Νόμος 1512 ΦΕΚ Α΄4/11.1.1985
Τροποποίηση και συμπλήρωση πολεοδομικών διατάξεων, ρύθμιση συναφών θεμάτων και θεμάτων του Ταμείου Νομικών .
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:
Άρθρο 1
Υποχρεώσεις ιδιοκτητών για τη συντήρηση ακινήτων.
1. Οι κύριοι, επικαρπωτές ή νομείς κτιρίων οφείλουν να τα διατηρούν σε τέτοια κατάσταση ώστε να μην αποτελούν κίνδυνο ανθρώπων ή ξένων πραγμάτων ή κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, να μην προσβάλλουν το φυσικό, το πολιτιστικό και το πολεοδομικό περιβάλλον και γενικότερα να μην υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής της περιοχής τους. Αν οι κύριοι, επικαρπωτές ή νομείς παραλείπουν την υποχρέωσή τους αυτή, μπορεί να επεμβαίνει το δημόσιο ή ο οικείος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και να εκτελεί τις εργασίες, καταλογίζοντας τη σχετική δαπάνη σε βάρος των υποχρέων. Οι κάτοχοι των ακινήτων υποχρεούνται να ανέχονται τις παραπάνω επεμβάσεις.
Το Δημόσιο ή ο οικείος Ο.Τ.Α. αναλαμβάνει το σύνολο ή μέρος της δαπάνης διατήρησης και ανάπλασης των κτιρίων, ανάλογα με το μέγεθος της δαπάνης και την οικονομική κατάσταση του υπόχρεου κυρίου, επικαρπωτή ή νομέα. Η αύξηση της οικονομικής αξίας του κτιρίου και η αύξηση των προσόδων από την οικονομική του εκμετάλλευση, που οφείλονται στις εργασίες διατήρησης και ανάπλασης του κτιρίου, συμψηφίζονται στην οικονομική ενίσχυση την οποία δικαιούται ο κύριος, επικαρπωτής ή νομέας.
2. Με π.δ., που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος, καθορίζεται σε ποιες περιπτώσεις οι κύριοι, επικαρπωτές ή νομείς των κτιρίων οφείλουν να πραγματοποιούν εργασίες για τη διατήρηση ή ανάπλαση τους και ο τρόπος και η διαδικασία επέμβασης του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. για την εκτέλεση των εργασιών αυτών. Με όμοιο διάταγμα καθορίζονται ο τρόπος κάλυψης της δαπάνης διατήρησης και ανάπλασης των κτιρίων, το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου ή των ΟΤΑ στη συνολική δαπάνη σύμφωνα με τα κριτήρια της προηγούμενης παραγράφου, ο τρόπος υπολογισμού, οι όροι, οι προϋποθέσεις και ο τρόπος συμψηφισμού της αύξησης της οικονομικής αξίας του ακινήτου και των προσόδων από την οικονομική του εκμετάλλευση και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού. Με το παραπάνω διάταγμα μπορεί να προβλέπεται ότι η κάλυψη της δαπάνης, διατήρησης ή ανάπλασης του κτιρίου επιτυγχάνεται με την παραχώρηση της οικονομικής εκμετάλλευσης του κτιρίου στο Δημόσιο ή τον ΟΤΑ και να καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της παραχώρησης αυτής.
Άρθρο 2
Ρυμοτομικό σχέδιο οικισμών σε δασικές εκτάσεις.
1. Επιτρέπεται η έγκριση ρυμοτομικού σχεδίου οικισμού κύριας κατοικίας που δημιουργήθηκε μέσα σε δημόσια δασική έκταση εφόσον η έκταση αυτή εμπίπτει σε μια από τις κατηγορίες δασικών εκτάσεων που προβλέπεται στις περιπτώσεις γ, δ και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 998/1979 ” Περί προστασίας των δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας” (ΦΕΚ 289).
2. Η έγκριση του σχεδίου οικισμού κύριας κατοικίας, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, γίνεται αποκλειστικά στο μέτρο που απαιτούν οι στεγαστικές ανάγκες των μόνιμων κατοίκων τους και με τον όρο ότι θα επιδιώκεται εκάστοτε η διατήρηση και ανάπτυξη στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό της δασικής βλάστησης των δασικών εκτάσεων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο του οικισμού και θα επιβάλλονται για το σκοπό αυτό ειδικές υποχρεώσεις στους ιδιοκτήτες και στο φορέα που τυχόν αναλαμβάνει την οικιστική διαμόρφωση της περιοχής.
3. Στην πιο πάνω περίπτωση η έγκριση του σχεδίου γίνεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1337/1983 (ΦΕΚ 33) και το γενικό πολεοδομικό σχέδιο εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος.
Άρθρο 3
Καθορισμός χρήσεων παραχωρούμενων δημόσιων εκτάσεων.
1. Η εκποίηση, η παραχώρηση και η μίσθωση , καθώς και κάθε άλλη παραχώρηση της χρήσης εκτάσεων γης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. ή τα Ν.Π.Δ.Δ. και τα Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65) γίνεται αφού προσδιορισθεί η χρήση των εκτάσεων αυτών και εφόσον ο σκοπός των παραπάνω πράξεων δεν είναι αντίθετος με τη χρήση αυτή. Όταν η χρήση αυτή δεν έχει προσδιοριστεί με εγκεκριμένο σχέδιο πόλης ή άλλο νόμιμο τρόπο, ο προσδιορισμός γίνεται με απόφαση του νομάρχη. Η παραπάνω απόφαση δεν είναι αναγκαία όταν ο σκοπός της παραχώρησης της χρήσης ή μίσθωσης δεν μεταβάλλει την υφισταμένη χρήση των εκτάσεων. Η απόφαση του νομάρχη εκδίδεται ύστερα από γνώμη της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής και γνώμη είτε του δημοτικού ή του κοινοτικού συμβουλίου είτε του διοικητικού συμβουλίου των παραπάνω Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα. Εφόσον οι παραπάνω γνώμες δεν έχουν υποβληθεί στο νομάρχη εντός 60 ημερών από της λήψεως του σχετικού ερωτήματος από το δήμο ή την κοινότητα ή Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ., ο νομάρχης προχωρεί στην έκδοση της απόφασης και χωρίς αυτές. Η πολεοδομική αρχή οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις μελέτες για χρήσεις γης που τυχόν υπάρχουν για την περιοχή.
Η απόφαση του νομάρχη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μόνο στις περιπτώσεις που αφορά εκποίηση ή δωρεάν παραχώρηση εκτάσεων.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται στις μισθώσεις δημόσιων ή κοινοτικών εκτάσεων για αγροτική χρήση (γεωργική, κτηνοτροφική – δασική – αλιευτική).
3. Αν μέσα σε ένα χρόνο από τη δημοσίευση του νόμου αυτού αποδοθούν στο Δημόσιο ή τους Ο.Τ.Α. τα δημόσια κτήματα, οι κοινόχρηστοι χώροι και τα τμήματα αιγιαλού και παραλίας, που έχουν καταληφθεί αυθαίρετα ή με οποιοδήποτε τρόπο μεταβληθεί χωρίς άδεια ή και με υπέρβαση άδειας της αρμόδιας αρχής μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, εξαλείφεται το αξιόποινο και παύει οριστικώς η ποινική δίωξη, ως προς τους αυτουργούς και τους συμμέτοχους των αξιόποινων πράξεων που προβλέπονται στα άρθρα 23 του Α.Ν. 1539/1938 (ΦΕΚ 488), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 του Α.Ν. 263/1968 (ΦΕΚ 12) και 24 παρ. 2 του Α.Ν. 2344/1940 (ΦΕΚ 154), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του Α.Ν. 263/1968.
Για την απόδοση συντάσσεται πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής από τον αρμόδιο οικονομικό έφορο. Αντίγραφο του πρωτοκόλλου διαβιβάζεται αμέσως στον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών. Αξίωση δαπανών ή αποζημίωση για τις κατασκευές που έχουν γίνει δεν αναγνωρίζεται.
Άρθρο 4
Τήρηση κτηματογραφικών στοιχείων
1. Οι διευθύνσεις πολεοδομίας ή τα τμήματα πολεοδομίας και πολεοδομικών εφαρμογών ή τα πολεοδομικά γραφεία είναι κατά περίπτωση αρμόδια να τηρούν τα κτηματογραφικά στοιχεία των περιοχών οι οποίες καθορίζονται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η τήρηση των κτηματογραφικών στοιχείων γίνεται από ειδικό για το σκοπό αυτόν γραφείο (γραφείο κτηματογράφησης), που αποτελεί οργανική μονάδα των παραπάνω υπηρεσιών. Με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται για ολόκληρη τη Χώρα τα κτηματογραφικά στοιχεία των πιο πάνω περιοχών, το περιεχόμενο και ο τρόπος της τήρησής τους, οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών για την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών και στοιχείων, η διάρθρωση και η λειτουργία του ειδικού γραφείου κτηματογράφησης των παραπάνω πολεοδομικών υπηρεσιών και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
2. Μετά την πάροδο ενός μήνα από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της πράξης του οικείου νομάρχη με την οποία διαπιστώνεται ότι ολοκληρώθηκε η συγκέντρωση των κτηματογραφικών στοιχείων ορισμένης περιοχής, απαγορεύεται με ποινή ακυρότητας η κατάρτιση συμβολαίων για τη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε ακίνητα της περιοχής που ορίζεται με αυτήν την απόφαση, αν δεν προσκομιστεί στο συμβολαιογράφο απόσπασμα από τα κτηματογραφικά στοιχεία που τηρεί το γραφείο κτηματογράφησης της πολεοδομικής υπηρεσίας της περιοχής του ακινήτου. Το απόσπασμα αυτό επισυνάπτεται και μνημονεύεται υποχρεωτικά στο συμβόλαιο. Ο τύπος του αποσπάσματος καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος , που ανακοινώνεται στους συμβολαιογραφικούς συλλόγους της Χώρας μέσα στη μηνιαία προθεσμία της παραγράφου αυτής. “Στο ως άνω απόσπασμα επισυνάπτεται κτηματογραφικός χάρτης του ακινήτου επί του οποίου βεβαιώνονται από την υπηρεσία και τα στοιχεία που απαιτούνται κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 651/1977 (ΦΕΚ 207 Α`), μη απαιτουμένης της προσκόμισης στο συμβολαιογράφο ετέρου τοπογραφικού διαγράμματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 του Ν. 1647/1986, με το άρθρο 100 παρ. 1 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).
Τα συμβόλαια για σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων σε ακίνητα του Δήμου Καλλιθέας της Νομαρχίας Πειραιά, τα οποία καταρτίστηκαν από 8.11.1993 έως 31.12.1993 χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων εδαφίων της ίδιας παραγράφου, θεωρούνται έγκυρα εξυπαρχής, εφόσον, μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσκομιστεί στον οικείο υποθηκοφύλακα, με φροντίδα των συμβολαιογράφων που συνέταξαν τα συμβόλαια αυτά, το απόσπασμα από τα κτηματογραφικά στοιχεία που τηρεί το οικείο Γραφείο Κτηματολογίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 14 του Ν.2308/1995 (Α 114)
3. Για την έκδοση του αποσπάσματος των κτηματογραφικών στοιχείων της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται εφ` άπαξ ανταποδοτικό τέλος υπέρ του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.) για την κάλυψη των δαπανών σύνταξης και τήρησης του Εθνικού Κτηματολογίου. Το τέλος αυτό καταβάλλεται από τον αιτούντα την έκδοση του πρώτου αποσπάσματος κτηματογραφικών στοιχείων κάθε ακινήτου. Για κάθε επόμενη, μετά την πρώτη, έκδοση αποσπάσματος κτηματογραφικών στοιχείων για το ίδιο ακίνητο καταβάλλεται επίσης παράβολο υπέρ του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.). Σε περίπτωση που εντός εικοσαετίας από την προθεσμία που ορίζει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν εκδοθεί κανένα απόσπασμα κτηματογραφικών στοιχείων λόγω μη μεταβίβασης καθ` οιονδήποτε τρόπο ακινήτου τινός, το αναλογούν ανταποδοτικό τέλος καταβάλλεται από τον κύριο του ακινήτου και εισπράττεται κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. Ο τρόπος βεβαιώσεως και εισπράξεως του ανταποδοτικού τέλους και του παραβόλου, καθώς και κάθε συναφής λεπτομέρεια, καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μετά από γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου του Ο.Κ.Χ.Ε.
Το ύψος του ανταποδοτικού τέλους και του παραβόλου καθορίζονται κατά περιοχή με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, που εκδίδεται μετά από γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου του Ο.Κ.Χ.Ε. το Δεκέμβριο εκάστου έτους και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ισχύει δε από της 1ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Για τον προσδιορισμό των ανωτέρω λαμβάνεται υπόψη και η αξία των ακινήτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 100 παρ. 2 του Ν. 1892/1990 (Α` 101)
4. Από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως “της πράξης του οικείου νομάρχη ” της προηγουμένης παραγράφου δεν επιτρέπεται η καταχώρηση οποιασδήποτε πράξης που υπόκειται κατά το νόμο σε μεταγραφή, εγγραφή στα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών, αν αυτή δεν συνοδεύεται από το απόσπασμα των κτηματογραφικών στοιχείων που αναφέρεται στην παρ. 2 αυτού του άρθρου. Μετά την καταχώρηση της πράξης οι φύλακες μεταγραφών και υποθηκών αποστέλλουν αμέσως στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία αντίγραφο της περίληψης της πράξης, στην οποία επισυνάπτεται και αντίγραφο του παραπάνω αποσπάσματος κτηματογραφικών στοιχείων. Το γραφείο κτηματογράφησης της πολεοδομικής υπηρεσίας ενημερώνει αμέσως τα κτηματογραφικά στοιχεία που τηρεί.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 100 παρ. 2 του Ν. 1892/1990 (Α` 101) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 11, παρ. 3 του Ν. 1647/1986 (Α 141).
5. Μετά την πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας της παρ. 2 κάθε δικαστήριο, που δικάζει αγωγή ή άλλο ένδικο βοήθημα ή ένδικο μέσο που αναφέρεται σε εμπράγματα δικαιώματα επι ακινήτου, με εξαίρεση την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων αναστέλλει την πρόοδο της δίκης, αν μέχρι την ημέρα της συζήτησης δεν έχει προσκομιστεί από οποιοδήποτε διάδικο το απόσπασμα των κτηματογραφικών στοιχείων της παραγράφου 2. Κάθε διάδικος μπορεί να επισπεύσει τη συζήτηση της υπόθεσης προσκομίζοντας το παραπάνω απόσπασμα. Η μη προσαγωγή του αποσπάσματος προτείνεται σε κάθε στάση της δίκης και εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 100 παρ. 2 του Ν. 1892/1990 (Α` 101)
6. Οι κύριοι, νομείς ή κάτοχοι ακινήτων υποχρεούνται να ανέχονται μέσα στα ακίνητα τους τη διενέργεια των αναγκαίων τοπογραφικών ή κτηματογραφικών εργασιών ή εργασιών αποτύπωσης, που εκτελούνται από συνεργεία των αρμοδίων υπηρεσιών του Δημοσίου ή από ανάδοχους μελετητές για λογαριασμό των υπηρεσιών αυτών.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 100 παρ. 2 του Ν. 1892/1990 (Α` 101)
Άρθρο 5
Κίνητρα – Ηθικές αμοιβές.
1. Με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας , Οικονομικών και Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού , μπορεί να προβλέπονται ειδικά οικονομικά και πολεοδομικά κίνητρα υπέρ των κυρίων ή νομέων ακινήτων , που βρίσκονται μέσα σε ρυμοτομικά σχέδια τα οποία έχουν εγκριθεί ή μέσα σε ζώνες οικιστικού ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.) για την υλοποίηση των πολεοδομικών μελετών ή την εφαρμογή των χρήσεων στις Ζ.Ο.Ε. αντίστοιχα.
2. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως , μπορεί να καθιερώνονται , κατά γεωγραφικές περιοχές ή σε εθνική κλίμακα , ηθικές διακρίσεις , όπως βραβεία και έπαινοι και χρηματικά έπαθλα που απονέμονται ύστερα από σχετική προκήρυξη σε μελετητές και ιδιοκτήτες κτιρίων , καθώς και σε μελετητές πολεοδομικών μελετών. Οι διακρίσεις και τα έπαθλα απονέμονται για το σχεδιασμό , τη ανέγερση , την ανάπλαση νέων και παλιών κτιρίων ή οικισμών και την κάθε μορφής επίπλωση κτισμάτων και χώρων ή για την πρόταση σχετικών ιδεών. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία της προκήρυξης και της απονομής των διακρίσεων και των επάθλων. Χρηματικά έπαθλα , αποζημιώσεις κριτών και λοιπές δαπάνες βαρύνουν το ΕΤΕΡΠΣ.
Άρθρο 6
Κίνητρα για την εξοικονόμηση ενέργειας και κατανομή δαπανών κεντρικής θέρμανσης κτιρίων.
1. Με π.δ/γματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Δημόσιων Έργων Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Φυσικών Πόρων , καθορίζονται γενικά οι ειδικοί όροι , οι περιορισμοί , τα κριτήρια καθώς και η παροχή κινήτρων για την προώθηση δομικών κατασκευών και εγκαταστάσεων , που έχουν σαν σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας , την αντιρρύπανση του περιβάλλοντος και την αισθητική διαμόρφωση των στεγών και δωμάτων. Οι παραπάνω ρυθμίσεις αναφέρονται στον καθορισμό προδιαγραφών και κανονισμών , στη δανειοδότηση , επιδότηση και δωρεάν παροχή μελετών για τις δομικές κατασκευές και εγκαταστάσεις των παθητικών ή ενεργητικών ηλιακών συστημάτων εσωτερικών δικτύων αερίων καυσίμων, θερμομόνωσης, ηχομόνωσης και στην αισθητική διαμόρφωση των στεγών και των δωμάτων των κτιρίων. Για τις δομικές κατασκευές και εγκαταστάσεις που αναφέρονται παραπάνω μπορεί να επιτρέπεται και υπέρβαση του μέγιστου ύψους και του συντελεστή δόμησης του οικοπέδου.
2. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή τόσο στα νεοαναγειρόμενα κτίρια, όσο και στα υφιστάμενα κτίρια γενικά ή κατά περιοχές και συγκεκριμένες χρήσεις κτιρίων, όπως κάθε φορά ορίζονται με αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Ανάπτυξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.14 άρθρ.30 Ν.3175/2003, ΦΕΚ Α 207/29.8.2003.
3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού σε υφιστάμενα κτίρια , όπου η αλλαγή χρήσης κοινόχρηστων χώρων και η τροποποίηση των καταστατικών διέπεται από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 , οι διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 13 αυτού δεν εφαρμόζονται στις ρυθμίσεις του παρόντος Άρθρου.
4. Οι δαπάνες της κεντρικής θέρμανσης σε διηρημένη κατά ορόφους ή μέρη αυτής ιδιοκτησία στο ίδιο κτίριο κατανέμονται με βάση:
α. Τις απώλειες που αναλογούν σε κάθε ιδιοκτησία από τις συνολικές θερμικές απώλειες του κτιρίου.
β. Τις απώλειες κάθε συγκεκριμένης ιδιοκτησίας με βάση τον όγκο και τα εξωτερικά της ανοίγματα.
5. Στις κατανεμόμενες δαπάνες περιλαμβάνονται οι δαπάνες λειτουργίας (καύσιμα και προληπτική συντήρηση της εγκατάστασης) και οι έκτακτες δαπάνες (αντικαταστάσεις, βελτιώσεις, εκσυγχρονισμός και αποκατάσταση ζημιών σε οποιοδήποτε κοινόχρηστο μέρος του συστήματος κεντρικής θέρμανσης κ.λ.π.).
6. Υπόχρεοι για την καταβολή των δαπανών είναι: α. Για τις δαπάνες λειτουργίας αυτός που έχει τη χρήση της ιδιοκτησίας.
β. Για τις έκτακτες δαπάνες ο κύριος της ιδιοκτησίας.
7. Με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δημόσιων Έργων, Δικαιοσύνης και Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος , καθορίζεται τεχνικός κανονισμός που αναφέρεται στον τρόπο κατανομής δαπανών κεντρικής θέρμανσης σε κτίρια που περιλαμβάνουν περισσότερες της μιας οριζόντιες ιδιοκτησίες , η σύνταξη της σχετικής μελέτης που υποβάλλεται στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία , ο εφαρμοζόμενος τύπος και γενικά οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων των παρ. 4 , 5 και 6.
8. Οι διατάξεις των παρ. 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε κτίρια για τα οποία εκδίδεται , άδεια οικοδομής μετά τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 7
Καθορισμός ορίων βλαπτικών ουσιών στα αέρια των οχημάτων.
1. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 15 του Ν. 614/1977 , με το οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας , όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 894/1979 “περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του δια του Ν. 614/1977 κυρωθέντος Κώδικος Οδικής Κυκλοφορίας” αντικαθίστανται ως εξής:
“3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος και Συγκοινωνιών καθορίζονται τα επιτρεπόμενα όρια περιεκτικότητας σε βλαπτικές για την υγεία του ανθρώπου ουσίες και σε προϊόντα που ρυπαίνουν το περιβάλλον των εκπεμπόμενων από οδικά οχήματα αερίων , καθώς επίσης και τα επιτρεπόμενα όρια των θορύβων που προκαλούνται απ’ αυτά. Όλα τα παραπάνω όρια μπορούν να κλιμακώνονται ανάλογα με την ηλικία του κινητήρα και με άλλα τεχνικά χαρακτηριστικά του οχήματος.
4. Όσοι παραβαίνουν τις διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με διοικητική ποινή μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές. Η παράβαση βεβαιώνεται από τα αρμόδια όργανα και συντάσσεται σχετική έκθεση με την οποία και καλείται ο παραβάτης να εμφανιστεί , εφόσον το επιθυμεί , μέσα σε πέντε (5) ημέρες ενώπιον της αρχής στην οποία υπάγονται τα όργανα που βεβαίωσαν την παράβαση για να εκθέσει τις αντιρρήσεις του. Παράλληλα μπορεί να διαταχθεί η ακινητοποίηση του οχήματος σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις για την ακινητοποίηση μηχανοκίνητων οχημάτων. Εφόσον ο παραβάτης της παρουσιάζει στο επιλαμβανόμενο όργανο ή προσκομίζει μέσα στην παραπάνω πενθήμερη προθεσμία στην αρμόδια αρχή τιμολόγιο που αναφέρεται στην εκτέλεση εργασιών συντήρησης και ρύθμισης λειτουργίας του κινητήρα του οχήματός του με χρονολογία έκδοσης όχι προγενέστερη των έξη (6) μηνών πριν από την ημέρα της παράβασης , ο παραβάτης απαλλάσσεται από την πληρωμή του προστίμου. Σε περίπτωση που δεν παρουσιάζει ή δεν προσκομίσει το απαιτούμενο , σύμφωνα με τα παραπάνω , τιμολόγιο, η αρχή επιβάλλει την ως άνω διοικητική χρηματική ποινή που βεβαιώνεται στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο”.
Σχετικό: Κατά το άρθρο 5 παρ. 2 της ΠΥΣ 10/1988 (Α 11), (Ν. 1788/1988, Α 131), η περίπτωση 4 αντικαταστάθηκε ως εξής: “Οι παραβαίνοντες τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με πρόστιμο τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) δραχμών και με επί τόπου αφαίρεση των στοιχείων κυκλοφορίας του οχήματος από τον βεβαιούντα την παράβαση. Τα αφαιρούμενα στοιχεία κρατούνται στην αρμόδια αρχή μέχρι να προσκομισθεί από τον παραβάτη σημείωμα τη αρμόδιας Υπηρεσίας Συγκοινωνιών για την καταλληλότητα του οχήματος από πλευράς εκπομπής καυσαερίων ή θορύβων”.
2. α) Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ορίζονται για οποιασδήποτε μορφής υφιστάμενες ή νέες σταθερές εστίες καύσης προδιαγραφές κατασκευής και όροι λειτουργίας, περιορισμοί στο είδος και την ποιότητα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων, καθώς και επιτρεπόμενα όρια εκπεμπόμενων καυσαερίων με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, με προτεραιότητα στην επιβολή περιορισμών στην κατασκευή και λειτουργία των σταθερών εστιών καύσης κηρίων που ανήκουν ιδιοκτησιακά στο Δημόσιο και στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα.
Με τις ίδιες ως άνω αποφάσεις καθορίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια σχετικά με την παροχή κινήτρων για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας χρηματοδότησης εκ μέρους τρίτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρ.30 Ν.3175/2003, ΦΕΚ Α 207/29.8.2003.
Άρθρο 8
Συμπλήρωση στο Ν. 1337/1983 και λοιπές ρυθμίσεις.
1. Το π.δ/γμα , που προβλέπεται από την παρ. 5 του άρθρου 56 του Ν. 947/1979 (ΦΕΚ 169) , εκδίδεται μέσα σε έξη μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Με το διάταγμα αυτό μπορεί να περιληφθούν στους σκοπούς του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων(ΕΤΕΡΠΣ):
α. η επιδότηση , η δανειοδότηση και η χρηματοδότηση γενικά της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδομίας και Στέγασης (ΔΕΠΟΣ) ή των Ο.Τ.Α. για να εκτελούνται οικιστικά και στεγαστικά προγράμματα καθώς και έργα ανάπλασης υποβαθμισμένων περιοχών αυθαιρέτων που εντάσσονται στο σχέδιο και
β. η εξασφάλιση με αγορά ή απαλλοτρίωση της γης που είναι αναγκαία για να εφαρμόζονται ρυμοτομικά σχέδια ή στεγαστικά και οικιστικά προγράμματα.
2. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 6 προστίθενται τα εξής:
“Κατεξαίρεση σε περιοχές με μεγάλη κατάτμηση και για οικόπεδα εμβαδού μικρότερου των 150 τ.μ. μπορεί να ορίζεται συντελεστής δόμησης μεγαλύτερος του 0,8 , εφόσον δεν προκύπτει συνολική επιφάνεια ορόφων μεγαλύτερη των 120 τ.μ. Η εξαίρεση αυτή έχει εφαρμογή μόνο σε οικόπεδα που έχουν προκύψει από κατάτμηση μέχρι την 10.3.1982, αφού αφαιρεθεί το εμβαδόν της εισφοράς σε γη που καθορίζεται στο νόμο αυτόν”.
3. Η παρ. 7 του άρθρου 10 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“7. Για το ύψος της εισφοράς σε γη και χρήμα σε Ζ.Ε.Π. και Ζ.Α.Α. εφαρμόζονται αντίστοιχα τα άρθρα 8 παρ. 4 και επόμενες και 9 του νόμου αυτού. Εάν μέρος ή και το σύνολο των Ζ.Ε.Π. ή Ζ.Α.Α. είναι πυκνοδομημένη περιοχή σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου, εφαρμόζονται αντί του προηγούμενου εδαφίου οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.
Σε περίπτωση που Ζ.Ε.Π. και Ζ.Α.Α. χαρακτηρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του νόμου αυτού Ζώνες Ειδικής ενίσχυσης εφαρμόζονται τα εξής:
α. η εισφορά γης για τις ιδιοκτησίες των φορέων ανάπτυξης ή αναμόρφωσης Ζ.Ε.Π. και Ζ.Α.Α. , όπως αυτοί ορίζονται από τις παρ. 8, 9 και 10 του Άρθρου αυτού , ορίζεται σε ποσοστό 35%
β. Για τις λοιπές ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται στις πιο πάνω Ζ.Ε.Ε. και μόνο για τα τμήματα αυτών πάνω από 1000 τ.μ. , οι προβλεπόμενες από το πρώτο εδάφιο της παρ. αυτής εισφορές του άρθρου 8 παρ. 4 μειώνονται κατά 10%.
4. Η παρ. 4 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής:
4. Για την ανάπτυξη των Ζ.Ε.Ε. χορηγείται από το Δημόσιο κρατική ενίσχυση στον αντίστοιχο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, στη ΔΕΠΟΣ και στον ΟΕΚ για συμμετοχή στην εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων”.
5. α) Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν. 1337/1983 προστίθενται τα ακόλουθα:
“Για την εφαρμογή της παρ. 8 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου επιτρέπεται μέσα στην περιοχή επέκτασης ή ένταξης , που περιλαμβάνεται κάθε φορά στην πολεοδομική μελέτη , η συνένωση των τμημάτων που αποτελούν την εισφορά γης , η μετακίνηση σε άλλη θέση και η μεταβολή κατά το σχήμα , το μέγεθος και τις διαστάσεις τους. Επιτρέπεται επίσης για τον ίδιο λόγο και η μετακίνηση σε άλλη θέση των λοιπών ιδιοκτησιών της ίδιας περιοχής και η μεταβολή τους κατά το σχήμα”.
β) Στο τέλος της παραγράφου 7 του ίδιου άρθρου προστίθενται τα ακόλουθα:
“Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και αμετάκλητη. Κάθε διαφορά ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών που βεβαιώνεται με απόφαση των αρμόδιων δικαστηρίων , μετατρέπεται σε χρηματική αποζημίωση όπως ειδικότερα ορίζεται, με την απόφαση της παρ. 10 του άρθρου αυτού”.
6. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“Για τα εκτός σχεδίου αυθαίρετα η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρι να ρυθμιστεί η χρήση γης της περιοχής όπου βρίσκεται και κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι κάθε συγκεκριμένου αυθαιρέτου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 3. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 16”.
7. Στο τέλος της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου 15 προστίθενται τα εδάφια ως εξής:
“Επίσης αναστέλλεται η κατεδάφιση των κτισμάτων που αναγείρονται με άδεια που εκδόθηκε μετά από έλεγχο της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής και που μεταγενέστερα ανακαλείται για οποιοδήποτε λόγο , εκτός αν η ανάκληση οφείλεται σε υποβληθέντα αναληθή στοιχεία ή σε ανακριβείς αποτυπώσεις της υπάρχουσας πραγματικής κατάστασης.
Η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρις ότου κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι του κτίσματος , που γίνεται με απόφαση του νομάρχη, με σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος του νομού το οποίο λαμβάνει υπόψη του και τις περιπτώσεις α , β και γ της παρ. 1 του άρθρου 16 του νόμου αυτού.
Για τα αυθαίρετα αυτά έχουν εφαρμογή μόνο οι παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου 15”.
8. Οι παρ. 3, 4 και 5 του άρθρ. 16 του Ν. 1337/1983 αντικαθίστανται με τις παρ. 3, 4, 5 και 6 και η παράγραφος 6 του νόμου αριθμείται σε 7:
“3. Η απόφαση για την εξαίρεση ή όχι από την κατεδάφιση εκδίδεται από το νομάρχη και με σύμφωνη γνώμη επιτροπής που αποτελείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας , από τη θέση του αυθαιρέτου , πολεοδομικής νομαρχιακής υπηρεσίας , από έναν εκπρόσωπο του δήμου ή της κοινότητας του αυθαιρέτου , που ορίζεται από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο και έναν εκπρόσωπο του τοπικού ή περιφερειακού τμήματος του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας. Η επιτροπή συγκροτείται , συγκαλείται και λειτουργεί κατά τα λοιπά κατά τα οριζόμενα με τα π. δ/γματα της παρ. 8 του άρθρου 18. Με την παραπάνω απόφαση και με σύμφωνη γνώμη της επιτροπής και μόνο για τα κτίρια που εξαιρούνται από την κατεδάφιση μπορεί να επιτρέπεται η αποπεράτωση του κτίσματος , του οποίου έχει περατωθεί ο φέρων οργανισμός , αν συντρέχουν κοινωνικοί λόγοι και να επιβάλλονται στους ιδιοκτήτες πρόσθετοι όροι που να αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος , τη στατική επάρκεια του κτίσματος ή και την αποφυγή αρχιτεκτονικής δυσαρμονίας αυτού.
Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος εξειδικεύονται οι κοινωνικοί λόγοι (στεγαστικές ανάγκες , οικονομική κατάσταση ,αριθμός μελών οικογένειας κ.λ.π.) και ρυθμίζονται ο τρόπος , οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.
4. Στις περιπτώσεις που εγκρίνεται η οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση κτισμάτων κειμένων εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το έτος 1923 που αντιβαίνουν στους όρους δόμησης της περιοχής και κατά το μέρος της υπέρβασης των όρων και περιορισμών αυτών επιβάλλεται το κάθε χρόνο επιβαλλόμενο πρόστιμο που αναφέρεται στην παρ. 2 περίπτωση (β) του άρθρου 17 του νόμου αυτού εκτός από την ειδική εισφορά αυθαιρέτων. Στις περιπτώσεις αυτές το πρόστιμο οφείλεται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Στις παραπάνω περιπτώσεις με την απόφαση της οριστικής εξαίρεσης , το πρόστιμο διατήρησης μπορεί να μετατρέπεται σε πρόστιμο που καταβάλλεται εφάπαξ. Το ύψος του εφάπαξ αυτού προστίμου καθορίζεται με την πιο πάνω απόφαση ανάλογα με το ποσοστό υπέρβασης των όρων και περιορισμών δόμησης και δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το τριπλάσιο της ειδικής εισφοράς.
Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται η διαδικασία , οι προϋποθέσεις , τα κριτήρια μετατροπής του προστίμου διατήρησης σε πρόστιμο εφάπαξ , η κλιμάκωσή του και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
5. Ειδικά τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές που βρίσκονται εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το 1923 , που έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 31.1.1983 και που δεν έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, εάν δεν αντιβαίνουν στους όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής που βρίσκονται , μπορεί να εξαιρούνται από την υποχρεωτική κατεδάφιση , επιφυλασσομένων των διατάξεων των παρ. 2 και , 3 του άρθρου 15. Η εξαίρεση από την κατεδάφιση γίνεται με απόφαση του νομάρχη με τη διαδικασία και μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής που προβλέπεται από την παρ. 3 του άρθρου αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται ο τρόπος , η διαδικασία , τα δικαιολογητικά για την έκδοση της οικοδομικής άδειας για τα κτίσματα αυτά , η καταβολή ειδικής εισφοράς , το ύψος της οποίας μπορεί να είναι διαφορετικό από τα οριζόμενα στο άρθρο 18 του Ν. 1337/1983 , ο τρόπος καταβολής της και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
6. Σε περίπτωση που , σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις κτίσμα δεν εξαιρείται από την κατεδάφιση δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 3 , 4 και 7 του άρθρου 101 ΓΟΚ/1973. Σε περίπτωση που κτίσμα εξαιρείται από την κατεδάφιση το μεν τμήμα που δεν αντιβαίνει στους περιορισμούς και όρους δόμησης της περιοχής θεωρείται νομίμως υφιστάμενο και έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 5 και 6 του άρθρου 101 ΓΟΚ/1973 , ενώ για το τμήμα που αντιβαίνει έχουν εφαρμογή μόνον οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 101 ΓΟΚ/1973”.
9. Στο τέλος του ίδιου άρθρου 16 προστίθεται η πιο κάτω παρ. 8:
“8. Στις περιπτώσεις κτισμάτων για τα οποία έχουν υποβληθεί οι σχετικές δηλώσεις και τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 15 του νόμου αυτού , μπορεί να επιτρέπεται η εκτέλεση εργασιών επισκευής που αποβλέπουν στην υγιεινή , τη χρήση και τη συνήθη συντήρησή τους , ύστερα από τη χορήγηση σχετικής άδειας από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία. Η παραπάνω άδεια μπορεί να χορηγείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και πριν από την έκδοση της απόφασης για την εξαίρεση ή όχι από την κατεδάφιση , εφόσον οι εργασίες για τις οποίες ζητείται η εκτέλεσή τους δεν επαυξάνουν το κτίσμα σε ύψος ή επιφάνεια , δεν το ανακαινίζουν ριζικά ή δεν ενισχύουν ή αντικαθιστούν στοιχεία του φέροντος οργανισμού. Για την έκδοση των αδειών αυτών υποβάλλονται στις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες δικαιολογητικά που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος”.
10. Η παράγραφος 4 του άρθρου 17 συμπληρώνεται με την προσθήκη του πιο κάτω εδαφίου:
“Σε περίπτωση εκτέλεσης εργασιών από νομέα , κάτοχο , ή επικαρπωτή τα πρόστιμα επιβάλλονται σε όλους και ο καθένας είναι υπεύθυνος για την καταβολή ολόκληρου του προστίμου”.
11. Στο τέλος της παρ. 8 του Άρθρου 17 προστίθενται τα εξής:
“Ειδικότερα η πιο πάνω ευθύνη επιμερίζεται , με τις ακόλουθες διακρίσεις:
α) Στον κύριο , στο νομέα ή επικαρπωτή του ακινήτου. Σε περίπτωση ανέγερσης κτιρίου με το σύστημα της αντιπαροχής υπεύθυνο πρόσωπο για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού είναι ο κατασκευαστής. β) Στο γενικό εργολάβο του έργου ή στους ειδικούς εργολάβους που εκτελούν τις διάφορες εργασίες , εφόσον δεν εφαρμόζουν τις σχετικές μελέτες που έχουν εγκριθεί ή δεν ακολουθούν τις γραπτές οδηγίες του επιβλέποντα τεχνικού ή εκτελούν εργασίες χωρίς να υπάρχουν άδειες ή εγκεκριμένες μελέτες.
γ) Στον τεχνικό ή στους τεχνικούς που αναλαμβάνουν τη μελέτη του έργου, ή των εγκαταστάσεων εφόσον περιέχονται σ` αυτή στοιχεία ή σχέδια απεικόνισης της υπάρχουσας κατάστασης που παραπλανούν την αρμόδια για τη χορήγηση αδειών πολεοδομική υπηρεσία.
δ) Στον τεχνικό ή στους τεχνικούς που αναλαμβάνουν την επίβλεψη του έργου , ή των εγκαταστάσεων εφόσον δεν εφαρμόζουν τις σχετικές μελέτες που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ή εφόσον αναλαμβάνουν την επίβλεψή τους χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες άδειες και οι εγκεκριμένες μελέτες. Η ευθύνη του επιβλέποντα υπάρχει για όλο το χρονικό διάστημα της ανέγερσης του κτιρίου μέχρι την αποπεράτωσή του ή μέχρι τον τελικό έλεγχο από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ή μέχρι τη λήξη του χρόνου που ισχύει η άδεια , εφόσον δεν υποβάλλει στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία σχετική δήλωση διακοπής της επίβλεψης”.
12. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 17 τροποποιείται ως εξής:
“Με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος , καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία έκδοσης των οικοδομικών αδειών και ελέγχου των ανεγειρόμενων οικοδομών, οι υποχρεώσεις του επιβλέποντος και του μελετητή καθώς και όσων συμπράττουν στην εκτέλεση του έργου.
Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος , που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως , καθορίζονται οι προδιαγραφές για τη σύνταξη των μελετών , τα απαραίτητα σχέδια κλπ. για την έκδοση οικοδομικών αδειών”.
13. Το άρθρο 26 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 26.
Με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος , κατά τις διατάξεις του Ν.Δ. από 17.7/18.8.1923 “περί σχεδίων πόλεων κλπ.” , μπορεί να εγκρίνεται τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών προ του 1923, για τον καθορισμό χώρων και την ανέγερση κτιρίων δημόσιων και δημοτικών σκοπών και γενικά κτιρίων κοινής ωφέλειας καθώς και για την εκτέλεση επειγόντων στεγαστικών κρατικών προγραμμάτων και επειγόντων στεγαστικών προγραμμάτων του Ο.Ε.Κ. , της ΔΕΠΟΣ και της ΕΚΤΕΝΕΠΟΛ και να ορίζονται γενικώς οι όροι και περιορισμοί δόμησης τους. Η απόκτηση των ανωτέρω χώρων γίνεται με μέριμνα και δαπάνες των οικείων φορέων , είτε με ελεύθερη συναλλαγή , είτε με αναγκαστική απαλλοτρίωση κατά τις κείμενες διατάξεις.
Μέσα στα διοικητικά όρια δήμων και κοινοτήτων με πληθυσμό κάτω από 5.000 κατοίκους η κατά τα παραπάνω έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου και οι όροι και περιορισμοί δόμησης καθορίζονται με απόφαση του οικείου νομάρχη. Για την έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου για την εκτέλεση των παραπάνω στεγαστικών προγραμμάτων τηρείται η διαδικασία του Ν.Δ. από 1 7.7118.8.1923″.
14. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε περίπτωση που επεκτείνεται το πολεοδομικό σχέδιο μέσα στη Ζ.Ο.Ε. ή και έξω απ` αυτή δύναται να επεκταθεί η Ζ.Ο. Ε. με π. δ/γμα που εκδίδεται με τον ίδιο ως άνω τρόπο”.
15. Η παρ. 2 του άρθρου 33 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 1 του Α.Ν. 314/1968 (ΦΕΚ 47), όπως ισχύει σήμερα , προστίθενται τα ακόλουθα : ” Η έγκριση όμοιων τροποποιήσεων χωρίς μεταβολή των όρων δόμησης , με εξαίρεση την επιβολή προκηπίων (πρασιών), μπορεί να γίνει και για οικισμούς με πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους στις περιπτώσεις που ορίζονται με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος. Με π. δ/γμα που εκδίδεται με τον ίδιο τρόπο μπορεί να εγκρίνονται εξαιρέσεις από τις περιπτώσεις της επόμενης παρ. 3 του άρθρου αυτού. Ο καθορισμός και η τροποποίηση όρων και περιορισμών δόμησης μπορεί να γίνεται με την απόφαση του νομάρχη και για οικισμούς με πληθυσμό μικρότερο από 20.000 κατοίκους.
Όπου ο νομάρχης , σύμφωνα με τα παραπάνω , έχει αρμοδιότητα να εγκρίνει τροποποιήσεις σχεδίων ή τροποποιήσεις και καθορισμό όρων και περιορισμών δόμησης ή και να επιβάλλει προκήπια έχει και την αρμοδιότητα να επιβάλλει ή να παρατείνει την αναστολή των οικοδομικών εργασιών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν.Δ. από 17.7.23 (ΦΕΚ 228), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 551/1977 (ΦΕΚ 68 Α)”.
16. Το άρθρο 37 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 37.
Ρυμοτομικά σχέδια που μελετηθήκαν και εφαρμόστηκαν από το Υφυπουργείο Ανοικοδομήσεως , Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, Υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων , υπηρεσία οικισμού του Υπουργείου Δημοσίων Έργων και Υπουργείο Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου , μέσα στα πλαίσια των προγραμμάτων για την αποκατάσταση δικαιούχων των παραπάνω φορέων , χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έγκρισής τους , θεωρούνται εγκεκριμένα όπως έχουν. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα η εφαρμογή της ρυμοτομικής μελέτης τέτοιων σχεδίων. Για την τροποποίηση ή επέκταση των σχεδίων αυτών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά”.
17. Η παρ. 5 του Άρθρου 42 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Με π.δ/γμα , που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να εγκρίνεται η πολεοδόμηση και επέκταση οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους, να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και περιορισμοί δόμησης και τα ποσοστά εισφοράς σε γη και σε χρήμα τα οποία μπορεί και να αποκλίνουν από τα ποσοστά που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9 του νόμου αυτού.
Επίσης με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος , ορίζεται ο τρόπος καθορισμού των ορίων και των όρων δόμησης των οικισμών πληθυσμού μέχρι 2.000 κατοίκους , προβλέπονται τα στοιχεία εκτίμησης κατά τον καθορισμό των ορίων , η διαδικασία που τηρείται για τον καθορισμό αυτόν , κατηγορίες οικισμών καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Τα όρια των οικισμών αυτών καθορίζονται με απόφαση του νομάρχη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
18. α) Η παρ. 3 του άρθρ. 43 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Για τις επεκτάσεις σχεδίων πόλεων σε πυκνοδομημένες περιοχές και σε όσες υπάγονται στο άρθρο 10 του Ν. 1221/1981 όπως ισχύει μετά το νόμο αυτόν , το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή τους στην εισφορά σε γη των παρ. 4 και επόμενες του άρθρου 8 του νόμου αυτού αντί των παρ. 1 και 2 του ίδιου άρθρου. Η υπαγωγή γίνεται με την πράξη εγκρίσεως της πολεοδομικής μελέτης του σχετικού σχεδίου πόλεως κατά περίπτωση”.
19. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 43 του Ν. 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε ζώνες πυκνοδομημένες του άρθρου 8 παρ. 1 και 2 του παρόντος νόμου καθώς και σε πολεοδομικές ενότητες στις οποίες οι πυκνοδομημένες ζώνες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής που εντάσσεται στο σχέδιο, είναι δυνατό , μετά από γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου , η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να προηγηθεί της έγκρισης του γενικού πολεοδομικού σχεδίου, εφόσον θα έχει εκπονηθεί στα πλαίσια των κατευθύνσεων αυτού, όπως αυτές θα προκύψουν κατά την πρόοδο της μελέτης του”.
20. Στο τέλος της παρ. 10 του ιδίου άρθρου 43 προστίθενται τα εξής:
“Τ` ανωτέρω εφαρμόζονται και για την εκτέλεση επειγόντων στεγαστικών προγραμμάτων της ΔΕΠΟΣ , του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας , δημοτικών επιχειρήσεων και της ΕΚΤΕΝΕΠΟΛ σε μη πυκνοδομημένες περιοχές. Στην περίπτωση αυτή αντί της προτάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου υποβάλλεται αιτιολογημένη πρόταση του αρμόδιου φορέα”.
21. Στο τέλος της παρ. 11 του άρθρου 43 προστίθεται παράγραφος 12 και η παράγραφος 12 αριθμείται ως παράγραφος 13 και αντικαθίσταται ως εξής:
“12. Σε περιοχές που εντάσσονται στο σχέδιο και που ίσχυε παλαιότερα εγκεκριμένο σχέδιο πόλης και ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους έχουν εφαρμογή για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη και χρήμα οι διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1337/1983.
13. Το κεφάλαιο Α (άρθρο 1-14) του νόμου αυτού εφαρμόζεται για επεκτάσεις , των οποίων θα έχει εγκριθεί το γενικό πολεοδομικό σχέδιο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 μέσα στην τετραετία από την ισχύ του παρόντος νόμου”.
Άρθρο 9
Σύνδεση οικοδομών με τα δίκτυα κ.λ.π.
1. Απαγορεύεται η σύνδεση κτισμάτων και εγκαταστάσεων για τις οποίες απαιτείται οικοδομική άδεια, με κάθε είδους δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, τηλεπικοινωνιών, παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, αν δεν προσκομιστεί στους αρμόδιους φορείς αντίγραφο της οικοδομικής άδειας επικυρωμένο από την αρχή που τη χορήγησε.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.19 του άρθρου 3 του Ν.2242/1994 (Α 162)
2. Προκειμένου για οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 27067/1.11.1978 του Υπουργού Δημοσίων Έργων “περί της διαδικασίας και του τρόπου εκδόσεως οικοδομικών αδειών και του ελέγχου των ανεγειρόμενων οικοδομών” (ΦΕΚ 585/Δ/78) και του από 3.9.1983 Π.Δ/τος τρόπος έκδοσης οικοδομικών αδειών και έλεγχος των ανεγειρόμενων οικοδομών” (ΦΕΚ 394/Δ/83), η οριστική σύνδεση των κτιρίων με τα παραπάνω δίκτυα πραγματοποιείται αφού γίνει η τελική αυτοψία που προβλέπεται από τις διατάξεις αυτές και διαπιστωθεί ότι η οικοδομή κατασκευάσθηκε σύμφωνα με τις εγκεκριμένες μελέτες. Στις περιπτώσεις αυτές το κατά την προηγούμενη παράγραφο αντίγραφο πρέπει να φέρει την τελική θεώρηση από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία.
3. Η απαγόρευση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει στις παραπάνω περιπτώσεις κτισμάτων ή κατασκευών:
α. που κατασκευάσθηκαν πριν από την ισχύ του Β.Δ. 1.8.1955 “περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού του Κράτους”
β. που νομιμοποιούνται ή εξαιρούνται από την κατεδάφιση με οποιονδήποτε τρόπο.
γ. που έχουν υπαχθεί στο Ν. 720/1977 ” περί εξαιρέσεως από της κατεδαφίσεως”.
δ. για τα οποία έχουν υποβληθεί δηλώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 1337/1983.
4. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται τα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίζονται στους αρμόδιους φορείς παροχών για τη σύνδεση με τα δίκτυα των κτισμάτων της προηγούμενης παραγράφου , τα δικαιολογητικά σε περιπτώσεις συνδέσεως αυτοτελών τμημάτων (διαμερισμάτων) μεγαλύτερων οικοδομών που δεν έχουν αποπερατωθεί στο σύνολό τους και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
5. Οι υπάλληλοι των οργανισμών ή εταιριών παροχής, που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, «ή των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή του” πέραν, της πειθαρχικής τους ευθύνης, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000. 000) δραχμές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.20 του άρθρου 3 του Ν.2242/1994 (Α 162) και με την παρ.4 άρθρ.9 Ν.3212/2003, ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.
6. Το άρθρο 7 του Ν. 651/1977 “περί καταργήσεως του Ν.Δ/τος 349/1974, τροποποιήσεως των περί αυθαιρέτων οικοδομικών κατασκευών διατάξεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων” (ΦΕΚ 207/Α) καταργείται.
7. Σε περιοχές που έχουν ενταχθεί ή εντάσσονται σε εγκεκριμένο σχέδιο με τις διατάξεις του Ν.Δ. της 17.7.1923 και οι υποχρεώσεις για αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας έχουν καταβληθεί για λογαριασμό του υποχρέου από το Δημόσιο , το δήμο ή την κοινότητα ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο , δεν επιτρέπεται η χορήγηση οικοδομικής άδειας στον υπόχρεο ιδιοκτήτη πριν βεβαιωθούν από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο δημόσιο ταμείο οι οφειλές του για αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας και πριν να έχει καταβάλει τις δόσεις που οφείλει μέχρι το χρόνο χορήγησης της άδειας. Σε περιοχές που εντάσσονται σε εγκεκριμένο σχέδιο με τις διατάξεις του Ν. 1337/1983 δεν επιτρέπεται η χορήγηση οικοδομικής άδειας στον υπόχρεο ιδιοκτήτη πριν να βεβαιωθεί από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο δημόσιο ταμείο η οφειλή του για εισφορά σε χρήμα και πριν να έχει καταβάλει τουλάχιστον τις μέχρι το χρόνο χορήγησης της άδειας οφειλόμενες δόσεις.
8. Με απόφαση του νομάρχη μπορεί να εγκρίνεται η εξαίρεση ή όχι από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών , εάν πρόκειται για μικρές παραβάσεις των οποίων κατασκευών η κατεδάφιση θα κατέληγε σε υπέρμετρη βλάβη του κτιρίου ή θα έθετε σε κίνδυνο τη φέρουσα κατασκευή αυτού ή θα παράβλαπτε την αισθητική εμφάνιση των κτιρίων ή θα απαιτούσε υπέρμετρες δαπάνες για την αποκατάσταση της αισθητικής και των οποίων η διατήρηση εν πάση περιπτώσει δεν θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της κατασκευής ούτε θα απέβαινε σε βάρος της πόλεως.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι μικρές παραβάσεις για τις οποίες είναι δυνατή η εξαίρεση από την κατεδάφιση, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, οι ειδικότερες προϋποθέσεις της εξαίρεσης, οι όροι εφαρμογής της διάταξης αυτής και κάθε σχετικό θέμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.9 Ν.3212/2003, ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.
Η απόφαση της εξαίρεσης εκδίδεται με σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος του νόμου. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλονται τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 2 του άρθρου 17 του Ν. 1337/1983 πρόστιμα.
Με την απόφαση εξαίρεσης το επιβαλλόμενο πρόστιμο διατήρησης της περίπτωσης β` της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του ν. 1337/1983 μπορεί να μετατρέπεται σε πρόστιμο εφάπαξ. Το ύψος του εφάπαξ αυτού προστίμου ορίζεται στο τετραπλάσιο του προστίμου ανέγερσης της περίπτωσης α` της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί η απόφαση εξαίρεσης, μπορεί να εκδίδεται συμπληρωματική απόφαση του οικείου νομάρχη. Τυχόν βεβαιωθέντα πρόστιμα διατήρησης συμψηφίζονται με το εφάπαξ καταβαλλόμενο πρόστιμο. Τυχόν καταβληθέντα πρόστιμα διατήρησης κατά το ποσό που υπερβαίνουν το ποσό του εφάπαξ προστίμου δεν επιστρέφονται, Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος. Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη μετατροπή του προστίμου διατήρησης σε εφάπαξ καταβαλλόμενο πρόστιμο είτε αυτή γίνεται με την απόφαση της εξαίρεσης από την κατεδάφιση είτε με συμπληρωματική απόφαση νομάρχη καθώς και η σχετική διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.6 άρθρ.23 Ν. 2300/1995 (Α 69).
9. Εξαλείφεται το αξιόποινο και παύει οριστικώς η ποινική δίωξη ως προς τους αυτουργούς και συμμέτοχους των αξιόποινων πράξεων που αφορούν αυθαίρετα κτίσματα που έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 14 Μαρτίου 1983, ημέρα δημοσίευσης του Ν. 1337/1983 και δηλώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 αυτού.
10. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος μπορεί να εξαιρούνται από την κατεδάφιση αυθαίρετα κτίσματα που ανήκουν στο Δημόσιο , Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. τα οποία έχουν ανεγερθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Η απόφαση του Υπουργού εκδίδεται με σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος , το οποίο λαμβάνει υπόψη του τις περιπτώσεις α , β και γ της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1337/1983.
Επίσης με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος , Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων , που εκδίδεται με την ίδια διαδικασία , μπορούν να εξαιρούνται από την κατεδάφιση αυθαίρετα κτίσματα ή κτιριακές εγκαταστάσεις γεωργικών συνεταιρισμών ή γεωργοκτηνοτροφικών μονάδων που έχουν ανεγερθεί με προγράμματα του Υπουργείου Γεωργίας και της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και αυθαίρετα νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Γεωργίας , και την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος , καθώς και αυθαίρετα ξενοδοχειακών μονάδων ιδιοκτησίας του Ν.Π.Ι.Δ. (“ΞΕΝΙΑ Α.Ε.” που ανήκει στο δημόσιο τομέα σύμφωνα με το ν. 1256/1982, εφόσον τα αυθαίρετα αυτά έχουν ανεγερθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1512/1985.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 παρ. 4 του Ν. 1577/1985, ΦΕΚ Α 210, η ισχύς του οποίου αρχίζει δύο μήνες μετά την δημοσίευσή του, ήτοι από 18.12.1985.
δ. Επίσης με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, που εκδίδεται με την ίδια διαδικασία μπορούν να εξαιρούνται από την κατεδάφιση αυθαίρετα κτίσματα ή κτιριακές εγκαταστάσεις που έχουν ανεγερθεί από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας εφόσον τα αυθαίρετα αυτά είχαν ανεγερθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.2 του άρθρου 29 του Ν. 2224/1994 (Α 112).
Επίσης με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων `Έργων, που εκδίδεται με την ίδια διαδικασία μπορούν να εξαιρούνται από την κατεδάφιση αυθαίρετα κτίσματα ή κτιριακές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις της “Ελληνικά Διυλιστήρια Ασπροπύργου Α.Ε.”, εφόσον έχουν ανεγερθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και βρίσκονται μέσα σε ζώνη απαλλοτριώσεως. Για την εξαίρεση από την κατεδάφιση καταβάλλεται πρόστιμο ανέγερσης ύψους επτακοσίων εκατομμυρίων (700.000.000) δραχμών, το οποίο περιέρχεται στον ειδικό λογαριασμό του Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. “πράσινο ταμείο” που προβλέπεται από τις Διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του ν.2242/1994 (ΦΕΚ 162 Α`) ως εξής : α) διακόσια εκατομμύρια (200.000.000) δραχμές εντός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος, β) τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος και γ) διακόσια εκατομμύρια (200.000.000) δραχμές εντός επτά μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.5 άρθρ.23 Ν. 2300/1995 (Α 69).
11. Κατ` εξαίρεση της παραγράφου 1 του ως άνω άρθρου 9 είναι δυνατή η σύνδεση με τα δίκτυα παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και ύδρευσης των αυθαίρετων κτισμάτων με χρήση κατοικίας, τα οποία έχουν ανεγερθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και βρίσκονται μέσα σε ρυμοτομικά σχέδια ήδη εγκεκριμένα με τις διατάξεις του ν. 1337/ 1983. Η σύνδεση των παραπάνω αυθαίρετων κτισμάτων γίνεται αφού προηγουμένως υποβληθούν στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, οι δηλώσεις και τα αναφερόμενα δικαιολογητικά στις παραγρ. 4 και 5 του άρθρου 15 του ν. 1337/1983″. Τα ανωτέρω δεν εφαρμόζονται για αυθαίρετα κτίσματα που υπάγονται στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 1337/1983. Η διάταξη της παρ. 3 του ιδίου άρθρου 15 δύναται να εφαρμοστεί αναλόγως. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται τα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίζονται στους αρμόδιους φορείς παροχών για τη σύνδεση με τα δίκτυα των κτισμάτων της παραγράφου αυτής, τα δικαιολογητικά σε περιπτώσεις συνδέσεως αυτοτελών τμημάτων (διαμερισμάτων) μεγαλύτερων οικοδομών που δεν έχουν αποπερατωθεί στο σύνολό τους και κάθε λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 , παρ. 2 του Ν. 1849/1989 (Α 113).
12. Κατ` εξαίρεση της παραγράφου 1 επιτρέπεται η σύνδεση με τα δίκτυα παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και ύδρευσης των αυθαίρετων κτισμάτων, εφόσον δεν βρίσκονται μέσα σε κοινόχρηστους χώρους, ρέματα, αρχαιολογικούς χώρους, στον αιγιαλό ή τη παραλία, σε δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις ή σε ζώνες απολύτου προστασίας προστατευόμενης περιοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1650/1986, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) βρίσκονται εντός σχεδίου πόλης ή εντός ορίων οικισμού προϋφισταμένου του έτους 1923 ή εντός εγκεκριμένων ορίων οικισμού κάτω των 2.000 κατοίκων ή εντός εγκεκριμένου γενικού πολεοδομικού σχεδίου ή εντός ζώνης οικιστικού ελέγχου και σε περιοχή που προορίζεται για οικιστική ανάπτυξη ή
β) βρίσκονται εκτός των ορίων των σχεδίων και των ζωνών που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση, αποτελούν την κύρια κατοικία του ιδιοκτήτη τους και έχουν εμβαδόν μέχρι 120 τ.μ., το οποίο προσαυξάνεται κατά 30 τ.μ. για κάθε μέλος της οικογένειας πέραν των τεσσάρων.
Η σύνδεση των κτισμάτων της παραγράφου αυτής γίνεται πάντοτε για τρία (3) έτη ύστερα από σχετικό έγγραφο του οικείου Ο.Τ.Α. α` βαθμού και η παροχή διακόπτεται κατά τη λήξη της τριετίας με ευθύνη του οργανισμού ή της εταιρείας παροχής, εκτός αν εγκριθεί παράταση για ίσο πάντοτε χρονικό διάστημα με πράξη της πολεοδομικής υπηρεσίας.
Η παράταση εγκρίνεται αν διαπιστωθεί ότι δεν έχουν διενεργηθεί νέες αυθαίρετες κατασκευές στο ακίνητο.
Σημ.: όπως η παρ.12 προστέθηκε με την παρ.6 άρθρ.9 Ν.3212/2003, ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.
Άρθρο 10
Ειδικοί γραμματείς.
1. Στο Υπουργείο Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος συνιστώνται δύο (2 ) θέσεις μετακλητών ειδικών γραμματέων με βαθμό α της κατηγορίας ειδικών θέσεων. Ο διορισμός και η απόλυση των ειδικών γραμματέων γίνεται με π.δ/γματα , που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος.
2. Με κοινή απόφαση του Υπ. Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού , που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η πλήρωση των θέσεων των ειδικών γραμματέων μπορεί να γίνει με απόσπαση , κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις ή με ανάθεση καθηκόντων , υπαλλήλων μόνιμων ή με οποιαδήποτε σχέση εργασίας του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982. Όταν λήξει η απόσπαση , οι ειδικοί γραμματείς επανέρχονται στην υπηρεσιακή και μισθολογική σχέση που είχαν πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους.
Ο χρόνος της υπηρεσίας τους ως ειδικών γραμματέων λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής και συντάξιμης υπηρεσίας στην προηγούμενη θέση τους.
3. Στους ειδικούς γραμματείς ανατίθενται καθήκοντα που καθορίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος.
4. Οι ειδικοί γραμματείς του Υπουργείου Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος προσυπογράφουν τα έγγραφα που υπογράφονται , από τον Υπουργό , εφόσον αναφέρονται σε θέματα της αρμοδιότητάς τους, σύμφωνα με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού. Επιτρέπεται επίσης να μεταβιβάζεται σε αυτούς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, η εξουσία να υπογράφουν “με εντολή Υπουργού” , αποφάσεις , έγγραφα και άλλες πράξεις.
5. Οι ειδικοί γραμματείς έχουν μηνιαίες αποδοχές που ορίζονται στο 90% των αποδοχών του βαθμού α` της κατηγορίας ειδικών θέσεων και έξοδα παραστάσεων που ανέρχονται στο 80% των εξόδων παραστάσεων του γενικού γραμματέα.
6. Σε περίπτωση απόσπασης υπαλλήλων που υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση στο δημόσιο τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982 ο αποσπόμενος λαμβάνει τη διαφορά των αποδοχών της θέσεώς του από τις αποδοχές που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου αυτού.
Άρθρο 11
Κύρωση αποφάσεων.
Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως:
α. Οι αποφάσεις του Υπουργού Χωροταξίας , Οικισμού και Περιβάλλοντος Γ. 56749/2393/30.9.83 με τον τίτλο “Παράταση υποβολής δηλώσεων για τα αυθαίρετα κτίσματα” (ΦΕΚ 574 Β/5.10.83), 68577/2906/24.11.1983 με τον τίτλο “Παράταση υποβολής δεύτερης δήλωσης αυθαίρετων κτισμάτων” (ΦΕΚ 684 Β/25.11.83) , 77821/3156/28.12.1983 με τον τίτλο ” Παράταση υποβολής δεύτερης δήλωσης αυθαίρετων κτισμάτων στις περιοχές εντός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεως ή ορίων οικισμών προ του 1923″ (ΦΕΚ 758 Β /29.12.83) και 77460/3155/28.12.83 με τον τίτλο “Παράταση υποβολής δεύτερης δήλωσης αυθαίρετων κτισμάτων στην εκτός σχεδίου περιοχή Ν. Αττικής και πόλεως Καλαμάτας (Ν. Μεσσηνίας)” (ΦΕΚ 758 Β/29.12.83) και
β. Η κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος Γ. 68600/3063/9.12.1983 με τον τίτλο ” Ρύθμιση καταβολής του ποσού που δίνεται στο ΕΤΕΡΠΣ με την υποβολή της δεύτερης δήλωσης αυθαιρέτου , σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 15 του Ν. 1337/1983″ (ΦΕΚ 750 Β/28.1 2.83).
Άρθρο 12
1. Οι διατάξεις των εδαφίων ζ, θ κστ` της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960 , όπως ίσχυσαν κατά το χρόνο κατάργησής τους με το άρθρο 18 του Ν. 1090/1980, επαναφέρονται σε ισχύ και τα χρηματικά ποσά που προβλέπονται σ` αυτές ανακαθορίζονται κατά τα αναφερόμενα σε κάθε περίπτωση:
“ζ) Για το διορισμό άμισθου ασφαλισμένου Α` τάξης, στο ισόποσο τριών (3) ελάχιστων μηνιαίων εισφορών δικηγόρου με υπερπενταετή δικηγορία , όπως αυτές ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης διορισμού.
Προκειμένου για το διορισμό άμισθου ασφαλισμένου Β ` τάξης, στα ογδόντα εκατοστά (80%) της παραπάνω εισφοράς άμισθου ασφαλισμένου Α` τάξης.
Σε περίπτωση διορισμού δικηγόρου απευθείας παρ` Εφέταις ή στον Άρειο Πάγο το πιο πάνω παράβολο ορίζεται στο ισόποσο δώδεκα (12) και είκοσι τεσσάρων (24) αντίστοιχα των παραπάνω εισφορών δικηγόρων.
θ) Για την προαγωγή δικηγόρου παρ` Εφέταις ή στον Άρειο Πάγο ή απευθείας στον Άρειο Πάγο , στο ισόποσο πέντε (5 ) , δέκα ( 10) και δεκαπέντε ( 1 5) αντίστοιχα των παραπάνω , κατά το εδάφιο ζ , μηνιαίων εισφορών δικηγόρου , όπως αυτές ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης προαγωγής.
κστ) Από τις καταβολές τέλεσης γάμου”
2. Η εισφορά του άρθρου 12 του Ν.Δ. 4114/1960 , που επαναφέρεται σε ισχύ με τη διάταξη της προηγούμενης παραγράφου , ορίζεται στο ισόποσο πέντε (5) μηνιαίων εισφορών , όπως αυτές ισχύουν κατά το χρόνο της καταβολής.
Προκειμένου για άμισθους ασφαλισμένους η μηνιαία εισφορά λαμβάνεται χωρίς μείωση για την πρώτη πενταετία και , προκειμένου για συμβολαιογράφους, ως μηνιαία εισφορά νοείται η εισφορά που προβλέπεται για τους δικηγόρους.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, που καταργήθηκαν με το άρθρο 18 του Ν. 1090/1980 , επαναφέρονται σε ισχύ και ανακαθορίζεται η εγγύηση συμβολαιογράφου , που διορίζεται σε έδρα Ειρηνοδικείου ή Πρωτοδικείου, στο ισόποσο είκοσι (20) και τριάντα (30) αντίστοιχα μηνιαίων εισφορών δικηγόρου με υπερπενταετή υπηρεσία , που θα ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης διορισμού.
Προκειμένου για διορισμό στην έδρα των Πρωτοδικείων Αθήνας , Πειραιά και Θεσσαλονίκης η εγγύηση ορίζεται στο ισόποσο των σαράντα (40) πιο πάνω εισφορών δικηγόρου.
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 4114/1960 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Σε περίπτωση καθυστέρησης απόδοσης απαιτήσεών του το Ταμείο δικαιούται να απαιτήσει τον τόκο υπερημερίας που προβλέπεται κάθε φορά , εκτός αν πρόκειται για οφειλές ασφαλισμένων ή συνταξιούχων, για τις οποίες ορίζεται προσαύξηση από τις κείμενες διατάξεις , το ποσοστό της οποίας μπορεί να ανακαθορίζεται με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 3 του Ν. 1090/1980 (ΦΕΚ 263)”.
Άρθρο 13
Στο τέλος του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960 προστίθενται παράγραφοι 8 και 9 που έχουν ως εξής:
“8. Από τη συνολική αμοιβή του δικηγόρου , που οφείλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 161 του Ν.Δ. 3026/1954 (ΦΕΚ 235), όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά , ποσοστό δέκα τα εκατό (10%) περιέρχεται ως εισφορά στο Ταμείο Νομικών από το οποίο το τέσσερα τα εκατό (%) δίδεται στο Κ.Ε.Α.Δ. Η εισφορά αυτή αποδίδεται στο Ταμείο κατά τον ίδιο τρόπο που αποδίδονται και τα δικαιώματα του από το συμβολαιογράφο.
9. α) Δικηγόροι , που παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και αμείβονται με πάγια αντιμισθία , έχουν την υποχρέωση να καταβάλλουν στο Ταμείο Νομικών εκτός από την εισφορά που αποδίδουν με το ασφαλιστικό βιβλιάριο και εισφορά 3% που υπολογίζεται στο σύνολο των κάθε είδους μηνιαίων αποδοχών τους , για το μέρος αυτών που αντιστοιχεί κάθε φορά στο μισθό του 13ου κλιμακίου δημοσίου πολιτικού υπαλλήλου, ποσοστό δε 5% για το επιπλέον ποσό.
Η εισφορά αυτή παρακρατείται από τις αποδοχές του δικηγόρου και αποδίδεται στο Ταμείο Νομικών μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα από την ημερομηνία της παρακράτησης , από τον εντολέα του.
Η απόδοση της παραπάνω εισφοράς γίνεται με κατάθεση του οφειλόμενου ποσού είτε στο Ταμείο Νομικών, είτε στα κατά τόπους υποκαταστήματα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για λογαριασμό του Ταμείου.
β) Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι υποχρεούνται να αποστέλλουν στο Ταμείο Νομικών , μέχρι τέλους Απριλίου κάθε έτους , κατάσταση που θα συντάσσεται βάσει των δηλώσεων του άρθρου 28 του Ν.Δ. 3026/1954 (ΦΕΚ 235) και θα περιλαμβάνει τους δικηγόρους που παρέχουν τις υπηρεσίες τους με πάγια αντιμισθία , στην οποία θα αναφέρονται: το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του δικηγόρου , το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία και η διεύθυνση του εντολέα και το ποσό των μηνιαίων αποδοχών”.
Άρθρο 14
1. Το ποσοστό που ορίζεται στη διάταξη του υπεδαφίου αα) του εδαφίου ιστ` της παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960 ορίζεται στο εξής σε 1.30%.,
2.Το εδάφιο α) της παρ. 2 του μόνου άρθρου του Ν.Δ. 317/1969(ΦΕΚ 211) αντικαθίσταται ως εξής:
α) Στο Ταμείο Νομικών 10%.
3. Η διάταξη της περίπτωσης 3 και η ακόλουθη αυτής διάταξη του υπεδαφίου
γγ) του εδαφίου ιστ` της παρ. 1 του άρθρ. 10 του ΝΔ 4114/1960 αντικαθίστανται και συμπληρώνονται ως εξής:
“3) Οι πράξεις παράτασης του χρόνου διαρκείας των εταιρειών. Στην περίπτωση αυτή το παραπάνω ποσοστό καταβάλλεται για το ποσό κεφαλαίων των εταιρειών για το οποίο οφείλεται το οικείο τέλος χαρτοσήμου.
Το οφειλόμενο , από τις προηγούμενες διατάξεις, δικαίωμα του Ταμείου δεν μπορεί , σε καμιά περίπτωση , να είναι μικρότερο από το μισό του κατώτατου ορίου του τέλους χαρτοσήμου , που προβλέπεται κάθε φορά για τα καταστατικά εταιρειών.
Κάθε άλλη τροποποίηση καταστατικού , καθώς και η διάλυση εταιρείας υπόκεινται σε πάγιο δικαίωμα του Ταμείου δραχμών εκατό (100)”.
Άρθρο 15
Σημ.: όπως το άρθρο 15 καταργήθηκε με το άρθρο 17 παρ.2γ του Ν. 1759/1988 (Α` 50).
Άρθρο 16
Από την πρώτη του επόμενου μήνα από εκείνον της δημοσίευσης αυτού του νόμου, καταργούνται, οι διατάξεις της τρίτης περιόδου της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του Ν.Δ. 4114/1960 , που είχαν αντικατασταθεί με το άρθρο 6 του Ν. 1090/1980 και της παραγράφου 9 του άρθρου 20 του Ν.Δ. 4114/1960 που είχαν αντικατασταθεί με το άρθρο 9 του Ν. 730/1977.
Συντάξεις που χορηγήθηκαν με βάση τις πιο πάνω καταργούμενες διατάξεις εξακολουθούν να καταβάλλονται στο ίδιο χρηματικό ποσό μέχρι που η επιπλέον διαφορά καλυφθεί από μελλοντικές αυξήσεις.
Άρθρο 17
Έναρξη ισχύος.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει:
α) Των άρθρων 12.13.14.15 και 16 για το Ταμείο Νομικών από την πρώτη του επομένου μήνα , μετά από εκείνο της δημοσίευσης του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως , εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις, και
β) των λοιπών άρθρων από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 11 Ιανουαρίου 1985
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ.ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ