Νόμος 1579 ΦΕΚ Α΄217/23.12.1985
Ρυθμίσεις για την εφαρμογή και ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΓΙΑΤΡΩΝ-ΟΔΟΝΤΟΓΙΑΤΡΩΝ
Άρθρο 1
Γενική ιατρική και άλλες νέες ειδικότητες.
1. Για δύο χρόνια από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η ειδικότητα της γενικής ιατρικής χορηγείται και σε ανειδίκευτους γιατρούς που έχουν 5ετή ελεύθερη άσκηση της ιατρικής ή 3ετή άσκηση της ιατρικής σε έμμισθη θέση αγροτικού ιατρείου, υγειονομικού σταθμού, ασφαλιστικού φορέα ή νοσοκομείου και μετά από 9μηνη ή 12μηνη εκπαίδευση αντίστοιχα.
Το περιεχόμενο και το πρόγραμμα εκπαίδευσης των γιατρών αυτών, καθώς και ο αριθμός των ειδικευόμενων, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.
Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης αυτής οι παραπάνω γιατροί είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και έχουν τις υποχρεώσεις των υπόλοιπων ειδικευόμενων γιατρών του ν. 1397/1983 (Φ.Ε.Κ. 143).
Όσοι από τους παραπάνω γιατρούς δεν υπηρετούν στις πιο πάνω υπηρεσίες λαμβάνουν τις αποδοχές των ειδικευόμενων γιατρών για το διάστημα της εκπαίδευσής τους.
Όσοι υπηρετούν αποσπώνται ως άμισθοι υπεράριθμοι στο νοσοκομεία ειδίκευσής τους. Ο αριθμός υπεράριθμων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό 30% των οργανικών θέσεων ειδικευόμενων στη γενική ιατρική κάθε νοσοκομείου.
2. Μέχρι 30.6.1988 ο χρόνος έμμισθης υπηρεσίας γιατρών, που έχουν τίτλο ειδικότητας, σε μονάδες υγείας που παρέχουν υπηρεσίες σε θέματα τέως συναφών ειδικοτήτων που αναγνωρίζονται άγονες με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Κ.Ε.Σ.Υ., μπορεί να αναγνωρίζεται και ως χρόνος άσκησης για ειδίκευση στην τέως συναφή ειδικότητα.
Για την τυχόν συμπλήρωση της άσκησής τους οι πιο πάνω γιατροί τοποθετούνται ως άμισθοι υπεράριθμοι με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.1 του Ν. 1759/1988 (Α` 50).
3. Μόνιμοι γιατροί του Δημοσίου, πλην των γιατρών του Ε.Σ.Υ., μπορούν να τοποθετούνται για ειδίκευση με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., ως υπεράριθμοι άμισθοι.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο αριθμός των γιατρών αυτών κατά νοσοκομείο. Οι γιατροί του Δημοσίου, για να τοποθετηθούν ως υπεράριθμοι άμισθοι, παίρνουν προηγουμένως ισόχρονη προς την ειδίκευση εκπαιδευτική άδεια με αποδοχές, μετά το τέλος της οποίας έχουν τις υποχρεώσεις του άρθρου 120 του π.δ. 611/1977 (Φ.Ε.Κ. 198) ή την υποχρέωση διετούς υπηρεσίας σε κέντρο υγείας ή νομαρχιακά νοσοκομεία. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού καθορίζεται ο τρόπος εκπλήρωσης των παραπάνω υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις ανάγκες των υπηρεσιών τους.
4. Η τοποθέτηση των ειδικευομένων γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας υποβολής των αιτήσεων.
5. Γιατροί, που καθίστανται ανίκανοι για άσκηση της ειδικότητάς τους, μπορούν να ασκηθούν ως άμισθοι υπεράριθμοι σε άλλη ειδικότητα. Η τοποθέτησή τους γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ. Για την ανικανότητα αποφαίνεται η δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή εξέτασης δημοσίων υπαλλήλων της περιφέρειας της κατοικίας του γιατρού.
6. Καθορίζονται ως ειδικότητες της οδοντιατρικής επιστήμης η γναθοχειρουργική και η ορθοδοντική και της ιατρικής επιστήμης η ιατρική της εργασίας. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., ρυθμίζονται το γνωστικό αντικείμενο, οι προϋποθέσεις μετεκπαίδευσης (ο προσδιορισμός των ειδικοτήτων αυτών), ο τρόπος και η διαδικασία απόκτησης της ειδικότητας, ο αριθμός των ιατρικών πράξεων, οι μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τους ασχολούμενους με το αντικείμενο των ειδικοτήτων αυτών μέχρι σήμερα, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια της παραγράφου αυτής.
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., μπορεί να καθορίζονται και άλλες ειδικότητες της οδοντιατρικής, καθώς και το γνωστικό τους αντικείμενο.
Άρθρο 2
Κύριες και συναφείς ιατρικές ειδικότητες.
1. Η απαγόρευση χρησιμοποίησης περισσότερων από έναν (1) τίτλων ιατρικών ειδικοτήτων, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν.δ. 3366/1955 (ΦΕΚ Α` 258/1955), ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και για τις τέως συναφείς ειδικότητες. Οι γιατροί που έχουν δύο (2) ειδικότητες μπορούν να αξιοποιήσουν το δεύτερο τίτλο τους μόνο σε επιστημονικές ανακοινώσεις και σε συνέδρια.
2α) Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1471/1984 (ΦΕΚ 112) αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Οι γιατροί, που άρχισαν την άσκησή τους σε πολιτική ή σε στρατιωτική νοσηλευτική μονάδα, σε κύρια ιατρική ειδικότητα από αυτές που αναφέρονται στο π.δ. 961/1981 (ΦΕΚ 242) ή στην απόφαση Α4/4063/1981 του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, ή που υπέβαλαν σχετική αίτηση πριν από τις 12.10.1981, μπορούν να ολοκληρώσουν την εκπαίδευσή τους στην ειδικότητα αυτή και μόνο και να λάβουν το σχετικό τίτλο, σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έκδοση του παραπάνω π.δ/τος ή της απόφασης. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι απαραίτητη η τήρηση της χρονικής σειράς ειδίκευσης, που προέβλεπαν οι προηγούμενες σχετικές διατάξεις, εκτός εάν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού ο ενδιαφερόμενος γιατρός δεν έχει κάνει έναρξη της εκπαίδευσής του. Ως έναρξη εκπαίδευσης θεωρείται και η αναγνωριζόμενη πλασματική άσκηση από την ολική ή μερική εκπλήρωση της υποχρεωτικής υπηρεσίας υπαίθρου πριν από τις 12.10.1981”.
β) Όσοι γιατροί επιθυμούν να περιληφθούν στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1471/1984, όπως αντικαθίσταται παραπάνω, οφείλουν, σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να το δηλώσουν. Οι δηλώσεις, που έχουν υποβληθεί μέχρι σήμερα, θεωρούνται έγκυρες.
γ) Ο περιορισμός της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 1471/1984, όπως αντικαθίσταται παραπάνω, για μια ειδικότητα δεν ισχύει για τους γιατρούς, που είχαν διοριστεί για συνέχιση της άσκησής τους σε δεύτερη κύρια ιατρική ειδικότητα πριν από τις 31.12.1983, εφόσον είχαν κάνει ένα μέρος της άσκησής τους για την ειδικότητα αυτή πριν από τις 12.10.1981.
3. Γιατροί, που είχαν αρχίσει την άσκησή τους σε κύρια ειδικότητα ή που υπέβαλαν σχετική για αυτό αίτηση πριν από τις 12.10.1981 και έχουν διοριστεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, για συνέχιση της άσκησής τους σε τέως συναφή ειδικότητα, μπορούν να λάβουν τον τίτλο της τέως συναφούς ειδικότητας, ως εξής:
α) Ως συναφή, μετά τη συμπλήρωση των νόμιμων προϋποθέσεων, εκτός από το χρόνο άσκησης στην τέως συναφή ειδικότητα, η οποία μπορεί να έχει γίνει και πριν από τη λήξη του τίτλου της κύριας ειδικότητας.
β) Ως κύρια, μετά τη συμπλήρωση του συνολικού χρόνου άσκησης που ήταν αναγκαίος για την κύρια και την τέως συναφή ειδικότητα και την επιτυχία τους στις σχετικές εξετάσεις. Στην περίπτωση αυτή η άσκηση στην τέως συναφή ειδικότητα δεν μπορεί να είναι μικρότερη από αυτή που όριζαν οι σχετικές διατάξεις για την ειδικότητα αυτή, πριν από τη μετατροπή της σε κύρια.
4. Το περιεχόμενο της εκπαίδευσης των γιατρών που εμπίπτουν στη ρύθμιση των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, οι οποίοι πρόκειται να ακολουθήσουν το παλιό καθεστώς χρόνου ειδίκευσης για τις ειδικότητες της οφθαλμολογίας, δερματολογίας, αιματολογίας, αναισθησιολογίας, παιδιατρικής και καρδιολογίας, μπορεί να συμπληρώνεται και με μέρος της εκπαίδευσης, που προβλέπεται από το νέο καθεστώς για την αντίστοιχη ειδικότητα. Ειδικότερα θέματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή της παραγράφου αυτής ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
5. Γιατροί μικροβιολόγοι, οι οποίοι ξεκίνησαν την ειδικότητα της μικροβιολογίας πριν από τις 4.9.1981 και επιθυμούν να πάρουν και την ειδικότητα της κυτταρολογίας – υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι γιατροί του Ε.Σ.Υ. – θα ειδικευθούν επι δύο χρόνια, ήτοι 18 μήνες στην κυτταρολογία και 6 μήνες στην παθολογική ανατομική.
Άρθρο 3
Ειδικευόμενοι. Σειρά προτεραιότητας.
1. Η τοποθέτηση γιατρών για άσκηση στα προκαταρκτικά τμήματα ή στα επόμενα της κύριας ειδίκευσής τους γίνεται με αποφάσεις των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών σε προσωρινές θέσεις. Η σύσταση των προσωρινών θέσεων γίνεται με την απόφαση τοποθέτησης. Αφού συμπληρωθεί ή για οποιοδήποτε λόγο διακοπεί η ειδίκευση του γιατρού, που τοποθετήθηκε, η θέση καταργείται.
2. Η τοποθέτηση των γιατρών για άσκηση στα προκαταρκτικά τμήματα της κύριας ειδίκευσής τους γίνεται με σειρά προτεραιότητας, που λαμβάνεται στο πρώτο κατά τη σειρά τμήμα, όπως ορίζεται από τις σχετικές διατάξεις. Αν δεν υπάρχει υποχρεωτική σειρά, η τοποθέτηση γίνεται στο μεγαλύτερο χρονικό τμήμα.
3. Η τοποθέτηση των γιατρών στα επόμενα της κύριας ειδίκευσής τους τμήματα γίνεται συγχρόνως με την τοποθέτησή τους στην κύρια ειδίκευσή τους και σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας που λαμβάνουν γι’ αυτή.
4. Ο αριθμός των προσωρινών θέσεων που μπορεί να δημιουργηθούν σε κάθε μονάδα νοσηλευτικού ιδρύματος της Χώρας, που παρέχει εκπαίδευση γιατρών, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
5. Οργανικές θέσεις ειδικευόμενων γιατρών κλινικών, εργαστηρίων ή τμημάτων που καταργούνται με νεώτερη διάρθρωση της ιατρικής υπηρεσίας των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., μπορεί να μεταφέρονται σε άλλα τμήματα του ίδιου ή άλλου νοσοκομείου ύστερα από απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Με την ίδια ή άλλη όμοια απόφαση μπορεί να μεταφέρονται και οι ειδικευόμενοι γιατροί που είχαν τοποθετηθεί στις παραπάνω θέσεις μέχρι τη λήξη της σύμβασής τους.
Γιατροί, που έχουν τοποθετηθεί για ειδίκευση σε οργανικές θέσεις τακτικών βοηθών νοσοκομείων, εξακολουθούν και μετά το διορισμό των γιατρών του Ε.Σ.Υ. να υπηρετούν στα νοσοκομεία αυτά μέχρι τη λήξη της σύμβασής τους.
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 38 του ν. 1397/1983 συμπληρώνεται ως εξής:
“Με ίδια απόφαση μπορούν να συνιστώνται θέσεις ειδικευόμενων γιατρών και σε άλλες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα για ορισμένες ειδικότητες που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ. Για την αναγνώριση των υπηρεσιών αυτών ως κατάλληλων για άσκηση γιατρών εφαρμόζονται ανάλογα οι αντίστοιχες διατάξεις, που ισχύουν για την αναγνώριση των νοσοκομείων”.
7. Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ρυθμίζονται θέματα τοποθέτησης, άσκησης, μισθοδοσίας και άλλων δαπανών, που τυχόν προκύπτουν, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.
8. Με π. διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, μπορεί να συνιστάται στο Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κλάδος ειδικευόμενων γιατρών.
Με το π. δ/γμα σύστασης του κλάδου ή άλλο δ/γμα, καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και οι λεπτομέρειες της πρόσληψης στις θέσεις του κλάδου και της τοποθέτησης των προσλαμβανόμενων γιατρών στα νοσοκομεία και ρυθμίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα που ανακύπτει κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
Η σύσταση, κατάργηση και μεταφορά των θέσεων αυτών γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
Οι θέσεις των ειδικευόμενων γιατρών στα νοσοκομεία και στις άλλες μονάδες που παρέχουν ειδίκευση σε γιατρούς, που έχουν συσταθεί με οποιοδήποτε τρόπο μέχρι την έκδοση του π. δ/τος σύστασης του κλάδου, μεταφέρονται και υπάγονται στον κλάδο αυτόν. Η μεταφορά ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Στις θέσεις του κλάδου ειδικευόμενων γιατρών προσλαμβάνονται γιατροί, που τοποθετούνται σε νοσοκομεία για ειδίκευση. Η πρόσληψη κάθε γιατρού γίνεται για όσο χρόνο απαιτείται, για την ολοκλήρωση της ειδίκευσής του.
9. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να εγκρίνεται η διάθεση οικονομικής ενίσχυσης του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου για κάλυψη δαπανών του σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για δαπάνες δημόσιων σχέσεων.
Άρθρο 4
Υπηρεσία υπαίθρου, εξαιρέσεις, αναστολή.
1. Οι γιατροί, που έχουν υποχρέωση υπηρεσίας υπαίθρου και δεν την έχουν εκπληρώσει, μπορούν να καταλάβουν θέση σε πανεπιστημιακά εργαστήρια ιατροδικαστικής και τοξικολογίας καθώς και σε εργαστήρια περιγραφικής ανατομικής. Στους γιατρούς αυτούς χορηγείται αναστολή της υποχρέωσης για εκπλήρωση της υπηρεσίας αυτής, για όσο χρονικό διάστημα υπηρετούν στα παραπάνω εργαστήρια. Όσο διάστημα διαρκεί η αναστολή αυτή, οι παραπάνω γιατροί δεν μπορούν να ειδικεύονται σε άλλη ειδικότητα. Αφού υπηρετήσουν για πέντε (5) τουλάχιστον χρόνια σε πανεπιστημιακά εργαστήρια ιατροδικαστικής και τοξικολογίας, καθώς και σε εργαστήρια περιγραφικής ανατομικής, απαλλάσσονται από την υποχρέωση υπηρεσίας υπαίθρου του ν.δ. 67/1968 (ΦΕΚ 303). Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
2. Γιατροί υπόχρεοι υπηρεσίας υπαίθρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 67/1968, μετά τη συγχώνευση των αγροτικών ιατρείων και υγειονομικών σταθμών μπορεί να διορίζονται με αποφάσεις των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών σε προσωρινές θέσεις σε κέντρα υγείας και περιφερειακά ιατρεία, που συνιστώνται με την απόφαση διορισμού. Στους γιατρούς αυτούς καταβάλλονται αποδοχές αγροτικού γιατρού.
Οι παραπάνω προσωρινές θέσεις καταργούνται αυτοδικαίως με την αποχώρηση των γιατρών που διορίστηκαν.
Όσοι γιατροί υπόχρεοι υπηρεσίας υπαίθρου υπηρετούν κατά τη συγχώνευση των αγροτικών ιατρείων και υγειονομικών σταθμών και δεν έχουν συμπληρώσει το χρόνο εκπλήρωσης της υποχρέωσής τους εξακολουθούν να υπηρετούν μέχρι να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους ως υπεράριθμοι στα κέντρα υγείας που συγχωνεύτηκαν τα αγροτικά ιατρεία και υγειονομικοί σταθμοί που υπηρετούσαν.
Οι θέσεις των γιατρών αυτών μετατρέπονται σε προσωρινές που καταργούνται αυτοδίκαια με την με οποιοδήποτε τρόπο αποχώρησή τους.
Γιατροί, που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού σε νοσοκομεία ως υπόχρεοι υπηρεσίας υπαίθρου, εξακολουθούν να υπηρετούν με τις ίδιες αποδοχές μέχρι να συμπληρώσουν το χρόνο της υποχρέωσής τους.
Μόνιμοι γιατροί των αγροτικών ιατρείων και υγειονομικών σταθμών, που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 1397/1983.
3. Οι γιατροί, που βρίσκονται νόμιμα εκτός του στρατεύματος, μπορούν να διορίζονται σε αγροτικά ιατρεία και υγειονομικούς σταθμούς για εκπλήρωση της υποχρέωσης υπηρεσίας υπαίθρου, που προβλέπεται από το ν.δ. 67/1968.
4. Γιατροί, πτυχιούχοι ελληνικών ιατρικών σχολών, που αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια, μπορούν να διορίζονται για την εκπλήρωση της υποχρεωτικής υπηρεσίας υπαίθρου, εφόσον είναι υπόχρεοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 67/1968. Μετά την εκπλήρωση της υπηρεσίας υπαίθρου, μπορούν να τοποθετούνται για ειδίκευση και να καταλαμβάνουν θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ.
5. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του συναρμόδιου υπουργού ρυθμίζονται θέματα προσαρμογής προς τις κοινοτικές πράξεις, που αφορούν τους όρους αναγνώρισης επαγγελματικών τίτλων, καθώς και χορήγησης αδειών άσκησης επαγγελμάτων υγείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ
Άρθρο 5
Νοσηλευτικό προσωπικό-Ειδικότητες.
1. Στο νοσηλευτικό προσωπικό, που υπηρετεί και ασκεί πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη και φροντίδα, ανήκουν:
α) Οι απόφοιτοι της ανώτατης νοσηλευτικής Α.Ε.Ι.
β) Οι απόφοιτοι των τμημάτων νοσηλευτικής μαιών-μαιευτών και επισκεπτριών-επισκεπτών των Τ.Ε.Ι.
γ) Οι απόφοιτοι των ανώτερων σχολών αδελφών νοσοκόμων, επισκεπτριών αδελφών νοσοκόμων και μαιών του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εντάχθηκαν στο Τ.Ε.Ι.
δ) Οι απόφοιτοι των σχολών Κ.Α.Τ.Ε.Ε. νοσηλευτικής-μαιευτικής.
ε) Οι απόφοιτοι του τμήματος νοσηλευτικής των τεχνικών επαγγελματικών λυκείων.
στ) Οι απόφοιτοι των μέσων τεχνικών-επαγγελματικών σχολών νοσηλευτικής.
ζ) Οι πρακτικοί νοσοκόμοι.
2. Α. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καθιερώνεται ο επαγγελματικός τίτλος του νοσηλευτή και νοσηλεύτριας στους πτυχιούχους ή διπλωματούχους των:
α) Τμημάτων νοσηλευτικής Α.Ε.Ι.
β) Νοσηλευτικών τμημάτων Τ.Ε.Ι.
γ) Τέως ανώτερων σχολών αδελφών νοσοκόμων, επισκεπτριών αδελφών νοσοκόμων αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Κ.Α.Τ.Ε.Ε.
δ) Ισότιμων σχολών αλλοδαπής των αντίστοιχων σχολών α, β, γ.
ε. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε σχετική λεπτομέρεια για την άσκηση ιδιωτικού έργου από τους κατόχους άδειας άσκησης επαγγέλματος νοσηλευτή αποφοίτους Τμημάτων Πανεπιστημίων ή Τεχνολογικών Ιδρυμάτων, και ορίζονται οι ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές οικήματος και εξοπλισμού για τη συγκρότηση και οργάνωση του επαγγελματικού καταστήματος των νοσηλευτών, μέσα στο οποίο μπορεί να εφαρμόζονται νοσηλευτικές μέθοδοι και πράξεις. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας γίνεται η κοστολόγηση των νοσηλευτικών πράξεων
Η έννοια του νοσηλευτή ή νοσηλεύτριας προσδιορίζεται σύμφωνα με την 149 διεθνή σύμβαση εργασίας.
Β. Για τους νοσηλευτές και νοσηλεύτριες ορίζονται οι παρακάτω ειδικότητες:
α) Ειδικότητα νοσηλευτικής παθολογικής.
β) Ειδικότητα νοσηλευτικής χειρουργικής.
γ) Ειδικότητα νοσηλευτικής παιδιατρικής.
δ) Ειδικότητα νοσηλευτικής ψυχικής υγείας.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ανάπτυξης Νοσηλευτικής (Ε.Σ.Α.Ν.), ορίζονται και άλλες νοσηλευτικές ειδικότητες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 του Ν. 3204/2003 (ΦΕΚ Α 296) και με την παρ.1 του άρθρου 45 του Ν. 4486/2017
3. Για την άσκηση της νοσηλευτικής ειδικότητας απαιτείται ειδική εκπαίδευση και χορήγηση αντίστοιχου τίτλου ειδικού νοσηλευτή. Τίτλος ειδικού νοσηλευτή χορηγείται σε απόφοιτους των ανώτερων νοσηλευτικών σχολών, των αντίστοιχων τμημάτων των Τ.Ε.Ι. και των Α.Ε.Ι.
4. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ανάπτυξης Νοσηλευτικής (Ε.Σ.Α.Ν.), ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση τίτλου ειδικού νοσηλευτή, η διάρκεια και το περιεχόμενο της αντίστοιχης εκπαίδευσης, ο αριθμός των εκπαιδευομένων κατά ειδικότητα, οι μονάδες όπου παρέχεται η εκπαίδευση, ο τρόπος και η διαδικασία τοποθέτησης των ειδικευόμενων νοσηλευτών στις μονάδες αυτές και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 45 του ν.4486/2017
5. Η εφαρμογή προγραμμάτων εκπαίδευσης νοσηλευτών για λήψη τίτλου ειδικού σε νοσηλευτικές ειδικότητες σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αρχίζει από την 1.1.1987.
Μέχρι την έναρξη εφαρμογής των ειδικοτήτων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 781/1970 (ΦΕΚ 291).
6. Οι νοσηλευτές, που έχουν τίτλο ειδικού νοσηλευτή, εκτός από τις ειδικές νοσηλευτικές υπηρεσίες στον τομέα της ειδικότητάς τους, παρέχουν γενικές νοσηλευτικές υπηρεσίες και στους άλλους τομείς της νοσηλευτικής, όπως και οι νοσηλευτές χωρίς τίτλο ειδικού νοσηλευτή, για μία πενταετία από 1.1.1987.
7. Οι πρακτικές και θεωρητικές εξετάσεις των πτυχιούχων μαιών και μαιευτών των ισότιμων σχολών της αλλοδαπής, εκτός από εκείνους που προέρχονται από χώρες μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ε.Ο.Κ.), που αναφέρονται στο άρθρο 1 του ν.δ. 2593/1953 (ΦΕΚ 256), διεξάγονται από τριμελή εξεταστική επιτροπή.
Η συγκρότηση της επιτροπής γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Κ.Ε.Σ.Υ.
Η επιτροπή αποτελείται από:
α) Ένας διευθυντή μαιευτικής-γυναικολογικής κλινικής ή διευθυντή μαιευτικού-γυναικολογικού τμήματος που δίνει ειδικότητα.
β) Μία διευθύνουσα ή προϊσταμένη μαία.
γ) Τον προϊστάμενο του τμήματος μαιευτικής Τ.Ε.Ι. ή εκπρόσωπό του, στην εκπαιδευτική περιφέρεια του οποίου υπάγεται το μαιευτικό – γυναικολογικό τμήμα. Τα μέλη των περιπτώσεων α` και β` πρέπει να υπηρετούν στα αντίστοιχα τμήματα που έγινε η άσκηση. Με όμοια απόφαση ορίζονται τα μαιευτήρια και μαιευτικά-γυναικολογικά τμήματα των νοσοκομείων της Χώρας, στα οποία πραγματοποιείται η πρακτική άσκηση των παραπάνω πτυχιούχων.
8. Με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού ρυθμίζονται θέματα που αναφέρονται στην άσκηση του νοσηλευτικού επαγγέλματος καθώς και στην προστασία και προαγωγή του.
Άρθρο 6
Μέσες τεχνικές-επαγγελματικές νοσηλευτικές σχολές.
1. α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του ν.δ. 683/1948 (Φ.Ε.Κ. 124) αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του νοσοκομείου και του ΠΕ.Σ.Υ., στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα του το νοσοκομείο, μπορεί να ιδρύονται στα νοσοκομεία μέσες τεχνικές-επαγγελματικές νοσηλευτικές σχολές. Οι σχολές αυτές αποτελούν παραρτήματα των νοσοκομείων και λειτουργούν και τελούν υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.
β) Με π. δ/τα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μπορεί να μετατρέπονται οι ανώτερες σχολές αδελφών νοσοκόμων και αδελφών νοσοκόμων και επισκεπτριών αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που λειτουργούν είτε με τη μορφή του Ν.Π.Δ.Δ. είτε ως παραρτήματα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 (Φ.Ε.Κ. 250) είτε ως Ν.Π.Ι.Δ., σε Μέσες τεχνικές-επαγγελματικές νοσηλευτικές σχολές. Με όμοια δ/τα ρυθμίζονται όλα τα θέματα διοίκησης και λειτουργίας των μετατρεπόμενων σχολών, όπως επίσης και τα θέματα κατάστασης του προσωπικού που υπηρετεί στις σχολές αυτές. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 3, 4 και 5 του ν. 1566/1985.
2. Όλες οι δαπάνες των μέσων τεχνικών-επαγγελματικών νοσηλευτικών σχολών αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων βαρύνουν τον προϋπολογισμό του νοσοκομείου, στον οποίο εγγράφονται κάθε χρόνο για το σκοπό αυτόν πιστώσεις σε ιδιαίτερο φορέα και κωδικούς αριθμούς.
3. Με π. δ/γματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εκδίδονται, αναμορφώνονται και εγκρίνονται οι οργανισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 9 του π.δ. 683/1984.
4. Για την εισαγωγή στις μέσες τεχνικές-επαγγελματικές νοσηλευτικές σχολές αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων των μαθητών που έχουν αποκτήσει εκτός από απολυτήριο γυμνασίου και απολυτήριο λυκείου, ο βαθμός του λυκείου λαμβάνεται υπόψη, με την προϋπόθεση ότι είναι καλύτερος από το βαθμό του απολυτηρίου του γυμνασίου. Σε κάθε σχολή εισάγονται μέχρι 5% του συνολικού αριθμού των εισαγομένων, υποψήφιοι που ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, όπως ειδικότερα καθορίζονται με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
5. α) Για πέντε χρόνια από τη δημοσίευση του νόμου αυτού οι πρακτικοί νοσοκόμοι, που υπηρετούν κατά τη δημοσίευσή του στα νοσοκομεία και ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας που λειτουργούν σαν Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή υπηρεσίες Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ., μπορούν να φοιτήσουν στις μέσες τεχνικές- επαγγελματικές νοσηλευτικές σχολές αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τα κριτήρια επιλογής και οι όροι και προϋποθέσεις της φοίτησης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β) Οι πρακτικοί νοσοκόμοι, που εκπαιδεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, μπορεί να απαλλάσσονται από την πρακτική άσκηση.
Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος φοίτησής τους στις σχολές περιορίζεται σε ένα (1) εκπαιδευτικό έτος, για θεωρητική μόνο κατάρτιση. Οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή τους από την πρακτική άσκηση καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση, που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο α’ της παραγράφου αυτής.
γ) Οι πρακτικοί νοσοκόμοι, που αποφοιτούν από τις παραπάνω σχολές, έχουν τα προσόντα και την υπηρεσιακή εξέλιξη των αποφοίτων των σχολών αυτών.
6. Όλοι οι πρακτικοί νοσοκόμοι, που υπηρετούν σε νοσοκομεία και ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. και υπηρεσίες Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ., υποχρεώνονται σε ταχύρρυθμη εκπαίδευση, που γίνεται στα πλαίσια της υπηρεσίας τους με βάση ενιαίο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Κ.Ε.Σ.Υ., καθορίζεται το πρόγραμμα εκπαίδευσης, ο τρόπος και η διαδικασία εκπαίδευσης και αξιολόγησης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Όσοι αρνηθούν να εκπαιδευτούν και όσοι αξιολογηθούν αρνητικά μετατάσσονται στον κλάδο προσωπικού θαλάμων και οι θέσεις τους μεταφέρονται σε αυτόν με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου των νοσοκομείων.
Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 για τους πρακτικούς νοσοκόμους ισχύουν μέχρι την κατάργηση του κλάδου αυτών.
7. Η προθεσμία, που προβλέπεται από την παράγραφο 6 του άρθρου 13 του ν. 1351/1983 (ΦΕΚ 56)για εγγραφή στις επετηρίδες του κλάδου 8 της μέσης τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης των άρθρων 13 και 14 του ν. 576/1977 (ΦΕΚ 102) και αναφέρεται στους αποφοίτους των ανώτερων νοσηλευτικών σχολών υγείας και πρόνοιας, παρατείνεται για ένα χρόνο από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
8. Οι νοσηλευτές, που εργάζονται σε νοσηλευτικά και υγειονομικά ιδρύματα δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου ή σε κρατικά θεραπευτήρια χρόνιων παθήσεων, μπορούν να αναγνωρίσουν ως χρόνο προϋπηρεσίας μέχρι 10 χρόνια άσκησης του επαγγέλματος του νοσοκόμου σε νοσηλευτικά ιδρύματα ή άλλες νοσηλευτικές ή υγειονομικές μονάδες του εξωτερικού κοινωφελούς ή δημόσιου χαρακτήρα, για κάθε περίπτωση βαθμολογικής και μισθολογικής τους εξέλιξης.
Το δικαίωμα για την αναγνώριση αυτή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε πέντε (5) χρόνια από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Η παραπάνω διάταξη ισχύει και για τους νοσηλευτές που θα προσληφθούν κατά τη διάρκεια της 5ετίας αυτής.
Ως ανώτατο όριο ηλικίας διορισμού όσων εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου αυτής ορίζεται το 50ό έτος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΙΑΤΡΙΚΗ
Άρθρο 7
Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας.
1. Συνιστάται Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία “Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας” (Ε.Κ.Α.Β.), που υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με έδρα την Αθήνα.
2. Σκοπός του Ε.Κ.Α.Β. είναι ο συντονισμός της παροχής σε έκτακτες περιπτώσεις άμεσης βοήθειας και επείγουσας ιατρικής φροντίδας στους πολίτες και η μεταφορά των πολιτών αυτών σε μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας.
“Διοίκηση του Ε.Κ.Α.Β.
3.(1).Το Ε.Κ.Α.Β. διοικείται από οκταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από:
α. Τέσσερα (4) πρόσωπα, που ορίζονται από τον Υπουργό Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, από τα οποία ο ένας είναι ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τα λοιπά δε να είναι επιστημονικού επιπέδου ή να έχουν σχετική εμπειρία.
β. Έναν (1) εκπρόσωπο της τοπικής αυτοδιοικήσεως, που προτείνεται από την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.
γ. `Έναν εκπρόσωπο των λοιπών, πλην των ιατρών, εργαζομένων στο Ε.Κ.Α.Β., που εκλέγεται από τους εργαζόμενους σε αυτό, μαζί με τον αναπληρωτή του. Για τον τρόπο, τη διαδικασία και τις λοιπές προϋποθέσεις για την ανάδειξη του αιρετού εκπροσώπου των λοιπών, πλην των ιατρών, εργαζομένων, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 4 του άρθρου 160 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19Α). Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εφαρμόζονται οι διατάξεις των υπ. αριθμ. Α.Π. ΔΙΚΠΡ/Φ80/30/8703/16.9.1988 (ΦΕΚ684/Β`/19.9.1988) και ΔΙΚΠΡ/Φ80/54/11988/2.12.1988 (ΦΕΚ 876/Β`/7.12.1988) υπουργικών αποφάσεων Τρόπος, διαδικασία και προϋποθέσεις εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων στα υπηρεσιακά συμβούλια του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ.” Μέχρι την ανάδειξη του αιρετού εκπροσώπου των λοιπών, πλην των ιατρών, εργαζομένων, το Συμβούλιο λειτουργεί νόμιμα με τα υπόλοιπα μέλη του.
δ. Έναν (1) εκπρόσωπο του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου που προτείνεται από αυτόν.
ε. `Έναν εκπρόσωπο των ιατρών του Ε. Κ.Α. Β., που εκλέγεται από τους ιατρούς του Ε.Κ.Α.Β. μαζί με τον αναπληρωτή του. Για τον τρόπο, τη διαδικασία και τις λοιπές προϋποθέσεις για την ανάδειξη του αιρετού εκπροσώπου των ιατρών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 4 του άρθρου 160 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α). Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εφαρμόζονται οι διατάξεις των υπ. αριθμ. Α.Π. ΔΙΚΠΡ/ Φ80/30/8703/16.9.1988 (ΦΕΚ 684/Β`/ 19.9.1988) και ΔIΚΠΡ/Φ80/54/11988/2.12.1988 (ΦΕΚ 876/ Β`/7.12.1988) υπουργικών αποφάσεων “Τρόπος, διαδικασία και προϋποθέσεις εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων στα υπηρεσιακά συμβούλια του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ.”. Μέχρι την ανάδειξη του αιρετού εκπροσώπου των ιατρών, το Συμβούλιο λειτουργεί νόμιμα με τα υπόλοιπα μέλη του.
Για κάθε τακτικό μέλος του Δ.Σ. του Ε.Κ.Α.Β. ορίζεται και ο αναπληρωτής του.
Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών του. Σε περίπτωση ισοψηφίας, η ψήφος του Προέδρου λογίζεται διπλή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 24 του Ν. 3204/2003 (ΦΕΚ Α 296),όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ.2 άρθρ.37 Ν.3252/2004 (ΦΕΚ Α 132/16.7.2004) ,με την παρ.1 άρθρ.37 Ν.3252/2004 (ΦΕΚ Α 132/16.7.2004) και με την παρ.2 του άρθρου 59 του ν.4486/2017
(2). Η θητεία των μελών του Δ.Σ. είναι 2ετής και η συγκρότησή του γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία ορίζονται ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος αυτού.
(3). Επιτρέπεται ελευθέρως η αντικατάσταση μέλους του Δ.Σ. του αντιπροέδρου ή προέδρου, για οποιονδήποτε λόγο, για το υπόλοιπο της θητείας του. Η αντικατάσταση και ορισμός του αντικαταστάτη γίνεται με τη διαδικασία του αρχικού ορισμού. Μέχρι να ορισθεί ο αντικαταστάτης, το συμβούλιο λειτουργεί νόμιμα από τα λοιπά μέλη του.
(4). Ο πρόεδρος του Δ.Σ. προΐσταται όλων των υπηρεσιών του Ε.Κ.Α.Β. Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος λαμβάνουν μηνιαία αποζημίωση. Στα λοιπά μέλη του Δ.Σ. καταβάλλεται αποζημίωση κατά συνεδρίαση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ως προς το διορισμό προέδρου και αντιπροέδρου έχουν ισχύ και οι διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α`).
(5). Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται οι αρμοδιότητες του Δ.Σ., ο τρόπος λειτουργίας, οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα του προέδρου, αντιπροέδρου, και των υπολοίπων μελών του, η διαδικασία εκλογής όσων εκλέγονται και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τα στοιχεία1 έως και 5 αντικατέστησαν την παρ.3 με το άρθρο 40 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123), ενώ το άρθρο 132 του ιδίου νόμου το καταργεί!!
4. Με π.δ/γμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ. καταρτίζεται ο οργανισμός του Ε.Κ.Α.Β.
Με τον οργανισμό ορίζεται η διάρθρωση των υπηρεσιών του, συνιστώνται οι θέσεις προσωπικού κατά κλάδο και ορίζονται τα προσόντα για την κατάληψή τους
5. Με τον οργανισμό του Ε.Κ.Α.Β. μπορεί να συνιστώνται στις πρωτεύουσες των νομών περιφερειακές υπηρεσίες που λειτουργούν ως αυτοδύναμα παραρτήματα για την προσφορά υπηρεσιών στον πληθυσμό της περιοχής τους στα πλαίσια του σκοπού του Ε.Κ.Α.Β., σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.
Η οργάνωση, η στελέχωση και ο τρόπος λειτουργίας των παραρτημάτων ορίζονται με τον οργανισμό του Ε.Κ.Α.Β.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου το Ε.Κ.Α.Β. και του ΚΕ.Σ.Υ. εκδίδεται ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του Ε.Κ.Α.Β. και των παραρτημάτων του. Με τον εσωτερικό κανονισμό ορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία παροχής των υπηρεσιών του, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του προσωπικού του και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
6. Η στελέχωση της ιατρικής υπηρεσίας του Ε.Κ.Α.Β. γίνεται αποκλειστικά από γιατρούς του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. που συνιστώνται και πληρούνται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Ν.1397/1983.
7. Στο Ε.Κ.Α.Β. μεταφέρεται και συγχωνεύεται το Κέντρο Άμεσης Βοήθειας (Κ.Α.Β.) του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών, που έχει συσταθεί με το π.δ. 430/1978 (ΦΕΚ 89).
Οι θέσεις προσωπικού του Κ.Α.Β. μεταφέρονται στο Ε.Κ.Α.Β., εκτός από τις θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ., που έχουν συσταθεί για το Κ.Α.Β., που παραμένουν στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών και οι γιατροί που τις κατέχουν τοποθετούνται σε τμήματα ή ειδικές μονάδες της ειδικότητάς τους. Ο χρόνος έναρξης ισχύος της παραγράφου αυτής ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα έκδοσης του οργανισμού του Ε.Κ.Α.Β.
8. Κέντρα Άμεσης Βοήθειας (Κ.Α.Β.) και Σταθμοί Πρώτων Βοηθειών που έχουν συσταθεί και λειτουργούν σε πόλεις της Χώρας, ως οργανικές υπηρεσίες νοσηλευτικών ιδρυμάτων, συγχωνεύονται με τα παραρτήματα του Ε.Κ.Α.Β. που συνιστώνται και λειτουργούν αντίστοιχα στις πόλεις αυτές με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου.
9. Ο εξοπλισμός, οι εγκαταστάσεις, πλην των κτιριακών, τα αυτοκίνητα και άλλα μεταφορικά μέσα των μονάδων που συγχωνεύονται σύμφωνα με τις παραγράφους 7 και 8 με το Ε.Κ.Α.Β., περιέρχονται στην πλήρη κυριότητα του Ε.Κ.Α.Β. Όλες οι αρμοδιότητες των συγχωνευομένων μονάδων περιέρχονται και ασκούνται από το Ε.Κ.Α.Β.
10. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., μπορεί να συνιστώνται στις πρωτεύουσες των νομών Κέντρα Άμεσης Βοήθειας (Κ.Α.Β.) ως αυτοτελή και αυτοδιοικούμενα ν.π.δ.δ. Με το συστατικό ή άλλο όμοιο προεδρικό διάταγμα ρυθμίζονται τα θέματα διοίκησης, οργάνωσης και λειτουργίας των συνιστώμενων Κ.Α.Β.
Τα συνιστώμενα κατά την παράγραφο αυτή Κ.Α.Β. μπορούν να συνιστούν παραρτήματα και σε άλλες πόλεις-πρωτεύουσες νομών της ιδίας υγειονομικής περιφέρειας. Στην περίπτωση αυτή στα παραρτήματα αυτά συγχωνεύονται τα παραρτήματα το Ε.Κ.Α.Β. που έχουν συσταθεί στις πόλεις αυτές. Τα θέματα που προκύπτουν από την συγχώνευση αυτή ρυθμίζονται με το προεδρικό διάταγμα σύστασης των Κ.Α.Β., ή άλλο όμοιο προεδρικό διάταγμα. Τα Κ.Α.Β. που συνιστώνται σύμφωνα με αυτή την παράγραφο, υπάγονται στον συντονισμό του Ε.Κ.Α.Β., όπως ειδικότερα καθορίζεται με π.δ. που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
11. Το Ε.Κ.Α.Β. και τα Κ.Α.Β., που συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, συνδέονται και συνεργάζονται με τα νοσηλευτικά ιδρύματα και τις άλλες μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας, όπως ειδικότερα ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ. “Τα Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Κέντρα Υγείας της χώρας υποχρεούνται να διαθέτουν υπό τη συντονιστική αρμοδιότητα του Ε.Κ.Α.Β. και των παραρτημάτων του, τα ασθενοφόρα αυτοκίνητα τους, καταλλήλως στελεχωμένα και εξοπλισμένα, σύμφωνα με μηνιαίο πρόγραμμα, το οποίο υποβάλλεται εγκαίρως στο Ε.Κ.Α.Β.. Για το λόγο αυτόν όλοι οι οδηγοί, πληρώματα ασθενοφόρων και λοιπό προσωπικό των Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας, που στελεχώνουν τα ασθενοφόρα τους, θα εκπαιδεύονται από το Ε.Κ.Α.Β..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρου 66 Ν.3984/2011,ΦΕΚ Α 150/27.6.2011.
12. Στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων εγγράφονται κάθε χρόνο σε ίδιο φορέα και κωδικό αριθμό πιστώσεις για την κάλυψη των δαπανών λειτουργίας των Ε.Κ.Α.Β. και Κ.Α.Β. που συνιστώνται με το άρθρο αυτό.
Άρθρο 8
Μεταφορά επειγόντων περιστατικών.
1. Μέχρι την οργάνωση και λειτουργία του Ε.Κ.Α.Β. και των παραρτημάτων του ή των Κ.Α.Β., σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου, με απόφαση του οικείου νομάρχη συνιστάται σε κάθε νομό, πλην της Αττικής, Θεσσαλονίκης και Αχαΐας, “Κέντρο Άμεσης Βοήθειας” (Κ.Α.Β.) ως ειδικό γραφείο ή υπηρεσία 24ωρης λειτουργίας, που εδρεύει σε νοσηλευτικό ίδρυμα του ν.δ.2592/1953, για την μεταφορά των έκτακτων περιστατικών, μέσα ή έξω από το νομό. Η στελέχωση από υπαλλήλους του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή άλλων φορέων το δημοσίου τομέα, η ένταξη των ασθενοφόρων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή οποιουδήποτε άλλου φορέα του δημοσίου τομέα, ο τρόπος λειτουργίας και κάλυψης όλων των δαπανών του Κ.Α.Β., καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, καθορίζονται με αποφάσεις του οικείου νομάρχη.
Μετά την λειτουργία των μονάδων του προηγούμενου άρθρου τα Κ.Α.Β. της παραγράφου αυτής καταργούνται.
Σημ.: όπως η παρ.1 του παρόντος άρθρου ,που είχε καταργηθεί με το άρθρο 132 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123), επανήλθε με την περ.β` του άρθρου 1 του Ν.2194/1994 (ΦΕΚ Α 34), όπως αυτή ίσχυε πριν από την δημοσίευση του Ν.2071/1992.
2. Για τη μελέτη ειδικών θεμάτων ή προβλημάτων μπορούν να συγκροτούνται με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή αξιολόγησης από ειδικούς επιστήμονες και στελέχη του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. Ν.Π.Ι.Δ., καθώς και από ιδιώτες. Στα μέλη των πιο πάνω επιτροπών και ομάδων εργασίας ή αξιολόγησης, που μετακινούνται για το σκοπό αυτόν, εκτός έδρας και έχουν τη δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα, καταβάλλονται έξοδα κίνησης και ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για τους δημόσιους υπάλληλους. Στους ιδιώτες μέλη των επιτροπών και ομάδων εργασίας ή αξιολόγησης, που μετακινούνται εκτός έδρας, καταβάλλεται ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση και έξοδα κίνησης, που καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Οι δαπάνες βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
3. Οι δαπάνες διαμονής και διατροφής των νοσοκομειακών γιατρών και λοιπού προσωπικού των κλιμακίων των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, που προκαλούνται από την εφαρμογή του ειδικού προγράμματος του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κατά τις μετακινήσεις τους για κάλυψη αναγκών ιατρικής περίθαλψης του πληθυσμού προβληματικών περιοχών της Χώρας, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή τους προϋπολογισμούς των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953.
Τα δικαιολογητικά, ο τρόπος πληρωμής των δαπανών αυτών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια ορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Για τυχόν δαπάνες, που έχουν πραγματοποιηθεί για το σκοπό αυτόν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου αυτής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΕΡΕΥΝΑ ΥΓΕΙΑΣ – ΕΙΔΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ – ΒΙΟ`Ι`ΑΤΡΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Άρθρο 9
Εθνικό Κέντρο Ερευνών Υγείας.
1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΥΓΕΙΑΣ (Ε.Κ.Ε.Υ.), που υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με έδρα την Αθήνα.
2. Σκοπός του Ε.Κ.Ε.Υ. είναι:
α) Ο συντονισμός, η προαγωγή και η εκτέλεση της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιστημών υγείας.
β) Η παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας και ιατρικής φροντίδας.
γ) Η διενέργεια μελετών για θέματα, που του αναθέτονται από το Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, νοσηλευτικά ιδρύματα, κρατικούς επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς.
δ) Η συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και ερευνητικά κέντρα στον τομέα των επιστημών υγείας.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και τυχόν λοιπών συναρμόδιων υπουργών και γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., καθορίζεται ο τρόπος οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας, η διάρθρωση των υπηρεσιών, η οργάνωση και συγκρότηση ειδικών ερευνητικών κέντρων και μονάδων και οι θέσεις, τα προσόντα και ο τρόπος πρόσληψης του προσωπικού.
Οι γιατροί και οδοντογιατροί, που προσφέρουν με οποιαδήποτε σχέση και τρόπο υπηρεσίες στο Ε.Κ.Ε.Υ., είναι αποκλειστικά του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. ή του Δ.Ε.Π. ιατρικών και οδοντιατρικών τμημάτων των πανεπιστημίων της Χώρας (πάντα σύμφωνα με τους ν. 1397/1983 και ν. 1268/1982).
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων συγκροτούνται τα όργανα διοίκησης. Στη διοίκηση του Ε.Κ.Ε.Υ. συμμετέχουν και εκπρόσωποι του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας, του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, σχολών επιστημών υγείας και σχολών επαγγελμάτων υγείας-πρόνοιας.
Με όμοια απόφαση, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση της διοίκησης του Ε.Κ.Ε.Υ. και σύμφωνη γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., εγκρίνεται ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του κέντρου, με τον οποίο καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία εκτέλεσης των εργασιών του, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
4. Το Εθνικό Κέντρο Ερευνών Υγείας συνεργάζεται για την προώθηση των σκοπών του με τα νοσηλευτικά ιδρύματα στο πλαίσιο ειδικής επιστημονικής σύνδεσης, όπως ειδικότερα ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Στο πλαίσιο της σύνδεσης αυτής μπορεί να εγκαθίστανται σε νοσηλευτικά ιδρύματα ειδικά ερευνητικά κέντρα και μονάδες του Ε.Κ.Ε.Υ.
5. Ερευνητικά ινστιτούτα, κέντρα, εργαστήρια και μονάδες, που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, μπορούν να ενταχθούν στο Εθνικό Κέντρο Ερευνών Υγείας. Η ένταξή τους γίνεται με πρόταση του φορέα, στον οποίο υπάγονται και γνώμη της διοίκησης του κέντρου και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του πλαισίου, που καταρτίζεται από το ΚΕ.Σ.Υ. σύμφωνα με το εδ. β` της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 1397/1983. Ειδικότερα οι ερευνητικές μονάδες και εργαστήρια, που συγχωνεύονται ή μεταφέρονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 23 του ν. 1397/1983, μπορεί με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη της διοίκησης του φορέα, στον οποίο υπάγονται και του Εθνικού Κέντρου Ερευνών Υγείας να εντάσσονται στο κέντρο.
6. Πόροι του Ε.Κ.Ε.Υ. είναι:
α) Επιχορήγηση από πιστώσεις, που εγγράφονται κάθε χρόνο στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β) Τα έσοδα, που προκύπτουν από την παροχή υπηρεσιών σε Ν.Π.Δ.Δ., νομικά πρόσωπα του ν. 1365/1983 (ΦΕΚ 80), Ν.Π.Ι.Δ. κοινωφελούς και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ασφαλιστικά ταμεία και σ` άλλα νομικά πρόσωπα της περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου αυτού.
γ) Έσοδα από δωρεές, ακίνητα και κληροδοσίες.
δ) Έσοδα από συνεργασία του με διεθνείς οργανισμούς και ερευνητικά κέντρα.
Ο ετήσιος προγραμματισμός του Ε.Κ.Ε.Υ. εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
Ο ετήσιος προϋπολογισμός, ισολογισμός και απολογισμός του Ε.Κ.Ε.Υ. εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
7. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 23 του ν. 1397/1984 για το Ε.Σ.Υ. ισχύουν και για το Εθνικό Κέντρο Ερευνών Υγείας.
Άρθρο 10
Σύσταση ειδικών κέντρων.
1. Για την παροχή εξειδικευμένης περίθαλψης στους αντίστοιχους τομείς της ιατρικής επιστήμης και το συντονισμό της παροχής της εξειδικευμένης αυτής περίθαλψης από νοσηλευτικά ιδρύματα της Χώρας, μπορεί να συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 ειδικά ογκολογικά και καρδιοχειρουργικά κέντρα, σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις για την έρευνα, την προαγωγή της ιατρικής επιστήμης και την οργάνωση αντίστοιχων υπηρεσιών υγείας.
2. Με το συστατικό ή άλλο όμοιο π. δ/γμα καθορίζονται, ύστερα από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., ο τρόπος και οι διαδικασίες υλοποίησης του σκοπού τους και εκδίδεται ο οργανισμός τους σε αντιστοιχία με τις αρχές οργάνωσης των ειδικών νοσοκομείων του ν. 1397/1983.
Στην επιστημονική επιτροπή των ειδικών κέντρων που ορίζεται με το άρθρο 12 του ν. 1397/1983 συμμετέχει και μέλος του ΔΕΠ ιατρικών τμημάτων των πανεπιστημίων της Χώρας, όπως ορίζεται με τον οργανισμό τους.
3. Οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου των ειδικών επιστημονικών κέντρων του άρθρου αυτού ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία των διατάξεων της παρ. 9 του άρθρου 9 του ν. 1397/1983 και εξειδικεύονται και εναρμονίζονται με το σκοπό τους.
Κατά τα λοιπά και για την οργάνωση και λειτουργία των κέντρων αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 1397/1983 που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
4. Υγειονομικά και ερευνητικά ιδρύματα Ν.Π.Ι.Δ., που παρέχουν έργο πρωτοβάθμιας περίθαλψης ή πρόληψης, μπορεί να μετατρέπονται σε νοσηλευτικά ή άλλα ιδρύματα παροχής υπηρεσιών υγείας Ν.Π.Δ.Δ. ή να συγχωνεύονται με νοσοκομειακές μονάδες του ν.δ. 2592/1953. Η μετατροπή ή συγχώνευση γίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του κατά περίπτωση, αρμόδιου υπουργού. Με τα ίδια προεδρικά διατάγματα καθορίζονται ο σκοπός, η επωνυμία, η έδρα, οι αρμοδιότητες των διοικητικών συμβουλίων και η κινητή και ακίνητη περιουσία. Η σύνθεση και συγκρότηση των Δ.Σ. καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 1397/1983.
Για την υπηρεσιακή κατάσταση και τακτοποίηση του προσωπικού, που υπηρετεί κατά τη μετατροπή ή τη συγχώνευση του κάθε ιδρύματος, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 και των άρθρων 13 και 14 του ν. 1540/1985 (ΦΕΚ 67). Τα ιδρύματα αυτά οργανώνονται και λειτουργούν σύμφωνα με τον οργανισμό τους.
Οι διατάξεις των παρ. 5, 6, 7, 8, 9 και 11 του άρθρου 9 και της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 1397/1983 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στα ιδρύματα αυτά. Για τις περιφερειακές τους υπηρεσίες νοσηλευτικής ή πρωτοβάθμιας φροντίδας εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου αυτού.
5. Επιστημονικά τμήματα και θέσεις ιατρικού και λοιπού προσωπικού νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953, που καταργούνται ή συγχωνεύονται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983, μπορούν να μεταφέρονται και να συγχωνεύονται ή να προστίθενται στον οργανισμό ενός ή περισσότερων ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 με το προεδρικό διάταγμα κατάργησης ή συγχώνευσης.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων τοποθετούνται οι γιατροί του Ε.Σ.Υ. και το υπόλοιπο προσωπικό που υπηρετεί στις θέσεις αυτές.
6. Περιφερειακές νοσηλευτικές ή άλλες υπηρεσίες νοσηλευτικών ή άλλων ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 και ιδρυμάτων της παρ. 4 του άρθρου αυτού μπορούν να μεταφέρονται, να συγχωνεύονται ή να προσθέτονται στον οργανισμό άλλων νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 της περιοχής του νομού στην οποία λειτουργούν ή και να μετατρέπονται σε κέντρα υγείας αυτών.
Η μεταφορά, συγχώνευση, προσθήκη ή μετατροπή σε κέντρα υγείας των υπηρεσιών, καθώς και των θέσεων του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. και του πάσης φύσεως λοιπού προσωπικού αυτών, γίνεται με αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του νοσηλευτικού ή υγειονομικού ιδρύματος, του οποίου αποτελούσαν περιφερειακές υπηρεσίες.
Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων τοποθετούνται οι γιατροί του Ε.Σ.Υ. και το λοιπό προσωπικό, που υπηρετεί στις θέσεις αυτές.
7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ή με τον οργανισμό του Υπουργείου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 1558/1985 (Φ.Ε.Κ. 117) “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα”, μπορεί να επαναπροσδιορίζεται και προσαρμόζεται στις σύγχρονες απαιτήσεις ο σκοπός της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών, να αναδιαρθρώνονται οι θέσεις και οι βαθμοί και να ρυθμίζεται η τακτοποίηση του υπηρετούντος προσωπικού.
8. Ως πρόεδρος του Δ.Σ. του Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας, μετά την έναρξη λειτουργίας του, ορίζεται μέλος της τοπικής αυτοδιοίκησης της ευρύτερης περιοχής του νοσοκομείου, ανεξάρτητα από τους εκπροσώπους της, που μετέχουν στο Δ.Σ.
9. Με τα προεδρικά διατάγματα ίδρυσης νοσοκομείων σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 μπορεί, μέχρι να εκδοθεί ο οργανισμός τους, να ορίζεται η επωνυμία, η έδρα, ο σκοπός και ο συνολικός αριθμός των κρεβατιών τους. Με τον οργανισμό μπορεί να τροποποιείται για τα θέματα αυτά το ιδρυτικό προεδρικό διάταγμα.
10. Στον πρόεδρο, αντιπρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 καταβάλλονται ημερήσια αποζημίωση, ως και έξοδα κίνησης για τις μετακινήσεις τους εκτός έδρας για εκτέλεση υπηρεσίας. Η μετακίνηση εγκρίνεται με απόφαση του Δ.Σ. Σε έκτακτες περιπτώσεις η έγκριση μπορεί να παρασχεθεί και εκ των υστέρων. Με την απόφαση του Δ.Σ. καθορίζονται ο τόπος μετάβασης, ο σκοπός και οι ημέρες της εκτός έδρας μετακίνησης και το μέσο μεταφοράς. Ο υπολογισμός της ημερήσιας εκτός έδρας αποζημίωσης γίνεται με βάση τις αποδοχές του 1ου κλιμακίου του μισθολογίου του ν. 1505/1984 (Φ.Ε.Κ. 194).
Για την ημερήσια αποζημίωση, τα έξοδα κίνησης και τον τρόπο αναγνώρισης και καταβολής των δαπανών αυτών ισχύουν αυτά που ορίζονται κάθε φορά για τους μόνιμους δημόσιους υπάλληλους.
Άρθρο 11
Βιοϊατρική τεχνολογία.
1. Στο Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται διεύθυνση βιοϊατρικής τεχνολογίας, που υπάγεται στις γενικές υπηρεσίες του. Οι αρμοδιότητες είναι:
α) Η εφαρμογή της τεχνολογίας στην περίθαλψη.
β) Η ορθολογική χρήση του εξοπλισμού και η οργανωμένη τεχνική υποστήριξή του.
γ) Η στήριξη των προγραμμάτων εγχώριας παραγωγής και τεχνολογικής ανάπτυξης.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται η οργάνωση της διεύθυνσης βιοϊάτρικής τεχνολογίας, η διάρθρωσή της σε τμήματα και γραφεία και οι αρμοδιότητές της. Με απόφαση των παραπάνω υπουργών συνιστώνται οι αναγκαίες μόνιμες θέσεις προσωπικού, οι οποίες προθέτονται στις αντίστοιχες κατά κλάδους και κατηγορίες μόνιμες θέσεις προσωπικού, όπου υπάρχουν, ή που δημιουργούνται για πρώτη φορά στον οργανισμό του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και τα απαιτούμενα για την κατάληψη των θέσεων αυτών τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να καθορίζεται ότι, αν στην πρώτη προκήρυξη των θέσεων της παραγράφου αυτής δεν υπάρχουν υποψήφιοι, που να συγκεντρώνουν τα προσόντα, μπορεί να διορίζονται και όσοι δεν συγκεντρώνουν το σύνολο των ουσιαστικών προσόντων. Όσοι διορίζονται με τον τρόπο αυτόν υποχρεώνονται, αμέσως μετά το διορισμό τους, σε μετεκπαίδευση στο αντικείμενο της θέσης τους, όπως ειδικότερα καθορίζεται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Για τη μετεκπαίδευση του προσωπικού αυτού δεν ισχύει ο περιορισμός της προϋπηρεσίας, που απαιτείται για τους μόνιμους δημόσιους υπάλληλους.
Μέχρι την έκδοση του νέου οργανισμού του Υπουργείου, η κατανομή του προσωπικού κατά τμήματα και η τοποθέτηση των προϊσταμένων διεύθυνσης και τμημάτων ενεργείται με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Το προσωπικό της διεύθυνσης βιοϊατρικής τεχνολογίας υποχρεώνεται σε εκπαίδευση, όπως ειδικότερα καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
3. Σε περιφερειακά και νομαρχιακά νοσοκομεία, ως και ειδικά κέντρα, μπορεί να συνιστώνται τμήματα βιοϊατρικής τεχνολογίας που προστίθενται στους οργανισμούς τους.
Τα τμήματα βιοϊατρικής τεχνολογίας εξυπηρετούν ανάγκες και άλλων νοσοκομείων της υγειονομικής περιφέρειας, όπως καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
4. Μετάταξη υπαλλήλων της παραγράφου 3 σε κενές και ομοιόβαθμες οργανικές θέσεις προσωπικού της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού και αντίστροφα επιτρέπεται για κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών ύστερα από αίτησή τους.
5. Κατά την πρώτη εφαρμογή του άρθρου αυτού η προκήρυξη των θέσεων προσωπικού της παραγράφου 3 γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού έχει εφαρμογή και για το προσωπικό της παραγράφου 3.
6. Το μόνιμο προσωπικό, που υπηρετεί στα νοσοκομεία και ειδικά κέντρα της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, μπορεί να μετατάσσεται σε θέσεις που θα συνιστώνται στα τμήματα βιοϊατρικής τεχνολογίας, εφόσον έχουν τα απαιτούμενα για τη θέση τυπικά προσόντα, μετά από κρίση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 που αφορούν την εκπαίδευση ισχύουν και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.
7. Οι μόνιμες θέσεις του κλάδου ΑΤ9 Μηχανικών του οργανισμού του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αυξάνονται, κατά μία οι με βαθμό 3ο-2ο και κατά δύο οι με βαθμό 6ο-4ο, οι δε θέσεις του κλάδου ΜΕ Σχεδιαστών με βαθμό 10ο-6ο κατά μία.
Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου η με βαθμό 3ο-2ο θέση του κλάδου ΑΤ9 Μηχανικών μπορεί να πληρωθεί και με μετάταξη μόνιμου υπάλληλου νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953, εφόσον έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
Η πλήρωση των λοιπών θέσεων, που συνιστώνται με την παράγραφο αυτή, ενεργείται με προκήρυξη διαγωνισμού και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 1320/1983 (ΦΕΚ 6).
8. Η οργάνωση της διεύθυνσης τεχνικών υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που προβλέπεται από τα άρθρα 36 και 104 του π.δ. 544/1977 (ΦΕΚ 178), επανακαθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά τομείς ή αντικείμενο απασχόλησης και σύμφωνα με τις απαιτήσεις ανάπτυξης και συντήρησης των κτιρίων και εγκαταστάσεων των ιδρυμάτων και υπηρεσιών αρμοδιότητας του Υπουργείου αυτού.
Η απόφαση ισχύει μέχρι να εκδοθεί ο νέος οργανισμός του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΦΡΟΝΤΙΔΑ
Άρθρο 12
Τίτλος υγειονομικών μονάδων, διασύνδεση, νοσοκομεία κέντρα υγείας.
Σημ.: όπως το άρθρο 12 καταργήθηκε με το άρθρο 132 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123)
1. Η χρήση των όρων “ΚΕΝΤΡΑ ΥΓΕΙΑΣ” και “ΙΑΤΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ” σε συνδυασμό ή όχι με οποιοδήποτε άλλο τίτλο ή επωνυμία γίνεται αποκλειστικά για υπηρεσίες υγείας που παρέχονται από την Πολιτεία με ευθύνη του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η χρήση των όρων σε τίτλο ή επωνυμία από κάθε τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, απαγορεύεται. Στην απαγόρευση υπάγονται όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που εποπτεύονται ή όχι από το Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τα παραπάνω πρόσωπα, εφόσον έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τίτλους με τους συγκεκριμένους όρους, υποχρεώνονται σε διάστημα τριών μηνών απο τη δημοσίευση του νόμου αυτού να αφαιρέσουν τους όρους αυτούς από τον τίτλο τους. Με απόφαση του οικείου νομάρχη οι παραβάτες τιμωρούνται με πρόστιμο και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους σε νέα προθεσμία, με αφαίρεση της άδειας λειτουργίας.
Σημ.: όπως η παρ.1 επανήλθε σε ισχύ και ισχύει από τον χρόνο κατάργησης της με την παρ.1 του άρθρου 59 του Ν.2519/1997 (Α 165)
2. Στο άρθρο 16 του ν. 1397/1983 προστίθεται παράγραφος 7, ως εξής:
“7. Οι κοινές υπουργικές αποφάσεις και τα προεδρικά διατάγματα, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, εκδίδονται με πρόταση και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού”.
3. Η έδρα και η περιοχή ευθύνης των περιφερειακών ιατρείων και τα αγροτικά ιατρεία και υγειονομικοί σταθμοί, που συγχωνεύονται σε κάθε κέντρο υγείας, σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 20 του ν. 1397/1983, ορίζονται με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά την έκδοση της κοινής απόφασης σύστασης των κέντρων υγείας και μέχρι τις 31.12.1986. Η σύσταση των προσωρινών θέσεων και η κατάταξη των υπαλλήλων, σύμφωνα με το άρθρο 20 του παραπάνω νόμου, γίνεται μετά την σύσταση των κέντρων υγείας με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης,Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
4. Στο τέλος του εδαφ. αύ της παρ. 12 του άρθρου 18 του ν. 1397/1983 προστίθεται η φράση “και επισκέπτονται τα περιφερειακά ιατρεία που λειτουργούν ορισμένες ημέρες και ώρες”.
5. Νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ. 2592/1953 μπορούν να λειτουργήσουν και ως κέντρα υγείας ή κέντρα ψυχικής υγείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1397/1983.
6. Τα νοσηλευτικά ιδρύματα που λειτουργούν στον ίδιο νομό και ως κέντρα υγείας ή μη και δεν διαθέτουν γιατρούς ορισμένων ειδικοτήτων, επισκέπτονται ειδικοί γιατροί του νομαρχιακού νοσοκομείου σε τακτές ημέρες και ώρες, που καθορίζονται από τα διοικητικά συμβούλια των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του ν. 1397/1983. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των διοικητικών συμβουλίων αποφασίζει ο Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η διασύνδεση αυτή είναι λειτουργική.
7. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν. 1397/19834 προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
“Η πιο πάνω διασύνδεση είναι και λειτουργική, επιτρέπεται δε και μεταξύ νοσοκομείων δύο ή περισσότερων υγειονομικών περιφερειών, εφόσον το επιβάλλουν οι ανάγκες περίθαλψης των ασθενών και η καλύτερη
λειτουργία των νοσοκομείων”.
Άρθρο 13
Παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Σημ.: όπως το άρθρο 13 καταργήθηκε με το Άρθρο 132 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123)
Άρθρο 14
Έλεγχος ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
1. Ο έλεγχος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων ενεργείται από τα όργανα και κατά τη διαδικασία που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
2. Στο Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται κεντρική επιτροπή ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, αποτελούμενη από ειδικούς επιστήμονες, στελέχη πανεπιστημιακών ιατρικών τμημάτων και υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η συγκρότηση της επιτροπής ενεργείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Έργο της επιτροπής είναι η μελέτη της επίπτωσης και ο έλεγχος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, η παροχή κατευθύνσεων, οδηγιών, βοήθειας και κάθε συνδρομής στις επιτροπές ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων των νοσοκομείων για την πιο αποτελεσματική επιτέλεση του έργου τους και η ανάπτυξη στενής συνεργασίας με όλους τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς υγείας.
3. Σε κάθε νοσοκομείο συνιστάται επιτροπή ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου κάθε νοσοκομείου, ύστερα από πρόταση της επιστημονικής επιτροπής.
4. Για την εκτός έδρας αποζημίωση και οδοιπορικά έξοδα των μελών των επιτροπών του άρθρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.
Άρθρο 15
Έλεγχος σταυλισμού και επιχειρήσεων επεξεργασίας ζωικών προϊόντων.
1. Για τον έλεγχο (σταυλισμού και) επιχειρήσεων επεξεργασίας ζωικών προϊόντων συγκροτείται σε κάθε νομό με απόφαση του οικείου νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πρωτοβάθμια επιτροπή, που αποτελείται από:
α) Ένα γιατρό υγιεινολόγο και, σε περίπτωση έλλειψης από έναν επόπτη δημόσιας υγείας της διεύθυνσης ή τμήματος υγιεινής της νομαρχίας.
β) Έναν κτηνίατρο της διεύθυνσης κτηνιατρικής ή κτηνιατρείου της νομαρχίας.
γ) Ένα γεωπόνο της διεύθυνσης γεωργίας της νομαρχίας.
δ) Έναν υπάλληλο ειδικό σε θέματα περιβαλλοντολογικά της υπηρεσίας περιβάλλοντος, και, σε περίπτωση έλλειψης, από ένα μηχανικό της υπηρεσίας πολεοδομίας της νομαρχίας.
ε) Έναν αξιωματικό ή υπαξιωματικό της οικείας αστυνομικής αρχής.
στ) Ένα δημοτικό ή κοινοτικό σύμβουλο της περιοχής, που θα ιδρυθεί και θα λειτουργήσει η επιχείρηση και
ζ) Έναν εκπρόσωπο των οργανώσεων των επιχειρήσεων (συνεταιρισμού ή συλλόγου).
Όλα τα μέλη της επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους. Πρόεδρος της επιτροπής ορίζεται ο γιατρός υγιεινολόγος και, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος ή μη συμμετοχής σύ αυτή, ο σε βαθμό ανώτερος υπάλληλος ΑΤ κατηγορίας, που συμμετέχει στην επιτροπή. Γραμματέας της επιτροπής ορίζεται επόπτης δημόσιας υγείας της διεύθυνσης ή τμήματος υγιεινής της νομαρχίας.
Έργο της πιο πάνω πρωτοβάθμιας επιτροπής είναι ο έλεγχος και η γνωμοδότηση σε θέματα ίδρυσης και λειτουργίας κτηνοτροφικών ή πτηνοτροφικών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων επεξεργασίας ζωικών προϊόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 2540/1940 και τις υγειονομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά. Η επιτροπή για κάθε γνωμοδότησή της συντάσσει πρακτικό, το οποίο υποβάλλει στην αρμόδια υγειονομική υπηρεσία της νομαρχίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.1 Ν.3955/2011, ΦΕΚ Α 89/20.4.2011.
2. Με απόφαση του οικείου νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συγκροτείται δευτεροβάθμια επιτροπή ελέγχου επιχειρήσεων επεξεργασίας ζωικών προϊόντων, η οποία αποτελείται από:
α) Τον προϊστάμενο γιατρό της διεύθυνσης ή τμήματος υγιεινής της νομαρχίας, ως πρόεδρο.
β) Τον προϊστάμενο κτηνίατρο της διεύθυνσης κτηνιατρικής ή κτηνιατρείου της νομαρχίας. γ) Τον προϊστάμενο γεωπόνο της διεύθυνσης γεωργίας της νομαρχίας.
δ) Τον προϊστάμενο μηχανικό της υπηρεσίας πολεοδομίας της νομαρχίας.
ε) Έναν ανώτερο αξιωματικό της οικείας αστυνομικής αρχής.
στ) Το δήμαρχο ή πρόεδρο της κοινότητας της περιοχής, στην οποία θα ιδρυθεί ή έχει ιδρυθεί και θα λειτουργήσει ή λειτουργεί η επιχείρηση.
ζ) Τον πρόεδρο των οργανώσεων των επιχειρήσεων (συνεταιρισμών ή συλλόγων).
Αναπληρωματικά μέλη ορίζονται οι νόμιμοι αναπληρωτές των τακτικών μελών της επιτροπής. Γραμματέας της επιτροπής ορίζεται επόπτης δημόσιας υγείας της διεύθυνσης ή τμήματος υγιεινής της νομαρχίας.
Έργο της δευτεροβάθμιας επιτροπής είναι η γνωμοδότηση σε θέματα προσφυγών των ενδιαφερομένων κατά των πρωτοβάθμιων αποφάσεων. Η δευτεροβάθμια επιτροπή επίσης γνωμοδοτεί για την απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος ή επιτηδεύματος στις περιπτώσεις που κινδυνεύει η δημόσια υγεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 2540/1940 και τις υγειονομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά. Η επιτροπή για κάθε περίπτωση γνωμοδότησης συντάσσει και υποβάλλει πρακτικό στον οικείο νομάρχη.
Για την αποζημίωση των μελών των επιτροπών του άρθρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.2 Ν.3955/2011,ΦΕΚ Α 89/20.4.2011.
3. α) Για τον έλεγχο σταυλισμού συγκροτείται σε κάθε περιφερειακή ενότητα με απόφαση του οικείου περιφερειάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πρωτοβάθμια επιτροπή που αποτελείται από:
αα) Έναν γεωπόνο ή κτηνίατρο των Υπηρεσιών του Υποτομέα Γεωργίας της αρμόδιας περιφερειακής ενότητας, ως Πρόεδρο.
ββ) Έναν ιατρό – υγιεινολόγο ή επόπτη δημόσιας υγείας των Υπηρεσιών του Τομέα Υγείας της αρμόδιας περιφερειακής ενότητας.
γγ) Έναν υπάλληλο των Υπηρεσιών του Τομέα Έργων – Χωροταξίας – Περιβάλλοντος της αρμόδιας περιφερειακής ενότητας.
Όλα τα μέλη της επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι υπηρετούν στην ίδια υπηρεσία με το αντίστοιχο τακτικό μέλος. Καθήκοντα γραμματέα ασκεί υπάλληλος των Υπηρεσιών του Υποτομέα Γεωργίας της αρμόδιας περιφερειακής ενότητας. Η εν λόγω επιτροπή είναι αρμόδια για τον έλεγχο και την παροχή γνωμοδοτήσεων σε θέματα σταυλισμού, ίδρυσης και λειτουργίας κτηνοτροφικών ή πτηνοτροφικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 2540/1940 και τις υγειονομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, καθώς και κάθε άλλο θέμα συναφές με τα ανωτέρω. Η επιτροπή για κάθε γνωμοδότηση της συντάσσει πρακτικό, το οποίο υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία της περιφερειακής ενότητας.
β) Με απόφαση του οικείου περιφερειάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συγκροτείται δευτεροβάθμια επιτροπή για τον έλεγχο σταυλισμού ζώων, η οποία αποτελείται από:
αα) Τον προϊστάμενο των Υπηρεσιών του Υποτομέα Γεωργίας της οικείας περιφέρειας, ως Πρόεδρο.
ββ) Έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης των Υπηρεσιών του Τομέα Υγείας της οικείας περιφέρειας.
γγ) Έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης των Υπηρεσιών του Τομέα Έργων – Χωροταξίας – Περιβάλλοντος της οικείας περιφέρειας.
Όλα τα μέλη της επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι υπηρετούν στην ίδια υπηρεσία με το αντίστοιχο τακτικό μέλος. Καθήκοντα γραμματέα ασκεί υπάλληλος των Υπηρεσιών του Υποτομέα Γεωργίας. Η δευτεροβάθμια επιτροπή είναι αρμόδια για την παροχή γνωμοδοτήσεων επί προσφυγών των ενδιαφερομένων κατά των πρωτοβάθμιων αποφάσεων. Η δευτεροβάθμια επιτροπή γνωμοδοτεί για την απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος ή επιτηδεύματος στις περιπτώσεις που κινδυνεύει η δημόσια υγεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 2540/1940 και τις υγειονομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά. Η επιτροπή για κάθε περίπτωση γνωμοδότησης συντάσσει και υποβάλλει πρακτικό στον οικείο περιφερειάρχη.
Σημ.: όπως η παρ.3 η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 2 Ν.3698/2008,ΦΕΚ Α 198, και αντικατασταθεί με το άρθρο 13 παρ.2 Ν.3955/2011,ΦΕΚ Α 89, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 19 περ.γ΄Ν.4056/2012,ΦΕΚ Α 52/12.3.2012.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ
Άρθρο 16
Τιμολόγιο νοσηλείων.
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., καθορίζεται το τιμολόγιο των νοσηλείων των νοσοκομείων και ιδιωτικών κλινικών.
2. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., μπορεί να αυξάνεται το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 13 του άρθρου 12 του ν. 3796/1957.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται ο τρόπος ελέγχου και απόδοσης των δαπανών περίθαλψης των ασφαλισμένων του Δημοσίου και των οργανισμών που λειτουργούν με μορφή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. ή υπηρεσιών ασφάλισης, στα νοσηλευτικά ιδρύματα και ενοποιημένες υγειονομικές μονάδες πρωτοβάθμιας περίθαλψης και πρόληψης.
4. Σε περιπτώσεις προγραμματικών συμβάσεων για παροχή περίθαλψης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (ΦΕΚ 18), οι δαπάνες που βαρύνουν τα συμβαλλόμενα μέρη κατατίθενται στον τηρούμενο κατά νομαρχία λογαριασμό “ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΗ” του άρθρου 13 του ν.δ. 2592/1953, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα και αποδίδονται στους δικαιούχους. Ο τρόπος προσδιορισμού και καταβολής των δαπανών από τους υπόχρεους και η απόδοσή τους στους δικαιούχους σε κάθε περίπτωση προγραμματικής σύμβασης καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρο 17
Δαπάνες νοσηλείας νεφροπαθών.
Στις δαπάνες νοσηλείας νεφροπαθών ασφαλισμένων του Δημοσίου στο εξωτερικό περιλαμβάνονται και τα έξοδα διατροφής τόσο του ασθενούς, όσο και του συνοδού του για το χρόνο διαμονής του στο εξωτερικό.
Το ύψος της ημερήσιας δαπάνης διατροφής, καθώς και οι προϋποθέσεις χορήγησής της, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρο 18
Ρυθμίσεις για την ένταξη νοσοκομείων στο ΕΣΥ.
1. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 ισχύουν και για τις νοσοκομειακές μονάδες που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού ως υπηρεσίες Ν.Π.Δ.Δ. χωρίς την έκδοση συστατικής πράξης ή χωρίς τη δημοσίευση της συστατικής πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Οι δαπάνες λειτουργίας των νοσοκομειακών μονάδων που μετατρέπονται σε Ν.Π.Δ.Δ. και υπάγονται στις διατάξεις του ν.δ. 2592/1953 και του ν. 1397/1983 μέχρι να οριστεί το διοικητικό συμβούλιο του νέου νομικού προσώπου και να καταρτιστεί ο προϋπολογισμός του, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ν.Π.Δ.Δ. του οποίου αποτελούσαν υπηρεσίες.
Σημ.: όπως η παρ.1 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 14 Ν.2889/2001,ΦΕΚ Α 37/2.3.2001.
2.
Σημ.: όπως η παρ.2 καταργήθηκε με το άρθρο 132 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123)
3.
4. Οι θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ., που συστήθηκαν με την κοινή υπουργική απόφαση Α3β/7068/4.6.1984 (Φ.Ε.Κ. 382) και κατανεμήθηκαν στο μαιευτήριο “ΜΑΡΙΚΑ ΗΛΙΑΔΗ” Αθήνας, μεταφέρονται στο νοσοκομείο – Μαιευτήριο του ν.δ. 2592/1953 και του ν. 1397/1983, που ιδρύθηκε με το π.δ. 321/1985 (Φ.Ε.Κ. 115).
Οι γιατροί, που έχουν διοριστεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού στις μεταφερόμενες θέσεις, είναι γιατροί του νοσοκομείου στο οποίο μεταφέρονται οι θέσεις.
Άρθρο 19
Πανεπιστημιακές κλινικές-Ανάθεση εκπαιδευτικού έργου.
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 1397/1983 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Το όριο αυτό μπορεί να αυξάνεται ή να μειώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
2. Γιατροί του Ε.Σ.Υ. μπορεί με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να υπηρετούν με απόσπαση σε πανεπιστημιακές κλινικές νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. μέχρι να πληρωθούν οι θέσεις από τα ιατρικά τμήματα των πανεπιστημίων. Μετά την πλήρωση των θέσεων από τα ιατρικά τμήματα οι γιατροί του Ε.Σ.Υ. τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε αντίστοιχα της ειδικότητάς τους επιστημονικά τμήματα των ίδιων ή άλλων νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. της ίδιας υγειονομικής περιφέρειας. Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει για δύο χρόνια από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
3. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μπορεί να ανατίθεται εκπαιδευτικό έργο και σε μη πανεπιστημιακά επιστημονικά τμήματα των ιατρικών τομέων νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., ύστερα από γνώμη του ιατρικού τμήματος του πανεπιστημίου και πρόταση του ΚΕ.Σ.Υ.
Άρθρο 20
Ιδιωτικές κλινικές-Εποπτεία-Έλεγχος.
Σημ.: όπως το άρθρο 20 καταργήθηκε με το άρθρο 37 του Π.Δ. 247/1991 (ΦΕΚ Α 93).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΑΚΙΝΗΤΑ, ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ
Άρθρο 21
Μελέτες-Έργα-Προμήθειες.
1. Για τη βελτίωση και ανάπτυξη της κτιριακής υποδομής των Υπηρεσιών και Ν.Π.Δ.Δ. αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας μπορεί να ορίζεται ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου ή έργων και να ανατίθεται στο Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας ή το Νομάρχη η αρμοδιότητα έγκρισης μελετών στο σύνολό τους ή σε επί μέρους στάδια, με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 του Ν.2646/1998 (Α 236)
2. Οι διατάξεις του άρθρου 45 του Ν. 1397/1983 και ο ειδικός κανονισμός, που εγκρίθηκε με την απόφαση Ε2α/02/127/Φ13/1984 (ΦΕΚ 22 Β`) των Υπουργών Δημοσίων Έργων και Υγείας και Πρόνοιας, εφαρμόζονται και για μελέτες έργων ανέγερσης, επισκευών, διαρρυθμίσεων, βελτιώσεων και επεκτάσεων επί ακινήτων ιδιοκτησίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, των Πε.Σ.Υ.Π. και των Ιδρυμάτων Κοινωνικής Πρόνοιας αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το Άρθρο 18β του Ν.3209/2003 (ΦΕΚ Α 304)
3. Δαπάνες για εκπόνηση μελετών και εκτέλεση τεχνικών εργασιών συντήρησης, επισκευών, διαρρυθμίσεων και βελτιώσεων κτιρίων καθώς και δαπάνες προμήθειας εξοπλισμού μονάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης και πρόληψης, οι οποίες έχουν λειτουργική και επιστημονική διασύνδεση με νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ. 2592/1953, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 1471/1984, των οποίων τα ακίνητα ανήκουν σε Ν.Π.Δ.Δ. και έχει παραχωρηθεί για το σκοπό αυτόν η χρήση τους τουλάχιστον για πέντε χρόνια ή ανήκουν στο Δημόσιο, μπορούν να βαρύνουν τις πιστώσεις των προϋπολογισμών των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953.
4. Δαπάνες για εκτέλεση τεχνικών εργασιών συντήρησης, επισκευής, διαρρύθμισης, βελτίωσης, αποπεράτωσης και ανέγερσης κτιρίων ιδιοκτησίας δήμων, κοινοτήτων και Ν.Π.Δ.Δ. μπορούν να πραγματοποιούνται σε βάρος των πιστώσεων του κρατικού προϋπολογισμού ή των προϋπολογισμών νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953, εφόσον έχει παραχωρηθεί η χρήση των κτιρίων αυτών στο Δημόσιο ή τα νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ. 2592/1953 για τη λειτουργία αποκεντρωμένων μονάδων νοσηλευτικών τμημάτων, ειδικών μονάδων, εργαστηρίων, εξεταστηρίων, αγροτικών ιατρείων και υγειονομικών σταθμών ή περιφερειακών ιατρείων των κέντρων υγείας του ν. 1397/1983.
5. Τα νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ. 2592/1953 και του ν. 1397/1983 μπορούν να αγοράζουν χωρίς διαγωνισμό εξοπλισμό των ιδιωτικών ιατρείων και εργαστηρίων της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 1397/1983 με απευθείας συμφωνία και σύμφωνα με τις διαδικασίες των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 24 του π.δ. 715/1979 (ΦΕΚ 212), εφόσον ο εξοπλισμός αυτός έχει εκτιμηθεί και κριθεί κατάλληλος και κρίνεται από τα διοικητικά συμβούλια απαραίτητος για τις λειτουργικές ανάγκες των νοσοκομείων και κέντρων υγείας.
Η εκτίμηση και καταλληλότητα κρίνεται από την επιτροπή της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 1397/1983. Οι όροι και προϋποθέσεις καθορίζονται με την ίδια ή άλλη απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που εκδίδεται με γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ.
6. Στο τέλος του άρθρου μόνου του ν. 1062/1980 (ΦΕΚ 161) προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
“7. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογή και για οποιαδήποτε συμπληρωματική δωρεά, οποιουδήποτε ύψους, για την ολοκλήρωση του συγκεκριμένου έργου”.
Άρθρο 22
Μισθώσεις, μεταβιβάσεις ακινήτων.
1. α) Επιτρέπεται η προκαταβολή ενοικίων για κτίρια μισθωμένα από νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ. 2592/1953 εφόσον οι ιδιοκτήτες τους πραγματοποίησαν δαπάνες για την εκτέλεση συγκεκριμένων τεχνικών εργασιών προσαρμογής των κτιρίων στις λειτουργικές ανάγκες των νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Το ύψος της προκαταβολής των ενοικίων δεν μπορεί να υπερβεί το ύψος των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και σε καμιά περίπτωση το συνολικό ύψος των ενοικίων της χρονικής διάρκειας, για την οποία ισχύει η μίσθωση.
β) Κτιριακές διαρρυθμίσεις, βελτιώσεις και λοιπές τεχνικές εργασίες, που είναι απαραίτητες για την προσαρμογή των μισθωμένων κτιρίων στις ανάγκες λειτουργίας των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953, εφόσον δεν αναλαμβάνεται η εκτέλεσή τους από τους ιδιοκτήτες, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο ή είναι πέραν αυτών, που έχουν εκτελεσθεί από αυτούς, πραγματοποιούνται από τα νοσηλευτικά ιδρύματα σε βάρος των πιστώσεων των προϋπολογισμών τους και σύμφωνα με τις ισχύουσες γι` αυτά γενικές ή ειδικές διατάξεις εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης έργων, εφόσον η διάρκεια της μίσθωσης είναι πέντε χρόνια και πάνω και προβλέπεται τέτοια δυνατότητα από τη σύμβαση μίσθωσης.
γ) Όταν μεταβιβάζεται κατά τη διάρκεια της μίσθωσης η κυριότητα των ακινήτων, που είναι μισθωμένα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, τυχόν απαιτήσεις των νέων ιδιοκτητών για καταβολή μισθωμάτων, σύμφωνα με άλλες γενικές ή ειδικές διατάξεις, δεν αναγνωρίζονται αν αναφέρονται σε χρονική περίοδο της μίσθωσης, για την οποία έχει καταβληθεί το μίσθωμα με οποιοδήποτε τρόπο στους ιδιοκτήτες εκμισθωτές των ακινήτων αυτών.
2. Επιτρέπεται η δωρεάν παραχώρηση κατά κυριότητα ή χρήση ακινήτων νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 σε άλλα νοσηλευτικά ιδρύματα του ίδιου ν.δ. ή σε δήμους, κοινότητες ή το Δημόσιο για την κάλυψη αναγκών μονάδων του Ε.Σ.Υ. ή άλλους κοινωφελείς σκοπούς. Η παραχώρηση ενεργείται μετά από έγκριση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και εφόσον δεν αντίκειται σε απαγορευτικούς ρητούς όρους διαθήκης ή πράξης δωρεάς ή στις διατάξεις του ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455).
3. Μετά τη λήξη του χρόνου μίσθωσης ή παραχώρησης της χρήσης των κτιρίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, τυχόν απαιτήσεις για καταβολή δαπανών σε βάρος του Δημοσίου ή των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 για εκτέλεση τεχνικών εργασιών αποκατάστασης των κτιρίων αυτών στην κατάσταση που ήσαν πριν από την μίσθωση ή παραχώρηση της χρήσης τους δεν αναγνωρίζονται.
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού και του άρθρου 21 έχουν εφαρμογή και στα ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρο 23
Ακίνητα Πανάνειου Νοσοκομείου.
1. Η ακίνητη περιουσία του τέως Πανάνειου Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου, το οποίο συγχωνεύτηκε με το Βενιζέλειο Παγκρήτιο Νοσοκομείο με το ν.δ. 161/1973 (ΦΕΚ 280), επανέρχεται κατά κυριότητα στο Δήμο Ηρακλείου Κρήτης, εκτός από το ακίνητο στο οποίο στεγαζόταν πριν από τη συγχώνευσή του το τέως Πανάνειο Γενικό Νοσοκομείο και το χώρο που περιβάλλει αυτό.
2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο επαναφορά γίνεται με κοινή πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου και του Διοικητικού Συμβουλίου του Παγκρητίου Βενιζέλειου και Πανάνειου Γενικού Νοσοκομείου Ηρακλείου. Περίληψη της κοινής αυτής πράξης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τ. Ν.Π.Δ.Δ.) και νόμιμα μεταγράφεται στα βιβλία μεταγραφών των αρμόδιων υποθηκοφυλακείων. Στην κοινή πράξη θα αναφέρονται, περιληπτικά, τα ακριβή στοιχεία των ακινήτων, τυχόν δε διαφωνία μεταξύ των παραπάνω συμβουλίων επιλύεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που μεταγράφεται στο σχετικά βιβλία μεταγραφών.
3. Ο Δήμος Ηρακλείου υποχρεώνεται, μέσα σε τρία χρόνια το αργότερο από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να διαθέτει ολόκληρη την περιουσία που η κυριότητά της επανήλθε σ` αυτόν, σύμφωνα με τα παραπάνω, για τη σύσταση κοινωφελών ιδρυμάτων.
4. Από τη δημοσίευση της κοινής πράξης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το “Παγκρήτιο Βενιζέλειο και Πανάνειο Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου”, μετονομάζεται σε “Παγκρήτιο Βενιζέλειο Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΦΑΡΜΑΚΟ
Άρθρο 24
Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων της φαρμακευτικής νομοθεσίας.
Α. Ο ν. 1316/1983 (ΦΕΚ 3), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 44 του ν. 1397/1983, τροποποιείται και συμπληρώνεται ως εξής:
1. Η παράγραφος 7 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής:
“7. Καταρτίζει, εκδίδει και διαθέτει την ελληνική φαρμακοποιία, το εθνικό συνταγολόγιο και άλλα έντυπα ή βιβλία επιστημονικού περιεχομένου, σχετικού με τους σκοπούς του Ε.Ο.Φ., που κρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο απαραίτητα για την ενημέρωση των αρμόδιων φορέων.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Ο.Φ. καθορίζεται η τιμή διάθεσης όλων των εντύπων ή βιβλίων και άλλων εκδόσεων του Ε.Ο.Φ., που σε κάθε περίπτωση πρέπει να καλύπτει τα έξοδα της έκδοσής τους, καθώς και σε ποιους φορείς διατίθενται δωρεάν τα παραπάνω έντυπα.
2. Στο τέλος του άρθρου 3 προστίθεται παράγραφος 13 ως εξής:
“13. Εκδίδει με δαπάνες του ταινίες γνησιότητας που πρέπει να φέρουν όλα τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα ή σκευάσματα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα και τις διαθέτει δωρεάν στους παραγωγούς και αντιπροσώπους ή εισαγωγείς των προϊόντων αυτών.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Ο.Φ., καθορίζονται ο τύπος των ταινιών, ο τρόπος διάθεσης, η χρήση τους και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια”.
3. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 6, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 44 του ν. 1397/1983, προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
“Οι αντιπρόεδροι Α και Β αναπληρώνουν με την ίδια σειρά τον πρόεδρο στα καθήκοντά του όταν απουσιάζει ή κωλύεται”.
4. Η προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 9 παρατείνεται μέχρι 31.12.1986. Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 28 παρατείνεται μέχρι 31.12.1987.
5. Στο τέλος του άρθρου 9 προστίθεται παράγραφος 6 που έχει ως εξής:
“6. Στον Εθνικό Οργανισμό φαρμάκων είκοσι πέντε θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου τριετούς διάρκειας που μπορεί να ανανεώνεται.
Με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Προεδρίας της Κυβέρνησης, καθορίζονται τα προσόντα των προσλαμβανομένων για την κατάληψη των θέσεων αυτών και ο τρόπος άσκησης του έργου τους.
Κατά τα λοιπά για το προσωπικό αυτό ισχύουν οι διατάξεις του ν. 993/1979 (ΦΕΚ 281) όπως τροποποιήθηκαν”.
6. Οι περιπτώσεις 1, 2 και 3 του εδαφίου β` της παραγράφου 2 του άρθρου 11 αντικαθίστανται ως εξής:
“Οι πόροι που καθορίζονται από τα εδάφια στ` και ζ` της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού καταβάλλονται από τους υπόχρεους παραγωγούς αντιπροσώπους ή εισαγωγείς των αντίστοιχων ειδών με βάση καταστάσεις που έχουν την έννοια υπεύθυνων δηλώσεων.
“Οι καταστάσεις είναι μηνιαίες και καταχωρίζονται σύ αυτές τα τιμολόγια που έχουν εκδοθεί και η συνολική αξία των προϊόντων που περιλαμβάνονται σ` αυτά και που υπόκεινται στις παραπάνω εισφορές. Οι εισφορές αυτές, που περιλαμβάνονται στις ανωτέρω καταστάσεις, καταβάλλονται στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία το αργότερα μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα, από το μήνα, που αφορούν τα τιμολόγια, ο οποίος θεωρείται ως πρώτος μήνας. Αντίγραφο της μηνιαίας αυτής κατάστασης μαζί με το αποδεικτικό είσπραξης της Δ.Ο.Υ. υποβάλλεται στον Ε.Ο.Φ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 7 του Ν. 1965/ 1991 (Α 146).
Διαφορές, που τυχόν προκύπτουν κατά τον έλεγχο των παραπάνω εισφορών από τις υπηρεσίες του Ε.Ο.Φ., μετά τον συμψηφισμό των τυχόν επιπλέον καταβολών βεβαιώνεται και εισπράττονται κατά τη διαδικασία είσπραξης δημοσίων εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 παρ. 4 του Ν. 1759/ 1988 (Α` 50).
7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Οι δαπάνες του Ε.Ο.Φ., αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο αυτόν, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα και της νομοθεσίας για την εκτέλεση των δημόσιων έργων και προμηθειών”.
8. Στο άρθρο 32 προστίθεται παράγραφος που έχει ως εξής:
“6. Οι διατάξεις του ν. 784/1978 (ΦΕΚ 100) που αφορούν προμήθειες των νοσοκομείων εξακολουθούν να ισχύουν όπου δε θίγονται από το νόμο αυτόν”.
Β. 1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 του ν. 813/1978 (ΦΕΚ 137), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 36 του ν. 1316/1983, αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Η κατά τον ν. 328/1976 (ΦΕΚ 128) πρόσληψη συνεταίρου ή η συστέγαση φαρμακείων και φαρμακαποθηκών στο ίδιο κατάστημα δεν συνεπάγεται μεταβολή της μισθωτικής σχέσης και του μισθώματος που έχει συμφωνηθεί και καταβάλλεται. Σε περίπτωση αποχώρησης οποιουδήποτε από τους συνεταίρους ή αποσυστέγασης, για τους παραμένοντες στο μίσθιο φαρμακοποιούς έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και η μίσθωση του καταστήματος θεωρείται ότι αρχίζει από την ημερομηνία διάλυσης του συνεταιρισμού ή της αποσυστέγασης, εξακολουθεί δε να ισχύει η μισθωτική σχέση και το μίσθωμα που έχει συμφωνηθεί και καταβάλλεται”.
2. Στο άρθρο 17α της παρ. 5 του άρθρου 44 του ν. 1397/1983 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
“3. Τροποποίηση του καταστατικού της εθνικής φαρμακοβιομηχανίας γίνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ύστερα από πρόταση και σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Ο.Φ.”.
3. Στο άρθρο 13 του ν. 96/1973 προστίθενται παράγραφοι 8 έως 13 ως εξής:
“8. Για την εκτέλεση από τα φαρμακεία των ιατρικών συνταγών των ασφαλισμένων κάθε ασφαλιστικός οργανισμός (φορέας), που λειτουργεί με μορφή Ν.Π.Δ.Δ. ή υπηρεσίας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συνάπτει με τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο συλλογική σύμβαση, της οποίας οι όροι δεσμεύουν αυτοδικαίως όλους τους φαρμακοποιούς που διατηρούν φαρμακείο.
Η σύμβαση αυτή περιλαμβάνει, ως υποχρεωτικούς όρους τις διατάξεις του ν.δ. που προβλέπεται στην επόμενη παράγραφο και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την παροχή της φαρμακευτικής περίθαλψης των ασφαλισμένων και τη ρύθμιση των σχέσεων του φορέα με τους φαρμακοποιούς. Η συλλογική σύμβαση είναι αόριστου χρόνου και καταγγέλλεται μόνο για λόγους που αναφέρονται στη μεταβολή των αντικειμενικών συνθηκών ή σε αντισυμβατική συμπεριφορά του αντισυμβαλλόμενου, εφόσον έχει παρέλθει ένα τουλάχιστον έτος από τη σύναψή της.
Πριν από την καταγγελία της σύμβασης κινείται υποχρεωτικά η διαδικασία επίλυσης των διαφορών, που προβλέπεται από το πιο κάτω π.δ. Αν η διαδικασία αυτή αποτύχει, το ενδιαφερόμενο μέρος κοινοποιεί στον αντισυμβαλλόμενο δήλωση καταγγελίας, η οποία ισχύει αφού παρέλθει δίμηνο από την κοινοποίησή της.
Μετά από τη σύναψη της συλλογικής σύμβασης δεν ισχύουν ατομικές συμβάσεις του φορέα με φαρμακοποιούς εκτός αν η καταγγελία της συλλογικής σύμβασης δεν γίνει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου αυτού.
Μέχρι να υπογραφεί η συλλογική σύμβαση οι συνταγές του φορέα εκτελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη των Δ.Σ. ΙΚΑ, ΟΓΑ και Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, καθορίζονται οι υποχρεώσεις των φορέων και των φαρμακοποιών και ειδικότερα: τα στοιχεία που πρέπει να έχουν οι ιατρικές συνταγές των φορέων και οι καταστάσεις των λογαριασμών τους, ο τρόπος εκτέλεσης των συνταγών, ο τρόπος και τα όργανα του ελέγχου φαρμακευτικής περίθαλψης, οι επιβαλλόμενες στους φαρμακοποιούς κυρώσεις για τις παραβάσεις των υποχρεώσεών τους, τα όργανα και η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων αυτών, ο τρόπος υποβολής και εξόφλησης των λογαριασμών φαρμάκων, καθώς και ο τρόπος ελέγχου και εκκαθάρισής τους και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Με το ίδιο π.δ., καθορίζονται τα όργανα και η διαδικασία επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή της συλλογικής σύμβασης.
Η διαδικασία αυτή θεωρείται περατωμένη μετά πάροδο διμήνου από τη γνωστοποίηση της διαφοράς στο αρμόδιο για την επίλυσή της όργανο.
10. Κατά το διάστημα που μεσολαβεί από την καταγγελία μέχρι την υπογραφή νέας συλλογικής σύμβασης οι συνταγές του φορέα εκτελούνται σύμφωνα με το ανωτέρω π.δ. Για τη ρύθμιση θεμάτων, που αποτελούν αντικείμενο της συλλογικής σύμβασης και η αντιμετώπισή τους κρίνεται απολύτως αναγκαία για την περίθαλψη των ασφαλισμένων, εκδίδεται υπουργική απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, γενική ή κατά φορέα, η οποία είναι υποχρεωτική για τους φορείς και τους φαρμακοποιούς.
11. Η καθυστέρηση εξόφλησης από το φορέα των λογαριασμών φαρμακείων παρέχει το δικαίωμα στον τοπικό φαρμακευτικό σύλλογο να αποφασίζει τη διακοπή από τους φαρμακοποιούς μέλη της επί πιστώσει εκτέλεσης συνταγών ασφαλισμένων του φορέα, μέχρι να τακτοποιηθούν οι εκκρεμείς λογαριασμοί.
12. Στους φορείς που δεν λειτουργεί φαρμακευτική υπηρεσία συστήνεται με τροποποίηση των οικείων οργανισμών η υπηρεσία αυτή και δημιουργούνται ανάλογες θέσεις, κατά κλάδους και βαθμούς, φαρμακοποιών και βοηθών φαρμακείων.
Αν, αφού παρέλθει διετία από την ισχύ του νόμου αυτού, δεν έχει συσταθεί σε κάποιο φορέα, για οποιοδήποτε λόγο, φαρμακευτική υπηρεσία, ο έλεγχος των λογαριασμών φαρμάκων και της φαρμακευτικής περίθαλψης του φορέα ανατίθεται με π. δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στη φαρμακευτική υπηρεσία άλλου φορέα με ανάλογη αποζημίωση. Με όμοια π. δ/γματα μπορεί να συγχωνευθούν σε μια οι φαρμακευτικές υπηρεσίες διαφόρων φορέων.
13. Με π.δ/γματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, είναι δυνατή η επέκταση εφαρμογής ή η προσαρμογή των ανωτέρω διατάξεων και σε άλλους φορείς, που παρέχουν φαρμακευτική περίθαλψη”.
4. Η περίπτωση 3 της παραγράφου Ζ του άρθρου 58 του ν. 1539/1985 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Άδειες ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείων και φαρμακαποθηκών φαρμακοποιών, που ασκούν το φαρμακευτικό επάγγελμα συνεχώς ή διακεκομμένα επί 35 χρόνια και έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας των και δικαιούνται πλήρους συντάξεως από το Δημόσιο ή τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα (Τ.Σ.Α.Υ. κ.λπ.), ανακαλούνται με πράξη της αρμόδιας αρχής.
Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.1987.
Από την ημέρα της συνταξιοδότησης και μετά ο αδειούχος φαρμακοποιός δεν έχει το δικαίωμα να μετέχει με οποιαδήποτε σχέση σε εταιρείες φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης”.
5. Άδειες ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείων και φαρμακαποθηκών φαρμακοποιών, που συμπληρώνουν 35 χρόνια ασκήσεως του φαρμακευτικού επαγγέλματος και ηλικία 65 ετών, δεν ανακαλούνται μέχρι της συμπληρώσεως 40 ετών ασφαλίσεως στο Τ.Σ.Α.Υ., εφόσον οι φαρμακοποιοί αυτοί συστεγασθούν μετ` άλλων φαρμακοποιών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΙΚΑ
Άρθρο 25
1. Ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας (Ν.Π.Δ.Δ.) και μέσες και ανώτερες νοσηλευτικές σχολές αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων στα οποία υπηρετεί προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που δεν διορίστηκε σε οργανικές θέσεις μόνιμων υπαλλήλων ή που δεν κατατάχτηκε σε προσωρινές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1476/1984, μπορεί να διορίζουν το προσωπικό αυτό ή μέρος αυτού σε κενές οργανικές θέσεις μόνιμων υπαλλήλων ή να κατατάσσουν σε προσωρινές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου, ανάλογα με τις ανάγκες τους, ύστερα από κρίση του υπηρεσιακού συμβουλίου και απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους και αίτηση του υπαλλήλου.
2. Οι παραπάνω κρίσεις και αποφάσεις για το προσωπικό αυτό πρέπει να ολοκληρωθούν μέχρι τη δημοσίευση των νέων οργανισμών των ιδρυμάτων αυτών και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 31.12.1986.
3. Υπάλληλοι που κρίνονται αρνητικά από τα υπηρεσιακά συμβούλια για διορισμό σε μόνιμες θέσεις ή κατάταξη σε προσωρινές θέσεις απολύονται αυτοδίκαια με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.
4. Για τους υπαλλήλους που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό σε μόνιμες θέσεις ή κατατάσσονται σε προσωρινές έχουν εφαρμογή ανάλογη οι διατάξεις των άρθρων 3, 4, της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 1476/1984.
5. Μέχρι την ολοκλήρωση των παραπάνω διαδικασιών κρίσης και απόφασης παρατείνονται αυτοδίκαια οι συμβάσεις του προσωπικού που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
6. Οι προηγούμενες παράγραφοι, έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους γιατρούς που συνδέονται με το ΙΚΑ με τις ειδικές συμβάσεις του άρθρου 10 του ν.δ. 1204/1972.
7. Προσωπικό του ΠΙΚΠΑ που έχει προσληφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Δ` του ν. 993/1979 εξακολουθεί και προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Ίδρυμα έστω και αν είναι υπεράριθμο.
Και στο προσωπικό αυτό έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
ΚΙΝΗΤΡΑ-ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Άρθρο 26
Κίνητρα γιατρών.
Σημ.: όπως το άρθρο 26 καταργήθηκε με το άρθρο 132 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123)
Άρθρο 27
Πρόσληψη προσωπικού ειδικών προγραμμάτων.
1. Για την αντιμετώπιση αναγκών σε μη ιατρικό προσωπικό κάθε φύσης και ειδικότητας των ειδικών μονάδων της παρ. 4 του άρθρου 13 του νόμου αυτού, επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού εκτός οργανικών θέσεων με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου μέχρι να καταρτισθούν οι νέοι οργανισμοί ή να συσταθούν οργανικές θέσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται από το ν. 1397/1983 και τα άρθρα 13 και 14 του ν. 1540/1985.
2. Η ύπαρξη των παραπάνω αναγκών διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από πρόταση του οικείου διοικητικού συμβουλίου.
Με την απόφαση αυτή, καθορίζονται ο αριθμός του αναγκαίου προσωπικού, η ειδικότητα και η διάρκεια της σύμβασης.
3. Η διάρκεια της σύμβασης των προσλαμβανομένων σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν υπερβαίνει τους έξη (6) μήνες και μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εφόσον εξακολουθεί και υπάρχει η ανάγκη για την οποία έγινε η αρχική πρόσληψη.
4. Για τα λοιπά θέματα που αφορούν τη διαδικασία επιλογής και πρόσληψης, το χρόνο εργασίας, τις αποδοχές και τη λήξη της σύμβασης εργασίας του προσωπικού, που προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 5 (παράγρ. 2, 3 και 5), 6, 7 και 8 του Κεφαλαίου Β` του ν. 993/1979 (ΦΕΚ 281).
5. Η αληθής έννοια της διάταξης του άρθρου 13 του ν. 1540/1985 είναι ότι δικαίωμα διορισμού σε μόνιμες θέσεις ή κατάταξης σε προσωρινές θέσεις σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 σε συνδυασμό με τυχόν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις του ν. 1476/1984 (ΦΕΚ 136) έχει όλο το προσωπικό των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 που υπηρετούσε κατά τη δημοσίευση του ν. 1540/1985 καθώς και εκείνο που προσλήφθηκε μετά ή θα προσληφθεί έως τη δημοσίευση των οργανισμών που θα εκδοθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1397/1983. Επίσης για όλο το παραπάνω προσωπικό έχει εφαρμογή η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 13 του ν. 1540/1985 και κατά τα λοιπά και οι υπόλοιπες παράγραφοι του ίδιου άρθρου.
6. Η αληθής έννοια της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 1540/1985 είναι ότι δικαίωμα διορισμού σε μόνιμες θέσεις ή κατάταξης σε προσωρινές θέσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1476/1984 και με τις προϋποθέσεις α, β και γ, μόνο, της παρ. 1 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, έχει όλο το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953 που υπηρετούσε κατά τη δημοσίευση του ως άνω νόμου, καθώς και όσο προσλήφθηκε μετά ή θα προσληφθεί έως τη δημοσίευση των νέων οργανισμών, που θα εκδοθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 1397/1983. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται ανάλογα η διάταξη του άρθρου 7 του ν. 1476/1984 για την αυτοδίκαιη παράταση των συμβάσεων του παραπάνω προσωπικού μέχρι να ολοκληρωθούν όλες οι απαραίτητες διαδικασίες (έκδοση νέου οργανισμού, υποβολή αιτήσεων, κρίση υπηρεσιακών συμβουλίων, αποφάσεις διορισμών).
7. Οι παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5 και 6 εφαρμόζονται ανάλογα και για τα νοσοκομεία των Α.Ε.Ι.
8. Η τελευταία φράση της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 1540/1985 αντικαθίσταται ως εξής: “και του άρθρου 13 του παρόντος”.
9. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 18 ισχύει και για τη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων των ειδικών κέντρων που συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 10 του νόμου αυτού.
Άρθρο 28
Μισθολογικά γιατρών του Ε.Σ.Υ.
1. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η 46226/7906/8.5.1985 κοινή απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Αναπληρωτού Υπουργού Οικονομικών, που έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ 302/20.5.1985 τ. Β`.
2. Στην έννοια της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του ν. 1397/1983 περιλαμβάνεται η ΑΤΑ σύμφωνα με τις αποφάσεις των Υπουργών Εθν. Οικονομίας και Οικονομικών που ισχύουν κάθε φορά για το Δημόσιο. Η ΑΤΑ υπολογίζεται στο μισθολόγιο που καθορίζεται με την παράγραφο 1 του άρθρου 30 του ίδιου νόμου και από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για τον υπολογισμό της λαμβάνονται υπόψη ο βασικός μισθός, τα οικογενειακά επιδόματα, τα επιδόματα άσκησης της ειδικότητας και τριετιών, καθώς και τα ποσά των προηγούμενων κάθε φορά ΑΤΑ από 1.1.1984.
3. Οικογενειακά επιδόματα του άρθρου 30 του ν. 1397/1983 είναι αυτά που ορίζονται με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του ν. 1505/1984.
Ο υπολογισμός τους γίνεται επί του βασικού μισθού του Μ.Κ. 24.
4. Στους γιατρούς του ΕΣΥ καταβάλλονται επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, εορτών Πάσχα και άδειας, για τον υπολογισμό τους δε λαμβάνονται υπόψη ο βασικός μισθός, το ποσό της ΑΤΑ και το επίδομα πολυετίας της παραγράφου 7 του άρθρου 30 του ν. 1397/1983. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 1505/1984.
5. Για τις πέρα από τις τέσσερις (4) ημέρες ενεργού εφημερίας κατά μήνα, η ωριαία υπερωριακή αποζημίωση των ειδικευμένων και ειδικευόμενων γιατρών των νοσοκομείων και κέντρων υγείας υπολογίζεται επί του βασικού μισθού προσαυξημένου με το αντίστοιχο επίδομα βιβλιοθήκης.
6. Για την εφημερία ετοιμότητας των γιατρών των νοσοκομείων και κέντρων υγείας μπορεί να καθορίζεται ελάχιστη αποζημίωση με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, στα πλαίσια της αποζημίωσης, που προβλέπεται στη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 1397/1983.
7. Τα ποσά της ΑΤΑ, των οικογενειακών επιδομάτων καθώς και οι αμοιβές για την υπερωριακή απασχόληση πέρα από τις 4 ημέρες εφημερίας κατά μήνα καθώς και για την εφημερία ετοιμότητας καταβάλλονται στους γιατρούς σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 του άρθρου αυτού από την ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας.
8. Το εδάφιο γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του ν. 1397/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
“γ. Με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους ή σε κάθε περίπτωση με τη συμπλήρωση 35 χρόνων πραγματικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για τους μόνιμους υπάλληλους του Δημοσίου”.
Κατά την πρώτη πλήρωση των θέσεων του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. οι γιατροί που διορίζονται σύ αυτές μπορούν να συμπληρώσουν πέντε (5) χρόνια συνεχούς υπηρεσίας κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις περί ορίου ηλικίας εξόδου από την υπηρεσία και της συμπλήρωσης τριάντα πέντε (35) ετών προϋπηρεσίας. Για τρία χρόνια από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, γιατροί αναισθησιολόγοι μπορούν να διορίζονται σε θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. μέχρι και του 66ου έτους της ηλικίας τους. Στους γιατρούς αυτούς εφαρμόζονται και οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
9. Η παρ. 6 του άρθρου 17 του ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194) δεν έχει εφαρμογή στο ιατρικό προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων κάθε νομικής μορφής και των υγειονομικών μονάδων που λειτουργούν σε 24ωρη βάση.
10. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του ν. 1397/1983 μετά τις λέξεις “… κατά κλάδο…” “προστίθεται “…ή υπηρεσία, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού…”.
Άρθρο 29
Προσωποπαγείς θέσεις κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ.
1. Οι γιατροί και οι οδοντογιατροί, που υπέβαλαν αίτηση και κρίθηκαν για τις θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. που προκηρύχθηκαν με την απόφαση Α3β/οικ. 7500/15.6.1984 και όσες εκδόθηκαν μέχρι την ψήφιση του νόμου αυτού του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και δεν διορίστηκαν ή ο διορισμός τους ακυρώθηκε με απόφαση του δευτεροβάθμιου συμβουλίου επιλογής, μπορούν να διοριστούν σε προσωποπαγή θέση του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ., αντίστοιχη κατά βαθμό και ειδικότητα με θέση των προτιμήσεων που δήλωσαν στην αίτησή τους για τις παραπάνω θέσεις, ανάλογα με τις ανάγκες των νοσοκομείων και εφόσον:
α) Υπηρετούσαν σε νοσοκομεία κατά το χρόνο υποβολής της αίτησής τους ή υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού σε νοσοκομείο ή υπηρέτησαν επί μακρό χρόνο σε νοσοκομεία της αλλοδαπής ως νοσοκομειακοί γιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης χωρίς να έχουν, αποδεδειγμένα, ιδιωτικό ιατρείο στην αλλοδαπή ή στην Ελλάδα την τελευταία τουλάχιστον πενταετία.
β) Το αρμόδιο συμβούλιο κρίσης και επιλογής ιατρικού και οδοντιατρικού προσωπικού (Σ.Κ.Ε.Ι.Ο.Π.Ν.Ι.) έκρινε ότι συγκεντρώνουν τα απαιτούμενα προσόντα και τους συμπεριέλαβε στις καταστάσεις σειράς διορισμού. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από την κρίση των Σ.Κ.Ε.Ι.Ο.Π.Ν.Ι., τα τυπικά προσόντα διαπιστώνονται από τα δικαιολογητικά που υποβάλλουν οι υποψήφιοι.
γ) Δεν αρνήθηκαν το διορισμό τους σε θέση της προτίμησής τους για την οποία κρίθηκαν και πήραν σειρά διορισμού.
2. Ο διορισμός στις προσωποπαγείς θέσεις και η σύσταση αντίστοιχα των θέσεων αυτών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου που αποτελείται από:
α) Δύο ανώτερους υπάλληλους του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που ορίζονται από τον Υπουργό Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β) Έναν εκπρόσωπο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ.), που ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
γ) Έναν εκπρόσωπο του ΚΕ.Σ.Υ., που ορίζεται από την εκτελεστική επιτροπή, και
δ) Έναν εκπρόσωπο της κατά νόμο αναγνωρισμένης Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών της περιοχής, όπου βρίσκεται το νοσοκομείο που υπηρετούσε ο γιατρός, για τον οποίο γνωμοδοτεί το συμβούλιο.
Ο εκπρόσωπος κάθε ένωσης ορίζεται από το διοικητικό συμβούλιό της. Γραμματέας του συμβουλίου ορίζεται υπάλληλος του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η συγκρότηση του συμβουλίου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Χρέη εισηγητή στο συμβούλιο εκτελεί ο προϊστάμενος της δ/νσης διοικητικού Ν.Π.Δ.Δ. του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.
Τα μέλη των περιπτώσεων β, γ και δ, αν δεν οριστούν από τους αντίστοιχους φορείς σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την επίδοση έγγραφης πρόσκλησης του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ορίζονται απευθείας από τον πιο πάνω Υπουργό.
3. Για το διορισμό σε προσωποπαγή θέση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, απαιτούνται:
α) Αίτηση του ενδιαφερομένου.
β) Τα δικαιολογητικά που ορίζονται με την απόφαση Δ2β/οικ. 7904/85 (ΦΕΚ 241/1985) Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η αίτηση με τα δικαιολογητικά υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού ή από την κοινοποίηση της απόφασης ανάκλησης του διορισμού για όσους ο διορισμός τους ακυρώθηκε από το δευτεροβάθμιο συμβούλιο επιλογής, που μπορεί να παρατείνεται μέχρι δεκαπέντε ακόμα ημέρες με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
4. Οι ιατροί, που διορίζονται σε θέσεις προσωποπαγείς, τοποθετούνται σε νοσοκομείο ή κέντρο υγείας ή άλλες μονάδες πρωτοβάθμιας περίθαλψης της ίδια υγειονομικής περιφέρειας και σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, από το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, αφού συνεκτιμηθούν από αυτό θέματα συνυπηρετήσεως συζύγων, η αίτηση του ενδιαφερόμενου ιατρού και οι ανάγκες της υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 1579/1985″.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.β` της παρ.2 του άρθρου 68 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ Α 123)
5. Η τοποθέτηση γίνεται σε νοσοκομείο που υπάρχει αντίστοιχη κατά βαθμό και ειδικότητα κενή τακτική θέση του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ.
Αν ο συνολικός κατά ειδικότητα και βαθμό αριθμός των γιατρών που διορίζονται σε προσωποπαγείς θέσεις είναι μεγαλύτερος από το συνολικό αριθμό των αντίστοιχων κενών τακτικών θέσεων του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. στα νοσοκομεία της υγειονομικής περιφέρειας που δικαιούνται να τοποθετηθούν, οι πλεονάζοντες τοποθετούνται ως υπεράριθμοι στα νοσοκομεία της υγειονομικής αυτής περιφέρειας κατά την κρίση του υπηρεσιακού συμβουλίου.
Το συμβούλιο για την τοποθέτηση συνεκτιμά:
α) Τις συνολικές ανάγκες κάθε νοσοκομείου.
β) Θέματα συνυπηρέτησης συζύγων στον κλάδο γιατρών Ε.Σ.Υ. και
γ) Τη σειρά προτίμησης του ενδιαφερόμενου σύμφωνα με την αίτηση – δήλωση που υπέβαλε για τις θέσεις που προκηρύχτηκαν με την απόφαση Α3β/7500/15.6.1984 ή άλλη απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν με αίτησή τους τοποθέτηση σε Νοσοκομείο οποιασδήποτε υγειονομικής περιφέρειας, στην οποία παραμένει αντίστοιχη κενή τακτική θέση του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. Η αποδοχή της αίτησής τους υπόκειται στην κρίση του υπηρεσιακού συμβουλίου.
Η τοποθέτηση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.
Γιατρός σε προσωποπαγή θέση, κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού, δεν μπορεί να τοποθετηθεί σε νοσοκομείο όπου έχει διοριστεί και υπηρετεί σε θέση κατώτερου βαθμού γιατρός που ήταν συνυποψήφιός του κατά την κρίση για τις θέσεις που προκηρύχτηκαν με την απόφαση Α3β/7500/15.6.84 ή άλλη απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και προτάχθηκε στη σειρά αξιολόγησης.
6. Κενές τακτικές θέσεις του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ. με βαθμό διευθυντή σε νοσοκομεία όπου τοποθετούνται γιατροί σε προσωποπαγείς θέσεις αντίστοιχου βαθμού και ειδικότητας δεν προκηρύσσονται πριν περάσει διετία από την τοποθέτηση του γιατρού με την αντίστοιχη προσωποπαγή θέση. Αν οι κενές θέσεις αυτές είναι περισσότερες από τον αριθμό των γιατρών με αντίστοιχες προσωποπαγείς θέσεις, προκηρύσσονται μόνο οι επιπλέον.
Μετά τη διετία, αν η τακτική θέση καταληφθεί ύστερα από την προκήρυξή της από άλλο γιατρό, ο γιατρός με την προσωποπαγή θέση τοποθετείται σε νοσοκομείο της ίδιας υγειονομικής περιφέρειας, που έχει κενή αντίστοιχη τακτική θέση. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, τοποθετείται ως υπεράριθμος σε οποιοδήποτε νοσοκομείο της περιφέρειας.
Οι κενές τακτικές θέσεις των άλλων βαθμών προκηρύσσονται συνεχώς μέχρι να πληρωθούν. Στον αριθμό που οι θέσεις αυτές πληρούνται, οι απομένοντες γιατροί με αντίστοιχες προσωποπαγείς θέσεις παραμένουν στο νοσοκομείο ως υπεράριθμοι.
7. Σε κάθε περίπτωση, ο γιατρός που διορίζεται σε προσωποπαγή θέση μετά τη συμπλήρωση σ’ αυτήν εννέα (9) χρόνων τοποθετείται σε νοσοκομείο ή κέντρο υγείας οποιασδήποτε υγειονομικής περιφέρειας.
Οι διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 27 του ν. 1397/1983 δεν έχουν εφαρμογή για τους γιατρούς που διορίζονται σε προσωποπαγείς θέσεις.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους γιατρούς των τακτικών θέσεων του κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ.
Κάθε νέα τοποθέτηση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με πρόταση του ΠΕ.Σ.Υ. της υγειονομικής περιφέρειας όπου υπηρετεί ο γιατρός, αν πρόκειται για τοποθέτηση σε νοσοκομείο της ίδιας υγειονομικής περιφέρειας ή γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., αν πρόκειται για τοποθέτηση σε νοσοκομείο άλλης υγειονομικής περιφέρειας.
8. Οι προσωποπαγείς θέσεις, που συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, καταργούνται όταν για οποιοδήποτε λόγο κενωθούν.
9. Διαδικαστικά θέματα από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού και κάθε σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
10. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν. 1397/1983 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Επίσης απαγορεύεται να είναι ιδιοκτήτης ιδιωτικής κλινικής ή φαρμακευτικής επιχείρησης ή να μετέχουν σε εταιρείες με αντίστοιχα αντικείμενα”.
11. Η διάταξη της παραγράφου 1 περίπτωση ε του άρθρου 35 του ν. 1397/1983 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“ε) Η συνεργασία με γιατρούς που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή με ιδιωτικές κλινικές καθώς και η παράβαση της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 24 του νόμου αυτού”.
12. Η αληθής έννοια του εδαφίου 4 της παραγράφου 4 του άρθρου 27 του ν. 1397/1983, σε ό,τι αφορά το διορισμό του επόμενου στη σειρά αξιολόγησης κατά την πρώτη πλήρωση των θέσεων, είναι ότι διορίζεται ο επόμενος που δεν διορίζεται σε καμιά από τις τρεις θέσεις που είχε ζητήσει με την αίτηση-δήλωσή του.
Εφόσον ο επόμενος διορίζεται σε άλλη θέση γίνεται επαναπροκήρυξη της κενής θέσης.
Άρθρο 30
Κύρωση απόφασης.
Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκε η Ε. 15451/8.11.1985 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δημοσιεύθηκε στο 697/21.11.1985 Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (τεύχος Δεύτερο) και έχει ως εξής:
“Αθήνα, 8 Νοεμβρίου 1985
Αριθ. Πρωτ. Ε. 15451
Προς: Αποδέκτες Π.Δ.
ΘΕΜΑ: Επιβολή έκτασης εφάπαξ εισφοράς.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
`Έχοντας υπόψη:
Την οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης για σταθεροποίηση της οικονομίας στα πλαίσια του αναπτυξιακού της προγράμματος, καθώς και την ανάγκη της δίκαιης κατανομής των βαρών που επιβάλλονται για την επιτυχία αυτών των στόχων προς όλες τις κοινωνικές ομάδες.
Αποφασίζουμε
Άρθρο 1.
Υποκείμενο και αντικείμενο της εισφοράς.
Επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ εισφορά:
α) Στο καθαρό εισόδημα από οικοδομές που αποκτούν τα φυσικά πρόσωπα.
β) Στο συνολικό καθαρό εισόδημα όλων ανεξαιρέτως των επιχειρήσεων.
γ) Στο καθαρό εισόδημα που αποκτούν τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 περιπτώσεις α και β του άρθρου 45 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ Α` 214) από την άσκηση του επαγγέλματός τους.
δ) Στο συνολικό ποσό φόρου και εισφοράς που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 27/1975 (ΦΕΚ Α` 77) και του Ν. 438/1976 (ΦΕΚ Α` 256).
Άρθρο 2.
Βάση υπολογισμού της εισφοράς.
Για τον υπολογισμό της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη:
1. Το καθαρό εισόδημα από οικοδομές, όπως αυτό προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 67 και 17-20 του Ν.Δ. 3323/1955 που αποκτήθηκε στο ημερολογιακό έτος 1984 και υπόκειται σε φορολογία σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 3323/1955 κατά το οικονομικό έτος 1985. Στο εισόδημα αυτό δεν περιλαμβάνεται το εισόδημα από οικοδομές που προέρχεται από συμμετοχή του φορολογουμένου σε προσωπική ή περιορισμένης ευθύνης εταιρία ή κοινοπραξία ή κοινωνία που ασκεί επιχείρηση ή αστική εταιρία κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
2. Το καθαρό συνολικό εισόδημα των ατομικών επιχειρήσεων, ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων, περιορισμένης ευθύνης εταιριών, καθώς και κοινοπραξιών ή κοινωνιών που ασκούν επιχείρηση ή αστικών εταιριών κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως αυτό προσδιορίζεται με τις διατάξεις του Ν.Δ. 3323/1955 για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών και προκύπτει από ισολογισμούς που κλείνουν μετά τις 30.12.1984. Προκειμένου για επιχειρήσεις οι οποίες δεν είχαν υποχρέωση σύνταξης ισολογισμού, η εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα που αποκτήθηκε μέσα στο ημερολογιακό έτος 1984.
Το πιο πάνω καθαρό εισόδημα μειώνεται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με τα ακόλουθα ποσά:
α) Μερισμάτων από μετοχές και ιδρυτικούς τίτλους ημεδαπής ανώνυμης εταιρίας ή κερδών από συμμετοχή στις επιχειρήσεις που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Εισοδημάτων που απαλλάσσονται της φορολογίας με βάση τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1955.
Αντίθετα δε μειώνεται με:
α) Τα ποσά των ζημιών που προέρχονται είτε από μεταφορά από προηγούμενα έτη είτε από συμμετοχή στις επιχειρήσεις που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Τα ποσά των αφορολόγητων κρατήσεων που έχουν γίνει με βάση τις διατάξεις των Ν.Δ. 4002/1959 (ΦΕΚ-Α` 233), Α.Ν. 147/1967 (ΦΕΚ Α` 173), Ν.Δ. 1078/1971 (ΦΕΚ-Α` 273), Ν.Δ. 1313/1972 (ΦΕΚ-Α` 232), Ν.Δ. 331/1974 (ΦΕΚ-Α` 56), Ν. 289/1976 (ΦΕΚ-Α` 76), Ν. 849/1978 (ΦΕΚ – Α` 232), Ν. 1116/1981 (ΦΕΚ-Α` 8) και Ν. 1262/1982 (ΦΕΚ-Α` 70).
3. Το συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος των ημεδαπών ανώνυμων εταιριών, των δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων κερδοσκοπικού χαρακτήρα, των συνεταιρισμών και ενώσεών τους, καθώς και των αλλοδαπών επιχειρήσεων που λειτουργούν με οποιαδήποτε μορφή εταιρείας και αλλοδαπών οργανισμών που φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 843/1958 (ΦΕΚ-Α` 148), όπως αυτό προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958, για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών και προκύπτει από ισολογισμούς που κλείνουν μετά τις 30.12.1984. Σε περίπτωση που δεν υπήρχε υποχρέωση σύνταξης ισολογισμού, η εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα ή κέρδος που αποκτήθηκε μέσα στο ημερολογιακό έτος 1984. Από το πιο πάνω καθαρό εισόδημα ή κέρδος των επιχειρήσεων αυτών δεν αφαιρούνται:
α) Τα διανεμόμενα, με οποιαδήποτε μορφή κέρδη.
β) Οι αφορολόγητες κρατήσεις που έγιναν με βάση τις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο και
γ) Οι ζημιές που προέρχονται είτε από μεταφορά από προηγούμενα έτη, είτε από συμμετοχή στις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου.
Αντίθετα, αφαιρούνται, εφόσον συντρέχει περίπτωση:
α) Τα μερίσματα από μετοχές και ιδρυτικούς τίτλους από άλλες ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες, τα κέρδη από συμμετοχή σε προσωπικές εταιρείες, κοινοπραξίες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και
β) Τα εισοδήματα που απαλλάσσονται της φορολογίας με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3843/1958.
4. Το καθαρό εισόδημα, από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος ατομικώς, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 46 και 47 του Ν.Δ. 3323/1955 και αποκτήθηκε στο ημερολογιακό έτος 1984. Το πιο πάνω εισόδημα μειώνεται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με τα ποσά αμοιβών που απαλλάσσονται από το φόρο, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3323/1955.
Κέρδη ή ζημίες από συμμετοχή των ελεύθερων επαγγελμάτων στις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, καθώς και οι μειώσεις του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3323/1955, δε λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της εισφοράς.
5. Το συνολικό ποσό του φόρου και της εισφοράς που προκύπτει μέσα στο οικονομικό έτος 1985, με βάση τις διατάξεις του Ν. 27/1975 και του Ν. 438/1976 και αφορά πλοία και πλοιάρια νηολογημένα στα ελληνικά νηολόγια.
Άρθρο 3.
Υπολογισμός της εισφοράς.
1. Η εισφορά που επιβάλλεται με τις διατάξεις της απόφασης αυτής, υπολογίζεται ως εξής:
α) Εισόδημα από οικοδομές.
Η εισφορά στο εισόδημα από οικοδομές κάθε φυσικού προσώπου υπολογίζεται με την πιο κάτω κλίμακα, αφού αφαιρεθεί ποσό καθαρού εισοδήματος τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών.
Καθαρό εισόδημα που Συντελεστής Ποσό υπόκειται στην εισφο εισφοράς εισφοράς από 0-500.000 δρχ. 3% 500.000 Χ 3% = 15.000 δρχ. 500.001-1.000.000 δρχ. 5% στο σύνολο 1.000.000 Χ 5% = 50.000 δρχ. 1.000.001-2.000.000 δρχ. 7% στο σύνολο 2.000.000 Χ 7% =140.000 δρχ. πάνω από 2.000.000 δρχ. 10% στο σύνολο
β) Εισοδήματα από επιχειρήσεις και ελευθέρια επαγγέλματα.
Για τον υπολογισμό της εισφοράς στο εισόδημα από επιχειρήσεις και ελευθέρια επαγγέλματα συναθροίζονται τα εισοδήματα αυτά και εφαρμόζεται η πιο κάτω κλίμακα:
Καθαρό εισόδημα που Συντελεστής Ποσό υπόκειται στην εισφορ εισφοράς εισφοράς
από 0-500.000 δρχ. 3% 500.000 Χ 3%= 15.000 δρχ. 500.001-1.000.000 δρχ. 5% στο σύνολο 1.000.000 Χ 5%= 50.000 δρχ. 1.000.001-2.000.000 δρχ. 7% στο σύνολο 2.000.000 Χ 7%=140.000 δρχ. πάνω από 2.000.000 δρχ. 10% στο σύνολο
γ) Εισφορά στα πλοία.
Η εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή 10% στο συνολικό ποσό του φόρου και της εισφοράς που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του Ν. 27/1975 και του Ν. 438/1976.
2. Αν το συνολικό ποσό της εισφοράς, που προκύπτει από την εφαρμογή των συντελεστών της προηγούμενης παραγράφου δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων (1.000) δραχμών, αθροιστικά λαμβανόμενο προκειμένου για εγγάμους, αμελείται η βεβαίωσή του.
Άρθρο 4.
Βεβαίωση της εισφοράς. 1. Η εισφορά που προκύπτει βεβαιώνεται οίκοθεν από τον Οικονομικό Εφορο που είναι αρμόδιος για τη φορολογία του φυσικού ή νομικού προσώπου με βάση τους τίτλους βεβαίωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 59, την παράγραφο 2 του άρθρου 63 και στο άρθρο 16α του Ν.Δ. 3323/1955, καθώς και στο άρθρο 16 του Π.Δ. 3843/1958. Προκειμένου για πλοία με βάση τους τίτλους βεβαίωσης που αναφέρονται στα άρθρα 14, 15 και 17 του Ν. 27/1975.
Η εισφορά για τα πλοία Α` κατηγορίας υπολογίζεται σε δραχμές με βάση την επίσημη ισοτιμία του νομίσματος υπολογισμού του φόρου και της εισφοράς κατά την ημέρα της δημοσίευσης της απόφασης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Η εισφορά βεβαιώνεται:
α) Στο όνομα των υπόχρεων φυσικών προσώπων, προσωπικών εταιρειών, εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και των αναφερομένων στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 της απόφασης αυτής νομικών προσώπων κατά περίπτωση.
β) Σε περίπτωση μετατροπής ή συγχώνευσης ατομικής επιχείρησης ή εταιρείας, στο όνομα της νέας εταιρείας που προέρχεται από τη μετατροπή ή συγχώνευση.
γ) Σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου στο όνομα των κληρονόμων.
δ) Επί κοινοπραξίας ή κοινωνίας που ασκεί επιχείρηση ή αστικής εταιρείας κερδοσκοπικού χαρακτήρα στο όνομα όλων των μελών τους κατά περίπτωση, καθένας από τους οποίους ευθύνεται σε ολόκληρο για την καταβολή της εισφοράς.
3. Για τον υπολογισμό της εισφοράς εκδίδεται σε δύο αντίγραφα σχετικό εκκαθαριστικό σημείωμα, αντίγραφο του οποίου αποστέλλεται στον υπόχρεο.
4. Η προθεσμία άσκησης προσφυγής ή υποβολής αίτησης διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, καθώς και η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου, δεν αναστέλλει της βεβαίωση και την είσπραξη της εισφοράς, η οποία ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 16α, 49, 50 έως και 59, 65 και 68 του Ν.Δ. 3323/1955, του άρθρου 16 του Ν.Δ. 3843/1958, καθώς και του Ν. 4125/1960 (ΦΕΚ Α` 202) και του άρθρου 21 του Ν. 27/1975, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται ανάλογα και επί της εισφοράς που επιβάλλεται με την απόφαση αυτή, επιφυλλασσομένων όσων ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο.
Άρθρο 5.
Καταβολή της εισφοράς.
1. Η εισφορά που προκύπτει καταβάλλεται ως εξής:
α) Αν το συνολικό ποσό της είναι μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές, για τον υπόχρεο και τη σύζυγό του αθροιστικά λαμβανόμενο, τούτο καταβάλλεται μέχρι και τις 20 Φεβρουαρίου 1986.
β) Αν το συνολικό ποσό της υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές και μέχρι τις πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές, για τον υπόχρεο και τη σύζυγό του αθροιστικά λαμβανόμενο, τούτο καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1986 και η άλλη μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου 1986.
γ) Αν το συνολικό ποσό της υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές, τούτο καταβάλλεται σε τέσσερις (4) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1986 και κάθε μια από τις επόμενες μέσα στο πρώτο εικοσαήμερο των μηνών Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 1986.
δ) Για τις περιπτώσεις βεβαίωσης της εισφοράς μετά από το μήνα Δεκέμβριο 1985, το ποσό της καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο από τη βεβαίωση μήνα.
2. Υπόχρεο σε καταβολή της εισφοράς είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου βεβαιώνεται αυτή. Αν συντρέχει η περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3323/1955, ευθύνεται αλληλεγγύως μετά του συζύγου και η σύζυγος, για την καταβολή της εισφοράς που αναλογεί στο εισόδημά της.
Άρθρο 6.
Έκπτωση της εισφοράς.
Η εισφορά που καταβάλλεται από τα υπόχρεα φυσικά ή νομικά πρόσωπα σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν αφαιρείται προκειμένου για τον προσδιορισμό του καθαρού ή του φορολογητέου εισοδήματός του.
Άρθρο 7.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΒΟΛΑΣ”
Άρθρο 31
Ισχύς νόμου.
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζουν διαφορετικά οι επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου 1985
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ