Νόμος 1099 της 285/17.12.1980
Περί κυρώσεως της εις Βηρυττόν την 5ην Απριλίου 1975 υπογραφείσης Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λιβανικής Δημοκρατίας, “περί αμοιβαίας δικαστικής αρωγής επί αστικών, εμπορικών και ποινικών υποθέσεων, περί εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων και των διαιτητικών αποφάσεων και περί εκδόσεως”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

Άρθρο πρώτον
Κυρούται και έχει ισχύν νόμου η εις Βηρυττόν την 5ην Απριλίου 1975 υπογραφείσα Σύμβασις, μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λιβανικής Δημοκρατίας “περί αμοιβαίας δικαστικής αρωγής επί αστικών, εμπορικών και ποινικών υποθέσεων”, “περί εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων και των διαιτητικών αποφάσεων” και “περί εκδόσεως” της οποίας τα κείμενον εις πρωτότυπον εις την Γαλλικήν γλώσσαν και εις μετάφρασιν εις την Ελληνικήν έχει ως ακολούθως:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ Μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Λιβανικής Δημοκρατίας “περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί αστικών, εμπορικών και ποινικών υποθέσεων”, “περί εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων και των διαιτητικών αποφάσεων” και “περί εκδόσεως”. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και Ο Πρόεδρος της Λιβανικής Δημοκρατίας Επιθυμούντες να.διατηρήσωσι και συσφίξωσι τονς δεσμούς οι οποίοι ενούν τας δύο χώρας, και ιδίως να ρυθμίσωσι τας σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών εις τον τομέα της δικαστικής συνεργασίας, συνεφώνησαν όπως συνάψωσι Σύμβασιν και διώρισαν προς τούτο ως Πληρεξουσίους των :
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας : Την Α.Ε. τον Υπουργόν των Εξωτερικών Κύριον Δημήτριον Μπίτσιον Ο Πρόεδρος της Λιβανικής Δημοκρατίας: Την Α.Ε. τον Υπουργόν των Εξωτερικών Κύριον Φίλιππον Τακλά
Οι Πληρεξούσιοι, αφού αντήλλαξαν τα πληρεξούσια των αναγνωρισθέντα ως δεόντως συντεταγμένα συνωμολόγησαν τας διατάξεις, αι οποίαι έπονται :
ΤΙΤΛΟΣ Α`
ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΠΡΟΣΕΛΕΥΣΙΣ ΕΙΣ ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ
Άρθρον 1.
Οι υπήκοοι εκατέρου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θα απολαύουν, επί του εδάφους του ετέρου Μέρους, της αυτής ως και οι υπήκοοι μεταχειρίσεως όσον αφορά τας δικαστικάς υποθέσεις. Προς τον σκοπόν τούτον θα χαίρωσιν ελευθέρας και ευχερούς προσελεύσεως παρά τοις Δικαστηρίοις και θα δύνανται να παρίστανται επί δικαστηρίου υπό τους αυτούς όρους και κατά τους αυτούς τύπους και οι υπήκοοι του ετέρου μέρους.
Άρθρον 2
Δεν θα δύνανται να επιβληθή εις τους υπηκόους εκατέρου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών ούτε εγγύησις, ούτε κατάθεσις, υπό οιανδήποτε ονομασίαν, ούτε λόγω μόνης της ιδιότητός των ως αλλοδαπών, ούτε λόγω μόνης της ελλείψεως κατοικίας εν τη χώρα.
Το προηγούμενον εδάφιον εφαρμόζεται εις τα νομικά πρόσωπα τα συσταθέντα ή εις εκείνα των οποίων η δραστηριότης επιτρέπεται κατά τους νόμους και τα έθιμα εκατέρου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
ΤΙΤΛΟΣ Β`
Περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων περί αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των δικαστικών και των διαιτητικών αποφάσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Περί αναγνωρίσεως των δικαστικών αποφάσεων.
Άρθρον 3.
Επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, αποκλειομένων των υποθέσεων πτωχεύσεως και προληπτικού συμβιβασμού (CONCORDAT PREVENTIF), αι υπό των εν Ελλάδι και Λιβάνω εδρευόντων δικαστηρίων εκδιδόμεναι αποφάσεις έχουσιν ισχύν δεδικασμένου επί του εδάφους της ετέρας χώρας, αν πληρούσι τους ακολούθους όρους :
α) Η απόφασις προέρχεται εκ δικαστηρίου αρμοδίου κατά την έννοιαν του άρθρου 4 της παρούσης Συμβάσεως, εκτός ρητής παραιτήσεως από του δικαστηρίου τούτου εκ μέρους των ενδιαφερομένων εν ω μέτρω τοιαύτη παραίτησις είναι δεκτή.
β) Ο ηττηθείς διάδικος ενεφανίσθη ή κανονικώς εκλητεύθη. Εν τούτοις, εν η περιπτώσει ο ηττηθείς διάδικος δεν ευρίσκεται επί του εδάφους τον Κράτους ένθα εξεδόθη η απόφασις, η προθεσμία εμφανίσεως δεν δύναται να είναι βραχυτέρα των 90 ημερών.
γ) Η απόφασις απέκτησεν ισχύν δεδικασμένον συμφώνως προς τον νόμον της χώρας εν η εξεδόθη.
δ) Η απόφασις ουδέν περιλαμβάνει το άντιθετον προς την δημοσίαν τάξιν της χώρας, εν η ζητείται η εκτέλεσις αυτής δέον επίσης να μην είναι αντίθετος προς δικαστικήν απόφασιν εκδοθείσαν εν τη Χώρα και έχουσαν έναντι ταύτης την ισχύν δεδικασμένου.
ε) Προ ουδενός δικαστηριον του προς ο η αίτησις Κράτους έχει εισαχθή δίκη μεταξύ των αυτών μερών και επί του αυτού αντικειμένου προ της εισαγωγής της αγωγής ενώπιον του δικαστηρίου το οποίον εξέδωσε την απόφασιν ης ζητείται η εκτέλεσις.
Άρθρον 4.
Η αρμοδιότης της δικαστικής αρχής του Κράτους εν τω οποίω εξεδόθη η απόφασις στηρίζεται, κατά την έννοιαν του προηγουμένου άρθρου, εις τας ακολούθους περιπτώσεις :
1. Οταν, προκειμένου περί προσωπικής ή περί κινητών αγωγής, ο εναγόμενος ή εις των εναγομένων, εν περιπτώσει πλειόνων, είχε την κατοικίαν του ή διέμενε εν τω Κράτει τούτω κατά τον χρόνον της επιδόσεως του εισαγωγικού εγγράφου της δίκης.
2. Οταν ο εναγόμενος, έχων εμπορικήν ή βιομηχανικήν επιχείρησιν ή υποκατάστημα εν τω Κράτει ένθα εξεδόθη ή απόφασις, εκλητεύθη ενώπιον της δικαιοσύνης τούτου προκειμένου περί δίκης αφορώσης την δραστηριότητα της επιχειρήσεως ή του υποκαταστήματος.
3. Οταν πρόκειται περί ανταγωγής συναφούς προς την κυρίαν αγωγήν ή τας αντιτασσομένας εις ταύτην ενστάσεις.
4. Οταν πρόκειται περί δίκης αφορώσης την κατάστασιν, την ικανότητα και τας οικογενειακάς σχέσεις μεταξύ υπηκόων του Κράτους ένθα εξεδόθη ή απόφασις.
5. Οταν πρόκειται περί διαφοράς αφορώσης, είτε την κληρονομίαν υπηκόου του Κράτους ένθα εξεδόθη η απόφασις, είτε κληρονομίαν επαχθείσαν (OUVERTE) εν τω εν λόγω Κράτει.
β. Οταν πρόκειται περί διαφοράς αφορώσης κινητά ή ακίνητα πράγματα ευρισκόμενα εν τω Κράτει ένθα εξεδόθη η απόφασις.
7. Οταν πρόκειται περί αγωγής αφορώσης ενοχάς γεννηθείσας ή εκπληρωτέας εντός τον εδάφους του Κράτους ένθα εξεδόθη η απόφασις.
8. Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν καθ` ην η αρμοδιότης προβλέπεται παρ` ετέρας εν ισχύϊ συμβάσεως μεταξύ των δύο συμβαλλομένων Κρατών ή στηρίζεται κατά τους κανόνας της διεθνούς δικαστικής αρμοδιότητος της παραδεδειγμένης υπό της νομοθεσίας του Κράτους ένθα γίνεται επίκλησις της αποφάσεως.
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εις τας αποφάσεις αίτινες αφορούν τας διαφοράς διά τας οποίας το δίκαιον του προς ο ή αίτησις Κράτους αναγνωρίζει ως αποκλειστικώς αρμόδια τα ίδια τούτου δικαστήρια ή έκείνα τρίτου τινός Κράτους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Περί εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων.
Άρθρον 5.
Αι περί ων εις το προηγούμενον άρθρον αποφάσεις δεν δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενον αναγκαστικής εκτελέσεως εκ μέρους των αρχών της ετέρας χώρας, ουδέ ν` αποτελέσουν εκ μέρους των αρχών τούτων το αντικείμενον οιασδήποτε δημοσίας διατυπώσεως, οία η εγγραφή, η μεταγραφή ή η διόρθωσις εν τοις δημοσίοις βιβλίοις, ειμή μετά την κηρυξιν των ως εκτελεστών.
Αι αποφάσεις των δικαστικών αρχών του ενός των δύο Κρατών αι κηρυχθείσαι εκτελεσταί επί του εδάφους του ετέρου Κράτους θα συνεπάγωνται ή δικαστικήν υποθήκην ή ειδικόν προνόμιον συμφώνως προς τον εθνικόν νόμον του Κράτους τούτου.
Άρθρον 6
Η περιαφή του εκτελεστηρίού τύπου παρέχεται υπό της αρμοδίας αρχής συμφώνως προς τον νόμον της χώρας εν τη οποία ζητείται, κατ` αίτησιν παντός ενδιαφερομένου μέρους. Η διαδικασία της αιτήσεως περί περιαφής του εκτελεστηρίου τύπου διέπεται υπό του νόμου της χώρας εν τη οποία ζητείται η εκτέλεσις.
Άρθρον 7
το αρμόδιον δικαστήριον περιορίζεται ειςτο να ελέγξη αν η απόφασις διά την οποίαν ζητείται η περιαφή του εκτελεστηρίου τύπου πληροί τους προβλεπομένους υπό των προηγουμένων άρθρων όρους διά να απολαύη αύτη της ισχύος του δεδικασμένου.
Προβαίνει εξ επαγγέλματος εις την εξέτασιν ταύτην και οφείλει να καταχωρίση το αποτέλεσμα αυτής εν τη αποφάσει.
Αμα τη υπ` αυτού περιαφή του εκτελεστηρίου τύπου, το αρμόδιον δικαστήριον διατάσσει, αν συντρέχη λόγος, τα αναγκαιούντα μέτρα ίνα η αλλοδαπή απόφασις περιβλήθη διά της αυτής δημοσιότητος ως εάν είχες εκδοθή εν τη χώρα ένθα εκηρύχθη εκτελεστή. Ο εκτελεστήριος τύπος δύναται να παρασχεθή μερικώς διά το εν ή το άλλο, μόνον , των κεφαλαίων της αλλοδαπής αποφάσεως.
Άρθρον 8
Η επί της περιαφής του εκτελεστηρίου τύπου απόφασις ισχύει μεταξύ απάντων των εν τη δίκη περί περιαφής του εκτελεστηρίου τύπου μερών και εφ` όλης της εδαφικής εκτελέσεως του προς ο η αίτησις Κράτους.
Επιτρέπει εις την απόφασιν ήτις κατέστη εκτελεστή να παράγη, αφ` ής ημερομηνίας έλαβε τον εκτελεστήριον τύπον όσον αφορά τα μέτρα εκτελέσεως , τα αυτά αποτελέσματα, ωσεί είχεν αύτη εκδοθή υπό του δικαστηρίου το οποίον εχορήγησε τον εκτελεστήριον τύπον.
Άρθρον 9
Ο διάδικος όστις επικαλείται την ισχύν δικαστικής αποφάσεως ή ο οποίον αιτείται την εκτέλεσιν αυτής οφείλει να προσάγει:
α) αντίγραφον εξ απογράφου (EXPEDITION) της αποφάσεως πληρούν τους αναγκαίους διά την γνησιόητά τους όρους και αποδεικνύον τον εκτελεστόν χαρακτήρα της,
β) το πρωτότυπον ή κεκευρωμένον αντίγραφον του επιδοτηρίου της κοινοποιήσεως,
γ) έγγραφον πιστοποιούν ότι η απόφασις απέκτησεν ισχύν δεδικασμένου,
δ) κεκυρωμένον αντίγραφον της κλήσεως, κανονικώς επιδοθείσης εις τον ερημοδικήσαντα διάδικον,
ε) μετάφρασιν εις την γλώσσαν της παρούσης Συμβάσεως απάντων των προαναφερομένων εγγράφων, βεβαιωμένην ως ακριβή συμφώνως προς τους υπό του νόμου του αιτούντος Κράτους οριζομένους κανόνας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ`
Περί αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των διαιτητικών αποφάσεων και των δικαστικών συμβιβασμών.
Άρθρον 10
Αι εγκύρως εκδιδόμεναι εν τη μιά των δύο χωρών διαιτητικαί αποφάσεις αναγνωρίζονται εν τω ετέρω Κράτει και δύνανται να κηρυχθώσιν εκτέλεσταί αν πληρούν τους όρους του άρθρου 3, εν ω εφαρμόζονται αύται μέτρω. Η εκτέλεσις παρέχεται καθ` ους προβλέπονται εν τοις προηγουμένοις άρθροις τύπους. Άρθρον 11
οι ενώπιον των εν τη εννοία της παρούσης Συμβάσεως αρμοδίων δικαστικών αρχών συμβιβασμοί. οι προερχόμενοι εξ ενός των δύο Συμβαλλομένων Κρατών κηρύσσονται εκτελεστοί εν τω ετέρω αφού ελεγχθή ότι ο συμβιβασμός κέκτηται εκτελεστήριον ισχύν εν τω Κράτει εκ του οποίου προέρχεται και ότι δεν περιλαμβάνει διατάξεις αντιθέτους προς την δημοσίαν τάξιν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ`
Περί του ευεργετήματος πενίας.
Άρθρον 12
Οι υπήκοοι εκατέρου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θ` απολαύουν επί του εδάφους του ετέρου του ευεργετήματος πενίας (ΑSSISTANCE JUDIAIRE, επί λέξει: δικαστικής αρωγής) ως αυτοί ούτοι οι υπήκοοι, υπό τον όρον συμμορφώσεως των προς τον νόμον της χώρας εν τη οποία ζητείται το ευεργέτημα.
Άρθρον 13
Το βεβαιούν την ανεπάρκειαν των πόρων πιστοποιητικόν παραδίδεται εις τον αιτούντα υπό των αρχών της συνηθούς αυτού διαμονής, αν διαμένει εις το έδαφος την μιάς εκ των δύο χωρών. Το πιστοποιητικόν τούτο θα εκδίδεται υπό της εδαφικώς αρμοδίας διπλωματικής ή προξενικής αρχής, αν ο ενδιαφερόμενος διαμένη εις τρίτην χώραν.
Οταν ο ενδιαφερόμενος διαμένη εν τη χώρα ένθα η αγωγή θα εγερθή, πληροφορίαι θα δύνανται να ληφθούν, συμπληρωματικώς από των αρχών της χώρας της οποίας είναι υπήκοος.
ΤΙΤΛΟΣ Γ`
ΠΕΡΙ ΑΜΟΒΑΙΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ
ΕΠΙ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α`
Περί εκδόσεως.
Άρθρον 14
τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως παραδίδουν αμοίβαίως το εν εις το άλλο κατά τους κανόνας και υπό τους όρους τους καθοριζομένους υπό των επομένων άρθρων και υπο των κανόνων διαδικασίας του εσωτερικού αυτών δικαίου, τα άτομα τα οποία, ευρισκόμενα επί του εδάφους ενός εκ των δύο Κρατών, διώκονται ή καταδικάζονται υπό των Δικαστικών Αρχών του ετέρου Κράτους.
Άρθρον 15
Τα Υψηλά Συμβάλλόμενα Μέρη δεν θα εκδίδωσιν αμοιβαίως τούς υπηκόους αυτών. Η ιδιότης του υπηκόου θα εκτιμάται κατά τον χρόνον καθ` όν ζητείται η έκδοσις.
Εν τούτοις, το προς ο η αίτησις μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωσιν, εν ω μέτρω έχει αρμοδιότητα να δικάζη αυτούς, όπως προκαλή την δίωξιν των ιδίων αυτού υπηκόων οι οποίοι θα έχουν διαπράξει επί του εδάφους του ετέρου Κράτους, παραβάσεις τιμωρουμένας ως κακούργημα ή πλημμέλημα και εις τα δύο Κράτη, όταν το έτερον μέρος του απευθύνη διά της διπλωματικής οδού αίτησιν διιώξεως συνοδευομένην υπό των φακέλλων, εγγράφων, αντικειμένων και πληροφοριών των ευρισκομένων εις την κατοχήν αυτού. Το αιτούν μέρον θα τηρήται ενήμερον της συνεχείας η οποία θα έχη δοθή εις την αίτησιν.
Άρθρον 16
Θα υπόκεινται εις έκδοσιν:
1) Τα άτομα τα διωκόμενα δια κακουργήματα ή πλημμελήματα τιμωρούμενα υπό των νόμων των Συμβαλλομένων Μερών διά στερητικής της ελευθερίας ποινής τουλάχιστον ενός έτους.
2) Τα άτομα τα οποία, διά κακουργήματα ή πλημμελήματα τιμωρούμενα υπό του νόμου του προς ο η αίτησις Κράτους, καταδικάζονται κατ` αντιμωλίαν ή ερήμην υπό των δικαστηρίων του αιτούντος Κράτους εις στερητικήν της ελευθερίας ποινήν τουλάχιστον εξ μηνών.
Άρθρον 17
Η έκδοσις δεν θα παρέχεται αν η παράβασις διά την οποίαν ζητείται θεωρήται υπό του προς ο η αίτησις Μέρους ως πολιτικόν έγκλημα ή ως παράβασις συναφείς εις τοιούτον έγκλημα.
Δια την εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως, η απόπειρα κατά της ζωής του Αρχηγού του Κράτους της μιας των δύο Χωρών ή μέλους της οικογενείας του δεν θα θεωρείται πολιτικόν έγκλημα.
Αν η πράξις διά την οποίαν ζητείται η έκδοσις τιμωρήται διά της θανατικής ποινής υπό του νόμου του αιτούντος Μέρους και, εις την περίπτωσιν ταύτην, η ποινή αύτη δεν προβλέπεται υπό της νομοθεσίας του προς ο η αίτησις Μέρους, η έκδοσις δεν δύναται να παραχωρηθή ειμή υπό τον όρον ότι το αιτούν Μέρος θέλει παράσχει βεβαιώσεις, κρινομένας επαρκείς υπό του προς ο η αίτησις Μέρους, ότι η θανατική ποινή δεν θέλει εκτελεσθή.
Άρθρον 18
Η έκδοσις δεν θα δύναται να παραχωρηθή αν η παράβασις διά την οποίαν ζητείται συνίσταται αποκλειστικώς εις την παραβίασιν στρατιωτικών υποχρεώσεων.
Άρθρον 19.
Επί υποθέσεων τελών και φόρων, δασμών, συναλλάγματος, η έκδοσις θα παραχωρήται μόνον εν τω μέτρω καθ` ο θα έχη περί τούτου αποφασισθή δι` απλής ανταλλαγής επιστολών δι` εκάστην παράβασιν ή κατηγορίαν παραβάσεων ειδικώς καθοριζομένων.
Άρθρον 20.
Η έκδοσις δεν παραχωρείται :
α) αν αι παραβάσεις ένεκα των οποίων ζητείται αύτη διεπράχθησαν εν τω προς ο η αίτησις Κράτει,
β) αν αι παραβάσεις εδικάσθησαν τελεσιδίκως εν τω προς η αίτησις Κράτει,
γ) αν η παραγραφή της αγωγής ή της ποινής είναι πληρουμένη κατά την νομοθεσίαν του αιτούντος Κράτους ή του προς ο η αίτησις Κράτους κατά την λήψιν της αιτήσεως υπό του προς ο η αίτησις Κράτους,
δ) αν, των παραβάσεων διαπραχθεισών εκτός του εδάφους τον αιτούντος Κράτους υπό ξένου προς το Κράτος τούτο, η νομοθεσία της προς ην η αίτησις χώρας δεν επιτρέπει την δίωξιν των αυτών παραβάσεων διαπραττομένων επί του εδάφους της παρ` αλλοδαπού.
Η έκδοσις δύναται να μη παραχωρηθή αν οι παραβάσεις αποτελούν το αντικείμενον διώξεως εν τω προς ο η αίτησις Κράτει ή εδικάσθησαν παρά τρίτου Κράτους.
Άρθρον 21.
Η αίτησις της εκδόσεως θα απευθύνεται διά της διπλωματικής οδού. Θα συνοδεύεται υπό του πρωτοτύπου ή υπό του κεκυρωμένου αντιγράφου, είτε εκτελεστής καταδικαστικής αποφάσεως, είτε υπό εντάλματος συλλήψεως και προφυλακίσεως (MANDAT D` ARRET) ή οιουδήποτε άλλου εγγράφου έχοντος την αυτήν ισχύν και εκδοθέντος κατά τους υπό του νόμου του αιτούντος Κράτους προβλεπομένους τύπους. Αι περιστάσεις των πράξεων διά τας οποίας ζητείται η έκδοσις, ο χρόνος και ο τρόπος της τελέσεως αυτών, ο νομικός χαρακτηρισμός και αι παραπομπαί εις τας εις αυτάς εφαρμοστέας διατάξεις του νόμου θα δεικνύωνται όσω το δυνατόν ακριβέστερον. Θα προσαρτάται επίσης αντίγραφον των εφαρμοστέων διατάξεων του νόμου ως και, εν όλω τω μέτρω του δυνατού, η περιγραφή του ζητουμένου ατόμου ως και οιαδήποτε μνεία δυναμένη να χρησιμεύση εις τον καθορισμόν της:ταυτότητός του.
Οταν πρόκειται περί κατηγορουμένου, θα προσαρτάται επίσης το πρωτότυπον ή το κεκυρωμένον αντίγραφον των καταθέσεων των μαρτύρων και των δηλώσεων των πραγματογνωμόνων, ληφθεισών επί όρκω ή όχι, παρά δικαστού ή πράκτορος της δικαστικής αστυνομίας.
Εις την περίπτωσιν ταύτην, η έκδοσις θα λαμβάνη χώραν μόνον εάν, κατά τας αρχάς του προς ο η αίτησις Κράτους, υπάρχωσιν επαρκείς αποδείξεις αι οποίαι θα εδικαιολόγουν την παραπομπήν του ατόμου εις την δικαιοσύνην αν το αδίκημα είχε τελεσθή επί του εδάφους του προς ο η αίτησις Κράτους. Η αίτησις της εκδόσεως, ως επίσης και τα σχετικά προς αυτήν έγγραφα και αποδεικτικά, θα συνοδεύωνται υπό μεταφράσεως εις την γλώσσαν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 22.
Εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης, επί τη αιτήσει του αιτούντος Κράτους, θα διενεργήται η προσωρινή σύλληψις, εν αναμονή της αφίξεως της αιτήσεως εκδόσεως και των αναφερομένων εις το δεύτερον εδάφιον του άρθρου 21 εγγράφων.
Η αίτησις προσωρινής συλλήψεως θα διαβιβάζεται εις τας αρμοδίας αρχάς του προς ο η αίτησις Κράτους είτε απ` ευθείας διά της ταχυδρομικής ή τηλεγραφικής οδού, είτε διά μέσου της Διεθνούς Οργανώσεως Εγκληματολογικής Αστυνομίας (ΙΝΤΕΡΠΟΛ), είτε διά παντός άλλου μέσου, υπό τον όρον όπως απομένη έγγραφον ίχνος. Ταυτοχρόνως θα βεβαιούται διά της διπλωματικής οδού. Οφείλει ν` αναφέρη την ύπαρξιν ενός εκ των αναφερομένων εις το δεύτερον εδάφιον του άρθρου 21 εγγράφων και θα ανακοινοί την πρόθεσιν αποστολής αιτήσεως εκδόσεως. Θα αναφέρη την παράβασιν διά την οποίαν ζητείται η έκδοσις, τον χρόνον και τον τόπον της τελέσεως αυτής, ως επίσης την όσον ένεστι ακριβή περιγραφήν του ζητουμένου ατόμου.
Η αιτούσα αρχή θα καθίσταται άνευ αναβολής ενήμερος της δοθείσης εις την αίτησιν συνεχείας.
Άρθρον 23.
Θα δύναται να τεθή τέρμα εις την προσωρινήν σύλληψιν αν, εντός προθεσμίας 30 ημερών από της συλλήψεως, δεν υπεβλήθη εις την προς ην η αίτησις Κυβέρνησιν εν εκ των αναφερομένων εις το δεύτερον εδάφιον του άρθρου 21 εγγράφων. Η απόλυσις δεν αντίκειται εις την σύλληψιν και την έκδοσιν αν η αίτησις της εκδόσεως φθάση ακολούθως.
Άρθρον 24.
Οταν συμπληρωματικαί πληροφορίαι θα είναι εις αυτό απαραίτητο ίνα βεβαιωθή ότι πληρούνται άπαντες οι προβλεπόμεναι υπό της παρούσης Συμβάσεως όροι, το προς ο η αίτησις Κράτος, εις ην περίπτωσιν η παράλειψις φαίνεται εις αυτό ότι επιδέχεται επανόρθωσιν, θα ειδοποιή το αιτούν Κράτος, δια της διπλωματικής οδού, πριν ή απορρίψη την αίτησιν. Το προς ο η αίτησις Κράτος θα δύναται να τάξη προσθεσμίαν διά την παροχήν των εν λόγω πληροφοριών.
Άρθρον 25.
Αν η έκδοσις ζητήται ταυτοχρόνως υπό πλειόνων Κρατών, είτε διά τας αυτάς πράξεις, είτε διά πράξεις διαφόρους, το προς ο η αίτησις Κράτος θα αποφασίζη ελευθέρως, λαμβάνον υπ` όψιν όλας τας περιστάσεις και ιδίως την δυνατότητα μεταγενεστέρας εκδόσεως μεταξύ των αιτούτων Κρατών, τας αμοιβαίας ημερομηνίας των αιτήσεων, την βαρύτητα του αδικήματος και τον τόπον των παραβάσεων.
Άρθρον 26.
Οταν δίδεται συνέχεια εις την έκδοσιν, άπαντα τα αντικείμενα τα προερχόμενα εκ της παραβάσεως ή τα δυνάμενα να χρησιμεύσουν ως πειστήρια και τα οποία ευρέθησαν εις την κατοχήν του ζητουμένου ατόμου κατά τον χρόνον της συλλήψεώς του ή ανεκαλύφθησαν μεταγενεστέρως, θα κατάσχωνται, τη αιτήσει του αιτούντος Κράτους, και θα παραδίδωνται εις το Κράτος τούτο.
Η παράδοσις αύτη θα δύναται να λάβη χώραν έστω και αν η έκδοσις δεν δύναται να πραγματοποιηθή λόγω αντικειμένων, τα οποία οφείλούν, εάν τοιαύτα δικαιώματα υφίστανται, να επιστρέφωνται το ταχύτερον και εξόδοις του αιτούντος, κατά το τέλος των ασκηθεισών εν τω Κράτει τούτω διώξεων.
Το προς ο η αίτησις Κράτος δα δύναται να παρακρατήση προσωρινώς τα κατασχεθέντα αντικείμενα τα οποία κρίνει αναγκαία διά ποινικήν διαδικασίαν. Θα δύναται επίσης, διαβιβάζον αυτά, να επιφυλάξη εαυτώ την επιστροφήν των διά τον αυτόν λόγον, αναλαβάνον την υποχρέωσιν όπως, με την σειράν του, τα αποστείλη εκ νέου, ευθύς ως τούτο θα είναι δυνατόν.
Άρθρον 27.
Το προς ο η αιτησίς Κράτος θα γνωστοποιή εις το αιτούν Κράτος δια της διπλωματικής οδού την απόφασιν του επί της εκδόσεως.
Πάσα πλήρης ή μερική απόρριψις δέον να είναι ητιολογημένη.
Εν περιπτώσει αποδοχής, θα ανακοινούται εις το αιτούν Κράτος ο τόπος και η ημερομηνία της παραδόσεως.
Ελλείψει συμφωνίας περί τούτου, το εκδοθέν άτομον θα οδηγήται τη φροντίδι του προς ο η αίτησις Κράτους εις τον τόπον τον οποίον θα υποδείξη η διπλωματική αποστολή του αιτούντος Κράτους.
Επιφυλασσομένης της προβλεπομένης εις το προηγούμενον εδάφιον περιπτώσεως, το αιτούν Κράτος οφείλει να φροντίση διά την παραλαβήν του εκδοτέου ατόμου, υπό των πρακτόρων του, εντός προθεσμίας ενός μηνός από της ημερομηνίας της καθορισθείσης συμφώνως προς τας διατάξεις του τρίτου εδαφίου του παρόντος άρθρου. Αν, κατά την ληξίν της προθεσμίας ταύτης, το αιτούν Κράτος δεν έχη φροντίσει να παραλάβη το εκδοτέον άτομον, το τελευταίον τούτο θα απολύεται και δεν θα δύναται πλέον να ζητηθή διά την αυτήν πράξιν.
Εν περιπτώσει εκτάκτων περιστάσεων κωλυουσών την παράδοσιν ή την παραλαβήν του εκδοτέου ατόμου, το ενδιαφερόμενον Κράτος θα πληροφορή περί τούτου το έτερον Κράτος προ της εκπνοής της προθεσμίας. Τα δύο Κράτη θα συμφωνούν περί ετέρας ημερομηνίας παραδόσεως και αι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου θα έχουν εφαρμογήν.
Άρθρον 28.
Αν το ζητούμενον άτομον διώκεται ή έχει καταδικασθή εν τω προς ο η αίτησις Κράτει δια παράβασιν άλλην ή η αποτελούσα την αιτίαν της αιτήσεως εκδόσεως, το τελευταίον τούτο κράτος οφείλει παρά ταύτα να αποφασίση επί της αιτήσεως και να γνωστοποιήση την επί της εκδόσεως απόφασίν του εις το αιτούν Κράτος καθ` ον τρόπον προβλέπεται εις τα εδάφια 1 και 2 του άρθρου 27. Εν τούτοις, η παράδοσις του Κατηγορουμένου, θα αναβάλλεται, εν τη περιπτώσει αποδοχής, μέχρι της ικανοποιήσεως της δικαιοσύνης του προς ο η αίτησις Κράτους. Θα πραγματοποιήται δε εις ημερομηνίαν καθοριζομένην κατά τας διατάξεις του τρίτου εδαφίου του άρθρου 27 και τα εδάφια 4, 5 και 6 του ως είρηται άρθρου θα είναι τότε εφαρμοστέα.
Άρθρον 29.
Το παραδοθέν άτομον δεν δύναται ούτε να διωχθή, ούτε να δικασθή κατ` αντιμωλίαν, ούτε να υποβληθή εις κράτησιν προς τον σκοπόν της εκτελέσεως ποινής διά παράβασιν προγενεστέραν της παραδόσεως, άλλην ή εκείνη η οποία απετέλεσε την αιτίαν της εκδόσεως, ειμή εις τας ακολούθους περιπτώσεις :
1) Οταν, ενώ έσχε την ελευθερίαν να το πράξη, το εκδοθέν άτομον δεν εγκατέλειψεν, εντός Τριάκοντα από της οριστικής αποφυλακίσεώς του ημερών, το έδαφος του Κράτους προς το οποίον παρεδόθη ή αν επέστρεψεν εις αυτό αφού εγκατέλειψεν αυτό.
2) Οταν το παραδώσαν αυτό Κράτος συγκατίθεται εις τούτο, δέον να υποβληθή προς τον σκοπόν αυτόν αίτησις συνοδευομένη υπό των προβλεπομένων εις το δεύτερον εδάφιον του άρθρου 21 εγγράφων και υπό δικαστικού πρακτικού περιλαμβάνοντος τας δηλώσεις του εκδοθέντος επί της επεκτάσεως της εκδόσεως και αναφέροντος την παρασχεθείσαν αυτώ δυνατότητα όπως απευθύνη υπόμνημα αμύνης προς τας αρχάς του προς ο η αίτησις Κράτους.
Οταν ο δοθείς εις την καταλογιζομένην πράξιν χαρακτηρισμός τροποποιηθή κατά την διάρκειαν της διαδικασίας, το εκδοθέν άτομον δεν θα διώκεται ή δικάζεται ειμή εν ω μέτρω τα συστατικά στοιχεία της παραβάσεως, ως αύτη νεωστί εχαρακτηρίσθη, θα εσυγχώρουν την έκδοσιν.
Άρθρον 30.
Εξαιρουμένης της περιπτώσεως καθ` ην ο ενδιαφερόμενος παρέμεινεν επί του εδάφους του αιτούντος Κράτους υπό τας προβλεπομένας υπό του προηγουμένου άρθρου περιστάσεις ή επέστρεψεν εις αυτό υπό τας συνθήκας ταύτας, η συναίνεσις του προς ο η αιτησίς Κράτους θα είναι αναγκαία όπως επιτραπή εις το αιτούν Κράτος η παράδοσις εις τρίτον Κράτος του αποδοθέντος εις το αιτούν Κράτος ατόμου.
Άρθρον 31.
Η έκδοσις, διά διαμετακομίσεως διά μέσου του εδάφους του ενός των Συμβαλλομένων Μερών, ατόμου παραδοθέντος προς το έτερον Μέρος, παρέχεται επί αιτήσει απευθυνομένη διά της διπλωματικής οδού. Εις στήριξιν της αιτήσεως ταύτης θα προμηθεύωνται τα αναγκαιούνται έγγραφα προς απόδειξιν του ότι πρόκειται περί παραβάσεως επιτρεπούσης την έκδοσιν. Δεν θα λαμβάνωνται υπ` όψιν οι εις το άρθρον 16 προβλεπόμενοι και αφορώντες την διάρκειαν των ποινών όροι.
Εν περιπτώσει χρησιμοποιήσεως της εναερίου οδού, θα εφαρμόζωνται αι ακόλουθοι διατάξεις :
α) όταν δεν προβλέπεται προσγείωσις, το αιτούν Κράτος θα ειδοποιή το Κράτος ύπερθεν το εδάφους του οποίου θα διέλθη η πτήσις, και θα επικαλεσθή προς απόδειξιν εν των προβλεπομένων εις την παράγραφον 2 του άρθρου 21 εγγράφων. Εν περιπτώσει τυχαίας προσγειώσεως, η δήλωσις αύτη θα παράγη τα αποτελέσματα της αιτήσεως προσωρινής συλλήψεως η οποία προβλέπεται υπό του άρθρου 22 και το αιτούν Κράτος θα απευθύνη κανονικήν αιτησίν διαμετακομίσεως. β) όταν προβλέπεται προσγείωσις, το αιτούν του θα απευθύνη αίτησιν συμφώνως προς τας διατάξεις του πρώτου εδαφίου του παρόντος Άρθρου.
Άρθρον 32.
Τα προκαλούμενα υπό της διαδικασίας της εκδόσεως έξοδα θα βαρύνουν το αιτούν Κράτος, εξυπακουομένου ότι το προς ο η αίτησις Κράτος δεν θα απαιτήση ούτε έξοδα διαδικασίας ούτε έξοδα φυλακίσεως.
Τα έξοδα τα προκαλούμενα υπό της διαμετακομίσεως, επί του εδάφους του ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, του παραδοθέντος προς το έτερον Μέρος ατόμου, θα βαρύνουν το αιτούν Κράτος. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Περί εμφανίσεως των μαρτύρων.
Άρθρον 33.
Οταν η αυτοπρόσωπος εμφάνισις μάρτυρος τινος είναι απολύτως ανακαία εις ποινικήν δίκην, αι αρμόδιαι αρχαί της χώρας εις την οποίαν διαμένει ο μάρτυς, θα καλούν τον τελευταίον τούτον όπως αποκριθή εις την απευθυνθείσαν προς αυτόν πρόσκλησιν. Εν τη περιπτώσει ταύτη, αι αποζημιώσεις μετακινήσεως και διαμονής, υπολογιζόμεναι από του τόπου διαμονής του μάρτυρος, δέον τουλάχιστον να είναι ίσαι προς τας χορηγουμένας κατά τας διατάξεις αι οποίαι είναι εν ισχύι εις την χωρανένθαή ακρόασιςόφείλει να λάβη χώραν αι προξενικαί αρχαί τον αιτούντος Κράτους οφείλουν να προκαταβάλλουν εις τον μάρτυρα, τη αιτήσει του, το σύνολον ή μέρος των εξόδων ταξειδίου.
Ουδείς μάρτυς, οιαδήποτε και αν είναι η ιθαγένειά του, όστις, κλητευθείς εν μιά των δύο χωρών, παρουσιάζεται οικειοθελώς ενώπιον των δικαστηρίων της άλλης χώρας, δύναται να διωχθή ή συλληφθή εν αυτή διά πράξεις ή προς εκτέλεσιν αποφάσεων αι οποίαι είναι προγενέστεραι της αναχωρήσεώς του από του εδάφους του προς η αίτησις Κράτους. Εν τούτοις, ή ασυλία αύτη θα καταπαύη τριάκοντα ημέρας μετά την ημερομηνίαν καθ` ην η ακρόασις έλαβε χώραν, αν ο μάρτυς δεν εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Κράτους ενώ είχε την προς τούτο δυνατότητα.
Άρθρον 34.
Θέλει δίδεται συνέθεια εις την αίτησιν εμφανίσεως μαρτύρων υπό κράτησιν ευρισκομένων, εκτός αν ειδικοί λόγοι αντιτίθενται και υπό τον όρον όπως επιστραφούν εντός βραχέος χρονικού διαστήματος. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ` Περί ανταλλαγής αναγγελιών καταδίκης.
Άρθρον 35.
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναγγέλλωσιν αλλήλοις τας διά κακουργήματα και πλημμελήματα καταδίκας αι οποίαι απαγγέλονται υπό των δικαστικών αρχών κατά υπηκόων του ετέρου μέρους, ως επίσης και τα μεταγενέστερα των εν λόγω καταδικών μέτρα.
Αι αναγγελίαι αύται θα διαβιβάζωνται διά της κανονικής διπλωματικής οδού.
ΤΙΤΛΟΣ Δ`
ΚΟΙΝΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΠΙ ΑΣΤΙΚΩΝ, ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α`
Περί εγχειρίσεως των Δικαστικών και εξωδίκων εγγράφων και αποδεικτικών.
Άρθρον 36.
Επιφυλασσομένων των σχετικών προς την έκδοσιν ειδικών διατάξεων, τα δικαστικά και εξώδικα έγγραφα και αποδεικτικά τα προοριζόμενα διά πρόσωπα διαμένοντα εις το έδαφος του ενός εκ των δύο Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θα διαβιβάζωνται διά της κανονικής διπλωματικής οδού.
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρον δεν δύνανται εν τούτοις να παραβλάψουν το δικαίωμα εκάστου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών όπως αποστέλλη απ` ευθείας διά διπλωματικών ή προξενικών αυτού αντιπροσώπων οιαδήποτε δικαστικά ή εξώδικα έγγραφα και αποδεικτικά προοριζόμενα διά τους υπηκόους του. Εν περιπτώσει συγκρούσεως νομοθεσιών, η ιθαγένεια του παραλήπτου θα καθορίζεται, διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, συμφώνως προς τον νόμον του Κράτους επί του εδάφους τσυ οποιου η εγχείρησις δέον να λάβη χώραν.
Άρθρον 37.
Τα δικαστικά ή εξώδικα έγγγραφα και αποδεικτικά δέον να συνοδεύωνται υπό πίνακος καθορίζοντος, αναλόγως της περιπτώσεως :
την `Αρχην εκ της όποιας προέρχεται το έγγραφον, την φύσιν του εγχειριστέου εγγράφου,
τα ονόματα και τας ιδιότητας των μερών,
το όνομα και την διεύθυνσιν του παραλήπτου,
και επί ποινικών υποθέσεων, τον χαρακτηρισμόν της διαπραχθείσης παραβάσεως.
Ο πίναξ και άπαντα τα προαναφερόμενα έγγραφα και αποδεικτικά θα συνοδεύωνται υπό μεταφράσεως εις την γλώσσαν της παρούσης Συμβάσεως, κεκυρωμένης συμφώνως προς τους οριζομένους υπό του νόμου του αιτούντος Κράτους κανόνας.
Άρθρον 38.
Η εγχείρισις του εγγράφου ή κοινοποιήσεως θα γίνεται φροντίδαις της αρμοδίας αρχής του Κράτους και κατά τους προβλεπομένους υπό των νόμων αυτού τύπους. Η εγχείρισις αύτη θα διαπιστούται είτε δι` αποδείξεως δεόντως χρονολογημένης και υπογραφείσης υπό του ενδιαφερομένου, είτε διά πρακτικού επιδόσεως το οποίον δέον ν` αναφέρη το γεγονός, την ημερομηνίαν και τον τρόπον της εγχειρίσεως. Η απόδειξις ή το πρακτικόν θα διαβιβάζεται εις την αιτούσαν αρχήν.
Οταν η εγχείρισις δεν έλαβε χώραν, το προς ο η αίτησις Κράτος θα επιστρέψη άνευ αναβολής το έγγραφον ες το αιτούν Κράτος, αναφέρον τον λόγον διά το οποίον η εγχείρισις δεν κατέστη δυνατόν να λάβη χώραν.
Άρθρον 39.
Εκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θα αναλαμβάνη το βάρος των εξόδων των προκυπτόντων εκ της γενομένης επί του εδάφους του εγχειρίσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`
Περί της Διαβιβάσεως και Εκτελέσεως των Δικαστικών Παραγγελιών.
Άρθρον 40.
Επί αστικών, εμπορικών και ποινικών υποθέσεων αι δικαστικαί παραγγελίαι εκτελούνται επί του εδάφους εκάστου των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών υπό των δικαστικών αρχών και διαβιβάζονται διά της κανονικής διπλωματικής οδού.
Άρθρον 41.
Η προς ην η αίτησις αρχή δύναται να αρνηθή όπως εκτελέση δικαστικήν τινα παραγγελίαν όταν αύτη είναι φύσεως δυναμένης να βλάψη την ασφάλειαν και την δημοσίαν τάξιν της χώρας εις την οποίαν οφείλει να λάβη χώραν, ή εάν εν τω προς ω η αίτησις Κράτει δεν αποτελούν μέρος της δικαιοδοσίας της δικαστικής εξουσίας.
Άρθρον 42.
Τα πρόσωπα των οποίων ζητείται η μαρτυρία καλούνται κατά τους υπό της νομοθεσίας του προς ο η αίτησις Κράτους προβλεπομένους τύπους εν περιπτώσει μη εμφανίσεως, ή προς ην ή αίτησις αρχή έχει την υποχρέωσιν να λάβη κατά των μη εμφανισθέντων οία μέτρα καταναγκασμού προβλέπονται υπό του νόμου του προς τον σκοπόν να τους εξαναγκάση εις τούτο.
Άρθρον 43.
Η δικαστική αρχή η οποία προβαίνει εις την εκτέλεσιν των δικαστικών παραγγελιών θα εφαρμόζη τους ιδίους αυτής νόμους όσον αφορά τον ακολουθητέον τύπον.
Άρθρον 44.
Η προς ην η αίτησις αρχή οφείλει, μετά ρητήν απαίτησιν της αιτούσης αρχής, όπως:
1) εξασφαλίση την εκτέλεσιν της δικαστικής παραγγελίας κατά ειδικόν τύπον, αν η διαδικασία αύτη δεν είναι ασυμβίβαστος προς την νομοθεσίαν της.
2) πληροφορήση, εν ωφελίμω χρόνω την αιτούσαν αρχήν περί της ημερομηνίας και του τόπου της εκτελέσεως της δικαστικής παραγγελίας, ίνα τα ενδιαφερόμενα μέρη δυνηθούν να παραστούν καθ` ον τρόπον προβλέπεται υπό του νόμου ο οποίος είναι εν ισχύϊ εις την χώραν ένθα η εκτέλεσις οφείλει να λάβη χώραν.
Άρθρον 45.
Η εκτέλεσις των δικαστικών παραγγελιών δεν θα συνεπάγεται, όσον αφορά το αιτούν Κράτος, την επιστροφήν ουδενός εξόδου, πλην της αμοιβής των πραγματογνωμόνων.
Ακροτελεύτιο Διατάξεις.
Άρθρον 46.
Εκάτερον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως, κατόπιν αιτήσεως δικαστικής τινός αρχής του ετέρου Μέρους απενθυνομένης δια της διπλωματικής οδού, μεταδίδη εις αυτό το κείμενον των επί του εδάφους του εν ισχύι νόμων και, παρουσιαζομένης της περιπτώσεως, πάσαν νομικήν πληροφορίαν αναγκαίαν διά την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως. Άρθρον 47.
Η παρούσα Σύμβασις θα κυρωθή και τα έγγραφα της κυρώσεως θα ανταλλαγούν ευθύς ως δυνατόν εν Αθήναις.
Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύι δύο μήνας μετά την ανταλλαγήν των εγγράφων της κυρώσεως και θα δύναται να καταγγελθή ανά πάσαν στιγμήν θα λήξη εν έτος μετά την καταγγελίαν αυτής υπό ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
Εις πίστωσιν των ανωτέρω οι Πληρεξούσιοι υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν και επέθεντο αυτή την σφραγίδα των.
Υπεγράφη εν Βηρυττώ, την 5ην Απριλίου 1975.

Άρθρο δεύτερον
Η ισχύς τον παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 11 Δεκεμβρίου 1980

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ