Νόμος 1784 ΦΕΚ Α΄113/1.6.1988

Κύρωση τροποποιημένης Καταστατικής Πράξης του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η τροποποιημένη Καταστατική Πράξη του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης που υιοθετήθηκε στις 20 Μαΐου 1987 κατά την πεντηκοστή πέμπτη έκτακτη σύνοδο του Συμβουλίου της Διακυβερνητικής Επιτροπής Μετανάστευσης της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ* ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

` Έχοντας υπόψη: Την Απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου 1951 της Συνδιάσκεψης Μετανάστευσης των Βρυξελλών.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ` Ότι η παροχή μεταναστευτικών υπηρεσιών, σε διεθνές επίπεδο, είναι συχνά αναγκαία για την εξασφάλιση προγραμματισμένης ροής στις μεταναστευτικές κινήσεις ανά τον κόσμο, και τη διευκόλυνση της εγκατάστασης και ένταξης των μεταναστών, υπό τις πιο ευνοϊκές συνθήκες, στην οικονομική και κοινωνική δομή της χώρας υποδοχής, ότι η παροχή παρόμοιων μεταναστευτικών υπηρεσιών μπορεί επίσης να είναι αναγκαία για την προσωρινή μετανάστευση, την παλιννόστηση και την ενδοζωνική μετανάστευση,

ότι η διεθνής μετανάστευση περιλαμβάνει και τη μετανάστευση των προσφύγων, των εκτοπισμένων ατόμων και άλλων προσώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και έχουν ανάγκη από διεθνείς μεταναστευτικές υπηρεσίες,

ότι παρίσταται ανάγκη να προαχθεί η συνεργασία μεταξύ Κρατών και διεθνών οργανισμών με σκοπό τη διευκόλυνση της μετανάστευσης προσώπων τα οποία επιθυμούν να μεταναστεύσουν σε χώρες, όπου θα μπορούν να εξασφαλίσουν οικονομική ανεξαρτησία με την εργασία τους και να ζήσουν με τις οικογένειές τους με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό,

ότι η μετακίνηση μπορεί να προκαλέσει τη δημιουργία νέων οικονομικών ευκαιριών στις χώρες υποδοχής και ότι υφίσταται σχέση μεταξύ της μετανάστευσης και των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών συνθηκών στις αναπτυσσόμενες χώρες,

ότι στη συνεργασία και στις άλλες διεθνείς μεταναστατικές δραστηριότητες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών,

ότι παρίσταται ανάγκη να προαχθεί η συνεργασία μεταξύ Κρατών και διεθνών οργανισμών, κυβερνητικών και μη κυβερνητικών, για έρευνα και διαβουλεύσεις σε θέματα μετανάστευσης όχι μόνο σε ό,τι αφορά στη μεταναστευτική διαδικασία, αλλά και στις ειδικές συνθήκες και ανάγκες του ίδιου του μετανάστη ως ανθρώπινης υπόστασης,

ότι η μετακίνηση των μεταναστών πρέπει, κατά το δυνατό, να πραγματοποιείται με κανονικά μέσα μεταφοράς, αλλά ορισμένες φορές είναι δυνατό να παρίσταται ανάγκη να χρησιμοποιηθούν πρόσθετες ή άλλες μεταφορικές ευκολίες,

ότι πρέπει να υφίσταται στενή συνεργασία και συντονισμός μεταξύ Κρατών και διεθνών οργανισμών, κυβερνητικών και μη κυβερνητικών, σε θέματα μετανάστευσης και προσφύγων,

ότι παρίσταται ανάγκη για διεθνή χρηματοδότηση των υπηρεσιών που αναφέρονται στη διεθνή μετανάστευση.

ΙΔΡΥΟΥΝ το ΔΙΕΘΝΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ που στο εξής θα αναφέρεται ως ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ και ΑΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ. * Το παρόν κείμενο περιλαμβάνει την Καταστατική πράξη της 19ης Οκτωβρίου 1953 της Διακυβερνητικής Επιτροπής Μετανάστευσης εξ` Ευρώπης (προηγούμενη ονομασία του Οργανισμού) και τις τροποποιήσεις που υιοθετήθηκαν στις 20 Μαΐου 1987 και τέθηκαν σε ισχύ στις……..

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Σκοπός και λειτουργίες

Άρθρο 1.

1. Ο σκοπός και οι λειτουργίες του Οργανισμού είναι:

α) να λαμβάνει κάθε μέτρο για την οργανωμένη μεταφορά, των μεταναστών, για τους οποίους οι υφιστάμενες διευκολύνσεις θεωρούνται ανεπαρκείς ή οι οποίοι, διαφορετικά, δε θα μπορούσαν να μετακινηθούν χωρίς ιδιαίτερη βοήθεια, σε χώρες που παρέχουν δυνατότητες προγραμματισμένης εισδοχής μεταναστών,

β) να μεριμνά για την οργανωμένη μεταφορά προσφύγων, εκτοπισμένων προσώπων και άλλων ατόμων που έχουν ανάγκη από διεθνείς μεταναστευτικές υπηρεσίες, για τα οποία μπορεί να γίνουν διευθετήσεις μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Κρατών, στα οποία περιλαμβάνονται και τα Κράτη που αναλαμβάνουν να δεχθούν τα άτομα αυτά.

γ) να μεριμνά, με αίτηση και σε συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα Κράτη, για την παροχή μεταναστευτικών υπηρεσιών, όπως: η επιλογή και η εγγραφή μεταναστών, η συμπλήρωση των απαιτούμενων διατυπώσεων, η εκπαίδευση σε ξένες γλώσσες, η ενημέρωση, η ιατρική εξέταση, η τοποθέτηση σε εργασία, η παροχή υπηρεσιών που θα διευκόλυναν την υποδοχή και την ένταξη, η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών για ερωτήματα που αφορούν στη μετανάστευση καθώς και παροχή άλλης βοήθειας που θα ήταν σύμφωνη με τους σκοπούς του Οργανισμού,

δ) να μεριμνά, με αίτηση των Κρατών, για την παροχή παρόμοιων υπηρεσιών, ή σε συνεργασία με άλλους ενδιαφερόμενους Διεθνείς Οργανισμούς για την εκούσια παλιννόστηση στην οποία περιλαμβάνεται και ο εκούσιος επαναπατρισμός,

ε) να προσφέρει στα Κράτη και στους Διεθνείς και άλλους Οργανισμούς ένα βήμα (φόρουμ) για συζητήσεις, ανταλλαγή γνωμών και εμπειριών, καθώς και για την προαγωγή της συνεργασίας και του συντονισμού των ενεργειών σε θέματα διεθνούς μεταναστεύσεως, στα οποία περιλαμβάνεται και η πραγματοποίηση μελετών, σε τέτοια θέματα, με σκοπό την εξεύρεση πρακτικών λύσεων.

2. Κατά την ενάσκηση των λειτουργιών του, ο Οργανισμός θα συνεργάζεται στενά με Διεθνείς Οργανισμούς, κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς, οι οποίοι ασχολούνται με θέματα μετανάστευσης και προσφύγων με σκοπό τη διευκόλυνση, μεταξύ άλλων, του συντονισμού των διεθνών ενεργειών στους τομείς αυτούς. Η συνεργασία αυτή θα πραγματοποιείται με αμοιβαίο σεβασμό προς την αρμοδιότητα κάθε ενδιαφερόμενου οργανισμού.

3. Ο Οργανισμός αναγνωρίζει ότι τα κριτήρια εισδοχής και ο αριθμός των μεταναστών που πρόκειται να γίνουν δεκτοί αποτελούν ζητήματα που ανάγονται στην κυριαρχική δικαιοδοσία των Κρατών. Ο Οργανισμός, κατά την ενάσκηση των λειτουργιών του αυτών, θα συμμορφώνεται με τους νόμους, τους κανονισμούς και την πολιτική των ενδιαφερόμενων Κρατών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Μέλη

Άρθρο 2.

Μέλη του Οργανισμού Μεταναστεύσεως είναι: α) Τα Κράτη εκείνα που είναι μέλη του Οργανισμού και που αποδέχτηκαν την παρούσα Καταστατική Πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 34, ή τα Κράτη εκείνα στα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 35. β) `Άλλα Κράτη, που έχουν αποδεδειγμένο ενδιαφέρον για την Αρχή της ελεύθερης μετακίνησης των ατόμων και που αναλαμβάνουν να εισφέρουν οικονομικώς, τουλάχιστο, στις δαπάνες διοικήσεως του Οργανισμού. Το ποσοστό της εισφοράς συμφωνείται μεταξύ του Συμβουλίου και του ενδιαφερόμενου Κράτους, με την προϋπόθεση ότι η απόφαση του Συμβουλίου λαμβάνεται με πλειοψηφία 2/3, και ότι το ενδιαφερόμενο Κράτος αποδέχεται την παρούσα Καταστατική Πράξη.

Άρθρο 3

Κάθε Κράτος – Μέλος μπορεί να γνωστοποιήσει την απόφασή του ότι θα αποχωρήσει από τον Οργανισμό, με λήξη του οικονομικού έτους. Η γνωστοποίηση πρέπει να γίνει εγγράφως και να περιέλθει στο Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού, τουλάχιστον 4 μήνες πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους. Οι οικονομικές υποχρεώσεις προς τον Οργανισμό του Κράτους – Μέλους, που γνωστοποίησε την απόφασή του να αποχωρήσει, θα καλύπτουν ολόκληρο το οικονομικό έτος κατά το οποίο έγινε η γνωστοποίηση.

Άρθρο 4

1. Εάν Κράτος – Μέλος δεν εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις προς τον Οργανισμό για δύο συνεχή οικονομικά έτη, το Συμβούλιο μπορεί με πλειοψηφία 2/3 ν` αναστείλει το δικαίωμα ψήφου αυτού του Κράτους – Μέλους και να διακόψει όλες ή μέρος των υπηρεσιών, στις οποίες έχει αυτό το δικαίωμα. Το Συμβούλιο έχει τη δικαιοδοσία ν ` αποκαταστήσει Κράτος – Μέλος στο δικαίωμα συμμετοχής του στην ψηφοφορία και στις υπηρεσίες με απλή πλειοψηφία. 2. Κάθε Κράτος – Μέλος μπορεί ν` απολέσει την ιδιότητα του μέλους, με απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται με πλειοψηφία 2/3, αν επιμόνως παραβιάζει τις αρχές της παρούσας Καταστατικής Πράξης. Το Συμβούλιο, με απλή πλειοψηφία έχει τη δικαιοδοσία ν` αποκαθιστά Κράτος στην ιδιότητά του ως μέλους του Οργανισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Όργανα

Άρθρο 5

`Όργανα του Οργανισμού είναι:

α) Το Συμβούλιο,

β) Η Διοικούσα Επιτροπή,

γ) Η Διοίκηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV Συμβούλιο

Άρθρο 6.

`Έργα του Συμβουλίου, εκτός απ` αυτά που αναφέρονται σ Άλλα άρθρα της παρούσας Καταστατικής Πράξης είναι: α) Να καθορίζει την πολιτική του Οργανισμού.

β) Να μελετά τις εκθέσεις και να κατευθύνει τις εργασίες της Εκτελεστικής Επιτροπής.

γ) Να μελετά τις εκθέσεις και να κατευθύνει τις ενέργειες του Γενικού Διευθυντή.

δ) Να μελετά και να εγκρίνει το πρόγραμμα, τον προϋπολογισμό, τις δαπάνες και τους λογαριασμούς του Οργανισμού.

ε) Να προβαίνει σε κάθε άλλη ενδεδειγμένη ενέργεια για την προαγωγή των σκοπών του Οργανισμού.

Άρθρο 7

1. Το Συμβούλιο αποτελείται από αντιπροσώπους των Κρατών – Μελών. 2. Κάθε Κράτος – Μέλος συμμετέχει με έναν αντιπρόσωπο και με όσα αναπληρωματικά μέλη και συμβούλους έκρινε ότι είναι αναγκαίοι.

3. Κάθε Κράτος – Μέλος έχει μία ψήφο στο Συμβούλιο.

Άρθρο 8

Το Συμβούλιο μπορεί να δεχθεί, κατόπιν αιτήσεώς τους, Κράτη μη Μέλη και Διεθνείς Οργανισμούς, κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς, που ασχολούνται με θέματα μετανάστευσης, προσφύγων ή ανθρώπινου εργατικού δυναμικού, ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις του, υπό προϋποθέσεις που θα καθορίζονταν στον κανονισμό λειτουργίας του. Οι παρατηρητές δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 9

1. Το Συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική Σύνοδο, μία φορά το χρόνο. 2. Το Συμβούλιο συνέρχεται σε έκτακτες Συνόδους, με αίτηση:

α) του ενός τρίτου των μελών,

β) της Εκτελεστικής Επιτροπής,

γ) του Γενικού Διευθυντή ή του Προέδρου του Συμβουλίου, σε επείγουσες περιπτώσεις. 3. Το Συμβούλιο εκλέγει, κατά την έναρξη κάθε τακτικής Συνόδου, τον Πρόεδρο και τ Άλλα μέλη του Προεδρείου, για περίοδο ενός έτους.

Άρθρο 10

Το Συμβούλιο μπορεί να καταρτίζει υποεπιτροπές, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο για τη σωστή εκπλήρωση του έργου του.

Άρθρο 11

Το Συμβούλιο καταρτίζει τον κανονισμό λειτουργίας του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Εκτελεστική Επιτροπή

Άρθρο 12

`Έργα της Εκτελεστικής Επιτροπής είναι: α) η μελέτη και η εξέταση της πολιτικής, των προγραμμάτων και των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, καθώς και η μελέτη και εξέταση της ετήσιας έκθεσης του Γενικού Διευθυντή και άλλων ειδικών εκθέσεων,

β) η μελέτη των οικονομικών και των σχετικών με τον προϋπολογισμό θεμάτων που ανάγονται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου,

γ) η εξέταση οποιουδήποτε θέματος που ειδικώς παραπέμπεται σ` αυτήν, από το Συμβούλιο, ακόμη και η αναθεώρηση του προϋπολογισμού, καθώς και η λήψη αποφάσεων, επί των θεμάτων αυτών, που θα έκρινε ότι είναι αναγκαίες,

δ) η παροχή συμβουλών προς το Γενικό Διευθυντή για θέματα τα οποία μπορεί να έχει αυτός παραπέμψει σ` αυτήν,

ε) η λήψη, κατά το χρόνο μεταξύ των συνόδων του Συμβουλίου, επειγουσών αποφάσεων, σε θέματα που ανάγονται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου, τις οποίες πρέπει να παρουσιάσει για έγκριση, από το σώμα αυτό, κατά την επόμενη σύνοδό του,

στ) η υποβολή, με δική της πρωτοβουλία, εισηγήσεων και προτάσεων προς το Συμβούλιο ή το Γενικό Διευθυντή,

ζ) η υποβολή εκθέσεων ή προτάσεων προς το Συμβούλιο για θέματα με τα οποία έχει ασχοληθεί.

Άρθρο 13

1. Η Εκτελεστική Επιτροπή αποτελείται από αντιπροσώπους εννέα Κρατών – Μελών. Ο αριθμός των μελών μπορεί ν` αυξηθεί με απόφαση του Συμβουλίου που θα λαμβάνεται με πλειοψηφία 2/3 των ψήφων, υπό τον όρο ότι αυτά δεν θα υπερβαίνουν το 1/3 των μελών του Οργανισμού.

2. Τα Κράτη – Μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής εκλέγονται από το Συμβούλιο για ένα χρόνο και είναι επανεκλέξιμα.

3. Κάθε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής ορίζει έναν αντιπρόσωπο και όσους αναπληρωματικούς και συμβούλους έκρινε ότι είναι αναγκαίοι. 4. Κάθε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής έχει μία ψήφο.

Άρθρο 14

1. Η Εκτελεστική Επιτροπή συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.

Η Εκτελεστική Επιτροπή μπορεί να συγκαλείται όσες φορές είναι αναγκαίο, το χρόνο, για να διεκπαιραιώσει το έργο της, με αίτηση: α) του Προέδρου της,

β) του Συμβουλίου,

γ) του Γενικού Διευθυντή, μετά από συνεννόηση με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου,

δ) της πλειοψηφίας των μελών της.

2. Η Εκτελεστική Επιτροπή εκλέγει, μεταξύ των μελών της, τον Πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο, για περίοδο ενός έτους.

Άρθρο 15

Η Εκτελεστική Επιτροπή μπορεί με έγκριση του Συμβουλίου να καταρτίζει υποεπιτροπές, που θα έκρινε ότι είναι αναγκαίες για τη διεκπεραίωση του έργου της.

Άρθρο 16

Η Εκτελεστική Επιτροπή συντάσσει τον κανονισμό λειτουργίας της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Διοίκηση

Άρθρο 17

Η Διοίκηση περιλαμβάνει το Γενικό Διευθυντή, τον αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή, και όσο προσωπικό καθόριζε το Συμβούλιο.

Άρθρο 18

1. Ο Γενικός Διευθυντής και ο αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής εκλέγονται από το Συμβούλιο, με πλειοψηφία 2/3, και είναι επανεκλέξιμοι. Η θητεία τους είναι πενταετής, μπορεί όμως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να είναι μικρότερης διάρκειας, εφ` όσον αυτό αποφάσισε το Συμβούλιο με πλειοψηφία 2/3. Ο Γενικός Διευθυντής και ο αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τους όρους των συμβάσεών τους που εγκρίνονται από το Συμβούλιο και υπογράφονται, για λογαριασμό του Οργανισμού, από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου.

2. Ο Γενικός Διευθυντής είναι υπεύθυνος έναντι στου Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής. Ο Γενικός Διευθυντής διοικεί και διευθύνει τις υπηρεσίες του Οργανισμού, σύμφωνα με την παρούσα Καταστατική Πράξη και την πολιτική και τις αποφάσεις του Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και τους κανόνες και τους κανονισμούς που θεσπίζονται από τα όργανα αυτά. Ο Γενικός Διευθυντής υποβάλλει προτάσεις προς το Συμβούλιο σχετικά με τα ενδεδειγμένα μέτρα που πρέπει αυτό να λάβει.

Άρθρο 19

Ο Γενικός Διευθυντής διορίζει το διοικητικό προσωπικό σύμφωνα με τους κανονισμούς προσωπικού που εγκρίνονται από το Συμβούλιο.

Άρθρο 20

1. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο Γενικός Διευθυντής, ο αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό υποχρεούνται ούτε να ζητούν ούτε να δέχονται οδηγίες από οποιοδήποτε Κράτος ή αρχή έξω από τον Οργανισμό. Πρέπει να απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς την ιδιότητά τους ως διεθνών υπαλλήλων.

2. Κάθε Κράτος – Μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να σέβεται τον αποκλειστικό διεθνή χαρακτήρα του έργου του Γενικού Διευθυντή και του αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή και του προσωπικού και να μην επιδιώκει να τους επηρεάζει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3. Ικανότητα, καταλληλότητα και ακεραιότητα χαρακτήρα, είναι τα πρωταρχικά κριτήρια για την πρόσληψη και την χρησιμοποίηση του προσωπικού, που εκτός από ειδικές περιπτώσεις προσλαμβάνεται μεταξύ υπηκόων των Κρατών – Μελών του Οργανισμού, λαμβάνοντας υπόψη, κατά το δυνατό, την αρχή της ισόρροπης γεωγραφικής κατανομής.

Άρθρο 21

Ο Γενικός Διευθυντής παρίσταται ή εκπροσωπείται από τον αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή, ή άλλο εκπρόσωπό του, σ` όλες τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής και των υποεπιτροπών. Ο Γενικός Διευθυντής, ή ο εκπρόσωπός του, μπορεί να συμμετέχει στις συζητήσεις, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 22

Κατά την τακτική Σύνοδο του Συμβουλίου, την αμέσως επόμενη από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, ο Γενικός Διευθυντής υποβάλλει στο Συμβούλιο, μέσω της Εκτελεστικής Επιτροπής, έκθεση για το έργο του Οργανισμού, που περιέχει πλήρη ανάλυση των δραστηριοτήτων του, κατά το υπό κρίση έτος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Έδρα

Άρθρο 23

1. Ο Οργανισμός έχει την έδρα του στη Γενεύη. Το Συμβούλιο μπορεί με πλειοψηφία 2/3 να αποφασίσει τη μεταφορά της έδρας. 2. Οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής γίνονται στην έδρα του Οργανισμού, εκτός αν, με πλειοψηφία 2/3 των μελών τους, το Συμβούλιο ή η Εκτελεστική Επιτροπή, αντίστοιχα, αποφασίσουν να συνεδριάσουν αλλού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

Οικονομικά

Άρθρο 24

Ο Γενικός Διευθυντής υποβάλλει στο Συμβούλιο, μέσω της Εκτελεστικής Επιτροπής, τον ετήσιο προϋπολογισμό που περιλαμβάνει τις δαπάνες διοικήσεως και τις δαπάνες υπηρεσιών (προγραμμάτων), καθώς και τα προβλεπόμενα έσοδα του Οργανισμού, άλλες συμπληρωματικές προβλέψεις, που θα κρίνονταν αναγκαίες, και τις ετήσιες ή ειδικές λογιστικές καταστάσεις του Οργανισμού.

Άρθρο 25

1. Οι ανάγκες του Οργανισμού καλύπτονται από τους εξής πόρους:

α) Ως προς το μέρος του προϋπολογισμού που αφορά στις διοικητικές δαπάνες, από εισφορές σε χρήμα των Κρατών – Μελών, που είναι απαιτητές στην αρχή του οικονομικού έτους, στο οποίο αφορούν και πρέπει να καταβάλλονται το ενωρίτερο δυνατό.

β) Ως προς το μέρος του προϋπολογισμού που αφορά στις υπηρεσίες (προγράμματα), από εισφορές σε χρήμα, σε είδος και υπό μορφή υπηρεσιών των Κρατών – Μελών, άλλων Κρατών, Διεθνών Οργανισμών, κυβερνητικών και μη κυβερνητικών, ή άλλων νομικών προσώπων ή ατόμων, και πρέπει να καταβάλλονται το ενωρίτερο δυνατό, και στο ακέραιο, πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους, στο οποίο αφορούν.

2. Τα Κράτη – Μέλη εισφέρουν στο διοικητικό μέρος του προϋπολογισμού του Οργανισμού ποσοστό που συμφωνείται μεταξύ του Συμβουλίου και του ενδιαφερόμενου Κράτους – Μέλους.

3. Οι εισφορές στις δαπάνες για τις υπηρεσίες (προγράμματα) του Οργανισμού είναι προαιρετικές και κάθε εισφέρον μέλος στο τμήμα αυτό του προϋπολογισμού μπορεί να θέτει στον Οργανισμό όρους και προϋποθέσεις, που να συνάδουν προς τους σκοπούς και τα έργα του Οργανισμού, ως προς τη χρησιμοποίηση των εισφορών του.

4. α) `Όλες οι δαπάνες διοικήσεως της έδρας του Οργανισμού και όλες οι άλλες διοικητικές δαπάνες, με εξαίρεση αυτές που πραγματοποιούνται για τη διεκπεραίωση των εργασιών που αναφέρονται στη παράγραφο 1C και D του άρθρου 1, βαρύνουν το διοικητικό τμήμα του προϋπολογισμού.

β) `Όλες οι δαπάνες που αφορούν τις υπηρεσίες (τα προγράμματα) και οι διοικητικές δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη διεκπειραίωση των εργασιών που μνημονεύονται στη παράγραφο 1C και D του άρθρου 1 βαρύνουν το τμήμα προϋπολογισμού που αφορά στις υπηρεσίες (προγράμματα).

5. Το Συμβούλιο λαμβάνει μέριμνα για την αποτελεσματική και οικονομική διαχείριση.

Άρθρο 26

Ο οικονομικός κανονισμός συντάσσεται από το Συμβούλιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

Νομική Κατάσταση

Άρθρο 27

 

Ο Οργανισμός είναι νομικό πρόσωπο και απολαμβάνει της απαιτούμενης νομικής ικανότητας για την ενάσκηση των λειτουργιών του και την εκπλήρωση των σκοπών του, και ειδικότερα έχει την ικανότητα, σύμφωνα με τους επιτόπιους νόμους:

α) να συμβάλλεται,

β) να αποκτά και να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία,

γ) να εισπράττει και να δαπανά δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια και

δ) να παρίσταται ενώπιον των δικαστικών αρχών.

Άρθρο 28

1. Ο Οργανισμός απολαμβάνει των προνομίων και των απαλλαγών εκείνων που είναι απαραίτητα για την ενάσκηση των λειτουργιών του και την εκπλήρωση των σκοπών του. 2. Οι αντιπρόσωποι των Κρατών – Μελών, ο Γενικός Διευθυντής, ο αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό διοικήσεως απολαμβάνουν των προνομίων και των απαλλαγών εκείνων, που είναι απαραίτητα για την ελεύθερη άσκηση των καθηκόντων τους, που αναφέρονται στο έργο του Οργανισμού.

3. Τα ανώτερα προνόμια και οι απαλλαγές θα καθορίζονται με συμφωνίες που θα συνομολογούνται μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερόμενων Κρατών ή με άλλα μέτρα που τα ενδιαφερόμενα Κράτη θα ελάμβαναν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ

Διάφορες Διατάξεις

Άρθρο 29

1. `Όλες οι αποφάσεις του Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής και των υποεπιτροπών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία, εκτός αν, σαφώς, ορίζεται διαφορετική πλειοψηφία, στην παρούσα Καταστατική Πράξη ή τους κανονισμούς που καταρτίζονται από το Συμβούλιο και την Εκτελεστική Επιτροπή, αντίστοιχα.

2. Η πλειοψηφία, που ορίζεται από τις διατάξεις της παρούσας Καταστατικής πράξης ή τους κανονισμούς που συντάσσονται από το Συμβούλιο ή την Εκτελεστική Επιτροπή, αναφέρεται στα παρόντα και ψηφίζοντα μέλη.

3. Η ψηφοφορία δεν είναι έγκυρη αν δεν παρίσταται η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής ή των υποεπιτροπών, αντίστοιχα.

Άρθρο 30

1. Τα κείμενα των προτεινόμενων τροποποιήσεων της παρούσας Καταστατικής Πράξης πρέπει να γνωστοποιηθούν από το Γενικό Διευθυντή στα Κράτη – Μέλη, τρείς τουλάχιστον μήνες πριν αυτές εξετασθούν από το Συμβούλιο.

2. Οι τροποποιήσεις θα τεθούν σε ισχύ, όταν υιοθετηθούν από τα 2/3 των μελών του Συμβουλίου και θα γίνουν δεκτές από τα 2/3 των Κρατών – Μελών κατά τις επιτόπιες συνταγματικές διαδικασίες, με την προϋπόθεση όμως ότι οι τροποποιήσεις που συνεπάγονται νέες υποχρεώσεις για τα Μέλη θα ισχύσουν ως προς κάθε συγκεκριμένο Μέλος μόνο όταν το Μέλος αυτό αποδεχθεί τις τροποποιήσεις αυτές.

Άρθρο 31

Κάθε διένεξη που αναφέρεται στην ερμηνεία ή τη εφαρμογή της παρούσας Καταστατικής Πράξης, η οποία δε διευθετείται με διαπραγματεύσεις ή με απόφαση του Συμβουλίου, λαμβανόμενη με πλειοψηφία 2/3, θα παραπέμπεται στο Διεθνές Δικαστήριο, σύμφωνα με τον κανονισμό του Δικαστηρίου αυτού, εκτός αν τα ενδιαφερόμενα Κράτη – Μέλη συμφωνήσουν, σ Άλλο τρόπο διακανονισμού, μέσα σ` εύλογο χρονικό διάστημα.

Άρθρο 32

Ο Οργανισμός μπορεί, με έγκριση των 2/3 των μελών του Συμβουλίου, ν` αναλαμβάνει από άλλους διεθνείς οργανισμούς ή ιδρύματα που επιτελούν καθήκοντα και έργα τα οποία εμπίπτουν στους σκοπούς του Οργανισμού, δραστηριότητες, πόρους και υποχρεώσεις οι οποίες θα καθορίζονται βάσει διεθνούς συμφωνίας ή άλλου διακανονισμού μεταξύ των αρμόδιων διοικήσεων των αντίστοιχων οργανισμών.

Άρθρο 33

Το Συμβούλιο μπορεί, με πλειοψηφία 3/4 των μελών του, ν αποφασίσει τη διάλυση του Οργανισμού.

Άρθρο 34*

Η παρούσα Καταστατική Πράξη τίθεται σε ισχύ για όσα Κράτη – Μέλη της Διακυβερνητικής Επιτροπής Μεταναστεύσεως εξ Ευρώπης αποδέχτηκαν αυτή σύμφωνα με τις αντίστοιχες συνταγματικές τους διαδικασίες την ημέρα της πρώτης συνεδρίασης της Επιτροπής, εφ` όσον:

α) τουλάχιστον τα 2/3 των Μελών της Επιτροπής και

β) αριθμός Μελών των οποίων οι εισφορές αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 75% του διοικητικού τμήματος του προϋπολογισμού, Θα γνωστοποιήσουν στο Διευθυντή την αποδοχή, από μέρους τους, της παρούσας Καταστατικής Πράξης.

Άρθρο 35*

` Όσα Κράτη – Μέλη της Διακυβερνητικής Επιτροπής Μετανάστευσης από την Ευρώπη δεν έχουν, ως την ημερομηνία που τίθεται σε ισχύ η παρούσα Καταστατική Πράξη, γνωστοποιήσει προς το Διευθυντή την από μέρους τους αποδοχή της Καταστατικής Πράξης μπορούν να παραμείνουν Μέλη της Επιτροπής για περίοδο ενός έτους, από την ημερομηνία αυτή, εφ` όσον καταβάλουν εισφορά στα έξοδα διοικήσεως της Επιτροπής, σύμφωνα με τη παράγραφο 2 του άρθρου 25. Κατά τη διάρκεια του χρόνου αυτού διατηρούν το δικαίωμα ν` αποδεχθούν την Καταστατική αυτή Πράξη.

Άρθρο 36

Τα κείμενα της παρούσας Καταστατικής Πράξης στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα θεωρούνται εξ ίσου έγκυρα.

* Τα άρθρα 34 και 35 προστέθηκαν κατά το χρόνο που τέθηκε σε ισχύ η Καταστατική Πράξη στις 30 Νοεμβρίου 1954.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης Καταστατικής Πράξης από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων των άρθρων 34 και 35 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 31  Μαΐου 1988

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΑΓΑΜ. ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ