Νόμος 837 ΦΕΚ Α’ 234/22.12.1978
Περί κυρώσεως της από 5 Μαίου 1978 Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου της Σουηδίας “περί Κοινωνικής Ασφαλείας και του Διοικητικού Κανονισμού διά την εφαρμογήν της Συμβάσεως”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον πρώτον
Κυρούται και έχουν ισχύν νόμου, η υπογραφείσα εις Αθήνας την 5ην Μαίου 1978 Σύμβασις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Βασιλείου της Σουηδίας “περί Κοινωνικής Ασφαλείας, και ο Διοικητικός Κανονισμός διά την εφαρμογήν της Συμβάσεως”, των οποίων τα κείμενα εις το πρωτότυπον εις την Ελληνικήν και Αγγλικήν γλώσσαν, έχουν ως ακολούθως:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Η Ελληνικη Δημοκρατία χαι το Βασίλειον της Σονηδίας
αγόμενοι υπό της επιθυμίας όπως ρυθμίσωσι τας σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών εις τον τομέα της Κοινωνικής Ασφαλείας, συνεφώνησαν, όπως συνάψωσι την ακόλουθονΣύμβασιν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι.
Γενικαί Διατάξεις.
Άρθρον 1.
1. Δια τον σκοπόν της παρούσης Συμβάσεως.
(1) “Ελλάς” σημαίνει την Ελληνικήν Δημοκρατίαν “Σουηδία” το Βασίλειον της Σουηδίας.
(2) “Νομοθεσία” σημαίνει τους ισχύοντας νόμους, διατάγματα και κανονισμούς ως ορίζεται εν άρθρω 2.
(3) “Αρμοδία αρχή” σημαίνει, όσον αφορά την Ελλάδα, τον Υπουργόν Κοινωνικών Υπηρεσιών, ή`, όσον αφορά την ασφάλισιν ανεργίας και τα οικογενειακά επιδόματα, τον Υπουργόν Εργασίας, όσον αφορά την Σουηδίαν, την Κυβέρνησιν ή την υπό της Κυβερνήσεως οριζομένην αρχήν.
(4) “Ασφαλιστικός φορεύς”, σημαίνει τον οργανισμόν ή την αρχήν εις ην υπάγεται η εφαρμογή της εν άρθρω 2 αναφερομένης νομοθεσίας (ή μέρους αυτής).
(5) “Αρμόδιος ασφαλιστικός φορεύς”, σημαίνει τον αρμόδιον κατά την εφαρμοστέαννομοθεσίανασφαλιστικόν φορέα.
(6) “Οργανισμός συνδέσμου”, σημαίνει ένα οργανισμόν διά σύνδεσιν και ανταλλαγήν πληροφοριών μεταξύ των ασφαλιστικών φορέων των δύο συμβαλλομένων Μερών προς διευκόλυνσιν της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως, ως και διά την ενημέρωσιν των ενδιαφερομένων προσώπων σχετικώς προς τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις των, αίτινες απορρέουν εκ της Συμβάσεως.
(7) “Μέλος οικογενείας”, σημαίνει το μέλος της οικογενείας κατά την νομοθεσίαν του Συμβαλλομένου Μέρους, εις την περιοχήν του οποίου έχει την έδραν του ο φορεύς και εις βάρος του οποίου χορηγούνται αι παροχαί.
(8) “Περίοδοι ασφαλίσεως”, σημαίνει περιόδους εισφορών, περιόδους απασχολήσεως ή ετέρας περιόδους, αίτινες θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως ή εξομοιούνται προς τοιαύτας συμφώνως προς την νομοθεσίαν, καθ` ην διηνύθησαν, ως και ημερολογιακά έτη, διά τα οποία κατεγράφησαν συντάξιμοι βαθμοί κατά το Σουηδικόν σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως διά συμπληρωματικήν σύνταξιν λόγω απασχολήσεως ή ετέρας οικονομικής δραστηριότητος κατά την διάρκειαν του περί ου ο λόγος έτους ή μέρους αυτού.
(9) “Χρηματική παροχή”, “σύνταξις”, “ετήσιον επίδομα” ή “αποζημίωσις”, σημαίνει χρηματικήνπαροχήν, σύνταξιν, ετήσιον επίδομα ή αποζημίωσιν κατά την εφαρμοστέαννομοθεσίαν, συμπεριλαμβανομένων και απάντων των τμημάτων αυτών εκ δημοσίων μέσων ως και τας προσαυξήσεις και προσθέτους πληρωμάς.
2. Οι λοιποί εν τη προκειμένη Συμβάσει όροι έχουσι την σημασίαν ήτις προσήκει αυτοίς, συμφώνως προς την εφαρμοστέαννομοθεσίαν.
Άρθρον 2.
1. Η παρσύσαΣύμβασις εφαρμόζεται : Α. `Οσον αφορά την Ελλάδα:
(α) Επί της γενικής νομοθεσίας – περί Κοινωνικής Ασφαλείας – της καλυπτούσης τους μισθωτούς και τους προς τούτους εξομοιουμένους διά τους κινδύνους γήρατος, αναπηρίας, θανάτου, ασθενείας, μητρότητος, εργατικού ατυχήματος και επαγγελματικής ασθενείας.
(β) Επί της νομοθεσίας περί των ειδικών συστημάτων περί Κοινωνικής Ασφαλείας των καλυπτόντων ωρισμένας κατηγορίας μισθωτών ή προς τούτους εξομοιουμένων και τους αυτοτελώς απασχολουμένους ή τους ασκούνταςελευθέριον επάγγελμα και τους αγρότας, εξαιρέσει των ειδικών συστημάτων κοινωνικής ασφαλείας των καλυπτόντων τους ναυτικούς.
(γ) Επί της νομοθεσίας της ασφαλίσεως ανεργίας των μισθωτών.
(δ) Επί της νομοθεσίας περί των οικογενειακών επιδομάτων των μισθωτών, ως και περί των δημογραφικού χαρακτήρος επιδομάτων τέκνων.
Β. `Οσον αφορά την Σουηδίαν, επί της νομοθεσίας περί:
(α) Ασφαλίσεως ασθενείας και ασφαλίσεως γονέων.
(β) Λαϊκής συντάξεως.
(γ) Συμπληρωματικής συντάξεως.
(δ) Γενικών επιδομάτων τέκνων.
(ε) Ασφαλίσεως εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών.
(στ) Ασφαλίσεως ανεργίας και υποστηρίξεως εν τη αγορά εργασίας.
2. Εξαιρέσει των περιπτώσεων, καθ` ας άλλως ορίζεται υπό της διατάξεως της παραγράφου 4, η παρούσα Σύμβασις έχει εφαρμογήν και επί νομοθεσίας ήτις κωδικοποιεί, τροποποιεί ή συμπληροί την εν παραγράφω (1) του παρόντος άρθρου αναφερομένηννομοθεσίαν.
3. Η παρούσα Σύμβασις εφαρμόζεται επί νομοθεσίας αναφερομένης εις νέον σύστημα ή νέον Κλάδον κοινωνικής ασφαλείας πέραν των εν παραγράφω (1) του παρόντος άρθρου καθοριζομένων, μόνον εάν συναφθή ιδιαιτέρα συμφωνία μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών.
4. Η παρούσα Σύμβασις δεν εφαρμόζεται επί νομοθεσίας, ήτις επεκτείνει την εφαρμογήν της εν παραγράφω (1) του παρόντος Άρθρου αναφερομένης νομοθεσίας επί νέων κατηγοριών προσώπων, εάν η αρμοδία αρχή του ενδιαφερομένου κράτους γνωστοποιήση εις την αρμοδίαν αρχήν του ετέρου κράτους εντός τριών (3) μηνών από της ημερομηνίας της δημοσιεύσεως της νέας νομοθεσίας, ότι δεν σκοπεύεταιεπέκτασις της Συμβάσεως επ` αυτής.
Άρθρον 3.
Η προκειμένη Σύμβασις εφαρμόζεται, εφ` όσον εν αυτή δεν ορίζεται άλλως, επί των υπηκόων των Συμβαλλομένων Μερών, επί προσώπων διά τα οποία ισχύει ή ίσχυσε η νομοθεσία του ενός εκ των δύο Συμβαλλομένων Μερών και επί προσώπων ελκόντων τα δικαιώματά των εκ τοιούτων προσώπων.
Άρθρον 4.
Εφ` όσον εν τη παρούσηΣυμβάσει δεν ορίζεται άλλως, κατά την εφαρμογήν της νομοθεσίας του ενός των Συμβαλλομένων Μερών, εξομοιούνται προς τους υπηκόους του Μέρους τούτον τα ακόλουθα πρόσωπα τα οποία διαμένουν εις την περιοχήν τούτου.
(α) Υπήκοοι του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
(β) Πρόσφυγες και ανιθαγενείς εν τη εννοία της Συνθήκης της 28ης Ιουλίου 1951 “περί της Νομικής καταστάσεως των προσφύγων” και του από 31ης Ιανουαρίου 1967 Πρωτοκόλλου αυτής, καθώς και της από 28ης Σεπτεμβρίου 1954 Συμβάσεως “περί του καθεστώτος των ανιθαγενών”.
(γ) `Ετερα πρόσωπα έλκοντα τα δικαιώματά των από υπήκοον του ενός Συμβαλλομένου Μέρους ή από πρόσφυγα ή ανιθαγενή, οίτινες αναφέρονται εν τω παρόντιάρθρω.
Άρθρον 5.
1. Εφ` όσον εν τη προκειμένη Συμβάσει δεν ορίζεται άλλως, συντάξεις και έτεραι χρηματικαίπαροχαί, εξαιρέσει των παροχών ανεργίας, δεν επιτρέπεται όπως μειωθούν, τροποποιηθονν,ανασταλούν ή ανακληθούν λόγω διαμονής του δικαιούχου εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Εφ` όσον εν τη προκειμένη Συμβάσει δεν ορίζεται άλλως, παροχαίκαταβλητέαι υπό ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών, καταβάλλονται εις τους υπηκόους του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους τους διαμένοντας εις τρίτον κράτος, υπό τας αυτάς προϋποθέσεις και κατά την αυτήν έκτασιν, ως εις τους υπηκόους του πρώτου Συμβαλλομένου Μέρους τους διαμένοντας εις το τρίτον τούτο κράτος.
Άρθρον 6.
1. `Ετη διά τα οποία έχουν καταγραφή συντάξιμοι βαθμοί κατά το Σουηδικόν σύστημα συμπληρωματικών συντάξεων, προστίθενται εις περιόδους ασφαλίσεως συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν, όταν ο αρμόδιος ελληνικός ασφαλιστικός φορεύς αποφαίνεται επί του δικαιώματος προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως εν Ελλάδι.
2. Αι προβλεπόμεναι υπό της εφαρμοστέας κατά το άρθρον 2 νομοθεσίας ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών ρήτραι μειώσεως ή αναστολής των παροχών, εν περιπτώσει συρροής με ετέραν παροχήν ή εισόδημα εξ επικερδούς εργασίας, εφαρμόζονται και εις την περίπτωσιν καθ` ην το δικαίωμα προς την ετέραν παροχήνεκτήθη συμφώνως προς την νομοθεσίαν του ετέρου Μέρους ή εάν το εισόδημα απεκτήθη κατά την παραμονήν επί του εδάφους του ετέρου Μέρους.
3. Εις περίπτωσιν αναστολής μιας παροχής, κατά την παράγραφον (2) του παρόντος άρθρου, ο αρμόδιος ελληνικός ασφαλιστικός φορεύς λαμβάνει υπ` όψιν ετέραν παροχήν ή εισόδημα εξ επικερδούς εργασίας μόνον κατά το τμήμα, το οποίον αντιστοιχεί εις την αναλογίαν μεταξύ της Ελληνικής μερικής παροχής συμφώνως προς το εδάφιον (γ) της παραγράφου (1) του άρθρου 21 και του θεωρητικού ποσού του μνημονευομένου εν τω εδαφίω (β) της αυτής παραγράφου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ II.
Διατάξεις περί της εφαρμοστέας νομοθεσίας.
Άρθρον 7.
Εφ` όσον εν τοις Άρθροις 7 και 8 δεν προβλέπεται άλλως, τα υπό της παρούσης Συμβάσεως καλυπτόμενα πρόσωπα υπάγονται :
1. Εις την Σουηδικήννομοθεσίαν εάν διαμένονν εν Σουηδία ή προκειμένου περί εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικών ασθενειών, εάν απασχολούνται εν Σουηδία.
2. Εις την Ελληνικήν νομοθεσίαν, εάν απασχολούνται εν Ελλάδι.
Άρθρον 8.
1. Εάν προσωπόν τι απασχολούμενον εις την περιοχήν του ενός Συμβαλλομένου Μέρους σταλή υπό του εργοδότου του εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους προς εκτέλεσιν εργασίας υπό τον αυτόν εργοδότην εξακολουθεί υπαγόμενος εις την νομοθεσίαν τον πρώτου Μέρους μέχρι του τέλους τον 24ου ημερολογιακού μηνός μετά την αποστολήν του, ως εάν απησχολείτο ακόμη εις την περιοχήν του Μέρους τούτου.
2. Προσωπικόν κινήσεως, απασχολούμενον εις σιδηροδρομικάς ή αεροπορικάς επιχειρήσεις ή εις επιχειρήσεις χερσαίων συγκοινωνιών και εργαζομένων εις την περιοχήν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, υπάγεται εις την νομοθεσίαν του Συμβαλλομένου Μέρους, εις την περιοχήν του οποίου η επιχείρησις έχει την έδραν της. Αν, όμως, ο εργαζόμενος διαμένη εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους, εφαρμόζεται ή νομοθεσία του Συμβαλλομένου τούτου Μέρους.
3. Η νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους, υπό την σημαίαν του οποίου πλέει εν πλοίον εφαρμόζεται διά το πλήρωμα πλοίον και δι` έτερα πρόσωπα, άτινα μονίμως απασχολούνται επί του πλοίου, εκτός αν άλλως ορίζεται εν άρθρω 2Α (β). Πρόσωποναπασχολούμενον εις φόρτωσιν, εκφόρτωσιν, μεταφοράν ή επισκευήν πλοίου ή διά την φρούρησιν πλοίου κατά την διάρκειαν της παραμονής του εις ένα λιμένα, υπάγεται εις την νομοθεσίαν του Μέρους, εις την περιοχήν του οποίου ευρίσκεται ο λιμήν.
4. Εργαζόμενος, όστις κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγεται εις την Σουηδικήννομοθεσίαν, θεωρείται προς τον σκοπόν τούτον, ότι διαμένει εν Σουηδία.
Άρθρον 9.
1. Διά τους διπλωμάτας και επαγγελματίας προξένους και διά το διοικητικόν και τεχνικόνπροσωπικόν των υπό διπλωματών και επαγγελματιών προξένων διευθυνομένων αποστολών, ως και διά τα μέλη του υπηρετικού οικιακού προσωπικού των αποστολών τούτων και διά τους αποκλειστικώς ως διπλωμάτας, επαγγελματίας προξένους και τα μέλη των παρ` επαγγελματιών προξένων διευθυνομένων αποστολών, απασχολουμένους ιδιωτικούς οικιακούς υπαλλήλους ισχύουσιν, εφ` όσον ο κύκλος ούτος των προσώπων περιλαμβάνεται εις την συμφωνίαν της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων ή εις την Συμφωνίαν της Βιέννης περί προξενικών σχέσεων, αι διατάξεις των συμφωνιών τούτων.
2. Αι διατάξεις της παραγράφου (1) του άρθρου 8 εφαρμόζονται επί κυβερνητικών υπαλλήλων ετέρων από τους εν παραγράφω (1) του παρόντος Άρθρου αναφερομένους, όταν αποστέλλωνται εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
Άρθρον 10.
1. Κατόπιν κοινής αιτήσεως εργοδότου και εργαζομένου ή τη αιτήσει αυτοτελώς απασχολουμένου προσώπου, αι αρμόδιαι αρχαί των δύο Συμβαλλομένων Μερών δύνανται να συμφωνήσουν επί της εξαιρέσεως ωρισμένων προσώπων ή κατηγοριών προσώπων εκ των διατάξεων των `Αρθρων 7-9. Και άνευ τοιαύτης αιτήσεως, αι αρμόδιαι αρχαί δύνανται να συμφωνήσουν επί τοιαύτης εξαιρέσεως κατόπιν συνεννοήσεως μετά του ενδιαφερομένου προσώπου.
2. Αι διατάξεις της παραγράφου (4) του άρθρου 8 εφαρμόζονται, αναλογικώς, εις περιπτώσεις περί ων το παρόν άρθρον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ.
Ειδικαί Διατάξεις.
ΜΕΡΟΣ Ι.
Ασθένεια, μητρότης, γέννησις τέκνου.
Άρθρον 11.
Εάν πρόσωπον τι εκτήσατο κατά την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών χρόνους ασφαλίσεως, ούτοι συνυπολογίζονται διά την κτήσιν δικαιώματος παροχής, εφ` όσον δεν συμπίπτουν χρονικώς.
Άρθρον 12.
1. Πρόσωπον, το οποίον διαμένει εις την περιοχήν του ενός Συμβαλλομένου Μέρους και έχει αξίωσιν παροχών ασθενείας εις είδος κατά την νομοθεσίαν του Συμβαλλομένου τούτου Μέρους, λαμβάνει κατά την προσωρινήνδιαμονήν του εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους, εις βάρος του αρμοδίου φορέως, τοιαύταςπαροχάς, εφ` όσον η κατάστασίς του απαιτεί αμέσως την χορήγησιν τοιούτων παροχών.
2. Αι παροχαί χορηγούνται συμφώνως προς την διά τον ασφαλιστικόν φορέα του τόπου προσωρινής διαμονής ισχύουσαννομοθεσίαν και συμφώνως προς τας εν ΔιοικητικώΚανονισμώτεθείσας διατάξεις.
3. Αι αρμόδιαι αρχαί των Συμβαλλομένων Μερών καθορίζουν το ύψος των δαπανών των καταβλητέων υπό του ασθενούς, επί τη βάσει των επισήμως ισχυόντων τιμολογίων ή του μέσου κόστους (νοσηλείας).
Άρθρον 13.
1. Μέλη οικογενειών προσώπων ησφαλισμένων εν Σουηδία διαμένοντα εν Ελλάδι, λαμβάνουν παροχάς ασθενείας εις είδος από τον αρμόδιονασφαλιστικόν φορέα του τόπου διαμονής των. Αι παροχαί χορηγούνται επί τη καταβολή ενός ετησίου κατ` αποκοπήν ποσού καθοριζομένου υπό της αρμοδίας Ελληνικής αρχής.
2. Αι παροχαί χορηγούνται συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν και τας προϋποθέσεις τας καθοριζομένας υπό της αρμοδίας αρχής.
Άρθρον 14.
1. Πρόσωπον, λαμβάνον σύνταξιν συμφώνως προς την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, δικαιούται παροχών ασθενείας εις είδος κατά την νομοθεσίαν του Μέρους εις την περιοχήν του οποίου τούτο διαμένει. Αι παροχαί χορηγούνται εις βάρος της αρμοδίας αρχής του Συμβαλλομένου Μέρους εις την περιοχήν του οποίου τούτο διαμένει.
2.Πρόσωπον διαμένον εν Ελλάδι και λαμβάνον σύνταξιν μόνον κατά την Σουηδικήννομοθεσίαν, καθώς κα τα μέλη οικογενείας τα οποία το ακολουθούν, λαμβάνουν παροχάς ασθενείας εις είδος από τον αρμόδιονασφαλιστικόν φορέα του τόπου διαμονής των. Αι παροχαί χορηγούνται επί τη καταβολή ενός κατ` αποκοπήν ετησίου ποσού καθοριζομένου υπό της αρμοδίας Ελληνικής αρχής.
3. Αι παροχαί χορηγούνται συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν και τας προϋποθέσεις τας καθοριζομένας υπό της αρμοδίας αρχής.
ΜΕΡΟΣ 2.
Γήρας, αναπηρία και επιζώντες. Εφαρμογή της Σουηδικής νομοθεσίας.
Άρθρον 15.
1. Κατά την παρούσανΣύμβασιν, λαϊκαί συντάξεις καταβάλλονται κατά την Σουηδικήννομοθεσίαν αποκλειστικώς συμφώνως προς τα άρθρα 16-18. 2. Κατά τον υπολογισμόν των λαϊκών συντάξεων και των συμπληρωματικών παροχών, ελληνικαί συντάξεις εξομοιούνται προς Σουηδικάςσυμπληρωματικάς συντάξεις.
Άρθρον 16.
1. `Ελλην υπήκοος διαμένων εν Σουηδία δικαιούται λαϊκής συντάξεως υπό τους αυτούς όρους, κατά το αυτό ποσοστόν, και με τας ιδίας προσθέτους παροχάς, ως ο Σουηδός υπήκοος.
(α) Υπό μορφήν συντάξεως γήρατος.
Εάν διαμένη εν Σουηδία από πέντε τουλάχιστον ετών και διά δέκα τουλάχιστον εν συνόλω έτη μετά την συμπλήρωσιν του 16ου έτους της ηλικίας.
(β) Υπό μορφήν συντάξεως αναπηρίας.
Εάν:
(αα) Διαμένη εν Σουηδία από πέντε τουλάχιστον ετών ή
(ββ) Διαμένη εν Σουηδία και διαρκούσης της διαμονής του ήτο ικανός προς εργασίαν επί εν τουλάχιστον έτος άνευ διακοπής.
(γ) Υπό την μορφήν συντάξεως χήρας ή ορφανού:
(αα) Εάν ο θανών αμέσως προ του θανάτου του διέμενεν εν Σουηδία από πέντε τουλάχιστον ετών και ο επιζών διέμενεν εν Σουηδία κατά τον χρόνον του θανάτου, ή
(ββ) εάν ο επιζών διέμενεν εν Σουηδία από πέντε τουλάχιστον ετών και ο επιζών ή ο θανών διέμενεν εν Σουηδία κατά τον χρόνον του θανάτου.
2. Η σύνταξις αναπηρίας ή σύνταξις χήρας, ην λαμβάνει δικαιούχος τις συμφώνως προς την παράγραφον (1) του παρόντος άρθρου, μετατρέπεται αυτομάτως εις σύνταξιν γήρατος, άμα τη συμπληρώσει υπό του δικαιούχου του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως.
3. Αναφορικώς προς την αξίωσιν επιδόματος αναπηρίας, εφαρμόζεται αναλογικώς το στοιχείον (β) της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου.
4. Το επίδομα διά την επιμέλειαν καθυστερημένου τέκνου χορηγείται εις τον πατέρα ή την μητέρα του τέκνου εφ` όσον ούτος ή αύτη διέμενον εν Σουηδία από ενός τουλάχιστον έτους.
Άρθρον 17.
1. `Ελλην υπήκοος, όστις δεν πληροί μεν τας εν άρθρω 16 προϋποθέσεις, δικαιούται όπως συμπληρωματικής συντάξεως, λαμβάνει λαϊκήν σύνταξιν μετά προσθέτων παροχών, επιφυλασσομένης της παραγράφου (3) του παρόντος άρθρου, εν περιπτώσει διαμονής του εντός ή εκτός Σουηδίας, αναλόγως προς τον αριθμόν των ημερολογιακών ετών, διά τα οποία κατεγράφησαν βαθμοί εις το σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως, δι` αυτόν ή προκειμένου περί συντάξεως χήρας και ορφανού, διά τον θανόντα. Εάν οι βαθμοί είναι αρκετοί διά πλήρη συμπληρωματικήν σύνταξιν, χορηγείται λαϊκή σύνταξις άνευ μειώσεως. `Αλλως η λαϊκή σύνταξιςμειούται αναλόγως.
2. Η κατά την παράγραφον (1) του παρόντος άρθρου σύνταξις χήρας μετατρέπεται αυτομάτως εις σύνταξιν γήρατος, άμα τη συμπληρώσει υπό της χήρας του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως. Εάν υφίσταται δικαίωμα μεγαλυτέρας συντάξεως γήρατος εξ ιδίας ασφαλίσεως της χήρας καταβάλλεται εις αυτήν η μεγαλυτέρασύνταξις.
3. Το επίδομα αναπηρίας, εφ` όσον δεν χορηγείται ως συμπλήρωμα της λαϊκής συντάξεως, τα επιδόματα διά την επιμέλειαν καθυστερημένων τέκνων, τα πρόσθετα συνταξιοδοτικά επιδόματα και παροχαί συντάξεως εξαρτώμεναι εκ του εισοδήματος, χορηγούνται μόνον εφ` όσον ο δικαιούχος εξακολουθεί διαμένων εν Σουηδία.
4. Καθ` ας περιπτώσεις αμφότεροι οι σύζυγοι δικαιούνται λαϊκής συντάξεως και όπου το άθροισμα των συντάξεων αμφοτέρων των συζύγων είναι μικρότερον της συντάξεως, ήτις θα κατεβάλλετο, αν εις μόνον εκ των συζύγων εδικαιούτο συντάξεως, η διαφορά προστίθεται εις τας συντάξεις των. Το πρόσθετον τούτο ποσόν κατανέμεται αναλόγως μεταξύ των δύο συντάξεων.
Άρθρον 18.
1. Η εν παραγράφω (1) του άρθρου 17 προϋποθέσεις διά την θεμελίωσιν δικαιώματος συμπληρωματικής συντάξεως θεωρείται πληρουμένη αν ο ησφαλισμένος, ή, εφ` όσον πρόκειται περί συντάξεως χήρας ή ορφανού, ο θανών, είχεν εισόδημα υποκείμενον εις κρατικήνφορολογίαν εισοδήματος, δι` ωρισμένα ημερολογιακά έτη προ του 1960. Τούτο, όμως, λαμβάνει χώραν υπό την προϋπόθεσιν, ότι ο αριθμός των τοιούτων ετών, ομού αν είναι αναγκαίον μετά των ετών διά τα οποία κατεγράφησαν βαθμοί συντάξεως κατά το σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως, καθώς επίσης μετά περιόδων ασφαλίσεως κατά το Ελληνικόν σύστημα ασφαλίσεως συντάξεως ανέρχεται τουλάχιστον εις 3 έτη. Προς τον σκοπόν τούτον 300 ημέραι ασφαλίσεως, κατά το Ελληνικόν σύστημα ασφαλίσεως συντάξεως αντιστοιχούν προς εν έτος, κατά το οποίον ο ενδιαφερόμενος είχεν εισόδημα υποκείμενον εις κρατικήνφορολογίαν εισοδήματος.
2. Κατά την εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου (1) του άρθρου 17 διά τον υπολογισμόν της λαϊκής συντάξεως, τα προ του 1960 έτη, κατά τα οποία ο ενδιαφερόμενος είχεν εισόδημα υπαχθέν εις κρατικήνφορολογίαν εισοδήματος, εξομοιούνται προς έτη, διά τα οποία κατεγράφησαν βαθμοί συντάξεως κατά το σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως.
Άρθρον 19.
Διά την χορήγησιν συμπληρωματικών συντάξεων εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:
1. Διά πρόσωπον μη έχον Σουηδικήν υπηκοότητα δύνανται να καταγράφωνται βαθμοί συντάξεως μόνον συνεπεία βιοποριστικής απασχολήσεως κατά την διάρκειαν διαμονής εν Σουηδία ή συνεπεία απασχολήσεως επί Σουηδικού πλοίου.
2. Εφ` όσον επραγματοποιήθησαν περίοδοι ασφαλίσεως τόσον κατά το Σουηδικόν σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως, όσον και κατά το Ελληνικόν σύστημα ασφαλίσεως συντάξεως, αι περίοδοι αύται συνυπολογίζονται, καθ` ο μέτρον είναι αναγκαίον, διά την κτήσιν δικαιώματος συμπληρωματικής συντάξεως εφ` όσον δεν συμπίπτουν.
Εν προκειμένω 300 ημέραι ασφαλίσεως, πραγματοποιηθείσαι κατά το Ελληνικόν σύστημα ασφαλίσεως συντάξεως, αντιστοιχούν προς εν ημερολογιακόν έτος, διά το οποίον κατεγράφησαν συντάξιμοι βαθμοί.
3. Κατά τον υπολογισμόν του ποσού της συμπληρωματικής συντάξεως λαμβάνονται υπ` όψιν μόνον περίοδοι ασφαλίσεως πραγματοποιηθείσαι κατά την Σουηδικήννομοθεσίαν.
4. Αι μεταβατικαί διατάξεις της Σουηδικής νομοθεσίας, αι αναφερόμεναι εις τον υπολογισμόν των συμπληρωματικών συντάξεων διά πρόσωπα γεννηθέντα του 1924 δεν θίγονται υπό της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 20.
Εφαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας
Εφ` όσον επραγματοποιήθησαν περίοδοι ασφαλίσεως συμφώνως προς την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, αι περίοδοι αύται συνυπολογίζονται διά την κτήσιν δικαιώματος παροχών κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν, εφ` όσον δεν συμπίπτουν.
Άρθρον 21.
1. Εφ` όσον αιτείται σύνταξις υπό προσώπου πραγματοποιήσαντος περιόδους ασφαλίσεως κατά την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών η υπό των επιζώντων αυτού, ο αρμόδιος Ελληνικός ασφαλιστικός φορεύς θα καθορίση τας παροχάς συντάξεως ως ακολούθως:
α) Ο ασφαλιστικός φορεύς διαπιστώνει κατ` εφαρμογήν της σχετικής νομοθεσίας, αν το περί ου ο λόγος πρόσωπονέχη διά του συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως, δικαίωμα παροχής.
(β) Εάν διαπιστωθή, ότι ο αιτών δικαιούται παροχής, ο ασφαλιστικός φορεύς υπολογίζει το θεωρητικόν ποσόν, το οποίον θα εχορηγείτο, αν πάσαι αι περίοδοι ασφαλίσεως, αι πραγματοποιηθείσαι κατά την νομοθεσίαν των Συμβαλλομένων Μερών, είχονπραγματοποιηθή εν Ελλάδι, του ποσού της παροχής εκλαμβανομένου ως θεωρητικού ποσού, εφ` όσον είναι ανεξάρτητον της διαρκείας της περιόδου ασφαλίσεως.
(γ) Βάσει του κατά το εδάφιον (β) υπολογισθέντος ποσού ο ασφαλιστικός φορεύς υπολογίζει ακολούθως την μερικήνπαροχήν την καταβλητέαν υπ` αυτού, κατά την αναλογίανήτις υφίσταται μεταξύ της διαρκείας των περιόδων ασφαλίσεως των ληφθησομένων υπ` όψιν συμφώνως προς την νομοθεσίαν αυτού και της συνολικής διαρκείας των περιόδων ασφαλίσεως των ληφθησομένων υπ` όψιν κατά την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Εάν η συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, αι οποίαι θα ληφθούν υπ` όψιν κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν διά τον υπολογισμόν της παροχής, δεν φθάνη τους δώδεκα μήνας και υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν υφίσταται δικαίωμα συντάξεως κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν άνευ εφαρμογής του άρθρου 20 ουδεμία παροχή χορηγείται κατά την νομοθεσίαν ταύτην.
3. Περίοδοι απασχολήσεως εις μεταλλευτικάς εργασίας εν Σουηδία συνυπολογίζονται διά την εφαρμογήν των Ελληνικών διατάξεων περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
Άρθρον 22.
Οι αρμόδιοι Ελληνικοί φορείς ασφαλίσεως κατά την εφαρμογήν υπ` αυτών των άρθρων 20 και 21, θα ακολουθούν τους κάτωθι κανόνας.
(1) Προς καθορισμόν του κλάδου ασφαλίσεως και του αρμοδίου ασφαλιστικού φορέως, λαμβάνονται υπ` όψιν αποκλειστικώς ελληνικοί χρόνοι ασφαλίσεως.
(2) Περίοδοι ασφαλίσεως κατά το Σουηδικόν σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως και έτη διαμονής προ του 1960, καθ` α ο ενδιαφερόμενος είχεν εισόδημα υποκείμενον εις κρατικήνφορολογίαν εισοδήματος, θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως πραγματοποιηθείσαι συμφώνως προς την Σουηδικήννομοθεσίαν.
(3) Εν τη εφαρμογή της παραγράφου (1) του άρθρου 21 Σουηδικαί περίοδοι ασφαλίσεως, δέον όπως λαμβάνωνται υπ` όψιν και αν έτι δεν θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως κατά την ελληνικήν νομοθεσίαν.
(4) Κατά τον υπολογισμόν του ποσού συντάξεως λαμβάνονται υπ` όψιν μόνον αι αποδοχαί αι αντιστοιχούσαι εις περιόδους ασφαλίσεως κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν.
Άρθρον 23.
1. Εάν συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν, υφίσταται δικαίωμα συντάξεως ανεξαρτήτως του άρθρου 20 ο αρμόδιος Ελληνικός ασφαλιστικός φορεύς δέον όπως καταβάλη σύνταξιν βάσει μόνον των κατά την υπ` αυτού εφαρμοστέαννομοθεσίανυπολογιζομένων περιόδων ασφαλίσεως ως εάν δεν υφίστατο αντίστοιχον δικαίωμα παροχής κατά το Σουηδικόν σύστημα ασφαλίσεως συμπληρωματικής συντάξεως.
2. Σύνταξις καθορισθείσα ως προβλέπεται εις την παράγραφον (1) του παρόντος άρθρου, αναθεωρείται, εάν προκύψηαντίστοιχον δικαίωμα παροχής κατά την Σουηδικήννομοθεσίαν. Η αναθεώρησιςάρχεται από της ημέρας, καθ` ην η παροχή καθίσταται καταβλητέα κατά την Σουηδικήννομοθεσίαν. Η τελεσιδικία προηγουμένων αποφάσεων δεν συνιστά κώλυμα διά την αναθεώρησιν.
Άρθρον 24.
Εάν, συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν, υφίσταται δικαίωμα παροχής και ανεξαρτήτως του άρθρου 20 και η εν λόγω παροχή είναι μεγαλυτέρα του αθροίσματος της Ελληνικής παροχής της υπολογισθείσης κατά το εδάφιον γ` της παραγράφου (1) του άρθρου 21 και της Σουηδικής συμπληρωματικής συντάξεως, ο Ελληνικός ασφαλιστικός φορεύς θα καταβάλη ως τμηματικήνπαροχήν, την ιδίαν αυτού παροχήν, υπολογισθείσαν κατά τον προαναφερθέντα τρόπον και ηυξημένην κατά την διαφοράν μεταξύ του αθροίσματος τούτου και της παροχής ήτις θα ωφείλετο εκ μόνης της υπό του ασφαλιστικού φορέως εφαρμοστέας νομοθεσίας.
ΜΕΡΟΣ 3.
Εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικαίασθένειαι.
Άρθρον 25.
1. Το δικαίωμα παροχών συνεπεία εργατικού ατυχήματος καθορίζεται συμφώνως προς την νομοθεσίαν την εφαρμοζομένην διά τον δικαιούχον κατά τον χρόνον του ατυχήματος, ως προβλέπεται εν άρθροις 7-10.
2. Αποζημίωσις διά μεταγενεστέρανεργατικόν ατύχημα καθορίζεται υπό του αρμοδίου φορέως αναλόγως προς την μείωσιν της ικανότητος προς εργασίαν την προκληθείσαν συνεπεία του μεταγενεστέρου εργατικού ατυχήματος και συμφώνως προς την υπό του αναφερθέντος φορέως εφαρμοστέαννομοθεσίαν.
3. Εάν, συμφώνως προς την νομοθεσίαν ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών, λαμβάνωνται υπ` όψιν κατά τον καθορισμόν του βαθμού αναπηρίας, προγενέστερα εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικαίασθένειαι, ο αρμόδιος ασφαλιστικός φορεύς λαμβάνει εξ ίσου υπ` όψιν προς τον αυτόν σκοπόν, εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικάς ασθενείας, συνεπεία εργασίας εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους κατά τον οποίον τρόπον, ής εάν ήτο εφαρμοστέα η νομοθεσία του πρώτου Συμβαλλομένου Μέρους.
Άρθρον 26.
1. Παροχαί δι` επαγγελματικήνασθένειαν καθορίζονται συμφώνως προς την νομοθεσίαν του Συμβαλλομένου Μέρους του οποίου η νομοθεσία ήτο εφαρμοστέα καθ` ον χρόνον ο δικαιούχος απησχολείτο εις εργασίανσυνεπαγομένηνκίνδυνον επαγγελματικής ασθενείας και αν έτι η ασθένεια διεπιστώθη εις το έτερον Μέρος.
2. Αν ο δικαιούχος είχε τοιαύτην απασχόλησιν εις τας περιοχάς αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, θα εφαρμοσθή η νομοθεσία του Μέρους, εις την περιοχήν του οποίου ο δικαιούχος απησχολείτο τελευταίως.
3. Αν, συνεπεία επαγγελματικής ασθενείας, έχηεγκριθή παροχή τις, κατά την νομοθεσίαν ενός Συμβαλλομένου Μέρους, καταβάλλεται συμφώνως προς την νομοθεσίαν του ιδίου Μέρους αποζημίωσις δι` επιδείνωσιν της ασθενείας εκδηλωθείσαν εις την περιοχήν του ετέρου Μέρους. Τούτο, όμως δεν ισχύει αν η επιδείνωσις οφείλεται εις απασχόλησινσυνεπαγομένηνκίνδυνον ασθενείας λαβόνταχώραν εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
ΜΕΡΟΣ 4.
Ανεργία.
Άρθρον 27.
1. Εάν πρόσωπον τι υπήχθη εις την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, αι περίοδοι ασφαλίσεως ή απασχολήσεως αι οποίαι λαμβάνονται υπ` όψιν κατά την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Μερών, θα συνυπολογισθούν διά την κτήσιν δικαιώματος παροχών ανεργίας, εφ` όσον δεν συμπίπτουν.
2. Η εφαρμογή της παραγράφου (1) προϋποθέτει, ότι ο ενδιαφερόμενος απησχολήθη εις την περιοχήν του Συμβαλλομένου Μέρους συμφώνως προς την νομοθεσίαν του οποίου έχει αξίωσιν προς παροχήν διά τέσσαρας (4) τουλάχιστον συνολικώς εβδομάδας κατά την διάρκειαν των δώδεκα τελευταίων μηνών προ της προβολής της αξιώσεως. Η παράγραφος (1) εφαρμόζεται επίσης και εις ην περίπτωσιν η απασχόλησίς του διεκόπη προ της εκπνοής τεσσάρων εβδομάδων, εφ` όσον διεκόπη άνευ υπαιτιότητος του εργαζομένου και επρόκειτο να διαρκέση διά μείζον χρονικόν διάστημα.
Άρθρον 28.
Ο χρόνος, διά τον οποίον καταβάλλονται παροχαί, διά τας οποίας υφίσταται αξίωσις κατά την νομοθεσίαν ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών βάσει του άρθρου 27 μειούται κατά τον χρόνον διά τον οποίον κατεβλήθησανπαροχαί εις τον άνεργον υπό φορέως τινος εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους κατά την διάρκειαν των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών προ της υποβολής της αιτήσεως.
ΜΕΡΟΣ 5.
Οικογενειακαίπαραχαί.
Άρθρον 29.
1. Το γενικόν επίδομα τέκνων καταβάλλεται συμφώνως προς την Σουηδικήννομοθεσίαν εις τέκνον διαμένον εν Σουηδία το οποίον δεν είναι Σουηδός υπήκοος, αν το τέκνον ή εις εκ των γονέων του διαμένη εν Σουηδία από έξ (6) τουλάχιστον μηνών, ή αν το τέκνοντελή υπό την κηδεμονίαν ατόμου διαμένοντος και εγγεγραμμένου εις τα μητρώα εν Σουηδία.
2. Οικογενειακά επιδόματα και δημογραφικού χαρακτήρος επιδόματα τέκνων κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν καταβάλλονται εις τέκνον, Σουηδόνυπήκοον, διαμένον εν Ελλάδι υπό τας αυτάς προϋποθέσεις και τους αυτούς όρους, οίτινες ισχύουν διά τέκνα, `Ελληνας υπηκόους.
Άρθρον 30.
Εφ` όσον το δικαίωμα παροχών, συμφώνως προς την Ελληνικήν νομοθεσίαν, εξαρτάται εκ της συμπληρώσεως ωρισμένων περιόδων απασχολήσεως ή ασφαλίσεως, τοιαύται περίοδοι, πραγματοποιηθείσαι εν Σουηδία συνυπολογίζονται.
Άρθρον 31.
Διάφοραι διατάξεις
Αι ανώταταιδιοικητικαί αρχαί δέον όπως καθορίζουν τας διατάξεις διά την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως. Επί πλέον θα λαμβάνουν μέτρα προς εξασφάλισιν συστάσεως των απαραιτήτων οργανισμών συνδέσμου εις τας αντιστοίχους περιοχάς των διά την διευκόλυνσιν της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 32.
1. Προς εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως, αι αρχαί και οι φορείς των Συμβαλλομένων Μερών θα παρέχουν τας υπηρεσίας των ως και κατά την εφαρμογήν της ιδίας αυτών νομοθεσίας. Τοιαύτη αμοιβαία βοήθεια παρέχεται δωρεάν.
2. Η αλληλογραφία των αρχών και των οργανισμών ως επίσης αι επιστολαί μεμονωμένων ατόμων, δύνανται να συνταχθούν εις την Ελληνικήν, Σουηδικήν, Γαλλικήν ή Αγγλικήν.
3. Αι διπλωματικαί και προξενικαίαντιπροσωπείαι δύνανται να αιτούν πληροφορίας ευθέως υπό των αρχών και των οργανισμών εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους προς τον σκοπόν εξυπηρετήσεως των συμφερόντων των υπηκόοων των.
Άρθρον 33.
Αι ανώταταιδιοικητικαί αρχαί των δύο Συμβαλλομένων Μερών θα πληροφορούν αλλήλας, άνευ καθυστερήσεως επί πάσης τροποποιήσεως της εν άρθρω 2 της παρούσης Συμβάσεως αναφερομένης νομοθεσίας.
Άρθρον 34.
Αι ανώταταιδιοικητικαί αρχαί των δύο Συμβαλλομένων Μερών θα ενημερώνουν αλλήλας επί των προς εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως λαμβανομένων εις την περιοχήν των μέτρων.
Άρθρον 35.
Πάσα εις την περιοχήν ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών παρεχομένη απαλλαγή εκ φόρων χαρτοσήμου, δικαστικών τελών ή τελών εγγραφής διά πιστοποιητικά έγγραφα, τα οποία απαιτούνται προς υποβολήν προς τας αρχάς και τους οργανισμούς εις την αυτήν περιοχήν, ισχύει επίσης διά πιστοποιητικά και έγγραφα, άτινα προς τον σκοπόν της παρούσης Συμβάσεως δέον όπως υποβληθώσιν προς τας αρχάς και τους οργανισμούς εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους. `Εγγραφα και πιστοποιητικά, άτινα απαιτούνται προς τον σκοπόν της παρούσης Συμβάσεως δεν χρήζουν επικυρώσεως υπό διπλωματικών ή προξενικών αρχών.
Άρθρον 36.
1. Αιτήσεις, ενστάσεις και έτερα δικαιολογητικά, τα οποία συμφώνως προς την νομοθεσίαν ενός των Συμβαλλομένων Μερών, δέον όπως υποβληθώσιν εις αρμοδίαν αρχήν ή οργανισμόν εντός ωρισμένης περιόδου, γίνονται δεκταί, αν υποβληθώσιν εντός της αυτής περιόδου εις αντίστοιχον αρχήν ή οργανισμόν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Αίτησις διά παροχήν υποβληθείσα συμφώνως προς την νομοθεσίαν ενός των Συμβαλλομένων Μερών θεωρείται ως αίτησις δι` αντίστοιχονπαροχήν κατά την νομοθεσίαν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους. Εις περίπτωσιν όμως συντάξεων γήρατος δεν ισχύει τούτο, αν ο αιτών αναφέρη, ότι η αίτησις αφορά μόνον παροχάς συντάξεως κατά την νομοθεσίαν του πρώτου Κράτους.
Άρθρον 37.
1. Πληρωμαί κατά την παρούσανΣύμβασιν δύνανται να γίνουν νομίμως εις το νόμισμα του Συμβαλλομένου Μέρους του πραγματοποιούντος την πληρωμήν.
2. Εις ην περίπτωσιν εισαχθούν περιορισμοί διά το συνάλλαγμα εις εν εκ των δύο Συμβαλλομένων Μερών αι δύο Κυβερνήσεις λαμβάνουν αμέσεως και από κοινού μέτρα προς διασφάλισιν της μεταφοράς μεταξύ των περιοχών των αναγκαίων χρηματικών ποσών διά τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 38.
1. Αν ασφαλιστικός τις φορεύς εις την περιοχήν ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών κατέβαλε προκαταβολήν, τότε προκαταβολή καταβληθείσα συμφώνως προς την νομοθεσίαν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους και εμπίπτουσα εις την αυτήν περίοδον δύνανται να αφαιρεθή. Αν ασφαλιστικός τις φορεύς ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών κατέβαλεν επί πλέον ποσόν παροχής διά περίοδον, καθ` ην ο ασφαλιστικός φορεύς του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους πρόκειται να καταβάληαντίστοιχον ποσόν αποζημιώσεως τότε το επό πλέον καταβληθέν ποσόν δύναται ομοίως να αφαιρεθή.
2. Η προκαταβολή ή το επί πλέον ποσόν αφαιρείται από την αποζημίωσιν την αναφερομένην εις την αυτήν περίοδον και καταβάλλεται αργότερον. Εάν δεν υπάρχη τοιαύτη μεταγενεστέρα πληρωμή, ή εάν η πληρωμή δεν αρκή διά την απαιτουμένηνεκκαθάρισιν, πλήρης εκκαθάρισις ή αφαίρεσις διά το απομένον ποσόν δύναται να γίνη από τας παροχάς αι οποίαι πρόκειται να καταβληθούν εντός του τρέχοντος χρονικού διαστήματος, τούτου, όμως, πραγματοποιουμένου κατά τρόπον και συμφώνως προς τας περιοριστικάς διατάξεις τας τεθείσας υπό της νομοθεσίας του Συμβαλλομένου Μέρους, το οποίον πρόκειται να πραγματοποιήση την εκκαθάρισιν.
Άρθρον 39.
1. Διαφοραίπροκύπτουσαι εκ της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως θα επιλύωνται δι` αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ των ανωτάτων διοικητικών αρχών των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Αν δεν επιτευχθή συμφωνία η διαφορά επιλύεται διά διαιτησίας ως συμφωνείται υπό των ανωτάτων διοικητικών αρχών των δύο Συμβαλλομένων Μερών. Η διαιτησία βασίζεται εις το πνεύμα και την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 40.
Διά τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως ο όρος “ανώταταιδιοικητικαί αρχαί” σημαίνει:
Εν Ελλάδι τον Υπουργόν τον υπεύθυνον διά τους κλάδους κοινωνικής ασφαλείας τους ορισθέντας εν άρθρω 2Α.
Εν Σουηδία την Κυβέρνησιν ή την υπ` αυτής καθοριζομένην αρχήν.
Άρθρον 41.
1. Η παρούσα Σύμβασις εφαρμόζεται επίσης επί ασφαλιστικών περιπτώσεων αι οποίαιεπραγματοποιήθησαν προ της θέσεως αυτής εν ισχύι.
`Ομως κατά την παρούσανΣύμβασιν, δεν καταβάλλονται παροχαί διά περιόδους προηγουμένας της ενάρξεως της ισχύος αυτής, ενώ περίοδοι ασφαλίσεως ή διαμονής πραγματοποιηθείσαι προ της ενάρξεως ισχύος λαμβάνονται υπ` όψιν κατά τον προσδιορισμόν του δικαιώματος εις παροχάς.
2. Παροχή μη χορηγηθείσα λόγω εθνικότητος του ενδιαφερομένου προσώπου ή παροχή ανασταλείσα λόγω διαμονής εις την περιοχήν του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους, χορηγείται ή επανακαταβάλλεται από της ημερομηνίας θέσεως εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως κατόπιν αιτήσεως.
3. Κατόπιν σχετικής αιτήσεως παροχή χορηγηθείσα προ της θέσεως εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως, ανακαθορίζεται βάσει των διατάξεων της ιδίας. Τοιαύταιπαροχαί δύνανται επίσης να ανακαθορισθούν άνευ αιτήσεως. Ο ανακαθορισμός ούτος δεν επιτρέπεται να έχη ως αποτέλεσμα την μείωσιν της καταβληθείσης παροχής.
4. Διατάξεις εις τας νομοθεσίας των Συμβαλλομένων Μερών αφορώσαι την παραγραφήν ή διακοπήν του δικαιώματος παροχών δεν ισχύουν διά δικαιώματα προκύπτοντα εκ των διατάξεων των παραγράφων (1) – (3) του παρόντος άρθρου, πάντοτε υπό την προϋπόθεσιν ότι ο δικαιούχος υποβάλλει την αίτησίν του διά παροχήν εντός δύο ετών από της ημερομηνίας θέσεως εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως. Αν η αίτησις υποβληθή βραδύτερον, παροχαί καταβάλλονται από της ημερομηνίας υποβολής της αιτήσεως πάντοτε υπό τον όρον, ότι δεν ισχύουν ευνοϊκώτεραι διατάξεις κατά την νομοθεσίαν του Συμβαλλομένου Μέρους το οποίον πρόκειται να καταβάλη την παροχήν και ότι το δικαίωμα προς παροχήν δεν έχει παραγραφή ή ανασταλή.
Άρθρον 42.
1. Εκάτερον των Συμβαλλομένων Μερών δύναται να καταγγείλη την παρούσανΣύμβασιν. Η καταγγελία ανακοινούται το βραδύτερον τρεις μήνας προ της λήξεως του τρέχοντος ημερολογιακού έτους, οπότε η Σύμβασις παύει ισχύουσα κατά την λήξιν του ημερολογιακού έτους, καθ` ο εγένετο η καταγγελία.
2. Εις περίπτωσιν καταγγελίας της Συμβάσεως, αι διατάξεις αυτής εξακολουθούν ισχύουσαι διά κτηθέντα ήδη δικαιώματα παροχών, χωρίς να λαμβάνωνται υπ` όψιν διατάξεις εις την νομοθεσίαν αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, αναφερόμεναι εις περιορισμούς του δικαιώματος παροχών συνεπεία διαμονής ή κτήσεως υπηκοότητος εις ετέρας Χώρας. Δικαίωμα διά μελλοντικάςπαροχάς, αι οποίαι τυχόν θα αποκτηθώσι βάσει της Συμβάσεως, θα ρυθμισθώσι δ` ειδικής συμφωνίας.
Άρθρον 43.
Η παρούσα Σύμβασις χρήζει επικυρώσεως, τα δε όργανα επικυρώσεως δέον όπως ανταλλαγώσιν εν Στοκχόλμη.
Η παρούσα Σύμβασις τίθεται εν ισχύι την πρώτηνημέραν του μεθεπομένου μηνός μετά την ανταλλαγήν των οργάνων επικυρώσεως.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ οι υπογραφώντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των αντιστοίχων Κυβερνήσεών των, υπέγραψαν την παρούσανΣύμβασιν.
ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΤΗΝ 5ην ΜΑΙΟΥ 1978 εις τρία πρωτότυπα εις την Ελληνικήν, Σουηδικήν και Αγγλικήν γλώσσαν, των κειμένων όντων εξ ίσου αυθεντικών.
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΗΔΙΑΣ
Συμφώνως προς το άρθρον 31 της Συμβάσεως Κοινωνικής Ασφαλείας, συναφθείσης την 5ην Μαίου 1978 μεταξύ Σουηδίας και Ελλάδος, αι ΑνώταταιΔιοικητικαί Αρχαί των δύο κρατών συνεφώνησαν επί των ακολούθων διατάξεων διά την εφαρμογήν της Συμβάσεως.
ΜΕΡΟΣ I
Γενικαί διατάξεις.
Άρθρον 1.
1. Οργανισμοί Συνδέσμου συμφώνως προς το άρθρον 1 της Συμβάσεως είναι:
εν Ελλάδι
Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού, Ο.Α.Ε.Δ.: ασφάλισις ανεργίας και οικογενειακά επιδόματα.
Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων, Ο.Γ.Α., ασφάλισις αγροτών, `Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ι.Κ.Α., έτεραι παροχαί.
εν Σουηδία
Οργανισμός Αγοράς Εργασίας: ασφάλισις ανεργίας και υποστήριξις εν τη αγορά Εργασίας.
Το Εθνικόν `Ιδρυμα Κοινωνικής Ασφαλείας, έτεραι παροχαί.
2. Το έργον των Οργανισμών Συνδέσμου καθορίζεται εν τω παρόντιΚανονισμώ. Διά την εφαρμογήν της Συμβάσεως οι Οργανισμοί Συνδέσμου δύνανται να επικοινωνούν ευθέως μεταξύ των καθώς και μετά των ενδιαφερομένων ή μετά των αντιπροσώπων των. Ούτοι θα αλληλοβοηθούνται κατά την εφαρμογήν της Συμβάσεως.
ΜΕΡΟΣ II
Εφαρμογή των διατάξεων επί της εφαρμοστέας νομοθεσίας.
Άρθρον 2.
Αποσπάσεις
Εις τας περιπτώσεις τας αναφερθείσας εν άρθρω 8 της Συμβάσεως, η εξακολούθησις εφαρμογής της Νομοθεσίας του εξ ου η απόσπασις κράτους θα αποδεικνύεται διά βεβαιώσεως.
Η βεβαίωσις αύτη θα εκδίδεται.
εν Ελλάδι
υπό του αρμοδίου εκ των εν άρθρω 1 καθορισθέντων οργανισμών συνδέσμου
εν Σουηδία
υπό του Εθνικού Ιδρύματος Κοινωνικής Ασφαλείας.
ΜΕΡΟΣ III.
Εφαρμογή των διατάξεων εις επί μέρους παροχάς.
Κεφάλαιον 1
Ασθένεια και Μητρότης
Άρθρον 3.
Συνυπολογισμός ασφαλιστικών περιόδων
Κατά την εφαρμογήν του άρθρου 11 της Συμβάσεως υπό του ασφαλιστικού φορέως ενός εκ των κρατών-μερών της Συμβάσεως, ο ενδιαφερόμενος θα προσκομίση εις τον εν λόγω φορέα βεβαίωσιν, εμφαίνουσαν τας ασφαλιστικάς περιόδους, αι οποίαι λαμβάνονται υπ` όψιν συμφώνως προς την νομοθεσίαν του ετέρου κράτους. Τη αιτήσει του ενδιαφερομένου, η βεβαίωσις αύτη θα εκδίδεται
εν Ελλάδι
υπό του αρμοδίου εκ των εν άρθρω 1 καθορισθέντων οργανισμών συνδέσμου
εν Σουηδία
υπό του Εθνικού Ιδρύματος Κοινωνικής Ασφαλείας.
Άρθρον 4.
Διατάξεις διά παροχάς ασθενείας εις είδος
1. Εις περιπτώσεις αναφερομένας εν άρθρω 12 της Συμβάσεως, βεβαίωσιςεκδοθείσα υπό του αρμοδίου φορέως κοινωνικής ασφαλείας του τόπου διαμονής και αποδεικνύουσα δικαίωμα εις παροχάς θα προσκομίζεται εις τον εν παραγράφω 2 του άρθρου τούτου αναφερόμενονασφαλιστικόν φορέα. Ασφαλιστικαίκάρται, εκδοθείσαι υπό των αρμοδίων ασφαλιστικών φορέων, ισχύουν ως τοιαύται βεβαιώσεις.
`Οσον αφορά την Ελλάδα παροχαί ασθενείας εις είδος χορηγούνται υπό του Ι.Κ.Α επί καταβολή των συμφώνως προς το άρθρον 12 παράγραφος 3 της Συμβάσεως καθορισθεισών δαπανών. `Αλλως, τοιαύταιπαροχαί χορηγούνται υπό των κρατικών νοσοκομείων.
2. Εις περιπτώσεις αναφερομένας εν άρθρω 13 της Συμβάσεως, μέλη οικογενείας διαμένοντα εν Ελλάδι θα εγγράφωνται εις τα μητρώα του Ι.Κ.Α. Θα προσκομίζουν ταύτα εις τον εν λόγω φορέα βεβαίωσινεκδοθείσαν υπό του αρμοδίου ασφαλιστικού φορέως, αποδεικνύουσαν, ότι το πρόσωπον, εκ του οποίου αντλούν τα δικαιώματά των, δικαιούται παροχών ασθενείας εις είδος εν Σουηδία. Τοιαύτη βεβαίωσις ισχύει, μέχρις ου το Ι.Κ.Α. λάβηειδοποίησινανακήσεώς της.
3. Εις περιπτώσεις αναφερομένας εν άρθρω 14 της Συμβάσεως συνταξιούχος διαμένων εν Ελλάδι θα εγγράφεται εις τα μητρώα του Ι.Κ.Α. και θα προσκομίζη εις τον εν λόγω φορέα βεβαίωσιν, εκδοθείσαν υπό του αρμοδίου ασφαλιστικού φορέως και αποδεικνύουσαν, ότι ούτος λαμβάνει σύνταξιν από την Σουηδίαν. Ο συνταξιούχος ή τα μέλη οικογενείας του θα ανακοινούν εις το Ι.Κ.Α. πάσαν μεταβολήν εις την κατάστασίν των, δυναμένην να επηρεάση το δικαίωμά των διά παροχάς ασθενείας εις είδος και ιδιαιτέρως πάσαν αναστολήν ή διακοπήν της συντάξεως και πάσαν αλλαγήν διευθύνσεως. Ο αρμόδιος ασφαλιστικός φορεύς θα ανακοινή επίσης εις το Ι.Κ.Α. πάσας ομοίας μεταβολάς.
Κεφάλαιον 2
Γήρας, Αναπηρία και θάνατος (συντάξεις)
Άρθρον 5.
Διαδικασία διά τας αιτήσεις συντάξεων.
1. Οι αρμόδιοι ασφαλιστικοί φορείς θα πληροφορούν αλλήλους αμέσως διά πάσαν αίτησιν συντάξεως, επί της οποίας είναι εφαρμοστέον το Μέρος III, κεφάλαιον 2 εν συνδυασμώ προς το άρθρον 36 παράγραφος 2 της Συμβάσεως.
2. Οι αρμόδιοι ασφαλιστικοί φορείς θα πληροφορούν επί πλέον αλλήλους διά παν περιστατικόν το οποίον είναι σημαντικόν κατά τον καθορισμόν συντάξεως, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών ιατρικών γνωματεύσεων.
3. Οι αρμόδιοι ασφαλιστικοί φορείς θα πληροφορούν αλλήλους δι` αποφάσεις ληφθείσας κατά την διαδικασίαν της θεμελιώσεως του δικαιώματος συντάξεως.
Άρθρον 6.
Καταβολή συντάξεων
Συντάξεις καταβάλλονται απ` ευθείας εις τους δικαιούχους.
Άρθρον 7.
Στατιστικαί.
Οι αρμόδιοι ασφαλιστικοί φορείς θα αποστέλλουν εις τους αντιστοίχους οργανισμούς συνδέσμου ετήσια στατιστικά στοιχεία επί των πληρωμών, αίτινεςέλαβονχώραν εις το έτερον συμβαλλόμενον κράτος.
Οι οργανισμοί συνδέσμου θα ανταλλάσσουν τα στοιχεία αυτά.
Κεφάλαιον 3
Εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικαίασθένειαι.
Άρθρον 8.
Καταβολή των ετησίων επιδομάτων, στατιστικαί.
Τα άρθρα 6 και 7 θα εφαρμόζωνται αναφορικώς προς τα ετήσια επιδόματα.
Κεφάλαιον 4
Ανεργία
Άρθρον 9.
Διαδικασία
Εφ` όσον εν πρόσωπον, αναφερόμενον εις τα άρθρα 27 και 28 της Συμβάσεως, αιτείται χρηματικών παροχών εν περιπτώσει ανεργίας εις εν κράτος – μέλος της Συμβάσεως, θα λαμβάνωνταιπληροφορίαι από τον οργανισμόν συνδέσμου του ετέρου κράτους, οσάκις είναι αναγκαίον.
ΜΕΡΟΣ IV
Τεμικαί διατάξεις
Άρθρον 10.
Ιατρικός και διοικητικός έλεγχος.
1. Κατόπιν αιτήσεως του αρμοδίου φορέως ενός Συμβαλλομένου Μέρους μέσω του οργανισμού συνδέσμου αυτού, οι φορείς του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους θα παρέχουν την συνδρομήν των διά τον ιατρικόν και διοικητικόνέλεγχον των διαμενόντων εις την περιοχήν των προσώπων.
2. Τα καταβληθέντα υπό των φορέων διά τον έλεγχον έξοδα εκτός των διοικητικών εξόδων, θα αποδίδωνται υπό του αρμοδίου φορέως.
Άρθρον 11.
Εντυπα
`Εντυπα βεβαιώσεων και έτερα έγγραφα, συμφώνως προς τον παρόντα Κανονισμόν, θα καθορίζωνται υπό των Οργανισμών Συνδέσμου.
Άρθρον 12.
Γλώσσα αλληλογραφίας.
1. Οι οργανισμοί συνδέσμου των δύο Συμβαλλομένων Μερών θα αλληλογραφούν εις την αγγλικήν ή γαλλικήν.
2. Οι οργανισμοί συνδέσμου θα αλληλοβοηθούνται διά την μετάφρασιν εις την αγγλικήν ή γαλλικήν των αιτήσεων και λοιπών εγγράφων τα οποία έχουν γραφή εις τας αντιστοίχους επισήμους γλώσσας των, εφ` όσον είναι αναγκαίον.
Άρθρον 13.
Θέσιν εν ισχύι
Ο παρών Κανονισμός τίθεται εν ισχύι συγχρόνως με την Σύμβασιν.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των αντιστοίχων Κυβερνήσεών των, υπέγραψαν τον παρόντα Κανονισμόν. ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΤΗΝ 5ην ΜΑΙΟΥ 1978 εις τρία πρωτότυπα, εις την Ελληνικήν, Σουηδικήν και Αγγλικήν γλώσσαν, των κειμένων όντων εξ ίσου αυθεντικών.
Άρθρον δεύτερον
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 14 Δεκεμβρίου 1978
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ