Νόμος 1569 ΦΕΚ Α΄183/25.10.1985
Διαμεσολάβηση στις συμβάσεις ιδιωτικής ασφάλισης, σύσταση σώματος ειδικών πραγματογνωμόνων τροχαίων ατυχημάτων, λειτουργία γραφείου διεθνούς ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ
ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Σημ.: όπως ο τίτλος του Κεφαλαίου Α` αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρ.36 Ν.2496/1997 Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 1
Διαμεσολάβηση για τη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων
Διαμεσολάβηση στη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, ασκούν οι ασφαλιστικοί πράκτορες, οι μεσίτες ασφαλίσεων, οι ασφαλιστικοί σύμβουλοι, οι συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων, καθώς και οι ασφαλιστικοί υπάλληλοι.
Η τοποθέτηση εργασιών μεταξύ ασφαλιστικών επιχειρήσεων υποκαταστημάτων ή νόμιμων αντιπροσώπων αλλοδαπών ασφαλιστικών επιχειρήσεων επιτρέπεται και δεν αποτελεί διαμεσολάβηση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) και με την παρ.2 άρθρ.36 Ν.2496/1997 Α 87/16.5.1997.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ
Σημ.: όπως ο τίτλος προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.36 Ν.2496/1997 Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 2
Ασφαλιστικός πράκτορας
Σημ.: όπως το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Ασφαλιστικός πράκτορας είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει ως αποκλειστικά έργο την ανάληψη με σύμβαση, έναντι προμήθειας, ασφαλιστικών εργασιών στο όνομα και για λογαριασμό μιας ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Ο ασφαλιστικός πράκτορας παρουσιάζει, προτείνει, προπαρασκευάζει, προσυπογράφει ή συνάπτει ο ίδιος ή διαμέσου άλλων διαμεσολαβούντων για λογαριασμό μιας ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων ασφαλιστικές συμβάσεις. Επίσης παρέχει στον ασφαλισμένο κάθε αναγκαία συνδρομή κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης και ιδιαίτερα μετά την επέλευση ασφαλιστικής περίπτωσης.
2. Με την πρακτοριακή σύμβαση μπορεί να περιορίζεται το δικαίωμα του ασφαλιστικού πράκτορα να συνάπτει σύμβαση πρακτόρευσης και με άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Άρθρο 3
Προϋποθέσεις για την άσκηση του επαγγέλματος του ασφαλιστικού πράκτορα.
1. Για την άσκηση του επαγγέλματος του ασφαλιστικού πράκτορα απαιτείται εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο οικείο επιμελητήριο κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 5 και 7 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
2. Όποιος χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου αυτού ασκεί εργασίες ασφαλιστικού πράκτορα ή χρησιμοποιεί με οποιονδήποτε τρόπο την ιδιότητα ή τον τίτλο του ασφαλιστικού πράκτορα τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 175 παράγραφος 1 του Ποινικού Κώδικα. Σε περίπτωση νομικού προσώπου με τις πιο πάνω ποινές τιμωρούνται οι νόμιμοι εκπρόσωποί του.
Άρθρο 4
Σχέσεις με τον εντολέα.
1. Τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και οι αρμοδιότητες των ασφαλιστικών πρακτόρων καθορίζονται με έγγραφη σύμβαση ανάμεσα στον ασφαλιστικό πράκτορα και στην ασφαλιστική επιχείρηση που προτίθεται να πρακτορεύει (πρακτοριακή σύμβαση).
Η ασφαλιστική εταιρία γνωστοποιεί επίσης τη λήξη της πρακτοριακής σύμβασης με δύο συνεχείς δημοσιεύσεις σε μία εφημερίδα της περιφέρειας, όπου ήταν εγκατεστημένος ο ασφαλιστικός πράκτορας και με μία δημοσίευση σε μια εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας, καθώς και σε μια οικονομική εφημερίδα.
`Όποιος συνάπτει ασφαλιστικές συμβάσεις στο όνομα και για λογαριασμό ασφαλιστικής επιχείρησης με την οποία έχει λήξει η πρακτοριακή του σύμβαση τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 30 μηνών.
Η ασφαλιστική επιχείρηση δεν μπορεί να προβάλει τη λήψη της πρακτοριακής σύμβασης έναντι του ασφαλισμένου που δεν γνώριζε ή δεν όφειλε να γνωρίζει τη λήξη της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.α` της παρ.4 άρθρ.11 Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.5 άρθρου 36 Ν.2496/1997 και με την παρ. 2 εδάφιο θ άρθρου 278 Ν.4364/2016 (ΦΕΚ Α 13/ 5.2.2016).
2. Εκπρόσωπος ασφαλιστικής επιχείρησης, ο οποίος εν γνώσει του χρησιμοποιεί ως ασφαλιστικό πράκτορα πρόσωπο του οποίου η σύμβαση δεν έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου στο Υπουργείο Εμπορίου, τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 458 του ποινικού κώδικα, εφόσον η πράξη του δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Η ως άνω ποινή επιβάλλεται, εφόσον το πρόσωπο που χρησιμοποιείται από την ασφαλιστική επιχείρηση ως πράκτορας είναι γραμμένο στο κατ’ άρθρο 3 του παρόντος επιμελητήριο. Αν το πρόσωπο αυτό δεν είναι εγγεγραμμένο στο οικείο επιμελητήριο, ο εκπρόσωπος της ασφαλιστικής επιχείρησης τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρία χρόνια και χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες δραχμές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρου 36 Ν.2496/1997.
3. Ο ασφαλιστικός πράκτορας υποχρεούται να τοποθετεί τις ασφαλίσεις των πελατών του (παραγωγή) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που πρακτορεύει. Κατ’ εξαίρεση και με την προϋπόθεση ότι θα ακολουθήσει πρακτοριακή σύμβαση, επιτρέπεται να τοποθετεί και σε άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δεν πρακτορεύει στις εξής περιπτώσεις:
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
α) Κλάδων ασφάλισης οι οποίοι δεν ασκούνται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις τις οποίες πρακτορεύει.
β) Ασφαλίσεων που εγγράφως δεν έγιναν αποδεκτές από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις τις οποίες πρακτορεύει.
γ) Ασφαλίσεων για τις οποίες υπάρχει έγγραφη συναίνεση εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων τις οποίες πρακτορεύει.
4. Αν για οποιονδήποτε λόγο λυθεί ή λήξει η πρακτοριακή σύμβαση, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στον πράκτορα προμήθεια τριών ετών που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί, γι’ αυτό το διάστημα, να παραμένει στην επιχείρηση στο μέτρο που θα την εδικαιούτο αν δεν είχε λυθεί ή λήξει η σύμβαση. Δεν οφείλεται προμήθεια, αν η σύμβαση λύθηκε με καταγγελία εκ μέρους της ασφαλιστικής επιχείρησης που οφείλεται σε βαρύ παράπτωμα του πράκτορα, που συνεπάγεται ποινική ή αστική ευθύνη του ή αν λύθηκε με πρωτοβουλία του πράκτορα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997. Σε περίπτωση θανάτου ή μόνιμης ολικής ανικανότητας του ασφαλιστικού πράκτορα, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στα πρόσωπα που ο πράκτορας όρισε ειδικά ως δικαιούχους ή, ανάλογα με τη συμφωνία, στον ίδιο ή αν δεν όρισε δικαιούχους για την περίπτωση θανάτου, στους μέχρι τέταρτου βαθμού συγγενείας κληρονόμους του για τέσσερα χρόνια την προμήθεια που εδικαιούτο και αναλογούσε στην παραγωγή του, κατά την τάξη της κληρονομικής διαδοχής, εφόσον εξακολουθεί γι’ αυτό το διάστημα να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.β` της παρ.4 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
5. Απαγορεύεται σε ασφαλιστικό πράκτορα να μεταφέρει ασφαλιστήριο συμβόλαιο σε άλλη εταιρία από εκείνη που πρακτορεύει χωρίς την έγγραφη συναίνεση του ασφαλισμένου, η οποία δίνεται σύμφωνα με τύπο που ορίζει ο Υπουργός Εμπορίου με απόφαση του.
Άρθρο 5
Εγγραφή στο Επιμελητήριο
Για να ασκήσει το επάγγελμά του, ο ασφαλιστικός πράκτορας είναι υποχρεωμένος να εγγραφεί, υπό την ιδιότητά του αυτή, στο αμιγές Επαγγελματικό Επιμελητήριο ή στο Επαγγελματικό Τμήμα του ενιαίου Επιμελητηρίου της έδρας του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
Άρθρο 6
Μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων.
1. Τα ονόματα των ασφαλιστικών πρακτόρων, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο κατ’ άρθρο 3 του παρόντος νόμου οικείο επιμελητήριο, καταχωρούνται με αλφαβητική σειρά σε ειδικό βιβλίο (μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων που τηρείται χωριστά από τα μητρώα των μεσιτών ασφαλίσεων και των ασφαλιστικών συμβούλων), στο οποίο αναγράφονται η ημερομηνία εγγραφής τους, οι ανανεώσεις και τυχόν διαγραφές, οι εταιρίες ασφαλιστικής πρακτόρευσης, των οποίων στη διοίκηση συμμετέχουν ή έχουν συμμετάσχει, καθώς και η διάρκεια αυτής της συμμετοχής.
Καταχωρείται επίσης η επωνυμία κάθε ασφαλιστικής εταιρίας την οποία πρακτορεύουν. Τα μητρώα ασφαλιστικών πρακτόρων τηρούνται από τα Επιμελητήρια, που είναι τοπικώς αρμόδια κατά το άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) και με την παρ.9 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2. Ο πράκτορας υποχρεούται σε όλα τα έγγραφά του και σε όλες τις επαγγελματικές του συναλλαγές να αναγράφει και να δηλώνει την ιδιότητά του ως ασφαλιστικού πράκτορα ή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που πρακτορεύει, καθώς και τον αριθμό μητρώου του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.9 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
3. Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.7 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
4.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.7 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
Άρθρο 7
Υποβαλλόμενα δικαιολογητικά
1. Προκειμένου να εγγραφεί, ως ασφαλιστικός πράκτορας, στο κατά το άρθρο 5 του παρόντος τοπικώς αρμόδιο Επιμελητήριο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να υποβάλει στο Επιμελητήριο αυτό τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Απολυτήριο Λυκείου ή εξαταξίου Γυμνασίου ή ισότιμου ή ισοδύναμου σχολείου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής.
β) Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου, από το οποίο να προκύπτει ότι δεν έχει καταδικασθεί για κλοπή, υπεξαίρεση, τοκογλυφία, αισχροκέρδεια, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δόλια χρεωκοπία, λαθρεμπορία.
γ) Πιστοποιητικό ότι δεν τελεί υπό δικαστική απαγόρευση ή αντίληψη.
δ) Πιστοποιητικό μη πτωχεύσεως.
ε) `Έγγραφα που να πιστοποιούν ότι ο ενδιαφερόμενος κατέχει γενικές εμπορικές ή επαγγελματικές γνώσεις και έχει εργασθεί:
Α 1) είτε τέσσερα χρόνια ως διευθύνων σε επιχείρηση ασφαλιστικής μεσιτείας είτε ως μεσίτης ασφαλίσεων ή ως συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων ή ασφαλιστικός σύμβουλος είτε ως υπάλληλος σε επιχειρήσεις ασφαλιστικής μεσιτείας ή πρακτόρευσης ή συντονισμού ασφαλιστικών συμβούλων και ασφαλιστικού συμβούλου ή ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2) είτε για τρία τουλάχιστον χρόνια με τις πιο πάνω ιδιότητες, εφόσον έχει ειδική εκπαίδευση τουλάχιστον ενός χρόνου σε ασφαλιστικά θέματα,
3) είτε για δύο χρόνια με τις πιο πάνω ιδιότητες, εφόσον είναι κάτοχος πτυχίου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Ελλάδας ή αναγνωρισμένης ισοτίμου ή ισοδυνάμου σχολής του εξωτερικού,
4) είτε για ένα χρόνο ως ανεξάρτητος επαγγελματίας, αν έχει και μεταπτυχιακή εκπαίδευση τουλάχιστον ενός χρόνου σε ασφαλιστικά θέματα,
5) είτε για δύο χρόνια ως νόμιμος αντιπρόσωπος ή ως εκπρόσωπος ή διαχειριστής εταιρίας που είναι νόμιμος αντιπρόσωπος αλλοδαπής ασφαλιστικής επιχείρησης στην Ελλάδα ή γενικός διευθυντής ασφαλιστικής επιχείρησης.
Β) Δεν οφείλει σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή σε ασφαλισμένο χρέη από ασφαλιστικές εργασίες τα οποία έχουν καταψηφιστεί σε βάρος του με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Για τη συνδρομή της προϋπόθεσης αυτής υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986.
2. α. Αν ο ενδιαφερόμενος είναι υπήκοος άλλου Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντί των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 περίπτωση (α) και περίπτωση (ε) υποπεριπτώσεις Α 3 και Α4 αυτού του άρθρου αρκεί να έχει πραγματικά και αδιάλειπτα εργασθεί :
α) είτε για τέσσερα (4) συνεχή χρόνια ως ανεξάρτητος ασφαλιστικός πράκτορας ή μεσίτης ασφαλίσεων ή διευθυντής σε αντίστοιχες επιχειρήσεις,
β) είτε για δύο (2) συνεχή έτη, ως άνω υπό α’, όταν ο ενδιαφερόμενος επιπλέον αποδεικνύει ότι έχει εργασθεί τρία (3) τουλάχιστον χρόνια σε έναν ή περισσότερους πράκτορες ή μεσίτες ασφαλίσεων ή σε μια ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις,
γ) είτε για ένα (1) χρόνο, ως άνω υπό α’, όταν ο ενδιαφερόμενος επιπλέον αποδεικνύει ότι για το επάγγελμα του ασφαλιστικού πράκτορα έχει κατάρτιση που βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το Κράτος ή κρίνεται απολύτως ικανοποιητικό από την αρμόδια επαγγελματική ένωση.
β. Θεωρείται ότι έχει ασκήσει δραστηριότητα διευθύνοντα επιχείρησης, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, κάθε πρόσωπο που έχει ασκήσει την αντίστοιχη δραστηριότητα :
α) είτε τα καθήκοντα διευθυντή επιχείρησης ή υποκαταστήματος,
β) είτε τα καθήκοντα του αναπληρωτή του διευθυντή επιχείρησης ή του εξουσιοδοτημένου να την εκπροσωπεί, εφόσον τα καθήκοντα αυτά συνεπάγονται ευθύνη αντίστοιχη με εκείνη του διευθυντή της επιχείρησης που εκπροσωπεί.
Τα καθήκοντα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 περ. β’ αυτού του άρθρου πρέπει να συνεπάγονται ευθύνες σε θέματα κατάρτισης, διαχείρισης και εκπλήρωσης ασφαλιστικών συμβάσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
3. α. Αν ο ενδιαφερόμενος είναι υπήκοος άλλου Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η συνδρομή των προϋποθέσεων που προβλέπονται από τις παραγράφους 1 και 2 αυτού του άρθρου αποδεικνύεται από πιστοποιητικό που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή ή οργανισμό ή άλλο νομικό πρόσωπο του Κράτους – Μέλους καταγωγής ή προέλευσης του ενδιαφερομένου και υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορίου. Ως πιστοποιητικό ποινικού μητρώου θεωρείται το πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του Κράτους – Μέλους καταγωγής ή προέλευσης, σύμφωνα με το άρθρο 2 του π.δ/τος 530/1991 (ΦΕΚ 205 Α’). β. Βεβαιώσεις που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις αρμόδιες αρχές Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορούν τις δραστηριότητες ασφαλιστικών πρακτόρων στην Ελλάδα χορηγούνται από τα κατά τόπους αρμόδια επιμελητήρια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
4. Η εγγραφή γίνεται εφόσον το αρμόδιο επιμελητήριο διαπιστώσει την πληρότητα των δικαιολογητικών των παραγράφων 1, 2 και 3 αυτού του άρθρου.
Οι δραστηριότητες που προβλέπονται στις παραγράφους 1 εδ. ε’ και 2 αυτού του άρθρου δεν πρέπει να έχουν παύσει να ασκούνται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα (10) ετών από την ημερομηνία κατάθεσης των πιστοποιητικών που πιστοποιούν τις ως άνω δραστηριότητες.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.12 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997 και η παρ.5
5. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μπορούν να καθορίζονται αρχές, οργανισμοί, επαγγελματικές οργανώσεις ή άλλα πρόσωπα που θα εκδίδουν τα πιστοποιητικά που αφορούν τις γενικές, εμπορικές ή επαγγελματικές γνώσεις, καθώς και την επαγγελματική εμπειρία και το είδος των αποδεικτικών στοιχείων αυτής, που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Με όμοιες αποφάσεις μπορούν επίσης να καθορίζονται τα επίπεδα των ως άνω γνώσεων, οι προϋποθέσεις κτήσεώς τους, ο τρόπος ελέγχου τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.12 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997 και η παρ.5 ,ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρου 21β του παρόντος το οποίο προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.3 Ν.2837/2000,ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.
Άρθρο 8
Δεν γίνονται δεκτά έγγραφα των περιπτώσεων β`, γ`, δ` και ε` στοιχ. Β του άρθρου 7 αν έχουν εκδοθεί σε χρόνο που απέχει περισσότερο από τρεις μήνες από την ημερομηνία που προσκομίζονται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.9 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150
Άρθρο 9
Σημ.: όπως το άρθρο 9 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.10 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 μεταφέρθηκε ως 19α με την παρ.30 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 10
Εταιρίες ασφαλιστικής πρακτόρευσης.
Σημ.: όπως ο τίτλος του παρόντος άρθρου αντικαταστάθηκε με την παρ.11 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Οι εταιρίες ασφαλιστικής πρακτόρευσης καταχωρίζονται σε ειδική μερίδα του μητρώου ασφαλιστικών πρακτόρων. Στις προσωπικές εταιρίες ασφαλιστικής πρακτόρευσης όλοι οι ομόρρυθμοι εταίροι πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων. Στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης πρέπει, σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων διαχειριστών, ο ένας να είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο. Ο διαχειριστής αυτός δεν μπορεί να υποκαθίσταται από άλλον τυχόν συνδιαχειριστή που δεν είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο.
2. Οι μετοχές των ανωνύμων εταιριών ασφαλιστικής πρακτόρευσης είναι ονομαστικές, ο δε διευθύνων σύμβουλος πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα ασφαλιστικών πρακτόρων. Αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου που αφορούν ασφαλιστικές πρακτοριακές εργασίες λαμβάνονται έγκυρα μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του ως άνω μέλους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
3. Το παράβολο καταχώρησης των πιο πάνω ασφαλιστικών πρακτοριακών εταιριών στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων είναι διπλάσιο από το παράβολο που καταβάλλουν τα φυσικά πρόσωπα.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.13 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
4. Στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων και δίπλα στα ονόματα των ασφαλιστικών πρακτόρων, που είναι μέλη της διοίκησης ασφαλιστικής πρακτοριακής εταιρίας, σημειώνεται και η εταιρία την οποία εκπροσωπούν.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.13 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
5. Για τον έγκυρο διορισμό μελών του διοικητικού συμβουλίου, γενικών διευθυντών, διευθυνόντων κλάδων, εντεταλμένων συμβούλων, αναπληρωτών γενικών διευθυντών και διευθυντών εταιριών ασφαλιστικής πρακτόρευσης, απαιτείται απόσπασμα ποινικού μητρώου από το οποίο να προκύπτει άτι δεν έχουν καταδικαστεί για τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περίπτωση β` του άρθρου 7 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.13 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) αντικαταστάθηκε με την παρ.14 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
Άρθρο 11
Ενδικοφανής προσφυγή
Αν απορριφθεί από το αρμόδιο επιμελητήριο η αίτηση για εγγραφή σύ αυτό, ο αιτών μπορεί να προσφύγει ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.13 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 12
Επαγγελματική εγκατάσταση.
Ο ασφαλιστικός πράκτορας είναι υποχρεωμένος μέσα σε τρεις μήνες από το διορισμό του να θέσει σε λειτουργία ίδια επαγγελματική εγκατάσταση (γραφείο κ.λ.π.) στον τόπο που ορίζεται με την πρακτοριακή σύμβαση και να τηρεί βιβλίο καταχώρησης ασφαλιστηρίων για τις ασφαλιστικές συμβάσεις που συνάπτονται μέσω αυτού και βιβλίο ζημιών που αφορούν αυτές τις συμβάσεις. Μέσα στην ίδια προθεσμία είναι υποχρεωμένο να υποβάλει στο αρμόδιο επιμελητήριο υπεύθυνη δήλωση του ν.δ/τος 1599/1986, με την οποία να βεβαιώνεται ότι τήρησε τις ως άνω υποχρεώσεις του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.14 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 13
Ανανέωση δικαιολογητικών
Σημ.: όπως το άρθρο 13 αντικαταστάθηκε με την παρ.15 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Ο ασφαλιστικός πράκτορας που έχει εγγραφεί στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων, προκειμένου να ανανεώσει την εγγραφή του, μέσα στο πρώτο τρίμηνο κάθε τρίτου έτους, λαμβάνοντας ως αφετηρία την 1η Ιανουαρίου του έτους αμέσως μετά την εγγραφή του, υποβάλλει στο αρμόδιο επιμελητήριο νέα πιστοποιητικά των περιπτώσεων β’, γ’, δ’ και ε’ υποπερίπτ. Β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2. Αν τα πιστοποιητικά της προηγούμενης παραγράφου δεν είναι πλήρη, ο ασφαλιστικός πράκτορας διαγράφεται από το Επιμελητήριο.
Άρθρο 14
Κοινοποίηση διαγραφής
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.16 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Η απόφαση για τη διαγραφή κατά την παρ. 2 του άρθρου 13 του παρόντος νόμου κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο και στις επιχειρήσεις που αυτός πρακτορεύει με επιμέλεια του αρμόδιου Επιμελητηρίου.
2. Οι εκπρόσωποι των ασφαλιστικών επιχειρήσεων οφείλουν μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την κοινοποίηση της προηγούμενης παραγράφου να καταγγείλουν τη σύμβασή τους με τον ασφαλιστικό πράκτορα, ο οποίος διαγράφηκε από το Επιμελητήριο. Οι παραβάτες της παραγράφου αυτής τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι τρία έτη και χρηματική ποινή το σε δραχμές ισόποσο των ι.Ιοο εςυ. Λόγω της καταγγελίας δεν οφείλεται αποζημίωση στον ασφαλιστικό πράκτορα.
Άρθρο 15
Μεταβατική διάταξη.
Μέσα σε δύο έτη αφότου ισχύσει ο νόμος αυτός μπορούν να αποκτούν άδεια ασφαλιστικού πράκτορα και να εγγράφονται στο μητρώο ασφαλιστικών πρακτόρων οι μέχρι την εφαρμογή του νόμου αυτού γενικοί πράκτορες και οι πράκτορες ασφαλιστικών επιχειρήσεων των οποίων οι συμβάσεις έχουν υποβληθεί στο Υπουργείο Εμπορίου καθώς και οι νόμιμοι εκπρόσωποι ασφαλιστικών πρακτοριακών εταιριών, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παρ. 1 εδάφια α’, β `, γ `, δ ` και στ’ περίπτωση (ββ) και να μην έχουν τα ασυμβίβαστα του άρθρου 9. Οι πράκτορες αυτοί πρέπει να έχουν μέση ετήσια παραγωγή όχι κατώτερη από τα όρια που ορίζονται στο άρθρο 7 και να έχουν ασκήσει το επάγγελμα τουλάχιστον για δύο έτη. Για όσους δεν έχουν απολυτήριο λυκείου ή εξατάξιου γυμνασίου η παραπάνω προϋπηρεσία απαιτείται να είναι τέσσερα έτη. Για τη συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών αποφαίνεται η οικεία επιτροπή ασφαλιστικών πρακτόρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΜΕΣΙΤΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Σημ.: όπως ο τίτλος τέθηκε με την παρ.16 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997
Άρθρο 15α
Σημ.: όπως το άρθρο 15Α προστέθηκε με το άρθρο 2 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Μεσίτης ασφαλίσεων είναι το πρόσωπο, το οποίο έχει ως αποκλειστικό έργο, κατ’ εντολή του ασφαλιζομένου, χωρίς να δεσμεύεται ως προς την επιλογή της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, έναντι προμήθειας που καταβάλλεται από τις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, να φέρει σε επαφή ασφαλιζομένους ή αντασφαλιζομένους και ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, να προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες προπαρασκευαστικές εργασίες για τη σύναψη ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών συμβάσεων, να λαμβάνει την αποδοχή από την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση και την έγκριση του ασφαλιζομένου ή αντασφαλιζομένου και να βοηθά κατά τη διαχείριση και την εκτέλεσή τους, ιδίως σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.17 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2. Για την άσκηση του επαγγέλματος του μεσίτη ασφαλίσεων απαιτείται εγγραφή του ενδιαφερόμενου, με την ιδιότητά του αυτή, στο αμιγές Επαγγελματικό Επιμελητήριο ή στο Επαγγελματικό Τμήμα του ενιαίου Επιμελητηρίου της έδρας του.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 6, 7, 8, 10 και 11 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και επί μεσιτών ασφαλίσεων. Οι χρονικές προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα αυτά περιλαμβάνουν και την επαγγελματική απασχόληση ως πράκτορα ή υπαλλήλου ελληνικής ή αλλοδαπής επιχείρησης ασφαλιστικής πρακτόρευσης.
*** Οι αρχικές παρ.3-7 καταργήθηκαν και η άνω παρ.8 αναριθμήθηκε σε 3 αντικατασταθείσα ως άνω με την παρ.18 άρθρου 36 Ν.2496/1997,ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
4. Ο μεσίτης ασφαλίσεων πρέπει να έχει δεσμεύσει περιουσία ύψους ίσου με το σε δραχμές ισόποσο των 200.000 Ευρωπαϊκών Λογιστικών Μονάδων (Ε.Λ.Μ.) προς εξασφάλιση της καλής εκτέλεσης των εργασιών του. Η δέσμευση μπορεί να περιορισθεί, αν ο ενδιαφερόμενος προσκομίσει στο Υπουργείο Εμπορίου ασφαλιστήριο επαγγελματικής ευθύνης που προέρχεται από λάθη και παραλείψεις κατά την άσκηση του επαγγέλματός του με όριο κάλυψης το σε δραχμές ισόποσο των 400.000 Ε.Λ.Μ. τουλάχιστον. Το Υπουργείο Ανάπτυξης γνωστοποιεί την τήρηση των ως άνω προϋποθέσεων, καθώς και για τη διάρκεια της ασφαλιστικής κάλυψης, η οποία υποβάλλεται στο κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου επιμελητήριο για την εγγραφή ή ανανέωση της εγγραφής στο οικείο μητρώο μεσιτών ασφαλίσεων. Στη δεσμευμένη περιουσία οι ασφαλισμένοι αντισυμβαλλόμενοι έχουν προνόμιο που προηγείται κάθε άλλου γενικού ή ειδικού προνομίου. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να καθορίζονται ο τρόπος εφαρμογής της ως άνω δέσμευσης, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της ασφάλισης αστικής επαγγελματικής ευθύνης του μεσίτη ασφαλίσεων.
*** Η άνω παρ.9 αναριθμήθηκε σε 4 και τροποποιήθηκε ως άνω με την παρ.19 άρθρου 36 Ν.2496/1997,ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να επιβάλλεται η υποχρέωση υποβολής στο Υπουργείο Εμπορίου στοιχείων της δραστηριότητας των επιχειρήσεων μεσιτείας ασφαλίσεων.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.20 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
6. Τα μητρώα μεσιτών ασφαλίσεων τηρούνται από τα Επιμελητήρια που είναι τοπικώς αρμόδια κατά την παρ.2 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.20 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
7. Ο μεσίτης ασφαλίσεων πρέπει να απολαύει νομικής και οικονομικής ανεξαρτησίας έναντι των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Ο μεσίτης ασφαλίσεων, εφόσον του ζητηθεί, γνωστοποιεί προς τους ενδιαφερομένους να προβούν σε ασφάλιση ή αντασφάλιση, οποιαδήποτε άμεση νομική ή οικονομική δέσμευση προς μία ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή οποιαδήποτε κατοχή εταιρικών μεριδίων ή μετοχών σε ή από ασφαλιστική επιχείρηση, που θα μπορούσε να επηρεάσει την πλήρη ελευθερία επιλογής ασφαλιστικής επιχείρησης. Μέσα στο πρώτο τρίμηνο κάθε έτους, λαμβάνοντας ως αφετηρία την 1η Ιανουαρίου του έτους αμέσως μετά την εγγραφή του, ο μεσίτης ασφαλίσεων υποβάλλει στο αρμόδιο επιμελητήριο την κατανομή των δραστηριοτήτων του με τις διάφορες ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά το προηγούμενο έτος.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.20 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 15β
Εταιρίες μεσιτείας ασφαλίσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 15Β που προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) καταργήθηκε με την παρ.21 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 15γ
Ανανέωση δικαιολογητικών
Σημ.: όπως το άρθρο 15Γ προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Ο μεσίτης ασφαλίσεων που έχει εγγραφεί στο μητρώο μεσιτών ασφαλίσεων, προκειμένου να ανανεώσει την εγγραφή του, μέσα στο πρώτο τρίμηνο κάθε τρίτου έτους, λαμβάνοντας ως αφετηρία την 1η Ιανουαρίου του έτους αμέσως μετά την εγγραφή του, υποβάλλει στο αρμόδιο επιμελητήριο νέα πιστοποιητικά των περιπτώσεων β`, γ` και δ` της παρ. 1 του άρθρου 7, καθώς και την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 7 παρ. 1 Β του παρόντος”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.22 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2. Αν τα πιστοποιητικά της προηγούμενης παραγράφου είναι πλήρη και ο μεσίτης ασφαλίσεων έχει πραγματοποιήσει μέση ετήσια παραγωγή ύψους ίσου με το σε δραχμές ισόποσο των 105.000 ECU κατά τη διαδραμούσα τριετία, γίνεται σχετική μνεία στο μητρώο μεσιτών ασφαλίσεων. Σε αντίθετη περίπτωση, ο μεσίτης ασφαλίσεων διαγράφεται από το Επιμελητήριο και εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 14 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 15δ
Συμφωνητικά ασφαλιστικής κάλυψης
Σημ.: όπως το άρθρο 15Δ προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Ο μεσίτης ασφαλίσεων έχει υποχρέωση να υποβάλει στους ασφαλιστές “συμφωνητικό ασφαλιστικής κάλυψης” στο οποίο αναγράφονται όλες οι προϋποθέσεις και οι όροι αποδοχής της ασφάλισης από τους ενδιαφερόμενους ασφαλιστές, οι οποίοι βεβαιώνουν την αποδοχή της κάλυψης του κινδύνου.
2. Ο μεσίτης ασφαλίσεων εκδίδει “πιστοποιητικό ασφάλισης” με βάση τα στοιχεία που συμφώνησε με την ασφαλιστική εταιρία, το οποίο παραδίδει στον ασφαλισμένο. Ο μεσίτης αντικαθιστά το πιστοποιητικό ασφαλιστικής κάλυψης χωρίς υπαίτια βραδύτητα με το ασφαλιστήριο.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 51 του ν.δ. 400/1970 εφαρμόζονται και για ασφαλίσεις που συνάπτονται μέσω αναγνωρισμένων μεσιτών ασφάλισης, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 15ε
Ευθύνη έναντι ασφαλιζόμενου
Η ευθύνη του μεσίτη έναντι του ασφαλιζόμενου περιορίζεται στη σωστή τήρηση και εφαρμογή των έγγραφων εντολών του δεύτερου.
Σημ.: όπως το άρθρο 15Ε προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ
Σημ.: όπως ο τίτλος προστέθηκε με την παρ.23 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α
Άρθρο 16
Ασφαλιστικοί σύμβουλοι
Σημ.: όπως το άρθρο 16 αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 13 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Ασφαλιστικός σύμβουλος είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο μελετά την αγορά, παρουσιάζει και προτείνει λύσεις ασφαλιστικής κάλυψης των αναγκών των πελατών με ασφαλιστικές συμβάσεις για λογαριασμό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή ασφαλιστικών πρακτόρων ή μεσιτών ή συντονιστών ασφαλιστικών συμβούλων για την πρόσκτηση εργασιών. Η σχέση που συνδέει τον ασφαλιστικό σύμβουλο με τους ως άνω είναι σύμβαση έργου. Ο ασφαλιστικός σύμβουλος δεν έχει δικαίωμα υπογραφής ασφαλιστηρίων ούτε εκπροσώπησης ασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικού πράκτορα ή μεσίτη. Κάθε αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.24 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
2. Δεν αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού συμβατικός όρος, με τον οποίο περιορίζεται το δικαίωμα του ασφαλιστικού συμβούλου να συνάπτει σύμβαση και με άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Το δικαίωμα αυτό ασκείται από τη συμβαλλόμενη ασφαλιστική επιχείρηση μόνο για τους κλάδους που ασκεί.
3. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.25 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
4. Η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να αναθέτει στον ασφαλιστικό σύμβουλο την είσπραξη ασφαλίστρων. Στην περίπτωση αυτήν του καταβάλλει επιπλέον προμήθεια, το ύψος της οποίας καθορίζεται από τα μέρη με τη σχετική σύμβαση.
5. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να εισάγεται ο θεσμός και οι όροι εργασίας του δόκιμου ασφαλιστικού συμβούλου, να εισάγονται πρότυπα βασικών όρων συμβάσεων συνεργασίας, να προβλέπονται δραστηριότητες των ασφαλιστικών συμβούλων που είναι ασυμβίβαστες με το επάγγελμά τους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.26 άρθρου 36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 17
Εγγραφή ασφαλιστικού συμβούλου στο Επιμελητήριο
Σημ.: όπως το άρθρο 17 αντικαταστάθηκε με την παρ.27 του άρθρου 13 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Για να ασκήσει το επάγγελμά του, ο ασφαλιστικός σύμβουλος είναι υποχρεωμένος να εγγραφεί, υπό την ιδιότητά του αυτή, στο αμιγές Επαγγελματικό Επιμελητήριο ή στο Επαγγελματικό τμήμα του ενιαίου Επιμελητηρίου της έδρας του.
2. Προκειμένου να εγγραφεί ως ασφαλιστικός σύμβουλος, στο κατά την προηγούμενη παράγραφο τοπικώς αρμόδιο Επιμελητήριο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να υποβάλει στο Επιμελητήριο αυτό τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Απολυτήριο Λυκείου ή εξατάξιου Γυμνασίου ή ισότιμου ή ισοδύναμου σχολείου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής.
β) Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου, από το οποίο να προκύπτει ότι δεν έχει καταδικασθεί για κλοπή, υπεξαίρεση, τοκογλυφία, αισχροκέρδεια, απάτη εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δόλια χρεωκοπία και λαθρεμπορία.
γ) Πιστοποιητικό ότι δεν τελεί υπό δικαστική, απαγόρευση ή αντίληψη.
δ) Πιστοποιητικό μη πτωχεύσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.27 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87,16.5.1997.
3. Τα μητρώα των ασφαλιστικών συμβούλων τηρούνται στα κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού επιμελητήρια. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 του άρθρου 6, 2 και 3 του άρθρου 7 και των άρθρων 10, 13 και 14 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.27 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87,16.5.1997.
4. Αν ο ενδιαφερόμενος είναι υπήκοος άλλου Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντί των προϋποθέσεων του εδ. α’ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού αρκεί να έχει πραγματικά και αδιάλειπτα εργασθεί :
α) είτε για δύο (2) συνεχή έτη, ως ανεξάρτητος επαγγελματίας ή ως εργαζόμενος σε επιχείρηση ασφαλιστικού πράκτορα ή μεσίτη ασφαλιστών ή μιας ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων,
β) είτε για ένα (1) έτος με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’, όταν ο δικαιούχος δύναται να αποδείξει για την εν λόγω δραστηριότητα προηγούμενη κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος ή κρίνεται ως απολύτως ικανοποιητικό από την αρμόδια επαγγελματική ένωση.
5. Η πραγματική άσκηση τουλάχιστον για ένα (1) έτος εργασιών ασφαλιστικού πράκτορα ή μεσίτη θεωρείται ισότιμη με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.27 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87,16.5.1997.
Άρθρο 18
Μεταβατική διάταξη.
Μέσα σε δύο έτη από την ισχύ του νόμου αυτού μπορούν να αποκτήσουν άδεια παραγωγού ασφαλίσεων όσοι κατά την έναρξη ισχύος του εργάζονται ως ασφαλιστικοί πράκτορες και όσοι είναι εγγεγραμμένοι στα οικεία μητρώα ασφαλειομεσιτών (παραγωγοί), αν έχουν γραμματικές γνώσεις τουλάχιστον δευτέρας τάξης εξατάξιου γυμνασίου ή αντίστοιχης τάξης δημόσιας εμπορικής σχολής και τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 παρ. 1 στοιχεία α’, γ`, δ`. Για τη συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών αποφασίζει το οικείο επιμελητήριο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Σημ.: όπως Το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’ αναριθμήθηκε σε “ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε” και ό τίτλος του αντικαταστάθηκε με την παρ.29 άρθρ.36 Ν.2496/1997
Άρθρο 19
Ασφαλιστικοί υπάλληλοι
Σημ.: όπως το άρθρο 19 αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 14 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Υπάλληλοι ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων ασφαλιστικής πρακτόρευσης ή εταιριών μεσιτείας ασφαλίσεων μπορούν να ασκούν διαμεσολάβηση στη σύναψη ασφαλίσεων για λογαριασμό των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται ή άλλων συνδεδεμένων με αυτές, μετά από έγκριση του εργοδότη τους, χωρίς τις προϋποθέσεις του άρθρου 17.
2. Η σχέση του ασφαλιστικού υπαλλήλου με τις προαναφερόμενες επιχειρήσεις, για λογαριασμό των οποίων διαμεσολαβεί κατά τα ανωτέρω, είναι σύμβαση έργου και ανεξάρτητη από τη σύμβαση εργασίας.
3. Η ιδιότητα του ασφαλιστικού υπαλλήλου είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ασφαλιστικού συμβούλου.
Άρθρο 19α
Ασυμβίβαστα
Η ιδιότητα του ασφαλιστικού πράκτορα, του μεσίτη ασφαλίσεων του ασφαλιστικού συμβούλου και του συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων, είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του γενικού διευθυντή ή διευθυντή ή εκπροσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης.
Επίσης η ιδιότητα του ασφαλιστικού πράκτορα είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του μεσίτη ασφαλίσεων.
Σημ.: όπως το άρθρο 9 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.10 του άρθρου 11 του Ν.2170/1993 μεταφέρθηκε ως άρθρο 19α και συμπληρώθηκε με την παρ.30 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87/16.5.1997.
Άρθρο 20
Συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 14 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150)
1. Συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο για λογαριασμό μιας ασφαλιστικής επιχείρησης ζωής ή και μιας μόνο ασφαλιστικής επιχείρησης ασφαλίσεων κατά ζημιών, έναντι προμήθειας διαμεσολαβεί στη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων διαμέσου ομάδας ασφαλιστικών συμβούλων, τους οποίους επιλέγει, εκπαιδεύει και εποπτεύει.
Η σχέση που συνδέει το συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων με την ασφαλιστική επιχείρηση είναι σύμβαση έργου, η οποία καταρτίζεται εγγράφως. Σε περίπτωση ύπαρξης επιπλέον σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του συντονιστή ως διευθυντή γραφείου πωλήσεων ασφαλίσεων, η σύμβαση έργου παραμένει ανεξάρτητη και δεν απορροφάται από τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
2. Το άρθρο 17 του παρόντος εφαρμόζεται και επί συντονιστών ασφαλιστικών συμβούλων. Για τους κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου ασκούντες το επάγγελμα του συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων και διευθυντή υποκαταστήματος ασφαλίσεων δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.28 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87,16.5.1997
3. Αν για οποιονδήποτε λόγο λυθεί ή λήξει η σύμβαση του συντονιστή με την ασφαλιστική επιχείρηση, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στο συντονιστή για χρονικό διάστημα τριών ετών από την καταγγελία την προμήθεια που του αναλογεί στην παραγωγή ασφαλιστικών συμβούλων που συντονίζει, στο μέτρο που η παραγωγή αυτή εξακολουθεί να παραμένει για το διάστημα αυτό στην επιχείρηση. Δεν οφείλεται προμήθεια αν η σύμβαση λύθηκε με καταγγελία εκ μέρους της ασφαλιστικής επιχείρησης που οφείλεται σε βαρύ παράπτωμα του συντονιστή, το οποίο συνεπάγεται αστική ή ποινική ευθύνη ή αν λύθηκε με πρωτοβουλία του συντονιστή”.
Σε περίπτωση θανάτου ή μόνιμης ολικής ανικανότητας συντονιστή ασφαλιστικής επιχείρησης, η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να καταβάλει στα πρόσωπα που ο συντονιστής όρισε ειδικά ως δικαιούχους ή ανάλογα με τη συμφωνία, στον ίδιο ή αν δεν όρισε δικαιούχους για την περίπτωση θανάτου, στους μέχρι και τέταρτου βαθμού συγγένειας κληρονόμους του για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, την προμήθεια που δικαιούνταν και αναλογούσε στην παραγωγή των ασφαλιστικών συμβούλων που συντόνιζε εφόσον γι` αυτό το διάστημα η παραγωγή εξακολουθεί να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση.
Σε περίπτωση θανάτου ή μόνιμης ολικής ανικανότητας συντονιστή ασφαλιστικής επιχείρησης, η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να καταβάλει στα πρόσωπα που ο συντονιστής όρισε ειδικά ως δικαιούχους ή ανάλογα με τη συμφωνία, στον ίδιο ή αν δεν όρισε δικαιούχους για την περίπτωση θανάτου, στους μέχρι και τέταρτου βαθμού συγγένειας κληρονόμους του για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, την προμήθεια που δικαιούνταν και αναλογούσε στην παραγωγή των ασφαλιστικών συμβούλων που συντόνιζε εφόσον γι` αυτό το διάστημα η παραγωγή εξακολουθεί να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.28 άρθρ.36 Ν.2496/1997 ΦΕΚ Α 87,16.5.1997 και με την παρ.5 εδ` στ` άρθρ.10 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.
Άρθρο 21
Άλλες διατάξεις.
1. Με απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (ΕΠ.Ε.Ι.Α.) μπορεί:
α) να καταρτίζεται κανονισμός συμπεριφοράς των προσώπων που ασκούν ασφαλιστική διαμεσολάβηση, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 2 του π.δ. 190/2006, όπως ισχύει. Από την έναρξη ισχύος του κανονισμού αυτού καταργείται το π.δ. 298/1986 (ΦΕΚ 183 Α`),
β) να ορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις για την παράβαση των διατάξεων του ως άνω κανονισμού συμπεριφοράς, και γ) γενικότερα να ρυθμίζεται κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος νόμου. Κατ` ελάχιστο, ο κανονισμός συμπεριφοράς περιέχει κανόνες οι οποίοι διασφαλίζουν ότι τα παραπάνω νομικά και φυσικά πρόσωπα ενεργούν εντίμως, νομίμως και με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια κατά τη διεξαγωγή των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων, διαθέτουν και χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται προς το συμφέρον των ασφαλισμένων και λαμβάνουν μέτρα ώστε να αποτρέπουν τις συγκρούσεις συμφερόντων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 71 παρ.9 Ν.3746/2009,ΦΕΚ Α 27/16.2.2009.
2. Τα άρθρα 26 έως και 28 του ν.δ. 400/1970 καταργούνται. Το άρθρο 25 του ν.δ. 400/1970 καταργείται δύο έτη μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Μέχρι να εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, το β.δ. 503/1972 (ΦΕΚ 148) παραμένει σε ισχύ και εφαρμόζεται ανάλογα στα πρόσωπα που σύμφωνα με το νόμο αυτόν μεσολαβούν στην ιδιωτική ασφάλιση.
Σημ.: όπως η παρ.3 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και η παρ.1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 71 παρ.9 Ν.3746/2009,ΦΕΚ Α 27/16.2.2009.
Άρθρο 21α
Ποινικές κυρώσεις
Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος νόμου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ένα (1) έτους και με χρηματική ποινή ίση με το σε δραχμές ισόποσο των 4.000 ECU, εάν δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλες διατάξεις.
Σημ.: όπως το άρθρο 21Α προστέθηκε με το άρθρο 15 του Ν.2170/1993 (ΦΕΚ Α 150) και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρου 25 Ν. 4141/2013, ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.
Άρθρο 21β
Σημ.: όπως το άρθρο 21Β προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ.5 του Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 του άρθρου 25 του ν.4141/2013
1. Με απόφασή του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση των προσώπων τα οποία διαμεσολαβούν στη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, ως προσθέτων προϋποθέσεων εγγραφής στο οικείο Επιμελητήριο για την άσκηση του επαγγέλματός τους, όπως ενδεικτικά το γνωστικό αντικείμενο, η πιστοποίηση κατοχής του γνωστικού αντικειμένου κλπ
2. Οι παραβαίνοντες την εν λόγω απόφαση τηρούνται με τις κυρώσεις του άρθρου 21α του παρόντος νόμου.
3. Η παρ. 5 του άρθρου 7 του Ν.1569/1985,η οποία προστέθηκε με την παρ.12 του άρθρου 36 του Ν.2496/1997,καταργείται.
ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΣΩΜΑ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΝΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΣΥΣΤΑΣΗ – ΕΠΩΝΥΜΙΑ – ΕΔΡΑ – ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ
Άρθρο 22
Σύσταση – Επωνυμία.
Σημ.: όπως το άρθρο 22 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 23
Έδρα – Υποκαταστήματα.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Άρθρο 24
Σκοπός.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 25
Αρχές λειτουργίας.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 26
Πρόληψη πραγματογνωμόνων – Ασυμβίβαστα – Εξαιρέσεις.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 27
Κανονισμός Σ.Ε.Π.Τ.Α.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 28
Προσόντα και κωλύματα διορισμού.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 29
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 30
Υπαλληλική ιδιότητα.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΟΡΓΑΝΑ – ΔΙΟΙΚΗΣΗ – ΕΠΟΠΤΕΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Όργανα.
Άρθρο 31
Όργανα.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 32
Γενική Συνέλευση
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 33
Διοικητικό Συμβούλιο.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 34
Εποπτικό Συμβούλιο.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
Άρθρο 35
Τεχνικό Γραφείο.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΠΟΡΟΙ
Άρθρο 36
Πόροι.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΗ
Άρθρο 37
Σύνταξη πραγματογνωμοσύνης.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.
Άρθρο 38
Διορισμός πρώτου Εποπτικού και Διοικητικού Συμβουλίου.
Σημ.: όπως το άρθρο 23 καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 1867/1989 (Α 227).
ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ Ν. 489/1976 (ΦΕΚ 331)
Άρθρο 39
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Ν. 489/1976 και πριν από την τελευταία φράση προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής: “Η μεταφορά επιβατών με αυτοκίνητο που απαγορεύεται από το νόμο να μεταφέρει πρόσωπα με κόμιστρο τεκμαίρεται ότι γίνεται δωρεάν”.
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 του Ν. 489/1976, όπως αυτή αριθμήθηκε με το άρθρο 6 του Π.Δ. 1019/1981 (ΦΕΚ 253), αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Το ασφαλιστικό ποσό είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό που καθορίζει κάθε φορά με αποφάσεις του ο Υπουργός Εμπορίου για κάθε είδος κινδύνου που υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση. Δεν μπορεί όμως για κάθε ατύχημα να οριστούν ποσά κατώτερα από αυτά που προβλέπονται ακολούθως: Από 1ης Ιανουαρίου 1996, 500.000 ECU για σωματικές βλάβες ανεξαρτήτως αριθμού θυμάτων και 100.000 ECU για υλικές ζημιές. Από 1ης Ιανουαρίου 1993 ποσοστό 31% των ποσών αυτών. (84/5/ΕΟΚ αρ. 1 παράγρ. 2, αρ. 5 παράγρ. 3)”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του ΠΔ 264/1991 (Α 98). Βλ. αντίστοιχα και άρθρο 6 παρ. 5 του Κωδικοποιητικού ΠΔ 237/1986.
Άρθρο 40
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Η γνωστοποίηση γίνεται στην κατοικία ή διαμονή του ασφαλισμένου ή αντισυμβαλλομένου με έγγραφο του οποίου αποδεικνύονται η χρονολογία λήψης και το περιεχόμενο. Ως κατοικία ή διαμονή θεωρείται εκτός από την πραγματική, και η τελευταία διεύθυνση που ο ασφαλισμένος ή ο αντισυμβαλλόμενος δήλωσαν στον ασφαλιστή. Η γνωστοποίηση στη διεύθυνση αυτή δεν είναι νόμιμη, εφόσον ο ασφαλιστής γνωρίζει την πραγματική κατοικία του ασφαλισμένου ή του αντισυμβαλλομένου”.
Άρθρο 41
Το άρθρο 12 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 12.
1. Στον κύριο ή στον κάτοχο ή στον οδηγό αυτοκινήτου που το κυκλοφορεί ή ανέχεται να το κυκλοφορεί τρίτος χωρίς να είναι ασφαλισμένο κατά τις διατάξεις του παρόντος επιβάλλεται, από τα ασκούντα την αστυνομική εξουσία όργανα, πρόστιμου μέχρι 30.000 δρχ. και αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού της άδειας κυκλοφορίας και των κρατικών πινακιδίων του οχήματος μέχρι τρεις μήνες. Κατά της πράξης επιβολής των παραπάνω κυρώσεων επιτρέπεται προσφυγή στο μονομελές διοικητικό πρωτοδικείο, μέσα σε είκοσι ημέρες από την επίδοση της. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 341/1978 (ΦΕΚ 71).
2. Το πρόστιμο της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εμπορίου και Μεταφορών και Επικοινωνιών”.
Άρθρο 42
Η διάταξη του άρθρου 14 του ν. 489/1976 αριθμείται ως παράγραφος 1 και προστίθεται δεύτερη παράγραφος ως εξής:
“2. Κατεξαίρεση, το πρόσωπο που ζημιώθηκε έχει το δικαίωμα συντηρητικής κατάσχεσης του ασφαλισμένου αυτοκινήτου για απαιτήσεις από ατυχήματα που προκλήθηκαν από την κυκλοφορία του, εφόσον ο κύριος, κάτοχος ή οδηγός του δεν προβαίνει στην κατά το άρθρο 9 του παρόντος δήλωση στον ασφαλιστή του. Το δικαίωμα αυτό το έχει και ο ασφαλιστής σε περίπτωση αγωγής κατά του κυρίου του αυτοκινήτου”.
Άρθρο 43
1. Το άρθρο 27 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 27.
1. Μέλη του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης είναι υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν στην Ελλάδα τον κλάδο ασφάλισης αστικής ευθύνης για ατυχήματα από αυτοκίνητα, είτε έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό. 2. Τα μέλη του Γραφείου υποχρεούνται να καλύπτουν την αστική ευθύνη των ασφαλισμένων τους για ατυχήματα που προκαλούνται στο εξωτερικό από αυτοκίνητα που έχουν συνήθη τόπο στάθμευσης στην Ελλάδα εκδίδοντας για το σκοπό αυτόν το σχετικό πιστοποιητικό διεθνούς ασφάλισης.
3. Τα έντυπα του πιστοποιητικού χορηγούνται από το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης και έχουν τον τύπο που χρησιμοποιείται διεθνώς.
4. Εταιρείες που η έδρα τους βρίσκεται στο εξωτερικό συμμετέχουν υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως στο Ελληνικό Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης και υπόκεινται στις ρυθμίσεις που προβλέπει το άρθρο 28. Η συμμετοχή των εταιριών αυτών στο Ελληνικό Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης δεν περιορίζει το δικαίωμά τους να εκδίδουν πιστοποιητικό Διεθνούς Ασφάλισης του Γραφείου της έδρας τους”.
2. Οι αλληλοασφαλιστικοί συνεταιρισμοί και τα αλληλοασφαλιστικά ταμεία συνεταιρισμών που καλύπτουν τον ίδιο κίνδυνο έχουν υποχρέωση, μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού να δηλώσουν αν επιθυμούν να γίνουν μέλη του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης. Η δήλωση τους αυτή δεν υπόκειται σε ανάκληση.
Άρθρο 44
Το άρθρο 28 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 28.
1. Η υποχρέωση μέλους ή του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης από την έκδοση πιστοποιητικού διεθνούς ασφάλισης περιορίζεται στο ασφαλιστικό ποσό που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 6, όπως αριθμήθηκε με το άρθρο 6 του π.δ. 1019/1981. Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης καταβάλλει το ποσό που υπερβαίνει το κατά το προηγούμενο εδάφιο ασφαλιστικό ποσό. Σε περίπτωση ατυχήματος, το μέλος που το καλύπτει είναι υποχρεωμένο, μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από τότε που θα ειδοποιηθεί από το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης, να καταβάλει σε αυτό το ισόποσο του παραπάνω ορίου ευθύνης του.
2. Ποσά που δεν καταβάλλονται από μέλος σε εκπλήρωση της κατά την προηγούμενη παράγραφο υποχρέωσης τους καταβάλλονται στο Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης από τα λοιπά μέλη, ανάλογα με την παραγωγή ασφαλίστρων του κλάδου αστικής ευθύνης αυτοκινήτων που είχαν κατά την προηγούμενη του ατυχήματος χρήση, με την επιφύλαξη του δικαιώματος αναγωγής του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης κατά του υποχρέου μέλους.
3. Αν το μέλος παραβεί τις υποχρεώσεις του των παραγράφων 1 και 2, υπόκειται στις κυρώσεις των διατάξεων του άρθρου 36, όπως τροποποιείται.
4. Το μέλος που εκδίδει πιστοποιητικό διεθνούς ασφάλισης υποχρεούται, μέσα σε είκοσι πέντε ημέρες από το τέλος του μήνα κατά τον οποίο εκδόθηκε το πιστοποιητικό, να καταβάλει στο Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης το μέρος του ασφαλίστρου που αντιστοιχεί στο τμήμα του κινδύνου που καλύπτει το Γραφείο. Το μέρος αυτό ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
Άρθρο 45
Η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν. 489/1976 καταργείται.
Άρθρο 46
1. Το άρθρο 31 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 31.
1. Όργανα διοίκησης του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης είναι η Συνέλευση των μελών και η Διαχειριστική Επιτροπή.
2. Η Διαχειριστική Επιτροπή αποτελείται από δέκα μέλη. Από αυτά, ένα μέλος χωρίς ψήφο ορίζει ο Υπουργός Εμπορίου και τα υπόλοιπα εκλέγει η Συνέλευση. Η Διαχειριστική επιτροπή εκλέγει μεταξύ των αιρετών μελών τον πρόεδρό της.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της Συνέλευσης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι εισφορές που κάθε μέλος του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης υποχρεούται να καταβάλει σε αυτό, σύμφωνα με τα οριζόμενα παρακάτω:
α) Για την κάλυψη των εξόδων ίδρυσης και λειτουργίας του Γραφείου καταβάλλεται εφάπαξ εισφορά 200.000 δρχ. για το πρώτο έτος. Για τα επόμενα έτη η εισφορά κάθε μέλους υπολογίζεται ανάλογα με την παραγωγή ασφαλίστρων του στον κλάδο αυτοκινήτου κατά την προηγούμενη χρήση.
β) Για την κάλυψη των υποχρεώσεων του γραφείου από την κυκλοφορία ανασφάλιστων αυτοκινήτων και από τον άμεσο διακανονισμό ζημιών από ατυχήματα προκαλούμενα στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή από αυτοκίνητα που έχουν τόπο συνήθους στάθμευσης αντίστοιχα στην αλλοδαπή ή στην ημεδαπή, καταβάλλεται εφάπαξ εισφορά που υπολογίζεται για κάθε μέλος ανάλογα με την παραγωγή ασφαλίστρων του στον κλάδο αυτοκινήτου κατά την προηγούμενη χρήση. Το συνολικό ποσό των παραπάνω εισφορών δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50.000.000 δρχ. ετησίως. Αν στο τέλος οποιασδήποτε χρήσης τα κεφάλαια που διαθέτει το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης, μετά την αφαίρεση των προβλέψεων για εκκρεμείς ζημιές, υπερβαίνουν το ποσό των εκατό εκατομμυρίων δραχμών, αναστέλλεται η καταβολή εισφορών μέχρις ότου τα κεφάλαια αυτά μειωθούν στα εβδομήντα πέντε εκατομμύρια. Αν η Διαχειριστική Επιτροπή εκτιμήσει ότι τα κεφάλαια που διαθέτει οποιαδήποτε στιγμή το Γραφείο δεν επαρκούν για την εκπλήρωση εκκρεμών υποχρεώσεών του, κάθε μέλος υποχρεούται να καταβάλει συμπληρωματική αναλογική εισφορά μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της σχετικής απόφασής της.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 24 εφαρμόζονται αναλόγως σε περίπτωση που μέλος παραβαίνει τις υποχρεώσεις της προηγούμενης παραγράφου.
5. Κατά τα λοιπά, για το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 20, 21 και 22″.
6. Την πρώτη συνέλευση των μελών του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης συγκαλεί ο Υπουργός Εμπορίου”.
Άρθρο 47
Το άρθρο 34 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 34.
1. Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης υποχρεούται να διαθέτει σε κάθε συνοριακό σταθμό και λιμένα εισόδου στη χώρα αντιπρόσωπο εξουσιοδοτημένο να συνάπτει συνοριακές ασφαλίσεις για λογαριασμό όλων των μελών του. Ο αντιπρόσωπος μπορεί να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο καθώς και όργανο που ασκεί αστυνομικά ή τελωνειακά καθήκοντα. Στους αντιπροσώπους αυτούς μπορεί να καταβάλλεται αποζημίωση σε βάρος του Γραφείου, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου.
2. Η συνοριακή ασφάλιση καταρτίζεται σύμφωνα με τους όρους και τα τιμολόγια ασφαλίστρων που ισχύουν στην Ελλάδα.
3. Για τη συνοριακή ασφάλιση εκδίδεται ειδικό έγγραφο, ο τύπος του οποίου ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου”.
Άρθρο 48
Το άρθρο 35 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 35.
1. Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης τηρεί χωριστή διαχείριση των ασφαλίστρων των αποζημιώσεων (καταβαλλόμενων και εκκρεμών) καθώς και των λοιπών εξόδων της συνοριακής ασφάλισης.
2. Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης ευθύνεται απέναντι στο πρόσωπο που ζημιώθηκε, το οποίο έχει απευθείας αξίωση κατ` αυτού.
3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως για τη συνοριακή ασφάλιση οι διατάξεις που αφορούν το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης”.
Άρθρο 49
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εμπορίου και Μεταφορών και Επικοινωνιών, μπορούν να κωδικοποιηθούν σε ένα ενιαίο κείμενο οι διατάξεις του νόμου αυτού και οι διατάξεις του ν. 489/1976 και όλων των συναφών νόμων, σε έξι μήνες από την ισχύ του νόμου αυτού.
2. Με την κωδικοποίηση επιτρέπεται νέα αρίθμηση των άρθρων, νέα διάρθρωση των διατάξεων, η διαγραφή των διατάξεων που καταργήθηκαν και η μεταγλώττιση του κειμένου.
Άρθρο 50
1. Η διάταξη του άρθρου 36 του ν. 489/1976 παραμένει όπως είναι και αριθμείται ως παράγραφος 1. Στο άρθρο 36 του ν. 489/1976 προστίθεται η εξής νέα παράγραφος:
“2. Ανεξαρτήτως των συνεπειών που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, ο Υπουργός Εμπορίου δύναται να επιβάλλει πρόστιμο μέχρι 1.000.000 δραχμές σε ασφαλιστική εταιρεία που
α) αρνείται χωρίς ειδική αιτιολογία να συνάψει ή να ανανεώσει ασφαλιστική σύμβαση σύμφωνα με τους όρους υποχρεωτικής ασφάλισης που περιέχονται στο νόμο αυτόν ή
β) δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του νόμου αυτού και των εις εκτέλεση του προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων κατά τους όρους της προηγούμενης παραγράφου. Το ποσό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου”.
2. Από το άρθρο 17 του ν. 489/1976 “περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης” (ΦΕΚ 331 ) απαλείφεται η φράση “επερχομένων μετά την έναρξιν της λειτουργίας του, καθ` ας περιπτώσεις δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψις”.
3. Η δεύτερη φράση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“Κατά τα εν άρθροις 19α και 22 ειδικώτερον οριζόμενα”.
4. Καταργείται η παράγραφος 3 του άρθρου 18 του ν. 489/1976.
5. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του ν. 489/1976 και μετά τις λέξεις σωματικών βλαβών” προστίθενται οι λέξεις “ή υλικών ζημιών”.
6. Στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο α` του ν. 489/1976 προστίθεται το εξής δεύτερο εδάφιο: “Εις την περίπτωσιν αυτήν όμως δεν υπάρχει υποχρέωσις αποζημιώσεως λόγω υλικών ζημιών”.
7. Στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο δ` του ν. 489/1976 προστίθεται η φράσις “ή ανεκλήθη η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχειρήσεως ένεκα παραβάσεως νόμου.”
8. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 489/1976 και μετά τη λέξη “ποσών” προστίθεται η φράση “πλην της ως άνω περιπτώσεως δ`, κατά την οποίαν η αποζημίωσις δεν δύναται να υπερβή το εις την συγκεκριμένην ασφαλιστικήν σύμβασιν ορισθέν ποσόν”.
9. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 19 του ν. 489/1976 προστίθεται το εξής δεύτερο εδάφιο:
“Στην περίπτωση δ` της παραγράφου 1 το επικουρικό κεφάλαιο δεν υποκαθίσταται στα εξ αιτίας του ατυχήματος δικαιώματα του ζημιωθέντος προσώπου έναντι του υποχρέου προς αποζημίωση, υποκαθίσταται όμως στο κατά το άρθρο 10 του Ν.Δ. 400/1970 “περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως” (ΦΕΚ 10) προνόμιο του ασφαλισμένου”.
10. Στο άρθρο 19 του ν. 489/1976 προστίθεται η εξής νέα παράγραφος:
” 5. Η Αποζημίωση του Επικουρικού Κεφαλαίου περιορίζεται στην συμπλήρωση του ποσού που υποχρεούται να καταβάλει ασφαλιστικό Ταμείο ή άλλος Οργανισμός κοινωνικής ασφάλισης για την αυτή αιτία στο ζημιωθέντα” (84/5/ΕΟΚ άρθρο 1 παρ. 4 εδ. α`)”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 του ΠΔ 264/1991 (Α 98). Βλ. αντίστοιχα και άρθρο 19 παρ. 5 του Κωδικοποιητικού ΠΔ 237/1986.
11. Μετά το άρθρο 19 του ν. 489/1976 προστίθεται νέο άρθρο το οποίο λαμβάνει τον αριθμό 19α` και έχει ως εξής:
“Άρθρο 19α.
1. Οι αποζημιώσεις της περίπτωσης δ ` της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου καταβάλλονται από ειδικό λογαριασμό, το “Λογαριασμό Αρωγής Ασφαλισμένων” (“ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΑΡΩΓΗΣ”), τον οποίο τηρεί και διαχειρίζεται ξεχωριστά το Επικουρικό Κεφάλαιο.
2. Επιβάλλεται υπέρ του Λογαριασμού Αρωγής εισφορά η οποία καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου και δεν δύναται να υπερβαίνει το 2% επί των καθαρών ασφαλίστρων του Κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα [Κλάδος 10 του άρθρου 12 του Π.Δ. 118/1985, (Φ.Ε.Κ. 35)]. Το έσοδο της εισφοράς αυτής χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του Λογαριασμού Αρωγής.
3. Η εισφορά αυτή βαρύνει κατά 50% τους ασφαλισμένους και κατά 50% τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η εισφορά των ασφαλισμένων εμφανίζεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και απαλλάσσεται παντός φόρου ή άλλης φορολογικής επιβάρυνσης εκτός των τελών χαρτοσήμου. Η απόδοση του τέλους χαρτοσήμου γίνεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 160/1978 (ΦΕΚ 34).
4. Μέσα σε 15 μέρες από τη λήξη κάθε ημερολογιακού διμήνου οι ασφαλιστικές εταιρείες αποδίδουν στο Επικουρικό Κεφάλαιο τις εισφορές υπέρ του Λογαριασμού Αρωγής, οι οποίες αναλογούν στα ασφαλιστήρια συμβόλαια που συνήψαν η ανανέωσαν κατά το δίμηνο που έληξε, ανεξάρτητα από το αν οι εισφορές αυτές έχουν εισπραχθεί ή όχι. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής η εισφορά προσαυξάνεται κατά το ισχύον επιτόκιο υπερημερίας.
5. Μετά δύο έτη από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, ο Υπουργός Εμπορίου μπορεί να μεταβάλλει το ποσοστό της εισφοράς υπέρ του Λογαριασμού Αρωγής, χωρίς όμως να υπερβαίνει το όριο που ορίζεται στο άρθρο αυτό.
6. Για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του Λογαριασμού Αρωγής, το Επικουρικό Κεφάλαιο μπορεί να συνάπτει δάνεια και να εκχωρεί σε ασφάλεια του δανείου απαιτήσεις του, ληξιπρόθεσμες ή και μελλοντικές, από εισφορές υπέρ του Λογαριασμού Αρωγής”.
12. Η παράγραφος 1 του άρθρου 21 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η διαχείριση του Επικουρικού Κεφαλαίου ασκείται από τη διαχειριστική επιτροπή, η οποία έχει την υποχρέωση, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, να λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο (σύναψη δανείων, πρόσληψη προσωπικού, προμήθεια υλικών, κ.λ.π.) για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Επικουρικού Κεφαλαίου. Η διαχειριστική επιτροπή αποτελείται από εννέα μέλη τα οποία εκλέγει η Γενική Συνέλευση και ένα μέλος, χωρίς ψήφο, το οποίο ορίζει ο Υπουργός Εμπορίου με απόφασή του. Η διαχειριστική επιτροπή εκλέγει μεταξύ των αιρετών μελών τον Πρόεδρό της. Η διαχειριστική επιτροπή δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τ.ΑΕ και ΕΠΕ) την ετήσια έκθεση πεπραγμένων και τον ετήσιο ισολογισμό του Επικουρικού Κεφαλαίου. Στην ετήσια έκθεση πεπραγμένων και στον ετήσιο ισολογισμό του Επικουρικού Κεφαλαίου προβλέπονται ειδικά κεφάλαια, που περιλαμβάνουν την ετήσια έκθεση πεπραγμένων και τον ετήσιο ισολογισμό του Λογαριασμού Αρωγής”.
13. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 24 του ν. 489/1976 προστίθενται οι εξής νέοι παράγραφοι:
“4. Από την ημερομηνία που η ασφαλιστική επιχείρηση κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης ή ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της για παράβαση νόμου, το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδίκαια στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης που πηγάζουν από ασφαλιστικές συμβάσεις του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα, εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται άνευ ετέρου από το Επικουρικό Κεφάλαιο.
5. Με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τ.ΑΕ. και ΕΠΕ), ο Υπουργός Εμπορίου μπορεί να υπάγει στις διατάξεις του νόμου αυτού και ασφαλιστικές επιχειρήσεις, των οποίων η άδεια έχει ανακληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του. Ο Υπουργός Εμπορίου δύναται με απόφασή του να ορίζει ειδικές προϋποθέσεις καταβολής αποζημιώσεων από το Λογαριασμό Αρωγής σε περίπτωση πτώχευσης της ασφαλιστικής επιχείρησης.
6. Οι διατάξεις του νόμου αυτού, όπως τροποποιείται, δεν θίγουν τις διατάξεις του ν. 1380/1983 “τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων που αφορούν την ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης”.
Άρθρο 51
1. Για την αποτίμηση της αξίας των πάγιων περιουσιακών στοιχείων ασφαλισμένου κατά κινδύνων πυρός, σε περίπτωση πραγματοποίησης του κινδύνου, μπορεί να ζητηθεί έκθεση εκτίμησης του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (Σ.Ο.Ε.).
2. Η εκτίμηση αυτή, που έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα, αναφέρεται στην αποτίμηση των παγίων τόσο προ της πραγματοποίησης του κινδύνου, όσο και μετά την πραγματοποίησή του.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εμπορίου και Οικονομικών, καθορίζονται οι ασφαλιστικές καλύψεις, για τις οποίες ισχύει η διάταξη, ο τρόπος εφαρμογής της, καθώς και το τιμολόγιο της εκτίμησης.
Άρθρο 52
Έναρξη ισχύος.
Η ισχύς του νομού αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός από τις διατάξεις:
α) του άρθρου 25 παράγραφοι 2 και 5, που τίθεται σε ισχύ με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
β) των άρθρων 43, 44, 45, 46, 47 και 48, που η ισχύς τους αρχίζει έξι μήνες μετά τη δημοσίευσή του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 21 Οκτωβρίου 1985
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ