Νόμος 1481 ΦΕΚ Α΄152/8.10.1984
Οργανισμός Υπουργείου Δημοσίας Τάξης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Γενικά.
Άρθρο 1
Αποστολή Υπουργείου.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 2
Γενική διάρθρωση.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 3
Χαρακτήρας υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
ΤΜΗΜΑ Β΄
Κεντρικές Υπηρεσίες.
Άρθρο 4
Κλάδος αστυνομίας τάξης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 5
Κλάδος αστυνομίας ασφάλειας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 6
Κλάδος πολιτικής άμυνας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 7
Κλάδος διοικητικής υποστήριξης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Περιφερειακές υπηρεσίες.
Άρθρο 8
Αστυνομικές διευθύνσεις.
1. Σε κάθε νομό λειτουργεί μια αστυνομική διεύθυνση, που έχει ως αποστολή να ασκεί μέσα στα όρια του νομού το σύνολο των αστυνομικών αρμοδιοτήτων, δηλαδή τη γενική αστυνόμευση, την τροχαία, τη δημόσια ασφάλεια, την κρατική ασφάλεια και την πολιτική κινητοποίηση, όπως προσδιορίζονται στα άρθρα 4, 5 και 6. Ειδικά στο νομό Αιτωλοακαρνανίας μπορεί να λειτουργούν δύο Αστυνομικές διευθύνσεις.
2. Η αστυνομική διεύθυνση περιλαμβάνει υπηρεσίες, τμήματα και γραφεία που καθορίζονται με τον εσωτερικό κανονισμό. Όλες οι υπηρεσίες, τα τμήματα και γραφεία που λειτουργούν στην έδρα της αστυνομικής διεύθυνσης αποτελούν μια ενιαία υπηρεσία με την αστυνομική διεύθυνση, διοικητής της οποίας είναι ο αστυνομικός διευθυντής του νομού.
3. Το έργο των αστυνομικών διευθύνσεων συντονίζεται και ελέγχεται από εννέα περιφερειακούς επιθεωρητές. Η έδρα και η τοπική αρμοδιότητά τους καθορίζονται από τον εσωτερικό κανονισμό.
4. Ειδικά στους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης ιδρύονται και λειτουργούν από μία γενική αστυνομική διεύθυνση. Κάθε γενική αστυνομική διεύθυνση περιλαμβάνει διευθύνσεις τάξης, ασφάλειας, τροχαίας, διοικητικής υποστήριξης και αστυνομικά τμήματα τάξης, ασφάλειας, τροχαίας και αγορανομίας.
5. Ο αριθμός και η τοπική αρμοδιότητα όλων των αστυνομικών υπηρεσιών καθορίζονται από τον πίνακα χωρογραφικής κατανομής των υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Άρθρο 9
Κοινοτικοί φύλακες.
1. Οι κοινοτικοί φύλακες ανήκουν στη δύναμη της Διεύθυνσης Εσωτερικών των Νομαρχιών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 3 του Ν. 1590/ 1986 (Α 49).
2. Με απόφαση του οικείου νομάρχη τους ανατίθενται είτε καθήκοντα που ορίζονται στο ν.δ. 3030/1954 (ΦΕΚ Α` 244), όπως ισχύει, είτε έργα εξυπηρέτησης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων ν.π.δ.δ., ή άλλων δημόσιων υπηρεσιών. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζεται ο τρόπος άσκησης των καθηκόντων αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 3 του Ν. 1590/ 1986 (Α 49).
Άρθρο 10
Νομαρχιακή αστυνομική επιτροπή.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 11
Οργάνωση και λειτουργία υπηρεσιών
Σημ.: όπως το άρθρο 11 αντικαταστάθηκε ως ανωτέρω με το άρθρο 1 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
1. Με προεδρικά διατάγματα εκδιδόμενα ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί, και κατά τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων,
α) να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, την έδρα, τις αρμοδιότητες και την αντιστοιχία των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης,
β) να αναδιαρθρώνονται, να συγχωνεύονται ή να καταργούνται υφιστάμενες υπηρεσίες και να συνιστώνται νέες,
γ) να αυξάνονται ή να μειώνονται οι οργανικές θέσεις όλων των κατηγοριών προσωπικού της πιο πάνω Γενικής Γραμματείας ή να συνιστώνται νέες κατηγορίες και θέσεις,
δ) να συνιστώνται θέσεις και ενδιάμεσοι βαθμοί στην υφιστάμενη βαθμολογική κλίμακα του αστυνομικού προσωπικού και να ρυθμίζονται τα θέματα άσκησης αρμοδιότητας, αντιστοιχίας, ιεραρχίας, χρόνου υπηρεσίας και μισθού προς τους στρατιωτικούς του στρατού ξηράς, προσόντων, διαδικασίας επιλογής, τοποθετήσεων, μεταθέσεων, κρίσεων, προαγωγών, ορίου ηλικίας για προαγωγές, αποστρατείες, ανάκλησης ανώτατων αξιωματικών στην ενεργό υπηρεσία και κάθε άλλο συναφές προς τους βαθμούς αυτούς θέμα,
ε) να καταργούνται θέσεις και ενδιάμεσοι βαθμοί στην υφιστάμενη βαθμολογική κλίμακα του αστυνομικού προσωπικού και να ρυθμίζεται κάθε συναφές προς την κατάργηση θέμα,
στ) να ρυθμίζονται θέματα άσκησης αρμοδιότητας, αντιστοιχίας ιεραρχίας και μισθού προς τους στρατιωτικούς του στρατού ξηράς, προσόντων, διαδικασίας επιλογής, τοποθετήσεων, εντοπιότητας, μεταθέσεων, κρίσεων, προαγωγών, ορίου ηλικίας, αποστρατείας και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την υπηρεσιακή κατάσταση του αστυνομικού προσωπικού,
ζ) να ιδρύονται νέες, να καταργούνται ή να αναδιαρθρώνονται υφιστάμενες σχολές εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού, να καθορίζονται τα σχετικά με τη λειτουργία τους, τα προσόντα και τη διαδικασία επιλογής των εκπαιδευτών και των εκπαιδευομένων θέματα, τα θέματα της κάλυψης των σχετικών δαπανών και αποζημιώσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια,
η) να μεταβάλλονται τα τυπικά ή ουσιαστικά προσόντα για την πρόσληψη αστυνομικού προσωπικού ή την εισαγωγή του σε αστυνομικές σχολές,
θ) να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, αδειών, αποζημιώσεων του αστυνομικού προσωπικού ή να ρυθμίζονται θέματα συγκράτησης, σύνθεσης και λειτουργίας των συμβουλίων κρίσεων, προαγωγών, των πειθαρχικών συμβουλίων και των άλλων συλλογικών διοικητικών οργάνων κεντρικών και περιφερειακών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης. Για τις περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαία η συμμετοχή ως μελών στα συλλογικά όργανα της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης και εκπροσώπων άλλων δημόσιων υπηρεσιών, δικαστικών και στρατιωτικών αρχών ή δημόσιων οργανισμών και Ο.Τ.Α. τα σχετικά προεδρικά διατάγματα προτείνονται και από το συναρμόδιο υπουργό. Στις περιπτώσεις που με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 ρυθμίζονται θέματα που σχετίζονται με το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, προτείνονται και από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας ως συναρμόδιο.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ρυθμίζονται θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την αστυνομική δύναμη, την άσκηση των αστυνομικών καθηκόντων και τη συντήρηση του υλικού των αστυνομικών υπηρεσιών.
3. Τα προεδρικά διατάγματα του άρθρου αυτού μπορεί να κωδικοποιούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και απαρτίζουν τον εσωτερικό κανονισμό της Ελληνικής Αστυνομίας.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ιδρύονται, καταργούνται και συγχωνεύονται υπηρεσίες κατώτερες του τμήματος.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ιδρύονται και λειτουργούν αστυνομικές υπηρεσίες για την αντιμετώπιση προσωρινών αναγκών τάξης και ασφάλειας, χωρίς αντίστοιχη αύξηση οργανικών θέσεων αστυνομικού προσωπικού, και καταργούνται με όμοια απόφαση όταν εκλείψουν οι λόγοι ίδρυσής τους. Η προσωρινή λειτουργία των υπηρεσιών αυτών δεν μπορεί να υπερβεί το ένα (1) έτος από την έναρξή της.
6. Με βάση τη διάρθρωση των αστυνομικών υπηρεσιών και τις πράξεις που εκδίδονται, σύμφωνα με το άρθρο αυτό καταρτίζεται ο πίνακας χωρογραφικής κατανομής των υπηρεσιών, ο οποίος κυρώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Αν με βάση τις πιο πάνω εξουσιοδοτικές διατάξεις συνιστώνται νέες οργανικές θέσεις ή ρυθμίζονται θέματα μισθού και αποζημιώσεων, το σχετικό προεδρικό διάταγμα προτείνεται και από τον Υπουργό Οικονομικών.
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Ειδικές αρμοδιότητες.
Άρθρο 12
Έκδοση προεδρικών διαταγμάτων και αστυνομικών διατάξεων και αδειών.
1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας τάξης, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν:
α. Τον έλεγχο της λειτουργίας δημόσιων κέντρων, κέντρων παιγνίων, δημοσίων θεαμάτων και καταστημάτων, των οποίων οι άδειες λειτουργίας εκδίδονται από τις αστυνομικές υπηρεσίες.
β. Τις προϋποθέσεις χορήγησης και ανάκλησης αστυνομικής άδειας για σύσταση, οργάνωση και λειτουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων, εταιρειών και γραφείων παροχής πληροφοριών (ντεντέκτιβς) ή υπηρεσιών αστυνομικής φύσης καθώς και τα προσόντα και τις υποχρεώσεις του προσωπικού της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε το άρθρο 1 παρ. 3 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
γ. Την προστασία των ηθών και των ανηλίκων.
2. Για την εργασία με οποιαδήποτε ιδιότητα στα καταστήματα των κέντρων διασκεδάσεως, μπαρ, καφετεριών, αμιγών αιθουσών διενέργειας τεχνικών παιγνίων, καθώς και στα λοιπά καταστήματα, στα οποία διενεργούνται τεχνικά παίγνια απαιτείται άδεια της αστυνομικής αρχής. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης και ανάκλησης της αστυνομικής άδειας καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Όσοι απασχολούν προσωπικό χωρίς την προαναφερόμενη άδεια εργασίας, καθώς και οι εργαζόμενοι χωρίς την άδεια αυτή τιμωρούνται σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 31 του ν. 3904/2010 (ΦΕΚ 218 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ. 4 άρθρου 5 Ν. 2452/1996 (ΦΕΚ 283 Α`), αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.1 άρθρου 17 Ν.3938/2011,ΦΕΚ Α 61/31.3.2011.
3. Με αστυνομικές διατάξεις μπορεί να ρυθμίζονται τα ακόλουθα θέματα:
α. Πρόληψη του εγκλήματος.
β. Τήρηση της κοινής ησυχίας.
γ. Προστασία των ανηλίκων.
δ. Λήψη μέτρων τουριστικού ενδιαφέροντος.
ε. Τήρηση τάξης και κυκλοφορίας σε δημόσιες συναθροίσεις, εκδηλώσεις και γενικά σε κοινόχρηστους χώρους.
στ. Ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ή διατάξεων άλλων νόμων με τους οποίους ανατίθενται στην Ελληνική Αστυνομία καθήκοντα και αρμοδιότητες συναφείς με την αποστολή της, όταν η ρύθμισή τους δεν προβλέπεται ειδικότερα από τους νόμους αυτούς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 1 παρ. 4 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
ζ. Προϋποθέσεις και όροι ίδρυσης και λειτουργίας καταστημάτων εκμίσθωσης μοτοποδηλάτων και ποδηλάτων.
Σημ.: όπως η περ.ζ` προστέθηκε με το άρθρο 36 του Ν.2168/1993 (ΦΕΚ Α 147)
4. Οι αστυνομικές διατάξεις εκδίδονται από τους διευθυντές των αστυνομικών διευθύνσεων να ισχύουν για όλο το νομό ή για ορισμένο τμήμα του. Οι αστυνομικές διατάξεις εγκρίνονται από τον οικείο νομάρχη και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αν διαφωνεί ο νομάρχης, η αστυνομική διάταξη υποβάλλεται στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, ο οποίος αποφασίζει οριστικά.
5. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί να εκδίδει αστυνομικές διατάξεις για ένα από τα θέματα της παραγράφου 3, που έχουν ισχύ για όλη την επικράτεια ή τμήμα της και εγκρίνονται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης.
6. Οι παραβάτες των αστυνομικών διατάξεων τιμωρούνται με κράτηση ή πρόστιμο.
7. Σε όλες τις περιπτώσεις που χρειάζονται αστυνομικές άδειες, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, χορηγούνται και αφαιρούνται από τους προϊσταμένους αστυνομικών υπηρεσιών, όπως ορίζει ο εσωτερικός κανονισμός.
8. Οι άδειες για την άσκηση υπαίθριων επαγγελμάτων σε σταθερά σημεία κοινόχρηστων χώρων χορηγούνται από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ύστερα από γνώμη της αστυνομικής αρχής, η οποία βεβαιώνει ότι δεν διαταράσσεται η δημόσια τάξη ή ασφάλεια. Κατά των πράξεων που χορηγούν την άδεια ή απορρίπτουν το σχετικό αίτημα επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής στην οικεία νομαρχιακή αστυνομική επιτροπή από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών. Για το νομό Αττικής η προσφυγή ασκείται σε επιτροπή που απαρτίζεται από το νομάρχη Αττικής, το διευθυντή της διεύθυνσης τάξης της γενικής αστυνομικής διεύθυνσης Αττικής και τον πρόεδρο της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Διαφορές που προκύπτουν από την άσκηση των παραπάνω επαγγελμάτων, επιλύονται από την οικεία νομαρχιακή αστυνομική επιτροπή.
9. Όλα τα καταστήματα και υποκαταστήματα τραπεζών, οι δημόσιες υπηρεσίες, οι υπηρεσίες νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, που λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων που ασκούν μπορούν να αποτελέσουν στόχο εγκληματικής ενέργειας, πρέπει να τηρούν ορισμένους όρους ασφάλειας.
Οι όροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και τη σχετική άδεια χορηγεί η οικεία αστυνομική διεύθυνση.
10. Το άρθρο 19 του ν. 1339/1983 (ΦΕΚ Α` 35) αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 19.
1. Για τις ανάγκες ασφάλειας ή φρούρησης εγκαταστάσεων ή χώρων ή τη συνοδεία χρηματαποστολών ν.π.δ.δ., τραπεζών, ταμιευτηρίων, οργανισμών και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, κάθε φύσης επιχειρήσεων, υπηρεσιών και εγκαταστάσεων, επιτρέπεται η πρόσληψη από αυτές ιδιωτών μετά από επιλογή, από τον Υπουργό Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και ύστερα από αίτηση της ενδιαφερόμενης υπηρεσίας, νομικού προσώπου, οργανισμού ή επιχείρησης. “Το προσωπικό ασφαλείας αποτελεί ειδική κατηγορία προσωπικού του φορέα στον οποίο προσλαμβάνεται, απαγορεύεται δε η μετάταξή του σε άλλη κατηγορία προσωπικού του ίδιου ή άλλου φορέα, πριν τη συμπλήρωση του 53ου έτους της ηλικίας του, ή η ανάθεση σε αυτό καθηκόντων άλλης κατηγορίας εργαζομένων. Κάθε πράξη με την οποία μεταβάλλεται η κατηγορία του προσωπικού αυτού ή ανατίθενται σε αυτό καθήκοντα άλλης κατηγορίας εργαζομένων είναι αυτοδικαίως άκυρη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 Ν.2622/1998 Α 138.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζονται για τους ιδιώτες αυτούς:
α. Τα ειδικότερα προσόντα.
β. Ο τρόπος και η διαδικασία της επιλογής.
γ. Η οπλοφορία, κατά τις διατάξεις που ισχύουν.
δ. Η εκπαίδευση τους στις αστυνομικές σχολές.
ε. Η στολή που θα πρέπει να φέρουν.
στ. Τα πειθαρχικά αδικήματα κατά την εργασία ή εκτός αυτής και ο τρόπος βεβαίωσής τους καθώς και η πειθαρχική διαδικασία οι πειθαρχικές ποινές και ο τρόπος επιβολής τους.
ζ. Τα πειθαρχικά αδικήματα που δικαιολογούν λύση της σύμβασης εργασίας και απόλυσης καθώς και ο τρόπος ανάκλησης πρόσληψης ή απόλυσης για λόγους πειθαρχίας ή υπηρεσιακής ανεπάρκειας.
η. Κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
3. Οι αποδοχές και οι δαπάνες για την προμήθεια ειδών στολής και οπλισμού και την εκπαίδευση του προσωπικού αυτού βαρύνουν τον εργοδότη.
4. Οι συμβατικές εργασιακές σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου και τα εν γένει δικαιώματα και υποχρεώσεις τους ρυθμίζονται από τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Οι αποδοχές των προσλαμβανομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, δεν μπορούν να ορίζονται κατώτερες των αποδοχών του πρωτοδιοριζόμενου αστυφύλακα.
5. Λύση της σύμβασης εργασίας δικαιολογείται: α. Για πειθαρχικούς λόγους ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια. β. Λόγω καταγγελίας της σύμβασης ή λήξης του χρόνου διάρκειάς της ή απόλυσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
6. Την απόλυση δικαιούται να ζητήσει και η αστυνομική υπηρεσία που ορίζεται για την εποπτεία του απασχολουμένου, για τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο α` της προηγούμενης παραγράφου.
7. Η αποζημίωση λόγω απόλυσης ή καταγγελίας της σύμβασης εργασίας καταβάλλεται από τον εργοδότη, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Το Δημόσιο δεν υποχρεούται σε αποζημίωση απολυομένου ή τρίτου για πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εκτέλεση της εργασίας του.
Σημ.: όπως η παράγραφος 10 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.5 Ν.1590/1986 (Α 49).
11. α. Για τις παραβάσεις των όρων ασφαλείας που αναφέρονται στην 3015/32/1α329-4-85 (Β`241) Απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξης ή κάθε άλλης που θα τροποποιεί ή θα συμπληρώνει αυτήν ως προς τα ληπτέα μέτρα ασφαλείας των καταστημάτων που αναφέρονται στην παρ. 9 του παρόντος νόμου τιμωρούνται με πρόστιμο από δέκα έως ογδόντα εκατομμύρια δραχμές (10-80.000.000 δρχ.) που επιβάλλεται σε βάρος της περιουσίας της τράπεζας που ανήκει το κατάστημα στο οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση των μέτρων αφαίρεση της άδειας λειτουργίας του παραπάνω καταστήματος ή με οριστική αφαίρεση της ίδιας άδειας σε περίπτωση υποτροπής.
β. Οι παραπάνω κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του γενικού αστυνομικού διευθυντή, προκειμένου για τους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης, και του αστυνομικού διευθυντή του νομού, στην περιφέρεια των οποίων ευρίσκεται το κατάστημα.
γ. Κατά την αποφάσεως αυτής επιτρέπεται προσφυγή από το διοικητή της τράπεζας στην οποία ανήκει το κατάστημα, του οποίου αφαιρέθηκε η άδεια λειτουργίας και από τον Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας που προΐσταται του Κλάδου Αστυνομίας Ασφαλείας και Τάξης. Η παραπάνω προσφυγή κατατίθεται στη Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, επί ποινή απαραδέκτου εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, αρχόμενης από της κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως.
Επί της προσφυγής αποφαίνεται ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης εντός μηνός από της επομένης της καταθέσεως. Η άσκηση της προσφυγής αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως.
δ. Οι διοικητές των τραπεζών και οι διευθυντές των τραπεζικών καταστημάτων , που δεν τηρούν τους όρους ασφαλείας που έχουν καθοριστεί με την παραπάνω απόφαση ή με κάθε τροποποιητική ή συμπληρωματική αυτής, τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα.
Σημ.: όπως η παρ.11 προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88).
Άρθρο 13
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 14
Ενέργεια επί πταισματικών παραβάσεων.
Προκειμένου για πταισματικές παραβάσεις που βεβαιώνονται από τους υφισταμένους τους, οι διευθυντές ή διοικητές υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, μετά από προηγούμενη ακρόαση του παραβάτη, μπορούν να κάνουν δεκτές τις αντιρρήσεις του και να θέτουν την υπόθεση στο αρχείο, με πράξη που συντάσσουν επί του εγγράφου, με το οποίο έχει βεβαιωθεί η παράβαση.
Άρθρο 15
Φρούρηση κρατουμένων.
1. Η εξωτερική φρούρηση των φυλακών και σωφρονιστικών καταστημάτων και η εκτέλεση από την Ελληνική Αστυνομία των λοιπών αποστολών, που διαλαμβάνονται στο Ν.Δ. 1335/1973 (ΦΕΚ Α` 22), έχει προσωρινό χαρακτήρα και διαρκεί έως ότου τα έργα αυτά αναληφθούν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Τα καθήκοντα της Χωροφυλακής, που προβλέπονται από το Ν.Δ. 1335/1973, αναλαμβάνονται από την Ελληνική Αστυνομία. Ο τρόπος ανάληψης των καθηκόντων αυτών και κάθε σχετικό θέμα ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης.
2. Σε περίπτωση εκτέλεσης θανατικής ποινής η Ελληνική Αστυνομία ευθύνεται μόνο για τη λήψη μέτρων τάξης, και μεταγωγής των κρατουμένων στον τόπο της εκτέλεσης. Αστυνομικό προσωπικό σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως όργανο εκτέλεσης θανατικής ποινής.
Άρθρο 16
Δημόσιοι υπόλογοι.
1. Όσοι από το προσωπικό του Υπουργείου εκτελούν με οποιοδήποτε τρόπο καθήκοντα εκκαθαριστή αποδοχών ή δαπανών ή διαχειριστή χρημάτων ή άλλων αξιών ή υλικού είναι δημόσιοι υπόλογοι και λογοδοτούν σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για το δημόσιο λογιστικό, που διέπουν τους δημόσιους υπόλογους.
2. Τα ένσημα, χρήματα παρασκευής συσσιτίου, τα είδη και υλικά των πρατηρίων και λεσχών και οι εισπράξεις τους θεωρούνται κατά τη διαχείρισή τους ότι ανήκουν στο Δημόσιο και όσοι τα διαχειρίζονται είναι Δημόσιοι υπόλογοι.
Άρθρο 17
Στρατονομικά αποσπάσματα – Φρούραρχοι.
1. Στρατονομικά αποσπάσματα είναι δυνατό να συγκροτούνται κατά τη διάρκεια πολέμου από αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, με απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Εθνικής Άμυνας. Με την απόφαση ορίζεται η σύνθεσή τους και η στρατιωτική μονάδα υπό την οποία υπάγονται.
2. Τα καθήκοντα των στρατονομικών αποσπασμάτων ανάγονται σε ζητήματα ασφάλειας, τάξης και άσκησης προανακριτικών έργων, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στην απόφαση της προηγούμενης παραγράφου.
3. Οι αξιωματικοί των στρατονομικών αποσπασμάτων, που εκτελούν στρατονομική υπηρεσία, έχουν τη δικαστική εξουσία που προβλέπουν για την περίπτωση αυτή οι οικείες διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα.
4. Σε πόλεις όπου δεν εδρεύει μόνιμα στρατιωτική μονάδα μπορεί να ανατίθενται καθήκοντα φρουράρχου σε αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Δημόσιας Τάξης.
ΤΜΗΜΑ Ε΄
Σχέση με τις δικαστικές και άλλες αρχές.
Άρθρο 18
1. Το προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης έχει υποχρέωση να εκτελεί τις δικαστικές αποφάσεις και να συμμορφώνεται στις σχετικές εντολές των αρμόδιων δικαστών. Οι σχέσεις του προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης με τις δικαστικές αρχές, όταν ασκεί καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου και δημόσιου κατήγορου, ρυθμίζονται από τον οργανισμό δικαστηρίων και τον κώδικα ποινικής δικονομίας.
2. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εκτελούν μόνο τα έργα που σχετίζονται με την αποστολή του, όπως την καθορίζει ο νόμος και ο εσωτερικός κανονισμός.
3. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης δεν επιδίδουν δικόγραφα αστικών υποθέσεων. Τα έγγραφα ποινικής διαδικασίας που αφορούν αστυνομικό ή πυροσβεστικό προσωπικό επιδίδονται με διαταγή του διευθυντή της αστυνομικής διεύθυνσης ή αντίστοιχης υπηρεσίας στη δύναμη της οποίας ανήκει ο κλητευόμενος.
4. Οι σχέσεις των υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας τάξης με τις υπηρεσίες του Λιμενικού Σώματος ρυθμίζονται από το Ν.Δ. 444/1970 (ΦΕΚ Α ` 39).
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζεται η διαδικασία άσκησης καθ` ύλην αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας μέσα στα όρια της τοπικής αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος.
6. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, τα ν.π.δ.δ. και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης παρέχουν στις υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης κάθε πληροφορία για ζητήματα δημόσιας και κρατικής ασφάλειας.
7. Η Ελληνική Αστυνομία εκτελεί μόνο τα έργα που προβλέπονται από διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων τα σχέδια των οποίων έχουν προσυπογραφεί από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 34 του Ν.2168/1993 (ΦΕΚ Α 147)
8. Οι δυνάμεις της Ελληνικής Αστυνομίας μετέχουν ενεργά στην εξασφάλιση της Εθνικής Άμυνας, σε συνεργασία με τις Ένοπλες Δυνάμεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ν. 660/ 1977 (ΦΕΚ 218 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Ν.2018/1992 (ΦΕΚ Α 33)
9. Σε περίπτωση που η χώρα ή τμήμα της κηρύσσεται σε κατάσταση πολιορκίας, όπως ορίζει το Σύνταγμα, οι κατά τόπους αστυνομικές υπηρεσίες υπάγονται στους στρατιωτικούς διοικητές σύμφωνα με το νόμο για την κατάσταση πολιορκίας.
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
Δαπάνες και μέσα λειτουργίας.
Άρθρο 19
Οικονομική διαχείριση.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 20
Κατηγορίες δαπανών.
1. Στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εγγράφονται κάθε χρόνο πιστώσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών λειτουργίας των υπηρεσιών του.
Ο Προϋπολογισμός καλύπτει δαπάνες για:
α. αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση οπλισμού, μεταφορικών, τηλεπικοινωνιακών και ηλεκτρονικών μέσων, μηχανών, οργάνων, εργαλείων, ανταλλακτικών, εφοδίων και υλικών και προμήθεια και συντήρηση αστυνομικών σκύλων
β. συντήρηση και επισκευή των οικημάτων του Δημοσίου, στα οποία στεγάζονται υπηρεσίες του Υπουργείου και καταβολή μισθωμάτων για τα οικήματα που δεν ανήκουν στο Δημόσιο
γ. λειτουργία των σχολών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και των παραρτημάτων τους για την εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση ή επιμόρφωση του προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Στις δαπάνες αυτές περιλαμβάνονται και η προμήθεια εποπτικών μέσων διδασκαλίας και συγγραμμάτων ή άλλων εκπαιδευτικών βοηθημάτων, η προμήθεια ιματισμού, λινοστολής και ειδών καθαριότητας των δόκιμων αστυφυλάκων, δόκιμων πυροσβεστών και κοινοτικών φυλάκων και η αποζημίωση των εκπαιδευομένων, των μετεκπαιδευομένων, των διδασκόντων και αυτών που μετέχουν σε εξεταστικές επιτροπές γραπτών ή προφορικών δοκιμασιών ή εξετάσεων
δ. εκπαίδευση ή επιμόρφωση του προσωπικού στην αλλοδαπή ή στην ημεδαπή, εκτός των σχολών του Υπουργείου και των παραρτημάτων τους. Στις δαπάνες αυτές περιλαμβάνονται και οι δαπάνες εκπαίδευσης των μαθητών της στρατιωτικής σχολής σωμάτων, που προορίζονται για την Ελληνική Αστυνομία
ε. αποδοχές του προσωπικού γενικά
στ. πραγματοποίηση εκπαιδευτικών ταξιδίων στην αλλοδαπή ή εκτέλεση υπηρεσίας στην αλλοδαπή.
ζ. τελετές, δεξιώσεις, συμμετοχή σε εκθέσεις και συνέδρια στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, αθλοθέτηση επάθλων ή βραβείων και πραγματοποίηση εκδηλώσεων που αφορούν τις δημόσιες σχέσεις του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και των υπηρεσιών του
η. προμήθεια χάρτου για την εκτύπωση βιβλίων ή εντύπων κάθε μορφής, κανονισμών, κωδικοποιήσεων της νομοθεσίας, εγκυκλίων διαταγών, της έκθεσης πεπραγμένων και του περιοδικού του Υπουργείου
θ. λειτουργία των κάθε μορφής συνεργείων και του τυπογραφείου του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης
ι. προμήθεια συγγραμμάτων και βιβλίων για τις βιβλιοθήκες του Υπουργείου και των Υπηρεσιών του
ια. προμήθεια ειδών εξάρτυσης, αδιαβρόχων αστυνομικών ράβδων και άλλων υλικών που είναι απαραίτητα στα αστυνομικά όργανα για την εκτέλεση της υπηρεσίας τους
ιβ. προμήθεια υφάσματος στολών, ραφή υφασμάτων και προμήθεια λοιπών ειδών ιματισμού, κλινοστρωμνής και υπόδησης
ιγ. προμήθεια πολιτικών ενδυμασιών, όπως και ειδών και μέσων προστασίας ή μεταμφίεσης, για τον εφοδιασμό του προσωπικού που υπηρετεί σε ειδικές υπηρεσίες
ιδ. θέρμανση και προμήθεια ειδών καθαριότητας και γραφικής ύλης.
Για την αντιμετώπιση των αναγκών αυτών είναι δυνατό να παρέχεται μηνιαίο κατ` αποκοπή βοήθημα στις υπηρεσίες του Υπουργείου από τις πιστώσεις που έχουν εγγραφεί για το σκοπό αυτόν, το ύψος του οποίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης
ιε. φόρτωση, μεταφορά και εκφόρτωση υλικού ιστ. οδοιπορικά έξοδα και άλλες συναφείς αποζημιώσεις
ιη. αμοιβές που προκηρύσσονται για τη σύλληψη ή αποκάλυψη δραστών αξιόποινων πράξεων.
ιθ. υγειονομική (νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή) περίθαλψη του προσωπικού
κ. έξοδα κηδείας προσωπικού.
κα. Υποτροφίες για εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση αλλοδαπών αξιωματούχων στην ημεδαπή ή σε χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας”.
Σημ.: όπως η περ.κα` προστέθηκε με το άρθρο 4 του Ν.2018/1992 (ΦΕΚ Α 33).
κβ. Αμοιβές που καταβάλλονται σε αστυνομικούς, στρατιωτικούς, δημοσίους υπαλλήλους ή ιδιώτες για τη συγγραφή εκπαιδευτικών βιβλίων, εγχειριδίων και βοηθημάτων για τις ανάγκες εκπαίδευσης του προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης”.
Σημ.: όπως η περ.κβ` προστέθηκε με το άρθρ.12 Ν.2622/1998 Α 138.
κγ. Ανέγερση μνημείων πεσόντων Ελληνικής Αστυνομίας κατά την εκτέλεση του καθήκοντος και συντήρηση των μνημείων αυτών.”
Σημ.: όπως η περ κγ` προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.12 Ν.3103/2003, ΦΕΚ Α 23/29.1.2003 2. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης είναι δυνατό να εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης δαπάνες πέρα από εκείνες που διαλαμβάνονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, οι οποίες είναι αναγκαίες για τη λειτουργία των υπηρεσιών του.
3. Στον προϋπολογισμό δημόσιων επενδύσεων προβλέπονται οι πιστώσεις για την ανέγερση κτιρίων και τον εξοπλισμό υπηρεσιών του Υπουργείου.
4. Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης μπορεί με δαπάνες του Δημοσίου να εγκαταστήσει δικό του δίκτυο ασύρματης ή ενσύρματης επικοινωνίας σε όλη τη χώρα ή τμήμα της, ύστερα από προηγούμενη έγκριση του Υπουργείου Συγκοινωνιών.
5 “α. Στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εγγράφονται πιστώσεις για έξοδα κίνησης προσωπικού, οι οποίες κατανέμονται και μεταφέρονται στους προϋπολογισμούς των οργανισμών αστικών συγκοινωνιών και των ΚΤΕΛ αστικών και υπεραστικών συγκοινωνιών, για την ελεύθερη κυκλοφορία του αστυνομικού και πυροσβεστικού προσωπικού, καθώς και των συνοριακών φυλάκων και ειδικών φρουρών με τα αστικά και υπεραστικά λεωφορεία κατά τις μετακινήσεις τους για εκτέλεση υπηρεσίας, εντός της περιοχής της υπηρεσίας τους, για τις οποίες δεν δικαιολογείται από τις ισχύουσες διατάξεις το αντίτιμο εισιτηρίων σε βάρος του Δημοσίου.”
β. Το ύψος των παραπάνω πιστώσεων και η κατανομή τους στους επί μέρους φορείς συγκοινωνιών και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής της παραπάνω διάταξης καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Δημόσιας Τάξης”.
Σημ.: όπως ηπαρ.5 προστέθηκε με το άρθρο 10 του Ν.2018/1992 (ΦΕΚ Α 33) και τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.12 Ν.3103/2003, ΦΕΚ Α 23/29.1.2003
6. Στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εγγράφονται πιστώσεις για την κάλυψη των εξόδων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και του πυροσβεστικού προσωπικού, στα οποία υποβάλλεται προς υπεράσπισή του ενώπιον των Δικαστηρίων, για ενέργειές του, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Στον ίδιο προϋπολογισμό εγγράφονται πιστώσεις για την κάλυψη των εξόδων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και του πυροσβεστικού προσωπικού ή των οικογενειών τους, στα οποία υποβάλλονται όταν παρίστανται ενώπιον των Δικαστηρίων, ως πολιτικώς ενάγοντες, από έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος του, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξαιτίας αυτών.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος που έχει εξέλθει της Υπηρεσίας, εφόσον η υπεράσπιση ή η άσκηση πολιτικής αγωγής αφορά πράξεις που τελέστηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων της ενεργού υπηρεσίας του.”
Οι προϋποθέσεις χορήγησης των παραπάνω εξόδων, καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.
Σημ.: όπως η παρ.6 προστέθηκε με το άρθρο 16 του Ν.2018/1992 (ΦΕΚ Α 33). και αντικαταστάθηκε με την παρ.3 άρθρ.12 Ν.3103/2003, ΦΕΚ Α 23/29.1.2003,και με το άρθρο 55 παρ.1 Ν.3585/2007,ΦΕΚ Α 148/5.7.2007.
Άρθρο 21
Λέσχες – πρατήρια.
1. Όπου οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιβάλλουν, μπορεί με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας να ιδρύονται λέσχες για το προσωπικό σε οικήματα που μισθώνονται από το Δημόσιο για το σκοπό αυτόν ή σε οικήματα στα οποία στεγάζονται υπηρεσίες του Υπουργείου. Η οργάνωση και η λειτουργία των λεσχών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με την απόφαση ίδρυσής τους. Οι δαπάνες προμήθειας των ειδών εξοπλισμού των λεσχών βαρύνουν το δημόσιο.
2. Οι λέσχες χρησιμοποιούνται για την κάλυψη υλικών, ψυχαγωγικών και πολιτιστικών αναγκών του προσωπικού και απαλλάσσονται από φόρους και κάθε είδους τέλη. Τα τυχόν προκύπτοντα οικονομικά πλεονάσματα διατίθενται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης για ενίσχυση της λειτουργίας των παιδικών κατασκηνώσεων και την ικανοποίηση πολιτιστικών και εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης”.
3.Με όμοια απόφαση είναι δυνατό να λειτουργούν στις λέσχες της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και πρατήριο ειδών – τροφίμων, καθώς και Αστυνομικό Φαρμακείο κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, που είναι απαραίτητα για την κάλυψη των σχετικών αναγκών του εν ενεργεία και εν συντάξει προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και των μελών των οικογενειών τους. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται τα ζητήματα εξυπηρέτησης από το Αστυνομικό Φαρμακείο του προσωπικού του Π.Σ. (πυροσβεστικού προσωπικού, Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, πολιτικού προσωπικού), εν ενεργεία και εν συντάξει και των μελών των οικογενειών τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1590/1986 (Α 49) και με το άρθρο 46 παρ 1 του ν.4249/2014
3. Με όμοια απόφαση είναι δυνατό να λειτουργούν στις λέσχες της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και πρατήριο ειδών – τροφίμων, καθώς και Αστυνομικό Φαρμακείο κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, που είναι απαραίτητα για την κάλυψη των σχετικών αναγκών του εν ενεργεία και εν συντάξει προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και των μελών των οικογενειών τους. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται τα ζητήματα εξυπηρέτησης από το Αστυνομικό Φαρμακείο του προσωπικού του Π.Σ. (πυροσβεστικού προσωπικού, Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, πολιτικού προσωπικού), εν ενεργεία και εν συντάξει και των μελών των οικογενειών τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.1 του άρθρου 46 του Ν. 4249/2014 (ΦΕΚ Α 73 24.3.2014)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Κατηγορίες – βαθμοί – θέσεις.
Άρθρο 22
Κατηγορίες και κατανομή προσωπικού.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 23
Οργανικές θέσεις αστυνομικού προσωπικού.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 24
Ιεραρχική κλίμακα.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
Άρθρο 25
Όριο ηλικίας κατά βαθμούς.
1. Το όριο ηλικίας μέχρι το οποίο το αστυνομικό προσωπικό επιτρέπεται να υπηρετεί είναι κατά βαθμούς το εξής:
αντιστράτηγος – Αρχηγός 62ο έτος αντιστράτηγος 61ο έτος υποστράτηγος 60ο έτος αστυνομικός διευθυντής 58ο έτος αστυνομικός υποδιευθυντής 58ο έτος αστυνόμος α` 57ο έτος αστυνόμος β` και κατώτεροί του μέχρι και του αστυφύλακα 55ο έτος
2. Το όριο ηλικίας μέχρι το οποίο μπορούν να υπηρετούν οι κοινοτικοί φύλακες είναι το 65ο έτος.
3. Προσωρινά και για όσο χρόνο θα εξακολουθούν να υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία όσοι ενταχθούν σε αυτή από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων, το όριο ηλικίας για τους βαθμούς από αστυνόμο β` και κάτω καθορίζεται ως εξής:
αστυνόμος β` 55ο έτος
υπαστυνόμος 54ο έτος
ανθυπαστυνόμος 52ο έτος
αρχιφύλακας 51ο έτος
αστυφύλακας 51ο έτος
Με τη δήλωση ένταξης στην Ελληνική Αστυνομία οι χωροφύλακες, αστυφύλακες, υπενωμοτάρχες, υπαρχιφύλακες, ενωμοτάρχες, αρχιφύλακες, ανθυπασπιστές και ανθυπαστυνόμοι, μπορούν να ζητήσουν την υπαγωγή τους στη ρύθμιση της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου. Η υπαγωγή τους ή όχι αποφασίζεται ύστερα από κρίση του συμβουλίου του άρθρου 46 που συνεκτιμά και τις προϋποθέσεις της παραγράφου 8 του άρθρου 48.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 της Π.Ν.Π. της 24/24.4.1985 (Α 71).
4. Το όριο ηλικίας του αστυνομικού προσωπικού των ειδικών καθηκόντων είναι κατά βαθμούς αυξημένο κατά δύο έτη από το όριο που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου αυτού. Όριο ηλικίας του υποστρατήγου υγειονομικού ορίζεται το 61ο έτος. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής παύουν να ισχύουν, όταν εξέλθουν από την Ελληνική Αστυνομία όσοι ενταχθούν σ` αυτή από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων.
5. Το όριο ηλικίας των παραγράφων 1-4 του άρθρου αυτού ισχύει για όλο το αστυνομικό προσωπικό, ανεξάρτητα από την ειδικότερη υπηρεσιακή κατάσταση στην οποία διατελεί.
6. Όπου απαιτείται προσδιορισμός της ηλικίας του προσωπικού του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης ή των υποψηφίων για κατάταξη στην Ελληνική Αστυνομία, ο προσδιορισμός γίνεται με βάση τη χρονολογία γέννησης ειδικά για την έξοδο από την υπηρεσία λόγω ορίου ηλικίας ως χρονολογία γέννησης λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης.
Άρθρο 26
Πολιτικό προσωπικό και Κοινοτικοί φύλακες.
1. Το πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης διακρίνεται σε μόνιμο προσωπικό και προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
2. Οι θέσεις του μόνιμου πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης διαρθρώνονται κατά κλάδους και βαθμούς ως εξής:
Κλάδος ΑΤ1 Διοικητικού:
με βαθμό 3ο-2ο 45 με βαθμό 5ο-4ο 105 με βαθμό 8ο-6ο 270
Κλάδος ΑΤ2 Ιατρικού:
με βαθμό 6ο-2ο
Κλάδος ΑΤ3 Τεχνικού:
με βαθμό 3ο-2ο 1 με βαθμό 6ο-4ο 3
Κλάδος ΑΡΙ Διοικητικού: με βαθμό 3ο-2ο 2 με βαθμό 5ο-4ο 6 με βαθμό 9ο-6ο 18
Κλάδος ΑΡ2 Τεχνικού:
με βαθμό 3ο-2ο 1 με βαθμό 5ο-4ο 2 με βαθμό 9ο-6ο 5
Κλάδος ΜΕ1 Διοικητικού:
με βαθμό 5ο-4ο 310 με βαθμό 10ο-6ο 1241
Κλάδος ΜΕ2 Νοσηλευτικού:
με βαθμό 5ο-4ο 1 με βαθμό 10ο-6ο 2
Κλάδος ΜΕ3 Χειριστών Μηχανών Η/Υ:
με βαθμό 5ο-4ο 6 με βαθμό 9ο-6ο 26
Κλάδος ΜΕ4 Εμφανιστών Ακτινολογικών Μηχανημάτων:
με βαθμό 10ο-4ο 2
Κλάδος ΣΕ1 Κλητήρων:
με βαθμό 12ο-7ο 18
3. Οι θέσεις του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου διακρίνονται ως εξής:
α. 8. θέσεις ειδικών συμβούλων και επιστημονικών συνεργατών, σύμφωνα με το Ν. 1320/1983 (ΦΕΚ Α` 6).
β. 10 θέσεις ειδικών συνεργατών του κλάδου ασφάλειας με σύμβαση αορίστου χρόνου σύμφωνα με το Ν.Π.Δ. 3/1973 (ΦΕΚ Α` 294).
γ. 4 θέσεις επιστημόνων, που κατέχουν, τουλάχιστον πτυχίο ανώτατης σχολής, ειδικών στην εσωτερική δομή ηλεκτρονικών υπολογιστών ή στα λειτουργικά προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών ή στα δίκτυα επικοινωνιών ηλεκτρονικών υπολογιστών ή στην επιχειρησιακή έρευνα με σύμβαση ενός έτους που μπορεί να ανανεώνεται.
δ. Θέσεις βοηθητικού προσωπικού.
δα. 32 θέσεις ημερομίσθιων εργατών με σύμβαση αορίστου χρόνου.
δβ. 100 θέσεις ημερομίσθιων εργατοτεχνιτών με σύμβαση αορίστου χρόνου.
δγ. 207 θέσεις ημερομίσθιων τεχνιτών με σύμβαση αορίστου χρόνου.
δδ. 50 θέσεις οδηγών αυτοκινήτων με σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου.
ε. 1043 θέσεις ωρομίσθιων καθαριστριών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης είναι δυνατό να αυξομειώνονται οι θέσεις καθαριστριών και να καθορίζεται ο χρόνος απασχόλησής τους. Οι καθαρίστριες προσλαμβάνονται με απόφαση του προϊσταμένου της οικείας υπηρεσίας. Σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας που διαρκεί τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες επιτρέπεται να προσλαμβάνονται αναπληρώτριές τους χωρίς καμμιά διατύπωση. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις που διέπουν τις καθαρίστριες των λοιπών δημοσίων υπηρεσιών.
4. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, μπορούν να συνιστώνται θέσεις μαγείρων και βοηθών μαγείρων, τραπεζοκόμων και λοιπού βοηθητικού προσωπικού, με σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, για να καλύπτουν τις ανάγκες λειτουργίας των μαγειρείων και εστιατορίων των σχολών του Υπουργείου και των παραρτημάτων τους, καθώς και τις ανάγκες λειτουργίας των υπηρεσιών που έχουν λέσχες ή παρασκευάζουν συσσίτιο. Με τα ίδια διατάγματα είναι δυνατό να ιδρύονται και θέσεις κουρέων με σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου για την κάλυψη των αναγκών των λεσχών, των σχολών και των παραρτημάτων τους.
5. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, μπορεί να συνιστώνται νέοι κλάδοι μόνιμου πολιτικού προσωπικού, να συγχωνεύονται ή να κατανέμονται οι υπάρχουσες, να αναδιαρθρώνονται οι θέσεις του προσωπικού αυτού κατά κλάδους και βαθμούς και να καθορίζονται τα ειδικά τυπικά προσόντα που απαιτούνται για διορισμό στους εισαγωγικούς βαθμούς κάθε κλάδου. Με όμοια διατάγματα κατανέμονται κατά ειδικότητα οι θέσεις του πολιτικού προσωπικού με σχέση ιδιωτικού δικαίου και καθορίζονται τα ειδικά τυπικά προσόντα που απαιτούνται για διορισμό στις θέσεις αυτές.
6. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης όλες οι θέσεις του πολιτικού προσωπικού κατανέμονται στις κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
7. Για την άσκηση αρμοδιοτήτων που αφορούν το πολιτικό προσωπικό, σύμφωνα με τον υπαλληλικό κώδικα και τους λοιπούς συναφείς νόμους συνιστώνται τα ακόλουθα υπηρεσιακά συμβούλια:
α. Πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο για τους υπαλλήλους με βαθμό 5ο και άνω, που συγκροτείται από το Γενικό Γραμματέα ως πρόεδρο και μέλη το διευθυντή προσωπικού του κλάδου διοικητικής υποστήριξης, ένα νομικό σύμβουλο ή πάρεδρο διοίκησης και δύο υπαλλήλους του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης με βαθμό 2ο ή 3ο, κι αν δεν υπάρχουν τέτοιοι με βαθμό 4ο ή 5ο.
β. Τριμελές υπηρεσιακό συμβούλιο για τους υπαλλήλους με βαθμό 6ο και κάτω που συντίθεται από το διευθυντή προσωπικού του κλάδου διοικητικής υποστήριξης, έναν πάρεδρο ή δικαστικό αντιπρόσωπο της διοίκησης και έναν υπάλληλο του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης με βαθμό 2ο ή 3ο και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό 4ο ή 5ο.
γ. Τριμελές υπηρεσιακό συμβούλιο για τους κοινοτικούς φύλακες, που συγκροτείται από έναν αστυνομικό διευθυντή, έναν πάρεδρο ή δικαστικό αντιπρόσωπο της διοίκησης και έναν υπάλληλο του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης με βαθμό 2ο ή 3ο και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό 4ο ή 5ο.
Η συγκρότηση των παραπάνω συμβουλίων γίνεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται, ύστερα από πρόταση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, εκείνοι που εκτελούν χρέη εισηγητή και γραμματέα των συμβουλίων.
8. Οι τοποθετήσεις, προαγωγές, μεταθέσεις, εντάξεις, μετατάξεις, αποσπάσεις και απολύσεις του μόνιμου πολιτικού προσωπικού γίνονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης μετά από κρίση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
9. Οι κενές θέσεις του τακτικού πολιτικού προσωπικού πληρούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την απόφαση αυτή καθορίζονται οι θέσεις που πρέπει να πληρωθούν, η διαδικασία επιλογής, τα προσόντα των υποψηφίων, η συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
10. Ο κανονισμός προσωπικού μπορεί να ορίζει για το πολιτικό προσωπικό, λόγω της αποστολής που υπηρετεί, υποχρεώσεις και περιορισμούς δικαιωμάτων πέραν εκείνων που προβλέπει ο υπαλληλικός κώδικας. Οι διατάξεις περί δημοσίων υπαλλήλων διέπουν το πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου σ` όλα τα θέματα, εκτός από εκείνα που ρυθμίζονται διαφορετικά στον παρόντα νόμο ή στις πράξεις που εκδίδονται για την εφαρμογή του.
11. Όταν κενώνονται θέσεις υπαλλήλων κλάδου ΜΕ, είναι δυνατό να προσλαμβάνονται στις θέσεις αυτές πτυχιούχοι ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με μεταφορά ισάριθμων θέσεων κλάδου ΜΕ στον κλάδο ΑΤ.
12. Οι οργανικές θέσεις των κοινοτικών φυλάκων με βαθμό 12ο-10ο είναι 7.840. Ως κοινοτικοί φύλακες διορίζονται Έλληνες πολίτες που έχουν ενδεικτικό τουλάχιστον τρίτης τάξης εξατάξιου γυμνασίου ή άλλης αναγνωρισμένης ισότιμης σχολής και τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που ορίζει ο κανονισμός προσωπικού. Για την πλήρωση θέσης κοινοτικού φύλακα, σε περίπτωση ίσων όρων, προτιμάται όποιος κατάγεται ή διαμένει μόνιμα στην περιφέρεια του δήμου ή της κοινότητας, όπου υπάρχει η κενή θέση, ή αν δεν υπάρχει τέτοιος υποψήφιος, προτιμάται όποιος κατάγεται ή διαμένει μόνιμα στην περιφέρεια του νομού. Για τα λοιπά θέματα προσωπικού των κοινοτικών φυλάκων εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 8, 9 και 10 αυτού του άρθρου.
ΤΜΗΜΑ Β΄
Προέλευση αστυνομικού προσωπικού.
Άρθρο 27
Προέλευση αστυφυλάκων και αρχιφυλάκων.
1. Ως δόκιμοι αστυφύλακες γενικών και ειδικών καθηκόντων κατατάσσονται άνδρες και γυναίκες Έλληνες πολίτες ή ομογενείς από την Βόρεια Ήπειρο, την Κύπρο, την Τουρκία, ηλικίας 18-26 ετών, απόφοιτοι λυκείου ή εξατάξιου γυμνασίου ή άλλης αναγνωρισμένης ισότιμης σχολής. Από τους κατατασσόμενους μέχρι χίλιοι για κάθε χρόνο μπορεί να είναι αστράτευτοι και οι υπόλοιποι να εκπλήρωσαν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν απαλλαγεί νόμιμα. Ο παραπάνω αριθμός μπορεί να αυξάνεται με απόφαση του ΚΥΣΕΑ.
2. Οι αστυφύλακες μετά την ευδόκιμη αποφοίτησή τους από τη σχολή υπηρετούν για δύο χρόνια σε περιφερειακές υπηρεσίες. Κατά τη διάρκεια της φοίτησης ο δόκιμος αστυφύλακας απολύεται οποτεδήποτε με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αν χάσει κάποιο από τα προ κατάταξη προσόντα ή για πειθαρχικούς λόγους. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία απόλυσης καθορίζονται με τον κανονισμό προσωπικού. Μετά την συμπλήρωση δύο ετών δοκιμαστικής υπηρεσίας, στην οποία δεν περιλαμβάνεται ο χρόνος φοίτησής τους στη σχολή, οι αστυφύλακες υποβάλλονται σε γραπτές εξετάσεις πάνω σε πρακτικά θέματα. Στη συνέχεια το αρμόδιο συμβούλιο κρίνει για τη παραμονή τους στην Ελληνική Αστυνομία με το βαθμό του αστυφύλακα ή την απόλυση τους. Η κρίση του συμβουλίου βασίζεται στις προτάσεις των προϊσταμένων του δοκίμου, στην επίδοσή του στη σχολή και στα αποτελέσματα των εξετάσεων. Ο τρόπος διενέργειας των εξετάσεων, η εξεταστέα ύλη, η βαθμολογία, η διαδικασία των κρίσεων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού. Για όσους ενταχθούν στην Ελληνική Αστυνομία από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
3. Οι άνδρες και γυναίκες αρχιφύλακες γενικών καθηκόντων προέρχονται από αστυφύλακες γενικών καθηκόντων, ύστερα από προαγωγικές εξετάσεις για κάλυψη υφισταμένων κενών οργανικών θέσεων. Τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων και η διαδικασία διενέργειας των εξετάσεων, τα Θέματα των εξετάσεων, η βαθμολογία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται από τον κανονισμό προσωπικού. Δικαίωμα συμμετοχής στις προαγωγικές εξετάσεις για το βαθμό του αρχιφύλακα έχουν οι αστυφύλακες που συμπληρώνουν μέχρι τη χρονολογία προκήρυξης των εξετάσεων τρία χρόνια πραγματικής ευδόκιμης υπηρεσίας. Στην τριετία αυτή δεν υπολογίζεται ο χρόνος της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας. Ο χρονικός αυτός περιορισμός δεν ισχύει για όσους ενταχθούν στην ελληνική Αστυνομία από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων, για τους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου αυτού. Ο αριθμός των κενών θέσεων για τις οποίες ενεργούνται οι εξετάσεις καθορίζεται με απόφαση του Αρχηγού της ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφος 8 του νόμου αυτού.
4. Οι αστυφύλακες του τμήματος μουσικής προέρχονται από ιδιώτες που έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή έχουν απαλλαγεί νόμιμα και έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, που ορίζονται στον κανονισμό προσωπικού. Οι αρχιφύλακες του τμήματος μουσικής προέρχονται από αστυφύλακες του τμήματος μουσικής ύστερα από προαγωγικές εξετάσεις. Τα προσόντα των υποψηφίων και οι λεπτομέρειες διεξαγωγής των εξετάσεων ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού.
5. Ο χρόνος υπηρεσίας στην ελληνική Αστυνομία, για όσους κατατάσσονται σε αυτή πριν εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, θεωρείται χρόνος εκπλήρωσης στρατιωτικής υπηρεσίας. Σε περίπτωση απόλυσης ή αποβολής από την ελληνική Αστυνομία εκείνων που δεν έχουν συμπληρώσει το χρόνο στρατιωτικής υποχρέωσης πριν από την παρέλευση οκταετούς πραγματικής υπηρεσίας, η υποχρέωση αυτή εκπληρώνεται στο ακέραιο στις ένοπλες δυνάμεις.
6. Οι ομογενείς που κατατάσσονται στην Ελληνική Αστυνομία αποκτούν αυτοδικαίως την ελληνική ιθαγένεια από την εισαγωγή τους στις Αστυνομικές Σχολές ή από την κατάταξη τους.
Σημ.: όπως η παράγραφος 6 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρου 8 Ν.3938/2011, ΦΕΚ Α 61/31.3.2011
Άρθρο 28
Προέλευση ανθυπαστυνόμων.
1. Οι άνδρες και γυναίκες ανθυπαστυνόμοι γενικών καθηκόντων προέρχονται από αρχιφύλακες γενικών καθηκόντων, ύστερα από προαγωγικές εξετάσεις. Δικαίωμα συμμετοχής στις προαγωγικές εξετάσεις για το βαθμό του ανθυπαστυνόμου έχουν οι αρχιφύλακες που συμπληρώνουν, μέχρι τη χρονολογία προκήρυξης των εξετάσεων, 5 χρόνια ευδόκιμης πραγματικής υπηρεσίας στο βαθμό αρχιφύλακα.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3686/2008, ΦΕΚ Α 158/1.8.2008.
2. Για τους ενωμοτάρχες και αρχιφύλακες παραγωγικών σχολών που θα ενταχθούν στην Ελληνική Αστυνομία ως αρχιφύλακες εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου. Τα ίδια εφαρμόζονται και για τους χωροφύλακες και αστυφύλακες που θα ενταχθούν στην ελληνική Αστυνομία και θα εξελιχθούν στο βαθμό του αρχιφύλακα με προαγωγικές εξετάσεις.
3. Οι ανθυπαστυνόμοι του τμήματος μουσικής προέρχονται από αρχιφύλακες του τμήματος μουσικής ύστερα απο προαγωγικές εξετάσεις.
4. Τα ειδικότερα προσόντα των υποψηφίων η διαδικασία των προαγωγικών εξετάσεων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται από τον κανονισμό προσωπικού).
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3686/2008, ΦΕΚ Α 158/1.8.2008.
Άρθρο 29
Βαθμολογική εξέλιξη ανθυπαστυνόμων.
1. Για τους ανθυπασπιστές και ανθυπαστυνόμους που θα ενταχθούν στην ελληνική Αστυνομία ως ανθυπαστυνόμοι εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.Δ. 649/1970 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Άρθρο 15 του Ν. 1339/1983 (ΦΕΚ Α` 35), με τις ακόλουθες διαφοροποιήσεις : α) Όσοι αποφοιτούν ευδόκιμα από τη σχολή μετεκπαίδευσης ανθυπαστυνόμων προάγονται μετα συμπλήρωση τριών ετών από την έξοδο τους από τη σχολή στο βαθμό του υπαστυνόμου. Μετά την προαγωγή τους αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 671 /1977 (ΦΕΚ Α` 236). όπως τροποποιήθηκε ή συμπληρώθηκε μεταγενέστερα.
β. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται και για τους ενωμοτάρχες. αρχιφύλακες χωροφύλακες και αστυφύλακες που θα ενταχθούν στην ελληνική αστυνομία και θα εξελιχθούν στο βαθμό του ανθυπαστυνόμου.
2. Οι ανθυπαστυνόμοι του Άρθρου αυτού που δεν εισέρχονται στη σχολή μετεκπαίδευσης ή δεν αποφοιτούν ευδόκιμα από αυτή εξελίσσονται μόνο μισθολογικά.
Άρθρο 30
Προέλευση αξιωματικών γενικών καθηκόντων.
Υπαστυνόμοι γενικών καθηκόντων είναι οι άνδρες και οι γυναίκες που αποφοιτούν από το τμήμα υπαστυνόμων της σχολής αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο τμήμα αυτό εισάγονται ύστερα από εξετάσεις:
1. Ανθυπαστυνόμοι και αρχιφύλακες γενικών καθηκόντων ηλικίας μέχρι 35 ετών κατά το χρόνο διενέργειας των εξετάσεων που έχουν τουλάχιστον απολυτήριο λυκείου ή εξατάξιου γυμνασίου ή άλλης αναγνωρισμένης ισότιμης σχολής.
2. Αστυφύλακες ηλικίας μέχρι 35 ετών κατά το χρόνο διενέργειας των εξετάσεων που είναι πτυχιούχοι οποιουδήποτε ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος και ιδιώτες ηλικίας μέχρι 28 ετών κατά το χρόνο διενέργειας των εξετάσεων που έχουν πτυχίο νομικών ή πολιτικών ή οικονομικών επιστημών ή κοινωνιολογίας ελληνικού ή ισότιμου αλλοδαπού ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος.
Άρθρο 31
Προέλευση αξιωματικών ειδικών καθηκόντων.
1. Οι υγειονομικοί αξιωματικοί (ιατροί και οδοντίατροι) προέρχονται:
α. Από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων. Στη σχολή αυτήν εισάγονται, ειδικά για το σκοπό αυτόν και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μαθητές, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Δημόσιας Τάξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Τα έξοδα εκπαίδευσης, στρατωνισμού και συντήρησης των μαθητών αυτών βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Οι ανωτέρω υποχρεούνται να υπηρετήσουν ως υγειονομικοί αξιωματικοί στην Ελληνική Αστυνομία, τουλάχιστον επί 15 έτη οι οδοντίατροι και 18 έτη οι ιατροί των άλλων ειδικοτήτων. Σε περίπτωση αποχωρήσεως πριν από τη λήξη του υποχρεωτικού χρόνου παραμονής παραμονής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 683/1977.
Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών, που αφορούν τους μαθητές της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, εφαρμόζονται και γι` αυτούς.
β. Από ιδιώτες ιατρούς, ηλικίας μέχρι 40 ετών, που προσλαμβάνονται ύστερα από επιλογή, με το βαθμό του αστυνόμου Β`, εφ` όσον πρόκειται να καλυφθούν ανάγκες της υγειονομικής υπηρεσίας σε ιατρούς ορισμένων ειδικοτήτων. Για τον υπολογισμό του ορίου ηλικίας ως ημερομηνία γέννησης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη γέννηση του υποψηφίου. Τα προσόντα, η διαδικασία επιλογής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού.
Οι διατάξεις του ν. 671/1977 (ΦΕΚ 236 Α`), όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται και για το προσωπικό της παρούσας παραγράφου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν.2018/1992 (ΦΕΚ Α 33)
2 Η προέλευση του ερέα υπαστυνόμου, τα ουσιαστικά και τυπικά του προσόντα και ο τρόπος επιλογής του καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: διάταξη της παρ.2 του άρθρου 31 κρίθηκε αντισυνταγματική με την υπ`αριθμ. 4056/2005 απόφαση ΣτΕ.
3. Οι υπαστυνόμοι του τμήματος μουσικής προέρχεται από ανθυπαστυνόμους ύστερα από προαγωγικές εξετάσεις για κάλυψη υφιστάμενων κενών οργανικών θέσεων. Τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων και η διαδικασία διενέργειας των εξετάσεων, το αντικείμενο των εξετάσεων, η βαθμολογία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού
4. `Όσοι από τους αστυφύλακες, αρχιφύλακες ή ανθυπαστυνόμους αποκτούν το πτυχίο που ορίζεται ως τυπικό προσόν για την κατάληψη θέσης υπαστυνόμου μιας κατηγορίας προσωπικού ειδικών καθηκόντων της Ελληνικής Αστυνομίας προάγονται στο βαθμό του υπαστυνόμου με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και εντάσσονται στο προσωπικό της συγκεκριμένης κατηγορίας Αν δεν υπάρχει κενή οργανική θέση, διατηρούνται ως υπεράριθμοι μέχρι να καταλάβουν οργανική θέση. Το ίδιο εφαρμόζεται και στους αξιωματικούς οι οποίοι όμως εντάσσονται με το βαθμό που φέρουν. Οι αξιωματικοί αυτοί εντάσσονται κατά σειρά αρχαιότητας ύστερα από τους υπάρχοντες ομοιόβαθμους τους της ίδιας κατηγορίας κατά την ημερομηνία ένταξής τους.
5. Για την προέλευση των αστυκτηνιάτρων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις που ίσχυαν για τους αστυκτηνιάτρους της Αστυνομίας Πόλεων.
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Διοίκηση υπηρεσιών.
Άρθρο 32
Διοίκηση.
1. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης προΐσταται όλων των υπηρεσιών του Υπουργείου και κατευθύνει συντονίζει εποπτεύει και ελέγχει τη δράση τους. Ο Αρχηγός ασκεί τη διοίκηση της ελληνικής Αστυνομίας και είναι άμεσα υπεύθυνος απέναντι στον Υπουργό για την άσκηση των καθηκόντων του. Ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος ασκεί τη διοίκηση του Πυροσβεστικού Σώματος και είναι άμεσα υπεύθυνος απέναντι στον Υπουργό για την άσκηση των καθηκόντων του.
2. Ο Αρχηγός, οι προϊστάμενοι των κλάδων και οι διευθυντές των γενικών αστυνομικών διευθύνσεων, των αστυνομικών διευθύνσεων και των διευθύνσεων των υπηρεσιών μπορεί να μεταβιβάζουν, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, σε υφισταμένους τους το δικαίωμα υπογραφής με “εντολή” τους για θέματα της αρμοδιότητάς τους, εκτός από αυτά που τους μεταβίβασε με απόφασή τους ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ή οι προϊστάμενοί τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 1 παρ. 7 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
3. Πειθαρχική δικαιοδοσία πάνω στο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος έχει μόνο ο Υπουργός, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και οι αρμόδιοι βαθμοφόροι της ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος σύμφωνα με όσα ορίζονται στις οικείες διατάξεις αυτού του νόμου και του κεφαλαίου περί πειθαρχίας του κανονισμού προσωπικού.
4. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας και οι αντιστράτηγοι διατελούν υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ο οποίος διατάσσει και τις διοικητικές ανακρίσεις κατ’ αυτών, που μπορούν να ενεργούνται κατά την κρίση του από δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό του Αρείου Πάγου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Οργανισμού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Σημ.: όπως ηπαρ. 4 προστέθηκε στο άρθρο 32 διά του άρθρου 2 παρ. 4 της Π.Ν.Π. της 24/24.4.1985 (Α 71).
Άρθρο 33
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 30 Ν.2800/2000 ΦΕΚ Α 41/29.2.2000
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Καθήκοντα δικαιώματα προσωπικού
Άρθρο 34
Ειδικές υποχρεώσεις προσωπικού.
1. Το αστυνομικό προσωπικό και οι κοινοτικοί φύλακες φέρουν στολή που ο τύπος της καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
2. Η διαμονή του αστυνομικού προσωπικού στα οικήματα των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας είναι προαιρετική. Οι προϋποθέσεις διαμονής καθορίζονται από τον κανονισμό προσωπικού.
3. Για την τέλεση γάμου αστυνομικού και πολιτικού προσωπικού με πρόσωπο αλλοδαπής υπηκοότητας απαιτείται προηγούμενη έγκριση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας η οποία χορηγείται ύστερα από εκτίμηση των ιδιαίτερων συνθήκων που παρουσιάζει κάθε περίπτωση. Οι προϋποθέσεις μετάταξης ή διορισμού εγγάμων με πρόσωπα που έχουν αλλοδαπή υπηκοότητα ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού.
Σημ.: όπως η παρ. 3 καταργήθηκε με την παρ.5 άρθρ.5 Ν.2452/1996 (Α 283).
Άρθρο 35
Υποχρεωτική υπηρεσία.
1. Οι αποφοιτούνε από τις σχολές του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης υποχρεούνται να υπηρετήσουν στην Ελληνική Αστυνομία επι ορισμένο χρονικό διάστημα χωρίς δικαίωμα παραίτησης ως εξής:
α. Οι αστυφύλακες οκτώ έτη από την κατάταξή τους περιλαμβανομένου του χρόνου εκπαίδευσης και του χρόνου δοκιμασίας.
β. Οι υπαστυνόμοι δέκα έτη από τότε που αποφοιτούν από τη σχολή αξιωματικών
2.Με τον κανονισμό προσωπικού είναι δυνατό να προβλέπεται χρονικό διάστημα υποχρεωτικής υπηρεσίας για όσους από το αστυνομικό προσωπικό
α. Μετεκπαιδεύονται στις σχολές υπουργείου Δημοσίας Τάξης.
β. Εκπαιδεύονται ή μετεκπαιδεύονται στο εξωτερικό ή στο εσωτερικό εκτός των σχολών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
γ. Εισέρχονται στα σώματα της ελληνικής Αστυνομίας ως αξιωματικοί ειδικών υπηρεσιών.
3. Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας δικαιούται να ζητήσει την έξοδό του από την υπηρεσία και πριν λήξει ο χρόνος υποχρεωτικής υπηρεσίας εάν η παραμονή του στην υπηρεσία αποβαίνει ιδιαίτερα επαχθής για την επαγγελματική του σταδιοδρομία σε άλλους τομείς ή παρακωλύει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του εφόσον έχει διανύσει τα 2/3 του χρόνου υποχρεωτικής υπηρεσίας. Για τη συνδρομή ή όχι των λόγων αυτών αποφαίνεται οριστικά το κατά περίπτωση αρμόδιο συμβούλιο των άρθρων 45 και 47.
Άρθρο 36
Αποδοχές προσωπικού.
1. Οι αποδοχές του αστυνομικού προσωπικού καθορίζονται από το νόμο για το μισθολόγιο των στρατιωτικών. Η μισθολογική αντιστοιχία του αστυνομικού προσωπικού προς τους στρατιωτικούς του στρατού ξηράς έχει ως εξής:
αστυνομικό προσωπικό: προσωπικό στρατού ξηράς:
αντιστράτηγος – Αρχηγός αντιστράτηγος – Αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος αστυνομίας αντιστράτηγος υποστράτηγος αστυνομίας υποστράτηγος
αστυνομικός διευθυντής συνταγματάρχης
αστυνομικός υποδιευθυντής αντισυνταγματάρχης
αστυνόμος α ταγματάρχης
αστυνόμος β λοχαγός
υπαστυνόμος υπολοχαγός
ανθυπαστυνόμος ανθυπασπιστής
αρχιφύλακας αρχιλοχίας
αστυφυλακας λοχιας
2. Οι αποδοχές του αστυνομικού προσωπικού υπόκεινται κα στις παραπάνω κρατήσεις και μειώσεις:
α. Λόγω παράνομης απουσίας από την υπηρεσία, 10% των αποδοχών που αντιστοιχούν στο χρόνο απουσίας.
β. Λόγω προφυλάκισης, 50% του συνόλου των αποδοχών του χρόνου προφυλάκισης το ποσό αυτό επιστρέφεται σε περίπτωση αθώωσης ή απαλλαγής ή μη παραπομπής στο ακροατήριο.
γ. Λόγω καταδίκης, 50% του συνόλου των αποδοχών του χρονικού διαστήματος έκτισης της ποινής.
δ. Λόγω λήψης κανονικής άδειας πέραν της δικαιούμενης 50% του συνόλου των αποδοχών του ανάλογου χρόνου.
ε. Λόγω επιβολής ποινής προστίμου για πειθαρχικό παράπτωμα.
στ. Λόγω ποινής αργίας με πρόσκαιρη παύση, 20% του συνόλου των αποδοχών του ανάλογου χρόνου.
ζ. Λόγω ποινής αργίας με απόλυση 25% του συνόλου των αποδοχών του ανάλογου χρόνου.
η. Υπερ. των λεσχών του προσωπικού του σώματος, σύμφωνα με όσα ορίζονται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
θ. Λόγω διαθεσιμότητας εκτός εκείνης για λόγους υγείας. 10% του συνόλου των αποδοχών του ανάλογου χρόνου.
3. Τα ποσά των παραπάνω κρατήσεων περιέρχονται στον οικείο φορέα ασφάλισης.
4. Οι αποδοχές των δόκιμων αστυφυλάκων κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους ορίζονται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου και δεν υπόκεινται σε καμία κράτηση.
5. Οι δόκιμοι υπαστυνόμοι, που προέρχονται από πτυχιούχους ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης τους λαμβάνουν τις αποδοχές ανθυπαστυνόμου.
6. Οι εκπαιδευόμενοι και μετεκπαιδευόμενοι στην αστυνομική ακαδημία, με εξαίρεση τους δοκίμους, λαμβάνουν εκπαιδευτική αποζημίωση. Το ύψος της αποζημίωσης αυτής καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.
7. Οι αποδοχές του προσωπικού του εδαφίου γ της παρ. 3 του Άρθρου 2 καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης
Άρθρο 37
Οδοιπορικά έξοδα – επίδομα ειδικών συνθηκών.
1. Το αστυνομικό προσωπικό δικαιούται οδοιπορικά έξοδα και τις συναφείς αποζημιώσεις, όταν μετατίθεται ή εκτελεί υπηρεσία εκτός έδρας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο Ν. 817/1977 (ΦΕΚ 1 β6) για το προσωπικό της Χωροφυλακής με αντίστοιχο βαθμό.
2. Οι δόκιμοι αξιωματικοί και οι δόκιμοι αστυφύλακες για τα οδοιπορικά έξοδα και τις αποζημιώσεις λογίζονται ότι φέρουν το βαθμό για τον οποίο εκπαιδεύονται.
3. Κυρώνεται και ισχύει από τότε που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η 108918/315/25. 9.80 (ΦΕΚ 1 018/1980 τ. Β`) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης. Το καθοριζόμενο με την απόφαση αυτή χρηματικό ποσό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίας Τάξης.
Άρθρο 38
Υγειονομική περίθαλψη.
1. Η ιατρική και οδοντιατρική περίθαλψη του προσωπικού της ελληνικής αστυνομίας γίνεται από τους υγειονομικούς αξιωματικούς της. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία παροχής της περίθαλψης αυτής και κάθε σχετική λεπτομέρεια ορίζονται στον κανονισμό προσωπικού.
2. Όπου δεν υπάρχουν υγειονομικοί αξιωματικοί η ιατρική και οδοντιατρική περίθαλψη γίνεται από τους υγειονομικούς αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων και όπου δεν υπάρχουν από ιατρούς δημόσιους υπάλληλους ή ιδιώτες σύμφωνα με όσα ισχύουν για τους δημόσιους υπάλληλους.
3. Για τη νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη του αστυνομικού προσωπικού που είναι στην ενέργεια ή έχει συνταξιοδοτηθεί και των μελών των οικογενειών τους εφαρμόζεται ότι ισχύει για τους πολιτικούς δημόσιους υπάλληλους. Το αστυνομικό προσωπικό νοσηλεύεται κατά προτίμηση στα στρατιωτικά νοσοκομεία.
4. Η εξέταση της σωματικής ικανότητας του προσωπικού γίνεται από τις υγειονομικές επιτροπές της Ελληνικής Αστυνομίας. Όπου δεν λειτουργούν υγειονομικές επιτροπές με υγειονομικούς αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας η εξέταση αυτή γίνεται από υγειονομικές επιτροπές του στρατού ξηράς.
5. Το αστυνομικό προσωπικό που εξέρχεται από την υπηρεσία λόγω σοβαρών τραυματικών ή άλλων παθήσεων χωρίς να συνταξιοδοτείται, νοσηλεύεται για μια διετία σε δημόσιο νοσοκομείο με δαπάνες του δημοσίου. Εάν δεν υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες σε νοσοκομεία, καταβάλλεται για ίσο χρόνο επίδομα νοσηλείας σε βάρος του δημοσίου, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας και Δημόσιας Τάξης.
6. Για τη νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη των κοινοτικών φυλάκων εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν κατά την ψήφιση αυτού του νόμου για το προσωπικό της αγροφυλακής. Με απόφαση των Υπουργών Δημοσίας Τάξης και Υγείας και Πρόνοιας μπορεί να καθορίζονται διαφορετικά τα θέματα νοσοκομειακής και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης των κοινοτικών φυλάκων.
7. ` Όταν ύστερα από γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής υπηρεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας επιβάλλεται η θεραπεία στην αλλοδαπή αστυνομικού που είναι στην ενέργεια ή σε σύνταξη η έγκριση θεραπείας ενεργείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δημοσίας Τάξης και Υγείας και Πρόνοιας.
8. Οι προϋποθέσεις και ο τρόπος χορήγησης αναρρωτικών αδειών νοσηλείας κάτ. οίκον και αδειών ελεύθερου υπηρεσίας δια λόγους ασθενείας, όπως και οι υποχρεώσεις του προσωπικού που βρίσκεται στις καταστάσεις αυτές, ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού.
Άρθρο 39
Υλικές και ηθικές αμοιβές.
1 . Στο προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης είναι δυνατή η χορήγηση ηθικής ή υλικής αμοιβής για εξαίρετη δραστηριότητα ή προσπάθεια.
2. Οι ηθικές αμοιβές καθορίζονται και απονέμονται σύμφωνα με τον κανονισμό προσωπικού.
3. Την υλική αμοιβή απονέμει με απόφασή του ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης. Το ύψος της υλικής αμοιβής δεν υπερβαίνει τους δυο μηνιαίους μισθούς Για σοβαρά τραύματα ή βλάβες ή ιδιαίτερα εξαιρετική δραστηριότητα ή πράξη μπορεί να απονεμηθεί υλική αμοιβή μέχρι πέντε μηνιαίους μισθούς.
4. Με απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξης μπορεί να χορηγηθεί αποζημίωση στο αστυνομικό προσωπικό και στους κοινοτικούς φύλακες για ελαφρά τραύματα ή βλάβες ή φθορές ή απώλειες ενδυμάτων ή αντικειμένων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους
5. Οι υλικές αμοιβές και αποζημιώσεις καταβάλλονται σε βάρος του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης στον οποίο εγγράφεται ειδική πίστωση.
6. Αστυνομικοί που εξέρχονται από την υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 12ετούς υπηρεσίας και δεν συνταξιοδοτούνται, δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση από το δημόσιο ίση με εκείνη που λαμβάνουν οι στρατιωτικοί που εξέρχονται με τον αντίστοιχο βαθμό. Το τελευταίο έτος λογίζεται πλήρες, αν είχαν συμπληρωθεί 6 τουλάχιστον μήνες από αυτό. Την αποζημίωση αυτή δεν δικαιούνται όσοι στερούνται του δικαιώματος σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του συνταξιοδοτικού κώδικα, καθώς και όσοι εξέρχονται ύστερα από ποινική καταδίκη ή απόταξη εξαιτίας καταδίκης. Η αποζημίωση αυτή σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου καταβάλλεται στην οικογένεια του. Ο χρόνος συνολικής υπηρεσίας υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ρυθμίζουν τον υπολογισμό του χρόνου υπηρεσίας για προαγωγή.
7. Ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να προκηρύσσει χρηματικές αμοιβές για παροχή στοιχείων και πληροφοριών σε οποιονδήποτε τις παρέχει, που θα οδηγήσουν στην εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων και την αποκάλυψη και σύλληψη των δραστών των εγκλημάτων αυτών.
Σημ.: όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 9 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
Άρθρο 40
Δωσιδικία αστυνομικού προσωπικού.
1. Για την εκδίκαση ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από το αστυνομικό προσωπικό αρμόδια είναι τα κοινά ποινικά δικαστήρια σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα ποινικής δικονομίας.
2. Οι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουν την ειδική δωσιδικία που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 111 και 112 του κώδικα ποινικής δικονομίας.
3. Οι ποινικές και δικονομικές διατάξεις των άρθρων 145, 146, 147, 148, 149, 150, 151, 152, 154 και 163 του β.δ. της 31.12.1957/20.1.1958 (ΦΕΚ 11) διατηρούνται σε ισχύ για το αστυνομικό προσωπικό, με την επιφύλαξη άλλων ποινικών διατάξεων με τις οποίες τιμωρούνται βαρύτερα τα αδικήματα αυτά.
Σημ.: όπως προστέθηκε προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 10 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
ΤΜΗΜΑ Ε΄
Εκπαίδευση προσωπικού.
Άρθρο 41
Αστυνομική ακαδημία.
1. Για την αποτελεσματική εκτέλεση της αποστολής του το προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εκπαιδεύεται μετεκπαιδεύεται και επιμορφώνεται στην αστυνομική ακαδημία σύμφωνα με όσα ορίζονται στον κανονισμό εκπαίδευσης.
2. Η αστυνομική ακαδημία αποτελεί υπηρεσία της διεύθυνσης εκπαίδευσης του κλάδου διοικητικής υποστήριξης του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και αποτελείται από τις ακόλουθες σχολές:
α. Σχολή αστυφυλάκων για την εκπαίδευση μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των αστυφυλάκων. Σε ειδικά τμήματα της σχολής αυτής μετεκπαιδεύονται και επιμορφώνονται οι αρχιφύλακες και οι ανθυπαστυνόμοι.
β. Σχολή αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας που απαρτίζεται από το τμήμα υπαστυνόμων για την εκπαίδευση και επιμόρφωση των υπαστυνόμων και το τμήμα μετεκπαίδευσης αξιωματικών για τη μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των αξιωματικών όλων των βαθμών.
γ. Σχολή ξένων γλωσσών, για τη διαρκή εκπαίδευση, επιμόρφωση και εξάσκηση του προσωπικού του Υπουργείου στις ξένες γλώσσες.
δ. Σχολή εκπαιδευτών Ελληνικής Αστυνομίας, για την ειδική εκπαίδευση και επιμόρφωση των αξιωματικών, υπαξιωματικών και ιδιωτών που εργάζονται ως διδακτικό προσωπικό ή εκπαιδευτές στην αστυνομική ακαδημία.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
3. Με τον κανονισμό εκπαίδευσης προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης μπορεί να ορίζεται η λειτουργία και άλλων σχολών ή τμημάτων ή παραρτημάτων των σχολών, μέσα στα πλαίσια της αστυνομικής ακαδημίας.
4. Η σχολή αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας είναι ισότιμη με τις σχολές των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χωράς.
Η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων και το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας ανήκουν στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 παρ.4 Ν.4058/2012,ΦΕΚ Α 63/22.3.2012 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
5. Η φοίτηση των δόκιμων αστυφυλάκων διαρκεί ένα εκπαιδευτικό έτος.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
6. Η φοίτηση των δόκιμων αξιωματικών διαρκεί τρία χρόνια και χωρίζεται σε τρία εκπαιδευτικά έτη διάρκειας μέχρι δέκα μήνες το καθένα. Ειδικά για την κατηγορία των δόκιμων αξιωματικών που είναι πτυχιούχοι ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος, η διάρκεια της εκπαίδευσης ορίζεται σε δεκατρείς (13) μήνες τουλάχιστον.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
7. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης μπορεί να διακόπτεται η εκπαίδευση και η μετεκπαίδευση στην αστυνομική ακαδημία ή να συντέμνεται η διάρκεια της, όταν κατά την κρίση του συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος.
8. Ο αριθμός των δοκίμων που εισάγονται κάθε φορά για εκπαίδευση στην οικεία σχολή της αστυνομικής ακαδημίας καθορίζεται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας με βάση τα κενά που υπάρχουν στους αντίστοιχους βαθμούς κατά τη χρονολογία της αποφοίτησής τους. Η απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά πριν από την προκήρυξη του διαγωνισμού ή την κατάταξη. Αύξηση του αριθμού των εισακτέων δεν επιτρέπεται μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων. Ο αριθμός των γυναικών που εισάγονται, ως δόκιμοι υπαστυνόμοι δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του συνόλου των εισακτέων. Κατά τον καθορισμό του αριθμού που αντιστοιχεί στο ποσοστό αυτό τα κλασματικά υπόλοιπα δεν λαμβάνονται υπόψη.
9. Οι εργαζόμενοι ως καθηγητές ή εκπαιδευτές στην αστυνομική ακαδημία ανήκουν σε μια από τις εξής κατηγορίες:
α. Αστυνομικό προσωπικό και πυροσβεστικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης που ορίζεται με απόφαση του προϊσταμένου του κλάδου διοικητικής υποστήριξης.
β. Δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι. υπάλληλοι ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. και στρατιωτικοί, που υπηρετούν στην αστυνομική ακαδημία με απόσπαση ή ανάθεση καθηκόντων.
γ. Διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό των ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας, με ανάθεση καθηκόντων.
δ. Ημεδαποί ή αλλοδαποί ιδιώτες επιστήμονες τεχνικοί ειδικοί και καθηγητές ξένων γλωσσών, που προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή με μίσθωση έργου.
10. Ο διορισμός του διδακτικού προσωπικού της αστυνομικής ακαδημίας γίνεται με απόφαση του υπουργού Δημοσίας Τάξης. Η αποζημίωση που καταβάλλεται στο διδακτικό προσωπικό για κάθε ώρα διδασκαλίας προφορικών ή γραπτών εξετάσεων ή άλλης απασχόλησης καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.
11. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, ρυθμίζονται μέσα στα πλαίσια του Άρθρου αυτού η οργάνωση, η λειτουργία της αστυνομικής ακαδημίας, η διδακτέα ύλη, τα θέματα διδακτικού και διοικητικού προσωπικού, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των δοκίμων, οι εξετάσεις και οι λοιποί τρόποι ελέγχου της επίδοσης, η φοίτηση και η αποφοίτηση από τις σχολές και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
12. Τα προεδρικά διατάγματα της προηγούμενης παραγράφου κωδικοποιούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και απαρτίζουν τον κανονισμό εκπαίδευσης του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περίπτωση ια του άρθρου 125 του Ν.4249/2014 (ΦΕΚ Α 73/24.3.2014)
Άρθρο 42
Υποψήφιοι ειδικών κατηγοριών.
Σημ.: όπως το άρθρο 42 τροποποιήθηκε με τα άρθρα 2 παρ. 2 ν.3454/2006, 25 παρ.3 του ν.3511/2006, και 55 παρ.5 ν.3585/2007 ,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 11 παρ.1 Ν.3667/2008,ΦΕΚ Α 114/18.6.2008.
1. Από το ακαδημαϊκό έτος 2008 – 2009 και εφεξής, από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 10% συνολικά καλύπτεται από τις παρακάτω κατηγορίες υποψηφίων, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό:
α. πολύτεκνοι και τέκνα τους,
β. τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, καθώς και τέκνα αναπήρων ή θυμάτων εν ενεργεία ή εν συντάξει αστυνομικού προσωπικού ειρηνικής περιόδου,
γ. τέκνα αναγνωρισμένων σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ως αγωνιστών της εθνικής αντίστασης,
δ. τέκνα ή εν χηρεία σύζυγοι αστυνομικού προσωπικού που έχασε τη ζωή του κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας της υπηρεσίας,
ε. ένα τέκνο Ελλήνων πολιτών που έχασαν τη ζωή τους ή έχουν ανικανότητα σε ποσοστό τουλάχιστον 67% συνεπεία τρομοκρατικής πράξης. Για το ποσοστό ανικανότητας αποφαίνεται η Ανώτατη Στρατιωτική Υγειονομική Επιτροπή.
2. Από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 4% συνολικά καλύπτεται από γονείς με τρία ζώντα τέκνα και τέκνα τους από νόμιμο γάμο ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων άγαμων μητέρων με τρία μη αναγνωρισθέντα ζώντα τέκνα, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.2 Ν.4138/2013, ΦΕΚ Α 72/19.3.2013.
3. Κατά τον καθορισμό του αριθμού που αντιστοιχεί στο ποσοστό των προηγούμενων παραγράφων δεν λαμβάνονται υπόψη τα κλασματικά υπόλοιπα. Εάν το ποσοστό δεν καλυφθεί, ο αριθμός που υπολείπεται συμπληρώνεται από υποψηφίους επιλαχόντες της γενικής κατηγορίας.
4. Η χρήση του δικαιώματος για εισαγωγή στις σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, από αυτούς που υπάγονται σε μία από τις κατηγορίες των παραγράφων 1 και 2, γίνεται για μία μόνο από τις σχολές αυτές. Αν κάποιος εισαχθεί με το δικαίωμα αυτό σε μία σχολή, δεν δικαιούται να κάνει χρήση του ίδιου δικαιώματος σε άλλη σχολή.
Άρθρο 43
Ειδικές εκπαιδεύσεις.
1. Το αστυνομικό προσωπικό είναι δυνατό να εκπαιδεύεται ή μετεκπαιδεύεται και εκτός της αστυνομικής ακαδημίας, είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό με έξοδα του ιδίου ή του Δημοσίου. Στην τελευταία περίπτωση καταβάλλεται η αποζημίωση που προβλέπεται και για τους λοιπούς δημόσιους υπάλληλους.
2. Ειδικά στο αστυνομικό προσωπικό που κατέχει πτυχίο ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος, εφόσον έχει πενταετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία και δεν έχει υπερβεί το 40ό έτος της ηλικίας του, μπορεί να χορηγηθεί εκπαιδευτική άδεια μέχρι τρία χρόνια για την ημεδαπή ή την αλλοδαπή.
3. Τα προσόντα, η διαδικασία επιλογής, η διάρκεια της ειδικής εκπαίδευσης ή μετεκπαίδευσης ή της εκπαιδευτικής άδειας τα δικαιώματα και ο υποχρεώσεις του προσωπικού αυτού και όλα τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται από τον κανονισμό προσωπικού.
4. Στο αστυνομικό προσωπικό μπορεί να χορηγείται υπηρεσιακή άδεια εκγυμναστή οδηγών αυτοκινήτων, η οποία ισχύει αποκλειστικά για την εκπαίδευση των υποψήφιων οδηγών υπηρεσιακών οχημάτων. Οι άδειες αυτές παύουν να ισχύουν, όταν οι κάτοχοί τους εξέλθουν από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο. Οι αρμόδιοι για τη χορήγηση της αδείας. ο, προϋποθέσεις η διαδικασία χορήγησης και κάθε σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του προϊστάμενου του κλάδου διοικητικής υποστήριξης
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
Μεταβολές υπηρεσιακής κατάστασης.
Άρθρο 44
Επιλογή Αρχηγού και αντιστράτηγων.
1. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας επιλέγεται μεταξύ των αντιστρατήγων και υποστρατήγων της γενικών καθηκόντων ανεξάρτητα από το χρόνο παραμονής τους στο βαθμό. Όταν κενωθεί η θέση του Αρχηγού. ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης αποστέλλει στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής και Εθνικής Άμυνας (κν.Σ.Ε.Α.) πίνακα των αντιστρατήγων και υποστρατηγων με τους ατομικούς φακέλους τους. Το ΚΥ.Σ.Ε.Α. επιλέγει τον Αρχηγό με απόλυτη διακριτική ευχέρεια χωρίς να τον συγκρίνει με τυχόν παραλειπόμενους και συντάσσει σχετικό πρακτικό. Αν επιλεγεί υποστρατηγος προάγεται στο βαθμό του αντιστράτηγου. Οι αρχαιότεροι αυτού που επιλέγεται ως Αρχηγός αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης μπορεί να υποβάλει οποτεδήποτε στο ΚΥ.Σ.Ε.Α. πρόταση αποστρατείας του Αρχηγού.
2. Οι αντιστράτηγοι ανεξάρτητα από το χρόνο παραμονής τους στο βαθμό κρίνονται κατά τις τακτικές κρίσεις από συμβούλιο το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και αποτελείται από τον Αρχηγό της ελληνικής Αστυνομίας και δύο αντιστράτηγους του στρατού ξηράς, που ορίζονται από τον Υπουργό εθνικής Άμυνας. Κατά τις κρίσεις αυτές οι αντιστράτηγοι κρίνονται ως διατηρητέοι ή αποστρατευτέοι. Όσοι κρίνονται αποστρατευτεοι δεν έχουν δικαίωμα προσφυγής για επανάκριση.
3. Οι αντιστράτηγοι της ελληνικής αστυνομίας επιλέγονται μεταξύ των υποστράτηγων γενικών καθηκόντων ανεξάρτητα από το χρόνο παραμονής τους στο βαθμό. Όσοι υποστράτηγοι παραλείπονται από τις προαγωγές αποστρατεύονται ως ευδοκίμως τερματίσανε τη σταδιοδρομία τους.
Άρθρο 45
Τακτικές και έκτακτες κρίσεις αξιωματικών.
1. Για τις τακτικές και έκτακτες κρίσεις των αξιωματικών της ελληνικής Αστυνομίας συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης τα ακόλουθα συμβούλια:
α. Ανώτατο συμβούλιο κρίσεων: Αποτελείται από τον Αρχηγό ως πρόεδρο. 2 αντιστρατήγους και 2 υποστρατήγους γενικών καθηκόντων ως μέλη. Εάν δεν υπάρχουν αντιστράτηγοι της Ελληνικής Αστυνομίας, στο συμβούλιο μετέχουν αντιστράτηγοι του στρατού ξηράς, που ορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Το συμβούλιο αυτό κρίνει σε πρώτο βαθμό τους υποστρατήγους και σε δεύτερο βαθμό τους αξιωματικούς από το βαθμό του αστυνόμου α μέχρι κα του αστυνομικού διευθυντή. Όταν κρίνονται υποστράτηγοι, το συμβούλιο συνεδριάζει χωρίς τη συμμετοχή υποστρατήγων, με τριμελή σύνθεση. Αρμόδιο για την επανάκριση των υποστρατήγων, που παραλείπονται κατά τις προαγωγές, ορίζεται το συμβούλιο της παραγράφου 2 του προηγούμενου άρθρου.
β. Ανώτερο συμβούλιο κρίσεων: Αποτελείται από έναν αντιστράτηγο ως πρόεδρο και 4 υποστρατήγους γενικών καθηκόντων ως μέλη. Το συμβούλιο αυτό κρίνει σε πρώτο βαθμό τακτικά ή έκτακτα τους αξιωματικούς από το βαθμό του αστυνόμου α μέχρι και του αστυνομικού διευθυντή και σε δεύτερο βαθμό τους αστυνόμους β` και υπαστυνόμους. Συντάσσει επίσης και τους πίνακες των αξιωματικών που κρίνονται ή παραλείπονται από τις τακτικές κρίσεις.
2. Για τα λοιπά θέματα κρίσεων, προαγωγών και αποστρατείας των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν 671 / 1977, όπως τροποποιήθηκαν μετεγανέστερα, που ισχύουν για το προσωπικό της Χωροφυλακής των αντίστοιχων βαθμών, με τις εξής διαφοροποιήσεις:
α. Ο Αρχηγός, οι αντιστράτηγοι και οι υποστράτηγοι δεν κρίνονται λόγω συμπλήρωσης 35ετούς πραγματικής υπηρεσίας.
β. Οι υποστράτηγοι γενικών καθηκόντων αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα κατά τις τακτικές κρίσεις σε ποσοστό ίσο προς το 1/5 τουλάχιστον των οργανικών τους θέσεων.
γ. Οι υποστράτηγοι και οι αστυνομικοί διευθυντές όταν εξέρχονται από την υπηρεσία οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο, αποστρατεύονται με το βαθμό που φέρουν. Κατ` εξαίρεση για τους αστυνομικούς διευθυντές, εκτός των περιπτώσεων καταδίκης ή απόταξης ύστερα από ποινική καταδίκη, αν κρίνονται ως ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 46, το αρμόδιο συμβούλιο, κατά την κρίση του, συνεκτιμώμενης και της προσωπικής αντίληψης των μελών του για τον κρινόμενο, μπορεί να αποφασίσει για την προαγωγή τους στο βαθμό του υποστρατήγου στην ενέργεια εκτός οργανικών θέσεων, οπότε ύστερα από 30 ημέρες αποστρατεύονται με το βαθμό στον οποίο προήχθησαν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε διά του άρθρου 2 παρ. 1 της Π.Ν.Π. της 24/24.4.1985 (Α 71).
δ. Τακτικές ή έκτακτες εκθέσεις ικανότητας συντάσσονται και για τους αντιστρατήγους από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Χρονολογία σύνταξης των τακτικών εκθέσεων όλων των αξιωματικών ορίζεται η 20ή Μαρτίου.
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 20 του Ν. 671/1977 τροποποιείται ως εξής:
“1. Οι αξιωματικοί κρίνονται τακτικά και έκτακτα. Η τακτική κρίση ενεργείται το μήνα Απρίλιο κάθε έτους και δεν μπορεί να παραταθεί πέραν του τέλους του μηνός Μαΐου του ίδιου έτους. Η έκτακτη κρίση ενεργείται, όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 9 παράγραφοι 2 και 3,11 παράγραφος 2, 19 παράγραφος 3, 25 παράγραφος 3, 27 παράγραφος 8, 33,34 και 39 αυτού του νόμου”.
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 27 του Ν. 671/1977 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Σε περίπτωση ταυτόχρονης προαγωγής οι κατ’ εκλογήν προαγόμενοι προηγούνται στη σειρά αρχαιότητας των κατ’ αρχαιότητα προαγομένων ανεξάρτητα από τη σειρά αρχαιότητας που είχαν πριν από την προαγωγή τους”.
5. Στους αξιωματικούς των βαθμών αστυνομικού διευθυντή.` αστυνομικού υποδιευθυντή, αστυνόμου α`, αστυνόμου β` και υπαστυνόμου για τον υπολογισμό της πραγματικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του Ν. 671/1977, δεν προσμετράται η υπηρεσία που παρασχέθηκε προς εκπλήρωση στρατιωτικής υποχρέωσης κληρωτού ή εφέδρου. Η υπηρεσία αυτή αναγνωρίζεται μόνο ως συντάξιμη. Η διάταξη αυτή ισχύει για το αστυνομικό προσωπικό της Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων που θα ενταθεί ή θα εξελιχθεί, ύστερα από την ένταξή τους, στους βαθμούς αυτούς.
Άρθρο 46
Τρόπος κρίσης αξιωματικών.
Κατά τις κρίσεις για προαγωγές οι αξιωματικοί κρίνονται ως εξής:
1. Προακτέοι κατ` εκλογήν οι αξιωματικοί των βαθμών Αστυνόμου B` και Αστυνόμου A` οι οποίοι δεν διανύουν τον τελευταίο βαθμό εξέλιξης, έχουν αποφοιτήσει ευδόκιμα από τις Σχολές μετεκπαίδευσης, εκτός αν δεν φοίτησαν σ` αυτές χωρίς δική τους υπαιτιότητα εξ υπηρεσιακών λόγων και κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν σε μεγάλο βαθμό τα προσόντα που απαιτούνται ώστε να ανταποκρίνονται απόλυτα στην άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού.
2. Προακτέοι κατ` αρχαιότητα οι Αξ/κοί των βαθμών Υπαστυνόμου Β` -Υπαστυνόμου Α`, Αστυνόμου Β` και Αστυνόμου Α`, οι οποίοι δεν διανύουν τον τελευταίο βαθμό εξέλιξης και κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό τα προσόντα που απαιτούνται, ώστε να ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στην άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού.
3. Παραμένοντες στον ίδιο βαθμό οι Αξ/κοί των βαθμών Υπαστυνόμου Β`, Υπαστυνόμου Α`, Αστυνόμου Β`, Αστυνόμου Α` και Αστυνομικού Υποδιευθυντή, οι οποίοι δεν διανύουν τον τελευταίο βαθμό εξέλιξης, δεν έχουν φοιτήσει με δική τους υπαιτιότητα ή δεν έχουν αποφοιτήσει ευδόκιμα από τις Σχολές μετεκπαίδευσης και κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν σε επαρκή βαθμό τα προσόντα για την άσκηση των καθηκόντων του βαθμού που κατέχουν, αλλά δεν θεωρούνται ικανοί για άσκηση καθηκόντων ανώτερου βαθμού.
4. Αποστρατευτμένοι οι αξιωματικοί όλων των βαθμών οι οποίοι:
α) Κατά την κρίση του Συμβουλίου δεν συγκεντρώνουν λόγω ουσιωδών ελλείψεων τα προσόντα σε επαρκή βαθμό, ώστε να θεωρούνται κατάλληλοι για την άσκηση των καθηκόντων του βαθμού τους ή
β) Συμπληρώνουν 35ετή πραγματική και συντάξιμη υπηρεσία ή το όριο ηλικίας, αλλά και κατά την κρίση του Συμβουλίου δεν συγκεντρώνουν σε επαρκή βαθμό τα προσόντα για προαγωγή τους στην ενέργεια στον επόμενο βαθμό ή γ) Κρίνονται παραμένοντες για τρίτη φορά στον ίδιο βαθμό οι Αξ/κοί των βαθμών Υπαστυνόμου Β`, Υπαστυνόμου Α` και Αστυνόμου Β`, δεύτερη φορά στον ίδιο βαθμό οι αξιωματικοί των βαθμών Αστυνόμου Α` και Αστυνομικού Υποδ/ντή ή τρίτη φορά σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους από τις οποίες μια φορά στον κατεχόμενο βαθμό.
5. Διατηρητέοι:
α. Οι αξιωματικοί των βαθμών Αστυνομικού Υποδ/ντή, Αστυν. Δ/ντή, Ταξιάρχου, Υποστρατήγου και Αντιστρατήγου, οι οποίοι κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν από τουλάχιστον επαρκή μέχρι απόλυτο βαθμό τα προσόντα που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του βαθμού που κατέχουν. Από τους αξιωματικούς αυτούς, ανάλογα με τις κενές οργανικές θέσεις που προκύπτουν κάθε φορά στον ανώτερο βαθμό, επιλέγονται για προαγωγή εκείνη που θεωρούνται ότι συγκεντρώνουν σε απόλυτο βαθμό τα προσόντα για την άσκηση των καθηκόντων του βαθμού στον οποίο προάγονται.
β. Οι αξιωματικοί που διανύουν τον τελευταίο βαθμό εξέλιξης και οι οποίοι κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν σε επαρκή βαθμό τα προσόντα που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του βαθμού τους. 6. Ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους:
α. Οι αξιωματικοί που συμπληρώνουν 35ετή πραγματική και συντάξιμη υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά βαθμό ή το όριο ηλικίας και που κατά την κρίση του Συμβουλίου συγκεντρώνουν τα προσόντα σε βαθμό τουλάχιστον επαρκή.
β. Οι Αστυν. Δ/ντές, Ταξίαρχοι, Υποστράτηγοι και Αντιστράτηγοι που κρίθηκαν διατηρητέοι, αλλά παραλείπονται λόγω προαγωγής νεωτέρου τους σε ανώτερο βαθμό. Για τους Αστυνομικούς Υποδ/ντές εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 14 του Ν. 1339/1983.
γ. Οι Αστυν. Δ/ντές, Ταξίαρχοι, Υποστράτηγοι και Αντιστράτηγοι που κατά την κρίση του Συμβουλίου θεωρούνται ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απέδωσαν όσα μπορούσαν να αποδώσουν και η παραμονή τους στην υπηρεσία δεν κρίνεται αναγκαία ή δεν προάγει το υπηρεσιακό συμφέρον.
δ. Οι Ταξίαρχοι και Υποστράτηγοι που αποστρατεύονται σύμφωνα με το εδάφ. β` της παρ. 2 του άρθρου 45.
7. Οι Αξ/κοί που κρίνονται ως ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους, πλην των Υποστρατήγων που αποστρατεύονται με τον ίδιο βαθμό, προάγονται στην ενέργεια στον επόμενο βαθμό ή προκειμένου περί αξ/κών της παρ. Ι του άρθρ. 48 του παρόντος, στο βαθμό του οποίου ο μισθός απονεμήθηκε σ’ αυτούς, εφόσον έχουν τις προϋποθέσεις της παρ. 4 του ίδιου άρθρου και ύστερα από τριάντα ημέρες αποστρατεύονται με το βαθμό στον οποίο προήχθησαν.
8. Αστυν. Δ/ντές που δεν συμπληρώνουν 30ετή πραγματική υπηρεσία στο Σώμα, εάν κρίνονται διατηρητέοι, αποστρατεύονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους, εάν κατά την επιλογή τους για προαγωγή παραλειφθούν σε δύο συνεχείς τακτικές κρίσεις.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνο για όσους ενταχθούν στην Ελληνική Αστυνομία από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων.
9. Οι αξιωματικοί που συμπληρώνουν το όριο ηλικίας την 31 Δεκεμβρίου του έτους των κρίσεων, κρίνονται:
α. Οι με βαθμό Ταξιάρχου και άνω στις τακτικές κρίσεις ευδόκιμα τερματίσταντες τη σταδιοδρομία τους ή αποστρατευτέοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
β. Οι με βαθμό αστυνομικού διευθυντή και κάτω, εφόσον υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1 και 2 εδάφ. α, β` και γ του Ν. 671 /1977, στις τακτικές κρίσεις με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για τους λοιπούς ομοιοβάθμους συναδέλφους τους και, αν συντρέχει περίπτωση προαγωγής τους, προάγονται.
γ. `Έκτακτα το γ 10ήμερο του μηνός Νοεμβρίου του έτους καταλήψεώς τους από το όριο ηλικίας όλοι οι αξιωματικοί μέχρι το βαθμό του αστυνομικού διευθυντή, ως ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους ή αποστρατευτέοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ.154/1990, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο μόνο του Π.Δ.43/1993 (ΦΕΚ Α 14)
10. Οι αξιωματικοί μέχρι το βαθμό του αστυνομικού διευθυντή, οι οποίοι συμπληρώνουν 35ετή πραγματική υπηρεσία μέχρι τη χρονολογία των τακτικών κρίσεων του επομένου έτους, κρίνονται:
α. Στις τακτικές κρίσεις, εφόσον υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 21 παρα. 1 και 2, εδάφιο α, β` και γ του Ν. 671/1977, με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για τους λοιπούς ομοιοβάθμους συναδέλφους τους και αν συντρέχει περίπτωση προαγωγής, προάγονται.
β. `Έκτακτα τη χρονολογία που συμπληρώνουν 35ετή πραγματική υπηρεσία, ως ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους ή αποστρατευτέοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Οι διατάξεις της παραγρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 1234/82 καταργούνται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ.154/1990, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο μόνο του Π.Δ.43/1993 (ΦΕΚ Α 14)
11. Για τον υπολογισμό της 35ετούς πραγματικής υπηρεσίας των αξιωματικών μέχρι και το βαθμό του Αστυνομικού Υποδιευθυντή εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του Ν.1234/1982 (Α`23)”
Σημ.: όπως η παρ.11 που είχε προστεθεί με την παρ.1 του άρθρου 1 του Π.Δ.66/1991 (ΦΕΚ Α 30), αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.64/1992 (ΦΕΚ Α 32)
Άρθρο 47
Συμβούλια κρίσης αστυφυλάκων, αρχιφυλάκων και ανθυπαστυνόμων.
1. Το πρωτοβάθμιο συμβούλιο κρίσης για την παραμονή των αστυφυλάκων στο σώμα συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού από έναν αστυνομικό διευθυντή ως πρόεδρο και δύο αστυνομικούς υποδιευθυντές ως μέλη.
Πρωτοβάθμιο συμβούλιο είναι δυνατό να συγκροτηθεί και στη Θεσσαλονίκη.
2. Το δευτεροβάθμιο συμβούλιο κρίσης για την παραμονή των αστυφυλάκων στο σώμα λειτουργεί στην Αθήνα και συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού από 3 υποστρατήγους, ο αρχαιότερος των οποίων ασκεί καθήκοντα προέδρου.
3. Τα συμβούλια των παραγράφων 1 και 2 είναι αρμόδια να κρίνουν για τις βαθμολογικές ή μισθολογικές προαγωγές αστυφυλάκων, αρχιφυλάκων και ανθυπασπιστών.
Άρθρο 48
Ειδικές περιπτώσεις προαγωγών.
1. Οι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, που προέρχονται από ανθυπαστυνόμους, εφόσον συμπληρώνουν το συνολικό χρόνο αξιωματικού των υποπαραγράφων 1β και 1γ του άρθρου 1 του Ν. 988/1979, στον οποίο υπολογίζεται και ο χρόνος ανθυπαστυνόμου, υπαξιωματικού και αστυφύλακα, πέρα από τα 13 χρόνια, παίρνουν οικονομική προαγωγή αστυνόμου Α ` ή αστυνομικού υποδιευθυντή αντίστοιχα.
2. Οι ανθυπαστυνόμοι, που εξομοιώνονται βάσει του άρθρου 2 του Ν. 988/1979 με αστυνόμο β`, εφόσον συμπληρώνουν παραμονή 16 ετών στο βαθμό του ανθυπαστυνόμου ή συνολική πραγματική υπηρεσία αστυφύλακα, υπαξιωματικού και ανθυπαστυνόμου 28 ετών, παίρνουν οικονομική προαγωγή αστυνόμου α`.
3. Ο χρόνος που αναγνωρίζεται με τις παραγράφους 1 και 2, για τη λήψη οικονομικής προαγωγής, δεν δημιουργεί δικαίωμα αναδρομικής προαγωγής σε κανένα βαθμό ούτε δικαίωμα λήψης αποδοχών αναδρομικά, αλλά υπολογίζεται μόνο ως συνολικός χρόνος για τις οικονομικές προαγωγές σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 988/1979 και του Ν. 1135/1981.
4. Για τους αξιωματικούς της παραγράφου 1 δεν έχει εφαρμογή η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του Ν. 988/1979, εκτός από αυτούς που συμπληρώνουν 35ετία ή το όριο ηλικίας του βαθμού τους. Για τους αστυνόμους β` ειδικά που αποστρατεύονται με αίτησή τους και παίρνουν οικονομική προαγωγή αστυνόμου α` ή αστυνομικού υποδιευθυντή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, η παράγραφος 2, του άρθρου 1 του Ν. 988/1979 εφαρμόζεται για προαγωγή μόνο στο βαθμό του αστυνόμου α`.
5. Όσοι εμπίπτουν στις διατάξεις των παραγράφων 1 -4 δεν είναι δυνατό από την εφαρμογή τους να παίρνουν συνολικές αποδοχές λιγότερες από αυτές που έπαιρναν. Τυχόν διαφορά που θα προκύπτει θα χορηγείται σαν προσωρινό επίδομα, που θα καλύπτεται από βαθμολογική ή μισθολογική προαγωγή.
6. Αστυφύλακες που συμπληρώνουν 18 χρόνια υπηρεσίας από την κατάταξή τους, στην οποία προσμετράται και η προϋπηρεσία τους στη Χωροφυλακή και στην Αστυνομία Πόλεων, προάγονται ύστερα από κρίση στο βαθμό του αρχιφύλακα. Όσοι προάγονται σύμφωνα με τη διάταξη αυτή δεν επιτρέπεται να ασκούν καθήκοντα ανακριτικών υπαλλήλων, κατέχουν οργανική θέση αστυφύλακα, εκτελούν τα προηγούμενα καθήκοντά τους και δεν εξελίσσονται βαθμολογικά, εκτός αν επιτύχουν σε προαγωγικές ή εισαγωγικές εξετάσεις.
7. Για τη μισθολογική προαγωγή και τις λοιπές οικονομικές παροχές, την αποστρατεία και απόλυση των αστυφυλάκων, αρχιφυλάκων και ανθυπαστυνόμων εφαρμόζονται οι διατάξεις που είχαν ισχύ για το προσωπικό της Χωροφυλακής με αντίστοιχοι βαθμό, με τις εξής διαφοροποιήσεις :
α. Οι ανθυπαστυνόμοι προάγονται μισθολογικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 988/1979 (ΦΕΚ Α ` 258).
β. Οι αρχιφύλακες προάγονται μισθολογικά στο βαθμό του υπαστυνόμου, όταν συμπληρώνουν 26 χρόνια πραγματικής υπηρεσίας και στο βαθμό του αστυνόμου β`, όταν συμπληρώνουν 28 χρόνια πραγματικής υπηρεσίας.
γ. Όπου στο Ν. 1135/1981 (ΦΕΚ Α` 60) αναφέρονται μισθολογικές προαγωγές στους βαθμούς υπενωματάρχη και ανθυπομοιράρχου, για τις προαγωγές αυτές λαμβάνονται στο εξής υπόψη αντιστοίχως οι βαθμοί του επιλοχία και ανθυπολοχαγού του στρατού ξηράς.
δ. Όπου στο Ν. 1135/1981 η μισθολογική προαγωγή των αρχιφυλάκων συναρτάται προς τον ελάχιστο χρόνο παραμονής τους στο βαθμό για προαγωγή, ο χρόνος αυτός ορίζεται σε 6 έτη.
8. Οι μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις, που προβλέπονται από διατάξεις νόμου χορηγούνται ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου που είναι αρμόδιο για τη βαθμολογική προαγωγή του δικαιούχου. Κατά την εκτίμηση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση των μισθολογικών προαγωγών και προσαυξήσεων λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, η κατάσταση της υγείας καθώς και η συχνή απουσία από την υπηρεσία για λόγους ασθένειας, που επηρεάζουν την υπηρεσιακή απόδοση του προσωπικού.
Κατά της απορριπτικής απόφασης δεν επιτρέπεται προσφυγή, η υπόθεση όμως εξετάζεται και πάλι ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου, όταν συμπληρώνεται εξάμηνο από τη χρονολογία της τελευταίας απορριπτικής απόφασης.
Δεν απαιτείται απόφαση συμβουλίου για μισθολογική προαγωγή εκείνων που έχουν εγγραφεί σε πίνακα προακτέων ή διατηρητέων.
9. Αστυφύλακες, Αρχιφύλακες, Ανθυπαστυνόμοι και υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος αντίστοιχων βαθμών, που κατέλαβαν ή θα καταλάβουν μία από τις θέσεις μεταξύ της πρώτης μέχρι και της ογδόης σε ατομικό άθλημα κατά τη διεξαγωγή Ολυμπιακών Αγώνων και υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία ή στο Πυροσβεστικό Σώμα με τους προαναφερόμενους βαθμούς, προάγονται, μετά από κρίση του αρμόδιου Συμβουλίου, στο βαθμό του Υπαστυνόμου B ή του Ανθυποπυραγού, αντίστοιχα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων. Οι προαγόμενοι εντάσσονται στην επετηρίδα των αξιωματικών που προβλέπεται από το Ν.Δ. 649/1970 (ΦΕΚ 156 Α) και εξελίσσονται έκτοτε σύμφωνα με τις διατάξεις που ρυθμίζουν κάθε φορά την ιεραρχία και τις προαγωγές τους. Από τους αξιωματικούς αυτούς ασκούν ανακριτικά καθήκοντα μόνο όσοι είχαν την ιδιότητα του ανακριτικού υπαλλήλου πριν την προαγωγή τους.
Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται αναλόγως και για τους αστυνομικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους των προαναφερόμενων βαθμών που κατέλαβαν ή θα καταλάβουν μια από τις θέσεις μεταξύ της πρώτης μέχρι και της έκτης σε ομαδικό άθλημα κατά τη διεξαγωγή Ολυμπιακών Αγώνων ή πρώτη θέση έως και τρίτη σε ατομικό ή ομαδικό άθλημα σε παγκόσμιο πρωτάθλημα και υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία ή στο Πυροσβεστικό Σώμα με τους προαναφερόμενους βαθμούς.
Μόνιμοι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Πυροσβεστικού Σώματος, μέχρι του βαθμού του Υπαστυνόμου A ή Υποπυραγού, αντιστοίχως, που αναδείχθηκαν ή θα αναδειχθούν Ολυμπιονίκες σε μία από τις πρώτες τρεις θέσεις σε ατομικό ή ομαδικό άθλημα κατά τη διεξαγωγή Ολυμπιακών Αγώνων, προάγονται στον αμέσως ανώτερο βαθμό, μετά από κρίση του αρμόδιου Συμβουλίου, ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών θέσεων και τη συνδρομή τυπικών προσόντων.
Οι προαγωγές όσων επιτυγχάνουν κάποια από τις προαναφερόμενες διακρίσεις ανατρέχουν στην ημερομηνία επίτευξης της διάκρισης.
Οι διατάξεις των τριών πρώτων και του έκτου εδαφίου εφαρμόζονται και για τους αστυνομικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους των προβλεπόμενων βαθμών, που ως μέλη της Εθνικής Ομάδας ποδοσφαίρου κατέλαβαν το έτος 2004 ή εφεξής καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στο Πανευρωπαίκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.8 Ν.3103/2003, ΦΕΚ Α 23/29.1.2003, και με την παρ.1 άρθρ.8 Ν.3387/2005,ΦΕΚ Α 224/12.9.2005.
10. Το αστυνομικό τεχνικό προσωπικό, που θα ενταχθεί στην Ελληνική Αστυνομία από τη Χωροφυλακή, εφόσον διατίθεται σε υπηρεσίες της διεύθυνσης τεχνικών του κλάδου διοικητικής υποστήριξης, για τις αποδοχές και τη βαθμολογική του εξέλιξη διέπεται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη εφαρμογής αυτού του νόμου. Οι οργανικές τους θέσεις διατηρούνται μέχρι να εξέλθουν από την υπηρεσία και καθεμιά από αυτές που κενώνεται προστίθεται στις θέσεις του αστυνομικού προσωπικού των γενικών καθηκόντων.
Άρθρο 49
Τοποθετήσεις – Μεταθέσεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 7 της Π.Ν.Π.της 24/24.4.1985 (Α 71).
1. Οι τοποθετήσεις και μεταθέσεις των προϊσταμένων των κλάδων ενεργούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ύστερα από εισήγηση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, των δε υποστρατήγων με απόφαση συμβουλίου με πρόεδρο τον Αρχηγό και μέλη δύο αντιστράτηγους. Εάν δεν υπάρχουν ή κωλύονται αντιστράτηγοι της ελληνικής Αστυνομίας στο συμβούλιο μετέχουν αντιστράτηγοι του Στρατού Ξηράς, που ορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας.
2. Οι Μεταθέσεις των λοιπών αξιωματικών εκτός νομού ή από κεντρική σε περιφερειακή υπηρεσία και αντίστροφα ενεργούνται με απόφαση τριμελούς συμβουλίου από τρείς υποστρατηγούς με πρόεδρο τον αρχαιότερο. Με απόφαση του ίδιου συμβουλίου ενεργούνται και οι μεταθέσεις των αστυνόμων, αστυνομικών υποδιευθυντών και αστυνομικών διευθυντών από υπηρεσία σε υπηρεσία μέσα στον ίδιο νομό ή στην ίδια κεντρική ή περιφερειακή υπηρεσία.
3. Οι μεταθέσεις των αστυφυλάκων, αρχιφυλάκων και ανθυπαστυνόμων εκτός νομού ή από κεντρική σε περιφερειακή υπηρεσία και αντίστροφα ενεργούνται με απόφαση τριμελούς συμβουλίου από δύο αστυνομικούς διευθυντές και το διευθυντή προσωπικού, με πρόεδρο τον αρχαιότερο.
4. Οι μεταθέσεις των αστυφυλάκων, αρχιφυλάκων, ανθυπαστυνόμων, υπαστυνόμων και αστυνόμων β` σε υπηρεσίες μέσα στον ίδιο νομό ενεργούνται με διαταγή του αστυνομικού διευθυντή του νομού. Στην περιφέρεια της γενικής αστυνομικής διεύθυνσης τις μεταθέσεις αυτές από διεύθυνση σε διεύθυνση ενεργεί με διαταγή του ο γενικός αστυνομικός διευθυντής μέσα δε στην ίδια διεύθυνση ή υποδιεύθυνση, ο προϊστάμενος της οικείας διεύθυνσης ή υποδιεύθυνσης. Οι μεταθέσεις του προσωπικού της παραγράφου αυτής μέσα στην ίδια κεντρική ή περιφερειακή υπηρεσία ενεργούνται με διαταγή του προϊσταμένου της κεντρικής ή περιφερειακής υπηρεσίας.
5. Τα συμβούλια που προβλέπονται με το άρθρο αυτό συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ύστερα από πρόταση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και εκείνοι πού εκτελούν χρέη εισηγητή και γραμματέα των συμβουλίων.
6. Για τα λοιπά θέματα περί τοποθετήσεων και μεταθέσεων του αστυνομικού προσωπικού εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 671/1977 και Ν.Δ. 974/1971, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα και διέπουν το θέμα αυτό για το προσωπικό της Χωροφυλακής με αντίστοιχο βαθμό.
7. Οι τοποθετήσεις και μεταθέσεις των παραγράφων 1 και 2 κοινοποιούνται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας της παραγράφου 3 με διαταγή του προίσταμένου του κλάδου διοικητικής υποστήριξης και της παραγράφου 4 με διαταγή του ενεργούντος τις μεταθέσεις αυτές.
8. Οι μεταθέσεις των κοινοτικών φυλάκων εκτός νομού γίνονται μόνο αμοιβαία ή για λόγους πειθαρχίας.
Άρθρο 50
Αποσπάσεις – μετακινήσεις.
1. Απόσπαση οποιουδήποτε αξιωματικού, υπαξιωματικού και αστυφύλακα της Ελληνικής Αστυνομίας σε υπηρεσία εκτός αυτής, όταν προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις, ενεργείται μόνο με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, εκτός από τις περιπτώσεις των αποσπάσεων για τις οποίες συγκεκριμένη διάταξη προβλέπει σύμπραξη και άλλων Υπουργών.
2. Αποσπάσεις σε υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας επιτρέπονται να ενεργούνται για τους ακόλουθους λόγους:
α. αναπλήρωση κωλυόμενου βαθμοφόρου που διαρκεί αυτοτελή υπηρεσία.
β. ενίσχυση υπηρεσίας για αντιμετώπιση εποχιακών αναγκών. γ. εκτέλεση των έργων που διαλαμβάνονται στο Ν.Δ. 1335/1973.
δ. συγκρότηση ειδικής ομάδας δίωξης εγκλημάτων τοπικού ενδιαφέροντος (μεταβολικό απόσπασμα).
ε. εκπαίδευση του αποσπώμενου.
Οι αποσπάσεις αυτές γίνονται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Αποσπάσεις υπαξιωματικών και αστυφυλάκων στην περιφέρεια του ίδιου νομού ενεργούντα με απόφαση του αστυνομικού διευθυντή του νομού.
3. Οι παραπάνω αποσπάσεις διαρκούν για τις περιπτώσεις α, β, γ και δ μέχρι ένα μήνα, για την περίπτωση γ όσο προβλέπεται από το Ν.Δ. 1335/1973 και για την περίπτωση ε` όσο διαρκεί η εκπαίδευση.
4. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης μπορεί να αποσπάται προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης σε υπηρεσίες του Ελληνικού Κράτους στο εξωτερικό ή σε υπηρεσίες διεθνών οργανισμών στο εξωτερικό στους οποίους μετέχει και η Ελλάδα, Προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, μπορεί να συμμετέχει σε ειδικές αποστολές στο εξωτερικό αρμοδιότητας του Υπουργείου Εξωτερικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 419/1976 (ΦΕΚ Α` 221 ). Τα ειδικότερα καθήκοντα, η διοικητική υπαγωγή, οι αποδοχές, το ωράριο εργασίας, η διάρκεια απόσπασης στο εξωτερικό, οι σχέσεις με τους λοιπούς Έλληνες υπαλλήλους και όλα τα θέματα που προκύπτουν από την εφαρμογή της διάταξης αυτής ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης.
5. Για την αντιμετώπιση εκτάκτων, επειγουσών και σοβαρών αναγκών τάξης και ασφάλειας επιτρέπεται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας ή, προκειμένου για μετακίνηση μέσα στα όρια του νομού, με διαταγή του αστυνομικού διευθυντή του νόμου που γνωστοποιείται στη διεύθυνση προσωπικού του κλάδου διοικητικής υποστήριξης, η προσωρινή μετακίνηση του αστυνομικού προσωπικού, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες.
6. `Όσοι υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία είναι δυνατό να ανακαλούνται προσωρινά σε μία από τις προϊστάμενες υπηρεσίες τους όταν ενεργείται σε βάρος τους ανάκριση για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή πειθαρχικό παράπτωμα και για όσο χρόνο διαρκεί η ανάκριση.
Άρθρο 51
Ανάκληση από την εφεδρεία
1. `Όσοι από το αστυνομικό προσωπικό ανεξάρτητα από το βαθμό τους είναι γραμμένοι στα στελέχη της εφεδρείας μπορεί να ανακαλούνται στην ενέργεια σε καιρό ειρήνης, γενικής ή μερικής επιστράτευσης, ή πολέμου με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας τάξης, ύστερα από πρόταση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας για την αντιμετώπιση επειγουσών, ή προκειμένου για αξιωματικούς, και ειδικών υπηρεσιακών αναγκών, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν από το εν ενεργεία αστυνομικό προσωπικό. Οι ανακαλούμενοι από την εφεδρεία δεν καταλαμβάνουν οργανικές θέσεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.254/1995 (Α 141)
2. `Όσοι από τους ανακαλούμενους είχαν κατά την αποστρατεία τους προαχθεί στον ανώτερο βαθμό καλούνται με τον βαθμό αυτόν, αν κατά το χρόνο της ανάκλησης έχει προαχθεί νεώτερός τους. Διαφορετικά καλούνται με το βαθμό που έφεραν όταν ήταν στην ενέργεια.
3. Οι ανακαλούμενοι από την εφεδρεία στην ενέργεια αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας προάγονται κατά δύο βαθμούς οι κατώτεροι, κατά ένα βαθμό οι ανώτεροι όχι όμως πέραν του Αστυνομικού Δ/ντή, και κατά ένα βαθμό οι Ταξίαρχοι και οι Υποστράτηγοι, εφόσον κρίνονται προακτέοι από το αρμόδιο συμβούλιο.
Οι ανωτέρω αξιωματικοί προάγονται αν μετά την ανάκλησή τους έχουν συμπληρώσει το χρόνο παραμονής στο βαθμό που προβλέπεται για τους μόνιμους εν ενεργεία ομοιόβαθμους τους και έχει προαχθεί μόνιμος ομοιόβαθμός τους, ο οποίος κατά το χρόνο αποστρατείας τους ήταν νεότερός τους. Οι κρινόμενοι ως μη προακτέοι δικαιούνται προσφυγής στο δευτεροβάθμιο συμβούλιο, σύμφωνα με όσα ισχύουν για τους μόνιμους ομοιοβάθμους τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.254/1995 (Α 141)
4. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης ρυθμίζονται τα θέματα εγγραφής στα στελέχη (βιβλία) της εφεδρείας και κάθε άλλη λεπτομέρεια, που αφορά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού.
ΤΜΗΜΑ Ζ΄
Πειθαρχικό δίκαιο.
Άρθρο 52
Πειθαρχικές ποινές.
1. Στο αστυνομικό προσωπικό και τους κοινοτικούς φύλακες επιβάλλονται οι ακόλουθες πειθαρχικές ποινές, οι οποίες καταχωρούνται στα ατομικά τους έγγραφα:
α. παρατήρηση.
β. επίπληξη.
γ. πρόστιμο μέχρι ένα βασικό μισθό του τιμωρούμενου.
δ. αργία με πρόσκαιρη παύση.
ε. αργία με απόλυση.
στ. απόταξη.
2. Η παρατήρηση, η επίπληξη και το πρόστιμο είναι κατώτερες Πειθαρχικές ποινές. Οι αργίες και η απόταξη είναι ανώτερες πειθαρχικές ποινές.
3. Τα παραπτώματα, τα αρμόδια όργανα κι η σχετική διαδικασία για την επιβολή των κατώτερων ποινών καθορίζονται με τον κανονισμό προσωπικού. Τα χρηματικά ποσά των ποινών προστίμου περιέρχονται στο ταμείο ασφάλισης στο οποίο ανήκει ο τιμωρούμενος.
4. Για τα παραπτώματα που επισύρουν ανώτερες πειθαρχικές ποινές και τη διαδικασία βεβαίωσης και εκδίκασης τους εφαρμόζονται οι διατάξεις των Ν.Δ. 343/1969 (ΦΕΚ Α 238) και 935/1971 (ΦΕΚ Α 149), όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, που αφορούν το προσωπικό της Χωροφυλακής με αντίστοιχο βαθμό, με τις ακόλουθες διαφοροποιήσεις:
α. Ένορκη διοικητική εξέταση για τη βεβαίωση του παραπτώματος είναι δυνατό να διατάσσουν ο Υπουργός και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δημόσιας τάξης, ο Αρχηγός και οι προϊστάμενοι των κλάδων της ελληνικής Αστυνομίας, ο αστυνομικός διευθυντής του νομού και ο διευθυντής προϊστάμενος διεύθυνσης για οποιονδήποτε από τους υφισταμένους τους.
β. Τα ανακριτικά (πειθαρχικά) πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια συμβούλια συνιστώνται για ένα έτος και λειτουργούν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Τα συμβούλια συγκροτούνται από αξιωματικούς με απόφαση του Υπουργού, αν παραπέμπεται αξιωματικός και του Αρχηγού για τους λοιπούς. Αν ο παραπεμπόμενος είναι αξιωματικός, τα μέλη του συμβουλίου πρέπει να είναι ανώτεροι του, διαφορετικά γίνεται ανασυγκρότηση. Αν πρόκειται για παραπομπή αντιστρατήγου, το συμβούλιο είναι τριμελές και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και δύο αντιστράτηγους των ενόπλων δυνάμεων, που ορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής `Άμυνας. Στην περίπτωση αυτή δεν επιτρέπεται δευτεροβάθμια κρίση.
5. Τα πειθαρχικά παραπτώματα, που επισύρουν κατώτερη πειθαρχική ποινή, παραγράφονται μετά ένα έτος από τότε που διαπράχθηκαν. Αυτά που επισύρουν ανώτερη πειθαρχική ποινή παραγράφονται μετά πέντε έτη, από τότε που διαπράχθηκαν. Ο χρόνος ανάκρισης και εκδίκασης του παραπτώματος διακόπτει την παραγραφή το πολύ για 6 μήνες.
6. Κατά τα λοιπά ως προς την υπηρεσιακή κατάσταση του αστυνομικού προσωπικού εφαρμόζονται τα οριζόμενα στα Ν.Δ. 343/1969 και 935/1971. όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα.
7. `Όσοι από το αστυνομικό προσωπικό αποφυλακίζονται προσωρινά ή με εγγύηση τίθενται στην κατάσταση της αυτεπάγγελτης διαθεσιμότητας με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
8. Το συμβούλιο του εδαφίου γ της παραγράφου 7 του άρθρου 26 είναι και ανακριτικό συμβούλιο για τα πειθαρχικά παραπτώματα των κοινοτικών φυλακών που επισύρουν ανώτερες Πειθαρχικές ποινές. Το δευτεροβάθμιο συμβούλιο για τα ίδια πειθαρχικά παραπτώματα των κοινοτικών φυλάκων συντίθεται από έναν υποστράτηγο, ένα νομικό σύμβουλο ή πάρεδρο της διοίκησης και ένα υπάλληλο του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης με βαθμό 2ο ή 3ο και, αν δεν υπάρχει, με βαθμό 4ο ή 5ο. οι οποίοι πρέπει να είναι αρχαιότερο, εκείνων που συμμετείχαν κατά την πρωτοβάθμια κρίση. Κατά τα λοιπά για τα πειθαρχικά παραπτώματα των κοινοτικών φυλακών εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτού του άρθρου, της παραγράφου 6 του άρθρου 26 αυτού του νόμου και οι διατάξεις του Ν.Δ. 935/1971.
Άρθρο 53
Κανονισμός προσωπικού Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, καθορίζονται, μέσα στα πλαίσια αυτού του νόμου, τα ειδικότερα θέματα που αναφέρονται στην προέλευση και τα προσόντα του προσωπικού του Υπουργείου, την εξέλιξή του, τον έλεγχο και τη βαθμολογία της απόδοσής του, τις μεταβολές της υπηρεσιακής του κατάστασης και τη διαδικασία των κρίσεων, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά του. το πειθαρχικό δίκαιο και την αποχώρησή του από την υπηρεσία. Όταν με τα διατάγματα αυτό ρυθμίζονται θέματα που έχουν μισθολογικές ή ασφαλιστικές συνέπειες, συναρμόδιοι για την πρόταση έκδοσής τους είναι και οι Υπουργοί Οικονομικών και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
2. Τα προεδρικά διατάγματα της προηγούμενης παραγράφου κωδικοποιούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης που απαρτίζουν τον κανονισμό προσωπικού του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 54
Κατάργηση Σωμάτων και Υπηρεσιών.
1. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται τα σώματα Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων καθώς και η διεύθυνση Αγροφυλακής με τις υπηρεσίες τους σε όλη τη χώρα και με ταυτόχρονη κατάργηση των οργανικών θέσεων του προσωπικού τους. Καταργούνται επίσης το συντονιστικό επιτελείο του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (ΥΠ.Ε.Α.). η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Υπηρεσιών (Δ.Ε.Υ.) και η Υπηρεσία Πολιτικής Σχεδίασης `Έκτακτης Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.).
2. Οι αρμοδιότητες της υπηρεσίας Π.Σ.Ε.Α. περιέχονται στον κλάδο πολιτικής άμυνας της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας και της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Υπηρεσιών περιέρχονται στον κλάδο ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι αρμοδιότητες της διεύθυνσης Αγροφυλακής και των υπηρεσιών της περιέρχονται στον κλάδο αστυνομίας τάξης της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο τρόπος άσκησης και η κατανομή των αρμοδιοτήτων στα επιμέρους όργανα καθορίζεται με τον εσωτερικό κανονισμό.
3. Τα καταργούμενα σώματα και υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, μέχρι την ανάληψη των αρμοδιοτήτων τους από τις υπηρεσίες που προβλέπει ο νόμος αυτός. Οι νέες υπηρεσίες συνιστώνται και αρχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11. Το προσωπικό των σωμάτων και των υπηρεσιών που καταργούνται, μέχρι να ενταχθεί στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του και να διέπεται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του νομού αυτού. Το προσωπικό εξακολουθεί να φέρει τη στολή που έφερε πριν από την ένταξη στην Ελληνική Αστυνομία, μέχρις ότου εφοδιασθεί με νέα στολή.
4. Τα ακίνητα, τα μέσα, ο οπλισμός και το κάθε μορφής υλικό που κατέχονται από τα σώματα και τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού περιέρχονται στην κυριότητα της Ελληνικής Αστυνομίας.
5. Οι επιμέρους προϋπολογισμοί των καταργούμενων σωμάτων και υπηρεσιών και του Πυροσβεστικού Σώματος, που βρίσκονται σε εκτέλεση, ενοποιούνται σε ενιαίο προϋπολογισμό, ο οποίος εκτελείται ως προϋπολογισμός του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής αυτής της παραγράφου ρυθμίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.
6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημοσίας Τάξης, κωδικοποιούνται και ενσωματώνονται σε ενιαίο κείμενο με τίτλο “Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης” οι διατάξεις του νόμου αυτού, οι διατάξεις των Ν. 671/1977, Ν. 988/1979, Ν.Δ. 974/1971, Ν.Δ. 935/1971, Ν. 617/ 1977, Ν. 1135/1981, Ν. 1145/1981, Ν. 1234/1982 (ΦΕΚ Α 23) και Ν. 1339/1983, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, καθώς και όλες οι διατάξεις νόμων που ισχύουν για τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία Πόλεων μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου και δεν καταργούνται με το νόμο αυτόν. `Όπου από τις διατάξεις αυτές προκύπτει διαφορετική ρύθμιση για τα ίδια θέματα, ισχύουν οι ευμενέστερες διατάξεις για το προσωπικό και τους πολίτες, οι οποίες και περιλαμβάνονται στην κωδικοποίηση. Κατά την κωδικοποίηση αυτή επιτρέπεται η αλλαγή της σειρά των άρθρων, η παράλειψη διατάξεων που δεν εναρμονίζονται στις ρυθμίσεις αυτού του νόμου, καθώς και η προσαρμογή της ορολογίας στα πλαίσια αυτού του νόμου.
Άρθρο 55
Ένταξη προσωπικού.
1. Το αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό των καταργούμενων με το νόμο αυτόν σωμάτων Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων και της Αγροφυλακής εντάσσεται σε θέσεις του αντίστοιχου βαθμού του προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, εφόσον, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 20 ημερών από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου δηλώσει εγγράφως στην υπηρεσία στην οποία ανήκει οργανικά ή υπηρετεί ότι επιθυμεί την ένταξή του. Όσοι δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν την ένταξή τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 7 και για όσους περάσει άπρακτη η παραπάνω προθεσμία λογίζεται ότι έχουν υποβάλει αίτηση εξόδου από την υπηρεσία από την οποία εξέρχονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Οι κατέχοντες το βαθμό του συνταγματάρχη ή αστυνομικού διευθυντή α και άνω πρέπει να υποβάλλουν τη σχετική δήλωση εντός πέντε ημερών από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου. Η ένταξη του κάθε κατηγορίας προσωπικού της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων και της Αγροφυλακής στο προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, η οποία ρυθμίζει και κάθε σχετική με το θέμα αυτό λεπτομέρεια.
2. Κατά την πρώτη εφαρμογή αυτού του νόμου, διατηρούνται δύο αρχηγοί για χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβεί τους έξ μήνες, οι οποίοι καταλαμβάνουν τις δύο από τις οργανικές θέσεις αντιστρατήγων. Τα καθήκοντα που ασκεί καθένας από τους αρχηγούς καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
Μετά την υποβολή της δήλωσης ότι επιθυμούν να ενταχθούν στο προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης:
α. Τις λοιπές τρεις θέσεις αντιστρατήγων καταλαμβάνουν με επιλογή αξιωματικοί που έφεραν πριν από την ένταξή τους βαθμό υποστρατήγου – υπαρχηγού ή ταξίαρχου – γενικού αστυνομικού διευθυντή ύστερα από προαγωγή τους με επιλογή. Από τις θέσεις αυτές οι 15 καταλαμβάνονται από αξιωματικούς που προέρχονται από τη Χωροφυλακή και οι 6 από αξιωματικούς που προέρχονται από την Αστυνομία Πόλεων.
β. Τις θέσεις των 21 υποστρατήτων καταλαμβάνουν με επιλογή αξιωματικοί που έφεραν πριν από την ένταξή τους βαθμό υποστρατήγου – υπαρχηγού ή ταξιάρχου – γενικού αστυνομικού διευθυντή ή συνταγματάρχη – αστυνομικού διευθυντή α ύστερα από προαγωγή τους με επιλογή. Από τις θέσεις αυτές οι 15 καταλαμβάνονται από αξιωματικούς που προέρχονται από τη Χωροφυλακή και οι 6 από αξιωματικούς που προέρχονται από την Αστυνομία Πόλεων.
γ. Τις θέσεις των 125 αστυνομικών διευθυντών καταλαμβάνουν αξιωματικοί που έφεραν πριν από την ένταξή τους το βαθμό συνταγματάρχη – αστυνομικού διευθυντή α ή το βαθμό αντισυνταγματάρχη – αστυνομικού διευθυντή β ύστερα από προαγωγή τους με επιλογή. Από τις θέσεις αυτές οι 91 καταλαμβάνονται από αξιωματικούς που προέρχονται από τη Χωροφυλακή και οι 34 από αξιωματικούς που προέρχονται από την Αστυνομία Πόλεων.
δ. Τις θέσεις των αστυνομικών υποδιευθυντών και κατωτέρων καταλαμβάνουν, χωρίς προηγουμένη κρίση κατά αντίστοιχους βαθμούς αντισυνταγματάρχες – αστυνομικοί διευθυντές β και κατώτεροι αυτών. ε. Οι ανθυπομοίραρχοι και υπαστυνόμοι β προάγονται αυτοδίκαια, χωρίς κρίση, στον επόμενο βαθμό και εντάσσονται ως υπαστυνόμοι.
στ. Οι υπενωμοτάρχες και υπαρχιφύλακες προάγονται αυτοδίκαια, χωρίς κρίση, στον επόμενο βαθμό και εντάσσονται ως αρχιφύλακες.
ζ. Οι αγροφύλακες εντάσσονται στις θέσεις κοινοτικών φυλακών και οι αρχιφύλακες Αγροφυλακής σε θέσεις πολιτικού προσωπικού κλάδου ΜΕ1 διοικητικού.
η. Οι υγειονομικοί αξιωματικοί εντάσσονται σε θέσεις υγειονομικών αξιωματικών.
θ. Το προσωπικό των ειδικών υπηρεσιών, που καταργούνται με το νόμο αυτόν, εντάσσεται σε θέσεις αντίστοιχου βαθμού του προσωπικού των γενικών υπηρεσιών.
3. Το μόνιμο πολιτικό προσωπικό της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων, του Πυροσβεστικού και της Αγροφυλακής εντάσσεται σε θέσεις μονίμου πολιτικού προσωπικού αντίστοιχου κλάδου και βαθμού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Το πολιτικό προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, τα Σώματα Ασφαλείας και την Αγροφυλακή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, εκτός των μαγείρων, βοηθών μαγείρων, τραπεζοκόμων και κουρέων, εντάσσεται και μονιμοποιείται σε θέσεις μόνιμου πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, σε κλάδο και βαθμό ανάλογο με τα τυπικά προσόντα και τα χρόνια υπηρεσίας που διαθέτει. Οι διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1476 (ΦΕΚ Α` 136) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για το παραπάνω προσωπικό.
Κατ` εξαίρεση οι υπηρετούντες σε θέσεις ειδικών συμβούλων, ειδικών συνεργατών της Υ.Π.Ε.Α., βοηθητικού προσωπικού και καθαριστριών εντάσσονται αντίστοιχα σε θέσεις των εδαφίων α, β, γ και ε της παραγράφου 3 του άρθρου 26 του παρόντος και εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις, που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Αν κατά την ένταξη του προσωπικού των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και του πολιτικού προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος και της Αγροφυλακής στο προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης προκύψουν υπεράριθμοι σε κάποιο βαθμό, καταλαμβάνουν προσωρινές θέσεις. Το προσωπικό αυτό καταλαμβάνει τις πρώτες οργανικές θέσεις του κλάδου και του βαθμού του που θα κενωθούν και οι προσωρινές τους θέσεις καταργούνται
5. Το προσωπικό που εντάσσεται στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης εξακολουθεί να διέπεται από το συνταξιοδοτικό δίκαιο που ίσχυε κατά το χρόνο της ένταξής του.
6. Κατά την πρώτη εφαρμογή αυτού του νόμου, για τις προαγωγές που θα γίνουν για την κατάληψη των θέσεων των εδαφίων α, β και γ της παραγράφου 2 δεν απαιτείται χρόνος παραμονής στον κατεχόμενο βαθμό.
7. Οι υπάλληλοι ΑΤ της Αγροφυλακής, που δεν θα ζητήσουν την ένταξή τους στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νομού, μπορούν να ζητήσουν μέσα στην ανατρεπτική προθεσμία των είκοσι (20) ημερών της παραγράφου 1 τη μετάταξή τους στα Υπουργεία Εσωτερικών και Γεωργίας. Η μετάταξη είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση και ενεργείται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών σε υπάρχουσες κενές θέσεις ή σε προσωρινές θέσεις αντίστοιχου κλάδου και προσόντων, που συνιστώνται με την απόφαση αυτή.
Άρθρο 56
Καθορισμός αρχαιότητας.
1. Η αρχαιότητα για τους αξιωματικούς καθορίζεται με βάση το ημερολογιακό έτος προαγωγής τους στο βαθμό που έφεραν πριν απο την ενταξή τους.
2. Μεταξύ ομοιοβάθμων αξιωματικών, που προήχθησαν το ίδιο ημερολογιακό έτος. η αρχαιότητα υπολογίζεται με βάση τον ακόλουθο μαθηματικό τύπο:
Νέα σειρά ίσον Ν επί, ανοίγει παρένθεση, κλάσμα Χ δια Ψ, κλείνει η παρένθεση στην κ δύναμη.
Νέα σειρά = Ν. (Χ/Ψ)Κ
`Όπου Ν η σειρά που είχε ο αξιωματικός στο σώμα από το οποίο προέρχεται μεταξύ των ομοιόβαθμων του που προήχθησαν στο βαθμό που κατέχουν κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος, Χ το σύνολο των αξιωματικών Χωροφυλακής, που προήχθησαν στο βαθμό που κατέχουν το ίδιο ημερολογιακό έτος, Ψ το σύνολο των αξιωματικών της Αστυνομίας Πόλεων, που προήχθησαν στο βαθμό που κατέχουν κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος και Κ ίσο με το μηδέν (0), όταν πρόκειται για αξιωματικούς Χωροφυλακής και ίσο με το ένα 91), όταν πρόκειται για αξιωματικούς της Αστυνομίας Πόλεων.
Μεταξύ δυο αξιωματικών αρχαιότερος λογίζεται εκείνος που η νέα σειρά του έχει μικρότερη τιμή. Σε περίπτωση ίσων τιμών νέας σειράς, αρχαιότερος λογίζεται ο αξιωματικός της χωροφυλακής. Ειδικότερα για τους βαθμούς αστυνομικού διευθυντή και άνω αρχαιότερος λογίζεται εκείνος που προήχθη στον βαθμό που έφερε πριν από την ένταξη ένα τρίμηνο τουλάχιστον ενωρίτερα.
3. Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου η σειρά αρχαιότητας των εξερχομένων από το τμήμα υπαστυνόμων της σχολής αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται με βάση τη σειρά εξόδου από τη σχολή, ανεξάρτητα από το σώμα προέλευσής τους.
4. Οι προαγωγές για κάλυψη κενών οργανικών θέσεων, μετα την ένταξη και τη διαμόρφωση της σειράς αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ενεργούνται κατά τις διατάξεις του Ν. 671/1977, όπως ισχύουν για τη Χωροφυλακή, ανεξάρτητα από το σώμα προέλευσης των αξιωματικών.
5. Η αρχαιότητα των αξιωματικών του Ν.Δ. 649/1970, των ανθυπαστυνόμων, των αρχιφυλάκων και των αστυφυλάκων καθορίζεται βάσει της παραγράφου 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
6. Η αρχαιότητα του πολιτικού προσωπικού που θα ενταχθεί στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης θα καθοριστεί με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Δημόσιας Τάξης.
Άρθρο 57
Αντιστοιχία ένταξης
1. Για την ένταξη του προσωπικού της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων στο αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, λαμβάνεται υπόψη η εξής βαθμολογική αντιστοιχία:
Χωροφυλακή: Αστυνομία Πόλεων: Ελληνική Αστυνομία:
αντιστράτηγος Αρχηγός αντιστράτηγος αστυνομίας υποστράτηγος υπαρχηγός υποστράτηγος αστυνομίας συνταγματάρχης αστυνομικός διευθυντής α αστυνομικός διευθυντής αντισυνταγματάρχης αστυνομικός διευθυντής β` αστυνομικός διευθυντής ταγματάρχης αστυνόμος α` αστυνόμος α` μοίραρχος αστυνόμος β αστυνόμος β` υπομοίραρχος υπαστυνόμος β υπαστυνόμος ανθυπασπιστής ανθυπαστυνόμος ανθυπαστυνόμος ενωμοτάρχης αρχιφύλακας αρχιφύλακας χωροφύλακας αστυφύλακας αστυφύλακας
2. `Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία αναφέρονται βαθμοί ή βαθμοφόροι της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων, η αναφορά νοείται ότι γίνεται στους αντίστοιχους βαθμούς ή βαθμοφόρους της Ελληνικής Αστυνομίας με βάση την αντίστοιχα, που καθορίζεται στο νόμο αυτόν. Όπου αναφέρονται οι βαθμοί υπενωμοτάρχη, ανθυπομοιράρχου, ταξιάρχου και ο αντίστοιχοί τους νοούνται αντίστοιχα οι βαθμοί αρχιφύλακα, υπαστυνόμου και υποστρατήγου της Ελληνικής Αστυνομίας. Τα ειδικότερα θέματα της αντιστοιχίας προσωπικού και υπηρεσιών ρυθμίζονται με τον κανονισμό προσωπικού.
Άρθρο 58
Επιλογή ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας.
1. Αν οι αρχηγοί Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων δεν δηλώσουν ένταξη στην Ελληνική Αστυνομία ή εξέλθουν από την υπηρεσία, για οποιοδήποτε λόγο, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου της παρ. 2 του άρθρου 55, η πλήρωση της κενής ή των κενών θέσεων γίνεται, όπως ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 44. Εάν το Κ.Υ.Σ.Ε.Α. κρίνει αναγκαία τη διατήρηση δυο αρχηγών, η μία θέση καταλαμβάνεται από αξιωματικό προερχόμενο από τη Χωροφυλακή και η άλλη από αξιωματικό προερχόμενο από την Αστυνομία Πόλεων και η αρχαιότητα του επιλεγόμενου έχει συνέπειες μόνο για τους αξιωματικούς που προέρχονται από το ίδιο σώμα.
2. Μετά την επιλογή των αρχηγών, για την επιλογή των αξιωματικών που θα καταλάβουν τις θέσεις των αντιστρατήγων και υποστρατήγων ακολουθείται η εξής διαδικασία:
α. Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης με απόφαση του συγκροτεί τριμελές συμβούλιο με μέλη δύο αντιστρατήγους του Στρατού Ξηράς, που ορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής `Άμυνας και τον Αρχηγό που προέρχεται από τη Χωροφυλακή ή τον Αρχηγό που προέρχεται από την Αστυνομία Πόλεων. ανάλογα με την προέλευση των επιλεγόμενων αξιωματικών. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος.
β. Το συμβούλιο κρίνει εκτάκτως όλους τους υποστρατήγους Χωροφυλακής και τους υπαρχηγούς της Αστυνομίας Πόλεων, τους ταξίαρχους Χωροφυλακής και τους γενικούς αστυνομικούς διευθυντές, ανεξάρτητα από το χρόνο προαγωγής τους στο βαθμό και επιλέγει αυτούς που κρίνονται κατάλληλοι για την πλήρωση των θέσεων αντιστρατήγων και υποστρατήγων.
γ. Οι υποστράτηγοι Χωροφυλακής και οι υπαρχηγοί Αστυνομίας Πόλεων, που δεν επιλέγονται για το βαθμό του αντιστρατήγου ή παραλείπονται λόγω προαγωγής νεωτέρου τους, αποστρατεύονται αυτεπαγγέλτως και θεωρούνται ότι τερμάτισαν τη σταδιοδρομία τους ευδόκιμα.
δ. Οι ταξίαρχοι και οι γενικοί αστυνομικοί διευθυντές, εάν επιλεγούν για το βαθμό του υποστρατήγου, προάγονται αμέσως στο βαθμό αυτόν. Εάν επιλέγουν για το βαθμό του αντιστρατήγου, προάγονται αμέσως στο βαθμό του υποστρατήγου, καθίστανται αρχαιότεροι των λοιπών ομοιοβάθμων τους και μετά ένα μήνα από την προαγωγή τους αυτή προάγονται χωρίς άλλη κρίση στο βαθμό του αντιστρατήγου.
3. Εάν κατά τις κρίσεις της προηγούμενης παραγράφου δεν πληρωθούν όλες οι θέσεις των υποστρατήγων, μπορεί να γίνεται κρίση των συνταγματαρχών και αστυνομικών διευθυντών α, κατά την οποία κρίνονται από το συμβούλιο αυτού του άρθρου ανεξάρτητα από το χρόνο παραμονής τους στο βαθμό.
4. `Όσοι από τους ταξιάρχους και τους γενικούς αστυνομικούς διευθυντές δεν επιλεγούν για προαγωγή προάγονται εκτός οργανικών θέσεων στο βαθμό του υποστρατήγου και μετά ένα μήνα αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα, θεωρούμενοι ότι τερμάτισαν ευδόκιμα τη σταδιοδρομία τους. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 8 του άρθρου 46 του παρόντος, οι συνταγματάρχες και αστυνομικοί διευθυντές α`, αν παραλειφθούν λόγω προαγωγής νεωτέρου τους στο βαθμό του υποστρατήγου προάγονται στο βαθμό αυτόν και μετά ένα μήνα αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα. Όσοι από τους συνταγματάρχες και τους αστυνομικούς διευθυντές α δεν παραλείπονται κατά τις προαγωγές για το βαθμό του υποστρατήγου καταλαμβάνουν αυτοδίκαια κενές οργανικές θέσεις του βαθμού αστυνομικού διευθυντή.
5. Η επιλογή των αντισυνταγματαρχών και αστυνομικών διευθυντών β` για τις θέσεις αστυνομικού διευθυντή, που θα παραμείνουν κενές μετά την ένταξη των συνταγματαρχών – αστυνομικών διευθυντών α`, γίνεται από συμβούλιο που αποτελείται από έναν αντιστράτηγο ως πρόεδρο και δύο υποστρατήγους ως μέλη, προερχόμενους από τη Χωροφυλακή ή την Αστυνομία Πόλεων, ανάλογα με την προέλευση των επιλεγόμενων αξιωματικών.
Άρθρο 59
Ειδικές περιπτώσεις μεταθέσεων.
1. Για μια πενταετία από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, όσοι ενταχθούν στην ελληνική Αστυνομία από την Αστυνομία Πόλεων με το βαθμό του αστυφύλακα μέχρι και το βαθμό του αστυνόμου A δεν μετατίθενται σε υπηρεσίες εκτός των πόλεων Αθηνών, Πειραιώς, Πατρών και Κέρκυρας, εκτός αν το ζητήσουν με αίτησή τους ή τιμωρηθούν για πειθαρχικούς λόγους, κατ` εξαίρεση, για μεταθέσεις του παραπάνω αστυνομικού προσωπικού εντός του νομού Αττικής ο περιορισμός ισχύει για δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
2. Τις μεταθέσεις της προηγούμενης παραγράφου ενεργούν τα συμβούλια που προβλέπει το άρθρο 49 του νόμου αυτού. Τη μετάθεση ύστερα από επιβολή πειθαρχικής ποινής αποφασίζει συμβούλιο, που απαρτίζεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας ως Πρόεδρο και μέλη τον προϊστάμενο του οικείου κλάδου και το διευθυντή της διεύθυνσης προσωπικού του κλάδου διοικητικής υποστήριξης, κατά το χρονικό διάστημα που θα υπάρχουν δύο αρχηγοί, στο παραπάνω συμβούλιο μετέχουν και οι δύο.
3. Για ένα χρόνο από την έναρξη εφαρμογής αυτού του νόμου, οι τοποθετήσεις και μεταθέσεις των υποστρατηγών ενεργούνται με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ύστερα από εισήγηση του Αρχηγού ή των Αρχηγών της Ελληνικής Αστυνομίας.
Άρθρο 60
Ασφάλιση προσωπικού.
1. Το αστυνομικό προσωπικό που θα ενταχθεί στην Ελληνική Αστυνομία εξακολουθεί να ασφαλίζεται στους φορείς ασφάλισης, στους οποίους ασφαλίζοταν πριν από την ένταξή του. Στους ίδιους φορείς ασφαλίζεται και το αστυνομικό προσωπικό που εισέρχεται στην Ελληνική Αστυνομία μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.
2. Η κατανομή στα υπάρχοντα ταμεία των κοινωνικών πόρων, που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και η ασφάλιση του προσωπικού που εισέρχεται στην Ελληνική Αστυνομία μετά την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου σε υπάρχοντες φορείς ασφάλισης του προσωπικού των σωμάτων και υπηρεσιών, που καταργούνται με το νόμο αυτόν, ρυθμίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων κα Δημόσιας Τάξης.
Άρθρο 61
Διαχείριση εκκρεμών υποθέσεων.
1. Εκκρεμείς υποθέσεις κατά το χρόνο έναρξης της ισχύος αυτού του νόμου, που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του εν ενεργεία προσωπικού Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Αγροφυλακής, εξακολουθούν να διέπονται μέχρι την οριστικοποίησή τους από το δίκαιο που ισχύει πριν από το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, εφόσον εκείνος τον οποίο αφορά η εκκρεμότητα δεν εντάσσεται στην ελληνική Αστυνομία.
2. Εκκρεμείς υποθέσεις κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Αγροφυλακής, που έχει εξέλθει από την υπηρεσία, εξακολουθούν να διέπονται από το δίκαιο που διέπει τα καταργούμενα σώματα και υπηρεσίες.
3. Οι υποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου κρίνονται κατά βαθμό και περίπτωση από τα συμβούλια που προβλέπονται από αυτόν το νόμο.
4. Για τις εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού που εντάσσεται στην Ελληνική Αστυνομία, εφαρμόζονται τόσο για τα ουσιαστικά όσο και τα διαδικαστικά θέματα οι διατάξεις αυτού του νόμου.
5. Υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα, τα οποία τελέσθηκαν από προσωπικό της Χωροφυλακής πριν να ισχύσει ο παρών νόμος, εφόσον δεν εκδικάσθηκαν από τα στρατοδικεία, διαβιβάζονται στα τακτικά δικαστήρια, ανεξάρτητα αν το προσωπικό αυτό εντάχθηκε ή δεν εντάχθηκε στην Ελληνική Αστυνομία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
Άρθρο 62
Καταργούμενες και διατηρούμενες διατάξεις.
1. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται τα άρθρα 11 και 18 παράγρ. 4 του Ν. 671/1977.
2. Επίσης καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις αυτού του νόμου.
3. Θέματα που αφορούν το Πυροσβεστικό Σώμα και το προσωπικό του, τα οποία δεν ρυθμίζονται από αυτόν το νόμο, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου.
4. Μέχρι να εκδοθούν τα διατάγματα, οι κανονισμοί, οι αστυνομικές διατάξεις και οι αποφάσεις που προβλέπονται από το νόμο αυτόν εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ισχύουσες σχετικές διατάξεις που ρυθμίζουν τα συναφή θέματα. Μέχρι να εκδοθούν οι κανονισμοί που προβλέπονται με το ν. 1481/1984, ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί με απόφαση του να καθορίζει ποιος από τους αντίστοιχους κανονισμούς της πρώην Χωροφυλακής ή Αστυνομίας Πόλεων θα εφαρμόζεται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 1590/1986 (Α 49).
5.α. Η χρήση αστυνομικών σκύλων επιτρέπεται για τον εντοπισμό ναρκωτικών ουσιών, την ανακάλυψη εκρηκτικών υλών, την αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων, τη φύλαξη προσώπων και πραγμάτων, τη φύλαξη και συνοδεία κρατουμένων προς αποτροπή απόδρασης, καθώς και τη λήψη μέτρων τάξης σε αθλητικές εγκαταστάσεις. Επίσης επιτρέπεται η χρήση αστυνομικών σκύλων κατά τις πεζές περιπολίες από ένστολους αστυνομικούς σε δημόσιους χώρους για την καταδίωξη και σύλληψη ατόμων που τελούν επ` αυτοφώρω κακουργήματα ή πλημμελήματα και ιδίως αυτών που προβαίνουν σε πράξεις βίας κατά προσώπων ή πραγμάτων. Απαγορεύεται η χρήση αστυνομικών σκύλων για τη διάλυση συναθροίσεων και συγκεντρώσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται οι υπηρεσίες που επιτρέπεται να κάνουν χρήση αστυνομικών σκύλων, τα θέματα εκπαίδευσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Το Πυροσβεστικό Σώμα επιτρέπεται να χρησιμοποιεί ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους για τον εντοπισμό παγιδευμένων και αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων.
Οι διατάξεις του ν. 1024/1980 (ΦΕΚ 47 Α), που αφορούν τους αστυνομικούς σκύλους, εφαρμόζονται ανάλογα και για τους σκύλους του Πυροσβεστικού Σώματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.2 άρθρ.44 Ν.3731/2008, ΦΕΚ Α 263/23.12.2008.
Άρθρο 63
Έναρξη ισχύος.
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.
Αθήνα, 05 Οκτωβρίου 1984
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ