Νόμος 1358 ΦΕΚ Α΄64/24.5.1983
Αναγνώριση και εξαγορά του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας των ασφαλισμένων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον
Άρθρο 1
1. Αναγνωρίζεται ως χρόνος ασφάλισης για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης που χορηγούν οι οργανισμοί κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο χρόνος της στρατιωτικής υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις στα Σώματα Ασφαλείας καθώς και στο Λιμενικό και στο Πυροσβεστικό Σώμα που υπηρέτησαν ως κληρωτοί ή έφεδροι οι ασφαλισμένοι των οργανισμών αυτών. Από το χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε με την ιδιότητα του μόνιμου ή εθελοντή ή ανακαταταγμένου δεν αναγνωρίζονται περισσότερα από τρία χρόνια.
Κατ΄ εξαίρεση, ο χρόνος της στρατιωτικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου, υπολογίζεται και για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω γήρατος, εφόσον ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει το 58ο έτος της ηλικίας του και έχει πραγματοποιήσει 3.600 ημέρες εργασίας.
Οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που εξαιρούν από τον υπολογισμό για τη θεμελίωση του δικαιώματος το χρόνο της στρατιωτικής υπηρεσίας δεν εφαρμόζονται για τους ασφαλισμένους που αναγνωρίζουν το χρόνο αυτό σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου ή έχουν αναγνωρίσει το χρόνο αυτό με εξαγορά σύμφωνα με άλλες διατάξεις.
Επίσης υπολογίζεται και για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος: α) λόγω αναπηρίας εφόσον ο ασφαλισμένος είναι ανατομοφυσιολογικώς ανάπηρος σε ποσοστό 67 % και άνω και έχει πραγματοποιήσει 900 ημέρες εργασίας και β. Λόγω θανάτου ασφαλισμένου, εφόσον η χήρα έχει υπερβεί το 60ό έτος της ηλικίας της ή τα τέκνα δεν έχουν υπερβεί το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο, όταν σπουδάζουν, ή έχουν υπερβεί το 18ο έτος αλλά ήταν και παραμένουν ανίκανα για εργασία, πριν από τη συμπλήρωση του ορίου αυτού και ο θανών ασφαλισμένος είχε πραγματοποιήσει στην ασφάλιση ενός ή περισσότερων ομοειδών ασφαλιστικών οργανισμών μέχρι το χρόνο του θανάτου του 900 ημέρες εργασίας.
Σημ.: όπως η β΄ περίπτωση αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 1539/1985 (Α΄ 64).
2. Αν ο ασφαλισμένος έχει υπαχθεί διαδοχικά στην ασφάλιση δύο ή περισσότερων ομοειδών ασφαλιστικών οργανισμών, η αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, θα γίνεται από έναν οργανισμό κύριας ασφάλισης και έναν οργανισμό επικουρικής ασφάλισης που θα επιλέξει ο ασφαλισμένος. Αν ο ασφαλισμένος υπάγεται παράλληλα στην ασφάλιση δύο ή περισσότερων ομοειδών ασφαλιστικών οργανισμών, η αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας θα γίνεται μόνο για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης από έναν οργανισμό κύριας ασφάλισης ή έναν οργανισμό επικουρικής ασφάλισης που θα επιλέξει ο ασφαλισμένος.
Αν στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου θεμελιώνεται δικαίωμα σύνταξης σε κανένα ομοειδή ασφαλιστικό οργανισμό κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, ο αναγνωριζόμενος χρόνος υπολογίζεται και για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος με τις προϋποθέσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού. Ο ασφαλισμένος που συνταξιοδοτήθηκε λόγω αναπηρίας χωρίς τον υπολογισμό του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας και έχει χρόνο ασφάλισης σε δεύτερο ομοειδή οργανισμό δικαιούται να υπολογίζει το χρόνο της στρατιωτικής υπηρεσίας και για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος με τις προϋποθέσεις της παραγρ. 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 23 του Ν. 1539/1985 (Α 64).
Η στρατιωτική υπηρεσία, που ήδη αναγνωρίσθηκε από το Δημόσιο ή από άλλον οργανισμό κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, για την απονομή ή την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης δεν μπορεί να αναγνωρισθεί δεύτερη φορά και από άλλον οργανισμό κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.
Αν όμως κατά το χρόνο της στράτευσης εκχώρησε ασφάλιση σε ασφαλιστικό οργανισμό, είναι δυνατή η αναγνώριση ολόκληρου ή μέρους του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας σε άλλον ομοειδή οργανισμό, ο δε ασφαλισμένος εξαιρείται για το χρόνο αυτόν από την ασφάλιση του οργανισμού όπου ασφαλίστηκε για το χρόνο της στράτευσής του.
Οι εισφορές που καταβλήθηκαν για την ασφάλιση επιστρέφονται στον ασφαλισμένο ατόκως από τον οργανισμό όπου ασφαλίστηκε.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 23 του Ν. 1539/1985 (Α΄ 64).
3. Το δικαίωμα για την αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας όπως προσδιορίζεται στις προηγούμενες παραγράφους, έχει ο ασφαλισμένος και σε περίπτωση θανάτου του τα μέλη της οικογένειάς του που δικαιούνται σύνταξη λόγω του θανάτου του.
4. Οι διατάξεις αυτού του άρθρου δεν εφαρμόζονται σε φορείς κύριας ασφάλισης σε περίπτωση που χορηγούν σύνταξη με διατάξεις που παραπέμπουν στις διατάξεις για τη συνταξιοδότηση των δημόσιων υπαλλήλων ή επαναλαμβάνουν κατά βάση τις διατάξεις αυτές.
Επίσης δεν εφαρμόζονται για τους ασφαλισμένους σε φορείς επικουρικής ασφάλισης οι οποίο συνταξιοδοτούνται για κύρια σύνταξη από το Δημόσιο ή από φορείς κύριας ασφάλισης με διατάξεις που παραπέμπουν στις διατάξεις που προβλέπουν τη συνταξιοδότηση των δημόσιων υπαλλήλων ή επαναλαμβάνουν κατά βάση τις διατάξεις αυτές, εφ` όσον από τις διατάξεις της νομοθεσίας των φορέων αυτών της επικουρικής ασφάλισης προβλέπεται η αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ.1 του Ν. 1759/1988 (Α` 50)
Άρθρο 2
Τρόπος αναγνώρισης και εξαγοράς
1. Η αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 1 του παρόντος, γίνεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού οργανισμού ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου ή, σε περίπτωση θανάτου του, ύστερα από αίτηση των μελών της οικογένειάς του, που δικαιούνται σύνταξη λόγω του θανάτου του.
2. Ασφαλιστικοί οργανισμοί που υπολογίζουν το χρόνο ασφάλισης σε ημέρες εργασίας αναγνωρίζουν 30 ημέρες ασφάλισης για κάθε μήνα στρατιωτικής υπηρεσίας.
3. Η εξαγορά του χρόνου που αναγνωρίζεται γίνεται, ως εξής:
α) Οι μισθωτοί ασφαλισμένοι θα καταβάλουν για κάθε μήνα το άθροισμα της μηνιαίας εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, για τον κλάδο της σύνταξης του ΙΚΑ. Το ποσό της μηνιαίας εισφοράς θα υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές που ο ασφαλισμένος έπαιρνε κατά τον τελευταίο μήνα πριν από την υποβολή της αίτησης, κατά τον οποίο είχε πλήρη απασχόληση, που όμως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερες απ` τον τεκμαρτό μισθό της ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης του Ι.Κ.Α., ούτε κατώτερες από το 25πλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη όπως ισχύει κάθε φορά.
β) Οι αυτοαπασχολούμενοι θα καταβάλλουν για κάθε μήνα εισφορά, ίση με το καταβαλλόμενο ασφάλιστρο της ασφαλιστικής κατηγορίας του Κλάδου Σύνταξης, στην οποία ανήκουν υποχρεωτικά ή προαιρετικά κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
Οι αυτοαπασχολούμενοι, που δεν ανήκουν σε ασφαλιστικές κατηγορίες, θα καταβάλλουν για κάθε μήνα εισφορά εξαγοράς, που υπολογίζεται με βάση το ασφάλιστρο που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής και τις αποδοχές στις οποίες υπολογίζεται επίσης η τακτική μηνιαία εισφορά για την ασφάλιση τους στον Κλάδο Σύνταξης.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για τους μισθωτούς που ασφαλίζονται σε ασφαλιστικούς οργανισμούς αυτοαπασχολουμένων προσώπων.
γ) Οι ασφαλισμένοι σε οργανισμούς επικουρικής ασφάλισης καταβάλλουν την εισφορά που προβλέπεται από τη νομοθεσία του κάθε οργανισμού για την αναγνώριση πλασματικού χρόνου. Όπου δεν προβλέπεται τέτοια αναγνώριση καταβάλλουν οι μεν μισθωτοί το σύνολο της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, οι δε αυτοτελώς απασχολούμενοι το ασφάλιστρο που καταβάλλεται για την υποχρεωτική ασφάλιση. Για τον υπολογισμό των εισφορών και του ασφάλιστρου λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υποβολής της αίτησης.
δ. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εργατοτεχνιτών Δομικών και Ξυλουργικών Εργασιών καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνωριζόμενης στρατιωτικής υπηρεσίας εισφορά εξαγοράς που υπολογίζεται με βάση το ασφάλιστρο κλάδου σύνταξης εργοδότη και ασφαλισμένου του Ταμείου και το 25πλάσιο του κατώτατου ημερομίσθιου εργατοτεχνίτη οικοδόμου, χωρίς καμία προσαύξηση που προβλέπεται από την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση Διαιτητικού Δικαστηρίου, για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργατοτεχνιτών οικοδόμων και συναφών επαγγελμάτων που απασχολούνται στις οικοδομικές και συναφείς εργασίες όλες της χώρας, που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την αναγνώριση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ. 3,6 του Ν. 1759/1988 (Α` 50).
4. Το ποσό της εξαγοράς του χρόνου που αναγνωρίζεται καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο είτε εφάπαξ είτε σε διμηνιαίες δόσεις που ορίζονται από τον οργανισμό, μετά από αίτηση του ασφαλισμένου. Ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το μισό του αριθμού των μηνών, των οποίων ζητείται η αναγνώριση. Αν το ποσό της εξαγοράς καταβληθεί εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση 15%. Η εφάπαξ καταβολή πραγματοποιείται μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης. Μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα καταβάλλεται και η πρώτη δόση σε περίπτωση εξόφλησης των εισφορών σε δόσεις. Κάθε επόμενη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε μεθεπόμενου μήνα.
Αν κάποια δόση δεν εξοφληθεί εμπρόθεσμα, το ποσό της επιβαρύνεται με τα πρόσθετα τέλη που προβλέπονται για τις καθυστερούμενες εισφορές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.12 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
5. Σε περίπτωση θεμελίωσης δικαιώματος συνταξιοδότησης ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης πριν από το χρόνο εξόφλησης της εισφοράς εξαγοράς, παρακρατείται από τη σύνταξη κάθε μήνα και μέχρι την εξόφληση ποσό ίσο με το 1/3 του ποσού της σύνταξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 23 του Ν. 1539/1985 (Α 64).
Άρθρο 3
Δικαίωμα αναγνώρισης και από τους συνταξιούχους.
Σημ.: όπως το άρθρο 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 5 του Ν. 1759/1988 (Α` 50)και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με τη παρ.4 άρθρου 34 Ν.4387/2016, ΦΕΚ Α 85/12.5.2016.
1. Δικαίωμα αναγνώρισης χρόνου στρατιωτικής υπηρεσίας του άρθρου 1 παρ. 1 και 2 του νόμου αυτού έχουν και οι συνταξιούχοι των οργανισμών κύριας και επικουρικής ασφάλισης και σε περίπτωση θανάτου τους τα μέλη της οικογένειας τους που δικαιούνται σύνταξη λόγω θανάτου. Η αναγνώριση γίνεται με αίτηση των δικαιούχων ως εξής:
α. Οι συνταξιούχοι του Ι.Κ.Α. και οργανισμών κύριας ασφάλισης μισθωτών, για τους οποίους ο υπολογισμός και ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης γίνεται με ασφαλιστικές κλάσεις, καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνωριζόμενης στρατιωτικής υπηρεσίας εισφορά εξαγοράς που υπολογίζεται με βάση το ασφάλιστρο κλάδου σύνταξης εργοδότη και ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α. και το 25πλάσιο του τεκμαρτού ημερομίσθιου της ασφαλιστικής κλάσης απονομής της σύνταξης, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την αναγνώριση.
β. Οι συνταξιούχοι οργανισμών κύριας ασφάλισης, που ασφαλίζουν αυτοαπασχολούμενους για τους οποίους ο υπολογισμός και ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης γίνεται με ή χωρίς ασφαλιστικές κλάσεις ή μισθωτούς για τους οποίους ο υπολογισμός και ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης δε γίνεται με ασφαλιστικές κλάσεις, καταβάλλουν για κάθε μήνα στρατιωτικής υπηρεσίας που θα αναγνωρισθεί εισφορά εξαγοράς που υπολογίζεται με βάση το ασφάλιστρο κλάδου σύνταξης εργοδότη και ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α. και το 25πλάσιο του κατώτατου ημερομίσθιου ανειδίκευτου εργάτη, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την αναγνώριση.
γ. Οι συνταξιούχοι των οργανισμών επικουρικής ασφάλισης μισθωτών, για τους οποίους ο υπολογισμός και ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης γίνεται με ασφαλιστικές κλάσεις, καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνωριζόμενης στρατιωτικής υπηρεσίας την εισφορά που προβλέπεται από τη νομοθεσία του κάθε οργανισμού για την αναγνώριση πλασματικού χρόνου που υπολογίζεται στο 25πλάσιο του τεκμαρτού ημερομίσθιου της ασφαλιστικής κλάσης απονομής της σύνταξης, όπως ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την αναγνώριση.
Όπου δεν προβλέπεται τέτοια αναγνώριση, καταβάλλουν εισφορά που υπολογίζεται με βάση το ασφάλιστρο εργοδότη και ασφαλισμένου του οργανισμού του οποίου είναι συνταξιούχοι και το 25πλάσιο του τεκμαρτού ημερομίσθιου της ασφαλιστικής κλάσης απονομής της σύνταξης, όπως ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την αναγνώριση.
δ. Οι συνταξιούχοι οργανισμών επικουρικής ασφάλισης που ασφαλίζουν αυτοαπασχολούμενους για τους οποίους ο υπολογισμός και ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης γίνεται με ή χωρίς ασφαλιστικές κλάσεις ή μισθωτούς που ο υπολογισμός και ο ανακαθορισμός του ποσού της σύνταξης δε γίνεται με ασφαλιστικές κλάσεις, καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνωριζόμενης στρατιωτικής υπηρεσίας εισφορά εξαγοράς που υπολογίζεται με βάση το 25πλάσιο του κατώτατου ημερομίσθιου ανειδίκευτου εργάτη, όπως ισχύει κατά την υποβολή της αίτησης για την αναγνώριση και ασφάλιστρο 8%.
2. Το ποσό της εξαγοράς του αναγνωριζόμενου κατά την προηγούμενη παράγραφο στους συνταξιούχους χρόνου καταβάλλεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 5 του προηγούμενου άρθρου.
3. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό ή την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης των προσώπων των περιπτώσεων β` και δ` της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού με την προσμέτρηση και του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας λαμβάνονται υπόψη τα ποσά επί των οποίων υπολογίζεται η εισφορά για την εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου.
Για τους συνταξιούχους των περιπτώσεων α` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό ή την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης ο τεκμαρτός μηνιαίος μισθός της ασφαλιστικής κλάσης απονομής της σύνταξης, όπως έχει διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για αναγνώριση του χρόνου της στρατιωτικής υπηρεσίας.
Άρθρο 4
Γενικές ή ειδικές διατάξεις ευνοϊκότερες από το νόμο αυτόν εξακολουθούν να ισχύουν μόνο για όσους είναι ασφαλισμένοι μέχρι τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εφόσον αυτοί υποβάλουν σχετική αίτηση μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία μέχρι την 31.12.1985
Εξαιρούνται και διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 2054/1952, όπως αυθεντικά ερμηνεύτηκε από το άρθρο 34 του Ν.Δ. 2961/1954.
Άρθρο 5
1. Η πρώτη περίοδος του εδαφίου γ` της παρ 1 του άρθρου 37 του Κ.Ν. 792/1978 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 του Ν. 1085/1980, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“γ. Χρόνου υπηρεσίας που διανύθηκε σε εφεδρεία ή σε θητεία στις Ένοπλες Δυνάμεις, στα Σώματα Ασφαλείας καθώς και στο Λιμενικό και στο Πυροσβεστικό Σώμα. Ο χρόνος αυτός εξαγοράζεται από τα πρόσωπα της παρ. 1 και υπολογίζεται τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος εφόσον ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει το 58ο έτος της ηλικίας του και 12ετή πραγματική θαλάσσια υπηρεσία, όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης”.
2. Το εδάφιο β` της παρ. 1 του άρθρου 37 του Κ.Ν. 792/1978 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“β. Χρόνου υπηρεσίας μέχρι 3 χρόνια που διανύθηκε στις Ένοπλες Δυνάμεις στα Σώματα Ασφαλείας καθώς και στο Λιμενικό και στο Πυροσβεστικό Σώμα που υπηρετούσαν με την ιδιότητα του μόνιμου ή εθελοντή ή ανακαταταγμένου”
3. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 2 αυτού του νόμου εφαρμόζονται και για τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου.
Άρθρο 6
1. Το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών που έχει συσταθεί με το Ν. 997/1979 καθώς και ο Κλάδος που έχει συσταθεί με το άρθρο 55 του Ν. 1140/81, εντάσσονται εντός εξαμήνου από της ισχύος του παρόντος στο ΙΚΑ ως ίδιοι Κλάδοι και με ιδιαίτερη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια ο καθένας. Οι προϋπολογισμοί των Κλάδων περιλαμβάνονται στο Γενικό Προϋπολογισμό του ΙΚΑ.
2. Μετά την ένταξη το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών ονομάζεται “Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών” (ΙΚΑ – ΤΕΑΜ) και ο Κλάδος που έχει συσταθεί με το άρθρο 55 του Ν 1140/1981 ονομάζεται ” Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Ειδικός Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών” (ΙΚΑ – ΕΤΕΑΜ). Οι Κλάδοι αυτοί διοικούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΚΑ, καταργούμενου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.
3. Οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ταμείου και του Κλάδου εξακολουθούν να θεωρούνται ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των νέων Κλάδων.
4. Το σύνολο ενεργητικού και παθητικού του Ταμείου και του Κλάδου περιέρχεται στους νέους Κλάδους, οι δε πόροι τους αποτελούν στο εξής πόρους των νέων Κλάδων.
Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν από το Ταμείο και τον Κλάδο συνεχίζονται από και κατά του ΙΚΑ χωρίς διακοπή.
5. Οι διατάξεις του Ν. 997/1979 και του άρθρου 55 του Ν. 1140/1981 όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, παραμένουν σε ισχύ και διέπουν τους νέους Κλάδους.
Οι εξουσιοδοτικές διατάξεις που προβλέπουν την έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων ή άλλων διοικητικών πράξεων για τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν το Ταμείο και τον Κλάδο παραμένουν επίσης σε ισχύ.
6. Οι υφιστάμενες στο Ταμείο οργανικές θέσεις του προσωπικού μεταφέρονται στο ΙΚΑ, καθιστάμενες οργανικές θέσεις αυτού.
7. Τις κατά την προηγούμενη παράγραφο θέσεις καταλαμβάνουν με το βαθμό τον οποίο κατέχουν, μετατασσόμενοι στο ΙΚΑ, οι υπηρετούντες στο Ταμείο υπάλληλοι θα γίνει με απόφαση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ιδρύματος.
8. Ο καθορισμός της σειράς αρχαιότητας των μετατασομένων στο ΙΚΑ υπαλλήλων θα γίνει με απόφαση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ιδρύματος.
9. Το προσωπικό που υπηρετεί στο Ταμείο μεταφέρεται στο ΙΚΑ, διατηρούμενο στην υπηρεσία για όσο χρόνο καθορίζει η απόφαση πρόσληψής του στο Ταμείο.
10. Η δαπάνη της μισθοδοσίας του προσωπικού που μεταφέρεται βαρύνει τους νέους Κλάδους.
11. Ο χρόνος και οι λεπτομέρειες της ένταξης του ΤΕΑΜ και του Κλάδου στο ΙΚΑ ρυθμίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Κοιν. Ασφαλίσεων μετά από γνώμη του Δ. Σ. του ΙΚΑ.
Άρθρο 7
Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.
Αθήνα, 23 Μαΐου 1983
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ