Νόμος 723 ΦΕΚ Α΄300/8.10.1977
Περί αντικαταστάσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ. 3026/1954 “περί του Κώδικος των Δικηγόρων και άλλων τινών διατάξεων .
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν
Άρθρον 1
Το άρθρον 3 του Ν.Δ. 3026/1954 “περί του Κώδικος των Δικηγόρων”, αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 3.
1. Ουδείς διορίζεται δικηγόρος, αν μη κέκτηται την Ελληνικήν Ιθαγένειαν. Αλλογενής αποκτήσας την Ελληνικήν Ιθαγένειαν δια πολιτογραφήσεως, δεν δύναται να διορισθή Δικηγόρος προ της συμπληρώσεως πενταετίας από ταύτης. Κατ`εξαίρεσινΕλληνες το γένος αλλά μη κεκτημένοι την Ελληνικήν ιθαγένειαν δύναται να διορισθώσι Δικηγόροι μετά προηγουμένηνειδικήνάδειαν του Υπουργού της Δικαιοσύνης κατόπιν γνώμης του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Η τοιαύτη άδεια δέον να χορηγήται προ της ενάρξεως της κατά την παρ. 3 πρακτικής ασκήσεως.
2. Δικηγόρος διορίζεται ο επιτυγχάνων εις εξέτασιν επι πρακτικών θεμάτων διεξαγομένων εις την έδραν εκάστου Εφετείου, προκηρυσσομένην κατά Μάρτιον και Σεπτέμβριον εκάστου έτους δι`αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης.
3. Δικαίωμα συμμετοχής εις την εξέτασιν έχει όστιςκέκτηταιπτυχίον του νομικού τμήματος της Νομικής Σχολής Ελληνικού ή αλλοδαπού ανεγνωρισμένου ομοταγούς Πανεπιστημίου, έχει συμπληρώσει πρακτικήνάσκησιν δέκα οκτώ μηνών παρά δικηγόρω και έχει ηλικίαν ουχί ανωτέραν των 35 ετών συμπεπληρωμένων. Η συμπλήρωσις λογίζεται ως επελθούσα την 31ην Δεκεμβρίου του αντιστοίχου έτους”.
Άρθρον 2
Το άρθρον 4 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 4.
Ο πτυχιούχος οφείλει εντός εξαμήνου από της λήψεως του πτυχίου του, να ζητήση την εγγραφήν του εις ειδικόνβιβλίον του Δικηγορικού Συλλόγου του τόπου ασκήσεως, προσάγων το πτυχίον αυτού ως και βεβαίωσιν του παρ`ωήρξατο ασκούμενος δικηγόρου. Από της εγγραφής ταύτης λογίζεται αρξαμένη η άσκησις. Δεν δύναται να εγγραφή εις το ειδικόνβιβλίονασκουμένων του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου ο συμπληρώσας το 33ον έτος της ηλικίας του, πλην αν πρόκειται περί τυφλών εχόντων αναπηρίαν 100% επί των οποίων η εγγραφή επιτρέπεται μέχρι συμπληρώσεως και του 45ου έτους. Η συμπλήρωσις λογίζεται επελθούσα την 31ην Δεκεμβρίου του αντιστοίχου έτους”.
Άρθρον 3
Το άρθρον 5 του Ν.Δ.3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 5.
1 . Εκπρόθεσμος εγγραφή επιτρέπεται, κατ`εξαίρεσιν, δι`αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, μετά σύμφωνονγνώμην του Πειθαρχικού Συμβουλίού του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου και ιδίως ένεκα νόσου, στρατιωτικής υπηρεσίας, συνεχίσεως σπουδών εν τη Αλλοδαπή και ετέρων δεδικαιολογημένων περιστάσεων. Η άσκησις ασυμβιβάστου εργασίας κατ` ουδεμίαν περίπτωσιν δύναται να θεωρηθή ως δεδικαιολογημένηπερίστασις.
2. Παρελθούσης πενταετίας από της λήψεως του πτυχίου αποκλείεται εγγραφή πτυχιούχου εις τα βιβλία ασκουμένων”.
Άρθρον 4
Το άρθρον 6 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 6
1. Η άσκησις γίνεται των μεν ασκουμένων εν τη έδρα των Πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς παρά δικηγόρω παρ` ΑρείωΠάγω ή παρ` Εφέταις των δε ασκουμένων εν τη έδρα των λοιπών Πρωτοδικείων παρά δικηγόρω παρ` Εφέταις ή παρά Δικηγόρω παρά Πρωτοδίκαιςέχοντιπαρ`αυτοίςυπηρεσίαν τουλάχιστον πέντε ετών. Δεν δύναται παρά τω αυτώ δικηγόρω να ασκώνται συγχρόνως πλείονες των τριών πτυχιούχων. Επιτρέπεται η σύγχονοςάσκησις του ασκουμένου εις πλείονας του ενός και μέχρι τριών το πολύ δικηγόρων.
2. Επί της εννόμου σχέσεως της συνδεούσης τον ασκούμενον μετά του ασκούντος δικηγόρου δεν έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του εργατικού δικαίου.
3. Εν αδυναμία εξευρέσεως υπο του πτυχιούχου, Δικηγόρου παρ`ω μέλλει να ασκηθή μεριμνά περί τούτου το Δ.Σ. του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.
4. Η άσκησις δύναται να γίνη και παρά τω Γραφείω του Προέδρου του Νομικού Συμβούλου του Κράτους ή παρά Γραφείω Νομικού Συμβούλου του Κράτους. Ο αριθμός των ασκουμένων δεν δύναται να υπερβή τους δύο παρ` εκάστωΓραφείω Νομικού Συμβούλου, και τους πέντε παρά τω Γραφείω του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου. Η τοποθέτησις των ασκουμένων εις τα Γραφεία των Νομικών Συμβούλων ενεργείται δια πράξεως του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου.
5. Επιτρέπεται, τη αιτήσει του ασκουμένου, μεταγραφή από ενός Συλλόγου, εις έτερον μετ`έγκρισιν του Δ.Σ. τούτου υπό τον όρον, όπως ο ασκούμενος προσαγάγη πιστοποιητικόν του Συλλόγου, παρ` ω ήτο εγγεγραμμένος, εμφαίνον συνεχή άσκησιν παρά Δικηγόρω από της αρχικής εγγραφής και αντίγραφον του πτυχίου. Η αίτησις μεταγγραφής υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξ μηνών από της ενάρξεως της ασκήσεως”.
Άρθρον 5
Το άρθρον 7 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 7.
1.Η άσκησις είναι συνεχής. Ο ασκούμενος κατά την διάρκειαν των δικαστικών διακοπών, από της 1ης Ιουλίου έως 15ης Σεπτεμβρίου δικαιούται να διακόψη την άσκησιν του δια διάστημα μέχρι 30 ημερών δι`εκάστηνπερίοδον διακοπών, ο χρόνος δε ούτος υπολογίζεται ως χρόνος ασκήσεως.
2. Συνέχισις της διακοπείσης εξ οιουδήποτε ετέρου λόγου ασκήσεως επιτρέπεται μόνον τη αιτήσει του ασκουμένου, δι`ητιολογημένης αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου του οικείου Συλλόγου, καταχωριζομένης εις το βιβλίονασκουμένων. Δια της αποφάσεως ταύτης δύναται να επιβληθή πρόσθετος άσκησις.
3. Η επιβολή προσθέτου ασκήσεως είναι υποχρεωτική, εφ`όσον η διακοπή υπερβεί εν συνόλω τους δύο μήνας κατά το διάστημα της δεκαοκταμήνου ασκήσεως εξαιρέσει της περιπτώσεως καθ`ην αύτη οφείλεται εις εκπλήρωσιν στρατιωτικής υπηρεσίας.
4. Ο χρόνος εκπληρώσεως της στρατιωτικής θητείας δεν υπολογίζεται, ως χρόνος ασκήσεως εξαιρέσει
α) της περιπτώσεως, καθ`ην ο υποψήφιος επραγματοποιήσενάσκησιν είτε εις τον Σύλλογον εις ον ήτο εγγεγραμμένος είτε εις έτερον Σύλλογον της έδρας της στρατιωτικής Μονάδος εις ην υπηρέτει και
β) της περιπτώσεως, καθ`ην η Χώρα τελεί εν επιστρατεύσει, ότε αρκεί χρόνος ασκήσεως και εξ μηνών. Ο χρόνος εφεδρικής υπηρεσίας εις πάσαν περίπτωσιν λογίζεται ως χρόνος ασκήσεως.
5. Εάν η διακοπή υπερέβη τα 3 έτη, ο ασκούμενος διαγράφεται του βιβλίου ασκουμένωνδι`αποφάσεων του Πειθαρχικού Συμβουλίου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. 6. Κατά των αποφάσεων του Πειθαρχικού Συμβουλίου του παρόντος άρθρου επιτρέπεται προσφυγή εις το ΑνώτατονΠειθαρχικόνΣυμβούλιον”.
Άρθρον 6
Το άρθρον 8 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον8
Εις το ταμείον του Συλλόγου καταβάλλεται δικαίωμα εγγραφής οριζόμενονδι`αποφάσεως του Δ.Σ. Επί εκπροθέσμου εγγραφής ή συνεχίσεως της διακοπείσης ασκήσεως το Δ.Σ. του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου αυξάνει το ποσόν εις το διπλάσιον τουλάχιστον, του καθοριζομένου ως δικαιώματος εγγραφής”.
Άρθρον 7
Το άρθρον 10 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 10.
1. Διαρκούσης της ασκήσεως ο ασκούμενος δύναται να παρίσταται ενώπιον του Πταισματοδικείου, του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και του Ειρηνοδικείου, προκειμένου περί ενόρκων βεβαιώσεων του άρθρου 671 του Κώδ. Πολ.Δικ. και περί διαφορών διαδικασίας των άρθρων 737, 738 παρ. 22 Κ.Πολ.Δικ. Τη εγγράφω εντολή του παρ`ω ασκείται Δικηγόρου δύναται ο ασκούμενος να παρίσταται ενώπιον του Ειρηνοδικείου, δικάζοντος κατά την διαδικασίαν των μικροδιαφορών.
2. Ο ασκούμενος υποχρεούται να συμπαρίσταται μετά του παρ`ω ασκείται Δικηγόρου, ενώπιον των Πρωτοβαθμίων Δικαστηρίων συνυπογράφων τας προτάσεις.
3. Δι`αποφάσεων του Υπουργού Δικαιοσύνης, εκδιδομένων μετά πρότασιν της Συντονιστικής Επιτροπής των Δικηγορικών Συλλόγων, καθορίζονται τα της διεξαγωγής της πρακτικής ασκήσεως, ο τρόπος ελέγχου ταύτης υπό του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, ως και τα δικαιώματα και αι υποχρεώσεις των ασκουμένων και των παρ` οις ασκούνται ούτοι δικηγόρων.
4. Εις την άσκησιν περιλαμβάνεται η υποχρεωτική παρακολούθησις ειδικών φροντιστηρίων, ως και διαλέξεων, οργανουμένων υπό των Δικηγορικών Συλλόγων”.
Άρθρον 8
Το άρθρον 12 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Περί Εξετάσεων
“Άρθρον 12
1. Ο ασκούμενος οφείλει να μετάσχη της αμέσως προσεχούς ή μεταπροσεχούς εξετάσεως μετά την συμπλήρωσιν του χρόνου της κατά νόμον ασκήσεως του ή της τυχόν προσθέτου τοιαύτης. Δύναται ο ασκούμενος να γίνη δεκτός και εις μεταγενεστέραν εξέτασιν κατόπιν αποφάσεως του οικείου πειθαρχικού Συμβουλίου, εφ`όσον συντρέχουν εν τω προσώπω του εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Το πειθαρχικόνΣυμβούλιον δύναται να επιβάλλη και πρόσθετονάσκησιν. Εις την περίπτωσιν ταύτην ο ασκούμενος οφείλει να προσέλθη εις την πρώτην μετά την συμπλήρωσιν της προσθέτου ασκήσεως εξέτασιν.
2. Πας ασκούμενος υποχρεούται να εξετασθή παρά τω Εφετείω εις την περιφέρειαν του οποίου εδρεύει ο Δ.Σύλλογος εις ον ησκήθη.
3. Ο προτιθέμενος να λάβη μέρος εις την εξέτασιν καταθέτει, το βραδύτερον μέχρι της προτεραίας της ενάρξεως της εξετάσεως, αίτησιν περί τούτου εις τον Γραμματέα της Εξεταστικής Επιτροπής.
Εις την αίτησιν επισυνάπτονται: α) Πιστοποιητικόν ασκήσεως, β) πιστοποιητικόν εκ του μητρώου των αρρένων προκειμένου δε περί γυναικών εκ του δημοτολογίου. Τα ανωτέρω πιστοποιητικά πρέπει να αναγράφωσι και την ηλικίαν του αιτούντος, γ) το πανεπιστημιακόν αυτού πτυχίον ή ανάλογον πιστοποιητικόν του Πανεπιστημίου, δ) αντίγραφον Ποινικού Μητρώου τύπου Β`, περί ελλείψεως καταδίκης επιτινι των εν άρθρ. 26 αδικημάτων, ε) πιστοποιητικόν του οικείου στρατολογικού γραφείου, ότι εξεπλήρωσε τας στρατιωτικάς του υποχρεώσεις ή απηλλάγη τούτων νομίμως ή τελεί νομίμως εκτός στρατεύματος στ) υπεύθυνονδήλωσιν ότι δεν υπάγεται εις τινα των περιπτώσεων των αρθρ. 26, 62 και 63 του παρόντος και ζ) γραμμάτιον καταθέσεως χρηματικού ποσού ως εξετάστρων εις το Ταμείον του Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας του Εφετείου, καθοριζομένου εκάστοτε δι`ειδικώςητιολογημένης αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού. Δια της αποφάσεως ορίζεται η κατανομή του ποσού μεταξύ αφ` ενός των μελών της Επιτροπής, του Γραμματέως αυτής και του τυχόν χρησιμοποιηθησομένουκλητήρος και αφ`ετέρου του Ταμείου του Δικηγορικού Συλλόγου. Η Επιτροπή προ της ενάρξεως της εξετάσεως αποφασίζει, αμετακλήτως περί της αποδοχής ή μη της αιτήσεως του υποψηφίου δι`ειδικώςητιολογημένης αποφάσεως”.
Άρθρον 9
Το άρθρον 13 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 13.
1. Η εξέτασις είναι γραπτή και προφορική μόνον επι της πρακτικής εφαρμογής του δικαίου και ειδικώτερον επί:
1) Αστικού δικαίου,
2) Πολιτικής Δικονομίας,
3) Εμπορικού Δικαίου,
4) Ποινικού Δικαίου και
5) Ποινικής Δικονομίας
Η γραπτή εξέτασις είναι μυστική, συγχωρείται δε κατ` αυτήν η χρήσις μόνον νόμων άνευ σχολίων. Ο αποτυγχάνων εις την γραπτήν εξέτασιν αποκλείεται της προφορικής ήτις διεξάγεται δημοσία.
2. Ο τρόπος διεξαγωγής των εξετάσεων, τα εξεταστέα θέματα και πάσα εν γένει λεπτομέρεια ορίζονται δι`εκδιδομένης εκάστοτε αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης.
3. Περί της εξετάσεως τηρούνται πρακτικά φυλασσόμενα εις το Αρχείον του οικείου Εφετείου. Πίναξ αποτελεσμάτων περιέχων ονοματεπώνυμα μόνον των επιτυχόντων κατά σειράν επιτυχίας δημοσιεύεται δια τοιχοκολλήσεως εις τα καταστήματα του Εφετείου και των οικείων Δικηγορικών Συλλόγων. Αντίγραφον του πίνακος τούτου περιέχον τα ονοματεπώνυμα των επιτυχόντων και την βαθμολόγησιν εκάστου τούτων, αποστέλλεται υπό του Γραμματέως της Επιτροπής εις τους οικείους Συλλόγους.
4. Ο Γραμματεύς της Επιτροπής, υποχρεούται, όπως εντός πέντε ημερών από της δημοσιεύσεως των τελικών αποτελεσμάτων αποστέλλη εις το Υπουργείον Δικαιοσύνης αντίγραφον του συνολικού πίνακος των τελικών αποτελεσμάτων περιλαμβάνοντος τα ονοματεπώνυμα πάντων των επιτυχόντων κατά σειράν επιτυχίας”.
Άρθρον 10
Το άρθρον 15 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 15.
1. Παρ`εκάστω Εφετείω η εξεταστική Επιτροπή απαρτίζεται εκ του Προϊσταμένου του οικείου Εφετείου ως Προέδρου, του Εισαγγελέως Εφετών και τριών Δικηγόρων, προτεινομένων μετά των αναπληρωτών των υπό του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας του Εφετείου ως μελών. Προκειμένου περί εξετάσεως ασκουμένουασκηθέντος παρά Συλλόγωεδρεύοντος εκτός έδρας του Εφετείου, ως πέμπτον μέλος της Επιτροπής ορίζεται Δικηγόρος του οικείου Συλλόγου, προτεινόμενος μετά του αναπληρωτού του υπο του Δ.Σ. του οικείου Συλλόγου. Αναπληρωτής του Προέδρου της επιτροπής ορίζεται έτερος δικαστικός λειτουργός επί βαθμώ τουλάχιστον Εφέτου, του Εισαγγελέως Εφετών, έτερος δικαστικός λειτουργός επί βαθμώ τουλάχιστον Αντεισαγγελέως Εφετών και εν ανυπαρξία τουλάχιστον Εφέτου εκ των υπηρετούντων εν τη έδρα του Εφετείου.
2. Δι`αποφάσεως του Προέδρου της Επιτροπής, κοινοποιουμένης εις τα μέλη ορίζονται τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη και οι εκ τούτων εισηγηταί-εξετασταί των κατ` ιδίαν θεμάτων ως και ο γραμματεύς αυτής”.
Άρθρον 11
Το άρθρον 14 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 14.
Η ικανότης του υποψηφίου κατα την γραπτήν και προφορικήν εξέτασιν βαθμολογείται δι`αριθμών από 0-10. Εκαστος εξεταστής βαθμολογεί την επίδοσιν του υποψηφίου εις άπαντα τα μαθήματα. Επιτυχών κατά την γραπτήν εξέτασιν θεωρείται ο υποψήφιος, όστις εις το θέμα του Αστικού Δικαίου και τη Πολιτικής δικονομίας, κεχωρισμένως, έλαβε βαθμόν επιτυχίας τουλάχιστον 6, μέσον δε όρον βαθμολογίας εις άπαντα τα μαθήματα τουλάχιστον 6. Επιτυχών κατά την προφορικήν εξέτασιν θεωρείται ο υποψήφιος, όστις έλαβε μέσον όρον βαθμολογίας εις άπαντα τα μαθήματα τουλάχιστον 6. Η βαθμολογία εκάστου εξεταστού δεν δύναται να διαφέρη της βαθμολογίας του εισηγητού πέραν των τριών μονάδων δι`έκαστον μάθημα. Πάσα αμφισβήτησις περί την βαθμολογίαν επιλύεται υπο της Επιτροπής”.
Άρθρον 12
Το άρθρον 17 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 17
Δεν δύναται να μετάσχη της εξετάσεως:
α) ο υπαγόμενος εις τινα των περιπτώσεων του άρθρου 26,
β) ο τρις τιμωρηθείς πειθαρχικώς ως ασκούμενος ή ο αποκλεισθείς οριστικώς της εξετάσεως δι` αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου,
γ) ο μετασχών εις τρεις εξετάσεις και απορριφθείς και
δ) ο μη συμμορφωθείς προς τας διατάξεις των άρθρων 4 και 7 έως και 12”.
Άρθρον 13
Το άρθρον 18 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 18.
Ο αποτυγχάνων εις την εξέτασιν υποχρεούται εντός μηνός από της δημοσιεύσεως των αποτελεσμάτων να επανεγγραφή ως ασκούμενος εις το ειδικόνβιβλίον του Δικηγορικού Συλλόγου του τόπου της ασκήσεώς του, προσάγων και βεβαίωσιν του Δικηγόρου παρ`ω ασκείται περί της επαναλήψεως της ασκήσεως του, υποχρεούται δε να μετάσχη της αμέσως προσεχούς εξετάσεως, επιφυλασσομένης της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 3 και αναλόγως των άρθρων 7 έως και 12 του παρόντος”.
Άρθρον 14
Το άρθρον 19 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ`
“Άρθρον 19
Διορισμός Δικηγόρων.
Ο επιτυγχάνων εις την εξέτασιν δύναται να ζητήση τον διορισμόν του ως δικηγόρου παρ`οιωδήποτεΠρωτοδικείω. Εξαιρετικώς προκειμένου περί των Πρωτοδικείων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Πατρών, Λαρίσης, Κομοτινής και Ιωαννίνων, ο υποψήφιος δύναται να διορισθήπαρ`αυτοίς μόνον εφ` όσον ησκήθη εις τους αντιστοίχους Συλλόγους. Το Πρωτοδικείον εις ο επιθυμεί να διορισθή ο υποψήφιος προσδιορίζεται εις την αίτησιν περί διορισμού του, υποβλητέαν εις το Υπουργείον Δικαιοσύνης, εντός δύο μηνών από της δημοσιεύσεως των αποτελεσμάτων. Εις την αίτησιν επισυνάπτει τα εξής δικαοιλογητικά: α) πιστοποιητικόν εκ του μητρώου των αρρένων προκειμένου δε περί γυναικών εκ του δημοτολογίου. Επι μη πολιτών Ελλήνων πιστοποιητικόν της αρμοδίας αρχής, αποδεικνύον ότι ο αιτών είναι Ελλην την καταγωγήν, και την κατ` άρθρ. 3 παρ. 1 άδειαν. Τα ανωτέρω πιστοποιητικά πρέπει να αναγράφωσι και την ηλικίαν του αιτούντος, β) το Πανεπιστημιακόν αυτού πτυχίον ή ανάλογον πιστοποιητικόν του Πανεπιστημίου, γ) αντίγραφον τύπου Β` του αρμοδίου γραφείου Ποιν. Μητρώου, περί ελλείψεως καταδίκης επί τινι των εν άρθρω 26 αδικημάτων, δ) Πιστοποιητικόν του οικείου στρατολογικού γραφείου, ότι εξεπλήρωσε τας στρατιωτικάς του υποχρεώσεις ή απηλλάγη τούτων νομίμως ή τελεί νομίμως εκτός στρατεύματος, ε) τα κατά νόμον διπλότυπα του Ταμείου Νομικών, περί καταβολής εις τούτο των οικείων παραβόλων και στ) υπεύθυνονδήλωσιν ότι δεν υπάγεται εις τινα των περιπτώσεων των άρθρων 26, 62 και 63 του παρόντος”.
Άρθρον 15
Το άρθρον 20 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 20.
1. Το Υπουργείον Δικαιοσύνης εκδίδει απόφασιν εντός είκοσιν ημερών περί διορισμού του αιτούντος ως Δικηγόρου εις το παρ`ω αιτείται Πρωτοδικείον, ήτις δημοσιεύεται εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η περί διορισμού απόφασιςανακοινούται εις τον οικείονΔικηγορικόνΣύλλογον προς ον διαβιβάζεται και το περί διορισμού έγγραφον του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
2. Επιμελεία του Δικηγορικού Συλλόγου κοινοποιείται εντός ενός μηνός δια δικαστικού επιμελητού, το περί διορισμού έγγραφον του Υπουργείου εις τον διορισθέντα”.
Άρθρον 16
Οπου υπό της κειμένης νομοθεσίας απαιτείται Π.Διάταγμα ως τυπική πράξις διά τον διορισμόν και την ρύθμισιν ετέρων θεμάτων των Δικηγόρων εφεξής εκδίδεται απόφασις του Υπουργού της Δικαιοσύνης”.
Άρθρον 17
1. Η παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 264/1976 “περί τροποποιήσεως του Κώδικος των Δικηγόρων του Κώδικος των Συμβολαιογράφων και άλλων τινών διατάξεων”, αντικαθίσταται, αφ` ης ίσχυσεν ως ακολούθως:
“1. Οι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος φοιτηταί νομικών τμημάτων των Νομικών Σχολών των ημεδαπών Πανεπιστημίων καθιστάμενοι πτυχιούχοι μέχρι της 31 Ιουλίου 1977 δύναται να εγγράφωνται εις τα βιβλία ασκουμένων Δικηγόρων και μετά την συμπλήρωσιν του 33 έτους της ηλικίας των και να μετέχουν των εξετάσεων, εφ`όσον δεν λαμβάνουν σύνταξιν εξ οιασδήποτε πηγής”.
2. Οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου δύναται να αιτήσωνται την κατά τα άνω εγγραφήν των εις τα βιβλία ασκουμένων εντός εξαμήνου προθεσμίας από της δημοσιεύεσεως του παρόντος.
Άρθρον 18
Δικηγόροι παραιτηθέντες εκ του δικηγορικού λειτουργήματος, κατόπιν λύσεως της συμβάσεως παροχής των υπηρεσιών των επι παγία περιοδική αμοιβή κατ`εφαρμογήν των διατάξεων των Α.Ν. 4/67 και 19/67 ως οι νόμοι ούτοι ετροποποιήθησαν και εκωδικοποιήθησαν δια του Α.Ν. 65/1967 ως και δικηγόροι διαγραφέντες των μητρώων των οικείων Δικηγορικών Συλλόγων λόγω προϋπάρξαντος ασυμβιβάστου, απολυθέντες ή εξαναγκασθέντες εις παραίτησιν εκ της θέσεως ένεκα της οποίας εγεννήθη το ασυμβίβαστον κατά το χρονικόν διάστημα από 21 Απριλίου 1967 έως 23 Ιουλίου 1974, δύνανται να αιτήσωνται τον επαναδιορισμόν των ως δικηγόρων, μετ` έλεγχον των οικείων Δικηγορικών Συλλόγων περί της συνδρομής των ως άνω προϋποθέσεων, και σύμφωνονγνώμην τούτων, εφ`όσον δεν συντρέχει εις το πρόσωπόν των κώλυμα τι εκ των αναγραφομένω εις τα άρθρα 26, 62 και 63 του Κώδικος των Δικηγόρων. Ο επαναδιορισμός χωρεί δι`αιτήσεως του δικαιουμένου, επισυνάπτοντος πάντα τα περί της παραιτήσεως στοιχεία, υποβαλλομένης, εις το Υπουργείον Δικαιοσύνης εντός προθεσμίας δύο μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρον 19
1. Εις το άρθρον 42 του Κώδικος περί Δικηγόρων, προστίθεται η ακόλουθος παράγραφος υπ`αριθ. 4, της υπαρχούσης, υπό τον αυτόν αριθμόν παραγράφου λαμβανούσης τον αριθμόν 5:
“4. Εις περίπτωσιν συντάξεως συμβολαιογραφικού εγγράφου, αφορώντος την σύστασιν, μετάθεσιναλλοίωσιν ή κατάργησιν εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, εις περιφέρειαν διάφορον του τόπου εις τον οποίον κείται το ακίνητον, το υποχρεωτικόν παραστάσεως δικηγόρου κατά την σύνταξιν του συμβολαιογραφικού εγγράφου λόγω αξίας του αντικειμένου της συμβάσεως κρίνεται βάσει των περί τούτου ισχυόντων εις την περιφέρειαν εις την οποίαν κείται το ακίνητον”.
2. Εις το άρθρον 42 του Ν.Δ. 3026/1954, προστίθεται παράγραφος υπ`αριθ. 6.έχουσα ως ακολούθως:
“6. Εις περίπτωσιν συντάξεως συμβολαιογραφικού εγγράφου αφορώντος εις τας εν παρ. 4 δικαιοπραξίας επί ιδανικού μέρους ακινήτου, ο συντάσσων τούτο συμβολαιογράφος, υποχρεούται, επί πειθαρχική ευθύνη τούτου, όπως λάβηυπ`όψιναπάσας τας τυχόν προγενεστέρας μεταξύ των αυτών συμβαλλομένων επί ετέρου ιδανικού μεριδίου του αυτού ακινήτου δικαιοπραξίας, δια την εφαρμογήν των υπο της παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων”.
Άρθρον 20
1. Εις την παρ. 3 του άρθρου 54 του Ν.Δ. 3026/1954 προστίθεται εδάφιον έχον ούτω: “Ο παρ` Εφετείω δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και να ενεργή διαδικαστικάς πράξεις και ενώπιον του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Διοικητικού Εφετείου”.
2. Εις το άρθρον 54 του Ν.Δ. 3026/1954 προστίθεται παράγραφοι, υπ`αριθ. 6 και 7 έχουσαι ούτω:
“6. Δικηγόρος διωρισμένος παρά Πρωτοδικείω το οποίον δεν εδρεύει εις την έδραν Εφετείου, προαχθείς εις δικηγόρον παρ` εφέταις δύναται να παρίσταται ενώπιον του Εφετείου, παρ` ω προήχθη και διά πάσαν ανατιθεμένην εις τούτον πολιτικήνυπόθεσιν.
7. Δικηγόρος παρ`εφέταις πλην των παρά τοις εφετείοις Αθηνών και Πειραιώς, δύναται μετά δεκαετή άσκησιν του λειτουργήματος εξ ης εξαετή παρ`εφέταις, να συμπαρίσταται ενώπιον του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά δικηγόρου Αθηνών ή Πειραιώς, διατελούντος παρ`αυτοίςεπι αναιρέσεων κατά αποφάσεων εκδοθεισών επί υποθέσεων τας οποίας ούτος εχειρίσθη πρωτοδίκως ή κατ`έφεσιν”.
Άρθρον 21
Εν τέλει της παρ. 3 του άρθρου 62 του Ν.Δ. 3026/1954 προστίθεται εδάφιον έχον ως ακολούθως: “Οι έμμισθοι βοηθοί και επιμεληταί εις σπουδαστήριον ή έδραν της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θράκης δεν δύναται να παρίστανται και ενεργούν διαδικαστικάς πράξεις ενώπιον των δικαστηρίων της περιφερείας του Δικηγορικού Συλλόγου Ροδόπης πλην μόνον ενώπιον του Εφετείου Θράκης, και εφ`όσον έχουν τα κατά τας διατάξεις του παρόντος απαιτούμενα προς τούτο προσόντα”.
Άρθρον 22
Η περίπτωσις 4 της παραγράφου 5 του άρθρου 63 του Ν.Δ. 3026/1954, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“4) Δια καταγγελίας παρά του εντολέως ή δια καταγγελίας παρά του εντολοδόχου. Εις περίπτωσινκαθ`ην δια το προσωπικόν του εντολέως ισχύει Κανονισμός προβλέπωνμόνιμονυπηρεσίαν τούτου, η παρά του εντολέως καταγγελία δύναται να γίνη μόνον δια σπουδαίονλόγον. Η καταγγελία γίνεται εγγράφως και κοινοποιείται προς τον εντολοδόχον η τον εντολέα”.
Άρθρον 23
Το άρθρον 96 του Ν.Δ. 3026/1954, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 96
1. Εις τας ποινικάς υποθέσεις ο κατηγορούμενος ή ο πολιτικώς ενάγων εις πάντα βαθμόν δικαιοδοσίας, υποχρεούται να προκαταβάλη εις το Ταμείον του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου το κατά τον παρόντα νόμονοριζόμενον κατά περίπτωσιν ποσόν αμοιβής δια την παράστασιν δικηγόρου ή σύνταξιν υπομνήματος.
2. Εις τας πολιτικάς υποθέσεις οι διάδικοι υποχρεούνται, προ της επ`ακροατηρίου συζητήσεως να προκαταβάλουν εις το Ταμείον του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου το κατά τον παρόντα νόμονοριζόμενον, κατά περίπτωσιν ποσόν αμοιβής του δικηγόρου διά τας υπό τούτου ενεργουμένας πράξεις της προδικασίας και την επ`ακροατηρίουπαράστασιν τούτου. Ειδικώς δι`αγωγάς, ανταγωγάς, παρεμβάσεις και αιτήσεις λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, προκαταβάλλεται η αμοιβή η προβλεπομένη υπό του άρθρου 100 παρ. 4 αντί της υπο των παραγράφων 1 έως 3 του αυτού άρθρου οριζομένης.
3. Η κατά τας προηγουμένας παραγράφους υποχρεωτική προείσπραξις ισχύει και δια πάσαν νέαν συζήτησιν, εις πάντα βαθμόν δικαιοδοσίας, ως και δια τας εν τω μεταξύ γενομένας ενεργείας.
4. Η κατά τας παραγράφους 1 και 2 προείσπραξις της αμοιβής δεν είναι υποχρεωτική επι ανακοπής κατά πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής ή ενταλμάτων πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής ή ενταλμάτων προσωπικής κρατήσεως, επί αιτήσεων παρατάσεως προθεσμίας επί υποθέσεων συναλλαγματικών και γραμματίων εις διαταγήν, επί αιτήσεων προς έκδοσιν διαταγής εκδικαζομένων κατά την διαδικασίαν περί μικορδιαφορών, ως και επί εργατικών διαφορών.
5. Της υποχρεώσεως προκαταβολής της δικηγορικής αμοιβής απαλλάσσονται:
α) οι κατά τας διατάξεις των άρθρων 194 έως 204 του ΚώδικοςΠολ.Δικονομίας αναγνωριζόμεναι ως πένητες διάδικοι,
β) οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις των άρθρω 175 παρ. 2 και 201 παρ. 6 του παρόντος νόμου και
γ) οι διάδικοι των οποίων αι υποθέσεις διεξάγονται δια δικηγόρων αμοιβομένων διά παγίας αντιμισθίας. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν καταβάλλεται υπο των δικηγόρων ποσοστόνίσον προς 1% επι του συνόλου των καταβαλλομένων, πάσης φύσεως, μηνιαίων αποδοχών, εφ`όσον αύται υπερβαίνουν τας οκτώ χιλιάδας δραχμάς μηνιαίως. Τα ποσοστά ταύτα παρακρατούνται υπό των εντολέων των δικηγόρων και αποδίδονται εις τον παρά τω Ταμείω Νομικών Κλάδον Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων (Κ.Ε.Α.Δ).
6. Εις τας περιπτώσεις των προηγουμένων παραγράφων κατά τας οποίας είναι υποχρεωτική η προκαταβολή της δικηγορικής αμοιβής, αν δεν κατατεθή το περί ταύτης γραμμάτιον δεν επιτρέπεται η παράτασις του δικηγόρου, συντρεχούσης δε υπαιτιότητός του διώκεται ούτος πειθαρχικώς κατά τας περί πειθαρχικού δικαίου διατάξεις του παρόντος νόμου.
7. Η συνδρομή περιπτώσεως τινός των άρθρων 175 παρ. 2 και 201 παρ. 6 του παρόντος νόμου και της τελευταίας περιπτώσεως της παρ. 6 του παρόντος άρθρου, αποδεικνύεται δι` εγγράφου υπευθύνου δηλώσεως του παριστάμενου δικηγόρου επί του εγγράφου των προτάσεων ή διά χωριστού εγγράφου.
8. Ο οικείος Δικηγόρος Σύλλογος εκ της προεισπραττομένης, αμοιβής παρακρατεί ποσοστόν δέκα επί τοις εκατόν (10%) εξ ων εν επί τοις εκατόν (1%) προορίζεται δια την κάλυψιν των δαπανών προσεισπράξεως, ποσοστόντέσσαρα επί τοις εκατόν (4%) αποδίδει εις τον παρ. τω Ταμείω Νομικών “Κλάδον Επικουρικής Ασφαλίσεως των Δικηγόρων” και ποσοστόν πέντε επί τοις εκατόν (5%) αποδίδει εις το οικείονΤαμείον Προνοίας. Προκειμένου περί Δικ.Συλλόγωναριθμούντων μέλη ολιγώτερα των 50 το παρακρατούμενον προς κάλυψιν των δαπανών προεισπράξεως ποσοστόν ορίζεται εις δύο επί τοις εκατόν (2%) επί αντιστοίχω μειώσει του υπέρ του Κ.Ε.Α.Δ. αποδιδομένου ποσοστού. Το υπό των Δικηγορικών Συλλόγων παρακρατούμενονποσοστόν, ως και τα εις τον “Κλάδον Επικουρικής Ασφαλίσεως των Δικηγόρων” και το Ταμείον Προνοίας αποδιδόμενα ποσοστά δύναται ν`αυξομειώνταιδι`αποφάσεων του Υπουργού Δικαιοσύνης μετά σύμφωνονγνώμην της κατά το άρθρον 206 παρ. 3 του παρόντος Συντονιστικής Επιτροπής των Δικηγορικών Συλλόγων, δημοσιευομένω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Επίσης δι`αποφάσεων του αυτού Υπουργού καθορίζεται ο τρόπος προκαταβολής και εισπράξεως του κατά περίπτωσινπροβλεπομένου ποσού δικηγορικής αμοιβής, ως και πάσα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου.
9. Μετά την αφαίρεσιν των κατά την προηγουμένηνπαράγραφονπαρακρατουμένων ποσοστών, το ποσόν της προεισπραττομένης αμοιβής αποδίδεται εις τον δικαιούχονδικηγόρον”.
Άρθρον 24
Το άρθρον 160 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως ακολούθως: “Άρθρον 160.- Δια την εξέλεγξιν τίτλων ιδιοκτησίας ακινήτου και την περί ταύτης σύνταξιν σχετικής εκθέσεως, εάν μεν επακολουθήση η κατά το άρθρον 161 σύνταξις υπό του δικηγόρου εγγράφου ή σχεδίου ή οφειλομένη εις τούτον αμοιβή ορίζεται εις 1 1/2% επί του ποσού της αξίας του ακινήτου. Εις την αμοιβήν ταύτην περιλαμβάνεται και η υπό του άρθρου 161 προβλεπομένη αμοιβή. Εάν δεν επακολουθήσησύνταξις εγγράφου ή σχεδίου, η οφειλομένη εις τον δικηγόρον αμοιβή ορίζεται εις το 1/3 της κατά τα άνω οριζομένης”.
Άρθρον 25
1. Η παρ. 1 του άρθρου 161 του Ν.Δ. 3026/1954 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Δια την σύνταξιν ιδιωτικών εγγράφων ή σχεδίων δημοσίων εγγράφων περί πάσης φύσεως δικαιοπραξιών, το ελάχιστον όριον της αμοιβής του Δικηγόρου εκάστου των μερών ορίζεται επι τη βάσει της αξίας του αντικειμένου αυτής, α) δια το μέχρι των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχ. ποσού εις ποσοστόν 1% και β) δια το απο των πέντε εκατομμυρίων και μιας (5.000.001) δραχ. και πέραν εις ποσοστόν 0,5%”.
2. Εις το άρθρον 161 του Ν.Δ. 3026/1954 προστίθεται παράγραφοι 6 και 7 έχουσαι ως ακολούθως:
“6. Η κατά τας προηγουμένας παραγράφους αμοιβή του δικηγόρου προκαταβάλλεται εις τον οικείονΔικηγορικόνΣύλλογον, ο οποίος εκδίδει τριπλότυποναπόδειξιν. Εν των αντιτύπων της αποδείξεως προσαρτάται υπο του συμβολαιογράφου εις το συμβόλαιον επί πειθαρχική ποινή τούτου. Η υπό του Δικηγορικού Συλλόγου προεισπραττομένη αμοιβή αποδίδεται εις τον δικαιούχονδικηγόρον μετά παρέλευσιν 15 τουλάχιστον ημερών.
7. Εκ της κατά της προηγουμένης παράγραφον προκαταβαλλομένης αμοιβής, δύναται ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος να παρακρατήσηποσοστόν ταύτης, οριζόμενονδι`αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, εκδιδομένης μετ`απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, λαμβανομένης δια πλειοψηφίας των 2/3 των μελών αυτού και δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Δια της αυτής ή ετέρας Υπουργικής Αποφάσεως κατά τον αυτόν τρόπον εκδιδομένης, καθορίζονται τα της συστάσεως ιδίου Λογαριασμού δια την συγκέντρωσιν των παρακρατουμένων ποσοστών, τα της διανομής αυτών εις τα μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου ως και πάσα σχετική λεπτομέρεια”.
Άρθρον 26
Η παράγραφος 9 του άρθρου 248 του Κώδικος περί Δικηγόρων έχει εφαρμογήν και δια τους κατά την δημοσιεύσιν του παρόντος Δικηγόρους και ασκουμένους Δικηγόρους, διορισθέντας εις τας υπηρεσίας της Βουλής μετά την ισχύν του Α.Ν. 554/1968, συμπληρώσαντος το Ν.Δ. 3026/1954 και μέχρι σήμερον, θεωρουμένους ως τελούντας υποχρεωτικώς εν αναστολή ασκήσεως του λειτουργήματος. Υπάλληλοι της Βουλής απολέσαντες την ιδιότητα του Δικηγόρου από της 21ης Απριλίου 1967 και εντεύθεν, λόγω της εν τη Βουλή υπηρεσίας των ανακτούν αυτοδικαίως ταύτην αφ`ου χρόνου διωρίσθησαν δικηγόροι, θεωρούμενοι, ομοίως ως τελούντες εν αναστολή ασκήσεως του λειτουργήματος.
Άρθρον 27
Η ισχύς του πίνακος υποψηφίων Ειρηνοδικών Δ` τάξεως του διαγωνισμού της 21 Οκτωβρίου 1976 δημοσιευθέντος εις το υπ`αριθ. 163/4.12.1976 ΦΕΚ (Παράρτημα), παρατείνεται μέχρι της 31 Ιουλίου 1978.
Άρθρον 28
Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος νόμου ασκούμενοι υπάγονται εφεξής εις τας διατάξεις τούτου, διατηρουμένης της ισχύος των διατάξεων του άρθρου 5 και 6 παρ. 2 του Ν. 264/1976.
Άρθρον 29
Η ισχύς του παρόντος άρχεται μετά παρέλευσιν εξήκοντα ημερών από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 06 Οκτωβρίου 1977
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ