Νόμος 257 ΦΕΚ Α΄26/10.2.1976
Περί επιβολής εκτάκτου εφ` άπαξ εισφοράς επί των τυχόντων δανείων και πιστώσεων, βάσει του ποσού των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων και περί τροποποιήσεως φορολογικών τινων διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε
ΜΕΡΟΣ Α΄
Επιβολή εισφοράς επί των τυχόντων δανείων και πιστώσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Ουσιαστικαί διατάξεις.
΄Αρθρον 1
Υποκείμενον και αντικείμενον εισφοράς.
1. Επιβάλλεται έκτακτος εφ` άπαξ εισφορά επί πάντων ανεξαιρέτως των φυσικών και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, των τυχόντων δανείων, πιστώσεων και πάσης φύσεως χρηματοδοτήσεων, εις δραχμάς παρά των εν Ελλάδι λειτουργουσών τραπεζών, της Ανων. Εταιρείας ” ΕΛΛΗΝΙΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΑΙ”, του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Μόναι από ταύτας ισχύουσαι εξαιρέσεις και απαλλαγαί είναι αι εν τοις επομένοιςάρθροις 2 και 3 περιοριστικώςαπαριθμούμεναι.
2. Διά την επιβολήν της εισφοράς λαμβάνεται ο μέσος όρος των, εις το τέλος εκάστου των από του Νοεμβρίου 1974 εως και του Οκτωβρίου 1975 μηνών, χρεωστικών υπολοίπων, εκ δανείων, πιστώσεων, καταπτώσεων εγγυήσεων και πάσης φύσεως εν γένει χρηματοδοτήσεων, συμπεριλαμβανομένων και των οφειλών εκ τόκων και λοιπών επιβαρύνσεων των συνδεομένων με τας ανωτέρω χρηματοδοτήσεις, των υφισταμένων εις έκαστον εκ των αναφερομένων εις την παράγραφον 1 Οργανισμών, ως προκύπτουν βάσει των λογιστικών βιβλίων και στοιχείων αυτών. Ο μέσος όρος εξευρίσκεται διά της διαιρέσεως του αθροίσματος των χρεωστικών υπολοίπων διά του αριθμού δώδεκα (12), ανεξαρτήτως του αριθμού των μηνών κατά τους οποίους υφίσταται χρηματοδότησις.
΄Αρθρον 2
Απαλλαγαί.
Απαλλάσσονται της εισφοράς του άρθρου 1 του παρόντος νόμου:
1. Αι Δημόσιαι, Δημοτικαί ή Κοινοτικαί επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρος, αποτελούσαι ίδια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.
2. Τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρος, ημεδαπά ή αλλοδαπά, εφ` όσον ταύτα επιδιώκουν σκοπούς κοινωφελείς εν τη εννοία του άρθρου 1 του Α.Ν. 2039/39 “περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των νόμων περί εκκαθαρίσεως και διοικήσεως των εις το Κράτος και υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών”, ως και τα ανεγνωρισμένα παρά της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού Σωματεία ή Ενώσεις και Ομοσπονδίαι αυτών.
3. Οι Οργανισμοί, ως και τα Ταμεία κοινωνικής ασφαλίσεως πάσης φύσεως.
4. Οι γεωργικοί και αλιευτικοί συνεταιρισμοί, αι ενώσεις αυτών παντός βαθμού, ως και αι επιχειρήσεις αυτών, αι κοινοπραξίαι του Ν. 479/1943 “περί αναδιοργανώσεως της Πανελληνίου Συνομοσπονδίας Γεωργικών Συνεταιρισμών και τροποποιήσεως διατάξεών τινων της περί Γεωργικών Συνεταιρισμών Οργανώσεως νομοθεσίας” και Ν.Δ. 3874/1958 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων των περί Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος κ.λ.π. κειμένων διατάξεων”, αι πάσης φύσεως εταιρείαι εις ας μετέχουν μόνον ΓεωργικαίΣυνεταιριστικαί Οργανώσεις ή Εταιρείαι αυτών ή και η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, αι άτυποι Κοινοπραξίαι μεταξύ Αγροτικής Τραπέζης Ελλάδος και Γεωργικών Σύνεταιρισμών, ως και εταιρείαιανήκουσαι εις τας συνεταιριστικάς οργανώσεις και την ΑγροτικήνΤράπεζαν της Ελλάδος κατά ποσοστόν τουλάχιστον εξήκοντα επί τοις εκατόν (60%).
5. Βιοτεχνικοί και Επαγγελματικοί Συνεταιρισμοί και αι θυγατρικαίεταιρείαι αυτών, ως και οικοδομικοί και καταναλωτικοί Συνεταιρισμοί.
6. Τα επαγγελματικά σωματεία και αι ενώσεις αυτών.
7. Ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός (ΑΣΟ), η Κοινοπραξία Ενώσεως Γεωργικών Συνεταιρισμών Διαχειρίσεως Εγχωρίων Προϊόντων (ΚΥΔΕΠ) και ο Εθνικός Οργανισμός Ελληνικής χειροτεχνίας.
8. Οι κηρυχθέντες εις κατάστασιν πτωχεύσεως, μέχρι και της 1.12.1975, εκτός των αποκατασταθέντων. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν διά τον υπολογισμόν της εισφοράς λαμβάνονται υπ`όψιν μόνον τα μετά την αποκατάστασιν τούτων χρεωστικά υπόλοιπα εκ δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων εν γένει.
Αι επιχειρήσεις, αίτινες, κατά την 1ην Δεκεμβρίου 1975 δεν ελειτούργουν και η άδεια λειτουργίας αυτών είχενανακληθή ή ετέλουν υπό προσωρινήνδιαχείρισιν, ή είχονυπαχθή υπό την διοίκησιν των πιστωτών των ή είχοντεθή υπό ειδικήνεκκαθάρισιν, κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 3562/1956 , ως ετροποποιήθη.
9. Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα διά το ποσόν των δανείων και πιστώσεων των χορηγηθέντων διά τας ανάγκας των εις τους νομούς Εβρου, Ξάνθης, Ροδόπης, Λέσβου, Σάμου, Χίου και Δωδεκανήσου, εγκατεστημένων επιχειρήσεων αυτών, πλην των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων των εγκατεστημένων εις τας νήσους Ρόδον και Κω.
΄Αρθρον 3
Εξαιρέσεις.
Εξαιρούνται της κατά το άρθρον 1 εισφοράς:
α. Τα δάνεια, πιστώσεις και πάσης φύσεως χρηματοδοτήσεις προς Τραπέζας και την Α.Ε. “ΕΛΛΗΝΙΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΑΙ”.
β. Τα δάνεια, πιστώσεις και πάσης φύσεως χρηματοδοτήσεις εις ξένον νόμισμα ή εις δραχμάς με ρήτραν συναλλάγματος ή συναφθέντα εις δραχμάς και εξοφλητέα δυνάμει όρου της δανειακής συμβάσεως δι` εισαγωγής συναλλάγματος μη υποχρεωτικώς εκχωρητέου.
γ. Χρηματοδοτήσεις δι` αναλήψεως υπό των εν άρθρω 1 Τραπεζών και Οργανισμών, ομολογιακών δανείων, εκδοθέντων υπό ημεδαπών Ανωνύμων Εταιρειών, εισηγμένων εις το Χρηματιστήριον Αθηνών.
δ. Προεξοφλήσεις γραμματίων και συναλλαγματικών και χορηγήσεις έναντι προεξοφλησίμων γραμματίων και συναλλαγματικών, καθ` ο μέρος καλύπτονται δι` αυτών.
ε. Η χρηματοδότησις τεχνικών επιχειρήσεων μόνον έναντι πιστοποιήσεων του Δημοσίου, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Δημοσίων Επιχειρήσεων, ως και έναντι υποχρεώσεων αναληφθεισώνυπ`αυτών βάσει ειδικών κατά περίπτωσιν αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής προς εξόφλησιν δανείων Εξωτερικού συναφθέντων διά την χρηματοδότησινμήπωεξοφληθέντων δημοσίων έργων.
στ. Εξαγωγικαί χρηματοδοτήσεις πάσης φύσεως προς εμπορικάς, βιομηχανικάς, μεταλλευτικάς και βιοτεχνικάς επιχειρήσεις, περιλαμβανομένων και των ναυπηγικών, έναντι ενεγγύων πιστώσεων ή τραπεζικών εγγυήσεων ή φορτωτικών εγγράφων ή παραστατικών οφειλών αγοραστών εξωτερικού επί προθεσμιακώδιακανονισμώ των εξαγωγών.
ζ. Προχρηματοδοτήσεις και χρηματοδοτήσεις δι` εξαγωγάς γεωργικών προϊόντων, περιλαμβανομένων και των καπνών, υποβληθέντων ή μη εις την αναγκαίαν διά την εξαγωγήν τούτων επεξεργασίαν και συσκευασίαν.
η. Χρηματοδοτήσεις καπνοβιομηχανικών επιχειρήσεων παρά της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος, διά την αγοράν καπνών εσωτερικής καταναλώσεως.
θ. Δάνεια της Αγροτικής Τραπέζης Ελλάδος προς επιχειρήσεις παραγωγής λιπασμάτων, υπό μορφήν προκαταβολών έναντι διαφοράς τιμής λιπασμάτων παραδιδομένων εις αυτήν.
ι. Χρηματοδοτήσεις πάσης φύσεως προς επιχειρήσεις παραγωγής διατετηρημένων ή αφυδατομένωνοπωροκηπευτικών μετά προηγουμένην ή μη τούτων επεξεργασίαν, ως και των εξ αυτών χυμών, εκτός των χρηματοδοτήσεων διά παγίας εγκαταστάσεις και εξοπλισμόν εν γένει των επιχειρήσεων τούτων.
ια. Προχρηματοδοτήσεις και χρηματοδοτήσεις πάσης φύσεως προς οινοποιητικάς επιχειρήσεις δι` εξαγωγάς, ως και δάνεια προς τας αυτάς επιχειρήσεις επ` ενεχύρω Γενικών Αποθηκών ή υπό κλείδα Τραπέζης, σταφυλών, γλεύκους οίνων και αποσταγμάτων αυτών, εκτός των χρηματοδοτήσεων διά παγίας εγκαταστάσεις και εξοπλισμόν εν γένει των επιχειρήσεων τούτων.
ιβ. Δάνεια, πιστώσεις και χρηματοδοτήσεις πάσης φύσεως προς αμιγώς γεωργικάς και κτηνοτροφικάς επιχειρήσεις.
ιγ. Χρηματοδοτήσεις προς αλευροβιομηχανίας διά την αγοράν σίτου.
ιδ. Χρηματοδοτήσεις κλωστοϋφαντουργών επιχειρήσεων διά την αγοράν βάμβακος βάσει των υπ` αριθ. 68/3/14.2.75 και 95/7/14.10.75 αποφάσεων της Νομισματικής Επιτροπής.
΄Αρθρον 4
Υπολογισμός εισφοράς.
1. Η κατά το άρθρον 1 εισφορά υπολογίζεται επί του αθροίσματος των παρ` εκάστη Τραπέζη και Οργανισμώ υφισταμένων χρεωστικών υπολοίπων εν τω συνόλω λαμβανομένων, ως ταύτα εξευρίσκονται κατά τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου τούτου, μετ` αφαίρεσιν των χρεωστικών υπολοίπων εκ δανείων, πιστώσεων και πάσης φύσεως χρηματοδοτήσεων των εξαιρουμένων της εισφοράς κατά τας διατάξεις του άρθρου 3.
2. Το ποσόν το προκύπτον κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου πολλαπλασιάζεται επί τον συντελεστήν εν και ήμισυ (1,5) διά το ποσόν των δανείων πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων, διά παγίας εγκαταστάσεις και εξοπλισμόν εν γένει, το δε υπόλοιπον επί ακεραίαν μονάδα (1).
3. Εκ του συνολικού ποσού του εξευρισκομένου κατά τας διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου εκπίπτεται μη υποκείμενον εις εισφοράν, ποσόν δραχμών πέντε εκατομμυρίων (5.000.000). Το υπόλοιπον υποβάλλεται εις εισφοράν επί τον συντελεστήν δέκα επί τοις εκατόν (10%).
4. Εαν η προκύπτουσα κατ` εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου εισφορά δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών αμελείται υπέρ του υποχρέου, μη ενεργουμένης βεβαιώσεως αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
΄Αρθρον 5
Υπόχρεοι εις δήλωσιν.
1. Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον υποκείμενον εις την εισφοράν του άρθρου 1 υποχρεούται εις υποβολήν δηλώσεως, εφ` όσον το σύνολον των παρά Τραπέζαις και Οργανισμοίς χρεωστικών υπολοίπων, ως και το ποσόν τούτο αναπροσαρμόζεται κατά τας διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 4, είναι ανώτερον των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών.
2. Η κατά την προηγουμένηνπαράγραφονδήλωσις υποβάλλεται:
α. Υπό του φυσικού προσώπου ή του νομίμου αυτού αντιπροσώπου.
β. Προκειμένου περί νομικών προσώπων, υπό των νομίμων εκπροσώπων τούτων.
γ. Εν περιπτώσει Θανάτου του υποχρέου, υπό των κληρονόμων αυτού.
δ. Επί νομικών προσώπων τελούντων εν εκκαθαρίσει, υπό του εκκαθαριστού.
ε. Εν περιπτώσει διαλύσεως νομικού προσώπου, υπό των εις ουςπεριήλθεν η περιουσία των.
στ. Εν περιπτώσει μετατροπής ή συγχωνεύσεως ατομικής ή εταιρικής επιχειρήσεως, υπό του νομίμως εκπροσωπούντος την εκ συγχωνεύσεως ή μετατροπής προελθούσαννέανεταιρείαν.
ζ. Επί σχολαζούσης κληρονομίας, μεσεγγυήσεως, επιχειρήσεως τεθείσης υπό αναγκαστικήνδιαχείρισιν κατά τας διατάξεις του Ν. 3562/ 1956 “περί υπαγωγής Ανωνύμων Εταιρειών υπό την διοίκησιν και διαχείρισιν των πιστωτών και θέσεως αυτών υπό ειδικών εκκαθάρισιν” ή περιουσίας τελούσης υπό αναγκαστικήνδιαχείρισιν, κατά περίπτωσιν, ο κηδεμών, ο μεσεγγυούχος, ο διαχειριστής.
η. Εν περιπτώσει αναδοχής χρέους οι κατ` αναδοχήν τούτου οφείλεται κατά την ισχύν του παρόντος νόμου.
΄Αρθρον 6
Αρμόδιος Οικονομικός Εφορος.
1. Αρμόδιος Οικον. Εφορος διά την αποδοχήν των δηλώσεων και την κατά τας διατάξεις του άρθρου 1 του παρόντος νόμου βεβαίωσιν της εισφοράς, είναι, επί μεν φυσικών προσώπων ο της κατοικίας ή της έδρας του επαγγέλματος αυτών, επί δε νομικών προσώπων ο της έδρας αυτών, κατά τα εν τη φορολογία εισοδήματος ισχύοντα.
2. Εν περιπτώσει θανάτου του φυσικού προσώπου ή διαλύσεως του νομικού προσώπου, αρμόδιος διά την αποδοχήν της δηλώσεως είναι ο διά την φορολογίαν του εισοδήματος του αποβιώσαντος ή του διαλυθέντος νομικού προσώπου Οικον. Εφορος.
΄Αρθρον 7
Προθεσμία και περιεχόμενον δηλώσεως.
1. Η δήλωσις υποβάλλεται εις τον κατά το προηγούμενονάρθροναρμόδιον Οικον. Εφορον μέχρι 10 Μαίου 1976.
2. Εις περίπτωσιν θανάτου του υποχρέου, η προς δήλωσιν προθεσμία δεν λήγει προ της παρόδου εξαμήνου από του θανάτου του κληρονομουμένου, διά τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους και από της δημοσιεύσεως της διαθήκης διά τους εκ διαθήκης κληρονόμους.
3. Η προς δήλωσιν προθεσμία διά τους κηδεμόνας σχολαζούσης κληρονομίας, μεσεγγυούχους, διαχειριστάς και εκκαθαριστάς, δεν λήγει προ της παρελεύσεως διμήνου, αφ` ης ούτοι έλαβον γνώσιν του διορισμού των.
4. Εις την δήλωσινσυντασσομένην επί ειδικού εντύπου, αναγράφονται λεπτομερώς εκτός των άλλων αναγκαίων στοιχείων διά τον καθορισμόν της εισφοράς και τ` ακόλουθα:
α. Πλήρη τα στοιχεία των εις εισφοράνυποχρέων και του δηλούντος.
β. Το παρ` εκάστη Τραπέζη και Οργανισμώχρεωστικόνυπόλοιπον εκ δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων πάσης φύσεως αναπροσηρμοσμένων κατά τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
γ. Τον διορισμόν αντικλήτου, κατοικούντος εν τη έδρα του αρμοδίου Οικον. Εφόρου.
5. Η δήλωσις δέον να συνοδεύηται επί ποινή απαραδέκτου υπό:
α. Βεβαιώσεως της παρ` η το χρεωστικόνυπόλοιπον Τραπέζης και Πιστωτικού Οργανισμού, χορηγουμένης υπ` αυτών τη αιτήσει των υποχρέων εις εισφοράν, περιλαμβανούσης το σύνολον των χρεωστικών υπολοίπων εκ δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων πάσης φύσεως και κεχωρισμένως τα εξαιρούμενα της εισφοράς κατά τας διακρίσεις του άρθρου 3, ως και τα αφορώντα παγίας επενδύσεις και εξοπλισμόν εν γένει.
β. Υπευθύνου δηλώσεως του εις εισφοράνυποχρέου, ότι κατά την χρονικήνπερίοδον των μηνών Νοεμβρίου 1974 έως και Οκτωβρίου 1975, δεν υφίσταται, παρ` ετέρα Τραπέζη και Οργανισμώ, επ` ονόματί του χρεωστικόνυπόλοιπον εκ δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων πάσης φύσεως.
6. Εάν ο υπόχρεως προς δήλωσινδιαμένη εκτός της περιφερείας του αρμοδίου Οικον. Εφόρου, η δήλωσις δύναται να υποβληθή εις τον Οικον. Εφορον του τόπου της διαμονής του δηλούντος. Εν τη περιπτώσει ταύτη ο παραλαμβάνων την δήλωσινΟικον. Εφορος υποχρεούται να καταχωρή ταύτην εις το οικείονυπηρεσιακόν πρωτόκολλον και να αποστέλλη ταύτην αμελλητί επί αποδείξει εις τον αρμόδιον Οικον. Εφορον. Ως ημερομηνία παραλαβής της δηλώσεως εις την περίπτωσιν ταύτην λογίζεται η επ` αυτής αναγραφομένη ημέρα καταχωρήσεως εις το υπηρεσιακόν πρωτόκολλον του παραλαβόντος την δήλωσιν Οικον. Εφόρου. Ο παραλαμβάνων την δήλωσιν Οικον. Εφορος υποχρεούται να χορηγή εις τον υποβάλλοντα απόδειξιν παραλαβής.
΄Αρθρον 8
Διαδικασία βεβαιώσεως της εισφοράς.
1. Αι διατάξεις των άρθρων 50 εως 59, 65 και 68 του Ν.Δ. 3323/1955 “περί φορολογίας του εισοδήματος”, του άρθρου 16 του Ν.Δ.3843/1958 “περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων” και του Ν.4125/1960 “περί κυρώσεως του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας και περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Οργανισμού Φορολογικών Δικαστηρίων και καθορισμού των τελών διαδικασίας”, ως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και επί της επιβαλλομένης διά του άρθρου 1 του παρόντος νόμου εισφοράς, εκτός των περιπτώσεων δι` ας άλλως ορίζεται εν τω παρόντι.
2. Η βεβαίωσις ενεργείται δι` ατομικού φύλλου βεβαιώσεως, ο τύπος και το περιεχόμενον του οποίου ορίζεται δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
3. Αντίτυπον του φύλλου βεβαιώσεως κοινοποιείται επί αποδείξει εις τον υπόχρεων, απόσπασμα δε τούτου εις εκάστην των Τραπεζών και Οργανισμών παρά ταις οποίαις υφίστανται χρεωστικά υπόλοιπα εκ των χορηγηθέντων παρ` αυτών δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων πάσης φύσεως. Η κοινοποίησις προς τας Τραπέζας και τους Οργανισμούς παραλείπεται εις ην περίπτωσιν ο υπόχρεως γνωστοποιήσει, κατά την υποβολήν της δηλώσεως, προς τον Οικον. Εφορον ότι θα καταβάλη την εισφορά άνευ δανειοδοτήσεως παρ` αυτών.
΄Αρθρον 9
Προσαυξήσεις.
1. Το ποσόν της κατά το άρθρον 1 του παρόντος επιβαλλομένης εισφοράς προσαυξάνεται:
α. Κατά 15% εν περιπτώσει εκπροθέσμου υποβολής της δηλώσεως.
β. Κατά 50%, εν περιπτώσει υποβολής ανακριβούς δηλώσεως και
γ. κατά 100%, εν περιπτώσει παραλείψεως δηλώσεως χρεωστικού τινος υπολοίπου.
2. Επί ανακριβείας των δηλωθέντων χρεωστικών υπολοίπων και παραλείψεως ετέρων, αι προσαυξήσεις ανακριβείας και παραλείψεως υπολογίζονται επιμεριστικώς.
3. Αι προσαυξήσεις επιβάλλονται μη εξεταζομένης της υπάρξεως ή μη δόλου ή αμελείας του υποχρέου εις εισφοράν ή δήλωσιν.
4. Η προσαύξησις εκπροθέσμου επιβάλλεται κατά την υποβολήν της δηλώσεως αι δε πρασαυξήσεις λόγω ανακριβείας ή παραλείψεως υποβολής, επιβάλλονται διά της καταλογιζούσης την εισφοράν πράξεως του Οικον. Εφόρου, εν περιπτώσει δε ασκήσεως προσφυγής και ενδίκων μέσων, διά της αποφάσεως του Φορολογικού Δικαστηρίου.
΄Αρθρον 10
Καταβολή εισφοράς.
1. Εκάστη Τράπεζα ή Οργανισμός υποχρεούται να καταβάλη εις το αρμόδιον δημόσιον Ταμείον την αναλογούσαν εισφοράν εις το παρ` αυτή χρεωστικόνυπόλοιπον δανείων, πιστώσεων και εν γένει χρηματοδοτήσεων και αναγραφομένην εις το απόσπασμα του ατομικού φύλλου βεβαιώσεως, εις τρεις (3) διμήνουςισοπόσους δόσεις, της πρώτης καταβαλλόμενης εντός μηνός από της κοινοποιήσεως εις αυτήν του αποσπάσματος τούτου.
2. Το καταβληθέν τούτο ποσόν μετατρέπεται αυτοδικαίως εις δάνειον της Τραπέζης ή του Οργανισμού προς τον εις εισφοράν υπόχρεων οι όροι του οποίου καθορισθήσονται δι` αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής. Το τριπλότυπον εισπράξεως υπό του Δημοσίου Ταμείου του ποσού της εισφοράς αποτελεί απόδειξιν του χορηγηθέντος υπό της Τραπέζης ή Οργανισμού δανείου προς τον εις εισφοράν υπόχρεων. Το επιτόκιον του δανείου δεν δύναται να είναι ανώτερον του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου χρηματοδοτήσεως διά παγίας εγκαταστάσεις. Το κατά το προηγούμενον εδάφιον δάνειον χορηγείται κατά παρέκκλισιν των καταστατικών διατάξεων των εν άρθρω 1 του παρόντος νόμου αναφερομένων Τραπεζών και Οργανισμών και των διατάξεων του άρθρου 16 του Ν. 5076/1931 “περί Ανωνύμων Εταιρειών και Τραπεζών” και άνευ τηρήσεως της υπό του άρθρου τούτου προβλεπομένης διαδικασίας.
3. Υφιστάμενοι κατά τον χρόνον της χορηγήσεως του δανείου διά την καταβολήν της κατά το άρθρον 1 του παρόντος νόμου εισφοράς, ασφάλειαι πάσης μορφής, παρασχεθείσαι διά την απαίτησιν επί χορηγηθέντος δανείου, πιστώσεως ή χρηματοδοτήσεως, εξασφαλίζουν κατά την αυτήν σειράν και τάξιν, δυνάμει της παρούσης διατάξεως, αυτοδικαίως και άνευ άλλης τινός διατυπώσεως και το κατά την προηγουμένηνπαράγραφονδάνειον, τους τόκους και τα συναφή έξοδα. Ο αρμόδιος υποθηκοφύλαξ επί τη αιτήσει της Τραπέζης ή Οργανισμού και τη προσαγωγή αντιγράφου του αποσπάσματος του ατομικού φύλλου βεβαιώσεως, προβαίνει, εις την δέουσανσημείωσιν εν τω περιθωρίω του τόμου εγγραφής, της κατά το προηγούμενον εδάφιον υφισταμένης υποθήκης ή προσημειώσεως και διά το ποσόν του προς εξόφλησιν της εισφοράς δανείου μετά των επ` αυτού τόκων και λοιπών εξόδων.
Η αίτησις δέον να υποβληθή εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της κοινοποιήσεως του αποσπάσματος του ατομικού φύλλου δυναμένης να παραταθή επί εν εισέτι δίμηνον δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, άλλως, αι υφιστάμεναι ασφάλειαι δεν επεκτείνονται και επί του προς εξόφλησιν της εισφοράς δανείου.
4. Αι Τράπεζαι και οι Οργανισμοί εν περιπτώσει καθυστερήσεως των υποχρέων να καταβάλλουν εντός των καθορισθησομένων προθεσμιών, το ποσόν του διά την καταβολήν της εισφοράς χορηγηθέντος δανείου, δύνανται να επιδιώξουν την είσπραξιν τούτου διά των ιδίων των οργάνων και δι` αναλόγου εφαρμογής των υπό του Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Ν.Δ. 356/1974) (6) προβλεπομένων αναγκαστικών μέτρων, πλην του της προσωπικής κρατήσεως.
5. Η εισφορά δύναται να καταβληθή υπό του υποχρέου και άνευ δανειοδοτήσεώς του, παρά τη παρ` η το χρεωστικόνυπόλοιπονΤραπέζη ή Οργανισμώ, εφ` όσον ούτος γνωστοποιήση τούτο εις τον αρμόδιον Οικον. Εφορον διά της υποβαλλομένης υπ` αυτού δηλώσεως. Εις την περίπτωσιν ταύτην η εισφορά καταβάλλεται υπ`αυτού εις εξ (6) ισοπόσους μηνιαίας δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης εντός τριάκοντα ημερών από της επί αποδείξει κοινοποιήσεως εις αυτόν του ατομικού φύλλου βεβαιώσεως της εισφοράς. Εαν ο υπόχρεωςκαταβάλη εξ ολοκλήρου την εισφοράν εντός της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσεως εκπίπτεται υπό του Δημοσίου Ταμείου ποσοστόν δέκα επί τοις εκατόν (10%).
΄Αρθρον 11
Εκπτωσις της εισφοράς.
1. Το ποσόν των καταβαλλομένων υπό του υποχρέου εις την Τράπεζαν και τον Οργανισμόν, καθ` εκάστην διαχειριστικήνπερίοδον, δόσεων του ληφθέντος δια την πληρωμήν της εισφοράς δανείου, εκπίπτεται κατά τας διατάξεις του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955 και του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958 κατά περίπτωσιν. (Προκειμένου περί φυσικών προσώπων μη εχόντων εισόδημα εξ εμπορικών επιχειρήσεων η έκπτωσις των δόσεων του ληφθέντος δια την πληρωμήν της εισφοράς δανείου ενεργείται βάσει των διατάξεων του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/55).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.θ`του άρθρου 31 του Ν. 1828/1989 (Α 2).
2. Εις την περίπτωσιν η εισφορά καταβάλλεται υπό του υποχρέου εξ ιδίων διαθεσίμων, αύτη εκπίπτεται κατά τα εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενα είτε εφ` άπαξ κατά την διαχειριστικήνπερίοδονκαταβολάς της εισφοράς είτε εις πλείοναςδιαχειριστικάς περιόδους.
3. Αι τεχνικαί επιχειρήσεις των οποίων τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 36 α του Σ.Δ. 3323/1955 δικαιούνται να εκπίπτουν εκ των κερδών τούτων την εισφοράν, κατά τα οριζομένα εις τας παραγράφους 1 και 2.
΄Αρθρον 12
Ατέλειαι.
1. Αι δηλώσεις των υποχρέων, αι βεβαιώσεις και θεωρήσεις των πιστωτικών οργανισμών, ως και τα πάσης φύσεως έγγραφα, τα εκδιδόμενα διά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου, απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου και παντός τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή οιουδήποτε τρίτου.
2. Το κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου δάνειον, οι επ` αυτού τόκοι, η εξόφλησις του δανείου και των τόκων ως και αι διά την εξασφάλισιν του δανείου παρεχόμεναιασφάλειαι, απαλλάσσονται του φόρου κύκλου εργασιών, των τελών χαρτοσήμου, ως και παντός υπέρ τρίτου φόρου, τέλους ή δικαιώματος, πλην των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφον και των αμίσθων υποθηκοφυλάκων τα οποία περιορίζονται εις το εν πέμπτον (1/5), μη δυναμένων να είναι ανώτερα των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών.
΄Αρθρον 13
Υποχρεώσεις Τραπεζών και Οργανισμών
1. Τράπεζαι και Οργανισμοί, του άρθρ. 1 του παρόντος νόμου αιτήσει των υποχρέων εις εισφοράν, χορηγούν αυτοίς βεβαίωσιν, περί του κατά τας διατάξεις του άρθρου 4 του παρόντος νόμου υφισταμένου χρεωστικού υπολοίπου. Αι βεβαιώσεις αύται συντάσσονται επί εντύπων, βάσει υποδείγματος της φορολογικής αρχής. Ωσαύτως παρέχουν παν τυχόν αιτούμενον υπό του Οικον. Εφόρου στοιχείον και πληροφορίαναναγκαίαν διά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου.
2. Εκάστη Τράπεζα ή Οργανισμός υποχρεούται όπως αποστείλη εις την ΜηχανογραφικήνΥπηρεσίαν Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών μέχρι της 30ης Ιουνίου 1976, πίνακα περιέχοντα κατά στήλας:
α. Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου των οποίων το συνολικόνχρεωστικόνυπόλοιπον το υφιστάμενον παρ` αυτή κατά την 31.10.1975 υπερβαίνει το ποσόν των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών.
β. Το συνολικόνχρεωστικόνυπόλοιπον εκάστου των προσώπων τούτων εκ δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων πάσης φύσεως.
γ. Τας διευθύνσεις (πόλις, οδός, αριθμός) της κατοικίας και της έδρας του επαγγέλματος των φυσικών προσώπων, ως και τας διευθύνσεις της έδρας των νομικών προσώπων.
΄Αρθρον 14
Ποινικαί κυρώσεις.
1. Κατά των παραβατών των διατάξεων του παρόντος νόμου δύναται ν`ασκηθή ποινική δίωξις, επιβαλλομένης υπό του αρμοδίου Δικαστηρίου ποινής φυλακίσεως μέχρις εξ (6) μηνών. Προκειμένου περί ομορρύθμων, ετερορρύθμων και εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης, τας ανωτέρω ποινικάςευθύνας υπέχουν οι διαχειρισταί των εταιρειών τούτων, προκειμένου δε περί ανωνύμων εταιρειών ή ετέρων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, τας ποινικάς ταύτας ευθύνας υπέχουν οι διευθυνταί οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι και εν γένει τα πρόσωπα τα οποία, κατά το καταστατικόν της εταιρείας ή κατ` άλλας διατάξεις υπό των οποίων διέπεται το νομικόνπρόσωπον, εκπροσωπούν τούτο εις τας μετά των τρίτων σχέσεις αυτού.
2. Η ποινική δίωξις ενεργείται επί τη εγκλήσει του αρμοδίου Οικον. Εφόρου προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών της έδρας της Οικον. Εφορίας.
ΜΕΡΟΣ Β΄
Επιβολή εισφοράς επί των κερδών των επιχειρήσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Ουσιαστικαί διατάξεις.
΄Αρθρον 15
Επιχειρήσεις υποκείμεναι εις εισφοράν βάσει κερδών.
1. Επί των επιχειρήσεων των μη υποκειμένων εις την περί ης τα άρθρα 1-4 έκτακτον εφ` άπαξ εισφοράν επί των δανείων και λοιπών πιστώσεων ή οσάκις η εισφορά αύτη είναι ίση ή μικροτέρα της βάσει των κερδών οφειλομένης τοιαύτης, κατά τα οριζόμενα εν τοις επομένοιςάρθροις, επιβάλλεται έκτακτος εισφορά υπολογιζόμενη βάσει των καθαρών κερδών. Εκ της εισφοράς βάσει των καθαρών κερδών εκπίπτεται η βεβαιωθείσα εισφορά επί των πιστώσεων.
2. Δεν επιβάλλεται έκτακτος εισφορά επί των δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων κερδοσκοπικού χαρακτήρος και των συνεταιρισμών και ενώσεων του Ν. 602/1914, ως και των κοινοπραξιών αυτών του Ν. 479/1943 και του Ν.Δ. 3874/1958.
΄Αρθρον 16
Υπολογισμός των υποκειμένων εις την εισφοράν κερδών.
Η επιβαλλομένη κατά τας διατάξεις του άρθρου 15 εισφορά υπολογίζεται:
Α) Βάσει του ποσού των καθαρών κερδών πασών ανεξαιρέτως των ατομικών επιχειρήσεων, των προσωπικών εταιρειών (ομορρύθμων και ετερορρύθμων), των εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης και των κοινοπραξιών, ως ταύτα προσδιορίζονται διά των διατάξεων των άρθρων 31-36α του Ν.Δ. 3323/1955, διά χρονικόν διάστημα δώδεκα (12) μηνών βάσει του μετά την 20 Δεκεμβρίου 1974 κλεισθέντος ισολογισμού. Προκειμένου περί επιχειρήσεων τηρουσών βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων ή μη τηρουσών βιβλία, η εισφορά υπολογίζεται επί των κερδών του ημερολογιακού έτους 1974. Τα ως άνω ποσά κερδών μειούνται μόνον κατά τα ποσά των περιλαμβανομένων εις ταύτα:
α) Μερισμάτων εκ μετοχών και ιδρυτικών τίτλων ημεδαπής ανωνύμου εταιρείας, κερδών εκ συμμετοχής εις ετέρας προσωπικάς εταιρείας, κοινοπραξίας και εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης, εφ` όσον τα ποσά ταύτα υπήχθησαν εις την επιβαλλομένην διά των άρθρων 15-17 εισφοράν και
β) εισοδημάτων απαλλασσομένων της φορολογίας βάσει των διατάξεων του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1975. Κέρδη απαλλασσόμενα της φορολογίας εισοδήματος κατ` εφαρμογήν διατάξεων νόμων υπόκεινται εις την επιβαλλομένην διά του παρόντος εισφοράν.
Β) Βάσει του συνολικού ποσού του εισοδήματος ή κέρδους πασών ανεξαιρέτως των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών και των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών, ως τούτο προσδιορίζεται κατά τας διατάξεις του άρθρου 8 του Σ.Δ. 3843/1958, διά χρονικόν διάστημα δώδεκα (12) μηνών βάσει του μετά την 30 Δεκεμβρίου 1974 κλεισθέντος ισολογισμού.
Το ως άνω ποσόν του εισοδήματος ή κέρδους μειούται μόνον κατά τα ποσά των περιλαμβανομένων εις ταύτα:
α) μερισμάτων εκ μετοχών και ιδρυτικών τίτλων εξ ετέρων ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών, κερδών εκ συμμετοχής εις προσωπικάς εταιρείας, κοινοπραξίας και εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης, εφ` όσον τα ποσά ταύτα υπήχθησαν εις την επιβαλλομένην διά των αρθρ. 15-17 εισφοράν και
β) εισοδημάτων απαλλασσομένων της φορολογίας βάσει των διατάξεων του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3843/58.
Εκ των ως άνω εισοδήματος ή κέρδους δεν εκπίπτονται:
α) τα διανεμόμενα μερίσματα εκ μετοχών και ιδρυτικών τίτλων, τα ποσοστά και αι αμοιβαί των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και αι εκτός μισθού αμοιβαί και ποσοστά των διευθυντών και διαχειριστών των ανωνύμων εταιρειών, και
β) τα κέρδη τα απαλλασσόμενα της φορολογίας εισοδήματος κατ` εφαρμογήν των διατάξεων νόμων.
΄Αρθρον 17
Υπολογισμός εισφοράς.
1. Η έκτακτος εισφορά επί του προσδιοριζομένου κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου ποσού εισοδήματος ή κέρδους υπολογίζεται επί συντελεστή είκοσιν επί τοις εκατόν (20%) επί του υπερβαίνοντος το όριον των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών.
2. Εάν η προκύπτουσα κατ` εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου εισφορά δεν υπερβαίνει το ποσόν των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών αμελείται υπέρ του φορολογουμένου, μη ενεργουμένης βεβαιώσεως αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
Διαδικαστικαί διατάξεις.
΄Αρθρον 18
Βεβαίωσις της εισφοράς.
1. Η επιβαλλομένη διά των άρθρων 15-17 εισφορά βεβαιούται οίκοθεν υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου της περιφερείας ένθα ευρίσκεται η έδρα της επιχειρήσεως επί τη βάσει:
α) Των υποβαλλομένων υπό των επιχειρήσεων δηλώσεων και των οριστικών πράξεων προσδιορισμού αποτελεσμάτων του άρθρου 16α του Ν.Δ. 3323/1955, ως και των συνυποβαλλομένων ισολογισμών εκ των οποίων προκύπτει το υπαγόμενον, βάσει του παρόντος εις εισφοράν εισόδημα.
β) Των τίτλων βεβαιώσεως των αναφερομένων εν παραγράφω 1 του άρθρου 59 του Ν.Δ. 3323/1955 και εν άρθρω 16 του Ν.Δ 3843/1958 ως και των υποβληθέντων ισολογισμών, προκειμένου περί ατομικών επιχειρήσεων και των αναφερομένων εν τη περιπτώσει Β` του άρθρου 16 νομικών προσώπων εκ των οποίων προκύπτει το υπαγόμενον, βάσει του παρόντος εις εισφοράν εισόδημα. Προκειμένου περί κοινοπραξιών συναθροίζονται τα εισοδήματα, όλων των μελών της κοινοπραξίας, τα υποκείμενα εις εισφοράν επί τη βάσει των ως άνω τίτλων βεβαιώσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την άρθρο 33 του Ν. 542/1977 (Α 41).
2. Η εισφορά βεβαιούται:
α) Επ` ονόματι των ατομικών επιχειρήσεων, προσωπικών εταιρειών, εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης και των αναφερομένων εν τη περιπτώσει Β` του άρθρου 16 νομικών προσώπων κατά περίπτωσιν.
β) Εν περιπτώσει μετατροπής ή συγχωνεύσεως ατομικής επιχειρήσεως ή εταιρείας επ` ονόματι της εκ συγχωνεύσεως ή μετατροπής προελθούσης νέας εταιρείας.
γ) Εν περιπτώσει θανάτου του υποχρέου επ` ονόματι των κληρονόμων.
δ) Εν περιπτώσει διαλύσεως νομικού προσώπου επ` ονόματι των προσώπων εις τα οποία περιήλθεν η περιουσία του.
ε) Επί κοινοπραξίας επ` ονόματι των μελών ταύτης επιμεριστικώς, αναλόγως του ποσοστού συμμετοχής εκάστου.
3. Διά τον υπολογισμόν της οφειλομένης εισφοράς εκδίδεται εις διπλούν εκκαθαριστικόν σημείωμα, αντίγραφον του οποίου κοινοποιείται εις τον υπόχρεον.
4. Η προθεσμία διοικητικής επιλύσεως της διαφοράς ή ασκήσεως προσφυγής ως και η άσκησις προσφυγής ενώπιον του Φορολογικού Πρωτοδικείου δεν αναστέλλει την βεβαίωσιν και την είσπραξιν της ενεργουμένης κατά τας διατάξεις της παραγράφου 1 βεβαιώσεως.
5. Αι διατάξεις των άρθρων 50 εως 59, 65 και 68 του Ν.Δ. 3323/ 1955 του άρθρου 16 του Ν.Δ. 3843/1958 και του Ν. 4125/1960 “περί κυρώσεως του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας και περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Οργανισμού Φορολογικών Δικαστηρίων και καθορισμού των τελών διαδικασίας”, ως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και επί της επιβαλλομένης διά των άρθρων 15-17 εισφοράς επιφυλασσομένων των υπό της προηγουμένης παραγράφου οριζομένων.
΄Αρθρον 19
Καταβολή της εισφοράς.
1. Η επιβαλλομένη διά των άρθρων 15-17 εισφορά καταβάλλεται:
α) Εφ` άπαξ οσάκις εξοφλήται διά τραπεζικού δανείου, οπότε η καταβολή πραγματοποιείται δι` εκδόσεως επιταγής της Τραπέζης επ` ονόματι του αρμοδίου Ταμείου Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
β) Εις οκτώ (8) ίσας μηνιαίας δόσεις της πρώτης καταβαλλομένης εντός του μηνός Μαίου 1976, εκάστη δε των λοιπών εντός των αμέσως επομένων μηνών, οσάκις η εξόφλησις της εισφοράς πραγματοποιήται δι` ιδίων χρημάτων της επιχειρήσεως. Επί περιπτώσεων βεβαιώσεως εισφοράς από του μηνός Μαίου 1976 και εφεξής, η πρώτη δόσις καταβάλλεται εντός του επομένου από της βεβαιώσεως μηνός.
Οι εξοφλούντες την οφειλομένην βάσει των διατάξεων των άρθρων 15-17 εισφοράν εντός της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσεως δικαιούνται εκπτώσεως δέκα επί τοις εκατόν (10%) επί του οφειλομένου ποσού.
2. Υπόχρεως εις την καταβολήν της εισφοράς τυγχάνει το φυσικόν ή νομικόνπρόσωπον επ` ονόματι του οποίου βεβαιούται αύτη, κατά τα οριζόμενα εν τω προηγουμένω άρθρω.
3. Εις επιχειρήσεις, εις ας η έκτακτος εφΆπαξ εισφορά επί των κερδών υπελογίσθη και επί της υπεραξίας των παγίων περιουσιακών στοιχείων, της προκυψάσης κατ` εφαρμογήν του Α.Ν. 148/1967 και Ν.Δ. 1297/1972, χορηγείται τραπεζικόνδάνειον προς εξόφλησιν της οφειλομένης εισφοράς βάσει των κερδών, εφαρμοζομένων εν προκειμένω αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 10. Δι`αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής καθορισθήσονται αι Τράπεζαι, αίτινες θα χορηγήσουν τα δάνεια ταύτα, οι όροι χορηγήσεως των δανείων, αι παρεχόμεναι υπό των επιχειρήσεων ασφάλειαι προς λήψιν τούτων, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και πάσα αναγκαία λεπτομέρεια διά την χορήγησιν των δανείων. Αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 εφαρμόζονται αναλόγως και επί των χορηγουμένων δανείων κατ`εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου.
Σημ.: όπως η παρ. 3 προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 32 του 542/1977 (Α 41)
΄Αρθρον 20
Εκπτωσις της εισφοράς.
1. Η καταβαλλομένη εισφορά υπό των ατομικών επιχειρήσεων, των προσωπικών εταιρειών, των εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης, των κοινοπραξιών και των αναφερομένων εν τη περιπτώσει Β` του άρθρου 16 νομικών προσώπων εκπίπτεται εκ των ακαθαρίστων εσόδων αυτών βάσει των διατάξεων του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955 και του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958 ως ακολούθως:
α) Εφ` άπαξ εντός του έτους καταβολής της εισφοράς ή εις πλείονας της μιας χρήσεως, οσάκις η εξόφλησις της εισφοράς ενεργήται δι` ιδίων χρημάτων της επιχειρήσεως.
β) Εντός των διαχειριστικών περιόδων καταβολής των δόσεων διά την εξόφλησιν του συναφθέντος διά την καταβολήν της εισφοράς δανείου.
2. Αι τεχνικαί επιχειρήσεις, των οποίων τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 36 α του Ν.Δ. 3323/1955, δικαιούνται να εκπίπτουν εκ των κερδών τούτων την εισφοράν κατά τα οριζόμενα εν τη προηγουμένη παραγράφω.
ΜΕΡΟΣ Γ΄
ΛΟΙΠΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
΄Αρθρον 21
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 του Α.Ν. 148/1967 “περί μέτρων προς ενίσχυσιν της κεφαλαιαγοράς”, ως ούτος ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον. 10-1. ………………………………………………
2. Απαλάσσονται του φόρου εισοδήματος τα μερίσματα εξ εισηγμένων εις το χρηματιστήριον μετοχών των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών μέχρι ποσού δραχμών δέκα πέντε χιλιάδων (15.000) ετησίως κατά μέτοχον διά τα εκ της αυτής επιχειρήσεως εισπραττόμενα μερίσματα, και ουχί πέραν των δραχμών εξήκοντα χιλιάδων (60.000) εν συνόλω κατά μέτοχον διά τα εκ πλειόνων εταιρειών εισπραττόμενα μερίσματα. Εις ην περίπτωσιν αι μετοχαί είναι εισηγμέναι εις το Χρηματιστήριον επί χρόνον καλύπτοντα περίοδον 120 τουλάχιστον ημερών της εταιρικής χρήσεως, η φορολογική απαλλαγή καλύπτει το συνολικόν μέρισμα της χρήσεως, άλλως το μέρισμα φορολογείται εξ ολοκλήρου. Προκειμένου περί μερισμάτων εκ μετοχών εισηγμένων εις το Χρηματιστήριον, ο υπολογισμός του παρακρατουμένου φόρου γίνεται επί του πλέον των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000) δραχμών καταβαλλομένου κατ` έτος εις έκαστον μέτοχον ποσού, εφ` όσον καθ` υπεύθυνονδήλωσιν του εισπράττοντος το μέρισμα, ούτος δεν έχει απαλλαγή της προεισπράξεως του φόρου βάσει της παρούσης διατάξεως κατά την είσπραξιν μερισμάτων εξ` άλλων εταιρειών αναφερομένων εις την αυτήν χρήσιν διά ποσόν, το οποίον περιλαμβανομένης και της αιτουμένης απαλλαγής, υπερβαίνει τας δραχμάς εξήκοντα χιλιάδας (60.000)”.
3. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται επί των μερισμάτων των κτωμένων από 1ης Ιανουαρίου 1976 και εφεξής.
΄Αρθρον 22
1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 608/1970 “περί Εταιρειών Επενδύσεων-Χαρτοφυλακίου και Αμοιβαίων Κεφαλαίων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 8……………………………………………………
4. Τα μέχρι συνολικού ποσού δραχμών εξήκοντα χιλιάδων (60.000) καθ` έκαστον οικονομικόν έτος μερίσματα, τα εισπραττόμενα υπό μετόχων μιας ή πλειόνων Εταιρειών Επενδύσεων-Χαρτοφυλακίου, απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος. Κατά τον υπολογισμόν του απαλλασσομένου συνολικού ποσού μερισμάτων συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά μερισμάτων τα απαλλαγέντα από του φόρου επί τη βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Α.Ν. 148/67. Η απαλλαγή αφορά εις το μέρισμα ολοκλήρου της χρήσεως, εφ` όσον η μετοχή ήτο εισηγμένη εις το Χρηματιστήριον εντός της αυτής χρήσεως, επί χρονικόν διάστημα τουλάχιστον εκατόνείκοσιν (120) ημερών. Εν εναντία περιπτώσει το μέρισμα φορολογείται ολόκληρον. Εταιρεία Επενδύσεων-Χαρτοφυλακίου διανέμουσα μέρισμα κατώτερον των δραχμών εξήκοντα χιλιάδων (60.000), δεν θα παρακρατήφόρον, επί τη δηλώσει του δικαιούχου, ότι ούτος δεν έχει τύχει ετέρας απαλλαγής από του φόρου επί τη βάσει της παρούσης διατάξεως και της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Α.Ν. 148/67, διά το αυτό οικονομικόν έτος”.
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 25 του Ν.Δ. 608/1970 “περί Εταιρειών Επενδύσεων-Χαρτοφυλακίου και Αμοιβαίων Κεφαλαίων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 25…………………………………………………..
4. Κέρδη διανεμόμενα προς μεριδούχους απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος, ως και παντός άλλου φόρου, τέλους, τέλους χαρτοσήμου, εισφοράς, δικαιώματος ή άλλης οιασδήποτε επιβαρύνσεως υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων μέχρι του ποσού των δραχμών εξήκοντα χιλιάδων (60.000) ετησίως κατά μεριδιούχον. Ινα τύχη απαλλαγής εκ της παρακρατήσεως φόρου, ο μεριδιούχος δέον όπως δηλώση εις την Α.Ε. Διαχειρίσεως εαν κατά την αυτήν χρήσινέτυχεν ομοίας απαλλαγής παρ` ετέρωΑμοιβαίωΚεφαλαίω, το ποσόν αυτής ή αναλόγου απαλλαγής βάσει της διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Α.Ν. 148/67″.
3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί των μερισμάτων ή των κερδών προκειμένου περί Αμοιβαίων Κεφάλαιων, των κτωμένων από 1ης Ιανουαρίου 1976 και εφεξής.
΄Αρθρον 23
1. Εις την παράγραφον 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθεται περίπτωσις ζ` έχουσα ως κάτωθι:”ζ) Οι τόκοι οι καταβαλλόμενοι διά δάνεια συναφθέντα υπό του υποχρέου εκ τραπεζών, ετέρων πιστωτικών οργανισμών ή εκ του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, εφ` όσον αποδεικνύεται η εντός έτους διάθεσίς των, δι` αγοράν νέου περιουσιακού στοιχείου ή διά συμμετοχήν εις επιχείρησιν, των οποίων το εισόδημα φορολογείται βάσει των διατάξεων του παρόντος”.
2. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί των τόκων των καταβαλλομένων από 1 Ιανουαρίου 1976 και εφεξής.
΄Αρθρον 24
1. Το άρθρον 44 του Ν.Δ. 3323/1955 ως τούτο ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 44
Απόδοσιςπαρακρατηθέντος φόρου.
1. Οι κατά το προηγούμενονάρθρονενεργούντεςπαρακράτησιν φόρου υποχρεούνται, όπως αποδίδωσι τούτον εις το Δημόσιον Ταμείον της περιφερείας, εν η εγένετο η καταβολή των αμοιβών, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου των μηνών Απριλίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου και Ιανουαρίου εκάστου έτους, διά προσωρινής δηλώσεως περιλαμβανούσης τας, κατά το προηγούμενονημερολογιακόντρίμηνον, ακαθαρίστους αμοιβάς των μισθωτών και τον παρακρατηθένταφόρον. Το δημόσιον Ταμείον υποχρεούται, όπως μετά την υπ` αυτού βεβαίωσιν του αποδοθέντος φόρου αποστείλη εις τον αρμόδιονΟικονομικόνΕφορον την επιδοθείσαν αυτώ δήλωσιν, επί της οποίας, δέον όπως αναγράφη τον αριθμόν και την ημερομηνίαν του εκδοθέντος σχετικού τριπλοτύπου και το εισπραχθέν ποσόν. Προκειμένου περί εκπροθέσμου προσωρινής δηλώσεως αύτη, δέον όπως προ της αποδόσεως του φόρου θεωρήται υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου, όστις υπολογίζει και τον πρόσθετονφόρον.
2. Πλην των κατά την προηγουμένηνπαράγραφον προσωρινών δηλώσεων οι ενεργούντεςπαρακράτησιν φόρου, υποχρεούνται όπως κατά μήνα Φεβρουαρίον εκάστου έτους, επιδίδωσιν εις τον αρμόδιονΟικονομικόνΕφορονοριστικήνδήλωσιν, περιλαμβάνουσαν το ονοματεπώνυμον και την διεύθυνσιν κατοικίας εκάστου μισθωτού, το ποσόν των αμοιβών, τον αναλογούντα επ` αυτών φόρον βάσει της κλίμακος του άρθρου 9, τον οφειλόμενον τοιούτον μετά την εκ του αναλογούντος φόρου έκπτωσιν ποσοστού δέκα επί τοις εκατόν (10%) επ` αυτού, τον παρακρατηθέντα παρ` εκάστου μισθωτού φόρον, ως και το απομένον προς καταβολήνυπόλοιπον φόρου, όπερ θα καταβάλληται εφ` άπαξ άμα τη υποβολή της δηλώσεως.
3. Προκειμένου περί ενεργούντωνπαρακράτησιν φόρου υπολογιζομένου βάσει των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 9, ούτοι θα αποδίδωσι τούτον κατά τα οριζόμενα υπό των διατάξεων του υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 43 προβλεπομένου Διατάγματος.
4. Εν περιπτώσει θανάτου του ενεργήσαντος την παρακράτησιν του φόρου, υπόχρεοι εις απόδοσιν τούτου κατά τα ανωτέρω εις το Δημόσιον Ταμείον και εις επίδοσιν της οριστικής δηλώσεως εις τον Οικον.Εφοροντυγχάνουσιν οι κληρονόμοι αυτού και έκαστος αναλόγως της περιελθούσης αυτώ κληρονομικής μερίδος.
5. Εις περίπτωσιν μη υποβολής προσωρινής τινος δηλώσεως ή υποβολής τοιαύτης ουχί δι` ολόκληρον το ποσόν του παρακρατηθέντος παρ` εκάστου μισθωτού φόρου, επιβάλλεται ο υπό των διατάξεων του άρθρου 67 πρόσθετος φόρος, διά ενιαίου φύλλου ελέγχου εκδιδομένου μετά την λήξιν της προθεσμίας προς υποβολήν της οριστικής δηλώσεως.
6. Οι κατά την περίπτωσιν δ` της παραγράφου 3 του άρθρου 40 ενεργούντεςπαρακράτησιν φόρου, υποχρεούνται εις απόδοσιν τούτου εις το Δημόσιον Ταμείον υποβάλλοντες σχετικήνδήλωσιν εις τον ΟικονομικόνΕφορον της περιφερείας των εντός του επομένου μηνός από της παρακρατήσεως, περιλαμβάνουσαν το ονοματεπώνυμον και την καταβληθείσαναποζημίωσιν και τον αναλογούντα επ` αυτής φόρον.
7. Δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως καθορίζεται το περιεχόμενον της προσωρινής και οριστικής δηλώσεως, ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια διά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου”.
2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί των νομικών προσώπων περί ων το άρθρον 3 του Ν.Δ. 3843/1958.
3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί των από 1ης Ιανουαρίου 1976 και εφεξής παρακρατουμένων φόρων.
΄Αρθρον 25
Δήλωσις Φορολογίας.
1. Η περίπτωσις α` της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν.Δ. 3843/ 1958, ως τούτο ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
Άρθρον 11.
“1…………………………………………………
α) Τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 εντός τετραμήνου από της λήξεως της διαχειριστικής περιόδου διά τας εντός ταύτης κτηθέντα εισοδήματα. Κατ` εξαίρεσιναλλοδαπαί εταιρίας διά τα κτώμενα κέρδη εκ συμμετοχής των εις εδρεύουσας εν Ελλάδι εταιρίας περιωρισμένης ευθύνης, δικαιούνται όπως υποβάλλωσιν την κατά το προηγούμενον εδάφιον δήλωσιν φορολογίας, μετά την ημερομηνίαν εγκρίσεως του ισολογισμού υπό της συνελεύσεως των εταίρων. Εαν αι εταιρίαι αύται κτώνται και έτερα εισοδήματα εν Ελλάδι, υποχρεούνται όπως υποβάλλωσινετησίανδήλωσιν φορολογίας εισοδήματος εντός της υπό του πρώτου εδαφίου τασσομένης προθεσμίας διά το σύνολον των εν Ελλάδι κτωμένων εισοδημάτων. Εκ του οφειλομένου φόρου εκπίπτεται ο βεβαιωθείς βάσει της κατά το προηγούμενον εδάφιον υποβληθείσης δηλώσεως”.
2. Αι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 4242/1962 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων”, ως τούτο ισχύει, εφαρμόζονται αναλόγως και επί των κατά την παράγραφον υποβαλλομένων δηλώσεων.
3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος υποβαλλομένων από 1ης Οκτωβρίου 1975 και εφεξής.
΄Αρθρον 26
Απαλλαγή εκ της παρακρατήσεως φόρου, μελών γεωργικών συνεταιρισμών.
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του Ν.Δ. 3843/1958 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 15……………………………………………….
2. Οι κατά τον Νόμον 602 Συνεταιρισμοί διανέμοντες κέρδη εις τα μέλη των, υποχρεούνται να παρακρατώσιν εκ των διανεμομένων ποσών διά φόρον εισοδήματος ποσοστόν οκτώ επί τοις εκατόν (8%) και να αποδίδωσιν αυτόν εις το δημόσιον εντός του μηνός του αμέσως από της παρακρατήσεως. Εκ της κατά τ` ανωτέρω παρακρατήσεως φόρου εξαιρούνται τα διανεμόμενα ποσά υπό των γεωργικών συνεταιρισμών πρώτου βαθμού εις τα μέλη τα μη υποκείμενα εις φόρον εισοδήματος βάσει των διατάξεων του Ν.Δ. 3323/ 1955”.
2. Η ισχύς των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζεται επί των διανεμομένων κερδών από 1 Ιανουαρίου 1976 και εφεξής.
΄Αρθρον 27
1. Το άρθρον 8 του Α.Ν. 660/1937 “περί του φόρου επί του κύκλου εργασιών, ως ισχύει αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον8.
1. Ο υπόχρεως εις καταβολήν του φόρου οφείλει, εντός εκάστου μηνός να επιδίδηδήλωσιν εις τον ΟικονομικόνΕφορον της έδρας της επιχειρήσεως, περιλαμβάνουσαν τα κατά τον αμέσως προηγούμενον μήνα ακαθάριστα έσοδα αυτού, καταβάλλων άμα εξ ολοκλήρου τον αναλογούντα φόρον. Εξαιρέσει των βιομηχανικών, βιοτεχνικών, μεταφορικών, διαφημιστικών και ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, ο υπόχρεως εις φόρον δύναται, αντί της κατά το προηγούμενον εδάφιον ανά μήνα δηλώσεως να επιδίδηδήλωσιν εντός του πρώτου δεκαημέρου των μηνών Ιανουαρίου, Απριλίου, Ιουλίου και Οκτωβρίου εκάστου έτους, περιλαμβάνουσαν τα κατά το αμέσως προηγούμενονημερολογιακόντρίμηνον ακαθάριστα έσοδα, καταβάλλων άμα εξ ολοκλήρου τον αναλογούντα φόρον. Ο επιθυμών την υποβολήν της δηλώσεως ανά τρίμηνον, κατά τα εν τω προηγουμένω εδαφίω οριζόμενα, οφείλει να δηλώση τούτο εις τον αρμόδιονΟικονομικόνΕφορον δι` αιτήσεώς του υποβαλλομένης εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους ή προκειμένου περί νεοσυστάτων επιχειρήσεων εντός του επομένου από της συστάσεως του μηνός, άλλως η δήλωσις επιδίδεται εντός εκάστου μηνός κατά τα εν τω πρώτω εδαφίω της παρούσης παραγραφομένα οριζόμενα. Η αίτησις περί καταβολής του φόρου κύκλου εργασιών ανά τρίμηνον επιτρέπεται όπως αναγράφηται υπό του αιτούντος επί του εντύπου της δηλώσεως της υποβαλλομένης εντός του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους, μη υποχρεουμένου εν τη περιπτώσει ταύτη του φορολογουμένου εις την υποβολήν αυτοτελούς αιτήσεως. Αι Τράπεζαι, η Δημόσια Επιχείρησις Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) και ο Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ), τον επί των ακαθαρίστων εσόδων αυτών εκάστου μηνός αναλογούντα φόρον, δηλώνουν και καταβάλλουν εντός του μεθεπομένου μηνός, μη εφαρνοζομένων εν προκειμένω των υπό του δευτέρου εδαφίου της παρούσης παραγράφου οριζομένων. Εις τας δηλώσεις περί ων τα προηγούμενα εδάφια, αναγράφονται διακεκριμένως τα εξ εκάστου υποκαταστήματος, αντιπροσώπου ή πράκτορος πραγματοποιούμενα ακαθάριστα έσοδα κατά κλάδον της επιχειρήσεως. Επίσης αναγράφονται διακεκριμένως η αξία των εξαγομένων εις την αλλοδαπήνπροιόντων και των απαλλασσομένων του φόρου ειδών, η αξία των εκπιπτομένων πρώτων υλών ημεδαπής ή αλλοδαπής προελεύσεως, ως και των εξαιρουμένων του φόρου βάσει του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
2. Αι διατάξεις του άρθρου 73 του Ν.Δ. 3323/1955, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθημεταγενεστέρως και του άρθρου 61 του Ν.Δ. 4/1968(19) “περί Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων” εφαρμόζονται και επί παραβάσεων της κατά τον παρόντα Νόμον φορολογίας επί των ακαθαρίστων εσόδων”.
2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από 1η Ιανουαρίου 1976.
΄Αρθρον 28
Αύξησις προσθέτου ειδικού τέλους επιβατικών αυτοκινήτων και αυτοκινήτων ποδηλάτων ιδιωτικής χρήσεως.
1. Επί επιβατικών αυτοκινήτων τιθεμένων το πρώτον εις κυκλοφορίαν εν Ελλάδι ως ιδιωτικής χρήσεως από 1ης Ιανουαρίου 1976, το κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 15 του Ν. 2367/1953 εφ` άπαξ πρόσθετονειδικόν τέλος, ως τούτο ορίζεται δια της δια του άρθρου 1 του Ν. 4288/ 1963 κυρωθείσης υπ` αριθ. 173/1962 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου εν συνδυασμώ προς την παράγραφον 2 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4535/1966 και το άρθρον 49 του Ν. 12/1975 αυξάνεται κατά ποσοστόν είκοσι πέντε επί της εκατόν (25%).
2. Επί αυτοκινήτων ποδηλάτων (σκούτερ μοτοσυκλεττών) τιθεμένων το πρώτον εις κυκλοφορίαν εν Ελλάδι ως ιδιωτικής χρήσεως από 1ης Ιανουαρίου 1976, το κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3829/ 1958 “περί φορολογικών μέτρων αποσκοπούντων εις τον περιορισμόν της καταναλώσεως ειδών τινων πολυτελείας”, ως ισχύει, εφ` άπαξ πρόσθετονειδικόν τέλος αυξάνεται κατά είκοσι πέντε επί τοις εκατόν (25%).
3. Η κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου αύξησις του προσθέτου ειδικού τέλους δεν ισχύει δια τα επιβατικά αυτοκίνητα, τα οποία είχονεισαχθή εις την χώραν, χωρίς να έχουν τεθή εις κυκλοφορίαν, ή είχονεκφορτωθή και παρέμενον υποκείμενα εις Τελωνειακούς χώρους, ή ευρίσκοντο υπό μεταφοράν ή είχονπαραγγελθή, εφ` όσον αι σχετικαί πιστώσεις εις τας μεσολαβούσας τραπέζαςηνοίχθησαν μέχρι της 31.12.1975 και κατεβλήθησαν αι χρηματικαίπροκαταβολαί αι προβλεπόμεναι υπό των υπ` αριθ. 15069/9.3.1974 και 24240/ 4.4.1975 αποφάσεων του Υπουργού Συντονισμού και Προγραμματισμού, ως αύται ίσχυσαν.
4. Η κατά την παράγραφον 3 του παρόντος άρθρου εξαίρεσις εκ της αυξήσεως του προσθέτου Ειδικού τέλους ισχύει δια τ` αυτοκίνητα τα οποία θα εισαχθούν και ταξινομηθούν μέχρι της τριακοστής πρώτης Μαρτίου 1976.
΄Αρθρον 29
Δι` αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δύναται να ρυθμίζεται πάσα αναγκαία λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν των διατάξεων του Α` και Β` μέρους του παρόντος.
΄Αρθρον 30
Εναρξις ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρχεται από της δημοσιευσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, πλήνάν άλλως, ορίζεται εν αυταίς.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 4 Φεβρουαρίου 1976
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ