Νόμος 855 ΦΕΚ Α΄235/23.12.1978
Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Βαρκελώνην το 1976 Διεθνούς Συμβάσεως “περί προστασίας της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως” μετά του συνημμένου εις αυτήν Παραρτήματος, ως και των Πρωτοκόλλων αυτής “περί προλήψεως ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της απορρίψεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών”, και “περί συνεργασίας διά την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ πετρελαίου και άλλων επιβλαβών ουσιών” μετά των συνημμένων εις αυτά Παραρτημάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:

Άρθρον πρώτον
Κύρωσις Διεθνούς Συμβάσεως και Πρωτοκόλλων αυτής
1, Κυρούνται και `εχουν ισχύν Νόμου ή υπογραφείσα εις Βαρκελώνην την 16ην Φεβρουαρίου 1967 Διεθνής Σύμβασις “περί προστασίας της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως” μετά του συνημμένου εις αυτήν Παραρτήματος, ως και τα υπογραφέντα εις Βαρκελώνην την 16ην Φεβρουαρίου 1976 Πρωτόκολλα της εν λόγω Συμβάσεως, “περί προλήψεως ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της απορρίψεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών” και “περί συνεργασίας διά την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ πετρελαίου και άλλων επιβλαβών ουσιών”, μετά των συνημμένων εις αυτά Παραρτημάτων.
2. Τα κείμενα, των ως άνω, Συμβάσεως, Πρωτοκόλλων και Παραρτημάτων εις το πρωτότυπον εις την Αγγλικήν και Γαλλικήν και εις μετάφρασιν εις την Ελληνικήν έχουν ως ακολούθως.
ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΝ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΘΑΛΑΣΣΗΣ ΕΚ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΕΩΣ
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη:
-`Εχοντα συνείδησιν της οικονομικής, κοινωνικής, υγιεινής και πολιτιστικής αξίας του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης.
-Ενήμερα της ευθύνης των να διατηρήσουν αυτήν την κοινήν κληρονομίαν προς όφελος και ψγχαγωγίαν των σημερινών και μελλοντικών γενεών.
-Αναγνωρίζοντα την προκαλουμένην εκ της ρυπάνσεως του θαλασσίου περιβάλλοντος, απειλήν κατά της οικολογικής του ισορροπίας, των πόρων του και των νομίμων χρήσεών του. -`Εχοντα υπ` όψει τα ειδικά υδρογραφικά και οικολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης και την ιδιαιτέραν ευαισθησίαν αυτής ως προς την ρύπανσιν. -Λαβόντα υπ` όψιν ότι αι υπάρχουσαι διεθνείς συμβάσεις επί του θέματος δεν καλύπτουν, παρά την επιτευχθείσαν πρόοδον, όλας τας πλευράς και τας πηγάς της θαλασσίας ρυπάνσεως και δεν ανταποκρίνονται πλήρως προς τας ειδικάς απαιτήσεις της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης.
-Αναγνωρίζοντα πλήρως την ανάγκην στενής συνεργασίας μεταξύ των Κρατών και των αρμοδίων Διεθνών Οργανισμών δια συντονισμένης και αποκλειστικής περιφερειακής προσεγγίσεως διά την προστασίαν και βελτίωσιν του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης.
ΣΥΝΕΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ :
Άρθρον 1
Γεωγραφική κάλυψις
1. Δια τους σκοπούς της παρούσης συμβάσεως, ως περιοχή της Μεσογείου Θαλάσσης θα θεωρούνται τα θαλάσσια ύδατα της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης συμπεριλαμβανομένων των κόλπων και των θαλασσών οι οποίοι περικλείονται εκ δυσμών υπό του μεσημβρινού του διερχομένου από τον φάρον του Ακρωτηρίου Σπαρτέλ, εις την είσοδον των Στενών του Γιβραλτάρ και εξ ανατολών υπό των νοτίων ορίων των Στενών των Δαρδανελίων μεταξύ των φάρων Μεμέτικ και Κούμκαλέ. 2. Εκτός αν άλλως προβλέπεται εκ των πρωτοκόλλων της παρούσης Συμβάσεως, η περιοχή της Μεσογείου Θαλάσσης δεν συμπεριλαμβάνει τα εσωτερικά ύδατα των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρον 2
Ορισμοί
Δια τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως:
α) “Ρύπανσις” εννοείται η εισαγωγή από τον άνθρωπον, αμέσως ή εμμέσως ουσιών ή ενεργείας εις το θαλάσσιον περιβάλλον αι οποίαι έχουν βλαβεράς επιπτώσεις όπως ζημίας διά τους ζώντας οργανισμούς κινδύνους διά την ανθρωπίνην υγείαν, παρεμπόδισιν των θαλασσίων δραστηριοτήτων σνμπεριλαμβανομένης και της αλιείας, χειροτέρευσιν της ποιότητος των προς χρησιμοποίησιν θαλασσίων υδάτων και υποβάθμισιν των χώρων ψυχαγωγίας.
β) “Οργανισμός” σημαίνει την Υπηρεσίαν εις την οποίαν ανετέθη η ευθύνη να διεξάγη καθήκοντα Γραμματείας συμφώνως προς το άρθρον 13 της Συμβάσεως ταύτης.
Άρθρον 3
Γενικαί Διατάξεις
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να συνάψουν συμφωνίας διμερείς ή πολυμερείς, περιλαμβανομένων και των περιφερειακών ή υποπεριφερειακών τοιούτων, διά την προστασίαν του θαλασσίου περιβάλλοντος της Μεσογείου θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως υπό τον όρον ότι τοιαύται συμφωνίαι δεν αντιτίθενται εις την παρούσαν Συνθήκην και εις το Διεθνές Δίκαιον. Αντίγραφα των Συμβάσεων τούτων αι οποίαι θα συνάπτωνται μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών της παρούσης Συμβάσεως, θα κοινοποιούνται εις τον Οργανισμόν.
2. Η παρούσα Σύμβασις δεν αποκλείει την κωδικοποίησιν και ανάπτυξιν του Δικαίου της Θαλάσσης υπό της οικείας Διεθνούς Διασκέψεως των Ηνωμένων Εθνών, η οποία συνεκλήθη συμφώνως προς την υπ` αριθ. 2750G (XXV) απόφασιν της Γενιχής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, ούτε τας παρούσας ή μελλούσας διεκδικήσεις και νομίμους απόψεις οιουδήποτε Κράτους, αφορώσας το δίκαιον της θαλάσσης και την φύσιν και έκτασιν δικαιοδοσίας των παρακτίων πολιτειών και των τοιούτων της σημαίας των πλοίων.
Άρθρον 4
Γενικαί Υποχρεώσεις
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λαμβάνονν μεμονωμένως ή από κοινού όλα τα κατάλληλα μέτρα συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων των οποίων συμμετέχουν, διά να προλαμβάνονν, μειούν και καταπολεμούν την ρύπανσιν της Μεσογείου Θαλάσσης και διά να προστατεύουν και προάγουν το θαλάσσιον περιβάλλον αυτής της περιοχής.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συνεργασθούν εις την σύνταξιν και υιοθέτησιν πρωτοκόλλων πέραν των ανοικτών προς υπογραφήν τοιούτων συγχρόνως με την παρούσαν Σύμβασιν προς καθορισμόν καταλλήλων μέτρων, διαδικασίας και όρων διά την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη περαιτέρω εγγυώνται την προώθησιν, εν τω πλαισίω των Διεθνών Υπηρεσιών τας οποίας θεωρούν αρμοδίας, μέτρων αφορώντων την προστασίαν του θαλασσίου περιράλλοντος της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης εκ ρυπάνσεως πάσης φύσεως και προελεύσεως.
Άρθρον 5
Ρύπανσις εκ της απορρίψεως πάσης φύσεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λάβουν παν πρόσφορον μέτρον διά την πρόληψιν και καταπολέμησιν της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης της προκαλουμένης εκ της απορρίψεως πάσης φύσεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών.
Άρθρον 6
Ρύπανσις εκ πλοίων
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λάβουν όλα τα μέτρα συμφώνως προς το Διεθνές Δίκαιον διά να αποφύγονν, μειώσουν και καταπολεμήσουν την ρύπανσιν της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης την προκαλουμένην εκ των εκφορτώσεων των πλοίων, και διά να εξασφαλίσουν εντός της περιοχής ταύτης την αποτελεσματικήν εφαρμογήν των κανόνων οι οποίοι είναι γενικώς ανεγνωρισμένοι διεθνώς και αφορούν εις τον έλεγχον της ρυπάνσεως αυτού του τύπου.
Άρθρον 7
Ρύπανσις προερχομένη εκ της εξερευνήσεως και εκμεταλλεύσεως της υφαλοκρηπίδος, του βυθού της θαλάσσης και του υπεδάφους των
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λάβονν παν πρόσφορον, μέτρον διά να αποφύγουν, μειώσουν και καταπολεμήσουν την ρύπανσιν της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης την προερχομένην εκ της εξερευνήσεως και έκ- εκμεταλλεύσεως της υφαλοκρηπίδος, του βυθού της θαλάσσης και του υπεδάφους αυτών.
Άρθρον 8
Ρύπανσις εκ χερσαίων πηγών
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λάβουν παν πρόσφορον μέτρον προς πρόληψιν, μείωσιν και καταπολέμησιν της ρυπάνσεως της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης, της προκαλουμένης εκ των εκκενώσεων εκ των ποταμών, των παρακτίων εγκαταστάσεων ή εξ εκβολών υπονόμων ή προερχομένης εξ οιασδήποτε άλλης χερσαίας πηγής εντός της Επικρατείας των.
Άρθρον 9
Συνεργασία διά την αντιμετώπισιν καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης εκ ρυπάνσεως
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συνεργασθούν διά την λήψιν των απαραιτήτων Μέτρων διά την αντιμετώπισιν καταστάσεων ανάγκης εκ ρυπάνσεων εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης αδιακρίτως των αιτίων των τοιούτων καταστάσεων ως και διά την μείωσιν ή εξάλειψιν των επενεχθεισών ζημιών.
2. Οιονδήποτε Συμβαλλόμενον Μέρος ήθελε λάβει γνώσιν περιστατικού ρυπάνσεως προκαλούντος κατάστασιν εκτάκτου ανάγκης εντός της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης, οφείλει να το γνωστοποιήση εις τον Οργανισμόν άνευ καθυστερήσεως, ως επίσης είτε μέσω του Οργανισμού είτε ευθέως εις οιονδήποτε Συμβαλλόμενον Μέρος το οποίον είναι πιθανόν να ζημιωθή εκ της εκτάκτου ταύτης καταστάσεως ανάγκης.
Άρθρον 10
Επιχειρησιακός `Ελεγχος
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα επιδιώξουν να καταρτίσουν διά στενής συνεργασίας με τας διεθνείς Υπηρεσίας τας οποίας θεωρούν αρμοδίας, συμπληρωματικά ή κοινά προγράμματα, επί διμερούς ή πολυμερούς επιπέδου, διά τον επιχειρησιακόν έλεγχον της ρυπάνσεως εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης και θα προσπαθήσουν να εγκαταστήσουν ένα σύστημα ελέγχου της ρυπάνσεως της περιοχής ταύτης.
2. Προς τον σκοπόν αυτόν, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υποδείξουν τας αρμοδίας Αρχάς, αι οποίαι είναι υπεύθυνοι δια τον επιχειρησιακόν έλεγχον της ρυπάνσεως εντός της περιοχής της εθνικής των δικαιοδοσίας και θα συμμετέχονν όσον το δυνατόν περισσότερον εις διεθνείς συμφωνίας διά τον επιχειρησιακόν έλεγχον της ρυπάνσεως εις περιοχάς εκτός εθνικής δικαιοδοσίας.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να συνεργασθούν εις την κατάρτισιν, υιοθέτησιν και εφαρμογήν των παραρτημάτων εκείνων της παρούσης Συμβάσεως τα οποία απαιτούνται διά τον καθορισμόν κοινών διαδικασιών και προδιαγραφών διά τον επιχείρησιακόν έλεγχον της ρυπάνσεως.
Άρθρον 11
Επιστημονική και Τεχνολογική Συνεργασία
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να συνεργασθούν, εν τω μέτρω του δυνατού ευθέως ή όταν χρειασθή μέσω των αρμοδίων Περιφερειακών ή άλλων διεθνών οργανώσεων εις τον επιστημονικόν και τεχνολογικόν τομέα και να ανταλλάσσουν πορίσματα και άλλας Επιστημονικάς πληροφορίας διά τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να αναπτύξουν και συντονίσουν τα εθνικά ερευνητικά προγράμματά των τα αφορώντα εις την πάσης φύσεως ρύπανσιν της θαλάσσης εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης και να συνεργασθούν διά την κατάρτισιν και εφαρμογήν περιφερειακών και άλλων διεθνών ερευνητικών προγραμμάτων διά τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνονν να συνεργασθούν διά την παροχήν τεχνικής ή άλλης δυνατής βοηθείας εις τούς σχετικούς προς την θαλασσίαν ρύπανσιν τομείς, προτεραιτότητος δοθησομένης εις τας ειδικάς ανάγκας των υπό ανάπτυξιν χωρών εις την περιοχήν της Μεσογείου.
Άρθρον 12
Ευθύνη και Αποζημίωσις
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη οφείλουν να συνεργασθούν το ταχύτερον δυνατόν διά την κατάρτισιν και υιοθέτησιν όλων των καταλλήλων διαδικασιών διά τον καθορισμόν της ευθύνης και αποζημιώσεως διά ζημίας προερχομένας εκ της ρυπάνσεως της θαλάσσης η οποία προκαλείται εκ παραβάσεων, των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως και των εφαρμοστέων πρωτοκόλλων.
Άρθρον 13
Θεσμικαί Διατάξεις
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ορίζουν το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών ως υπεύθυνον ίνα διεκπεραιώνη τα κάτωθι καθήκοντα Γραμματείας:
1. Να συγκαλή και προετοιμάζη τας συναντήσεις των Συμβαλλομένων Μερών και τας προβλεπομένας εις τα άρθρα 14, 15 και 16 διασκέψεις.
2. Να μεταβιβάζη εις τα Συμβαλλόμενα Μέρη, κοινοποιήσεις, αναφοράς και άλλας πληροφορίας τας οποίας έχει λάβει συμφώνως προς τα άρθρα 3, 9 και 20.
3. Να εξετάζη τα αιτήματα και τας πληροφορίας των Συμβαλλομένων Μερών και συσκέπτεται μετ` αυτών επί ερωτημάτων σχετικών με την παρούσαν Σύμβασιν και τα πρωτόκολλα και τα παραρτήματα αυτής.
4. Να εκτελή τα ανατιθέμενα υπό των πρωτοκόλλων της παρούσης Συμβάσεως καθήκοντα.
5. Να εκτελή όσα τυχόν καθήκοντα αναθέσουν εις αυτό τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
6. Να εξασφαλίζη την απαραίτητον σννεργασίαν με άλλας διεθνείς Υπηρεσίας τας οποίας τα Συμβαλλόμενα Μέρη θεωρούν αρμοδίας, και ειδικώτερον να προβαίνη εις τας διοικητικάς εκείνας ρυθμίσεις αι οποίαι θα απαιτούνται διά την αποτελεσματικήν εκτέλεσιν των καθηκόντων της Γραμματείας.
Άρθρον 14
Συναντήσεις των Συμβαλλομένων Μερών
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συνέρχωνται τακτικώς άπαξ ανά δύο έτη, και εκτάκτως οποτεδήποτε ήθελε κριθή απαραίτητον, τη προτάσει του Οργανισμού ή οιουδήποτε Συμβαλλομένου Μέρους, υπό την προϋπόθεσιν ότι ή πρότασις υποστηρίζεται τουλάχιστον υπό δύο Συμβαλλομένων Μερών.
2. Σκοπός των συναντήσεων των Συμβαλλομένων Μερών είναι να παρακολουθούν την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων της και ειδικώτερον:
α) Να εξετάζουν τας απογραφάς αι οποίαι εκπονούνται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τους αρμοδίους διεθνείς οργανισμούς διά την έκτασιν της θαλασσίας ρυπάνσεως και τας επιδράσεις της εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης.
β) Να μελετούν τας υπό των Συμβαλλομένων Μερών συμφώνως προς το άρθρον 20 υποβληθείσας αναφοράς.
γ) Να υιοθετούν, αναθεωρούν και τροποποιούν, όταν απαιτείται, τα παραρτήματα της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων, συμφώνως προς την υπό του άρθρου 17 καθοριζομένην διαδικασίαν.
δ) Να συνιστούν την υιοθέτησιν οιονδήποτε νέου πρωτοκόλλου ή τροπολογίας της παρούσης Συμβάσεως ή των πρωτοκόλλων συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρων 15 και 16.
ε) Να συστήνουν ομάδας εργασίας όταν απαιτείται διά την εξέτασιν παντός θέματος σχετικώς με την παρούσαν Σύμβασιν και τα πρωτόκολλα και παραρτήματα.
στ) Να ρυθμίζουν και αναλαμβάνονν πάσαν πρόσθετον δραστηριότητα η οποία θα απαιτείται διά την πραγματοποίησιν των στόχων της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων.
Άρθρον 15
Υιοθέτησις προσθέτων Πρωτοκόλλων
1. Τα συμβαλλόμενα Μέρη εις διπλωμοτικήν Συνδιάσκεψιν, δύνανται να υιοθετήσουν πρόσθετα της παρούσης Συμβάσεως πρωτόκολλα συμφώνως προς την παράγραφον 2 του άρθρου 4.
2. Τη αιτήσει των δύο τρίτων των Συμβαλλομένων Μερών θα συγκληθή υπό του Οργανισμού διπλωματική Συνδιάσκεψις διά την αποδοχήν προσθέτων πρωτοκόλλων.
3. Μέχρι της ενάρξεως ισχύος της παρούσης Συμβάσεως, ο Οργανισμός δύναται κατόπιν συνεννοήσεων μετά των υπογραψάντων την Σύμβασιν, να συγκαλέση διπλωματικήν Συνδιάσκεψιν προς τον σκοπόν αποδοχής προσθέτων πρωτοκόλλων.
Άρθρον 16
Τροποποιήσεις της Συμβάσεως και των Πρωτοκόλλων
1. Παν συμβαλλόμενον Μέρος της παρούσης Συμβάσεως δύναται να προτείνη τροποποιήσεις αυτής. Αι τροποποιήσεις θα υιοθετούνται υπό διπλωματικής Συνδιασκέψεως ήτις θα συγκαλήται υπό του Οργανισμού τη προτάσει των δύο τρίτων των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Παν Συμβαλλόμενον Μέρος της παρούσης Συμβάσεως δύναται να προτείνη τροποποιήσεις δι` οιονδήποτε πρωτόκολλον. Αύται θα υιοθετούνται υπό διπλωματικής συνδιασκέψεως ήτις θα συγκαλήται υπό του Οργανισμού τη προτάσει των δύο τρίτων των Συμβαλλομένων Μερών του σχετικού πρωτοκόλλου.
3. Τροποποιήσεις της παρούσης Συμβάσεως θα γίνωνται αποδεκταί διά πλειοψηφίας των τριών τετάρτων των Συμβαλλομένων Μερών της παρούσης Συμβάσεως τα οποία θα εκπροσωπούνται εις την διπλωματικήν συνδιάσκεψιν και θα υποβάλλωνται υπό του Θεματοφύλακος προς έγκρισιν όλων των Συμβαλλομένων Μερών της παρούσης Συμβάσεως. Τροποποιήσεις εις οιονδήποτε πρωτόκολλον θα υιοθετούνται διά πλειοψηφίας των τριών τετάρτων των Συμβαλλομένων Μερών του πρωτοκόλλου τούτου τα οποία εκπροσωπούνται εις την διπλωματικήν συνδιάσκεψιν και θα υποβάλλωνται υπό του Θεματοφύλακος προς έγκρισιν όλων των Συμβαλλομένων εις το εν λόγω πρωτόκολλον Μερών.
4. Η έγκρισις των τροποποιήσεων θα κοινοποιήται γραπτώς εις τον Θεματοφύλακα. Τροποποιήσεις υιοθετηθείσαι συμφώνως προς την παράγραφον 3 του παρόντος άρθρου θ` αρχίσουν να ισχύουν διά τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία απεδέχθησαν τας τροπολογίας την τριακοστήν ημέραν από της λήψεως υπό του Θεματοφύλακος της κοινοποιήσεως της αποδοχής των τριών τετάρτων τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών της παρούσης Συμβάσεως ή του πρωτοκόλλου, αναλόγως της περιπτώσεως.
5. Μετά την έναρξιν ισχύος της τροποποιήσεως της παρούσης Συμβάσεως ή πρωτοκόλλου τινός, παν νέον Συμβαλλόμενον Μέρος της Συμβάσεως ή Πρωτοκόλλου καθίσταται Συμβαλλόμενον Μέρος τον οργάνου όπως τούτο ετροποποιήθη.
Άρθρον 17
Παραρτήματα και Τροπολογίαι αυτών
1. Παραρτήματα της παρούσης Συμβάσεως ή πρωτοκόλλου τινός, θ` αποτελούν αναπόσπαστον τμήμα της Συμβάσεως ή του πρωτοκόλλου κατά περίπτωσιν.
2. Εκτός αν άλλως προβλέπεται υπό τινος πρωτοκόλλου αι ακόλουθοι διαδικασίαι θα εφαρμοσθούν διά την αποδοχήν και `εναρξιν ισχύος των τροποπολογιών των παραρτημάτων της παρούσης Συμβάσεως ή των πρωτοκόλλων εξαιρέσει των τροπολογιών του Παραρτήματος περί διαιτησίας:
α) Παν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται να προτείνη τροπολογίας των Παραρτημάτων της παρούσης Συμβάσεως ή των πρωτοκόλλων εις τας προβλεπομένας εν άρθρω 14 συναντήσεις.
β) Τοιαύται τροπολογίαι θα εγκρίνωνται δια πλειοψηφίας των ψηφιζόντων τριών τετάρτων των Συμβαλλομένων Μερών εκάστου οργάνου.
γ) Ο Θεματοφύλαξ θα κοινοποιή άνευ καθυστερήσεως τας ούτως εγκριθείσας τροπολογίας εις όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
δ) Παν Συμβαλλόμενον Μέρος, μη αποδεχόμενον τροπολογίαν τινά παραρτημάτων της παρούσης Συμβάσεως πρωτοκόλλου, θα κοινοποιή τούτο γραπτώς προς τον Θεματοφύλακα εντός περιόδου καθοριζομένης υπό των ενδιαφερομένων Συμβαλλομένων Μερών κατά την έγκρισιν της τροπολογίας.
ε) Ο Θεματοφύλαξ, θα ειδοποιή άνευ καθυστερήσεως όλα τα συμβαλλόμενα Μέρη διά πάσαν ληφθείσαν κοινοποίησιν συμφώνως προς την προηγουμένην υποπαράγραφον.
στ) Μετά την παράδοσιν της προαναφερθείσης εις την ανωτέρω υποπαράγραφον (δ) προθεσμίας, η τροπολογία του παραρτήματος τίθεται εν ισχύι δι` όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσης Συμβάσεως ή του οικείου πρωτοκόλλου τα οποία δεν προέβησαν εις κοινοποιήσεις προς τας διατάξεις της υποπαραγράφου ταύτης.
3. Η έγκρισις και έναρξις ισχύος ενός νέου παραρτήματος της Συμβάσεως ή πρωτοκόλλου τινός, υπόκειται εις την αυτήν διαδικασίαν της εγκρίσεως και ενάρξεως ισχύος υπό τον όρον ότι εάν περιλαμβάνεται τροποποίησις της Συμβάσεως ή του οικείου πρωτοκόλλου, το νέον παράρτημα δεν θα τίθεται εν ισχύι ει μη μόνον μετά την έναρξιν ισχύος της τροπολογίας της Συμβάσεως ή του πρωτοκόλλου.
4. Τροπολογίαι του παραρτήματος περί διαιτησίας θα θεωρούνται ως τροπολογίαι αυτής ταύτης της Συμβάσεως και θα προτείνωνται και εγκρίνωνται συμφώνως προς τας διαδικασίας αι οποίαι καθορίζονται ανωτέρω εις το άρθρον 16.
Άρθρον 18
Διαδικαστικοί και Οικονομικοί Κανόνες
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υιοθετούν διαδικαστικούς κανόνας διά τας συναντήσεις και συνδιασκέψεις, τας προβλεπομένας υπό των άρθρων 14, 15 και 16 της παρούσης.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υιοθετούν οικονομικούς κανόνας, καταρτιζομένους εκ συνεργασία με τον Οργανισμόν, διά να καθορίζουν ειδικώτερον την οικονομικήν των συμμετοχήν.
Άρθρον 19
Ειδική άσκησις δικαιώματος ψηφοφορίας
Εντός των ορίων της αρμοδιότητός των η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότης και πάσα περιφερειακή οικονομική οργάνωσις η οποία αναφέρεται εις το άρθρον 24 της παρούσης Συμβάσεως θα ασκούν το δικαίωμα ψηφοφορίας με αριθμόν ψήφων ίσον προς τον αριθμόν των Κρατών Μελών τα οποία είναι Συμβαλλόμενα Μέρη εις την παρούσαν Σύμβασιν και εις ένα ή περισσότερα πρωτόκολλα. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότης και πάσα άλλη οργάνωσις ως ανωτέρω αναφέρεται δεν θα ασκούν δικαίωμα ψηφοφορίας όταν τα ενδιαφερόμενα Κράτη Μέλη ασκούν το δικαίωμα τούτο και αντιστρόφως.
Άρθρον 20
Εκθέσεις
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υποβάλλουν εις την Οργάνωσιν εκθέσεις περί των υιοθετηθέντων μέτρων δια την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων εις τα οποία είναι Μέλη, κατά τρόπον και χρονικά διαστήματα τα οποία θα καθορίζωνται υπό των συναντήσεων των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρον 21
`Ελεγχος συμμορφώσεως
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να συνεργασθούν διά την επεξεργασίαν διαδικασιών αι οποίαι θα τους επιτρέπουν να ελέγχουν την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων.
Άρθρον 22
Διευθέτησις διαφορών
1. Εις περίπτωσιν διαφοράς μεταξύ Συμβαλλομένων Μερών περί την ερμηνείαν ή εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως ή των Πρωτοκόλλων, ταύτα θα επιζητήσουν την διευθέτησιν της διαφοράς δια διαπραγματεύσεων ή άλλων ειρηνικών μέσων της εκλογής των.
2. Εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν δύνανται να διευθετήσουν την διαφοράν των διά των αναφερομένων εις την προηγουμένην παράγραφον μέσων, αύτη κατόπιν κοινής συμφωνίας, θα υποβάλλεται εις διαιτησίαν υπό τους όρους οι οποίοι αναφέρονται εις το πρώτον παράρτημα της παρούσης Συμβάσεως.
3. Εν πάση περιπτώσει τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται ανά πάσαν στιγμήν να δηλώσουν ότι αναγνωρίζουν ως υποχρεωτικήν αυτοδικαίως και άνευ ειδικής συμφωνίας, σχετικά με οιονδήποτε άλλο Μέρος το οποίον αποδέχεται την αυτήν υποχρέωσιν, την εφαρμογήν της διαδικασίας της διαιτησίας συμφώνως προς τας διατάξεις του πρώτου παραρτήματος. Τοιαύτη δήλωσις κοινοποιείται γραπτώς προς τον Θεματοφύλακα όστις θα την κοινοποιή εις τα άλλα Μέρη.
Άρθρον 23
Σχέσις Συνθήκης και Πρωτοκόλλων
1. Ουδείς καθίσταται Συμβαλλόμενον Μέρος της παρούσης Συμβάσεως εάν συγχρόνως δεν καταστή Συμβαλλόμενον Μέρος ενός τουλάχιστον εκ των πρωτοκόλλων. Ούδεις καθίσταται Συμβαλλόμενον Μέρος πρωτοκόλλου τινός εκτός εάν είναι ήδη ή καταστή ταυτοχρόνως Συμβαλλόμενον Μέρος της Συμβάσεως.
2. Παν πρωτόκολλον της παρούσης Συμβάσεως θα δεσμεύη μόνον τα Συμβαλλόμενα εις αυτό Μέρη. 3. Αποφάσεις αφορώσαι εις πρωτόκολλον συμφώνως προς τα άρθρα 14, 16 και 17 της παρούσης Συμβάσεως θα λαμβάνωνται μόνον υπό των Μερών του εν λόγω πρωτοκόλλου.
Άρθρον 24
Υπογραφή
Η παρούσα Σύμβασις, το Πρωτόκολλον διά την πρόληψιν της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της απορρίψεως πάσης φύσεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών και το Πρωτόκολλον περί συνεργασίας διά την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ πετρελαίων και άλλων επιβλαβών ουσιών εις περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης θα διατίθενται προς υπογραφήν εις την Βαρκελώνην την 16ην Φεβρουαρίου 1976 και εις την Μαδρίτην από της 17ης Φεβρουαρίου 1976 μέχρι της 17ης Φεβρουαρίου 1977 δι` ονδήποτε Κράτος προσκληθέν όπως συμμετάσχη εις την Συνδιάσκεψιν των αντιπροσώπων των παρακτίων Κρατών της Μεσογείου διά την προστασίαν της Μεσογείου Θαλάσσης λαβούσαν χώραν εις την Βαρκελώνην από 2 έως 16 Φεβρουαρίου 1976 και δι` ονδήποτε Κράτος δικαιούμενον να υπογράψη τα πρωτόκολλα συμφώνως προς τας διατάξεις αυτών, θα διατίθενται επίσης δι` υπογραφήν κατά την ιδίαν ημερομηνίαν παρά της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και πάσης άλλης παρομοίας περιφερειακής οικονομικής οργανώσεως εφ` όσον τουλάχιστον εν μέρος αυτών είναι παράκτιον Κράτος της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης και η ενάσκησις των αρμοδιοτήτων της καλύπτεται υπό της παρούσης Συμβάσεως ή υπό τινος πρωτοκόλλου το οποίον τας επηρεάζει.
Άρθρον 25
Επικύρωσις, αποδοχή ή έγκρισις Η παρούσα Σύμβασις και τα πρωτόκολλα θα πρέπει να υποβληθούν προς επικύρωσιν, αποδοχήν ή έγκρισιν. Τα όργανα της επικυρώσεως αποδοχής ή εγκρίσεως θα κατατεθούν εις την Κυβέρνησιν της Ισπανίας ή οποία θα εκτελή χρέη Θεματοφύλακος.
Άρθρον 26
Προσχώρησις
1. Από της 17ης Φεβρουαρίου 1977 η παρούσα Σύμβασις, το Πρωτόκολλον διά την πρόληψιν ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της απορρίψεως πάσης φύσεως ουσιών εκ πλοίων αεροσκαφών και το Πρωτόκολλον περί Συνεργασίας διά την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης εκ πετρελαιοειδών, και άλλων επιβλαβών ουσιών εις περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, θα είναι ανοικτά διά προσχώρησιν από τα Κράτη, από την Ευρωπαϊκήν Οικονομικήν Κοινότητα και από πάσαν άλλην οργάνωσιν η οποία αναφέρεται εις το άρθρον 24.
2. Μετά την έναρξιν ισχύος της Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων παν Κράτος μη αναφερόμενον εις το άρθρον 24 δύναται να προσχωρήση εις την Σύμβασιν ταύτην και εις παν πρωτόκολλον, υπό τον όρον της εγκρίσεως των τριών τετάρτων των Συμβαλλομένων Μερών του Οικείου πρωτοκόλλου.
3. Τα όργανα προσχωρήσεως θα κατατίθενται εις την Κυβέρνησιν της Ισπανίας.
Άρθρον 27
`Εναρξις ισχύος
1. Η ισχύς της παρούσης Συμβάσεως άρχεται αφ` ης ημερομηνίας άρχεται το πρώτον η ισχύς ενός εκ των πρωτοκόλλων.
2. Η ισχύς της Συμβάσεως άρχεται διά τα Κράτη, την Ευρωπαϊκήν Οικονομικήν Κοινότητα και πάσαν άλλην περιφερειακήν οικονομικήν ένωσιν αναφερομένην εις το άρθρον 24, εάν ταύτα πληρούν τας τυπικάς προϋποθέσεις ίνα καταστούν Συμβαλλόμενα Μέρη εις οιονδήποτε έτερον πρωτόκολλον μη εισέτι τεθέν εν ισχύι.
3. Η ισχύς παντός πρωτοκόλλου της παρούσης Συμβάσεως, εκτός αν άλλως προβλέπεται εις αυτό, άρχεται την 30ήν ημέραν από της καταθέσεως τουλάχιστον 6 επικυρώσεων, αποδοχών, εγκρίσεων ή προσχωρήσεων εις το πρωτόκολλον υπό των Μερών των αναφερομένων εις το άρθρον 24.
4. Η παρούσα Σύμβασις και οιονδήποτε πρωτόκολλον θα τίθενται εν ισχύι διά τα Κράτη, την Εύρωπαϊκήν Οικονομικήν Κοινότητα και πάσαν περιφερειακήν οικονομικήν `Ενωσιν αναφερομένην εις το άρθρον 24, την 30ήν ημέραν από της καταθέσεως επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως.
Άρθρον 28
Αποχώρησις
1. Μετά πάροδον τριετίας από της ενάρξεως ισχύος της παρούσης Συμβάσεως παν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται κατά πάντα χρόνον ν` αποχωρήση της Συμβάσεως μετά έγγραφον κοινοποίησιν της αποχωρήσεως.
2. Εκτός αν άλλως προβλέπεται εις πρωτόκολλον τη παρούσης Συμβάσεως, παν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται μετά την πάροδον τριετίας από της ενάρξεως ισχύος του εν λόγω πρωτοκόλλου, ν` αποχωρήση εξ αυτού κατά πάντα χρόνον μετά έγγραφον κοινοποίησιν της αποχωρήσεως.
3. Η αποχώρησις αποκτά ισχύν μετά πάροδον 90 ημερών από της λήψεως υπό του Θεματοφύλακος της κοινοποιήσεως της αποχωρήσεως.
4. Συμβαλλόμενον Μέρος το οποίον αποχωρεί εκ της Συμβάσεως θεωρείται ως αποχωρούν επίσης εξ οιουδήποτε πρωτοκόλλου εις το οποίον συμμετείχε.
5. Συμβαλλόμενον Μέρος το οποίον κατόπιν αποχωρήσεώς του εξ ενός πρωτοκόλλου δεν είναι πλέον Μέρος πρωτοκόλλου τινός, θεωρείται αποχωρήσαν εκ της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 29.
Αρμοδιότητες του Θεματοφύλακος-Παραρτήματα
1. Ο Θεματοφύλαξ θα πληροφορή τα Συμβαλλόμενα Μέρη, παν έτερον Μέρος αναφερόμενον εις το άρθρον 24 και τους Οργανισμούς :
α) Περί της υπογραφής της παρούσης Συμβάσεως και παντός πρωτοκόλλου αυτής και περί της καταθέσεως, επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως συμφώνως προς τα άρθρα 24, 25 και 26.
β) Περί της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος της Συμβάσεως και εκάστου πρωτοκόλλου συμφώνως προς τα διατάξεις του άρθρου 27.
γ) Περί των γενομένων συμφώνως προς το άρθρον 28 κοινοποιήσεων αποχωρήσεως.
δ) Περί των υιοθετηθεισών τροποποιήσεων της Συμβάσεως και των πρωτοκόλλων, περί της αποδοχής των τροποποιήσεων υπό των Συμβαλλομένων Μερών και της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος αυτών, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 16.
ε) Περί της υιοθετήσεως νέων παραρτημάτων και περί τροποποιήσεως, παντός παραρτήματος συμφώνως προς το άρθρον 17.
στ) Περί των δηλώσεων αι οποίαι αναγνωρίζουν ως υποχρεωτικήν την εφαρμογήν της διαδικασίας διαιτησίας, η οποία αναφέρεται εις την παράγραφον 3 του άρθρου 22.
2. Το πρωτότυπον της παρούσης Συμβάσεως κα των πρωτοκόλλων αυτής θα κατατεθούν εις Θεματοφύλακα την Κυβέρνησιν της Ισπανίας, η οποία θα αποστείλη επικυρωμένα αντίγραφα εις τα Συμβαλλόμενα Μέρη, εις τον Οργανισμόν και εις τον Γενικόν Γραμματέα του Ο.Η.Ε. προς πρωτοκόλλησιν και δημοσίευσιν, συμφώνως προς το άρθρον 102 του Καταστικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών.
Εις πίστωσιν τούτων οι υπογράφοντες, νομίμως εξουσιοδοτημένοι υπό των Κυβερνήσεών των, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν. Εγένετο εν Βαρκελώνη τη 16η Φεβρουαρίου 1976, εν πρωτοτύπω εις την Αραβικήν, Αγγλικήν, Γαλλικήν και Ισπανικήν, ων τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α
Άρθρον 1
Διαιτησία
Η διαδικασία της διαιτησίας υπόκειται εις τας διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος, εκτός αν άλλως συμφωνηθή υπό των εχόντων αντιδικίαν Μερών.
Άρθρον 2
1. Επί τη προτάσει ενός Συμβαλλομένου Μέρους προς έτερον τοιούτον συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου 2 ή 3 του άρθρου 22 της Συμβάσεως, συγκροτείται διαιτητικόν δικαστήριον. Η πρότασις προς διαιτησίαν πρέπει ν` αναφέρη το αντικείμενον της διαφοράς και να περιλαμβάνη ειδικώς τα άρθρα της Συμβάσεως ή των πρωτοκόλλων, των οποίων αμφισβητείται η ερμηνεία ή εφαρμογή.
2. Το εγκαλούν Μέρος θα ειδοποιή τον Οργανισμόν ότι έχει ζητήσει την συγκρότησιν διαιτητικού δικαστηρίου, αναφέρον το όνομα το εγκαλουμένου Μέρους και τα άρθρα της Συμβάσεως, ή των πρωτοκόλλων των οποίων η ερμηνεία ή εφαρμογή κατά την γνώμην του αμφισβητείται. Ο Οργανισμός θα κοινοποιήση την ούτω ληφθείσαν πληροφορίαν προς όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 3
Το διαιτητικόν δικαστήριον θα απαρτίζεται υπό τριών μελών. `Εκαστον διάδικον Μέρος θα υποδεικνύη ένα διαιτητήν. Οι ούτως υποδειχθέντες διαιτηταί θα ορίζουν διά κοινής συμφωνίας τον τρίτον διαιτητήν ο οποίος και θα προεδρεύη του δικαστηρίου. Ο τρίτος ούτος διαιτητής δεν πρέπει να είναι υπήκοος ενός εκ των διαδίκων Κρατών ούτε να έχη την συνήθη διαμονήν του εις το έδαφος ενός εκ των δύο μερών, ούτε να εργάζεται εις εν εξ αυτών, ούτε να έχη αναμιχθή εις την υπόθεσιν υπό άλλην ιδιότητα.
Άρθρον 4
1. Εάν ο Πρόεδρος του διαιτητικού δικαστηρίου δεν ορισθή εντός δύο μηνών από της υποδείξεως τον δευτέρου διαιτητού, ο Γενικός Γραμματεύς του Ο.Η.Ε. θα ορίση αυτόν, τη αιτήσει του επειγομένου Μέρους, εντός προσθέτου διμήνου προθεσμίας.
2. Εάν εις των διαδίκων δεν υποδεικνύη διαιτητήν εντός διμήνου από της λήψεως της προτάσεως, το έτερον Μέρος δύναται να ειδοποιήση τον Γενικόν Γραμματέα του Ο.Η.Ε. ο οποίος θα ορίση τον Πρόεδρον Διαιτητικού Δικαστηρίου εντός προσθέτου διμήνου προθεσμίας.
3. Μετά τον ορισμόν του, ο Πρόεδρος του Διαιτητικού Δικαστηρίου θα ζητήση από τον διάδικον Μέρος το οποίον δεν υπέδειξε διαιτητήν να πράξη τούτο εντός διμήνου. Μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας αυτής, θα ειδοποιήση τον Γενικόν Γραμματέα του Ο.Η.Ε. ο οποίος και θα υποδείξη τον τοιούτον Διαιτητήν εντός προσθέτου διμήνου προθεσμίας.
Άρθρον 5
1. Το Διαιτητικόν Δικαστήριον θ` αποφασίση συμφώνως προς τους κανόνας του διεθνούς δικαίου και ειδικώτερον προς τους κανόνας της Παρούσης Συμβάσεως και των σχετικών πρωτοκόλλων.
2. Διαιτητικόν δικαστήριον συγκροτηθέν συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος. Παραρτήματος δέον όπως καταρτίση ιδίους αυτού διαδικαστικούς κανόνας.
Άρθρον 6
1. Αι αποφάσεις του Διαιτητικού Δικαστηρίου, επί της διαδικασίας και της ουσίας, θα λαμβάνωνται δια πλειοψηφίας των Μερών αυτού.
2. Το δικαστήριον δύναται να λαμβάνη παν πρόσφορον μέτρον διά την εξακρίβωσιν των γεγονότων. Τη προτάσει ενός των Μερών, δύναται να συνιστά προσωρινά ασφαλιστικά μέτρα επί της ουσίας.
3. Εάν δύο ή περισσότερα διαιτητικά δικαστήρια, συγκροτηθέντα συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος παραρτήματος, ασχολούνται με όμοια ή παρεμφερή θέματα, δύναται ν` ανταλλάσσουν πληροφορίας επί της διαδικασίας διά την εξακρίβωσιν των περιστατικών και να τας λαμβάνουν κατά το δυνατόν υπ` όψιν.
4. Τα διάδικα Μέρη θα παράσχουν όλας τας απαραιτήτους διευκολύνσεις δια την αποτελεσματικήν έκβασιν των διαδικασιών.
5. Η απουσία ή φνγοδικία ενός των διαδίκων δεν θα αποτελέση κώλυμα δια την συνέχισιν της διαδικασίας
Άρθρον 7
1. Η απόφασις του διαιτητικού δικαστηρίου θα συνοδεύεται υπό αιτιολογικής εκθέσεως. Αύτη θα είναι οριστική και υποχρεωτική διά τα διάδικα Μέρη.
2. Πάσα διαφορά η οποία ήθελε δημιουργηθή μεταξύ των Μερών ως προς την ερμηνείαν ή εκτέλεσιν της αποφάσεως, δύναται να υποβληθή υπό του ενδιαφερομένου διαδίκου εις το Διαιτητικόν Δικαστήριον το οποίον εξέδωσεν την απόφασιν, ή αν τούτο δεν δύναται ν` ασχοληθή, εις έτερον διαιτητικόν δικαστήριον συγκροτούμενον διά τον σκοπόν αυτόν κατά τον ίδιον ως και το πρώτον τρόπον.
Άρθρον 8
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότης και οιαδήποτε περφερειακή οικονομική Οργάνωσις αναφερομένη εις το άρθρον 24 της παρούσης Συμβάσεως, δύνανται ως και τα Συμβαλλόμενα Μέρη να εμφανίζωνται ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου ως εγκαλούντες ή εγκαλούμενοι.
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Σχετικό:  Ν.3497/2006 “Κύρωση του Πρωτοκόλλου περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας”.,ΦΕΚ Α 219/13.10.2006,με το άρθρο πέμπτο του οποίου ορίζεται ότι:”Από της θέσεως σε ισχύ του παρόντος Πρωτοκόλλου, παύει να ισχύει το Πρωτόκολλο “περί συνεργασίας για την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της Μεσογείου θαλάσσης εκ πετρελαίου και άλλων επιβλαβών ουσιών” του έτους 1976, που κυρώθηκε με το ν. 855/1978 (ΦΕΚ 235 Α).
αφορών εις την πρόληψιν ρυπάνσεως της Μεσογείου θαλάσσης εκ της απορίψεως αποβλήτων και άλλων υλικών εκ των πλοίων και αεροσκαφών.
Τα συμβαλλόμενα Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Αποτελούντα Μέρη της Συμβάσεως διά την Προστασίαν της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως.
Αναγνωρίζοντα τον απειλούντα το θαλάσσιον περιβάλλον, κίνδυνον εκ ρυπάνσεως οφειλομένης εις απόρριψιν αποβλήτων ή άλλων ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών.
Θεωρούνται ότι τα παράκτια Κράτη της Μεσογείου Θαλάσσης έχουν κοινόν ενδιαφέρον διά την προστασίαν του θαλασσίου περιβάλλοντος εκ του κινδύνου αυτού.
`Εχοντα υπ` όψει την Σύμβασιν περί Προλήψεως της ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως αποβλήτων ή άλλων υλικών, υπογραφείσαν εν Λονδίνω το 1972, Συνεφώνησαν τα κάτωθι:
Άρθρον 1
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου, αναφερόμενα εφεξής ως “Τα Μέρη” θα πρέπει να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα διά την πρόληψιν και καταστολήν της ρυπάνσεως της Περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης, οφειλομένης εις απορρίψεις εκ των πλοίων και αεροσκαφών.
Άρθρον 2
Η περιοχή εις την οποίαν θα εφαρμόζεται το παρόν Πρωτόκολλον είναι η Περιοχή της Μεσογείου Θαλάσσης ως ορίζεται εν άρθρω 1, της Συμβάσεως διά την Προστασίαν της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως, αναφερομένης εφεξής ως “Σύμβασις”.
Άρθρον 3
Διά τους σκοπούς του παρόντος Πρωτοκόλλου:
1. “Πλοία και αεροσκάφη” σημαίνει τα επιπλέοντα ή ιπτάμενα σκάφη οποιουδήποτε τύπου. Εις αυτά περιλαμβάνονται τα αερόστρωμνα σκάφη, τα πλωτά ναυπηγήματα, κινούμενα αυτοδυνάμως ή μη, αι εξέδραι και άλλαι εν θαλάσση κατασκευαί και ο εξοπλισμός των.
2. “Απόβλητα ή άλλα υλικά” σημαίνει υλικά και ουσίας παντός είδους μορφής ή περιγραφής.
3. “Απόρριψις” σημαίνει:
α) Πάσαν ηθελημένην απόρριψιν εις την θάλασσαν αποβλήτων ή άλλων υλικών υπό πλοίων και αεροσκαφών.
β) Πάσαν ηθελημένην απόρριψιν εις την θάλασσαν πλοίων και αεροσκαφών.
4. Η “Απόρριψις” δεν περιλαμβάνει:
α) Την απόρριψιν εις την θάλασσαν αποβλήτων ή άλλων υλικών ευρισκομένων τυχαίως ή παραγομένων κατά την κανονικήν λειτουργίαν των πλοίων και των αεροσκαφών και του εξοπλισμού των πλην των αποβλήτων ή άλλων υλικών μεταφερομένων υπό των πλοίων ή αεροσκαφών ή προς αυτά εξυπηρετούντα τον σκοπόν απορρίψεως των εν λόγω υλικών ή των παραγομένων εκ της επεξεργασίας αυτών επί των τοιούτων πλοίων ή αεροσκαφών.
β) Την εναπόθεσιν του υλικού με σκοπόν διάφορον της απορρίψεως υπό την προϋπόθεσιν ότι η τοιαύτη εναπόθεσις δεν αντίκειται προς τους σκοπούς του παρόντος Πρωτοκόλλου.
5. “Οργανισμός” σημαίνει το Σώμα το αναφερόμενον εις το άρθρον 13 της Συμβάσεως.
Άρθρον 4
Απαγορεύεται η απόρριψις εις την Περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης των αποβλήτων ή άλλων ουσιών περιλαμβανομένων εις το Παράρτημα I του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρον 5
Διά την απόρριψιν εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης αναφερομένων εις Παράρτημα II του παρόντος Πρωτοκόλλου αποβλήτων ή άλλων ουσιών, απαιτείται, εις εκάστην περίπτωσιν, προηγουμένη ειδική άδεια των αρμοδίων εθνικών Αρχών.
Άρθρον 6
Διά την απόρριψιν εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης όλων των άλλων αποβλήτων ή υλικών, απαιτείται προηγουμένη γενική άδεια των αρμοδίων εθνικών Αρχών.
Άρθρον 7
Αι αναφερόμεναι εις τα άρθρα 5 και 6 άδειαι, θα πρέπει να εκδίδωνται μόνον κατόπιν προσεκτικής διερευνήσεως όλων, των εις παράρτημα 3, του παρόντος πρωτοκόλλου αναφερομένων, παραγόντων. Ο Οργανισμός θα πρέπει να ενημερούται επί της εκδόσεως των αδειών αυτών.
Άρθρον 8
Αι διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 δεν εφαρμόζονται εις περιπτώσεις ανωτέρας βίας λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών ή πάσης άλλης αιτίας, εφ` όσον κινδυνεύει ανθρώπινη ζωή ή ασφάλεια πλοίου ή σκάφους. Τοιαύται απορρίψεις θα πρέπει να αναφέρωνται αμέσως εις τον Οργανισμόν, είτε μέσω αυτού, ή απ` ευθείας εις το Μέρος ή τα Μέρη διά τα οποία είναι πιθανόν να υπάρξουν επιπτώσεις μετά πλήρων λεπτομερειών όσον αφορά εις τας συνθήκας, την φύσιν και τας ποιότητας των αποβλήτων ή άλλων απορριφθεισών ουσιών.
Άρθρον 9
Εάν εν Μέρος, αντιμετωπίζη σοβαρόν θέμα ειδικής φύσεως και κρίνη ότι απόβλητα ή άλλαι ουσίαι αναφερόμεναι εις το Παράρτημα I του παρόντος Πρωτοκόλλου δεν δύνανται να αποτεθούν επί του εδάφους άνευ απαραδέκτου κινδύνου ή ζημίας, προ παντός της ασφαλείας ανθρωπίνης ζωής, το ενδιαφερόμενον Μέρος θα πρέπει εκ των προτέρων να συνεννοηθή μετά του Οργανισμού. Ο Οργανισμός κατόπιν συνεννοήσεως μετά των Μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου, θα προτείνη μεθόδους αποθηκεύσεως ή τα πλέον κατάλληλα μέτρα καταστροφής ή απορρίψεως υπό τας υφισταμένας συνθήκας. Το μέρος θα πρέπει να ενημερώση τον Οργανισμόν διά την πραγματοποιούμενην εξέλιξιν συμφώνως προς τας παρόντας συστάσεις. Τα μέρη υπόσχονται να αλληλοβοηθούνται εις τοιαύτας περιπτώσεις.
Άρθρον 10
1. `Εκαστον Μέρος θα πρέπει να καθορίση μίαν ή περισσοτέρας αρμοδίας υπηρεσίας αι οποίαι:
α) Θα εκδίδουν τας ειδικάς αδείας συμφώνως προς το άρθρον 5.
β) Θα εκδίδουν τας γενικάς αδείας συμφώνως προς το άρθρον 6.
γ) Θα τηρούνται ενήμεροι επί της φύσεως και των ποσοτήτων των αποβλήτων ή άλλων ουσιών τα οποία επετράπη ν` απορριφθούν καθώς και περί της τοποθεσίας, της ημερομηνίας και της μεθόδου απορρίψεως.
2. Αι αρμόδιαι υπηρεσίαι εκάστου Μέρους θα εκδίδουν τας προβλεπομένας υπό των άρθρων 5 και 6, αδείας όσον αφορά εις τα απόβλητα ή τα λοιπά υλικά τα προοριζόμενα δι` απόρριψιν:
α) Τα φορτωνόμενα εντός της επικρατείας αυτού.
β) Τα φορτωνόμενα υπό πλοίου ή σκάφους νηολογημένου εις την επικράτειαν του Μέρους ή φέροντος την σημαίαν αυτού, εφ` όσον η φόρτωσις πραγματοποιείται εντός της επικρατείας ετέρου Κράτους, μη Μέρους του Πρωτοκόλλου τούτου.
Άρθρον 11
1. `Εκαστον Μέρος θα πρέπει να λαμβάνη τα απαιτούμενα μέτρα διά την εφαρμογήν του παρόντος Πρωτοκόλλου επί πάντων:
α) Των πλοίων και αεροσκαφών των νηολογημένων εις την επικράτειάν του ή φερόντων την σημαίαν του.
β) Των πλοίων και αεροσκαφών τα οποία φορτώνουν εντός της επικρατείας του απόβλητα ή άλλα υλικά τα οποία πρόκειται να απορριφθούν.
γ) Των πλοίων και σκαφών τα οποία θεωρούνται ότι ευθύνονται διά την απόρριψιν εντός περιοχών δικαιοδοσίας του επί του θέματος αυτού.
2. Το παρόν Πρωτόκολλον δεν θα εφαρμόζεται επί οιουδήποτε πλοίου, ή αεροσκάφους ανήκοντος εις την κυριότητα Κράτους – Μέρους του παρόντος ή απασχολουμένου εις την υπηρεσίαν αυτού και χρησιμοποιουμένου κατά τον χρόνον αυτόν μόνον διά Κυβερνητικήν, ουχί εμπορικήν Υπηρεσίαν. `Εκαστον Μέρος θα πρέπει εν τούτοις να εξασφαλίση διά της θεσπίσεως καταλλήλων μέτρων, τα οποία δεν θα παραβλάπτουν τας εργασίας ή δυνατότητας προς εργασίαν των τοιούτων πλοίων ή αεροσκαφών ανηκόντων εις αυτό ή απασχολουμένων εις την Υπηρεσίαν του, ότι τα τοιαύτα πλοία και αεροσκάφη θα ενεργούν κατά τρόπον, όσον είναι δυνατόν και λογικόν σύμφωνον με το παρόν Πρωτόκολλον.
Άρθρον 12
`Εκαστον Μέρος αναλαμβάνει να εκδώση οδηγίας προς τα πλοία και αεροσκάφη ναυτικής αστυνομίας και προς τας λοιπάς αρμοδίας υπηρεσίας όπως αναφέρουν εις τας προϊσταμένας Αρχάς παν περιστατικόν ή κατάστασιν εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης, δημιουργούντα την υπόνοιαν ότι εγένετο ή ότι πρόκειται να γίνουν απορρίψεις κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Πρωτοκόλλου τα οποία συνέβησαν ή πρόκειται να συμβούν. Το Μέρος τούτο θα πρέπει, εάν το θεωρήση σκόπιμον, να αναφέρη σχετικώς και εις οιοδήποτε άλλο ενδιαφέρον Μέρος.
Άρθρον 13
Αι διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου εις ουδεμίαν περίπτωσιν αναιρούν το δικαίωμα εκάστου Μέρους να θεσπίση άλλα μέτρα, συμφώνως προς το διεθνές δίκαιον, διά την πρόληψιν της ρυπάνσεως της οφειλομένης εις απορρίψεις.
Άρθρον 14
1. Τοπικαί Συνδιασκέψεις των Μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου θα συγκαλούνται εν συσχετισμώ προς τας τακτικάς Συνδιασκέψεις των Συμβαλλομένων Μερών της Συμβάσεως των συνερχομένων συμφώνως προς το άρθρον 14 της Συμβάσεως. Τα Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου δύνανται να πραγματοποιούν και εκτάκτους Συνδιασκέψεις συμφώνως προς το άρθρον 14 της Συμβάσεως.
2. Θέματα των Συνδιασκέψεων των Μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου θα είναι:
α) Η παρακολούθησις εφαρμογής του παρόντος Πρωτοκόλλου και η εξέτασις της αποτελεσματικότητος των υιοθετηθέντων μέτρων και της ανάγκης διά την θέσπισιν και ετέρων μέτρων, ειδικώς δε υπό τύπον παραρτημάτων.
β) Η μελέτη και εξέτασις των εγγράφων των εκδοθεισών αδειών δυνάμει των άρθρων 5, 6 και 7 και των πραγματοποιηθεισών απορρίψεων.
γ) Η αναθεώρησις και τροποποίησις παραρτημάτων του παρόντος Πρωτοκόλλου, εφ` όσον απαιτείται.
δ) Η διεκπαιρέωσις παντός ετέρου θέματος απαιτουμένου διά την εφαρμογήν του παρόντος Πρωτοκόλλου.
3. Διά την υιοθέτησιν τροποποιήσεων των Παραρτημάτων του παρόντος Πρωτοκόλλου συμφώνως προς το άρθρον 17 της Συμβάσεως απαιτείται πλειοψηφία των τριών τετάρτων των Μερών.
Άρθρον 15
1. Αι διατάξεις της Συμβάσεως αι αφορώσαι εις οιονδήποτε Πρωτόκολλον, θα εφαρμόζωνται και επί του παρόντος Πρωτοκόλλου.
2. Οι διαδικαστικοί και οικονομικοί κανόνες υιοθετηθέντες συμφώνως προς το άρθρον 18 της Συμβάσεως, θα εφαρμόζωνται και επί του παρόντος Πρωτοκόλλου, εκτός εάν τα Μέρη του Πρωτοκόλλου συμφωνήσουν άλλως.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Α. Προς συμπλήρωσιν του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου, παρατίθενται τα εξής υλικά και ουσίαι:
1. Οργανικαί ενώσεις των αλογόνων και ενώσεις αι οποίαι δύνανται να σχηματίζουν τοιαύτας ουσίας εις το θαλάσσιον περιβάλλον, εκτός των μη τοξικών ή εκείνων αι οποίαι μετατρέπονται ταχέως εις την θάλασσαν εις ουσίας βιολογικώς αβλαβείς, αρκεί να μην καθιστούν ανουσίους τους βρωσίμους θαλασσίους οργανισμούς.
2. Οργανοπυριτικές ενώσεις και ενώσεις αι οποίαι δύνανται να σχηματίσουν τοιαύτας ουσίας εις το θαλάσσιον περιβάλλον, εκτός των μη τοξικών ή εκείνων αι οποίαι ταχέως μετατρέπονται εντός της θαλάσσης εξ ουσίας βιολογικώς μη επιβλαβείς αρκεί να μην καθιστούν ανουσίους τους βρωσίμους θαλασσίους οργανισμούς.
3. Υδράργυρος και ενώσεις υδραργύρου.
4. Κάδμιον και ενώσεις καδμίου.
5. Μη αποικοδομήσιμα πλαστικά και μη αποικοδομήσιμα συνθετικά υλικά τα οποία δυνατόν να δημιουργήσουν εμπόδια εις την αλιείαν ή ναυσιπλοίαν να ελαττώσουν τας διευκολύνσεις, ή να παρεμβάλλουν δυσχερείς εις άλλας νομίμους χρήσεις της θαλάσσης.
6. Αργόν πετρέλαιον και υδρογονάνθρακες παραγόμενοι εκ του πετρελαίου, και παντός είδους μίγματα περιέχοντα τοιαύτας ουσίας, φορτωθέντα επί πλοίων με σκοπόν απορρίψεως.
7. Υψηλού, μέσου και χαμηλού βαθμού ραδιενεργά απόβλητα ή άλλα υψηλού, μέσου και χαμηλού βαθμού ραδιενεργά υλικά άτινα θα καθορισθούν υπό του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενεργείας.
8. Ενώσεις οξέων και βάσεων, τοιαύτης συνθέσεως και εις τοιαύτας ποσότητας, ώστε να δύνανται να βλάψουν σοβαρώς την ποιότητα του θαλασσίου ύδατος. Η σύνθεσις και η ποσότης η οποία δέον όπως ληφθή υπ` όψιν, θα πρέπει να καθορισθή υπό των Μερών συμφώνως προς την, εν τω άρθρω 14, παράγρα. 3, του παρόντος Πρωτοκόλλου αναφερομένην διαδικασίαν.
9. Υλικά πάσης μορφής (π.χ. στερεά, υγρά, ημίρευστα αέρια, ή ζώντες οργανισμοί) παραγόμενα διά βιολογικόν, ή χημικόν πόλεμον, εκτός των ταχέως μετατρεπομένων εις αβλαβή διά φυσικών, χημικών, ή βιολογικών διεργασιών εις την θάλασσαν και εφ` όσον:
α) Δεν καθιστούν ανουσίους τους βρωσίμους θαλασσίους οργανισμούς ή δεν θέτουν εις κίνδυνον την υγείαν των ανθρώπων ή των ζώων.
Β. Το παρόν Παράρτημα δεν εφαρμόζεται δι` απορρίμματα ή άλλα υλικά όπως είναι η ιλύς των υπονόμων και απορρίμματα εκσκαφών, περιέχοντα τας ουσίας τας αναφερθείσας εις τας ανωτέρω 1 – 6 παραγράφους ως προκαλούντα μόλυνσιν. Η απόρριψις των τοιούτων αποβλήτων υπόκειται αναλόγως εις τας διατάξεις των παραρτημάτων II και III.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Τα εξής απόβλητα και άλλα υλικά, η απόρριψις των οποίων απαιτεί ιδιαιτέραν προσοχήν παρατίθενται διά τους σκοπούς του άρθρου 5.
1. (α) Αρσενικόν, μόλυβδος, χαλκός, ψευδάργυρος, βηρύλλιον, χρώμιον νικέλιον, βανάδιον, σελήνιον, αντιμόνιον και αι ενώσεις τούτων.
(β) Κυανούχα και Φθοριούχα.
(γ) Φυτοφάρμακα και τα παράγωγα τούτων μη καλυπτόμενα υπό του Παραρτήματος I.
(δ) Συνθετικαί οργανικαί χημικαί ουσίαι, εκτός των αναφερομένων εις το Παράρτημα I, αι οποίαι δυνατόν να επιδράσουν δυσμενώς επί των θαλασσίων οργανισμών ή να καταστήσουν ανουσίους τους βρωσίμους θαλασσίους οργανισμούς.
2. (α) Ενώσεις οξέων και βάσεων των οποίων η σύνθεσις και η ποσότης δεν έχουν ακόμη προσδιορισθή συμφώνως προς την εν Παραρτήματι I, παράγραφον Α.8. διαδικασίαν.
(β) Ενώσεις οξέων και βάσεων μη καλυπτόμεναι υπό του Παραρτήματος I, εκτός των ενώσεων που πρόκειται να απορριφθούν εις ποσότητας κατωτέρας των επιπέδων τα οποία θα καθορισθούν υπό των Μερών συμφώνως προς την εν τω άρθρω 14, παράγραφος 3, του παρόντος πρωτοκόλλου, διαδικασίαν.
3. Δοχεία, άχρηστα μέταλλα και άλλα χύδην απορρίμματα τα οποία δύνανται να βυθιστούν εις την θάλασσαν και ν` αποτελέσουν σοβαρά εμπόδια διά την αλιείαν και ναυσιπλοίαν.
4. Ουσίαι αι οποίαι, παρ` όλον ότι είναι μη τοξικής φύσεως, δύνανται ν` αποβούν επιβλαβείς λόγω των απορριπτομένων ποσοτήτων των, ή τοιαύται δυνάμεναι να ελαττώσουν σοβαρώς τας διευκολύνσεις ή να θέσουν εις κίνδυνον την ανθρωπίνην ζωήν ή τους θαλασσίους οργανισμούς ή να παρεμποδίσουν την ναυσιπλοίαν.
5. Ραδιενεργά απόβλητα ή άλλα ραδιενεργά υλικά μη περιλαμβανόμενα εις το Παράρτημα I. Διά την έκδοσιν αδείας προς απόρριψιν των υλικών τούτων, τα Μέρη θα πρέπει να λάβουν πλήρως υπ` όψιν των τας προτάσεις των αρμοδίων διεθνών σωμάτων εις τον τομέα τούτο, επί του παρόντος του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενεργείας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Οι παράγοντες οι οποίοι πρέπει να εξετάζωνται διά τον καθορισμόν κριτηρίων διεπόντων την έκδοσιν αδειών απορρίψεως υλικών εις την θάλασσαν, συμφώνως προς το Άρθρον 7, περιλαμβάνουν:
Α. Χαρακτηριστικά και σύνθεσις του υλικού.
1. Συνολική ποσότης και μέσος όρος συνθέσεως του προς απόρριψιν υλικού (π.χ. κατ` έτος).
2. Κατάστασις (π.χ. στερεόν, λασπώδες, υγρόν ή αέριον).
3. Ιδιότητες: φυσική (π.χ. διαλυτότης και πυκνότης), χημική και βιοχημική (π.χ. απαιτούμενον οξυγόνον, θρεπτική ικανότης) και βιολογική (π.χ. παρουσία ιών, βακτηρίων, ζυμομυκήτων, παρασίτων”.
4. Τοξικότης.
5. Ανθεκτικότης: φυσική, χημική και βιολογική.
6. Προσθετικότης και μετασχηματισμός βιολογικών υλών ή καταλοίπων.
7. Επιδεικτικότης εις φυσικάς, χημικάς και βιοχημικάς αλλαγάς και αντιδράσεις εις το υδάτινον περιβάλλον, μετ` άλλων διαλελυμένων οργανικών και ανοργάνων υλικών.
8. Πιθανότης προκλήσεως μολύνσεως ή άλλων αλλαγών αίτινες ελαττώνουν την εμπορικότητα των πόρων (ιχθείς, οστρακοειδή, κ.λ.π.).
Β. Χαρακτηριστικά τοποθεσίας απορρίψεως και μέθοδος εναποθέσεως.
1. Τοποθεσία (π.χ. συντεταγμέναι της περιοχής απορρίψεως, βάθος και απόστασις από την ακτήν) θέσις εν σχέσει προς τας άλλας περιοχάς (π.χ. περιοχαί αλιείας και εκμεταλλευσίμων πόρων).
2. Ρυθμός απορρίψεως ανά ορισμένας περιόδους (π.χ. ποσότης ανά ημέραν, εβδομάδα, μήνα).
3. Μέθοδοι συσκευασίας και περιορισμού, εάν υφίστανται.
4. Αρχική αραίωσις επιτευχθείσα διά προταθείσης μεθόδου αποδεσμεύσεως, ειδιώς διά της ταχύτητος του πλοίου.
5. Χαρακτηριστικά διασποράς (π.χ. επιδράσεως ρευμάτων, παλίρροιας και αέρος επί της οριζοντίας μεταφοράς και της καθέτου αναμίξεως).
6. Χαρακτηριστικά του ύδατος (π.χ. θερμοκρασία PH, περιεκτικότης εις άλας, διαχωρισμός εις στρώματα, οξυγονοδείκτες της ρυπάνσεως, διαλελυμένον οξυγόνον (DO), χημικώς απαιτούμενον οξυγόνον (GOD), βιολογικώς απαιτούμενον οξυγόνον (BOD) παρουσία αζώτου, οργανικού και υπό μορφήν αλάτων ανοργάνων οξέων, περιλαμβάνον και την αμμωνίαν, αιωρούμενα υλικά, άλλαι τροφικαί ύλαι και παραγωγικότης.
7. Χαρακτηριστικά του βυθού (π.χ. τοπογραφία, γεωχημικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά και βιολογική παραγωγικότης).
8. `Υπαρξις και επιπτώσεις άλλων απορρίψεων πραγματοποιηθεισών εις την περιοχήν της απορρίψεως (π.χ. ενδείξεις υπάρξεως βαρέων μετάλλων και περιεκτικότης εις οργανικόν άνθρακα).
9. Κατά την έκδοσιν αδείας δι` απόρριψιν, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα πρέπει να εξετάζουν κατά πόσον υφίσταται κατάλληλος επιστημονική βάσις διά την εκτίμησιν των επιπτώσεων της τοιαύτης απορρίψεως εις την εν λόγω περιοχή, συμφώνως προς τας ανωτέρω προβλέψεις και λαμβανομένων υπ` όψιν των εποχιακών μεταβολών.
Γ. Γενικαί απόψεις και συνθήκαι.
1. Πιθαναί επιπτώσεις εις το φυσικόν κάλλος (π.χ. παρουσία επιπλέοντος ή βυθισμένου υλικού, θολερότης, απαράδεκτος οσμή, αποχρωματισμός και άφρισμα).
2. Πιθαναί επιπτώσεις επί της θαλασσίας ζωής, των ιχθύων και οστρακοειδών, των αλιευμάτων, της συγκομιδής θαλασσίων φυτών και καλλιεργείας αυτών.
3. Πιθαναί επιπτώσεις επί άλλων χρήσεων της θαλλάσσης (π.χ. χειροτέρευσις της ποιότητος του ύδατος διά βιομηχανικήν χρήσιν, διάβρωσις υποβρυχίων κατασκευών παρεμβολή επιπλεόντων υλικών εις την κίνησιν των πλοίων παρεμπόδισις της αλιείας, ή ναυσιπλοίας διά της εναποθέσεως απορριμμάτων ή στερεών αντικειμένων επί του βυθού της θαλάσσης και προστασίαν των περιοχών ειδικής σημασίας δι` επιστημονικούς σκοπούς και σκοπούς διατηρήσεώς των.
4. Πρακτική δυνατότης υπάρξεως εναλλακτικών μεθόδων της εις ξηράν επεξεργασίας, εναποθέσεως εξαλλείψεως, ή επεξεργασίας ώστε το υλικόν να καταστή ολιγώτερον επιβλαβές διά να απορριφθή εις την θάλασσαν.
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
αφορών εις την συνεργασίαν δια την καταπολέμησiν της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης υπό πετρελαίου και άλλων επιβλαβών ουσιών εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη του παρόντος πρωτοκόλλου. Ως Μέρη της Συμβάσεως διά την προστασίαν της Μεσογείου Θαλάσσης κατά της ρυπάνσεως.
Αναγνωρίζοντα ότι σοβαρά ρύπανσις της θαλάσσης εκ πετρελαίου και άλλων επικινδύνων ουσιών εις την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης ενέχει κινδύνους διά τας παρακτίους χώρας και το θαλάσσιον οικοσύστημα.
Θεωρούντα ότι καθίσταται απαραίτητος η συνεργασία όλων των παρακτίων χωρών της Μεσογείου διά την καταπολέμησιν αυτής της ρυπάνσεως.
`Εχοντα υπ` όψει την Διεθνή Σύμβασιν “περί αποφυγής ρυπάνσεως της θαλάσσης υπό των πλοίων” του 1973, την Διεθνή Σύμβασιν “περί “επεμβάσεως εις την ανοικτήν θάλασσαν εις περιπτώσεις ρυπάνσεως εκ πετρελαιοειδών εξ ατυχημάτων” του 1969, καθώς επίσης, και το Πρωτόκολλον “περί επεμβάσεως εις την Ανοικτήν Θάλασσαν, εις περιπτώσεις θαλασσίας ρυπάνσεως υπό άλλων, εκτός του πετρελαίου, ουσιών”, του 1973.
Λαλβάνοντα υπ` όψιν περαιτέρω την Διεθνή Σύμβασιν “περί Αστικής Ευθύνης διά ζημίας εκ ρυπάνσεως διά πετρελαιοειδών”, του 1969.
ΣΥΝΕΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ :
Άρθρον 1
Τα διά του παρόντος Πρωτοκόλλου Συμβαλλόμενα Μέρη (εφεξής αναφερόμενα ως “Μέρη” ), θα συνεργασθούν διά να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα εις περιπτώσεις σοβαρού ή επικειμένου κινδύνου διά το θαλάσσιον περιβάλλον, τας ακτάς ή τα συναφή ενδιαφέροντα ενός ή περισσοτέρων εκ των Μερών, τούτου οφειλομένου εις την παρουσίαν μαζικών ποσοτήτων πετρελαιοειδών ή άλλων επιβλαβών ουσιών προερχομένων εξ ατυχημάτων, ή εις συγκέντρωσιν μικρών ποσοτήτων αποβλήτων, τα οποία ρυπαίνουν ή απειλούν να ρυπάνουν, την θάλασσαν, εντός της περιοχής της προσδιοριζομένης υπό του άρθρου 1 της Συμβάσεως διά την Προστασίαν της Μεσογείου Θαλάσσης εκ της ρυπάνσεως (εφεξής αναφερομένης ως “Σύμβασις”).
Άρθρον 2
Δια τους σκοπούς του παρόντος Πρωτοκόλλου ο όρος “συναφή συμφέροντα” σημαίνει τα συμφέροντα ενός παρακτίου Κράτους αμέσως επηρεαζομένου ή επαπειλουμένου, και αναφερόμενα μεταξύ άλλων εις :
α) δραστηριότητας εντός των παρακτίων υδάτων, των λιμένων ή εκβολών ποταμών, περιλαμβανομένων και των αλιευτικών δραστηριοτήτων.
β) την Ιστορικήν και τουριστικήν επίδρασιν επί της εν λόγω περιοχής, περιλαμβανούσης τον θαλάσσιον αθλητισμόν και την ψυχαγωγίαν,
γ) την υγείαν των παρακτίων πληθυσμών,
δ) την προστασίαν των ζώντων οργανισμών.
Άρθρον 3
Τα Μέρη θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν και να προωθήσουν, είτε ατομικώς ή μέσω διμερούς ή πολυμερούς συνεργασίας, τα σχέδιά των εκτάκτου ανάγκης και τα μέσα διά την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της θαλάσσης εκ των πετρελαιοειδών ή άλλων επιβλαβών ουσιών. Τα μέσα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν, κυρίως εξοπλισμόν, πλοία, αεροπλάνα και ανθρώπινον δυναμικόν έτοιμον προς κινητοποίησιν εις περιπτώσεις επειγούσης ανάγκης.
Άρθρον 4
Τα Μέρη θα πρέπει να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν είτε μεμονωμένως είτε μέσω διμερούς ή πολυμερούς συνεργασίας, δραστηριότητας περιοδικού ελέγχου καλυπτούσας την περιοχήν της Μεσογείου Θαλάσσης, ώστε να έχουν όσον το δυνατόν ακριβείς πληροφορίας επί των καταστάσεων των αναφερομένων εις το άρθρον 1, του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρον 5
Εις περίπτωσιν διαφυγής ή απωλείας εις την θάλασσαν επιβλαβών ουσιών εις δέματα, δοχεία φορτίου, φορητάς ή ετέρου είδους δεξαμενάς, τα Μέρη θα πρέπει να συνεργασθούν όσον καθίσταται εφικτόν, διά την διάσωσιν και επανάκτησιν των ουσιών αυτών ώστε να ελαττωθή ο κίνδυνος ρυπάνσεως του θαλασσίου περιβάλλοντος.
Άρθρον 6
1. `Εκαστον Μέρος αναλαμβάνει να παράσχη προς τα λοιπά Μέρη πληροφορίας αφορώσας εις :
α) Την αρμοδίαν εθνικήν οργάνωσιν ή τας υπευθύνους Υπηρεσίας διά την καταπολέμησιν ρυπάνσεως της θαλάσσης εκ πετρελαιοειδών και λοιπών επιβλαβών ουσιών.
β) Τας αρμοδίας εθνικάς Υπηρεσίας, τας υπευθύνους διά την λήψιν αναφορών περί ρυπάνσεως της θαλάσσης εκ πετρελαιοειδών και λοιπών επιβλαβών ουσιών και διά τον χειρισμόν θεμάτων αφορώντων εις μέτρα βοηθείας μεταξύ των Μερών.
γ) Τας νέας μεθόδους διά των οποίων είναι δυνατόν να αποφευχθή η ρύπανσις της θαλάσσης εκ πετρελαιοειδών και λοιπών επιβλαβών ουσιών και τας νέας μεθόδους διά την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως και την ανάπτυξιν σχετικών ερευνητικών προγραμμάτων.
2. Μέρη τα οποία έχουν συμφωνήσει ν` ανταλλάσσουν πληροφορίας επ` ευθείας μεταξύ των, θα πρέπει να τας κοινοποιούν και εις το Περιφερειακόν Κέντρον, το οποίον εν συνεχεία θ` ανακοινώνη τας πληροφορίας εις τα λοιπά Μέρη ως και εις τα παράκτια Κράτη της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσσης τα οποία δεν είναι Μέρη εις το παρόν Πρωτόκολλον, επί βάσεως αμοιβαιότητος.
Άρθρον 7
Τα Μέρη αναλαμβάνουν να συντονίζουν την χρησιμοποίησιν των μέσων επικοινωνίας τα οποία διαθέτουν, ώστε να εξασφαλίζουν με την απαιτουμένην ταχύτητα και εμπιστοσύνην, την συγκέντρωσιν, μετάδοσιν και διασποράν όλων των αναφορών και των επειγούσης φύσεως πληροφοριών σχετικών με περιστατικά και καταστάσεις αναφερομένας εις το άρθρον 1. Το Περιφερειακόν Κέντρον θα διαθέτη τα κατάλληλα μέσα επικοινωνίας, ώστε να συμμετέχη εις αυτήν την συντονιστικήν προσπάθειαν και κυρίως να εκπληρώνη την ανατεθείσαν εις αυτό διά της παραγράφου 2 του άρθρου 10, αποστολήν.
Άρθρον 8
1. `Εκαστον Μέρος θα πρέπει να εκδώση οδηγίας, προς τους πλοιάρχους των πλοίων τα οποία φέρουν την σημαίαν του και προς τους Κυβερνήτας των αεροσκαφών των εγγεγραμμένων εις τα νηολόγιά του, ίνα αναφέρονν μέσω των ταχυτέρων και πλέον καταλλήλων μέσων, κατά περίπτωσιν, εν συσχετισμώ προς το Παράρτημα I του παρόντος Πρωτοκόλλου, είτε προς το έτερον Μέρος ή προς το Περιφερειακόν Κέντρον.
α) Παν ατύχημα προκαλούν ή δυνάμενον να προκαλέση ρύπανσιν της θαλάσσης εκ πετρελαιοειδών ή άλλων επιβλαβών ουσιών.
β) Την ύπαρξιν, χαρακτηριστικά και έκτασιν των παρατηρηθεισών εν θαλάσση πετρελαιοκηλίδων ή κηλίδων εξ ετέρων επιβλαβών ουσιών, αι οποίαι δυνατόν να αποτελούν σοβαράν και επικειμένην απειλήν διά το θαλάσσιον περιβάλλον ή τας ακτάς ή τα συναφή ενδιαφέροντα ενός ή περισσοτέρων Μερών.
2. Αι συμφώνως τη παραγρ. 1 συγκεντρούμεναι πληροφορίαι, θα πρέπει ν` ανακοινούνται και προς τα λοιπά Μέρη τα οποία δυνατόν να επηρεάζωνται εκ της ρυπάνσεως:
α) Υπό του Μέρους το οποίον λαμβάνει την πληροφορίαν, είτε αμέσως, ή κατά προτίμησιν μέσω του Περιφερειακού Κέντρου, ή
β) υπό του Περιφερειακού Κέντρου.
Εις περιπτώσεις απ` ευθείας επικοινωνίας μεταξύ των Μερών, το Περιφερειακόν Κέντρον θα πρέπει να ενημερούται επί των ληφθέντων, υπό των Μερών τούτων, μέτρων.
3. Κατά την εφαρμογήγ των διατάξεων της παραγράφου 2, τα Μέρη δεν δεσμεύονται εκ της υποχρεώσεως της αναφερομένης εις το άρθρον 9, παράγραφος 2, της Συμβάσεως.
Άρθρον 9
1. Παν Μέρος αντιμετωπίζον περιστατικόν εκ των αναφερομένων εις άρθρον 1 τον παρόντος Πρωτοκόλλου, θα πρέπει :
(α) Να προβή εις τας αναγκαίας εκτιμήσεις όσον αφορά την φύσιν και την έκτασιν τον ατυχήματος ή τον επείγοντα χαρακτήρα αυτού ή κατά την περίπτωσιν τον τύπον και την κατά προσέγγισιν ποσότητα του πετρελαίου ή άλλων επιβλαβών ουσιών και την κατεύθυνσιν και ταχύτητα κινήσεως της κηλίδος.
(β) Να λάβη όλα τα κατάλληλα μέτρα διά την αποφυγήν ή την μείωσιν των επιπτώσεων της ρυπάνσεως.
(γ) Να ενημερώση αμέσως όλα τα λοιπά Μέρη είτε απ` ευθείας ή μέσω του Περιφερειακού Κέντρου, επί των γενομένων εικτιμήσεων ή οιουδήποτε μέτρου το οποίον έλαβε ή πρόκειται να λάβη δια την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως.
(δ) Να συνεχίση την παρακολούθησιν της καταστάσεως επί όσον το δυνατόν περισσότερον χρόνον και ν` αναφέρη επ` αυτής συμφώνως προς το άρθρον 8.
2. Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας έχουν ληφθή μέτρα διά την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως της προερχομένης εξ ενός πλοίου, θα πρέπει να ληφθούν όλα τα κατάλληλα μέτρα προς προστασίαν των επί του πλοίου ατόμων και ει δυνατόν το ίδιον το πλοίον. Το αναλαμβάνον τοιαύτην δραστηριότητα Μέρος θα πρέπει να ενημερώση τον Διακυβερνητικόν Ναυτι- Ναυτιλιακόν Συμβουλευτικόν Οργανισμόν. (IMGO).
Άρθρον 10
1. Παν Μέρος έχον ανάγκην υποστηρίξεως διά την καταπολέμησιν της ρυπάνσεως εκ πετρελαιοειδών ή άλλων επιβλαβών ουσιών αι οποίαι ρυπαίνουν ή απειλούν να ρυπάνουν τας ακτάς του, δύναται να ζητήση την υποστήριξιν άλλων Μερών, είτε απ` ευθείας ή μέσω του αναφερομένου εις άρθρον 6 Περιφερειακού Κέντρου, ενάρξεως γενομένης εκ των Μερών τα οποία παρουσιάζονται ως περισσότερον επηρεαζόμενα υπό της ρυπάνσεως. Η τοιαύτη υποστήριξις δύναται να περιλαμβάνη, ειδικώτερον, συμβουλάς ειδικών και προσφοράν ή διάθεσιν προς το ενδιαφερόμενον Μέρος διαφόρων υλικών, εξοπλισμού και ναυτιλιακών διευκολύνσεων. Τα Μέρη υπό των οποίων αιτείται η τοιαύτη υποστήριξις, θα πρέπει να καταβάλλουν πάσαν δυνατήν προσπάθειαν διά την εξασφάλισιν αυτής.
2. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν, τα Μέρη τα οποία έχουν εμπλακή εις τινα επιχείρησιν καταπολεμήσεως ρυπάνσεως, δεν συμφωνούν επί της οργανώσεως αυτής, το Περιφερειακόν Κέντρον δύναται, κατόπιν συμφωνίας των να συντονίση την δραστηριότητα των μέσων τα οποία διετέθησαν υπό των Μερών.
Άρθρον 11
Η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των άρθρων 6, 7, 8, 9 και 10 του παρόντος Πρωτοκόλλου, των αφορωσών εις το Περιφερειακόν Κέντρον θα επεκταθούν καταλλήλως εις τα Υποπεριφερειακά Κέντρα, εις περίπτωσιν Ιδρύσεώς των, λαμβανομένων υπ` όψιν των σκοπών και λειτουργιών των και των σχέσεών των μετά του ειρημένου Περιφερειακού Κέντρου.
Άρθρον 12
1. Τακτικοί Σύνοδοι των Μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου θα πρέπει να πραγματοποιούνται εν συσχετισμώ μετά των τακτικών Συνόδων των συμβεβλημένων Μερών της Συμβάσεως, των συγκαλουμένων συμφώνως τω άρθρω 14 της Συμβάσεως. Τα Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου δύνανται να συγκαλούν εκτάκτους συνόδους, ως τούτο προβλέπεται υπό του άρθρου 14 της Συμβάσεως.
2. Θέματα των Συνόδων των Μερών τον παρόντος Πρωτοκόλλου θα είναι ειδικώτερον :
(α) “Ελεγχος εφαρμογής του παρόντος Πρωτοκόλλου και αξιολόγησις και αξιολόγησις της καταλληλότητος των υιοθετηθέντων μέτρων και της ανάγκης λήψεως παντός ετέρου μέτρου, ειδικώς υπό τύπον Παραρτημάτων.
(β) Επανεξέτασις και αναθεώρησις ως απαιτείται των Παραρτημάτων του παρόντος Πρωτοκόλλον.
(γ) Εκπλήρωσις ετέρων λειτουργιών αίτινες άπαι τοννται δια την εφαρμογήν του παρόντος Πρωτοκόλλον.
Άρθρον 13
1. Αι διατάξεις της Συμβάσεως, αι αφορώσαι εις τα Πρωτόκολλα θα πρέπει να εφαρμόζωνται και δια το παρόν Πρωτόκολλον.
2. Οι διαδικαστικοί κανονισμοί και οι οικονομικοί τοιούτοι υιοθετηθέντες συμφώνως πρός το άρθρον 18 της Συμβάσεως θα πρέπει να εφαρμόζωνται και επί τον παρόντος Πρωτοκόλλου, εκτός εάν τα Μέρη τον Πρωτοκόλλου, συμφωνήσουν άλλως.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Περιεχόμενα της Αναφοράς ήτις υποβάλλεται συμφώνως πρός το άρθρον 8 του παρόντος Πρωτοκόλλου.
1. Εκάστη αναφορά θα πρέπει γενικώς να περιλαμβάνη, κατά το δννατόν: (α) τον προσδιορισμόν της πηγής της ρυπάνσεως (ταυτότητα του πλοίου, οσάκις είναι δυνατόν).
(β) Την γεωγραφικήν θέσιν και την ώραν και ημερομηνίαν καθ` ην συνέβη το γεγονός η εγένετο παρατήρησις.
(γ) Τας επικρατούσας εις την περιοχήν συνθήκας ανέμων και θαλάσσης.
(δ) Εφ όσον η ρύπανσις προέρχεται εκ τινος πλοίον, σχετικάς λεπτομερείας εν σχέσει προς την κατάστασιν του πλοίου,
2. Εκάστη αναφορά θα πρέπει ειδικώς να περιέχη κατά το δυνατόν:
(α) Σαφή ένδειξιν η περιγραφήν των εν προκειμένω επιβλαβών ουσιών, περιλαμβανομένων των ορθών τεχνικών ονομασιών των τοιούτων ουσιών (έμπορικαι ονομασίαι δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εις αντικατάστασιν των ορθών τεχνικών ονομασιών).
(β) Εκθεσιν η εκτίμησιν των ποσοτήτων, των συγκεντρώσεων και αναλόγων σννθηκών των αποβληθεισών επιβλαβών ουσιών η εκείνων που πρόκειται ν` αποβληθούν εις την θάλασσαν,
(γ) Περιγραφήν των θεμάτων και των χαρακτηριστικών σημείων, όπου είναι δυνατόν.
(δ) Το όνομα τον παραλήπτου, του αποστολέως η του κατασκευαστού.
3. Εκάστη αναφορά θα πρέπει σαφώς να διενκρινίζη, οσάκις καθίσταται δυνατόν, έαν αι επιβλαβείς αποβληθείσαι ουσίαι είναι πετρελαιοειδή η επιβλαβές υγρόν, “αέριος ουσία και εάν η ουσία αυτή μετεφέρθη η μεταφέρεται, χύδην η συσκευασμένη εις κιβώτια, φορητάς δεξαμενάς η εις βαγόνια σιδηροδρομικά η οδικά.
4. Εκάστη αναφορά θα πρέπει να συμπληρούται, οσάκις κρίνεται αναγκαίον και δι` ετέρων σχετικών πληροφοριών, αιτουμένη υπό παραλήπτου της αναφοράς η κρινομένων καταλλήλως υπό του αποστέλλοντος την αναφοράν.
5. Τα εν άρθρω 8 παρ. 1 τον παρόντος Πρωτοκόλλου αναφερόμενα πρόσωπα:
(α) Θα συμπληρώσουν κατά το δυνατόν πληρέστερον την αναφοράν, εάν κρίνεται αναγκαίον, με πληροφορίας αφορώσας περαιτέρω εξελίξεις, και
(β) θα συμμορφούνται κατά το δυνατόν πληρέστερον, πρός τας αιτήσεις των επηρεαζομένων Κρατών δια συμπληρωματικάς πληροφορίας.

Άρθρον δεύτερον
Αδεια απορρίψεως υλών εις την θάλασσαν

1. Πλοία η αεροσκάφη, υπαγόμενα εις τας διατάξεις του δια τον παρόντος κυρονμένου Πρωτοκόλλου “περί προλήψεως ρυπάνσεως της Μεσογείον Θαλάσσης εκ της απορρίψεως ουσιών εκ των πλοίων και αεροσκαφών”. προκειμένου να απορρίψουν εις την θάλασσαν κατάλοιπα η άλλας ύλας, οφείλουν να εφοδιάζωνται διά των προβλεπομένων εν τη Συμβάσει “Ειδικών η Γενικών Αδειών” αίτινες χορηγούνται υπό της α) αρμοδίας Αρχης εις εξαιρετικάς μόνον περιπτώσεις και υπό τους όρους, τους αναφερομένους εις το Παράρτημα ΙΙΙ του Πρωτοκόλλου.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφον δεν έχουν εφαρμογήν εις περιπτώσεις ανωτέρας βίας καθ` ας υπάρχει κίνδυνος ανθρωπίνης ζωής η της ασφαλείας τον πλοίου η αεροσκάφους.

Άρθρον τρίτον
Αρμόδιαι Αρχαί
1. Αρμόδιες Αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και της τροποποιούμενης Σύμβασης της Βαρκελώνης “για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων περιοχών της Μεσογείου” είναι το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, σε συνεργασία με τα εκάστοτε συναρμόδια Υπουργεία, ανάλογα με το περιεχόμενο της συγκεκριμένης δράσης ή λήψης μέτρων προστασίας. Το αυτό ισχύει και για κάθε περαιτέρω τροποποίηση της προαναφερόμενης Σύμβασης ή των Πρωτοκόλλων της, καθώς και για κάθε νέο Πρωτόκολλο.
2. Αρμόδιες Αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του Άρθρου 11 Β των κυρούμενων τροποποιήσεων της Σύμβασης είναι τα καθ` ύλην αρμόδια Υπουργεία, σύμφωνα με τα εκάστοτε οριζόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία.
3. Αρμόδιες Αρχές για τη βεβαίωση των παραβάσεων και την επιβολή κυρώσεων αναφορικά με τις απορρίψεις στη θάλασσα αποβλήτων ή άλλων υλικών είναι για μεν τα πλοία τα Κεντρικά Λιμεναρχεία, Λιμεναρχεία και Υπολιμεναρχεία, για δε τα αεροσκάφη οι αντίστοιχες Αρχές των Πολιτικών Αερολιμένων.
4. Αι κατά τιν προηγουμένην παράγραφον Αρχαι είναι αρμόδιαι διά την έκδοσιν των προβλεπομένων υπό του προηγουμένου άρθρον “Γενικών η Ειδικών Αδειών” κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας κα προκειμένου, περί απορρίψεως ουσιών θετουσών εις κίνδυνον την Δημοσίαν υγείαν, του Υπουργού Κον. Υπηρεσιών του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργον Εμπορικής Ναυτιλίας η Σνγκοινωνιών παρεχομένης μετά σχετικήν γνωμοδότησιν καταλλήλου εργαστηρίου, υποδεικνυομένον κατά περίπτωσιν υπό του Υπουργείου Συντονισμον.
5. Οι αρμόδιες Κεντρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών μεριμνούν για την έκδοση οδηγιών προς τους πλοιάρχους των υπό ελληνική σημαία πλοίων και αεροσκαφών προς υποβολή αναφορών για περιστατικά ρυπάνσεων από ατυχήματα ή άλλες αιτίες για την ενημέρωση των ενδιαφερόμενων Μερών και του Οργανισμού και για τη λήψη κατάλληλων μέτρων καταπολέμησης της ρύπανσης, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο “περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο δεύτερο του Ν.3022/2002, ΦΕΚ Α 144 και με το άρθρο τρίτο Ν.3497/2006, ΦΕΚ Α 219/13.10.2006.

Άρθρον τέταρτον
Εξασφάλισις απαιτήσεων
1. Δια την αποκατάστασιν προκληθεισών εκ ρυπάνσεως ζημιών, ως και δια τας γενομένας δαπάνας προς αποτροπήν ή εξουδετέρωσιν αυτής, υπεύθυνος είναι ο υπαιτίως προκαλέσας την ρύπανσιν, μετ` αυτού δε ευθύνονται εις ολόκληρον και οι κάτωθι:
α) Επί πλοίων και δεξαμενοπλοίων ο Πλοίαρχος, ο Πλοιοκτήτης, ο Εφοπλιστής, ο εν Ελλάδι διαχειριστής του πλοίου, επί πλοίων δε και δεξαμενοπλοίων ανηκόντων εις Ναυτικάς Ανωνύμους Εταιρείας και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ως και ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, εις άλλας δε Εταιρείας ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτών.
β) Επι αεροσκαφών ο Κυβερνήτης, ο Ιδιοκτήτης, ο εκμεταλλευόμενος αυτό, εάν δε τούτο ανήκει εις Ανώνυμον Εταιρείαν και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ως και ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, εις άλλας δε Εταιρείας ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτών, Τα υπό στοιχεία α και β` πρόσωπα ευθύνονται, εν πάση περιπτώσει, εις ολόκληρον ανεξαρτήτως υπαιτιότητος.
2. Αρμόδια δικαστήρια προς εκδίκασιν των κατά την παράγρ. 1 απαιτήσεων καθίστανται τα δικαστήρια του τόπου ένθα εγένετο η ρύπανσις ή ενός των Λιμένων ή αερολιμένων ένθα κατέπλευσε το πλοίον ή προσεγειώθη το αεροσκάφος και εν περιπτώσει ρυπάνσεως της ανοικτής θαλάσσης και μη κατάπλου του πλοίου εις Ελληνικόν λιμένα ή μη προσγειώσεως του αεροσκάφους εις Ελληνικόν αερολιμένα τα δικαστήρια Πειραιώς”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αντίστοιχο άρθρο τέταρτο του Ν. 1147/1981 (Α` 110), σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. ΙΙ του ίδιου νόμου, όπου ορίζονται τα ακόλουθα: “Αι διατάξεις των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του Ν. 855/ 1978 “περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Βαρκελώνην το 1976 Διεθνούς Συμβάσεως” αντικαθίστανται αντιστοίχως υπό των διατάξεων των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του παρόντος νόμου.

Άρθρον πέμπτον
Κυρώσεις
1. Οι παραβάται των διατάξεων της κυρουμένης Συμβάσεως του παρόντος νόμου και των κατ` εξουσιοδότησιν του άρθρου ογδόου εκδιδομένων Προεδρικών Διαταγμάτων τιμωρούνται ποινικώς, διοικητικώς και πειθαρχικώς ως ακολούθως:
α) Ποινικαί κυρώσεις.
ι) Οι εκ προθέσεως προκαλούντες σοβαράν ρύπανσιν της θαλάσσης τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον (3) μηνών. Εαν εκ της πράξεως δύναται να προκύψη κίνδυνος ζημίας ή βλάβης εις πρόσωπα ή πράγματα τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον ενός (1) έτους.
ιι) Οι εξ αμελείας γενόμενοι υπαίτιοι των ως άνω πράξεων, τιμωρούνται δια φυλακίσεως. Ούτοι δύνανται ν` απαλλάσσωνται από πάσης ποινής, εάν οικεία βουλήσει εξουδετερώσουν την ρύπανσιν και αποτρέψουν πάσαν δυναμένην να επέλθη βλάβην ή ζημίαν ή εάν δια ταχείας αναγγελίας προς τας Αρχάς ήθελον συντελέσει εις την εξουδετέρωσιν της ρυπάνσεως, καταβάλλοντες συγχρόνως και τας συναφείς δαπάνας.
β) Διοικητικαί κυρώσεις.
ι) Υπαίτιοι ρυπάνσεως της θαλάσσης τιμωρούνται δι` αποφάσεως της αρμοδίας Αρχής δια προστίμου εξικνουμένον μέχρι του ποσού των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών. Εις περίπτωσιν σοβαράς ρυπάνσεως ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας προκειμένου δια πλοία ή ο Υπουργός Συγκοινωνιών προκειμένου δια αεροσκάφη, επιβάλλει πρόστιμον μέχρι πεντήκοντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών.
ιι) Δια Προεδρικών Διαταγμάτων προτάσει των Υπουργών Συγκοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας δύνανται ν` αυξάνωνται τα ανώτατα όρια των προστίμων.
ιιι) Δια την καταβολήν των κατά το στοιχείον τούτο επιβαλλομένων προστίμων ευθύνονται εις ολόκληρον τα εις την παράγραφον 1 του τετάρτου άρθρου προσδιοριζόμενα πρόσωπα.
γ) Πειθαρχικαί κυρώσεις.
Εάν οι υπαίτιοι ρυπάνσεως είναι Ελληνες ναυτικοί υπόκεινται και εις πειθαρχικήν δίωξιν κατά τας διατάξεις του Μέρους Πέμπτου του Ν.Δ. 187/1973 “περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου” τιμωρούμενοι δια προσωρινής στερήσεως ασκήσεως του ναυτικού επαγγέλματος. Αι ως άνω κυρώσεις συντρεχουσών των νομίμων προϋποθέσεων επιβάλλονται αθροιστικώς”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αντίστοιχο άρθρο πέμπτο του Ν. 1147/1981 (Α` 110), σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. ΙΙ του ίδιου νόμου, όπου ορίζονται τα ακόλουθα:
“Αι διατάξεις των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του Ν. 855/ 1978 “περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Βαρκελώνην το 1976 Διεθνούς Συμβάσεως” αντικαθίστανται αντιστοίχως υπό των διατάξεων των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του παρόντος νόμου”.

Άρθρον έκτον
Διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεων προς επιβολήν διοικητικών κυρώσεων και άσκησις ενδίκων μέσων
1. Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων (προστίμου), άρχεται από της βεβαιώσεως της παραβάσεως υπό του διαπιστούντος ταύτην οργάνου το οποίον συντάσσει υποχρεωτικώς πλήρη περί ταύτης έκθεσιν.
Η έκθεσις αύτη αποτελεί απόδειξιν της παραβάσεως. Ομοίαν μετ` ίσης αποδεικτικής δυνάμεως έκθεσιν συντάσσουν και οι διαπιστούντες παραβάσεις ρυπάνσεως χειρισταί πολεμικών αεροσκαφών ως και Κυβερνήται πολεμικών πλοίων. Η παράβασις δύναται να διαπιστούται και κατόπιν ειδικών χημικών αναλύσεων υπό Κρατικών εργαστηρίων, δειγμάτων των εις την θάλασσαν εκ των πλοίων ή αεροσκαφών απορριπτομένων καταλοίπων και άλλων υλών.
2. Χειρισταί αεροσκαφών της Ελληνικής Πολιτικής Αεροπορίας ως και Ελληνες Πλοίαρχοι και Κυβερνήται εμπορικών πλοίων, οφείλουν να αναφέρουν εις την Αρχήν οιανδήποτε περίπτωσιν ρυπάνσεως διαπιστουμένην παρ` αυτών.
3. Αρμοδία προς διαπίστωσιν της παραβάσεως και επιβολήν του προστίμου είναι η πλησιεστέρα προς τον τόπον της παραβάσεως Αρχή ή Αρχή του πρώτου λιμένος κατάπλου του πλοίου ή προσγειώσεως του αεροσκάφους μετά την παράβασιν.
4. Από της συντάξεως της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου εκθέσεως και μέχρι πληρωμής του δια της εκδοθησομένης αποφάσεως επιβαλλομένου προστίμου, απαγορεύεται ο απόπλους του πλοίου ή η απογείωσις του αεροσκάφους. Η απαγόρευσις του απόπλου ή της απογειώσεως αίρεται δια της καταθέσεως ισοπόσου προς το επιβληθέν ή το εκ των εν γένει συνθηκών της ρυπάνσεως κατά την κρίσιν της Αρχής πιθανολογούμενον πρόστιμον, εγγυητικής επιστολής νομίμως λειτουργούσης εις την Ελλάδα Τραπέζης.
5. Ο απόπλους ή η απογείωσις δύναται επίσης να επιτραπή άνευ καταβολής του προστίμου ή καταθέσεως εγγυητικής επιστολής Τραπέζης, τη εγκρίσει του Υπουργού, δι` εν η πλείονα ταξείδια ή πτήσεις, εάν επιτακτικοί συγκοινωνιακοί ή έτεροι λόγοι δικαιολογούν τούτο ή εάν παρέχεται ετέρα επαρκώς κατά την κρίσιν του Υπουργού, ασφάλεια και είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτος ή άμεσος προσαγωγή Τραπεζικής εγγυήσεως.
6. Το πρόστιμον επιβάλλεται δι` ητιολογημένης αποφάσεως της αρμοδίας Αρχής κατόπιν εγγράφου κλητεύσεως του παραβάτου και του Πλοιάρχου ή του Κυβερνήτου του αεροσκάφους κατά περίπτωσιν, καλουμένων προς απολογίαν εντός (24) ωρών από της επιδόσεως ταύτης δυναμένης της προθεσμίας να παραταθή αιτήσει των ενδιαφερομένων επί πενθήμερον.
7. Η επιβάλλουσα την κύρωσιν Διοικητική απόφασις εκδίδεται, ου μόνον κατά του υπαιτίου της παραβάσεως, αλλά και κατά του Πλοιάρχου, Πλοιοκτήτου, Εφοπλιστού, ή Διαχειριστού, του πλοίου. Προκειμένου δε περί αεροσκάφους η απόφασις εκδίδεται και κατά του Κυβερνήτου ή ιδιοκτήτου ή εκμεταλλευομένου το σκάφος.
8. Εάν δι` οιονδήποτε λόγον δεν είναι δυνατή η κατά του υπαιτίου της παραβάσεως έκδοσις της αποφάσεως, η διαδικασία χωρεί και η απόφασις εκδίδεται κατά των λοιπών εν άρθρω τετάρτω συνυπευθύνων προς καταβολήν του προστίμου.
9. Τα επιβαλλόμενα κατά το άρθρον Πέμπτον πρόστιμα αποτελούν δημόσιον έσοδον εισπράττονται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων.
10. Κατά της επιβαλλούσης το πρόστιμον αποφάσεως ο παραβάτης ως και πας υπόχρεος εις την καταβολήν του προστίμου δύναται να ασκήση προσφυγήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι ημερών (20), αρχομένης από της επομένης της επιδόσεως εις αυτούς της αποφάσεως κατά τας διατάξεις του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας. Αι προσφυγαί ασκούνται ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου μονομελούς μεν συνθέσεως δια ποσόν προστίμου μέχρι διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, τριμελούς δε συνθέσεως δια ποσόν προστίμου μεγαλυτέρου. Κατά τόπον αρμόδια προς εκδίκασιν των άνω προσφυγών είναι τα υπό της παραγράφου 2 του Άρθρου τετάρτου οριζόμενα δικαστήρια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αντίστοιχο άρθρο έκτο του Ν. 1147/1981 (Α` 110), σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. ΙΙ του ιδίου νόμου, όπου ορίζονται τα ακόλουθα:
“Αι διατάξεις των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του Ν. 855/ 1978 “περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Βαρκελώνην το 1976 Διεθνούς Συμβάσεως” αντικαθίστανται αντιστοίχως υπό των διατάξεων των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του παρόντος νόμου.

Άρθρον έβδομον
Τέλος χορηγήσεως αδειών
1. Διά την χορήγησιν των κατά το άρθρον 3 απαιτουμένων αδειών αίτινες άποτελονν διατετιμημένον μ του Ναυτιχού Απομαχικού Ταμείου προκειμένου περι πλοίων, ή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας προκειμένου περί αεροσκαφών, καταβάλλεται συν τη υποβολή αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, τέλος:
α) Εκ δραχμών “είκοσι τεσσάρων χιλιάδων (24.000)” διά τα εγγραμμένα εις Ελληνικά Νηολόγια πλοία και αεροσκάφη. β) Εκ Λιρών Αγγλίας “ογδόντα τέσσερις (84)” διά τα ξένα τοιαύτα.
2. Το τέλος τούτο αποτελεί δημόσιον έσοδον, εισπραττόμενον κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την υπ` αριθμ. 3221.2/5/93/9.12.1993 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εμπορικής Ναυτιλίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β` 963).

Άρθρον όγδοον
Εξουσιοδοτήσεις
1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εξωτερικών, Ανάπτυξης, Εμπορικής Ναυτιλίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών, μπορούν να γίνονται αποδεκτές συμπληρώσεις και τροποποιήσεις της Διεθνούς Σύμβασης και των Πρωτοκόλλων της, καθώς επίσης συμφωνίες διμερείς ή πολυμερείς για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης και τα άρθρα 3 και 4 του παρόντος Πρωτοκόλλου, να αναστέλλεται εν όλω ή εν μέρει η εφαρμογή της Σύμβασης και των Πρωτοκόλλων σε περίπτωση πολέμου, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, της Σύμβασης και των Πρωτοκόλλων της.”
2 Με κοινές υπουργικές αποφάσεις, που εκδίδονται με μέριμνα του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού και συνυπογράφονται από τους κατά περίπτωση συναρμόδιους Υπουργούς, σύμφωνα με τα κατά την ισχύουσα νομοθεσία προβλεπόμενα, μπορούν να ρυθμίζονται περαιτέρω λεπτομέρειες, αναγκαίες για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, της Σύμβασης και των Πρωτοκόλλων της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο δεύτερο του Πρωτοκόλλου περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας που κυρώθηκε με τον Ν.3497/2006(ΦΕΚ Α 219/13.10.2006).

Άρθρον ένατον
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 23 Δεκεμβρίου 1978

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ