ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 1078 ΦΕΚ Α΄238/14.10.1980
Περί απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων της αγοράς πρώτης κατοικίας, καταργήσεως και τροποποιήσεως διατάξεων προσδιορισμού εισοδήματος βάσει τεκμηρίων, καταργήσεως φορολογίας ακινήτου περιουσίας και άλλων τινών φορολογικών διατάξεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Φορολογία Μεταβιβάσεως Ακινήτων

Άρθρο 1
Απαλλαγή εκ του φόρου μεταβιβάσεως της πρώτης κατοικίας

1. Συμβάσεις αγοράς εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα κατοικίας ή οικοπέδου από έγγαμο ή ενήλικο άγαμο απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης, εφόσον ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα ανήλικα τέκνα αυτού δεν έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε κατοικία ή σε ιδανικό μερίδιο αυτής που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας σε οικόπεδο οικοδομήσιμο ή σε ιδανικό μερίδιο οικοπέδου στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες και βρίσκονται σε δημοτικό ή κοινοτικό διαμέρισμα με πληθυσμό άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κατοίκων. Για την έννοια του οικοπέδου έχουν εφαρμογή οι σχετικές πολεοδομικές διατάξεις.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και όταν ο αγοραστής είναι κύριος εξ αδιαιρέτου ποσοστού ή ψιλός κύριος ή επικαρπωτής κατοικίας ή οικοπέδου και αγοράζει το υπόλοιπο ποσοστό ή το εμπράγματο δικαίωμα της ψιλής κυριότητας ή της επικαρπίας, ώστε να γίνει κύριος ολόκληρου του ακινήτου, καθώς και στην περίπτωση αγοράς μη οικοδομήσιμου οικοπέδου, το οποίο με προσκύρωση ή αγορά τμήματος ομόρου οικοπέδου καθίσταται οικοδομήσιμο. Η ανωτέρω απαλλαγή παρέχεται και κατά την αγορά κατά πλήρη κυριότητα ολόκληρου του ακινήτου και από τους δύο συζύγους.
Με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, η απαλλαγή του εγγάμου παρέχεται και:
α) στο χήρο ή διαζευγμένο που έχει την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων της οικογένειας,
β) στην άγαμη μητέρα ανηλίκων τέκνων ή στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα, εφόσον του έχει ανατεθεί η επιμέλεια των τέκνων,
γ) στον άγαμο ενήλικο, ο οποίος παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία ή σε έγγαμο που έχει προστατευόμενα τέκνα, ανεξάρτητα από την ηλικία τους, που παρουσιάζουν την ίδια αναπηρία, και
δ) στον επιζώντα σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα του αποβιώσαντος, στο όνομα του οποίου είχε εγκριθεί δάνειο από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας για αγορά κατοικίας, που χορηγείται στους ως άνω κληρονόμους, ανεξάρτητα από το αν η αγορά γίνεται από τον έναν ή από όλους τους κληρονόμους μαζί εξ αδιαιρέτου.
Με τις προύποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο την απαλλαγή του άγαμου δικαιούνται και τα ανήλικα τέκνα, τα οποία στερούνται και τους δύο γονείς τους και τελούν υπό επιτροπεία ή υπό την επιμέλεια τρίτου προσώπου, που ορίστηκε με δικαστική απόφαση είτε αγοράζουν ακίνητο εξ αδιαιρέτου είτε αγοράζουν αυτοτελώς χωριστό ακίνητο το καθένα. Την απαλλαγή του άγαμου δικαιούται και ο σύζυγος που βρίσκεται σε διάσταση και έχει καταθέσει αίτηση ή αγωγή διαζυγίου τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από το χρόνο της αγοράς. Αν έχει την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της οικογένειας, δικαιούται απαλλαγή ως έγγαμος. Αν δεν λυθεί ο γάμος με διαζύγιο μέσα σε πέντε (5) έτη από την αγορά, αίρεται η χορηγηθείσα απαλλαγή και καταβάλλεται ο οικείος φόρος σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού.
Εάν ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα αυτού, που είναι κύριοι κατοικίας ή οικοπέδου ή ιδανικού μεριδίου αυτών, μεταβιβάσουν με επαχθή ή χαριστική αιτία την επικαρπία ή το δικαίωμα οίκησης ή ιδανικό μερίδιο επί της κατοικίας ή του οικοπέδου, το εμβαδόν των οποίων πληροί κατά το χρόνο της μεταβίβασης τις στεγαστικές τους ανάγκες, δεν παρέχεται απαλλαγή πριν από την παρέλευση χρονικού διαστήματος πέντε (5) ετών από τη μεταβίβαση της επικαρπίας ή της οίκησης ή του ιδανικού μεριδίου. Το ανωτέρω χρονικό διάστημα απαιτείται και όταν μεταβιβάζεται η ψιλή κυριότητα οικοπέδου ή ιδανικού μεριδίου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται:
α) Για αγορά κατοικίας από άγαμο μέχρι ποσού αξίας διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ ενώ, από έγγαμο ο οποίος παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία μέχρι ποσού αξίας διακοσίων εβδομήντα πέντε χιλιάδων (275.000) ευρώ. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα αυτού και κατά τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
β) Για αγορά οικοπέδου από άγαμο μέχρι ποσού αξίας πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, ενώ από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα αυτού και κατά δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
Σε περίπτωση αγοράς κατοικίας, στο ποσό της απαλλαγής περιλαμβάνεται και η αξία μίας θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου και ενός αποθηκευτικού χώρου, για επιφάνεια εκάστου έως είκοσι (20) τ.μ., εφόσον βρίσκονται στο ίδιο ακίνητο και αποκτώνται ταυτόχρονα με το ίδιο συμβόλαιο αγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

3.Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων, εφόσον ο αγοραστής κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα ή προτίθεται να εγκατασταθεί σε αυτή και εντάσσεται στις ακόλουθες κατηγορίες δικαιούχων:.
α) Έλληνες,
β) ομογενείς από Αλβανία, Τουρκία και χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης,
γ) οι πολίτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,.
Σημ.: όπως η περίπτωση γ΄ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 321 παρ. 1 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.
δ) αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 96/2008 (ΦΕΚ 152 Α), και
ε) πολίτες τρίτων χωρών που απολαύουν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 150/2006 (ΦΕΚ 160 Α).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010 και με την παράγραφο 4 άρθρου 23 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

4. Το αγοραζόμενο οικόπεδο ή το οικόπεδο, στο οποίο έχει ανεγερθεί η αγοραζόμενη κατοικία, πρέπει να είναι οικοδομήσιμο κατά το χρόνο της αγοράς. Η συνδρομή αυτής της προϋπόθεσης βεβαιώνεται από τις αρμόδιες Δημόσιες Υπηρεσίες ή από αντίστοιχη δήλωση μηχανικού κατά τις διατάξεις του ν. 651/1977 και του ν. 1337/1983 πάνω στο τοπογραφικό διάγραμμα του μεταβιβαζόμενου ακινήτου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

5. Η απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης για αγορά κατοικίας ή οικοπέδου παρέχεται μία φορά.
Απαλλαγή παρέχεται και για κάθε νέα αγορά ακινήτου εφόσον:
α) τα ακίνητα που έχει στην κυριότητά του κατά το χρόνο της νέας αγοράς ο αγοραστής, ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα τους, δεν πληρούν τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς τους και
β) ο αγοραστής υποβάλει την οικεία δήλωση και καταβάλει εφάπαξ το φόρο που αναλογεί στην αξία του ακινήτου που έτυχε της απαλλαγής.
Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ως αξία ακινήτου λαμβάνεται η αξία που έχει αυτό κατά το χρόνο της νέας απαλλαγής. Ο φόρος που αναλογεί εξευρίσκεται  με τη χρήση των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της πρώτης απαλλαγής και καταβάλλεται εφάπαξ,εκτός αν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου ή στο καταβληθέν τίμημα κατά το χρόνο χορήγησης της πρώτης απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος.
Η απαλλαγή αυτή παρέχεται και σε πρόσωπα τα οποία έτυχαν απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης για απόκτηση στέγης μέχρι 14.7.1980, καθώς και σε πρόσωπα που έτυχαν απαλλαγής από το φόρο κληρονομιάς ή γονικής παροχής για απόκτηση πρώτης κατοικίας, εφόσον για τα πρόσωπα αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις απαλλαγής της παραγράφου αυτής και καταβληθεί ο οικείος φόρος κατά περίπτωση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.10 Ν.3091/2002, ΦΕΚ Α 330/24.12.2002.

6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογή σε συμβάσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία μεταξύ συγγενών εξ αίματος ή αγχιστείας πρώτου βαθμού καθώς και μεταξύ συζύγων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 20 παρ.2 Ν.1731/1987 (Α` 161) και με την παρ.2 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010.

7.Επιφυλασσομένων των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, η απαλλαγή παρέχεται υπό τον όρον ότι το ακίνητον θα παραμείνη εις την κυριότητα του αγοραστού επί μίαν τουλάχιστον πενταετίαν. Αν ο αγοραστής μεταβιβάσει ή συστήσει επ` αυτού οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, πλην υποθήκης, πριν την παρέλευση πενταετίας, υποχρεούται, πριν τη μεταβίβαση ή τη σύσταση του εμπράγματου δικαιώματος, σε υποβολή δήλωσης και καταβολή εφάπαξ του φόρου που αναλογεί στην αξία του ακινήτου.
Ο φόρος υπολογίζεται με βάση την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της νέας μεταβίβασης ή της σύστασης του εμπράγματου δικαιώματος ή το δηλούμενο τίμημα της νέας μεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, με εφαρμογή των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της απαλλαγής, εκτός αν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος.
Προ της παρελεύσεως πενταετίας απαγορεύεται η σύνταξις συμβολαιογραφικού εγγράφου, μεταριβάζοντος την κυριότητα ή συνιστώντος εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτου, πλην υποθήκης, το οποίον δεν υπήχθη εις φόρον κατά τα άνω, εάν δεν προσαρτηθή υπό του συμβολαιογράφου, εις το παρ’ αυτού συντασσόμενον συμβόλαιον, βεβαίωσις του αρμοδίου Οικον. Εφόρου περί υποβολής δηλώσεως και καταβολής ολοκλήρου του ποσού του κατά το προηγούμενον εδάφιον φόρου.
Αν έχει χορηγηθεί απαλλαγή και στους δύο συζύγους κατά την αγορά ακινήτου εξ αδιαιρέτου, κατά τη μεταβίβαση του ποσοστού του ενός συζύγου καταβάλλεται ο φόρος που αναλογεί στο ποσοστό αυτό.

Αν ο αγοραστής δεν εγκατασταθεί στην Ελλάδα εντός προθεσμίας δύο ετών από την αγορά, υποχρεούται να υποβάλει δήλωση το αργότερο εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη συμπλήρωση της διετίας και να καταβάλει το φόρο, κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο. Για τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπόψη η αξία του ακινήτου κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.2 Ν.2892/2001,ΦΕΚ Α 46, με την παρ.9 άρθρ.35 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004,με την παρ.12 άρθρ.35 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004 και με την παράγραφο 5 άρθρου 23 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

8. Αν χορηγήθηκε απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις, επιβάλλεται σε βάρος του αγοραστή, εκτός από τον αναλογούντα κύριο φόρο, και πρόσθετος φόρος που ορίζεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) επί του κυρίου φόρου. Ο κύριος φόρος υπολογίζεται με βάση την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης με εφαρμογή των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της απαλλαγής, εκτός εάν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου της απαλλαγής είναι μεγαλύτερος. Ο ανωτέρω πρόσθετος φόρος δεν μπορεί να μειωθεί κατά τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α`). Αν η αξία που έχει απαλλαγεί από το φόρο αποτελεί τμήμα της συνολικής αξίας του ακινήτου, ο κύριος και πρόσθετος φόρος επιβάλλεται με βάση το τμήμα αυτό, η αξία του οποίου εξευρίσκεται με βάση τη σχέση της αξίας που έχει απαλλαγεί προς τη συνολική αξία, κατά το χρόνο της απαλλαγής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.6 άρθρου 3 Ν.3634/2008,ΦΕΚ Α 9/29.1.2008.Ισχύς στις υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.
Το δικαίωμα του Δημοσίου διά τον καταλογισμόν του κυρίου και προσθέτου φόρου του παρόντος παραγράφεται μετά πάροδον δέκα πέντε (15) ετών από του τέλους του έτους εντός του οποίου παρεσχέθη η απαλλαγή, έστω και αν η υπόθεσις επεραιώθη κατά τα εν παραγράφοις 2 και 3 του άρθρου 8 του διά του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950 “περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων”, ως ισχύει, οριζόμενα.

9. Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος, επιφυλασσομένων των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παρούσης παραγράφου, καταργείται πάσα διάταξις προβλέπουσα απαλλαγήν εκ του φόρου μεταβάσεως διά την αγοράν πρώτης κατοικίας ή οικοπέδου διά πρώτην κατοικίαν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 4 του άρθρου 18 του Ν. 1563/1985 (ΦΕΚ Α 151)
Αι διατάξεις, περί απαλλαγής των μελών του Αυτονόμου Οικοδομικού Οργανισμού Αξιωματικών του Στρατού Ξηράς, Θαλάσσης και Αέρος, διά τα υπό τούτου μεταβιβαζόμενα προς αυτά ακίνητα, διατηρούνται εν ισχύι.

10. Διά παν θέμα μη ρυθμιζόμενον υπό των διατάξεων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις του διά του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950 “περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.3 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

11. Δι’ αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τρόπος διαπιστώσεως των προϋποθέσεων της κατά το παρόν άρθρον απαλλαγής και τα αναγκαιούντα προς τούτο δικαιολογητικά, ως και πάσα άλλη αναγκαία διά την εφαρμογήν αυτού λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.3 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

12. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου άρχεται από 14 Ιουλίου 1980.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.3 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

13.Αν ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα τους έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε κατοικία ή ιδανικό μερίδιο κατοικίας ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας σε οικόπεδο ή ιδανικό μερίδιο οικοπέδου, θεωρείται ότι καλύπτονται οι κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού στεγαστικές ανάγκες, αν το συνολικό εμβαδόν των ανωτέρω ακινήτων είναι εβδομήντα (70)τ.μ., προσαυξανόμενα κατά είκοσι (20)τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά είκοσι πέντε (25)τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα, των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος.
Κατ` εξαίρεση οι στεγαστικές ανάγκες του αγοραστή με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) αυξάνονται σε ενενήντα (90) τ.μ..
Σημ.: όπως  τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.10 Ν.3091/2002, ΦΕΚ Α 330/24.12.2002.Ισχύς από 1ης Ιανουαρίου 2003 και με την παρ.14 άρθρ.16 Ν.3522/2006, ΦΕΚ Α 276/22.12.2006 ,αναριθμήθηκε με την παρ.3 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

14. Τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3719/2008 (ΦΕΚ 241 Α) θεωρούνται σύζυγοι για την εφαρμογή του παρόντος, εφόσον το σύμφωνο έχει καταρτισθεί τουλάχιστον δύο (2) έτη πριν από την αγορά.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 21 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010

Άρθρο 2
Φορολογικαί απαλλαγαί
Το πρώτον εδάφιον της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του Ν. 634/1977 «περί καταργήσεως του Ειδικού Ταμείου Εποικισμού, θεσπίσεως απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως γεωργικών ή κτηνοτροφικών εκτάσεων, ρυθμίσεως θεμάτων αρμοδιότητος Υπουργείου Γεωργίας και άλλων τινών διατάξεων» αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Συμβάσεις αγοράς κυριότητος γεωργικών ή κτηνοτροφικών εκτάσεων, μετά των επ΄ αυτών εγκαταστάσεων των εξυπηρετουσών αποκλειστικώς την εκμετάλλευσιν αυτών, των οποίων ή κατά στρέμμα αγοραία άξια δεν υπερβαίνει τας διακοσίας πεντήκοντα χιλιάδας (250.000) δραχμάς, απαλλάσσονται του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων δια το μέχρις εκατόν χιλιάδων (100.000) δραχμών τμήμα της κατά στρέμμα αγοραίας αξίας αυτών και μέχρις εμβαδού τεσσαράκοντα (40) στρεμμάτων συνολικώς δι΄ έκαστον αγοραστήν, είτε αύται συντελούνται δια μιας είτε δια πλειόνων συμβολαιογραφικών πράξεων».

Άρθρο 3
Μη έκδοσις τοπογραφικού διαγράμματος επί μεταβιβάσεως αγροτεμαχίων
Εις την παράγραφαν 1 του άρθρου 5 του Ν. 661/1977 «περί καταργήσεως του Ν. Δ/τος 349/1974, τροποποιήσεως των περί αυθαιρέτων οικοδομικών κατασκευών διατάξεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων» προστίθεται εδάφιον, έχον ούτω:
«Της κατά το προηγούμενον εδάφιον υποχρεώσεως εξαιρούνται αι λόγω πωλήσεως μεταβιβάσεις αγροτεμαχίων, μετά ή άνευ κτισμάτων κειμένων εις καθαρώς αγροτικάς περιοχάς».

Άρθρο 4
Αντικείμενον φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων – Συντελεσταί

1.Αι διατάξεις του πρώτου εδαφίου και των πρώτης, δευτέρας και τρίτης περιόδων της περιπτώσεως Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950, ως ούτος τροποποιηθείς ισχύει, αντικαθίστανται, ως ακολούθως:
«1. Ο φόρος μεταβιβάσεως επί της αξίας του ακινήτου ή του εμπράγματου επί του ακίνητου δικαιώματος υπολογίζεται:
Α) Επί αυτουσίου διανομής ακινήτων μεταξύ συγκυρίων, βάσει των συντελεστών της περιπτώσεως Γ΄ της παρούσης παραγράφου, μειούμενος εις το τέταρτον. Εάν κατά την διανομήν οι μερίδες των δικαιούχων δεν είναι ισομερείς προς τας ιδανικάς τοιαύτας και καταβάλλεται προς συμπλήρωσιν μιας ή πλειόνων μερίδων τίμημα, ο φόρος μεταβιβάσεως ο αναλογών επί της αξίας του τμήματος της μερίδος, δι΄ ό καταβάλλεται τίμημα, υπολογίζεται βάσει των συντελεστών της περιπτώσεως Γ΄ της παρούσης παραγράφου, εκτός εάν πρόκειται περί οικοπέδου του οποίου η διανομή καθίσταται ανέφικτος λόγω μη πληρώσεως των προϋποθέσεων των προβλεπομένων υπό των διατάξεων περί κανονισμού της Πολεοδομικής Υπηρεσίας και συντρέχη ή υποπερίπτωσις (α) της περιπτώσεως Β΄ της παρούσης παραγράφου, ότε ο φόρος υπολογίζεται κατά τα εν τη περιπτώσει ταύτη οριζόμενα.
Ο βάσει των συντελεστών της περιπτώσεως Γ΄ της παρούσης παραγράφου προσδιοριζόμενος φόρος μειούται ωσαύτως εις το τέταρτον και επί μεταβιβάσεως κατά την διάλυσιν ομορρύθμου ή ετερορρύθμου εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης της ακινήτου περιουσίας της εις μέλη αυτής, κατά τον λόγον της εταιρικής των μερίδος, εκτός εάν έχει λάβει χώραν εκχώρησις της εταιρικής μερίδος κατά το τελευταίον προ της διαλύσεως της εταιρίας έτος, ότε μειούται μόνον η αξία του ακινήτου ήτις αντιστοιχεί εις τα μη εκχωρηθέντα μερίδια».

2.Αι διατάξεις της πρώτης περιόδου του πρώτου εδαφίου της περιπτώσεως Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950, ως ούτος τροποποιηθείς ισχύει, αντικαθίστανται, ως ακολούθως:
«Β) Βάσει των συντελεστών της περιπτώσεως Γ΄ της παρούσης παραγράφου, μειούμενος εις το ήμισυ».

3.Η διάταξις της περιπτώσεως Γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Γ) Επί πάσης άλλης περιπτώσεως, εις 9% δια το μέχρι τεσσάρων εκατομμυρίων (4.000.000) δραχμών τμήμα της αγοραίας αξίας και εις 11% δια το πέραν του ποσού τούτου τμήμα αυτής».

4.Εις το άρθρον 3 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950 προστίθεται παράγραφος 5, έχουσα ως ακολούθως:
«5. Επί μεταβιβάσεως ιδανικού μεριδίου ακινήτου, δια τον υπολογισμόν του φόρου λαμβάνεται υπ΄ όψιν η αναλογούσα αξία του μεταβιβαζομένου μεριδίου του ακινήτου ή του εμπράγματου επί του ακινήτου δικαιώματος.
Εάν μεταβιβάζωνται ιδανικά μερίδια υπό του αυτού πωλητού προς τον αυτόν αγοραστήν δια πλειόνων της μιας πράξεων, απεχουσών αλλήλων έλλασσον των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, δια τον υπολογισμόν του φόρου λαμβάνεται υπ΄ όψιν η συνολική αγοραία αξία των δια των πράξεων τούτων μεταβιβαζόμενων μεριδίων, εκπιπτομένου του δια τας προηγουμένας μεταβιβάσεις καταβληθέντος φόρου».

5.Η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του Α.Ν. 1521/1950, ως τροποποιηθείσα δια της παραγράφου 1 του άρθρου 46 του Ν. 820/1978 «περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων» ισχύει, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
«3. Το δικαίωμα του δημοσίου προς επιβολήν του φόρου του παρόντος παραγράφεται μετά πάροδον πενταετίας από του τέλους του έτους εντός του οποίου επεδόθη η δήλωσις φόρου μεταβιβάσεως».

6.Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3563/1956 «περί των πόρων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Οι υπό των διατάξεων της περιπτώσεως Γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950 ως ισχύει, προβλεπόμενοι συντελεσταί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων ορίζονται από 9% εις 11% και από 11% εις 13% αντιστοίχως».

7.Εις την παράγραφον 2 του άρθρου 13 του δια του Ν. 1587/1950 κυρωθέντος Α.Ν. 1521/1950, προστίθεται περίπτωσις υπ΄ αριθ. δ΄ έχουσα ως ακολούθως:
«δ) να αναγράψη εις το συμβόλαιον εάν η περί ής τούτο μεταβίβασις έτυχεν απαλλαγής εκ του φόρου μεταβιβάσεως, ως αφορώσα απόκτησιν πρώτης κατοικίας ή μη».

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Φορολογία Κληρονομιών

Άρθρο 5
Εκπτώσεις
Το πρώτον εδάφιον της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του Ν.Δ. 118/1973 «περί Κωδικός φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών εκ λαχείων», ως αύτη προσετέθη της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Ν. 1041/1980 «περί αυξήσεως των αποδοχών των δημοσίων εν γένει υπαλλήλων κλπ», αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
«1. Επί κτήσεως περιουσίας, ης δικαιούχοι είναι πρόσωπα παρουσιάζοντα αναπηρίαν εξήκοντα επτά επί τοις εκατόν (67%) και άνω, εκ διανοητικής καθυστερήσεως ή φυσικής αναπηρίας , εκπίπτεται εκ της μερίδος εκάστου τούτων, μη υποβαλλόμενον εις φόρον, ποσόν δύο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών, αν πρόκειται περί δικαιούχου υπαγομένου εις την Α΄ Κατηγορίαν και ποσόν ίσον προς το αφορολόγητον όριον της κλίμακος της οικείας κατηγορίας εις πάσαν άλλην περίπτωσιν».

Άρθρο 6
Κατάργησις τεκμηρίου λόγω αγοράς ή ανεγέρσεως ακινήτων

1.Η περίπτωσις α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν. 820/1978 «περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων», αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1……………………………………………………………………………………………………
α) αγοράν αυτοκινήτων, πλοίων αναψυχής, σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών πραγμάτων μεγάλης αξίας, εξαιρέσει των αποτελούντων το άμεσον αντικείμενον της εμπορικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητος, ως και των μηχανημάτων».

2.Η περίπτωσις β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν. 820/1978 καταργείται της περιπτώσεως γ΄ της αυτής παραγράφου τιθεμένης υπό στοιχείον β΄.

3.Το δεύτερον εδάφιον της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Ν. 820/1978 καταργείται, διατηρουμένης της ισχύος του ως προς τον χρόνον φορολογίας του εισοδήματος του προκύψαντος εκ της μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1979 πραγματοποιηθείσης δαπάνης δι΄ αγοράν ακινήτων.

4.Το τελευταίοι εδάφιον της παραγράφου 2 το άρθρου 14 του Ν. 820/1978, ως ισχύει, καταργείται.

5.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από του οικονομικού έτους 1981.

Άρθρο 7
Κατάργησις τεκμηρίου δαπάνης βάσει του ενοικίου της κατοικίας. Τεκμήριον δαπανών διαβιώσεως εκ της πραγματοποιήσεως ταξιδίων αναψυχής εις το εξωτερικόν

1.Η περίπτωσις Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 820/1978, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Β) Η καταβαλλομένη ετησία δαπάνη δια τα πέραν του ενός ταξίδια αναψυχής εις το εξωτερικόν ή πέραν των δύο (2) εάν το εν τούτων γίνεται εις την Κύπρον τα οποία πραγματοποιούνται υπό του φορολογουμένου, της συζύγου του και των συνοικούντων και βαρυνόντων αυτούς προσώπων, πολλαπλασιαζομένη, επί συντελεστή τέσσερα (4)».

2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του Ν. 860/1978 καταργείται, της παραγράφου 3 τον αυτού άρθρου αριθμουμένης εις 2.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από του οικονομικού έτους 1981.

Άρθρο 8
Επιβολή συμπληρωματικού φόρου περί εισοδημάτων εξ οικοδομών και γαιών φυσικών και νομικών προσώπων

1.Το δεύτερον εδάφιον της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955 «περί φορολογίας εισοδήματος», ως τούτο ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. ……………………………………………………………………………………………
Ωσαύτως εάν εις το κατά την παράγραφον 1 εισόδημα περιλαμβάνεται και τοιούτον εξ οικοδομών ή εξ εκμισθώσεως γαιών, το συνολικόν καθαρόν εισόδημα εκ των πηγών τούτων του υποχρέου της συζύγου του και των ανηλίκων τέκνων του, αθροιστικώς λαμβανόμενον και προ της διενεργείας των κατά το άρθρον 8 εκπτώσεων, υποβάλλεται και εις συμπληρωματικόν φόρον επί τη βάσει της ακολούθου κλίμακος:

Κλιμάκια

Φορολογικοί συντελεσταί κατά κλιμάκια

Ποσ. Φόρ. Κατά κλιμάκια

Σύνολον καθαρού εισοδήματος εξ οικοδ. και γαιών

Σύνολον φόρου

100.000

100.000

100.000

2

2.000

200.000

2.000

200.000

3

6.000

400.000

8.000

Υπερβάλλον

4

Το ποσόν του κατά τα προηγούμενα εδάφια συμπληρωματικού φόρου δεν δύναται εν πάση περιπτώσει να είναι ανώτερον του φόρου του αναλογούντος επί του ολικού φορολογητέου εισοδήματος, επί τη βάσει της κλίμακος της προηγουμένης παραγράφου».

2. Εις το άρθρον 10 του Ν.Δ. 3843/1958 «περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων», ως τούτο ισχύει, προστίθεται παράγραφος 2, των μέχρι τούδε παραγράφων 2 και 3 αριθμουμένων εις 3 και 4 αντιστοίχως, έχουσα ως ακολούθως:
«2. Οσάκις εις το κατά την προηγουμένην παράγραφον εισόδημα περιλαμβάνεται τοιούτον εξ οικοδομών, ή εξ εκμισθώσεως γαιών, το συνολικόν ακαθάριστον εισόδημα εκ των πηγών τούτων, αθροιστικώς λαμβανόμενον, υποβάλλεται και εις συμπληρωματικόν αναλογικόν φόρον, οριζόμενον εις τρία επί τοις εκατόν (3%).
Ο φόρος ούτος δεν επιβάλλεται επί των εισοδημάτων εξ οικοδομών και εξ εκμισθώσεως γαιών των νομικών προσώπων τα οποία απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος δια τα εισοδήματα ταύτα, βάσει των διατάξεων του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.
Το ποσόν του συμπληρωματικού φόρου δεν δύναται εν πάση περιπτώσει να είναι ανώτερον του φόρου του αναλογούντος επί του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος επ΄ ονόματι του υποχρέου νομικού προσώπου, επί τη βάσει των συντελεστών των καθοριζομένων υπό της προηγουμένης παραγράφου».

3.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από του οικονομικού έτους 1981.

Άρθρο 9
Κατάργησις της φορολογίας ακινήτου περιουσίας

1.Από του οικονομικού έτους 1981 καταργούνται αι διατάξεις του Ν. 11/1975 «περί φορολογίας ακινήτου περιουσίας και τροποποιήσεως άλλων τινών διατάξεων», ως ούτος τροποποιηθείς ισχύει, εξαιρέσει του άρθρου 26 αυτού, ως τούτο ηριθμήθη δια της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του Ν. 542/1977.

2.Αι υπό της προηγουμένης παραγράφου καταργούμεναι διατάξεις εφαρμόζονται και μετά την 1ην Ιανουαρίου 1981 επί υποθέσεων φόρου ακινήτου περιουσίας, δι΄ άς η φορολογική υποχρέωσις εγεννήθη μέχρι της καταργήσεώς των.

Άρθρο 10
Περαίωσις εκκρεμών υποθέσεων

1.Εις περίπτωσιν καθ’ ήν υπόθεσις φόρου ακινήτου περιουσίας επεραιώθη οριστικώς κατά το έτος 1978, δύναται ο φορολογούμενος, δια τα έτη 1979 και 1980, να αποδεχθή δια δηλώσεώς του υποβαλλομένης εις τον αρμόδιον Οικον. Έφορον μέχρις 31ης Δεκεμβρίου 1980, δι΄ έκαστον των ετών τούτων, ποσόν φόρου ίσον προς το οριστικώς προσδιορισθέν κατά το έτος 1978, προσηυξημένον κατά ποσοστόν τριάκοντα επί τοις εκατόν (30%), οπότε η υπόθεσις περαιούται οριστικώς άνευ επιβολής προσθέτου φόρου, προσαυξήσεως, προστίμου ή ετέρας οιασδήποτε κυρώσεως.
Η κατά το προηγούμενον εδάφιον διαδικασία εφαρμόζεται και όταν ο αριθμός των υποκειμένων εις φορολογίαν ακινήτων κατά τα έτη 1979 και 1980 τυγχάνη μειωμένος λόγω μεταβιβάσεώς των, οπότε εκ του οριστικώς προσδιορισθέντος κατά το προηγούμενον έτος φόρου λαμβάνεται προσηυξημένος ο επιμεριστικώς αναλογών εις τα εναπομείναντα ακίνητα φόρος.
Η αυτή ωσαύτως διαδικασία εφαρμόζεται και όταν ο αριθμός των υποκειμένων εις φορολογίαν ακινήτων έχει αυξηθή, κατά τα έτη 1979 και 1980, μόνον όσον αφορά τα ακίνητα δι΄ ά η φορολογική διαφορά επεραιώθη κατά το έτος 1978 οριστικώς.
Ο κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος προκύπτων φόρος καταβάλλεται εις είκοσι τέσσαρας (24) ισοπόσους μηνιαίας δόσεις της πρώτης καταβαλλομένης εντός του επόμενου από της βεβαιώσεως μηνός.
Εν περιπτώσει καταβολής ολοκλήρου του ποσού του φόρου εντός της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσεως εκπίπτεται ποσοστόν 10%.
Σημ.Ε.Ο.Ε7: Σύμφωνα με το άρθρο 64 του Ν. 1249/1982 ορίζεται ότι η προθεσμία για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας των ετών 1979 και 1980, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 1078/80 και η οποία λήγει την 27η Φεβρουαρίου 1981, παρατείνεται μέχρι την 30ή Απριλίου 1981.

2.Φόρος ακινήτου περιουσίας, βεβαιούμενος από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος βάσει διοικητικής επιλύσεως της διαφοράς ή κατά την διαδικασίαν της δια της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Ν. 814/1978 κυρωθείσης υπ΄ αριθμ. Κ. 8173/422/21.6.1978 υπουργικής αποφάσεως, ως αύτη τροποιηθείσα ισχύει, καταβάλλεται κατά τα εν τη προηγουμένη παράγραφω οριζόμενα.

Άρθρο 11
Κύρωσις αποφάσεων
Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου αφ ής εξεδόθησαν αι υπ΄ αριθμ. Κ. 3078/137 από 10 Απριλίου 1980 και Ε. 7202 από 18 Ιουνίου 1980 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, ως και η υπ΄ αριθ. Ε.5277 από 5 Μαΐου 1980 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, έχουσαι ως ακολούθως:
α) «Κ. 3078/137 Αθήναι, 10 Απριλίου 1980
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμιών για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
1. Οι προθεσμίες για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων Δημοσίου από φόρους, τέλη και δικαιώματα υπέρ αυτού και τρίτων, που σύμφωνα με τις αποφάσεις μας Κ. 13082/1044 (Πολ. 177) 23.12.1978, Κ. 1005/124 (Πολ. 15) 27.1.1979, Κ. 1877/238 (Πολ. 30) 22.2.1979, Κ. 4857/631 (Πολ. 100) 25.5.1979, Κ. 6488/801 (Πολ. 140) 27.7.1979, Κ. 8020/898 (Πολ. 177) 25.9.1979, Κ. 9830/1097 (Πολ. 221) 22.11.1979. Κ. 10827/1192 (Πολ. 242) 23.12.1979 και Κ. 1239/108 (Πολ. 41) 9 Φεβρουαρίου 1980, λήγουν την 11η Απριλίου 1980, παρατείνονται μέχρι και της 30ης Ιουλίου 1980.
2. Η απόφαση αύτη θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός
ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ»
β) «Ε.7202 Αθήναι, 18 Ιουνίου 1980
ΘΕΜΑ: Εξαίρεση επαγγελματικών αυτοκινητιστών από τις διατάξεις της περιπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 Ν. 820/1978.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων 10, 11 παρ. 1α και 14 του Ν. 820/1978 «περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής».
2. Το γεγονός ότι στους επαγγελματίες αυτοκινητιστές δεν πρέπει να εφαρμόζονται οι διατάξεις της περιπτ. α΄ παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 820/1978, για τα χρηματικά ποσά που διαθέτουν για την αγορά αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως σε αντικατάσταση παλαιού αυτοκινήτου, καθόσον τα ποσά αυτά προέρχονται από τις αποσβέσεις του αυτοκινήτου που αναγνωρίζονται με τις ισχύουσες διατάξεις προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, αποφασίζουμε:
1. Ορίζουμε, ότι τα χρηματικά ποσά που διατίθενται από επαγγελματίες αυτοκινητιστές για την αγορά αυτοκινήτων δημόσιας χρήσεως προς αντικατάσταση παλαιών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως της αυτής κατηγορίας που ανήκαν σε αυτούς, εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων της περιπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 820/1978.
2. Η παρούσα εφαρμόζεται από της ενάρξεως της ισχύς των διατάξεων του Ν. 820/1978.
3. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο
Ο Υπουργός
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΕΒΕΡΤ
γ) «Ε. 5277 Αθήνα, 5 Μαΐου 1980
ΘΕΜΑ: Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση των φορολογικών υποθέσεων που εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό στα Διοικητικά Πρωτοδικεία.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Την ανάγκη της σύντομης περαιώσεως των φορολογιών υποθέσεων, οι οποίες εκκρεμούν στα Διοικητικά – Πρωτοδικεία και της έγκαιρης βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων του Δημοσίου από φόρους, τέλη και εισφορές υπέρ αυτού η τρίτων.
2. Την ανάγκη αποσυμφορήσεως των Διοικητικών Πρωτοδικείων από τις υποθέσεις φορολογικών διαφορών που εκκρεμούν σ’ αυτά.
Αποφασίζουμε:
1. Υποθέσεις των κατωτέρω φορολογιών:
α) Φόρου εισοδήματος, φυσικών και νομικών προσώπων καθώς και του φόρου των άρθρων 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 29 του Ν. 542/1977.
β) Φόρου κληρονομιών – δωρεών – προικών.
γ) Φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων.
δ) Φόρου ακινήτου περιουσίας.
β) Φόρου κύκλου εργασιών, φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου καταναλώσεως Ν.Δ. 3829/1958 και φόρου καταναλώσεως κηρωδών υλών και απορρυπαντικών.
στ) Φόρου καταναλώσεως στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται στο εσωτερικό και φόρου καταναλώσεως στα λιπαντικά έλαια.
ζ) Τελών χαρτοσήμου.
η) Φόρου άρθρου 5 του Α.Ν. 843/1948.
δ) Εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. – Δήμων και Κοινοτήτων του άρθρου 10 και εισφοράς υπέρ ΟΓΑ του εδαφίου β΄ της περιπτώσεως Ζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961 όπως ισχύει.
ι) Αυτοτελών προστίμων πάσης φύσεως.
ια) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κρατήσεως υπέρ του Δημοσίου η τρίτων, που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α΄ έως και ι΄, οι οποίες κατά την έκδοση της παρούσης εκκρεμούν, χωρίς να έχουν συζητηθεί, στα Διοικητικά Πρωτοδικεία, δύνανται να επανεξετασθούν από τον αρμόδιο Οικον. Έφορο για εξώδικη λύση της διαφοράς, μέσα σε διάστημα δυο μηνών από την έκδοση της παρούσας.
2. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις των περιπτώσεων α΄ μέχρι και ια΄ περιλαμβάνονται και οι φόροι και εισφορές υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που συμβεβαιώνονται με τους ανωτέρω φόρους, καθώς και η εισφορά του Ν.Δ. 44/1974 και των άρθρων 15, 16, 17, 18, 19 και 20 του Ν. 257/1976.
3. Προς τούτο ο υπόχρεος πρέπει να υποβάλλει, μέσα σε διάστημα δύο μηνών από την έκδοση της παρούσας, αίτηση στον αρμόδιο Οικον. Έφορο για την εξώδικη λύση της διαφοράς. Αν μέσα σ΄ αυτό το διάστημα έχει ορισθεί δικάσιμος, ο Οικονομικός Έφορος προτείνει την αναβολή ή της συζητήσεως της προσφυγής, η οποία παρέχεται κατά την κρίση του Προέδρου του Δικαστηρίου και πάντως όχι πέραν του διμήνου.
4. Σε περίπτωση εξώδικης λύσεως της διαφοράς ο φορολογούμενος απαλλάσσεται από κάθε πρόσθετο φόρο, προσαύξηση ή πρόστιμο και η συντασσόμενη πράξη έχει το αποτέλεσμα αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως. Ειδικά, προκειμένου περί αυτοτελών προστίμων, εφόσον ο φορολογούμενος αποδέχεται με δήλωσή του ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του καταλογισθέντος ποσού, η υπόθεση περαιούται. Αν από τις ισχύουσες διατάξεις παρέχεται δυνατότης περαιτέρω μειώσεως δύναται να παρασχεθεί αύτη κατά την κρίση του Οικον. Εφόρου. Στις ανωτέρω περιπτώσεις το ποσό του προστίμου δε δύναται να καθορισθεί σε ποσοστό κατώτερο, του κατωτάτου ορίου που προβλέπεται από το νομό.
5. Τα οφειλόμενα ποσά για φόρους, τέλη ή εισφορές του Δημοσίου, βάσει της ανωτέρω εξώδικης λύσεως της διαφοράς, καταβάλλονται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται, μέσα στο επόμενο από τη βεβαίωση μήνα.
Όσοι εξοφλούν, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσεως, ολόκληρο το ποσό του οφειλομένου φόρου, τέλους ή εισφοράς, έχουν δικαίωμα σε έκπτωση ποσοστού δέκα επί τοις εκατό (10%) στο ποσό που καταβάλλουν.
Για την καταβολή των φορών κληρονομιών – δωρεών – προικών ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973, όπως ισχύουν.
6. Οι υποθέσεις που περαιώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσης, επιστρέφονται από το Διοικητικό Πρωτοδικείο, στον αρμόδιο Οικον. Έφορο, ύστερα από έγγραφό του και η εκκρεμής δίκη θεωρείται αυτοδικαίως καταργημένη.
7. Αν για οποιοδήποτε λόγο δεν επιτευχθεί εξώδικη λύση της διαφοράς, το Διοικητικό Πρωτοδικείο προχωρεί στην εκδίκαση της προσφυγής που ασκήθηκε. Σε περίπτωση που η υπόθεση δεν έχει περαιωθεί μέχρι την προηγουμένη της δικασίμου, η εκδίκαση της προσφυγής δύναται να αναβάλλεται σε ρητή δικάσιμο η οποία πρέπει να μη απέχει περισσότερο από 40 ημέρες.
8. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και επί των υποθέσεων που εκκρεμούν κατά την έκδοση της παρούσας ενώπιον των Οικον. Εφόρων, λόγω ασκήσεως προσφυγών κατά των οικείων πράξεων καταλογισμού οι οποίες δεν έχουν διαβιβασθεί στα Διοικητικά Πρωτοδικεία, σε περίπτωση εξώδικης λύσεως της διαφοράς.
9. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
Οι Υπουργοί
Δικαιοσύνης
Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ
Οικονομικών
ΑΘ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ»

Άρθρο 12
Εις το τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 39 του Ν. 1041/1980 προστίθεται εδάφιον, ισχύον από της δημοσιεύσεως του νόμου τούτου δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, έχον ως ακολούθως:
«Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζονται επί εκποιήσεως ανταλλαξίμων κτημάτων και ακινήτων του Δημοσίου κατά τας διατάξεις του Ν. 719/19Τ7 «περί αντικαταστάσεως. τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τίνων της περί δημοσίων κτημάτων νομοθεσίας», ως ισχύει.»

Άρθρο 13
Αι παράγραφοι 2 και 5 του άρθρου 6 του Α.Ν. 2344/1940, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«2. Κατά το άρθρον 5 του παρόντος νομού διαπλάτυνσις του αιγιαλού και η δημιουργία παραλίας γίνεται δι αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, επικυρούσης, κατόπιν συμφώνου γνωμοδοτήσεως του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, την έκθεσιν της Επιτροπής μετά του διαγράμματος.
Από της δημοσιεύσεως δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως της ανωτέρω αποφάσεως, μετά της εκθέσεως και του διαγράμματος, θεωρείται οριστικώς καθορισθείσα η παραλία.»
«5. Από της δημοσιεύσεως της κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αποφάσεως περί δημιουργίας της παραλίας οι κύριοι των υπό ταύτης καταλαμβανομένων κτημάτων θεωρούνται ότι έλαβον γνώσιν τούτου και οφείλουσιν επί διετίαν να μη προβώσιν εις έργα ανοικοδομήσεως, δενδροφυτεύσεως και άλλα καθιστώντα επιζήμιον εις το Δημόσιον την απαλλοτρίωσιν. Η τυχόν παρά την απαγόρευσιν ανοικοδόμησις ή δενδροφύτευσις ή δημιουργία επί της παραλίας άλλων έργων θεωρείται γενομένη επί σκοπώ παρεμποδίσεως της δημιουργίας της παραλίας και τα έργα ταύτα δεν αποζημιούνται κατά την ακολουθούσαν διαδικασίαν της απαλλοτριώσεως».

Άρθρο 14

1.Απονέμεται από της δημοσιεύσεως του παρόντος μηνιαία προσωπική σύνταξις εις τας αγάμους θυγατέρας `Αννα και Δήμητρα – Μυρτώ του αποβιώσαντος βουλευτού Παντελή Νικολάου Νικολαϊδη ίση προς τα επτά δέκατα (7/10) της εκάστοτε συντάξεως βουλευτού έχοντος επτά (7) έτη βουλευτίας.

2.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον σύνταξις καταβάλλεται κατά τα περί πολιτικών συντάξεων διατάξεις.

Άρθρο 15
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως , εκτός αν άλλως ορίζεται εν αυταίς

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 9 Οκτωβρίου 1980
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς.
Εν Αθήναις τη 9 Οκτωβρίου 1980
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΕΒΕΡΤ