ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 83 ΦΕΚ Α΄162/1.12.2015
Σύσταση μόνιμης διαιτησίας στο Δικηγορικό Σύλλογο Ρόδου.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις: α) των άρθρων 131 και 132 του Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων» (Α΄ 208), β) του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την
Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά Όργανα που κυρώθηκε με το π.δ/μα 63/2005 (Α΄ 98),
2. Το π.δ/μα 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 116),
3. Την από 26.6.2014 γνωμοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου περί συστάσεως μόνιμης διαιτησίας στο Σύλλογο,
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού και
5. Την υπ’ αριθμ. 59/2015 γνωμοδότηση του Συμβουλί− ου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Συνιστάται στο Δικηγορικό Σύλλογο Ρόδου μόνιμη διαιτησία για την επίλυση όλων των διαφορών ιδιωτικού δικαίου που μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 2
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου καταρτίζει κατάλογο διαιτητών από μέλη του Συλλόγου. Διαιτητές ορίζονται μέλη που έχουν συμπληρώσει δεκαετή θητεία και δεν έχουν τιμωρηθεί πειθαρχικά ούτε εκκρεμεί σε βάρος τους πειθαρχική ή ποινική δίωξη. Ο κατάλογος αναρτάται στα γραφεία του Συλλόγου και δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα και στο νομικό περιοδικό του Συλλόγου. Είναι δυνατόν να συντάσσονται περισσότεροι του ενός κατάλογοι με βάση την εξειδικευμένη εμπειρία των περιλαμβανομένων δικηγόρων στα επιμέρους θέματα. Οι κατάλογοι ισχύουν για χρονικό διάστημα ενός έτους, από 1ης Ιανουαρίου. Από τους καταλόγους αυτούς επιλέγονται υποχρεωτικά οι υποδεικνυόμενοι ή οριζόμενοι διαιτητές και ο επιδιαιτητής.
Ουδείς ορίζεται διαιτητής ή επιδιαιτητής πριν παρέλθει έτος από τον προηγούμενο ορισμό του και, σε κάθε περίπτωση, πριν περατωθεί η διαιτησία που του είχε ανατεθεί.
Άρθρο 3
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου ορίζει πενταμελή επιτροπή αποτελούμενη από Συμβούλους με δεκαετή τουλάχιστον θητεία που δεν υπάγονται στα κωλύματα του άρθρου 2 του παρόντος, για χρονικό διάστημα το οποίο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από τη θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου. Η επιτροπή, στην οποία προεδρεύει ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ή ο νόμιμος αναπληρωτής του κατά τον Κώδικα Δικηγόρων, διορίζει τους διαιτητές και επιδιαιτητές, τους αντικαθιστά σε περίπτωση θανάτου, άρνησης, κωλύματος ή ανάκλησης, προσδιορίζει τα προκαταβλητέα και τα οριστικά έξοδα της διαιτησίας και ασκεί κάθε άλλη συναφή αρμοδιότητα.
Άρθρο 4
1. Η συμφωνία για τη διαιτησία καταρτίζεται εγγράφως. Τα συμβαλλόμενα μέρη υποβάλλουν στον Σύλλογο αίτηση που πρέπει να περιέχει:
α) το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα και τη διεύθυνση κατοικίας τους,
β) τα ονοματεπώνυμα των τυχόν οριζόμενων ή προτεινομένων διαιτητών και του επιδιαιτητή, από τον κατάλογο του άρθρου 2 και
γ) τις τυχόν συμφωνίες των μερών για διάφορα ζητήματα. Ενδεικτικά αναφέρονται το ποσοστό της αμοιβής των διαιτητών το οποίο θα βαρύνει το κάθε μέρος και τα πρόσωπα τα οποία θα ορισθούν ως διαιτητές ή ως διαιτητής.
Στην αίτηση πρέπει να προσδιορίζεται με σαφήνεια το αντικείμενο της διαφοράς των μερών και το αίτημα τους, συνυποβάλλοντας και αντίγραφο της συμφωνίας τους.
2. Αίτηση για την επίλυση της διαφοράς μπορεί να υποβάλει και το ένα από τα μέρη.
Στην περίπτωση αυτή, στην αίτηση πρέπει να περιέχονται τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 καθώς και να προτείνεται διαιτητής ή διαιτητές και επιδιαιτητής.
Ο αιτών επιδίδει αντίγραφο της αίτησης στο άλλο μέρος και το προσκαλεί να προτείνει μέσα σε οκτώ (8) ημέρες, διαιτητή ή διαιτητές και επιδιαιτητή, με έγγραφη δήλωση που κοινοποιείται στον αιτούντα και στον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου.
Αν ο προσκαλούμενος υποβάλει εμπρόθεσμα την παραπάνω δήλωση, η επιτροπή ορίζει ανά ένα διαιτητή από εκείνους που προτείνονται από κάθε ενδιαφερόμενο καθώς και τον επιδιαιτητή, εφόσον τα μέρη συμφωνούν ως προς το πρόσωπό του. Αν τα μέρη δεν συμφωνούν για το πρόσωπο του επιδιαιτητή ή ο αριθμός των διαιτητών που προβλέπει η συμφωνία για τη διαιτησία είναι περιττός και δεν έχει συμπληρωθεί με κοινή συμφωνία των μερών ή ο προσκαλούμενος δεν υποβάλει εμπρόθεσμα την παραπάνω δήλωση, η επιτροπή ορίζει τον επιδιαιτητή ή τον ελλείποντα διαιτητή για τη συμπλήρωση του αριθμού αυτών, ή όλους τους διαιτητές αντίστοιχα, από τον κατάλογο, εκτός αν αυτό αποκλείεται από τη συμφωνία διαιτησίας. Στην περίπτωση που τα μέρη προτείνουν περισσότερα πρόσωπα από όσα προβλέπει η συμφωνία της διαιτησίας, το δικαίωμα της επιλογής ανήκει στην επιτροπή, εκτός αν η σειρά προτίμησης περιέχεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις.
3. Επιτρέπεται να υποβληθεί αίτηση για την επίλυση της διαφοράς με διαιτησία και χωρίς την ύπαρξη έγγραφης συμφωνίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού. Στην περίπτωση αυτή εκείνος που προσφεύγει στη διαιτησία επιδίδει στο Δικηγορικό Σύλλογο αίτηση που περιέχει τα οριζόμενα στην εν λόγω παράγραφο. Αντίγραφο της αίτησης επιδίδει ο αιτών στο άλλο μέρος και το προσκαλεί να δηλώσει αν αποδέχεται τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς, σε καταφατική δε περίπτωση, να καταθέσει μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την επίδοση του αντιγράφου της αίτησης, δήλωση στο Σύλλογο με την οποία να δηλώνει ότι αποδέχεται τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς και να προτείνει τους διαιτητές και τον επιδιαιτητή, επιφέροντας και τις τυχόν παρατηρήσεις του στο περιεχόμενο της αίτησης, του αντιδίκου του.
Αν ο καλούμενος απαντήσει θετικά και προτείνει τους διαιτητές και τον επιδιαιτητή, η επιτροπή ορίζει ανά ένα διαιτητή από τους προτεινόμενους από τα μέρη και τον επιδιαιτητή, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2. Αν ο προσκαλούμενος κοινοποιήσει αρνητική δήλωση ή δεν απαντήσει εμπροθέσμως, η διαιτησία ματαιώνεται.
4. Αν από τα μέρη δεν προτείνονται οι διαιτητές ή ο επιδιαιτητής, αυτοί ορίζονται από την επιτροπή.
5. Αν οι διαιτητές ή ο επιδιαιτητής που ορίστηκαν κατά τις προηγούμενες παραγράφους αποβιώσουν, ανακληθεί ο ορισμός τους από τα μέρη που τους υπέδειξαν ή και από ένα από αυτά, αρνούνται για οποιοδήποτε λόγο ή κωλύονται να διενεργήσουν τη διαιτησία ή εξαιρεθούν από τα μέρη, στην περίπτωση που αυτοί ορίστηκαν με πρόταση των μερών, η επιτροπή καλεί τα μέρη να προτείνουν τους αντικαταστάτες τους μέσα σε οκτώ (8) ημέρες. Αν τα μέρη αρνηθούν ή δεν υποδείξουν εμπροθέσμως, τους αντικαταστάτες ορίζει η επιτροπή από τον κατάλογο μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας.
Το ίδιο δικαίωμα έχει η επιτροπή και στην περίπτωση που οι παραπάνω διαιτητές και ο επιδιαιτητής ορίστηκαν από αυτή κατά την παράγραφο 4, χωρίς πρόταση των μερών.
Κάθε αντικατάσταση γνωστοποιείται από την επιτροπή στα μέρη εγγράφως μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την πραγματοποίησή της.
6. Οι διαιτητές και ο επιδιαιτητής μπορούν να προτείνουν την εξαίρεσή τους ή να εξαιρεθούν από τα συμβαλλόμενα μέρη για τους λόγους που προβλέπονται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 5
1. Ο πρόεδρος της πενταμελούς επιτροπής κοινοποιεί αμελλητί τους διορισμούς στους διαιτητές, τον επιδιαιτητή και τον γραμματέα και τους προσκαλεί να εκτελέσουν το έργο τους. Οι διορισμοί γνωστοποιούνται εγγράφως και στα μέρη. Γραμματέας για κάθε διαιτησία ορίζεται με απόφαση του προέδρου της επιτροπής, υπάλληλος του Δικηγορικού Συλλόγου. Ο γραμματέας τηρεί πρακτικά, επιμελείται της διεξαγωγής των εργασιών της διαιτησίας και γενικά έχει καθήκοντα ανάλογα με τα καθήκοντα του δικαστικού γραμματέα.
2. Οι ορισθέντες διαιτητές και ο επιδιαιτητής μέσα σε πέντε ημέρες από τη λήψη του διορισμού τους, προσκαλούν εγγράφως τα μέρη να υποβάλουν υπομνήματα για την υποστήριξη των απόψεών τους. Τα μέρη υποχρεούνται να υποβάλουν τα έγγραφα και τα άλλα στοιχεία μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται από τους διαιτητές για σοβαρό λόγο, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου. Τα μέρη καταθέτουν επί αποδείξει τα υπομνήματα και τα λοιπά έγγραφα στον γραμματέα της διαιτησίας.
3. Αν η διεξαγωγή της διαιτησίας ή η έκδοση της διαιτητικής απόφασης καθυστερεί και δεν ορίζεται προθεσμία έκδοσης της, εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου 884 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 6
1. Τα μέρη υποχρεούνται να υποβάλουν στους διαιτητές και στον επιδιαιτητή όλα τα κρίσιμα έγγραφα.
Επίσης δικαιούνται να παρίστανται αυτοπροσώπως ή δια του συνηγόρου τους και να παρακολουθούν όλες τις σχετικές διαδικασίες, καθώς και να υποβάλλουν υπομνήματα.
2. Οι διαιτητές και ο επιδιαιτητής προκειμένου να σχηματίσουν την κρίση τους και να εκδώσουν απόφαση, έχουν δικαίωμα εφόσον στη συμφωνία διαιτησίας δεν προβλέπεται διαφορετικά, να εξετάζουν τα μέρη και τους μάρτυρες, με όρκο ή ανωμοτί, να διενεργούν αυτοψία, να διατάσσουν πραγματογνωμοσύνη διορίζοντας τους πραγματογνώμονες, και γενικά να λαμβάνουν υπόψη οποιαδήποτε χρήσιμη απόδειξη χωρίς να δεσμεύονται από τους κανόνες απόδειξης, ή από τις προτάσεις των διαδίκων.
Άρθρο 7
1. Η επιτροπή ορίζει με πράξη της το ποσό των εξόδων και των αμοιβών της διαιτησίας που πρέπει να προκαταβάλει καθένα από τα μέρη. Αν το ένα μέρος αρνείται να καταβάλει το ποσό που του αναλογεί, η επιτροπή αποφασίζει αν θα γίνει η διαιτησία χωρίς την καταβολή αυτού του ποσού ή αν πρέπει να καταβάλει το άλλο μέρος ολόκληρο το ποσό αυτό ή τμήμα του. Σε περίπτωση άρνησης και των δύο μερών, η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει τη ματαίωση της περαιτέρω διαδικασίας.
2. Για την προκαταβολή της παραπάνω δαπάνης εκδίδεται τριπλότυπη απόδειξη του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου. Ένα αντίτυπο της απόδειξης λαμβάνει το καταβάλλον μέρος, ένα τίθεται στον σχετικό φάκελο και το τρίτο αντίτυπο παραμένει στο στέλεχος. Η ύπαρξη του αντιτύπου στον φάκελο είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αποστείλει η γραμματεία το σχετικό φάκελο στους διαιτητές.
3. Ο οριστικός καθορισμός της αμοιβής των διαιτητών και των εξόδων της διαιτησίας γίνεται από την επιτροπή στην οποία αποστέλλεται ο φάκελος, αφού εκδοθεί η απόφαση για την ουσία της διαφοράς. Η σχετική πράξη της επιτροπής είναι αυτοτελής και επισυνάπτεται στη διαιτητική απόφαση χωρίς να αποτελεί τμήμα αυτής. Η επιτροπή η οποία επιμερίζει και τα έξοδα μεταξύ των μερών, λαμβάνει υπόψη πάντοτε την ύπαρξη τυχόν σχετικής συμφωνίας στη σύμβαση διαιτησίας. Η απόφαση με την οποία εκκαθαρίζεται η αμοιβή και γίνεται ο επιμερισμός των εξόδων στα μέρη, καταχωρίζεται στη διαιτητική απόφαση με ειδική μνεία του αριθμού της. Στο Δικηγορικό Σύλλογο τηρείται βιβλίο αποφάσεων της επιτροπής στο οποίο καταχωρίζονται όλες οι σχετικές αποφάσεις που αφορούν τις διαιτησίες.
4. Το ύψος της συνολικής αμοιβής των διαιτητών και του επιδιαιτητή υπολογίζεται σε ποσοστό της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς, σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
για το τμήμα αξίας έως 1.500,00 € , ποσοστό 6%
από 1.500,01 € έως 5.900,00 € , ποσοστό 5%
από 5.900,01 € έως 15.000,00 € , ποσοστό 4%
από 15.000,01 € έως 29.000,00 € , ποσοστό 3%
από 29.000,01 € έως 150.000,00 € , ποσοστό 2%
από 150.000,01 € και άνω , ποσοστό 1%.
5. Στα έξοδα διαιτησίας περιλαμβάνεται οποιοδήποτε ποσό έχει δαπανηθεί για τη διεξαγωγή της, τη διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης, μετακίνησης μαρτύρων καθώς και η αμοιβή του γραμματέα.
6. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης της επιτροπής που καθορίζει το ύψος της αμοιβής των διαιτητών και των εξόδων της διαιτησίας.
Η προσφυγή ασκείται μέσα σε τρείς μήνες από την έκδοση της απόφασης και εκδικάζεται κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 882 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 8
Η απόφαση συντάσσεται και υπογράφεται από τους διαιτητές, τον επιδιαιτητή και τον γραμματέα και καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο που τηρείται στο Σύλλογο. Στην απόφαση διατυπώνεται και η γνώμη της τυχόν μειοψηφίας, χωριστά για κάθε θέμα.
Άρθρο 9
Από την αμοιβή των διαιτητών και του επιδιαιτητή παρακρατείται ποσοστό 50%, ως εισφορά στον διανεμητικό λογαριασμό του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου. Από την ανωτέρω αμοιβή, ποσοστό 20% καταβάλλεται στο Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 882 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 10
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος.
Αθήνα, 23 Νοεμβρίου 2015
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ