τρόπο πραγματοποίησής της.

Η απόφαση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση Ορκωτού Λογιστή, στην οποία να βεβαιώνεται η ικανότητα της εταιρίας να ικανοποιήσει τους δανειστές της. Ο Υπουργός Εμπορίου δεν εγκρίνει την απόφαση για μείωση, αν θεωρεί, με βάση την έκθεση του Ορκωτού Λογιστή, ότι μετά από τη μείωση δεν απομένουν ικανές εγγυήσεις για την   ικανοποίηση των δανειστών.

4. Δε γίνεται καμμία καταβολή στους μετόχους από το αποδεσμευμένο με τη μείωση ενεργητικό της εταιρείας, με ποινή ακυρότητας αυτής της καταβολής, εκτός εάν ικανοποιηθούν οι δανειστές της εταιρείας των οποίων οι απαιτήσεις γεννήθηκαν πρίν από τη δημοσιότητα της απόφασης για μείωση ή εάν το δικαστήριο αποφανθεί ότι οι απαιτήσεις αυτές είναι αβάσιμες.

5. Εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, κάθε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, που αφορά τη μείωση του κεφαλαίου, τελεί υπό την έγκριση της κατηγορίας ή των κατηγοριών μετόχων, τα δικαιώματα των οποίων θίγονται από την απόφαση αυτή.

Η έγκριση παρέχεται με απόφαση των μετόχων της θιγόμενης κατηγορίας, που λαμβάνεται σε ιδιαίτερη συνέλευση με τα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας που καθορίζονται από τα άρθρα 29 παρ. 1, 2, και 3, 3 παρ. 5 και 31 παρ. 2.

Για τη σύγκληση αυτής της συνέλευσης, τη συμμετοχή σ` αυτήν, την παροχή πληροφοριών, την αναβολή λήψης αποφάσεων, την ψηφοφορία, καθώς και την ακύρωση των αποφάσεών της, εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις για τη Γενική Συνέλευση των μετόχων”.

Άρθρο 6
Μετά το άρθρο 4 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο άρθρο 4α, ως εξής:

“Αρθρο 4α

Ακυρότητα της Εταιρείας

1. Η εταιρεία κηρύσσεται άκυρη με δικαστική απόφαση μόνο αν:

α. δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 2 περιπτώσεις α και δ, 4 παράγραφος 1 εδάφιο πρώτο και 8 παράγραφος 2,

β. ο σκοπός της είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη,

γ. ο αριθμός των ιδρυτών είναι κατώτερος από δύο, και

δ. όλοι οι ιδρυτές, όταν υπογράφτηκε η εταιρική σύμβαση δεν είχαν την ικανότητα για δικαιοπραξία.

2.   Η αγωγή ασκείται από κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και απευθύνεται κατά της εταιρείας. Το δικαστήριο που απαγγέλει την ακυρότητα διορίζει με την ίδια απόφαση και τους εκκαθαρστές.

3. Η δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα της εταιρείας αντιτάσσεται προς τους τρίτους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7β, τριτανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε προθεσμία εξι (6) μηνών από την υποβολή της απόφασης στη δημοσιότητα που προβλέπει η περιπτ. β της παρ. 1 του άρθρου 7β.

4.   Η ακυρότητα αυτη καθαυτή δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των υποχρεώσεων ή των απαιτήσεων της εταιρείας χωρίς να βλάπτονται τα αποτελέσματα της κατάστασης εκκαθάρισής της.

5.   Οι μέτοχοι της άκυρης εταιρίας υποχρεούνται να καταβάλλουν το κεφάλαιο που ανέλαβαν και δεν έχουν ακόμη καταβάλει, στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση του σκοπού της εκκαθάρισης”.

Άρθρο 7
Μετά το άρθρο 7 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθενται νέα άρθρα 7α, 7β, 7γ, 7δ και 7ε, ως εξής:

 

Αρθρο 7α.

Πράξεις και στοιχεία που υποβάλλονται σε δημοσιότητα.

 

Σε δημοσιότητα υποβάλλονται οι εξής πράξεις και τα εξής στοιχεία:

α. Οι αποφάσεις της Διοίκησης για τη σύσταση ανώνυμων εταιρειών, καθώς και το καταστατικό που εγκρίθηκε.

β. Οι αποφάσεις της Διοίκησης για την έγκριση της τροποποίησης

καταστατικών ανώνυμων εταιριών καθώς και ολόκληρο το νέο κείμενο του καταστατικού μαζί με τις τροποποιήσεις που έγιναν.

γ. Ο διορισμός και η για οποιοδήποτε λόγο παύση με τα στοιχεία

ταυτότητας των προσώπων που:

– ασκούν τη διαχείριση της εταιρίας

– έχουν την εξουσία να την εκπροσωπούν από κοινού ή μεμονωμένα

– είναι αρμόδια να ασκούν τον τακτικό της έλεγχο.

δ. Η απόφαση ανάκλησης της άδειας σύστασης και έγκρισης του

καταστατικού της εταιρίας.

ε. Κάθε απόφαση για αύξηση ή μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της

εταιρίας. Στην απόφαση για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου πρέπει να

αναγράφεται το νέο κεφάλαιο, ο αριθμός και το είδος των μετοχών που εκδίδονται, η ονομαστική του αξία και γενικά οι όροι έκδοσης τους, καθώς και ο συνολικός αριθμός των μετοχών της εταιρίας       στ.   Το πρακτικό του   Διοικητικού   Συμβουλίου   με   το   οποίο

πιστοποιείται η καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου, είτε κατά τη σύσταση της εταιρίας, είτε μετά από κάθε αύξησή του.

ζ. Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, αρχικές και τροποποιημένες

από τη Γενική Συνέλευση (ισολογσμός, αποτελέσματα χρήσεως, πίνακας διαθέσεως αποτελεσμάτων και προσάρτημα) και οι σχετικές εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των Ελεγκτών της εταιρίας.

Ο ισολογισμός πρέπει να περιέχει τα ατομικά στοιχεία των προσώπων που, κατά νόμο, τον πιστοποιούν.

η. Οι μηνιαίες λογιστικές καταστάσεις των Τραπεζών, καθώς και η λογιστική κατάσταση του άρθρου 46.

θ. Η λύση της εταιρίας.

ι. Η δικαστική απόφαση, που κηρύσσει άκυρη την εταιρία.

ια. Ο διορισμός και η αντικατάσταση των εκκαθαριστών, με τα στοιχεία της ταυτότητάς τους.

ιβ. Οι ισολογισμοί της εκκαθάρισης, καθώς και ο τελικός της ισολογισμός.

ιγ. Η διαγραφή της εταιρίας από το Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών.

ιδ. Κάθε πράξη ή στοιχείο του οποίου η δημοσιότητα επιβάλλεται από άλλες διατάξεις”.

 

Αρθρο 7β.

Δημοσιότητα

1. Η δημοσιότητα πραγματοποιείται:

α. Με την καταχώρηση, ύστερα από έλεγχο, των πράξεων και στοιχείων στο Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών, που τηρείται από την υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου της Νομαρχίας όπου έχει την έδρα της η εταιρεία, και

β. Με τη δημοσίευση, με επιμέλεια της αρμόδιας υπηρεσίας και με δαπάνες της ενδιαφερόμενης εταιρίας, στο τεύχος Ανώνυμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης   της   Εφημερίδας   της   Κυβέρνησης, ανακοίνωσης για την καταχώριση στο οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών των Πράξεων και   των   στοιχείων   που   υποβάλλονται   σε   δημοσιότητα, τροποποιούμενης ανάλογα της παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν. 1599/86 “Σχέσεις Κράτους – πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου ταυτότητας και άλλες διατάξεις”   (ΦΕΚ Α` 75/1986).  Κατ` εξαίρεση οι αρχικές και οι τροποποιημένες από τη Γενική Συνέλευση ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, εκτός από το προσάρτημα, καθώς και το πιστοποιητικό ελέγχου της παρ. 4 του άρθρου 438, δημοσιεύονται στο σύνολό τους είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν από τη συνεδρίαση της συνέλευσης και σε περίπτωση τροποποίησής τους, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από αυτή.

2. Το Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών αποτελείται τουλάχιστον από:

α. το βιβλίο μητρώου ανώνυμων εταιρειών,

β. τη μερίδα κάθε εταιρείας,

γ. το φάκελλο της εταιρείας και

δ. το ευρετήριο των εταιρειών.

3. Στο βιβλίο μητρώου καταχωρίζεται με χρονολογική σειρά η επωνυμία κάθε ανώνυμης εταιρίας. Οι καταχωριζόμενες εταιρίες αριθμούνται, ο δε αριθμός καταχώρησης που αποτελεί τον αριθμό μητρώου της εταιρίας, αναγράφεται στο φάκελλο και τη μερίδα της εταιρίας. Ο αριθμός μητρώου μνημονεύεται επίσης σε κάθε έγγραφο που υποβάλλεται για καταχώρηση στην υπηρεσία μητρώου και σε κάθε έγγραφο ή πιστοποιητικό της υπηρεσίας αυτής.

Ο αριθμός μητρώου εταιρίας δεν μπορεί να δοθεί σε άλλη, ακόμα και μετά τη λήξη της.

4. Στη μερίδα της εταιρίας καταχωρίζονται οι πράξεις και τα στοιχεία που προβλέπονται από το άρθρο 7α καθώς και κάθε στοιχείο που υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορίου για την άσκηση της   Κρατικής Εποπτείας.

Στη μερίδα αυτη αναγράφονται η επωνυμία, η έδρα, η διάρκεια και το κεφάλαιο της εταιρίας, τα ονοματεπώνυμα και οι διευθύνσεις κατοικίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου τα   ονοματεπώνυμα   και   οι διευθύνσεις των προσώπων τα οποία από κοινού ή μεμονωμένα εκπροσωπούν την εταιρία και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του προσώπου που είναι εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή των προς την εταιρία κοινοποιούμενων εγγράφων. Μεταγενέστερες μεταβολές των ανωτέρω σημειώνονται στη μερίδα της εταιρίας αμέσως μετά τις σχετικές καταχωρήσεις ή την υποβολή των σχετικών εγγράφων.

5.   Στο φάκελλο της εταιρίας τηρούνται όλα τα   έγγραφα   που καταχωρίζονται στη μερίδα της.

6. Στο ευρετήριο των εταιριών αναγράφεται με αλφαβητική σειρά η ακριβής επωνυμία κάθε εταιρίας και ο αριθμός μητρώου της. Για την τήρηση   του ευρετηρίου δεν λαμβάνονται υπόψη οι λέξεις “Ανώνυμη Εταιρία”.

7. Οι φάκελλοι και οι μερίδες ταξινομούνται με βάση τον αριθμό μητρώου της εταιρίας.

8. Εάν πρόκειται για Τράπεζες ανώνυμες ασφαλιστικές εταιρίες, ανώνυμες εταιρίες του Ν.Δ.   608/1970 “περί   εταιριών   επενδύσεων χαρτοφυλακίου και αμοιβαίων κεφαλαίων” (ΦΕΚ Α 170/1970) και ανώνυμες εταιρίες που έχουν τις μετοχές τους εισαγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Το Μητρώο που προβλέπεται από τις προηγούμενες παραγράφους τηρείται στην αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου.

9. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, που δημοσιεύονται στην εφημερίδα της κυβέρνησης, καθορίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη λειτουργία του Μητρώου Ανώνυμων Εταιριών, η διαδικασία δημοσιότητας (καταχώρηση – δημοσίευση), όπως επίσης οι λεπτομέρειες σχετικά με τη λειτουργία Κεντρικού Μητρώου.

10. Η εταιρία αποκτά νομική προσωπικότητα με την καταχώρηση στο οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών της διοικητικής απόφασης για τη σύσταση της εταιρίας και την έγκριση του καταστατικού της.

11. Η τροποποίηση καταστατικού συντελείται μόνο μετά την καταχώρηση στο οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών της εγκριτικής διοικητικής απόφασης μαζί με ολόκληρο το νέο κείμενο του καταστατικού.

12.   Μετά από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου παραδίνονται ή στέλνονται αντίγραφα των Πράξεων και των στοιχείων που υποβάλλονται σε δημοσιότητα και τηρούνται στο φάκελλο, σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 5, επικυρωμένα ή όχι, αφού καταβληθεί το διοικητικό κόστος, που ορίζεται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου, η οποία καθορίζει και τις διατυπώσεις είσπραξης και απόδοσής του.

13. Η εταιρία δεν μπορεί να αντιτάξει στους τρίτους τις πράξεις και τα στοιχεία για τα οποία δεν τηρήθηκε η δημοσίευση που προβλέπει η περίπτωση β της ανωτέρω παραγράφου 1 εκτός αν αποδείξει ότι οι τρίτοι τα   γνώριζαν.   Πράξεις   ή   στοιχεία   που έχουν δημοσιευτεί δεν αντιτάσσονται στους τρίτους πριν περάσουν δεκαπέντε ημέρες από τη δημοσίευση, εφόσον οι τρίτοι αποδεικνύουν ότι δεν ήταν δυνατόν να τα γνωρίζουν.

14. Το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας είναι υπεύθυνο για την υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου των πράξεων και στοιχείων για τα οποία απαιτείται δημοσιότητα.

Σε περίπτωση ασυμφωνίας του κειμένου που δημοσιεύτηκε στο “τεύχος Ανώνυμων Εταιριών και Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης” της Εφημερίδας της Κυβέρνησης με το περιεχόμενο της πράξης ή του στοιχείου που έχει καταχωρηθεί στο Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών η Εταιρία δεν μπορεί να αντιτάξει το περιεχόμενο του κειμένου που δημοσιεύτηκε στους τρίτους.

Οι τρίτοι μπορούν να το επικαλεστούν, εκτός αν η εταιρία αποδείξει οτι εγνώριζαν το κείμενο που έχει καταχωρηθεί στο Μητρώο.

15. Οι τρίτοι μπορούν να επικαλούνται πράξεις ή στοιχεία για τα οποία δεν ολοκληρώθηκαν οι διατυπώσεις δημοσιότητας σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 1, εκτός εάν η έλλειψη δημοσιότητας τα καθιστά ανίσχυρα”.

Αρθρο 7γ.

Στοιχεία εντύπων της εταιρίας.

Καθε έντυπο της εταιρίας πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α. Το Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών όπου έχει εγγραφεί η εταιρία.

β. Τον αριθμό μητρώου της εταιρίας.

γ. Την επωνυμία την έδρα και αν βρίσκεται σε εκκαθάριση να αναφέρεται αυτό ρητά”.

Αρθρο 7δ

Πράξεις κατά το ιδρυτικό στάδιο

Πρόσωπα που έχουν ενεργήσει στο όνομα υπό ίδρυση εταιρίας ευθύνονται για τις πράξεις αυτές απεριόριστα και σε ολόκληρο. Ευθύνεται όμως μόνη η εταιρία για τις πράξεις που έγιναν ρητά στο ονομά της κατά το ιδρυτικό στάδιο εάν, μέσα σε τρεις μήνες από την απόκτηση της νομικής προσωπικότητας ανέλαβε τις υποχρεώσεις που απορρέουν απο αυτές τις πράξεις”.

Αρθρο 7ε.

Ελαττώματα διορισμού των εκπροσώπων της εταιρίας.

Εφόσον   τηρήθηκαν οι σχετικές διατυπώσεις δημοσιότητας για το διορισμό των προσώπων που εκπροσωπούν την εταιρία δεν αντιτάσσεται στους τρίτους οποιοδήποτε ελάττωμα σχετικά με το διορισμό των προσώπων αυτών, εκτός αν η εταιρία αποδείξει ότι οι τρίτοι γνώριζαν το ελάττωμα”.

Άρθρο 8
Στο άρθρο 8 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθενται παράγραφοι 6 και 7, ως εξής:

“6.   Το μετοχικό κεφάλαιο αποτελείται μόνο από στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να τύχουν χρηματικής αποτίμησης.   Τα στοιχεία αυτά του ενεργητικού δεν μπορεί να περιλαμβάνουν απαιτήσεις που προκύπτουν από ανάληψη υποχρέωσης εκτέλεσης εργασιών ή παροχής υπηρεσιών”.

“7. Το μετοχικό κεφάλαιο δεν μπορεί να μειωθεί πέρα απο το κατώτατο όριο που ορίζεται στην παραπάνω παρ. 2, εκτός αν η απόφαση για τη μείωση προβλέπει την ταυτόχρονη αύξηση του κεφαλαίου, τουλάχιστον μέχρι το πιο πάνω κατώτατο όριο”.

Άρθρο 9
Οι παράγραφοι 1,2,3 και 6 του άρθρου 9 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίστανται, ως εξής:

“1. Η εξακρίβωση της αξίας των εταιρικών εισφορών σε είδος κατά τη σύσταση της εταιρίας καθώς και σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, γίνεται μετά από γνωμοδότηση Τριμελούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που αποτελείται απο ένα ή δύο δημόσιους υπαλλήλους πτυχιούχους Ανωτάτης Σχολής με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία στς Δημόσο ή από ένα ή δύο Ορκωτούς Λογιστές του Σώματος ορκωτών Λογιστών του Ν.Δ. 3329/1955 και από ένα εμπειρογνώμονα, εκπρόσωπο του   κατά   περίπτωση   αρμόδιου Επιμελητηρίου.   Τα μέλη της Επιτροπής δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από την εταιρία.

Οι περιπτώσεις για τις οποίες στην παραπάνω Τριμελή Επιτροπή

συμμετέχουν υποχρεωτικά Ορκωτός ή Ορκωτοί Λογιστές καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου”.

“2. Τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται με πράξη του Υπουργού Εμπορίου.

Ο ορισμός πρέπει να γίνεται μέσα σε δεκαπέντε ημέρες απο την υποβολή της σχετικής αίτησης στο Υπουργείο Εμπορίου και η γνωμοδότηση της Επιτροπής πρέπει να υποβάλλεται μέσα σε δύο μήνες από τον ορισμό των μελών της ταυτόχρονα δε με την αποδοχή της ή όχι κοινοποιείται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου.

Η Εκθεση της Επιτροπής πρέπει να περιέχει την περιγραφή κάθε εισφοράς, να αναφέρει τις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόστηκαν και να πιστοποιεί για το αν οι αξίες, που προκύπτουν από την εφαρμογή αυτών των μεθόδων αποτίμησης αντιστοιχούν στον αριθμό και στην ονομαστική αξία των μετοχών που θα εκδοθούν έναντι των εισφορών αυτών, ή, σε περίπτωση που δεν είναι γνωστή η ονομαστική αξία στη λογιστική τους αξία αφού ληφθεί υπόψη και η διαφορά πάνω από το άρτιο που είναι πιθανό να προκύψει από την έκδοση των μετοχών”.

“3.   Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου καθορίζονται τα οδοιπορικά έξοδα και η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής των προηγούμενων παρ. 1 και 2.

Για τον καθορισμό της αποζημίωσης του Σώματος Ορκωτών Λογιστών για τη συμμετοχή μελών του στην πιο πάνω επιτροπή, λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές διατάξεις του Ν.Δ. 3329/1955 “Περί συστάσεως Σώματος Ορκωτών Λογιστών” (ΦΕΚ Α` 230/1955).

Τα οδοιπορικά έξοδα και η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής κατατίθενται απο τους ενδιαφερόμενους στο Δημόσιο Ταμείο ως έσοδο”.

“6. Οι εκθέσεις αποτίμησης των εισφορών σε είδος υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β”.

Άρθρο 10
1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 10 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίστανται, ως εξής:

“1. Μέσα στα πρώτα δύο χρόνια από την νόμιμη λειτουργία της εταιρίας, καθώς και δύο χρόνια μετά από κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη έναντι της εταιρίας η απόκτηση οποιουδήποτε στοιχείου του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του 1/10 του Μετοχικού κεφαλαίου που έχει καταβληθεί, εφόσον πωλητές είναι ιδρυτές, ή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας ή συγγενείς των ανωτέρω μέχρι και του δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας.   Το ίδιο ισχύει αν ο πωλητής απόκτησε το στοιχείο που μεταβιβάζεται από κάποιο από αυτά τα πρόσωπα, ή συγγενή τους των πιο πάνω βαθμών, μέσα στους προηγούμενους δώδεκα μήνες από την υπογραφή του καταστατικού ή την   πραγματοποίηση της αύξησης του κεφαλαίου”.

“2.   Οι αποκτήσεις στοιχείων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο θεωρούνται ότι έγιναν έγκυρα, αν προηγηθεί έγκριση της Γενικής Συνέλευσης και άδεια του Υπουργού Εμπορίου που εκδίδεται μετά από αποτίμηση των στοιχείων που μεταβιβάζονται στην εταιρία, σύμφωνα με τις διαταξεις του άρθρου 9. Η άδεια του Υπουργού Εμπορίου, μαζί με την έκθεση αποτίμησης, υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β”.

Άρθρο 11
Στο άρθρο 10 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής:

“4. Η απαγόρευση της παραπάνω παρ. 1 δεν ισχύει όταν πρόκειται για αποκτήσεις που γίνονται στα πλαίσια των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρίας, για αποκτήσεις που πραγματοποιούνται με απόφαση Διοικητικής ή Δικαστικής Αρχής, καθώς και για αποκτήσεις που πραγματοποιούνται στο Χρηματιστήριο”.

Άρθρο 12
Η παρ. 1 του άρθρου 12 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

“1. Μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου, κατά την έννοια αυτού του Νόμου, θεωρείται η καταβολή κατά τη σύσταση της εταιρίας, καθώς και   η καταβολή σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, τμήματος της ανομαστικής   αξίας   της μετοχής με ταυτόχρονη ανάληψη, από κάθε μέτοχο, της   υποχρέωσης για καταβολή της υπόλοιπης αξίας της μετοχής, σύμφωνα με τις   διατάξεις του καταστατικού.

Μερική καταβολή του εταιρικού κεφαλαίου δεν επιτρέπεται σε περίπτωση εισφοράς σε είδος”.

Άρθρο 13
Η περίπτωση β της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Κωδ. Ν. 2190/ 1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

“β.   Το τμήμα της αξίας κάθε μετοχής που έχει καταβληθεί δεν μπορεί  να είναι κατώτερο από το ένα τέταρτο (1/4) της ονομαστικής αξίας και   των είκοσι πέντε δραχμών. Αν προβλέπεται έκδοση μετοχών πάνω από το   άρτιο, η πάνω από το άρτιο διαφορά καταβάλλεται ολόκληρη εφάπαξ κατά   την καταβολή της πρώτης δόσης”.

Άρθρο 14
Οι παράγραφοι 1 και 5 του άρθρου 13 του Κωδ.   Ν.   2190/1920   αντικαθίστανται, ως εξής:

“1.   Στο καταστατικό ή με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης είναι δυνατό να ορισθεί ότι κατά την διάρκεια της πρώτης πενταετίας από τη σύσταση της εταιρίας ή μέσα σε πέντε έτη, από τη σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, το Διοικητικό Συμβούλο έχει το δικαίωμα, με απόφαση   του που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) του συνόλου των μελών του, να αυξάνει ολόκληρο ή μέρος του μετοχικού κεφαλαίου με την   έκδοση νέων μετοχών. Το ποσό της αύξησης δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό  του μετοχικού κεφαλαίου που έχει ήδη καταβληθεί.

Η πιο πάνω εξουσία του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να ανανεώνεται από τη Γενική Συνέλευση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα   πέντε έτη για κάθε ανανέωση”.

“5.   Σε κάθε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου που δε γίνεται με εισφορά σε είδος ή έκδοσης ομολογιών με δικαίωμα μετατροπής   τους σε μετοχές, παρέχεται δικαίωμα προτίμησης, σε ολόκληρο το νέο  κεφάλαιο ή το ομολογιακό δάνειο, υπέρ των κατά την εποχή της έκδοσης   μετόχων, ανάλογα με τη συμμετοχή τους στο υφιστάμενο μετοχικό κεφάλαιο.

Μετά το τέλος της προθεσμίας, που όρισε το όργανο της εταιρίας που αποφάσισε την αύξηση για την ενάσκηση του δικαιώματος προτίμησης, η  οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα, οι μετοχές που δεν έχουν αναληφθεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, διατίθενται ελεύθερα από το  Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας.

Η πρόσκληση για την ενάσκηση του δικαιώματος προτίμησης, στην οποία πρέπει να μνημονεύεται και η προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να ασκηθεί αυτό το δικαίωμα, δημοσιεύεται στο τεύχος Ανώνυμων Εταιριών και  Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβέρνησης.

Κατ` εξαίρεση, άν όλες οι μετοχές της εταιρίας είναι ονομαστικές, η πρόσκληση για ενάσκηση του δικαιώματος προτίμησης είναι δυνατό να γίνεται με συστημένες επιστολές που θα στέλνονται στους μετόχους”.

Άρθρο 15
Στο άρθρο 13 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθενται παράγραφοι 6, 7 και 8, ως εξής:

“6. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διαταξεις των άρθρων 29 παρ.   3 και 4 και 31 παρ. 2, μπορεί να   περιοριστεί ή να καταργηθεί το δικαίωμα προτίμησης που προβλέπεται στην παραπάνω παρ. 5.

Για να ληφθεί παρόμοια απόφαση, το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να υποβάλει στη Γενική Συνέλευση γραπτή έκθεση που θα αναφέρει τους λόγους που επιβάλλουν τον περιορισμό ή την κατάργηση του δικαιώματος προτίμησης και θα δικαιολογεί την τιμή που προτείνεται για  την έκδοση των νέων μετοχών. Η απόφαση αυτή της Γενικής Συνέλευσης υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπει το άρθρο 7β”.

“7. Δεν υπάρχει αποκλεισμός από το δικαίωμα προτίμησης σύμφωνα με την έννοια της προηγούμενης παρ. 6, όταν οι μετοχές αναλαμβάνονται από   τράπεζες ή από άλλους χρηματοδοτικούς Οργανισμούς, για να προσφερθούν στους μετόχους σύμφωνα με την παραπάνω παρ. 5”.

“8. Αν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, κάθε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης που αφορά την αύξηση του κεφαλαίου, καθώς και η   απόφαση που προβλέπεται στην παραπάνω παρ. 1 για παροχή εξουσίας στο Διοικητικό Συμβούλιο για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, απαιτεί  έγκριση της κατηγορίας ή των κατηγοριών μετόχων, των οποίων τα δικαιώματα θίγονται από τις αποφάσεις αυτές.

Η έγκριση παρέχεται με απόφαση των μετόχων της κατηγορίας πουθίγεται και λαμβάνεται σε ιδιαίτερη συνέλευση με τα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας που καθορίζονται από τα άρθρα 29 παρ. 1, 2 και 3, 3 παρ. 5 και 31 παρ. 2.   Για τη σύγκληση αυτής της συνέλευσης, τη συμμετοχή σ` αυτή, την παροχή πληροφοριών, την αναβολή λήψης αποφάσεων, την ψηφοφορία καθώς και την ακύρωση των αποφάσεών της, εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις για τη Γενική Συνέλευση των μετόχων”.

Άρθρο 16
Στον Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται άρθρο 13 α, ως εξής:

Αρθρο 13α

1. Αν η κάλυψη του ποσού της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου δεν είναι πλήρης, το μετοχικό κεφάλαιο αυξάνεται μέχρι το ποσό της κάλυψης,   μόνο εφόσον στην απόφαση για αύξηση προβλέπεται ρητά αυτή η δυνατότητα.

2. Με ποινή ακυρότητας της πιο πάνω αύξησης, πρέπει να ακολουθήσει,  μεσα σε δύο μήνες από την πιστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 11,   απόφαση για τροποποίηση του καταστατικού από την οποία να φαίνεται το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου που καλύφθηκε.

3. Η προηγούμενη παράγραφος δεν έχει εφαρμογή στις αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου που αποφασίζονται σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του   άρθρου 13″.

Άρθρο 17
Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

“1. Κατά την ίδρυση της εταιρίας μπορεί να συμφωνηθεί, εφόσον προβλεφθεί ρητά στο καταστατικό, ότι όλοι ή μερικοί από τους ιδρυτές θα  πάρουν ως ανταμοιβή για καθορισμένες ενέργειές τους για τη σύσταση της εταιρίας, αριθμό ιδρυτικών τίτλων που δεν μπορούν να υπερβούν το ενα δέκατο (1/10) του αριθμού των μετοχών που εκδίδονται”.

Άρθρο 18
Στον Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται άρθρο 15 α, ως εξής:

Αρθρο 15α.

1. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι η Γενική Συνέλευση έχει το δικαίωμα με απόφασή της, που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των   άρθρων 29 παρ. 1 και 31 παρ, 1, να προβαίνει στην ολική ή μερική απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου. Η απόσβεση αυτή δεν αποτελεί μείωση του μετοχικού κεφαλαίου.  Επίσης η Γενική Συνέλευση μπορεί, με απόφασή της που λαμβάνεται,σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και 4 και 31 παρ. 2 να προβαίνει σε ολική ή μερική απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου που δεν προβλέπεται από το καταστατικό.

2. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, για απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β.

3.   Η απόσβεση γίνεται με την καταβολή στους μετόχους της εταιρίας  του συνόλου ή μέρους της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους.   Η   καταβολή αυτή δεν αποτελεί επιστροφή της αναλογίας των μετοχών αυτών στο μετοχικό κεφάλαιο ή της αναλογίας του μέρους αυτών που έχει   καταβληθεί.   Η   απόσβεση   γίνεται   πάντοτε   με   τη χρησιμοποίηση σχηματισμένων ειδικών αποθεματικών ή με ποσά που διανέμονται σύμφωνα με   τα άρθρα 44α και 45.

4. Οι μέτοχοι των οποίων οι μετοχές έχουν αποσβεστεί διατηρούν τα δικαιώματά τους με εξαίρεση το δικαίωμα της επιστροφής της εισφοράς  τους και το δικαίωμα συμμετοχής στη διανομή του πρώτου μερίσματος, σύμφωνα με το άρθρο 45, που εισπράπεται μόνο από τις μετοχές που δεν έχουν αποσβεστεί.

5. Εάν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, η εγκυρότητα της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης που αφορά την απόσβεση του κεφαλαίου  εξαρτάται από την έγκριση της κατηγορίας ή των κατηγοριών των μετοχών που τα δικαιώματα τους θίγονται από την απόφαση αυτή.

Η έγκριση παρέχεται με απόφαση των μετόχων της κατηγορίας που θίγεται και λαμβάνεται σε ιδιαίτερη συνέλευση με τα ποσοστά απαρτίας  και πλειοψηφίας που καθορίζονται από τα άρθρα 29 παρ. 1, 2 και 3, 3παρ.  5 και 31 παρ. 2. Για τη σύγκληση αυτης της συνέλευσης τη συμμετοχή σ`αυτή την παροχή πληροφοριών την αναβολή λήψης αποφάσεων, την ψηφοφορία και την ακύρωση των αποφασεών της εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές   διατάξεις για τη Γενική Συνέλευση των μετόχων”.

Άρθρο 19
Στον Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται άρθρο 15β, ως εξής:

Αρθρο 15β

1. Η εταιρία δεν μπορεί να αναλαμβάνει την κάλυψη δικών της μετοχών.

2.   Σε περίπτωση που τις μετοχές της εταιρίας ανέλαβε πρόσωπο που ενεργεί με το δικό του όνομα αλλά για λογαριασμό της εταιρίας θεωρείται ότι το πρόσωπο αυτό τις ανέλαβε για δικό του λογαριασμό.

3. Κατά τη σύσταση της εταιρίας οι ιδρυτές και σε περίπτωση αύξησης  του μετοχικού κεφαλαίου, τα   μέλη   του   Διοικητικού   Συμβουλίου,   υποχρεούνται να καταβάλουν την αξία των μετοχών που έχουν αναληφθεί  κατά παράβαση των διατάξεων αυτού του άρθρου.

Οι πιο πάνω ιδρυτές ή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να απαλλαγούν από αυτή την υποχρέωση αν αποδείξουν ότι δεν τους βαρύνει   οποαδήποτε υπαιτιότητα “.

Άρθρο 20
Το άρθρο 16 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

Αρθρο 16.

1.   Απαγορεύεται στην ανώνυμη εταιρία η απόκτηση δικών της μετοχών, είτε από αυτή την ίδια είτε από πρόσωπο που ενεργεί στο όνομά του αλλά   για λογαριασμό της.

2. Απο την απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται:

α.   Οι αποκτήσεις με σκοπό τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, που  αποφασίστηκε από τη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις

του Καταστατικού.

β. Οι αποκτήσεις μετά από καθολική μεταβίβαση περιουσίας.

γ.   Οι αποκτήσεις μετοχών, που έχουν αποπληρωθεί ολοσχερώς και προέρχονται από αναγκαστική εκτέλεση που έγινε για την   πληρωμή   απαιτήσεων της ίδιας της εταιρίας.

δ. Οι αποκτήσεις από ανώνυμες τραπεζιτικές εταιρίες μετοχών τους,  αλλά κατ` εντολή τρίτων.

ε.   Οι αποκτήσεις από χαριστική αιτία εφόσον έχουν αποπληρωθεί  ολοσχερώς.

3. Στις περιπτώσεις α` και β` της προηγούμενης παραγράφου, οι μετοχές που αποκτούνται πρέπει να ακυρώνονται αμέσως. Στις περιπτώσεις  γ` και ε` της ίδιας παραγράφου, οι μετοχές πρέπει να πωλούνται μέσα στο  συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Αν περάσει άπρακτη αυτή η προθεσμία, οι μετοχές πρέπει να ακυρώνονται αμέσως.

4. Οι μετοχές της εταιρίας που ανήκουν στην ίδια υπολογίζονται για  το σχηματισμό απαρτίας, δεν έχουν όμως δικαίωμα ψήφου στη γενική   Συνέλευση”.

Άρθρο 21
Το άρθρο 17 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 17.

 

1. Απαγορεύεται σε ανώνυμη εταιρία να λαμβάνει δικές της μετοχές, καθώς   και μετοχές θυγατρικής της εταιρίας, ως ενέχυρο για την εξασφάλιση δανείων που χορηγούνται από αυτήν ή άλλων απαιτησεών της. Η  απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τις τρέχουσες συναλλαγές Τραπεζών και  άλλων Χρηματοδοτικών Οργανισμών.

2. Θυγατρικές ανώνυμες εταιρίες κατά την έννοια αυτού του Νόμου δεν έχουν δικαίωμα να επενδύουν ούτε μέρος του δικού τους μετοχικού   κεφαλαίου σε μετοχές μητρικής εταιρίας”.

Άρθρο 22
Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

“πράξεις του Διοικητικού Συμβουλίου, ακόμη και αν είναι εκτός του εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την εταιρία απέναντι στους τρίτους, εκτός  αν αποδειχθεί ότι ο τρίτος γνώριζε την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού ή όφειλε να τη γνωρίζει.   Δε συνιστά απόδειξη μόνη η τήρηση των  διατυπώσεων δημοσιότητας ως προς το καταστατικό της εταιρίας ή τις τροποποιήσεις του”.

Άρθρο 23
Η παράγραφος 2 του άρθρου 22 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται,  ως εξής:

“2. Περιορισμοί της εξουσίας του Διοικητικού Συμβουλίου από το καταστατικό ή από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης δεν αντιτάσσονται στους καλόπιστους τρίτους, ακόμη και αν   έχουν   υποβληθεί   στις διατυπώσεις δημοσιότητας”.

Άρθρο 24
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23α του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεταιδεύτερο εδάφιο, ως εξής:

“Επίσης δάνεια της εταιρίας σε τρίτους, καθώς και η παροχή πιστώσεων σ` αυτούς με οποιονδήποτε τρόπο ή παροχή εγγυήσεων υπέρ αυτών με σκοπό   την απόκτηση από αυτούς μετοχών της εταιρίας, απαγορεύονται απολύτως  και είναι άκυρα”.

Άρθρο 25
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 26 του Κωδ.   Ν.   2190/1920 όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 του Ν.   1044/1980, αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Η Πρόσκληση της Γενικής Συνέλευσης, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον το αίτημα, τη χρονολογία και την ώρα της συνεδρίασης, καθώς και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης με σαφήνεια, τοιχοκολλείται σε εμφανή θέση του καταστήματος της εταιρίας και δημοσιεύεται ως εξής.

α. Στο τεύχος Ανωνύμων Εταιριών και Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του από 16   Ιανουαρίου 1930 Π. Δ/τος “περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιριών”.

β. Σε μία ημερήσια πολιτική εφημερίδα που εκδίδεται στην Αθήνα και κατα την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, έχει ευρύτερη κυκλοφορία σ`   ολόκληρη τη χώρα, που επιλέγεται από τις εφημερίδες του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3757/1957, όπως ισχύει, και

γ. Σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα από εκείνες που:

(αα) εκδίδοντα ανελλιπώς, κάθε ημέρα, τουλάχιστον από τρία έτη, και  (ββ) έχουν κυκλοφορία τουλάχιστον 5.000 φύλλων την ημέρα. Για τις   οικονομικές εφημερίδες, οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα να δημοσιεύουν προσκλήσεις, θα αποφασίζει στην αρχή κάθε έτους ο Υπουργός Εμπορίου,   κρίνοντας για το οικονομολογικό περιεχόμενο των εφημερίδων αυτών και έπειτα από έγγραφη βεβαίωση του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης για   τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παραπάνω υποπεριπτώσεων (αα) και (ββ).

Αν η εταιρία δεν εδρεύει στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων, η πρόσκληση πρέπει να δημοσιεύεται και σε μία ημερήσια ή εβδομαδιαία εφημερίδα, από εκείνες που τυχόν εκδίδονται στην περιοχή της έδρας της,και σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στην περιοχή αυτή, σε μία από τις εκδιδόμενες στην πρωτεύουσα του Νομού στον οποίο η εταιρία έχει την έδρα της”.

Άρθρο 26
Η παρ. 1 του άρθρου 27 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 27.

1. Δέκα ημέρες πριν απο την τακτική Γενική Συνέλευση, κάθε μέτοχος μπορεί να πάρει από την εταιρία της ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των  ελεγκτών”.

Άρθρο 27
Η παρ. 1 του άρθρου 36 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Προκειμένου να ληφθεί έγκυρα απόφαση από τη Γενική Συνέλευση σχετικά   με   τους   ετήσιους   λογαριασμούς   (ετήσιες   οικονομικές   καταστάσεις), αυτοί θα πρέπει να έχουν ελεγχθεί προηγουμένως από δύο τουλάχιστον ελεγκτές.       Οι ανώνυμες εταιρίες, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 6 του άρθρου 42α, εκλέγουν υποχρεωτικά τους ελεγκτές τους από τους Ορκωτούς Λογιστές του Σώματος Ορκωτών Λογιστών του Ν.Δ.   3329/1955 “Περί  συστάσεως Σώματος Ορκωτών Λογιστών” (ΦΕΚ Α` 230/1955), σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας που ισχύουν κάθε φορά. Στην περίπτωση αυτη, οι εταιρίες, για τον τακτικό τους έλεγχο, έχουν τη δυνατότητα,   αντί δυο ελεγκτών, να εκλέγουν ένα μόνο Ορκωτό Λογιστή.

Οι διατάξεις των παρ.   7 και 8 του άρθρου 42α εφαρμόζονται   αναλόγως”.

Άρθρο 28
Η παράγραφος 2 του άρθρου 31 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

“2. Κατ` εξαίρεση, οι αποφάσεις που προβλέπονται από τις παρ. 3 και 5 του άρθρου 29 λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των  ψήφων που εκπροσωπούνται στη συνέλευση”.

Άρθρον 29
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 70β, το άρθρο  42α του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 42α.

Γενικές διατάξεις   για   τους   ετήσιους   λογαριασμούς   (ετήσιες   οικονομικές καταστάσεις).

1. Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν:

(α) τον ισολογισμό,

(β) το λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως”,

(γ) τον “πίνακα διαθέσεως αποτελεσμάτων” και

(δ) το προσάρτημα.

Τα έγγραφα αυτά αποτελούν ενιαίο σύνολο και ελέγχονται όπως ορίζουν  τα άρθρα 36, 36α και 37.

2.   Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται υποχρεωτικά με βάση τις διατάξεις αυτού του άρθρου, καθώς και των άρθρων 428, 42γ,   42δ, 42ε 43 και 43α και εμφανίζουν με απόλυτη σαφήνεια την πραγματική εικόνα της περιουσιακής διάρθρωσης, της χρηματοοικονομικής θέσης και των αποτελεσμάτων χρήσης της εταιρίας.

3.   Σε περίπτωση που η εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου,καθώς και των άρθρων 428, 42γ, 42δ, 42ε και 43α, δεν επαρκεί για την   παρουσίαση της πραγματικής εικόνας που απαιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 2, παρέχονται όλες οι αναγκαίες   συμπληρωματικές πληροφορίες για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η εφαρμογή μιας από τις παραπάνω διατάξεις   έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της προηγούμενης παραγράφου 2 επιβάλλεται παρέκκλιση από αυτή τη διάταξη για να αποδοθεί η πραγματική   εικόνα που προβλέπεται από την πιο πάνω παράγραφο 2. Κάθε τέτοια παρέκκλιση αναφέρεται στο προσάρτημα μαζί με την πλήρη αιτιολόγηση της και με πληροφορίες για τις επιδράσεις της πανω στην περιουσιακή διάρθρωση, τη χρηματοοικονομική θέση και τα αποτελέσματα χρήσης της εταιρίας.

4. Οσοι από τους τίτλους των λογαριασμών των υποδειγμάτων, στα οποία   παραπέμπουν τα άρθρα 42γ και 42δ, δεν προσιδιάζουν στην ειδικότερη φύση των ανώνυμων εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και των  ανώνυμων εταιριών διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων του Ν.Δ. 608/1970  “Περί εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και αμοιβαίων κεφαλαίων” (ΦΕΚ  Α` 170/1970) μπορούν να τροποποιούνται έτσι ώστε οι ισολογισμοί και οι   λογαριασμοί αποτελεσμάτων που συντάσσονται από τις εταιρίες αυτές να  πληρούν τις αρχές της παραπάνω παρ. 2. Η τροποποίηση αυτή γίνεται με   αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της  Κυβέρνησης.

5.   Για να ληφθεί από τη Γενική Συνέλευση έγκυρη απόφαση πάνω στις οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο,  πρέπει να έχουν ειδικά θεωρηθεί από: (α) το Διευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος, ένα μέλος   του Διοικητικού Συμβουλίου, που ορίζεται από αυτό, (β) τον υπεύθυνο για τη Γενική Διεύθυνση της εταιρίας και (γ) τον υπεύθυνο για τη Διεύθυνση   του Λογιστηρίου.   Οι παραπάνω, σε περίπτωση διαφωνίας από πλευράς νομιμότητας του τρόπου κατάρτισης των οικονομικών καταστάσεων, οφείλουν  να εκθέτουν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους στη Γενική Συνέλευση.

6. Κάθε εταιρία, η οποία, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του πρώτου μετά την έναρξη ισχύος αυτού του Νόμου ισολογισμού της, δεν υπερβαίνει τα αριθμητικά όρια των δύο από τα παρακάτω τρία κριτήρια:

α. σύνολο ισολογισμού, 130.000.000 δραχμές, όπως αυτό προκύπτει από την άθροιση των στοιχείων Α μέχρι και Ε του ενεργητικού στο υπόδειγμα   ισολογισμού που παραπέμπει το άρθρο 42γ,

β. καθαρός κύκλος εργασιών, 260.000.000 δραχμές,

γ. μέσος όρος προσωπικού που απασχολήθηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης, 50 άτομα,  μπορεί να δημοσιεύει συνοπτικό ισολογισμό, που να εμφανίζει μόνο τους λογαριασμούς οι οποίοι, στο υπόδειγμα που παραπέμπει το άρθρο 42γ, χαρακτηρίζονται με γράμματα και λατινικούς αριθμούς, με τον όρο ότι οι απαιτήσεις και υποχρεώσεις θα διαχωρίζονται σε μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες, με την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 42ε.

7. Η ευχέρεια της προηγουμένης παρ. 6 παρέχεται και στις εταιρίες, που παύουν να υπερβαίνουν τα όρια των δύο από τα τρία κριτήρια της  ίδιας παραγράφου, σε δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις.

8. Η ευχέρεια της παραπάνω παρ. 6 παύει να παρέχεται στις εταιρίες  των προηγούμενων παρ. 6 και 7, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια των δύο από τα τρία κριτήρια της παραπάνω παρ. 6 σε δύο συνεχείς χρήσεις”.

Άρθρον 30
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 70β, το άρθρο 42β του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 42β

Γενικές διατάξεις για τη δομή του ισλογισμού και του   λογαριασμού “αποτελέσματα χρήσεως”.

1. Η δομή του ισολογισμού και του λογαριασμού “αποτελέσματα χρήσεως” και ιδιαίτερα η ακολουθούμενη στα πλαίσια αυτού του Νόμου μορφή   εμφάνισης   των   οικονομικών   αυτών   καταστάσεων,   απαγορεύεται να μεταβάλλεται από τη μία χρήση στην άλλη. Παρέκκλιση από την αρχή αυτή   επιτρέπεται   μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με τον όρο ότι η παρέκκλιση αυτή θα αναφέρεται στο προσάρτημα και θα αιτιολογείται  επαρκώς.

2.   Οι λογαριασμοί που προβλέπονται στα υποδείγματα στα οποία παραπέμπουν τα άρθρα 42γ και 42δ, καταχωρούνται στον ισολογισμό, στο   λογαριασμό   “αποτελέσματα   χρήσεως”   και   στον   “πίνακα διαθέσεως  αποτελεσμάτων”, ξεχωριστά ο καθένας και με τη σειρά που καθορίζεται στα   υποδείγματα αυτά. Λογαριασμός στον οποίο δεν υπάρχει ποσό, ούτε της κλειόμενης, ούτε της προηγούμενης χρήσης, παραλείπεται.  Επιτρέπεται η παραπέρα ανάλυση των λογαριασμών που παρατίθενται στα υποδείγματα των άρθρων 42γ και 42δ, με τον όρο ότι δε θα μεταβάλλεται η σειρά των λογαριασμών αυτών. Επίσης, επιτρέπεται η προσθήκη και άλλων λογαριασμών, εφόσον το περιεχόμενό τους δεν περιλαμβάνεται σε κάποιον  από τους υποχρεωτικούς λογαριασμούς των παραπάνω υποδειγμάτων.       Οταν ένα   στοιχείο   ενεργητικού   ή   παθητικού   σχετίζεται   με περισσότερους από έναν υποχρεωτικούς λογαριασμούς, το στοιχείο αυτό καταχωρείται στο λογαριασμό στον οποίο προσιδιάζει περισσότερο, αλλά η   σχέση του με τους άλλους λογαριασμούς αναφέρεται στο προσάρτημα, εφόσον αυτό χρειάζεται για την κατανόηση των οικονομικών καταστάσεων.

3.   Η δομή και οι τίτλοι των λογαριασμών που έχουν αραβική αρίθμηση στα υποδείγματα ισολογισμού και λογαριασμού “αποτελέσματα χρήσεως”, στα οποία παραπέμπουν τα άρθρα 42γ και 42δ, πρέπει να προσαρμόζονται  ανάλογα, όταν η ειδική φύση της επιχείρησης το απαιτεί, ώστε οι   χρησιμοποιούμενοι τίτλοι λογαριασμών να υποδηλώνουν με σαφήνεια τα απεικονιζόμενα στοιχεία. Η καταχώρηση ανομοιογενών στοιχείων στον ίδιο   λογαριασμό, απαγορεύεται. Κάθε προσαρμογή που γίνεται σύμφωνα με τα παραπάνω, αναφέρεται και αιτιολογείται στο προσάρτημα.

4.  Οι λογαριασμοί των υποδειγμάτων του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης, στα οποία παραπέμπουν τα άρθρα 42γ και 42δ, οι   οποίοι έχουν αραβική αρίθμηση, μπορούν να συγχωνεύονται όταν:

α. τα ποσά τους είναι ασήμαντα και η συγχώνευσή τους δε θίγει τις αρχές της παραγράφου 2 του άρθρου 42α, και

β. η συγχώνευση γίνεται για χάρη μεγαλύτερης σαφήνειας, με τον όρο ότι οι συγχωνευόμενοι λογαριασμοί θα αναλύονται στο προσάρτημα.

5. Τα ποσά των λογαριασμών του ενεργητικού και του παθητικού του ισολογισμού, καθώς και του   λογαριασμού   “αποτελέσματα   χρήσεως”,   απεικονίζονται σε δύο τουλάχιστον στήλες, στις οποίες αντιπαρατίθενται  τα αντίστοιχα και ομοειδή κονδύλια της κλειόμενης και της προηγούμενης   χρήσης. Σε περίπτωση όμως που στοιχεία της προηγούμενης χρήσης δεν  είναι ομοειδή και συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της κλειόμενης χρήσης,   γίνεται κατάλληλη αναμόρφωση τους. Κάθε τέτοια αναμόρφωση αναφέρεται και επεξηγείται στο προσάρτημα.

6.   Εταιρία που έχει υποκαταστήματα ενσωματώνει   στον   ετήσιο  ισολογισμό και στο λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως” τα ενεργητικά και   τα παθητικά στοιχεία, καθώς και τα έσοδα   και   τα   έξοδα των  υποκαταστημάτων της, και συγχωνεύει τα σχετικά ποσά στους οικείους  λογαριασμούς   του   ισολογισμού   και   των   αποτελεσμάτων   χρήσης,  συμψηφίζοντας κάθε αμοιβαία χρεωαπαίτηση, τόσο των υποκαταστημάτων   μεταξύ τους, όσο και μεταξύ υποκαταστημάτων και κεντρικού.

7. Απαγορεύεται οποιοσδήποτε συμψηφισμός μεταξύ κονδυλίων   των λογαριασμών ενεργητικού και παθητικού ή των λογαριασμών εσόδων και   εξόδων και η εμφάνιση μόνο της μεταξύ τους διαφοράς”.

Άρθρον 31
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 70β, το άρθρο42γ του Κωδ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 42γ

Δομή του Ισολογισμού.

Ο ισολογισμός καταρτίζεται σε δυο παράπλευρα σκέλη, στο πρώτο απο τα  οποία περιλαμβάνεται το ενεργητικό και στο δεύτερο το παθητικό, σύμφωνα  με το υπόδεγμα της παρ. 4.1.103 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980 “Περί ορισμού του περιεχομένου και του χρόνου ενάρξεως της προαιρετικής   εφαρμογής   του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου” (ΦΕΚ Α` 75/1980), σε συνδυασμό με όσα ορίζονται στις παραγράφους 4.1.101 και 4.1.102 του άρθρου 1 του ίδιου Προεδρικού Διατάγματος αναφορικά με το περιεχόμενο καθε κατηγορίας και κάθε λογαριασμού του ισολογισμού αυτού”.

Άρθρον 32
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 70β, το άρθρο 42δ του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

Αρθρο 42δ

Δομή του λογαριασμού “αποτελέσματα χρήσεως”  και του “πίνακα διαθέσεως αποτελεσμάτων”.

1. Ο λογαριασμός “αποτελέσματα χρήσεως” καταρτίζεται σε κάθετη διάταξη, σύμφωνα με το υπόδειγμα της παρ. 4.1.202 του άρθρου 1 του Π.Δ.   1123/1980, σε συνδυασμό με όσα ορίζονται στην παράγραφο 4.1.201 του άρθρου 1 του ίδιου Προεδρικού Διατάγματος αναφορικά με το περιεχόμενο κάθε επιμέρους κατηγορίας του λογαριασμού αυτού”.

2. Ο “πίνακας διαθέσεως αποτελεσμάτων” καταρτίζεται σύμφωνα με το υπόδειγμα της παρ. 4.1.302 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980 σε συνδυασμό   με όσα ορίζονται στην παρ. 4.1.301 του ίδιου Προεδρικού Διατάγματος, αναφορικά με το περιεχόμενο κάθε επιμέρους κατηγορίας του πίνακα αυτού”.

Άρθρον 33
Μετά το άρθρο 42δ του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο άρθρο 42ε ως εξής:

Αρθρο 42ε

Ειδικές διατάξεις για ορισμένα στοιχεία του ισολογισμού και του λογαριασμού “αποτελέσματα χρήσεως”.

1. Εξοδα εγκατάστασης (πολυετούς απόσβεσης) είναι οι υποκείμενες σε τμηματική απόσβεση δαπάνες, οι οποίες πραγματοποιούνται για την ίδρυση   και οργάνωση της εταιρίας την απόκτηση των διαρκών μέσων εκμετάλλευσης και την επέκταση ή την αναδιοργάνωσή της

2. Στο πάγιο ενεργητικό περιλαμβάνεται το σύνολο των αγαθών, αξιών και δικαιωμάτων που προορίζονται να παραμείνουν μακροχρόνια και με την   ίδια περίπου μορφή στην εταιρία, με στόχο να χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των σκοπών της επίσης, περιλαμβάνονται οι συμμετοχές και οι   μακροπρόθεσμες απαιτήσεις, με την έννοια των παρ. 5 και 6 αυτού του άρθρου.

3. Ασώματες ακινητοποιήσεις (αϋλα πάγια στοιχεία) είναι τα ασώματα οικονομικά   αγαθά, που αποκτούνται από την εταιρία με σκοπό να  χρησιμοποιούνται παραγωγικά για χρονικό διάστημα οπωσδήποτε μεγαλύτερο από   ένα   έτος.   Στους λογαριασμούς της κατηγορίας των ασωμάτων   ακινητοποιήσεων περιλαμβάνονται τα ποσά που καταβάλλονται για την απόκτηση τέτοιων αγαθών, καθώς και τα ποσα που δαπανούνται από την  εταιρία για τη δημιουργία των αγαθών αυτών.

4. Ενσώματα πάγια στοιχεία είναι τα υλικά αγαθά που αποκτούνται από την εταιρία για να τα χρησιμοποιεί για την εκπλήρωση του σκοπού της,   κατά τη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής τους, η οποία οπωσδήποτε είναι μεγαλύτερη από ένα έτος.

5. Ως συμμετοχές που καταχωρούνται στους λογαριασμούς της κατηγορίας “συμμετοχές κα άλλες μακροπρόθεσμες χρηματοοικονομικές απαιτήσεις” ορίζονται τα δικαιώματα συμμετοχής στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων οποιασδήποτε νομικής μορφής,   τα   οποία   αντιπροσωπεύουν   ποσοστό   τουλάχιστον 10% του κεφαλαίου των επιχειρήσεων αυτών που αποκτούνται με σκοπό διαρκούς κατοχής τους.       Οι συμμετοχές και οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις σε συνδεμένες  επιχειρήσεις καθώς και οι μετοχές της εταιρίας που κατέχονται απο την ίδια (ίδιες μετοχές) σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά καταχωρούνται μόνο στους λογαριασμούς που έχουν προβλεφτεί για τις περιπτώσεις αυτές στο υπόδειγμα ισολογισμού του άρθρου 42γ.

Για την εφαρμογή αυτου του Νόμου συνδεμένες επιχειρήσεις είναι:

α. Οι επιχειρήσεις εκείνες μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική   υπάρχει όταν μία επιχείρηση (μητρική):

α.α. ή έχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης, έστω και αν η πλειοψηφία αυτη   σχηματίζεται ύστερα από συνυπολογισμό των τίτλων και δικαιωμάτων που κατέχονται απο τρίτους για λογαριασμό της μητρικής επιχείρησης.

β.β. ή ελέγχει την πλεοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης ύστερα από συμφωνία με άλλους μετόχους ή  εταίρους της επιχείρησης αυτής,

γ.γ. ή συμμετέχει στο κεφάλαιο μιας άλλης επιχείρησης και έχει το δικαίωμα είτε άμεσα είτε μέσω τρίτων να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών των οργάνων διοίκησης της επιχείρησης αυτής (θυγατρικής).

δ.δ. ή ασκεί δεσπόζουσα επιρροή σε μια άλλη επιχείρηση (θυγατρική). Δεσπόζουσα επιρροή υπάρχει όταν η μητρική επιχείρηση διαθέτει άμεσα ή   έμμεσα, δηλαδή μέσω τρίτων που ενεργούν για λογαριασμό της επιχείρησης αυτης, τουλάχιστον το 20% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου της   θυγατρικής και, ταυτόχρονα, ασκεί κυριαρχική επιρροή στη διοίκηση ή τη λειτουργία της τελευταίας.

Για την εφαρμογή των παραπάνω υποπεριπτώσεων στα ποσοστά συμμετοχής ή στα δικαιώματα ψήφου, καθώς και στα δικαιώματα διορισμού ή ανάκλησης που έχει η μητρική επιχείρηση, πρέπει να προστίθενται τα ποσοστά συμμετοχής και τα δικαιώματα κάθε άλλης επιχείρησης που είναι θυγατρική  της ή θυγατρική θυγατρικής της.

β. Οι συνδεόμενες επιχειρήσεις της προηγούμενης περίπτωσης α, και κάθε μία από τις θυγατρικές ή τις θυγατρικές των θυγατρικών των   συνδεμένων αυτών επιχειρήσεων.

γ. Οι θυγατρικές επιχειρήσεις των προηγούμενων περιπτώσεων α και β, άσχετα αν μεταξύ των θυγατρικών αυτων δεν υπάρχει απευθείας δεσμός   συμμετοχής.

6. Μακροπρόθεσμες απαιτήσεις είναι οι απαιτήσεις των οποίων η προθεσμία εξόφλησης λήγει μετα το τέλος της επόμενης χρήσης. Ολες οι   άλλες απαιτήσεις ειναι βραχυπρόθεσμες και καταχωρούνται στους οικείους λογαριασμούς του κυκλοφορούντος ενεργητικού.     Τα ανωτέρω ισχύουν αναλόγως και για τη διάκριση των υποχρεώσεων σε  μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες για το σκοπό της χωριστής εμφάνισης τους στους οικείους λογαριασμούς υποχρεώσεων του παθητικού.

7.   Οι αποσβέσεις των στοιχείων του πάγιου ενεργητικού και των εξόδων εγκατάστασης καταχωρούνται στο ενεργητικό αφαιρετικά από τηναξία κτήσης ή ιδιοκατασκευής του κάθε στοιχείου του ισολογισμού ώστε για κάθε λογαριασμό να εμφανίζεται η αξία κτήσης ή ιδιοκατασκευής οι σωρευμένες μέχρι τη λήξη της χρήσης αποσβέσεις και η αναπόσβεστη αξία του στοιχείου.

8. Οι μεταβολές που έγιναν μέσα στη χρήση στα στοιχεία πάγιου ενεργητικού και στις αποσβέσεις τους αναφέρονται στο προσάρτημα.   Ειδικώτερα γα τον καθένα από τους λογαριασμούς παγίων στοιχείων που εμφανίζονται στο ενεργητικό αναφέρονται χωριστά η αξία κτήσης ή το  κόστος ιδιοκατασκευής. Οι προσθήκες και βελτιώσεις οι μειώσεις και οι μεταφορές που έγιναν μέσα στη χρήση, καθώς και οι αποσβέσεις της χρήσης  οι τυχόν διορθώσεις που έγιναν μεσα στη χρήση πάνω στις αποσβέσεις των προηγούμενων χρήσεων οι συνολικές αποσβέσεις μέχρι την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αναπόσβεστη αξία κατα την ημερομηνία αυτη.

Σε περίπτωση που κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης αυτής της παραγράφου ανακύψουν δυσκολίες στη συγκέντρωση των δεδομένων της   παραπάνω ανάλυσης, είναι δυνατό να ληφθεί σαν αξία κτήσης ή κόστους ιδιοκατασκευής η αναπόσβεστη αξία των στοιχείων αυτών κατά την έναρξη   της χρήσης, με την προϋπόθεση ότι θα γίνεται σχετική διευκρίνιση στο προσάρτημα.       Οι διατάξεις αυτης της παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και για τα έξοδα εγκατάστασης.

9. Εμπράγματα δικαιώματα της εταιρίας σε ακίνητα απεικονίζονται στην κατηγορία των ενσώματων ακινητοποιήσεων. Εμπράγματες ασφάλειες που χορηγήθηκαν από την εταιρία σε ενσώματες ακινητοποιήσεις της, αναφέρονται στον ισολογισμό ή στο προσάρτημα με ιδιαίτερη   μνεία   των εμπραγμάτων ασφαλειών που χορηγήθηκαν υπέρ συνδεμένων επιχειρήσεων ομοία παρουσίαση γίνεται επίσης και για καθε μορφή εγγύησης που χορηγήθηκε από την εταιρία.

10. Μετοχές επικαρπίας ή ιδρυτικοί τίτλοι, που εκδόθηκαν από ανώνυμη εταιρία, αναφέρονται στον ισολογισμό ή στο προσάρτημα.

11. Στους “λογαριασμούς τάξεως” απεικονίζονται ιδίως τα αλλότρια περιουσιακά στοιχεία, οι αμφοτεροβαρείς συμβάσεις και οι κάθε μορφής   εγγυήσεις, καθώς και οι εμπράγματες ασφάλειες. Σχετικές αναλύσεις παρέχονται στο προσάρτημα.

Τα ποσά των “λογαριασμών τάξεως” αποτελούν ιδιαίτερο άθροισμα, το οποίο δεν προστίθεται στα συνολικά αθροίσματα των λογαριασμών του   ενεργητικού και του παθητικού.

12.   Εξοδα που πληρώθηκαν μεσα στην κλειόμενη χρήση, αλλα αφορούν την επόμενη ή τις επόμενες χρήσεις, καθώς και έσοδα που αφορούν την    κλειόμενη χρήση αλλά δεν εισπράχτηκαν ή δε χρεώθηκαν σε προσωπικούς λογαριασμούς μεσα σ` αυτή, εμφανίζονται χωριστά στους μεταβατικούς   λογαριασμούς ενεργητικού.

Εσοδα που εισπράχτηκαν μέσα στην κλειόμενη χρήση, αλλά αφορούν την επόμενη ή τις επόμενες χρήσεις, καθώς και έξοδα που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την κλειόμενη χρήση, αλλά δεν πληρώθηκαν ή δεν πιστώθηκαν σε προσωπικούς λογαριασμούς μεσα σ` αυτη, εμφανίζονται χωριστά στους μεταβατικούς λογαριασμούς παθητικού.

Οταν το σύνολο των εσόδων που αφορούν την κλειόμενη χρήση, αλλά δενεισπράχτηκαν ή δε χρεώθηκαν μέσα σ` αυτη, ή το σύνολο των εξόδων που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την κλειομένη χρήση, αλλά δεν πληρώθηκαν ή δεν πιστώθηκαν μέσα σ` αυτή, είναι σημαντικό, γίνεται σχετική ανάλυση στο προσάρτημα.

13. Σε περίπτωση που στο τέλος της χρήσης κατέχονται ίδιες μετοχές σύμφωνα   με   τις   διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, σχηματίζεται  αποθεματικό ισόποσο με την αξία κτήσης των μετόχων αυτών. Το σχετικό ποσό καταχωρείται σε λογαριασμό του παθητικού με τίτλο “αποθεματικό για   ίδιες μετοχές”. Το αποθεματικό αυτό σχηματίζεται από τα κέρδη της χρήσης, από τα οποία επιτρέπεται να αφαιρεθούν προηγουμένως μόνο τα ποσά που είναι αναγκαία για το σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού και για τη διανομή πρώτου μερίσματος.  Αν δεν υπάρχουν κέρδη για σχηματισμό του παραπάνω αποθεματικού ο λογαριασμός του ενεργητικού “ίδιες μετοχές” εμφανίζεται στο παθητικό αφαιρετικά απο το άθροισμα των ίδιων κεφαλαίων.

14. Οι προβλέψεις για κινδύνους και έξοδα προορίζονται να καλύψουν ζημίες, δαπάνες ή υποχρεώσεις της κλειομένης και των προηγούμενων   χρήσεων που διαφαίνονται σαν πιθανές κατά την ημέρα σύνταξης του  ισολογισμού αλλά δεν είναι γνωστό το ακριβές μέγεθός τους ή ο χρόνος   στον οποίο θα προκύψουν. Οι προβλέψεις αυτες σχηματίζονται κάθε χρόνο σε ύψος που καλύπτει τα αναγκαία όρια. Οι προβλέψεις για αποζημίωση   προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία, που υπολογίζονται   και  σχηματίζονται   στο   τέλος κάθε χρήσης καλύπτουν, τουλάχιστον τις   αποζημιώσεις εξόδου απο την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης.

Κατά την πρώτη χρήση εφαρμογής των διατάξεων αυτού του Νόμου  παρέχεται η δυνατότητα στις εταιρίες να καταχωρήσουν στο λογαριασμό “λοιπά έξοδα πολυετούς αποσβέσεως” τις σωρευμένες προβλέψεις για αποζημιώσεις προσωπικού   λόγω   εξόδου από την υπηρεσία που αντιστοιχούν στην προϋπηρεσία του προσωπικού τους κατά τις προηγούμενες χρήσεις.

Οι προβλέψεις αυτές αποσβένονται τμηματικά και ισόποσα, μέσα σε μία πενταετία.

Αν το ποσό που εμφανίζεται στο λογαριασμό “λοιπές προβλέψεις” είναι σημαντικό παρέχεται ανάλυση του στο προσάρτημα οι προβλέψεις που   αφορούν   υποτιμήσεις   περιουσιακών   στοιχείων   του   ενεργητικού σχηματίζονται σε ύψος που καλύπτει τις υποτιμήσεις των στοιχείων αυτών κατα την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και εμφανίζονται στο ενεργητικό του ισολογισμού αφαιρετικά από τα στοιχεία στα οποία αναφέρονται.

15.   α.   Το καθαρό ύψος του “κύκλου εργασιών” περιλαμβάνει τα ποσά των εσόδων που πραγματοποιούνται από την πώληση προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών, μέσα στα πλαίσια της συνήθους δραστηριότητας της εταιρίας  από τα οποία έχουν αφαιρεθεί οι εκπτώσεις πωλήσεων και οι υπέρ του   Δημοσίου και τρίτων εισπραττόμενοι φόροι.

β. Στους λογαριασμούς “έκτακτα και ανόργανα έσοδα” και “έκτακτα καιανόργανα έξοδα” καταχωρούνται τα έσοδα ή έξοδα που δεν προέρχονται από    τη συνήθη δραστηριότητα της εταιρίας. Αν τα ποσά των εσόδων ή των εξοδων αυτών είναι σημαντικά παρέχεται ανάλυση τους στο προσάρτημα,μαζί με διευκρινίσεις, αναφορικά με τη φύση τους και την επίδρασή τους στον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος της εταιρίας για την κλειόμενη   χρήση. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τυχόν έσοδα ή έξοδα που καταχωρήθηκαν στην κλειόμενη χρήση αλλά αφορούν προηγούμενες χρήσεις”.

Άρθρον 34
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 70β, το άρθρο 43του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

Αρθρο 43.

Κανόνες αποτίμησης.

1. Τα ποσά των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων πρέπει να προκύπτουν από περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποτιμηθεί σύμφωνα με τους κανόνες αυτού του άρθρου. Η αποτίμηση γίνεται με βάση την αρχή της τιμής κτήσης ή του κόστους παραγωγής και των πιο κάτω γενικών αρχών:

α. Θεωρείται ως δεδομένη η συνέχιση της δραστηριότητας της εταιρίας.

β. Οι μέθοδοι αποτίμησης εφαρμόζονται πάγια, χωρίς μεταβολές από  χρήση σε χρήση.

γ. Η αρχή της συντηρητικότητας εφαρμόζεται πάντοτε και ιδιαίτερα:

σε κάθε   χρήση   περιλαμβάνονται   μόνο   τα   κέρδη   που   έχουν πραγματοποιηθεί μέσα σ` αυτή. λαμβάνονται υπόψη όλοι ο πιθανοί κίνδυνοι και όλες οι πιθανές ζημιές που αφορούν την κλειόμενη ή τις προηγούμενες χρήσεις έστω και αν οι σχετικές ενδείξεις άρχισαν να διαφαίνονται μετά το τέλος της κλειόμενης   χρήσης, αλλά μέσα στην περίοδο περάτωσης των πράξεων κλεισίματος του ισολογισμού.

λογίζονται οι απαραίτητες αποσβέσεις και προβλέψεις αναξάρτητα από το άν κατά τη χρήση προκύπτει καθαρό κέρδος ή ζημία

δ. Τα έσοδα και τα έξοδα που αφορούν τη χρήση λογίζονται σ` αυτή ανεξάρτητα από το χρόνο της είσπραξης ή της πληρωμής τους.

ε. Τα περιουσιακά στοιχεία των λογαριασμών του ενεργητικού και του παθητικού αποτιμούνται χωριστά και όπως αθρίζεται στις  επόμενες   παραγράφους.

στ. Τα ποσά ανοίγματος των λογαριασμών της χρήσης συμφωνούν απόλυτα με τον ισολογισμό κλεισίματος της προηγούμενης χρήσης

2. Παρέκκλιση απο τις αρχές της   προηγούμενης   παραγράφου   1 επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Καθε τέτοια παρέκκλιση   αναφέρεται στο προσάρτημα κατάλληλα αιτιολογημένη, όπου παρατίθενται οι  επιδράσεις της στην περιουσιακή διάρθρωση στη χρηματοοικονομική θέση και  στα αποτελέσματα χρήσης της εταιρίας.

3. α. Τα ποσά των εξόδων εγκατάστασης (πολυετούς απόσβεσης) των κατηγοριών “έξοδα ιδρύσεως και πρώτης εγκαταστάσεως” και “τόκοι δανείων  κατασκευαστικής περιόδου”, καθώς και τα ποσά των λογαριασμών “εξοδα αυξήσεως κεφαλαίου και εκδόσεως ομολογιακών δανείων”, “έξοδα κτήσεως   ακινητοποιήσεων”, “έξοδα αναδιοργανώσεως” και “λοιπά έξοδα πολυετούς  αποσβέσεως” της κατηγορίας “λοιπά έξοδα εγκαταστάσεως” αποσβένονται   είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία.

β.   Ομολογίες που εκδόθηκαν από την εταιρία εμφανίζονται στο παθητικό με την τιμή στην οποία η εταιρία οφείλει να τις εξοφλήσει. Οι διαφορές από τη διάθεση ομολογιών σε τιμή μικρότερη από την ονομαστική τους, καθώς και οι διαφορές από την εξόφληση ομολογιών σε τιμή μεγαλύτερη από την ονομαστική τους, καταχωρούνται στο λογαριασμό εξόδων πολυετούς απόσβεσης “διαφορές εκδόσεως και εξοφλήσεως ομολογιών” της   κατηγορίας “λοιπά έξοδα εγκαταστάσεως”. Οι διαφορές αυτές αποσβένονται με τμηματικές ισόποσες δόσεις μέχρι τη λήξη της προθεσμίας εξόφλησης   του ομολογιακού δανείου.

γ.   Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατα την πληρωμή ή  την αποτίμηση σε δραχμές των υποχρεώσεων απο δάνεια ή πιστώσεις σε ξένο νόμισμα, εφόσον τα δάνεια ή οι πιστώσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά   για   την   απόκτηση   πάγιων   περιουσιακών   στοιχείων   καταχωρούνται στο λογαριασμό της κατηγορίας των εξόδων εγκατάστασης  (πολυετούς απόσβεσης) “συναλλαγματικές διαφορές δανείων για κτήσεις   πάγιων στοιχείων” και αποσβένονται τμηματικά, ανάλογα με την υπόλοιπη κανονική χρονική διάρκεια του δανείου ή της πίστωσης, όπως ορίζεται από   τις σχετικές διατάξεις της περιπτ. 23 της παρ. 2.2.110 του άρθρου 1 του  Π.Δ. 1123/1980. “Περί ορισμού του περιεχομένου και του χρόνου ενάρξεως   της προαιρετικής εφαρμογής του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου” (ΦΕΚ Α` 75/ 1980), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τη διάταξη της παρ. 12   του μοναδικού άρθρου του Π.Δ. 502/1984 “τροποποίηση και συμπλήρωση των  διατάξεων του Π.Δ. 1123/1980” (ΦΕΚ Α` 179/1984). Τα ποσά και ο   λογιστικός χειρισμός των παραπάνω συναλλαγματικών διαφορών που αφορούν  τη χρήση αναφέρονται στο προσάρτημα.

δ. Μέχρι την πλήρη απόσβεση όλων των εξόδων εγκατάστασης “πολυετούς απόσβεσης” απαγορεύεται οποιαδήποτε διανομή κερδών εκτός   αν   το  αναπόσβεστο υπόλοιπο των εξόδων αυτών είναι μικρότερο από το άθροισμα  των προαιρετικών αποθεματικών και του υπολοίπου των κερδών εις νέο.    ε. Τα ποσά που εμφανίζονται στα έξοδα εγκατάστασης “πολυετούς απόσβεσης”, που αφορούν τη χρήση, αναλύονται και επεξηγούνται στο προσάρτημα.

4. α. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α, δ και ε της προηγούμενης παραγράφου 3 εφαρμόζονται και για τα έξοδα ερευνών και ανάπτυξης των   λογαριασμών “έξοδα ερευνών ορυχείων – μεταλλείων – λατομείων” και  “έξοδα λοιπών ερευνών” καθώς και για τις παραχωρήσεις και δικαιώματα   βιομηχανικής ιδιοκτησίας των λογαριασμών “δικαιώματα εκμεταλλεύσεως  ορυχείων – μεταλείων – λατομείων” και “λοιπές παραχωρήσεις”, εκτός αν   ειδικές διατάξεις της νομοθεσίας προβλέπουν διαφορετική ρύθμιση.

β.   Η υπεραξία της επιχειρήσεως (Goodwill) που δημιουργείται κατά την εξαγορά ή συγχώνευση ολόκληρης οικονομικής μονάδας και που είναι   ίση   με τη διαφορά μεταξύ του ολικού τιμήματος αγοράς και της πραγματικής   αξίας   των   επιμέρους   περιουσιακών   στοιχείων   της,   καταχωρείται   στο λογαριασμό “υπεραξία επιχειρήσεως” των ασώματων ακινητοποιήσεων και αποσβένεται, είτε εφάπαξ είτε τμηματικά   και  ισόποσα, σε περισσότερες από μια χρήσεις οι οποίες δεν είναι δυνατό να  υπερβαίνουν τα πέντε έτη.

Τα ποσά που εμφανίζονται στο λογαριασμό “υπεραξία επιχειρήσεως”  αναλύονται και επεξηγούνται στο προσάρτημα.

γ.   Τα   ποσά   που   καταχωρούνται   στο λογαριασμό “δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας” της κατηγορίας των ασώματων ακινητοποιήσεων   “παραχωρήσεις και δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας” αποσβένονται με  ισόποσες ετήσιες αποσβέσεις μέσα στο χρόνο της παραγωγικής χρησιμότητας   καθε άϋλου στοιχείου. Πάντως η απόσβεση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί  μέχρι τη λήξη του χρόνου της παρεχόμενης από το νόμο προστασίας σε  περιπτώσεις που η προστασία αυτή έχει περιορισμένη διάρκεια.

δ. Τα ποσά της κατηγορίας “λοιπές ασώματες ακινητοποιήσεις” των λογαριασμών “δικαιώματα χρήσεως ενσώματων παγίων στοιχείων” και λοιπά   δικαιώματα” αποσβένονται με ισόποσες ετήσιες αποσβέσεις μέσα στο χρόνο που καθορίζεται συμβατικά για τη χρησιμοποίηση κάθε άϋλου πάγιου   στοιχείου.

5. α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρακάτω περίπτ. ε` καθώς και της παραγράφου 9 αυτού του άρθρου. Τα ενσώματα πάγια περιουσιακά   στοιχεία αποτιμούνται στην αξία της τιμής κτήσης ή του κόστους ιδιοκατασκευής τους. Η αξία αυτή προσαυξάνεται με τις δαπάνες προσθηκών   και βελτιώσεων και μειώνεται με τις αποσβέσεις που προβλέπονται από αυτό το άρθρο.

β.   Τιμή   κτήσης   είναι η τιμολογιακή αξία αγοράς, η οποία προσαυξάνεται με τα ειδικά έξοδα αγοράς και μειώνεται με τις σχετικές  εκπτώσεις.   Τα   έξοδα κτήσης των ακινήτων όπως είναι οι φόροι μεταβίβασης τα συμβολαιογραφικά και μεσιτικά έξοδα και οι αμοιβές μελετητών και δικηγόρων δεν περιλαμβάνονται στην τιμή κτήσης των στοιχείων αυτών. Τα έξοδα αυτά καταχωρούνται στο λογαριασμό “έξοδα κτήσεως ακινητοποιήσεων” της κατηγορίας “λοιπά έξοδα εγκαταστάσεων”.

γ. Κόστος παραγωγής ή ιδιοκατασκευής είναι η τιμή κτήσης των πρώτων   υλών και διαφόρων υλικών, που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή των   συγκεκριμένων προιόντων ή ιδιοκατασκευών. Η τιμή αυτή προσαυξάνεται με αναλογία γενικών εξόδων αγορών καθώς και με το κόστος κατεργασίας που  απαιτήθηκε για να φθάσουν τα σχετικά προϊόντα ή οι ιδιοκατασκευές στη  θέση και στην κατάσταση που βρίσκονται τη στιγμή της απογραφής τους.

δ.   Η απόσβεση του καθενός από τα πάγια περιουσιακά στοιχεία είναι ανάλογη της ετήσιας μείωσης της αξίας του που οφείλεται τόσο στη   χρησιμοποίηση του στοιχείου αυτού, όσο και στη πάροδο του χρόνου και   στην οικονομική αποζημίωση του.   Η απόσβεση του κάθε   στοιχείου   ενεργείται   συστηματικά   και   ομοιόμορφα   μέσα   στις χρήσεις της  πιθανολογούμενης διάρκειας παραγωγικής χρησιμοποίησης του και σύμφωνα   με τις ειδικές διατάξεις της νομοθεσίας που ισχύει κάθε φορά. Τυχόν  πρόσθετες αποσβέσεις που γίνονται με βάση ειδικές φορολογικές διατάξεις   με τη μορφή αναπτυξιακών κινήτρων, παρατίθενται αναλυτικά,   κατά κατηγορία παγίου, στο προσάρτημα, με μνεία των σχετικών φορολογικών διατάξεων.

ε. Σε περίπτωση υποτίμησης ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου,  άσχετα αν αυτό υπόκειται ή όχι σε απόσβεση, εφόσον η υποτίμηση   προβλέπετα, οτι θα είναι διαρκής, σχηματίζεται ανάλογη πρόβλεψη, ώστε η  αποτίμηση του στοιχείου αυτου, κατά την ημέρα   κλεισίματος   του   ισολογισμού, να γίνεται στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης ή  του κόστους ιδιοκατασκευής και της υποτιμημένης τρέχουσας τιμής του. Οι   προβλέψεις αυτές βαρύνουν τα αποτελέσματα χρήσης και το ποσό τους  εμφανίζεται   χωριστά στο λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως” ή στο   προσάρτημα όταν είναι αξιόλογο. Η αποτίμηση στην παράπανω χαμηλότερη τιμή μπορεί να μη συνεχισθεί σε περίπτωση που οι λόγοι που επέβαλαν την προσαρμογή της αξίας έπαψαν να υπάρχουν.

6.α. Με την επιφύλαξη της παρακάτω περιπτ. δ` αυτής της παραγράφου   οι συμμετοχές σε ανώνυμες εταιρίες και τα χρεόγραφα καθώς και οι   μετοχές ανώνυμων εταιριών και οι κάθε φύσης τίτλοι χρεογράφων με  χαρακτήρα ακινητοποιήσεων αποτιμούνται στη συνολικά χαμηλότερη τιμή   μεταξύ της τιμής κτήσης ή αποτίμησης τους στην προηγούμενη απογραφή κα  της τρέχουσας τιμής τους.

Η διαφορά μεταξύ της συνολικής τιμής κτήσης και της αντίστοιχης χαμηλότερης τρέχουσας τιμής που προκύπτει από την αποτίμηση της περίπτωσης αυτής καταχωρείται σε λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, με χρεοπίστωση των οικείων λογαριασμών συμμετοχών τίτλων με χαρακτήρα  ακινητοποιήσεων και χρεογράφων.

β. Με την επιφύλαξη της παρακάτω περίπτωσης δ` αυτής της παραγράφου οι συμμετοχές σε άλλες επιχειρήσεις που δεν έχουν τη μορφή ανώνυμης   εταιρίας, και οι τυχόν τίτλοι με χαρακτήρα ακινητοποιήσεων   των επιχειρήσεων αυτών αποτιμούνται στην κατ` είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ  της τιμής κτήσης και της τρέχουσας τιμής τους.

Οι τυχόν διαφορές που προκύπτουν απο την αποτίμηση της περίπτωσης αυτης καταχωρούνται σε λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, με πίστωση του   οικείου λογαριασμού προβλέψεων.

γ. Για την εφαρμογή αυτού του Νόμου ως τρέχουσα τιμή θεωρείται:

Για τους εισαγμένους στο χρηματιστήριο τίτλους (μετοχές, ομολογίες,   κλπ), ο μέσος όρος της χρηματιστηριακής τιμής τους κατά τον τελευταίο  μήνα της χρήσης.

Για τις μετοχές ανώνυμων εταιριών που δεν είναι εισαγμένες στο χρηματιστήριο, τις συμμετοχές σε άλλες επιχειρήσεις και τους τυχόν τίτλους με χαρακτήρα ακινητοποιήσεων των άλλων αυτών επιχειρήσεων που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του Νόμου η εσωτερική λογιστική αξία των μετοχών ή των συμμετοχών ή των  τίτλων   αυτών όπως προκύπτει από το νόμιμα συνταγμένο τελευταίο ισολογισμό των πιο πάνω επιχειρήσεων.

Για   τις λοιπές συμμετοχές τα μη εισαγμένα στο χρηματιστήριο χρεόγραφα και τους λοιπούς τίτλους με χαρακτήρα ακινητοποιήσεων η τιμήκτήσης τους.

Για τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων, ο μέσος όρος της καθαρής τιμής τους κατά τον τελευταίο μήνα της χρήσης

δ.   Τα κάθε φύσης χρεόγραφα και τίτλοι, που έχουν χαρακτήραπροθεσμιακής κατάθεσης και δεν είναι εισαγμένα στο χρηματιστήριο, όπως  είναι τα έντοκα γραμμάτια Δημοσίου, αποτιμούνται στην κατ` είδος παρούσα αξία τους κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού. Η αξία αυτη προσδιορίζεται με βάση το ετήσιο επιτόκιο του κάθε χρεογράφου ή τίτλου.

ε. Για τον προσδιορισμό της δραχμικής τρέχουσας αξίας των κινητών αξιών (χρεογράφων και άλλων τίτλων) σε ξένο νόμισμα, εφαρμόζονται   αναλόγως οι σχετικές διατάξεις της υποπαραγρ. 2.3.301 του άρθρου 1 του Π. Δ. 1 123/1980 όπως ισχύει.

7. α. Τα αποθέματα αποτιμούνται, χωριστά για κάθε είδος, στηχαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης ή του κόστους παραγωγής τους και της τιμής στην οποία η εταιρία μπορεί να αγοράσει ή να παράγει, κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού, τα αποθέματα του κάθε   είδους στην κατάσταση που βρίσκονται την ημέρα εκείνη, όπως ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 2.2.205 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980.

β. Η μέθοδος υπολογισμού της τιμής κτήσης ή του κόστους παραγωγής των   αποθεμάτων, καθώς και της τιμής κτήσης των κινητών αξιών, επιλέγεται, από τη εταιρία, από τις μεθόδους της περίπτ. 7 της παρ. 2.2.205 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980 και εφαρμόζεται πάγια, από χρήση σε χρήση. Αλλαγή της εφαρμοζόμενης μεθόδου δεν επιτρέπεται, εκτός αν υπάρχει μεταβολή συνθηκών, ή άλλος σοβαρός λόγος, οπότε η αλλαγή της μεθόδου αναφέρεται και αιτιολογείται στο προσάρτημα μαζί με την επίδραση της αλλαγής αυτής στη διαμόρφωση των αποτελεσμάτων χρήσης.

γ. Σε περίπτωση που η εμφανιζόμενη στον ισολογισμό αξία, όπως έχει προσδιοριστεί με την εφαρμογή μιάς από τις μεθόδους της προηγούμενης περίπτ. β, διαφέρει σημαντικά από την αξία που προκύπτει με βάση την τελευταία, σε σχέση με την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού, γνωστή τιμή της αγοράς, η διαφορά αυτη σημειώνεται στο προσάρτημα, συνολικά για κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων.

8. α. Οι απαιτήσεις που είναι ανεπίδεκτες είσπραξης αποσβέννονται ολοσχερώς, ενώ οι επισφαλείς απαιτήσεις απεικονίζονται στον ισολογισμό   με την πιθανή τους αξία κατά το χρόνο σύνταξής του.

β. Οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις σε ξένο νόμισμα, καθώς και τα τυχόν διαθέσιμα σε ξένο νόμισμα, εμφανίζονται στον ισολογισμό με το   ποσό των δραχμών που προκύπτει από τη μετατροπή του κάθε ξένου νομίσματος με βάση την επίσημη τιμή του κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού.

Με την επιφύλαξη της διατάξεως της περιπτ. γ` της παραπάνω παρ. 3, οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση των   απαιτήσεων και των υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα καταχωρούνται σε  ιδιαίτερους   λογαριασμούς,   κατά ξένο νόμισμα, χωριστούς για τις   βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις και χωριστούς για   τις  μακροπρόθεσμες και μεταφέρονται στα αποτελέσματα χρήσης, όπως ορίζεται   από τις σχετικές διατάξεις της περιπτ. 4 της παραγράφου 2.3.2. του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τη διάταξη της παρ. 23 του μοναδικού άρθρου του Π.Δ.   502/1984.   Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση τυχόν διαθεσίμων σε ξένο νόμισμα, μεταφέρονται στα αποτελέσματα χρήσης.

9.   Αναπροσαρμογή της αξίας των περιουσιακών στοιχείων του πάγιου  ενεργητικού δεν επιτρέπεται, εκτός αν αυτη γίνεται σε εφαρμογή ειδικού   νόμου. Για την εφαρμογή αυτού του Νόμου, η αναπροσαρμοσμένη αξία των στοιχείων αυτών θεωρείται και αξία κτήσης   τους.   Καθε   τέτοια  αναπροσαρμογή, που έγινε μέσα στην κλειόμενη χρήση, αναφέρεται και επεξηγείται στο προσάρτημα, μαζί με πλήρη ανάλυση της κίνησης του σχετικού λογαριασμού που περιλαμβάνεται στις “διαφορές αναπροσαρμογής”.

10.   Για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 428, τα εκφρασμένα σε  ξένο νόμισμα στοιχεία υποκαταστημάτων που έχουν την έδρα τους στο   εξωτερικό μετατρέπονται σε δραχμές ως εξής:

α.   Τα στοιχεία του πάγιου ενεργητικού, πλην των μακροπρόθεσμων απαιτήσεων, και οι κινητές αξίες (χρεόγραφα και   άλλοι   τίτλοι)  μετατρέπονται σε δραχμές με την τιμή του ξένου νομίσματος της ημέρας κτήσης (αγοράς ή ιδιοκατασκευής) κάθε στοιχείου. Οι διατάξεις των παρ.  5 και 6 εφαρμόζονται αναλόγως.

β.   Τα αποθέματα μετατρέπονται σε δραχμές με την τιμή του ξένου νομίσματος της ημέρας κτήσης τους (αγοράς ή παραγωγής).   Οι διατάξεις της παρ. 7 εφαρμόζονται αναλόγως.

γ. Τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία, καθώς και οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις, μετατρέπονται σε δραχμές με την τιμή του ξένου νομίσματος   της ημέρας κλεισίματος του ισολογισμού.

δ. Τα έξοδα και τα έσοδα μετατρέπονται σε δραχμές με τη μέση τιμή  του   ξένου   νομίσματος   της   διαχειριστικής   περιόδου στην οποία   αναφέρονται. Για τον προσδιορισμό αυτής της τιμής αθροίζονται οι μέσες  τιμές αγοράς και πώλησης του ξένου νομίσματος, που ίσχυαν κατά την   έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και κατά το τέλος κάθε μήνα αυτής,  και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό των μηνών της περιόδου,   προσαυξημένο κατά μία μονάδα.

Για τις συναλλαγματικές διαφορές, που τυχόν θα προκύψουν από τις  μετατροπές των προηγούμενων περιπτώσεων α-δ της παραγράφου αυτης,   εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

α) οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν από τη μετατροπή σε  δραχμές των στοιχείων του πάγιου ενεργητικού, πλην των μακροπρόθεσμων  απαιτήσεων,   καθώς και από τη μετατροπή των κινητών αξιών, των  αποθεμάτων, των διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων και των εξόδων και  των εσόδων, μεταφέρονται στο λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως”.

β) Για τις συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν από τη μετατροπή σε δραχμές των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων, εφαρμόζονται αναλόγως οι παραπάνω διατάξεις της περιπτ. γ της παρ. 3 και της περίπτ, β, εδάφιο δεύτερο, της παρ. 8.

11. Στην περίπτωση που δε λειτουργεί υποκατάστημα, για τη μετατροπή  σε δραχμές των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας που βρίσκονται στο   εξωτερικό και είναι εκφρασμένα σε ξένο νόμισμα, εφαρμόζονται αναλόγως  οι διατάξεις της προηγουμένης παρ. 10″.

Άρθρον 35
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 70β, το άρθρο   43α του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:

Αρθρο 43α

Περιεχόμενο του Προσαρτήματος και της ΕκθεσηςΔιαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου.

1. Εκτός από τις πληροφορίες και επεξηγήσεις, που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 42α, 428, 42ε και 43 να παρατίθενται στο   προσάρτημα, πρέπει να περιλαμβάνονται στο ίδιο προσάρτημα και οι παρακάτω, τουλάχιστον, πληροφορίες:

α.   Οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν για την αποτίμηση των διάφορων περιουσιακών στοιχείων του ισολογισμού,   καθώς   και   οι   μέθοδοι   υπολογισμού   των αποσβέσεων και των προβλέψεων.   Προκειμένου για απαιτήσεις, υποχρεώσεις και άλλα στοιχεία του ισολογισμού και των   αποτελεσμάτων χρήσης, που η δραχμική τους αξία προκύπτει από μετατροπή ξένων νομσμάτων (πράξεις σε συνάλλαγμα), παρατίθενται οι βάσεις της   μετατροπής των ξένων νομισμάτων σε δραχμές και ο λογιστικός χειρισμός των συναλλαγματικών διαφορών, δηλαδή αν μεταφέρθηκαν ή καταχωρήθηκαν  στο λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως” ή σε οποιοδήποτε λογαριασμό τουισολογισμού. Στην τελευταία αυτή περίπτωση αναφέρεται και ο τρόπος της μελλοντικής τακτοποίησής τους.

β. Προκειμένου γα συμμετοχές της εταιρίας στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων που πραγματοποιούνται είτε από την ίδια, είτε από άλλο  πρόσωπα που ενεργεί με το όνομα του αλλά για λογαριασμό της σε ποσοστό μεγαλύτερο απο 10% του κεφαλαίου τους παρατίθεται ανάλυση η οποία   περιλαμβάνει την επωνυμία και την έδρα της κάθε επιχείρησης, το ποσοστό συμμετοχής στο κεφάλαιό της, το σύνολο των ίδιων κεφαλαίων της και το   συνολικό αποτέλεσμα της τελευταίας χρήσης για την οποία καταρτίστηκανοικονομικές καταστάσεις της.

Οι   ανώνυμες εταιρίες τη παρ.   4 του άρθρου 42α μπορούν ναπαραλείπουν τις πληροφορίες αυτής της περίπτωσης την παράλειψη των παραπάνω πληροφοριών από το προσάρτημα είναι δυνατόν να επιτρέπει ο Υπουργός Εμπορίου, εφόσον κρίνει ότι η δημοσιότητά τους θα ήταν σε   σοβαρό βαθμό επιζήμια για την εταιρία ή για οποιαδήποτε από τις λοιπές επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στις πληροφορίες αυτές.

Καθε τέτοια παρέκκλιση αναφέρεται στο προσάρτημα.

Οι παραπάνω πληροφορίες είναι δυνατό να παραλείπονται και όταν είναι ασήμαντες σε σχέση με τις αρχές της παρ. 2 του άρθρου 42α. Επίσης οι   πληροφορίες οι σχετικές με τα ίδια κεφάλαια και τα αποτελέσματα της  τελευταίας χρήσης μπορεί να παραλείπονται, όταν οι επιχειρήσεις στις  οποίες αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές δε δημοσιεύουν ισολογισμό και εφόσον η συμμετοχή της εταιρίας στις επιχειρήσεις αυτές είναι μικρότερη   από το 50% του κεφαλαίου τους.

γ. Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των μετοχών που εκδόθηκαν μέσα στη χρήση για κάλυψη αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου καθώς και η αξία   έκδοσης των μετοχών αυτών.

δ. Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των μετοχών της κάθε κατηγορίας όταν το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας διαιρείται σε μετοχές δύο ή   περισσότερων κατηγοριών.

ε. Ο αριθμός των τίτλων κατά κατηγορία και τα ενσωματωμένα σ` αυτούς δικαιώματα όταν η εταιρία   έχει   εκδόσει   προνομιούχες   μετοχές,   μετατρέψιμες ομολογίες μετοχές επικαρπίας ή ιδρυτικούς τίτλους.

στ. Τα ποσά των υποχρεώσεων των οποίων η προθεσμία εξόφλησης είναι μεγαλύτερη από πέντε έτη από την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού καθώς και τα ποσά των υποχρεώσεων για εξασφάλιση των οποίων η εταιρία έχει χορηγήσει εμπράγματες ασφάλειες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση   παρέχονται και διευκρινίσεις αναφορικά με το είδος και την έκταση των ασφαλειών που χορηγήθηκαν.   Ολες αυτές οι πληροφορίες αναφέρονται   χωριστά για κάθε υποχρέωση του υποδείγματος ισολογισμού του άρθρου 42γ.

ζ.   Τα συνολικά ποσά οικονομκών δεσμεύσεων από συμβάσεις εγγυήσεις και άλλες συμβατικές ή από την ισχύουσα νομοθεσία επιβαλλόμενες πιθανές   υποχρεώσεις, οι οποίες δεν εμφανίζονται στους “λογαριασμούς τάξεως” του ισολογισμού εφόσον η πληροφορία αυτη είναι χρήσιμη για την εκτίμηση της  χρηματοοικονομικής θέσης της εταιρίας. Οι υποχρεώσεις για καταβολές ειδικών μηνιαίων παροχών όπως π.χ. μηνιαίων βοηθημάτων καθώς και οι   οικονομικές δεσμεύσεις σε συνδεμένες επιχειρήσεις αναφέρονται χωριστά.

η.   Ανάλυση του κύκλου εργασιών με την έννοια της περίπτ. α της παρ15 του άρθρου 42ε, κατά κατηγορίες δραστηρότητας και κατά γεωγραφικές   αγορές στο μέτρο που οι κατηγορίες και οι αγορές διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους απο πλευράς οργάνωσης των πωλήσεων ή της παροχής υπηρεσιών  της εταιρίας. Την παράλειψη των παραπάνω πληροφορών από το προσάρτημα είναι δυνατό να επιτρέπει ο Υπουργός Εμπορίου εφόσον κρίνει οτι η δημοσιότητα τους θα ήταν σε σοβαρό βαθμό επιζήμια για την εταιρία. Κάθε τέτοια παρέκκλιση αναφέρεται στο προσάρτημα.

θ.   Ο μέσος όρος του αριθμού του προσωπικού που απασχολήθηκε στη διάρκεια της χρήσης ο οποίος προσδιορίζεται με βάση το συνολικό αριθμό   των ατόμων που απασχολήθηκαν στην κάθε εργάσιμη ημέρα. Ο μέσος αυτός αριθμός αναλύεται σε   κατηγορίες   (π.χ.   εργατοτεχνικό   προσωπικό   διοικητικό προσωπικό) για τις οποίες παρατίθεται αναλυτικά η επιβάρυνση της εταιρίας, για τη χρήση από μισθούς και ημερομίσθια κοινωνικές   επιβαρύνσεις και βοηθήματα.

ι.   Οι διαφορές απο υποτίμηση   κυκλοφορούντων   στοιχείων   του ενεργητικού, οι λόγοι στους οποίους οφείλονται και η φορολογική τους   μεταχείριση.

ια. Η έκταση επηρεασμού των αποτελεσμάτων χρήσης σε περίπτωση που στη μέθοδο αποτίμησης, την οποία εφάρμοσε η εταιρία, έγινε παρέκκλιση από τις αρχές του άρθρου 43 για λόγους φορολογικών ελαφρύνσεων.   Σε περίπτωση που από την παρέκκλιση αυτή αναμένεται να προκύψουν ουσιώδεις   φορολογικές επιβαρύνσεις σε επόμενες χρήσεις, παρέχονται λεπτομερείς επεξηγήσεις.

ιβ.   Τα ποσά των φόρων που οφείλονται, καθώς και εκείνα που αναμένεται να προκύψουν σε βάρος της κλειόμενης και των προηγούμενων   χρήσεων, εφόσον τα ποσά αυτά είναι σημαντικά και δεν εμφανίζονται στις υποχρεώσεις ή στις προβλέψεις της εταιρίας.

ιγ. Τα ποσά που βάρυναν τη χρήση για αμοιβές σε μέλη των οργάνων  διοίκησης και διεύθυνσης, καθώς και οι υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν ή   ανακλήθηκαν για βοηθήματα σε αποχωρήσαντα μέλη των οργάνων αυτών, κατά  κατηγορία.

ιδ. Τα ποσά προκαταβολών και πιστώσεων που δόθηκαν, με βάση τιςκείμενες διατάξεις, σε μέλη διοικητικών συμβουλίων και διαχειριστές.

ιε.   Την επωνυμία και την έδρα των επιχειρήσεων που συντάσσουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται ή   πρόκειται να περιληφθούν και οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της εταιρίας, καθώς και τον τόπο όπου οι ενοποιημένες αυτές καταστάσεις είναι διαθέσιμες.

ιστ. Οταν η εταιρία έχει αποκτήσει μέσα στη χρήση δικές της μετοχές(ίδιες μετοχές) σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 16 πρέπει να   αναφέρονται:

οι λόγοι για τους οποίους αποκτήθηκαν οι μετοχές αυτές,   ο αριθμός και η ονομαστική αξία των δικών της μετοχών που απέκτησε η εταιρία ή που μεταβίβασε μεσα στη χρήση καθώς και το τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν και  το τυχόν αντίτιμο των πιο πάνω μετοχών που έχει καταβληθεί για την απόκτησή τους ή έχει εισπραχθεί για τη μεταβίβασή τους

ιζ. Οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες που απαιτούνται από ειδικές διατάξεις της νομοθεσίας που ισχύει κάθε φορά ή που κρίνονται αναγκαίες  για την επίτευξη των σκοπών της αρτιότερης πληροφόρησης των μετόχων και των τρίτων και της παρούσασης μιας πιστής εικόνας της περιουσίας της   χρηματοοικονομικής κατάστασης (θέση και των αποτελεσμάτων χρήσης της εταιρίας).

2. Οι εταιρίες που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 42α μπορούν να καταρτίζουν συνοπτικό προσάρτημα στο οποίο δε θα   περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στις περιπτώσεις ε μέχρι ιγ της παραγράφου 1 με την προϋπόθεση ότι θα παρατίθενται συνοπτικά οι   πληροφορίες τη περίπτωσης στ της ίδιας παραγράφου.

Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 42α εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτής της διάταξης.

3.   α.   Η έκθεση διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου προς τηντακτική Γενική Συνέλευση πρέπει να παρέχει σαφή και πραγματική εικόνα   της εξέλιξης των εργασιών και της οικονομικής θέσης της εταιρίας καθώς και πληροφορίες για την προβλεπόμενη πορεία της εταιρίας και για τις   δραστηριοτητές της στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης.

β. Επιπλέον στην έκθεση αυτη αναφέρονται τα κατεχόμενα χρεόγραφα κατά είδη ποσά και τιμή μονάδας το διαθέσιμο συνάλλαγμα με ανάλυση κατά είδος και μέση τιμή απόκτησής του οι οικοδομές και γενικά τα ακίνητα της εταιρίας με ανάλυση κατα μονάδα είδος θέση και τιμή απόκτησης ή   κατασκευής, με μνεία των τυχόν εμπράγματων βαρών καθώς και σημαντικές ζημίες που κατα το χρόνο υποβολής της έκθεσης, είτε υπάρχουν, είτε   αναμένονται να προκύψουν. Στην έκθεση αυτη αναφέρεται επίσης και κάθε άλλο σημαντικό γεγονός που έχει συμβεί μέσα στο χρονικό διάστημα από τη   λήξη της χρήσης μέχρι την ημέρα υποβολής της έκθεσης.

γ. Οι ελεγκτές της εταιρίας εκτός απο τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 37 οφείλουν να επαληθεύουν και τη συμφωνία   του περιεχομένου της έκθεσης του Διοικητικού Συμβουλίου με τις σχετικές οικονομικές καταστάσεις. Για το σκοπό αυτό η έκθεση πρέπει να έχει τεθεί υπόψη τους τουλάχιστο 30 ημέρες πριν απο τη Γενική Συνέλευση.

4. Η έκθεση των ελεγκτών εκτός απο τις πληροφορίες που ορίζονται   στην παρ. 1 του άρθρου 37 οφείλει επίσης να αναφέρει:

α. Αν το προσάρτημα περιλαμβάνει τις πληροφορίες της παραπάνω  παραγράφου 1 ή 2 και

β. Αν έγινε επαλήθευση της συμφωνίας που αναφέρονται στην περίπτ. γ   της προηγούμενης παραγρ. 3″.

Άρθρον 36
Μετά το άρθρο 43α του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο άρθρο 43β ως  εξής:

Αρθρο 43β.

Δημοσιότητα των ετησίων λογαριασμών (οικονομικών καταστάσεων)

1. Κατά τη δημοσίευση που προβλέπεται από τις διατάξεις της περιπτ.  β της παρ. 1 του άρθρου 7β και της παρακάτω παρ. 5. οι εταιρίες που   πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 6 του άρθρου 42α μπορούν να  δημοσιεύουν συνοπτικό ισολογισμό. Στην περίπτωση   αυτή   κατά   τη  δημοσίευση πρέπει να γίνεται μνεία ότι ο δημοσιευόμενος ισολογισμός  είναι συνοπτικός και να αναφέρεται το Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών στο  οποίο έχουν ή πρόκειται να καταχωρηθούν οι οικονομικές καταστάσεις της  εταιρίας.

Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 42α εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση της παραπάνω διάταξης.

2. Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας των παρ. 1 και 5 του παρόντος με τη μορφή και το   περιεχόμενο με βάση το οποίο ο ελεγκτής ή οι ελεγκτές της εταιρίας  έχουν συντάξει την έκθεση ελέγχου τους.   Αν οι ελεγκτές   έχουν  παρατηρήσεις ή αρνούνται την έκφραση γνώμης τότε το γεγονός αυτό πρέπει  να αναφέρεται και να αιτιολογείται στις δημοσιευόμενες οικονομικές   καταστάσεις εκτός εάν αυτό προκύπτει από το δημοσιευόμενο σχετικό  πιστοποιητικό ελέγχου.

3. Αντίγραφα των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων με τις σχετικές  εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των ελεγκτών υποβαλλονται απο   την εταιρία στο Υπουργείο Εμπορίου είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από  τη Γενική Συνέλευση.

4.   Ο ισολογισμός εταιρίας ο λογαριασμός “αποτελέσματα χρήσεως” και  “ο πίνακας διαθέσεως αποτελεσμάτων” μαζί με το σχετικό πιστοποιητικό   ελέγχου όταν προβλέπεται ο έλεγχος από Ορκωτούς Λογιστές δημοσιεύονται  όπως ορίζεται στην επόμενη παράγραφο 5.

5. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανώνυμης Εταιρίας οφείλει   να  δημοσιεύει τα έγγραφα της προηγούμενης παραγράφου 4 είκοσι τουλάχιστον   ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης α) σε μια ημερήσια  πολιτική εφημερίδα που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 του ΝΔ   3757/1957, όπως αυτο ισχύει, η οποία εκδίδεται στην Αθήνα και έχει  ευρύτερη κυκλοφορία σ` ολόκληρη τη χώρα. Κατά την κρίση του Διοικητικού   Συμβουλίου και β) σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα που πληρεί τις  προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 26.  Αν η έδρα της εταιρίας είναι έξω από την περιοχή του Δήμου Αθηναίων,  τα έγγραφα της παραγράφου 4 δημοσιεύονται υποχρεωτικά και σε μία  ημερήσια πολιτική εφημερίδα της έδρας της. Σε περίπτωση που δεν  εκδίδεται ημερήσια πολιτική εφημερίδα στην έδρα της εταιρίας, η  δημοσίευση γίνεται σε μία εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη εφημερίδα της  έδρας της.

6.   Μέσα σε είκοσι ημέρες από την έγκριση   των   οικονομικών  καταστάσεων από την τακτική γενική Συνέλευση μαζί με το επικυρωμένο   αντίγραφο των πρακτικών της, που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου  26α υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορίου και αντίτυπο των εγκεκριμένων   οικονομικών καταστάσεων”.

Άρθρον 37
Στον Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται άρθρο 44α, ως εξής:

Αρθρο 44α

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε διανομή στους μετόχους εφόσον, κατά την ημερομηνία λήξης της τελευταίας χρήσης, το σύνολο των  ίδιων κεφαλαίων της εταιρίας, όπως προσδιορίζονται στο υπόδειγμα,   ισολογισμού που προβλέπεται απο το άρθρο 42γ είναι η μετά από τη  διανομή αυτή θα γίνει κατώτερο απο το ποσό του μετοχικού κεφαλαίου,   προσαυξημένου   με   τα   αποθεματικά για τα οποία η διανομή τους  απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό. Το ποσό αυτού του μετοχικού  κεφαλαίου μειώνεται κατά το ποσό που δεν έχει ακόμη κληθεί να  καταβληθεί.

2.   Το ποσό που διανέμεται στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβαίνει  το ποσό των αποτελεσμάτων της τελευταίας χρήσης που έχει λήξει   προσαυξημένο με τα κέρδη που προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις και  τα αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη Γενική   Συνέλευση η διανομή τους και μειωμένο κατά το ποσό των ζημιών  προηγούμενων χρήσεων και τα ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το   σχηματισμό αποθεματικών σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.  Το προς διανομή ποσό καταβάλλεται στους μετόχους μέσα σε δυο μήνες  από την απόφαση της τακτικής Γενικής Συνέλευσης που ενέκρινε τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.

3. Η έννοια της διανομής των προηγούμενων παρ. 1 και 2 περιλαμβάνει ιδίως την καταβολή των μερισμάτων και των τόκων απο μετοχές”.

Άρθρον 38
Στον Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται άρθρο 46α ως εξής:

Αρθρο 46α

Κάθε ποσό που διανέμεται στους μετόχους κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 44α, 45 και 46 επιστρέφεται από αυτούς που το εισέπραξαν, αν  η εταιρία αποδείξει ότι οι μέτοχοι γνώριζαν ή λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων, όφειλαν να γνωρίζουν ότι οι διανομές που έγιναν σ` αυτούς  δεν ήταν σύννομες”.

Άρθρον 39

1. Το άρθρο 47 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

Αρθρο 47.

Σε περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας, όπως προσδιορίζονται στο υπόδειγμα ισολογισμού που προβλέπεται από το άρθρο   42γ, γίνει κατώτερο από το μισό (1/2) του μετοχικού κεφαλαίου, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλέσει τη Γενική Συνέλευση, μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τη λήξη της χρήσης, που θα αποφασίσει τη λύση της εταιρίας ή την υιοθέτηση άλλου μέτρου”.

2. Η περίπτωση γ της παρ. 1 του άρθρου 48 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:

“γ.   αν το σύνολο των ίδιων κεφαλαίων   της   εταιρίας,   όπως προσδιορίζονται στο υπόδειγμα ισολογισμού που προβλέπεται από το άρθρο 42γ, είναι μικρότερο από το ένα δέκατο (1/10) του μετοχικού κεφαλαίου”.

Άρθρον 40
Στο άρθρο 62 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως  εξής:

“Με τις ίδιες επίσης ποινές τιμωρείται όποιος παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 7α περίπτ. ζ, 7γ και 12 περίπτ. ζ”.

Άρθρον 41
Η παράγραφος 1 του άρθρου 67 του Κωδ. Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται,  ως εξής:

“1. Μετατροπή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, σε ανώνυμη εταιρία γίνεται με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, που λαμβάνεται με την   πλειοψηφία του άρθρου 38 παρ. 1 του Ν. 3190/1955, μετά από προηγούμενη εκτίμηση του Ενεργητικού και Παθητικού της, σύμφωνα με το άρθρο 9. Στην περίπτωση αυτή, το μετοχικό κεφάλαιο δεν μπορεί να υπολείπεται από το ελάχιστο   όριο που προβλέπει το άρθρο 8, ούτε μπορεί να είναι   μεγαλύτερο, χωρίς νέες εισφορές, από το ποσό που προκύπτει αν, από το συνολικό ενεργητικό του ισολογισμού του υποδείγματος του άρθρου 42γ   αφαιρεθούν οι υποχρεώσεις, οι τυχόν προβλέψεις και τα τυχόν μη κεφαλαιοποιούμενα   αποθεματικά.   Σε   περίπτωση που το ποσό αυτό υπολείπεται από το ελάχιστο όριο που προβλέπει το άρθρο 8, η διαφορά καλύπτεται με νέα εισφορά των εταίρων.

Η απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, που περιλαμβάνει τους όρους του καταστατικού της ανώνυμης εταιρίας καθώς και τη σύνθεση του πρώτου  Διοικητικού Συμβουλίου της, πρέπει να περιβληθεί τον   τύπο   του συμβολαιογραφικού εγγράφου και να υποβληθεί στον Υπουργό Εμπορίου για  έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 4. Η παραπάνω απόφαση μαζί με τη σχετική έγκριση υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β παρ. 1,   παράλληλα δε και στις διατυπώσεις του άρθρου 8 παρ. 1 και 2 του Ν.  3190/1955.

Πριν από την ολοκλήρωση των πιο πάνω διατυπώσεων δημοσιότητας η  μετατροπή δεν παράγει κανένα αποτέλεσμα.   Μετά την   τήρηση   των   διατυπώσεων αυτών η από τη μετατροπή προερχόμενη εταιρία συνεχίζεται ως ανώνυμη εταιρία.

Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ειδικότερη διατύπωση για τη συνέχισή τους.

Η ονομαστική αξία της μετοχής πρέπει να είναι ίση με το εταιρικό μερίδιο ή με ακριβές πολλαπλάσιό του, και σε καμμία περίπτωση δεν  μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 30.000 δραχμών.Οι εταίροι που διαφώνησαν μπορούν, έστω και αν το καταστατικό περιέχει αντίθετη διάταξη, να μεταβιβάσουν τα μερίδιά τους σε τρίτους”.

Άρθρον 42
Μετά το άρθρο 70 του Κωδ. Ν. 2190/1920 προστίθενται νέα άρθρα 70ακαι 70β, ως εξής:

Αρθρο 70α.

Τελικές Διατάξεις.

1. Τα αριθμητικά όρια των περιπτώσεων α και β της παρ. 6 του άρθρου 42α είναι δυνατό να τροποποιούνται με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου,   με την προϋπόθεση ότι δε θα υπερβαίνουν το δραχμικό ισόποσο των σε ευρωπαϊκές λογιστικές μονάδες καθοριζομένων, κάθε φορά, ορίων για κάθε   μία από τις παραπάνω περιπτώσεις, προσαυξημένων κατά 10%.

2. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις διατάξεις του Π.Δ. 148/1984 “περί ορισμού του περιεχομένου και του χρόνου ενάρξεως της   εφαρμογής του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου (Κ.Λ.Σ.) για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις” και, αναλόγως, τις διατάξες των άρθρων 42α παρ. 1 -3 και   5, 428, 42ε, 43, 43α αρ. 3-4 και 438 παρ. 1 και 3-7″.

Αρθρο 70β.

Μεταβατικές Διατάξεις.

1. Οι διατάξεις των άρθρων 42α, 428, 42γ, 42δ, 43 και 43α, όπως  ίσχυαν πριν από την αντικαταστασή τους, με εξαίρεση τις διατάξεις περί   δημοσιότητας   των   οικονομικών   καταστάσεων   που   διατυπώνονται  αναμορφωμένες στο νέο άρθρο 438, διατηρούνται σε ισχύ και εφαρμόζονται   απο τις τραπεζικές επιχειρήσεις, μέχρι να θεσπισθούν και ισχύσουν ειδικές διατάξεις για τις επιχειρήσεις αυτές.

2. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εφαρμόζονται υποχρεωτικά για τον τακτικό έλεγχο των ανώνυμων   εταιριών, για τις οποίες η εταιρική χρήση αρχίζει μετά την 31η   Δεκεμβρίου 1986.

Για την πρώτη εφαρμογή της διάταξης του προηγούμενου εδάφιου, τα όρια της παρ. 6 του άρθρου 42α είναι αυτά που προκύπτουν από τα βιβλία   και στοιχεία της χρήσης που άρχισε πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1986. Το  σύνολο του ισολογισμού προκύπτει από το άθροισμα των στοιχείων του   ενεργητικού, όπως αυτό εμφανίζεται στον ισολογισμό του τέλους της παραπάνω χρήσης, μετα την αφαίρεση των τυχόν σωρευμένων ζημιών, που   περιλαμβάνονται στο άθροισμα αυτό.

3. Οι ισχύουσες διατάξεις αναφορικά με τον έλεγχο των ανώνυμων εταιριών από τους Ορκωτούς Λογιστές του Σώματος ελλήνων Ορκωτών   Λογιστών θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται για τις εταιρίες οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 6 του άρθρου 42α, όπως τροποποιήθηκε και   ισχύει.

4.   Οι ανώνυμες εταιρίες, γα τις οποίες η εταιρική χρήση αρχίζει μετά την 31η Δεκεμβρίου 1986, είναι υποχρεωμένες να καταρτίζουν τις   ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και την έκθεση διαχείρισης με βάση τις  διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 27, 36 παρ. 1, 42, 428, 42γ, 42ε, 43,   43α, 438, 70α και 70β, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.

5. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 36, όπως  τροποποιήθηκε και ισχύει, και των διατάξεων των παραπάνω παρ. 2 και 3,   για τον τακτικό έλεγχο των ανώνυμων εταιριών, στην περίοδο 1ης  Ιανουαρίου 1987 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 1989, τα δραχμικά όρια της παρ. 6   του άρθρου 42α ορίζονται, ως εξής:

α) σύνολο ισολογισμού, 200.000.000 δραχμές, όπως αυτό προκύπτει από την άθροιση των στοιχείων Α μέχρι και Ε του ενεργητικού στο υπόδειγμα   ισολογισμού που παραπέμπει το άρθρο 42γ, και

β) καθαρός κύκλος εργασιών, 400.000.000 δραχμές κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου αυτης, για τον υπολογισμό των   παραπάνω ορίων εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου  αυτού.  Οι παρ. 7 και 8 του άρθρου 42α εφαρμόζονται αναλόγως και στην   περίπτωση αυτης της διάταξης.

6.   Οι ανώνυμες εταιρίες που θα υπάρχουν κατά την 31η Δεκεμβρίου 1986, εγγράφονται στο οικείο Μητρώο Ανώνυμων Εταιριών με επιμέλεια των   αρμόδιων Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου.

Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, που δημοσιεύονται στην εφημερίδα της Κυβέρνησης, καθορίζονται τα σχετικά με την εγγραφή των πιο πάνω   ανώνυμων εταιριών στο Μητρώο.

7. Οι ανώνυμες εταιρίες που θα υπάρχουν κατά την 31η Δεκεμβρίου 1986  υποχρεούνται να τροποποιήσουν το καταστατικό τους, σύμφωνα με τις   διατάξεις του άρθρου 2, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1987, εφόσον αυτό δεν  περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 2. Οι εταιρείες   αυτές μπορούν κατ εξαίρεση να μην εφαρμόσουν τη διάταξη της παρ. 2 του  άρθρου 2″.

Άρθρον 43
Καταργείται κάθε διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει θέματα που ρυθμίζονται απο αυτές.

Καταργούνται, ειδικότερα, οι διατάξεις των περιπτώσεων α, β και στ του άρθρου 1 , της παραγράφου 1 του άρθρου 4, καθώς και του άρθρου 5, του Προεδρικού Διατάγματος της 16ης Ιανουαρίου 1930 “Περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιριών”.

Άρθρον 44
Η ισχύς των διατάξεων αυτού του Προεδρικού Διατάγματος αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1987, με εξαίρεση τις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου  7β και της παρ. 6 του άρθρου 70β, του Κωδ. Ν. 2190/1920, που  προστέθηκαν με τα άρθρα 7 και 42 αντίστοιχα του Διατάγματος αυτού, η  ισχύς των οποίων αρχίζει από τη δημοσίευσή του.