Νόμος 1368 ΦΕΚ Α΄89/8.7.1983
Κύρωση Διεθνούς Σύμβασης για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αντιπροσώπων .

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αντιπροσώπων που υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 14.12.1973. της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην Αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην Ελληνική έχει ως εξής :
ΣΥΜΒΑΣΗ
Για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων των στρεφομένων κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των Διπλωματικών Αντιπροσώπων
Τα μετέχοντα στην παρούσα Σύμβαση Κράτη Έχοντας υπόψη τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που αφορούν στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και στην προαγωγή των φιλικών σχέσεων και της συνεργασίας μεταξύ των Κρατών,
Θεωρώντας ότι τα εγκλήματα κατά των διπλωματικών αντιπροσώπων και των λοιπών διεθνώς προστατευόμενων προσώπων εκθέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των εν λόγω προσώπων δημιουργούν σοβαρή απειλή κατά της διατηρήσεως των ομαλών διεθνών σχέσεων που είναι απαραίτητες για τη συνεργασία μεταξύ των Κρατών.
Πεπεισμένα ότι η τέλεση τέτοιων εγκλημάτων είναι ζήτημα που ενδιαφέρει σοβαρά τη διεθνή κοινότητα,
Πεπεισμένα ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να υιοθετηθούν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα για την πρόληψη και τιμωρία τέτοιων εγκλημάτων,
Συμφώνησαν τα κατωτέρω:
Άρθρο 1
Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης:
1 Με τον όρο “διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο” νοείται :
α) Ο Αρχηγός Κράτους, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε συλλογικού σώματος εκτελούντος χρέη Αρχηγού Κράτους σύμφωνα με το Σύνταγμα του περί ού πρόκειται Κράτους, ο Πρωθυπουργός ή Υπουργός Εξωτερικών, όταν οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο βρίσκεται σε αλλοδαπό Κράτος, καθώς και τα μέλη της οικογενείας του που τον συνοδεύουν.
β) Οποιοσδήποτε αντιπρόσωπος ή αξιωματούχος ενός Κράτους ή οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος ενός διεθνούς οργανισμού διακρατικού χαρακτήρα ο οποίος όταν και στον τόπο όπου διαπράττεται έγκλημα εναντίον του, του υπηρεσιακού του γραφείου, του ιδιωτικού του καταλύματος ή του μεταφορικού του μέσου, δικαιούται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο ειδικής προστασίας από οποιαδήποτε επίθεση κατά του προσώπου του, της ελευθερίας ή υπολήψεώς του καθώς και των μελών της οικογενείας του που αποτελούν μέρος του οίκου του.
2 Με τον όρο “φερόμενος ως εγκληματίας” νοείται το πρόσωπο για το οποίο υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ώστε να προσδιορίζουν εκ πρώτης όψεως ότι διέπραξε ή μετέσχε σύ ένα ή περισσότερα από τα εγκλήματα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 2.
Άρθρο 2
1. Η εκ προθέσεως τέλεση:
α) φόνου, απαγωγής ή άλλης επίθεσης κατά του προσώπου ή της ελευθερίας διεθνώς προστατευομένου προσώπου.
β) βίαιης επίθεσης κατά της επίσημης εγκατάστασης (υπηρεσιακού γραφείου) του ιδιωτικού καταλύματος ή του μεταφορικού μέσου διεθνώς προστατευόμενου προσώπου η οποία πιθανώς θέτει σε κίνδυνο το πρόσωπο ή την ελευθερία του,
γ) απειλής διαπράξεως οποιασδήποτε τέτοιας επίθεσης,
δ) απόπειρας διαπράξεως οποιασδήποτε τέτοιας επίθεσης και
ε) πράξεως που αποτελεί συμμετοχή σε οποιαδήποτε τέτοια επίθεση θα καταστεί από κάθε Κράτος – Μέρος έγκλημα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.
2. Κάθε Κράτος – Μέρος οφείλει να καταστήσει τα εν λόγω εγκλήματα τιμωρητέα με κατάλληλες ποινές που λαμβάνουν υπόψη το σοβαρό τους χαρακτήρα.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου κατ’ ουδένα τρόπο θίγουν τις σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο υποχρεώσεις των Κρατών – Μερών να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προλήψεως άλλων προσβολών του προσώπου της ελευθερίας ή της αξιοπρέπειας διεθνώς προστατευόμενου προσώπου.
Άρθρο 3
1. Κάθε Κράτος – Μέρος θα λάβει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να καθιερωθεί η δικαιοδοσία αυτού στα εγκλήματα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 2 στις παρακάτω περιπτώσεις :
α) Όταν το έγκλημα διαπράττεται στο έδαφος του εν λόγω Κράτους ή σύ ένα πλοίο ή αεροπλάνο εγγεγραμμένο στο εν λόγω Κράτος.
β) Όταν ο φερόμενος ως εγκληματίας είναι υπήκοος του εν λόγω Κράτους
γ) Όταν το έγκλημα διαπράττεται κατά διεθνώς προστατευόμενου προσώπου όπως τούτο ορίζεται στο άρθρο 1 που απολαμβάνει του καθεστώτος αυτού ως τοιούτου δυνάμει των καθηκόντων που ασκεί για λογαριασμό του εν λόγω Κράτους.
2 Κάθε Κράτος – Μέρος θα λάβει ομοίως τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να καθιερωθεί η δικαιοδοσία αυτού επί των εγκλημάτων τούτων στις περιπτώσεις που ο φερόμενος ως εγκληματίας βρίσκεται στο έδαφος αυτού και τούτο δεν τον εκδίδει σύμφωνα με το άρθρο 8 σε οποιοδήποτε από τα Κράτη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.
3. Η Σύμβαση αυτή δεν αποκλείει οποιαδήποτε ποινική δικαιοδοσία ασκούμενη σύμφωνα με το Εσωτερικό Δίκαιο.
Άρθρο 4
Τα κράτη – Μέρη θα συνεργάζονται για την πρόληψη των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρο 2, ειδικότερα για:
α) τη λήψη όλων των πρακτικώς δυνατών μέτρων προλήψεως της προπαρασκευής εντός των αντίστοιχων εδαφών τους για τη διάπραξη των εγκλημάτων αυτών εντός η εκτός των εδαφών τους.
β) την ανταλλαγή πληροφοριών και συντονισμού της λήψεως διοικητικών και λοιπών μέτρων σαν κατάλληλων για την πρόληψη της διαπράξεως των εγκλημάτων τούτων.
Άρθρο 5
1. Το Κράτος – Μέρος στο οποίο οποιοδήποτε των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρο 2 διαπράχτηκε εάν έχει λόγους να πιστεύει ότι ο φερόμενος ως εγκληματίας διέφυγε της περιοχής αυτού, θα γνωστοποιεί σε όλα τα λοιπά ενδιαφερόμενα Κράτη απευθείας ή μέσω του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, όλα τα επί τούτω πραγματικά περιστατικά τα αφορώντα στο διαπραχθέν έγκλημα και κάθε διαθέσιμη πληροφορία αφορώσα στην ταυτότητα του φερωμένου ως εγκληματία.
2. Όταν οποιοδήποτε των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρο 2 διαπραχθέν εναντίον διεθνώς προστευόμενου προσώπου κάθε Κράτος – Μέρος που έχει πληροφορίες που αφορούν στο θύμα και τις συνθήκες του εγκλήματος θα προσπαθεί να διαβιβάζει αυτές σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από το Εσωτερικό Δίκαιο, πλήρως και εμπροθέσμως το Κράτος – Μέρος για λογαριασμό του οποίου ασκούσε τούτο τα καθήκοντά του.
Άρθρο 6
1. Βεβαιωθέν ότι οι περιστάσεις το εγγυώνται, το Κράτος – Μέρος στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας θα λαμβάνει τα κατάλληλα κατά το εσωτερικό του Δίκαιο μέτρα ώστε να εξασφαλίζει την παρουσία του για το σκοπό της ποινικής διώξεως ή εκδόσεώς του. Τα μέτρα αυτά θα γνωστοποιούνται αμελλητί απευθείας ή μέσω του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών:
α) στο Κράτος στο οποίο διαπράχτηκε το έγκλημα,
β) στο Κράτος η στα Κράτη των οποίων ο φερόμενος ως εγκληματίας είναι υπήκοος ή εάν είναι άπατρις, στην επικράτεια των οποίων διαμένει μόνιμα,
γ) στο Κράτος ή στα Κράτη των οποίων το διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο αυτό είναι υπήκοος ή για λογαριασμό του οποίου ασκούσε τούτο τα καθήκοντά του,
δ) σε κάθε άλλο ενδιαφερόμενο Κράτος, και
ε) στο διεθνή οργανισμό του οποίου το διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο αυτό είναι αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος.
2. Κάθε πρόσωπο για το οποίο λαμβάνονται τα μέτρα που αναφέρονται στη παράγρ. 1 του άρθρου αυτού θα δικαιούται:
α) να επικοινωνεί αμέσως με τον πλησιέστερο αρμόδιο αντιπρόσωπο του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος ή το οποίο άλλως δικαιούται να προασπίζει τα δικαιώματά του ή εάν είναι άπατρις το οποίο επιθυμεί και το οποίο είναι πρόθυμο να προασπίση τα δικαιώματά του, και
β) να το επισκέπτεται ο αντιπρόσωπος του Κράτους αυτού.
Άρθρο 7
Το Κράτος – Μέρος στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας, εάν δεν το εκδώσει θα υποβάλει χωρίς καμιά εξαίρεση και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές αυτού προς το σκοπό της διώξεώς του σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους τούτου.
Άρθρο 8
1. Στο μέτρο που τα εγκλήματα τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 2 δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των αδικημάτων για τα οποία είναι δυνατή η έκδοση σε οποιαδήποτε συνθήκη περί εκδόσεως υφιστάμενη μεταξύ των Κρατών – Μερών θα θεωρούνται ότι συμπεριλαμβάνονται σύ αυτήν ως τοιαύτα. Τα Κράτη – Μέρη αναλαμβάνουν να συμπεριλάβουν τα εγκλήματα αυτά στα αδικήματα εκείνα για τα οποία η έκδοση είναι δυνατή σε κάθε μελλοντική συνθήκη περί εκδόσεως που θα συναφθεί μεταξύ τους.
2. Εάν ένα Κράτος – Μέρος που εξαρτά την έκδοση εκ της ύπαρξης συνθήκης λάβει αίτηση έκδοσης από κάποιο άλλο Κράτος – Μέρος μετά του οποίου δεν έχει συνθήκη περί εκδόσεως μπορεί, εάν αποφασίσει την έκδοση, να θεωρήσει την παρούσα Σύμβαση σαν τη νόμιμη βάση για την έκδοση εν σχέσει προς τα εγκλήματα αυτά. Η έκδοση θα υπόκειται στις δικονομικές διατάξεις και λοιπές προϋποθέσεις του νόμου του Κράτους από το οποίο ζητήθηκε η έκδοση.
3. Κράτη – Μέρη που δεν εξαρτούν την έκδοση από την ύπαρξη συνθήκης θα αναγνωρίζουν τα εγκλήματα αυτά σαν αδικήματα για τα οποία η έκδοση είναι δυνατή μεταξύ των, επιφυλασσομένων των δικονομικών διατάξεων και λοιπών προϋποθέσεων του νόμου του Κράτους από το οποίο αιτείται η έκδοση.
4. Κάθε ένα έγκλημα θα θεωρείται για το σκοπό της έκδοσης μεταξύ των Κρατών – Μερών σαν να είχε διαπραχθεί όχι μόνο στον τόπο όπου έλαβε χώρα αλλά και στο έδαφος των Κρατών από τα οποία αιτείται η καθιέρωση της δικαιοδοσίας τους σύμφωνα προς την παράγραφο 1 του άρθρου 3. Άρθρο 9
Σε κάθε πρόσωπο διωκόμενο για οποιοδήποτε έγκλημα απ’ αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 2 θα παρέχεται η εγγύηση δίκαιης μεταχείρισής του σε όλα τα στάδια της δίκης.
Άρθρο 10
1. Τα Κράτη – Μέρη Θα παρέχουν το ένα στο άλλο τη μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια σε σχέση προς ποινική δίωξη εγειρόμενη για τα στο άρθρο 2 διαλαμβανόμενα εγκλήματα συμπεριλαμβανομένης της παροχής όλων των στη διάθεσή τους απαραίτητων για τη δίωξη αποδείξεων.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν θα θίγουν τις υποχρεώσεις που αφορούν στην αμοιβαία δικαστική αγωγή, τις περιεχόμενες σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη.
Άρθρο 11
Το Κράτος – Μέρος στο οποίο διώκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας οφείλει να ανακοινώνει την οριστική έκβαση της δίκης στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, που υποχρεούται να διαβιβάζει τις πληροφορίες στα λοιπά Κράτη – Μέρη.
Άρθρο 12
Οι διατάξεις της Σύμβασης αυτής δεν θα θίγουν την εφαρμογή των περί Ασύλου Συνθηκών, σε ισχύ κατά την ημερομηνία της συνάψεως της παρούσας Σύμβασης, μεταξύ των Κρατών των μετεχόντων στις εν λόγω Συνθήκες αλλά εν Κράτος – Μέρος στην παρούσα Σύμβαση δεν μπορεί να επικαλεσθεί τις εν λόγω Συνθήκες εν σχέσει με άλλο Κράτος – Μέρος στην παρούσα Σύμβαση το οποίο δεν μετέχει στις εν λόγω Συνθήκες.
Άρθρο 13
1. Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο η περισσότερων Κρατών – Μερών αφορώσα στην ερμηνεία η εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης που δεν διευθετείται με διαπραγματεύσεις θα παραπέμπεται στη διαιτησία, μετά από αίτηση ενός από αυτά. Εάν μέσα σε έξη μήνες από την ημερομηνία της αίτησης για διαιτησία τα Μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν εκ της οργανώσεως της διαιτησίας, οποιοδήποτε από αυτά μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο με αίτηση υποβαλλόμενη σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δικαστηρίου.
2. Κάθε Κράτος – Μέρος μπορεί κατά την υπογραφή ή κύρωση της παρούσας Σύμβασης η κατά την προσχώρηση σύ αυτή να δηλώσει ότι δεν θεωρεί τον εαυτό του δεσμευόμενο από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Τα λοιπά Κράτη – Μέρη δεν θα δεσμεύονται από τη παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιοδήποτε μετέχον της Συμβάσεως Κράτος που διατύπωσε τέτοια επιφύλαξη.
3. Οποιαδήποτε Κράτος – Μέρος που διατύπωσε επιφύλαξη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μπορεί οποτεδήποτε να άρει την επιφύλαξη με γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 14
Η παρούσα Σύμβαση θα είναι ανοικτή για υπογραφή απ’ όλα τα Κράτη – Μέρη μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1974 στη Νέα Υόρκη, έδρα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 15
Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε κύρωση. Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 16
Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει ανοικτή για την προσχώρηση οποιουδήποτε Κράτους. Τα έγγραφα προσχώρησης θα κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 17
1. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών του εικοστού δευτέρου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.
2. Για κάθε Κράτος που κυρώνει ή προσχωρεί στη Σύμβαση μετά την κατάθεση του εικοστού δευτέρου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης, η Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την κατάθεση από το Κράτος αυτό του ίδιου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.
Άρθρο 18
1 Οποιοδήποτε Κράτος – Μέρος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με έγγραφη γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
2. Η καταγγελία καθίσταται ισχυρή έξι μήνες από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 19
Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών ενημερώνει όλα τα Κράτη, μεταξύ άλλων:
α) περί της υπογραφής της παρούσας Σύμβασης για την κατάθεση των εγγράφων επικύρωσης ή προσχώρησης σύμφωνα με τα άρθρα 14, 15 και 16 και περί των γνωστοποιήσεων κατά το άρθρο 18.
β) Για την ημερομηνία που η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 17.
Άρθρο 20
Το πρωτότυπο της παρούσας Σύμβασης της οποίας το Κινέζικο, Αγγλικό, Γαλλικό, Ρώσσικο και Ισπανικό κείμενο είναι εξίσου αυθεντικά θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ο οποίος θα αποστείλει κυρωμένα αντίγραφα τούτου σε όλα τα Κράτη.
Σε ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ οι υπογεγραμμένοι έχοντας δεόντως εξουσιοδοτηθεί από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους υπόγραψαν την παρούσα Σύμβαση που ανοίχτηκε για υπογραφή στη Νέα Υόρκη στις 14 Δεκεμβρίου 1973.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 05 Ιουλίου 1983

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ