Νόμος 1147 ΦΕΚ Α΄110/23.4.1981
Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Λονδίνον, Πόλιν του Μεξικού, Μόσχαν και Ουάσιγκτων, το 1972 Διεθνούς Συμβάσεως “περί προλήψεως ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών και άλλων τινών διατάξεων”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

Άρθρον πρώτον
Κύρωσις Διεθνούς Συμβάσεως.
Λονδίνον, Πόλιν του Μεξικού, Μόσχαν και Ουάσιγκτων, Διεθνής Σύμβασις “περί προλήψεως ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών”, μετά των συνημμένων εις αυτήν Παραρτημάτων, των οποίων το κείμενον εις το πρωτότυπον εις την Αγγλικήν γλώσσαν και εις μετάφρασιν εις την Ελληνικήν υπερισχύοντος εις περίπτωσιν διαφοράς του Αγγλικού κειμένου, έχει ως ακολούθως:
ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΙΣ
Δια την πρόληψιν ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη εις την παρούσανΣύμβασινΑναγνωρίζοντα, ότι το θαλάσσιον περιβάλλον και οι ζώντες οργανισμοί οι οποίοι εξαρτώνται εξ αυτού, είναι ζωτικής σημασίας δια την ανθρωπότητα, ολόκληρον δε το ανθρώπινον γένος έχει συμφέρον να εξασφαλίση τοιαύτην μεταχείρισιν του περιβάλλοντος τούτου ώστε να μη βλάπτεται η ποιότης και οι διάφοροι φυσικοί πόροι του. Αναγνωρίζοντα, ότι η δυνατότης της θαλάσσης όπως αφομοιοί τα απορρίμματα και καθιστά ταύτα αβλαβή, ως και η ικανότης ταύτης προς αναγέννησιν των φυσικών πόρων, δεν είναι απεριόριστος. Αναγνωρίζοντα, ότι τα Κράτη, συμφώνως προς τον Χάρτην των Ηνωμένων Εθνών και τας αρχάς του διεθνούς δικαίου, έχουν το κυρίαρχον δικαίωμα να εκμεταλλεύωνται τους πόρους των κατά την ιδίαν αυτών πολιτικήν περί περιβάλλοντος και την ευθύνην να εξασφαλίζουν όπως δραστηριότητες εντός της περιοχής δικαιοδοσίας ή ελέγχου των δεν προκαλούν ζημίαν εις το περιβάλλον άλλων Κρατών ή περιοχών πέραν των ορίων εθνικής δικαιοδοσίας. Εχοντα υπ` όψει την απόφασιν 2749 (XXV) της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών περί των αρχών, αίτινες διέπουν τον βυθόν της θαλάσσης και τον πυθμένα των ωκεανών ως και το υπέδαφος αυτών, πέραν των ορίων εθνικής δικαιοδοσίας. Λαβόντα υπ` όψιν ότι η θαλασσίαρύπανσις προκαλείται δια πολλών τρόπων, ως είναι η απόρριψις και διοχέτευσις διαφόρων ουσιών μέσω της ατμοσφαίρας, των εκβολών ποταμών, των εκβολών υδάτων και των αποχετευτικών αγωγών και ότι επιβάλλεται όπως τα Κράτη χρησιμοποιήσουν τα καλύτερα δυνατά μέσα δια την πρόληψιν τοιαύτης ρυπάνσεως και αναπτύξουν την χρησιμοποίησιν καταλλήλων υλικών και διαδικασιών δια των οποίων θα μειωθούν εις το ελάχιστον τα προς απόρριψιν επιβλαβή κατάλοιπα. Πεπεισμένα, ότι δια τον έλεγχον της ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών δύναται και πρέπει να αναληφθή διεθνής δράσις άνευ καθυστερήσεως, αλλ` ότι η δράσις αύτη δεν πρέπει να εμποδίση διαβουλεύσεις δια την λήψιν μέτρων δια τον έλεγχον άλλων πηγών θαλασσίας ρυπάνσεως, όσον το δυνατόν ταχύτερον, και Επιθυμούντα να βελτιώσουν την προστασίαν του θαλασσίου περιβάλλοντος δια της ενθαρρύνσεως Κρατών, άτινα έχουν κοινόν συμφέρον εις συγκεκριμέναςγεωγραφικάςπεριοχάς, όπως συνάψουν καταλλήλους συμφωνίας, συμπληρωματικάς της παρούσης Συμβάσεως, Συνεφώνησαν τα ακόλουθα:
Άρθρον Ι.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δέον όπως αναπτύξουν μονομερώς ή συλλογικώς αποτελεσματικόνέλεγχονολων των πηγών ρυπάνσεως του θαλασίου περιβάλλοντος, και αναλάβουν υπευθύνως να εφαρμόσουν άπαντα τα κατάλληλα μέτρα δια την πρόληψιν ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών, αίτινες να προκαλέσουν κινδύνους εις την ανθρωπίνην υγείαν, να βλάψουν τους βιολογικούς πόρους και την θαλασσίανζωήν, να προκαλέσουν βλάβην εις το φυσικόν κάλλος ή να παρεμποδίσουν άλλαςνομίμους χρήσεις της θαλάσσης.
Άρθρον ΙΙ.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, συμφώνως προς τας διατάξεις των επομένων άρθρων, δέον όπως λάβουν αποτελεσματικά μέτρα τόσον μονομερώς, συμφώνως προς τας επιστημονικάς, τεχνικάς και οικονομικάς των δραστηριότητας, όσον και συλλογικώς, δια την πρόληψιν της θαλασσίας ρυπάνσεως της προκαλουμένης εξ απορρίψεως και εναρμονίσουν την πολιτικήν των προς την κατεύθυνσιν ταύτην.
Άρθρον ΙΙΙ.
Δια τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως: 1. (α) Απόρριψις νοείται:
(ι) πάσα ηθελημένη ρίψις εις την θάλασσαν καταλοίπων ή άλλων υλών εκ πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών ή άλλων κατακευών εν θαλάσση. (ιι) πάσα ηθελημένη ρίψις εις την θάλασσαν πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών ή άλλων κατασκευών εν θαλάσση. (β) “Απόρριψις” δεν νοείται: (ι) η ρίψις εις την θάλασσαν καταλοίπων ή άλλων υλών, ήτις είναι συμφυής, προς την κανονικήνλειτουργίαν των πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών ή άλλων κατασκευών εν θαλάσση και του εξοπλισμού αυτών, ή απορρέει εκ της κανονικής λειτουργίας αυτών εκτός των καταλοίπων ή άλλων υλών, μεταφερομένων από ή προς πλοία, αεροσκάφη, εξέδρας ή άλλας κατασκευάς εν θαλλάση, άτινα λειτουργούν προς τον σκοπόν διαθέσεως τοιούτων υλών ή προερχομένων εκ της επεξεργασίας καταλοίπων ή άλλων υλών επί τοιούτων πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών ή κατασκευών,
(ιι) η τοποθέτησις υλικών δια σκοπών διάφορον της απορρίψεως αυτών, εφ` όσον η τοιαύτη τοποθέτησις δεν αντίκεινται εις τους σκοπούς της παρούσης συμβάσεως. (γ) Αι διατάξεις της Συμβάσεως δεν εφαρμόζονται εις περιπτώσεις απορρίψεως καταλοίπων ή άλλων υλών ευθέως προερχομένων εκ της εξερευνήσεως εκμεταλλεύσεως και της συναφούς παρακτίου επεξεργασίας ορυκτών πόρων του θαλασσίου βυθού ή συνδεομένων προς αυτάς.
2. “Πλοία και αεροσκάφη” νοούνται πλωτά ναυπηγήματα ή αεροναυπηγήματα οιουδήποτε τύπου. Ο όρος ούτος περιλαμβάνει τα αεροστρώματα σκάφη και τα πλωτά ναυπηγήματα κινούμενα ή μη αυτοδυνάμεως. 3. “Θάλασσα” νοούνται άπαντα τα θαλάσσια ύδατα εκτός των εσωτερικών υδάτων των Κρατών.
4. “Κατάλοιπα ή άλλαι ύλαι” νοούνται υλικά και ουσίαι παντός είδους, τύπου ή μορφής.
5. “Ειδική άδεια” νοοείται η ειδικώς χορηγηθείσα άδεια κατόπιν προηγουμένης αιτήσεως και συμφώνως προς τα Παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ.
6. “Γενική άδεια” νοείται η εκ των προτέρων και συμφώνως προς το Παράρτημα ΙΙΙ χορηγηθείσα άδεια.
7. “Οργανισμός” νοείται ο οργανισμός ο καθορισμός υπό των Συμβαλλομένων Μερών συμφώνως προς το άρθρον ΧIV.
Άρθρον IV.
1. Συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως τα Συμβαλλόμενα Μέρη, δέον όπως απαγορεύουν την απόρριψιν οιωνδήποτε καταλοίπων ή άλλων υλών υπό οιανδήποτε μορφήν ή υπό οιασδήποτε συνθήκας εκτός των περιπτώσεων δι` ας άλλως ορίζεται κατωτέρω:
(α) Απαγορεύεται η απόρριψης καταλοίπων ή άλλων υλών αναφερομένων εις τα Παράρτημα Ι.
(β) δια την απόρριψιν καταλοίπων ή άλλων υλών αναφερομένων εις το Παράρτημα ΙΙ, απαιτείται προηγουμένη ειδική άδεια.
(γ) δια την απόρριψιν όλων των άλλων καταλοίπων ή υλών απαιτείται προηγουμένη γενική άδεια.
2. Πάσα άδεια θα εκδίδεται μόνον κατόπιν προσεκτικής εξετάσεως όλων των παρατιθεμένων εν Παραρτήματι ΙΙΙ παραγόντων, περιλαμβανομένης και της προηγουμένης μελέτης των χαρακτηριστικών του χώρου, ένθα θα γίνη η απόρριψης ως ταύτα καθορίζονται εις τα Τμήματα Β και Γ του Παραρτήματος τούτου.
3. Ουδεμία διάταξις της παρούσης Συμβάσεως δύναται να ερμηνευθή ως αποκλείουσα εν Συμβαλλόμενον Μέρος από του να απαγορεύη ως προς εαυτό την απόρριψην καταλοίπων ή άλλων υλών μη αναφερομένων εις το Παράρτημα Ι. Το Μέρος τούτο θα γνωστοποιήτοιαύτα μέτρα εις τον Οργανισμόν.
Άρθρον V.
1. Αι διατάξεις του Άρθρου IV δεν εφαρμόζονται, όταν τούτο είναι απαραίτητον, δια την ασφάλειαν ανθρωπίνης ζωής ή των πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών και άλλων κατασκευών εν θαλάσση, εις περιπτώσεις ανωτέρας βίας προκληθείσης εξ επιδεινώσεως του καιρού, ή εις πάσαν περίπτωσιν, ήτις συνιστά κίνδυνον ανθρώπινης ζωής ή πραγματικήναπειλήν δια τα πλοία, αεροσκάφη, εξέδρας ή άλλας κατασκευάς εν θαλάσση, εφ` όσον η απόρριψις εμφανίζεται ως ο μόνος τρόπος προς αποτροπήν της απειλής και εφ` όσον κατά πάσα πιθανότητα η ζημία εκ της τοιαύτης απορρίψεως θα είναι μικροτέρα εκείνης, η οποία θα προεκαλείτο άλλως. Τοιαύτη απόρριψις δέον να διενεργείται κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να μειούται εις το ελάχιστον ο κίνδυνος ζημίας εις ανθρωπίνην ή θαλασσίανζωήν και δέον να γνωστοποιήται εις τον Οργανισμόν.
2. Παν συμβαλλόμενον Μέρος δύναται να εκδόσηειδικήνάδειαν, κατ` εξαίρεσιν του Άρθρου IV (1) (α), εις περιπτώσεις επειγούσης ανάγκης, δημιουργούσης απαράδεκτον έκθεσιν εις κίνδυνονσχετιζόμενον προς την ανθρωπίνην υγείαν και μη επιδεχομένην άλλην εφικτήνλύσιν. Προ τούτου το Μέρος δέον όπως προβή εις συννενοήσεις μετά οιασδήποτε άλλης χώρας ή χωρών, δια τας οποίας είναι πιθανόν να υπάρξουν επιπτώσεις και μετά του Οργανισμού, όστις, κατόπιν συνεννοήσεων μετ` άλλων Μερών και διεθνών αρμοδίων οργανισμών, θα εισηγηθή αμελλητί, κατά το Άρθρον ΧIV, εις το Μέρος τας πλέον καταλλήλους διαδικασίας προς υιοθέτησιν. Το Μέρος δέον όπως ακολουθήση τας συστάσεις αυτάς εις το μέγιστον εφικτόνβαθμόν, και εις τα χρονικά περιθώρια εντός των οποίων δέον να προβή εις ενέργεια, και με την γενικήνυποχρέωσιν προς αποφυγήν προκλήσεως ζημίας, εις το θαλάσσιον περιβάλλον και όπως πληροφορήση τον Οργανισμόν περί της ενεργείας, εις ην προβαίνει. Τα Μέρη υποχρεούνται να βοηθούν άλληλα εις τοιαύτας περιπτώσεις.
3. Παν Συμβαλλόμενον Μέρος, δύναται να παραιτηθή των δικαιωμάτων του της παραγράφου (2) κατά την επικύρωσιν της παρούσης Συμβάσεως ή την προσχώρησιν εις αυτήν.
Άρθρον VI.
1. ΕκαστονΣυμβαλλόμενον Μέρος θα καθορίση μίαν ή περισσοτέραςαρμοδίας Αρχάς, ίνα:
(α) εκδίδουν τας ειδικάς αδείας, αίτινεςπροαπαιτούνται δια την απόρριψιν υλών αναφερομένων εν Παραρτήματα ΙΙ και υπό τας περιπτώσεις περί ων το Άρθρο V (2),
(β) εκδίδουν τας γενικάς αδείας, αίτινεςπροαπαιτούνται δια την απόρριψιν όλων των άλλων υλών,
(γ) τηρούν στοιχεία περί της φύσεως και των ποσοτήτων όλων των υλών των οποίων επετράπη η απόρριψις ως και της τοποθεσίας, του χρόνου και της μεθόδου απορρίψεως,
(δ) διερευνούν μονομερώς ή εν συνεργασία μετ` άλλων Μερών και αρμοδίως Διεθνών Οργανισμών, τας συνθήκας των Θαλασσών δια τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως.
2. Αι αρμόδιαι Αρχαί Συμβαλλομένου Μέρους θα εκδίδουν προηγουμένως ειδικάς, ή γενικάς αδείας, συμφώνως προς την παράγραφον (1), εν σχέσει προς τας προοριζομένας δι` απόρριψινύλας.
(α) εφ` όσον η φόρτωσιςεγένετο εντός της επικρατείας του,
(β) εφ` όσον η φόρτωσιςεγένετο επί πλοίου ή αεροσκάφους νηολογημένου εις λιμένα της επικρατείας του ή φέροντος την σημαίαν αυτής οσάκις η τοιαύτη φόρτωσις λαμβάνει χώραν εντός της επικρατείας Κράτους, το οποίον δεν είναι μέρος της παρούσης Συμβάσεως.
3. Κατά την έκδοσιν αδειών κατά τας υποπαραγράφου (1) (α) και (β) ανωτέρω, αι αρμόδιαι Αρχαί δέον να συμμορφούνται προς το Παράρτημα ΙΙΙ, ως και προς όσα πρόσθετα κριτήρια, μέτρα και απαιτήσεις θα έκριναν αρμόζοντα.
4. ΕκαστονΣυμβαλλόμενον Μέρος απ` ευθείας ή μέσω Γραμματείας, συσταθείσης εντός των πλαισίων περιφερειακού συμφώνου, θα αναφέρη εις τον Οργανισμόν, και, οσάκις είναι σκόπιμον, εις τα άλλα Μέρη, τας πληροφορίας περί ων και αι υπό-παράγραφοι (γ) και (δ) της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου ως και τα κριτήρια, μέτρα και απαιτήσεις άτινα υιοθετεί, συμφώνως προς την παράγραφον (3) αυτού. Η ακολουθητέα διαδικασία και η φύσις των τοιούτων αναφορών θα συμφωνηθούν υπό των Μελών κατόπιν διαπραγματεύσεων.
Άρθρον VII.
1. ΕκαστονΣυμβαλλόμενον Μέρος θα εφαρμόζη τα απαραίτητα μέτρα δια την εκτέλεσιν της παρούσης συμβάσεως εφ` όλων: (α) των πλοίων και αεροσκαφών άτινα είναι εγγεγραμμένα εις τα νηολόγια της επικρατείας του ή φέρουν την σημαίαν του, (β) των πλοίων και αεροσκαφών, άτινα φορτώνουν έντος του εδάφους ή των χωρικών υδάτων αυτού ύλαςπροοριζομένας προς απόρριψιν,
(γ) των υπό την δικαιοδοσίαν του πλοίων, αεροσκαφών και μονίμων ή πλωτών εξεδρών αίτινες πιστεύεται ότι προβαίνουν εις απορρίψεις.
2. Εκαστον Μέρος δέον όπως λάβη, εντός της περιοχής του, τα κατάλληλα μέτρα δια την πρόληψιν και τιμωρίαν πάσης ενεργείας, αντιβαινούσης εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.
3. Τα μέρη συμφωνούν να συνεργασθούν δια την ανάπτυξιν των διαδικασιών προς αποτελεσματικήνεφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως, ιδία εις την ανοικτήν θάλασσαν, περιλαμβανομένων των διαδικασιών δια την αναφοράν πλοίων και αεροσκαφών, άτινα παρατηρούνται να προβαίνουν εις απόρριψιν κατά παράβασιν της Συμβάσεως.
4. Η παρούσα Σύμβασις δεν εφαρμόζεται επί πλοίων και αεροσκαφών άτινααπαλαύουν ετεροδικίας, κατά το διεθνές δίκαιον. Εν τούτοις, έκαστον Μέρος θα εξασφαλίζη, δια της λήψεως των καταλλήλων μέτρων, όπως πλοία ή αεροσκάφη, υπό την κυριότητα ή διαχείρισίν του, ενεργούν κατά τρόπον συνάδονται προς το αντικείμενον και τον σκοπόν της παρούσης Συμβάσεως, και θα πληροφορή τον Οργανισμόν σχετικώς.
5. Ουδείς όρος της παρούσης Συμβάσεως επηρεάζει το δικαίωμα εκάστου Μέρους όπως λαμβάνη, συμφώνως προς τας αρχάς του διεθνούς δικαίου, άλλα μέτρα προς πρόληψιν της απορρίψεως εν θαλάσση.
Άρθρον VIII.
Δια την προώθησιν των αντικειμενικών σκοπών της παρούσης Συμβάσεως, Συμβαλλόμενα Μέρη, έχοντα κοινά συμφέροντα δια την προστασίαν του θαλασσίου περιβάλλοντος εις ωρισμένηνγεωγραφικήνπεριοχήν, δέον να καταβάλουν προσπαθείας, λαμβανομένων υπ` όψιν των ιδιαζόντων τοπικών χαρακτηριστικών, όπως συνάψουν περιφερειακά σύμφωνα ενηρμονισμένα προς την παρούσα σύμβασιν δια την πρόληψιν της ρυπάνσεως, ειδικώς εξ απορρίψεως. Τα Συμβαλλόμενα εις την παρούσανΣύμβασιν Μέρη θα προσπαθούν να ενεργούν εν αρμονία προς τους αντικειμενικούς σκοπούς και τους όρους των τοιούτων περιφερειακών συμφώνων, άτινα θα γνωστοποιούνται εις αυτά υπό του Οργανισμού. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα επιδιώξουν να συνεργασθούν μετά των Μερών των περιφερειακών Συμφώνων δια την ανάπτυξινενηρμονισμένων διαδικασιών ακολουθητέων υπό των Μερών των διαφόρων σχετικών Συμβάσεων. Ιδιαιτέρα προσοχή δέον να δοθή εις την συνεργασίαν επί του πεδίου ελέγχου και επιστημονικής ερεύνης.
Άρθρον ΙΧ.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δέον όπως προαγάγουν, δια συνεργασίας εντός του Οργανισμού και άλλων διεθνών Σωμάτων, την υποστήριξιν των μελών, άτινα ζητούν ταύτην προς: (α) εκπαίδευσιν επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού,
(β) παροχήν αναγκαίου εξοπλισμού και μέσων προς έρευναν και έλεγχον,
(γ) διάθεσιν και επεξεργασίαν καταλοίπων και λήψιν άλλων μέτρων δια την πρόληψιν ή περιορισμόνρύπανσεως προκληθείσης εξ απορρίψεως, κατά προτίμησιν εντός των ενδιαφερομένων ούτω των στόχων και σκοπών της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον Χ.
Συμφώνως προς τας αρχάς του διεθνούς δικαίου περί της ευθύνης των Κρατών δια ζημίαν εις το περιβάλλον άλλων Κρατών ή εις οιανδήποτε άλλην περιοχήν του περιβάλλοντος, προκληθείσαν εξ απορρίψεως καταλοίπων ή άλλων υλών παντός είδους, τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουν να αναπτύξουν διαδικασίας δια τον καθορισμόν της ευθύνης και την επίλυσιν των διαφορών εν σχέσει προς την απόρριψιν.
Άρθρον ΧΙ.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, κατά την πρώτηνσυμβουλευτικήνσύσκεψιν αυτών, θα μελετήσουν διαδικασίας δια την επίλυσιν διαφορών, εν σχέσει προς την ερμηνείαν και εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον ΧΙΙ.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να προωθήσουν, δια των αρμοδίων εξειδικευμένων οργανώσεων και άλλων διεθνών οργάνων, μέτρα δια την προστασίαν του θαλασσίου περιβάλλοντος από ρυπάνσεως προκληθείσης:
(α) εξ υδρογονανθράκων, περιλαμβανομένου του πετρελαίου, και των καταλοίπων αυτών,
(β) εξ άλλων επιβλαβών ή επικινδύνων υλών, μεταφερομένων επί πλοίων δια σκοπούς διαφόρους της απορρίψεως,
(γ) εκ καταλοίπων δημιουργουμένων κατά την λειτουργίαν πλοίων, αεροσκαφών, εξεδρών και άλλων κατασκευών εν θαλάσση,
(δ) εκ ραδιενεργών ουσιών δυναμένων να προκαλέσουν ρύπανσινπροερχομένην εξ όλων των πηγών, περιλαμβανομένων των πλοίων.
(ε) εξ ουσιών χημικού και βιολογικού πολέμου,
(στ) εκ καταλοίπων ή άλλων υλών ευθέως προερχομένων εκ της εξερευνήσεως, εκμεταλλεύσεως και συναφούς παρακτίου επεξεργασίας ορυκτών πόρων του βυθού της θαλάσσης ή σχετιζομένων προς αυτάς.
Τα Μέρη θα προαγάγουν επίσης, δια του αρμοδίου διεθνούς οργανισμού, την κωδικοποίησιν σημάτων, άτινα δέον να χρησιμοποιούνται υπό πλοίων απασχολουμένων εις την απόρριψιν.
Άρθρο ΧΙΙΙ.
Ουδεμία διάταξις της παρούσης Συμβάσεως θα επηρεάζη την κωδικοποίησιν και ανάπτυξιν του δικαίου της θαλάσσης υπό της Διασκέψεως των Ηνωμένων Εθνών επί του Δικαίου της θαλάσσης, συγκληθείσης συμφώνως τη Αποφάσει 2750 G (ΧΧΥ) της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, ούτε τας παρούσας ή μελλούσας διεκδικήσεις ή νομικάς απόψεις οιουδήποτε Κράτους, εν σχέσει προς το δίκαιον της θαλάσσης ως και την φύσιν και έκτασιν της δικαιοδοσίας του παρακτίου Κράτους και του Κράτους της σημαίας. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να προβούν εις συνεννοήσεις, κατά μίαν σύσκεψιν, ήτις θα συγκληθή υπό του Οργανισμού, μετά την Διάσκεψιν του Δικαίου της Θαλάσσης, και εν πάση περιπτώσει όχι βραδύτερον του 1977, προς τον σκοπόν καθορισμού της φύσεως και εκτάσεως του δικαιώματος και υποχρεώσεως του παρακτίου Κράτους να εφαρμόζη την Σύμβασιν εντός μιας ζώνης παρακειμένης εις τας ακτάς του.
Άρθρον ΧΙΥ
1. Η Κυβέρνησις του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας, ως θεματοφύλαξ της Συμβάσεως, θα συγκαλέσησύσκεψιν των Συμβαλλομένων Μερών, ουχί βραδύτερον των τριών μηνών από της θέσεως της παρούσης Συμβάσεως εν ισχύϊ, προς λήψιν αποφάσεων επί οργανωτικών θεμάτων.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υποδείξουν έναν αρμόδιονΟργανισμόν, υπάρχοντα κατά τον χρόνον της συσκέψεως, δια να είναι υπεύθυνος δια τα καθήκοντα Γραμματείας, εν σχέσει προς την παρούσανΣύμβασιν. Παν Μέρος της Συμβάσεως, εφ` όσον δεν είναι μέλος του Οργανισμού, θα καταβάληανάλογονσυνεισφοράν δια τας δαπάνας του Οργανισμού εκ της εκτελέσεως των καθηκόντων τούτων.
3. Εις τα καθήκοντα Γραμματείας του Οργανισμού θα περιλαμβάνονται: (α) η σύγκλησις συμβουλευτικών συσκέψεων των Συμβαλλομένων Μερών, τουλάχιστον ανά διετίαν, και ειδικών συσκέψεων των Μερών, καθ` οιονδήποτε χρόνον επί τη αιτήσει των δύο τρίτων των Μερών. (β) Η προετοιμασία και παροχή βοηθείας, εν συνεννοήσει μετά των Συμβαλλομένων Μερών και των αρμοδίων Διεθνών Οργανισμών, κατά την διαμόρφωσιν και εφαρμογήν των διαδικασιών περί ων η υποπαράγραφος 4 (στ) του παρόντος Άρθρου, (γ) η εξέτασις ερωτήσεων υποβαλλομένων και πληροφοριών προερχομένων υπό των Συμβαλλομένων Μερών, η μετ` αυτών και αρμοδίων Διεθνών Οργανισμών συνεννόησις και η διατύπωσις Συστάσεων προς τα Μέρη επί ερωτήσεων σχετικών αλλ` ουχί ειδικώς καλυπτομένων υπό της Συμβάσεως, (δ) η διαβίβασις όλων των γνωστοποιήσεων, αι οποίαι λαμβάνονται υπό του Οργανισμού συμφώνως προς τα Αρθρα ΙΥ (3), Υ (1) και (2) και ΥΙ (4), ΧΥ, ΧΧ και ΧΧΙ, εις τα Μέρη εις τα οποία αφορούν αύται. Προ της υποδείξεως του Οργανισμού, αι λειτουργίαι αύται εκτελώνται, εφ` όσον είναι αναγκαίον, υπό της θεματοφύλκος Κυβερνήσεως, η οποία δια τους σκοπούς αυτούς, θα είναι η Κυβέρνησις του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας.
4. Αι συμβουλευτικαί ή ειδικαί συσκέψεις των Συμβαλλομένων Μερών θα έχουν υπό συνεχή επίβλεψιν την εφαρμογήν της Συμβάσεως και δύνανται, μεταξύ άλλων: (α) να αναθεωρούν και υιοθετούν τροποποιήσεις της παρούσης Συμβάσεως και των Παραρτημάτων αυτής, συμφώνως τω Αρθρω ΧΥ, (β) να προσκαλούν το αρμόδιον ή τα αρμόδια επιστημονικά όργανα εις συνεργασίαν μετά των Μερών και παροχήν συμβουλών προς τα Μέρη και τον Οργανισμών επί οιουδήποτε επιστημονικού ή τεχνικού θέματος σχετικού προς την παρούσανΣύμβασιν, περιλαμβανομένου ιδία του περιεχομένου των Παραρτημάτων, (γ) να λαμβάνουν και εξετάζουν αναφοράς γενομένας συμφώνως τω Αρθρω ΥΙ (4), (δ) να προάγουν την συνεργασίαν μετά και μεταξύ των περιφερειακών οργανισμών των ενδιαφερομένων δια την πρόληψιν της θαλασσίας ρυπάνσεως, (ε) να καταρτίζουν ή υιοθετούν, εν συνεννοήσει μετά των αρμοδίων Διεθνών Οργανισμων, τας εν άρθρω Υ (2) αναφερομένας διαδικασίας, περιλαμβανομένων και βασικών κριτηρίων δια τον καθορισμόν των εξαιρετικών περιστάσεων και των καταστάσεων επειγούσης ανάγκης, ως και τας διαδικασίας δια συμβουλευτικάς γνωμοδοτήσεις και ασφαλή απόρριψιν υλών εις τοιαύτας περιστάσεις περιλαμβανομένου και του καθορισμού των καταλλήλων περιοχών προς απόρριψιν, και να προβαίνουν εις σχετικάς εισηγήσεις, (στ) να εξετάζουν οιανδήποτε πρόσθετονενέργειαν, η οποία δυνατόν να απαιτηθή.
5. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, κατά την πρώτηνσυμβουλευτικήνσύσκεψιν αυτών, θα καθορίσουν τους απαραίτητους διαδικαστικούς κανόνας.
Άρθρον ΧΥ
1. (α) Κατά τας συγκαλουμένας, συμφώνως τω Αρθρω ΧΙΥ, συσκέψεις των Συμβαλλομένων Μερών, δύνανται να υιοθετούν τροποποιήσεις της παρούσης συμβάσεως δια πλειοψηφίας των δύο τρίτων των παρόντων. Τροποποίησις θα τίθεται εν ισχύι, δια τα Μέρη τα οποία απεδέχθησαν ταύτην, την εξηκοστήνημέραν, αφ` ης δύο τρίτα των Μερών έχουν καταθέσει εις τον Οργανισμόν τα όργανα αποδοχής της τροποποιήσεως. Εν συνεχεία η τροποποίησις θα τίθεται εν ισχύι, δι` οιονδήποτε έτερον Μέρος, τριάκοντα ημέρας αφ` ης το Μέρος τούτο καταθέση το όργανον αποδοχής της τροποποιήσεως. (β) Ο Οργανισμός θα πληροφορή άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη περί οιασδήποτε αιτήσεως περί συγκλήσεως ειδικής συσκέψεως κατ` Άρθρον ΧΙΥ και περί οιασδήποτε τροποποιήσεως υιοθετηθείσης κατά τας συσκέψεις των Μερών ως και περί της ημερομηνίας, καθ` ην εκάστη τοιαύτη τροποποίησις τίθεται εν ισχύι δι` έκαστον Μέρος. ,
2. Αι τροποποιήσεις των Παραρτημάτων δέον να βασίζωνται επί επιστημονικών και τεχνικών δεδομένων. Τροποποιήσεις των Παραρτημάτων, εγκριθείσαι υπό πλειοψηφίας των δυο τρίτων των παρόντων εις συσκεψιν, συγκληθείσαν συμφώνως προς το άρθρον ΧΙΥ, θα τίθεται εν ισχύϊ, δι` έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος, ευθύς άμα τη γνωστοποιήσει της αποδοχής του εις τον Οργανισμόν και 100 ημέρας μετά την έγκρισιν της υπό της συσκέψεως δι` άπαντα τα λοιπά Μέρη, πλήν εκείνων τα οποία, προ της παρόδου των 100 ημερών, θα προβούν εις δήλωσιν ότι δεν δύναται επί του παρόντος να αποδεχθούν την τροποποίησιν. Τα Μέρη θα προσπαθούν να γνωστοποιούν εις τον Οργανισμόν την αποδοχήν των περί μιας τροποποιήσεως, όσον το δυνατόν ταχύτερον, μετά την έγκρισιν της κατά την σύσκεψιν. Παν Μέρος δύνανται, καθ` οιονδήποτε χρόνον, να αντικαθιστά δι` αποδοχής τυχόν προηγουμένηνδήλωσιν αντιρρήσεως οπότε η πρότερον αποκρουσθείσατροποποίησις θα τίθεται εν ισχύϊ δια το Μέρος τούτο.
3. Αποδοχή ή δήλωσις αντιρρήσεως, κατά το παρόν Άρθρον, θα γίνονται δια καταθέσεως σχετικού οργάνου εις τον Οργανισμόν. Ο Οργανισμός θα γνωστοποιή την λήψιν τοιούτων οργάνων εις άπαντα τα Συμβαλλόμενα Μέλη.
4. Προ του καθορισμού του Οργανισμού, τα καθήκοντα Γραμματείας, τα οποία ανατίθενται εις αυτόν, θα εκπληρούνται προσωρινώς υπό της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας ως μιάς εκ των θεματοφυλάκων της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον ΧVI
Η παρούσα Σύμβασις θα είναι ανοικτή προς υπογραφήν υπό οιουδήποτε Κράτους εις Λονδίνον, Πόλιν του Μεξικού, Μόσχαν και Ουάσιγκτων, από της 29ης Δεκεμβρίου 1972 μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1973. Άρθρον ΧVΙΙ Η παρούσα Σύμβασις θα υπόκειται εις επικύρωσιν. Τα όργανα επικυρώσεως θα κατατίθενται εις τας Κυβερνήσεις του Μεξικού, τις Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Άρθρον XVIII Μετά την 31ην Δεκεμβρίου 1973, η παρούσα Σύμβασις θα είναι ανοικτή δια προσχώρησιν υπό οιουδήποτε Κράτους. Τα όργανα προσχωρήσεως θα κατατίθενται εις τας Κυβερνήσεις του Μεξικού, της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Άρθρον ΧΙΧ
1. Η παρούσα Σύμβασις να τεθή εν ισχύι την τριακοστήνημέραν μετά την ημέραν καταθέσεως του δεκάτου πέμπτου οργάνου επικυρώσεως ή προσχωρήσεως.
2. Δι` έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος, επικυρούν ή προσχωρούν εις την Σύμβασιν μετά την κατάθεσιν του δεκάτου πέμπτου οργάνου επικυρώσεως ή προσχωρήσεως, η Σύμβασις θα τίθεται εν ισχύι την τριακοστήνημέραν από της καταθέσεως υπό του Μέρους τούτου του οργάνου επικυρώσεως ή προσχωρήσεως. Άρθρον ΧΧ Οι θεματοφύλακες θα πληροφορούν τα Συμβαλλόμενα Μέρη: (α) περί των υπογραφών εις την παρούσανΣύμβασιν και της καταθέσεως των οργάνων επικυρώσεως, προσχωρήσεως ή αποχωρήσεως, συμφώνως προς τα Αρθρα ΧVΙ, ΧVΙΙ, ΧVΙΙΙ και ΧΧΙ, και (β) περί της ημερομηνίας, καθ` ην η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ κατ` άρθρον ΧΙΧ.
Άρθρον ΧΧΙ
Παν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται να αποχωρήση της παρούσης Συμβάσεως, κατόπιν σχετικής γνωστοποιήσεως, επιδιδομένης εγγράφως, προ εξ μηνών, εις μίαν των θεματοφυλάκων Κυβερνήσεων, ήτις θα πληροφορή αμελλητί άπαντα τα Μέρη περί της τοιαύτης γνωστοποιήσεως.
Άρθρον ΧΧΙΙ
Το Πρωτότυπον της παρούσης Συμβάσεως, της οποίας τα κείμενα εις την Αγγλικήν, Γαλλικήν, Ρωσικήν και Ισπανικήν είναι εξ ίσου αυθεντικά, θα κατατεθούν εις τας Κυβερνήσεις του Μεξικού, της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αι οποίαι θα στείλουν κεκυρωμένα αντίγραφα ταύτης εις άπαντα τα Κράτη. ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ των ανωτέρω, οι υπογεγραμμένοι Πληρεξούσιοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι παρά των αντιστοίχων Κυβερνήσεών των, υπέγραψαν την παρούσανΣύμβασιν. ΕΓΕΝΕΤΟ εν Λονδίνω, Πόλει του Μεξικού, Μόσχα και Ουάσιγκτων, την εικοστήνεννάτηνημέραν του μηνός Δεκεμβρίου 1972.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
1. Αλογονούχοιοργανικαί ενώσεις. 2. Υδράργυρος και Ενώσεις αυτού. 3. Κάδμιον και Ενώσεις αυτού. 4. Μη αποσυντιθέμενα πλαστικά και άλλα μη αποσυντιθέμενα συνθετικά υλικά, επί παραδείγματι δίχτυα και σχοινία, τα οποία δυνατόν να επιπλέουν ή να παραμένουν αιωρούμενα εντός της θαλάσσης, κατά τοιούτον τρόπον ώστε να παραμποδίζουν ουσιωδώς την αλιείαν, ναυσιπλοϊαν, ή άλλαςνομίμους χρήσεις της θαλάσσης. 5. Αργόνπετρέλαιον, πετρέλαιον εξωτερικής καύσεως, βαρύ πετρέλαιον εσωτερικής καύσεως, και έλαια λιπάνσεως, υγρά υδραυλικών φρένων και οιοδήποτε μίγμα περιέχον οσοδήποτε εξ αυτών, και τα οποία έχουν φορτωθή με σκοπόν την απόρριψιν. 6. Υψηλής ραδιενεργείας ραδιενεργά κατάλοιπα ή έτερα υψηλής ραδιενεργείας ραδιενεργά υλικά, καθοριζόμενα υπό τού αρμοδίου επί του θέματος διεθνούς οργάνου, επί του παρόντος του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενεργείας, ως μη απορρίψιμα εις την θάλασσαν, δια λόγους δημοσίας υγείας, βιολογικούς ή ετέρους. 7. Υλικά υπό οιανδήποτε μορφήν (π.χ. στερεάν, υγράν, ημιυγράν) αέριον, ή ζώντα, τα οποία παράγονται δια βιολογικόνχημικόνπόλεμον. 8. Αι προηγούμεναι παράγραφοι του παρόντος παραρτήματος δεν εφαρμόζονται επί ουσιών, αι οποίαι και καθίστανται ταχέως αβλαβείς δια φυσικών, χημικών ή βιολογικών διεργασιών εις την θάλασσαν εφ` όσον: (ι) Δεν καθιστούν ανουσίους τους προς βρώσιν θαλασσίους οργανισμούς ή (ιι) Δεν θέτουν εις κίνδυνον την υγείαν του ανθρώπου ή την ζωήν των κατοικιδίων ζώων. Η συμβουλευτική διαδικασία, η οποία αναφέρεται εις το άρθρον XIV, δέον να ακολουθήται υπό οιουδήποτε μέρους εφ` όσον τούτο έχει αμφιβολίας ως προς το εάν η ουσία είναι αβλαβής. 9. Το παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζεται δι` απορρίματα ή άλλαςύλας (π.χ. ιλύς εκ των υπονόμων και απορρίμματα εκσκαφών), αι οποίαι περιέχουν ύλας αναφερομένας εις τας ανωτέρω παραγράφους 1 και 5 ως ίχνη μολύνσεως. Τοιούτου είδους απορρίμματα θα υπόκεινται εις τας προϋποθέσεις των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ, ως κρίνεται κατάλληλον.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Αι ακόλουθοι ουσίαι και υλικά, τα οποία απαιτούν ειδικήνπροσοχήν, καταγράφονται δια τους σκοπούς του άρθρου VI (I) (α). Α` Κατάλοιπα περιέχοντα σημαντικάς ποσότητας των κατωτέρω αναφερομένων υλών: Αρσενικόν ) Μόλυβδος ) και αι ενώσεις αυτών Χαλκός ) Ψευδάργυρος ) Οργανικαί ενώσεις πυρυτίου Κυανιούχα άλατα Φθοριούχα άλατα Εντομοκτόνα και τα δευτερογενή παράγωγα αυτών τα οποία δεν καλύπτονται από του παραρτήματος Ι. Β` Κατά την έκδοσιν αδειών απορρίψεως μεγάλων ποσοτήτων οξέων και αλκαλίων, δέον να εξετάζηται η πιθανή ύπαρξις εις τοιούτου είδους κατάλοιπα των ουσιών αι οποίαι αναγράφονται εις την παράγραφ. Α` καθώς επίσης και των κάτωθι ουσιών: Βηρύλιον ) Χρώμιον ) και αι ενώσεις αυτών Νικέλιον ) Βανάδιον ) Γ` Εμπορευματοκιβώτια, απορρίματα μετάλλων και άλλα χύδην απορρίμματα, τα οποία δύνανται να βυθιστούν εις την θάλασσαν και τα οποία δύνανται να δημιουργήσουν σοβαρά εμπόδια εις την αλιείαν ή ναυσιπλοϊαν. Δ` Ραδιενεργά κατάλοιπα ή άλλη ραδιενεργός ύλη, μήσυμπεριλαμβανομένη εις το παράρτημα Ι. Κατά την έκδοσιν αδειών απορρίψεως των υλών αυτών, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δέον να λαμβάνουν υπ` όψιν πλήρως τας συστάσεις της αρμοδίας Διεθνούς οργανώσεως επί του τομέως τούτου, η οποία, επί του παρόντος, είναι ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενεργείας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Εις τους όρους οι οποίοι δέον να εξετάζωνταικατα τον καθορισμόν κριτηρίων δια την έκδοσιν αδειών προς απόρριψιν υλών εις την θάλασσαν, λαμβανομένου υπ` όψιν του άρθρου ΙV (2), συμπεριλαμβάνονται: Α` Χαρακτηριστικά και σύνθεσις των υλών: 1. Ολική ποσότης και μέσος όρος συνθέσεως της προς απόρριψιν ύλης (π.χ. ανά έτος). 2. Κατάστασις π.χ. στερεά, ιλύος, υγρά, ή αέριος. 3. Ιδιότητες: Φυσικαί (π.χ. διαλυτότης και πυκνότης), χημικαί και βιομηχανικαί (π.χ. απαιτούμενονοξυγόνον, θρεπτική ικανότης) και βιολογικαί (π.χ. παρουσία των, βακτηρίων, ζυμομυκήτων, παρασίτων). 4. Τοξικότης. 5. Ανθεκτικότης, Φυσική, Χημική και Βιολογική. 6. Προσθετικότης και μετασχηματισμός βιολογικών υλών ή καταλοίπων. 7. Επιδεκτικότης εις φυσικάς, χημικάς και βιοχημικάςμεταβολάς και αντιδράσεις εις το υδατικόν περιβάλλον με άλλαςδιαλελυμμέναςοργανικάς και ανοργάνουςύλας. 8. Πιθανότης παραγωγής μολύνσεως ή άλλων μεταβολών, αι οποίαι ελαττώνουν το εμπορεύσιμον των πόρων (ιχθύων, οστρακοειδών). Β` Χαρακτηριστικά τοποθεσίας απορρίψεως και μέθοδος εναποθέσεως: 1. Θέσις (π.χ. συντεταγμέναι της περιοχής απορρίψεως, βάθος και απόστασις από της ακτής, θέσεις εν σχέσει προς άλλαςπεριοχάς (π.χ. περιοχάς αναψυχής, περιοχάς ωοτοκίας, ιχθυοτροφεία και περιοχάς αλιείας και εκμεταλλευσίμους πόρους). 2. Ρυθμός εναποθέσεως ανά ωρισμένηνχρονικήνπερίοδον (π.χ. ποσότης ανά ημέραν, εβδομάδαν, μήνα). 3. Μέθοδος συσκευασίας, εάν υφίσταται. 4. Αρχική αραίωσις, επιτευχθείσα δια προταθείσης μεθόδου απορρίψεως. 5. Χαρακτηριστικά διασποράς (π.χ. επίδρασις των ρευμάτων, παλιρροιών και ανέμων επι της οριζοντίας μεταφοράς και καθέτου αναμίξεως. 6. Χαρακτηριστικά του ύδατος (π.χ. θερμοκρασία Ρ.Η, περιεκτικότης εις άλας, διαχωρισμός εις στρώματα, δείκται οξυγόνου ενδεικτικοί της ρυπάνσεως – διαλελυμένονοξυγόνον (DO), χημικώς απαιτούμενονοξυγόνον (COD), βιολογικώς απαιτούμενονοξυγόνον (ΒΟD) – παρουσία αζώτου οργανικού και υπό μορφήν αλάτων ανοργάνων οξέων συμπεριλαμβανομένων και της αμμωνίας, ύλης ευρισκομένης εν αιωρήσει, άλλων θρεπτικών υλών και παραγωγικότητος. 7. Χαρακτηριστικά βυθού (π.χ. τοπογραφία, γεωχημικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά και βιολογική παραγωγικότης). 8. Υπαρξις και αποτελέσματα άλλων απορρίψεων αι οποίαι έχουν γίνει εις την περιοχήν απορρίψεως, (π.χ. ενδείξεις υπάρξεως βαρέων μετάλλων και περιεκτικότητος εις οργανικόν άνθρακα). 9. Κατά την έκδοσιν αδείας δι` απόρριψιν, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δέον να εξετάζουν εάν υφίσταται επαρκής επιστημονική βάσις δια την εκτίμησιν των επιπτώσεων εκ τοιούτου είδους απορρίψεως, ως περιγράφονται εις το παρόν παράρτημα, λαμβανομένων υπ` όψιν και των εποχιακών μεταβολών. Γ` Γενικαί Θεωρήσεις και συνθήκαι: 1. Πιθανά αποτελέσματα εις το φυσικόν κάλλος (π.χ. παρουσία επιπλεόντων ή προσηραγμένων υλικών, θολερότης, απαράδεκτος οσμή, αποχρωματισμός και αφρισμός). 2. Πιθανά αποτελέσματα εις την θαλάσσιανζωήν, την ανάπτυξιν ιχθύων και οστρακοειδών, τα αλιεύματα, την συγκομιδήν θαλασσίων φυτών και την καλλιέργειάν των. 3. Πιθανά αποτελέσματα εις άλλας χρήσεις της θαλάσσης (π.χ. μείωσις της ποιότητος του ύδατος δια βιομηχανικήνχρήσιν, διάβρωσις κατασκευών ευρισκομένων εντός των υδάτων, παρακώλυσις εις την λειτουργίαν των πλοίων λόγω επιπλεόντων υλικών, παρεμπόδισις της αλιείας ή ναυσιπλοϊας δια της εναποθέσεως απορριμάτων ή στερεών αντικειμένων επί του βυθού της θαλάσσης και προστασία περιοχών ειδικής σημασίας δι` επιστημονικούς σκοπούς ή με σκοπόν την διατήρησιν των). 4. Η πρακτική δυνατότης υπάρξεως εναλλακτικών μεθόδων της εις ξηράν επεξεργασίας, διαθέσεως, εξαλείψεως ή επεξεργασίας, δια της οποίας τα υλικά θα καταστούν ολιγώτερον επιβλαβή προκειμένου ν` απορριφθούν εις την θάλασσαν.

Άρθρον δεύτερον
Αδειαι απορρίψεως υλών εις την θάλασσαν
1. Πλοία ή αεροσκάφη υπαγόμενα εις τας διατάξεις της δια του παρόντος κυρουμένης Διεθνούς Συμβάσεως, προκειμένου ν` απορρίψουν εις την θάλασσαν κατάλοιπα ή άλλαςύλας οφείλουν, να εφοδιάζωνται δια των προβλεπομένων εν τη Συμβάσει “Ειδικών ή Γενικών αδειών” αίτινες παρέχονται υπό της αρμοδίας Αρχής εις εξαιρετικάς μόνον περιπτώσεις και μετά επαρκή αιτιολόγησιν.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογήν εις περιπτώσεις ανωτέρας βίας κατά τας οποίας υπάρχει κίνδυνος ανθρωπίνης ζωής ή της ασφαλείας του πλοίου ή αεροσκάφους.

Άρθρον τρίτον
ΑρμόδιαιΑρχαί.
1. Αρμόδιαι Αρχαί δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου και της κυρουμένης Συμβάσεως, την βεβαίωσιν των παραβάσεων και την επιβολήν κυρώσεων είναι δια μεν τα πλοία, τα Κεντρικά Λιμεναρχεία, Λιμεναρχεία και Υπολιμεναρχεία, δια δε τα αεροσκάφη αι αντίστοιχοι Αρχαί των Πολιτικών αερολιμένων.

2. Αι κατά την προηγουμένηνπαράγραφον Αρχαί είναι αρμόδιαι δια την έκδοσιν των προβλεπομένων υπό του προηγουμένου άρθρου “Γενικών ή Ειδικών Αδειών”, κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Βιομηχανίας και Ενεργείας ή, προκειμένου περί απορρίψεως ουσιών θετουσών εις κίνδυνον την Δημοσίαν υγείαν, του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας ή Συγκοινωνιών παρεχομένης μετά σχετικήνγνωμοδότησιν καταλλήλου εργαστηρίου, υποδεικνυομένου κατά περίπτωσιν υπό του Υπουργείου Συντονισμού.

Άρθρον τέταρτον
Εξασφάλισις απαιτήσεων.
1. Δια την αποκατάστασιν προκληθεισών εκ ρυπάνσεως ζημιών, ως και δια τας γενομένας δαπάνας προς αποτροπήν ή εξουδετέρωσιν αυτής, υπεύθυνος είναι ο υπαιτίως προκαλέσας την ρύπανσιν, μετ` αυτού δε ευθύνονται εις ολόκληρον και οι κάτωθι: α) Επί πλοίων και δεξαμενοπλοίων ο Πλοίαρχος, ο Πλοιοκτήτης, ο Εφοπλιστής, ο εν Ελλάδι διαχειριστής του πλοίου, επί πλοίων δε και δεξαμενοπλοίων ανηκόντων εις Ναυτικάς Ανωνύμους Εταιρείας και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ως και ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, εις άλλας δε Εταιρείας ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτών. β) Επι αεροσκαφών ο Κυβερνήτης, ο Ιδιοκτήτης, ο εκμεταλλευόμενος αυτό, εάν δε τούτο ανήκει εις ΑνώνυμονΕταιρείαν και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ως και ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, εις άλλας δε Εταιρείας ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτών, Τα υπό στοιχεία α και β` πρόσωπα ευθύνονται, εν πάση περιπτώσει, εις ολόκληρον ανεξαρτήτως υπαιτιότητος.

2. Αρμόδια δικαστήρια προς εκδίκασιν των κατά την παράγρ. 1 απαιτήσεων καθίστανται τα δικαστήρια του τόπου ένθα εγένετο η ρύπανσις ή ενός των Λιμένων ή αερολιμένων ένθα κατέπλευσε το πλοίον ή προσεγειώθη το αεροσκάφος και εν περιπτώσει ρυπάνσεως της ανοικτής θαλάσσης και μη κατάπλου του πλοίου εις Ελληνικόν λιμένα ή μη προσγειώσεως του αεροσκάφους εις Ελληνικόν αερολιμένα τα δικαστήρια Πειραιώς.

Άρθρον πέμπτον
Κυρώσεις
1. Οι παραβάται των διατάξεων της κυρουμένης Συμβάσεως του παρόντος νόμου και των κατ` εξουσιοδότησιν του άρθρου ογδόου εκδιδομένων Προεδρικών Διαταγμάτων τιμωρούνται ποινικώς, διοικητικώς και πειθαρχικώς ως ακολούθως: α) Ποινικαί κυρώσεις. ι) Οι εκ προθέσεως προκαλούντεςσοβαράνρύπανσιν της θαλάσσης τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον (3) μηνών. Εαν εκ της πράξεως δύναται να προκύψη κίνδυνος ζημίας ή βλάβης εις πρόσωπα ή πράγματα τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον ενός (1) έτους. ιι) Οι εξ αμελείας γενόμενοι υπαίτιοι των ως άνω πράξεων, τιμωρούνται δια φυλακίσεως. Ούτοι δύνανται ν` απαλλάσσωνται από πάσης ποινής, εάν οικεία βουλήσει εξουδετερώσουν την ρύπανσιν και αποτρέψουν πάσαν δυναμένην να επέλθηβλάβην ή ζημίαν ή εάν δια ταχείας αναγγελίας προς τας Αρχάς ήθελον συντελέσει εις την εξουδετέρωσιν της ρυπάνσεως, καταβάλλοντες συγχρόνως και τας συναφείς δαπάνας. β) Διοικητικαί κυρώσεις. ι) Υπαίτιοι ρυπάνσεως της θαλάσσης τιμωρούνται δι` αποφάσεως της αρμοδίας Αρχής δια προστίμου εξικνουμένον μέχρι του ποσού των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών. Εις περίπτωσιν σοβαράς ρυπάνσεως ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας προκειμένου δια πλοία ή ο Υπουργός Συγκοινωνιών προκειμένου δια αεροσκάφη, επιβάλλει πρόστιμον μέχρι πεντήκοντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών. ιι) Δια Προεδρικών Διαταγμάτων προτάσει των Υπουργών Συγκοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας δύνανται ν` αυξάνωνται τα ανώτατα όρια των προστίμων. ιιι) Δια την καταβολήν των κατά το στοιχείον τούτο επιβαλλομένων προστίμων ευθύνονται εις ολόκληρον τα εις την παράγραφον 1 του τετάρτου άρθρου προσδιοριζόμενα πρόσωπα.

Άρθρον έκτον
Διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεων προς επιβολήν διοικητικών κυρώσεων και άσκησις ενδίκων μέσων.
1. Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων (προστίμου), άρχεται από της βεβαιώσεως της παραβάσεως υπό του διαπιστούντος ταύτην οργάνου το οποίον συντάσσει υποχρεωτικώς πλήρη περί ταύτης έκθεσιν.
Η έκθεσις αύτη αποτελεί απόδειξιν της παραβάσεως. Ομοίαν μετ` ίσης αποδεικτικής δυνάμεως έκθεσιν συντάσσουν και οι διαπιστούντες παραβάσεις ρυπάνσεως χειρισταί πολεμικών αεροσκαφών ως και Κυβερνήται πολεμικών πλοίων. Η παράβασις δύναται να διαπιστούται και κατόπιν ειδικών χημικών αναλύσεων υπό Κρατικών εργαστηρίων, δειγμάτων των εις την θάλασσαν εκ των πλοίων ή αεροσκαφών απορριπτομένων καταλοίπων και άλλων υλών.
2. Χειρισταί αεροσκαφών της Ελληνικής Πολιτικής Αεροπορίας ως και Ελληνες Πλοίαρχοι και Κυβερνήται εμπορικών πλοίων, οφείλουν να αναφέρουν εις την Αρχήν οιανδήποτε περίπτωσιν ρυπάνσεως διαπιστουμένην παρ` αυτών.
3. Αρμοδία προς διαπίστωσιν της παραβάσεως και επιβολήν του προστίμου είναι η πλησιεστέρα προς τον τόπον της παραβάσεως Αρχή ή Αρχή του πρώτου λιμένος κατάπλου του πλοίου ή προσγειώσεως του αεροσκάφους μετά την παράβασιν.
4. Από της συντάξεως της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου εκθέσεως και μέχρι πληρωμής του δια της εκδοθησομένης αποφάσεως επιβαλλομένου προστίμου, απαγορεύεται ο απόπλους του πλοίου ή η απογείωσις του αεροσκάφους. Η απαγόρευσις του απόπλου ή της απογειώσεως αίρεται δια της καταθέσεως ισοπόσου προς το επιβληθέν ή το εκ των εν γένει συνθηκών της ρυπάνσεως κατά την κρίσιν της Αρχής πιθανολογούμενονπρόστιμον, εγγυητικής επιστολής νομίμως λειτουργούσης εις την Ελλάδα Τραπέζης.
5.Ο απόπλους ή η απογείωσις δύναται επίσης να επιτραπή άνευ καταβολής του προστίμου ή καταθέσεως εγγυητικής επιστολής Τραπέζης, τη εγκρίσει του Υπουργού, δι` εν η πλείοναταξείδια ή πτήσεις, εάν επιτακτικοί συγκοινωνιακοί ή έτεροι λόγοι δικαιολογούν τούτο ή εάν παρέχεται ετέρα επαρκώς κατά την κρίσιν του Υπουργού, ασφάλεια και είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτος ή άμεσος προσαγωγή Τραπεζικής εγγυήσεως.
6. Το πρόστιμον επιβάλλεται δι` ητιολογημένης αποφάσεως της αρμοδίας Αρχής κατόπιν εγγράφου κλητεύσεως του παραβάτου και του Πλοιάρχου ή του Κυβερνήτου του αεροσκάφους κατά περίπτωσιν, καλουμένων προς απολογίαν εντός (24) ωρών από της επιδόσεως ταύτης δυναμένης της προθεσμίας να παραταθή αιτήσει των ενδιαφερομένων επί πενθήμερον.
7. Η επιβάλλουσα την κύρωσιν Διοικητική απόφασις εκδίδεται, ου μόνον κατά του υπαιτίου της παραβάσεως, αλλά και κατά του Πλοιάρχου, Πλοιοκτήτου, Εφοπλιστού, ή Διαχειριστού, του πλοίου. Προκειμένου δε περί αεροσκάφους η απόφασις εκδίδεται και κατά του Κυβερνήτου ή ιδιοκτήτου ή εκμεταλλευομένου το σκάφος.
8. Εάν δι` οιονδήποτε λόγον δεν είναι δυνατή η κατά του υπαιτίου της παραβάσεως έκδοσις της αποφάσεως, η διαδικασία χωρεί και η απόφασις εκδίδεται κατά των λοιπών εν άρθρωτετάρτωσυνυπευθύνων προς καταβολήν του προστίμου.
9. Τα επιβαλλόμενα κατά το άρθρονΠέμπτον πρόστιμα αποτελούν δημόσιον έσοδον εισπράττονται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων.
10. Κατά της επιβαλλούσης το πρόστιμον αποφάσεως ο παραβάτης ως και πας υπόχρεος εις την καταβολήν του προστίμου δύναται να ασκήσηπροσφυγήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι ημερών (20), αρχομένης από της επομένης της επιδόσεως εις αυτούς της αποφάσεως κατά τας διατάξεις του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας. Αι προσφυγαί ασκούνται ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου μονομελούς μεν συνθέσεως δια ποσόν προστίμου μέχρι διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, τριμελούς δε συνθέσεως δια ποσόν προστίμου μεγαλυτέρου. Κατά τόπον αρμόδια προς εκδίκασιν των άνω προσφυγών είναι τα υπό της παραγράφου 2 του Άρθρου τετάρτου οριζόμενα δικαστήρια.

Άρθρον έβδομον
Τέλοςχορηγήσεωςαδειών.
1. Δια την χορήγησιν των κατά το Άρθρον τρίτον απαιτουμένων αδειών, καταβάλλεται συν τη υποβολή αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, τέλος:
α) Εκ δραχμών “είκοσι τεσσάρων χιλιάδων (24.000)” δια τα εγγεγραμμένα εις τα Ελληνικά Νηολόγια πλοία και αεροσκάφη.
β) Εκ λιρών Αγγλίας ογδόντα τεσσάρων (84) δια τα ξένα τοιαύτα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την υπ` αριθμ. 3221.2/5/93/9.12.1993 απόφαση των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β` 963).

2. Το τέλος αυτό αποτελεί δημόσιον έσοδονεισπραττόμενον κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.

Άρθρον όγδοον
Εξουσιοδοτήσεις.
Δια Προεδρικών Διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Εξωτερικών, Βιομηχανίας και Ενεργείας, Συγκοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας, δύναται να γίνωνταιαποδεκταί συμπληρώσεις και τροποποιήσεις της κυρουμένης Διεθνούς Συμβάσεως και των Παραρτημάτων αυτής, προβλεπόμεναι υπό του άρθρου ΧV αυτής, ως και να αναστέλλεται εν όλω ή εν μέρει η εφαρμογή της κυρουμένης Συμβάσεως εις περίπτωσιν πολέμου. Δι` ομοίων Διαταγμάτων δύναται να ρυθμίζεται και πάσα λεπτομέρεια δια την εφαρμογήν του παρόντος νόμου και της Συμβάσεως.

Άρθρον ένατον
Τροποποιούμεναι διατάξεις. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου: Ι. Α) Το άρθρον 6 του Ν. 743/1977 “περί προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος κ.λπ.” τροποποιείται ως εξής:
“Άρθρον 6.
Μεταγγίσεις πετρελαίου.
1. Κατά την διενέργειαν πάσης φορτώσεως και εκφορτώσεως πετρελαίου ή παραγώγων εξαιρουμένων εκείνων των “λευκών” πτητικών προϊόντων πετρελαίου (βενζίνης, νάφθης, καυσίμων αεριωθουμένων, κηροζίνης και ελαφρού DIESEL) εις εγκαταστάσεις ή πλοία ποσότητος ανωτέρας των χιλίων (1.000) τόννων, δέον όπως μερίμνη και ευθύνη των εγκαταστάσεων τούτων ή του πλοίου τηρούνται τα ακόλουθα μέτρα:
α. Υφίσταται εις άμεσον ετοιμότητα και εις την επιβαλλομένην κατά περίπτωαινέκτασινπλωτόν φράγμα εγκεκριμένου υπό του Υπουργείου τύπου, το οποίον θα αναπτύσσεται πάραυτα εις περίπτωσιν διαρροής πετρελαίου, ίνα τούτω περιορίζεται εντός του φράγματος.
β. Υφίστανται εις άμεσον ετοιμότητα προς χρησιμοποίησιν εγκεκριμένα υπό του Υπουργείου μέσα αναρροφήσεως και εν γένει περισυλλογής του τυχόν διαρρέοντος πετρελαίου. Η δυναμικότης και η ποσότης των ως άνω μέσων θα είναι ανάλογος της ποσότητος και ποιότητος του διακινουμένου πετρελαίου ή παραγώγων αυτού.
γ. Διατίθενται προς χρήσιν εις την αναγκαιούσαν κατά περίπτωσιν ποσότητα, διασκορπιστικαίουσίαι εγκεκριμένου υπό του Υπουργείου τύπου, προς αντιμετώπισιν της διαρροής πετρελαίου ή παραγώγων αυτού.
2. Των κατά την προηγουμένηνπαράγραφον υποχρεώσεων δύναται ν` απαλλάσωνται οι εν αυτή υπόχρεοι δι` αποφάσεως της Αρχής, εφ` όσον ήθελεν αναλάβει την τήρησίν των κρατικός ή ιδιωτικός φορεύς, κρινόμενος υπό της Αρχής ως κατάλληλος δια την αντιμετώπισιν των εκ της ρυπάνσεως κινδύνων.
3. Εις περίπτωσιν διενεργείας των εν παρ. 1 εργασιών εις εγκαταστάσεις ή πλοία και εις ποσότητα χιλίων (1000) τόννων ή μικροτέραν τα κατά περίπτωσινληπτέα μέτρα προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος καθορίζονται δι` αποφάσεων της Αρχής.
4. Προκειμένου κατάπλου εκ της αλλοδαπής εις ελληνικόν λιμένα πλοίου προς φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν πετρελαίου, δέον όπως μερίμνη του πλοιάρχου ή του πράκτορος του πλοίονειδοποιήται περί τούτου προ 24 τουλάχιστον ωρών, η Τοπική Λιμενική Αρχή περί: α) του τελευταίου λιμένος προσεγγίσεως του πλοίου εν τη αλλοδαπή, β) της φορτωθησομένης ή εκφορτωθησομένηςποσότητος και του είδους του φορτίου, και γ) της τυχόν υφισταμένης προς παράδοσινποσότητος πετρελαιοειδών καταλοίπων και ακαθάρτου έρματος”. Β) Η περίπτωσις β` της παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν. 743/1977 συμπληρούται ως εξής: “β` Διοικητικαί κυρώσεις. (ι) Υπαίτιοι ρυπάνσεως της θαλάσσης ή των ακτών τιμωρούνται δι` αποφάσεως της αρμοδίας Αρχής δια προστίμου εξικνουμένου μέχρι οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) δραχμών..
Δια προστίμου μέχρι του αυτού ποσού τιμωρούνται οι παραβάται των διατάξεων του παρόντος νόμου, δι` ων επιβάλλεται η λήψις μέτρων ή η τήρησις άλλων διαδικασιών προς πρόληψιν, περιορισμόν ή καταστολήν της ρυπάνσεως και αν ακόμη δεν προεκλήθη οπωσδήποτε τοιαύτη. Εις περιπτώσεις εξακολουθήσεως ρυπάνσεως επιβάλλεται υπό της Αρχής πρόστιμον μέχρι τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών δι` εκάστην ημέραν υπερβάσεως της ταχθείσης προθεσμίας αποκαταστάσεως. Εις περίπτωσιν σοβαράς ρυπάνσεως ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας επιβάλλει πρόστιμον μέχρι πεντήκοντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών”.
ΙΙ. Αι διατάξεις των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του Ν. 855/ 1978 “περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Βαρκελώνην το 1976 Διεθνούς Συμβάσεως” αντικαθίστανται αντιστοίχως υπό των διατάξεων των άρθρων τετάρτου, πέμπτου και έκτου του παρόντος νόμου.

Άρθρον δέκατον
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 22 Απριλίου 1981

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ