Νόμος 1042 ΦΕΚ Α΄87/16.4.1980
Περί τρόπου καταβολής κατηγοριών τινων μισθωμάτων οφειλομένων εις Δήμους και άλλων τινών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον 1
1. Επι μισθώσεων καταστημάτων δημοτικών αγορών ιδιοκτησίας Δήμων, οφειλόμενα μισθώματα, λόγω αναπροσαρμογής των δυνάμει τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων εκδοθεισών μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1978, δύναται να καταβάλλωνται εις εξ (6) εξαμηνιαίας δόσεις, εντόκως, της πρώτης δόσεως καταβλητέας την 2αν Μαίου 1980. Η καθυστέρησις καταβολής δόσεως καθιστά ληξασα εκπροθέσμους και απαιτητάς τας λοιπάς οφειλομένας δόσεις.
2. Δίκαι εκκρεμείς κατόπιν ασκήσεως αγωγων καθυστερήσεως καταβολής των κατά την προηγουμένην παράγραφον διαφορών αναπροσαρμοσθέντων μισθωμάτων καταργούνται, των δικαστικών εξόδων βαρυνόντων τους μισθωτάς.
Άρθρον 2
Η διάταξις της παρ. 3 του Άρθρου 4 του Ν. 196/ 1975, έχει εφαρμογήν και προκειμένου περί ανασυστάσεως Ειρηνοδικείων κατά τας διατάξεις του Άρθρου 1 του Ν. 949/1979.
Άρθρον 3
1. Δια Π.Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Δικαιοσύνης κατά μήνα Ιούνιον εκάστου ετους, ορίζονται αι οργανικαί θέσεις των δικαστικών λειτουργών εκάστου των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και εκάστης των εισαγγελιών, επί τη βάσει του συνολικού αριθμού των οργανικών θέσεων αυτών.
2. Δι ομοίου Π. Διατάγματος δυναται να μεταβάλλεται και κατά την διαρκειαν του δικαστικού ετους ο αριθμός των οργανικών θέσεων δικαστηρίων ή εισαγγελίας τινός, λόγω εκτάκτων υπηρεσιακών αναγκών, κατοπίν κοινής γνωμοδοτήσεως του Προέδρου και του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.
Άρθρον 4
1. Ορίζεται μεταβατική έδρα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών εις την έδραν του Ειρηνοδικείου Αιγιαλείας, προς εκδίκασιν των εις την αρμοδιότητά του υπαγομένων πολιτικών υποθέσεων της περιφερείας του Ειρηνοδικείου τούτου.
2. Ο αριθμός των συνεδριάσεων του κατά την προηγουμένην παράγραφον μεταβατικού Μονομελούς Πρωτοδικείου δεν δύναται να υπερβαίνη τας δέκα πέντε συνεδριάσεις καθ` έκαστον δικαστικόν έτος.
3. Αι δικασιμοι ημέραι του δικαστηρίου εις την ως άνω μεταβατικήν έδραν ορίζονται δι αποφάσεως του Προέδρου του δικαστηρίου, κατά την αρχήν εκάστου δικαστικού ετους.
4. Αγωγαί, αιτήσεις, προσφυγαί, προτάσςις, ένδικα μέσα και παν έτερον εγγραφον αφορών την έκδικαζομένην υπόθεσιν εις την έδραν του Ειρηνοδικείου Αιγίαλείας, κατατίθενται ενώπιον του μεταβατικού Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών ενωπιον του γραμματέως του ειρηνοδικείου τούτου. Δια πράξεως του Προέδρου Πρωτοδικών ο γραμματεύς του Ειρηνοδικείου ή έτερος υπάλληλος της γραμματείας αυτού ορίζεται και ως γραμματεύς του δικαστηρίου κατά τας άντιστοίχους συνεδριάσεις.
5. Υποθέσεις επειγούσης φύσεως, η αναβολή εκδικάσεως των οποίων συνεπάγεται κίνδυνον δια τα συμφέροντα των διαδίκων, δύνανται να εισάγωνται προς συζήτισιν εις την τακτικήν έδραν του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, δια πράξεων του Προέδρον του Δικαστηρίου τούτου.
Άρθρον 5
1. Συνιστάται ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή εξ εννέα κατ` ανώτατον όριον μελών προς αναθεώρησιν του Σχεδίου Πτωχευτικού Κώδικος τον συνταχθέντος άρθρον 3 του Ν.Δ. 3898/ ης, συμφωνως προς το Άρθρο 1958, το άρθρον 6 του Ν.Δ. 3995/1959 και τας υπ άριθ. 7610/1959, 80414/1965 και 117842/1965 κοινάς αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εμπορίου, συσταθείσης επιτροπής.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της κατά την προηγουμένην παράγραφον Αναθεωρητικής Επιτροπής ορίζονται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εμπορίου, εκ δικαστικών λειτουργών εν ενεργεία ή μη, καθηγητών ή υφηγητών νομικών μαθημάτων των Ελληνικών Πανεπιστημίων ή των ομοτίμων Ανωτάτων Σχολών,ανωτάτων υπαλλήλων των Υπουργείων Δικαιοσύνης και Εμπορίου και δικηγόρων παρ` Αρείω Πάγω. Γραμματεύς της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης επί των τουλάχιστον βαθμόν της ΑΤ Κατηγορίας.
3. Η επιτροπή δέον να περατώση το έργον της εντός εξ μηνών από της ενάρξεως των εργασιών της, το δε υπό ταύτης συνταχθησόμενον τελικόν Σχέδιον τον νέου Πτωχευτικού Κώδικος θα κυρωθή υπό της Βουλής κατά την διαδικασίαν του άρθρον 76 παρ. 6 του Σνντάγματος.
4. Εις τον Πρόεδρον, τα μέλη και τον γραμματεα της Αναθεωρητικής Επιτροπής καταβάλλεται κατά την συνεδριασιν αποζημίωσις και μέχρι δέκα κατ ανώτατον όριον συνεδριάσεις κατά μτινα, καθοριζομένη δια κοινής αποφάσεων των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών.
Άρθρον 6
1. Η περίπτωσις ε` του άρθρου 79 τον Ν.Δ. 982/ 1971 “περί Κώδικος Δικαστικών Λειτουργών” αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“ε) ο δικαστικός υπάλληλος παντός βαθμού, κλάδου και κατηγορίας ο κεκτημένος πτυχίον Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής μετά διετή υπηρεσίαν από της λήψεως του πτυχίου του ή ο δικαστικός υπάλληλος παντός βαθμού κλάδου και κατηγορίας ο έχων υπερδεκαετή υπηρεσίαν εις την γραμμάτειαν των δικαστηρίων και πτυχίον Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής”.
2. Η περίπτωσις ε της παραγράφου 1 του Άρθρου 111 του Ν.Δ. 962/1971, αντικαθίστσται ως ακολούοως : ο δικαστικός υπάλληλος παντός βαθμού, κλάδου και κατηγορίας ο κεκτημένος πτυχίον Νομικον Τμήματος Νομικής Σχολής μετά διετή υπηρεσίαν από της λήψεως του πτνχίου του ή δικαστικός υπάλληλος παντος βαθμού, κλάδου και κατηγορίας ο έχων υπερδεκαετή υπηρεσίαν εις την γραμματείαν των δικαστηρίων και πτυχίον Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής”
Άρθρον 7
Η περίπτωσις Δ` του Άρθρου 34 του Ν. 294/1976 ως αντικατεστάθη δια του Άρθρου 9 του Ν. 613/1977 αντικαθίσταται και αύθις ως ακολούθως :
“Δ. Γραμματείς πρωτοδικών Β` τάξεως έχοντες είκοσιν ενός ετών συνολικήν δημοσίαν υπηρεσίαν, εξ ης οκταετή εις τον βαθμόν του δικαστικού γραμματέως Α` τάξεως και του γραμματέως πρωτοδικών Β` τάξεως, προκειμένου δε περί πτυχιούχων οι έχοντες δεκαπενταετή συνολικήν υπηρεσίαν ή δεκαετή επί πτυχείω, εξ ης τετραετή εις τον βαθμόν του γραμματέως πρωτοδικων Β` τάξεως και του δικαστικού γραμματέως Α` τάξεως, δύνανται να προάγωνται εις τον βαθμόν τον γραμματέως πρωτοδικών Α` τάξεως, ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας εις τον κατεχόμενον βαθμόν. Ούτοι δεν δύνανται να κριθούν προς προαγωγήν εις τον βαθμόν του γραμματέως Εφετών Β` τάξεως πριν ή αποκτήσουν δικαίωμα κρίσεως δια τον ραθμόν τούτον και οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος αρχαιότεροί των”.
Άρθρον 8
Εις την παρ. 1 του Άρθρου 8 του Ν. 294/1976 προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
“Δικαστικοι γραμματείς και γραμματείς πρωτοδικών Α` και Β` τάξεως, κατέχοντες ή αποκτώντες πτυχίον, εντάσσονται κατά τα ανωτέρω εις ομοιόβαθμον θέσινπτυχιούχων και εις το αριστερόν των εις τον βαθμόν εις τον οποίον εντάσσονταί, υπηρετούντων ομοιοβάθμων των, της μεταξύ των εντασσομένων σειράς αρχαιότητος, καθοριζομένης βάσει του χρόνου κτήσεως τοι πτυχίου των”.
Άρθρον 9
1. Επί μίαν πενταετίαν από της ενάρξεως της ισχύος του Ν. 965/Ι979 εις τον βαθμόν του Γραμματέως Εφετων Α` τάξεως όλων των κλάδων δύνανται γα προάγωνται
α) γραμματείς εφετών Β` τάξεως έχοντες τριάκοντα δυο ετών συνολικην υπηρεσίαν, εξ ης ύπερτετραετή εις τογ κατεχόμενον και τον προηγούμενον βαθμους,
β) γραμματείς εφετών Β` τάξεως έχοντες ύπερδεκαπενταετή συνολικήν υπηρεσίαν, εξ ης εξαετή εις τον κατεχόμενον και τον προηγούμενον βαθμούς και
γ) οι αρχαιότεροι των ως άνω υπό στοιχ. α και β` ή της αυτής μετά τούτων αρχαιότητος εις τον κατεχόμενον βαθμόν γραμματείς εφετών Β` τάξεως, ανεξαρτήτως χρόνου συνολικής υπηρεσίας και χρόνου ύπηρεσίας εις τον κατεχόμενον και τον προηγούμενον βαθμους.
2. Η παρ. 3 του Άρθρου 17 του Ν. 965/1979 καταργείται.
Άρθρον 10
Η παρ. 1 του Άρθρου 15 του Νομού 965/1979 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος αι 10 εκ των υπό του Άρθρου 5 παρ. 3 προβλεπομένων 14 θεσιν γραμματέων εφετών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων πληρούνται υποχρεωτικώς δια προαγωγης γραμματέων πρωτοδικών Α` τάξεως, εκ των μέχρι της ισχύος του Ν. 294/1976 ανηκόντων εις την Α` κατηγορίαν πτυκιούχων ή μη, και εκ των πτυχιούχων των ανηκόντων μέχρι της ισχύος του αυτού γόμου εις την Β` κατηγορίαν, προτιμωμίνων των εκ τούτων έχουν υπερτριακονταετή συνολικήν δημοσίαν υπηρεσίαν”.
Άρθρον 11
Η παρ. 2 του Άρθρου 81 του Ν.Δ. 962/1971 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“2. Οι γενόμενοι δεκτοί εις τον διαγωνισμόν προ της εξετάσεώς των, οφείλουν να καταθέσουν εις τον Γραμματέα του Αρείου Πάγου το εκάστοτε δια της προκηρυττούσης τον διαγωνισμόν αποφάσεως οριζόμενον ποσό, οι έξοδα καί αποζημίλσιν των μελών της έπιτροπής και του Γραμματέως. Το ποσόν τούτο εν ούδε μια περιπτώσι δυναταί να είναι ανώτερον των χιλίων δραχμών”.
Άρθρον 12
Αι διατάξεις τον Άρθρου 13 του Ν. 965/1979 περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών δικαστικών υπαλλήλων εφαρμόζονται και επί των δικαστικών υπαλλήλων των διορισθέντων μέχρις ενάρξεως της ισχύος του Ν. 204/ 1976 και υπαγομένων εις την Β` κατηγορίαν.
Άρθρον 13
1. Οι διορισθέντες συμβολαιογράφοι Σαλαμίνος εκ του πίνακος επιτυχόντων υποψηφίων συμβολαιογράφων του διαγωνισμού Οκτωβρίου 1978 διά την περιφέρειαν του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνος, διορίζονται συμβολαιογράφοι εις την περιφέρειαν του Ειρηνοδικείου Πειραιώς ως υπεράριθμοι, κατόπιν αιτήσεώς των υποβαλλομένης εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος, καταργουμένων των υπ` αυτών κατεχομένων θέσεων συμβολαιογράφων Σαλαμίνος.
Οι ούτω διοριζόμενοι καταλαμβάνουν κατά προτεραιότητα δύο κατ έτος κενουμένας θεσεις συμβολαιογράφων μέχρι απορροφήσεώς των.
2. Υποψήφιοι συμβολαιογράφοι ευδοκιμήσαντες κατα τους διεξαχθέντας διαγωνισμούς υποψηφίων συμβολαιογράφων του Μαίου ή Οκτωβρίου 1979, πλην των Εφετείων Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, δύνανται τη αιτήσεί των, υποβαλλομένη εντός εξ μηνών από της ισχύος του παρόντος, να διορίζωνται συμβολαιογράφοι εις την περιφέρειαν του Ειρηνοδικείου, δι ο διηγωνίσθησαν, προς πλήρωσιν κενής θέσεως και όσον αύτη κείται εις την έδραν Δήμου ή Κοινότητος πληθυσμού κάτω των 10.000 κατοίκων. `Επι πλειόνων αιτούγτων προτιμάται δια την πλήρωσιν της κενης θέσεως ο λαβών ανώτερον βαθμόν και εν ισοβαθμία ο δια κληρώσεως, ενεργουμένης υπό του `Εφετείου, εν τη περιφερεία του οποίου κείται ή γενή θέσις, οριζόμενος.
Άρθρον 14
Η παράγραφος 2 του Άρθρου Ι3 του Ν. 949/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
2. Ο αριθμός των συνεδριάσεων του κατά την προηγουμένην παράγραφον μπαβατικού Πλημμελειοδικειου δεν δυναταί να υπερβαίνη τας τέσσαρας καθ` έκαστον δικαστικόν έτος.
Άρθρον 15
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιευσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 11 Απριλίου 1980
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς