Νόμος 1424 ΦΕΚ Α΄29/14.3.1984
Για την επικύρωση της 111 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας “για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:
Άρθρο πρώτο
Επικυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η 111 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας “για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα» που ψηφίστηκε στη Γενεύη από την 42η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, στις 4 Ιουνίου 1958, της οποίας το κείμενο στο γαλλικό πρωτότυπο και στην ελληνική του μετάφραση είναι το ακόλουθο:
ΣΥΜΒΑΣΗ 111
Για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα,
Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας που συγκλήθηκε στη Γενεύη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, κατά την 42η Σύνοδό της, στις 4 Ιουνίου 1958.
Αφού αποφάσισε την αποδοχή ορισμένων προτάσεων σχετικά με τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα, ζήτημα, που αποτελεί το 4ο θέμα της ημερήσιας διάταξης της συνόδου.
Αφού αποφάσισε οι προτάσεις αυτές να έχουν τη μορφή Διεθνούς Συμβάσεως.
Αφού έλαβε υπόψη ότι η διακήρυξη της Φιλαδέλφειας διασφαλίζει ότι όλα τα άτομα, ανεξάρτητα από τη φυλή, το θρήσκευμα και το φύλο έχουν το δικαίωμα να επιδιώκουν την υλική τους πρόοδο και την πνευματική τους ανάπτυξη με ελευθερία, αξιοπρέπεια, οικονομική ασφάλεια και με ίσες ευκαιρίες επιτυχίας.
Αφού έκρινε ακόμη ότι η διάκριση αποτελεί παραβίαση των δικαιωμάτων, που περιλαμβάνονται στην Παγκόσμια Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Αποδέχεται, σήμερα 25 Ιουνίου 1958, την ακόλουθη σύμβαση που θα αποκαλείται Σύμβαση για τη Διάκριση (απασχόληση και επάγγελμα) 1958.
Άρθρο 1
1. Στη σύμβαση αυτή, ο όρος “διάκριση” περιλαμβάνει:
α) Κάθε διάκριση, αποκλεισμό ή προτίμηση που βασίζεται στη φυλή, στο χρώμα, στο φύλο, στο θρήσκευμα, στα πολιτικά φρονήματα, στην εθνική καταγωγή και την κοινωνική προέλευση, που έχει σαν αποτέλεσμα την κατάργηση ή τη διαφοροποίηση της ισότητας των ευκαιριών και της μεταχείρισης που αφορά την απασχόληση ή το επάγγελμα.
β) Κάθε άλλη διάκριση, αποκλεισμό ή προτίμηση, που έχει σαν αποτέλεσμα την κατάργηση ή τη διαφοροποίηση της ισότητας ευκαιριών και της μεταχείρισης στην απασχόληση ή στο επάγγελμα, όπως μπορεί να προσδιορισθούν από το ενδιαφερόμενο Μέλος, μετά από γνώμη των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων, εφόσον υπάρχουν, ή άλλων αρμόδιων Οργανισμών.
2. Οι διακρίσεις, αποκλεισμοί ή προτιμήσεις που βασίζονται στα απαιτούμενα προσόντα για μια καθορισμένη απασχόληση δεν θεωρούνται διακρίσεις.
3. Στη σύμβαση αυτή, οι όροι “απασχόληση” και “επάγγελμα” περιλαμβάνουν την είσοδο στην επαγγελματική εκπαίδευση, στην απασχόληση και στα διάφορα επαγγέλματα, καθώς και τους όρους απασχόλησης.
Άρθρο 2.
Κάθε μέλος για το οποίο ισχύει η σύμβαση αυτή, είναι υποχρεωμένο με μεθόδους προσαρμοσμένες στις περιστάσεις και τις εθνικές συνήθειες, να διατυπώσει και να εφαρμόσει εθνική πολιτική που ν` αποβλέπει στην προαγωγή της ισότητας ευκαιριών και μεταχειρίσεως σχετικά με την απασχόληση και το επάγγελμα, με σκοπό την εξάλειψη κάθε διάκρισης στο αντικείμενο αυτό.
Άρθρο 3.
Κάθε μέλος, για το οποίο ισχύει η σύμβαση αυτή, είναι υποχρεωμένο με μεθόδους προσαρμοσμένες στις περιστάσεις και τις εθνικές συνήθειες: α) Να επιδιώκει τη συνεργασία των οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων και άλλων αρμόδιων οργανισμών, με σκοπό την αποδοχή και την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
β) Να εκδίδει νόμους και να προωθεί εκπαιδευτικά προγράμματα κατάλληλα για την εξασφάλιση της αποδοχής και εφαρμογής της πολιτικής αυτής.
γ) Να καταργεί και να τροποποιεί κάθε νομοθετική και διοικητική διάταξη ή πρακτική που είναι ασυμβίβαστη με την πολιτική αυτή.
δ) Να ακολουθεί την πολιτική αυτή και στις απασχολήσεις που υπάγονται στον άμεσο έλεγχο μιας κρατικής αρχής.
ε) Να εξασφαλίζει την εφαρμογή της πολιτικής αυτής στις δραστηριότητες των υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού, επαγγελματικής εκπαίδευσης και τοποθέτησης που ελέγχονται από κρατική αρχή.
στ) Να αναφέρει στις ετήσιες εκθέσεις του, για την εφαρμογή αυτής της σύμβασης, τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με την πολιτική αυτή, καθώς και τα αποτελέσματά της.
Άρθρο 4.
Δεν θεωρούνται διακρίσεις μέτρα κατά ατόμου για το οποίο υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι επιδίδεται ή έχει αποδειχθεί ότι ασκεί πράγματι δραστηριότητες επιζήμιες για την ασφάλεια του Κράτους, με την προϋπόθεση ότι το άτομο αυτό έχει το δικαίωμα προσφυγής στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την εθνική πρακτική.
Άρθρο 5.
1. Ειδικά μέτρα προστασίας ή βοήθειας που προβλέπονται από άλλες συμβάσεις ή συστάσεις της Διεθνούς Συνδιασκέψεως Εργασίας δεν θεωρούνται διακρίσεις.
2. Κάθε μέλος μπορεί, μετά από γνώμη των αντιπροσωπευτικών % νώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων, όπου υπάρχουν, να μη θεωρεί διακρίσεις άλλα ειδικά μέτρα που λαμβάνουν υπόψη ιδιαίτερες ανάγκες προσώπων για τα οποία αναγνωρίζεται κατά τρόπο γενικό ότι είναι αναγκαία κάποια προστασία ή ειδική βοήθεια, για λόγους όπως το φύλο, η ηλικία, η αναπηρία, τα οικογενειακά βάρη και το κοινωνικό ή μορφωτικό επίπεδο.
Άρθρο 6.
Κάθε μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση είναι υποχρεωμένο να την εφαρμόζει στα μη μητροπολιτικά εδάφη, σύμφωνα με τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας.
Άρθρο 7.
Οι επίσημες επικυρώσεις αυτής της σύμβασης ανακοινώνονται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και καταχωρίζονται απ` αυτόν.
Άρθρο 8.
1. Η σύμβαση αυτή δεσμεύει εκείνα μόνο τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, των οποίων οι επικυρώσεις έχουν καταχωρισθεί από το Γενικό Διευθυντή.
2. Η σύμβαση θα αρχίζει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά από την καταχώριση, από το Γενικό Διευθυντή, των επικυρώσεων δύο Μελών.
3. Στη συνέχεια, η σύμβαση αυτή θα αρχίζει να ισχύει για κάθε Μέλος, δώδεκα μήνες μετά από την καταχώριση της επικύρωσής του.
Άρθρο 9.
1. Κάθε μέλος που έχει επικυρώσει αυτή τη σύμβαση θα μπορεί να την καταγγείλει, μετά τη λήξη περιόδου δέκα ετών από την έναρξη της ισχύος της, με πράξη που κοινοποιείται στο Γενικό Δ/ντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και καταχωρίζεται από αυτόν. Η καταγγελία θα ισχύει μετά από ένα έτος από την ημέρα που έγινε η καταχώρισή της.
2. Κάθε μέλος που έχει επικυρώσει αυτή τη σύμβαση και που δεν ασκεί το δικαίωμα της καταγγελίας που προβλέπεται από αυτό το άρθρο, μέσα σ ` ένα έτος από τη λήξη της περιόδου των δέκα ετών, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, δεσμεύεται για μια νέα δεκαετία, θα μπορεί δε να καταγγείλει αυτή τη σύμβαση στη λήξη καθεμιάς από τις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με τους όρους αυτού του άρθρου.
Άρθρο 10.
1. Ο Γεν. Δ/ντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί σε όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας την καταχώριση όλων των επικυρώσεων και των καταγγελιών που του κοινοποιούντα από τα Μέλη της Οργάνωσης.
2. Γνωστοποιώντας στα Μέλη της Οργάνωσης την καταχώριση της δεύτερης από τις επικυρώσεις που θα του έχουν κοινοποιηθεί, ο Γενικός Διευθυντής επισημαίνει στα μέλη της Οργάνωσης την ημερομηνία από την οποία η σύμβαση αυτή αρχίζει να ισχύει.
Άρθρο 11
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας ανακοινώνει στο Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με σκοπό την καταχώρισή τους, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όλες τις πληροφορίες για τις επικυρώσεις και πράξεις καταγγελίας που έχουν καταχωρίσει, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων.
Άρθρο 12.
Κάθε φορά που το κρίνει αναγκαίο το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας υποβάλλει στη Γενική Συνδιάσκεψη έκθεση σχετική με την εφαρμογή αυτής της σύμβασης και εξετάζει αν υπάρχει περίπτωση εγγραφής, στην ημερήσια διάταξη της Συνδιασκέψεως, θέματος ολικής ή μερικής αναθεώρησής της.
Άρθρο 13.
1. Σε περίπτωση που η Συνδιάσκεψη υιοθετήσει νέα σύμβαση που θα αναθεωρεί ολικά ή μερικά αυτή τη σύμβαση και εφ` όσον δεν θα ορίζεται διαφορετικά από τη νέα σύμβαση: α) Η επικύρωση, από ένα Μέλος, της νέας αναθεωρητικής σύμβασης επιφέρει αυτοδίκαια, παρά τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου 9, την άμεση καταγγελία αυτής, εφ` όσον έχει τεθεί σε ισχύ η νέα αναθεωρητική σύμβαση.
β) Δεν μπορεί να επικυρωθεί από τα μέλη η σύμβαση αυτή από την ημέρα που θα ισχύσει η νέα αναθεωρητική σύμβαση.
2. Αυτή η σύμβαση ισχύει με τη σημερινή της μορφή και περιεχόμενο για τα Μέλη εκείνα που την έχουν επικυρώσει, αλλά δεν έχουν επικυρώσει την αναθεωρημένη σύμβαση.
Άρθρο 14
Το γαλλικό και το αγγλικό κείμενο αυτής της σύμβασης είναι το ίδιο αυθεντικά.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς αυτού του νόμου, καθώς και της Διεθνούς Σύμβασης, που κυρώνεται με αυτόν, αρχίζει από την ημέρα που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.
Αθήνα, 12 Μαρτίου 1984
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ