Νόμος 802 ΦΕΚ Α΄121/9.8.1978
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν.3475/1955 “περί τυποποιήσεως νωπών αγροτικών προϊόντων και ιδρύσεως κεντρικών και τοπικών αγορών αυτών και άλλων τινών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον 1
Αι παράγραφοι 3, 4 και 6 του άρθρου 6 του Νόμου 3475/1955, ως αύται νυν ισχύουν, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“3.Η προς το λιανικόν εμπόριον χονδρική πώλησις των νωπών αγροτικών προϊόντων, τυποποιημένων ή μη, θα ενεργήται δια των Κεντρικών Αγορών”.
Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου, επιτρέπεται η διάθεσις προς το λιανικόν εμπόριον των ανωτέρω προϊόντων υπό γεωργικών Συνεταιρισμών, Ενώσεων αυτών και υπό χονδροπωλητών εγκαθιστωμένων εις χώρους εκτός των Κεντρικών Λαχαναγορών και εις απόστασιν ουχί μικροτέραν των δύο χιλιομέτρων από αυτάς.
Δια των ως άνω κοινών αποφάσεων, καθορίζονται επακριβώς οι χώροι μετά γνώμην της οικείας δημοτικής ή κοινοτικής αρχής εις ους δύνανται να λειτουργούν καταστήματα χονδρικής πωλήσεως εκτός Κεντρικών Λαχαναγορών κατά τα ανωτέρω, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις ασκήσεως του επαγγέλματος του χονδροπωλητού, τα σημεία υποχρεωτικής ζυγίσεως των εισκομιζομένων οπωρολαχανικών, ως και παν έτερον στοιχείον απαραίτησον δια την επωφελεστέραν υπέρ των παραγωγών και των καταναλωτών διακίνησιν και εμπορίαν των ανωτέρω προϊόντων.
Εις τα καταστήματα των ως άνω δευτέρου και τρίτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται ή επί προμηθεία και δια λογαριασμόν των παραγωγών ή εμπόρων αγορά και πώλησις νωπών αγροτικών προϊόντων, μόνον υπό τους όρους και τας προϋποθέσεις τας καθοριζομένας εκάστοτε δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου.
Εις τας περιπτώσεις αγοράς ηρτημένης παραγωγής, δύναται διά κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών, Γεωργίας και Εμπορίου, να επιβάλλεται εις τους χονδρεμπόρους η υποχρέωσις όπως επί, των οικείων συμφωνητικών επισυνάπτουσι και τιμολόγιον δεόντως τεθεωρημένον υπό της αρμοδίας Οικονομικής Εφορίας, εις ο θα αναφέρεται η υπολογιζομένη να αποληφθή ποσότης, η τιμή μονάδος, η συνολική αξία αυτής και παν έτερον στοιχείον όπερ ήθελε κριθή αναγκαίον δια την πιστοποίησιν της ακριβείας της συναλλαγής, των στοιχείων τούτων βεβαιουμένων υπό της οικείας Νομαρχιακής Δ/νσεως Γεωργίας.
4. Επιτρέπεται η απευθείας από την παραγωγήν προμήθεια υπό του λιαν κού εμπορίου των νωπών αγροτικών προϊόντων τυποποιημένων ή μη, δι` απ ευθείας διάθεσιν εις την κατανάλωσιν, υπό όρους και προϋποθέσεις καθοριζομένους δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων, των, τετάρτου και πέμπτου, εδαφίων της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου, επιφυλασσομένων άμα των, περί υποχρεωτικής ζυγίσεως, διατάξεων του τρί του εδαφίου της ανωτέρω παραγράφου.
6. Οι παραβάται των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των κατ` εξουσιοδότησιν τούτων εκδιδομένων αποφάσεων διώκονται και τιμωρούνται κατά τας διατάξεις του άρθρου 31 του Αγορανομικού Κώδικος”.
Άρθρον 2
1. Δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου επιτρέπεται η εγκατάστασις εντός των χώρων των Κεντρικών Αγορών χονδρεμπορικών Επιχειρήσεων ή Συνεταιριστικών Γεωργικών Οργανώσεων και η άσκησις υπό τούτων χονδρεμπορίας νωπών η ξηρών ή επεξειργασμένων προϊόντων φυτικής προελεύσεως συμπεριλαμβανομένων και των εγχωρίως παραγομένων, οινοπνευματωδών ποτών.
2.Επίσης, δι` ομοίων αποφάσεων επιτρέπεται εις τους Γεωργικούς Συνεταιρισμούς ή Ενώσεις τούτων, ή χονδρική πώλησις των ανωτέρω προιόντων αποκτωμένων επό παραγωγούς ή Συνεταιρισμούς μη μέλη των.
Άρθρον 3
Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 135/1946 αντικατασταθείσα υπό του άρθρου 1 του Ν.Δ. 61/1973 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του Αγορανομικού Κώδικος” αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 5.”
1. Ο Υπουργός Εμπορίου δύναται να εκδίδη δελτία ανωτάτων τιμών επί αντικειμένων βιοτικών αναγκών, εφ` όσον δεν εξεδόθη Αγορανομική Διάταξις κατά το άρθρον 1 του παρόντος. Τα δελτία ταύτα ισχύουν από της επομένης της δια του ημερησίου τύπου ανακοινώσεως, δύναται όμως να ορίζηται εν αυτοίς και μεταγενεστέρα ημερομηνία ενάρξεως της σχύος των. Αι υπό των Νομαρχών εκδιδόμεναι εκάστοτε Αγορανομικαί Διατάξεις δημοσιεύονται δια του ημερησίου τοπικού τύπου, η δε έναρξις της σχύος των άρχεται από της επομένης της δια του εν λόγω τύπου δημοσιεύσεως των, ελλείψε δε του ως άνω τύπου τοιχοκολλώνται εν τω Νομαρχιακώ και Δημοτικώ Καταστήματι και ετέρω χώρω οριζομένω δια πράξεως του Νομάρχου, συντασσομένης προς τούτο και σχετικής εκθέσεως η δε ισχύς τούτων, εν τη περιπτώσει ταύτη, άρχεται από της επομένης της εις τους εν λόγω χώρους τοιχοκολλήσεώς των.
Τα υπό των Νομαρχών εκδιδόμενα εκάστοτε Δελτία Τιμών τοιχοκολλώνται εν τω Νομαρχιακώ και Δημοτικώ Καταστήματι και ετέρω χώρω οριζομένω δια της οικείας πράξεως του Νομάρχου, συντασσομένης προς τούτο και σχετικής εκθέσεως, η δε ισχύς αυτών, εν τη περιπτώσει ταύτη, άρχεται από της επομένης της εις τους εν λόγω χώρους τοιχοκολλήσεώς των.
Αι εν τη παρούση παραγράφω αναφερόμεναι Αγορανομικαί Διατάξεις και Δελτία Τιμών των Νομαρχωί δύνανται να ορίζουν ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος των μεταγενεστέραν της επομένης της δια του ημερησίου τύπου δημοσιεύσεως ή της επομένης της τοιχοκολλήσεως”.
Άρθρον 4
1. Παρά τη Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου λειτουργεί η Κεντρική Αγορανομική Επιτροπή.
Παρ` εκάστη Νομαρχία λειτουργεί Αγορανομική Επιτροπή.
Παρ` εκάστω Διαμερίσματι της Νομαρχίας Αττικής λειτουργούν δύο Επιτροπαί Κατατάξεως Κέντρων και Καταστημάτων, ήτοι Πρωτοβάθμιος και Δευτεροβάθμιος τοιαύτη.
2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν. 504/1976 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί Επιμελητηρίων, Εμπορικών Αντιπροσώπων, Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων και τινων άλλων διατάξεων” ο Υπουργός Εμπορίου ή ο κατ` εξουσιοδότησιν τούτου Νομάρχης δύναται δι` αποφάσεώς του να εγκρίνη την συμμετοχήν εις τας κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου Αγορανομικάς Επιτροπάς μέχρι δύο ειδικών επιστημόνων υπηρετούντων εις το Δημόσιον, Δημοσίους Οργανισμούς ή Ν.Π.Δ.Δ. επί προσθέτω ισαρίθμω συμμετοχή εκπροσώπων των επαγγελματικών ή παραγωγικών Τάξεων ή Οργανώσεων
Άρθρον 5
Το άρθρον 57α του Αγορανομικού Κώδικος αντικαθίσταται και μετά τούτο προστίθενται άρθρα υπό τους αριθμούς 57β, 57γ και 57δ, ως ακολούθως:
Άρθρον 57α.
1. Εν περιπτώσει καταδίκης καταστάσης τελεσιδίκου επί τινι των εν τω παρόντι Νομοθετικώ Διατάγματι προβλεπομένων αδικημάτων
α) της εισπράξεως τιμήματος υπερτέρου του εις τους τιμοκαταλόγους και τιμολόγια αναγραφομένου, έστω και αν δεν επιβάλλεται Νόμω ή τήρησις τούτων,
β) της εισπράξεως τιμών ανωτέρων των ισχυουσών εκάστοτε διατιμήσεων (ανώταται τιμαί) ή τιμών περιεχουσών ποσοστόν κέρδους ανώτερον του εκάστοτε αγορανομικώς καθοριζομένου και εφ` όσον κατεγνώσθη τελεσιδίκως δια τα ανωτέρω αδικήματα ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών, δύναται ο Υπουργός Εμπορίου δι` αποφάσεώς του εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην της αρμοδίας Αγορανομικής Επιτροπής και εκτε- λουμένης υπό των οικείων Αστυνομκών Αρχών να διατάσση αναλόγως των συνθηκών υφ` ας ετελέσθησαν τα ανωτέρω αδικήματα και των εκ τούτων συνεπειών δια το κοινόν, την απαγόρευσιν λειτουργίας του Κέντρου ή της επιχειρήσεως, επί χρόνον μέχρι τριάκοντα (30), το πολύ ημερών.
2. Επι δευτέρας, εντός τριών ετών από της τελεσιδικίας της προηγουμένης καταδίκης επί τω αυτώ των εν παραγράφω 1 αδικήματι τινός των υπευθύνων των εν αυτή κέντρων ή επιχειρήσεων και εφ` όσον κατεγνώσθη ποινή υπερτέρα του εν αυτή τασσομένου ορίου, δύναται ο Υπουργός Εμπορίου δι` αποφάσεώς του, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην της αρμοδίας Αγορανομικής Επιτροπής, να διατάσση την απαγόρευσιν της λειτουργίας τούτων μέχρι τριών μηνών.
3. Επί τρίτης, εντός τριών ετών από της τελεσιδικίας της δευτέρας καταδίκης επί τω αυτώ των εν παραγράφω 1 αδικήματι, τινός των υπευθύνων των εν αυτή κέντρων ή επιχειρήσεων και εφ` όσον κατεγνώσθη ποινή υπερτέρα του εν αυτή τασσομένου ορίου, δύναται ο Υπουργός Εμπορίου δι` αποφάσεώς του, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην της αρμοδίας Αγορανομικής Επιτροπής, να διατάσση την απαγόρευσιν λειτουργίας τούτων επί χρόνον μεγαλύτερον των τριών μηνών και μέχρις οριστικής απαγορεύσεως λειτουργίας τούτων.
4. Αι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 κα 3 εφαρμόζονται και επί καταδίκης δια το υπό του παρόντος Ν. Δ/τος προβλεπόμενον αδίκημα της νοθείας τροφίμων και εν γένει ειδών βιοτικών αναγκών προωρισμένων προς εμπορίαν, ανεξαρτήτως της καταγνωσθείσης ποινής.
5.Εν περιπτώσει καταδίκης καταστάσης τελεσιδίκου έπι τω εν τω παρόντι Νομοθετικώ Διατάγματι προβλεπομένω αδικήματι της εκ προθέσεως πωλήσεως ή κατοχής προς πώλησιν ή διανομής προς κατανάλωσιν τροφίμων αποσυντεθειμένων ή εκ τεθνεώτων ή νοσούντων ζώων ή εν γένει τροφίμων ή ποτών παντός είδους, οπωσδήποτε επικινδύνων εις την δημοσίαν υγείαν δύναται ο Υπουργός `Εμπορίου δι` αποφάσεώς του, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην της αρμοδίας Αγορανομικής Επιτροπής και εκτελουμένης υπό των οικείων Αστυνομικών Αρχών να διατάσση αναλόγως των συνθηκών υφ` ας ετελέσθη το ανωτέρω αδίκημα και των εκ τούτου συνεπειών δια το κοινόν, την πρόσκαιρον ή και οριστκήν απαγόρευσιν λειτουργίας των οικείων επιχειρήσεων.
6. Επιβληθέντος του μέτρου της οριστικής απαγορεύσεως λειτουργίας κέντρου ή επιχειρήσεως καθιερούται διαρκής ανικανότης του επιχειρηματίου προς συνέχισιν της λειτουργίας ή ίδρυσιν ή συμμετοχήν τούτου εις ομοίαν ή παρεμφερή επιχείρησιν εις το αυτό ή έτε- ρον ιδιόκτητον ή μισθούμενον ακίνητον.
7. Επί κέντρων ή επιχειρήσεων κειμένων εκτός της περιφερείας του Νομού `Αττικής, ή κατά τας προηγουμένας παραγράφους αρμοδιότης ασκείται υπό του κατά τόπον αρμοδίου, κατά περίπτωσιν Νομάρχου.
8. Αι κατά το παρόν άρθρον αποφάσεις του Υπουργού ή Νομάρχου, δημοσιεύονται εν περιλήψει εις δύο το πολύ εφημερίδας της έδρας της επιχειρήσεως ή εν ελλείψει αυτόθι εφημερίδων, εις τας εν τη πρωτευούση του Νομού εκδιδομένας τοιαύτας ή και εν περιφερεία μείζονι του Νομού, δαπάναις του καταδικαζομένου, εισπραττουμέναις κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.
9. Αι επιβαλλόμεναι κατ` εφαρμογήν του παρόντος Νόμου απαγορεύσεις λειτουργίας κέντρων ή επιχειρήσεων εν γένει εκτελούνται και εάν εισέτι εχώρησε καθ` οιονδήποτε τρόπον μεταβίβασις της εκμεταλλεύσεως του κέντρου ή της επιχειρήσεως ή στοιχείων ταύτης, οιασδήποτε τοιαύτης μεταβιβάσεως ούσης ακύρου εάν έλαβε χώραν μετά την άσκησιν της ποινικής διώξεως.
1Ο. Δια των εκδιδομένων, συμφώνως προς τας παραγράφους 1 έως και 5 του παρόντος άρθρου, αποφάσεων του Υπουργού Εμπορίου ή των οικείων Νομαρχών καθορίζεται η διαδικασία εφαρμογής της απαγορεύσεως λειτουργίας Επιχειρήσεως.
Άρθρον 57β.
1. Εις τας κατά το προηγούμενον άρθρον του παρόντος Νόμου εκδιδομένας υπό του Υπουργού ή Νομάρχου αποφάσεις, καθορίζεται επακριβώς η χρονολογία ενάρξεως της απαγορεύσεως λειτουργίας του κέντρου ή της επιχειρήσεως, ταύτης μη δυναμένης να ορισθή εις χρόνον μεταγενέστερον του έτους από της χρονολογίας δημοσιεύσεως εις τον τύπον της σχετικής αποφάσεως, κατά τα εν παραγράφω 8 του προηγουμένου άρθρου του παρόντος οριζόμενα.
2. Οι Προϊστάμενοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων, υφ` ων εξεδόθησαν τελεσίδικοι καταδικαστικαί αποφάσεις, περί ων το άρθρον 57α του παρόντος Νόμου, υποχρεούνται όπως εντός προθεσμίας τριάκοντα (30) ημερών από της δημοσιεύσεως ή τελεσιδικίας υποβάλλωσιν εις διπλούν κεκυρωμένα αντίγραφα τούτων, εξ ων το εν εις την οικείαν περιφερειακήν Υπηρεσίαν του Υπουργείου Εμπορίου, το δε έτερον εις την Γενικήν Τεχνικήν Διεύθυνσιν του ιδίου Υπουργείου.
3. Η κατά τους ορισμούς του άρθρου 57α δυνητική δια τον Υπουργόν ή Νομάρχην, κατά περίπτωσιν, απόφασις, περί προσκαίρου η οριστικής απαγορεύσεως της λειτουργίας των κέντρων ή επιχειρήσεων, εκδίδεται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών μηνών από της περιελεύσεως εις τας οικείας Υπηρεσίας των, συμφώνως τη προηγουμένη παραγράφω, καταδικαστικών αποφάσεων.
4.Η οικεία Αστυνομική Αρχή προς ην κοινοποιείται εις διπλούν η κατά το άρθρον 57α του παρόντος Νόμου απόφασις του Υπουργού ή Νομάρχσυ, μεριμνά δια την εκτέλεσιν ταύτης, αναφέρει δε περί τούτου αμελλητί τόσον εις την αρμοδίαν περιφερειακήν Υπηρεσίαν του Υπουργείου Εμπορίου όσον και εις την Γενικήν Τεχνικήν Διεύθυνσιν τούτου.
5. Παρά τη Γενική τεχνική Διευθύνσει του Υπουργείου Εμπορίου τηρείται βιβλίον Μητρώου των εκδιπομένων αποφάσεων, περί απαγορεύσεως λειτουργίας των επιχειρήσεων των καταδικαζομένων υπευθύνων, συμφώνως τω παρόντι Νόμω, κατά τα ειδικώτερον καθορισθησόμενα δι` αποφάσεως τον Υπουργού Εμπορίου.
Άρθρον 57γ.
Δια την επίδοσιν της εν άρθρω 57α του παρόντος Νόμου αποφάσεως εφαρμόζονται τα υπό του άρθρου 155 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας οριζόμενα.
Άρθρον 57δ.
Δια των διατάξεων του παρόντος Νόμου δεν θίγονται αι ειδικαί διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 4485/1965 “περί μεταβολής του φόρου καταναλώσεως επί της βενζίνης και περί τρόπου προσδιορισμού των δαπανών διακινήσεως των υγρών καυσίμων και τινων άλλων διατάξεων”.
Άρθρον 6
Αι περιπτώσεις δ` και ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Νομοθετικού Διατάγματος 136/1946 “περί Αγορανομικού Κώδικος αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“δ) Αι ανώταται τιμαί το ποσοστιαίον κέρδος ή το τοιούτον εκπεφρασμένον εις απολύτους μονάδας (δραχμικόν κέρδος), επί πωλήσεως χονδρικής και λιανικής, αντικειμένων βιοτικών αναγκών.
ε) Αι ανώταται τιμαί, το ποσοστιαίον κέρδος ή το τοιούτον εκπεφρασμένον εις απολύτους μονάδας (δραχμικόν κέρδος) επί παροχών πάσης φύσεως εξυπηρετουσών αμέσως ή αμμέσως βιοτικάς ανάγκας”.
Άρθρον 7
Μετά την περίπτωσιν ιε` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Νομοθετικού Διατάγματος 136/1946 “περί Αγορανομικού Κώδικος” προστίθεται περίπτω- σις ιστ`, έχουσα ούτω:
“ιστ. Αι ανώταται τιμαί, το ποσοστιαίον κέρδος ή το τοιούτον εκπεφρασμένον εις απολύτους μονάδας (δραχμικόν κέρδος) επί πωλήσεως χονδρικής ή λιανικής αντικειμένων βιοτικών αναγκών ή αι ανώταται τιμαί παροχής υπηρεσιών, κατά κλάδους ομοειδών επιχειρήσεων, τούτων συναγομένων βάσει των εφαρμοσθεισών υπ` αυτών τούτων των επ χειρήσεων, κατά περίπτωσιν, τιμών κατά προγενέστερον της εκδηλώσεως του ρυθμιστικού μέτρου χρονικόν διάστημα”.
Άρθρον 8
Το τελευταίον εδάφιον της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 136/1946 “περί Αγορανομκού Κώδικος”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Επί των ως επουσιωδών χαρακτηριζομένων εκάστοτε αντικειμένων, παροχών και ειδών και εφ` ύσον χρόνον ήθελε διαρκέσει ο τοιούτος χαρακτηρισμός αυτών, δεν εφαρμόζονται αι διατάξεις: α) του άρθρου 1 παράγρ. 1 στοιχ. δ`, ε` και ιστ`, β) του άρθρου 5, γ) του άρθρου 7 παρ. 1 και 2 και δ) του άρθρου 30 παρ. 1 του παρόντος Νόμου”.
Άρθρον 9
Το τελευταίον εδάφιον της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 136/1946 “περί Αγορανομικού Κώδικος”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Επί των αντικειμένων, παροχών και ειδών των χαρακτηριζομένων εκάστοτε ως εν επαρκεία ευρισκομένων εν τη αγορά δεν εφαρμόζονται αι διατάξεις: α) του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχεία δ`, ε` και ιστ`, β) του άρθρου 5 και γ) του άρθρου 7 παράγρ. 1 και 2 του παρόντος Νόμου”.
Άρθρον 10
Μετά την παράγραφον 7 του άρθρου 32 του Νομοθετικού Διατάγματος 136/1946 “περί Αγορανομικού Κώδικος”, προστίθεται παράγραφος 8, έχουσα ούτω: “8. `Οστις καθ` οιονδήποτε τρόπον παραβαίνει τας εκδιδομένας, συμφώνως τω άρθρω 57α του παρόντος Νόμου, αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου ή των οικείων Νομαρχών, δι` ων επιβάλλεται το μέτρον της απαγορεύσεως λειτουργίας επιχειρήσεως”.
Άρθρον 11
Η παράγραφος 2 του άρθρου 36 του Αγορανομικού Κώδικος αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“2. Δια συμβάσεως δύναται να αναληφθή η ενθύνη της παραβάσεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον διατάξεων, μόνον υπό των κατ` ουσίαν διευθυνόντων ή διοικούντων την επιχείρησιν. Μετά των συμβατικώς υπευθύνων, τιμωρούνται και οι κατά την προηγουμένην παράγραφον υπεύθυνοι, εφ` όσον τελούν εν γνώσει της παραβάσεως”.
Άρθρον 12
Σημ.: όπως το άρθρο 12 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περ.9 της υποπαρ.ΣΤ5 της παρ.ΣΤ του πρώτου άρθρου του Ν.4254/2014 (ΦΕΚ Α΄85/07/04/2014)
1.Ο Υπουργός εμπορίου, δύναται δι` Αγορανομικών Διατάξεων να υποχρεώνη τας Επιχειρήσεις όπως επί των παραγομένων ή εισαγομένων υπ` αυτών προϊόντων αναγράφωσι την “συνιστωμένην, υπ` αυτών τιμήν λιανικής πωλήσεως τούτου (SUGGESTED PRICE).
2.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστωμένη τιμή είναι ανεξάρτητος της, υπό των Διατάξεων του Νομοθετικού Διατάγματος 136/1946 “περί `Αγορανομικού Κώδικος” και των κατ` εξουσιοδότησιν τούτου ισχυουσών εκάστοτε Αγορανομικών Διατάξεων, διαμορφουμένης τιμής εφ` όσον τα είδη εις α αναφέρεται αύτη υπόκεινται βάσει των διατάξεων τούτων εις έλεγχον ως προς τας τιμάς.
Άρθρον 13
Σημ.: όπως το άρθρο 13 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περ.9 της υποπαρ.ΣΤ5 της παρ.ΣΤ του πρώτου άρθρου του Ν.4254/2014 (ΦΕΚ Α΄85/07/04/2014)
1. Ο Υπουργός Εμπορίου δύναται δι` Αγορανομικών Διατάξεων εκδιδομένων μετά γνώμην της Κεντρικής Αγορανομικής Επιτροπής, να απαγορεύη την υπό Επιχειρήσεων θέσιν εις κυκλοφορίαν αγαθών, κατατεταγμένων εις την κατηγορίαν των ουσιωδών, υπό νέαν ονομασίαν, παρασκευήν, συσκευασίαν ή τυποποίησιν εφ` όσον δια τούτων επιδιώκεται η αύξησις της τιμής ήδη κυκλοφορούντων προϊόντων, άνευ της προηγουμένης εγκρίσεώς του, ήτις παρέχεται δι` αποφάσεων αυτού διαλαμβανουσών τους όρους και προϋποθέσεις θέσεως τούτων εις κυκλοφορίαν.
2. Δια την έκδοσιν των κατά τα ανωτέρω αποφάσεων, απαιτείται η υπό των ενδιαφερομένων Επιχειρήσεων υποβολή εις το Υπουργείον Εμπορίου, πλήρων και αναλυτικών στοιχείων κόστους και ποιοτικής συνθέσεως των νέων προϊόντων ως και των ήδη κυκλοφορούντων συγγενών ή παρεμφερών προϊόντων παραγωγής των.
Άρθρον 14
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 Ν.1989/1991 και με το άρθρ.10 Ν.2741/1999,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 12 Ν.3377/2005,ΦΕΚ Α 202/19.8.2005.
1. Δι` αποφάσεων του Υπουργού Εμπορίου, δύνανται να συνιστώνται Επιτροπαί ή Ομάδες Εργασίας προς μελέτην θεμάτων τιμών και εμπορίας.
2. Η αμοιβή ως και πάσα ετέρα λεπτομέρεια θα καθορίζωνται δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου.
Άρθρον 15
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 48 του ν.4177/2013
1. Επιτρέπεται η πώληση εμπορευμάτων με μειωμένες τιμές δύο φορές το χρόνο (τακτικές εκπτώσεις), στις εξής μόνο περιπτώσεις:
α) από τη 15η Ιανουαρίου μέχρι την 28η Φεβρουαρίου και β) από τη 15η Ιουλίου μέχρι την 31η Αυγούστου.
Σημ.: όπως οι περ. α΄και β΄αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 13 παρ.3 Ν.3557/2007,ΦΕΚ Α 100/14.5.2007.
Τριάντα (30) ημέρες πριν από την έναρξη των εκπτώσεων σύμφωνα με τις περιπτώσεις α` και β`, απαγορεύεται στους υπεύθυνους των εμπορικών καταστημάτων να ανακοινώνουν, προς το κοινό, εκπτώσεις με οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως με διαφήμιση, επιστολές ή ανάρτηση διαφημιστικών πινακίδων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παρ.8 Ν.3769/2009,ΦΕΚ Α 105/1.7.2009.
Η αναγραφή της παλαιάς και της νέας τιμής των προϊόντων που πωλούνται με έκπτωση είναι υποχρεωτική σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου αυτά εκτίθενται. Όσοι παραβαίνουν τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου υπόκεινται στις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 του Αγορανομικού Κώδικα και, επιπλέον, τους επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι ποσού ίσου με το 0,5% του ετησίου κύκλου εργασιών που πραγματοποιούν. Ο όρος επιχείρηση εκλαμβάνεται με την έννοια του άρθρου 4στ` του ν. 703/1977. Το πρόστιμο, σε περίπτωση υποτροπής, μπορεί να αυξάνεται μέχρι το 3% του ετησίου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας όπου τελείται η παράβαση, ύστερα από γνώμη Επιτροπής η οποία συγκροτείται με απόφαση του και αποτελείται, από έναν υπάλληλο της Περιφέρειας και δύο υπαλλήλους της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.36 Ν.3419/2005,ΦΕΚ Α 297/6.12.2005
2. Αν οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επι βάλλεται σε βάρος των υπευθύνων, με απόφαση του Νο μάρχη της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης όπου τελείται η παράβαση, πρόστιμο χιλίων (1.000) μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.
3. Επιτρέπονται οι προσφορές συγκεκριμένων προϊό ντων ή προϊόντων ορισμένης κατηγορίας, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τις δέκα (10) συνεχόμενες ημέρες, εφόσον αναγράφονται ευκρινώς η πα λαιά και νέα τιμή των προϊόντων, σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου εκτίθε νται τα προσφερόμενα προϊόντα.
Κατ` εξαίρεση, το χρονικό διάστημα των προσφορών από εκθέσεις αυτοκινήτων και βιβλιοπωλεία δεν μπορεί να υπερβεί τις εξήντα (60) και τριάντα (30) ημέρες, αντίστοιχα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.4 Ν.3557/2007, ΦΕΚ Α 100/14.5.2007.
Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα. Νέα προσφορά του ίδιου προϊόντος δεν επιτρέπεται πριν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από την προηγούμενη. Ο υπεύθυνος κάθε εμπορικού καταστήματος οφείλει να ανακοινώνει “με τηλεομοιοτυπία (fax) ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία (e-mail)” στη διεύθυνση εμπορίου της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και στον οικείο Εμπορικό Σύλλογο, τις προσφορές που προτίθεται να κάνει, τουλάχιστον μια (1) ημέρα πριν από την έναρξη τους. Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα προσφερόμενα προϊόντα και η χρονική διάρκεια της προσφοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.4 Ν.3557/2007,ΦΕΚ Α 100/14.5.2007.
4. Αν οι προσφορές είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό μείωσης των τιμών των προσφερόμενων προϊόντων ή ως προς την ποσότητα αυτών ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση ή αν παραβιάζονται οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, επιβάλλεται, σε βάρος των υπευθύνων, με απόφαση του Νομάρχη της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης όπου τελείται η παράβαση, πρόστιμο πεντακοσίων (500) μέχρι πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 31 του Αγορανομικού Κώδικα.
Τα πρόστιμα, που επιβάλλονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελούν πόρο του Κρατικού Προϋπολογισμού και ανακοινώνονται στη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επιβολή τους.
5. Η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται σε προσφορές προϊόντων παντοπωλείου, καθώς και οι παράγραφοι 1 και 2 του ιδίου άρθρου στις πωλήσεις αυτοκινήτων.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.4 Ν.3557/2007, ΦΕΚ Α 100/14.5.2007.
6. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται η χρονική περίοδος κατά την οποία τα χριστουγεννιάτικα είδη μπορούν να προσφέρονται σε μειωμένη τιμή. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού των καταστημάτων πώλησης αποθεμάτων (stock) και των εκπτωτικών καταστημάτων (outlet), καθώς και της πώλησης εμπορευμάτων από τα καταστήματα αυτά.
Άρθρον 16
Ο Εθνικός Οργανισμός Καπνού (Ε.Ο.Κ.) δύναται, κατά παρέκκλισιν των διατάξεων των Νομοθ. Δ/των. Γ 1078/1971 “περί λήψεως φορολογικών και άλλων τινών μέτρων προς ενίσχυσιν της περιφερειακής Αναπτύξεως και Ν.Δ. 1297/1973 “περί παροχής φορολογικών κινήτρων δια την συγχώνευσιν ή μετατροπήν επιχειρήσεων προς δημιουργίαν μεγάλων οικονομικών Μονάδων”, να μισθώνη αποθηκευτικούς χώρους υπαγομένους εις τας ευεργετικάς διατάξεις των ανωτέρω Νομ θ. Δ/των, διατηρουμένων εις την περίπτωσιν αυτήν υπέρ των ιδιοκτητών των αποθηκευτικών χώρων, των κινήτρων και των φορολογικών απαλλαγών.
Άρθρον 17
Κυρούται αφ` ης ίσχυσε και επέχει ισχύν νόμου η υπ` αριθ. Ε4/315/29.7.77 απόφασις του Υπουργού Εμπορίου (ΦΕΚ Β – 750), δι` ης συνιστάται λογαριασμός Προνοίας υπέρ του πάσης φύσεως τακτικού προσωπικού του Ε.Ο.Κ., έχουσα ως ακολούθως:
“ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΙΣ ΕΞΩΤ. ΕΜΠΟΡΙΟΥ Δ/ΝΣΙΣ 1η ΕΞΑΓ.ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Γ`. Ταχ. Δ/νσις: Κάνιγγος Πλ. Πληροφορίαι: Α. Μπάνου Τηλέφωνον: 3633-971 Εν Αθήναις τη 29 Ιουλίον 1977 Αριθ. Πρωτ. Ε4/315 Βαθμός Προτ/τος ΑΠΟΦΑΣΗ
ΘΕΜΑ: Συμπλήρωση των διατάξεων του άρθρου 9 της αριθ.46322/1507/63 αποφάσεώς μας.
`Εχοντας υπόψη:
α. Τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγρ. 1 και 4 του Ν.Δ.3758/57 “Περί ιδρύσεως Εθνικού Οργανισμού Καπνού”.
β. Τις διατάξεις του Ν. 400/76 “Περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων”.
γ. Τις διατάξεις του άρθρου 51 του από 10/20 Νοεμβρίου 1939 Βασ. Δ/τος.
δ. Τις διατάξεις της αριθ. 46322/ 1507/1963 αποφάσεώς μας “περί κσθορισμού μισθών, επιδομάτων και λοιπών εν γένει απολαβών του Προσωπικού του Εθνικού Οργανισμού Καπνού, όπως συμπληρώθηκε με την αριθ. 4518/156/1187/68 όμοια.
ε. Τις διατάξεις του Α.Ν. 513/68 και του Ν. 103/75, βάσει των οποίων ρυθμίσθηκε το θέμα της εφ` άπαξ αποζημιώσεως των υπαλλήλων των εποπτευομένων Ν.Π.Δ.Δ. από τα Υπουργεία Γεωργίας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, αντιστοίχως.
στ. Το από 23.2.77 Πρακτικό του Δ.Σ. του Ε.Ο.Κ. με το οποίο παρεσχέθη η σύμφωνος γνώμη του για τη συμπλήρωση των διατάξεων της αριθ. 46322/1507/ 63 αποφάσεώς μας ως προς το θέμα της καταβολής εφ` άπαξ αποζημιώσεως στους υπαλλήλους του Ε.Ο.Κ.
ζ. Το πόρισμα της αναλογιστικής μελέτης που υπέβαλε σε εκτέλεση της αριθ. 23201/2440/480/77 διαταγής μας ο τ. Γεν. Δ/ντης Υπ. Εμπορίου κ. Αρχ. Λύχρος και
η. Το αριθ. Φ. 800/59/Α4566/14.6.77 έγγραφο του Εθνικού Οργανισμού Καπνού, περί της ανάγκης συμπληρώσεως των διατάξεων που ρυθμίζουν τα θέματα της εφ` άπαξ αποζημιώσεως των υπαλλήλων του ανωτέρω Οργανισμού.
Αποφασίζουμε
1. Στο τέλος του άρθρου 9 της αριθ. 46322/1507/63 αποφάσεώς μας, όπως συμπληρώθηκε με την αριθ. 4518/156/1187/68 όμοια, προστίθενται οι παράγραφοι 7, 8 και 9, οι οποίες έχουν ως εξής:
“7. Οι διατάξεις των παραγρ. 1 και 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στους παραιτουμένους ή απομακρυνομένους τακτικούς υπαλλήλους του ΕΟΚ, τους δικαιουμένους συντάξεως, καταβαλλομένης και σ` αυτούς της αποζημιώσεως που προβλέπεται από το άρθρο 51 παράγρ. 2 του από 10/20 Νοεμβρίου 1939 ως άνω Βασ. Δ/τος.
“8. Για τον υπολογισμό της προβλεπομένης από το παρόν άρθρο αποζημι ώσεως λαμβάνεται υπόψη η υπηρεσία η διανυθείσα στον ΕΟΚ υπό οιαδήποτε σχέση, καθώς και η διανυθείσα στο Δημόσιο ή άλλα Νομικά Πρόσωπα ή Οργανισμούς εφόσον αυτή έχει αναγνωρισθεί ή αναγνωρίζεται, για την εν γένει υπηρεσιακή κατάστασή τους βάσει των καταστατικών διατάξεων του ΕΟΚ ή άλλων Νόμων και δεν έχει καταβληθεί γι` αυτή άλλη αποζημίωση.
“9. Επί του συνόλου των κατά μήνα τακτικών αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων του ΕΟΚ επιβάλλεται κράτηση 3,5% (τρία και μισό τοις εκατό) υπέρ του ΕΟΚ, η οποία και αποτελεί έσοδο αυτού, για το σχηματισμό κεφαλαίου, από το οποίο θα καταβληθεί η αποζημίωση που προβλέπεται από το άρθρο τούτο. Σε περίπτωση ανεπάρκειας των κατά τα ανωτέρω σχηματιζομένων κεφαλαίων για την καταβολή της ως άνω αποζημι ώσεως, συμπληρούται τούτο, κατά το υπολειπόμενο ποσό από τον ΕΟΚ, αναγραφομένης για το σκοπό αυτό σχετκής πιστώσεως στον ετήσιο προϋπολογισμό του, με δικαίωμα πάντοτε του ΕΟΚ να αναλαμβάνει το διατεθέν από αυτόν ποσό, από το κεφάλαιο που έχει σχηματισθεί δια της κρατήσεως, εφ` όσον βεβαίως η από μέρους του Ε.Ο.Κ. ανάληψις δεν θα παρακωλύη την προς τους υπαλλήλους καταβολήν του δικαιουμένου παρ` αυτών ποσού. Η ανωτέρω αποζημίωση χαταβάλλεται στους κατά την παρούσα απόφαση δικαιουμένους αυτής, οι οποίοι εξέρχονται της υπηρεσίας μετά πάροδον τουλάχιστον 5 ετών από της ισχύος της παρούσης, εις δε τους ενωρίτερα εξερχομένους, με παρακράτηση εκ της αποζημιώσεως, την οποία δικαιούνται, εισφορών εκ δύο τοις εκατό (2%) και μέχρι συμπληρώσεως πέντε ετών. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται επί του κατά το χρόνο της εξόδου τους βασικού μισθού και επιδομάτων τριετιών, πολυετίας κσι προσωρινού επιδόματος.
2.Η ανωτέρω κράτηση θα αρχίσει να γίνεται από την πρώτη του επομένου της δημοσιεύσεως της παρούσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μηνός. 3. `Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο Υπουργός ΙΩΑΝ. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ”
Άρθρον 18
Ο Νόμος 182/1975 “περί αντικαταστάσεως της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του Νόμου 3475/1955 “περί τυποποιήσεως νωπών αγροτικών προϊόντων και ιδρύσεως κεντρικών και τοπικών αγορών αυτών”, ως και πάσα ετέρα διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 6 του Νόμου 3475/ 1955 ως αντικαθίστανται δια του παρόντος Νόμου καταργούνται.
Άρθρον 19
Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεως του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 06 Αυγούστου 1978
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ