ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 37 ΦΕΚ Α΄75/9.4.2012

Καταστάσεις προσωπικού Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Της παραγράφου 1, περίπτωση ζ του άρθρου 14του ν. 3922/2011 «Σύσταση Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 35 Α΄).

β) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ Α΄ 98).

2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

3. Την υπ’ αριθμ. 20/2012 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

1. Κατάσταση Αξιωματικού, Ανθυπασπιστή, Υπαξιωματικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακα, είναι η θέση στην οποία τελούν σε ό,τι αφορά τη σχέση τους με την Υπηρεσία.

2. Βασικές καταστάσεις είναι η ενέργεια και η εφεδρεία:

α) Ενέργεια: είναι η κατάσταση του Αξιωματικού, Ανθυπασπιστή, Υπαξιωματικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακα, που υπηρετεί στις τάξεις του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

β) Εφεδρεία: είναι η κατάσταση του Αξιωματικού, Ανθυπασπιστή, Υπαξιωματικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακα, που έχει αποστρατευθεί από τις τάξεις του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και είναι εγγεγραμμένος στα στελέχη εφεδρείας.

Άρθρο 2
Είδη καταστάσεων των εν ενεργεία στελεχών Λ.Σ. −ΕΛ.ΑΚΤ.

1. Οι καταστάσεις των εν ενεργεία Αξιωματικών, Ανθυπασπιστών, Υπαξιωματικών Λ.Σ. −ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφυλάκων είναι:

α) Η ενεργός υπηρεσία.

β) Η υπηρεσία γραφείου.

γ) Η διαθεσιμότητα.

δ) Η μακρά αναρρωτική άδεια.

ε) Η αργία με πρόσκαιρη παύση.

στ) Η αργία με προσωρινή απόλυση.

2. Οι καταστάσεις των εν ενεργεία Αξιωματικών ειδικότητας Ιερέα είναι η ενεργός υπηρεσία, η διαθεσιμότητα και η μακρά αναρρωτική άδεια.

3. Οι μόνιμοι εξ εφεδρείας, καθώς και οι μόνιμοι έφεδροι Αξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., διατελούν μόνο σε κατάσταση ενεργού υπηρεσίας.

4. Οι εν ενεργεία Αξιωματικοί και λοιποί βαθμοφόροι Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., που διατελούν σε οποιαδήποτε από τις ανωτέρω καταστάσεις, υπόκεινται σε όλες τις περί πειθαρχίας εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

5. Οι διοικητικές πράξεις με τις οποίες τίθενται στις ανωτέρω καταστάσεις τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Προεδρικού διατάγματος, κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους με εμπιστευτικό έγγραφο με απόδειξη, καθώς και στις Υπηρεσίες τους, καταχωρίζονται στα Μητρώα της Διεύθυνσης Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και τηρούνται στον ατομικό τους φάκελο. Η ανωτέρω απόδειξη υποβάλλεται στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και δηλώνεται σε αυτήν ο τόπος που επέλεξε το στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. για διαμονή, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει αυτό το δικαίωμα σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος Προεδρικού διατάγματος.

Άρθρο 3
Ενεργός υπηρεσία

1. Ενεργός υπηρεσία είναι η κατάσταση του στελέχους Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που ανήκει στη δύναμη οποιασδήποτε Υπηρεσίας του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και εκτελεί υπηρεσία, είναι δε ικανό να χρησιμοποιηθεί σε οποιαδήποτε θέση ή αποστολή προβλέπεται για την κατηγορία και το βαθμό του.

2. Ως ενεργός υπηρεσία λογίζεται και η φοίτηση σε σχολές ή σε ειδικά σχολεία, που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια αυτής, καθώς και η προσωρινή απουσία σε άδεια προβλεπόμενη από τις οικείες διατάξεις, ή για λόγους υγείας, εξαιρουμένης της μακράς αναρρωτικής άδειας.

3. Το ιπτάμενο προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. διέπεται από τις διατάξεις, που ισχύουν κάθε φορά για το ιπτάμενο στρατιωτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, όσον αφορά την πτητική ενέργεια και τίθεται σε αυτήν με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

Άρθρο 4
Υπηρεσία Γραφείου

1. Υπηρεσία γραφείου είναι η κατάσταση στην οποία τίθεται ο εν ενεργεία Αξιωματικός, Ανθυπασπιστής, Υπαξιωματικός Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακας, ο οποίος για λόγους υγείας κρίνεται ανίκανος για κάθε άλλη υπηρεσία, εκτός από εκείνη του γραφείου.

2. Η θέση των Αξιωματικών Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου ενεργείται με προεδρικό διάταγμα που προκαλείται από τον οικείο Υπουργό, ενώ για τους Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες με απόφαση του οικείου Υπουργού, κατόπιν γνωμάτευσης της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Ν.Υ.Ε.).

3. Οι τιθέμενοι σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου δε δύνανται να επανέλθουν στην ενεργό υπηρεσία.

4. Οι ανωτέρω τοποθετούνται σε γραφική υπηρεσία ανάλογα με τα προσόντα τους και την κατάσταση της υγείας τους στον εκάστοτε τόπο επιλογής τους, σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. μετά από κοινή εισήγηση της Διεύθυνσης Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και της Υπηρεσίας Υγειονομικού, οι οποίες καταργούνται αυτοδίκαια μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία. Οι Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές και Υπαξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που τίθενται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου, δε δύνανται να ασκήσουν διοίκηση.

5. Για τις κρίσεις και τις προαγωγές όσων τίθενται στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις που αναφέρονται στο λοιπό προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. Τα στελέχη Λ.Σ. −ΕΛ.ΑΚΤ. που τίθενται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου δεν καταλαμβάνουν ορμονικές θέσεις και παραμένουν εντεταγμένα στις επετηρίδες τους, χωρίς να στερούνται της αρχαιότητάς τους.

Άρθρο 5
Κατάσταση διαθεσιμότητας

1. Διαθεσιμότητα είναι η κατάσταση του εν ενεργεία μόνιμου Αξιωματικού, Ανθυπασπιστή, Υπαξιωματικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακα, που τίθεται προσωρινά εκτός υπηρεσίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στα επόμενα άρθρα.

2. Οι ευρισκόμενοι σε κατάσταση διαθεσιμότητας λαμβάνουν το ογδόντα πέντε τοις εκατό του συνόλου των αποδοχών τους, οι δε προσωρινά κρατούμενοι και φυλακισμένοι το ογδόντα τοις εκατό.

Άρθρο 6
Διαθεσιμότητα με αίτηση

1. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. δύναται να τεθούν με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.AKT. σε διαθεσιμότητα με αίτησή τους, εφόσον το επιτρέπουν οι ανάγκες της Υπηρεσίας, για λόγους οξείας ή χρόνιας ασθένειας, ή αναπηρίας συζύγου, τέκνου, γονέων, ή άγαμων αδελφών. Η αίτηση των ενδιαφερομένων συνοδεύεται από σχετική γνωμάτευση που εκδίδεται κατά τους νομίμους τύπους, από ιατρούς που υπηρετούν σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με τις διατάξεις τον ατόμου 3418/2005 (ΦΕΚ 287 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά.

2. Η διάρκεια της διαθεσιμότητας αυτής δε δύναται να είναι μικρότερη των δυο μηνών, ούτε και να υπερβαίνει τους έξι μήνες εντός της ίδιας πενταετίας.

3. Ο Αρχηγός Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. υποχρεούται να ανακαλεί στην ενεργό υπηρεσία το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που τελεί σε διαθεσιμότητα με αίτησή του, εφόσον οι ανάγκες της Υπηρεσίας το επιβάλλουν.

4. Αν κηρυχθεί γενική επιστράτευση, όσοι από το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ−ΑΚΤ. διατελούν σε κατάσταση διαθεσιμότητας με αίτησή τους, θεωρούνται αυτοδίκαια ότι έχουν ανακληθεί στην, ενεργό υπηρεσία και οφείλουν να παρουσιασθούν αμέσως στις οικείες Υπηρεσίες, σύμφωνα με τις οδηγίες για την επιστράτευση, ή αν δεν υπάρχουν αυτές, στην Υπηρεσία στην οποία ανήκαν όταν ετέθησαν σε διαθεσιμότητα.

5. Ο χρόνος κατά τον οποίο το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. διετέλεσε στην κατάσταση της διαθεσιμότητας με αίτηση, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.

6. Όσοι διατελούν σε διαθεσιμότητα με αίτηση, μετά τη λήξη της επανέρχονται αυτοδίκαια στην προηγούμενη κατάσταση, χωρίς άλλη διατύπωση. Εφόσον επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, υποχρεούνται να παρουσιασθούν αμέσως στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

Άρθρο 7
Αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα

1. Σε διαθεσιμότητα δύναται να τίθενται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ−ΑΚΤ. τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. όταν ασκείται σε βάρος τους ποινική δίωξη για ποινικό αδίκημα για το οποίο απειλείται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών ή διατάσσεται ΕΔΕ για πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο απειλείται απόταξη ή αργία με προσωρινή απόλυση. Η διάρκεια της διαθεσιμότητας δε δύναται να υπερβαίνει το ένα έτος. Αν πρόκειται όμως για ποινικό αδίκημα προβλεπόμενο από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του ν. 2935/2001 για το οποίο απειλείται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, η διαθεσιμότητα δύναται να διαρκέσει μέχρι δεκαοκτώ μήνες. Σε κάθε περίπτωση η διαθεσιμότητα δύναται να παύσει και πριν τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρονικών ορίων με πράξη του οργάνου που την αποφάσισε, ή αν επιβλήθηκε με τελεσίδικη διοικητική πράξη η ποινή της απόταξης ή της αργίας με προσωρινή απόλυση οπότε παύει με την έναρξη εκτέλεσης της ποινής.

2. Σε διαθεσιμότητα τίθενται υποχρεωτικώς τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. για όλο το χρονικό διάστημα που εκτίουν στερητική της ελευθερίας ποινή, ή τελούν σε προσωρινή κράτηση. Η διαθεσιμότητα δε διακόπτεται σε περίπτωση αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους, καθώς επίσης και σε περίπτωση επιβολής περιοριστικών όρων από δευτεροβάθμιο δικαστήριο που διατάσσει αναστολή εκτέλεσης πρωτόδικης απόφασης, με την οποία επιβλήθηκε στερητική της ελευθερίας ποινή, σύμφωνα με το άρθρο 497 παράγραφος 7 του ΚΠΔ.

3. Σε διαθεσιμότητα τίθενται ενόψει των κριθέντων με τη δικαστική απόφαση, τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. στα οποία επιβλήθηκε ποινή απόταξης και διαγράφηκαν από τη δύναμη του Σώματος, σε περίπτωση που η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η ποινή αυτή ακυρώθηκε από διοικητικό δικαστήριο. Η διαθεσιμότητα αυτή διαρκεί μέχρι να αποφανθεί για την υπόθεση το αρμόδιο Ανακριτικό Συμβούλιο που επιλαμβάνεται μετά την ακυρωτική απόφαση και δε δύναται να υπερβαίνει το ένα έτος από την έκδοση της σχετικής απόφασης θέσης σε διαθεσιμότητα.

4. Η θέση του στελέχους Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. σε διαθεσιμότητα δεν κωλύει την εκ νέου θέση αυτού στην ίδια κατάσταση για άλλο πειθαρχικό παράπτωμα ή ποινικό αδίκημα, στην περίπτωση όμως αυτή, η νέα διαθεσιμότητα αρχίζει μετά τη λήξη της πρώτης.

5. Σε περίπτωση επιβολής ποινής αργίας με προσωρινή απόλυση για άλλο πειθαρχικό παράπτωμα, κατά το χρόνο που το στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τελεί σε διαθεσιμότητα, διακόπτεται η κατάσταση της διαθεσιμότητας από την έναρξη εκτίσεως της ποινής και συνεχίζεται μετά την έκτιση αυτής. Σε περίπτωση επιβολής ποινής αργίας με προσωρινή απόλυση για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα, ο χρόνος της διαθεσιμότητας λογίζεται ως χρόνος έκτισης της ποινής αυτής.

6. Οι διατελούντες σε κατάσταση διαθεσιμότητας:

α) Δεν εκτελούν υπηρεσία από την επίδοση σε αυτούς της σχετικής απόφασης, αλλά υποχρεούνται, εφόσον κλητεύονται, να εμφανίζονται για εξέταση ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών και ανακριτικών αρχών.

β) Δεν επιτρέπεται να φέρουν τη στολή.

γ) Υπόκεινται στις διατάξεις περί πειθαρχίας, οι οποίεςισχύουν για τα ευρισκόμενα σε ενεργό υπηρεσία στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

δ) Παραδίδουν τον ατομικό τους οπλισμό, το υπηρεσιακό δελτίο ταυτότητας, οπότε εφοδιάζονται με σχετική βεβαίωση της Υπηρεσίας που φέρει φωτογραφία τους με πολιτική περιβολή και τα στοιχεία της ταυτότητας τους, καθώς και τους εξοπλισμούς που έχουν χρεωθεί υπηρεσιακά.

ε) Με εξαίρεση τους προσωρινά κρατούμενους και τους φυλακισμένους, υποχρεούνται να διαμένουν όπου ορίσει ο Αρχηγός Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.. Αυτοί τελούν υπό την εποπτεία του άμεσα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας ή Λιμενικής Αρχής, καθώς και του Ανώτερου Διοικητή Φρουράς του τόπου ή της περιφέρειας όπου διαμένουν, στους οποίους οφείλουν να εμφανίζονται ανά δεκαπέντε ημέρες.

7. Οι επανερχόμενοι από αιχμαλωσία τίθενται σε αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα από την ημέρα παρουσίασης τους σε Ελληνική Στρατιωτική, Αστυνομική ή Λιμενική Αρχή, μέχρι να καθορισθεί η ευθύνη τους με δικαστική απόφαση ή γνωμοδότηση Ανακριτικού Συμβουλίου, ενώπιον του οποίου σε κάθε περίπτωση παραπέμπονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Αν δεν κριθούν υπεύθυνοι από το Ανακριτικό Συμβούλιο, επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, ο δε χρόνος αιχμαλωσίας λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.

8. Ο χρόνος της διαθεσιμότητας που διανύθηκε για πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο επακολούθησε η επιβολή της ποινής της αργίας με προσωρινή απόλυση ή της απόταξης και εκείνος που διανύθηκε λόγω έκτισης στερητικής της ελευθερίας ποινής ή προσωρινής κράτησης, δε θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας. Αν επιβλήθηκε κατώτερη πειθαρχική ποινή, ή δεν επιβλήθηκε ποινή, ο χρόνος της διαθεσιμότητας λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και αίρονται οι συνέπειες αυτής.

9. Όσοι διατελούν σε αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα, μετά τη λήξη της επανέρχονται αυτοδίκαια στην προηγούμενη κατάσταση, χωρίς άλλη διατύπωση. Εφόσον επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, υποχρεούνται να παρουσιασθούν αμέσως στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

Άρθρο 8
Κατάσταση μακράς αναρρωτικής άδειας

1. Οι αναρρωτικές άδειες διακρίνονται σε συνήθεις και σε μακρές.

2. Οι συνήθεις αναρρωτικές άδειες είναι διάρκειας μέχρι δύο μηνών και χορηγούνται στους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες, κατόπιν σχετικής γνωμάτευσης της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής.

3. Μακρά αναρρωτική άδεια είναι η κατάσταση στην οποία διατελεί το εν ενεργεία προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. όταν τίθεται προσωρινά εκτός υπηρεσίας λόγω νόσου ή τραύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Οι μακρές αναρρωτικές άδειες χορηγούνται από την Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή για νοσηλεία, θεραπεία ή ανάρρωση για το εσωτερικό και το εξωτερικό και διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:

α) Πρώτη μακρά αναρρωτική άδεια διάρκειας από δύο μέχρι δώδεκα μήνες.

β) Δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια, της οποίας η διάρκεια αθροιστικά με: την πρώτη δε δύναται να υπερβεί τους δεκαοκτώ μήνες. Αυτή δύναται να χορηγηθεί μία φορά ή τμηματικά.

γ) Τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια, της οποίας η διάρκεια αθροιστικά με τις δύο προηγούμενες δε δύναται να υπερβεί τους είκοσι τέσσερις μήνες. Η τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια χορηγείται σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, για πολύ βαριά νοσήματα τα οποία κατά την κρίση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής έχουν πιθανότητα ίασης.

Το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τίθεται στην κατάσταση μακράς αναρρωτικής άδειας με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

4. Στην κατάσταση της μακράς αναρρωτικής άδειας δύναται να τίθεται το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που ευρίσκεται σε ενεργό υπηρεσία, ή διατελεί σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου, διαθεσιμότητας, αργίας με πρόσκαιρη παύση, ή προσωρινή απόλυση. Ειδικά για όσους διατελούν σε αργία με πρόσκαιρη παύση ή με προσωρινή απόλυση, διακόπτεται η ποινή από τη χορήγησητης μακράς αναρρωτικής άδειας και συνεχίζεται μετά τη λήξη αυτής.

5. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε μακρά αναρρωτική άδεια, διανύουν αυτή στον τόπο που έχουν δηλώσει ενώπιον της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής, δικαιούμενοι οι ίδιοι και τα μέλη των οικογενειών τους οδοιπορικών εξόδων, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, για τη μετάβαση και επιστροφή τους, εκτός εάν η άδεια πρόκειται να διανυθεί στην αλλοδαπή, οπότε δε δικαιολογούνται οδοιπορικά έξοδα.

6. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε μακρά αναρρωτική άδεια δικαιούνται να φέρουν τη στολή τους και τελούν από άποψη πειθαρχίας υπό την εποπτεία του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας, καθώς και του Ανώτερου Διοικητή Φρουράς του τόπου όπου διανύουν την άδειά τους.

7. Η συγκρότηση, η λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών, καθώς και τα νοσήματα, οι παθήσεις και τα τραύματα, βάσει των οποίων αποφαίνονται οι Υγειονομικές Επιτροπές περί της ικανότητας των στελεχών Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. ρυθμίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες σχετικές διατάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων.

8. Οι μόνιμοι εξ εφεδρείας Αξιωματικοί και λοιποί βαθμοφόροι Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς και οι μόνιμοι έφεδροι οι οποίοι τίθενται σε κατάσταση μακράς αναρρωτικής άδειας, απολύονται

9. Σε καιρό πολέμου, ή γενικής ή μερικής επιστράτευσης, παρέχεται το δικαίωμα στον Αρχηγό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. να παραπέμψει με διαταγή του ενώπιον της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής, τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε πρώτη ή δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια για εξέταση της κατάστασης της υγείας τους. Οι παραπεμπόμενοι υποχρεούνται εντός τριών ημερών από την επόμενη της κοινοποίησης της διαταγής παραπομπής, να παρουσιασθούν στην οικεία ή πλησιέστερη Υπηρεσία του τόπου όπου διανύουν την άδεια τους, ή εφόσον δεν υφίσταται αυτή, στο πλησιέστερο Φρουραρχείο. Εντός πέντε ημερών από την παρουσίαση τους υποχρεούνται να εμφανισθούν ενώπιον της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής, η οποία ύστερα από εξέταση τους, γνωματεύει το ταχύτερο δυνατό αν αυτοί κρίνονται ικανοί να αναλάβουν υπηρεσία. Σε περίπτωση που οι κρινόμενοι κριθούν ικανοί, παύει οριστικά η κατάσταση της μακράς αναρρωτικής άδειας, ενώ οι κρινόμενοι ως μη ικανοί συνεχίζουν την άδεια τους μέχρι τη λήξη αυτής.

Άρθρο 9
Παραπομπή στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή

1. Το προσωπικό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. παραπέμπεται στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, με διαταγή του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., στις εξής περιπτώσεις:

α) Αν πάσχει από νόσημα ή τραύμα εξαιτίας του οποίου απέχει της υπηρεσίας λόγω νοσηλείας ή συνήθους αναρρωτικής άδειας, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών συνολικά κατά την τελευταία διετία, συνεχώς, ή διακεκομμένα.

β) Αν πάσχει από νόσημα ή τραύμα, το οποίο χαρακτηρίζεται κατά τη διάγνωσή του ως δυσίατο, ανεξάρτητα από το χρόνο αποχής από την υπηρεσία. Στην περίπτωση αυτή η παραπομπή γίνεται αμέσως μετά το πέρας της θεραπευτικής αγωγής.

γ) Αν ο Αρχηγός Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. κρίνει ότι υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για τον κλονισμό της σωματικής ή ψυχικής υγείας στελέχους Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που επηρεάζει την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας, καθώς και το κύρος του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

2. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας στην οποία ανήκει το στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. υποχρεούται να υποβάλει αναφορά στην Υπηρεσία Υγειονομικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., η οποία κοινοποιείται στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ, όπου αναφέρει την ημερομηνία διάγνωσης του νοσήματος ή πρόκλησης του τραύματος, τις τυχόν χρονικές περιόδους κατά τις οποίες λόγω νοσηλείας ή συνήθους αναρρωτικής άδειας ο πάσχων απείχε της υπηρεσίας του, καθώς επίσης και εάν εξακολουθεί να νοσηλεύεται ή να απέχει των καθηκόντων του.

3. Η διαταγή του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ AKT. για την παραπομπή στελέχους Λ−Σ.−ΕΛ.AKT. στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, συνοδεύεται απαραίτητα από τη σχηματισθείσα για τον πάσχοντα αλληλογραφία, η οποία συγκεντρώνεται και ελέγχεται με μέριμνα της Υπηρεσίας Υγειονομικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

4. Η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή προβαίνει στην εξέταση του παραπεμπομένου και γνωματεύει αιτιολογημένα για την κατάσταση της υγείας του. Αν η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή γνωματεύσει ότι ο παραπεμπόμενος είναι ικανός, αυτός επανέρχεται στην Υπηρεσία του. Αν γνωματεύσει ότι πάσχει από νόσημα ή τραύμα που δύναται να θεραπευθεί εντός δύο μηνών, χορηγεί σε αυτόν συνήθη αναρρωτική άδεια. Αν γνωματεύσει ότι ο παραπεμπόμενος πάσχει από νόσημα ή τραύμα που δε δύναται να θεραπευθεί πριν την παρέλευση διμήνου, υποβάλλει τη γνωμάτευση με πρόταση για χορήγηση πρώτης μακράς αναρρωτικής άδειας και περί της διάρκειας αυτής στον Αρχηγό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., ο οποίος και χορηγεί την προτεινόμενη άδεια.

5. Εφόσον στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., κατά τη διαδικασία κρίσεων, παραπέμφθηκε για κρίση της κατάστασης της υγείας του και της ικανότητας παραμονής του στα μόνιμα εν ενεργεία, ή εφεδρικά στελέχη του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή οφείλει το συντομότερο δυνατό να αποφανθεί σχετικά. Αν χορηγείται αναρρωτική άδεια ο χρόνος της οποίας υπερβαίνει τα χρονικά όρια της συμπλήρωσης της συντάξιμης υπηρεσίας, ή της κατάληψης από το όριο ηλικίας, εκδίδεται απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. για τη χορήγηση της ανωτέρω άδειας, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης της σχετικής περί αυτεπάγγελτης αποστρατείας πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 10
Λήξη μακρών αναρρωτικών αδειών

1. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε πρώτη μακρά αναρρωτική άδεια υποχρεούνται εντός πενθημέρου από τη λήξη της άδειας αυτής, να παρουσιασθούν στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, η οποία κατόπιν εξέτασης τους αποφαίνεται με αιτιολογημένη γνωμάτευση για την ικανότητά τους.

2. Αν η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή αποφανθεί ότι το νόσημα ή το τραύμα έχει θεραπευθεί, τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. κρίνονται ικανά και επανέρχονται στις Υπηρεσίες τους.

3. Αν παραστεί ανάγκη να χορηγηθεί εντός διετίας μετά τη λήξη της πρώτης μακράς αναρρωτικής άδειας νέα μακρά αναρρωτική άδεια για το ίδιο νόσημα ή τραύμα, αυτή λογίζεται ως δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια.

4. Αν η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή αποφανθεί ότι το νόσημα ή το τραύμα δε θεραπεύθηκε και προκύπτει ανάγκη χορήγησης δεύτερης μακράς αναρρωτικής άδειας για την αποθεραπεία τους, η γνωμάτευση υποβάλλεται στον Αρχηγό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. ο οποίος χορηγεί την προτεινόμενη από την Υγειονομική Επιτροπή δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια.

5. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε δεύτερη μακρά αναρρωτική άδεια υποχρεούνται εντός πενθημέρου από τη λήξη της άδειάς τους, να παρουσιασθούν στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή η οποία αποφαίνεται με αιτιολογημένη γνωμάτευση για την ικανότητά τους.

6. Η Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, για βαριές περιπτώσεις νοσημάτων ή τραυμάτων εφόσον κρίνει ότι το νόσημα ή το τραύμα επιδέχεται θεραπεία, δύναται να προτείνει τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια, υποβάλλοντας τη γνωμάτευση στον Αρχηγό Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. ο οποίος χορηγεί την προτεινόμενη τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια.

7. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που διατελούν σε τρίτη μακρά αναρρωτική άδεια υποχρεούνται εντός πενθήμερου από τη λήξη της άδειάς τους, να παρουσιασθούν στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή η οποία αποφαίνεται με αιτιολογημένη γνωμάτευση για την ικανότητά τους.

Άρθρο 11
Μέγιστος χρόνος αποχής από την υπηρεσία
Τα στελέχη Α.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που δεν εκπλήρωσαν τα καθήκοντά τους εξαιτίας νοσηλείας, ή συνήθους ή μακράς αναρρωτικής άδειας επί τριάντα συνολικά μήνες εντός μίας τετραετίας, συνεχώς ή διακεκομμένα, για το ίδιο ή περισσότερα νοσήματα ή τραύματα, δε δικαιούνται νέας αναρρωτικής άδειας. Σε περίπτωση νέας αποχής για λόγους υγείας από την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, παραπέμπονται στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή η οποία αποφαίνεται οριστικά για την ικανότητά τους.

Άρθρο 12
Εκτέλεση γνωματεύσεων της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής

1. Οι γνωματεύσεις της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής κοινοποιούνται άμεσα στην Υπηρεσία Υγειονομικού και στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ..

2. Οι γνωματεύσεις της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής για τη χορήγηση των μακρών αναρρωτικών αδειών, είναι δεσμευτικές για τον Αρχηγό Α.Σ.ΕΑ.ΑΚΤ. ο οποίος υποχρεούται να εκδώσει τη σχετική απόφαση εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση της γνωμάτευσης, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

3. Η μεταβολή της κατάστασης του στελέχους Λ.Σ.ΕΛ.ΑΚΤ., επέρχεται από την επόμενη της ημερομηνίας έκδοσης της γνωμάτευσης της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής. Η μεταβολή αυτή βεβαιώνεται στην ανωτέρω απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ..

Άρθρο 13
Προσφυγές κατά γνωματεύσεων

1. Επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής κατά των γνωματεύσεων της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής, οι οποίες είναι αναθεωρήσιμες σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

2. Αρμόδια για την εξέταση των προσφυγών κατά των γνωματεύσεων της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής είναι η Αναθεωρητική Υγειονομική Επιτροπή του Ναυτικού.

3. Η προσφυγή ασκείται από τον ενδιαφερόμενο εντός δέκα ημερών από την κοινοποίηση της γνωμάτευσης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Η προσφυγή δύναται να ασκηθεί και από τον Αρχηγό Λ.Σ.ΕΛ.ΑΚΤ. εντός της ίδιας προθεσμίας από τότε που περιήλθε σε αυτόν η γνωμάτευση. Χωρεί μία μόνο προσφυγή επί του ιδίου αντικειμένου, ή της ιδίας υπόθεσης.

4. Η προθεσμία άσκησης της προσφυγής, καθώς και η άσκησή της, αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλομένης πράξης και έχουν ανασταλτική ισχύ και επί τυχόν εκδοθεισών διοικητικών πράξεων για εφαρμογή της γνωμάτευσης. Καθίσταται αμετάκλητη η γνωμάτευση της Ανώτατης του Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής κατά της οποίας δεν ασκήθηκε προσφυγή, ή δεν ασκήθηκε αυτή εμπρόθεσμα.

5. Η προσφυγή εξετάζεται από την Αναθεωρητική Υγειονομική Επιτροπή του Ναυτικού εντός δεκαπέντε ημερών από τότε που περιήλθε σε αυτήν. Η γνωμάτευση της Αναθεωρητικής Υγειονομικής Επιτροπής του Ναυτικού είναι αμετάκλητη.

6. Μέχρι την έκδοση της γνωμάτευσης της Αναθεωρητικής Υγειονομικής Επιτροπής του Ναυτικού, τα ενδιαφερόμενα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τελούν στην κατάσταση που τελούσαν κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλομένης γνωμάτευσης.

Άρθρο 14
Προσέλευση στην Υγειονομική Επιτροπή

1. Όσοι παραπέμπονται στην Ανώτατη του Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, ή προσφεύγουν στην Αναθεωρητική Υγειονομική Επιτροπή του Ναυτικού, προσέρχονται ενώπιοv της εντός είκοσι ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς της σχετικής διαταγής.

2. Η αναιτιολόγητη αδυναμία προσέλευσης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, πέραν από τυχόν ποινικές κυρώσεις, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα.

Άρθρο 15
Αργία με πρόσκαιρη παύση

1. Τα εν ενεργεία στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τίθενται στην κατάσταση της αργίας με πρόσκαιρη παύση για τα εξής πειθαρχικά παραπτώματα:

α) Παράβαση υπηρεσιακής εχεμύθειας, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 1(α) του επόμενου άρθρου.

β) Αποσιώπηση πειθαρχικών παραπτωμάτων υφισταμένων που επισύρουν καταστατικές ποινές, ή ανακριβή περιγραφή αυτών.

γ) Απώλεια υπηρεσιακών εγγράφων, ή από πρόθεση μη έγκαιρη διεκπεραίωση τους, εφόσον προκλήθηκε δυσλειτουργία στην Υπηρεσία, ή παραγραφή ποινικών ή πειθαρχικών παραπτωμάτων.

δ) Παρότρυνση σε απείθεια κατά των νόμων, των κανονισμών ή των διαταγών της Υπηρεσίας, ή σε υποβολή ομαδικών παραπόνων, ή παραιτήσεων για την αποτροπή υπηρεσιακής ενέργειας.

ε) Παράλειψη ανακοίνωσης πληροφορίας που αφορά τη διάπραξη αξιόποινης πράξης, ή το δράστη αυτής.

στ) Κατ’ επανάληψη αποσιώπηση παραπόνων κατωτέρων και η κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας, ή υβριστική συμπεριφορά προς αυτούς.

2. Η θέση σε κατάσταση αργίας με πρόσκαιρη παύση ερείδεται σε αντίστοιχη ποινή, η οποία επιβάλλεται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. μετά από σχετική γνωμοδότηση του αρμοδίου Ανακριτικού Συμβουλίου Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. το οποίο συγκαλείται μετά από διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, ή έκδοση δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος ή υποβολή αιτιολογημένης αναφοράς της Υπηρεσίας όπου υπηρετούν τα στελέχη της Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

3. Η διάρκεια της πρόσκαιρης παύσης δε δύναται να είναι μικρότερη των δύο μηνών, ούτε μεγαλύτερη των έξι μηνών.

4. Τα στελέχη Λ.Σ. −ΕΛ.ΑΚΤ. τα οποία διατελούν στην κατάσταση της αργίας με πρόσκαιρη παύση:

α) Δεν εκτελούν υπηρεσία και διαγράφονται από τη δύναμη της Υπηρεσίας τους από την επομένη της κοινοποίησης της σχετικής απόφασης και εντάσσονται στη δύναμη της Διεύθυνσης Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. στην οποία παρουσιάζονται εκ νέου μετά τη λήξη της ποινής τους. Δύνανται δε να εκτίσουν την ποινή τους σε τόπο επιλογής τους ύστερα από έγκριση του Αρχηγού Λ.Σ.ΕΛ.ΑΚΤ., χωρίς να δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα.

β) Δεν επιτρέπεται να φέρουν στολή και υπόκεινται σε όλες τις διατάξεις περί πειθαρχίας όπως και τα σε ενεργό υπηρεσία στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

γ) Υποχρεούνται να εμφανίζονται προς εξέταση ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών και ανακριτικών αρχών, εφόσον κλητεύονται.

δ) Υποχρεούνται να παραδίδουν τον ατομικό τους οπλισμό και το υπηρεσιακό δελτίο ταυτότητας και εφοδιάζονται με σχετική βεβαίωση της Υπηρεσίας η οποία φέρει φωτογραφία με πολιτική περιβολή και τα στοιχεία της ταυτότητάς τους, καθώς και τους εξοπλισμούς που έχουν χρεωθεί υπηρεσιακά.

ε) Λαμβάνουν το ογδόντα τοις εκατό των αποδοχών τους.

5. Ο χρόνος της αργίας με πρόσκαιρη παύση λογίζεται ως συντάξιμος χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.

Άρθρο 16
Αργία με προσωρινή απόλυση

1. Τα εν ενεργεία στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τίθενται στην κατάσταση της αργίας με προσωρινή απόλυση για τα εξής πειθαρχικά παραπτώματα:

α) Παράβαση υπηρεσιακής εχεμύθειας που δύναται να επιφέρει βλάβη της Υπηρεσίας ή τρίτων, ή να δυσχεράνει το έργο αυτής.

β) Μέθη κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας.

γ) Συμμετοχή σε παράνομα παίγνια που διενεργούνται ιδίως σε δημόσιοι κέντρα ή άλλους δημόσιους χώρους.

δ) Καταδίκη για αδίκημα που σχετίζεται με την υπηρεσία και τιμωρείται σε βαθμό πλημμελήματος, ή για αδίκημα που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας

ποινή τουλάχιστον τριών μηνών, εφόσον δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που επισύρουν την ποινή της απόταξης.

ε) Παράβαση των κανόνων της ασφάλειας ναυσιπλοΐας, ή των κανόνων πτήσης, ή μη ενδεδειγμένοι χειρισμοί από τον κυβερνήτη, ή τον χειριστή εναέριων μέσων αντίστοιχα.

στ) Κατ’ επανάληψη αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των καθηκόντων.

ζ) Βάναυση συμπεριφορά προς ομοιόβαθμους, υφιστάμενους ή πολίτες, πλην πράξεων που συνιστούν βασανιστήρια, ή άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά την έννοια του άρθρου 137Α του Π.Κ., οι οποίες επισύρουν την ποινή της απόταξης.

2. Η θέση σε κατάσταση αργίας με προσωρινή απόλυση ερείδεται σε αντίστοιχη ποινή, η οποία επιβάλλεται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. μετά από σχετική γνωμοδότηση του αρμόδιου Ανακριτικού Συμβουλίου Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., το οποίο συγκαλείται μετά από διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, έκδοση δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος, ή υποβολή εμπεριστατωμένης και επαρκώς αιτιολογημένης αναφοράς της Υπηρεσίας όπου υπηρετούν τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ..

3. Η διάρκεια της προσωρινής απόλυσης δε δύναται να είναι μικρότερη των τεσσάρων μηνών, ούτε μεγαλύτερη των δώδεκα μηνών.

4. Τα στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τα οποία διατελούν στην κατάσταση της αργίας με προσωρινή απόλυση:

α) Δεν εκτελούν υπηρεσία και διαγράφονται από τη δύναμη της Υπηρεσίας τους από την επομένη της κοινοποίησης της σχετικής απόφασης και εντάσσονται στη δύναμη της Διεύθυνσης Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., στην οποία παρουσιάζονται μετά τη λήξη της ποινής τους. Δύνανται δε να εκτίσουν την ποινή τους σε τόπο επιλογής τους, ύστερα από έγκριση του Αρχηγού Λ.Σ.ΕΛ.ΑΚΤ., χωρίς να δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα.

β) Δεν επιτρέπεται να φέρουν στολή και υπόκεινται σε όλες τις διατάξεις περί πειθαρχίας, όπως και τα σε ενεργό υπηρεσία στελέχη Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

γ) Υποχρεούνται να εμφανίζονται προς εξέταση ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών και ανακριτικών αρχών, εφόσον κλητεύονται.

δ) Υποχρεούνται να παραδίδουν τον ατομικό τους οπλισμό και το υπηρεσιακό δελτίο ταυτότητας και εφοδιάζονται με σχετική βεβαίωση της Υπηρεσίας η οποία φέρει φωτογραφία με πολιτική περιβολή και τα στοιχεία της ταυτότητάς τους, καθώς και τους εξοπλισμούς που έχουν χρεωθεί υπηρεσιακά.

ε) Υποβιβάζονται στη σειρά αρχαιότητας τους, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

στ) Λαμβάνουν το εβδομήντα τοις εκατό των αποδοχών τους.

5. Ο χρόνος της προσωρινής απόλυσης δε λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τη σύνταξη.

Άρθρο 17
Κοινές διατάξεις αργίας με πρόσκαιρη παύση και αργίας με προσωρινή απόλυση

1. Οι Αξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. τίθενται στην κατάσταση της αργίας με πρόσκαιρη παύση ή με προσωρινή απόλυση, με απόφαση του οικείου Υπουργού, ενώ οι Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες, με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

2. Η ποινή της αργίας με πρόσκαιρη παύση ή με προσωρινή απόλυση που έχει επιβληθεί, δε δύναται να αρθεί ή να μετατραπεί, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της επομένης παραγράφου.

3. Αν με τελεσίδικη απόφαση καταδικάστηκε στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. σε ποινή φυλάκισης ανώτερη των έξι μηνών και για το αντίστοιχο πειθαρχικό παράπτωμα δεν επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή, ή έχει επιβληθεί συνήθης πειθαρχική ποινή, ή έχει επιβληθεί η ποινή της αργίας με πρόσκαιρη παύση, η πειθαρχική διαδικασία δύναται να επαναληφθεί με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. για τυχόν επιβολή ποινής αργίας με προσωρινή απόλυση ή απόταξης.

4. Σε περίπτωση που στέλεχος Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., σε βάρος του οποίου εξοφλήθηκε η ποινή της αργίας με πρόσκαιρη παύση ή προσωρινή απόλυση, διαπράξει πειθαρχικό παράπτωμα που επισύρει μία εκ των ποινών αυτών, εκτίει τη νέα αυτή ποινή από την λήξη της προηγούμενης.

5. Επιβάλλεται η ποινή της απόταξης στην περίπτωση διάπραξης πειθαρχικού παραπτώματος που επισύρει ποινή αργίας με προσωρινή απόλυση, εφόσον κατά την τελευταία πενταετία ο υπαίτιος έχει τιμωρηθεί είτε με την ποινή αυτή, είτε με δύο ποινές αργίας με πρόσκαιρη παύση.

6. Σε καιρό πολέμου, καθώς και γενικής ή μερικής επιστράτευσης, ο οικείος Υπουργός δύναται με διαταγή να απαλλάσσει τους διατελούντες σε κατάσταση αργίας με πρόσκαιρη παύση ή προσωρινή απόλυση, από την έκτιση της υπόλοιπης ποινής τους, οπότε αυτοί οφείλουν να παρουσιασθούν στην Υπηρεσία η οποία ορίζεται στην ίδια διαταγή. Από την επομένη της κοινοποίησης της διαταγή αυτής στους ενδιαφερόμενους αίρονται οι συνέπειες της ποινής, εκτός των αναφερομένων των παραγράφων 4 περίπτωση ε και 5 του προηγουμένου άρθρου.

7. Οι διατελέσαντες σε κατάσταση αργίας με πρόσκαιρη παύση ή αργίας με προσωρινή απόλυση, επανέρχονται αυτοδίκαια στην προηγούμενη κατάσταση μετά τη λήξη αυτής, χωρίς άλλη διατύπωση. Εφόσον επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, υποχρεούνται να παρουσιασθούν αμέσως στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.

Άρθρο 18
Εφεδρεία

1. Οι αποστρατευόμενοι ανώτατοι, ανώτεροι και κατώτεροι Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί Λ.Σ.ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες, εγγράφονται στα στελέχη της εφεδρείας για πέντε έτη μετά την έξοδο τους από το Σώμα.

2. Οι εγγεγραμμένοι στα στελέχη της εφεδρείας του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. από την αποστρατεία τους και μέχρι τη συμπλήρωση του χρόνου παραμονής στην εφεδρεία, διαγράφονται όταν συμπληρώσουν το χρόνο αυτό, ή στερηθούν το βαθμό τους σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί στερήσεως βαθμού. Στην πρώτη περίπτωση, η διαγραφή επέρχεται αυτοδίκαια την επομένη της συμπλήρωσης του χρόνου της εφεδρείας και οι διαγραφόμενοι δεν ανακαλούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του παρόντος. Στη δεύτερη περίπτωση, η διαγραφή επέρχεται όταν συντελεστεί η στέρηση του βαθμού κατ επιφέρει τις προβλεπόμενες σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις συνέπειες.

3. Οι Αξιωματικοί και λοιποί βαθμοφόροι Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. εγγράφονται στα στελέχη εφεδρείας, με εξαίρεση τους αποστρατευομένους λόγω:

α) σωματικής ανικανότητας ή,

β) ορίου ηλικίας. Οι αποστρατευόμενοι Αξιωματικοί και λοιποί βαθμοφόροι ως μη ικανοί για λόγους υγείας, δύνανται να εγγραφούν στα στελέχη εφεδρείας του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. κατά την αποστρατεία τους, εφόσον αυτό μνημονεύεται στην απόφαση της Υγειονομικής Επιτροπής, που εκδίδεται πριν από την αποστρατεία τους.

4. Όσοι εξέρχονται από τις τάξεις του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και εγγράφονται στα στελέχη της εφεδρείας υποχρεούνται να δηλώσουν στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ.. τα στοιχεία κατοικίας ή διαμονής τους. Σε περίπτωση οριστικής αλλαγές του τόπου κατοικίας ή διαμονής, υποχρεούνται να υποβάλουν νέα δήλωση εντός τριών μηνών από την αλλαγή. Η μη συμμόρφωση προς την υποχρέωση αυτή συνεπάγεται την επιβολή με απόφαση του οικείου Υπουργού, προστίμου 146,73 ευρώ υπέρ του Μ.Τ.Ν., που καταλογίζεται σε βάρος του υπαιτίου και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις για την είσπραξη δημόσιων εσόδων.

Άρθρο 19
Ανάκληση από την εφεδρεία

1. Επιτρέπεται στον οικείο Υπουργό να ανακαλεί από την εφεδρεία στην ενέργεια Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές. Υπαξιωματικούς Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες που είναι εγγεγραμμένοι στην εφεδρεία και υπηρέτησαν στο Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ, στις εξής περιπτώσεις:

α) Σε καιρό πολέμου.

β) Σε περίοδο γενικής, ή μερικής, ή παρατεταμένηςεπιστράτευσης.

γ) Σε περίπτωση άμεσης απειλής εθνικών συμφερόντων, ή της εδαφικές ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, λόγω εξωτερικών κινδύνων.

δ) Σε περίπτωση εκτάκτων υπηρεσιακών αναγκών, οι οποίες αιτιολογημένα δε δύνανται να καλυφθούν από τα εν ενεργεία στελέχη του Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ, με την προϋπόθεση ύπαρξης των απαιτούμενων πιστώσεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η ανάκληση ενεργείται μόνο μετά από τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου.

2. Η ανάκληση στην ενέργεια, καθώς και η απόλυση ή η επαναφορά στην εφεδρεία, γίνεται με απόφαση του οικείου Υπουργού.

3. Οι έφεδροι Λιμενοφύλακες, καθώς και οι Ανθυπασπιστές και αξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. από Λιμενοφύλακες, ανακαλούνται στην ενεργό υπηρεσία με απόφαση του οικείου Υπουργού ονομαστικά, ή και με βάση το σχέδιο επιστράτευσης, που καταρτίζεται από τον καιρό της ειρήνης.

4. Όσοι ανακαλούνται στην ενεργό υπηρεσία από την εφεδρεία, φέρουν το βαθμό τον οποίο κατείχαν πριν από την αποστρατεία τους. Αν είχε διενεργηθεί προαγωγή τριάντα ημέρες πριν από την αποστρατεία τους, φέρουν το βαθμό αυτόν, εφόσον αυτός δεν υπερβαίνει τον κατά τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις καταληκτικό βαθμό και εφόσον νεότερο τους εν ενεργεία στέλεχος έχει προαχθεί εν ενεργεία στο βαθμό αυτό.

5. Ειδικότερα, οι Αξιωματικοί Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ. που ανακαλούνται στην ενεργό υπηρεσία ως μόνιμοι από την εφεδρεία δύνανται να προαχθούν ως εξής:

α) Οι Αξιωματικοί με βαθμό ανάκλησης κατωτέρου Αξιωματικού κατά δύο βαθμούς.

β) Οι Αξιωματικοί με βαθμό ανάκλησης ανωτέρου Αξιωματικού ή Αρχιπλοιάρχου κατά ένα βαθμό.

6. Οι Αξιωματικοί της προηγουμένης παραγράφου προάγονται εφόσον:

α) Συγκεντρώνουν τα ουσιαστικά τους προσόντα στον ίδιο βαθμό που απαιτείται για να κριθούν με τις αυτές κρίσεις εν ενεργεία οι μόνιμοι εν ενεργεία ομοιόβαθμοί τους.

β) Έχει προαχθεί εν τω μεταξύ στον ανώτερο βαθμό Αξιωματικός από τους μονίμους εν ενεργεία ο οποίος πριν την αποστρατεία τους ήταν νεότερος τους κατ’ αρχαιότητα.

γ) Έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο για προαγωγή στο βαθμό χρόνο υπηρεσίας που προβλέπεται για τους μονίμους ομοιόβαθμούς τους, συνυπολογίζοντας τον τυχόν χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό προ της αποστρατείας τους, αλλά χωρίς να υπολογίζεται η συνολική υπηρεσία τους ως Αξιωματικών.

Άρθρο 20
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι διατάξεις του νόμου 3079/2002 «Κύρωση του Κώδικα του Προσωπικού Λιμενικού Σώματος» (ΦΕΚ 311 Α΄), που ρυθμίζουν τις καταστάσεις του προσωπικού Λ.Σ.−ΕΛ.ΑΚΤ., όπως έχουν τροποποιηθεί, πλην της παραγράφου 5 του άρθρου 98 του ιδίου νόμου, παύουν να ισχύουν.

Στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.

Αθήνα, 5 Απριλίου 2012

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ