Νόμος 1436 ΦΕΚ Α΄54/30.4.1984
Σύσταση Εμπορικού Παρεμβατικού Οργανισμού και μερικές άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:

Άρθρο 1
Σύσταση – Έδρα – Σκοπός – Εποπτεία.
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε από 31.7.1990 με το άρθρο 50 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

Άρθρο 2
Κεφάλαιο – Μέτοχοι – Πόροι.
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε από 31.7.1990 με το άρθρο 50 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

Άρθρο 3
Διοίκηση.
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε από 31.7.1990 με το άρθρο 50 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

Άρθρο 4
Εφαρμογή διατάξεων των Ανώνυμων Εταιριών.
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε από 31.7.1990 με το άρθρο 50 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

Άρθρο 5
Προσωπικό.
Σημ.: όπως το άρθρο 1 καταργήθηκε από 31.7.1990 με το άρθρο 50 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

Άρθρο 6

1. Προς το σκοπό να εξασφαλιστούν ίσοι όροι κατά την έκδοση και κυκλοφορία των εφημερίδων για την υλοποίηση της κατοχυρωμένης από το Σύνταγμα ελευθεροτυπίας, που επιτυγχάνεται με την πολλαπλότητα των πηγών ενημέρωσης και την πολυμέρεια των γνωμών και ιδεών, η κατώτατη τιμή πώλησης των ημερήσιων και εβδομαδιαίων πολιτικών εφημερίδων που εκδίδονται στη περιφέρεια των νομών Αττικής, Πειραιά και Θεσσαλονίκης ορίζεται σε δέκα έως δέκα πέντε δραχμές το φύλλο για τις εφημερίδες με αριθμό σελίδων κλασσικού σχήματος (43Χ63 εκατοστά) από επτά έως και δέκα και σε τριάντα δραχμές για εκείνες, των οποίων ο αριθμός σελίδων κλασσικού σχήματος υπερβαίνει τις δέκα. Δεν υπάρχει περιορισμός στην τιμή πώλησης των εφημερίδων με αριθμό σελίδων κλασσικού σχήματος έως και έξη. Η παραπάνω ρύθμιση ισχύει και για τις εφημερίδες που εκδίδονται σε μικρότερα σχήματα, αλλά για την εφαρμογή των κατώτατων τιμών πώλησης στις εφημερίδες αυτές ο αριθμός των σελίδων υπολογίζεται αναλογικά με βάση την επιφάνεια σελίδας κλασσικού σχήματος].
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περίπτωση 2 στ΄ της υποπαραγράφου ΙΔ.4 του άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012.

2. Ως ημερήσια εφημερίδα θεωρείται εκείνη που εκδίδεται καθημερινά ή επί έξη μέρες την εβδομάδα, έστω και αν σε ορισμένες εκδόσεις της εμφανίζεται με παραλλαγμένο τίτλο ώστε να παρουσιάζεται ως εβδομαδιαία ή ως εκδιδόμενη κατά τακτά χρονικά διαστήματα.

3. Με απόφαση του αρμόδιου για τα θέματα Τύπου Υπουργού, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη της επαγγελματικής οργάνωσης, στην οποία ανήκουν οι παραπάνω εφημερίδες, εφόσον υπάρχει, επιτρέπεται, ανάλογα με τις εκδοτικές συνθήκες:
α) ν ` αυξάνονται, κατά το μέτρο που επιβάλλεται για την εξυπηρέτηση του κατά την παραγρ. 1 δημόσιου σκοπού, οι παραπάνω κατώτατες τιμές πώλησης των εφημερίδων, ανάλογα με το σχήμα και τον αριθμό των σελίδων τους,
β) να καθορίζεται ανώτατος αριθμός σελίδων κατά βδομάδα για όλες τις ημερήσιες εφημερίδες ανάλογα με τον αριθμό ημερών έκδοσής τους, καθώς και για τις εβδομαδιαίες,
γ) να καθορίζεται ανώτατο όριο εκτυπούμενων φύλλων γι’ όλες τις ημερήσιες εφημερίδες της χώρας καθώς και για τις εβδομαδιαίες που εκδίδονται στους νομούς Αττικής, Πειραιά και Θεσσαλονίκης. Το όριο αυτό καθορίζεται σε ποσοστό μεταξύ του 50 % και 300 % επιπλέον της πραγματικής πώλησής τους ανά έκδοση ανάλογα με το ύψος της κυκλοφορίας και το χαρακτήρα (τοπικό ή πανελλήνιο) της εφημερίδας. Χορήγηση ή χρησιμοποίηση ατελούς δημοσιογραφικού χαρτιού για την εκτύπωση σελίδων ή φύλλων καθ` υπέρβαση του ανώτατου ορίου που καθορίζεται σύμφωνα με τις περ. β και γ θεωρείται παράβαση του άρθρου 100 του Τελωνειακού Κώδικα.
δ) Υπερβάσεις ορίου σελίδων και ποσοστών εκτύπωσης των εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, που τυχόν έγιναν μέχρι της θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου, θεωρούνται ότι έγιναν εντός των νόμιμων ορίων].
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περίπτωση 2 στ΄ της υποπαραγράφου ΙΔ.4 του άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012.

4. Η κυκλοφορία, διανομή ή πώληση εφημερίδων κατά παράβαση των διατάξεων της παρ. 1 και των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με την παρ. 3 συνεπάγονται, αντίστοιχα, εκτός, από τις άλλες τυχόν προβλεπόμενες κυρώσεις, την αυτοδίκαιη άρση για την εφημερίδα της δασμολογικής ατέλειας του δημοσιογραφικού χαρτιού για όσο χρόνο διαρκεί η παράβαση, την αυτοδίκαιη λήξη της ισχύος της άδειας λειτουργίας πρακτορείου διανομής, της άδειας πώλησης εφημερίδων ή της άδειας άσκησης του επαγγέλματος του εφημεριδοπώλη.
Οι οικείες ενώσεις ιδιοκτητών ημερήσιων εφημερίδων ή τα πρακτορεία τύπου έχουν υποχρέωση ν` ανακαλέσουν τη σχετική εντολή προς τον κάτοχο της άδειας πώλησης εφημερίδων, της οποίας έληξε η ισχύς, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή.

5. Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω παραγράφων 1, 2 και 3 εδάφ, ά ισχύουν μέχρι την 31.12.1985, εκτός εάν ο αρμόδιος για τα θέματα Τύπου Υπουργός, με απόφαση του ύστερα από σύμφωνη γνώμη της επαγγελματικής οργάνωσης στην οποία ανήκουν οι παραπάνω εφημερίδες, εφόσον υπάρχει, παρατείνει το χρόνο τούτο.
Η παράταση αυτή πρέπει να είναι αναγκαία για την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αναφέρονται οι ρυθμίσεις αυτές.

Άρθρο 7

1. Τα πρακτορεία διανομής και κυκλοφορίας εφημερίδων και περιοδικών έχουν υποχρέωση να κυκλοφορούν με ίσους όρους τις εφημερίδες και τα περιοδικά που εκδίδονται στην έδρα τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε   με την περίπτωση 3 της υποπαραγράφου ΙΔ.3 του άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012.

2. Οι εφημεριδοπώλες και οι κάτοχοι άδειας πώλησης εφημερίδων έχουν υποχρέωση ν` αναρτούν και να πωλούν τις εφημερίδες και τα περιοδικά με ίσους όρους.

3. Η χρησιμοποίηση, για τη διανομή ή κυκλοφορία των εντύπων, προσώπων που έχουν στερηθεί το σχετικό δικαίωμα απαγορεύεται.

4. Κατά των παραβατών των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται, με πράξη του αρμόδιου για τα θέματα Τύπου Υπουργού, οι κυρώσεις που προβλέπονται στη παρ. 4 του άρθρου 6. Οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον.

Άρθρο 8

1. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 1186/1981 (ΦΕΚ 202 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
“Η εργοδοτική εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 8 παρ. 1 περίπτωση α` του Ν.Δ. 3572/1956 (ΦΕΚ Α/13.10.56) ορίζεται σε 5 %”.

2. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 1186/1981 αντικαθίσταται ως εξής: “Η εργοδοτική εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 Α περίπτωση α` και 1Β περίπτωση α` του Ν. 1872/1951 (ΦΕΚ Α/26.7.51), όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 19 της απόφασης 56036/1953 του Υπουργού Εργασίας (ΦΕΚ 214 Β), ορίζεται σε 4 %.

Άρθρο 9
Καταργούνται: α) Ο Ν. 1072/1980 (ΦΕΚ 209 Α) β) Κάθε νόμος η διάταξη που αντίκειται στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 10
Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Εμπορίου και Οικονομικών, μπορεί να ρυθμίζονται οι όροι, προϋποθέσεις και η διαδικασία της επιβολής είσπραξης, διαχείρισης και διάθεσης της “εισφοράς εξ εγγυήσεως φιαλών υγραερίου” που προβλέπει το άρθρο 3 του Ν.Δ. 4359/1964, όπως αυτό ισχύει τώρα και οποιασδήποτε άλλης εισφοράς ή εγγυήσεως, καθώς και οι συνέπειες της καθυστερήσεως καταβολής αυτής και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 11
Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Ν. 3475/1955, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 802/1978, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“4. Η απευθείας από την παραγωγή προμήθεια νωπών αγροτικών προϊόντων τυποποιημένων ή μη για απευθείας διάθεση στην κατανάλωση από το λιανικό εμπόριο, συμπεριλαμβάνομένων και των πωλητών λαϊκών αγορών, δύναται να επιτρέπεται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, η οποία και θα καθορίζει τους όρους και γενικά τις προϋποθέσεις εμπορίας τους”.

Άρθρο 12
Το άρθρο 1 της κοινής απόφασης με αριθμό Α2- 13283/10.10.78 (ΦΕΚ 945 Β) των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου καταργείται.

Άρθρο 13
Σημ.: όπως το άρθρο 13 καταργήθηκε με την περ.β`της παρ.7 του άρθρου 4 του Ν.2207/1994 (ΦΕΚ Α 65)

Άρθρο 14
Η παρ. 1 του άρθρου 21 του Α.Ν. 1470/1938 “περί αγορανομικού ελέγχου των πάσης φύσεως πωλητών λαϊκών αγορών” αντικαθίσταται ως εξής:
“1 . Ο αγορανομικός έλεγχος στους χώρους των λαϊκών αγορών ασκείται από τα όργανα των αρμοδίων αγορανομικών αστυνομικών αρχών και από αρμόδιους υπαλλήλους του Υπουργείου Εμπορίου. Επίσης δύναται, ύστερα από εντολή του Υπουργού Εμπορίου, ο αγορανομικός έλεγχος να ασκείται και από τους υπαλλήλους του Ταμείου Λαϊκών Αγορών Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων.
Η τήρηση της τάξης στους χώρους λαϊκών αγορών ανήκει στα αρμόδια αστυνομικά όργανα”.

Άρθρο 15
Στο Ταμείο Λαϊκών Αγορών Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων συνιστάται κλάδος υπαλλήλων ΑΤ.
Σημ.: όπως το άρθρο 15 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 9 παρ.7 του ΠΔ 489/1987 (ΦΕΚ 226 Α/23.12.1987)

1. Ο κλάδος ΑΤ Διοικητικού – Λογιστικού περιλαμβάνει επτά (7) θέσεις διακρινόμενες κατά βαθμούς, ως ακολούθως:
Μία (1) θέση σε βαθμούς 3ο-2ο. Δύο (2) θέσεις με βαθμούς 5ο-4ο. Τέσσερις (4) θέσεις με βαθμούς 8ο-6ο. Προσόν διορισμού στον εισαγωγικό βαθμό 8ο ορίζεται πτυχίο οποιουδήποτε τμήματος Νομικής Σχολής ή της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών, ή της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών ή Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής ή αναγνωρισμένης ισότιμης Σχολής της αλλοδαπής.
Κατά την εφαρμογή του νόμου αυτού στις θέσεις του Κλάδου ΑΤ Διοικητικού με βαθμούς 8ο-6ο κατατάσσονται αυτοδίκαια με το βαθμό που κατέχουν, μετά από απόφαση του Υπουργού Εμπορίου που εκδίδεται με σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, οι υπάλληλοι του Ταμείου που έχουν τα προσόντα του προηγούμενου εδαφίου”.

Άρθρο 16
Στο άρθρο 11 του Ν. 3475/1955 “περί τυποποιήσεως νωπών αγροτικών προϊόντων και ιδρύσεως κεντρικών και τοπικών αγορών αυτών” προστίθεται νέα παράγραφος με αριθμό 3, ως εξής:
“3. Ο αγορανομικός έλεγχος κάθε αγαθού που διακινείται από τις παραπάνω αγορές ασκείται από τα όργανα των αρμοδίων αστυνομικών αρχών και από αρμόδιους υπαλλήλους του Υπουργείου Εμπορίου. Επίσης δύναται ύστερα από εντολή του Υπουργείου Εμπορίου ο αγορανομικός έλεγχος να ασκείται και από υπαλλήλους των αγορών που ιδρύονται η υφίστανται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Η τήρηση της τάξης στις αγορές ανήκει στα αρμόδια αστυνομικά όργανα της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η αγορά”.

Άρθρο 17

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του Β.Δ. 737/1961 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“3. Δόκιμος Ορκωτός Λογιστής Α` τάξεως διορίζεται αυτός που έχει:
α) πτυχίο της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών ή των Ανωτάτων Βιομηχανικών Σχολών ή της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών καθώς και των τμημάτων Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών Ελληνικών Πανεπιστημίων ή ισότιμων και ομοταγών Σχολών της αλλοδαπής, εφόσον διδάχθηκε σαν κύριο μάθημα τη Λογιστική,
β) πενταετή τουλάχιστο λογιστική πείρα και γ) ηλικία όχι ανώτερη των 35 ετών.
Επίσης αυτός που έχει τριετή τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία ως Δόκιμος Ορκωτός Λογιστής Β τάξεως”.

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 2 του Β.Δ. 737/1961 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“4. Δόκιμος Ορκωτός Λογιστής Β τάξεως διορίζεται αυτός που έχει:
α) πτυχίο της Ανώτατης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών ή των Ανώτατων Βιομηχανικών Σχολών καθώς και των τμημάτων Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών Ελληνικών Πανεπιστημίων ή ισότιμων και ομοταγών Σχολών της αλλοδαπής, εφόσον διδάχθηκε σαν κύριο μάθημα τη Λογιστική και
β) ηλικία όχι ανώτερη των 32 ετών”.

Άρθρο 18
Στο Ν.Δ. 136/1946 “περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 10/11.5.1946 Ν.Δ. περί αγορανομικού κώδικος” γίνονται οι εξής προσθήκες:
Α. Μετά το άρθρο 1 προστίθεται νέο άρθρο με αρίθμηση 1α, που έχει ως εξής:
“Άρθρο 1α.
Με αγορανομικές διατάξεις που εκδίδονται από τον Υπουργό Εμπορίου μπορούν να ρυθμίζονται και τα εξής θέματα:
α) Η έκδοση από τους παραγωγούς, εισαγωγείς, χονδρεμπόρους τιμοκαταλόγου με αναγραφή της αρχικής, των ενδιαμέσων, της τελικής τιμής (καταναλωτή) και των εκπτώσεων λόγω κύκλου εργασιών, με χρονική διάρκεια ισχύος όχι μικρότερη από 4 μήνες.
β) Η υποχρεωτική τήρηση από Ανώνυμες Εταιρίες και Ε.Π.Ε και από κλάδους επιχειρήσεων, άσχετα από τη νομική τους μορφή, θεωρημένου Βιβλίου Αποθήκης ή/και Βιβλίου Παραγωγής/Κοστολογίου, τα οποία θα τηρούνται όπως ορίζουν τα άρθρα 8 και 9 του Π.Δ. 99/1977 “περί Κ.Φ.Σ.” και όταν ακόμη δεν είναι υποχρεωτική η τήρησή τους από φορολογικό νόμο.
γ) Τα της πώλησης ή κατοχής για πώληση ή μεταποίηση ή διανομής ή μεταφοράς για κατανάλωση αγαθών τα οποία είναι ακατάλληλα για βρώση ή μπορούν να προκαλέσουν οποιοδήποτε κίνδυνο ή βλάβη στην υγεία ανθρώπων ή ζώων ή οποιαδήποτε ζημιά σε φυτά.
δ) Η γνωστοποίηση στο Υπουργείο Εμπορίου, ύστερα από πρόσκληση του επιτηδευματία, οποιωνδήποτε στοιχείων κόστους, τιμών, πιστώσεων, εκπτώσεων και άλλων χρήσιμων στοιχείων ή πληροφοριών για το σκοπό προσδιορισμού του κόστους, όπως αυτά προκύπτουν και διαμορφώνονται από τα τηρούμενα από τον επιτηδευματία Βιβλία και στοιχεία, θεωρημένα και μη και η διαδικασία, ο τρόπος και ο χρόνος γνωστοποίησης.
ε) Ο καθορισμός κατώτατης τιμής της με οποιοδήποτε τρόπο διάθεσης κάθε αγαθού που παράγεται εγχώρια ή εισάγεται”.
Β. Μετά το άρθρο 45 προστίθεται νέο άρθρο με αρίθμηση 45α, που έχει ως εξής:
Άρθρο 45α.
Για τον έλεγχο τήρησης των αγορανομικών νόμων και των αγορανομικών διατάξεων και υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται σε εκτέλεσή τους, ύστερα από εντολή του Υπουργού Εμπορίου, οι εντεταλμένοι υπάλληλοι των Διευθύνσεων του Υπουργείου Εμπορίου της άλλοτε Γενικής Δ/νσεως Τιμών και Εφοδίων και των περιφερειακών υπηρεσιών έχουν όσες εξουσίες προβλέπονται από το άρθρο 45 του Π.Δ. 99/1977 “περί Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων” και όσες προβλέπονται από τις παραγράφους 1,2 και 4 του άρθρου 26 του Ν. 703/1977 και υποχρεώσεις ανάλογες με εκείνες του άρθρου 27 του ιδίου νόμου. Οι επιτηδευματίες έχουν όλες τις ευθύνες και υπόκεινται σε όλες τις ποινικές και άλλες κυρώσεις που προβλέπονται από την παραπάνω νομοθεσία”.

Άρθρο 19
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από την ημερομηνία που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 25  Απριλίου 1984

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ