Νόμος 1360 ΦΕΚΑ΄65/24.5.1983
Προώθηση των επενδύσεων, οργάνωση των Υπηρεσιών Κρατικών Προμηθειών και άλλες διατάξεις .
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Προώθηση των επενδύσεων
Άρθρο 1
Προώθηση των επενδύσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε με την παρ.19 του άρθρου 19 του Ν.2516/1997 (Α 159).
Άρθρο 2
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε με την παρ.19 του άρθρου 19 του Ν.2516/1997 (Α 159).
Άρθρο 3
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε με την παρ.19 του άρθρου 19 του Ν.2516/1997 (Α 159).
Άρθρο 4
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής επιτρέπεται η επέκταση της άδειας εγκατάστασης ιδιαίτερα σημαντικών για την Εθνική Οικονομία παραγωγικών επενδύσεων, κατά παρέκκλιση του νόμου, εφόσον από τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποδεικνύεται στο μέτρο που είναι δυνατόν ότι ο εκσυγχρονισμός δεν θα προκαλέσει πρόσθετη επιβάρυνση στο περιβάλλον.
Η επέκταση μπορεί να πραγματοποιείται μέσα σε γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση ή σε όμορο του ή σε γήπεδο έναντι του γηπέδου όπου λειτουργεί η μονάδα.
Η ανωτέρω διάταξη δεν έχει ισχύ σε περιοχές με καθεστώς ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 Ν.3325/2005, ΦΕΚ Α 68/11.3.2005,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 36 Ν.3982/2011,ΦΕΚ Α 143/17.6.2011.
Άρθρο 5
Σημ.: όπως το άρθρο 5 καταργήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν. 2516/1997 (Α 159).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Οργάνωση των Υπηρεσιών Κρατικών Προμηθειών
Άρθρο 6
1. Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας συνιστάται Διεύθυνση Πολιτικής Κρατικών Προμηθειών. Η Διεύθυνση αυτή είναι αρμόδια για θέματα πολιτικής κρατικών προμηθειών του δημόσιου τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α`). Ειδικότερα η Διεύθυνση Πολιτικής Κρατικών Προμηθειών:
α. χαράζει την πολιτική για τις προμήθειες του δημόσιου τομέα.
β. συντονίζει τις ενέργειες των υπηρεσιών και φορέων που ασχολούνται με τον προγραμματισμό και την εκτέλεση των προμηθειών του δημόσιου τομέα. γ. εποπτεύει, παρακολουθεί και ελέγχει τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς που εφαρμόζουν την κυβερνητική πολιτική σε θέματα προμηθειών του δημόσιου τομέα.
2. Για την κάλυψη των αναγκών της Διεύθυνσης Πολιτικής Κρατικών Προμηθειών σε προσωπικό συνιστώνται στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας είκοσι πέντε (25) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου. Στις θέσεις αυτές διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών με τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών ή αξιόλογη επαγγελματική απασχόληση ή σημαντική εμπειρία σε θέματα σχετικά με τη διενέργεια προμηθειών. Η πλήρωση των παραπάνω θέσεων γίνεται ύστερα από δημόσια γνωστοποίηση, με επιλογή από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζεται, και η αμοιβή τους κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις, με την επιφύλαξη όμως των διατάξεων του Ν.1256/1982. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας η με κοινή απόφαση αυτού και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού είναι δυνατό να αποσπώνται στις θέσεις αυτές, λόγω της ιδιάζουσας φύσης των και κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις, υπάλληλοι μόνιμοι η με οποιαδήποτε σχέση εργασίας που υπηρετούν στο δημόσιο τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α` ) και διαθέτουν τα πιο πάνω ειδικά προσόντα. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται η διάρκεια της απόσπασης, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία χρόνια, αλλά είναι δυνατό να παρατείνεται με την ίδια διαδικασία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος του επιδόματος ευθύνης των υπαλλήλων που αποσπώνται με την επιφύλαξη όμως των διατάξεων του Ν. 1256/1982.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, προσδιορίζονται ειδικότερα οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πολιτικής Κρατικών Προμηθειών, οργανώνεται η υπηρεσία αυτή, διαρθρώνεται σε οργανικές μονάδες (τμήματα, γραφεία) και καθορίζονται οι αρμοδιότητες και οι προϊστάμενοι των μονάδων αυτών. Η εσωτερική διάρθρωση, η κατανομή και η σύνθεση του προσωπικού και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την οργάνωση και τη λειτουργία των οργανικών αυτών μονάδων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
4. Καθήκοντα προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, που συνιστώνται κατά την προηγούμενη παράγραφο στη Διεύθυνση Πολιτικής Κρατικών Προμηθειών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, είναι δυνατό να ανατεθούν, λόγω της ιδιάζουσας φύσης του έργου των μονάδων αυτών, στους αποσπώμενους, σύμφωνα με τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, στις θέσεις αυτές.
Άρθρο 7
1. Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας συνιστώνται οι εξής επιτροπές: α. Επιτροπή Προγράμματος Προμηθειών, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται, στην παράγραφο 17 του άρθρου 91 του Π.Δ. 607/1976 “περί οργανισμού του Υπουργείου Εμπορίου” (ΦΕΚ 224 Α` ). β. Επιτροπή Προμηθειών, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες που ορίζονται στο άρθρο 91 παρ. 18. εδ. β του Π.Δ 607/1976 εφόσον αναφέρονται σε προμήθειες που εκτελούνται από τις διευθύνσεις και τα τμήματα διευθύνσεων κρατικών αγορών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. γ. 1η Μόνιμη Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Κρατικών Προμηθειών, η οποία είναι αρμόδια για προμήθειες αργού πετρελαίου, κάθε είδους καυσίμων, ελαιολιπαντικών και άλλων συναφών ειδών και των προϊόντων τους.
δ. 2η Μόνιμη Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Κρατικών Προμηθειών, η οποία έχει τις αρμοδιότητες της 5ης Μόνιμης Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Εμπορίου όπως περιγράφονται στο άρθρο 91 παρ 19 του Π Δ. 607/1976.
ε. 3η Μόνιμη Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Κρατικών Προμηθειών, η οποία είναι αρμόδια για προμήθειες επιστημονικών οργάνων και συσκευών ελέγχου ιατρικών μηχανημάτων, συσκευών και οργάνων, κινηματογραφικών μηχανών, υλικών ραδιοφωνίας και κάθε άλλου είδους που είναι συναφές με αυτά. Οι επιτροπές που αναφέρονται στα εδάφια γ. δ και ε μελετούν και γνωμοδοτούν κατά τα διάφορα στάδια της εκτέλεσης των κρατικών προμηθειών για θέματα κόστους, συμφωνίας των τεχνικών προδιαγραφών, αξιολόγησης των προσφορών απόκλισης από τους συμβατικούς όρους κλπ. όταν γίνονται προμήθειες ειδών για τις οποίες είναι αρμόδιες, σύμφωνα με τα παραπάνω οι επιτροπές αυτές. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου καταργούνται η Επιτροπή Προγράμματος Προμηθειών και η 5η Μόνιμη Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Εμπορίου. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μπορεί να επαναπροσδιορίζονται οι αρμοδιότητες όλων των πιο πάνω Επιτροπών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζονται η συγκρότηση, η σύνθεση και η λειτουργία, των παραπάνω επιτροπών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας καθώς και η αμοιβή των μελών τους.
3. Οι επιτροπές του Υπουργείου Εμπορίου, που είχαν μέχρι σήμερα τις πιο πάνω αρμοδιότητες, εξακολουθούν να τις ασκούν, για λογαριασμό του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, έως ότου εκδοθούν οι αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που θα καθορίζουν τη συγκρότηση και τη σύνθεση των αντίστοιχων επιτροπών που συνιστώνται με την παράγραφο 1.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μπορεί να συνιστώνται κατά περίπτωση, μη μόνιμες (ευκαιριακές) επιτροπές ή ομάδες εργασίας για την αντιμετώπιση ειδικών θεμάτων κρατικών προμηθειών. Με την απόφαση αυτή καθορίζονται η αρμοδιότητα και το έργο της μη μόνιμης επιτροπής ή ομάδας εργασίας, η συγκρότηση, η σύνθεση, η διάρκεια, ο τρόπος λειτουργίας και η τυχόν αμοιβή των μελών της.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας είναι δυνατό να συνιστώνται να ενοποιούνται ή να καταργούνται επιτροπές αρμόδιες για θέματα προμηθειών που υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού είναι δυνατό να συνιστώνται να ενοποιούνται ή να καταργούνται επιτροπές αρμόδιες για κρατικές προμήθειες που υπάγονται στην αρμοδιότητα περισσότερων Υπουργείων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Άρθρο 8
Άλλες διατάξεις
1.Τα εδάφια α,β και ε, της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1262/1982 αντικαθίστανται ως εξής:
“α. Η κατασκευή, επέκταση και εκσυγχρονισμός βιομηχανοστασίων, κτιριακών εγκαταστάσεων, ξενοδοχειακών, καθώς και βοηθητικών εγκαταστάσεων των υπαγόμενων επιχειρήσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 2.
β. Η αγορά ή η ιδιόχρηση για παραγωγικούς σκοπούς μη χρησιμοποιούμενων, αποπερατωθέντων ή ημιτελών βιομηχανικών, βιοτεχνικών ξενοδοχειακών κτιρίων και βοηθητικών εγκαταστάσεων που η έναρξη της κατασκευής τους έγινε μέσα στην τελευταία πενταετία πριν από τη δημοσίευση αυτού του νόμου”.
“ε. Οι δαπάνες μεταφοράς για μετεγκατάσταση υφιστάμενων παραγωγικών μονάδων σε λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές ή μέσα στην ίδια περιοχή, αλλά σε βιομηχανική ή βιοτεχνική ζώνη κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 9”.
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Ν. 1262/1982 προστίθενται νέα εδάφια ια ` και ιβ` ως εξής:
“ια` Η αγορά υλικού για αναπαραγωγή των κτηνοτροφικών επιχειρήσεων και του πολλαπλασιαστικού υλικού των γεωργικών, κτηνοτροφικών ή ιχθυοκαλλιεργητικών επιχειρήσεων”.
“ιβ`. Οι δαπάνες επενδύσεων που αποσκοπούν στην κατασκευή, επέκταση, εκσυγχρονισμό και εξοπλισμό κεντρικών αγορών, σφαγείων, χώρων κοινωνικών και πολιτιστικών λειτουργιών και λοιπών υπηρεσιών”.
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Δεν θεωρείται παραγωγική επένδυση η απόκτηση επιβατικού αυτοκινήτου μέχρι έξι (6) θέσεων, επίπλων και σκευών γραφείων, οικοπέδων, γηπέδων και αγροτεμαχίων”.
Άρθρο 9
1. Τα εδάφια α, β, γ, η, ι, ια, ιβ, ιγ, ιε και ιστ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν.1262/1982 αντικαθίστανται ως εξής:
“α. Μεταποιητικές βιομηχανικές, βιοτεχνικές και χειροτεχνικές επιχειρήσεις όλων των κλάδων.
Περιλαμβάνονται στις παραπάνω επιχειρήσεις και οι βιοτεχνικές επιχειρήσεις παραδοσιακών οικοδομικών υλικών, όπως πέτρας τοιχοποιίας, δαπέδων και στέγης, μαλτεζόπλακας κεραμιδιών και τούβλων παραδοσιακών τύπων, διαφόρων κεραμικών δαπέδων και ειδικών κονιαμάτων. Επίσης βιοτεχνίες και εργαστήρια παραδοσιακών κατασκευών, όπως ξυλουργεία, επιπλοποιεία, σιδηρουργεία, μαργαρογλυφεία και άλλα εργαστήρια κατεργασίας οικοδομικού μαρμάρου ή πέτρας. Εργαστήρια χειροτεχνίας, οικοτεχνίας, κεραμικής, κοσμηματοποιϊας, υφαντικής, ταπητουργίας και γουνοποιίας.
Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών, καθορίζεται η ένταξη, ή μη, στις μεταποιητικές επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου κατηγοριών επιχειρήσεων για τις οποίες υπάρχουν δυσκολίες κατάταξής τους από τις υπηρεσίες ιδιωτικών επενδύσεων, τις αρμόδιες γνωμοδοτικές επιτροπές ή τον Ελληνικό Οργανισμό Μικρομεσαίων Μεταποιητικών Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας (ΕΟΜ- ΜΕΧ). β. Γεωργικές, δασικές, κτηνοτροφικές κα αλιευτικές επιχειρήσεις, σύγχρονης τεχνολογίας.
γ. Μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις”.
“η. Επιχειρήσεις που έχουν αντικείμενο δραστηριότητας την παραγωγή μηχανισμών για την εξοικονόμηση ενέργειας”.
“ι. Ναυπηγο-επισκευαστικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις πλωτών δεξαμενών διαλυτηρίων πλοίων, ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις ευρείας λαϊκής συμμετοχής για προμήθεια καινούργιων σκαφών εγχώριας κατασκευής ή μεταχειρισμένων, εφ` όσον η ηλικία τους δεν ξεπερνά τα επτά (7) χρόνια ή και για μετασκευή μεταχειρισμένων πλοίων και αλιευτικές επιχειρήσεις για την προμήθεια καινούργιων σκαφών εγχώριας κατασκευής”.
ια. Επιχειρήσεις υγρών καυσίμων και υγραερίων, εφόσον πραγματοποιούν επενδύσεις για τη δημιουργία εγκαταστάσεων αποθήκευσης ή για την προμήθεια εξοπλισμού μεταφοράς ή διακίνησης υγρών καυσίμων και υγραερίων σε νησιώτικες περιοχές εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές έχουν την έδρα τους σε νομούς που υπάγονται στις περιοχές Γ` και Δ`, για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος νόμου.
ιβ. Ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και ξενώνες, σύμφωνα με τους όρους και περιορισμούς αυτού του νόμου και εφόσον πρόκειται για ανέγερση ή επέκταση ή εκσυγχρονισμό ξενοδοχείων μέχρι 300 κλινών συνολικά. Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται προκειμένου για ειδικές επενδύσεις του άρθρου 9 παρ. 1 του νόμου αυτού.
ιγ. Κατασκηνωτικά κέντρα (CAMPINGS), που κατασκευάζονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές και με την έγκριση του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, μόνο για τις δαπάνες μόνιμων εγκαταστάσεών τους και διαμόρφωσης του χώρου, καθώς επίσης και διαμερίσματα για τουριστική χρήση”.
“ιε. Οικίες ή κτίρια που χαρακτηρίζονται διατηρητέα ή παραδοσιακά, διασκευαζόμενα σε ξενώνες ή ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ή εργαστήρια παραγωγής παραδοσιακών βιοτεχνικών προϊόντων ή χειροτεχνημάτων με την έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών ή του Υπουργείου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος καθώς και του Ε.Ο.Τ. ή του ΕΟΜΜΕΧ, εφόσον δεν υπάρχει συγκέντρωση ιδιοκτησίας πέρα από τρεις μονάδες στο ίδιο φυσικό πρόσωπο ή επιχειρηματικό φορέα, του περιορισμού αυτού μη ισχύοντος προκειμένου για Ο.Τ.Α. και συνεταιρισμούς.
ιστ. Επιχειρήσεις αυτού του άρθρου συνεταιρισμών ή επιχειρήσεις Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Επίσης επιχειρήσεις αυτών των φορέων που κάνουν επενδύσεις για την ανέγερση βιοτεχνικών κέντρων και κτιρίων στις ειδικές βιοτεχνικές και βιομηχανικές ζώνες που καθορίζονται τα πλαίσια του πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού καθώς και χώρων κοινωνικών και πολιστικών λειτουργιών, κεντρικών αγορών, σφαγείων και άλλων υπηρεσιών”.
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν.1262/1982 αντικαθίσταται το εδάφιο ε, ως εξής:
“ε. Επιχειρήσεις αξιοποίησης γεωργικών βιομηχανικών και αστικών απορριμμάτων και αποβλήτων”.
Άρθρο 10
Οι παράγραφοι 3,4 και 5 του άρθρου 3 του Ν. 1262/1982 αντικαθίστανται ως εξής αφότου ίσχυσε ο Ν. 1262/1982:
“3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μετά από γνώμη των περιφερειακών οργάνων προγραμματισμού είναι δυνατό να ορίζονται ζώνες μέσα σε κάθε επιχορηγούμενη περιοχή της παραγράφου 1 ή και 2 του άρθρου αυτού, που παρουσιάζουν έντονο αναπτυξιακό πρόβλημα σε σχέση με την υπόλοιπη περιοχή. Στις επιχειρήσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 αυτού του νόμου, που εγκαθίστανται μέσα στα όρια των ζωνών αυτών δίνεται με την ίδια απόφαση η ενίσχυση όσον αφορά τις επιχορηγήσεις επενδύσεων του άρθρου 4 και επιδότηση επιτοκίου του άρθρου 11, άλλων ευνοϊκότερων, από άποψη κινήτρων, περιοχών εκτός από εκείνες που εγκαθίστανται στις παραπάνω ζώνες της περιοχής Δ, για τις οποίες ισχύει το καθεστώς των άρθρων 7 παράγραφος 1 και 11 παράγραφος 1 αυτού του νόμου.
4. Με όμοια απόφαση, με συμμετοχή και του Υπουργού Γεωργίας, κατά περίπτωση μπορεί να ορίζονται ζώνες για την εφαρμογή ειδικών προγραμμάτων περιφερειακής ανάπτυξης ή και ειδικών προγραμμάτων αξιοποίησης γεωργικών προϊόντων ως και προγραμμάτων εκθάμνωσης και εκχέρσωσης εκτάσεων, που προσφέρονται για καλλιέργεια και διανομή σε ακτήμονες ή αγροτικούς συνεταιρισμούς. Στις επιχειρήσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 αυτού του νόμου, που εγκαθίστανται μέσα στα όρια των ζωνών αυτών ή μέσα σε βιομηχανικές περιοχές ή ζώνες της ΕΤΒΑ ή βιοτεχνικά κέντρα του ΕΟΜΜΕΧ ή βιοτεχνικά κέντρα και κτίρια επιχειρήσεων Οργανισμών τοπικής Αυτοδιοίκησης ή Συνεταιρισμών (του άρθρου 2 παρ. ιστ’ του Ν.1262/1982), δίνονται με την ίδια απόφαση οι ενισχύσεις της επόμενης ευνοϊκότερης, από άποψη κινήτρων, περιοχής, όσον αφορά τις επιχορηγήσεις επενδύσεων του άρθρου 4 και επιδότηση επιτοκίου του άρθρου 11, από εκείνη στην οποία οι επιχειρήσεις αυτές εγκαθίστανται.
5. Οι επιχειρήσεις των εδαφίων α, γ και ι της παραγράφου 1 του άρθρου 2, που είναι εγκαταστημένες, μέχρι τη δημοσίευση του Ν. 1262/1982, στο τμήμα του νομού Κορινθίας, που συνόρευε με το νομό Αττικής και μέχρι τον Ισθμό, όπως και στην βιομηχανική περιοχή Θεσσαλονίκης, δικαιούνται των κινήτρων της περιοχής Β για τις πραγματοποιούμενες παραγωγικές τους επενδύσεις για επέκταση και εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών τους, με τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του νόμου, επίσης επιχειρήσεις των εδαφίων α, γ και ι της παραγράφου 1 του άρθρου 2 που είναι εγκαταστημένες σε άλλες βιομηχανικές περιοχές και βιοτεχνικά κέντρα του ΕΟΜΜΕΧ καθώς και σε βιοτεχνικά κέντα και κτίρια επιχειρήσεων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή Συνεταιρισμών (του άρθρου 2 παρ. 1στ του Ν.1262/1982) δικαιούνται να λάβουν την ενίσχυση της επόμενης ευνοϊκότερης, από άποψη κινήτρων, περιοχής από εκείνης στην οποία ευρίσκονται προκειμένου για επέκταση και εκσυγχρονισμό.
Επιχειρήσεις των εδαφίων α, γ και ι της παραγράφου 1 του άρθρου 2, που είναι εγκαταστημένες μέχρι τη δημοσίευση του Ν.1262/1982 στην επαρχία Θεσσαλονίκης του νομού Θεσσαλονίκης, δικαιούνται των κινήτρων της περιοχής Β για επενδύσεις πραγματοποιούμενες μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1985, με τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του νόμου”.
Άρθρο 11
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Οι επιχειρήσεις δεν υποχρεούνται να αποδειχθούν τη συμμετοχή του Δημοσίου και έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν στα ευεργετήματα του νόμου αυτού μόνο για το μέχρι 400 εκατομμύρια δρχ. τμήμα της επένδυσης ή να δεχθούν και την κατά 50% συμμετοχή του Δημοσίου για το από 400 έως 600 εκατομμύρια δρχ. τμήμα της επένδυσης διατηρώντας όμως το ελάχιστο ποσοστό ίδιας συμμετοχής στη συνολική επένδυση όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 5”.
2. Στο άρθρο 4 του Ν. 1262/1982 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
“6. Για τον προσδιορισμό του ορίου των 400 εκατομμυρίων δρχ. λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ύψος του επενδυτικού προγράμματος. Για τον καθορισμό του συνολικού ύψους του επενδυτικού προγράμματος υπολογίζονται αθροιστικά όλα τα επενδυτικά προγράμματα που αφορούν την ίδια παραγωγική διαδικασία, εφόσον υποβάλλονται από τον ίδιο επενδυτή, για υπαγωγή στις διατάξεις αυτού του νόμου, μέσα σε διάστημα μέχρι 5 ετών από την ολοκλήρωση της επένδυσης, που αφορά την ίδια παραγωγική διαδικασία και έχει ήδη υπαχθεί στις διατάξεις αυτού του νόμου”.
Άρθρο 12
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής στις επιχορηγούμενες επενδύσεις δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 35 % του συνολικού κόστους της επένδυσης στην περιοχή Β από 25 % στην περιοχή Γ και από 15 % στην περιοχή Δ. Το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής των συνεταιρισμών και των επιχειρήσεων οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης ορίζεται 10 μονάδες χαμηλότερα εκτός της περιοχής Δ, για την οποία το κατώτατο ποσοστό ίδιας συμμετοχής είναι 10 %. Στην περιοχή Α, και μόνο για τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 9, το κατώτερο ποσοστό ίδιας συμμετοχής είναι 30 % του συνολικού ύψους της επένδυσης. Στο ποσοστό της ίδιας συμμετοχής μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και η αξία του οικοπέδου, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την πραγματοποίηση της επένδυσης. Το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής του επενδυτή σε επενδύσεις, που παίρνουν επιχορήγηση και επιδότηση επιτοκίου που αντιστοιχεί σε περιοχή όπου τα κίνητρα αυτά είναι πιο ευνοϊκά από εκείνα της περιοχής όπου πραγματοποιείται η επένδυση, είναι ίσο με το ποσοστό που προβλέπεται για τις επενδύσεις της ευνοϊκότερης αυτής περιοχής”.
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του Ν.1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Η ίδια συμμετοχή του επενδυτή αποτελεί ίδιο κεφάλαιο για τις ατομικές επιχειρήσεις με ύψος επένδυσης μέχρι 20 εκατομμύρια δρχ. και εταιρικό κεφάλαιο για τις λοιπές πλην συνεταιρισμών, επενδύσεις. Προκειμένου περί συνεταιρισμών ως ίδια συμμετοχή νοείται για μεν τους νεοϊδρυόμενους το καταβεβλημένο κεφάλαιό τους, για δε τους υφισταμένους το ποσό της αύξησης του συνεταιρικού τους κεφαλαίου ή ο σχηματισμός ειδικού αποθεματικού ή κατά περίπτωση η χρησιμοποίηση αποθεματικών εκτός του τακτικού. Για τις λοιπές περιπτώσεις ως ίδια συμμετοχή του επενδυτή νοείται για μεν νεοϊδρυόμενες επιχειρήσεις, το καταβεβλημένο κεφάλαιό τους, για δε υφιστάμενες επιχειρήσεις το ποσό της αύξησης των ίδιων κεφαλαίων τους ή, κατά περίπτωση, της κεφαλαιοποίησης φορολογηθέντων αποθεματικών, όπως αυτά προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, εκτός του τακτικού. Ατομικές επιχειρήσεις που πραγματοποιούν επενδύσεις μέχρι 20 εκ. δραχμές μπορεί να διατηρούν τη μορφή τους, αν εγκριθεί αναπροσαρμογή κόστους μέχρι 30 % και το συνολικό ύψος της επένδυσης υπερβεί έτσι το όριο των 20 εκατομμυρίων. Στην εγκριτική απόφαση υπαγωγής της επένδυσης στις διατάξεις του νόμου αυτού καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την κάλυψη της ίδιας συμμετοχής. Σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί από τα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 8 παρ. 2 του νόμου αυτού, ότι δεν πληρούνται οι πιο πάνω αναφερόμενοι όροι και προϋποθέσεις, τότε ανακαλείται η απόφαση υπαγωγής στο νόμο και επιστρέφονται οι τυχόν πραγματοποιηθείσες εκταμιεύσεις κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων”.
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του Ν.1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Η εκταμίευση της επιχορήγησης του Δημοσίου στην επένδυση γίνεται αφού προηγουμένως αποδεδειγμένα, βάσει έκθεσης των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 8 οργάνων ελέγχου, έχει καταβληθεί και δαπανηθεί για την πραγματοποίηση της επένδυσης η υποχρεωτική ίδια συμμετοχή του επενδυτή σε ποσοστό 50% και το 25 % της τυχόν συμμετοχής της χρηματοδοτούσας τράπεζας. Στην περίπτωση που, για την πραγματοποίηση της επένδυσης, δεν έχει χρησιμοποιηθεί δανεισμός, η εκταμίευση της επιχορήγησης του Δημοσίου γίνεται, σύμφωνα με τα παραπάνω, αφού θα έχει καταβληθεί και δαπανηθεί στα επενδυτικά έργα η υποχρεωτική ίδια συμμετοχή του επενδυτή σε ποσοστό 50 % και το 25 % του υπολοίπου, πέραν της υποχρεωτικής ίδιας συμμετοχής ποσού.
Η εκταμίευση της επιχορήγησης του Δημοσίου γίνεται σε δόσεις, που καθορίζονται με την εγκριτική απόφαση και με τρόπο, ώστε να δαπανηθεί παράλληλα το υπόλοιπο της ίδιας συμμετοχής και του δανείου της τελευταίας δόσης καταβαλλομένης μετά πιστοποίηση της ολοκλήρωσης της επένδυσης. Η διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών για την επένδυση ορίζεται στην εγκριτική πράξη. Είναι δυνατή η καταβολή κάθε μιας από τις δόσεις της επιχορήγησης εκτός από την πρώτη και την τελευταία δόση, εφόσον προσκομίζεται, στην υπηρεσία ιδιωτικών επενδύσεων ή στην αρμόδια περιφερειακή υπηρεσία, εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένης τράπεζας. Το περιεχόμενο της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας”.
4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 5 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Η έναρξη των επενδύσεων του παρόντος νόμου μπορεί να γίνεται μετά την υποβολή της σχετικής αίτησης και των αναγκαίων δικαιολογητικών στην αρμόδια υπηρεσία του άρθρου 6 παρ. 6 του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή η έναρξη πραγματοποίησης της επένδυσης γίνεται με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή και δε δεσμεύει την κρίση της γνωμοδοτικής επιτροπής ούτε την απόφαση της Διοίκησης, περί υπαγωγής ή μη της επένδυσης στις διατάξεις του νόμου αυτού”.
5. Συνεταιρισμοί που έχουν κάνει έναρξη παραγωγικών επενδύσεων μετά την 1.1.1981 είναι δυνατό να υπαχθούν στο Ν. 1262/1982, εφόσον υποβάλουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά μέσα σε 30 μέρες από τη δημοσίευση αυτού του νόμου.
6. Στο άρθρο 5 του Ν. 1262/1982 προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:
“6. Στις περιπτώσεις του εδαφ. δ` της παραγρ. 1 του άρθρου 9 του νόμου αυτού και εφόσον η τεχνολογία στηρίζεται σε έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό από Έλληνες, η ίδια συμμετοχή του επενδυτή είναι δυνατό με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που εκδίδεται κατά περίπτωση, να καλύπτεται εν όλω ή εν μέρει από κεφαλαιοποίηση της καθαρής θέσης της υπάρχουσας επιχείρησης, που ήδη τυχόν λειτουργεί, κατά ποσοστό αντίστοιχο με το ύψος της ίδιας συμμετοχής όπως αυτό ορίζεται στην παραγρ. 1 αυτού του άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος υπολογισμού της καθαρής θέσης για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου”.
7. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού εκτός από τη διάταξη της παραγράφου 2 ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του Ν. 1262/1982.
Άρθρο 13
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η επιχορήγηση και επιδότηση των επενδύσεων παρέχεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που λαμβάνεται μετά από γνωμοδότηση της κατά τον παρόντα νόμο αρμόδιας γνωμοδοτικής επιτροπής, με την επιφύλαξη της διατάξεως της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Δεν απαιτείται δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποφάσεων που αφορούν σε παρατάσεις του χρόνου για την ολοκλήρωση των επενδύσεων ή σε τροποποιήσεις αποφάσεων που δεν μεταβάλλουν το ποσό της επιχορήγησης και επιδότησης. Μεταβολή, με οποιοδήποτε τρόπο, των όρων της απόφασης επιτρέπεται μόνο με τη συγκατάθεση του επενδυτή”.
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Ν. 1262/1982 τροποποιείται ως εξής:
“4. Οι τράπεζες για τη χορήγηση των απαιτουμένων δανείων προς επιχειρήσεις που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στο Ν. 1262/1982 υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη πέρα από τα δικά τους κριτήρια και τα αναπτυξιακά κριτήρια, όπως καθορίζονται στο άρθρο 7 αυτού του νόμου και τη σχετική απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, και να αιτιολογούν την τυχόν απόρριψη μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση απόρριψης από τις τράπεζες αίτησης για χρηματοδότηση μιας επένδυσης, η οποία έχει υπαχθεί ή θα υπαχθεί στο νόμο αυτόν και θα τύχει κρατικής επιχορήγησης, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας μπορεί μετά από αίτηση του επενδυτή να αναπέμψει την αίτηση αυτή για επανεξέταση και ενδεχόμενη χρηματοδότηση από την ΕΤΒΑ”.
3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Η καταβολή του ποσού της επιχορήγησης από το Δημόσιο πραγματοποιείται σε δόσεις ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών της επένδυσης και μετά από πιστοποίηση των αρμοδίων οργάνων ελέγχου της παραγράφου 2 του άρθρου 8, εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι ο επενδυτής συμμορφώθηκε με τους όρους και τις προϋποθέσεις της εγκριτικής πράξης σε συνδυασμό με την παράγραφο 3 του άρθρου 5. Στην αντίθετη περίπτωση αναστέλλεται η πληρωμή των δόσεων και η γνωμοδοτική Επιτροπή ή ο ΕΟΜΜΕΧ, κατά περίπτωση, μπορεί να εισηγηθεί την ανάκληση της έγκρισης ή και τη μερική ή ολική επιστροφή του ποσού της επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου που έχει καταβληθεί. Οι σχετικές αποδείξεις καταβολής της επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου από το Δημόσιο αποτελούν τίτλο για τη βεβαίωση του χρέους από το Δημόσιο Ταμείο. Για την είσπραξη των οφειλών προς το Δημόσιο εφαρμόζεται αναλογικά και η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του Ν. 542/1977 (ΦΕΚ 41 Α`) η εφαρμογή της οποίας επεκτείνεται και στους διαχειριστές προσωπικών εταιριών, όπως και στους εκκαθαριστές νομικών προσώπων”.
4. Η παράγραφος 7 του άρθρου 6 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“7. Παραγωγικές επενδύσεις βιοτεχνίας, χειροτεχνίας και οικοτεχνίας ύψους μέχρι 20 εκατομμυρίων δρχ. υποβάλλονται στον ΕΟΜΜΕΧ και εξετάζονται απευθείας από τον οργανισμό αυτόν ή τις περιφερειακές υπηρεσίες του, με βάση τις διατάξεις αυτού του νόμου, και επιχορηγούνται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, κατόπιν εισήγησης του ΕΟΜΜΕΧ και χωρίς τη γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 8 αυτού του νόμου. Το όριο των 2Ο εκατομμυρίων δραχμών είναι δυνατό να αναπροσαρμόζεται με όμοια απόφαση.
Η παρακολούθηση και ο έλεγχος της πραγματοποίησης των παραπάνω επενδύσεων, εφόσον οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στον ΕΟΜΜΕΧ και εξετάσθηκαν απ` αυτόν, γίνεται από όργανα του ίδιου οργανισμού, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 αυτού του νόμου. Η καταβολή των επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων του επιτοκίου στις επενδύσεις αυτής της παραγράφου γίνεται από τον ΕΟΜΜΕΧ, ο οποίος αντλεί κεφάλαια από λογαριασμό, που θα δημιουργηθεί επ’ ονόματί του από την προβλεπόμενη στην επόμενη παράγραφο δαπάνη σε βάρος του Δημοσίου”.
5. Η παράγραφος 8 του άρθρου 6 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“8. Η προβλεπόμενη για κάθε οικονομικό έτος δαπάνη σε βάρος του Δημοσίου για την καταβολή των επιχορηγήσεων επενδύσεων και των επιδοτήσεων επιτοκίου αυτού του νόμου εγγράφεται στον Προϋπολογισμό των Δημοσίων Επενδύσεων. Οι επιχορηγήσεις επενδύσεων και οι επιδοτήσεις επιτοκίου που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις αυτού του νόμου απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή δικαίωμα και κάθε άλλη επιβάρυνση σε όφελος του Δημοσίου ή τρίτων”.
6. Στο άρθρο 6 του Ν. 1262/1982 προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:
“9. Αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που έχουν εκδοθεί σε εφαρμογή του άρθρου 5 παρ. 1 του Ν. 1116/1981, της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθώς και των διατάξεων κάθε άλλου αναπτυξιακού νόμου, όπως και αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που εκδίδονται βάσει του παρόντος νόμου, είναι δυνατό να τροποποιούνται με όμοια απόφαση που εκδίδεται και χωρίς τη γνώμη της προβλεπόμενης γνωμοδοτικής επιτροπής, μετά από αίτηση του επενδυτή εφόσον οι αιτούμενες τροποποιήσεις αναφέρονται. Σε αυξομείωση των εγκριθεισών δαπανών επενδύσεων εφάπαξ και μέχρι ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%), και σε εφάπαξ παράταση προθεσμίας για χρονικό διάστημα μέχρι ενός (1) χρόνου, στην αύξηση της κινητήριας δύναμης των μηχανολογικών εγκαταστάσεων και εφόσον η αύξηση αυτή δεν ξεπερνά το 1/5 αυτής που έχει ήδη εγκριθεί, ή σε μείωση της κινητήριας δύναμης, κατά ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το 20% αυτής που έχει εγκριθεί.
Η γνωμοδότηση της επιτροπής του άρθρου 8 παρ. 1 του νόμου αυτού απαιτείται και για τις τροποποιήσεις αυτές, εφόσον το ύψος της επενδυτικής δαπάνης υπερβαίνει τα 200 εκατομμύρια δραχμές”.
Άρθρο 14
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Το ύψος της επιχορήγησης εξαρτάται από την περιοχή στην οποία λειτουργεί η επιχείρηση και από τα κριτήρια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Για την περιοχή Α, και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 3 και της παραγράφου 2 του άρθρου 9 δεν παρέχεται επιχορήγηση. Το ύψος της επιχορήγησης, για επενδύσεις που πραγματοποιούνται στην περιοχή Β, είναι από 10% μέχρι 25% επί της συνολικής δαπάνης της επένδυσης. Για την περιοχή Γ είναι από 15% μέχρι 40% και για την περιοχή Δ από 20% μέχρι 50%, εκτός από τις επενδύσεις της περιοχής Δ, που πραγματοποιούνται στις ειδικές ζώνες του άρθρου 3 παρ. 3, για τις οποίες το ελάχιστο ποσοστό επιχορήγησης ορίζεται σε 35%”.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται, για την παροχή των επιχορηγήσεων, τα στοιχεία αξιολόγησης των επενδύσεων και τα κριτήρια μέσα στα πλαίσια της παραγράφου 1”.
Άρθρο 15
1. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 8 του Ν. 1262/1982 αντικαθίστανται ως εξής:
“1. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας συνίσταται στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας Κεντρική Γνωμοδοτική Επιτροπή με έργο τον έλεγχο της ύπαρξης των προϋποθέσεων για την υπαγωγή στο νόμο αυτόν επενδύσεων πέραν ορισμένου ποσού, που καθορίζεται με την ίδια απόφαση, την αξιολόγηση των επενδύσεων αυτών καθώς και την αξιολόγηση, σε δεύτερο βαθμό, επενδύσεων, ανεξαρτήτως ποσού, που έχουν απορριφθεί από τις περιφερειακές γνωμοδοτικές επιτροπές. Με όμοια απόφαση συνιστώνται στις περιφερειακές υπηρεσίες Περιφερειακές Γνωμοδοτικές Επιτροπές για τον έλεγχο της ύπαρξης των προϋποθέσεων υπαγωγής στο νόμο επενδύσεων, που θα πραγματοποιηθούν στα διοικητικά όρια των υπηρεσιών αυτών, ύψους κατώτερου από το ποσό που καθορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του προηγουμένου εδαφίου.
2. Με όμοια απόφαση συνιστώνται επίσης όργανα ελέγχου της προόδου των επενδυτικών έργων με βάση τους όρους της εγκριτικής πράξης. Ο έλεγχος της προόδου των επενδυτικών έργων των επενδύσεων του άρθρου 6 παράγραφος 7 αυτού του νόμου, με βάση τους όρους και τις προϋποθέσεις των εγκριτικών πράξεων, γίνεται από τον ΕΟΜΜΕΧ με όργανα που αυτός καθορίζει σε κάθε περίπτωση. Τα όργανα αυτά λειτουργούν σύμφωνα με τον οργανισμό λειτουργίας του ΕΟΜΜΕΧ.
3. Της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας ή ο αναπληρωτής του, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Των περιφερειακών Γνωμοδοτικών Επιτροπών προεδρεύει ο Νομάρχης της έδρας της οικείας ΥΠΑ, αναπληρούμενος, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από το νόμιμο αναπληρωτή του.
4. Τα μέλη όλων των γνωμοδοτικών επιτροπών αυτού του νόμου ορίζονται, με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας από υπαλλήλους των αρμοδίων υπουργείων και υπηρεσιών, από εκπροσώπους τραπεζών, οργανώσεων, επιμελητηρίων, παραγωγικών τάξεων και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ως και από πρόσωπα που έχουν ειδική εμπειρία σε θέματα επενδύσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ορίζεται ο γραμματέας και οι εισηγητές καθώς και η αποζημίωση του γραμματέα των εισηγητών και των μελών των Γνωμοδοτικών Επιτροπών. Ως εισηγητές είναι δυνατό να ορίζονται και πρόσωπα που προέβησαν στην αξιολόγηση των κατ` ιδίαν επενδυτικών προγραμμάτων. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας είναι δυνατό να συσταθούν ειδικά τμήματα της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής, στα οποία, με την ίδια απόφαση, μεταβιβάζεται μέρος των αρμοδιοτήτων της, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου. Τα μέλη Γνωμοδοτικών Επιτροπών ή τα όργανα ελέγχου δεν μπορούν να είναι σύμβουλοι ή να συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο της διοίκησης επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στις διατάξεις αυτού του νόμου”.
Άρθρο 16
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Στις περιοχές Β, Γ και Δ παρέχεται επιπλέον επιχορήγηση μέχρι 15 ποσοστιαίων μονάδων, για τις πιο κάτω επενδύσεις”.
2. Τα εδάφια β` και δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 αντικαθίστανται, αφότου ίσχυσαν, ως εξής:
“β. Υποκατάστασης του πετρελαίου ή της ηλεκτρικής ενέργειας με αέριο, επεξεργασμένα απορρίμματα, ήπιες μορφές ενεργείας, ανάκτηση απορριπτόμενης θερμότητας. Για επενδύσεις αυτής της κατηγορίας, πρόσθετη προϋπόθεση είναι ο περιορισμός τη ρύπανσης του περιβάλλοντος, όπως θα διαπιστώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας”.
“δ. Παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών εξαιρετικά προηγμένης τεχνολογίας”.
3. Το εδάφιο στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“στ. Για επενδύσεις Ειδικών Ιδρυμάτων και Εργαστηρίων Ταχύρρυθμης Αναπροσαρμογής, για την απασχόληση μειονεκτούντων ατόμων, όπως αυτά καθορίζονται από τος διατάξεις του Ν. 963/1979, καθώς και επενδύσεις επιχειρήσεων των οποίων η πλειοψηφία των συμφερόντων ανήκει σε μειονεκτούντα άτομα ή αυτών που απασχολούν κατά πλειοψηφία άτομα αυτής της κατηγορίας. Η υπαγωγή στην κατηγορία αυτή των επιχειρήσεων γίνεται μετά από γνωμάτευση του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού προς το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ή τον ΕΟΜΜΕΧ κατά περίπτωση”.
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο, ως εξής:
“Σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Συνεταιρισμών που γίνονται στην περιοχή Α, κατ` εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού και έχουν σαν αντικείμενο δραστηριότητα από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, παρέχεται επιπλέον επιχορήγηση μέχρι 15 μονάδες.
Σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που κάνουν επενδύσεις της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 στην περιοχή Α, επενδύσεις για δημοτικές αγορές, χώρους κοινωνικών και πολιτιστικών λειτουργιών και λοιπών υπηρεσιών (όπως για στάθμευση αυτοκινήτων, για παροχή μηχανογραφικών υπηρεσιών), καθώς και σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των Συνεταιρισμών που κάνουν επενδύσεις στην περιοχή Α` για γεωργικές και αλιευτικές επιχειρήσεις σύγχρονης τεχνολογίας, παρέχεται επιχορήγηση μέχρι 35 ποσοστιαίες μονάδες”.
5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής: “3. Επενδύσεις των περιπτώσεων β,ε,στ,ι και ιε, της παραγράφου 1 του άρθρου 2 σε όποια περιοχή και αν πραγματοποιούνται και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3 υπάγονται στους όρους επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου και ισχύουν για τις επιχειρήσεις της περιοχής Δ. Επενδύσεις της περίπτωσης γ της αυτής παραγράφου, σε όποια περιοχή και αν πραγματοποιούνται, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3, υπάγονται στους όρους της επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου που ισχύουν για τις επιχειρήσεις της περιοχής Γ εκτός από αυτές που βρίσκονται στην περιοχή Δ, στις οποίες ισχύει το καθεστώς της περιοχής αυτής”.
6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής: “4. Παρέχεται επιχορήγηση για τις δαπάνες μετεγκατάστασης από την περιοχή Α στις περιοχές Β, Γ και Δ ή για μετεγκατάσταση στις ειδικές ζώνες, που προβλέπονται μέσα στις περιοχές Β, Γ και Δ, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 3 του νόμου αυτού. Το ποσοστό της επιχορήγησης αυτής είναι ίσο με το μέγιστο ποσοστό της επιχορήγησης της περιοχής, όπου η μετεγκατάσταση, αυξανόμενο κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες. Στις άλλες περιπτώσεις μετεγκατάστασης επιχειρήσεων, το ποσοστό επιχορήγησης των δαπανών μετεγκατάστασης καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 1”.
7. Στο άρθρο 9 του Ν. 1262/1982 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
“5. Για την εφαρμογή της παραγρ. 1 του άρθρου αυτού, προκειμένου για τις επιχειρήσεις του εδαφίου ε της παραγράφου αυτής, έχουν εφαρμογή οι ακόλουθες διατάξεις:
α. Στις Δημοτικές και Κοινοτικές Επιχειρήσεις και στις Επιχειρήσεις των Συνεταιρισμών που πραγματοποιούν επενδύσεις σύμφωνα με το νόμο αυτόν, παρέχεται ολόκληρη η επιπλέον επιχορήγηση των 15 ποσοστιαίων μονάδων.
β. Στις επιχειρήσεις, στις οποίες Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Δημοτικές και Κοινοτικές Επιχειρήσεις, Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων και Συνεταιρισμοί έχουν αθροιστικά την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων και οι οποίες πραγματοποιούν επενδύσεις σύμφωνα με το νόμο αυτόν, παρέχεται ολόκληρη η επιπλέον επιχορήγηση των 15 ποσοστιαίων μονάδων, με την προϋπόθεση ότι καθένας από τους υπόλοιπους πλην των ανωτέρω εταίρους έχει μετοχές ή μερίδια που δεν υπερβαίνουν το δύο τοις εκατό (2 %) των μετοχών ή του εταιρικού κεφαλαίου αντίστοιχα.
γ. Σε κάθε άλλη επιχείρηση που συμμετέχουν φορείς του προηγούμενου εδαφίου β αλλά δεν εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις του εδαφίου αυτού, παρέχεται ποσοστό συμμετοχής των φορέων αυτών στο εταιρικό κεφάλαιο της επιχείρησης, για τις επενδύσεις που αυτή πραγματοποιεί σύμφωνα με το νόμο αυτόν”.
Άρθρο 17
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Στις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς των επιχορηγήσεων του παρόντος νόμου, παρέχεται επιδότηση του εκάστοτε κατά περίπτωση εφαρμοζόμενου επιτοκίου τραπεζικών δανείων, ομολογιακών δανείων εκδιδομένων σε δημόσια εγγραφή ή δανείων από άλλους χρηματοδοτικούς οργανισμούς, ληφθέντων για την πραγματοποίησή τους. Το ποσοστό επιδότησης είναι ίσο προς το ποσοστό επιχορήγησης που εγκρίθηκε και παρέχεται για τα τρία πρώτα χρόνια εξυπηρέτησης των δανείων που έχουν συναφθεί, εκτός από τις επενδύσεις της περιοχής Δ, που πραγματοποιούνται στις ειδικές ζώνες του άρθρου 3 παράγραφος 3, για τις οποίες η επιδότηση επιτοκίου παρέχεται για τα έξι (6) πρώτα χρόνια. Για τον υπολογισμό του επιδοτούμενου τραπεζικού δανείου δεν λαμβάνεται υπόψη η αξία του οικοπέδου”.
Άρθρο 18
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Παρέχονται εκπτώσεις από τα υποκείμενα σε φόρο εισοδήματος καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων του άρθρου 2 του νόμου αυτού, που είναι εγκαταστημένες ή μεταφέρονται ή ιδρύονται στις περιοχές Β, Γ και Δ του άρθρου 3 αυτού του νόμου, εφόσον πραγματοποιήσουν νέες παραγωγικές επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 1 του παρόντος από την έναρξη ισχύος του νόμου μέχρι την 31.12.1992. Για τις επιχειρήσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 εδ. γ αυτού του νόμου, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, ισχύει το καθεστώς της περιοχής Γ ανεξάρτητα τόπου εγκατάστασης, εκτός των μεταλλευτικών επιχειρήσεων των περιοχών Α και Δ, στις οποίες ισχύει το καθεστώς των περιοχών αυτών”.
Άρθρο 19
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται, αφότου ίσχυσε, ως εξής:
“2. Οι συντελεστές των τακτικών αποσβέσεων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων του άρθρου 2, που ισχύουν κάθε φορά, αυξάνονται, όταν πρόκειται για πάγια περιουσιακά στοιχεία που θα αποκτηθούν μετά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, ανάλογα με τις περιοχές των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 3 αυτού του νόμου στην οποία εγκαθίστανται και ανάλογα με τις βάρδιες εργασίας, κατά τα πιο κάτω ποσοστά:
Περιοχή α’ βάρδια β’ βάρδια γ’ βάρδια
Α – 20 % 40 %
Β 20 % 40 % 80 %
Γ 35 % 70 % 120 %
Δ 50 % 100 % 150 %
Για τις επιχειρήσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 εδ. γύ αυτού του νόμου, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, εκτός των μεταλλευτικών επιχειρήσεων των περιοχών Α και Δ, στις οποίες ισχύει το καθεστώς των περιοχών αυτών, ισχύει το καθεστώς της περιοχής Γ ανεξάρτητα τόπου εγκατάστασης.
Για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ιαματικών πηγών, τα κατασκηνωτικά κέντρα (CAMPINGS) και κέντρα χειμερινού τουρισμού ισχύουν οι παραπάνω συντελεστές α` βάρδιας”.
Άρθρο 20
Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Επενδύσεις από Έλληνες εργαζόμενους του εξωτερικού ή ναυτικούς της μεσογειακής και ποντοπόρου ναυτιλίας οι οποίες εμπίπτουν σε μια από τις προβλεπόμενες από το νόμο αυτόν κατηγορίες απολαμβάνουν τα ευεργετήματα του νόμου αυτού, για τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις τοπικής αυτοδιοίκησης και οι αιτήσεις τους εξετάζονται με προτεραιότητα από τις Γνωμοδοτικές Επιτροπές, εφόσον συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Η πλειοψηφία των συμφερόντων της επιχείρησης που αναλάμβανε την επένδυση ανήκει σε Έλληνες, οι οποίοι θα έχουν συμπληρώσει τρία τουλάχιστο χρόνια απασχόλησης και συνεχούς εγκατάστασης στο εξωτερικό μέχρι την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή τους στα ευεργετήματα αυτού του νόμου και των οποίων η ίδια συμμετοχή στην επιχείρηση προέρχεται αποδεδειγμένα από εισαχθέν συνάλλαγμα μη υποχρεωτικώς εκχωρητέο στην Τράπεζα της Ελλάδος. Για τους Έλληνες ναυτικούς απαιτείται να έχουν συμπληρώσει τριών ετών συνολική υπηρεσία σε πλοία.
β) Όλοι οι επενδυτές ενεργούν αποκλειστικά και μόνο για λογαριασμό τους.
γ) Ο επαναπατρισμός και η μόνιμη εγκατάσταση των επενδυτών στην Ελλάδα γίνεται το αργότερο μέχρι την ολοκλήρωση των, με βάση το άρθρο αυτό, ενισχυόμενων επενδύσεών τους.
δ) Γίνεται ειδική αιτιολογημένη πρόταση από την υπηρεσία της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, που δημιουργείται στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, προς την αρμόδια Γνωμοδοτική Επιτροπή που γνωμοδοτεί κατά περίπτωση”.
Άρθρο 21
Το άρθρο 20 του Ν. 1262/1982 αντικαθίσταται ως εξής αφότου ίσχυσε:
“Άρθρο 20
1. Επιχειρήσεις που έχουν υπαχθεί στο νόμο αυτόν και οι οποίες, πριν παρέλθει 1Οετία από την ημερομηνία δημοσίευσης της εγκριτικής απόφασης, θα παύσουν να λειτουργούν ή, χωρίς προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, θα μεταβιβασθούν ή θα μεταβάλουν τη νομική μορφή της εταιρείας, μειώνοντας το εταιρικό της κεφάλαιο ή θα μειώσουν το εταιρικό της κεφάλαιο χωρίς η μείωση να επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία ή θα μεταβιβάσουν πάγια περιουσιακά στοιχεία, που είχαν συμπεριληφθεί στην επένδυση, χωρίς να τα αντικαταστήσουν σε 6 μήνες, υποχρεούνται σε μερική ή ολική επιστροφή της επιχορήγησης και επιδότησης, με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που εκδίδεται μετά γνώμη της αρμόδιας Γνωμοδοτικής επιτροπής του νόμου αυτού.
Την ίδια υποχρέωση επιστροφής έχουν οι επιχειρήσεις, που λόγω της ιδιότητας του φορέα της επένδυσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7 του παρ. 2εύ και του άρθρου 9 παρ. ιστ` του νόμου αυτού, πήραν επιπλέον επιχορήγηση και οι οποίες, χωρίς έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, αυτές ή οι εταίροι ή οι μέτοχοί τους θα μεταβιβάσουν εταιρικά ή μετοχικά δικαιώματα.
Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζονται η διαδικασία και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζονται ο τρόπος και οι λεπτομέρειες του παρόντος νόμου και της πράξης υπαγωγής στις διατάξεις του, των επιχειρήσεων που έχουν επιχορηγηθεί ή επιδοτηθεί ή με οποιοδήποτε τρόπο ενισχυθεί βάσει των διατάξεων του παρόντος νόμου”.
Άρθρο 22
1. Στην παράγραφο 1α του άρθρου 7 του Ν. 4171/1961, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το άρθρο 23 του Ν. 1262/1982, προστίθεται τελευταίο εδάφιο, ως εξής:
“Επίσης ισχύουν οι παραπάνω απαλλαγές και για τα δάνεια που χορηγούνται από διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας ή την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και τα άλλα χρηματοδοτικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προς τα ημεδαπά ειδικά πιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς αναπτυξιακού και κοινωνικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην αρχή της παραγράφου αυτής”.
2. Οι παραγρ. 4 και 5 του άρθρου 7 του Ν. 4171/1961, όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα από το Ν.Δ. 916/1971 και την παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 1262/1982, αντικαθίστανται ως εξής:
“4. Για την καταβολή στην αλλοδαπή δικαιωμάτων για τη χρησιμοποίηση στην Ελλάδα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνιών, αποτελεσμάτων ερευνών, σημάτων, σχεδίων μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων όπως επίσης και για την παροχή τεχνικών κατευθύνσεων κατά το χρόνο διενεργείας της επένδυσης και μέχρι ένα έτος από την έναρξη της παραγωγικής δράσης, που μπορεί να παραταθεί σε δύο έτη με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, εξετάζεται το σύνολο της σύμβασης και εγκρίνεται ποσό συνολικό ή σε απόλυτο ύψος ή ποσοστό υπολογιζόμενο σε ετήσια βάση. Το ποσό αυτό καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, μετά από γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 3 του Ν.Δ. 2687/1953. Αποκλείεται η παροχή έγκρισης από άλλο όργανο, ανεξάρτητα από το αν έχει υπαχθεί ή όχι σε αναπτυξιακό νόμο η επιχείρηση που καταβάλλει τα δικαιώματα, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου αυτής της παραγράφου.
Στην παραπάνω έγκριση και διαδικασία υπάγονται επίσης οι αμοιβές και δικαιώματα ξένων επιχειρήσεων ή φυσικών προσώπων που αφορούν παροχή τεχνικών η άλλων γενικά συμβουλών στην Ελλάδα.
Οι παραπάνω εγκρίσεις διαβιβάζονται στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία είναι η μόνη αρμόδια για τον έλεγχο της νομιμότητας των δικαιολογητικών και των άλλων κατά την κρίση της στοιχείων για την καταβολή του συναλλάγματος, που αντιστοιχεί στα παραπάνω δικαιώματα.
Με τις κατά περίπτωση εκδιδόμενες αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζεται το ποσό της αμοιβής ή των δικαιωμάτων σε απόλυτο ύψος ή σε ποσοστό, καθώς και το εξακτέο ποσό στην αλλοδαπή και οι λοιπές υποχρεώσεις της καταβάλλουσας επιχείρησης.
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, με απόφασή του μπορεί να χορηγεί στην Τράπεζα της Ελλάδος το δικαίωμα να εγκρίνει την καταβολή σε συνάλλαγμα αμοιβής, εφάπαξ ή τμηματικά, μέχρι ποσού, που θα καθορίζεται κάθε χρόνο με όμοια απόφαση, για δικαιώματα χρησιμοποίησης από Ελληνικές επιχειρήσεις πνευματικής ιδιοκτησίας και παροχής τεχνικών ή άλλων γενικά συμβούλων στην Ελλάδα ιδίως δε δικαιωμάτων συγγραφικών, συνθετικών, καλλιτεχνικών, αναδημοσίευσης άρθρων, μελετών τεχνικής κατεύθυνσης εκπαίδευσης, οργάνωση και άλλων συναφών χωρίς τη γνώμη της επιτροπής του άρθρου 3 του Ν.Δ. 2687/1953.
5. Για την επιβολή του φόρου εισοδήματος στα δικαιώματα της προηγούμενης παραγράφου σαν καθαρό εισόδημα λαμβάνεται ποσοστό 50% του καταβληθέντος με βάση τη σχετική απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ποσού και επιφυλάσσεται η εφαρμογή των διατάξεων συμβάσεων για την απόφυση διπλής φορολογίας, με βάση τις οποίες ορίζεται διαφορετικά το φορολογητέο καθαρό εισόδημα ή ορίζονται άλλοι φορολογικοί συντελεστές στο ακαθάριστο εισόδημα”.
Άρθρο 23
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του Ν. 1262/1982 προστίθενται τέσσερα νέα εδάφια ως εξής:
“Επιχειρήσεις που κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού είναι ήδη εγκαταστημένες σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Ν. 89/1967 ή του Α.Ν. 378/1968, οφείλουν να αναπροσαρμόσουν το ύψος της εγγυητικής επιστολής που τυχόν απαιτείται από τις ισχύουσες διατάξεις στο ποσό των δολλαρίων ΗΠΑ 50.000. Η αναπροσαρμογή γίνεται μέσα σε 18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νομού αυτού σε ισόποσες 6μηνιαίες δόσεις. Η εγγυητική επιστολή καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου σε περίπτωση παραβάσεως από το προσωπικό ή την εταιρεία, των διατάξεων του Α.Ν 89/1967, ή των αποφάσεων του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας που εκδίδονται σ` εφαρμογή του νόμου αυτού. Επίσης καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου η εγγυητική επιστολή στις περιπτώσεις όπου η άδεια εγκατάστασης εμποροβιομηχανικών ή ναυτιλιακών εταιρειών ή επιχειρήσεων που υπάγονται στις διατάξεις του Α.Ν. 89/1967 ή του Α.Ν. 378/1968 έχει ανακληθεί ή θα ανακληθεί για οποιοδήποτε λόγο, εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές ή το προσωπικό τους δεν έχουν εκπληρώσει ή δεν εκπληρώνουν τις κάθε είδους υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο. Η κατάπτωση επέρχεται αυτοδικαίως 2 μήνες από την ανάκληση της άδειας ή από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
2. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού επαναφέρεται σε ισχύ το άρθρο 6 του Ν. 4171 /1961.
Άρθρο 24
Στο τέλος του άρθρου 28 του Ν. 1262/1982 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
“7. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας, μετά από πρόταση του ΟΑΕΔ, μπορεί να επεκταθεί η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού και σε άλλες ειδικότητες ανέργων, για την απασχόλησή τους στην εκτέλεση έργων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή για τη στελέχωση των επιχειρήσεων τους”.
Άρθρο 25
Αιτήσεις για επενδύσεις που υπάγονται στην κατηγορία της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Ν. 1262/1982 είναι δυνατό να υπαχθούν στη ρύθμιση που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή, μόνο εφόσον επανυποβληθούν σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως το άρθρο 25 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του Ν. 1472/1984 (Α 112).
Άρθρο 26
Κυρώνεται αναδρομικά από την έκδοσή της η απόφαση ΔΚ 10861/2194/29.5.81 του Υπουργού Αναπληρωτή Συντονισμού, με την οποία α) είχαν ανατεθεί κατά το έτος 1981, σε υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ιδιωτικών Επενδύσεων εργασίες για την προετοιμασία εφαρμογής του Ν. 1116/1981, τη μελέτη και την αξιολόγηση αιτήσεων ως και την εκτέλεση εγκριτικών πράξεων β) είχε εξουσιοδοτηθεί ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας ιδιωτικών Επενδύσεων να υπογράψει τις σχετικές συμβάσεις με τους υπαλλήλους και να εποπτεύει την εκτέλεση του έργου από αυτούς και γ) είχε ορισθεί ότι η δαπάνη για την εκτέλεση του έργου θα βαρύνει τις πιστώσεις της μελέτης αρθμ. 419704 της ΣΑΜ 8119. Για την καταβολή των αμοιβών αυτών απαιτείται έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, με την οποία θα πιστοποιείται και η πραγματοποίηση του ανατεθέντος έργου.
Άρθρο 27
1. Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας συνιστώνται 20 νέες θέσεις ειδικών επιστημόνων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Ο διορισμός στις θέσεις αυτές γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και η πλήρωσή τους διενεργείται είτε με απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στο δημόσιο τομέα με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και διαθέτει τα σχετικά προσόντα είτε ύστερα από δημόσια γνωστοποίηση με επιλογή από τον ίδιο Υπουργό.
Στις θέσεις αυτές διορίζονται πτυχιούχοι ανώτατων σχολών με τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών ή αξιόλογη επαγγελματική απασχόληση ή σημαντική εμπειρία σε θέματα σχετικά με την αξιολόγηση επενδύσεων και την αποτίμηση των δικαιωμάτων χρησιμοποίησης πνευματικής ιδιοκτησίας ευρεσιτεχνιών σημάτων, σχεδίων, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων.
2. Οι προσλαμβανόμενοι για την πλήρωση των θέσεων αυτών καλύπτουν: οι πέντε (5) τις ανάγκες διεκπεραίωσης των θεμάτων που αφορούν την καταβολή στην αλλοδαπή των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 του νόμου αυτού και οι υπόλοιποι τις ανάγκες της αξιολόγησης των επενδύσεων, προκειμένου αυτές να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
3. Είναι δυνατό, με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, να συνιστώνται επιτροπές που έχουν σαν έργο την παρακολούθηση γενικότερα της πραγματοποίησης των επενδύσεων και της λειτουργίας των αντιστοίχων μονάδων και να ορίζονται τα μέλη των επιτροπών αυτών καθώς και η αμοιβή τους.
Άρθρο 28
Κωδικοποίηση αναπτυξιακών νόμων
1. Με Π. Διατάγματα που εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, επιτρέπεται η κωδικοποίηση σύ ενιαία κείμενα με τίτλους “περί λήψεως γενικών μέτρων για την υποβοήθηση της ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας”, “περί παροχής κινήτρων για την ανάπτυξη παραμεθορίων περιοχών και ρύθμιση συναφών θεμάτων”, “περί εγκαταστάσεως στην Ελλάδα αλλοδαπών εταιρειών”, “περί νέων μέτρων για την ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης”, “περί μέτρων για την ενίσχυση της τουριστικής ανάπτυξης” “περί παροχής φορολογικών κινήτρων για τη συγχώνευση ή μετατροπή επιχειρήσεων με σκοπό τη δημιουργία μεγάλων οικονομικών μονάδων”, των διατάξεων του Ν.Δ. 4171/1961, και των Ν.Δ. 1078/1971, Ν.Δ. 1297/1972 , ΝΔ 1312/1972, ΝΔ 1313/1972, Ν. 289/1976, Ν. 849/1978, Ν. 1116/1981, Ν. 1262/1982 των διατάξεων που αμέσως ή εμμέσως συμπληρώνουν ή τροποποιούν τις διατάξεις αυτές, τις συναφείς προς τις διατάξεις των νόμων αυτών, ως και των διατάξεων του παρόντος.
2. Κατά την ως άνω κωδικοποίηση επιτρέπεται η μεταβολή της σειράς των άρθρων, των παραγράφων και εδαφίων, η διαγραφή, σύμπτυξη, ως και κάθε αναγκαία φραστική μεταβολή χωρίς να επέρχεται αλλοίωση της έννοιας των ισχυουσών διατάξεων, ως και η απάλειψη μη ισχυουσών μεταβατικών διατάξεων.
Άρθρο 29
Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μέσα σε προθεσμία έξη (6) μηνών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου είναι δυνατό να τροποποιηθεί τοι Π.Δ. 791/1981 (Φ.Ε.Κ. 207 Α`/3.8.1981 ) “περί ιδρύσεως επεκτάσεως εκσυγχρονισμού, συγχωνεύσεως και μετεγκαταστάσεως βιομηχανιών, βιοτεχνιών, πάσης φύσεως μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθηκών εντός των ορίων του ηπειρωτικού τμήματος του νομού Αττικής μετά των νήσων Σαλαμίνος και Αιγίνης”.
Άρθρο 30
Ελεύθερη σύναψη συμβάσεων αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων.
1. Επιτρέπεται, με την επιφύλαξη της ισχύος της διάταξης της περ. β` της παρ. 1 του άρθρου 2 του νόμου 858/1979, η σύναψη συμβάσεων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις οπουδήποτε και αν καταρτίζονται, που έχουν αντικείμενο την πώληση, ανταλλαγή, δανεισμό, αποκλειστικά διύλιση, μεταφορά και αποθήκευση αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων, μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, που το εκπροσωπεί ο Υπουργός Ενεργείας και Φυσικών πόρων ή άλλος κατ’ εντολή του, και οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.
2. Από τις συμβάσεις της παρ. 1 εκείνες που αφορούν πώληση, ανταλλαγή, ή κατά την διάταξη τη παρ. 1 περ. β` του άρθρου 2 του νόμου 858/1979, προμήθεια των ιδίων ειδών από το Ελληνικό Δημόσιο, ως επίσης και οι συμβάσεις ομοίου περιεχομένου που συνάπτονται μεταξύ Δημοσίων Οργανισμών και Επιχειρήσεων, οποιασδήποτε νομικής μορφής του ιδιωτικού δικαίου, και τρίτων μπορούν να συνομολογούνται έγκυρα σε ξένο νόμισμα ή σε δραχμές με την, κάθε φορά, ισοτιμία της δραχμής προς το ξένο νόμισμα κατά το χρόνο της πληρωμής.
3. Οι συμβάσεις της πρώτης παραγράφου που συνομολογήθηκαν μέχρι σήμερα και είτε δεν εκτελέσθηκαν καθόλου είτε εκτελέσθηκαν καθ` ολοκληρία ή κατά ένα μέρος, θεωρούνται απ’ αρχής έγκυρες και ισχυρές. Επίσης θεωρείται απ’ αρχής έγκυρη και ισχυρή η, τόσο στις συμβάσεις αυτές, όσο και στις λοιπές συναφθείσες συμβάσεις της πιο πάνω παρ. 2, περιλαμβανόμενη συμφωνία σε ξένο νόμισμα κατά το χρόνο της πληρωμής.
Ειδικά για τις πληρωμές που γίνονται μετά την 10.1.1983 κατ’ εφαρμογή συμβάσεων δανεισμού, διύλισης, μεταφοράς μέσα στη Χώρα ή αποθήκευσης αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων που συνομολογήθηκαν μέχρι 7.1.1983 και έχουν εκτελεσθεί είτε καθόλου είτε καθολοκληρία είτε κατά ένα μέρος, δεν ισχύει ισοτιμία που είναι μεγαλύτερη από εκείνη που ισχύει μέχρι και την 7.1.1983.
Άρθρο 31
1. Οι εισφορές προς το ΙΚΑ, τα Ιδρύματα, Ταμεία ή Οργανισμούς Επικουρικής Ασφάλισης, που καταβάλλουν οι ασφαλισμένοι σε αυτά με βάση τις αποδοχές τους για το χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου 1983 έως 31 Αυγούστου 1983 μειώνονται κατά τα ποσοστά που ορίζονται στο άρθρο 16 του Ν.Δ. 1312/1972 “Περί νέων μέτρων προς ενίσχυση της περιφερειακής αναπτύξεως”, όπως αυτός ίσχυε σήμερα προκειμένου για το κάθε φύσης προσωπικό των βιομηχανικών βιοτεχνικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων.
2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από την 1η Μαΐου 1983 και λήγει την 31η Αυγούστου 1983.
Άρθρο 32
Η παράγραφος 2 του άρθρου 25 του Ν. 1116/1981 “Για την παροχή κινήτρων ενισχύσεως της περιφερειακής και οικονομικής αναπτύξεως της χώρας κλπ.”, που διατηρήθηκε σε ισχύ με τη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 25 του Ν. 1262/1982, αντικαθίσταται από τότε που άρχισε να ισχύει ως εξής:
“2. Οι όροι και οι προϋποθέσεις εγκρίσεως των προγραμμάτων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, τα σχετικά με την εποπτεία των προγραμμάτων αυτών, η ποσοστιαία συμμετοχή του Ο.Α.Ε.Δ. στις δαπάνες τους τα δικαιολογητικά των δαπανών αυτών κατά απόκλιση από τις διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού, καθώς και κάθε άλλης συναφής λεπτομέρεια ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας που εκδίδονται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Δ “.
Άρθρο 33
Ειδικοί Γραμματείς
Σημ.: όπως το άρθρο 33 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 1439/1984 (Α 65).
1. Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας συνιστώνται έξι (6) θέσεις μετακλητών Ειδικών Γραμματέων με βαθμό α` της κατηγορίας ειδικών θέσεων. Οι μηνιαίες αποδοχές τους ορίζονται σε ποσοστό 9Ο% των αποδοχών του βαθμού αυτού.
2. Ο διορισμός και η παύση των Ειδικών Γραμματέων γίνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Ομοίως με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του οικείου κατά περίπτωση Υπουργού είναι δυνατό να αποσπώνται στις θέσεις των Ειδικών Γραμματέων υπάλληλοι μόνιμοι ή με οποιαδήποτε σχέση εργασίας που υπηρετούν στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 1 παράγραφος 6 του Ν. 1256/1982.
Στην περίπτωση αυτή λαμβάνουν, κατ` επιλογή τους, είτε τις κάθε φύσης αποδοχές της θέσης από την οποία αποσπάσθηκαν είτε τις κάθε φύσης αποδοχές της θέσης του ειδικού γραμματέα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 1439/1984 (Α 65), αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 10 του Ν. 1682/1987 (Α 14).
3. Μετά τη λήξη της θητείας τους οι Ειδικοί Γραμματείς επανέρχονται στην υπηρεσιακή και μισθολογική σχέση με το δημόσιο ή άλλο φορέα του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται παραπάνω, εφόσον πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους είχαν παρόμοια σχέση. Ο χρόνος της θητείας τους ως Ειδικών Γραμματέων λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην προηγούμενη θέση τους.
4. Οι Ειδικοί Γραμματείς τελούν υπό την εποπτεία του Γενικού Γραμματέα και προΐστανται υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Οι υπηρεσίες στις οποίες προΐστανται οι Ειδικοί Γραμματείς καθορίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
Οι διορισμοί των Ειδικών Γραμματέων που έχουν διενεργηθεί μέχρι σήμερα εξακολουθούν να ισχύουν και υπάγονται εφεξής στο νέο καθεστώς, οι δε αρμοδιότητές τους ανακαθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
5. Οι Ειδικοί Γραμματείς του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας προσυπογράφουν τα έγγραφα που υπογράφονται από τον Υπουργό, τον Αναπληρωτή Υπουργό και τους Υφυπουργούς Εθνικής Οικονομίας, εφόσον τα έγγραφα αυτά αναφέρονται σε θέματα της αρμοδιότητάς τους, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού. Επιτρέπεται επίσης η σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις μεταβίβαση εξουσίας να υπογράφουν “με εντολή Υπουργού” αποφάσεις, έγγραφα και άλλες πράξεις, πράξεις που έχουν υπογραφεί μέχρι σήμερα “με εντολή Υπουργού” θεωρούνται ότι έχουν εκδοθεί νόμιμα.
Άρθρο 34
Στο καταστατικό της Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Β.Α ) Α.Ε. που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 1369/1973 (ΦΕΚ 72 Α`) και τροποποιήθηκε με το Ν. 49/1975 (ΦΕΚ 118 Α`), γίνονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Τη γενική διαχείριση και διοίκηση των υποθέσεων της Τράπεζας ασκεί το διοικητικό συμβούλιο που αποτελείται: α) από το διοικητή της Τράπεζας ως Πρόεδρο, β) από τους υποδιοικητές της γ) από έντεκα (11) συμβούλους από τους οποίους δυο (2) εκλέγουν οι εργαζόμενοι στην Τράπεζα με καθολική ψηφοφορία, Δικαίωμα “εκλέγειν” και “εκλέγεσθαι” έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην Τράπεζα κατά το χρόνο της διενέργειας των αρχαιρεσιών. Για τους δυο αυτούς συμβούλους δεν ισχύει η απαγόρευση του άρθρου 23 παράγρ. 5 περίπτωση β”.
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 23 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Η θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου που εκλέγει η γενική συνέλευση και των εκπροσώπων των εργαζομένων που συμμετέχουν σ` αυτό διαρκεί τρία (3) χρόνια. Ειδικά η πρώτη θητεία των εκπροσώπων των εργαζομένων λήγει συγχρόνως με τη θητεία του παρόντος διοικητικού συμβουλίου”.
3. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 23 προστίθεται το εξής εδάφιο:
“Σύμβουλος που απουσιάζει αδικαιολόγητα από τρείς (3) διαδοχικές συνεδριάσεις του συμβουλίου αντικαθίσταται προσωρινά με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου από άλλο πρόσωπο. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει όταν πρόκειται για τους εκπροσώπους των εργαζομένων”.
Άρθρο 35
1. Οι αμοιβές των διαιτητών, που επιλαμβάνονται της επίλυσης διαφορών που αναφέρονται στην ερμηνεία ή σε ενδεχόμενα κενά κλπ. των εγκριτικών πράξεων που εκδόθηκαν ή εκδίδονται με βάση τους διάφορους αναπτυξιακούς νόμους, δεν μπορούν να ξεπεράσουν συνολικά το ποσό των δραχ. 300.000 για όλους τους διαιτητές και τις 30.000 για το Γραμματέα.
2. Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας μπορεί στα πλαίσια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου να ζητήσει τον προσδιορισμό στο προσήκον μέτρο των αμοιβών των διαιτητών που δεν έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα από την αρμόδια Υπηρεσία, με προσφυγή στο αρμόδιο Δικαστήριο κατ` εφαρμογή των άρθρων 882 και 677 και επόμενα του Κώδ. Πολ. Δικονομίας.
Άρθρο 36
Νόμιμες πληρωμές δαπανών δημοσίων επενδύσεων παρελθόντων οικονομικών ειδών, για τις οποίες δεν είχαν εκδοθεί τα συμψηφιστικά χρηματικά εντάλματα στα οικονομικά έτη στα οποία ανάγονται, αποτελούν έξοδα Προϋπολογισμού Δημ. Επενδύσεων του οικονομικού έτους 1982.
Για την τακτοποίηση των δαπανών αυτών του Προϋπολογισμού Δημ. Επενδύσεων εξαιρετικά το οικονομικό έτος 1982 παρατείνεται μέχρι 31. 7.1983.
Άρθρο 37
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν.Δ 229/1973 “περί καθορισμού της εις χρυσόν περιεκτικότητος της δραχμής και της σχέσεως αυτής προς τα ξένα νομίσματα” προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο τρίτο:
“Με όμοιες πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να ορίζεται ότι προκειμένου για εκτέλεση εξαγωγικών συμβάσεων που έχουν συναφθεί πριν από τον καθορισμό της νέας ισοτιμίας, η αγορά του συναλλάγματος θα γίνεται με την νέα ισοτιμία άλλα η διαφορά μεταξύ νέας και παλαιάς ισοτιμίας θα καταβάλλεται συνολικά ή μερικά από τη μεσολαβούσα Τράπεζα στο Δημόσιο και προκειμένου για εκτέλεση αντιστοίχων συμβάσεων εισαγωγής βασικών ειδών διατροφής, η πώληση του αναγκαιούντος συναλλάγματος θα γίνεται με την παλαιά ισοτιμία”.
2. Η ισχύς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αρχίζει από την 9η Ιανουαρίου 1983.
3. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου οι ακόλουθες κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος:
ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ κατά Ν.Δ. 229/1973
της 11ης Ιανουαρίου 1983
Αριθμός 2
Κατόπιν της νέας ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα που καθορίσαμε με την κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξη μας 1/9.1.83
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Την εφαρμογή των παρακάτω, κατά περίπτωση, τιμών αγοραπωλησίας συναλλάγματος:
Α. ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ Θα εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση ανεξάρτητα από τον τρόπο διακανονισμού, οι νέες τιμές πώλησης του συναλλάγματος. Κατ’ εξαίρεση προκειμένου περί νωπών και κατεψυγμένων κρεάτων θα εφαρμόζεται η ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία διενεργείας του προσωρινού διακανονισμού εφόσον ο οριστικός διακανονισμός πραγματοποιηθεί μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1983.
Β. ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
1) Για φορτώσεις που πραγματοποιήθηκαν μέχρι και την 9 Ιανουαρίου 1983, η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τις νέες τιμές. Στον δικαιούχο θα καταβάλλεται το ποσό που θα αντιστοιχεί στις τιμές που ίσχυαν στις 7 Ιανουαρίου 1983.
2) Για φορτώσεις που θα πραγματοποιηθούν από τις 10 Ιανουαρίου 19823 και μετά η αγορά του συναλλάγματος θα γίνεται με τις νέες τιμές χωρίς καμία παρακράτηση. Κατ’ εξαίρεση για εξαγωγές γεωργικών προϊόντων θα εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παράγραφο Β/1, εφόσον τα προϊόντα αυτά πουλήθηκαν από τους παραγωγούς στους εξαγωγείς πριν από την παραπάνω ημερομηνία.
3) Στα εμβάσματα για πληρωμή προμήθειας αντιπροσώπων καθώς και για την πληρωμή ποσοτικών ή ποιοτικών διαφορών και που αναφέρονται σε εξαγωγές θα εφαρμόζονται οι νέες τιμές ανεξάρτητα από το χρόνο πραγματοποιήσεως της εξαγωγής.
Γ. ΝΑΥΛΟΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Εμβάσματα για την πληρωμή ναύλων θα γίνονται σε κάθε περίπτωση με τις νέες τιμές.
Δ. Κάθε διαφορά που θα προκύπτει κατά τ’ ανωτέρω περιέρχεται στο Δημόσιο ή βαρύνει αυτό ανάλογα με την περίπτωση.
Η πράξη αυτή θα κυρωθεί με νόμο. ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ κατά Ν.Δ. 229/1973 της 11ης Ιανουαρίου 1983
Αριθμός 3
Κατόπιν της νέας ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα που καθορίσαμε με την κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξη μας 1/9.1.83.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Ότι, προκειμένου περί εξαγωγής γεωργικών προϊόντων θα εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παράγραφο Β/1 της κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξης μας 2/11.1.83 και στην περίπτωση που έχουν κλεισθεί συμβόλαια πώλησης με οίκους του εξωτερικού πριν από την 10 Ιανουαρίου 1983 και θα εκτελεστούν μετά την ημερομηνία αυτή.
Η πράξη αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ κατά Ν.Δ. 229/1973 της 24ης Ιανουαρίου 1983
Αριθμός 4
Κατόπιν της νέας ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα που καθορίσαμε με την κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξη μας 1/9.1.1983.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Την εφαρμογή των παραπάνω κατά περίπτωση, τιμών αγοραπωλησίας συναλλάγματος:
ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Α`. Για φορτώσεις μέχρι 9 Ιανουαρίου 1983.
1) Βιομηχανικών και βιοτεχνικών προϊόντων. Η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τη νέα ισοτιμία. Από τη διαφορά που θα προκύπτει μεταξύ της τιμής που ίσχυσε την 7 Ιανουαρίου 1983 και αυτής με την οποία θα δραχμοποιείται το συνάλλαγμα θα παρακρατείται ποσοστό 60% το οποίο θα μεταφέρεται αυθημερόν στο οικείο κατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος, υπέρ του Δημοσίου.
2) Αγροτικών προϊόντων ορυκτών και μεταλλευμάτων καθώς και βιομηχανικώς επεξεργασμένων εγχώριων προϊόντων αγροτικής, κτηνοτροφικής, δασικής και αλιευτικής παραγωγής. Η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τις τιμές της 7 Ιανουαρίου 1983. Οι τιμές αυτές θα εφαρμόζονται και για άπαντα τα προϊόντα αλλοδαπής προελεύσεως. Β`. Για φορτώσεις μετά την 9 Ιανουαρίου 1983.
1) Αγροτικών προϊόντων μη βιομηχανικώς επεξεργασμένων εφόσον είχαν αγοραστεί από παραγωγούς ή οργανισμούς μέχρι την παραπάνω ημερομηνία. Η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τη νέα ισοτιμία. Από τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ της τιμής που ίσχυε την 7 Ιανουαρίου 1983 και αυτής με την οποία θα δραχμοποιείται το συνάλλαγμα θα παρακρατείται ποσοστό 60% το οποίο θα μεταφέρεται αυθημερόν στο οικείο κατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος υπέρ του Δημοσίου.
Εφόσον τα παραπάνω προϊόντα εξάγονται σε τρίτες χώρες σε εκτέλεση συμβάσεων που καταρτίστηκαν μέχρι τις 9 Ιανουαρίου 1983, η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τις τιμές της 7 Ιανουαρίου 1983.
2) Λοιπών προϊόντων γενικά. Η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τις νέες τιμές.
Γ`. Οι παραπάνω οδηγίες ισχύουν και για τις πράξεις συναλλάγματος που έγιναν από τις 10 Ιανουαρίου 1983 μέχρι σήμερα.
Δ. Κάθε παρακράτηση που θα γίνεται κατά τ` ανωτέρω θα περιέρχεται στο Δημόσιο.
Η Πράξη αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ κατά Ν.Δ. 229/1973 της 28ης Ιανουαρίου 1983
Αριθμός 5
Κατόπιν της νέας ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα που καθορίσαμε με την κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξη μας 1/9.1983 και της κατά Ν.Δ. 229/1979 Πράξης μας 4/24.1.1983.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1) Στην κατηγορία της παρακρατήσεως του 60% περιλαμβάνονται όλα τα βιομηχανικά και βιοτεχνικά προϊόντα ανεξάρτητα αν παράγονται από πρώτες ύλες εσωτερικού ή εξωτερικού πλην των αναφερομένων στην παρακάτω παράγραφο δυο (2).
2) Στην κατηγορία της παρακρατήσεως του 100% περιλαμβάνονται τα αγροτικά προϊόντα ορυκτά και μεταλλεύματα που δεν είναι βιομηχανικά επεξεργασμένα για τα οποία δεν χορηγούνται κατά κανόνα Πιστοποιητικά Εξαγωγικής Δραστηριότητας καθώς και τα ακόλουθα βιομηχανικά επεξεργασμένα εγχώρια προϊόντα της αγροτικής, κτηνοτροφικής, δασικής και αλιευτικής παραγωγής τα οποία είναι:
κονσερβοποιημένα φρούτα και λαχανικά
χυμοί φρούτων γενικά
τομάτες σε κουτιά και τοματοπολτός
γλυκά φρούτων – κομπόστες φρούτων – ελιές
κονσερβοποιημένα ψάρια και κρέατα
ποτά γενικά και κρασιά
άλευρα και σιμιγδάλια
σπόγγοι.
3) Στην παράγραφο Β/1 της κατά Ν.Δ. 229/1973 Πράξης μας 4/24.1.1983 περιλαμβάνονται μόνο τα καπνά, σταφίδα κορινθιακή και σουλτανίνα, σύκα, βαμβάκι, ελαιόλαδο εσπεριδοειδή, λεμόνια ανεξάρτητα χώρας εξαγωγής και σίτας για χώρες εκτός Ε.Ο.Κ.
Η Πράξη αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ κατά Ν.Δ 229/1973 της 17ης Φεβρουαρίου 1983 Αριθμός 6
Κατόπιν της νέας ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα που καθορίσαμε με την κατά Ν.Δ 229/1973 Πράξη μας 1/9 1.1983.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1) Για καπνά εσοδείας 1981 και παλαιοτέρων που έχουν συγκεντρωθεί από διαφόρους οργανισμούς ή Γεωργικούς Συνεταιρισμούς μέχρι την 9.1.1983 και εξάγονται μετά την ημερομηνία αυτή, κατά τη δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται παρακράτηση 60% όπως καθορίζεται στη παράγραφο Β/1 της υπ’ αριθ. 4/24.1.1984 Πράξης μας κατά Ν.Δ 229/1973.
2) Για εξαγωγές FACON που η φόρτωση του ετοίμου προϊόντος πραγματοποιήθηκε μέχρι την 9.1.1983 και το συνάλλαγμα εισάγεται μετά την ημερομηνία αυτή, κατά τη δραχμοποίηση του συναλλάγματος, θα παρακρατείται το 100% της διαφοράς μεταξύ της τιμής που ίσχυε την 7.1.1983 και αυτής που θα δραχμοποιηθεί το συνάλλαγμα.
3) Για εξαγωγές αλλοδαπών προϊόντων που η φόρτωσή τους έγινε μέχρι την 9.1.1983, αν κατά το διακανονισμό της εισαγωγής υπογράφτηκαν συναλλαγματικές που η λήξη τους είναι μετά την 9.1.1983, τότε κατά τη δραχμοποίηση της αξίας της εξαγωγής δεν θα γίνεται παρακράτηση.
4) Για εμβάσματα από το εξωτερικό που αφορούν καταβολή ασφαλιστικής αποζημιώσεως, η δραχμοποίηση του συναλλάγματος θα γίνεται με τις νέες τιμές. Σε περίπτωση όμως που η ασφαλιστική αποζημίωση αναφέρεται σε φορτώσεις εμπορευμάτων που πραγματοποιήθηκαν μέχρι την 9.1.1983 και που ο εξαγωγέας θα εισέπραττε την αξία του εμπορεύματος με τις τιμές που ίσχυαν πριν από την αναπροσαρμογή, το σχετικό έμβασμα θα δραχμοποιείται με την τρέχουσα τιμή συναλλάγματος, πλην όμως θα γίνεται η προβλεπόμενη παρακράτηση του 60% ή του 100% ανάλογα με την περίπτωση.
5) Για εξαγωγές εμπορευμάτων που πραγματοποιούνται από την 10.1.1983 και μετά σε εκτέλεση προεμβασμάτων που δραχμοποιήθηκαν από την 1.7.1982 μέχρι την 7.1.1983 θα καταβάλλεται στον εξαγωγέα ποσό διαφοράς που προκύπτει μεταξύ της τιμής του συναλλάγματος που ίσχυε την 7.1.1983 και αυτής που θα ίσχυε κατά την ημέρα της φόρτωσης του εμπορεύματος.
Τα παραπάνω έχουν εφαρμογή μόνο εφόσον η φόρτωση των σχετικών εμπορευμάτων θα γίνει το αργότερο μέχρι την 30.6.1983 και δεν αφορούν εξαγωγές EN CONSIGNATION.
6) Από το συνολικό σε δραχμές αντίτιμο που θα προκύπτει από την καθαρή αξία FOB του εμπορεύματος θα αφαιρούνται αθροιστικά τα ποσά των δραχμών του παρακρατήματος που αναφέρονται επάνω σε κάθε μια βεβαίωση αγοράς συναλλάγματος και το υπόλοιπο που προκύπτει θα αποτελεί την καθαρή αξία FOB σε δραχμές του Πιστοποιητικού Εξαγωγικής Δραστηριότητας.
7) Αν κατά τη δραχμοποίηση του συναλλάγματος έπρεπε μέρος των δραχμών να αποδοθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος και δεν αποδόθηκε, θα ζητείται από τη Μεσολαβούσα Τράπεζα η απόδοση του ποσού μέσα σε 15 ημέρες.
Η απόδοση θα επιβαρύνεται με τόκο προς ετήσιο επιτόκιο 15% από την ημερομηνία είσπραξης μέχρι την ημερομηνία απόδοσης του ποσού.
Για δραχμοποιήσεις συναλλάγματος που έγιναν μέχρι την 17 Φεβρουαρίου 1983 και η απόδοση της διαφοράς θα γίνει μέχρι την 4 Μαρτίου 1983 δεν θα εισπράττεται ο παραπάνω τόκος.
Αν ο εξαγωγέας μετά τη λήξη της προθεσμίας δεν προβεί στην απόδοση του οφειλόμενου ποσού πλέον των τόκων, τότε η Τράπεζα της Ελλάδος, με βάση το γράμμα της Μεσολαβούσας Τράπεζας ή άλλα στοιχεία που θα έχει, θα ζητά την είσπραξη του ποσού αυτού πλέον τόκων μέχρι της ημερομηνίας είσπραξης από το οικείο Δημόσιο Ταμείο. Η είσπραξη θα γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.
Β. Κάθε διαφορά που θα προκύπτει κατά τ’ ανωτέρω περιέρχεται στο Δημόσιο ή βαρύνει αυτό, ανάλογα με την περίπτωση.
Η πράξη αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Άρθρο 38
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο αυτόν.
Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.
Αθήνα, 23 Μαΐου 1983
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ