Νόμος 1656 ΦΕΚ Α΄183/28.11.1986
Κύρωση διεθνούς σύμβασης “για τη διευκόλυνση της τέλεσης γάμων στο εξωτερικό”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η διεθνής σύμβαση για τη διευκόλυνση της τέλεσης γάμων στο εξωτερικό που υπογράφτηκε στο Παρίσι στις 10 Σεπτεμβρίου 1964 και της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
ΣΥΜΒΑΣΗ αριθ. 7
που κατατείνει στη διευκόλυνση της τέλεσης γάμων στο εξωτερικό.
Υπογράφτηκε στο Παρίσι στις 10 του Σεπτέμβρη 1964.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας, το Βασίλειο του Βελγίου, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ελληνική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Ελβετική Ομοσπονδία και η Τουρκική Δημοκρατία, μέλη της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης, στην επιθυμία τους όπως διευκολύνουν την τέλεση γάμων των υπηκόων τους στο έδαφος των άλλων συμβαλλόμενων μερών, ειδικά σε σχέση με την άρση των κωλυμάτων του γάμου και τις προκαταρκτικές δημοσιεύσεις του γάμου, συμφώνησαν για τις παρακάτω διατάξεις:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Άρθρο 1
Όταν ο γάμος υπηκόου ενός από τα συμβαλλόμενα Κράτη τελείται στο έδαφος άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, όπου ο υπήκοος αυτός διαμένει συνήθως, οι αρμόδιες αρχές του τόπου της τέλεσης θα μπορούν, στις περιπτώσεις και με τους όρους που προβλέπονται από το προσωπικό δίκαιο του μελλοντικού συζύγου, να χορηγούν σ` αυτόν απαλλαγή από τα κωλύματα του γάμου που καθιερώνει αυτό το δίκαιο.
Άρθρο 2.
Αρχές της χώρας τέλεσης αρμόδιες για να χορηγούν τις αναφερόμενες στο πιο πάνω άρθρο απαλλαγές από κωλύματα, θα είναι εκείνες που έχουν αρμοδιότητα, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία αυτής της χώρας, για να τις χορηγούν στους υπηκόους της ίδιας χώρας. Η χώρας με νομοθεσία που δεν προβλέπει απαλλαγή από τα κωλύματα του γάμου για τους δικούς της υπηκόους θα μπορεί να παραχωρήσει αρμοδιότητα σε μια από τις αρχές της για τη χορήγηση της απαλλαγής στους υπηκόους των άλλων συμβαλλόμενων χωρών, σύμφωνα με το άρθρο 1.
Άρθρο 3
Η Σύμβαση αυτή δεν περιορίζει την εξουσία των αρχών του Κράτους που έχει ως υπήκοο το μελλοντικό σύζυγο να χορηγούν σ` αυτόν τις απαλλαγές από τα κωλύματα, σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Άρθρο 4
Οι δημοσιεύσεις πριν από τους γάμους που τελούνται κατά τον τοπικό τύπο στο έδαφος ενός από τα συμβαλλόμενα Κράτη θα διέπονται αποκλειστικά από το εσωτερικό δίκαιο αυτού του Κράτους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Άρθρο 5
Όταν το δίκαιο ενός από τα συμβαλλόμενα Κράτη επιβάλλει τη θρησκευτική τέλεση του γάμου, οι διπλωματικοί ή προξενικοί αντιπρόσωποι των άλλων συμβαλλόμενων Κρατών θα μπορούν, αν η νομοθεσία τους το επιτρέπει να τελούν το γάμο στο Κράτος αυτό, εφόσον ο ένας τουλάχιστον από τους συζύγους είναι υπήκοος του Κράτους που έχει ορίσει τον διπλωματικό ή προξενικό αντιπρόσωπο και κανένας από τους συζύγους δεν έχει την υπηκοότητα της χώρας, όπου γίνεται η τέλεση. Στην περίπτωση αυτή, οι δημοσιεύσεις πριν από το γάμο θα διέπονται αποκλειστικά από το εσωτερικό δίκαιο της χώρας που έχει ορίσει το διπλωματικό ή προξενικό αντιπρόσωπο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Άρθρο 6
Για την εφαρμογή αυτής της σύμβασης, ο όρος “υπήκοος ενός Κράτους” περιλαμβάνει τα πρόσωπα που έχουν την υπηκοότητα αυτού του κράτους και τα πρόσωπα που η προσωπική τους κατάσταση διέπεται από το δίκαιο αυτού του Κράτους.
Άρθρο 7
Τα συμβαλλόμενα Κράτη θα γνωστοποιήσουν στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο την τήρηση των διαδικασιών που απαιτούνται από το Σύνταγμά τους για να γίνει δυνατή η εφαρμογή αυτής της Σύμβασης στο έδαφός τους. Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα ειδοποιεί τα συμβαλλόμενα Κράτη και το Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης για κάθε γνωστοποίηση κατά την πιο πάνω παράγραφο.
Άρθρο 8
Η Σύμβαση αυτή θα αρχίσει να ισχύει από την τριακοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατάθεσης της δεύτερης γνωστοποίησης και θα παράγει από τότε αποτελέσματα μεταξύ των Κρατών που θα έχουν αυτήν την διατύπωση. Για κάθε Κράτος που υπογράφει και θα εκπληρώνει μεταγενέστερα τη διατύπωση που προβλέπεται στο προηγούμενο άρθρο, η Σύμβαση αυτή θα παράγει αποτελέσματα την τριακοστή ημέρα ύστερα από την κατάθεση της γνωστοποίησής του.
Άρθρο 9
Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος θα μπορεί, κατά την υπογραφή ή την προβλεπόμενη από το άρθρο 7 γνωστοποίηση ή προσχώρηση, να δηλώσει ότι αποκλείει ένα ή δύο από τα τρία πρώτα κεφάλαια της Σύμβασης αυτής. Κάθε Κράτος που θα έχει προβεί σε δήλωση, σύμφωνα με τη διάταξη της πρώτης παραγράφου αυτού του άρθρου, θα μπορεί κατόπιν να δηλώσει σε οποιοδήποτε χρόνο, με γνωστοποίηση που θ` απευθύνεται στο Ομοσπονδιακό Ελβετικό Συμβούλιο, ότι προσχωρεί επίσης και σ` εκείνα από τα κεφάλαια που είχε αποκλείσει.
Άρθρο 10
Η Σύμβαση αυτή εφαρμόζεται αυτοδικαίως σε όλη την έκταση του μητροπολιτικού εδάφους κάθε συμβαλλόμενου Κράτους. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος θα μπορεί κατά την υπογραφή ή κατά την προβλεπόμενη από το άρθρο 7 γνωστοποίηση, ή την προσχώρηση ή μεταγενέστερα να δηλώσει, με γνωστοποίηση που θ` απευθύνεται στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, ότι οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης θα εφαρμόζονται σε ένα ή περισσότερα από τα μη μητροπολιτικά εδάφη του ή σε Κράτη ή εδάφη των οποίων έχει αναλάβει τη διεθνή ευθύνη. Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα ειδοποιεί για την τελευταία αυτή γνωστοποίηση, το καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη και το Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης. Οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης θα μπορούν να εφαρμοσθούν στο έδαφος ή στα εδάφη που καθορίζονται στη γνωστοποίηση από την εξηκοστή ημέρα ύστερα από την ημερομηνία όπου το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα έχε λάβει αυτήν την γνωστοποίηση. Κάθε Κράτος που θα έχει προβεί σε δήλωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 αυτού του άρθρου, θα μπορεί ακολούθως να δηλώσει σε οποιοδήποτε χρόνο, με γνωστοποίηση που θ` απευθύνεται στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, ότι η Σύμβαση αυτή θα παύσει να εφαρμόζεται σε ένα ή περισσότερα από τα Κράτη ή τα εδάφη που υποδείχθηκαν στη δήλωση. Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα ειδοποιεί για τη νέα γνωστοποίηση το καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη και το Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης. Η Σύμβαση θα παύσει να εφαρμόζεται στα εδάφη που ορίσθηκαν με τον πιο πάνω τρόπο την εξηκοστή ημέρα ύστερα από την ημερομηνία όπου το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα έχει λάβει αυτήν τη γνωστοποίηση.
Άρθρο 11
Κάθε Κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης ή της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης θα μπορεί να προσχωρήσει στη Σύμβαση αυτή. Το Κράτος που επιθυμεί να προσχωρήσει θα γνωστοποιεί την πρόθεσή του με πράξη, που θα κατατίθεται στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο. Αυτό θα ειδοποιεί το καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη και το Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης για κάθε κατάθεση πράξης προσχώρησης. Η Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει για το Κράτος που προσχώρησε, την τριακοστή ημέρα ύστερα από την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης προσχώρησης. Η κατάθεση πράξης προσχώρησης δεν θα μπορεί να γίνει παρά μόνο μετά τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης αυτής.
Άρθρο 12
Η Σύμβαση αυτή θα παραμείνει σε ισχύ χωρίς περιορισμό διαρκείας. Το καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη θα έχει όμως την ευχέρεια να καταγγείλει είτε τη Σύμβαση αυτή, είτε ένα ή δυο από τα τρία πρώτα κεφάλαιά της οποτεδήποτε, με γνωστοποίηση που θ` απευθύνεται με έγγραφο στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, που θα πληροφορεί γι` αυτό τα άλλα συμβαλλόμενα Κράτη και το Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης. Αυτή η ευχέρεια για καταγγελία δεν θα μπορεί να ασκηθεί προτού παρέλθει προθεσμία πέντε ετών από τη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 7 ή από την προσχώρηση. Η καταγγελία θα παράγει αποτελέσματα ύστερα από προθεσμία έξι μηνών μετά την ημερομηνία όπου το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα έχει λάβει τη γνωστοποίηση που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο αυτού του άρθρου. Σε πίστωση των πιο πάνω οι παρακάτω υπογράφοντες αντιπρόσωποι, έχοντας τη σχετική εξουσιοδότηση υπέγραψαν αυτήν τη Σύμβαση.
Έγινε στο Παρίσι στις 10 Σεπτέμβρη 1964 σ` ένα μόνο πρωτότυπο, που θα κατατεθεί στ` αρχεία του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβούλιου, και από όπου ακριβές αντίγραφο θα σταλεί με τη διπλωματική οδό στο καθένα από τα συμβαλλόμενα Κράτη και στο Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης.
Άρθρο δεύτερο
Για την απαλλαγή από τα κωλύματα του γάμου που προβλέπουν τα άρθρα 1 και 2 της κυρούμενης σύμβασης, αρμόδιο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο του τόπου όπου έχει τη συνηθισμένη διαμονή του το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται το κώλυμα. Το δικαστήριο δικάζει κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 741 έως 781 του κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 33 του Αστικού Κώδικα.
Άρθρο τρίτο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 17 Νοεμβρίου 1986
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ