Νόμος 1590 ΦΕΚ Α΄49/23.4.1986

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1481/1984 “Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης” και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1

1. Το άρθρο 11 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152) αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 11.

Οργάνωση και λειτουργία υπηρεσιών.

1. Με προεδρικά διατάγματα εκδιδόμενα ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί, και κατά τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων,

α) να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, την έδρα, τις αρμοδιότητες και την αντιστοιχία των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης,

β) να αναδιαρθρώνονται, να συγχωνεύονται ή να καταργούνται υφιστάμενες υπηρεσίες και να συνιστώνται νέες,

γ) να αυξάνονται ή να μειώνονται οι οργανικές θέσεις όλων των κατηγοριών προσωπικού της πιο πάνω Γενικής Γραμματείας ή να συνιστώνται νέες κατηγορίες και θέσεις,

δ) να συνιστώνται θέσεις και ενδιάμεσοι βαθμοί στην υφιστάμενη βαθμολογική κλίμακα του αστυνομικού προσωπικού και να ρυθμίζονται τα θέματα άσκησης αρμοδιότητας, αντιστοιχίας, ιεραρχίας, χρόνου υπηρεσίας και μισθού προς τους στρατιωτικούς του στρατού ξηράς, προσόντων, διαδικασίας επιλογής, τοποθετήσεων, μεταθέσεων, κρίσεων, προαγωγών, ορίου ηλικίας για προαγωγές, αποστρατείες, ανάκλησης ανώτατων αξιωματικών στην ενεργό υπηρεσία και κάθε άλλο συναφές προς τους βαθμούς αυτούς θέμα,

ε) να καταργούνται θέσεις και ενδιάμεσοι βαθμοί στην υφιστάμενη βαθμολογική κλίμακα του αστυνομικού προσωπικού και να ρυθμίζεται κάθε συναφές προς την κατάργηση θέμα,

στ) να ρυθμίζονται θέματα άσκησης αρμοδιότητας, αντιστοιχίας ιεραρχίας και μισθού προς τους στρατιωτικούς του στρατού ξηράς, προσόντων, διαδικασίας επιλογής, τοποθετήσεων, εντοπιότητας, μεταθέσεων, κρίσεων, προαγωγών, ορίου ηλικίας, αποστρατείας και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την υπηρεσιακή κατάσταση του αστυνομικού προσωπικού,

ζ) να ιδρύονται νέες, να καταργούνται ή να αναδιαρθρώνονται υφιστάμενες σχολές εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού, να καθορίζονται τα σχετικά με τη λειτουργία τους, τα προσόντα και τη διαδικασία επιλογής των εκπαιδευτών και των εκπαιδευομένων θέματα, τα θέματα της κάλυψης των σχετικών δαπανών και αποζημιώσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια,

η) να μεταβάλλονται τα τυπικά ή ουσιαστικά προσόντα για την πρόσληψη αστυνομικού προσωπικού ή την εισαγωγή του σε αστυνομικές σχολές,

θ) να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, αδειών, αποζημιώσεων του αστυνομικού προσωπικού ή να ρυθμίζονται θέματα συγκράτησης, σύνθεσης και λειτουργίας των συμβουλίων κρίσεων, προαγωγών, των πειθαρχικών συμβουλίων και των άλλων συλλογικών διοικητικών οργάνων κεντρικών και περιφερειακών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης. Για τις περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαία η συμμετοχή ως μελών στα συλλογικά όργανα της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης και εκπροσώπων άλλων δημόσιων υπηρεσιών, δικαστικών και στρατιωτικών αρχών ή δημόσιων οργανισμών και Ο.Τ.Α. τα σχετικά προεδρικά διατάγματα προτείνονται και από το συναρμόδιο υπουργό. Στις περιπτώσεις που με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 ρυθμίζονται θέματα που σχετίζονται με το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, προτείνονται και από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας ως συναρμόδιο.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ρυθμίζονται θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την αστυνομική δύναμη, την άσκηση των αστυνομικών καθηκόντων και τη συντήρηση του υλικού των αστυνομικών υπηρεσιών.

3. Τα προεδρικά διατάγματα του άρθρου αυτού μπορεί να κωδικοποιούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και απαρτίζουν τον εσωτερικό κανονισμό της Ελληνικής Αστυνομίας.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ιδρύονται, καταργούνται και συγχωνεύονται υπηρεσίες κατώτερες του τμήματος.

5. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ιδρύονται και λειτουργούν αστυνομικές υπηρεσίες για την αντιμετώπιση προσωρινών αναγκών τάξης και ασφάλειας, χωρίς αντίστοιχη αύξηση οργανικών θέσεων αστυνομικού προσωπικού, και καταργούνται με όμοια απόφαση όταν εκλείψουν οι λόγοι ίδρυσής τους. Η προσωρινή λειτουργία των υπηρεσιών αυτών δεν μπορεί να υπερβεί το ένα (1) έτος από την έναρξή της.

6. Με βάση τη διάρθρωση των αστυνομικών υπηρεσιών και τις πράξεις που εκδίδονται, σύμφωνα με το άρθρο αυτό καταρτίζεται ο πίνακας χωρογραφικής κατανομής των υπηρεσιών, ο οποίος κυρώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Αν με βάση τις πιο πάνω εξουσιοδοτικές διατάξεις συνιστώνται νέες οργανικές θέσεις ή ρυθμίζονται θέματα μισθού και αποζημιώσεων, το σχετικό προεδρικό διάταγμα προτείνεται και από τον Υπουργό Οικονομικών”.

2. Το Πυροσβεστικό Σώμα και το πυροσβεστικό προσωπικό του διέπεται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν την εφαρμογή του ν. 1481/1984. Οι εξουσιοδοτήσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλογικά και για τα θέματα του Πυροσβεστικού Σώματος και του πυροσβεστικού προσωπικού του.

3. Το εδάφιο β` της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται ως εξής:

“β. Τις προϋποθέσεις χορήγησης και ανάκλησης αστυνομικής άδειας για σύσταση, οργάνωση και λειτουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων, εταιρειών και γραφείων παροχής πληροφοριών (ντεντέκτιβς) ή υπηρεσιών αστυνομικής φύσης καθώς και τα προσόντα και τις υποχρεώσεις του προσωπικού της”.

4. Στην παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 προστίθενται εδάφια ε` και στ` ως εξής:

“ε. Τήρηση τάξης και κυκλοφορίας σε δημόσιες συναθροίσεις, εκδηλώσεις και γενικά σε κοινόχρηστους χώρους”.

“στ. Ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ή διατάξεων άλλων νόμων με τους οποίους ανατίθενται στην Ελληνική Αστυνομία καθήκοντα και αρμοδιότητες συναφείς με την αποστολή της, όταν η ρύθμισή τους δεν προβλέπεται ειδικότερα από τους νόμους αυτούς”.

5. Στο άρθρο 12 του ν. 1481/1984 προστίθεται παρ. 10 ως εξής:

“10. Το άρθρο 19 του ν. 1339/1983 (ΦΕΚ Α` 35) αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 19.

1. Για τις ανάγκες ασφάλειας ή φρούρησης εγκαταστάσεων ή χώρων ή τη συνοδεία χρηματαποστολών ν.π.δ.δ., τραπεζών, ταμιευτηρίων, οργανισμών και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, κάθε φύσης επιχειρήσεων, υπηρεσιών και εγκαταστάσεων, επιτρέπεται η πρόσληψη από αυτές ιδιωτών μετά από επιλογή, από τον Υπουργό Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και ύστερα από αίτηση της ενδιαφερόμενης υπηρεσίας, νομικού προσώπου, οργανισμού ή επιχείρησης. Απασχόληση των ιδιωτών αυτών σε έργα άσχετα από εκείνα για τα οποία προσλαμβάνονται απαγορεύεται.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζονται για τους ιδιώτες αυτούς:

α. Τα ειδικότερα προσόντα.

β. Ο τρόπος και η διαδικασία της επιλογής.

γ. Η οπλοφορία, κατά τις διατάξεις που ισχύουν.

δ. Η εκπαίδευσή τους στις αστυνομικές σχολές.

ε. Η στολή που θα πρέπει να φέρουν.

στ. Τα πειθαρχικά αδικήματα κατά την εργασία ή εκτός αυτής και ο τρόπος βεβαίωσής τους καθώς και η πειθαρχική διαδικασία οι πειθαρχικές ποινές και ο τρόπος επιβολής τους.

ζ. Τα πειθαρχικά αδικήματα που δικαιολογούν λύση της σύμβασης εργασίας και απόλυσης καθώς και ο τρόπος ανάκλησης πρόσληψης ή απόλυσης για λόγους πειθαρχίας ή υπηρεσιακής ανεπάρκειας. η. Κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

3. Οι αποδοχές και οι δαπάνες για την προμήθεια ειδών στολής και οπλισμού και την εκπαίδευση του προσωπικού αυτού βαρύνουν τον εργοδότη.

4. Οι συμβατικές εργασιακές σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου και τα εν γένει δικαιώματα και υποχρεώσεις τους ρυθμίζονται από τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Οι αποδοχές των προσλαμβανομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, δεν μπορούν να ορίζονται κατώτερες των αποδοχών του πρωτοδιοριζόμενου αστυφύλακα.

5. Λύση της σύμβασης εργασίας δικαιολογείται:

α. Για πειθαρχικούς λόγους ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια.

β. Λόγω καταγγελίας της σύμβασης ή λήξης του χρόνου διάρκειάς της ή απόλυσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

6. Την απόλυση δικαιούται να ζητήσει και η αστυνομική υπηρεσία που ορίζεται για την εποπτεία του απασχολουμένου, για τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο α` της προηγούμενης παραγράφου.

7. Η αποζημίωση λόγω απόλυσης ή καταγγελίας της σύμβασης εργασίας καταβάλλεται από τον εργοδότη, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Το Δημόσιο δεν υποχρεούται σε αποζημίωση απολυομένου ή τρίτου για πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εκτέλεση της εργασίας του”.

6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Οι λέσχες χρησιμοποιούνται για την κάλυψη υλικών, ψυχαγωγικών και πολιτιστικών αναγκών του προσωπικού και απαλλάσσονται από φόρους και κάθε είδους τέλη. Τα τυχόν προκύπτοντα οικονομικά πλεονάσματα διατίθενται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης για ενίσχυση της λειτουργίας των παιδικών κατασκηνώσεων και την ικανοποίηση πολιτιστικών και εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης”.

7. Στο άρθρο 32 του ν. 1481/1984 η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Ο Αρχηγός, οι προϊστάμενοι των κλάδων και οι διευθυντές των γενικών αστυνομικών διευθύνσεων, των αστυνομικών διευθύνσεων και των διευθύνσεων των υπηρεσιών μπορεί να μεταβιβάζουν, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, σε υφισταμένους τους το δικαίωμα υπογραφής με “εντολή” τους για θέματα της αρμοδιότητάς τους, εκτός από αυτά που τους μεταβίβασε με απόφασή τους ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης ή οι προϊστάμενοί τους”.

8. Η παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 1481/1984 δεν εφαρμόζεται για το πολιτικό προσωπικό.

9. Στο άρθρο 39 του ν. 1481/1984 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

“7. Ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να προκηρύσσει χρηματικές αμοιβές για παροχή στοιχείων και πληροφοριών σε οποιονδήποτε τις παρέχει, που θα οδηγήσουν στην εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων και την αποκάλυψη και σύλληψη των δραστών των εγκλημάτων αυτών”.

10. Στο άρθρο 40 του ν. 1481/1984 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

“3. Οι ποινικές και δικονομικές διατάξεις των άρθρων 145, 146, 147, 148, 149, 150, 151, 152, 154 και 163 του β.δ. της 31.12.1957/20.1.1958 (ΦΕΚ 11) διατηρούνται σε ισχύ για το αστυνομικό προσωπικό, με την επιφύλαξη άλλων ποινικών διατάξεων με τις οποίες τιμωρούνται βαρύτερα τα αδικήματα αυτά”.

Άρθρο 2
Στέγαση υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος.

1. Οι υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος στεγάζονται σε κτίρια του Δημοσίου ή ιδιωτικά κτίρια που μισθώνονται με δαπάνες του, εφόσον ανεγείρονται ή προσαρμόζονται και εξυπηρετούν λειτουργικά και χωροταξικά τις ανάγκες τους. Για λόγους δημόσιας ωφέλειας επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων υπέρ και με δαπάνη του Δημοσίου, για τη στέγαση πυροσβεστικών υπηρεσιών. Οι δαπάνες για τη μίσθωση ιδιωτικών κτιρίων και χώρων εγκατάστασης πυροσβεστικών υπηρεσιών βαρύνουν τις σχετικές πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό εξόδων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης.

2. Οι δήμοι και οι κοινότητες περιλαμβάνουν υποχρεωτικά στα εκπονούμενα, τροποποιούμενα ή επεκτεινόμενα οικιστικά σχέδια εκτάσεις, χωροταξικά και λειτουργικά κατάλληλες για την ανέγερση κτιρίων στέγασης και εγκατάστασης πυροσβεστικών υπηρεσιών.

3. Η εκπόνηση μελετών, η κατασκευή ή η μετατροπή κτιρίων στέγασης των πυροσβεστικών υπηρεσιών γίνονται από τις τεχνικές υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με δαπάνες που βαρύνουν το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται και για τις συναφείς υπηρεσίες που λειτουργούν μέσα σε λιμενικές εγκαταστάσεις και τα πολιτικά αεροδρόμια. Για τα ειδικότερα θέματα χωροταξικού σχεδιασμού και λειτουργικότητας των κτιριακών αυτών εγκαταστάσεων οι τεχνικές υπηρεσίες συνεργάζονται με το Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος.

4. Η επισκευή, συντήρηση, επέκταση ή διαρρύθμιση κτιριακών εγκαταστάσεων του Δημοσίου, που στεγάζουν πυροσβεστικές υπηρεσίες, γίνονται με μέριμνα των τεχνικών υπηρεσιών των κατά τόπους νομαρχιών, ύστερα από παράταση των στεγαζόμενων υπηρεσιών.

5. Η μελέτη, κατασκευή, μετατροπή, συντήρηση και λειτουργία εγκαταστάσεων που στεγάζουν πυροσβεστικές υπηρεσίες σε αεροδρόμια και μονάδες της πολεμικής αεροπορίας γίνονται με μέριμνα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας/ΓΕΑ, σε συνεργασία με το Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος.

6. Σε προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας πυροσβεστικών υπηρεσιών σε πολιτικά αεροδρόμια, λιμενικές εγκαταστάσεις καθώς και σε αεροδρόμια και μονάδες της πολεμικής αεροπορίας.

7. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου για πυροσβεστικές υπηρεσίες που στεγάζονται σε δημοτικά ή κοινοτικά κτίρια καταβάλλεται στους δήμους ή τις κοινότητες ανάλογο μίσθωμα από το Δημόσιο, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τη μίσθωση ακινήτων στέγασης δημόσιων υπηρεσιών. Οι οφειλές δήμων ή κοινοτήτων προς το Δημόσιο από αναγκαστικές απαλλοτριώσεις για στέγαση πυροσβεστικών υπηρεσιών αποσβένονται.

8. α. Οι φορείς δικτύων ύδρευσης πόλεων, οικισμών και λοιπών περιοχών, υποχρεούνται να τοποθετούν πυροσβεστικά υδροστόμια με δαπάνες τους, σύμφωνα με τις υποδείξεις της οικείας πυροσβεστικής υπηρεσίας και να διαθέτουν δωρεάν νερό για τις ανάγκες πυρόσβεσης και την πραγματοποίηση πυροσβεστικών ασκήσεων. Για το σκοπό αυτόν εγγράφουν υποχρεωτικά στον ετήσιο προϋπολογισμό εξόδων τους τις απαραίτητες πιστώσεις.

β. Σε δίκτυα ύδρευσης που λειτουργούν με πρωτοβουλία ιδιωτών τοποθετούνται πυροσβεστικά υδροστόμια με μέριμνα των τεχνικών υπηρεσιών των κατά τόπους νομαρχιών, ύστερα από πρόταση των πυροσβεστικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την εκτέλεση δημόσιων έργων. Οι δαπάνες εγκατάστασης και κατανάλωσης νερού για τις πυροσβεστικές ανάγκες βαρύνουν το δημόσιο.

9. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου καταργείται το άρθρο 18 του ν. 4661/1930 (ΦΕΚ 135), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 του ν. 6015/1934 (ΦΕΚ 154).

Άρθρο 3
Το άρθρο 9 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 9.

1. Οι κοινοτικοί φύλακες ανήκουν στη δύναμη της Διεύθυνσης Εσωτερικών των Νομαρχιών.

2. Με απόφαση του οικείου νομάρχη τους ανατίθενται είτε καθήκοντα που ορίζονται στο ν.δ. 3030/1954 (ΦΕΚ Α` 244), όπως ισχύει, είτε έργα εξυπηρέτησης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων ν.π.δ.δ., ή άλλων δημόσιων υπηρεσιών. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζεται ο τρόπος άσκησης των καθηκόντων αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”.

Άρθρο 4
Μεταβατικές διατάξεις.

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 62 του ν. 1481/1984 συμπληρώνεται ως εξής:

“4… Μέχρι να εκδοθούν οι κανονισμοί που προβλέπονται με το ν. 1481/1984, ο Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης μπορεί με απόφαση του να καθορίζει ποιος από τους αντίστοιχους κανονισμούς της πρώην Χωροφυλακής ή Αστυνομίας Πόλεων θα εφαρμόζεται”.

2. Ανθυπαστυνόμοι, αρχιφύλακες και αστυφύλακες και οι αντίστοιχοι των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που αποκαταστάθηκαν κατ` εφαρμογή του ν.δ. 119/1974 (ΦΕΚ 312), του ν. 14/ 1975, του ν. 81/1975 (ΦΕΚ 143) και των άρθρων 1, 2, 3 και 4 του ν. 1339/1983, εφόσον δεν εξελίχθηκαν σε αξιωματικούς σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τη βαθμολογική εξέλιξη του αστυνομικού προσωπικού, προάγονται αυτοδικαίως στον επόμενο βαθμό από την 1.6.1986.

3. Οι ανθυπαστυνόμοι, αρχιφύλακες και αστυφύλακες της παραγράφου 2 αυτού του άρθρου, που εξήλθαν από την υπηρεσία πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, προάγονται αυτοδικαίως κατά έναν επί πλέον των ανωτέρω βαθμόν, από 1.6.1986, χωρίς να δικαιούνται αναδρομική λήψη αποδοχών, σύνταξης και εφάπαξ βοηθημάτων ή επιδομάτων από τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς.

4. Οι υγειονομικοί αξιωματικοί με το βαθμό του υπαστυνόμου που υπηρετούν, στην Ελληνική Αστυνομία κατά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου προάγονται αυτοδικαίως στο βαθμό του αστυνόμου β`.

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 48 του ν. 1481/1984 εφαρμόζονται και για το αστυνομικό προσωπικό που εντάχθηκε από την Αστυνομία Πόλεων και τη Χωροφυλακή εφόσον κατά το χρόνο ένταξης του υπηρετούσε σε ανάλογες τεχνικές υπηρεσίες και διέθετε τα ίδια προσόντα. Οι ειδικότερες προϋποθέσεις και κάθε σχετική λεπτομέρεια για τη μετάταξη και τη βαθμολογική ένταξη και εξέλιξη του προσωπικού αυτού καθορίζονται με εφάπαξ εκδιδόμενο προεδρικό διάταγμα που προτείνεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης. Κατά τα λοιπά και για το προσωπικό αυτό εφαρμόζεται η παράγραφος 10 του άρθρου 48 του ν. 1481/1984.

6. Το βοηθητικό προσωπικό και οι καθαρίστριες των εδαφίων δ` και ε` της παραγρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 1481/1984, που υπηρετεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου πριν από την 18.9.1984, μπορεί να διοριστεί σε οργανικές θέσεις μόνιμων υπαλλήλων με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία των διατάξεων του ν. 1476/1984 (ΦΕΚ 136), όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα. Οι ενδιαφερόμενοι να διοριστούν πρέπει να υποβάλουν αίτηση μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η εφαρμογή της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.1987.

7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, κωδικοποιούνται και ενσωματώνονται σε ενιαίο κείμενο οι διατάξεις νόμων και νομοθετικών διαταγμάτων που ισχύουν για το προσωπικό και τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος. Κατά την κωδικοποίηση αυτή επιτρέπεται η αλλαγή της σειράς των άρθρων η παράλειψη καταργηθεισών και μεταβατικών διατάξεων που έληξε ο χρόνος ισχύος τους, η διόρθωση φράσεων που περιέχουν κανόνες που καταργήθηκαν καθώς και η διατύπωση όλων των διατάξεων στη δημοτική γλώσσα, χωρίς αλλοίωση της έννοιάς τους. Για τα λοιπά θέματα της κωδικοποίησης εφαρμόζεται η παράγραφος 6 του άρθρου 54 του ν. 1481/1984.

Άρθρο 5
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 28 του ν. 671/1977 (ΦΕΚ 236 Α`) προστίθεται εδάφιο ε` ως εξής:

“ε. Οι αστυνόμοι β που προέρχονται από παραγωγική σχολή αξιωματικών προάγονται στον ανώτερο βαθμό ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων, όταν συμπληρώνουν 13 έτη πραγματική συνολικής υπηρεσίας ως μόνιμοι αξιωματικοί, από τα οποία τρία έτη στο βαθμό του αστυνόμου β`”.

Άρθρο 6
Οι αστυκτηνίατροι αξιωματικοί εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις σε όλη την περιφέρεια που έχει τοπική αρμοδιότητα η Ελληνική Αστυνομία.

Άρθρο 7
Η παράγραφος 5 του άρθρου 61 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:

“5. Υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα, τα οποία τελέσθηκαν από προσωπικό της Χωροφυλακής πριν να ισχύσει ο παρών νόμος, εφόσον δεν εκδικάσθηκαν από τα στρατοδικεία, διαβιβάζονται στα τακτικά δικαστήρια, ανεξάρτητα αν το προσωπικό αυτό εντάχθηκε ή δεν εντάχθηκε στην Ελληνική Αστυνομία”.

Άρθρο 8
Στις επιχειρήσεις που διατάσσεται κλείσιμο σύμφωνα με το άρθρο 7 του α.ν. 2520/1940 (ΦΕΚ 273), εφόσον υπάρχουν εκτρεφόμενα ζώα, τα οποία δεν απομακρύνει ο υπεύθυνος επιχειρηματίας, τάσσεται από το νομάρχη προθεσμία τουλάχιστον 30 ημερών για την απομάκρυνσή τους. Όταν παρέρχεται άπρακτη η προθεσμία, επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση του νομάρχη και απαρτίζεται από τον οικείο αστυνομικό διοικητή, το νομοκτηνίατρο και τον προϊστάμενο του τμήματος υγείας της νομαρχίας, προβαίνει σε κατάσχεση των μη απομακρυνθέντων ζώων, κατ` εφαρμογήν του άρθρου 268 του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας και σε απευθείας πώληση χωρίς άλλες διατυπώσεις. Εάν ο αριθμός των ζώων είναι μεγάλος, τίθενται σε μεσεγγύηση του δήμου ή της κοινότητας και η πώλησή τους γίνεται σταδιακά. Σε περίπτωση που δεν εμφανίζονται αγοραστές η Επιτροπή αποφασίζει κατά την κρίση της για δωρεάν διάθεση των ζώων στις Ένοπλες Δυνάμεις ή κοινωφελή ιδρύματα ή για τη θανάτωσή τους, εφόσον προκύπτουν προβλήματα δημόσιας υγείας. Όλα τα έξοδα για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής βαρύνουν τον υπεύθυνο επιχειρηματία. Η επιτροπή απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για οποιαδήποτε βλάβη του ζωικού πληθυσμού ή των εγκαταστάσεων της επιχείρησης που δεν συμμορφώνεται με τις νόμιμες αποφάσεις.

Άρθρο 9
Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του.

Άρθρο 10
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 21 Απριλίου 1986

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 22 Απριλίου 1986

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΓΚΑΚΗΣ