Νόμος 671 ΦΕΚ Α΄236/27.8.1977
Περί ιεραρχίας,προαγωγών, αποστρατείας και μεταθέσεων των μονίμων αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Άρθρον 1
Ιεραρχία
1. Η ιεραρχία, περιλαμβάνει την ιεραρχίαν των βαθμών και την ιεραρχία των καθηκόντων. Ιεραρχία των βαθμών είναι η σειρά αυτών, ιεραρχία δε των καθηκόντων η Κλίμαξ της Διοικήσεως. Αναλόγως της θέσεώς των εις την ιεραρχίαν των βαθμών οι αξιωματικοί έχουν την ιδιότητα του ανωτέρου ή κατωτέρου, αναλόγως δε της θέσεώς των εις την ιεραρχίαν των καθηκόντων έχουν την ιδιότητα του διοικητού (προϊσταμένου) ή υφισταμένου.
2. Οι ομοιόβαθμοι αξιωματικοί, αναλόγως της αρχαιότητός των έχουν ιδιότητα του αρχαιοτέρου ή νεωτέρου, εάν δε ούτοι συνδέωνται διά σχέσεως διοικητικής υπαγωγής ή εξαρτήσεως, η αρχαιότης επέχει την αυτήν ισχύν, την οποίαν και η διαφορά του βαθμού.
3. Μεταξύ των τριών Σωμάτων η Χωροφυλακή προβαδίζει των δύο άλλων, η δε Αστυνομία Πόλεων του Πυροσβεστικού.
Άρθρον 2
Προέλευσις αξιωματικών
1. Οι μόνιμοι αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού προέρχονται εξ αποφοίτων των προαγωγικών Σχολών Αξιωματικών των Σωμάτων τούτων, ως και εκ μομίμων Ανθυπασπιστών, Ανθυπασπιστών και Πυρονόμων, προαγομένων κατά τα ειδικώτερα υπό των οικείων διατάξεων οριζόμενα.
2. Οι μόνιμοι αξιωματικοί Ειδικών Υπηρεσιών, ως και οι γυναίκες αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, προέρχονται, κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό των οικείων διατάξεων των οργανικών αυτών νόμων, οι δε μόνιμοι αξιωματικοί Ειδικών Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος ως ακολούθως:
α. Οι οδηγοί εκ Πυρονόμων οδηγών, προαγομένων κατά τα ειδικώτερον υπό των οικείων διατάξεων οριζόμενα.
β. Οι τεχνικοί εκ τεχνικών Πυρονόμων και Αρχιπυροσβεστών, κατόπιν προαγωγικών εξετάσεων κατά τα ειδικώτερον δια Προεδρικού Διατάγματος οριζόμενα.
γ. Οι πλοηγοί δι` απ` ευθείας διορισμού, εφ` όσον πρόκειται περί κυβερνητών πυροσβεστικών πλοιαρίων, εκ πυρονόμων δε εφ` όσον πρόκειται περί μηχανικών πυροσβεστικών πλοιαρίων, κατά τα ειδικώτερα υπό των οικείων διατάξεων οριζόμενα.
δ. Οι υγειονομικοί δι` απ` ευθείας διορισμού ιδιωτών, κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό των οικείων διατάξεων.
ε. Οι μουσικοί κατά τα ειδικώτερον υπό των οικείων διατάξεων οριζόμενα.
Άρθρον 3
Βαθμοί αξιωματικών
1. Ο βαθμός καθιεροί την ικανότητα προς άσκησιν ωρισμένων καθηκόντων, παρέχει δε δικαίωματα και επιβάλλει υποχρεώσεις.
2. Οι βαθμοί των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού και η μεταξύ τούτων αντιστοιχία, έχει ως ακολούθως:
ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΠΟΛΕΩΝ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΝ ΣΩΜΑ
α. Ανώτατοι αξιωματικοί: Αντιστράτηγος Αρχηγός Υποστράτηγος Υπαρχηγός Αρχηγός Ταξίαρχος Γεν. Αστυν. Δ/ντης Αρχιπύραρχος- Υπαρχηγός β. Ανώτεροι αξιω- ματικοί: Συνταγματάρχης Αστυν. Δ/ντης Α` τάξεως Πύραρχος Αντυσυνταγματάρχης Αστυν. Δ/ντης Β` τάξεως Αντιπύραρχος Ταγματάρχης Αστυνόμος Α` τάξεως Επιπυραγός γ. Κατώτεροι αξιωματικοί: Μοίραρχος Αστυνόμος Β` τάξεως Πυραγός Υπομοίραρχος Υπαστυνόμος Α` τάξεως Υποπυραγός Ανθυπομοίραχος Υπαστυνόμος Β` τάξεως Ανθυποπυραγός
Άρθρον 4
Διάκρισις αξιωματικών
1. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού διακρίνονται εις αξιωματικούς Γενικών Υπηρεσιών και αξιωματικούς Ειδικών Υπηρεσιών.
2. Οι αξιωματικοί Ειδικών Υπηρεσιών διακρίνονται κατά Σώμα ως ακολούθως: α. Εις την Χωροφυλακήν: (1) Ιερείς. (2) Υγειονομικοί (ιατροί – οδοντίατροι). (3) Αστυκτηνίατροι. (4) Χημικοί. (5) Μουσικοί. β. Εις την Αστυνομίαν Πόλεων: (1) Ιερείς. (2) Υγειονομικοί (ιατροί – οδοντίατροι). (3) Αστυκτηνίατροι. (4) Χημικοί. (5) Μουσικοί. γ. Εις το Πυροσβεστικόν: (1) Οδηγοί. (2) Τεχνικοί. (3) Πλοηγοί. (4) Υγειονομικοί. (5) Μουσικοί.
Άρθρον 5
Αρχαιότης αξιωματικού εκάστου Σώματος
1. Η αρχαιόητης των αξιωματικών, Γενικών και Ειδικών Υπηρεσιών, εις έκαστον βαθμόν, προσδιορίζεται εκ της χρονολογίας κτήσεως του βαθμού, ως τοιαύτη δε λογίζεται η χρονολογία υπογραφής του σχετικού Π. Δ/τος, ή προκειμένου περί αναδρομικώς προαγομένων η χρονολογία η καθοριζομένη εις το Π. Δ/γμα.
2. Ανεξαρτήτως χρονολογίας κτήσεως του βαθμού: α. Οι αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών είναι αρχαιότεροι των ομοιβάθμων των των Ειδικών Υπηρεσιών. β. Οι εν ενεργεία αξιωματικοί είναι αρχαιότεροι των ομοιοβάθμων των των ανακαλουμένων εις την ενεργόν υπηρεσίαν εκ της εφεδρείας, ως και των βάσει ειδικών διατάξεων διατηρουμένων εις την Υπηρεσίαν προς συμπλήρωσιν ωρισμένης πραγματικής ή συνταξίμου υπηρεσίας. γ. Η μεταξύ ομοιοβάθμων αξιωματικών Ειδικών Υπηρεσιών αρχαιότης καθορίζεται εκ της εις το άρθρον 4 παρ. 2 του παρόντος σειράς αναγραφής αυτών.
3. Η μεταξύ των εξ εκάστης Παραγωγικής Σχολής Αξιωματικών προερχομένων Ανθυπομοιράρχων, Υπαστυνόμων Β` τάξεως και Ανθυποπυραγών αρχαιότης καθορίζεται εκ της σειράς επιτυχίας κατά την αποφοίτησίν των εκ της Σχολής, ανεξαρτήτως χρονολογίας ονομασίας των.
4. Ανθυπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` τάξεως και Ανθυποπυραγοί προερχόμενοι εκ Παραγωγικής Σχολής Αξιωματικών καθίστανται αρχαιότεροι των ομοιοβάθμων των, οι οποίοι απέκτησαν τον βαθμόν των εις χρόνον μεν προγενέστερον, αλλ` εντός του αυτού ημερολογιακού έτους.
5. Η αρχαιότης, την οποίαν αποκτούν οι αξιωματικοί εις τον βαθμόν με τον οποίον εισέρχονται εις το Σώμα των μονίμων αξιωματικών διατηρείται καθ` όλην την σταδιοδρομίαν των, εκτός εάν επέλθουν μεταβολαί συνεπεία:
α. Προαγωγής κατ` εκλογήν εις χρόνον προγενέστερον των κατ` αρχαιότητα προαγομένων.
β. Κρίσεώς των ως παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν.
γ. Προαγωγής αρχαιόητος κατά τας διατάξεις του νόμου περί καταστάσεως αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού.
Άρθρον 6
Αρχαιότης αξιωματικών των Σωμάτων
1. Η αρχαιότης ομοιβάθμων αξιωματικών Γενικών και Ειδικών Υπηρεσιών, μεταξύ των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, εις πάντα βαθμόν, καθορίζεται εκ της χρονολογίας κτήσεως του κατεχομένου βαθμού, προκειμένου δε περί των αποφοιτώντων εκ των Παραγωγικών Σχολών Αξιωματικών κατά το αυτό ημερολογιακόν έτος ή των προαγομένων κατά τας τακτικάς κρίσεις του αυτού έτους βάσει της εις το άρθρον 1 παράγρ. 3 του παρόντος σειράς προβαδίσματος των Σωμάτων.
2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον αρχαιότης δεν επηρεάζει την κατά τας εθιμοτυπικάς εκδηλώσεις παράστασιν ή εκπροσώπησιν των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, ήτις καθορίζεται πάντοτε βάσει της εις το άρθρον 1 παράγρ. 3 του παρόντος σειράς προβαδίσματος αυτών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΩΝ
Άρθρον 7
Βαθμοί μέχρι των οποίων εξελίσσονται οι αξιωματικοί
1. Οι εκ της Παραγωγικής Σχολής Αξιωματικών του οικείου Σώματος προερχόμενοι αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών, δύνανται να προαχθούν μέχρι του βαθμού του Αντιστρατήγου μεν διά την Χωροφυλακήν, του Αρχηγού δε διά την Αστυνομίαν Πόλεων και το Πυροσβεστικόν. Οι εξ Ανθυπασπιστών, Ανθυπασπιστών και Πυρονόμων προερχόμενοι αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών, δύνανται να προαχθούν μέχρι του βαθμού του Μοιράρχου, Αστυνόμου Β` τάξεως και Πυραγού.
2. Οι αξιωματικοί Ειδικών Υπηρεσιών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, δύνανται να προαχθούν ως ακολούθως:
α. Εις την Χωροφυλακήν: (1) Οι Ιερείς μέχρι και του βαθμού του Αντισυνταγματάρχου. (2) Οι Υγειονομικοί, Χημικοί και Αστυκτηνίατροι μέχρι και του βαθμού του Συνταγματάρχου. (3) Οι Μουσικοί μέχρι και του βαθμού του Ταγματάρχου.
β. Εις την Αστυνομίαν Πόλεων: (1) Οι Ιερείς μέχρι και του βαθμού του Αστυνομικού Διευθυντού Β` τάξεως. (2) Οι Υγειονομικοί, Αστυκτηνίατροι και Χημικοί μέχρι και του βαθμού του Αστυνομικού Διευθυντού Α` τάξεως. (3) Οι Μουσικοί μέχρι και του βαθμού του Αστυνόμου Α` τάξεως. γ. Εις το Πυροσβεστικόν: (1) Οι οδηγοί μέχρι και του βαθμού του Επιπυραγού. Η διάταξις αύτη εφαρμόζεται μέχρι της καθ` οιονδήποτε τρόπον εξόδου εκ της Υπηρεσίας των κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος υπηρετούντων οδηγών. (2) Οι Τεχνικοί και Πλοηγοί μέχρι και του βαθμού Επιπυραγού. (3) Οι Υγειονομικοί μέχρι και του βαθμού του Πυράρχου. (4) Οι Μουσικοί μέχρι και του βαθμού του Επιπυραγού.
3. Οι αξιωματικοί που τίθενται στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου προάγονται μέχρι το βαθμό του συνταγματάρχη αστυνομικού διευθυντή Α` και πυράρχου όσοι απ` αυτούς προαχθούν στο βαθμό του συνταγματάρχη αστυνομικού διευθυντή Α` και πυράρχου προάγονται στον επόμενο βαθμό ένα μήνα πρίν απο την έξοδο τους απο την υπηρεσία σύμφωνα με όσα διέπουν τους λοιπούς ομοιοβάθμους τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 παρ. 1 του Ν. 1339/1983 (Α` 35).
Άρθρον 8
Προϋποθέσεις προαγωγής
1. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, προάγονται κατόπιν κρίσεώς των υπό του παρόντος προβλεπομένων Υπηρεσιακών Συμβουλίων. Ειδικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα, περί ων τα άρθρα 10 και 11 του παρόντος, απαγορεύεται, εξαιρέσει των εις τα άρθρα 29, 30, 31 και 33 του παρόντος προβλεπομένων περιπτώσεων.
2. Ουδεμία προαγωγή ενεργείται και ουδείς βαθμός απονέμεται εάν δεν υπάρχη αντίστοιχος κενή θέσις, εξαιρέσει:
α. Των αποφοιτώντων εκ της Παραγωγικής Σχολής Ανθυπομοιράρχων, Υπαστυνόμων Β` τάξεως και Ανθυποπυραγών.
β. Των προαγομένων επ` ανδραγαθία κατά τας οικείας διατάξεις.
γ. Των παραλειφθέντων κατά τας τακτικάς ή εκτάκτους κρίσεις, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα υπό του άρθρου 9 του παρόντος.
δ. Των προαγομένων κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 28 και 29 του παρόντος.
ε. Των προαγομένων μετ` επανάκρισιν κατά τα ειδικώτεροοον οριζόμενα υπό του άρθρου 38 παρ. 4 και 39 παρ. 3 του παρόντος.
3. Αξιωματικοί, συμπληρούντες τα εις τα άρθρα 10 και 11 του παρόντος γενικά και ειδικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα δεν προάγονται, εάν αρχαιότεροί των δεν έχουν συμπληρώσει ταύτα, εκτός εάν η υπό των αρχαιοτέρων μη συμπλήρωσις αυτών οφείλεται εις τους εις τα άρθρα 11 παρ. 2 και 12 παρ. 2 και 3 του παρόντος διαλαμβανομένους λόγους.
4. Αξιωματικοί Γενικών Υπηρεσιών μη προερχόμενοι εκ Παραγωγικής Σχολής Αξιωματικών δεν προάγονται εις τον ανώτερον βαθμόν, εάν δεν εγένετο έναρξις προαγωγής εις τον βαθμόν τούτον των εκ Παραγωγικής Σχολής προερχομένων ομοιοβάθμων των, οι οποίοι απέκτησαν τον βαθμόν του αξιωματικού εντός του αυτού ημερολογιακού έτους, επιφυλασσομένων των υπό του παρόντος προβλεπομένων εξαιρέσεων.
Άρθρον 9
Παραλειπόμενοι των κρίσεων
1. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού δεν κρίνονται κατά τας τακτικάς ετησίας κρίσεις, εάν:
α. Διατελούν εις διαθεσιμότητα (αυτεπάγγελτον ή μη) δι` οιονδήποτε λόγον ή εις λιποταξίαν, παράνομον απουσίαν ή αιχμαλωσίαν.
β. Εκτίουν στερητικήν της ελευθερίας ποινήν ή τελούν εν προφυλακίσει, έστω και αν η έκτισις της ποινής ή η προφυλάκισις διεκόπησαν.
γ. Εχουν παρεπεμφθή διά τελεσιδίκου βουλεύματος εις δίκην.
δ. Εχουν τεθή εις αργίαν δι` απολύσεως ή αργίαν διά προσκαίρου παύσεως.
ε. Εχουν παραπεμφθή ενώπιον Ανακριτικού Συμβουλίου. στ. Δεν έχουν συμπληρώσει τον προβλεπόμενον χρόνον υπηρεσίας εις ωρισμένην θέσιν ή Υπηρεσίαν, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 11 παρ. 1 του παρόντος.
2. Οι διαλαμβανόμενοι εις την προηγουμένην παράγραφον κρίνονται εκτάκτως μετά την λήξιν της διαθεσιμότητος ή την έκτισιν της στερητικής της ελευθερίας ποινής ή της αργίας, ή την τελεσίδικον κρίσιν της υποθέσεώς των από ποινικής ή διοικητικής απόψεως ή την συμπλήρωσιν του χρόνου υπηρεσίας εις ωρισμένην θέσιν ή Υπηρεσίαν, κατά περίπτωσιν. Ούτοι εάν εγγραφούν εις πίνακα προακτέων, προάγονται αναδρομικώς από της χρονολογίας προαγωγής νεωτέρου των ανακτώντες την αρχαιότητά των, πλην των θέσεων, τας οποίας απώλεσαν λόγω της ποινής αργίας δι` απολύσεως, συμφώνως προς τας διατάξεις του νόμου περί καταστάσεως αξιωματικών.
3. Εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις και μόνον χάριν του υπηρεσικακού συμφέροντος ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, μετά γνώμην του οικείου Αρχηγού, δύναται, δι` ητιολογημένης αποφάσεώς του, να εξαιρή απάσας ή ωρισμένας των ως άνω κατηγοριών αξιωματικών της εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Εις την περίπτωσιν ταύτην είναι δυνατή η ενέργεια και εκτάκτων κρίσεων.
4. Αξιωματικοί, εγγραφόμενοι εις πίνακα προακτέων, εάν προ της προαγωγής των υπαχθούν εις μίαν των περιπτώσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δεν προάγονται, αλλά κρίνονται εκ νέου, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις την προηγουμένην παράγραφον.
Άρθρον 10
Γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα
1. Γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα είναι ο ελάχιστος χρόνος υπηρεσίας εις τον κατεχόμενον βαθμόν και ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας ως αξιωματικού, προς της συμπληρώσεως των οποίων οι αξιωματικοί δεν επιτρέπεται να προαχθούν, επιφυλασσομένων των διατάξεων των άρθρων 29 παρ. 1 και 5, 30, 31 και 33 του παρόντος.
2. Οι εις έκαστον βαθμόν ελάχιστος χρόνος υπηρεσίας των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομία Πόλεων και Πυροσβεστικού, Γενικών και Ειδικών Υπηρεσιών, αυτοτελώς ή εν συνδυασμώ προς τον συνολικόν χρόνον υπηρεσίας αυτών ως αξιωματικών, καθορίζεται ως ακολούθως:
α. Ανθυπομοίραρχος, Υπαστυνόμος Β` τάξεως και Ανθυποπυραγός 3 έτη.
β. Υπομοίραρχος, Υπαστυνόμος Α` τάξεως και Υποπυραγός 4 έτη.
γ. Μοίραρχος, Αστυνόμος Β` τάξεως και Πυραγός 5 έτη εις τον βαθμόν ή 10 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 2 έτη εις τον βαθμόν.
δ. Ταγματάρχης, Αστυνόμος Α` τάξεως και Επιπυραγός 4 έτη εις τον βαθμόν ή 14 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 2 έτη εις τον βαθμόν.
ε. Αντισυνταγματάρχης, Αστυνομικός Διευθυντής Β` τάξεως και Αντιπύραρχος 4 έτη εις τον βαθμόν ή 18 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 2 έτη τον βαθμόν.
στ. Συνταγματάρχης Αστυνομικός Διευθυντής Α` τάξεως και Πύραρχος 2 έτη εις τον βαθμόν ή 20 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 1 έτος εις τον βαθμόν. ζ. Ταξίαρχος, Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής και Αρχιπύραρχος 2 έτη εις τον βαθμόν ή 22 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 6 μήνες εις τον βαθμόν.
η. Υποστράτηγος και Υπαρχηγός Αστυνομίας Πόλεων 2 έτη εις τον βαθμόν ή 25 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού, εξ ης 6 μήνες εις τον βαθμόν.
3. Ειδικώς διά τους Ανθυπομοιράρχους ιατρούς ο χρόνος υπηρεσίας εις τον βαθμόν ορίζεται εις 1 έτος. [διά δε τους αξιωματικούς της Μουσικής και των τριών Σωμάτων εις έκαστον βαθμόν εις 5 έτη].
4. Προκειμένου περί αξιωματικών, οι οποίοι εισέρχονται εις τα Σώματα Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού με βαθμόν ανώτερον του Ανθυπομοιράρχου, Υπαστυνόμου Β` τάξεως και Ανθυποπυραγού, ουχί όμως ανώτερον του Μοιράρχου, Αστυνόμου Β` τάξεως και Πυραγού κατά τα υπό των οικείων διατάξεων οριζόμενα, ούτοι, καθ` όσον αφορά την συμπλήρωσιν της συνολικής υπηρεσίας ως αξιωματικών διά την απόκτησιν δικαιώματος προαγωγής, λογίζεται ότι έχουν συμπληρώσει το διά τους κατωτέρους του βαθμού υπό τον οποίον εισέρχονται βαθμούς προβλεπόμενον υπό του παρόντος άρθρου χρόνον υπηρεσίας.
5. Αξιωματικός, προαχθείς ή προαγόμενος επ` ανδραγαθία ή ως ολυμπιονίκης, θεωρείται ότι απέκτησε το βαθμό του Υπαστυνόμου Β` από τη χρονολογία που απέκτησε το βαθμό αυτό, με την ανωτέρω προαγωγή, αμέσως νεότερός του.
Σημ.: όπως η παρ. 5 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ΠΔ 202/1989 (Α 97).
Άρθρον 11
Ειδικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 62 παρ. 1 του Ν. 1481/1984, ΦΕΚ Α 152.
Άρθρον 12
Υπολογισμός χρόνου υπηρεσίας εις τον βαθμόν
1. Προς υπολογισμόν του ελαχίστου χρόνου υπηρεσίας είς έκαστον βαθμόν, καθ`όσον αφορά την συμπλήρωσιν των γενικών τυπικών προσόντων προαγωγής, λαμβάνεται υπ` όψιν και προσμετρείται ο χρόνος καθ` ον οι αξιωματικοί διετέλεσαν εις τον κατεχόμενον βαθμόν εις κανονικήν ή βραχείαν άδειαν μέχρι 40 ημερών κατ` έτος ή εις νοσηλείαν ή άδειαν συνεπεία παθήσεως ή τραυματισμού, επισυμβάντος κατά την υπηρεσίαν και ένεκα ταύτης μέχρι της τελικής κρίσεως της σωματικής αυτών ικανότητος. Προσμετρείται επίσης ο χρόνος:
α. Της αδείας κυήσεως και τοκετού των γυναικών αξιωματικών.
β. Της αιχμαλωσίας, εάν ο αξιωματικός απηλλάγη πάσης κατηγορίας.
γ. Της αναδρομικής, κατά τας διατάξεις του παρόντος, προαγωγής.
2. Διά τους βαθμούς διά τους οποίους ο απαιτούμενος ελάχιστος χρόνος υπηρεσίας, αυτοτελώς ή εν συναρτήσει προς τον συνολικόν τοιούτον υπηρεσίας ως αξιωματικού είναι μείζων των δύο ετών, προσμετρείται επίσης και ο χρόνος καθ` ον οι αξιωματικοί διετέλεσαν εις νοσηλείαν ή μακράν άδειαν λόγω νόσου, παθήσεως ή τραυματισμού, επισυμβάντος ουχί ένεκα της υπηρεσίας, μέχρι 12 μηνών εν συνόλω δι` απάσας τας περιπτώσεις.
3. Δεν λογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας εις τον βαθμόν ο χρόνος, καθ` ον οι αξιωματικοί εξέτισαν στερητικήν της ελευθερίας ποινήν συνεπεία καταδίκης, ως και ο χρόνος καθ` ον ούτοι διετέλεσαν εις:
α. Αργία δι` απολύσεως ή αργίαν διά προσκαίρου παύσεως.
β. Διαθεσιμότητα τη αιτήσει των.
γ. Εκπαιδευτικήν άδειαν τη αιτήσει των.
δ. Προφυλάκισιν, εφ` όσον δεν επηκολούθησεν απαλλακτικόν βούλευμα ή αθωωτική απόφασις.
ε. Λιποταξίαν ή παράνομον απουσίαν, εφ` όσον δεν επηκολούθησεν απαλλακτικόν βούλευμα ή αθωωτική απόφασις.
στ. Διαθεσιμότητα λόγω ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατ` αποφάσεως ανακριτικού (πειθαρχικού) Συμβουλίου εφ` όσον η προσβαλλομένη διοικητική πράξις δεν ηκυρώθη.
4. Λογίζεται επίσης ως χρόνος παραμονής στο βαθμό, ο χρόνος κατά τον οποίον Αστυνομικοί Υποδιευθυντές και Αστυνομικοί Διευθυντές διετέλεσαν στο βαθμό τους:
α) Σε αναρρωτική άδεια λόγω νόσου ή τραυματισμού μέχρι δύο (2) μηνών.
β) Σε νοσηλεία μέχρι δύο (2) μηνών.
Εάν συντρέχουν και οι δύο περιπτώσεις ανεξαρτήτως διαρκείας, δεν δύναται να λογισθεί χρόνος μεγαλύτερος του ενός έκτου (1/6) του κατά το άρθρο 10 του παρόντος απαιτουμένου ελαχίστου χρόνου παραμονής στο βαθμό.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.40/1994 (ΦΕΚ Α 30)
Άρθρον 13
Ουσιαστικά προς προαγωγήν προσόντα
Τα ουσιαστικά προς προαγωγήν προσόντα προσδιορίζουν την εν γένει ικανότητα των αξιωματικών διά την άσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των και την περαιτέρω εξέλιξιν αυτών. Ταύτα αποτελούν τα βασικά στοιχεία, επί των οποίων στηρίζονται αι κρίσεις των αξιωματικών, συνάγονται δε εκ των εκθέσεων ικανότητος και των λοιπών υπαρχόντων εις τους ατομικούς αυτών φακέλλους εγγράφων.
Άρθρον 14
Ανάλυσις ουσιαστικών προσόντων
1. Τα ουσιαστικά προς προαγωγήν προσόντα διακρίνονται εις διανοητικά, επαγγελματικά, διοικητικά, ηθικά, ψυχικά και σωματικά.
2. Τα διανοητικά προσόντα προσδιορίζουν την εν γένει διανοητικήν ικανότητα και ευστροφίαν και αναφέρονται εις:
α. Την νοημοσύνην και την κρίσιν.
β. Την αντίληψιν της πραγματικότητος, την πρακτικότητα και την προσαρμοστικότητα προς μεταβαλλομένας καταστάσεις και απαιτήσεις.
γ. Την επινοητικότητα, δημιουργικότητα κια πρωτοτυπίαν.
δ. Την ικανότητα εκφράσεως.
3. Τα επαγγελματικά προσόντα προσδιορίζουν την ικανότητα ασκήσεως των καθηκόντων του κατεχομένου βαθμού και την τοιαύτην του αμέσως ανωτέρω βαθμού και αναφέρονται εις:
α. Την επαγγελματικήν κατάρτισιν εις τον κατεχόμενον βαθμόν.
β. Την κατάρτισιν διά περαιτέρω εξέλιξιν.
γ. Την ικανότητα αφομοιώσεως των νέων εξελίξεων εις την εν γένει επαγγελματικήν δράσιν.
δ. Την μεθοδικότητα.
ε. Τον ζήλον και το ενδιαφέρον διά την Υπηρεσίαν.
στ. Το ενδιαφέρον διά την συντήρησιν του υλικού της Υπηρεσίας.
ζ. Την εκπαιδευτική ικανότητα.
η. Την αγάπην προς το αστυνομικόν ή το πυροσβεστικόν επάγγελμα και τας παραδόσεις του Σώματος εις το οποίον ανήκουν, το αίσθημα συναδελφότητος και αλληλεγγύης.
4. Τα διοικητικά προσόντα προσδιορίζουν την διοικητικήν και ηγετικήν ικανότητα και αναφέρονται εις:
α. Το κύρος.
β. Την δύναμην επιβολής επί των υφισταμένων και την ικανότητα αξιολογήσεως και αποδοτικής χρησιμοποιήσεως αυτών.
γ. Το ενδιαφέρον διά τας ανάγκας των υφισταμένων, την ψυχικήν επαφήν μετ` αυτών και την μέριμναν διά την ανύψωσιν του ηθικού και της πειθαρχίας των.
δ. Την ενεργητικότητα και δραστηριότητα.
ε. Την προβλεπτικότητα.
στ. Την ικανότητα οργανώσεως, διευθύνσεως και συντοντισμού.
ζ. Την επίβλεψιν και τον έλεγχον επί της εκτελέσεως των διατασσομένων.
5. Τα ηθικά προσόντα προσδιορίζουν το ήθος και τον χαρακτήρα και αναφέρονται εις:
α. Την ειλικρίνειαν, ευθύτητα και συνέπειαν.
β. Την αξιοπρέπειαν.
γ. Την ευσυνειδησίαν.
δ. Την πειθαρχικότητα.
ε. Την εχεμύθειαν.
στ. Την τιμιότητα.
ζ. Την σεμνότητα.
η. Το αίσθημα ευθύνης.
θ. Το πνεύμα συνεργασίας.
ι. Την αμεροληψίαν και δικαιοσύνην.
6. Τα ψυχικά προσόντα προσδιορίζουν την ευψυχίαν, την σθεναρότητα και την εν γένει ψυχικήν ευστάθειαν και αναφέρονται εις:
α. Την εμμονήν, την καρτερικότητα, την δύναμιν θελήσεως και αντοχήν εις τας πιέσεις.
β. Το θάρρος έναντι φυσικών κινδύνων.
γ. Το θάρρος της γνώμης.
δ. Την ανάληψιν ευθυνών.
ε. Την αποφασιστικότητα.
στ. Την πρωτοβουλίαν.
ζ. Την αυτοπεποίθεσιν.
η. Την ψυχραιμίαν και αυτοκυριαρχίαν.
θ. Την σταθερότητα εις τας γνώμας και αποφάσεις.
7. Τα σωματικά προσόντα αναφέρονται εις την υγείαν, την αρτιμέλειαν, την αντοχήν εν τη εκτελέσει της υπηρεσίας και την εν γένει σωματικήν παράστασιν.
8. Τα σοβαρώτερα ελαττώματα και ελλείψεις διά τους αξιωματικούς είναι τα ακόλουθα, πρέπει δε ταύτα απαραιτήτως να συνάγωνται εις τους ατομικούς φακέλλους των αξιωματικών:
α. Η έλλειψις πίστεως εις την Πατρίδα, τα εθνικά ιδεώδη και το δημοκρατικόν πολίτευμα της Χώρας.
β. Η μη ανωτέρα αντίληψις των εκ του αξιώματος απορρεουσών υποχρεώσεων.
γ. Η έλλειψις κοινωνικότητος.
δ. Η χρησιμοποίησις πλαγίων μέσων διά την ικανοποίησιν ατομικών αιτημάτων.
ε. Η μη αντοχή εις πιέσεις και η άσκησις των καθηκόντων κατά τρόπον, επηρεαζόμενον εκ της πολιτικής καταστάσεως.
στ. Η αντίθετος προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά, η ροπή προς πολιτικολογίαν, η μέθη, η χαρτοπαιξία και η δημιουργία χρεών.
ζ. Ο αρριβισμός, η μεμψιμοιρία, η κολακεία, η φιλοκατηγορία, η εριστικότης και η αυτοδιαφήμισις.
9. Η ευδόκιμος αποφοίτησις εκ των παραγωγικών και Επαγγελματικών Σχολών Μετεκπαιδεύσεως ως και των Σχολών Ξένων Γλωσσών συνεκτιμάται.
Άρθρον 15
Βαθμολογίαι ουσιαστικών προσόντων
1. Ο τρόπος βαθμολογίας των προσόντων, η συνεκτίμησις αυτών, ως και πάσα λεπτομέρεια συντάξεως των εκθέσεων ικανότητος των Αξιωματικών, καθορίζονται δια Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως.
2. Η κλίμαξ βαθμολογίας των εις το προηγούμενον άρθρον ουσιαστικών προς προαγωγήν προσόντων και η βάσει ταύτης γενική βαθμολογία των αξιωματικών καθορίζεται ως ακολούθως, τυχόν δε προκύπτοντα κλασματικά υπόλοιπα διατηρούνται:
α. Εξαίρετος (10).
β. Λίαν Καλώς (9 ή 8).
γ. Καλώς (7, 6 ή 5).
δ. Σχεδόν Καλώς (4 ή 3).
ε. Απαράδεκτος (2 ή 1).
3. Βαθμολογία των ηθικών προσόντων και εκ των σωματικών της υγείας κάτω του 8 πρέπει να στηρίζεται εις επίσημα έγγραφα στοιχεία, υπάρχοντα εις τους ατομικούς φακέλλους των αξιωματικών.
4. Η βαθμολογία των διοικητικών και επαγγελματικών προσόντων των Αξιωματικών δέον να στηρίζεται εις την διοικητικήν και επιτελικήν πείραν και ικανότητα τούτων, περί ης να γίνεται ειδική μνεία των Συντακτών εις τας Εκθέσεις ικανότητος αναλόγως της προσωπικότητος ενός εκάστου και του χρόνου υπηρεσίας εις βασικούς εκτελεστικούς τομείς των Σωμάτων. Προκειμένου περί Αξιωματικών από του βαθμού του Αντισυνταγματάρχου, του Αστυν. Διευθυντού Β` και του Αντιπυράρχου απαραιτήτως, προς προαγωγήν τούτων, θεωρείται αναγκαία η ευρεία και ποικίλη διοικητική και επιτελική πείρα και ικανότης αυτών, ως αύτη καταχωρείται δεόντως ητιολογημένη εις τας Εκθέσεις ικανότητος των Αξιωματικών.
5. Τα εις την παράγραφον 8 του προηγουμένου άρθρου ελαττώματα και ελλείψεις δεν βαθμολογούνται, αλλ` επηρεάζουν δυσμενώς την βαθμολογίαν τόσον των επί μέρους ουσιαστικών προσόντων, όσον και την γενικήν βαθμολογίαν των αξιωματικών.
6. Ειδικώτερον ελαττώματα των περιπτ. β`, γ` στ`, και ζ` παρ. 8 του άρθρου 14, επισημαινόμενα υπό τριών τουλάχιστον Συντακτών εκθέσεων ικανότητος δύνανται να αποτελέσουν ισχυρόν στοιχείον δυσμενούς κρίσεως, έστω και αν δεν προκύπτουν εξ ετέρων επισήμων εγγράφων.
7. Η σειρά αποφοιτήσεως εκ της παραγωγικής ή επαγγελματικής Σχολής Μετεκπαιδεύσεως, ή τοιαύτης Ξένων Γλωσσών σημειούται εις τα “συνεκτιμώμενα” και συνεκτιμάται αναλόγως.
Άρθρον 16
Διαβαθμίσεις κρίσεων βάσει των ουσιαστικών προσόντων
1. Οι αξιωματικοί, επί τη βάσει των ουσιαστικών προσόντων αυτών, κρίνονται ως ακολούθως:
α. Προακτέοι κατ` εκλογήν.
β. Προακτέοι κατ` αρχαιότητα.
γ. Παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν.
δ. Αποστρατευτέοι.
ε. Διατηρητέοι.
στ. Ευδοκίμως τερματίσαντες την στραδιοδρομίαν των.
2. Προακτέοι κατ` εκλογήν κρίνονται οι μη διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί από του βαθμού του Μοιράρχου, Αστυνόμου Β` τάξεως και Πυραγού μέχρι και του Συνταγματάρχου, Αστυνομικού Διευθυντού Α` τάξεως και Αντιπυράρχου, εφ` όσον συγκεντρώνουν τας εις το άρθρον 14 παράγρ. 2 έως 6 του παρόντος ουσιαστικά προς προαγωγήν προσόντα εις βαθμόν τουλάχιστον λίαν καλώς και δεν συμπληρούν 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν, προς δε έχουν: α. Υγείαν, επιτρέπουσαν την αποδοτικήν ενάσκησιν των καθηκόντων των και β. αποφοιτήσει με βαθμόν τουλάχιστον “καλώς” εκ των Σχολών Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως, η εις τας οποίας φοίτησις συνιστά τυπικόν προσόν διά την προαγωγήν.
3. Προακτέοι κατ` αρχαιότητα κρίνονται:
α. Οι συμπληρούντες 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν αξιωματικοί, εφ` όσον συγκεντρώνουν τα προς προαγωγήν προσόντα, φέρουν δε βαθμόν μέχρι και του Ταξιάρχου, Γενικού Αστυνομικού Διευθυντού ή Πυράρχου και δεν διανύουν τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεως των.
β. Οι μη διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί από του βαθμού του Ανθυπομοιράρχου, Υπαστυνόμου Β` τάξεως, Ανθυποπυράγου μέχρι και Αντισυνταγματάρχου, Αστυνομικού Διευθυντού Β` τάξεως και Αντιπυράρχου, εφ` όσον συγκεντρώνουν τα εις το άρθρον 14 παρ. 2 εως 6 του παρόντος ουσιαστικά προς προαγωγήν προσόντα εις βαθμόν τουλάχιστον “καλώς”, προς δε έχουν: (1) Υγείαν, επιτρέπουσαν την αποδοτικήν ενάσκησιν των καθηκόντων των και (2) αποφοιτήσει εκ των Σχολών Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως, η εις τας οποίας φοίτησις συνιστά τυπικόν προσόν διά την προαγωγήν.
4. Παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν κρίνονται οι μη διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί από του βαθμού του Ανθυπομοιράρχου, Υπαστυνόμου Β` τάξεως και Ανθυποπυραγού μέχρι και του Αντισυνταγματάρχου, Αστυνομικού Διευθυντού Β` τάξεως και Αντιπυράρχου, εφ` όσον κρίνεται ότι δεν θεωρούνται μεν ικανοί διά την ενάσκησιν καθηκόντων ανωτέρου βαθμού, είναι όμως επαρκείς διά την ενάσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των, ως και οι Ταξίρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί και Πύραρχοι, εφ` όσον παραλείπονται κατά τας προαγωγάς προς πλήρωσιν θέσεων Υποστρατήγων, Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων ή του Αρχιπυράρχου, κατά το άρθρον 34 του παρόντος.
5. Αποστρατευτέοι κρίνονται:
α. Οι αξιωματικοί, οι μη συγκεντρούντες τα προς προαγωγήν προσόντα, προς δε μη θεωρούμενοι κατάλληλοι διά την ενάσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των, λόγω ουσιώδους ελλείψεως των προσόντων τούτων.
β. Οι μη διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί, μέχρι και του βαθμού του Αντισυνταγματάρχου, Αστυνομικού Διευθυντού Β` τάξεως και Αντιπυράρχου, εφ` όσον κρίνονται παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν οι μεν κατώτεροι αξιωματικοί τρις εις τον κατεχόμενον βαθμόν, οι δε ανώτεροι δις εις τον κατεχόμενον βαθμόν, ή τρις καθ` όλην την διάρκειαν της σταδιοδρομίας των, εκ των οποίων η μία εις τον κατεχόμενον βαθμόν.
γ. Οι διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί, εφ` όσον κρίνεται ότι η περαιτέρω παραμονή των εις την ενέργειαν, δεν προάγει το συμφέρον της υπηρεσίας.
6. Διατηρητέοι κρίνονται οι διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικοί, εφ` όσον κρίνονται κατάλληλοι διά την άσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των και δεν συμπληρώνουν 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν, ως και οι Υποστράτηγοι, Υπαρχηγοί Αστυνομίας, Πύραρχοι και ο Αντιπύραρχος, εφ` όσον κρίνεται ότι συγκεντρώνουν εις απόλυτον βαθμόν άπαντα τα διά την άσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των ουσιαστικά προσόντα και δεν συμπληρούν 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν.
7. Ευδοκίμως τερματίσαντες την σταδιοδρομίαν των κρίνονται:
α. Οι Πύραρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί, Αρχιπύραρχος, Υποστράτηγοι, και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων, εφ` όσον αποστρατεύονται ή παραλείπονται κατά τας κρίσεις διά την επιλογήν Αρχηγών.
β. Ταξίαρχοι, Γενικαί Αστυνομικοί Διευθυνταί, Υποστράτηγοι και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων, εφ` όσον αποστρατεύονται κατά τα οριζόμενα εις το άρθρον 30 του παρόντος.
γ. Οι Υποστράτηγοι, Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων, Ταξίαρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί και ο Αρχιπύραρχος, εφ` όσον αποστρατεύονται κατά τα οριζόμενα εις το άρθρον 35 του παρόντος.
δ. Οι συμπληρούντες 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν, εφ` όσον διανύουν τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεών των ή, φέρουν τον βαθμόν του Υποστρατήγου, Υπαρχηγού Αστυνομίας Πόλεων ή Αρχιπυράρχου.
ε. Οι μη διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των Συνταγματάρχαι, Αστυνομικαί Διευθυνταί Α` τάξεως και Πύραρχοι, εφ` όσον κρίνεται ότι δεν συγκεντρώνουν εις απόλυτον βαθμόν άπαντα τα ιδιάζοντα ουσιαστικά προσόντα προς προαγωγήν ή δεν αποδίδουν εις απόλυτον βαθμόν.
8. Η κρίσις γίνεται διά συνεκτιμήσεως των προσόντων των κρινομένων καθ` όλην την διάρκειαν της σταδιοδρομίας των και ιδιαιτέρως εις τον κατεχόμενον βαθμόν, ως και της βάσει συγκεκριμένων στοιχείων αιτιολογουμένης προσωπικής αντιλήψεως των μελών των Συμβουλίων. Η κρίσις είναι αυστηροτέρα δια τους μεγάλους βαθμούς και επιεικεστέρα διά τους μικρούς βαθμούς. Ελάττωμα, αδυναμία ή έλλειψις προσόντος μη επηρεάσασα δυσμενώς την κρίσιν εις τους κατωτέρους βαθμούς δύναται να επηρεάσει την κρίσιν εις τους ανωτέρους τοιούτους, ιδία εάν αφορά τα ηθικά και ψυχικά προσόντα, το κύρος και την ικανότητα οργανώσεως, διευθύνσεως και συντονισμού.
9. Αι δυσμενείς κρίσεις δέον να αιτιολογούνται. Ως αιτιολογία νοείται η παράθεσις των δυσμενών στοιχείων και η διαπίστωσις ότι εις ταύτα απεδόθη μείζων σημασία. Δυσμενείς είναι αι κρίσεις:
α. Προακτέος κατ` αρχαιότητα διά τους βαθμούς διά τους οποίους προβλέπεται και προαγωγή κατ` εκλογήν.
β. Παραμένων εις τον αυτόν βαθμόν.
γ. Αποστρατευτέος.
10.Σημ.: όπως ηπαρ. 10 του άρθρου 16 καταργήθηκε με το άρθρο 23 του Ν.772/1978 (ΦΕΚ Α 57).
Άρθρον 17
Τρόπος προαγωγής
1. Οι αξιωματικοί προάγονται ως ακολούθως:
α. Οι Ανθυπομοίραρχοι, Υπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` και Α` τάξεως, Ανθυποπυραγοί και Υποπυραγοί “κατ` αρχαιότητα”.
β. Οι Μοίραρχοι, Αστυνόμοι Β` τάξεως και Πυραγοί “κατ` εκλογήν” και “κατ` αρχαιότητα” με αναλογίαν προαγωγής 5/10 “κατ` εκλογήν” και 5/10 “κατ` αρχαιότητα”.
γ. Οι Ταγματάρχαι, Αστυνόμοι Α` τάξεως και Επιπυραγοί “κατ` εκλογήν” και “κατ` αρχαιότητα” με αναλογίαν προαγωγής “κατ` εκλογήν” 6/10 και “κατ` αρχαιότητα” 4/10.
δ. Αντισυνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως και Αντυπύραρχοι “κατ` εκλογήν” και “κατ` αρχαιότητα” με αναλογίαν προαγωγής “κατ` εκλογήν 7/10 και “κατ` αρχαιότητα” 3/10.
ε. Οι Συνταγματάρχαι και οι Αστυνομικοί Διευθυνταί Α` τάξεως μόνον “κατ` εκλογήν”.
στ. Οι Πύραρχοι, Ταξίαρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί, Αρχιπύραρχος, Υποστράτηγοι και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις τα άρθρα 30, 33 και 34 του παρόντος.
2. Εν ουδεμία περιπτώσει αξιωματικός, εγγεγραμμένος εις τους πίνακας “προακτέων κατ` εκλογήν” δύναται, κατά τας προαγωγάς, να υπολειφθή νεωτέρου του, εγγεγραμμένου εις τους πίνακας προακτέων “κατ` αρχαιότητα”. Προκειμένης καλύψεως των εις έκαστον πίνακα αναλογουσών θέσεων, ο αριθμός των κενών θέσεων, προς πλήρωσιν των οποίων ενεργούνται αι προαγωγαί, περιλαμβάνει απάσας τας κατά την κύρωσιν των πινάκων και την διάρκειαν της ισχύος αυτών υφισταμένας και δημιουργουμένας κενάς θέσεις. Εάν κατά την κατανομήν των κενών θέσεων εκ του πολλαπλασιασμού προκύπτη κλάσμα, η θέσις δίδεται εις τους του πίνακος εκείνου του οποίου το κλάσμα είναι μεγαλύτερον, επί ίσου δε κλασματικού υπολοίπου εις τους κατ` εκλογήν προακτέους. Οσάκις οι εις ένα πίνακα εγγεγραμμένοι είναι ολιγώτεροι του αναλογούντος αυτώ αριθμού, συμπληρούται ο αριθμός εκ του ετέρου πίνακος.
Άρθρον 18
Εκθέσεις ικανότητος
1. Εκθέσεις ικανότητος είναι τα έγγραφα εις τα οποία εμφαίνονται και βαθμολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα και επισημαίνονται τυχόν ελλείψεις και ελαττώματα των αξιωματικών μέχρι και του βαθμού του Υποστρατήγου, Υπαρχηγού Αστυνομίας Πόλεων και Αρχιπυράρχου.
2. Αι εκθέσεις ικανότητος διακρίνονται εις τακτικάς και εκτάκτους, συντάσσονται δε, αι μεν τακτικαί την 20ην Μαρτίου εκάστου έτους, αι δε έκτακτοι κατά τα οριζόμενα υπό του εις την παράγρ. 3 του παρόντος άρθρου προβλεπομένου Π. Δ/τος. Κατά πάσαν περίπτωσιν δέον όπως ο αξιωματικός έχη υπηρετήσει επί τρίμηνον τουλάχιστον υπό τας διαταγάς του συντάσσοντος και ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής εις τον βαθμόν.
3. Διά Π. Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, μετά γνώμην των Αρχηγών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, καθορίζονται: Ο τύπος των εκθέσεων ικανότητος, αι περιπτώσεις καθ` ας συντάσσονται αι έκτακτοι εκθέσεις ικανότητος, ο τρόπος συντάξεως και υποβολής αυτών, ο τρόπος γνωματεύσεως επ` αυτών, οι αρμόδιοι διά την σύνταξιν, γνωμάτευσιν και τήρησιν των εκθέσεων ικανότητος και των λοιπών ατομικών εγγράφων, ως και πάσα εν γένει αναγκαία λεπτομέρεια περί των ατομικών εγγράφων των αξιωματικών και την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου.
4.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 62 παρ. 1 του Ν. 1481/1984, ΦΕΚ Α 152.
Άρθρον 19
Ειδικαί εκθέσεις αποστρατείας
1. Οι αρμόδιοι διά την σύνταξιν εκθέσεων ικανότητος δύνανται να υποβάλλουν, κατά τον χρόνον συντάξεως των τακτικών εκθέσεων ικανότητος, δια τους υπ` αυτούς αξιωματικούς μέχρι του βαθμού του Συνταγματάρχου, Αστυνομικού Διευθυντού Α` τάξεως και Πυράρχου ειδικήν έκθεσιν αποστρατείας, εάν ούτοι παρουσιάζουν ουσιώδη έλλειψιν των ουσιαστικών προς προαγωγήν προσόντων, υπό την προϋπόθεσιν ότι συνεπλήρωσαν ενός έτους υπηρεσίαν εις τον κατεχόμενον βαθμόν, εκ της οποίας τρίμηνον τουλάχιστον υπό τας διαταγάς του συντάσσοντος την έκθεσιν.
2. Ειδικαί εκθέσεις αποστρατείας δύναται να υποβληθούν οποτεδήποτε δι` ουσιώδη έλλειψιν των ουσιαστικών προσόντων και διά τους Ταξιάρχους, Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντάς, Υποστρατήγους, Υπαρχηγούς Αστυνομίας Πόλεων και τον Αρχιπύραρχον ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας εις τον βαθμόν, υπό την προϋπόθεσιν ότι κατά τον χρόνον συντάξεως αυτών έχουν συμπληρώσει τρίμηνον τουλάχιστον υπηρεσίαν υπό τας διαταγάς του συντάσσοντος ταύτας.
3. Επί των ειδικών εκθέσεων αποστρατείας διατυπώνουν τας παρατηρήσεις των οι γνωματεύοντες επί των εκθέσεων ικανότητος, διαβιβάζονται δε αύται το ταχύτερον εις τα οικεία Συμβούλια Κρίσεως, δυνάμενα να συγκαλούνται προς τούτο και εκτάκτως, ταύτα δε υποχρεούνται να αποφασίζουν περί της αποστρατείας ή μη των αξιωματικών εις τους οποίους αύται αφορούν.
4. Ο τύπος της ειδικής εκθέσεως αποστρατείας καθορίζεται διά του εις το άρθρον 18 παραγρ. 3 του παρόντος αναφερομένου Π. Δ/τος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
Διαδικασία κρίσεων και προαγωγών – Συμβούλια Κρίσεων
Άρθρον 20
Τακτικαί – Εκτακτοι κρίσεις
1. Οι αξιωματικοί κρίνονται τακτικά και έκτακτα. Η τακτική κρίση ενεργείται το μήνα Απρίλιο κάθε έτους και δεν μπορεί να παραταθεί πέραν του τέλους του μηνός Μαίου του ίδιου έτους. Η έκτακτη κρίση ενεργείται, όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 9 παράγραφοι 2 και 3,11 παράγραφος 2, 19 παράγραφος 3, 25 παράγραφος 3, 27 παράγραφος 8, 33,34 και 39 αυτού του νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 45 του Ν. 1481/1984,Α 152, αφού είχε αντικατασταθεί προηγούμενα με την παρ. 2 του άρθρ. 1 του Ν. 1234/1982 (ΦΕΚ Α 23).
2. Αι κρίσεις ενεργούνται βάσει των εις τους ατομικούς φακέλλους και λοιπά ατομικά έγγραφα των κρινομένων τηρουμένων στοιχείων περί των ουσιαστικών προσόντων αυτών των ελαττωμάτων και αδυναμιών των, των απονεμηθεισών εις αυτούς ηθικών αμοιβών, των επιβληθεισών πειθρχικών ή ποινικών κυρώσεων ως και παντός ετέρου στοιχείου, αφορώντος εις την προσωπικότητα αυτών.
3. Η δι` υπηρεσιακών εν γένει εγγράφων αξιολόγησις των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων παρ` αξιωματικών ανωτέρων ή αρχαιοτέρων των μελών των Συμβουλίων Κρίσεως, δεν δεσμεύει ταύτα κατά την υπ` αυτών εκτίμησιν των προσόντων τούτων.
Άρθρον 21
Κρινόμενοι Αξιωματικοί
1. Κατά τας τακτικάς ετησίας κρίσεις κρίνονται άπαντες οι ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί και των τριών Σωμάτων, υπό την προϋπόθεσιν ότι συμπληρώνουν μέχρι τέλους του έτους καθ` ο ενεργούνται αι κρίσεις τα υπό του άρθρου 10 του παρόντος γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα. Εκ τούτων οι Αντισυνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως και Αντιπύραρχοι δέον προσέτι μέχρις 20 Μαρτίου του έτους τούτου να έχουν συμπληρώσει και τον εις το άρθρον 11 του παρόντος χρόνον εις τας εν αυτώ Υπηρεσίας ή θέσεις.
2. Κατά τας τακτικάς ετησίας κρίσεις κρίνονται επίσης:
α. Απαντες οι αξιωματικοί διά τους οποίους υπεβλήθησαν ειδικαί εκθέσεις αποστρατείας.
β. Απαντες οι Ανθυπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` τάξεως και Ανθυποπυραγοί, οι συμπληρούντες μέχρι τέλους του έτους καθ` ο ενεργούνται αι κρίσεις τα υπό του άρθρου 10 του παρόντος γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα.
γ. Οι Υπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Α` τάξεως, Υποπυραγοί, Μοίραρχοι, Αστυνόμοι Β` τάξεως και Πυραγοί εις αριθμόν ίσον προς το τριπλάσιον των κενών θέσεων, αι οποίαι προβλέπεται να δημιουργηθούν εις τον αντιστοίχως αμέσως ανώτερον βαθμόν μέχρι των τακτικών κρίσεων του επομένου έτους, εφ` όσον συμπληρώνουν μέχρι τέλους του έτους καθ` ο ενεργούνται αι κρίσεις τα υπό του άρθρου 10 του παρόντος προβλεπόμενα γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα. Εκ τούτων οι Μοίραρχοι, Αστυνόμοι Β` τάξεως και Πυραγοί δέον προσέτι μέχρις 20 Μαρτίου του έτους τούτου να έχουν συμπληρώσει και τον εις το άρθρον 11 του παρόντος χρόνον υπηρεσίας εις τας εν αυτώ Υπηρεσίας ή θέσεις.
δ. Απαντες οι αξιωματικοί από του βαθμού του Μοιράρχου, Αστυνόμου Β` τάξεως και Πυραγού μέχρι και του Υποστρατήγου, Υπαρχηγού Αστυνομίας Πόλεων και Αρχιπυράρχου, οι οποίοι μέχρι τέλους του έτους καθ` ο ενεργούνται αι κρίσεις συμπληρώνουν 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 31 του παρόντος.
ε. Απαντες οι αξιωματικοί οι υπαγόμενοι εις τας διατάξεις των άρθρων 28 παρ. 2, 29 παρ. 5 και 32 παρ. 2 του παρόντος.
3. Το τρίτον δεκαήμερον του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους το κατά το άρθρον 23 του παρόντος Ανώτερον Συμβούλιον κρίσεων εκάστου Σώματος καταρτίζει πίνακα των υπαγομένων εις τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων αξιωματικών, ως και τοιούτον των παραλειπομένων των κρίσεων διά τους εις το άρθρον 9 του παρόντος λόγους. Οι πίνακες ούτοι υποβάλλονται υπό του Προέδρου του Συμβουλίου εις τον Υπουργόν Δημοσίας Τάξεως προς έγκρισιν, κοινοποιούνται δε εις τας Υπηρεσίας προς ενημέρωσιν των ενδιαφερομένων αξιωματικών διά διαταγής του οικείου Αρχηγού.
Άρθρον 22
Συμβούλια Κρίσεων
1. Διά την εις πρώτον βαθμόν κρίσιν των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού συγκροτούνται κατά Σώμα τα ακόλουθα Πρωτοβάθμια Συμβούλια κρίσεως:
α) Ανώτατον Συμβούλιον,
β) Ανώτερον Συμβούλιον,
γ) Κατώτερον Συμβούλιον.
2. Η εις δεύτερον βαθμόν κρίσις των αξιωματικών ενεργείται υπό του Ανωτάτου και Ανωτέρου Συμβουλίου εκάστου Σώματος, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 24 του παρόντος.
3. Τα Συμβούλια συγκροτούνται δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, εκδιδομένης εντός του δευτέρου Δεκαημέρου του μηνός Ιανουαρίου εκάστου έτους, συνέρχονται δε διά μεν την ενέργειαν των τακτικών ετησίων κρίσεων και την κατάρτισιν των εις την παράγρ. 3 του προηγουμένου άρθρου πινάκων κρινομένων ή μη κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου αυτών, διά δε την ενέργειαν εκτάκτων κρίσεων κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως.
4. Εις τας εργασίας των Συμβουλίων μετέχει, ως γραμματεύς άνευ ψήφου, ανώτερος αξιωματικός, οριζόμενος υπό του οικείου Αρχηγού, η δε γραμματειακή εξυπηρέτησις αυτών ενεργείται υπό της Διευθύνσεως Προσωπικού του οικείου Αρχηγείου.
5. Εις ας περιπτώσεις εις την σύνθεσιν των Συμβουλίων προβλέπονται, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, Αντιστράτηγοι ή Υποστράτηγοι του Στρατού Ξηράς δύναται να περιληφθή εις την σύνθεσιν του οικείου Συμβουλίου, αντί ενός των μελών τούτων, ο Αρχηγός της παρά τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας, εφ` όσον ούτος προέρχεται εκ του Στρατού Ξηράς και φέρει τον βαθμόν του Αντιστρατήγου ή Υποστρατήγου. Εν ανυπαρξία η παρούσα διάταξις δεν έχει εφαρμογήν.
6. Τα προερχόμενα εκ των Ενόπλων Δυνάμεων μέλη των Συμβουλίων ορίζονται προτάσει του Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων.
7. Εξαίρεσις μελών των Συμβουλίων δεν είναι επιτρεπτή, ούτε δύναται να θεωρηθούν συντρέχοντα εις τα μέλη αυτών κωλύματα διά την μη συμμετοχήν των εις τα Συμβούλια.
Άρθρον 23
Σύνθεσις Συμβουλίων
1. Τα Συμβούλια κρίσεων συντίθεται εκ τακτικών και αναπληρωματικών μελών ως ακολούθως:
α. Ανώτατον Συμβούλιον Χωροφυλακής: Ως τακτικά μέλη ορίζονται τέσσαρες Αντιστράτηγοι του Στρατού Ξηράς και ο Αρχηγός Χωροφυλακής, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο Αντιστάτηγοι του Στρατού Ξηράς. Ο αρχαιότερος των Αντιστρατήγων εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, ο δε Αρχηγός Χωροφυλακής τοιαύτα εισηγητού.
β. Ανώτερον Συμβούλιον Χωροφυλακής: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται ο Αρχηγός Χωροφυλακής και τέσσαρες Υποστράτηγοι Χωροφυλακής, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο (2) Ταξίαρχοι Χωροφυλακής. Ο Αρχηγός εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, το νεώτερον δε των μελών τοιαύτα εισηγητού. Προκειμένου κρίσεως Ταξιάρχων και εν ελλείψει Υποστρατήγων Χωροφυλακής ούτοι αναπληρούνται υπό Υποστρατήγων του Στρατού Ξηράς.
γ. Κατώτερον Συμβούλιον Χωροφυλακής: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται εις (1) Υποστράτηγος Χωροφυλακής και τέσσαρες (4) Ταξίαρχοι Χωροφυλακής, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο (2) Ταξίαρχοι Χωροφυλακής. Ο Υποστράτηγος εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, το δε νεώτερον των μελών τοιαύτα εισηγητού.
δ. Ανώτατον Συμβούλιον Αστυνομίας Πόλεων: Ως τακτικά μέν μέλη ορίζονται δύο Σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο εις εις το Υπουργείον Δημοσίας Τάξεως Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, εις Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς και ο Αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων, ως αναπληρωματικά δε μέλη εις Σύμβουλος του Συμβουλίου της Επικρατείας, εις Νομικός Σύμβουλος του Κράτους και εις Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς. Ο αρχαιότερος των Συμβούλων της Επικρατείας εκτελεί καθήκοντα Προέδρου. Υπό την σύνθεσιν ταύτην το Συμβούλιον λειτουργεί ως Πρωτοβάθμιον μεν διάα την κρίσιν των Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων, ως Δευτεροβάθμιον δε δια την επανάκρισιν των αξιωματικών από του βαθμού του Αστυνόμου Α` τάξεως μέχρι και του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντού. Προκειμένης λειτουργίας αυτού ως Δευτεροβαθμίον δια την επανακρισιν των Υπαρχηγών το Συμβούλιον συντίθεται εξ ενός Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως Προέδρου, εξ ενός Συμβούλου της Επικρατείας, εξ ενός Νομικού Συμβούλου του Κράτους, εξ ενός Αντιστρατήγου του Στρατού Ξηράς και εκ του Αρχηγού της Αστυνομίας Πόλεων. Ως αναπληρωματικά μέλη ορίζονται εις Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, εις Σύμβουλος της Επικρατείας, εις Νομικός Σύμβουλος του Κράτους και εις Αντιστράτηγος τού Στρατού Ξηράς. Η αναπλήρωσις κωλυομένου τακτικού μέλους γίνεται ως ακολούθως : Ο Αντιπρόεδρος και οι Σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας αναπληρούνται υπό Αντιπροέδρου και Συμβούλων της Επικρατειάς, αντιστοίχως. Οι Νομικοί Σύμβουλοι τοθ Κράτους, αναπληρούνται υπό Νομικών Συμβούλων του Κράτους, ο δε Αντιστράτηγος υπό Αντιστρατήγου. Καθήκοντα εισηγητού εκτελεί εις των μελών, οριζόμενες υπό του Προέδρου.
ε. Ανώτερον Συμβούλιον Αστυνομίας Πόλεων: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται: ο Αρχηγός Αστυνομίας Πόλεων, δύο (2) `Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων και δύο (2) Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο (2) Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί. Εν ελλείψει ή κωλύματι πάντων των υπηρετούντων Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών, ούτοι αναπληρούνται υπό ενός Υποστρατήγου του Στρατού Ξηράς και του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Εαν υπηρετή εις (1) Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής, το εκ Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών ελλείπον έτερον μέλος του Συμβουλίου αναπληρούται υπό Υποστρατήγου του Στρατού Ξηράς. Ο Αρχηγός εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, το δε νεώτερον των μελών τοιαύτα εισηγητού. Εν ελλείψει ή κωλύματι Υπαρχηγών ή του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, ούτοι αναπληρούνται εις τας ανωτέρω περιπτώσεις, δια Νομικών Συμβούλων τον Κράτους Εις ας περιπτώσεις δεν μετέχει του Συμβουλίου Υπαρχηγός ή Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής, καθήκοντα εισηγητού εκτελεί ο νεώτερος, των Νομικών Συμβούλων. Προκειμένης κρίσεως Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών του Συμβουλίου, μετέχουν ως τακτικά μέλη, αντί Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών, εις (1) Υποστράτηγος του Στρατού Ξηράς και ο παρά τω Γραφείω Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως Σύμβουλος.
στ. Κατώτερον Συμβούλιον Αστυνομίας Πόλεων: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται εις (1) Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής και τέσσαρες (4) Αστυνομικοί Διευθυνταί Α` Τάξεως, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο (2) Αστυνομικοί Διευθυνταί Α` Τάξεως. Ο Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, το δε νεώτερον των μελών τοιαύτα εισηγητού.
ζ. Ανώτατον Συμβούλιον Πυροσβεστικού Σώματος: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται δύο Σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο εις εις το Υπουργείον Δημοσίας Τάξεως, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, εις Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς και ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ως αναπληρωματικά δε μέλη εις Σύμβουλος τού Συμβουλίου τής της Επικρατείας, εις Νομικός Σύμβουλος του Κράτους και εις Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς. Ο αρχαιότερος των Συμβούλων της Επικρατειάς εκτελεί καθήκοντα Προέδρου. Υπό την σύνθεσιν ταύτην το Συμβούλιον λειτουργεί ως Πρωτοβάθμιον μεν δια την κρίσιν Αρχιπυράρχου – Υπαρχηγού, ως Δευτεροβάθμιον δε δια την επανάκρισιν των αξιωματικών από του βαθμού του Επιπυραγού μέχρι και του Πυράρχου. Προκειμένης λειτουργίας αυτού ως Δευτεροβαθμίου δια την επανάκρισιν του Αρχιπυράρχου – Υπαρχηγού το Συμβούλιον συντίθεται εξ ενός Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως Προέδρου, εξ ενός Συμβούλου της Επικρατείας, εξ ενός Νομικού Συμβούλου του Κράτους, εξ ενός Αντιστρατήγου του Στρατού Ξηράς και εκ του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος. Ως αναπληρωματικά μέλη ορίζονται εις Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, εις Σύμβουλος της Επικρατείας, εις Νομικός Σύμβουλος του Κράτους και εις Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς. Η αναπληρωσις κωλυομένον τακτικού μέλους γίνεται ως ακολούθως : Ο Αντιπρόεδρος και οι Σύμβουλοι της Επικρατείας αναπληρούνται υπό Αντιπροέδρου και Συμβούλων της Επικρατείας, αντιστοίχως. Οι Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους αναπληρούνται υπό Νομικών Συμβούλων του Κράτους, ο δε Αντιστράτηγος υπό Αντιστρατήγου. Καθήκοντα εισηγητού εκτελεί εις των μελών, οριζόμενος υπό του Προέδρου.
η. Ανώτερον Συμβούλιον Πυροσβεστικού Σώματος: Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται ο εις το Υπουργείον Δημοσίας Τάξεως Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, ο οποίος εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος, ένας Υποστράτηγος της Χωροφυλακής, ένας Υπαρχηγός Αστυνομίας Πόλεων και ο Αρχιπύραρχος – Υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος εκτελεί και καθήκοντα εισηγητού, ως αναπληρωματικά δε μέλη ορίζονται αντιστοίχως εις Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, εις Υποστράτηγος Χωροφυλακής και εις Υπαρχηγός Αστυν. Πόλεων ή Γεν. Αστυν. Δ/ντής.
Εις περίπτωσιν μη υπάρξεως κωλύματος ή απουσίας του Αρχιπυράρχου, ούτος αντικαθίσταται υπό του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντού, καθήκοντα δε εισηγητού εκτελεί ο Αρχηγός.
θ. Κατώτερο Συμβούλιο Πυροσβεστικού Σώματος :
Ως τακτικά μεν μέλη ορίζονται ο Αρχπύραρχος – Υπαρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος και τέσσαρες (4) Πύραρχοι ή Αντιπύραρχοι, ως αναπληρωματικά δε μέλη δύο (2) Πύραρχοι ή Αντιπύραρχοι. Ο Αρχιπύραρχος εκτελεί καθήκοντα εισηγητή. Σε περίπτωση έλλειψης Πυράρχων ή Αντιπυράρχων ορίζονται Συνταγματάρχες Χωροφυλακής ή Αστυνομικοί Διευθυντές Α` σε περίπτωση δε μη ύπαρξης του Αρχιπυράρχου του Συμβουλίου προεδρεύει Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν.836/1978 (ΦΕΚ Α 226)με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.1145/1981 (ΦΕΚ Α 100),με το άρθρο 2 του Ν.836/1978 (ΦΕΚ Α 226),με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.1145/1981 (ΦΕΚ Α 100),με την παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.1145/1981 (ΦΕΚ Α 100)
αντικαταστάθηκε πάλιμε την παρ.4 του άρθρου 1 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
2. Η σύνθεσις του Ανωτάτου Συμβουλίου Χωροφυλακής και Πυροσβεστικού Σώματος, οσάκις τούτο λειτουργεί ως Δευτεροβάθμιον διά την επανάκρισιν των Υποστρατήγων και του Αρχιπυράρχου, ορίζεται ως ακολούθως:
α. Πρόεδρος ο Αρχηγός Στρατού Ξηράς.
β. Μέλη ο Αρχηγός του οικείου Σώματος, όστις εκτελεί και καθήκοντα εισηγητού, ο Αναθεωρητής Α` τάξεως Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, εν ελλείψει δε τούτου εις (1) Αντιστράτηγος του Στρατού Ξηράς και δύο (2) Αντιστράτηγοι του Στρατού Ξηράς.
Άρθρον 24
Αρμοδιότητες Συμβουλίων
1. Το Ανώτατον Συμβούλιον Χωροφυλακής είναι αρμόδιον:
α. Διά τας κρίσεις των Υποστρατήγων.
β. Διά την επανάκρισιν των Αξιωματικών Χωροφυλακής από του βαθμού του Ταγματάρχου μέχρι και του Υποστρατήγου.
2. Το Ανώτερον Συμβούλιον Χωροφυλακής είναι αρμόδιον:
α. Διά τας κρίσεις των αξιωματικών Χωροφυλακής από του βαθμού του Ταγματάρχου μέχρι και του Ταξιάρχου.
β. Διά την επανάκρισιν των Αξιωματικών Χωροφυλακής από του βαθμού του Ανθυπομοιράρχου μέχρι και του Μοιράρχου.
γ. Διά την κατάρτισιν των εις το άρθρον 21 παράγρ. 3 του παρόντος πινάκων.
3. Το Ανώτατον Συμβούλιον Αστυνομίας Πόλεων είναι αρμόδιον: α. Διά τας κρίσεις των Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων. β. Διά την επανάκρισιν των αξιωματικών Αστυνομίας Πόλεων από του βαθμού του Αστυνόμου Α` τάξεως μέχρι και του Υπαρχηγού.
4. Το Ανώτερον Συμβούλιον Αστυνομίας Πόλεων είναι αρμόδιον:
α. Διά τας κρίσεις των αξιωματικών Αστυνομίας Πόλεων από του βαθμού του Αστυνόμου Α` τάξεως μέχρι και του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντού.
β. Διά την επανάκρισιν των αξιωματικών Αστυνομίας Πόλεων από του βαθμού του Υπαστυνόμου Β` τάξεως μέχρι και του Αστυνόμου Β` τάξεως.
γ. Διά την κατάρτισιν των εις το άρθρον 21 παράγραφος 3 του παρόντος πινάκων.
5. Το Ανώτατον Συμβούλιον Πυροσβεστικού Σώματος είναι αρμόδιον:
α. Διά τας κρίσεις του Αρχιπυράρχου – Υπαρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος.
β. Διά την επανάκρισιν των αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος από του βαθμού του Επιπυραγού μέχρι και του Αρχιπυράρχου.
6. Το Ανώτερον Συμβούλιον Πυροσβεστικού Σώματος είναι αρμόδιον:
α. Διά τας κρίσεις των αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος από του βαθμού του Επιπυραγού μέχρι και του Πυράρχου.
β. Διά την επανάκρισιν των αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος από του βαθμού του Ανθυποπυραγού μέχρι και του Πυραγού.
γ. Διά την κατάρτισιν των εις το άρθρον 21 παράγρ. 3 του παρόντος πινάκων.
7. Το Κατώτερον Συμβούλιον εκάστου των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού είναι αρμόδιον διά τας κρίσεις των αξιωματικών του οικείου Σώματος από του βαθμού του Ανθυπομοιράρχου, Υπαστυνόμου Β` τάξεως,
Άρθρον 25
Εργασίαι Συμβουλίων
1.Τα Συμβούλια στην πρώτη συνεδρίασή τους ευρίσκοντα, σε απαρτία όταν είναι παρόντα όλα τα μέλη τους. Στις επόμενες συνεδριάζουν σε απαρτία και με απουσία ενός μέλους. Οι αποφάσεις τους λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Εάν κατά την ψηφοφορία σχηματισθούν περισσότερες από δυο γνώμες, οι αποτελούντες την ασθενέστερη μειοψηφία οφείλουν να προσχωρήσουν σε μια από τις επικρατέστερες γνώμες. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου μπορεί κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου να καλεί οποιονδήποτε κατά την κρίση του αρμόδιο αξιωματικό για την παροχή πληροφοριών. Σε περίπτωση έλλειψης του μετέχοντος του Συμβουλίου Αρχηγού Χωροφυλακής Αστυνομίας Πόλεων ή Πυροσβεστικού, τα Συμβούλια συνεδριάζουν με παρόντα τέσσερα τουλάχιστον μέλη, προεδρεύει δε τούτων αντί του Αρχηγού το μέλος αυτού που έχει το προβάδισμα. Για τη λήψη αποφάσεων σε περίπτωση ισοψηφίας επικρατεί η ψήφος του Προέδρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 1 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
2. Τα Συμβούλια μελετούν τα εις τους ατομικούς φακέλους και λοιπά ατομικά έγγραφα των αξιωματικών υφιστάμενα στοιχεία και αξιολογούν τα ουσιαστικά προσόντα αυτών, βάσει και της επί συγκεκριμένων στοιχείων αιτιολογουμένης προσωπικής αντιλήψεως των μελών των, εγγράφουν τούτους εις ένα των εις το άρθρον 26 του παρόντος καθοριζομένων πινάκων εφ` όσον συντάσσονται τοιούτοι. Δι` εκάστην συνεδρίασιν τηρούνται πρακτικά εις τα οποία καταχωρούνται αι λαμβανόμεναι αποφάσεις και αιτιολογούνται ειδικώτερον αι δυσμενείς κρίσεις, υπό τους εις το άρθρον 16 του παρόντος ειδικωτέρους περιορισμούς. Τα πρακτικά υπογράφονται υπό των μελών του Συμβουλίου και του Γραμματέως.
3. Εάν το Συμβούλιον εκ των τιθεμένων υπ` όψιν αυτού στοιχείων, δεν δύναται να μορφώση γνώμην επί τω λόγω ότι ελλείπουν ουσιώδη στοιχεία, αναβάλλει την κρίσιν διά νέαν αυτού σύνοδον μέχρι συγκεντρώσεως των ελλειπόντων στοιχείων. Κατά την νεαν σύνοδον, η οποία δεν επιτρέπεται να απέχη της προηγουμένης πέραν του τριμήνου, το Συμβούλιον υποχρεούται να αποφασίζη έστω και άνευ στοιχείων τούτων, εάν δε ο αξιωματικός κριθή προακτέος και συντρέχη περίπτωσις προαγωγής, προάγεται αναδρομικώς ως υπεράριθμος.
4. Κατά την ενέργειαν των τακτικών ετησίων κρίσεων τηρούνται τα ακόλουθα:
α. Πρώτον συνέρχεται το Ανώτατον Συμβούλιον εκάστου Σώματος. Μετά την δημοσίευσιν των εις εκτέλεσιν των αποφάσεων αυτού εκδιδομένων Π. Δ/των συνέρχεται το Ανώτερον Συμβούλιον εκάστου Σώματος προς κρίσιν των Ταξιαρχών και των αντιστοιχούντων προς αυτούς, μετά δε την δημοσίευσιν των εις εκτέλεσιν των αποφάσεων αυτού εκδιδομένων Π. Δ/των, ανασυγκροτούμενον, εφ` όσον συντρέχει περίπτωσις, συνεχίζει τας εργασίας του.
β. Μετά την περαίωσιν των εργασιών των Ανωτέρων Συμβουλίων συνέρχονται τα Κατώτερα Συμβούλια. Ταύτα δύνανται να συνέρχωνται και κατά τον χρόνον των εργασιών των Ανωτέρων Συμβουλίων, εφ` όσον υφίσταται δυνατότης.
5. Οι εργασίες των Συμβουλίων τελειώνουν μέσα στον μήνα Μάρτιο, παράταση δε αυτών μέχρι ένα μήνα είναι δυνατή, εφ` όσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως και ύστερα από γνώμη του αρμόδιου Αρχηγού. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να αναβληθεί η τακτική σύνοδος των Συμβουλίων η αναβολή όμως δεν επιτρέπεται να παραταθεί πέραν του διμήνου από τη χρονολογία έκδοσης της απόφασης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 1 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
Άρθρον 26
Σύνταξις και κύρωσις πινάκων, εκτέλεσις πινάκων αποστρατευτέων
1. Τα Συμβούλια κρίσεως, βάσει των πρακτικών συνεδριάσεως αυτών, συντάσσουν, κατά τα εις το άρθρον 16 του παρόντος οριζόμενα, διά τους κρινομένους αξιωματικούς, κατά βαθμόν, κεχωρισμένως δι` εκάστην κατηγορίαν κατά τας εις το άρθρον 4 του παρόντος διακρίσεις, τους ακολούθους πίνακας, επιφυλασσομένων των διατάξεων της επομένης παραγράφου:
α. Διά τους Υποστρατήγους, Υπαρχηγούς Αστυνομίας Πόλεων, Ταξιάρχους, Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντάς και τον Αντιπύραρχον: (1) Πίνακα διατηρητέων. (2) Πίνακα αποστρατευτέων.
β. Διά τους Συνταγματάρχας και του Αστυνομικούς Διευθυντάς Α` τάξεως: (1) Πίνακα πρακτέων κατ` εκλογήν. (2) Πίνακα ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των. (3) Πίνακα αποστρατευτέων.
γ. Διά τους Πυράρχους: (1) Πίνακα διατηρητέων. (2) Πίνακα ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των. (3) Πίνακα αποστρατευτέων.
δ. Διά τους Αντισυνταγματάρχας, Ταγματάρχας, Μοιράρχους, Αστυνομικούς Διευθυντάς Β` τάξεως, Αστυνόμους Α` και Β` τάξεως, Αντιπυράρχους, Επιπυραγούς και Πυραγούς: (1) Πίνακα προακτέων κατ` εκλογήν. (2) Πίνακα προακτέων κατ` αρχαιότητα. (3) Πίνακα παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν. (4) Πίνακα αποστατευτέων.
ε. Διά τους Υπομοιράρχους, Υπαστυνόμους Α` τάξεως, Υποπυραγούς, Ανθυπομοιράρχους, Υπαστυνόμους Β` τάξεως και Ανθυποπυραγούς: (1) Πίνακα προακτέων κατ` αρχαιότητα. (2) Πίνακα παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν. (3) Πίνακα αποστρατευτέων.
στ. Διά τους διανύοντας τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των αξιωματικούς: (1) Πίνακα διατηρητέων. (2) Πίνακα αποστρατευτέων.
ζ. Διά τους συμπληρούντες 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν αξιωματικούς, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 31 του παρόντος: (1) Πίνακα προακτέων κατ` αρχαιότητα. (2) Πίνακα ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των. (3) Πίνακα αποστρατευτέων.
2. Κατά τας κρίσεις προς επιλογήν Αρχηγών ή προς πλήρωσιν θέσεων Υποστρατήγων, Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων και του Αρχιπυράρχου δεν συντάσσονται πίνακες.
3. Οι βάσει των αποφάσεων των Συμβουλίων συντασσόμενοι πίνακες υποβάλλονται εις τον Υπουργόν Δημοσίας Τάξεως εντός πενθημέρου από της καταρτίσεώς των, ο οποίος εντός 15νθημέρου ανατρεπτικής προθεσμίας από της εις αυτόν κοινοποιήσεως των πινάκων δύναται να προσφύγη εις το Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον διά δυσμενεστέραν ή ευμενεστέραν κρίσιν των εις τους πίνακας εγγεγραμμένων αξιωματικών, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 36 του παρόντος.
4. Οι πίνακες κυρούνται διά Π. Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως εντός 20 ημερών αφ` ης περιέλθουν εις τούτον. Εις περίπτωσιν ασκήσεως υπ` αυτού προσφυγής οι πίνακες κυρούνται κατά το υπόλοιπον τούτων μέρος. Τα κυρωτικά των πινάκων Προεδρικά Διατάγματα δημοσιεύονται δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, από της δημοσιεύσεως δε αυτών άρχεται η ισχύς των πινάκων η οποία διαρκεί μέχρι της ενάρξεως των τακτικών κρίσεων του επομένου έτους. Εάν δ` οιονδήποτε λόγον δεν συνταχθούν νέοι πίνακες εξακολουθούν ισχύοντες οι υφιστάμενοι τοιούτοι.
5. Εις εκτέλεσιν των πινάκων αποστρατευτέων και ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των, ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, εντός 30 ημερών από της ενάρξεως ισχύος αυτών, προκαλεί την έκδοσιν των Π. Δ/των αποστρατείας των εις τους πίνακας τούτους εγγεγραμμένων, εξαιρέσει των εξ αυτών διατελούντων εις αναρρωτικήν άδειαν του πέραν διμήνου διά τους οποίους τηρούνται τα ακόλουθα:
α. Αμα τη κυρώσει του πίνακος αποστρατευτέων εις τον οποίον είναι εγγεγραμμένοι παραπέμπονται, κατά τας οικείας διατάξεις, εις την αρμοδίαν Υγειονομικήν Επιτροπήν προς τελικήν κρίσιν της σωματικής ικανότητός των.
β. Εάν η Υγειονομική Επιτροπή κρίνη τούτους ανίκανους, ούτοι τίθενται εις αποστρατείαν λόγω σωματικής ανικανότητος.
γ. Εάν η Υγειονομική Επιτροπή κρίνη τούτους ικανούς ή δεν δυνηθή να αποφανθή περί της σωματικής ικανότητός των, ούτοι τίθενται εις αποστρατείαν βάσει της αποφάσεως του Συμβουλίου Κρίσεως.
Άρθρον 27
Διαδικασία προαγωγών.
1. Αι προαγωγαί εις τους διαφόρους βαθμούς ενεργούνται προς πλήρωσιν κενών θέσεων, εκτός των υπό του παρόντος προβλεπομένων ειδικών περιπτώσεων.
2. Εις την εκτέλεσιν των πινάκων προακτέων ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, προκαλεί, ετός 30 ημερών από της ενάρξεως της ισχύος αυτών, τα Π. Δ/γματα, προαγωγής προς πλήρωσιν των υφισταμένων κενών θέσεων. Εις περίπτωσιν καθ` ην δημιουργούνται κεναί θέσεις διαρκούσης της ισχύος των πινάκων προακτέων, αι προαγωγαί ενεργούνται εντός 20 ημερών, από της δημιουργίας των κενών.
3. Σε περίπτωση ταυτόχρονες προαγωγής οι κατ εκλογήν και κατ αρχαιότητα προαγόμενοι διατηρούν μεταξύ τους την σειρά αρχαιότητας την οποίαν είχαν προ της προαγωγής τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 45 παρ. 4 του Ν. 1481/1984, (ΦΕΚ Α 152), αντικαταστάθηκε πάλιμε το άρθρο 3 του ΠΔ 61/1990 (ΦΕΚ Α 26/7.3.1990)
4. Προς υπολογισμόν των κενών θέσεων κατά βαθμόν, παραβάλλεται ο αριθμός των υπηρετούντων αξιωματικών εκάστου βαθμού προς τον αριθμόν των προβλεπομένων οργανικών θέσεων του βαθμού τούτου, η επί έλαττον δε διαφορά αντιστοιχεί εις τα εις έκαστον βαθμόν υπάρχοντα κενά.
5. Εις περίπτωσιν καθ` ην κεναί θέσεις βαθμού τινος δεν δύνανται να πληρωθούν διά προαγωγής, διότι οι υπηρετούντες του αμέσως κατωτέρου βαθμού δεν δύνανται δι` οιονδήποτε λόγον να προαχθούν, εκ δε της μη πληρώσεως των κενών θέσεων του ανωτέρου βαθμού κωλύεται η προαγωγή αξιωματικών των υποδεεστέρων βαθμών, εχόντων τα προς προαγωγήν προσόντα, αι ως άνω θέσεις θεωρούνται προσωρινώς και διά την περίπτωσιν ταύτην ως κεναί του υποδεεστέρου βαθμού και πληρούνται.
6. Αι κατ` εφαρμογήν των διατάξεων περί επανακρίσεων και του άρθρου 9 παράγρ. 2 του παρόντος κενούμεναι θέσεις αξιωματικών οιουδήποτε βαθμού, κατόπιν προαγωγής τούτων εις μη κενάς θέσεις ανωτέρου βαθμού, δεν θεωρούνται ως κεναί διά τους υποδεεστέρους βαθμούς, ούτε παρέχουν δικαίωμα προαγωγής, εις τους αξιωματικούς των υποδεεστέρων βαθμών, εφ` όσον χρόνον εκ της αιτίας ταύτης υπηρετούν υπεράριθμοι εις τον ανώτερον βαθμόν.
7. Εκ των διατάξεων του παρόντος άρθρου δεν θίγονται αι προβλεπόμεναι προαγωγαί αξιωματικών βάσει των ισχυόντων νόμων περί καταστάσεως παθόντων εν πολέμω κ.λπ. αξιωματικών ή και εν ειρήνη, ως και των ισχυουσών δι` έκαστον Σώμα διατάξεων και περί ηθικών αμοιβών διά διακεκριμένας πράξεις.
8. Εάν οι πίνακες προακτέων εξαντληθούν προ της τακτικής συνόδου των Συμβουλίων του επομένου έτους, ενεργούνται έκτακτοι κρίσεις προς κατάρτισιν συμπληρωματικών πινάκων. Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής της παρούσης παραγράφου ρυθμίζονται δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως μετά γνώμην του οικείου Αρχηγού.
Άρθρον 28
Προαγωγαί ανεξαρτήτως υπάρξεως κενών θέσεων
1. Ανθυπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` τάξεως και Ανθυποπυραγοί, μετά την συμπλήρωσιν των υπό του παρόντος προβλεπομένων τυπικών προσόντων, εφ` όσον έχουν κριθή προακτέοι, προάγονται υποχρεωτικώς εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν ανεξαρτήτως της υπάρξεως εις τούτον κενών οργανικών θέσεων.
2. Συντρεχουσών των λοιπών προϋποθέσεων προαγωγής κατά τας διατάξεις του παρόντος οι Υπομοίραρχοι, Μοίραρχοι, Ταγματάρχαι, Αντισυταγματάρχαι, Υπαστυνόμοι Α` τάξεως, Αστυνόμοι Α` και Β` τάξεως, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως, Υποπυραγοί, Πυραγοί, Επιπυραγοί και Αντιπύραρχοι, προάγονται εις τον ανώτερον βαθμόν, ανεξαρτήτως υπάρξεως κενών θέσεων, εάν έχουν συμπληρώσει τον ακόλουθον χρόνον πραγματικής συνολικής υπηρεσίας, ως μόμιμοι αξιωματικοί, εκ του οποίου 4 έτη εις τον βαθμόν:
α). Υπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Α` τάξεως και Υποπυραγοί 10 έτη.
β). Μοίραρχοι, Αστυνόμοι Β` τάξεως και Πυραγοί 15 έτη.
γ). Ταγματάρχαι, Αστυνόμοι Α` Τάξεως και Επιπυραγοί 20 έτη.
δ.)Αντισυνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως και Αντιπύραρχοι 27 έτη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 4 του Ν. 1145/1981 (ΦΕΚ Α 100)
3. Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον προαγόμενοι καταλαμβάνουν τας εις τον βαθμόν εις τον οποίον προήχθησαν κενουμένας οργανικάς θέσεις μέχρις εξαντλήσεώς των, αι δε θέσεις του βαθμού από του οποίου προήχθησαν δεν θεωρούνται ως κεναί δια τους υποδεεστέρους βαθμούς.
4. Οι αξιωματικοί οι απολέσαντες αρχαιότητα δεν δύνανται να προαχθούν, εάν οι αρχαιότεροί των δεν συμπληρώσουν τον κατά την παράγραφον του παρόντος άρθρου χρόνον υπηρεσίας.
Σημ.: όπως η παρ. 4 προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 1145/1981 (ΦΕΚ Α 100)
Άρθρον 29
1. Συνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Α` τάξεως και Πύραρχοι, εγγραφόμενοι εις πίνακας ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των, άμα τη κυρώσει των πινάκων, προάγονται εν ενεργεία εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν εκτός οργανικών θέσεων, αποστρατεύονται δε αυτεπαγγέλτως 30 ημέρας μετά την προαγωγήν των δι` ετέρου Π. Δ/τος.
2. Πύραρχοι, Ταξίαρχοι και Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί παραλειπόμενοι κατά την επιλογήν Αρχηγών, Υποστρατήγων, Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων και Αρχιπυράρχου, προάγονται εν ενεργεία εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν, εκτός οργανικών θέσεων κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις τα άρθρα 33 παράγρ. 7 και 34 του παρόντος.
3. Ταξίαρχοι και Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί εξερχόμενοι της Υπηρεσίας κατά τα εις το άρθρον 30 του παρόντος οριζόμενα προάγονται εν ενεργεία εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν εκτός οργανικών θέσεων, κατά τα ειδικώτερον υπό τούτου (άρθρου 30) οριζόμενα.
4. Αξιωματικοί, δικαιούμενοι προαγωγής λόγω συμπληρώσεως 35ετούς πραγματικής υπηρεσίας, προάγονται εν ενεργεία εκτός οργανικών θέσεων κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 31 του παρόντος.
5. Αξιωματικοί μέχρι και του βαθμού του Συνταγματάρχου, Αστυνομικού Δ/ντου Α` Τάξεως και Πυράρχου, καταλαμβανόμενοι υπό του ορίου ηλικίας, έχοντες δε συμπληρώσει 35ετή πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν, προάγονται εν ενεργεία εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν εκτός οργανικών θέσεων ένα μήνα προς της καταλήψεώς των υπό του ορίου ηλικίας, υπό την προϋπόθεσιν ότι κρίνονται προακτέοι υπό του αρμοδίου Συμβουλίου και δεν διανύουν τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεως των. Η διά την προαγωγήν ταύτην κρίσις ενεργείται ανεξαρτήτως συνδρομής ή μη των εις τα άρθρα 10 και 11 του παρόντος προϋποθέσεων. Οι ούτω προαγόμενοι αποστρατεύονται αυτεπαγγέλτως την 31ην Δεκεμβρίου του έτους προαγωγής των, μέχρι δε της αποστρατείας των αι θέσεις του βαθμού εκ του οποίου προάγονται δεν θεωρούνται κεναί διά τους υποδεεστέρους βαθμούς.
6. Αντισυταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως και Αντιπύραρχοι εγγεγραμμένοι εις πίνακα παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν, εάν προαχθή νεώτερός των προάγονται συγχρόνως μετ` αυτού εν ενεργεία, τιθεμένοι εκτός οργανικών θέσεων, εφ` όσον έχουν συμπληρώσει πλήρη συντάξιμον υπηρεσίαν και δεν συντρέχει περίπτωσις αποστρατείας των κατά τα οριζόμενα εις το άρθρον 32, παρ. 1 του παρόντος, αποστρατεύονται δε αυτεπαγγέλτως 30 ημέρας μετά την προαγωγήν των ταύτην δι` ετέρου Π. Δ/τος.
7. Αι κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου προαγωγαί ενεργούνται ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής εις τον κατεχόμενον βαθμόν.
Άρθρον 30
Ειδικαί περιπτώσεις κρίσεων
1. Ταξίαρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί, Υποστράτηγοι και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων, ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας εις τον βαθμόν, κρίνονται κατά τας τακτικάς ετησίας κρίσεις υποχρεωτικώς ως ευδοκίμως τερματίσαντες την εις το Σώμα των σταδιοδρομίαν των, ως ακολούθως:
α. Ταξίαρχοι και Υποστράτηγοι εις ποσοστόν τουλάχιστον 1/5 εκ του συνόλου των υπηρετούντων εις έκαστον βαθμόν.
β. Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων εις ποσοστόν τουλάχιστον 1/5 εκ του συνόλου των υπηρετούντων και εις τους δύο βαθμούς.
2. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζεται άπαξ κατ` έτος μη ούσης υποχρεωτικής της εφαρμογής της εφ` όσον τα ως άνω ποσοστά καλύπτονται λόγω εξόδου ομοιοβάθμων αξιωματικών δι` άλλην αιτίαν κατά το έτος κρίσεως.
3. Οι κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου κρινόμενοι ως ευδοκίμως τερματίσαντες την σταδιοδρομίαν των Ταξίαρχοι και Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί προάγονται εν ενεργεία εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν τιθέμενοι άμα εκτός οργανικών θέσεων και εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν 30 ημέρας μετά την προαγωγήν των ταύτην δι` ετέρου Π. Δ/τος.
Άρθρον 31
Κρίσις συμπληρούντων 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν
1. Αξιωματικοί από του βαθμού του Μοιράρχου, Αστυνόμου Β` τάξεως και Πυραγού μέχρι και του Υποστρατήγου Υπαρχηγού Αστυνομίας Πόλεων και Αρχιπυράρχου συμπληρούντες μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου του έτους καθ` ο ενεργούνται αι κρίσεις 35 ετών πραγματικήν υπηρεσίαν, τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν, εγγραφόμενοι εις τους ακολούθους πίνακας:
α. Προακτέων κατ` αρχαιότητα εις τον οποίον εγγράφονται οι συγκεντρούντες τα προς προαγωγήν ουσιαστικά προσόντα, εξαιρέσει των εις την επομένην περίπτωσιν διαλαμβανομένων.
β. Ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των, εις τον οποίον εγγράφονται οι διανύοντες τον τελευταίον βαθμόν εξελίξεώς των, ως και οι Υποστράτηγοι, Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων και ο Αρχιπύραρχος, εφ` όσον δεν συντρέχει περίπτωσις εγγραφής των εις πίνακα αποστρατευτέων.
γ. Αποστρατευτέων, εις τον οποίον εγγράφονται οι μη συγκεντρούντες τα προς προαγωγήν ουσιαστικά προσόντα, προς δε μη θεωρούμενοι κατάλληλοι δια την άσκησιν των καθηκόντων του βαθμού των.
2. Οι εγγραφόμενοι εις τους πίνακας ευδοκίμως τερματισάντων την σταδιοδρομίαν των και αποστρατευτέων τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 26 παράγρ. 5 του παρόντος.
3. Οι εγγραφόμενοι εις τον πίνακα προακτέων κατ` αρχαιότητα, άμα τη κυρώσει των πινάκων, προάγονται εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν, εκτός οργανικών θέσεων, αποστρατεύονται δε αυτεπαγγέλτως δι` ετέρου Π. Δ/τος 30 ημέρας μετά την προαγωγήν των.
4. Οι κατ` εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου προαγόμενοι, εν περιπτώσει επαναφοράς των εις την ενεργόν υπηρεσίαν εξ οιασδήποτε αιτίας, επαναφέρονται με τον βαθμόν, τον οποίον κατείχον προ της τοιαύτης πραγωγής των, εν περιπτώσει δε ανακλήσεώς των εις την ενέργειαν ως εφέδρων εκ μονίμων διατηρούν τον βαθμόν εις τον οποίον προήχθησαν τούτον, άλλως επαναφέρονται με τον βαθμόν, τον οποίον έφερον προ της προαγωγής των.
5. Διά τον υπολογισμόν της κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου 35ετούς πραγματικής υπηρεσίας προσμετρείται η ακόλουθος υπηρεσία, βάσει των υπό του οικείου Αρχηγείου τηρουμένων στοιχείων:
α. Η πραγματικώς διανυθείσα εις τα Σώματα Ασφαλείας, τα Ενόπλους Δυνάμεις και τας λοιπάς Δημοσίας Υπηρεσίας, υφ` οιανδήποτε σχέσιν, εφ` όσον αναγνωρίζεται ως συντάξιμος, ως τοιαύτη δε λογίζεται και η παρασχεθείσα προς εκπλήρωσιν στρατιωτικής υποχρεώσεως κληρωτού ή εφέδρου.
β. Η πραγματικώς διανυθείσα εις Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, υφ` οιανδήποτε σχέσιν, εφ`όσον αναγνωρίζεται ως συντάξιμος.
Άρθρον 32
Συνέπειαι δυσμενών κρίσεων
1. Αξιωματικοί, κριθέντες ή κρινόμενοι ως “παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν” οι μεν κατώτεροι τρις εις τον κατεχόμενον βαθμόν, οι δε ανώτεροι δις εις τον κατεχόμενον βαθμόν ή τρις καθ` όλην την διάρκειαν της σταδιοδρομίας των εκ των οποίων η μία εις τον κατεχόμενον βαθμόν, τίθενται υποχρεωτικώς εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν. Εις τας κρίσεις ταύτας υπολογίζονται και αι μέχρι της ενάρξεως ισχύος του Ν.Δ. 139/1969 γενόμεναι βάσει των προϊσχυσασών εις έκαστον Σώμα διατάξεων κρίσεις “μη προακτέου”, “παραμένοντος εις τον αυτόν βαθμόν” και “στασίμου”, εξισούμεναι με την θέσιν του “παραμένοντος εις τον αυτόν βαθμόν” κατά την έννοιαν του παρόντος.
2. Οι εκ των εν τη προηγουμένη παραγράφω αξιωματικοί, έχοντες τουλάχιστον 20ετή πραγματικήν εις το Σώμα των υπηρεσίαν και μη έχοντες συμπεπληρωμένην 25ετή τοιαύτην, παραμένουν εν ενεργεία, τιθέμενοι εκτός οργανικών θέσεων, μέχρι της συμπληρώσεως ταύτης, υπολογιζομένης κατά τον νόμον περί συντάξεων, ότε και αποστρατεύονται. Ούτοι κρίνονται κατ` έτος υπό των αρμοδίων Συμβουλίων, αλλά μόνον δι` αποστρατείαν.
3. Αξιωματικός, κρινόμενος “ως παραμένων εις τον αυτόν βαθμόν” βάσει και της εκθέσεως ικανότητος, της συνταχθείσης υπό του προϊσταμένου του, υπό τας διαταγάς του οποίου εξακολουθεί να υπηρετή και μετά την τοιαύτην κρίσιν του μετατίθεται εις ετέραν υπηρεσίαν, εντός διμήνου από της ημερομηνίας κυρώσεως των πινάκων του οικείου Συμβουλίου, προς τον σκοπόν όπως ούτος μέχρι της επομένης κρίσεώς του δοκιμασθή και χαρακτηρισθή παρ` ετέρου προϊσταμένου. Η διοίκησις δύναται τον κριθέντα ως “παραμένοντα εις τον αυτόν βαθμόν” να τοποθετήση οπουδήποτε, άνευ δεσμέσεώς της υπό των διατάξεων περί ειδικών τυπικών προσόντων.
Άρθρον 33
Κρίσεις Αρχηγών
1. Κρίσις προς αποστρατείαν των Αρχηγών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού δύναται να γίνη οποτεδήποτε, προτάσει του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως εις το Ανώτατον Συμβούλιον Εθνικής Αμύνης. Το Συμβούλιον αποφασίζει την αποστρατείαν οσάκις κρίνεται ότι η περαιτέρω παραμονή του Αρχηγού εις το Σώμα δεν είναι πλέον αναγκαία θεωρούν αυτόν ως ευδοκίμως τερματίσαντα την σταδιοδρομίαν του. Περί τούτου συντάσσεται σχετικόν Πρακτικόν.
2. Οταν κενωθεί η θέση του Αντιστρατήγου Αρχηγού Χωροφυλακής, ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως αποστέλλει στο Ανώτερο Συμβούλιο Εθνικής Αμύνης πίνακα όλων των εν ενεργεία Υποστρατήγων και Ταξιάρχων, ανεξάρτητα από το χρόνο παραμονής στο βαθμό τους μαζί με τους ατομικούς τους φακέλλους. Το Συμβούλιο λαμβάνοντας υπ` όψη τα στοιχεία των ατομικών φακέλλων επιλέγει κατ` ελεύθερη κρίση τον Αρχηγό και συντάσσει σχετικό πρακτικό. Οι αρχαιότεροι ή ανώτεροι αυτού που επιλέγεται κρίνονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
3. Κενουμένης της θέσεως του Αρχηγού Αστυνομίας Πόλεων ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως αποστέλλει εις το Ανώτατον Συμβούλιον Εθνικής Αμύνης πίνακα απάντων των Υπαρχηγών και Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών μετά των ατομικών αυτών φακέλλων, ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής εις τον βαθμόν. Το Συμβούλιον λαμβάνον υπ` όψιν τα εις τους ατομικούς αυτών φακέλλους στοιχεία επιλέγει κατ` ελευθέραν κρίσιν τον Αρχηγόν, συντάσσον σχετικόν Πρακτικόν. Οι αρχαιότεροι ή ανώτεροι του επιλεγέντος κρίνονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες την στραδιοδρομίαν των.
4. Κενουμένης της θέσεως του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως αποστέλλει εις το Ανώτατον Συμβούλιον Εθνικής Αμύνης πίνακα του Αρχιπυράρχου και των Πυράρχων, ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής αυτών εις τον βαθμόν, μετά των ατομικών των φακέλλων. Το Συμβούλιον επιλέγει κατ` ελευθέραν κρίσιν τον Αρχηγόν, συντάσσον σχετικόν Πρακτικόν. Εάν επιλεγή Πύραρχος, ο Αρχιπύραρχος και οι αρχαιότεροι του επιλεγέντος Πύραρχοι κρίνονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες την σταδιοδρομίαν των.
5. Εάν επιλεγεί ως Αρχηγός Υποστράτηγος, Υπαρχηγός Αστυνομίας Πόλεων ή Αρχιπύραρχος, προάγεται στον ανώτερο βαθμό ανεξάρτητα του χρόνου παραμονής στο βαθμό. Εάν επιλεγεί ως αρχηγός Ταξίαρχος, Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής ή Πύραρχος, προάγεται αμέσως στον ανώτερο βαθμό, μετά 30 δε ημέρες παραμονής στο βαθμό τούτο κατά τις οποίες ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του Αρχηγού, προάγεται αυτοδικαίως στο βαθμό του Αντιστρατήγου ή Αρχηγού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.1234/1981 (ΦΕΚ Α 23)
6. Υποστράτηγοι, Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων και ο Αρχιπύραρχος, εάν νεώτερος ή κατώτερος των επιλεγή ως Αρχηγός, τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την στραδιοδρομίαν των, αμελητί, αφ` ης περιέλθουν εις τον Υπουργόν Δημοσίας Τάξεως τα οικεία Πρακτικά.
7. Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί και Πύραρχοι εάν νεώτερός των επιλεγή ως Αρχηγός, προάγονται συγχρόνως μετ` αυτού εις τον ανώτερον βαθμόν, εκτός οργανικών θέσεων, 30 δε ημέρας από της προαγωγής των ταύτης τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την σταδιοδρομίαν των.
8 Ταξίαρχοι, που νεώτερός τους επιλέγεται σαν Αρχηγός, προάγονται συγχρόνως με αυτόν στον ανώτερο βαθμό εκτός οργανικών θέσεων, 30 ημέρες δε από την προαγωγή τους αυτή αποστρατεύονται αυτεπαγγέλτως, ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους.
Σημ.: όπως η παρ.8 προστέθηκε με την παρ.2 του άρθρου 2 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
Άρθρον 34
Πλήρωσις θέσεων Υποστρατήγων και Υπαρχηγών
1. Εις περίπτωσιν κενώσεως θέσεων Υποστρατήγων Χωροφυλακής, Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων και του Αρχιπυράρχου το οικείον Συμβούλιον αποφασίζει ποίοι εκ των εχόντων τα εις το άρθρον 10 του παρόντος γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα Ταξιαρχών, Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και Πυράρχων κρίνονται προακτέοι προς πλήρωσιν των κενών θέσεων, παραλείπον τους αρχαιοτέρους των. Περί της κρίσεως συντάσσεται πρακτικόν εις το οποίον αιτιολογείται απλώς η απόφασις, οι δε παραλειπόμενοι κρίνονται ως παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν.
2. Οι αρχαιότεροι των κατά την προηγουμένην παράγραφον προαγομένων προάγονται εις τον αμέσως ανώτερον βαθμόν συγχρόνως μετ` αυτών, εκτός οργανικών θέσεων, 30 δε ημέρας από της προαγωγής των ταύτης τίθενται εις αυτεπάγγλτον αποστρατείαν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την σταδιοδρομίαν των.
Άρθρον 35
Ετήσιαι κρίσεις Ανωτάτων Αξιωματικών
Κατά τας τακτικάς ετησίας κρίσεις τα Συμβούλια Κρίσεως προκειμένου περί Υποστρατήγων, Υπαρχηγών Αστυνομίας Πόλεων, Ταξιάρχων, Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και του Αρχιπυράρχου, συμπληρούντων τα εις το άρθρον 10, του παρόντος γενικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα μέχρι της 31 Δεκεμβρίου του έτους των κρίσεων, δύνανται ν` αποφανθούν περί της αποστρατείας τούτων, όταν θεωρηθή ότι η περαιτέρω παραμονή των κρινομένων εις το Σώμα των δεν προάγει το συμφέρον της Υπηρεσίας. Εις την περίπτωσιν ταύτην θεωρούν αυτούς, ως ευδοκίμως τερματίσαντας την σταδιοδρομίαν των.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΙΣ
Άρθρον 36
Προσφυγή Υπουργού εις Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον
1. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως δύναται να προσφύγη εις το Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον διά δυσμενεστέραν ή ευμενεστέραν κρίσιν των αξιωματικών, διά μεν τας περιπτώσεις κατά τας οποίας συντάσσονται πίνακες κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εις το άρθρον 26 παράγρ. 3 του παρόντος, διά δε τας λοιπάς περιπτώσεις εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 15 ημερών από της χρονολογίας υποβολής εις αυτόν των Πρακτικών Συμβουλίων.
2. Η προσφυγή του Υπουργού κοινοποιείται εγγράφως εις τους αξιωματικούς εις τους οποίους αφορά εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 15 ημερών από της ασκήσεως ταύτης, ούτοι δε δικαιούνται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από της κοινοποιήσεως να υποβάλλουν αίτησιν, η οποία διαβιβάζεται εις το Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον ομού μετά της προσφυγής, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των άρθρων 37 και 38 του παρόντος, προκειμένου περί δυσμενώς κρινομένων, προς κρίσιν και λήψιν αποφάσεων. Κατά της αποφάσεως ταύτης ουδεμία νέα προσφυγή επιτρέπεται.
3. Η προθεσμία και η άσκησις της προσφυγής του Υπουργού αναστέλλει την εκτέλεσιν των αποφάσεων των Συμβουλίων διά τους αξιωματικούς, τους οποίους αύτη αφορά.
Άρθρον 37
Προσφυγή ενδιαφερομένων εις Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον
1. Το οικείον Αρχηγείον εντός προθεσμίας 30 ημερών από της ενάρξεως ισχύος των συνταχθέντων υπό του Πρωτοβαθμίου Συμβουλίου πινάκων ή εφ` όσον δεν συντάσσονται πίνακες, αφ` ης περιέλθουν αυτώ τα πρακτικά του Συμβουλίου, κοινοποιεί εγγράφως εις τους δυσμενώς κριθέντας την απόφασιν του Συμβουλίου μετά της αιτιολογίας αυτής. Δυσμενώς κριθέντες διά την περίπτωσιν ταύτην θεωρούνται οι κριθέντες: α. Προακτέοι κατ` αρχαιότητα διά περιπτώσεις κατά τας οποίας προβλέπεται προαγωγή και κατ` εκλογήν. β. Παραμένοντες εις τον αυτόν βαθμόν. γ. Αποστρατευτέοι.
2. Οι εις την προηγουμένην παράγραφον διαλαμβανόμενοι δύνανται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 50 ημερών από της εις αυτούς κοινοποιήσεως της αποφάσεως των Συμβουλίων να προσφύγουν εις το Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον προς επανάκρισιν, εκθέτοντες τους διά την ευμενεστέραν κρίσιν συντρέχοντας λόγους.
3. Η προθεσμία και η άσκησις της προσφυγής των ενδιαφερομένων δι` επανάκρισιν δεν αναστέλλει την έκδοσιν των προς εκτέλεσιν των αποφάσεων του Πρωτοβαθμίου Συμβουλίου διοικητικών πράξεων.
Άρθρον 38
Εργασίαι Συμβουλίων επανακρίσεως
1. Αι κατά τα άρθρα 36 και 37 του παρόντος προσφυγαί διαβιβάζονται εις τα Δευτεροβάθμια Συμβούλια κρίσεως, περί ων τα άρθρα 23 και 24 παράγρ. 1 έως 6 του παρόντος. Ταύτα συνερχόμενα εκτάκτως εντός διμήνου από της εκπνοής της εις το άρθρον 37 παράγρ. 2 του παρόντος προθεσμίας αποφασίζουν οριστικώς. Αι αποφάσεις αυτών είναι υποχρεωτικαί διά τον Υπουργόν, ανακοινούνται δε εις τους ενδιαφερομένους.
2. Αι διατάξεις, αι διέπουσαι τας εργασίας των Πρωτοβαθμίων Συμβουλίων εφαρμόζονται και επί των Δευτεροβαθμίων. Εις περίπτωσιν αποδοχής της προσφυγής ταύτα συντάσσουν συμπληρωματικούς πίνακας, οι οποίοι κυρούνται και εκτελούνται κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 26 και 27 του παρόντος. Εις περίπτωσιν απορρίψεως της προσφυγής επικυρώνουν την απόφασιν του Πρωτοβαθμίου Συμβουλίου, δυνάμενα να τροποποιούν την αιτιολογίαν αυτής.
3. Εκδοσις υπό του Δευτεροβαθμίου Συμβουλίου αποφάσεως δυσμενεστέρας της του Πρωτοβαθμίου απαγορεύεται εις την περίπτωσιν ασκήσεως προσφυγής υπό του ενδιαφερομένου αξιωματικού. 4. Οι μετά την επανάκρισιν δικαιούμενοι προαγωγής προάγονται αναδρομικώς ανακτώντες την απολεσθείσαν σειράν αρχαιότητός των, εν περιπτώσει δε μη υπάρξεως κενών θέσεων προάγονται ως υπεράριθμοι.
Άρθρον 39
Ενέργειαι επί ακυρώσεως αποφάσεων Συμβουλίων Κρίσεως
1. Εις περίπτωσιν καθ` ην, λόγω εκδόσεως ακυρωτικής αποφάσεως υπό του Συμβουλίου της Επικρατείας αφορώσης εις κρίσεις, προαγωγάς ή αποστρατείας αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, απαιτείται αναπομπή της υποθέσεως ενώπιον του Συμβουλίου Κρίσεως, η αναπομπή εις το οικείον Πρωτοβάθμιον ή Δευτεροβάθμιον Συμβούλιον Κρίσεως ενεργείται εντός 45 ημερών αφ` ης η απόφασις του Συμβουλίου της Επικρατείας περιέλθει εις το οικείον Αρχηγείον. Προς τούτο το Συμβούλιον συγκαλείται εκτάκτως προς ενέργειαν των κρίσεων του έτους εις το οποίον αφορά η ακυρωτική απόφασις και των επομένων ετών, περιπτώσεως συντρεχούσης.
2. Αι διατάξεις των άρθρων 36 έως 38 του παρόντος εφαρμόζονται και επί των κατ` εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου εκδιδομένων αποφάσεων των Πρωτοβαθμίων Συμβουλίων Κρίσεως.
3. Οι κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου δικαιούμενοι προαγωγής προάγονται αναδρομικώς αφ` ης προήχθησαν νεώτεροί των, εν περιπτώσει δε μη υπάρξεως κενών θέσεων προάγονται ως υπεράριθμοι.
4. Σε περίπτωση κατα την οποία λόγω εκδόσεως ακυρωτικής αποφάσεως από το Συμβούλιο της Επικρατείας που αφορά στην προαγωγή σε θέση Αρχηγού των Σωμάτων Χωροφυλακής Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος απαιτείται αναπομπή της υπόθεσης ενώπιον του ΚΥΣΕΑ αυτή ενεργείται μέσα σε 60 ημέρες απο την κοινοποίηση της αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας στο οικείο Αρχηγείο. Σε περίπτωση που το ΚΥ.Σ.Ε.Α θα αποφανθεί υπέρ της προαγωγής του επιτυχόντος την ακύρωση αυτός προάγεται αναδρομικώς ως υπεράριθμος και αποστατεύεται με το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα απο τότε που προήχθη ο εναντίον του οποίου έγινε η ακύρωση.
Σημ.: όπως προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 7 του Ν. 1339/1983 (Α` 35).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
ΑΠΟΣΤΡΑΤΕΙΑ
Άρθρον 40
Αποστρατεία λόγω ορίου ηλικίας
1. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού άμα τη συμπληρώσει του κατωτέρω κατά βαθμούς έτους της ηλικίας των τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν:
α. Ανθυπομοίραρχοι, Υπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` και Α` τάξεως Ανθυποπυραγοί και Υποπυραγοί του 53ου έτους.
β. Μοίραρχοι, Αστυνόμοι Β` τάξεως και Πυραγοί του 54ου έτους.
γ. Ταγματάρχαι, Αστυνόμοι Α` τάξεως και Επιπυραγοί του 55ου έτους.
δ. Αντισυνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Β` τάξεως και Αντιπύραρχοι του 57ου έτους.
ε. Συνταγματάρχαι, Αστυνομικοί Διευθυνταί Α` τάξεως και Πύραρχοι του 58ου έτους.
στ. Ταξίαρχοι, Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυνταί και Αρχιπύραρχος του 59ου έτους.
ζ. Υποστράτηγοι και Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων του 60ου έτους.
η. Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος του 62ου έτους.
θ. Αντιστράτηγος – Αρχηγός Χωροφυλακής και Αρχηγός Αστυνομίας Πόλεων του 62ου έτους.
Άρθρον 41
Απονομή αποστρατευτικού βαθμού
1. Αξιωματικοί, τιθέμενοι εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν, βάσει αποφάσεως του οικείου Συμβουλίου, δύνανται δι` αποφάσεως του αυτού Συμβουλίου, λαμβανομένης προ της εκδόσεως του περί αποστρατείας των Π. Δ/τος, να προαχθούν, εν αποστρατεία εις τον ανώτερον βαθμόν, εφ` όσον συντρέχουν αι κάτωθι προϋποθέσεις:
α. Η αποστρατεία των δεν λαμβάνει χώραν κατ` εφαρμογήν του άρθρου 19 του παρόντος.
β. Εχουν συμπληρώσει τουλάχιστον το ήμισυ του υπό του άρθρου 10 του παρόντος προβλεπομένου χρόνου παραμονής εν τω βαθμώ. γ. Ο ανώτερος βαθμός, διά τον οποίον πρόκειται να κριθούν, προβλέπεται εν ενεργεία διά την κατηγορίαν των αξιωματικών του Σώματος εις το οποίον ανήκουν.
2. Αξιωματικοί, τιθέμενοι εις αποστρατείαν αυτεπαγγέλτως λόγω σωματικής ανικανότητος ή καταλήψεώς των υπό του ορίου ηλικίας ή τη αιτήσει των, πλην των παραιτουμένων, κρίνονται υπό των οικείων Συμβουλίων, προς απονομήν αποστρατευτικού βαθμού, εφ` όσον συντρέχουν και αι εν παραγράφω 1 του παρόντος προϋποθέσεις.
3. Εις περίπτωσιν μη προαγωγής εις ανώτερον βαθμόν εν αποστρατεία το οικείον Συμβούλιον αιτιολογεί την τοιαύτην απόφασίν του.
4. Κατ` εξαίρεσιν, εις τους κατωτέρους αξιωματικούς, τους απομακρυνομένους της ενεργού υπηρεσίας, λόγω ορίου ηλικίας και έχοντας συμπληρώσει 25ετή πραγματικήν υπηρεσίαν εν συνόλω εις το Σώμα των, εξ ης 5ετή τοιαύτην εις τον τελευταίον βαθμόν, του πέμπτου έτους λογιζομένου πλήρους αν αποτελήται από εξ τουλάχιστον μήνας, απονέμεται εν αποστρατεία ο ανώτερος βαθμός, εφ` όσον ο βαθμός ούτος προβλέπεται εις την κατηγορίαν των αξιωματικών εις την οποίαν ανήκουν. Αι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογήν και διά τους διανύοντας τον τελευταίον βαθμόν αξιωματικούς γραφείου εφ` όσον ο ανώτερος βαθμός προβλέπεται εν τω Σώματι εις το οποίον ανήκουν.
5. Εις τας ανωτέρω διατάξεις υπάγονται και οι αξιωματικοί, οι οποίοι εξέρχονται της υπηρεσίας τη αιτήσει των ή λόγω ορίου ηλικίας ή κατ` εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 29, 30 και 31 του παρόντος, εφ` όσον συνεπλήρωσαν τουλάχιστον 30 ετών πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν, εξ ης διετή πραγματικήν υπηρεσίαν εν τω βαθμώ ή 25 ετών πραγματικήν εν τω συνόλω υπηρεσίαν εις τα Σώματα, εξ ης τριετή πραγματικήν υπηρεσίαν εν τω βαθμώ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ – ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ
Άρθρον 42
Γενικαί Διατάξεις
1. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού τοποθετούνται και μετατίθενται εις οργανικάς θέσεις του βαθμού των ή του ανωτέρου βαθμού εφ` όσον δεν καθίσταται δυνατή η πλήρωσις αυτών δι` αξιωματικών του βαθμού τούτου. Εις όλως εξαιρετικήν περίπτωσιν, αξιωματικός δύναται να υπηρετήση κατόπιν ητιολογημένης αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, μετά πρότασιν του οικείου Αρχηγού, εις οργανικήν θέσιν κατωτέραν του βαθμού του, εφ` όσον διά της συγκεκριμένης τοποθετήσεως υπηρετείται το υπηρεσιακόν συμφέρον. Επίσης κατ` εξαίρεσιν, εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας του αξιωματικού ή μέλους της οικογενείας του, ούτος δύναται να διατίθεται δια τον απολύτως αναγκαίον χρόνον εις Υπηρεσίαν διοικουμένην παρ` ανωτέρου του.
2. Τοποθέτησις είναι η εις οργανικήν θέσιν οριστική ένταξις του άνευ θέσεως αξιωματικού, μετάθεσις δε η οριστική μετακίνησις αυτού από οργανικής τινος θέσεως εις ετέραν τοιαύτην.
3. Οι το πρώτον εξερχόμενοι των παραγωγικών Σχολών αξιωματικοί τοποθετούνται εις Αστυνομικά Τμήματα, Υπηρεσίας Ασφαλείας, Τροχαίας, Αγορανομίας και Αμέσου Επεμβάσεως και Πυροσβεστικούς Σταθμούς, δεν επιτρέπεται δε μετάθεσίς των εξ αυτών προ τη παρελεύσεως έτους. Οι Ανθυπομοίραρχοι, Υπαστυνόμοι Β` τάξεως και Ανθυποπυραγοί δεν δύναται να υπηρετούν εις υπηρεσίας Γραφείου.
4. Ο Διευθυντής και ο Υποδιευθυντής της Αστυνομικής Διευθύνσεως Κέρκυρας, ως και οι αξιωματικοί Χωροφυλακής και Πυροσβεστικού Σώματος απαγορεύεται να υπηρετούν εις τον Νομόν καταγωγής ή ασκήσεως των πολιτικών δικαιωμάτων αυτών και των συζύγων των, εξαιρέσει:
α. Των υπηρετούντων εις το Λεκανοπέδιον Αττικής και τας πόλεις Θεσσαλονίκης και Πατρών, περιλαμβανομένων και των προαστίων αυτών.
β. Των αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος, των υπηρετούντων εις Πυροσβεστικούς Σταθμούς Πολεμικών Αεροδρομίων.
5. Κατώτεροι αξιωματικοί Χωροφυλακής και Πυροσβεστικού Σώματος δύναται να υπηρετούν εις νήσον της αυτής Επαρχίας, εφ` όσον αύτη δεν συμπίπτει με τον τόπον καταγωγής ή ασκήσεως των πολιτικών δικαιωμάτων αυτών ή των συζύγων των.
6. Αναστέλλεται ή εκτέλεσις διαταχθέντων τοποθετήσεων και μεταθέσεων εκτός της αυτής πόλεως κατά το από 20 Δεκεμβρίου μέχρι 10 Ιανουαρίου χρονικόν διάστημα, ως και το τοιούτον από της Κυριακής των Βαιϊων μέχρι της Κυριακής του Θωμά, εκτός εάν επείγοντες λόγοι δημοσίας ασφαλείας επιβάλλουν τούτο ή οι ενδιαφερόμενοι δεν ανατίθενται εις την πραγματοποίησιν της μετακινήσεως.
7. Οι εν γνώσει διατάσσοντες ή δεχόμενοι τοποθέτησιν ή μετάθεσιν ή παραμονήν εις θέσιν τινά κατά παράβασιν των διατάξεων των παραγραφών 4 και 5 του παρόντος άρθρου, χωρίς να αναφέρουν εγγράφως το υφιστάμενον κώλυμα, τιμωρούνται πειθαρχικώς.
8. α. Κατά τας τοποθετήσεις – μεταθέσεις των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, αι Υπηρεσίαι διακρίνονται εις: (1) Δυσμενούς διαβιώσεως: (2) Μεγάλων και μέσων αστικών κέντρων και (3) Βορείου και νησιωτικής Ελλάδος. Δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, εκδιδομένης μετά πρότασιν των Αρχηγών των Σωμάτων – Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού, καθορίζονται αι ανωτέρω Υπηρεσίαι, με πνεύμα καλύψεως όλων των κύκλων παρά των αξιωματικών εις έκαστον βαθμόν, εφ` όσον τούτο καθίσταται υπηρεσιακώς εφικτόν.
β. Οι αξιωματικοί των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού από της εξόδου των εκ των παραγωγικών Σχολών ως και οι εξ Ανθυπασπιστών, Ανθυπαστυνόμων και Πυρονόμων προαγόμενοι υπηρετούν επί ανάλογον χρόνον κατά την εξέλιξιν των εις τας Υπηρεσίας και των τριών ανωτέρω κατηγοριών.
γ. Αι διαδικασίαι και λεπτομέρειαι της παραγράφου ταύτης ρυθμίζονται, εν συνδυασμώ με την παράγ. 3 του παρόντος άρθρου και της παραγράφου 1 του άρθρου 11, διά του Κανονισμού μεταθέσεων εκάστου Σώματος, εκδιδομένων μετά εξάμηνον από της δημοσιεύσεως του παρόντος.
Άρθρον 43
Διαδικασία μεταθέσεων
1. Επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 44 του παρόντος αι μεταθέσεις και τοποθετήσεις των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού ενεργούνται κατά την ακόλουθον διαδικασίαν τακτικώς μεν άπαξ του έτους, εκτάκτως δε μόνον εις τας εξής περιπτώσεις:
α. Προς πλήρωσιν κενής θέσεως διοικούντος αξιωματικού εφ` όσον ειδικοί λόγοι επιβάλλουν την προ της πραγματοποιήσεως των τακτικών μεταθέσεων πλήρωσιν αυτής.
β. Εάν ένεκα σοβαράς διασαλεύσεως της δημοσίας τάξεως ο διοικών κρίνεται ως μη ενδεδειγμένος διά την αντιμετώπισιν της καταστάσεως. γ. Εάν ένεκα πειθαρχικού παραπτώματος ή ποινικού αδικήματος, διαπραχθέντος υπό αξιωματικού ή υπηρεσιακής ενεργείας αυτού, εδημιουργήθη σοβαρά κατάστασις, επιβάλλουσα την άμεσον μετακίνησιν τούτου.
2. Τις τακτικές και έκτακτες μεταθέσεις και τοποθετήσεις αποφασίζει το Ανώτερο Συμβούλιο καθε Σώματος που λειτουργεί σαν Συμβούλιο Μεταθέσεων. Ειδικά προκειμένου περί της Αστυνομίας Πόλεων τις τοποθετήσεις και μεταθέσεις αποφασίζει το Ανώτερο Συμβούλιο που είναι αρμόδιο για τις κρίσεις των Γεν. Αστυνομικών Διευθυντών. Τις μεταθέσεις και τοποθετήσεις των Επιθεωρητών χωροφυλακής ενεργεί Υπουργός Δημοσίας Τάξεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 4 του Ν.1234/1982 (ΦΕΚ Α 23)
3. Τα Αρχηγεία των Σωμάτων, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν προτάσεως των υφισταμένων των Υπηρεσιών, διαβιβάζουν τας προτάσεις των εντός του πρώτου δεκαημέρου του μηνός Ιουνίου εις το οικείον Συμβούλιον. Εις το Συμβούλιον παραπέμπονται επίσης και αι μεταθέσεις την πραγματοποίησιν των οποίων ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως κρίνει αναγκαίαν.
4. Το Συμβούλιον, συνερχόμενον κατόπιν προσλήσεως του Προέδρου αυτού, αποφασίζει επί των παραπεμφθεισών εις τούτο υποθέσεων μέχρι τέλους Ιουνίου, συντασσομένου σχετικού πρακτικού. Αι αποφάσεις του Συμβουλίου είναι υποχρεωτικαί διά τον Υπουργόν, κοινοποιούνται δε εις τας Υπηρεσίας διά διαταγής αυτού μέχρι της 10ης Ιουλίου, προς εκτέλεσιν μέχρι της 15ης Σεπτεμβρίου.
5. Διά τας περιπτώσεις εκτάκτων μεταθέσεων τα Συμβούλια συνέρχονται κατόπιν προσκλήσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως.
Άρθρο 44
Τοποθετήσεις – μεταθέσεις άνευ αποφάσεως του Συμβουλίου Μεταθέσεων
1. Ως Υπαρχηγοί Χωροφυλακής τοποθετούνται δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως οι δύο αρχαιότεροι Υποστράτηγοι, κατά την σειράν αρχαιότητος αυτών.
2. Οι Υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων τοποθετούνται δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως κατά την σειράν αρχαιότητος αυτών.
3. Οι το πρώτον εξερχόμενοι των Παραγωγικών Σχολών Αξιωματικών τοποθετούνται δι` αποφάσεως του οικείου Αρχηγού.
4. Αι εντός της αυτής πόλεως ως και αι εντός της περιοχής των Διευθύνσεων Αστυνομίας Προαστίων Πρωτευούσης Θεσσαλονίκης μεταθέσεις κατωτέρων αξιωματικών Χωροφυλακής διατάσσονται υπό του Αρχηγού τη προτάσει του οικείου Διοικητού Χωροφυλακής ή Αστυνομικού Διευθυντού.
5. Αι εντός της αυτής Αστυνομικής Διευθύνσεως μετακινήσεις ανωτέρων αξιωματικών της Αστυνομίας Πόλεων αποφασίζονται υπό του οικείου Συμβουλίου, κατόπιν γνώμης του Διευθυντού της Αστυνομικής Διευθύνσεως. Αι μετακινήσεις των κατωτέρων αξιωματικών διατάσσονται υπό του Διευθυντού της Αστυνομικής Διευθύνσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 772/1978 (ΦΕΚ Α 57).
6. Αι εντός της αυτής πόλεως μεταθέσεις κατωτέρων αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος, διατάσσονται υπό του Αρχηγού, τη προτάσει του οικείου Διοικητού Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Πόλεως.
7. Κατώτεροι αξιωματικοί Χωροφυλακής και Πυρ/κού Σώματος μετατιθέμενοι εις τας Διευθύνσεις Αστυνομίας, τας Σχολάς και Παραρτήματα αυτών, την Διεύθυνσιν Ασφαλείας Υψηλών Προσώπων και τας Διοικήσεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Πόλεων τοποθετούνται εις οργανικάς θέσεις αυτών δια διαταγής του Διευθυντού ή του Διοικητού της οικείας Υπηρεσίας.
Άρθρο 45
Περίπτωσις τοποθετήσεων – μεταθέσεων
1. Αι τοποθετήσεις και μεταθέσεις των αξιωματικών ενεργούνται εις τας εξής μόνον περιπτώσεις:
α. Μετά συμπλήρωσιν διετούς υπηρεσίας εις τον αυτόν τόπον. Προκειμένου περί υπηρετούντων εις Υπηρεσίας, παρουσιαζούσας δυσχερείας διαβιώσεως το χρονικόν όριον τούτο μειούται εις εν έτος. Αι Υπηρεσίαι αύται καθορίζονται δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως.
β. Τη αμοιβαία αιτήσει των ενδιαφερομένων ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής εις την θέσιν. Νέα αίτησις αμοιβαίας μεταθέσεως δεν επιτρέπεται προς τη παρελεύσεως έτους από της πραγματοποιήσεως της προηγουμένης μεταθέσεως.
γ. Διά σοβαρούς λόγους υγείας του αξιωματικού ή μέλους της οικογενείας του, πιστοποιουμένους υπό του ιατρού, του εκτελούντος την υγειονομικήν υπηρεσίαν του προσωπικού του Σώματος εις το οποίον ανήκει ο ενδιαφερόμενος.
δ.`Ενεκα σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος ή ποινικού αδικήματος, απειλούντος την δημιουργίαν γενικωτέρου ζητήματος πειθαρχίας ή τάξεως. ε. Εάν ο αξιωματικός κρίνεται ανεπαρκής δια την θέσιν, την οποίαν κατέχει. στ. Λόγω προαγωγής του αξιωματικού ή υποβιβασμού ή προαγωγής της Υπηρεσίας την οποίαν διοικεί.
ζ. Ενεκα υπηρεσιακής ανάγκης ειδικώς αιτιολογουμένης.
η. Λόγω κρίσεως ως παραμένοντος εις τον αυτόν βαθμόν κατά τα οριζόμενα εις το Άρθρον 32 παράγρ. 3 του παρόντος.
2. Εις τας περιπτώσεις β` έως η` της προηγουμένης παραγράφου αι μεταθέσεις και τοποθετήσεις ενεργούνται ανεξαρτήτως χρόνου παραμονής εις την θέσιν.
3. Αξιωματικοί Χωροφυλακής και Πυροσβεστικού Σώματος μέχρι και του βαθμού του Αντισυνταγματάρχου και Αντιπυράρχου, συμπληρούντες 5ετή συνεχή ή διακεκομμένην υπηρεσίαν, εφ` όσον η διακοπή είναι μικροτέρα της διετίας, εις Υπηρεσίας της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και της μείζονος περιοχής πόλεως Θεσσαλονίκης, μετατίθενται υποχρεωτικώς, εκτός εάν εξαιρετικοί λόγοι υπηρεσιακού συμφέροντος ή άλλοι ειδικοί τοιούτοι υπαγορεύουν την μη μετάθεσίν των. Περί της συνδρομής των λόγων τούτων αποφασίζει ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως μετά γνώμην του οικείου Αρχηγού. Η διάταξις της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζεται δια τους καταλαμβανομένους υπό του ορίου ηλικίας ή συμπληρούντας 35ετή πραγματικήν υπηρεσίαν εφ` όσον διανύουν την τελευταίαν διετίαν του χρόνου τούτου (ορίου ηλικίας ή 35ετίας).
4. Αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων μέχρι και του Αστυνομικού Διευθυντού Β` τάξεως, συμπληρούντες εις την αυτήν Υπηρεσίαν πενταετή συνεχή ή διακεκομμένην υπηρεσίαν εφ` όσον η διακοπή είναι μικροτέρα της διετίας, μετατίθενται υποχρεωτικώς, εκτός εάν εξαιρετικοί λόγοι υπηρεσιακού συμφέροντος ή άλλοι ειδικοί τοιούτοι υπαγορεύουν την μη μετάθεσίν των. Περί της συνδρομής των λόγων τούτων αποφασίζει ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως, μετά γνώμην του Αρχηγού Αστυνομίας Πόλεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
Τελικαί – Μεταβατικαί Καταργούμεναι διατάξεις
Άρθρο 46
Τελικαί διατάξεις
1. Τιμητικαί διακρίσεις, απονεμηθείσαι κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 56 του Ν.Δ. 139/1969 εις αξιωματικούς Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος λογίζονται ως μηδέποτε απονεμηθείσαι.
2. Αξιωματικοί του Πυροσβεστικού Σώματος αποκτήσαντες τον βαθμόν των προ της διά του Α.Ν. 360/1968 συστάσεως της Σχολής Ανθυποπυραγών θεωρούνται, καθ` όσον αφορά εις την εφαρμογήν του άρθρου 7 παράγρ. 1 του παρόντος, ως προερχόμενοι εκ της παραγωγικής Σχολής Αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος.
3. Αξιωματικοί Ειδικών Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος δεν δύναται να ορίζωνται ως Διοικηταί Πυροσβεστικών Σταθμών και Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Πόλεων.
4. Εις τους ατομικούς φακέλους των αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού τηρούνται μεταξύ των άλλων και τα ακόλουθα έγγραφα:
α. Τα προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος συνταχθέντα έγγραφα εκτιμήσεως των ικανοτήτων αυτών (φύλλα ποιότητος, διαδοχικαί σημειώσεις, εκθέσεις ικανότητος κ.λπ), αι εκθέσεις ικανότητος και ειδικαί εκθέσεις αποστρατείας.
β. Αι αποφάσεις Ανακριτικών και Πειθαρχικών Συμβουλίων και αι αποφάσεις Ποινικών Δικαστηρίων.
γ. Αποσπάσματα των αποφάσεων των Συμβουλίων κρίσεως και
δ. Αι διοικητικαί πράξεις απονομής ηθικών αμοιβών.
5. Η διά του άρθρου 15 παράγρ. 2 του παρόντος καθοριζομένη κλίμαξ βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων των αξιωματικών έχει την ακόλουθον αντιστοιχίαν, προς την μέχρι της εφαρμογής ταύτης προϊσχύσασαν εις έκαστον των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού τοιαύτην:
————————————————————–
Ισχύουσα Προϊσχύουσα Κοινή και διά τρία Σώματα Χωροφυλακή Αστυνομία Πυροσβεστικόν Πόλεων Σώμα Εξαίρετος (10) ύΑριστος ύΑριστος ύΑριστος Λίαν καλός (8 ή 9) Λίαν καλός Λίαν Καλός Λίαν καλός Καλός (5, 6 ή 7) Καλός Καλός Καλός Σχεδόν καλός (3 ή 4) Σχεδόν καλός Μέτριος Μέτριος και μέτριος Απαράδεκτος (1 ή 2) Κακός Κακός Κακός
6. Αι αρμοδιότητες των διά του Ν.Δ. 139/1969 καταργηθέντων Συμβουλίων του Πυροσβεστικού Σώματος περιέρχονται εις τα κατ` άρθρον 23 του παρόντος Συμβουλίου του Πυροσβεστικού Σώματος.
Άρθρο 47
Μεταβατικαί διατάξεις
1. Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος κυρωμένοι πίνακες προακτέων και παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν αξιωματικών εξακολοθούν ισχύοντες μέχρι της ενάρξεως των τακτικών ετησίων κρίσεων έτους 1978.
2. Αι διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος εφαρμόζονται μετά διετίαν από της ενάρξεως της ισχύος αυτού. Αξιωματικοί αποκτήσαντες τα υπό του άρθρου 21 του Ν.Δ. 139/1969 οριζόμενα ειδικά τυπικά προς προαγωγήν προσόντα, βάσει των κατ` εφαρμογήν αυτού εκδοθεισών Υπουργικών Αποφάσεων, θεωρούνται κεκτημένοι τα υπό του άρθρου 11 του παρόντος προβλεπόμενα προσόντα.
3. Προεδρικά ή Βασιλικά Διατάγματα Κανονιστικού περιεχομένου, εκδοθέντα κατ` εφαρμογήν διατάξεων του Ν.Δ. 139/1969, εξακολουθούν ισχύοντα μέχρι της ενάρξεως ισχύος των δυνάμει του παρόντος εκδοθησομένων Π. Δ/των.
4. Υφιστάμεναι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος εκκρεμείς υποθέσεις προκληθείσαι εκ της εφαρμογής του Ν.Δ. 139/1969, κρίνονται κατά τας διατάξεις αυτού ως τούτο ίσχυε κατά τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, παραπεμπόμεναι εις τα υπό του παρόντος συνιστώμενα Συμβούλια.
5. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 2 του Ν.Δ. 71/1974 παρατείνεται επί επταετίαν από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, αντικαθίσταται δε ως εξής:
Ο χρόνος παραμονής εις τον κατεχόμενον βαθμόν των αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος, ως προς το δικαίωμα προαγωγής, δια τους βαθμούς Επιπυραγού, Αντιπυράρχου και Πυράρχου καθορίζεται ως ακολούθως:
α. Επιπυραγός 4 έτη εις τον βαθμόν, ή 12 έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού εκ της οποίας 2 έτη εις τον βαθμόν, ή 25 έτη υπηρεσίας εις το Σώμα εκ της οποίας 2 έτη εις τον βαθμόν.
β. Αντιπύραρχος 4 έτη εις τον βαθμόν, ή 14 συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού εκ της οποίας 2 έτη εις τον βαθμόν, ή 29 έτη συνολικής υπηρεσίας εις το Σώμα εκ της οποίας 1 έτος εις τον βαθμόν.
γ. Πύραρχος 2 έτη εις τον βαθμόν, ή 18 έτη υπηρεσίας αξιωματικού, εκ της οποίας 1 έτος εις τον βαθμόν, ή 30 έτη υπηρεσίας εις το Σώμα εκ της οποίας 1 έτος εις τον βαθμόν. Κατά το χρονικόν τούτο διάστημα αναστέλλεται δια τους Επιπυραγούς, Αντιπυράρχους και Πυράρχους ή εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του παρόντος, απαγορεύεται δε η προαγωγή νεωτέρου εάν ο αρχαιότερος δεν έχη συμπληρώσει τα προς προαγωγήν προσόντα, υπό τους εις το άρθρον 8 παρ. 3 του παρόντος ειδικωτέρους περιορισμούς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 3 του Ν.1145/1981 (ΦΕΚ Α 100)
6. Μέχρι λήξεως της ισχύος του πίνακος “παραμενόντων εις τον αυτόν βαθμόν” Συνταγματαρχών και Αστυνομικών Διευθυντών Α` τάξεως, ο οποίος συνετάγη κατά τας τακτικάς κρίσεις του έτους 1977, εξακολουθούν ισχύουσαι αι διατάξεις του Ν.Δ. 139/1969, αι προβλέπουσαι προαγωγήν των εγγεγραμμένων εις τον πίνακα τούτον εις περίπτωσιν προαγωγής νεωτέρου των.
7. Ομοίως ισχύουν μέχρι των προσεχών κρίσεων οι πίνακες παραμενόντων εις τον βαθμόν Αντισυνταγματαρχών, Αστυν. Δ/ντων Β`. και Αντιπυράρχων, οι συνταχθέντες κατά τας προηγουμένας τακτικάς κρίσεις 1977/1978.
8. Αξιωματικοί, συμπληρούντες τον εις το άρθρον 28 παράγρ. 2 του παρόντος χρόνον και μη κριθέντες κατά τας τακτικάς κρίσεις του έτους 1977, κρίνονται εκτάκτως εντός μηνός από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 48
Διατηρούμεναι διατάξεις
1. Διατηρούνται εν ισχύϊ αι διατάξεις του Ν. 4331/1963 “περί διατηρήσεως εν τη ενεργώ υπηρεσία των καταλαμβανομένων υπό του ορίου ηλικίας αξιωματικών Χωροφυλακής, προ της συμπληρώσεως 35ετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας”, ως ετροποποιήθη διά του Ν.Δ. 4371/1964. Οριον ηλικίας των κατά τας διατάξεις ταύτας διατηρουμένων εις την ενέργειαν αξιωματικών, ανεξαρτήτως βαθμού, ορίζεται το 60ον έτος. Οι υπερβάντες το όριον τούτο αποστρατεύονται αυτεπαγγέλτως εντός 30 ημερών από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος.
2. Η υπό του άρθρου 62 παράγρ. 2 του Ν.Δ. 139/1969 συσταθείσα θέσις Αρχιπυράρχου – Υπαρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος διατηρείται, πληρούται δε κατά τας διατάξεις του παρόντος. Επίσης διατηρείται η υπό του άρθρου 62 παράγ. 2 περίπτωσις β` καθιερωθείσα μετονομασία των βαθμών της ιεραρχικής κλίμακος του Πυροσβεστικού Σώματος.
3. Αι διατάξεις του άρθρου 18 του Α.Ν. 360/1968 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας διατάξεων” δεν θίγονται υπό του παρόντος.
Άρθρο 49
Εντός 4μήνου από της ισχύος του παρόντος Νόμου, δέον να έχουν εκδοθή οι κατ` εφαρμογήν τούτου προβλεπόμενοι Κανονισμοί, Προεδρικά Διατάγματα και Αποφάσεις.
Άρθρο 50
Αι υφιστάμεναι οργανικαί θέσεις αξιωματικών Γενικών Υπηρεσιών Χωροφυλακής, αυξάνονται κατά 2 Ταξίαρχους.
Άρθρο 51
Καταργούμεναι διατάξεις
1. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου και επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 48 παράγρ. 2 αυτού καταργούνται αι διατάξεις:
α. Του Ν.Δ. 139/1969 “περί ιεραρχίας, προαγωγών, αποστρατείας και μεταθέσεων των μονίμων αξιωματικών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων, Λιμενικού και Πυροσβεστικού” ως ετροποποιήθη διά των Ν.Δ. 248/1969, 283/1969, 812/1971, 1092/1972, 220/1975 και του άρθρου 1 του Ν.Δ. 28/1974, καθ` ο μέρος αφορούν εις τους αξιωματικούς Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος.
β. Των άρθρων 4 παρ. 1 έως 5, 5, 6, παράγρ. 1 έως 5, 8 παράγρ. 2 έως 4 και 11 του Ν. 295/1976 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων των οργανικών νόμων, Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως”.
γ. Των άρθρων 5 του Ν.Δ. 3/1973 “περί μετονομασίας της παρά τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως Γενικής Διευθύνσεως, Εθνικής Ασφαλείας, καθορισμού των αρμοδιοτήτων αυτής, οργανώσεως και λειτουργίας της” (ΦΕΚ τ. Α` 233), 6 του Ν.Δ. 4426/1964 “περί συστάσεως Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως”, ως ετροποποιήθη δια του Ν.Δ. 7/1973, και 5 του Ν.Δ. 1273/1973 “περί Διευθύνσεως Εγκληματολογικών Υπηρεσιών”, καθ` ο μέρος αφορούν τους συντάκτας φύλλων ποιότητος και ειδικών εκθέσεων αποστρατείας των αξιωματικών Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος.
δ. Του Β.Δ. 640/1969 “περί απονομής τιμητικων διακρίσεων εις αποστρατευομένους ανωτάτους αξιωματικούς Σωμάτων Ασφαλείας και Λιμενικού” (ΦΕΚ τ. Α` 199), καθ` ο μέρος αφορούν αξιωματικούς Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος.
ε. Της υπ` αριθ. 534/31.7.1969 αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως “περί καθορισμού Υπηρεσιών Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος, εις ας η ενάσκησις καθηκόντων ή διοικήσεως λογίζεται ως χρόνος διοικήσεως δι` έκαστον βαθμόν”, (ΦΕΚ τ. Β` 498/1969), ως ετροποποιήθη, δια των υπ` αριθ. 1927/22.12.1969 (ΦΕΚ τ. Β` 851/1969) και 2676. Φ. 1/25 από 19.7.1971 (ΦΕΚ τ. Β` 619/1971) ομοίων.
2. Επίσης από της ενάρξεως ισχύος του Π. Δ/τος, το οποίον θα εκδοθή κατ` εφαρμογήν του άρθρου 18 του παρόντος καταργείται το Β.Δ. 803/1969 “περί φύλλων ποιότητος Αξιωματικών Χωροφυλακής Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος και ατομικών εγγράφων αυτών”.
Άρθρο 52
Εναρξις ισχύος
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 26 Αυγούστου 1977
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ