Νόμος 1588 ΦΕΚ Α΄38/3.4.1986
Κύρωση της συμπληρωματικής Συμφωνίας κοινωνικής ασφάλειας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Κεμπέκ και του διοικητικού Κανονισμού εφαρμογή της.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η συμπληρωματική Συμφωνία κοινωνικής ασφάλειας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Κεμπέκ με το διοικητικό Κανονισμό εφαρμογής της, που υπογράφτηκαν στην Αθήνα στις 17 Σεπτεμβρίου 1984 και των οποίων το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και γαλλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑ- ΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΕΛΛ. ΔΗΜΟ- ΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΕΜΠΕΚ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΜΠΕΚ
Έχοντας υπόψη την από 23 Ιουνίου 1981 Συμφωνία Κοινωνικής Ασφάλειας, Συναισθανόμενες τα οφέλη που αποκομίζουν οι αντίστοιχοι εργαζόμενοί τους από τη μετακίνηση των προσώπων μεταξύ Ελλάδας και Κεμπέκ, Με την επιθυμία να συντονίσουν περαιτέρω τις νομοθεσίες κοινωνικής ασφάλειας Κεμπέκ και Ελλάδας, με μια συμπληρωματική Συμφωνία σε όφελος των αντίστοιχων εργαζόμενών τους, Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
ΤΙΤΛΟΣ Ι
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 1
Ο Έλληνας υπήκοος στο Κεμπέκ υπάγεται στη νομοθεσία που εφαρμόζεται στο Κεμπέκ, την καθοριζόμενη στο άρθρο 3 της παρούσας Συμφωνίας και έχει τα ίδια δικαιώματα καθώς και τα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του, με τις ίδιες με τον υπήκοο του Κεμπέκ προϋποθέσεις. Ο υπήκοος του Κεμπέκ στην Ελλάδα υπάγεται στη νομοθεσία που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, την καθοριζόμενη στο άρθρο 3 της παρούσας Συμφωνίας και έχει τα ίδια δικαιώματα καθώς και τα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του, με τις ίδιες με τον Έλληνα υπήκοο προϋποθέσεις.
Άρθρο 2
Για την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, ο υπήκοος ενός Μέρους είναι:
α) για την Ελλάδα: ο εργαζόμενος, μισθωτός ή μη, ελληνικής υπηκοότητας.
β) για το Κεμπέκ: ο εργαζόμενος καναδικής ιθαγένειας, που διαμένει στο Κεμπέκ ή που διέμενε στο Κεμπέκ πριν από την αναχώρησή του για την Ελλάδα.
Άρθρο 3.
1. Η νομοθεσία στην οποία εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία είναι: Για το Κεμπέκ, ο νόμος για τις υπηρεσίες υγείας και τις κοινωνικές υπηρεσίες ο νόμος για την ασφάλιση ασθένειας ο νόμος για την ασφάλιση νοσοκομειακής περίθαλψης ο νόμος για τα εργατικά ατυχήματα ο νόμος για την αποζημίωση των θυμάτων της αμιάντωσης ή της χαλίκωσης στα ορυχεία και λατομεία και κάθε νομοθετική κανονιστική ή άλλη πράξη, που τροποποιεί ή συμπληρώνει αυτούς τους νόμους,
Για την Ελλάδα, η γενική νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας που εφαρμόζεται στους μισθωτούς και εξομοιουμένους η νομοθεσία των ειδικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας για όλες τις κατηγορίες των μισθωτών καθώς και των αυτοτελώς απασχολουμένων και των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα η νομοθεσία η αναφερόμενη στους αγρότες και κάθε νομοθετική, κανονιστική ή άλλη πράξη, που τροποποιεί ή συμπληρώνει αυτούς τους νόμους.
2. Πάντως η παρούσα Συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε Έλληνα υπήκοο, που υπάγεται στη νομοθεσία των δημόσιων υπαλλήλων και των ναυτικών.
3. Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε κάθε νομοθετική ή κανονιστική πράξη, που τροποποιεί την καθοριζόμενη στην παράγραφο 1 νομοθεσία.
Πάντως δεν εφαρμόζεται α) σε νομοθετική ή κανονιστική πράξη, που καλύπτει νέο κλάδο κοινωνικής ασφάλειας, παρά μόνον αν αυτό συμφωνηθεί μεταξύ των δύο Μερών β) σε νομοθετική ή κανονιστική πράξη που επεκτείνει υφιστάμενο σύστημα σε άλλη κατηγορία δικαιούχων, παρά μόνο αν υπάρχει αντίρρηση του ενός Μέρους στο άλλο, γνωστοποιουμένη μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από τη δημοσίευση της πράξης αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 26 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 4.
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας:
1. Ο μισθωτός, που υπάγεται στη νομοθεσία του ενός Μέρους και που αποσπάται από τον εργοδότη του για προσωρινή εργασία, που δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες, στο έδαφος του άλλου Μέρους, υπάγεται, για την εργασία αυτή, στη νομοθεσία του πρώτου Μέρους, με την προϋπόθεση ότι δεν υφίσταται σχέση εργοδότη – εργαζομένου στη χώρα της απόσπασης. Η υπαγωγή αυτή δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 24 μήνες, παρά μόνο μετά από έγκριση των αρμόδιων αρχών των δύο Μερών.
2. Ο μισθωτός ο απασχολούμενος σαν μέλος πληρώματος αεροσκάφους υπάγεται, για την εργασία αυτή, στη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η κύρια δραστηριότητα της επιχείρησης.
3. Το πρόσωπο που προσλαμβάνεται τοπικά για να απασχοληθεί σε κρατική εργασία ενός Μέρους στο έδαφος του άλλου Μέρους, υπάγεται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού Μέρους.
Άρθρο 5.
Οι αρμόδιες αρχές των δύο Μερών μπορούν να προβούν, με κοινή συμφωνία και κυρίως σε όφελος των εργαζομένων του ενός ή του άλλου Μέρους, σε άλλες παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του άρθρου 1. Αντίστροφα, μπορούν να συμφωνήσουν ότι οι προβλεπόμενες από το προηγούμενο άρθρο παρεκκλίσεις δεν θα εφαρμόζονται σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις.
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ
ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ
Άρθρο 6.
1. Ο εργαζόμενος που μεταβαίνει από την Ελλάδα στο Κεμπέκ για να διαμείνει εκεί, καθώς και τα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του, δικαιούνται, από την πρώτη ημέρα της άφιξής τους στο Κεμπέκ, παροχές και υπηρεσίες που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Κεμπέκ.
2. Ο εργαζόμενος που μεταβαίνει για εργασία από το Κεμπέκ στην Ελλάδα, καθώς και τα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του, δικαιούνται παροχές και υπηρεσίες που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία, μετά από συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης και των εξομοιούμενων περιόδων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία των δύο Μερών, εφόσον αυτές δεν συμπίπτουν χρονικά.
Άρθρο 7.
Ο Έλληνας εργαζόμενος ή ο εργαζόμενος του Κεμπέκ, καθώς και τα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του, σε περίπτωση προσωρινής διαμονής στο έδαφος του Μέρους καταγωγής τους και των οποίων η κατάσταση της υγείας απαιτεί άμεσες ιατρικές φροντίδες, δικαιούνται παροχές και υπηρεσίες που προβλέπει η νομοθεσία του τόπου προσωρινής διαμονής. Ο εργαζόμενος δικαιούται παροχές και υπηρεσίες για μια περίοδο μέχρι τρεις μήνες, εκτός αν ο οργανισμός του τόπου προσωρινής διαμονής παρατείνει τη διάρκεια αυτή της περιόδου που κρίνει απαραίτητη σύμφωνα με τη δική του νομοθεσία.
Άρθρο 8.
Το προστατευόμενο μέλος οικογένειας Έλληνα εργαζομένου ή εργαζομένου του Κεμπέκ, το οποίο διαμένει ή επανέρχεται για διαμονή στο έδαφος Μέμους άλλου από εκείνο στο οποίο απασχολείται ο εργαζόμενος, δικαιούται παροχές σε είδος που προβλέπει η νομοθεσία του τόπου διαμονής. Ο καθορισμός της έννοιας του προστατευόμενου μέλους οικογένειας απορρέει από τις διατάξεις της νομοθεσίας του τόπου διαμονής του.
Άρθρο 9.
Όταν ο δικαιούχος συντάξεων που οφείλονται με βάση τις νομοθεσίες του ενός και του άλλου Μέρους διαμένει στο έδαφος του ενός Μέρους, οι παροχές σε είδος, χορηγούνται σ` αυτόν και στα προστατευόμενα μέλη οικογένειάς του από τον οργανισμό του τόπου διαμονής, σαν να ήταν δικαιούχος σύνταξης που οφείλεται με βάση μόνο τη νομοθεσία της χώρας διαμονής. Οι παροχές αυτές χορηγούνται σε βάρος του οργανισμού της χώρας διαμονής.
Άρθρο 10.
Ο δικαιούχος σύνταξης γήρατος επιζώντων ή αναπηρίας ή σύνταξης εργατικού ατυχήματος, που χορηγείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενός Μέρους και διαμένει στο έδαφος του άλλου Μέρους, δικαιούται παροχές σε είδος και υπηρεσίες που προβλέπει η νομοθεσία του τόπου διαμονής, σαν να ήταν δικαιούχος σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του τόπου διαμονής και υπάγεται συνεπώς στη γενική νομοθεσία του τόπου διαμονής.
Άρθρο 11.
Στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 7, 8 και 1Ο περιπτώσεις ο οργανισμός του τόπου προσωρινής διαμονής ή νέας διαμονής χορηγεί τις παροχές σε είδος και φέρει το βάρος και ο αρμόδιος οργανισμός χορηγεί τις παροχές σε χρήμα και φέρει το βάρος.
Άρθρο 12.
Τα άρθρα 7, 8, 10 και 11 θα τεθούν σε ισχύ από την ημερομηνία που θα συμφωνήσουν μεταγενέστερα τα Μέρη.
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ
ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι.
Αλλαγή του τόπου προσωρινής διαμονής ή διαμονής.
Άρθρο 13.
Ο Έλληνας εργαζόμενος ή ο εργαζόμενος του Κεμπέκ, που είναι θύμα εργατικού ατυχήματος ή έχει προσβληθεί από επαγγελματική ασθένεια στο έδαφος του ενός Μέρους και δικαιούται παροχές σε είδος ή σε χρήμα, διατηρεί το δικαίωμα για τις παροχές αυτές σε περίπτωση προσωρινής διαμονής ή μεταφοράς της διαμονής του στο έδαφος του άλλου Μέρους, με τον όρο ότι, πριν αναχωρήσει, έλαβε την άδεια από τον οργανισμό. στην ασφάλιση του οποίου υπάγεται.
Άρθρο 14.
Σε περίπτωση υποτροπής της κατάστασης της υγείας του Έλληνα εργαζομένου ή του εργαζομένου του Κεμπέκ, που οφείλεται στο ατύχημα ή την επαγγελματική του ασθένεια ενώ διαμένει προσωρινά ή έχει μεταφέρει τη διαμονή του στο έδαφος του άλλου Μέρους, δικαιούται τις παροχές που προβλέπει η νομοθεσία του τόπου προσωρινής διαμονής ή νέας διαμονής, με τον όρο ότι έχει συμφωνήσει ο οργανισμός στην ασφάλιση του οποίου υπαγόταν κατά την ημερομηνία επέλευσης του ατυχήματος ή της πρώτης διαπίστωσης της επαγγελματικής ασθένειας.
Άρθρο 15.
Εκτός από επείγουσες περιπτώσεις, η νοσοκομειακή περίθαλψη, η χορήγηση ή η αντικατάσταση μιας πρόθεσης ή κάθε άλλης παροχής σε είδος χορηγείται μόνον αν ο αρμόδιος οργανισμός δεν δηλώσει την αντίρρησή του μέσα σε 4Ο ημέρες από την αποστολή των δικαιολογητικών της αίτησης.
Άρθρο 16.
Ο βαθμός της μόνιμης ανικανότητας, που προκύπτει από ένα εργατικό ατύχημα ή μία επαγγελματική ασθένεια, καθορίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός Μέρους, το οποίο θεωρεί προγενέστερα εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικές ασθένειες, που επήλθαν στη νομοθεσία του άλλου Μέρους, σαν να επρόκειτο για εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικές ασθένειες που επήλθαν στη δική του νομοθεσία.
Άρθρο 17.
Οι παροχές σε είδος χορηγούνται σε βάρος του αρμόδιου οργανισμού από τον οργανισμό του τόπου προσωρινής διαμονής ή νέας διαμονής του εργαζομένου, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ο τελευταίος εφαρμόζει σχετικά με την έκταση και τους τρόπους χορήγησης των παροχών. Ο αρμόδιος οργανισμός του εργαζομένου χορηγεί τις παροχές σε χρήμα σύμφωνα με τη νομοθεσία που αυτός εφαρμόζει και φέρει το βάρος. Ο διοικητικός κανονισμός ορίζει τον τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο αποδίδονται από τον αρμόδιο οργανισμό στον οργανισμό του τόπου της νέας διαμονής του εργαζομένου οι παροχές σε είδος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2.
Άσκηση δραστηριότητας στο έδαφος των δύο Μερών.
Άρθρο 18.
Όταν το θύμα μιας επαγγελματικής ασθένειας έχει ασκήσει στο έδαφος των δύο Μερών επάγγελμα ικανό να προκαλέσει την ασθένεια αυτή, τα δικαιώματα του θύματος ή των επιζώντων του εξετάζονται αποκλειστικά σύμφωνα με τη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ασκήθηκε τελευταία αυτό το επάγγελμα και με την επιφύλαξη ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία αυτή προϋποθέσεις.
Άρθρο 19.
Όταν στην αναφερόμενη στο άρθρο 18 νομοθεσία, οι σχετικές παροχές εξαρτώνται από περιόδους απασχόλησης ή διαμονής, οι οποίες είναι ανεπαρκείς, συνυπολογίζονται, για συμπλήρωσή τους, περίοδοι απασχόλησης ή διαμονής που πραγματοποιήθηκαν υπό την άλλη νομοθεσία. Για το συνυπολογισμό αυτόν λαμβάνονται υπόψη μόνο οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων το θύμα άσκησε δραστηριότητα ικανή να προκαλέσει την ασθένεια.
Άρθρο 20.
Όταν η νομοθεσία του ενός Μέρους εξαρτά το δικαίωμα για παροχές επαγγελματικής ασθένειας από την προϋπόθεση ότι η θεωρούμενη ασθένεια είχε διαπιστωθεί ιατρικά για πρώτη φορά στο έδαφός του, η προϋπόθεση αυτή θεωρείται πληρούμενη όταν η ασθένεια διαπιστωθεί για πρώτη φορά στο έδαφος του άλλου Μέρους.
Άρθρο 21.
Οι παροχές χορηγούνται σε βάρος του οργανισμού του Μέρους στο έδαφος του οποίου ασκήθηκε τελευταία η απασχόληση η ικανή να προκαλέσει την επαγγελματική ασθένεια σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Άρθρο 22.
Στην προβλεπόμενη από το άρθρο 19 περίπτωση, το βάρος φέρει καθένα από τα δύο Μέρη ανάλογα με τη διάρκεια των περιόδων της απασχόλησης της ικανής να προκαλέσει την ασθένεια, που έχουν διανυθεί στη νομοθεσία του, σε σχέση με το σύνολο των περιόδων απασχόλησης κατά τη διάρκεια των οποίων το θύμα άσκησε όμοια δραστηριότητα στις δύο χώρες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3.
Επιδείνωση.
Άρθρο 23.
Σε περίπτωση επιδείνωσης επαγγελματικής ασθένειας για την οποία χορηγήθηκαν παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενός Μέρους, ενώ το θύμα διαμένει στο έδαφος του άλλου Μέρους, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:
α) εάν ο εργαζόμενος δεν έχει ασκήσει στο έδαφος της νέας του διαμονής επάγγελμα ικανό να επιδεινώσει την επαγγελματική του ασθένεια, ο οργανισμός του πρώτου Μέρους φέρει το βάρος της επιδείνωσης της ασθένειας σύμφωνα με τη δική του νομοθεσία.
β) εάν ο εργαζόμενος έχει ασκήσει στο έδαφος της νέας του διαμονής επάγγελμα ικανό να επιδεινώσει αυτή την επαγγελματική ασθένεια: ο οργανισμός του πρώτου Μέρους φέρει το βάρος της οφειλόμενης στον ενδιαφερόμενο παροχής σύμφωνα με τη νομοθεσία του, σαν να μην είχε επιδεινωθεί η ασθένεια. ο οργανισμός του τόπου της νέας διαμονής φέρει το βάρος για το συμπλήρωμα στις παροχές που αντιστοιχούν στην επιδείνωση. Το ποσό αυτό του συμπληρώματος καθορίζεται τότε σύμφωνα με τη νομοθεσία του του τόπου του οργανισμού αυτού, σαν να είχε προκληθεί η ασθένεια σ` αυτόν τον τόπο είναι ίσο με τη διαφορά μεταξύ του ποσού της παροχής που οφείλεται μετά την επιδείνωση και του ποσού της παροχής που θα οφειλόταν πριν από την επιδείνωση.
ΤΙΤΛΟΣ ΙV
Διάφορες διατάξεις.
Άρθρο 24.
Οργανισμοί συνδέσμου.
Για τους σκοπούς της Συμφωνίας, οι οργανισμοί συνδέσμου για καθένα από τα Μέρη είναι:
Α. Για την Ελλάδα: Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.)
Β. Για το Κεμπέκ: Η Γραμματεία της Διεύθυνσης Συμφωνιών κοινωνικής ασφάλειας.
Άρθρο 25.
Διοικητικός Κανονισμός.
Ένας διοικητικός Κανονισμός συναπτόμενος από τις αρμόδιες αρχές των δύο Μερών καθορίζει τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 26.
Αμοιβαία βοήθεια και πληροφορίες.
1. Οι αρμόδιες αρχές και οι οργανισμοί οι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας:
α) επικοινωνούν μεταξύ τους για κάθε πληροφορία που απαιτείται για το σκοπό εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας
β) παρέχουν τις καλές τους υπηρεσίες καθώς και αμοιβαία βοήθεια δωρεάν για κάθε ερώτηση σχετική με την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας
γ) ανταλλάσσουν μεταξύ τους κάθε πληροφορία για τα μέτρα που λαμβάνονται για το σκοπό εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας καθώς και για τις τροποποιήσεις της αντίστοιχης νομοθεσίας τους, εφόσον τέτοιες τροποποιήσεις επηρεάζουν την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας
δ) επιλαμβάνονται αμοιβαία των δυσχερειών που θα προέκυπταν, στον τεχνικό τομέα, από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας ή των κανονισμών εφαρμογής της.
2. Κάθε πληροφορία που δόθηκε σύμφωνα με την παραπάνω παράγραφο 1 χρησιμοποιεί τα αποκλειστικά για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας και σχετικά με τη διοικητική διαδικασία ή για την εφαρμογή των νομοθεσιών στις οποίες εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία.
3. Κάθε πληροφορία, που διαβιβάζεται από τον οργανισμό ενός Μέρους στον οργανισμό του άλλου και αφορά ένα πρόσωπο, είναι εμπιστευτική και χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.
4. Το δικαίωμα ενός προσώπου να λαμβάνει γνώση των φακέλων που περιέχουν πληροφορίες γι` αυτό υπόκειται στους νόμους και κανονισμούς του Μέρους στο οποίο βρίσκεται ο φάκελος.
5. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων η λέξη “πληροφορία” σημαίνει κάθε πληροφορία σχετική με το όνομα του προσώπου ή βάσει της οποίας η ταυτότητα ενός προσώπου μπορεί με ευκολία να καθοριστεί.
6. Η χρήση πληροφοριών, που δεν αναφέρονται σε ένα πρόσωπο ή που δεν επιτρέπουν την απόδειξη της ταυτότητάς του, υπάγεται στους νόμους και κανονισμούς των Μερών.
Άρθρο 27.
Τρόποι πληρωμής.
Οι παροχές σε χρήμα είναι καταβλητέες απευθείας στους δικαιούχους στο νόμισμα του Μέρους, που πραγματοποιεί την πληρωμή, χωρίς μείωση για διοικητικά έξοδα, έξοδα μεταφοράς ή για κάθε άλλο έξοδο, που θα προέκυπτε από την πληρωμή των παροχών αυτών.
Άρθρο 28.
Έξοδα και θεώρηση εγγράφων.
1. Κάθε απαλλαγή ή μείωση στα έξοδα, που προβλέπεται από τη νομοθεσία ενός Μέρους για την έκδοση πιστοποιητικού ή εγγράφου κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, ισχύει και για τα πιστοποιητικά και έγγραφα που εκδίδονται κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας του άλλου Μέρους.
2. Κάθε πράξη, έγγραφο ή οποιοδήποτε έγγραφο, που πρόκειται να εκδοθεί για την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, απαλλάσσεται από επικύρωση ή άλλη παρόμοια διατύπωση.
Άρθρο 29.
Προθεσμίες και προσφυγές.
1. Οι αιτήσεις, ενστάσεις ή προσφυγές, οι οποίες σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενός Μέρους θα έπρεπε να υποβληθούν μέσα σε ορισμένη προθεσμία στην αρχή ή σε αρμόδιο οργανισμό του Μέρους αυτού ή σε ένα υπεύθυνο για την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας οργανισμό, αλλά οι οποίες υποβλήθηκαν μέσα στην ίδια προθεσμία στην αρχή ή στον αντίστοιχο οργανισμό του άλλου Μέρους, θεωρούνται ότι υποβλήθηκαν στην αρχή ή στον οργανισμό του πρώτου Μέρους. Στην περίπτωση αυτή, η αρχή ή ο οργανισμός του δεύτερου Μέρους διαβιβάζει, μόλις καταστεί δυνατό, αυτές τις αιτήσεις, ενστάσεις, ή προσφυγές στην αρχή ή τον οργανισμό του πρώτου Μέρους.
2. Η έφεση κατά μιας απόφασης κρίνεται σύμφωνα με την τακτική διαδικασία έφεσης, που προβλέπεται δυνάμει της νομοθεσίας του Μέρους του οποίου η απόφαση αποτελεί αντικείμενο της έφεσης και ο αρμόδιος οργανισμός του Μέρους αυτού ειδοποιεί τον οργανισμό του άλλου Μέρους σχετικά με την απόφαση που εκδόθηκε κατ` έφεση.
Άρθρο 30.
Δυσχέρειες στην εφαρμογή.
Οι αρμόδιες αρχές των δύο Μερών επιλαμβάνονται της επίλυσης, στο μέτρο του δυνατού, κάθε δυσχέρειας που θα προέκυπτε από την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, σύμφωνα με το πνεύμα και τις βασικές της αρχές.
Άρθρο 31.
Συνεργασία.
Τα μέρη συμφωνούν να συναντώνται περιοδικά και εναλλακτικά στο Κεμπέκ και στην Ελλάδα σε ημερομηνία που θα συμφωνείται στην προηγούμενη συνάντηση, με σκοπό: να συζητούν τα προβλήματα που θα προέκυπταν στους αντίστοιχους οργανισμούς τους από την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας να εξετάζουν τη λήψη μέτρων για να διευκολύνουν τους υπηκόους τους στην απόκτηση των δικαιωμάτων της παρούσας Συμφωνίας να ερευνούν τις δυνατότητες συνεργασίας σε άλλους τομείς κοινωνικής ασφάλειας και σε άλλους τομείς κοινού ενδιαφέροντος.
ΤΙΤΛΟΣ V
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32.
Μεταβατικές διατάξεις.
1. Η παρούσα Συμφωνία δεν παρέχει δικαίωμα καταβολής παροχών για περίοδο προηγούμενη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος αυτής.
2. Εκτός αν άλλως προβλέπεται από την παρούσα Συμφωνία, κάθε περίοδος υπαγωγής πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της Συμφωνίας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών βάσει της Συμφωνίας αυτής.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, παροχή οφείλεται βάσει της παρούσας Συμφωνίας, ακόμη κι αν αναφέρεται σε γεγονός προηγούμενο της ημερομηνίας έναρξης ισχύος αυτής.
Άρθρο 33.
Γλώσσα επικοινωνίας.
Οι αρχές και οι οργανισμοί των δύο Μερών μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους στην επίσημη γλώσσα τους για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 34.
Έναρξη ισχύος.
1. Καθένα από τα δύο Μέρη που υπογράφουν την παρούσα Συμφωνία γνωστοποιεί στο άλλο την ολοκλήρωση των απαιτούμενων εσωτερικών διαδικασιών σε ό,τι αφορά την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.
2. Η παρούσα Συμφωνία αρχίζει να ισχύει μετά την υπογραφή του διοικητικού Κανονισμού που απορρέει απ` αυτήν, στην ημερομηνία που θα συμφωνηθεί με αλληλογραφία που θα ανταλλάξουν τα δύο Μέρη. Η ημερομηνία αυτή δεν μπορεί να είναι προγενέστερη από την ημερομηνία της υπογραφής του διοικητικού Κανονισμού που προβλέπει η παρούσα Συμφωνία.
3. Η παρούσα Συμφωνία ισχύει μέχρι να εκπνεύσει η Συμφωνία κοινωνικής ασφάλειας που συνάφθηκε μεταξύ των δύο Μερών και υπογράφτηκε την 23η Ιουνίου 1981.
4. Σε περίπτωση καταγγελίας κάθε δικαίωμα που αποκτήθηκε από ένα πρόσωπο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας θα διατηρηθεί.
Έγινε στην Αθήνα στις 17 Σεπτέμβρη 1984 σε δύο αντίτυπα, στη γαλλική και ελληνική γλώσσα και τα δύο κείμενα έχουν ίση ισχύ.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 21 Απριλίου 1986
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 22 Απριλίου 1986
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΓΚΑΚΗΣ