Νόμος 1380 ΦΕΚ Α΄101/27.7.1983
Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων που αφορούν την ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης .

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο 1
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Ν.Δ 400/1970 (ΦΕΚ Α ` 10) αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Ανάκληση της αδείας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης επιτρέπεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το Νομοθετικό αυτό Διάταγμα, και στις περιπτώσεις καταδίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 43 έως 50. Ειδικά για τις παραβάσεις που προβλέπονται από το άρθρο 44, είναι δυνατό να ανακαλείται η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης και χωρίς να ασκηθεί ποινική δίωξη, αν απειλούνται τα συμφέροντα των ασφαλισμένων ή η δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη”.

2. Στο άρθρο 3 του Ν.Δ. 400/1970 προστίθεται παράγραφος 5 που έχει ως εξής: “5. Δεκαέξι ημέρες μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης θεωρούνται αυτοδίκαια λυμένες όλες οι ασφαλιστικές συμβάσεις της, εκτός από αυτές του κλάδου ζωής. Τα μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα επιστρέφονται με εξαίρεση τις νόμιμες προμήθειες για κάθε κλάδο”.

Άρθρο 2
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

Άρθρο 3
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

1. Οποιοδήποτε μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ελληνικής ασφαλιστικής επιχείρησης ή νόμιμος εκπρόσωπος ασφαλιστικής επιχείρησης που λειτουργεί στην Ελλάδα με οποιαδήποτε μορφή, ευθύνεται έναντι της εταιρείας, κατά τη διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων για κάθε πταίσμα του, εκτός εάν αποδείξει ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατέβαλε κάθε επιμέλεια.
Η απαλλαγή από την ευθύνη ή η έγκριση από τη γενική συνέλευση πράξεων ή παραλείψεων δεν αποκλείει την ευθύνη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

2. Οι ελεγκτές ασφαλιστικής επιχείρησης οφείλουν να ασκούν το έργο τους με κάθε επιμέλεια και ευθύνονται απέναντι στην εταιρεία και στους τρίτους για τις ζημιές που προκλήθηκαν από τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους. Ευθύνονται ιδίως για τις ζημιές των διευθυνόντων την ασφαλιστική επιχείρηση σε σχέση με τη διοίκηση και τη διαχείρισή της, αν τις γνώριζαν και δεν τις αποκάλυψαν στην έκθεση που περιέχει το πόρισμα του ελέγχου τους.

3. Αν ασφαλιστική επιχείρηση κηρυχτεί σε κατάσταση πτώχευσης και εμφανίζει έλλειμα ενεργητικού, οι διευθύνοντες ευθύνονται για την κάλυψη του ελλείματος εκτός αν αποδείξουν ότι άσκησαν το έργο τους με κάθε επιμέλεια. Αν οι υπόχρεοι είναι πολλοί εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 926 και 927 του Αστικού Κώδικα. Ως διευθύνοντες, σύμφωνα με την έννοια αυτού του άρθρου, θεωρούνται όσοι, με οποιοδήποτε τρόπο, ανεξάρτητα αν ήσαν αμειβόμενοι ή όχι, ασκούσαν, νόμιμα ή στην πράξη φανερά ή κρυφά διοίκηση ή διαχείριση των υποθέσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης.

4. Το αρμόδιο δικαστήριο της πτώχευσης, αυτεπαγγέλτως ή με πρόταση του εισηγητή ή μετά από αίτηση του συνδίκου, αποφασίζει για την ευθύνη σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο και υποχρεώνει τον κάθε υπεύθυνο να πληρώσει το ποσό για το οποίο ευθύνεται. Κατά των υποχρέων απαγγέλλεται προσωπική κράτηση.

Άρθρο 4
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

1. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ελάχιστο καταβαλλόμενο εξ ολοκλήρου, κατά τη σύσταση κάθε ελληνικής ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας, μετοχικό κεφάλαιο, όπως προβλέπει το άρθρο 17 παρ. 1 του Ν.Δ. 400/1970 αποτελείται:
α) Από 25.000.000 δρχ. εφόσον θέλει ν’ ασκήσει έναν ή περισσότερους κλάδους ασφάλισης, εκτός από τους κλάδους ζωής, κεφαλαιοποίησης, πίστης, πλοίων και αεροσκαφών.
β) Από 60.000.000 δρχ. εφόσον θέλει να ασκήσει μόνο τον κλάδο ζωής και κεφαλαιοποίησης.
γ) Από 50.000.000 δρχ. εφόσον θέλει να ασκήσει μόνο τον κλάδο πλοίων και αεροσκαφών.
δ) Από 35.000.000 δρχ. εφόσον θέλει να ασκήσει μόνο τον κλάδο πίστης.

2. Ειδικότερα για τις εταιρείες που ασκούν τον κλάδο αυτοκινήτων και γενικής αστικής ευθύνης το μετοχικό τους κεφάλαιο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 30.000.000 δρχ.

3. Αν η εταιρεία θέλει να ασκήσει περισσότερους από έναν από τους πιο πάνω κλάδους ασφάλισης το μετοχικό της κεφάλαιο θα αποτελείται τουλάχιστο από το μεγαλύτερο κεφάλαιο που προβλέπεται για κάθε κατηγορία σύμφωνα με τις πιο πάνω παραγράφους αυξημένο κατά 10.000.000 δρχ.

4. Για τις αλλοδαπές ασφαλιστικές εταιρείες, εκτός από αυτές που έχουν την έδρα τους σε κράτος μέλος της ΕΟΚ, που θα εγκατασταθούν στην Ελλάδα μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, η εγγύησή τους, όπως προβλέπεται από το άρθρο 21 του Ν.Δ. 400/1970 πρέπει να είναι ίση τουλάχιστον προς το 1/2 του ποσού, που προβλέπεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 αυτού του άρθρου, ανάλογα με τους κλάδους ασφάλισης που ασκούν.

5. Η εγγύηση, που προβλέπει το άρθρο 24 παρ. 2 του Ν.Δ. 400/1970 για τους αναγνωρισμένους στην Ελλάδα αντιπροσώπους μεσιτών Λόϋδς Λονδίνου, πρέπει να είναι 1.500.000 δρχ.

6. Οι ελληνικές ανώνυμες ασφαλιστικές εταιρείες, που λειτουργούν ήδη, είναι υποχρεωμένες έως τις 30.6.1985 να αυξήσουν το μετοχικό τους κεφάλαιο μέχρι τα κατώτατα όρια που προβλέπονται από τις παραγράφους 1, 2, και 3 αυτού του άρθρου, για κάθε κατηγορία κλάδου ασφάλισης, διαφορετικά ανακαλείται η άδεια λειτουργίας τους. Μέσα στην ίδια προθεσμία. οι αλλοδαπές ασφαλιστικές εταιρείες που λειτουργούν ήδη είναι υποχρεωμένες να αυξήσουν την εγγύησή τους, όπως ορίζει η παρ. 4 αυτού του άρθρου.

Άρθρο 5
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, μπορούν να αυξάνονται τα ελάχιστα όρια των κεφαλαίων και των εγγυήσεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που προβλέπονται στο άρθρο 4 του νόμου αυτού.

Άρθρο 6
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2016 με την παρ. 2 εδάφιο β του άρθρου 278 του Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016)

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 54 του Ν.Δ. 400/1970, όπως έχει αντικατασταθεί με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του Ν. 1256/1982, τροποποιείται ως εξής:
“2. Κατεξαίρεση επιτρέπεται στους υπαλλήλους της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΑΤΕ) να μεσολαβούν μόνο για ασφαλίσεις που συνάπτει η ανώνυμος ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία “Αγροτική Ασφαλιστική ΑΕΕΓΑ”. Επίσης κατεξαίρεση, υπάλληλοι εμπορικών τραπεζών του δημόσιου τομέα που ορίζεται στο άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982, μπορούν να πρακτορεύουν ασφαλιστικές εταιρείες που υπάγονται και ελέγχονται απ’ αυτές, σε πόλεις που βρίσκονται έξω από την περιοχή της πρώην Διοίκησης και της Θεσσαλονίκης με πληθυσμό κάτω των 10.000 κατοίκων και μόνο για ασφαλίσεις φυσικών ή νομικών προσώπων, που κατοικούν ή έχουν την έδρα τους στις πόλεις αυτές. Οι προμήθειες που προκύπτουν από τις ασφαλίσεις αυτές περιέρχονται σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 14 του άρθρου 13 του Ν. 1256/1982″.

2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 54 του Ν.Δ. 400/1970 καταργείται.

3. Στο άρθρο 54 του Ν.Δ. 400/1970, όπως έχει αντικατασταθεί και συμπληρωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1256/1982, προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής:
“3. Κατεξαίρεση επίσης επιτρέπεται στους γεωργικούς συνεταιρισμούς να μεσολαβούν για αγροτικές ασφαλιστικές εργασίες και ειδικά προγράμματα, εκτός από την ασφάλιση αστικής ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων, μόνο για τις ασφαλίσεις που γίνονται από την ανώνυμο ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “Αγροτική Ασφαλιστική ΑΕΕΓΑ”.

Άρθρο 7
Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 6 του Α.Ν. 1998/1939 “Περί σημάτων” όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 164/1975 τροποποιούνται ως ακολούθως:
“3. Το δευτεροβάθμιο Διοικητικό Δικαστήριο Σημάτων περιλαμβάνει τέσσερα τμήματα. Το καθένα από αυτά απαρτίζεται από έναν εφέτη του Εφετείου Αθηνών, έναν πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή ή επίκουρο καθηγητή του Εμπορικού ή Αστικού Δικαίου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος και ένα βιομήχανο, ως μέλη. Στο Δικαστήριο προεδρεύει ο αρχαιότερος στο βαθμό του εφέτης ή πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 2 του Ν. 1934/1991 (Α` 31), και με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ν. 1406/1983, αντικαταστάθηκε πάλιμε το άρθρο 53 του Ν. 1961/1991 (Α` 132).
“4. Τα μέλη των τμημάτων της Διοικητικής Επιτροπής και του Δευτεροβάθμιου Διοικητικού Δικαστηρίου Σημάτων διορίζονται με ισάριθμα αναπληρωματικά, με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, που εκδίδεται το μήνα Σεπτέμβριο κάθε δεύτερου έτους, ύστερα από πρόταση που υποβάλλεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για τα μέλη που έχουν την ιδιότητα του παρέδρου ή του νομικού συμβούλου του Κράτους, του προϊσταμένου του δικαστηρίου στο οποίο υπηρετούν τα μέλη που έχουν δικαστική ιδιότητα, του αρμόδιου οργάνου του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος για τα μέλη που έχουν την ιδιότητα του καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή ή επίκουρου καθηγητή, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Αθήνας και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Πειραιά για τους βιομηχάνους. Αναπληρωτές του διευθυντή ή του τμηματάρχη της Δ/νσης Εμπορικής και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας του Υπουργείου Εμπορίου στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων ορίζονται ανώτεροι υπάλληλοι της ίδιας Δ/νσης.
5. Τα με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου διορισθέντα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη, οι γραμματείς και οι βοηθοί γραμματέων, των μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού λειτουργούντων τμημάτων, τόσο της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, όσο και του Δευτεροβάθμιου Διοικητικού Δικαστηρίου Σημάτων δικαιούνται για όλες τις πραγματοποιηθείσες από 1-11-89 και εφεξής συνεδριάσεις την οφειλόμενη και μη καταβληθείσα αποζημίωση, η οποία, για μεν τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων προβλέπεται από το ν. 1505/1984, για δε του Δευτεροβάθμιου Διοικητικού Δικαστηρίου Σημάτων θα καθορισθεί από κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου, που θα εκδοθεί με βάση το ν. 3205/1955, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 164/1975”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 2 του Ν. 1934/1991 (Α` 31), με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ν. 1406/1983 (σύμφωνα με την παρ. 2).

Άρθρο 8
Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις: 1. Των άρθρων 1, 2, 3 και 4 του Ν. 761/1978 (ΦΕΚ Α’ 42). 2. Του Π.Δ. 198/1980 (ΦΕΚ Α’ 54).

Άρθρο 9
Ο Νόμος αυτός θα ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 26 Ιουλίου 1983

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ