ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 1
Προσδιορισμός φορολογητέας ύλης βάσει δαπανών
1. Ο πίνακας του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου5 του Ν.Δ.3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Φορολογήσιμοι ίπποι αυτοκινήτου | Ετήσια τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης βάσει κατοχής αυτοκινήτου σε δραχμές |
Μέχρι 7 | 650.000 |
8 | 800.000 |
9 | 900.000 |
10 | 1.100.000 |
11 | 1.300.000 |
12 | 1.500.000 |
13 | 1.800.000 |
14 | 2.200.000 |
15 | 2.600.000 |
16 | 3.400.000 |
17 | 4.100.000 |
18 | 4.600.000 |
19 | 5.200.000 |
20 | 5.800.000 |
21 | 7.500.000 |
22 | 8.200.000 |
23 και άνω | 9.000.000 |
«Προκειμένου για εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων καθώς και για τις επιχειρήσεις ενοικίασης αυτοκινήτων, που χρησιμοποιούν για το σκοπό αυτόν περισσότερα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, για τον υπολογισμό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης λαμβάνεται υπόψη το αυτοκίνητο που δίνει τη μεγαλύτερη τεκμαρτή δαπάνη. Οι διατάξεις της παρούσας περίπτωσης β εφαρμόζονται ανάλογα και για τον προσδιορισμό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης με βάση το ύψος των ετήσιων εξόδων συντήρησης και κυκλοφορίας αυτοκινήτου μικτής χρήσης».
3. Η περίπτωση γ΄ της παρ. 2 του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Η ετήσια τεκμαρτή δαπάνη βάσει του κυβισμού δίτροχου ιδιωτικής χρήσης αυτοκινούμενου οχήματος, η οποία καθορίζεται στο ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών για μοτοσικλέτα πεντακοσίων (500) κυβικών εκατοστών προσαυξανόμενη με το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων (85.000) δραχμών ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά προκειμένου για μοτοσικλέτες με΄ κυβισμό πάνω από πεντακόσια (500) κυβικά εκατοστά. Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης εφαρμόζονται ανάλογα και στην παρούσα περίπτωση».
4. Η υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα Για μηχανοκίνητα σκάφη ανοικτού τύπου
ταχύπλοα και μη ολικού μήκους μέχρι πέντε μέτρα στο ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, που προσαυξάνεται με το ποσό ογδόντα πέντε χιλιάδων (85.000) δραχμών για κάθε μέτρο μήκους πάνω από τα 5 (πέντε) μέτρα».
5. Ο πίνακας του πρώτου εδαφίου της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
Μήκος σκάφους | Ετήσια τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης |
Μέχρι 8 μέτρα | 800.000 |
Πάνω από 8 μέτρα | 1.400.000 |
Πάνω από 10 μέτρα | 1.800.000 |
Πάνω από 12 μέτρα | 2.300.000 |
Πάνω από 14 μέτρα | 3.000.000 |
Πάνω από 16 μέτρα | 3.800.000 |
Πάνω από 18 μέτρα | 4.800.000 |
Πάνω από 20 μέτρα | 6.000.000 |
Πάνω από 22 μέτρα | 7.400.000 |
Πάνω από 24 μέτρα | 9.000.000 |
Πάνω από 26 μέτρα | 11.000.000
|
«στ) Η ετήσια τεκμαρτή δαπάνη για αεροσκάφη, ελικόπτερα και ανεμόπτερα κυριότητας ή κατοχής του φορολογουμένου, της συζύγου του ή των προσώπων που συνοικούν μαζί τους και τους βαρύνουν κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η οποία ορίζεται ως εξής:
αα. Για αεροσκάφη με κινητήρα κοινό, εσωτερικής καύσης και στροβιλοελικοφόρα, καθώς και ελικόπτερα στο ποσό των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών για τους εκατό (100) πρώτους ίππους, που προσαυξάνεται με το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών για κάθε ίππο πάνω από τους 100 (εκατό) ίππους του κινητήρα αυτών.
ββ. Για αεροσκάφη αεριοπροωθούμενα (JΕΤ) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών για κάθε λίμπρα ώθησης.
γγ. Για ανεμόπτερα στο ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) δραχμών».
7. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αγορά αυτοκινήτων, δίτροχων ή τρίτροχων αυτοκινούμενων οχημάτων, πλοίων αναψυχής και λοιπών σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών πραγμάτων μεγάλης αξίας.»
8. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 6του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«α). Προκειμένου για μισθωτούς και συνταξιούχους, εφ΄ όσον ο φορολογούμενος, η σύζυγος του και τα τέκνα που τους βαρύνουν έχουν εισοδήματα μόνο από μισθωτές υπηρεσίες και διαθέτουν επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης μέχρι δέκα (10) φορολογήσιμους ίππους ή και απαλλασσόμενο εισόδημα από ιδιοκατοίκηση κύριας και δευτερεύουσας κατοικίας, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ του κεφαλαίου Α της παραγράφου 1 του άρθρου 7».
9. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθεται, μετά την περίπτωση δ΄ νέα περίπτωση ε΄ και η περίπτωση ε΄ αυτής, αναριθμείται σε στ΄ ως εξής:
«ε) Προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη η οποία προκύπτει βάσει ενός επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης μέχρι και 14 φορολογήσιμους ίππους, το οποίο ανήκει στην κυριότητα ή κατοχή πολύτεκνου φορολογουμένου ή της συζύγου του και των προσώπων που συνοικούν με αυτούς και τους βαρύνουν. Η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει όταν αυτοί είναι κύριοι ή κάτοχοι και άλλου επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, ανεξάρτητα από την ιπποδύναμη του ή αν για τα πρόσωπα αυτά εφαρμόζονται οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και γ΄ έως και ζ΄ της παραγράφου 2».
10. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3328/1955 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Το αφορολόγητο ποσό αυτής της περίπτωσης, που προέρχεται από δωρεές χρηματικών ποσών, δεν μπορεί να υπερβεί ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του εισοδήματος που προκύπτει σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης της παραγράφου 7 του άρθρου 5».
11. Στο άρθρο 72 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθενται παράγραφοι 10, 11, 12, 13,14 και 15, ως εξής:
«10. Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικών εγγράφων, καθώς και η καταχώρηση συμβολαιογραφικού ή ιδιωτικού συμφωνητικού (συμφωνίας) για τη μεταβίβαση της κυριότητας ολικά ή μερικά ή της σύστασης άλλου εμπράγματου δικαιώματος επί αυτοκινήτου οχήματος ή μοτοσικλέτας από 500 κ. ε. και πάνω ή σκάφους αναψυχής ή αεροσκάφους ή ελικοπτέρου που αναφέρονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄, ε΄ και΄ στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955, σε δημόσια βιβλία ή έγγραφα, καθώς και η θεώρηση των υπογραφών στις σχετικές δηλώσεις ή συμφωνίες από οποιαδήποτε αρχή ή πρόσωπο έχει το δικαίωμα της θεώρησης αυτής, καθώς και η έκδοση οποιουδήποτε δημόσιου εγγράφου που να βεβαιώνει τη μεταβολή της κυριότητας ή τη σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επί των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων, αν δεν προσκομισθεί βεβαίωση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ότι τα παραπάνω μεταβιβαζόμενα ή βαρυνόμενα περιουσιακά στοιχεία έχουν περιληφθεί στη δήλωση που υπέβαλε ο υπόχρεος για τη φορολογία του εισοδήματος του, που απέκτησε το αμέσως προηγούμενο του έτους της μεταβίβασης ή της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος στα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία.
11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται το έγγραφο που αναπληρώνει τη βεβαίωση της προηγούμενης παραγράφου και γενικά η διαδικασία που θα ακολουθείται στην περίπτωση που η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος στα υπόψη περιουσιακά στοιχεία γίνεται με βάση το νόμο ή δικαστική απόφαση ή αυτοσύμβαση ή αναγκαστικό (δημόσιο) πλειστηριασμό ή ιδιωτικό συμφωνητικό και δεν προσκομίζεται η βεβαίωση της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
12. Το πρόσωπο, που κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου χρησιμοποίησε άλλο έγγραφο αντί για τη βεβαίωση της παραγράφου 1, έχει υποχρέωση σε ένα μήνα από την έκδοση άδειας κυκλοφορίας των υπόψη οχημάτων ή της καταχώρισης στο νηολόγιο ή στο μητρώο αεροσκαφών, των πράξεων μεταβίβασης ή σύστασης εμπράγματου δικαιώματος στα υπόψη περιουσιακά στοιχεία υπέρ αυτού. να προσκομίσει στη Δ.Ο.Υ., που ήταν αρμόδια για την έκδοση της βεβαίωσης της παρ. 1, σχετικό πιστοποιητικό της αρμόδιας δημόσιας υπηρεσίας για τη σχετική εγγραφή ή την άδειας κυκλοφορίας, διαφορετικά του επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι 200.000 δραχμές.
13.Σε όσους υποβάλλουν εκπρόθεσμα δηλώσεις στις οποίες δηλώνουν δαπάνες των περιπτώσεων β΄, γ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του παρόντος, επιβάλλεται πρόστιμο έως 200.000 δραχμές, εφόσον σε έξι (6) μήνες από την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης ζητήσουν το πιστοποιητικό πουαπό την παράγραφο 10 του παρόντος.
14. Μετά την παραλαβή του πιστοποιητικού της παραγράφου 12 του παρόντος από την Δ.Ο.Υ., αν διαπιστωθεί ότι δεν είχε δηλωθεί, αν και υπήρχε υποχρέωση, η τεκμαρτή δαπάνη των περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στο υπόψη πιστοποιητικό, το πρόστιμο της προηγούμενης παραγράφου διπλασιάζεται.
15. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 73 του Ν.Δ. 323/1955 εφαρμόζονται ανάλογα.».
12. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄ και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3323/1955 αρχίζει από το οικονομικό έτος 1992.
13. Στην παράγραφο 2 του άρθρου9 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθενται, μεταξύ του και τρίτου εδαφίου αυτής, δύο νέα εδάφια, ως εξής:
«Το ποσό αυτό μειώνεται, επίσης, ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων που βαρύνουν το φορολογούμενο ή τον άλλο σύζυγο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, ως εξής:
α) Με ποσοστό 30% του φόρου που αναλογεί και για ποσό μείωσης μέχρι 100.000 δραχμές, αν ο φορολογούμενος βαρύνεται με τρία τέκνα.
β) Με ποσοστό 40% του φόρου που αναλογεί και για ποσό μείωσης μέχρι 200-000 δραχμές, αν ο φορολογούμενος βαρύνεται με τέσσερα τέκνα.
γ) Με ποσοστό 50% του φόρου που αναλογεί και για ποσό μείωσης μέχρι 400.000 δραχμές, αν ο φορολογούμενος βαρύνεται από πέντε τέκνα και πάνω».
Άρθρο 2
Εισοδήματα από επιχειρήσεις και αγροτικές εκμεταλλεύσεις
1. Η παράγραφος 6 το άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Σε περίπτωση κατά την οποία στα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται και έσοδα που απαλλάσσονται του φόρου του παρόντος νόμου, ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρεώσεως, για τον υπολογισμό του καθαρού κέρδους της επιχειρήσεως που υπόκειται σε φορολογία, το συνολικό ποσό των δαπανών που πρόκειται να εκπεσθεί μειώνεται κατά το ποσό των δαπανών που βαρύνουν τα ακαθάριστα έσοδα που απαλλάσσονται του φόρου ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρεώσεως. Το ποσό των δαπανών αυτών καθορίζεται σε ποσοστό τριανταπέντε τοις εκατό (35%) στα ακαθάριστα έσοδα που απαλλάσσονται του φόρου ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρεώσεως».
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 22 παρ. 5 του Ν. 1921/1991 (Α` 12), αφότου ίσχυσαν. Τυχόν υποβληθείσες δηλώσεις, κατ` εφαρμογή των διατάξεων αυτών, θεωρούνται ως μη υποβληθείσες και ουδέν έννομο αποτέλεσμα παράγουν.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται σε όλες τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών και των διοικητικών δικαστηρίων οποιουδήποτε βαθμού, καθώς και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Τα επί πλέον κέρδη, που προκύπτουν με το νέο τρόπο επιμερισμού των δαπανών, δύνανται να δηλωθούν εντός διμήνου από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος, χωρίς καμία κύρωση.
Τυχόν καταβληθέντα επί πλέον ποσά φόρου. λόγω επιμερισμού των δαπανών κατά διάφορο τρόπο με βάση τη δήλωση φορολογίας, εισοδήματος που έχει υποβληθεί, δεν επιστρέφονται, ούτε συμψηφίζονται με άλλους οφειλόμενους φόρους.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 22 παρ. 5 του Ν. 1921/1991 (Α` 12), αφότου ίσχυσαν. Τυχόν υποβληθείσες δηλώσεις, κατ` εφαρμογή των διατάξεων αυτών, θεωρούνται ως μη υποβληθείσες και ουδέν έννομο αποτέλεσμα παράγουν.
3. Μετά το πρώτο εδάφιο της παράγραφοι του άρθρου 36α του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Αν όμως το τίμημα που καθορίζεται στα πωλητήρια συμβόλαια είναι μεγαλύτερα από την πιο πάνω αξία, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνει το καθοριζόμενο σε αυτά τα συμβόλαια τίμημα.»
4. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου του άρθρου 36α του Ν.Δ. 3223/1955 προστίθενται τρία νέα εδάφια, ως εξής;
«Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους αυτού, θεωρείται η ημέρα σύνταξης του οριστικού συμβολαίου. Στην περίπτωση όμως που έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και το οριστικό συμβόλαιο δεν έχει συνταχθεί μέσα σε διάστημα 2 (δύο) ετών από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, ως χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται δύο (2) έτη από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού. Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου, σε προσύμφωνα, τα οποία έχουν συνταχθεί και παρήλθε διετία χωρίς να έχει συνταχθεί το οριστικό συμβόλαιο, θεωρείται το οικονομικό έτος 1991»
5. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 36α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:
«Σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν τηρεί το βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων ή τηρεί βιβλία κατώτερης κατηγορίας από αυτά που ορίζονται από τον ίδιο Κώδικα, ο πιο πάνω συντελεστής προσαυξάνεται κατά εκατό τοις εκατό (100%). Επίσης, αν οι δαπάνες κατασκευής, που εμφανίζονται στα βιβλία και στοιχεία της επιχείρησης ότι πραγματοποιήθηκαν για τις ανεγειρόμενες οικοδομές, βρίσκονται σε προφανή δυσαναλογία σε σχέση με το πραγματικό κόστος κατασκευής, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δικαιούται να προσαυξήσει τον πιο πάνω συντελεστή καθαρού κέρδους μέχρι εξήντα τοις εκατό (60%). Δεν θεωρείται ότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία, όταν η διαφορά μεταξύ των δαπανών κατασκευής, που πραγματοποιήθηκαν και του πραγματικού κόστους κατασκευής είναι μέχρι 20°/ο (είκοσι τοις εκατό) του πραγματικού κόστους κατασκευής».
6. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 36α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:
«Σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν τηρεί τα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων ή τηρεί βιβλία κατώτερης κατηγορίας από αυτά που ορίζονται από τον ίδιο κώδικα, οι συντελεστές καθαρού κέρδους που προβλέπονται στις πιο πάνω α΄, β΄ και γ΄ περιπτώσεις προσαυξάνονται κατά τοις εκατό (100%). Επίσης, αν οι δαπάνες κατασκευής που εμφανίζονται στα βιβλία και στοιχεία της επιχείρησης ότι πραγματοποιήθηκαν για την κατασκευή των τεχνικών έργων ή των οικοδομών βρίσκονται σε προφανή δυσαναλογία σε σχέση με το πραγματικό κόστος κατασκευής, ο προϊστάμενος δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δικαιούται να προσαυξήσει τους συντελεστές καθαρού κέρδους που προβλέπονται στις πιο πάνω α΄, β΄ και γ΄ περιπτώσεις, μέχρι εξήντα τοις εκατό (60%). Δεν θεωρείται ότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία όταν η διαφορά μεταξύ των δαπανών κατασκευής που πραγματοποιήθηκαν και του πραγματικού κόστους κατασκευής είναι μέχρι είκοσι τοις εκατό (20%) του πραγματικού κόστους κατασκευής.»
7. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:
«Ειδικά, οι δαπάνες συντήρησης, λειτουργίας. επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 1.600 κυβικά εκατοστά, που έχουν στην κυριότητα τους οι επιχειρήσεις ή που έχουν μισθωμένα από τρίτους, εκπίπτουν μέχρι 80% (ογδόντα τοις εκατό) του συνολικού ύψους αυτών, εφ΄ όσον χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Αν τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης έχουν κυλινδρισμό κινητήρα πάνω από 1600 κυβικά εκατοστά ιδιόκτητα ή μισθωμένα, εκπίπτει με τις ίδιες προϋποθέσεις ποσοστό μέχρι σαράντα τοις εκατό (40%) του ύψους των πιο πάνω δαπανών».
8. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν δεν προσάγεται συμφωνητικό ή άλλο στοιχείο που αποδεικνύει τη συμφωνία ή όταν το μίσθωμα που συμφωνήθηκε σε χρήμα ή σε είδος είναι δυσαναλόγως κατώτερο από τη μισθωτική αξία των γαιών ή όταν η εκμετάλλευση των γαιών παραχωρήθηκε σε τρίτο χωρίς αντάλλαγμα, το ακαθάριστο εισόδημα εξευρίσκεται με σύγκριση των γαιών με άλλες γαίες που εκμισθώνονται κάτω από παρόμοιες συνθήκες».
9. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 τουΝ.Δ.3323/1955 προστίθεται περίπτωση η΄, η οποία έχει ως εξής:
«η) Όσοι κατέχουν ή καλλιεργούν ορισμένη έκταση γεωργικής γης, καθώς και όσοι εισπράττουν επιστρεφόμενο φόρο προστιθέμενης αξίας. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η ελάχιστη έκταση, σε σχέση και με το είδος της καλλιέργειας, το ύψος του επιστρεφόμενου φόρου προστιθέμενης αξίας και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής».
Άρθρο 3
Αφορολόγητα ποσά, απαλλαγές και εκπτώσεις από το εισόδημα.
1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Ποσοστό της δαπάνης του ενοικίου που καταβάλλεται ετησίως για κύρια κατοικία του φορολογούμενου και της οικογένειας του οριζόμενο σε εξήντα τοις εκατό (60%) μέχρι το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, τριάντα τοις εκατό (30%), για το ποσό από διακόσιες χιλιάδες μία δραχμές (200.001) μέχρι τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) δραχμές και δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για το ποσό από τετρακόσιες χιλιάδες μία δραχμές (400.001) μέχρι οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές».
2. Τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο ποσά του ετήσιου ενοικίου δεν υπόκεινται σε τιμαριθμική αναπροσαρμογή για τη χρήση 1990.
3. Η περίπτωση θ΄ τη παραγράφου 6 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«θ) Ποσό ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) μέχρι το ποσό των 120.000 (εκατόν είκοσι χιλιάδων) δραχμών της ετήσιας δαπάνης που καταβάλλεται για το φορολογούμενο, καθώς και για κάθε τέκνο που βαρύνει αυτόν σε νηπιαγωγεία ή παιδικούς ή βρεφονηπιακούς σταθμούς για τη φύλαξη αυτών, καθώς και για δίδακτρα για την παρακολούθηση ιδιωτικών τεχνικών και επαγγελματικών σχολών, εν γένει φροντιστηρίων ξένων γλωσσών ή μαθημάτων οποιασδήποτε εκπαιδευτικής βαθμίδας της δημόσιας εκπαίδευσης, ωδείων. μπαλέτων και γυμναστηρίων».
4. Τα εδάφια πέμπτο και έκτο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης, από το ακαθάριστο εισόδημα από οικοδομές που εκμισθώνονται ως κύρια κατοικία σε πολυμελή οικογένεια, εκπίπτει πρόσθετο πάγιο ποσοστό επί του εισοδήματος αυτού, το οποίο υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των παιδιών που βαρύνουν τον ενοικιαστή της οικοδομής ή τον άλλο σύζυγο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και ορίζεται σε πέντε τοις εκατό (5%) για το δεύτερο και δέκα τοις εκατό (10%) για το τρίτο και καθένα μετά το τρίτο παιδί και μέχρι το ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) του εισοδήματος από αυτήν την οικοδομή.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση του δικαιώματος διενέργειας των πρόσθετων ποσοστών εκπτώσεων, που ορίζονται στην περίπτωση αυτήν, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή αυτού του άρθρου».
5. Προσαυξάνεται κατά 100.000 (εκατό χιλιάδες) δραχμές το όριο του καθαρού εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες, το οποίο αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως το όριο αυτό θα διαμορφωθεί την 1η Ιανουαρίου 1991, μετά την τιμαριθμοποίηση του σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου14 του άρθρου 8 του ίδιου νομοθετήματος.
Άρθρο 4
Παρακράτηση, απόδοση και βεβαίωση.
1. Η περίπτωση α ΄ του άρθρου31 του Ν.1828/1989 καταργείται.
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 820/1978 (ΦΕΚ Α 174/1978) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η χορηγούμενη αναστολή δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του ενός έτους».
3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 59 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 15του Ν.1828/1989 (ΦΕΚ Α 2), αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν δεν επιτεύχθηκε διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκήθηκε από το φορολογούμενο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, πρόσθετου φόρου και λοιπών συμβεβαιούμενών με αυτόν φόρων και τελών. Στην περίπτωση που δεν επιτεύχθηκε διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκήθηκε από το νομικό πρόσωπο ή την ένωση προσώπων εμπρόθεσμη προσφυγή κατά της πράξης που εκδόθηκε με βάση το άρθρο 16α, το ποσοστό αυτό βεβαιώνεται στο όνομα των μελών της ομόρρυθμης, ετερόρρυθμης και περιορισμένης ευθύνης εταιρείας, της κοινοπραξίας, κοινωνίας και αστικής εταιρείας, κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Για τον προσδιορισμό του αμφισβητούμενου φόρου, λαμβάνονται υπόψη τα καθαρά κέρδη ή ζημίες του νομικού προσώπου ή της ένωσης προσώπων που καθορίζονται με την πράξη του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και αναλογούν σε κάθε μέλος. Το ποσό που βεβαιώνεται με αυτόν τον τρόπο καταβάλλεται σε 8 (οκτώ) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο μήνα από την βεβαίωση της οφειλής».
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 59 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αμελείται η βεβαίωση του ποσού που τελικά οφείλεται με βάση οποιονδήποτε τίτλο βεβαίωσης, εφ΄ όσον τούτο δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες (2.000) δραχμές, αθροιστικά λαμβανόμενο για το φορολογούμενο και τη σύζυγο του. Επίσης, αμελείται η βεβαίωση και η καταβολή του ποσού της οφειλής η οποία προκύπτει στο συνολικό εισόδημα του συνταξιούχου, εφ΄ όσον τούτο δεν υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών και ο φορολογούμενος έχει υπερβεί την ηλικία των εξήντα πέντε (65) ετών. Αν το συνολικό εισόδημα του συνταξιούχου υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές, το διαθέσιμο εισόδημα που απομένει σε αυτόν, μετά την αφαίρεση της οφειλής, η οποία προκύπτει από το εισόδημα του για κύριο και συμπληρωματικό φόρο, τέλη και εισφορές που συμβεβαιώνονται με το φόρο, δεν μπορεί να είναι κατώτερα από ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές».
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3323/1955 καταργείται.
6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 37α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
« Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 1 και της παρ. 3 αυτού του άρθρου υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με σχετική δήλωση που πρέπει να υποβάλουν μέσα στον επόμενο από την παρακράτηση μήνα στη δημόσιο οικονομική υπηρεσία, στην περιφέρεια της οποίας έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος. Ο φόρος αποδίδεται εφάπαξ στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού με τη υποβολή της οικείας δήλωσης και σε τρεις ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης, στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1».
7. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του Ν.Δ. 3323/1955. όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Η αποζημίωση που καταβάλλεται στους εργαζόμενους με βάση μηνιαίο μισθό, σύμφωνα με το Ν. 2112/1920 (ΦΕΚ Α΄ 67) και το άρθρο 94 του Ν.Δ. 3026/1954 (ΦΕΚ Α΄ 235) όπως ισχύουν, κατά το τμήμα αυτής το οποίο αντιστοιχεί στο πολλαπλάσιο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών το μήνα, δεν θεωρείται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και δεν υπόκειται σε φόρο. Το υπόλοιπο τμήμα αυτής φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) και ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή της αποζημίωσης.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης περίπτωσης γ΄, οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για κάθε εφάπαξ αποζημίωση, που παρέχεται από οποιονδήποτε φορέα και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσης η οποία συνδέει το φορέα με το δικαιούχο της αποζημίωσης.
Όταν τα ποσά της αποζημίωσης, η οποία σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια υπόκειται σε φόρο, ξεπερνάει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, το άνω από το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές ποσό αυτής υπόκειται σε φόρο με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό(15%) που παρακρατείται κατά την πληρωμή αυτής.
Αν το ποσό που καταβάλλεται στο δικαιούχο της αποζημίωσης υπερβαίνει εκείνο που θα έπρεπε να του καταβληθεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, το συνολικό ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλεται σ΄ αυτόν, μετά την αφαίρεση του ποσού που δεν θεωρείται εισόδημα, ανάλογα με τους μήνες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της νόμιμης αποζημίωσης, υπόκειται σε φόρο με τους πιο πάνω συντελεστές. Με τους ίδιους επίσης συντελεστές υπόκειται σε φόρο το ποσό της αποζημίωσης, που καταβάλλεται σε δικαιούχους των οποίων η αποζημίωση υπολογίζεται με ημερομίσθιο, κατά το τμήμα που υπερβαίνει το ποσό του ημερομισθίου που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της αποζημίωσης.
Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η φορολογική αρχή που είναι αρμόδια για την επιστροφή του φόρου στο δικαιούχο, σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε υπερβαίνει αυτό που οφείλεται».
8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 48 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στο εισόδημα από αμοιβές ελευθέριου επαγγέλματος ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό των αμοιβών αυτών. Ο φόρος παρακρατείται από τις δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπά νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, κοινωφελή ιδρύματα, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, δημόσιες επιχειρήσεις, τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα ή πιστωτικούς οργανισμούς, συνεταιρισμούς και ενώσεις τους, συλλόγους γενικά και ενώσεις προσώπων ανεξάρτητα από το σκοπό τους, καθώς και από επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, κατά την καταβολή των αμοιβών.
Επίσης, οι υπόχρεοι του προηγούμενου εδαφίου, όταν για την επαγγελματική τους εξυπηρέτηση ή για την εκτέλεση του σκοπού τους καταβάλλουν σε τρίτους, εκτός από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ.5 του άρθρου 1 του Π.Δ. 99/1977, προμήθειες, μεσιτείες, αμοιβές ή άλλες κάθε είδους παροχές μη έμμισθης υπηρεσίας, ενοίκια αυτοκίνητων, μηχανημάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων, εφ΄ όσον σε αυτές τις περιπτώσεις δεν ορίζεται από το Π.Δ. 99/1977 η έκδοση θεωρημένου αποδεικτικού στοιχείου από το δικαιούχο των αμοιβών αυτών, οφείλουν να παρακρατούν κατά τη καταβολή της αμοιβής φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό αυτής.
Εξαιρούνται από την παρακράτηση οι προμήθειες που καταβάλλονται από ασφαλιστικές εταιρείες στους νόμιμους αντιπροσώπους ή εξουσιοδοτημένους γενικούς ή απλούς πράκτορες τους».
9. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 70 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθεται εδάφιο, που ως εξής:
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να ορίζεται ότι ορισμένες κατηγορίες υπόχρεων, αντί για το δεύτερο αντίτυπο αυτής της βεβαίωσης, υποβάλλουν στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας τις ίδιες πληροφορίες σε μαγνητικά μέσα».
10. Για τις κοινοπραξίες, τις κοινωνίες και τις αστικές εταιρείες, που ασκούν επιχείρηση, οι οφειλές κύριες και πρόσθετες, από φόρους, τέλη, εισφορές και από πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις γενικά που αφορούν αυτές βεβαιώνονται στο όνομα τους, η ευθύνη όμως για την καταβολή των οφειλών αυτών βαρύνει αλληλεγγύως και σε ολόκληρο καθένα από τα μέλη τους.
11. Η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 79 του Ν. 4125/1960 εφαρμόζεται και επί προσφυγής που ασκείται από νομικό πρόσωπο, όταν ο εκπρόσωπος αυτού διαμένει, κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής, έξω από την έδρα της φορολογικής αρχής που εξέδωσε τη με αυτή προσβαλλόμενη πράξη.
12. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει και τις προσφυγές που έχουν ασκηθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, εφ΄ όσον οι σχετικές υποθέσεις εκκρεμούν είτε ενώπιον της φορολογικής αρχής είτε ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων οποιουδήποτε βαθμού καθώς και του Συμβουλίου Επικρατείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΜΕΤΡΑ ΠΕΡΙΣΤΟΛΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ
Άρθρο 5
Φορολογικός έλεγχος
1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 50 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Το δείγμα, το οποίο μπορεί να είναι και τυχαίο, είναι δυνατό να αφορά τις δηλώσεις στις οποίες περιλαμβάνεται εισόδημα ορισμένων κλάδων ή κατηγοριών επιχειρήσεων ή επαγγελμάτων ή τις δηλώσεις ορισμένων επιχειρήσεων κατά αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.). με βάση το ύψος των ακαθάριστων εσόδων ή των καθαρών κερδών ή άλλων κριτηρίων. Σε έλεγχο υπόκεινται υποχρεωτικώς όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις ανεξαρτήτως κλάδου. Το ύψος των ακαθάριστων εσόδων το οποίο χαρακτηρίζει μια μεγάλη επιχείρηση καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών».
2. Η περίπτωση α΄ της παρ. 7 το άρθρ. 50 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Καθορίζονται τα κριτήρια και οι λεπτομέρειες για την επιλογή του δείγματος, με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των επιχειρήσεων και άλλα στοιχεία και πληροφορίες που έχουν στη διάθεση τους οι δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, ο τρόπος διενέργειας αυτού του ελέγχου ή του επανελέγχου, τα οικονομικά έτη από τα ανέλεγκτα για τα οποία θα διενεργείται ο έλεγχος, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3».
3. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 50 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθεται περίπτωση υπό στοιχείο σ΄ ως εξής:
«στ) Έπειτα από εκτίμηση επιτροπής αποτελούμενης από τον αρμόδιο επιθεωρητή, τον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. και τον προϊστάμενο τμήματος ελέγχου των δηλώσεων που υποβλήθηκαν, το περιλαμβανόμενο εισόδημα Δ πηγής θεωρείται ότι είναι καταφανώς κατώτερο του πραγματικού».
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 50α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η ενέργεια προσωρινού ελέγχου, και αν ακόμα το προσωρινό φύλλο που εκδόθηκε έγινε οριστικό, δεν αποκλείει την ενέργεια και δεύτερου προσωρινού ελέγχου και την έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, με εντολή του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. και αντικείμενο ελέγχου το ίδιο ή διαφορετικό του πρώτου προσωρινού ελέγχου, αν από στοιχεία ή πληροφορίες που περιέρχονται σ΄ αυτόν ή από βάσιμες υπόνοιες ή από τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων προκύπτει ότι δεν δηλώθηκε ή δηλώθηκε ανακριβώς συγκεκριμένη φορολογητέα ύλη».
Άρθρο 6
Διοικητική επίλυση της διαφοράς
1. Το άρθρο 53 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 53
1. Ο υπόχρεος, σε βάρος του οποίου εκδόθηκε το φύλλο ελέγχου, μπορεί, αν αμφισβητεί την ορθότητα του, να προτείνει τη διοικητική επίλυση της διαφοράς μεταξύ αυτού και του αρμόδιου προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.
2. Η πρόταση για διοικητική επίλυση της διαφοράς υποβάλλεται προκειμένου για σχολάζουσα κληρονομιά από τον κηδεμόνα, για επιδικία από τον προσωρινό διαχειριστή, για μεσεγγύηση από τον μεσεγγυούχο, για πτωχεύσαντα από το σύνδικο, για ανήλικο από τον ασκούντα τη γονική μέριμνα και επί πλειόντων από ή υπό δικαστική αντίληψη από τον επίτροπο, ή τον αντιλήπτορα, κατά περίπτωση και προκειμένου για θανόντα φορολογούμενο από τους κληρονόμους του. Τα πρόσωπα, που κατά το προηγούμενο εδάφιο προτείνουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, υπογράφουν και την πράξη που ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου αυτού.
3. Η πρόταση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που έχει εκδώσει το φύλλο ελέγχου, με το δικόγραφο της προσφυγής ή με ιδιαίτερη αίτηση που κατατίθεται, μέσα στη νόμιμη προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αυτής που υποβάλλει την αίτηση για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς υποχρεούται να προσκομίσει μέσα στην παραπάνω προθεσμία τα αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη της αίτησης του και να αναπτύξει τους ισχυρισμούς του.
4. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, αφού λάβει υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, τα στοιχεία που προσκομίζονται από το φορολογούμενο και όσα αναπτύσσονται απ΄ αυτόν εγγράφως ή προφορικώς, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο, μπορεί, εφ΄ όσον κρίνει το αίτημα βάσιμο, να αποδεχθεί την ακύρωση του φύλλου ελέγχου ή τη διαγραφή των εισοδημάτων μερικών μόνο πηγών ή τον περιορισμό του συνόλου της φορολογητέας ύλης που αναφέρεται στο φύλο ελέγχου ή μερικών μόνο πηγών ή της ίδιας πηγής ή του φόρου ή άλλου δικαιώματος.
Ειδικά όταν στο φύλλο ελέγχου περιλαμβάνονται και εισοδήματα που προέρχονται από γεωργικές ή εμπορικές επιχειρήσεις ή από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος ή μόνο τέτοια εισοδήματα, που προέρχονται όμως αποκλειστικά από άσκηση επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία και στοιχεία της τρίτης κατηγορίας του κώδικα φορολογικών στοιχείων, η διοικητική επίλυση της σε κάθε Δ.Ο.Υ. γίνεται από κοινού από τον αρμόδιο επιθεωρητή, τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή από τους νόμιμους αναπληρωτές τους και εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου ή Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου οριζόμενο με έναν αναπληρωτή από αυτά, κατόπιν εγγράφου του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. και σε περίπτωση αρνήσεως, ορίζεται από τον οικείο νομάρχη.
5. Αν συμπέσουν οι απόψεις του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και του υπόχρεου προκείμενου για επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα που τηρούν βιβλία πρώτης και δεύτερης κατηγορίας του κώδικα φορολογικών στοιχείων, ή του αρμόδιου επιθεωρητή, του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και του εκπροσώπου του Οικονομικού Επιμελητηρίου ή του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου και του υπόχρεου προκειμένου για επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, συντάσσεται και υπογράφεται από όλα τα μέρη σχετική πράξη διοικητικής επίλυσης της διαφοράς. Στην περίπτωση αυτήν ο πρόσθετος φόρος, καθώς και το πρόστιμο, που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 67, περιορίζονται στο 1/3 (ένα τρίτο) αυτών, αν ο υπόχρεος υπέβαλε ελλιπή ή ανακριβή δήλωση, και στο 1/2 (ένα δεύτερο) αυτών αν ο υπόχρεος δεν είχε υποβάλει δήλωση. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου έχει εφαρμογή και όταν ο φορολογούμενος αποδεχθεί συνολικά τη φορολογητέα ύλη που προσδιορίζεται με το φύλλο ελέγχου. Με την πράξη αυτήν που είναι αμετάκλητη, θεωρείται ότι η διαφορά επιλύθηκε ολικά ή μερικά, κατά περίπτωση, ανάλογα με το αποτέλεσμα που επήλθε από τη σύμπτωση των απόψεων των μερών. Στην περίπτωση αυτήν, η προσφυγή που τυχόν ασκήθηκε δεν παράγει κανένα αποτέλεσμα ή ισχύει μόνο για το μέλος που δεν επιλύθηκε η διαφορά.
6. Η συζήτηση της αίτησης για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και η υπογραφή της σχετικής πράξης μπορεί να γίνει και από ειδικό πληρεξούσιο του υπόχρεου εφ΄ όσον κατατεθεί στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας πληρεξούσιο έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό με θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής από την κατά νόμο αρμόδια αρχή.
Αν ο υπόχρεος είναι αγράμματος, το ιδιωτικό πληρεξούσιο έγγραφο υπογράφεται από δύο μάρτυρες, των οποίων η γνησιότητα των υπογραφών βεβαιώνεται όπως στο προηγούμενο εδάφιο αναφέρεται, ή αναπληρώνεται τούτο από έγγραφο δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής, το οποίο περιέχει τη δήλωση που έγινε ενώπιον αυτών από τον υπόχρεο».
2. Όσες υποθέσεις εκκρεμούν ενώπιον των τριμελών επιτροπών που προβλέπονται από το άρθρο 53 του Ν.Δ. 3323/1955, εφ΄ όσον δεν έχουν συζητηθεί, επαναφέρονται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας προς επίλυση κατά τις πιο πάνω διατάξεις. Για το σκοπό αυτόν ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας καλεί το φορολογούμενο εγγράφως να προσέλθει μέσα σε προθεσμία20 (είκοσι) ημερών.
Για τις υποθέσεις που έχουν συζητηθεί μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, ενώπιον των καταργούμενων τριμελών επιτροπών, εκδίδονται οι σχετικές αποφάσεις από τις επιτροπές αυτές.
3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 47 του Ν.Δ. 3323/1955, αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν το εισόδημα που προσδιορίζεται με αυτόν τον τρόπο υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές και είναι ανώτερο του εισοδήματος που δηλώθηκε σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) τουλάχιστον, η υπόθεση παραπέμπεται σε τριμελή επιτροπή».
4. Στο άρθρο 47 του Ν.Δ. 3323/1955, προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«1. Η επιτροπή που προβλέπεται από την παράγραφο 7 αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη:
α) Από τον πρόεδρο του διοικητικού πρωτοδικείου, ο οποίος προεδρεύει αυτής ή από διοικητικό δικαστή που ορίζεται από αυτόν. Αν στην έδρα της νομαρχίας δεν εδρεύει διοικητικό πρωτοδικείο, της επιτροπής προεδρεύει ο πρόεδρος των πρωτοδικών η δικαστής πρωτοδικών ή ειρηνοδίκης ή πάρεδρος που ορίζεται από τον πρόεδρο των πρωτοδικών.
β) Από τον επιθεωρητή δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών που εποπτεύει την αρμόδια φορολογική αρχή ή το νόμιμο αναπληρωτή του ή υπάλληλο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α, που ορίζει με απόφαση του ο επιθεωρητής των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών.
γ) Από έναν εκπρόσωπο ή το νόμιμο αναπληρωτή του, του Εμπορικού ή του Οικονομικού και Βιομηχανικού ή Επαγγελματικού ή Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου η του οικείου επαγγελματικού συλλόγου.
Τα πρόσωπα αυτά ορίζει ο οικείος νομάρχης από πίνακα πέντε (5) τουλάχιστον αντιπροσώπων, τον οποίο υποχρεούται η διοίκηση της οικείας επαγγελματικής οργάνωσης να καταρτίσει και να τον αποστείλει μέχρι τις 20 Ιανουαρίου κάθε έτους. Αν η οικεία επαγγελματική οργάνωση παραλείψει να αποστείλει αυτόν τον πίνακα ή αν δεν υπάρχει στην έδρα της νομαρχίας αντίστοιχη επαγγελματική οργάνωση, ο νομάρχης ορίζει ως τρίτο μέλος της επιτροπής και αναπληρωτή του ένα φορολογούμενο από κατάσταση που συντάσσεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, η οποία περιλαμβάνει πέντε (5) τουλάχιστο φορολογούμενους.
Εισηγητής της επιτροπής χωρίς δικαίωμα ψήφου ορίζεται ο αρμόδιος προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Β τουλάχιστον, της οικείας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, οριζόμενος από αυτόν. Χρέη γραμματέα της επιτροπής εκτελεί υπάλληλος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατηγορίας ΠΕ της δημοσίας οικονομικής υπηρεσίας που συνεδριάζει η επιτροπή. Η επιτροπή συνεδριάζει στο κατάστημα της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της έδρας του νομού και για την περιοχή της τέως διοικήσεως πρωτεύουσας και της πόλης της Θεσσαλονίκης στο κατάστημα της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που ορίζεται με απόφαση του Υπ. Οικονομικών ή του οικείου νομάρχη. Η επιτροπή κρίνει χωρίς να δεσμεύεται από τυχόν προσδιορισμό της φορολογικής διαφοράς από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και αποφασίζει κατά πλειοψηφία. Στον πρόεδρο της επιτροπής, τα μέλη, τον εισηγητή και το γραμματέα καταβάλλεται αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση, η οποία καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών. Η θητεία της επιτροπής είναι ετήσια. Τα μέλη της επιτροπής που δεν είναι δικαστικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι οφείλουν πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους να δώσουν ενώπιον του Προέδρου της επιτροπής τον όρκο του δημοσίου υπαλλήλου. Σε περίπτωση αναδιορισμού του ίδιου μέλους ο όρκος επαναλαμβάνεται. Αν τα ορισθέντα από τους ιδιώτες μέλη που κλητεύθηκαν επί αποδείξει δεν προσήλθαν κατά την ώρα και ημέρα που έχει ορισθεί για τη συνεδρίαση, ή αν για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι εφικτή η σύμπραξη αυτών στην επιτροπή, καλούνται για αναπλήρωση τους δύο δημόσιοι υπάλληλοι, που υπηρετούν στην έδρα του νομού που συνεδριάζει η επιτροπή από τον πρόεδρο της επιτροπής, ο οποίος ορίζει τον ένα αναπληρωτή του άλλου.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα της λειτουργίας των επιτροπών αυτών καθώς και η συγκρότηση τους, η οποία όμως μπορεί με εξουσιοδότηση του Υπ. Οικονομικών να ανατεθεί στους κατά τόπους αρμόδιους νομάρχες».
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 4600/1966 (ΦΕΚ Α΄ 242) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Δικαστικός συμβιβασμός κατά το παρόν νομοθετικό διάταγμα είναι δυνατός σε όσες περιπτώσεις επιτρέπεται και όπως προβλέπεται διοικητική επίλυση της διαφοράς».
6. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 67 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν εκπρόθεσμη δήλωση υπόκεινται σε πρόσθετο φόρο, που ορίζεται σε ποσοστό επί του οφειλόμενου με τη δήλωση φόρου, για κάθε μήνα εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης, που ορίζεται σε τέσσερα τοις εκατό (4%) για κάθε μήνα καθυστέρησης. Ο πρόσθετος φόρος δεν μπορεί να υπερβεί το ογδόντα τοις εκατό (80%) του φόρου που οφείλεται με τη δήλωση. Αν ο υπόχρεος υποβάλει δήλωση μετά πάροδο είκοσι μηνών από της λήξεως της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης υποβάλλεται και αυτοτελές πρόστιμο ανερχόμενο σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), αν το ποσό του οφειλόμενου με τη δήλωση φόρου ανέρχεται μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές και σε είκοσι τοις εκατό (20%). αν το ποσό του φόρου υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές».
7. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν ανακριβή δήλωση υπόκεινται:
α) Σε πρόσθετο φόρο που ορίζεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) του φόρου, του οποίου θα απέφευγε την πληρωμή ο υπόχρεος λόγω ανακρίβειας.
β) Σε πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό: αα) είκοσι τοις εκατό (20%) στο ποσό της διαφοράς του φόρου, του οποίου ο υπόχρεος θα απέφευγε την πληρωμή λόγω ανακρίβειας και εφ΄ όσον η διαφορά αυτή κυμαίνεται από 25% (είκοσι πέντε τοις εκατό) έως πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που οφείλεται με βάση τη δήλωση, ββ) τριάντα τοις εκατό (30%) στο ποσό της ίδιας διαφοράς και εφ΄ όσον η διαφορά αυτή υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που οφείλεται με βάση τη δήλωση.
8. Οι υπόχρεοι που δεν υποβάλλουν υπόκεινται:
α) Σε πρόσθετο φόρο που ορίζεται σε εκατόν πενήντα τοις εκατόν (150%) του φόρου, του οποίου θα απέφευγε την πληρωμή ο υπόχρεος λόγω μη υποβολής της δήλωσης.
β) Σε πρόστιμο, το οποίο υπολογίζεται σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), αν το ποσό του καταλογιζόμενου φόρου κυμαίνεται από εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές και σε εξήντα τοις εκατό (60%) αν το ποσό του καταλογιζόμενου φόρου υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες(500.000) δραχμές».
9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του Ν. 820/1978 όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν ελλιπή δήλωση υπόκεινται σε πρόσθετο φόρο που ορίζεται στο ενενήντα τοις εκατό (90%), της διαφοράς του κυρίου φόρου.
10. Η παρ. 4 του άρθρου 31 του Ν. 1591/1986, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Σε περίπτωση υποτροπής το κατώτατο όριο των ως άνω ποινών διπλασιάζεται και επιπροσθέτως δύναται να αφαιρείται η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ή να διατάσσεται το κλείσιμο του καταστήματος για χρονικό διάστημα από ενός (1) μηνός μέχρι και πέντε (5) μηνών
Άρθρο 7
Λογιστικό Σχέδιο
1. Οι ανώνυμες εταιρείες, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και οι κατά μετοχές ετερόρρυθμες εταιρείες, οι οποίες, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά υποχρεούνται να επιλέγουν τους ελεγκτές τους από τους ορκωτούς λογιστές του Σώματος Ορκωτών Λογιστών του Ν.Δ. 3329/1955 (ΦΕΚ Α΄ 280) για την τήρηση των λογιστικών τους βιβλίων υποχρεούνται να εφαρμόζουν το ελληνικό γενικό λογιστικό σχέδιο του Π.Δ. 1123/1980 (ΦΕΚ Α΄ 283), όπως ισχύει από την εταιρική χρήση που αρχίζει μετά την 31η Δεκεμβρίου 1990.
Κατ΄ εξαίρεση, οι εταιρείες, στις δραστηριότητες των οποίων περιλαμβάνεται και η παραγωγή προϊόντων, καθώς και η εκμετάλλευση ξενοδοχείων, υποχρεούνται να εφαρμόζουν το ελληνικό γενικό λογιστικό σχέδιο (Π.Δ. 1123/1980) από την εταιρική χρήση που αρχίζει μετά την 31η Δεκεμβρίου 1991.
2. Οι τραπεζικές επιχειρήσεις εξαιρούνται από την υποχρέωση που καθιερώνεται με την προηγούμενη παράγραφο.
Επίσης οι εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου, που ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους υπερβαίνει το ποσό των τριών (3) δισεκατομμυρίων δραχμών, υποχρεούνται να υπολογίζουν εσωλογιστικά, σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση, το λειτουργικό κόστος, το κόστος παραγωγής και τα αναλυτικά αποτελέσματα.
Οι εταιρείες οι οποίες δεν υποχρεούνται με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (π.δ, 186/1992) στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών βιβλίων (άρθρο 37 Κ.Β.Σ.) έχει δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή, καθώς και οι εταιρείες των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια δραχμές, απαλλάσσονται από την ενημέρωση των λογαριασμών της αναλυτικής λογιστικής σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος (λειτουργικό και παραγωγής) και τα αναλυτικά αποτελέσματα μόνο στο τέλος της χρήσης.
Ειδικές διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που επιβάλλουν πρόσθετες υπαχρεώσεις στις εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών, κατισχύουν των διατάξεων των δύο προηγούμενων εδαφίων. Οι επιχειρήσεις αυτές, εφόσον δεν τηρούν βιβλίο αποθήκης κατά την εξαγωγή, θα υπολογίζουν εσωλογιστικά το κάστος και το αναλυτικά αποτελέσματα με διενέργεια τριμηνιαίων απογροφών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.38 Ν.2873/2000,ΦΕΚ Α ΦΕΚ Α` 285/28-12-2000
3. Οι εταιρείες της παρ. 1, οι οποίες δεν εφαρμόζουν το ελληνικό γενικό λογιστικό σχέδιο ή το εφαρμόζουν πλημμελώς, υπόκεινται στις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 4 του Π.Δ. 148/1984 (ΦΕΚ Α΄ 47).
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 49 του Ν. 1041/1980(ΦΕΚ Α΄ 75), όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Ν. 1819/1988 (ΦΕΚ Α΄ 256), εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 8
Διαδικασία υποβολής στοιχείων για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των επιτηδευματιών
1. Οι δικηγορικοί σύλλογοι, για κάθε είσπραξη αμοιβής δικηγόρου, για παράσταση στα δικαστήρια, υποχρεούνται να εκδίδουν θεωρημένη από τη δημόσια οικονομική υπηρεσία τετραπλότυπη απόδειξη είσπραξης. Στην απόδειξη εκτός από τα άλλα στοιχεία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, ο αριθμός φορολογικού μητρώου του δικαιούχου δικηγόρου και η Δ.Ο.Υ. που φορολογείται κάθε δικηγόρος. Το πρώτο αντίτυπο παραδίδεται στον καταβάλλοντα την αμοιβή, το δεύτερο και τρίτο επισυνάπτεται στο σχετικό δικόγραφο και το τέταρτο παραμένει στο στέλεχος.
Η γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου δεν θα παραλαμβάνει το δικόγραφο αν δεν επισυνάπτονται σ΄ αυτό τα ανωτέρω αντίτυπα των αποδείξεων, είσπραξης της αμοιβής. Το ένα αντίτυπο των αποδείξεων αυτών, κάθε τρίμηνο θα στέλνεται στο Υπουργείο Οικονομικών στη Διεύθυνση Ελέγχων. Σε περίπτωση είσπραξης αμοιβής, για παράσταση δικηγόρου κατά τη σύνταξη συμβολαίων, θα προσκομίζονται στους συμβολαιογράφους τα δύο αντίτυπα της απόδειξης είσπραξης, η οποία και θα μνημονεύεται στο συμβόλαιο. Οι συμβολαιογράφοι θα στέλνουν το ένα από αυτά στο Υπουργείο Οικονομικών στη Διεύθυνση Ελέγχων. Συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ δικηγόρων και πελατών αυτών, με τις οποίες η αμοιβή συμφωνείται σε ποσοστό επί του αντικειμένου της αναλαμβανόμενης υποθέσεως, θεωρούνται από την αρμόδια για το φόρο δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσα σε 10 (δέκα) ημέρες από την ημερομηνία κατάρτισης και υπογραφής, άλλως είναι ανίσχυρες και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα.
Η Διεύθυνση Ελέγχων θα μεριμνά για τη μηχανογράφηση των παραπάνω αποδείξεων και αποστολή καταστάσεων αμοιβών στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. που φορολογείται κάθε δικηγόρος.
2 Για την τοποθέτηση μετρητών παροχής ηλεκτρικού ρεύματος από τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού απαιτείται υπεύθυνη δήλωση, η οποία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα, από τον αδειούχο εγκαταστάτη προς τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.) το ένα αντίτυπο θα υποβάλλεται από τον ηλεκτρολόγο στην αρμόδια για τη φορολογία αυτού δημόσια οικονομική υπηρεσία και το άλλο θεωρημένο από την υπηρεσία αυτή θα υποβάλλεται στη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.
Η βεβαίωση αυτή υποβάλλεται σε δύο (2) αντίγραφα από τα οποία το ένα επιστρέφεται θεωρημένο σε αυτόν που το προσκόμισε και το άλλο τίθεται στο φάκελο του ηλεκτρολόγου.
Η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού δεν θα εγκρίνει την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος αν η βεβαίωση δεν είναι θεωρημένη από την αρμόδια για τη φορολογία του ηλεκτρολόγου δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).
Για να γίνει η θεώρηση της ανωτέρω βεβαίωσης από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, θα πρέπει να επισυνάπτονται, στο αντίτυπο που προορίζεται για την υπηρεσία αυτή, ειδικά έντυπα που θα συμπληρώνονται από τον ιδιοκτήτη της οικοδομής με τα στοιχεία των επιτηδευματιών που εκτέλεσαν τις βασικές εργασίες της οικοδομής χωριστά για κάθε επιτηδευματία.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 του ν.4474/2017
3. Όσοι υποβάλλουν αίτηση για παροχή νερού στις Εταιρείες Υδρεύσεως, υποχρεούνται να υποβάλουν μαζί με την αίτηση και πληροφοριακά στοιχεία για τον υδραυλικό που κατασκεύασε τις σχετικές υδραυλικές εγκαταστάσεις, συμπληρώνοντας ειδικό μηχανογραφικό έντυπο, άλλως η εταιρία δεν θα εγκρίνει την παροχή νερού. Τα έντυπα αυτά κάθε τρίμηνο θα στέλνονται από τις εταιρείες στις αρμόδιες για τη φορολογία κάθε υδραυλικού Δ.Ο.Υ.
4. Οι καταστάσεις που συντάσσονται από τα τουριστικά γραφεία και προορίζονται για τα μεθοριακά φυλάκια των Αστυνομικών Αρχών, θα υποβάλλονται σε δύο αντίτυπα. Το ένα αντίτυπο θα στέλνεται από τις αρμόδιες αρχές στο Υπουργείο Οικονομικών στη Διεύθυνση Ελέγχων.
5. Οι εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων υποχρεούνται να προσκομίζουν στις υπηρεσίες του Υπουργείου Επικοινωνιών και Μεταφορών καταστάσεις με τα στοιχεία των προς εξέταση υποψήφιων οδηγών, πριν από την εξέταση αυτών.
Οι παραπάνω καταστάσεις θα θεωρούνται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και θα στέλνονται, στο τέλος κάθε μήνα, στις αρμόδιες για τη φορολογία των εκπαιδευτών δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες.
6. Οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από ασφαλιστικές εταιρείες σε δικαιούχους ασφαλισμένων αυτοκινήτων, για ζημιές που προξενήθηκαν στα αυτοκίνητα αυτά, δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων προκειμένου να υπολογιστούν τα καθαρά κέρδη για τη φορολογία του εισοδήματος, αν δεν καλύπτονται από νόμιμα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.
Η συζήτηση της κύριας αγωγής κατά ασφαλιστικής εταιρείας ή άλλου υπόχρεου για αποζημίωση από ατύχημα που προκλήθηκε με αυτοκίνητο, κηρύσσεται απαράδεκτη αν δεν προσαχθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.
Σε βάρος των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που καταβάλλουν ασφαλιστική αποζημίωση, χωρίς την προσκόμιση από το δικαιούχο των νόμιμων δικαιολογητικών, εκτός των προβλεπόμενων από το πρώτο εδάφιο κυρώσεων, επιβάλλεται και πρόστιμο που δεν μπορεί να είναι κατώτερο του φόρου προστιθέμενης αξίας, που αναλογεί στο ποσό της αποζημίωσης που δεν καλύπτεται με νόμιμα δικαιολογητικά των επιχειρήσεων που αποκατέστησαν τη ζημία. Για την επιβολή του προστίμου αυτού εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 47 του Κ.Φ.Σ..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 35 παρ. 19 του Ν. 1884/1990 (ΦΕΚ Α 81).
7. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για την έκδοση οικοδομικών αδειών υποχρεούνται να στέλνουν αντίγραφα των αδειών που εκδίδονται από αυτές στην αρμόδια για τη φορολογία του ιδιοκτήτη της οικοδομής δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), στο τέλος κάθε τριμήνου για τις άδειες που εκδόθηκαν μέσα στο τρίμηνο αυτό.
8. Οι υπόχρεοι σε υποβολή δηλώσεων φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής, υποχρεούνται να υποβάλουν μαζί με τη δήλωση και ειδικό έντυπο με τα στοιχεία του προσώπου προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση του ακινήτου.
9. Στις περιπτώσεις που απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις για την άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος, άδεια αστυνομικής ή άλλης δημόσιας αρχής, η άδεια δεν θα χορηγείται αν δεν υποβάλλεται στην αρχή αυτήν αντίγραφο της άδειας ασκήσεως επιτηδεύματος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.
10. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμοί και τράπεζες υποχρεούνται να υποβάλλουν στο Υπ. Οικονομικών πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με την άσκηση του επαγγέλματος διαφόρων επιτηδευματιών και ελεύθερων επαγγελματιών. τα οποία είναι αναγκαία για το έργο των δημοσίων οικονομικών υπηρεσιών.
Τα στοιχεία που θα υποβάλλονται και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διατάξεως αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού με την επιφύλαξη των διατάξεων περί τραπεζικού απορρήτου.
11. Κέντρα διασκεδάσεως, ξενοδοχεία και εν γένει επιχειρήσεις οι οποίες παραχωρούν αίθουσες ή χώρους ή αναλαμβάνουν την εξυπηρέτηση ή εφοδιασμό για την πραγματοποίηση κοσμικών συγκεντρώσεων ή δεξιώσεων υποχρεούνται να υποβάλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. που υπάγονται μέχρι τέλους Ιανουαρίου του έτους καταστάσεις με στοιχεία κατά πελάτη. Ο τύπος και το περιεχόμενο των καταστάσεων τούτων θα καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως η παρ.11 καταργήθηκε από το άρθρο 55 του Ν.2065/1992.
12. Όποιος αποδέχεται πλαστά ή εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία, για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολο ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε από πρόσωπα διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο φορολογικό στοιχείο, με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης και την έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας που αναγράφεται στα στοιχεία αυτά από το φόρο που αναλογεί στις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, εκτός των άλλων κυρώσεων υποχρεούται και στην απόδοση στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας αυτού, εφ΄ όσον δεν αποδόθηκε για οποιονδήποτε λόγο από τον εκδότη των στοιχείων.
13. Στις περιπτώσεις που οι πωλήσεις αυτοκινήτων γίνονται από αντιπροσώπους, οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να στέλνουν αντίγραφα των συμβολαίων πώλησης και των σχετικών πληρεξουσίων στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία για τη φορολογία των αντιπροσώπων. Όσοι παραβαίνουν την υποχρέωση αυτή υπόκεινται σε πρόστιμο που ορίζεται στο άρθρο 73 του Ν.Δ. 3323/1955. Την ίδια υποχρέωση υπέχουν οι συμβολαιογράφοι και για τις περιπτώσεις καταρτίσεως συμβολαιογραφικών πληρεξουσίων με σκοπό την πώληση αγροτεμαχίων και εν γένει ακινήτων. λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων
14……
15. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων υπουργών μπορεί να καθορίζονται παρόμοιες περιπτώσεις για λοιπές κατηγορίες επαγγελμάτων, να διαφοροποιούνται οι υποχρεώσεις, να συμπληρούνται και να αντικαθίστανται τα στοιχεία των αναφερόμενων στις παραπάνω παραγράφους επαγγελμάτων.
16 Συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα
17. Με βάση τα αναφερόμενα στις παραπάνω παραγράφους στοιχεία κατά κατηγορίες επαγγελμάτων οι φοροτεχνικές υπηρεσίες ελέγχουν εάν οι επιτηδευματίες έχουν εκδώσει τα από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων στοιχεία για την είσπραξη των αμοιβών και καταχώριση τούτων στα τηρούμενα βιβλία.
18. Ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος των γιατρών καθώς κοιτών λοιπών ελεύθερων επαγγελματιών δύναται να προσδιοριστεί από την επιτροπή που προβλέπει το άρθρο 47 του Ν.Δ. 3323/1955. Ο τρόπος, η διαδικασία, τα κριτήρια και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος από την επιτροπή των ελεύθερων επαγγελματιών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΚΙΝΗΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Άρθρο 9
Φορολογικά κίνητρα σε συγχωνευόμενες επιχειρήσεις του μεταποιητικού τομέα. Τροποποίηση διατάξεων του Ν.Δ. 1297/1972 (ΦΕΚ Α΄ 217).
1. Επί συγχωνεύσεως βιοτεχνικών, βιομηχανικών μεταλλευτικών ή λατομικών επιχειρήσεων οποιαδήποτε μορφής. πλην ανώνυμης εταιρείας. με σκοπό τη δημιουργία βιοτεχνικής, βιομηχανικής, μεταλλευτικής ή λατομικής ανώνυμης εταιρείας. απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος ποσοστό μέχρι δέκα τοις εκατό (10%) των συνολικών καθαρών κερδών που προκύπτουν από τον ισολογισμό της συνιστώμενης ανώνυμης εταιρείας κατά τα πρώτα πέντε (5) οικονομικά έτη από το χρόνο της συγχώνευσης, με την προϋπόθεση ότι η εκ της συγχωνεύσεως προερχόμενη ανώνυμη εταιρεία θα έχει κατά το χρόνο της συγχώνευσης ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο όχι κατώτερο των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών και οι μετοχές που αντιστοιχούν στην αξία του εισφερόμενου, στη συνιστώμενη νέα εταιρεία, κεφαλαίου θα είναι υποχρεωτικά ονομαστικές στο σύνολο τους και μη μεταβιβάσιμες κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνόλου τους επί μία πενταετία από τη συγχώνευση.
2. Η προβλεπόμενη από την πιο πάνω παράγραφο απαλλαγή μέρους των κερδών παρέχεται και σε περίπτωση συγχώνευσης δύο ή περισσότερων βιοτεχνικών, βιομηχανικών, μεταλλευτικών και λατομικών ανώνυμων εταιρειών ή μια εξ αυτών με μία ή περισσότερες βιοτεχνικές, βιομηχανικές. μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής, με σκοπό τη σύσταση νέας βιοτεχνικής, βιομηχανικής, μεταλλευτικής και λατομικής ανώνυμης εταιρείας, με την προϋπόθεση ότι η εκ της συγχώνευσης προερχόμενη ανώνυμη εταιρεία θα έχει κατά το χρόνο της συγχώνευσης ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο όχι κατώτερο των 200.000.000 (διακοσίων εκατομμυρίων) δραχμών και οι μετοχές που αντιστοιχούν στην αξία του εισφερόμενου, στη συνιστώμενη νέα εταιρεία, κεφαλαίου θα είναι υποχρεωτικά ονομαστικές στο σύνολο τους και μη μεταβιβάσιμες κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνόλου τους επί μια πενταετία από τη συγχώνευση.
3. Το απαλλασσόμενο ποσό κερδών εμφανίζεται στα βιβλία της ανώνυμης εταιρίας σε ειδικό λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού και φορολογείται σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της προελθούσης από τη συγχώνευση εταιρείας κατά το χρόνο της διανομής ή της διάλυσης της επιχείρησης αντίστοιχα.
4. Σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων των αναφερόμενων στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος, αίρεται αυτοδικαίως η παρασχεθείσα απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος των κερδών, καθώς και οι φορολογικές απαλλαγές και διευκολύνσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν.Δ. 1297/1972 (ΦΕΚ Α΄ 217), εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 5 του ίδιου νομοθετήματος.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, 5, 6, 8 και 10 του Ν.Δ. 1297/1972 εφαρμόζονται ανάλογα και επί των συγχωνεύσεων του παρόντος άρθρου.
6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που θα γίνουν μέχρι την 31.12.1992.
7. Η περίπτωση α΄ του άρθρου 4 του Ν.Δ. 1297/1972 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«α) ότι η από τη συγχώνευση ή μετατροπή προερχόμενη εταιρεία θα έχει κατά το χρόνο της συγχώνευσης ή σύστασης της,. ολοσχερώς καταβεβλημένο κεφάλαιο όχι κατώτερο, αν μεν είναι ανώνυμη εταιρεία, των εξήντα εκατομμυρίων (60.000.000) δραχμών, αν δε είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) δραχμών».
8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 1297/1972 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Οι αναφερόμενες στα άρθρ. 2 &3 φορολογικές απαλλαγές παρέχονται, με τις προϋποθέσεις των άρθρ. 4 &6, και σε περίπτωση εισφοράς, από λειτουργούσα επιχείρηση ενός ή περισσότερων βιομηχανικών κλάδων αυτής σε λειτουργούσα ή συνιστώμενη ανώνυμη βιομηχανική εταιρεία, με την προϋπόθεση ότι το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο μετά την εισφορά. της εταιρείας που απορροφά τον κλάδο ή της νέας εταιρείας που συστήνεται, δεν είναι κατώτερο των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών και το κεφάλαιο της εισφέρουσας τον κλάδο επιχείρησης, αν εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος, δεν είναι μικρότερο, μετά την εισφορά του κλάδου, του ελάχιστου ορίου κεφαλαίου που καθορίζει το άρθρο 4 το παρόντος».
9. Η προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 1 του Ν.Δ. 1297/1972 παρατείνεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992
Άρθρο 10
Μείωση συντελεστή αδιανέμητων κερδών Α.Ε.
1. Οι υποπεριπτώσεις ββ ΄ και γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 3843/1958 αντικαθίστανται ως εξής:
«ββ. Για τις ημεδαπές βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές ανώνυμες εταιρείες. οι οποίες είτε έχουν μετοχές εισηγμένες στο χρηματιστήριο είτε πραγματοποιούν από 1.1.1987 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων του Ν. 1262/1982 (ΦΕΚ Α΄ 70) ύψους πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές. καθώς και για εκείνες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από το ύψος της επένδυσης που πραγματοποιήθηκε, με συντελεστή φορολογίας τριάντα πέντε τοις εκατό (35%).
γγ. Για τις ημεδαπές βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές ανώνυμες εταιρείες, οι οποίες πραγματοποιούν από 1.1.1990 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των αφορολόγητων εκπτώσεων του Ν. 1262/1982 ύψους πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές, με συντελεστή φορολογίας τριάντα πέντε τοις εκατό (35%). Για τις μικτές επιχειρήσεις των πιο πάνω υποπεριπτώσεων αα΄, ββ΄ και γγ΄, ο μειωμένος συντελεστής 40%(σα ράντα τοις εκατό) ή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%). κατά περίπτωση, εφαρμόζεται μόνο στα αδιανέμητα κέρδη που προέρχονται από το βιομηχανικό, βιοτεχνικό, μεταλλευτικό και λατομικό κλάδο.
Αν δε είναι δυνατός ο λογιστικός διαχωρισμός των κερδών που προκύπτουν από κάθε κλάδο, τα αδιανέμητα κέρδη που φορολογούνται με το μειωμένο συντελεστή προσδιορίζονται με επιμερισμό του συνόλου των αδιανέμητων κερδών της ανώνυμης εταιρείας με βάση τα ακαθάριστα έσοδα κάθε κλάδου.
δδ. Για τις λοιπές ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες, οι οποίες είτε πραγματοποιούν από 1.1.1987 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων του Ν. 1262/1982 ύψους πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000-000) δραχμές είτε πραγματοποιούν από 1.1.1990 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των αφορολόγητων εκπτώσεων, του Ν. 1262/1982 ύψους πάνω από το ανωτέρω αναφερόμενο ποσό, καθώς και για εκείνες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από το ύψος της επένδυσης που πραγματοποιήθηκε; με συντελεστή φορολογίας σαράντα τοις εκατό (40%).
Για τις μικτές επιχειρήσεις ο μειωμένος συντελεστής φορολογίας αδιανέμητων κερδών εφαρμόζεται μόνο στα αδιανέμητα κέρδη του κλάδου στον οποίο έχει πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιείται η παραγωγική επένδυση.
Για τον προσδιορισμό του ποσού των αδιανέμητων κερδών, τα οποία θα φορολογηθούν με το μειωμένο συντελεστή σαράντα τοις εκατό (40%) εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της υποπερίπτωσης γγ΄.
Ως χρόνος έναρξης εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή αδιανέμητων κερδών, για τις ανώνυμες εταιρείες που αναφέρονται στις πιο πάνω περιπτώσεις ββ΄, γγ΄ και δδ΄ και οι οποίες πραγματοποιούν επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων ή των αφορολόγητων εκπτώσεων του Ν. 1262/1982 λαμβάνεται ο χρόνος της πραγματοποίησης συνολικού κόστους επένδυσης ύψους τουλάχιστον 50.000.000 (πενήντα εκατομμυρίων) δραχμών, η διαπίστωση του οποίου γίνεται από τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης και για τις ανώνυμες εταιρείες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του Ν. 1262/1982 λαμβάνεται ο χρόνος της ολοκλήρωσης της επένδυσης».
Η συνολική μείωση του φόρου σε όλες τις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου δεν μπορεί να υπερβεί το 50% του ύψους των επενδύσεων της ανώνυμης εταιρείας.
2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 30.12.1989 και εφεξής.
Άρθρο 11
Κίνητρα επενδύσεων στις εμπορικές επιχειρήσεις
Κυρώνεται από τότε που ίσχυσε η υπ΄ αριθμ. 1055503/10177/Β0012/ΠΟΛ. 1119/10.5.1989 (ΦΕΚ Β΄ 388) απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και το πρώτο εδάφιο της παρ.1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Απαλλάσσεται της φορολογίας το ποσό μέχρι και είκοσι τοις εκατό (20%) των συνολικών αδιανέμητων καθαρών κερδών των εμπορικών επιχειρήσεων των χρήσεων 1989 έως 1991 (οικον. έτη 1990 έως 1992), που δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, για το σχηματισμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν για την πραγματοποίηση επενδύσεων, που αναφέρονται στην παρ. 2 της παρούσας, διπλάσιας αξίας από το ποσό του σχηματιζόμενου αφορολόγητου αποθεματικού και οι οποίες θα αρχίσουν μέσα στα έτη 1990 έως 1992 αντίστοιχα και θα ολοκληρωθούν εντός τριετίας από το σχηματισμό του αφορολόγητου αποθεματικού».
Άρθρο 11α
Ρυθμίσεις για την περιοχή Θράκης
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Ν. 1262/1982 όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «προκειμένου για επενδύσεις που πραγματοποιούνται στους Νομούς Έβρου, Ροδόπης, και Ξάνθης, το ύφος της επιχορήγησης ορίζεται από 45% μέχρι 60% της συνολικής δαπάνης της επένδύσης».
2. Στο άρθρο 12 του Ν. 1262/1982. όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Προκειμένου για επενδύσεις που πραγματοποιούνται στους Νομούς Έβρου, Ροδόπης και Ξάνθης, το ποσοστό της αφορολόγητης έκπτωσης ορίζεται στο 100% της αξίας της επένδυσης».
3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Ν. 1262/1982. όπως ισχύει προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Προκειμένου για επενδύσεις που πραγματοποιούνται στους Νομούς Έβρου, Ροδόπης και Ξάνθης, η επιδότηση επιτοκίου παρέχεται για τα 6 (έξι) πρώτα χρόνια εξυπηρέτησης του δανείου».
4. Στις επενδύσεις που πραγματοποιούνται στους Νομούς Έβρου, Ροδόπης και Ξάνθης και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 1262/1982 αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί, παρέχονται δέκα (10) επί πλέον μονάδες επιχορήγησης πέραν εκείνης που δικαιούνται σύμφωνα με την απόφαση υπαγωγής τους και τα κριτήρια του Ν. 1262/82.
Στις επενδύσεις των ιδίων ως άνω Νομών που έχουν υποβληθεί για υπαγωγή τους στις διατάξεις του Ν. 1262/1982 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου αλλά δεν έχουν ακόμα εγκριθεί, παρέχονται, εφ΄ όσον εγκριθούν, οι παραπάνω δέκα (10) επί πλέον μονάδες επιχορήγησης.
5. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 του άρθρου 22 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ Α΄ 2) απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος ποσού μέχρι είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των συνολικών αδιανέμητων καθαρών κερδών, αυξάνεται σε, 40% (σαράντα τοις εκατό) και πενήντα τοις εκατό (50%) αντίστοιχα, για τα αδιανέμητα καθαρά κέρδη των χρήσεων 1989 έως 1991 (οικονομικά έτη 1990 έως 1992) που θα δηλωθούν από τις επιχειρήσεις της περιοχής Θράκης που αναφέρονται στο άρθρο 2 του Ν. 1262/1982 με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι προϋποθέσεις και περιορισμοί που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 1828/1989.
6. Για τις επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου που θα κάνουν χρήση του πιο πάνω αφορολόγητου αποθεματικού παρατείνεται η προθεσμία υποβολής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος μέχρι 30 Μαρτίου 1990.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΔΙΑΝΟΜΗ ΚΕΡΔΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 12
Διανομή κερδών ανώνυμης εταιρείας στους εργαζόμενους
1. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α΄ του άρθρου 4 του Ν.Δ. 3843/1958 αντικαθίσταται ως εξής:
«Το διανεμόμενο ποσό κερδών σε μετρητά στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό ανώνυμης εταιρείας. δεν μπορεί να είναι ανώτερο του δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των ετήσιων καθαρών κερδών κάθε διαχειριστικής χρήσης, όπως αυτά προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του Ν. 2190/1920.
Το διανεμόμενο αυτό ποσό κερδών σε κάθε εργατοϋπάλληλο δεν μπορεί να υπερβεί, κατά διαχειριστική χρήση, το είκοσι, πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών ετήσιων ακαθάριστων αποδοχών του, όπως αυτές προκύπτουν από τις μισθολογικές καταστάσεις της επιχείρησης.
Ανώνυμες εταιρίες που προβαίνουν σε διανομή κερδών στο προσωπικό τους, υποχρεούνται να συντάσσουν αναλυτική κατάσταση που θα περιλαμβάνει τους εργαζόμενους που δικαιούνται των διανεμόμενων κερδών, καθώς και τα ποσά που λαμβάνει έκαστος. Αντίγραφο της κατάστασης αυτής θα γνωστοποιείται υποχρεωτικά στο συμβούλιο των εργαζόμενων του Ν. 1767/1988 (ΦΕΚ Α΄ 63) μέσα σε ένα μήνα από το χρόνο της έγκρισης της διάθεσης των κερδών από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του Ν. 1731/1987 (ΦΕΚ Α΄ 161) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες μπορούν να διανέμουν σε κάθε διαχειριστική χρήση, με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, μέρος των ετήσιων καθαρών κερδών, όπως αυτά προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του Ν. 2190/1920, με τη μορφή των μετοχών τους στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό»
3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τα διανεμόμενα κέρδη που προέρχονται από ισολογισμούς που κλείνουν μετά την30/12/1989 και εφεξής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 13
Φορολογία κληρονομιών, δωρεών
1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ Α΄ 202), όπως αυτές ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής: «1. Οι δικαιούχοι της κτήσης, ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση προς τον κληρονομούμενο, κατατάσσονται στις επόμενες πέντε κατηγορίες, για καθεμία από τις οποίες ισχύει χωριστή φορολογική κλίμακα, ως εξής:
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία, η οποία περιέρχεται σε: α) σύζυγο του κληρονομουμένου. β) κατιόντες πρώτου βαθμού (τέκνα από νόμιμο γάμο, τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους μόνο έναντι της μητέρας, αναγνωρισθέντα τέκνα με επιγενόμενο γάμο ή με δικαστική απόφαση έναντι και των δύο γονέων).
Κλιμάκιο | Συντελεστέςκατά κλιμάκιο | Ποσό φόρου κατά κλιμάκιο | Σύνολο κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας | Ποσό φόρου στο σύνολο της κληρονομικής μερίδας ή κληρονομιάς |
1.500.000 | 1.500.000 | |||
200.000 | 10 | 20.000 | 1.700.000 | 20.000 |
300.000 | 11 | 33.000 | 2000.000 | 53.000 |
400.000 | 12 | 48.000 | 2.400.000 | 101.000 |
500.000 | 13 | 65.000 | 2.900.000 | 166.000 |
800.000 | 14 | 112.000 | 3.700.000 | 278.000 |
1.200.000 | 15 | 180.000 | 4.900.000 | 458.000 |
1.600000 | 16 | 256.000 | 6500.000 | 714.000 |
2.000.000 | 17 | 340.000 | 8.500.000 | 1.054.000 |
2.100.000 | 19 | 399.000 | 10.600.000 | 1.453.000 |
2.200.000 | 21 | 462.000 | 12.800.000 | 1.915.000 |
2.200.000 | 24 | 528.000 | 15.000.000 | 2.443.000 |
ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΝ 25
Ειδικά, σε περίπτωση κτήσης περιουσίας με κληρονομία ή κληροδοσία, που δικαιούχοι της είναι ανήλικα τέκνα του κληρονομουμένου, από την αξία της κληρονομικής μερίδας εκπίπτεται και δε φορολογείται ποσό δραχμών:
α) 1.474.000, αν ο δικαιούχος της κτήσης είναι ηλικίας μέχρι 13 (δεκατρία) ετών.
β) 1.250.000, αν διανύει το 14ο έτος της ηλικίας του.
γ) 1.000.000. αν διανύει το 15ο έτος της ηλικίας του.
δ) 773.000, αν διανύει το 16ο έτος της ηλικίας του
ε) 520.000, αν διανύει το 17ο έτος της ηλικίας του.
στ) 395.000, αν διανύει το 18ο έτος της ηλικίας του.
Οι πιο πάνω διατάξεις, που προβλέπουν αύξηση του αφορολόγητου ορίου για τα ανήλικα παιδιά του κληρονομουμένου, δεν εφαρμόζονται σε κτήσεις δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου, προίκας, καθώς και στις περιουσιακές παροχές των γονέων προς τα παιδιά τους κατά το άρθρου 1509 Α.Κ.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία, που περιέρχεται σε:
α) κατιόντες δεύτερου και επόμενων βαθμών.
β) ανιόντες οποιουδήποτε βαθμού και
γ) εκουσίως ή δικαστικώς αναγνωρισθέντα τέκνα των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε, καθώς και κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρισθέντος και των ανιόντων του
Κλιμάκιο
| Συντελεστές κατά κλιμάκιο | Ποσό φόρου κατά κλιμάκιο | Σύνολο κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας
| Ποσό φόρου στο σύνολο της κληρονομικής μερίδας ή κληρονομιάς |
1.100.000
| 1.100.000
| |||
100.000
| 12
| 12.000
| 1.200.000
| 12.000
|
200.000
| 13
| 26.000
| 1.400.000
| 36.000
|
300.000
| 14
| 42.000
| 1.700.000
| 78.000
|
400.000
| 15
| 60.000
| 2.100.000
| 138.000
|
600.000
| 15
| 95.000
| 2.700.000
| 234.000
|
800.000
| 17
| 136000
| 3.500.000
| 470000
|
1.000.000
| 18
| 180.000
| 4.500.000
| 650.000
|
1.500.000
| 19
| 285.000
| 6.000.000
| 935.000
|
2.500.000
| 21
| 525.000
| 8.800.000
| 1.460.000
|
3.000.000
| 23
| 690.000
| 11.500.000
| 2.150.000
|
3.500.000
| 25
| 875.000
| 15.000.000
| 3.025.000
|
ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΝ 27 ·
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ΄
Για κληρονομική κληροδοσία ή μερίδα που περιέρχεται σε αδελφό του κληρονομουμένου (αμφιθαλή ή ετεροθαλή)
Κλιμάκιο
| Συντελεστές κατά κλιμάκιο
| Ποσό φόρου κατά κλιμάκιο
| Σύνολο κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας
| Ποσό φόρου στο σύνολο της κληρονομικής μερίδας ή κληρονομιάς
|
500.000
| 500.000
| |||
200.000
| 12
| 24.000
| 700.000
| 24.000
|
400.000
| 16
| 64.000
| 1.100.000
| 88.000
|
600.000
| 20
| 120.000
| 1.700.000
| 208.000
|
800.000
| 25
| 200.000
| 2.500.000
| 408.000
|
1.000.000
| 30
| 300.000
| 3.500.000
| 708.000
|
1.200.000
| 33
| 396.000
| 4.700.000
| 1.104.000
|
1.500.000
| 37
| 555.000
| 6.200.000
| 1.659.000
|
1.800.000
| 41
| 738.000
| 8.000.000
| 2.397.000
|
2.000.000
| 44
| 880.000
| 10.000.000
| 3.277.000
|
2.400.000
| 46
| 1.104.000
| 12.400.000
| 4.381.000
|
2.600.000
| 48
| 1.248.000
| 15.000.000
| 5.629.000
|
ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΝ 50
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Δ΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε: α) συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου, β) πατριούς και μητριές, γ) τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, καθώς και λοιπά εξ αγχιστείας τέκνα (νύφες, γαμβρούς),
Κλιμάκιο
| Συντελεστές κατά κλιμάκιο
| Ποσό φόρου κατά κλιμάκιο
| Σύνολο κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας
| Ποσό φόρου στο σύνολο της κληρονομικής μερίδας ή κληρονομιάς
|
300.000
| 300.000
| 300.000
| ||
100.000
| 20
| 20.000
| 400.000
| 20.000
|
250.000
| 23
| 57.500
| 650.000
| 77.500
|
400.000
| 26
| 104.000
| 1.050.000
| 181.500
|
650.000
| 29
| 188.500
| 1.700.000
| 370.000
|
900.000
| 32
| 288.000
| 2.600.000
| 658.000
|
1.200.000
| 35
| 420.000
| 3.800.000
| 1.078.000
|
1.600.000
| 38
| 608.000
| 5.400.000
| 1.686.000
|
2.000.000
| 42
| 840.000
| 7.400.000
| 2.526.000
|
2.300.000
| 45
| 1.035.000
| 9.700.000
| 3.561.000
|
2.500.000
| 48
| 1.200.000
| 12.200.000
| 4.761.000
|
2.800.000
| 53
| 1.484.000
| 15.000.000
| 6.245.000
|
ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΝ 56
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Ε΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε οποιονδήποτε άλλο συγγενή του κληρονομουμένου αγχιστείας ή εξ αίματος ή σε εξωτικό.
Κλιμάκιο
| Συντελεστές κατά κλιμάκιο
| Ποσό φόρου κατά κλιμάκιο
| Σύνολο κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας
| Ποσό φόρου στο σύνολο της κληρονομικής μερίδας ή κληρονομιάς
|
200.000
| 200.000
| |||
100.000
| 23
| 23.000
| 300.000
| 23.000
|
200.000
| 27
| 54.000
| 500.000
| 77.000
|
300.000
| 31
| 93.000
| 800.000
| 170.000
|
400.000
| 35
| 140.000
| 1.200.000
| 310.000
|
600.000
| 39
| 234.000
| 1.800.000
| 544.000
|
1.000.000
| 43
| 430.000
| 2.800.000
| 974.000
|
1.500.000
| 47
| 705.000
| 4.300.000
| 1.679.000
|
2.000.000
| 52
| 1.040.000
| 6.300.000
| 2.719.000
|
2.500.000
| 55
| 1.375.000
| 8.800.000
| 4.094.000
|
2.800.000
| 58
| 1.624.000
| 11.600.000
| 5.718.000
|
3.400.000
| 62
| 2.108.000
| 15.000.000
| 7.826.000
|
ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΝ 66
Στο ποσό του φόρου, που προκύπτει με βάση τις πιο πάνω κλίμακες,
περιλαμβάνεται ο φόρος υπέρ του Δημοσίου και οι πρόσθετοι σ΄ αυτόν: α) 3% υπέρ δήμων και κοινοτήτων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του Β.Δ. 24/9-20/10/1958 (ΦΕΚ Α 171) και β) 7% υπέρ νομαρχιακών ταμείων οδοποιίας. που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 3155/1955 (ΦΕΚ Α 63). Η απόδοση των φόρων υπέρ τρίτων γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 81 του παρόντος.
2. Από την αξία των κληρονομικών μερίδων και κληροδοσιών κληρονόμων που υπάγονται στις Α και Β κατηγορίες, εκπίπτεται και δε φορολογείται ποσό ίσο προς το αφορολόγητο, εφ΄ όσον συντρέχουν αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία αποτελείται. κατά το μισό τουλάχιστον της αξίας της, από γεωργικά ή κτηνοτροφικά περιουσιακά στοιχεία. με συνυπολογισμό και όλων των προγενέστερων δωρεών, γονικών παροχών και προικών που συστάθηκαν από τον κληρονομούμενο προς τον κληροδόχο ή κληρονόμο, β) ο κληρονομούμενος ασχολιόταν κατά κύριο επάγγελμα σε γεωργικές γενικώς εργασίες, γ) ο κληρονόμος είναι ανήλικος ή ασχολείται κατά κύριο επάγγελμα σε γεωργικές γενικώς εργασίες και δ) η περιουσία περιέρχεται σε κατιόντες ή ανιόντες ή σύζυγο του κληρονομουμένου.
Εάν ο κληρονόμος ή κληροδόχος παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία, από την αξία της κληρονομικής του μερίδας εκπίπτεται και δε φορολογείται ποσό δραχμών:
α) 2.000.000, αν υπάγεται στην Α κατηγορία, β) 1.100.000, αν υπάγεται στη Β κατηγορία, γ) 362.000, αν υπάγεται στη Γ κατηγορία, δ) 262.000, αν υπάγεται στη Δ κατηγορία και ε) 130.000, αν υπάγεται στην Ε κατηγορία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. καθορίζονται κάθε φορά τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για αναγνώριση της έκπτωσης λόγω της αναπηρίας.
Ειδικά για πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, που η κατά τα άνω αναπηρία τους υπερβαίνει το ποσοστό 67% και στερούνται εισοδήματος ή οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου, από την αξία του της κληρονομικής τους μερίδας εκπίπτεται και δεν φορολογείται ποσό δραχμών δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ».
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: Σχετικό: διόρθωση λαθών της 6.4.1990 (Α` 51).
2. Το ποσό των 5.000.000 δραχμών, που ορίζεται με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του δεύτερου άρθρου του Ν. 1329/1983 (ΦΕΚ Α΄ 25), όπως αναπροσαρμόστηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 23 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ Α΄ 2). ορίζεται σε δώδεκα εκατομμύρια (12.000.000) δραχμές.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 23 του Ν. 1828/1989 αντικαθίστανται ως εξής:
«Σε περίπτωση μεταβίβασης με γονική παροχή οικίας, διαμερίσματος ή οικοπέδου, εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α΄ 50). δεν υπόκειται σε φόρο ποσό δραχμών πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) για το δικαιούχο της γονικής παροχής και για κανένα από τα λοιπά μέλη της οικογένειας του, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου και νόμου».
4. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α΄ 50). όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:
«Οικία ή διαμέρισμα, που αποκτάται αιτία θανάτου από σύζυγο ή τέκνα του κληρονομουμένου κατά πλήρη κυριότητα, μπορεί να απαλλαγεί από το φόρο. εφ΄ όσον ο κληρονόμος ή κληροδόχος ή ο σύζυγος αυτού ή τα ανήλικα τέκνα ή τα τέκνα τους, που σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές της αλλοδαπής ή ημεδαπής και δεν έχουν υπερβεί το 25ο έτος της ηλικίας τους. δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που να καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας τους, κατά το νόμο, ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας σε οικόπεδο οικοδομήσιμο, που να βρίσκονται σε πόλη με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων ή σε τουριστική περιοχή. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο απαλλαγή παρέχεται για ποσό αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές για κάθε κληρονόμο ή κληροδόχο. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές για καθένα από τα λοιπά μέλη της οικογένειας του κληρονόμου ή κληροδόχου, έστω και αν αυτά δεν είναι κληρονόμοι ή κληροδόχοι, εφ΄ όσον στο δικαιούχο κληρονόμο ή κληροδόχο περιέρχεται μία μόνο οικία ή ένα μόνο διαμέρισμα εξ ολοκλήρου και κατά πλήρες κυριότητας δικαίωμα και όχι ποσοστό αυτής εξ αδιαιρέτου. Το κατά τα άνω ποσό της απαλλαγής σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερο εκείνου που αντιστοιχεί σε εμβαδόν διαμερίσματος ή οικίας, που κατά το νόμο καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του κληρονόμου ή κληροδόχου».
5. Το πρώτο μέρος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του Ν. 814/1978 (ΦΕΚ Α΄ 144). που τελειώνει στη λέξη «εάν», όπως τούτο αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Ν. 1731/1978 (ΦΕΚ Α΄ 161), αντικαθίσταται ως εξής: –
«1. Από την αγοραία αξία μεταβιβαζόμενης αιτία θανάτου γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, μαζί με τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται πάνω σ΄ αυτήν και εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευση της, δε φορολογείται για κάθε κληρονόμο ή κληροδόχο ποσό συνολικώς μέχρι 20.000.000 δραχμές και μέχρι 80 στρέμματα μεταβιβαζόμενης έκτασης, εάν».
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 82 του Ν.Δ.118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 5, 6, και 7 του άρθρου αυτού, ο φόρος που βεβαιώνεται σύμφωνα με το άρθρο 81 του παρόντος καταβάλλεται: α) μέχρι διακόσιες σαράντα χιλιάδες (240.000) δραχμές. σε δώδεκα ίσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη πρέπει να καταβληθεί μέχρι τη λήξη του μήνα στον οποίο βεβαιώνεται και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές, β) εφ΄ όσον υπερβαίνει τις διακόσιες σαράντα χιλιάδες (240.000) δραχμές, σε οκτώ (8) ίσες έντοκες εξαμηνιαίες δόσεις, με τον τόκο που ισχύει κάθε φορά στις καταθέσεις ταμιευτηρίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Τα εξάμηνα λογίζονται από Ιανουάριο έως Ιούνιο και από Ιούλιο έως Δεκέμβριο κάθε έτους. Το επιτόκιο που ορίζεται παραπάνω υπολογίζεται και στις ληξιπρόθεσμες, μετά την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, δόσεις των φόρων που είναι ήδη βεβαιωμένοι στη δημόσια οικονομική υπηρεσία.
Προκειμένου για φόρο επικαρπίας ή περιοδικής παροχής, ο προϊστάμενος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του, εφ΄ όσον πεισθεί ότι ο φορολογούμενος αδυνατεί να τον καταβάλει στις εξαμηνιαίες δόσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, να τις αυξήσει μέχρι δώδεκα (12)».
7. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής:
«7. Η κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτοί καταβολή του οφειλόμενου φόρου σε δόσεις παρέχεται μόνο αν το ακίνητο, που αποκτήθηκε αιτία θανάτου, βρίσκεται στην κυριότητα του οφειλέτη κληρονόμου. Προκειμένου τούτο να μεταβιβασθεί ή βαρυνθεί με εμπράγματα δικαιώματα, ολόκληρος ο φόρος που επιμεριστικά αναλογεί σ΄ αυτό καθίσταται απαιτητός και καταβάλλεται πριν από τη χορήγηση πιστοποιητικού, για το οποίο ορίζει το άρθρο 112.
Μπορεί όμως το πιστοποιητικό αυτό να χορηγηθεί και πριν από την ολοσχερή καταβολή του επιμεριστικώς αναλογούντος φόρου, με τη ρητή εντολή ο φόρος να παρακρατηθεί από το συμβολαιογράφο και να αποδοθεί απ΄ αυτόν στη Δ.Ο.Υ. (δημόσια οικονομική υπηρεσία), το αργότερο μέσα σε τρεις ημέρες από τη σύνταξη του οικείου συμβολαίου ».
8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Αν το σύνολο του φόρου που βεβαιώθηκε, μαζί με τους τυχόν πρόσθετους φόρους υπέρ τρίτων, είναι μέχρι και 500.000 δραχμές, δεν απαιτείται ασφάλεια για την καταβολή του σε δόσεις, αν είναι άνω από 500.000 δραχμές μέχρι και 1.000.000 δραχμές απαιτείται προσωπική εγγύηση αξιόχρεου, κατά την κρίση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, προσώπου και αν είναι πάνω από 1.000.000 δραχμές απαιτείται εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή τράπεζας, αναγνωρισμένης στην Ελλάδα».
9. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής:
«4. Εάν ο υπόχρεος καταβάλλει εφάπαξ το σύνολο των ποσών που βεβαιώθηκαν στο όνομα του μέχρι τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της πρώτης μηνιαίας ή και τη δεύτερης εξαμηνιαίας δόσης, εκπίπτεται ποσοστό 15%.
10. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής:
«Στην αιτία θανάτου κτήση συνυπολογίζονται και όλες οι δωρεές, γονικές παροχές και προίκες του κληρονομουμένου προς τον κληρονόμο ή κληροδόχο. που έγιναν κατά τα άρθρα 34 ή 46 αντίστοιχα, εφ΄ όσον η φορολογική γι΄ αυτές υποχρέωση γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρ.102. δε λογίζεται παραγραμμένο».
11. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 36 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής:
Στην κατ΄ άρθρο 34 κτήση αιτία δωρεάς συνυπολογίζονται και όλες οι προγενέστερες δωρεές του ίδιου δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο, καθώς και οι υπέρ αυτού συσταθείσες προίκες, εφ΄ όσον γι΄ αυτές η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 102 δε λογίζεται ως παραγραμμένο».
12. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 47 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής .
«Στην κατ άρθρο 46 κτήση αίτια προίκας συνυπολογίζονται και όλες οι προγενέστερες δωρεές και προίκες του ίδιου προικοδότη προς την προικιζόμενη , εφ΄ όσον γι΄ αυτές η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 102, δε λογίζεται παραγραμμένο ».
13. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου17 του Ν.Δ. 118/1973 καταργούνται.
14. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Αν για οποιαδήποτε αιτία, κατά τη δεύτερη αιτία θανάτου κτήση του ίδιου περιουσιακού στοιχείου, ο φόρος που επιμεριστικός το βαρύνει είναι μεγαλύτερος από εκείνον της πρώτης αυτού κτήσης, η επί πλέον διαφορά οφείλεται ολόκληρη ».
Άρθρο 14
Φορολογία μεταβίβασης ακινήτων
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α 238). όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται:
α) Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από άγαμο μέχρι 35 μ2, ή για τη μέχρι 4.200.000 δρχ. αξία τους.
β) Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από έγγαμο μέχρι 70 μ2. ή για τη μέχρι 8.400.000 δρχ. αξία τους.
Η απαλλαγή που δικαιούται ο έγγαμος προσαυξάνεται κατά 15 μ 2 ή κατά 2.000.000 δραχμές για καθένα από τα παιδιά του.
γ) Για αγορά οικοπέδου από έγγαμο ή άγαμο για ποσό της αξίας αυτού μέχρι ένα εκατομμύριο οκτακόσιες χιλιάδες (1.800.000) δραχμές, εφ΄ όσον το οικόπεδο βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια οποιουδήποτε νομού της χώρας, εκτός των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης, και για ποσό μέχρι ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) δραχμές, εφ΄ όσον το οικόπεδο βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια των νομών αυτών».
2. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α΄ 238) αντικαθίσταται ως εξής:
«β) για δύο άτομα 70 μ2. προσαυξανόμενο κατά 15 μ2 για καθένα παιδί».
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου2 του άρθρου 13 του Ν. 634/1977 (ΦΕΚ Α΄ 186) όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Συμβάσεις ανταλλαγής ή αγοράς κυριότητας γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων. μαζί με τις εγκαταστάσεις τους που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευση τους, εφ΄ όσον η κατά στρέμμα αγοραία αξία τους δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων για το μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές τμήμα της κατά στρέμμα αγοραίας αξίας τους και μέχρι εμβαδόν σαράντα (40) στρεμμάτων συνολικά για κάθε αγοραστή, είτε αυτές συντελούνται με μία είτε με περισσότερες συμβολαιογραφικές πράξεις».
4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) προστίθεται περίπτωση ή ως εξής:
«η) Η σύσταση, απόσβεση ή η μεταβίβαση μαζί με το δεσπόζον ακίνητο πραγματικής δουλείας από τις προβλεπόμενες από τα άρθρα 1118 επ. του Αστικού Κώδικα».
5. Η περίπτωση Β στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) καταργείται.
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) μέχρι και του στοιχείου (β) αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο φόρος μεταβίβασης που αναλογεί στο τίμημα μεταβίβασης που αναγράφεται στο συμβόλαιο, βαρύνει τον αγοραστή».
7. Η περίπτωση γ΄ του άρθρου 6 του Α.Ν. 1521 /1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Η μεταβίβαση, στην οποία αγοραστής είναι το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. οι δήμοι, οι κοινότητες, οι ιεροί ναοί και οι ιερές μονές».
8. Στο άρθρο 3 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚΑ 245)προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Επί μεταβίβασης βάσει ειδικών διατάξεων ακινήτων του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. σε ιδιώτες ως αξία θεωρείται το τίμημα που αναγράφεται στοπαραχωρητήριο ή κάθε άλλη σχετική πράξη που εκδίδεται ».
9. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 3 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν ισχύουν στις περιπτώσεις που για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43)».
10. Στην παρ. 3 του άρθρ. 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση, σε περίπτωση που στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο αναγράφεται τίμημα μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει με εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση το τίμημα αυτό».
11. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α 43) προστίθεται περίπτωση (γ) ως. εξής:
«γ) Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων εκτός σχεδίου ακινήτων».
12. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) απόφασης δικαστικής, με την οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, στο όνομα κάποιου προσώπου, λόγω συμπλήρωσης των όρων της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία στο όνομα του προσώπου. στο οποίο γίνεται η αναγνώριση, υπάρχει μεταγραμμένος τίτλος για το δικαίωμα αυτό, για το οποίο έχει υποβληθεί η δήλωση που προβλέπεται από το νόμο και»
13. Η περίπτωση (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Ο εκ προσυμφώνου αγοραστής βαρύνεται με το φόρο που αναλογεί στο τίμημα της μεταβίβασης που αναγράφεται στο προσύμφωνο και».
14. Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α 245) καταργείται.
15. Η λέξη «κειμένου» της προτελευταίας σειράς του πρώτου εδαφίου τη παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α΄ 238) αντικαθίσταται με τη λέξη «κειμένων».
16. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α΄ 238) καταργείται.
17. Η δεύτερη περίοδος της παραγράφου 14 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α΄238)καταργείται
18. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43) προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο τιμές αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο, ανά διετία, με τις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος αποφάσεις του Υπ.των Οικονομικών».
Άρθρο 15
Φορολογία ακίνητης περιουσίας
1. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 11 του άρθρου 25 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 τ.Α) αναστέλλεται μέχρι να εκδοθούν τα προεδρικά διατάγματα που προβλέπονται από τις διατάξεις αυτές.
2. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 τ.Α΄) καταργείται.
3. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 τ.Α) αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Η ακίνητη περιουσία των ανήλικων άγαμων τέκνων προστίθεται κατά ίσα μέρη στην ακίνητη περιουσία του πατέρα και της μητέρας, εφ΄ όσον αυτοί ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα μόνο στην περιουσία του γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα.
Κατ΄ εξαίρεση δεν υπολογίζεται στην περιουσία των γονέων η ακίνητη περιουσία των ανήλικα άγαμων τέκνων, που περιέρχεται σ΄ αυτά από κληρονομιά, κληροδοσία ή δωρεά αιτία θανάτου
4. Οι διατάξεις της περίπτωσης (η) της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α 43) αντικαθίστανται ως εξής:
«η) τα ακίνητα που φορολογούνται ως κληρονομιαία, για τα οποία ο φόρος είναι καταβλητέος σε εξαμηνιαίες δόσεις, για χρονικό διάστημα 4 (τεσσάρων) ετών. Το χρονικό αυτό διάστημα αρχίζει από το επόμενο έτος εκείνου, μέσα στο οποί γεννήθηκε η φορολογική υποχρέωση από την αιτία θανάτου κτήση».
5. Το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α 43) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Από τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, μετά την αφαίρεση των χρεών της προηγούμενης παραγράφου, παραμένει αφορολόγητο ποσό δραχμών 50.000.000 για τα νομικά πρόσωπα. και δραχμών 55.000.000 για τα φυσικά πρόσωπα.
Σε περίπτωση συζύγων, που και οι δύο έχουν ακίνητη περιουσία, δε φορολογείται αξία μέχρι
55.000.000 δραχμές για καθένα απ΄ αυτούς. Εάν ο ένας από τους συζύγους έχει ακίνητη περιουσία μεγαλύτερη του αφορολόγητου ορίου και ο έτερος των συζύγων μικρότερη ή και μηδενική, η απαλλαγή παρέχεται μέχρι συμπλήρωσης των δύο αφορολόγητων ορίων».
6. Οι διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43). όπως τροποποιήθηκαν-με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ Α΄ 127) και ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και κατά τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων στη φορολογία της ακίνητης περιουσίας.
7. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Των λοιπών από την 1η Ιανουαρίου 1991.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του Ν. 1884/1990 (ΦΕΚ Α 81).
Άρθρο 16
Φορολογία αυτόματου υπερτιμήματος
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 114 παρ.1 του Ν.2362/1995 (Α 247)
1. Σε κάθε μεταβίβαση με επαχθή αιτία ακινήτου ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου επιβάλλεται φόρος αυτόματου υπερτιμήματος στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσεως, πληθωρισμένης με το μέσο ετήσιο τιμάριθμο καταναλωτή της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος. και της τιμής πωλήσεως του, ανεξαρτήτου του τρόπου κτήσεως της κυριότητας αυτού.
2 Για την επιβολή του παρόντος φόρου:
α) Η έννοια των ακινήτων και των εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων λαμβάνεται όπως αυτή καθορίζεται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
β) Στην έννοια του όρου μεταβίβαση με επαχθή, αιτία περιλαμβάνονται η μεταβίβαση με αντάλλαγμα της πλήρους ή ψιλής κυριότητας, ανεξαρτήτως αν αυτή γίνεται με αναβλητική ή διαλυτική αίρεση ή με τον όρο της εξωνήσεως, και η παραίτηση με αντάλλαγμα από την κυριότητα ακινήτου η από πραγματικό δικαίωμα επί ακινήτου.
Δεν περιλαμβάνονται στην έννοια του όρου μεταβίβαση με επαχθή αιτία η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων για δημόσια ωφέλεια.
γ) Ως τιμή κτήσεως θεωρείται η αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίστηκε με εφαρμογή των διατάξεων για την επιβολή του φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, στην οποία προστίθενται και ο φόρος μεταβίβασης.
Αν το ακίνητο που μεταβιβάζεται αποκτήθηκε χωρίς αντάλλαγμα, ως τιμή κτήσεως θεωρείται η αξία που προσδιορίσθηκε για την επιβολή του φόρου κληρονομιών, δωρεών ή γονικών παροχών και προικών, στην οποία προστίθεται και ο αντίστοιχος φόρος.
Ως αξία κτήσεως των ακινήτων που αποκτήθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι την 31η /12/84 λαμβάνεται η καθοριζόμενη την 1η/1/85 με το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, η οποία τιμαριθμοποιείται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.
Για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές όπου το έτος 1985 δεν ίσχυε το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους ή τούτο εφαρμόσθηκε μεταγενέστερα ή δεν ισχύει μέχρι το χρόνο πώλησης των ακινήτων, ο φόρος αυτόματου υπερτιμήματος υπολογίζεται σε ποσοστό επί τον αναλογούντα Φ.Μ.Α.: γ) 5% για αγροτικά ακίνητα, εφ΄ όσον αυτά δεν βρίσκονται. είτε μερικώς είτε ολικώς, μέσα σε ζώνη ακτίνας 500 μέτρων από το χειμέριο κύμα και γβ) 10% προκειμένου για αστικά ακίνητα και για εξαιρούμενα από την προηγούμενη περίπτωση. Για ακίνητα αποκτηθέντα μετά την 1.1.1980 ο ως άνω ειδικός τρόπος φορολογίας του υπερτιμήματος δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση κατά την οποία ο πωλητής προσκομίσει στοιχεία από τα οποία θα προκύπτει οριστική υπεραξία κτήσεως και ο τυχόν καταβληθείς φόρος προκειμένου να τιμαριθμοποιηθεί με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.
δ) Ως τιμή μεταβίβασης θεωρείται η αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται με την εφαρμογή των διατάξεων για την επιβολή του φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, από την οποία αφαιρείται τη αξία των προσθηκών ή βελτιώσεων που έγιναν στο ακίνητο, μετά την κτήση του, με δαπάνες του υπόχρεου στην καταβολή του παρόντος φόρου.
ε) Σε περίπτωση μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου από τον οικοπεδούχο στον εργολάβο κατασκευαστή, ως αξία των ποσοστών αυτών θεωρείται η αξία των διαμερισμάτων, καταστημάτων ή άλλων ανταλλαγμάτων, τα οποία βάσει του εργολαβικού προσυμφώνου περιέρχονται στον οικοπεδούχο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αξία των ποσοστών του οικοπέδου που αναλογεί σ΄ αυτά.
στ) Σε περίπτωση μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου ενός ακινήτου από τον ίδιο πωλητή προς τον ίδιο αγοραστή, με περισσότερες από μία μεταβιβαστικές πράξεις, οι οποίες, απέχουν μεταξύ τους λιγότερο από είκοσι τέσσερις (24) μήνες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική αξία των περισσότερων αυτών μεταβιβαστικών πράξεων.
3. Ο κατά τον παρόντα νόμο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος βαρύνει τον πωλητή. Αντίθετη τυχόν συμφωνία είναι άκυρη. Ο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος μειούται κατά το ποσό του φόρου ακίνητης περιουσίας που καταβλήθηκε και αναλογεί στο πωληθέν ακίνητο κατά τα πέντε τελευταία έτη.
Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245) εφαρμόζεται και για την επιβολή του φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος του παρόντος νόμου.
4. Ο φόρος καταβάλλεται εξ ολοκλήρου με την υποβολή της δήλωσης υπεραξίας και προ της συντάξεως του μεταβιβαστικού συμβολαίου.
5. Ο φορολογικός συντελεστής ορίζεται σε ποσοστό: α) 25%, αν η μεταβίβαση γίνει μέσα σε πέντε χρόνια από την αγορά, β) 20%, αν η μεταβίβαση γίνει από 6-10 χρόνια από την αγορά,
γ) 15%, αν η μεταβίβαση γίνει από έντεκα έως είκοσι χρόνια από την αγορά και δ) 10%, αν η μεταβίβαση γίνει μετά την πάροδο είκοσι χρόνων από την αγορά, στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης.
6. Δεν υπόκειται σε φόρο αυτομάτου υπερτιμήματος του παρόντος νόμου η υπεραξία που προκύπτει:
α) από την πώληση διαμερίσματος, γραφείου, καταστήματος και γενικά οικοδομής, που ανεγέρθηκε από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ασκεί επιχείρηση ανεγέρσεως και πωλήσεως οικοδομών και του οποίου τα καθαρά κέρδη από τις εργασίες αυτές υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος.
β) από την πώληση βιομηχανοστασίου ή άλλης επαγγελματικής στέγης, καθώς και από τη μεταβίβαση ακίνητων από οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση, για την οποία υπόκειται σε φόρο εισοδήματος κατά τις διατάξεις των άρθρων 31 παράγραφος2 και 32 παράγραφος 2 του Ν.Δ. 3323/1955,
γ) από την πώληση ακινήτου που κατά τις διατάξεις του Ν. 1642/1986 (ΦΕΚ Α΄ 125) υπόκειται σε φόρο προστιθέμενης αξίας.
δ) από την πώληση οικοπέδου, οικίας ή διαμερίσματος που χρησιμοποιείται από τον πωλητή ως πρώτη κατοικία, με την προϋπόθεση ότι το τίμημα της μεταβίβασης θα διατεθεί ολόκληρο, μέσα σε τρία χρόνια, για την αγορά οικοπέδου, διαμερίσματος ή οικίας, που θα χρησιμοποιηθεί ως πρώτη κατοικία. Αν διατεθεί μέρος μόνο τούτου, δε θα υπαχθεί σε φόρο το μέρος αυτό,
ε) από εκποίηση συνεπεία αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου.
7. Απαλλάσσονται από το φόρο του παρόντος νόμου το Δημόσιο, οι δήμοι, οι κοινότητες, οι ιεροί ναοί και οι ιερές μονές και τα ν.π.δ.δ.
8. Για την υποχρέωση υποβολής δηλώσεως, την καταβολή του φόρου, τις συνέπειες της μη δηλώσεως και της ανακριβούς δηλώσεως, τον έλεγχο της δηλώσεως από τη φορολογούσα αρχή τη διαδικασία επιλύσεως των φορολογικών διαφορών και γενικά για κάθε θέμα που αφορά τη διαδικασία βεβαιώσεως και εισπράξεως του φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος εφαρμόζονται οι διατάξεις του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ Α΄ 245).
9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη βεβαίωση και είσπραξη του φόρου.
10. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου, με τις οποίες επιβάλλεται φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος, κατά την πώληση, στη διαφορά μεταξύ τιμής κτήσεως και πωλήσεως των ακινήτων, αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1991.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
Άρθρο 17
Τροποποιήσεις διατάξεων Κ.Φ.Σ.
1. Η περίπτωση ΣΤ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.Δ. 99/1977 αντικαθίσταται ως εξής:
«ΣΤ) Στην κατηγορία που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδα του. όχι όμως σε κατηγορία κατώτερη της δεύτερης: α) ο επιτηδευματίας που διατηρεί κέντρο διασκέδασης ή κατάστημα γενικά που υπόκειται σε αγορανομική κατάταξη. ανεξάρτητα από την κατηγορία ένταξης του. Κατ΄ εξαίρεση, τα παραδοσιακά καφενεία που λειτουργούν σε οικισμούς μέχρι τριών χιλιάδων (3.000) κατοίκων εντάσσονται σε κατηγορία τήρησης βιβλίων με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, β) ο συνεταιρισμός επιτηδευματιών, γ) ο επιτηδευματίας που πραγματοποιεί ακαθάριστα έσοδα κατά ποσοστό τουλάχιστον εξήντα στα εκατό (60%) από χονδρικές πωλήσεις ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό, δ) η κοινοπραξία επιτηδευματιών, κατ΄ εξαίρεση, η κοινοπραξία επιτηδευματιών, που ασχολείται με την κατασκευή ιδιωτικών ή δημόσιων τεχνικών έργων και τα καθαρά κέρδη της προσδιορίζονται κατ΄ ειδικό τρόπο, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί
φορολογίας εισοδήματος, μπορεί να τηρεί βιβλία δεύτερης κατηγορίας αδιάφορα από το ποσό των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων της, ε) ο επιτηδευματίας, που στο αντικείμενο των εργασιών του περιλαμβάνεται και η πώληση καλλυντικών. οπτικών, παιχνιδιών, λουλουδιών, φυτών, κρυστάλλων, πορσελάνων, γυαλικών, ειδών οικιακής χρήσης, τουριστικών ειδών και ειδών λαϊκής τέχνης,
ειδών δώρων, μουσικών οργάνων πάσης φύσεως, μοτοποδηλάτων, ποδηλάτων, μοτοσικλετών, σιδηρικών, ειδών κιγκαλερίας, φωτογραφικών και κινηματογραφικών ειδών, οργάνων γυμναστικής, κοσμημάτων γενικά, ειδών χρυσοχοΐας και αργυροχοϊας και στ) ο επιτηδευματίας, που στο αντικείμενο των εργασιών του περιλαμβάνεται και η εκμετάλλευση εργαστηρίου ή παρασκευαστηρίου ειδών ζαχαροπλαστικής και συναφών ειδών».,
2. Στο άρθρο 5 του Π.Δ. 99/1977 προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Ο επιτηδευματίας της δεύτερης κατηγορίας τηρεί και βιβλίο απογραφών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 του παρόντος Κώδικα. Κατ΄ εξαίρεση, απαλλάσσεται από την υποχρέωση αυτή, μόνο για τις απογραφές 31 Δεκεμβρίου 1990 και 31 Δεκεμβρίου 1991, ο επιτηδευματίας που τα ακαθάριστα έσοδα του, σε κάθε μία από τις διαχειριστικές περιόδους 1/1 -31 /12/1990 και 1 /1 – 31 /12/1991, δεν ξεπέρασαν το ποσόν των 50.000.000 δραχμών, εκτός από εκείνον που είχε υποχρέωση να συντάξει απογραφή σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 56 του Ν. 1642/1986».
3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 18 του Π.Δ. 99/1977 αντικαθίσταται ως εξής:.
«6. ΄ Όταν χρησιμοποιείται ταμειακή μηχανή για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών μετρητοίς ή και επί πιστώσει από τους επιτηδευματίες, που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας, η ταινία αυτής θεωρείται ως στέλεχος των αποδείξεων αυτών, αν αποτυπώνονται σ΄ αυτήν όλες οι ενδείξεις που ορίζονται από τον παρόντα Κώδικα για τις αποδείξεις αυτές, εκτός από την αναγραφή και ολογράφως του ποσού της αμοιβής».
4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 45 του Π.Δ. 99/1977 αντικαθίσταται. ως εξής:
«9. Δεν θεωρούνται φορολογικά στοιχεία με κάθε υ πόχρεο, ο οποίος: α) δεν έχει εκπληρώσει ληξιπρόθεσμες και απαιτητές υποχρεώσεις του από παρακρατούμενους φόρους εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας, τέλης χαρτοσήμου γενικά, εισφορές του Ν. 4169/1961 (ΦΕΚ Α 81). του άρθρου 3 του Ν. 1066/1980 (ΦΕΚ Α 183) και του Α.Ν. 112/1967 (ΦΕΚ Α 147), από δάνεια με την εγγύηση του Δημοσίου και από πρόστιμα για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Κώδικα όταν το σύνολο των υποχρεώσεων του αυτών, χωρίς τις νόμιμες προσαυξήσεις, ξεπερνά τις 500.000 (πεντακόσιες χιλιάδες) δραχμές, εκτός αν έχει υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής των ληξιπρόθεσμων χρεών του από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα και είναι απόλυτα συνεπής στην καταβολή των δόσεων αυτών, ή β) δεν έχει υποβάλει δηλώσεις απόδοσης Φ.Π.Α., Φ.Μ.Υ και φόρο μερισμάτων.
5. Η περίπτωση η΄ του άρθρου 49 του Π.Δ. 99/1977 αντικαθίσταται ως εξής:
«η) Ρυθμίζει διαφορετικά τον τρόπο και το χρόνο έκδοσης των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών, παροχής υπηρεσιών και των ειδικών στοιχείων και ορίζει διαφορετικά τις προϋποθέσεις, βάσει των οποίων η ταινία της ταμειακής μηχανής δύναται να θεωρείται ως στέλεχος των αποδείξεων και των ειδικών στοιχείων αυτών, για όλους τους υπόχρεους ή για κατηγορίες μόνο αυτών, σε ολόκληρη τη χώρα ή σε τμήματα αυτής»
6. Στο τέλος του άρθρου 49 του Π.Δ. 99/1977 προστίθεται νέα περίπτωση ιη΄, ως εξής:
«ιη) Απαλλάσσει από την τήρηση βιβλίου απογραφών της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του παρόντος Κώδικα κατηγορίες επιτηδευματιών σε ολόκληρη τη Χώρα ή σε τμήματα αυτής».
7. Οι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 1991.
Άρθρο 18
Φορολογικές ταμειακές μηχανές
Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1809/1988 (ΦΕΚ Α΄ 222) αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι επιτηδευματίες αυτοί, αντί να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικές ταμειακές μηχανές, μπορούν να εκδίδουν θεωρημένες διπλότυπες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών με τρόπο μηχανογραφικό, στις οποίες όμως πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία των αποδείξεων των ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών. Κατ΄ εξαίρεση. επιτρέπεται η έκδοση χειρόγραφων θεωρημένων διπλότυπων αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σε ειδικές μόνο περιπτώσεις, για συναλλαγές που πραγματοποιεί ο επιτηδευματίας εκτός του κεντρικού καταστήματος ή του υποκαταστήματος του ».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΕΜΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ
Άρθρο 19
Ρυθμίσεις στα τέλη χαρτοσήμου και στον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών
1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 15α του Π.Δ. της 28.7.1931 (ΦΕΚ Α΄ 239). όπως ισχύει αντικαθίστανται ως ακολούθως:
Σε συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή. που εκδίδονται στην Ελλάδα επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου, το οποίο ορίζεται ως ακολούθως:
Για ονομαστική αξία δρχ | 1- | 10.000 δρχ. | 50 |
» » » » | 10.001- | 20.000» | 100 |
» » » » | 20.001- | 40.000» | 200 |
» » » » | 40.001- | 80.000» | 400 |
» » » » | 80.001- | 120.001» | 600 |
» » » » | 120.001- | 160.000» | 800 |
» » » » | 160.001- | 200.000» | 1000 |
» » » » | 200.001- | 240.000» | 1200 |
» » » » | 240.001- | 280.000» | 1400 |
» » » » | 280.001- | 320.000» | 1600 |
» » » » | 320.001- | 360.000» | 1800 |
» » » » | 360.001- | 500.000» | 2500 |
Για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή ονομαστικής αξίας μεγαλύτερης των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών το τέλος ορίζεται σε πέντε τοις χιλίοις (5%ο) για την περά των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών ονομαστική αξία αυτών.
Η οπισθογράφηση, η τριτεγγύηση και η εξόφληση συναλλαγματικής ή γραμματίου σε διαταγή συντάσσονται ατελώς.
2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο τέλος χαρτοσήμου για συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή αξίας μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές εισπράττεται υποχρεωτικά με χρήση ειδικών εντύπων ενσήμων, για συναλλαγματικές δε και γραμμάτια σε διαταγή αξίας ανώτερης, με χρήση του ειδικού εντύπου ενσήμου της συναλλαγματικής ή του γραμματίου σε διαταγή αξίας πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών και με χρήση κινητού επισήματος ή αποδεικτικού πληρωμής της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Κώδικα αυτού. Σε όσες περιπτώσεις το αναλογικό τέλος είναι ή περιλαμβάνει κλάσμα της δραχμής αυτό στρογγυλοποιείται σε ακέραιη δραχμή».
2. Με απόφαση του Υπ. των Οικονομικών, που θα δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα οριστεί η ημερομηνία θέσης σε κυκλοφορία των ως άνω νέων ειδικών εντύπων ενσήμων συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή και θα καθορισθεί ο τύπος και το περιεχόμενο των εντύπων αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, για την εφαρμογή τους.
Η κατάργηση αυτή δεν καταλαμβάνει τέλη χαρτοσήμου, που επιβάλλονται σε αιτήσεις ή αναφορές βάσει άλλων διατάξεων.
3
……
4. Το πάγιο τέλος χαρτοσήμου, που προβλέπεται από τη διάταξη της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του π.δ/τος της 28 Ιουλίου 1931 για τις βεβαιώσεις, τα πιστοποιητικά και αποδεικτικά εν γένει έγγραφα, αυξάνεται από είκοσι (20) σε εκατό (100) δραχμές.
Η αύξηση αυτή δε καταλαμβάνει το πάγιο τέλος χαρτοσήμου, που επιβάλλεται στα έγγραφα αυτά βάσει άλλων διατάξεων.
5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, τα πάγια τέλη χαρτοσήμου αυξάνονται κατά εκατόν πενήντα τοις εκατό (150%). Εάν, μετά την αύξηση αυτή, σε αξία παγίου τέλους χαρτοσήμου περιλαμβάνεται και μέρος αξίας μικρότερο των δέκα (10) δραχμών, γίνεται στρογγυλοποίηση του μέρους σε δραχμές δέκα (10).
Από την αύξηση αυτή εξαιρούνται τα τέλη χαρτοσήμου, που προβλέπονται από τις διατάξεις:
α. Της παραγράφου 1 του άρθρου 15α του π.δ/τος της 28 Ιουλίου 1981 και
β. της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν.δ/τος 1146/1972 (ΦΕΚ Α΄ 64).
6. Υποχρέωση υποβολής των δηλώσεων, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 29, του Ν. 1642/1986, έχουν όλοι όσοι ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τις διατάξεις των άρθρ. 2, 3 & 4 του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από την υπαγωγή ή μη της δραστηριότητας αυτής σε φόρο προστιθέμενης αξίας. Για τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις αυτές δηλώσεις έναρξης δραστηριότητας χορηγείται υποχρεωτικά από τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας σχετική βεβαίωση.
Η ίδια βεβαίωση χορηγείται και για τις δηλώσεις μεταβολών, εφ΄ όσον αφορούν στην ίδρυση υποκαταστήματος ή είσοδο νέου μέλους, σε υφιστάμενο νομικό πρόσωπο, με οποιαδήποτε αιτία.
Στις κατά τα ανωτέρω χορηγούμενες βεβαιώσεις επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου, χωρίς τούτο να προσαυξάνεται με εισφορά Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις
κατωτέρω διακρίσεις:
Α. Φυσικά πρόσωπα:
α. Δραχμές δύο χιλιάδες (2.000), εφ΄ όσον ασκούν δραστηριότητα σε χωριά ή κωμοπόλεις μέχρι 2.000 κατοίκους, εκτός από τις τουριστικές περιοχές.
β. Δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000) εφ΄ όσον ασκούν δραστηριότητα σε κωμοπόλεις και πόλεις άνω των 2.000 και μέχρι 10.000 κατοίκους, καθώς και σε χωριά ή κωμοπόλεις μέχρι 2.000 κατοίκους που βρίσκονται σε τουριστικές περιοχές.
γ. Δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000), εφ΄ όσον ασκούν δραστηριότητα σε πόλεις άνω των 10.000 και μέχρι 50.000 κατοίκους.
δ. Δραχμές είκοσι χιλιάδες (20.000). εφ` όσον ασκούν δραστηριότητα σε πόλεις άνω των 50.000 κατοίκων.
Β. Ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000). Για κάθε μέλος των προσώπων αυτών επιβάλλεται επί πλέον με βάση τον τόπο που οι εταιρείες αυτές ασκούν δραστηριότητα:
α. Προκειμένου περί ομόρρυθμων μελών το τέλος που ορίζεταιστην κατηγορία Α. κατά τις διακρίσεις αυτής.
β. Προκειμένου περί ετερόρρυθμων μελών το τέλος, που ορίζεται στην κατηγορία Α. κατά τις διακρίσεις αυτής, προσαυξημένο κατά 50%.
Γ. Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης δραχμές πενήντα χιλιάδες (50.000). Για κάθε μέλος των εταιρειών αυτών επιβάλλεται επί πλέον το τέλος που ορίζεται στην κατηγορία Α. κατά τις διακρίσεις αυτής και με βάση τον τόπο άσκησης δραστηριότητας από τις εταιρείες αυτές, προσαυξημένο κατά 50% (πενήντα τοις εκατό).
Δ. Το πάγιο τέλος, που ορίζεται ανωτέρω για τα μέλη των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών επιβάλλεται και στη βεβαίωση που εκδίδεται συνεπεία υποβολής από τις εταιρείες αυτές δηλώσεων μεταβολής δραστηριότητας για την είσοδο κάθε νέου μέλους σ΄ αυτές με οποιαδήποτε αιτία.
Ε. Κοινοπραξίες επιτηδευματιών δραχμές πενήντα χιλιάδες (50.000).
Για κάθε μέλος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο των Κοινοπραξιών της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Π.Δ. 99/1977 (ΦΕΚ Α΄ 34) επιβάλλεται επί πλέον το τέλος που ορίζεται στην κατηγορία Α, κατά τις διακρίσεις αυτής με βάση τον τόπο άσκησης της δραστηριότητας της Κοινοπραξίας.
ΣΤ. Ανώνυμες εταιρείες δραχμές εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000).
Ζ. Λοιπά πρόσωπα, που ασκούν δραστηριότητα δραχμές δέκα χιλιάδες (10.000). Το ίδιο τέλος επιβάλλεται και στις βεβαιώσεις έναρξης επιτηδεύματος που χορηγούνται στον ιδρυτή νομικού προσώπου ή οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης.
Η. Το τέλος, που ορίζεται στις ανωτέρω περιπτώσεις, με εξαίρεση το τέλος για τα μέλη των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών, επιβάλλεται και στις βεβαιώσεις, που εκδίδονται συνεπεία υποβολής δηλώσεως μεταβολής δραστηριότητας, στην περίπτωση ίδρυσης υποκαταστήματος.
Το τέλος, που επιβάλλεται με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, εισπράττεται με αποδεικτικό πληρωμής της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που εκδίδει την κατά τα ανωτέρω βεβαίωση.
7. Το ποσό των εξακοσίων (600) δραχμών, που ορίζεται στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 3 του π.δ/τος της 28 Ιουλίου 1931, και το ποσό των διακοσίων πενήντα (250) δραχμών, που ορίζεται στη διάταξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 35 του ίδιου προεδρικού διατάγματος, αυξάνεται σε χίλιες (1.000) δραχμές.
8. Η ισχύς των διατάξεων των παρ. 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρου αυτού αρχίζει μετά 15 ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
9. Όπου από τις κείμενες διατάξεις ορίζεται ότι η μη υπαγωγή σε τέλος του χαρτοσήμου μιας σύμβασης, πράξης, σχέσης ή συναλλαγής ή η υπαγωγή της σε πάγιο τέλος εξαρτάται από την προηγούμενη υπαγωγή κάποιας άλλης σύμβασης, πράξη κ.λπ. στο προσήκον τέλος χαρτοσήμου, θεωρείται, ότι πληρούται η προϋπόθεση αυτή και στην περίπτωση που η σύμβαση πράξη κ.λπ. αυτή έχει υπαχθεί στη ρύθμιση του φόρου προστιθέμενης αξίας ή του ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών.
Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει από την 1η/1/1987. Τέλη χαρτοσήμου, που τυχόν καταβλήθηκαν πριν από την ανωτέρω ρύθμιση και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, θεωρούνται ότι καλώς καταβλήθηκαν και δεν επιστρέφονται.
10. Οι συμβάσεις των ενέγγυων πιστώσεων, που έχουν ήδη ανοιχθεί, ή θα ανοιχθούν κατ΄ εντολή της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου, για την προμήθεια πετρελαιοειδών προϊόντων και φυσικού αερίου, απαλλάσσονται από το τέλος χαρτοσήμου.
11. Οι δικαιούχοι συμβάσεων παροχής πιστώσεων σε ανοικτό λογαριασμό, που καταρτίσθηκαν μέχρι 31.12.1986 έχουν την ευχέρεια να ζητήσουν την υπαγωγή των συμβάσεων αυτών, από την έναρξη της ισχύος της διάταξης αυτής, αντί σε τέλος χαρτοσήμου σε ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών.
12. Η περίπτωση β΄ του άρθρου 9 του Ν. 1676/1986 (ΦΕΚ Α΄ 204) αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Επί παροχής πιστώσεων, για ολόκληρο το ποσό αυτών, κατά το χρόνο της πρώτης εκταμίευσης τους».
13. Η δεύτερη περίοδος της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του Ν. 1731/1987 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τις ίδιες απαλλαγές έχουν και οι συμβάσεις ρύθμισης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από δάνεια ή πιστώσεις τραπεζών ή ειδικών πιστωτικών ιδρυμάτων προς οποιονδήποτε, εφ΄ όσον η ρύθμιση αυτή προβλέπεται από απόφαση των νομισματικών αρχών ».
Άρθρο 20
Φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων
1. Στη διάταξη της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Εξαιρετικά, υπάγεται στο φόρο η μεταβολή του σκοπού προσώπου του άρθρου 17, στο οποίο, βάσει του προηγούμενου σκοπού του, είχε χορηγηθεί απαλλαγή από το φόρο, ενώ δεν προβλέπεται τέτοια απαλλαγή και βάσει του νέου σκοπού».
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Ν. 1676/1986 προστίθεται περίπτωση δ΄, που έχει ως εξής:
«δ. για την πράξη του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παρ. 4 του άρθρ. 18,στην αξία των περιουσιακών στοιχείων, που εισφέρθηκαν μέχρι το χρόνο της μεταβολής του σκοπού».
Άρθρο 21
Καταβολή φόρου κύκλου εργασιών ασφαλιστικών επιχειρήσεων
Η καταβολή σε δόσεις του φόρου κύκλου εργασιών που προβλέπεται από την απόφαση Μ. 10470/1954 του Υπουργού Οικονομικών, καταργείται.
Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 11ανουαρίου 1990 και καταλαμβάνει ασφάλιστρα και δικαιώματα που καθίστανται απαιτητά από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 22
Επανυπολογισμός εφάπαξ πρόσθετου ειδικού τέλους. Τρόπος καταβολής εισφορών.
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του Ν. 363/1976 (ΦΕΚ Α΄ 152). όπως ισχύει, προστίθενται τρία εδάφια που έχουν ως εξής:
«Σε περίπτωση αντικατάστασης κινητήρα αυτοκινήτου με κινητήρα μεγαλύτερου κυλινδρισμού, εφ΄ όσον η αντικατάσταση λαμβάνει χώρα εντός τριετίας από την έκδοση της πρώτης άδειας κυκλοφορίας, το κατά την προηγούμενη παράγραφο εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος επανυπολογίζεται με βάση τον κυλινδρισμό του νέου κινητήρα και καταβάλλεται η διαφορά κατά την έκδοση της νέας άδειας, με βάση τις διατάξεις, που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας αυτής.
Σε περίπτωση αντικατάστασης κινητήρα αυτοκινήτου προσώπων, που απαλλάχτηκαν από το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος, με κινητήρα μεγαλύτερου κυλινδρισμού από το όριο, που προβλέπεται για την απαλλαγή, ανεξάρτητα από το χρόνο αντικατάστασης, καταβάλλεται ολόκληρο το εφάπαξ προσθετό ειδικό τέλος με βάση τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της νέας άδειας κυκλοφορίας.
Όσοι προβαίνουν σε αντικατάσταση κινητήρα αυτοκινήτου, προκειμένου να τους εκδοθεί νέα άδεια κυκλοφορίας, οφείλουν να προσκομίσουν τα σχετικά φορολογικά στοιχεία, που εκδόθηκαν για την αγορά ή τοποθέτηση του κινητήρα ».
2. Οι εισφορές, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν.δ/τος 49/1968 (ΦΕΚ Α΄ 294), όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο μόνο του β.δ/τος 281/1973 (ΦΕΚ Α΄ 84) και του άρθρου 12 του Ν. 383/1976 (ΦΕΚ Α΄ 182). όπως ισχύουν, εάν δεν υπερβαίνουν τις 60.000 (εξήντα χιλιάδες) δραχμές, καταβάλλονται εφάπαξ. κατά τη χορήγηση της άδειας κυκλοφορίας. Εάν υπερβαίνουν το ποσό αυτό καταβάλλονται σε δόσεις κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν.δ/τος 49/1968 και της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του Ν. 383/1976. Το ποσό όμως κάθε δόσης, πλην της τελευταίας, δεν μπορεί να είναι κατώτερο των σαράντα χιλιάδων (40.000) δραχμών. Αν για την τελευταία δόση προκύπτει ποσό μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.00) δραχμές, με το ποσό αυτό προσαυξάνεται το ποσό της προηγούμενης δόσης.
Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 23
Απαλλαγή αυτοκινήτων αναπήρων
1. Το εδάφιο α΄ της παρ. 1Α του άρθρου 16 του Ν. 1798/1988 (ΦΕΚ Α΄ 166) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«α) έχουν πλήρη παράλυση των κάτω ή άνω άκρων ή αμφοτερόπλευρων ακρωτηριασμό αυτών».
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 1798/1988 (ΦΕΚ Α` 166) προστίθεται περίπτωση Γ` ως ακολούθως: “Γ. Στους άνω των 4 ετών `Ελληνες πολίτες οι οποίοι: α. Είναι νοητικά καθυστερημένοι με δείκτη νοημοσύνης κάτω του 40%, ή β. πάσχουν από αυτισμό, εφ` όσον αυτός συνοδεύεται από επιληπτικές κρίσεις ή πνευματική καθυστέρηση ή οργανικό ψυχοσύνδρομο, οι οποίοι, εξαιτίας των παθήσεων αυτών έχουν καταστεί ανάπηροι, με συνολικό ποσοστό αναπηρίας από εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, είναι ανίκανοι για εργασία και έχουν ανάγκη βοηθείας ή γ. πάσχουν από μεσογειακή αναιμία ή δ. πάσχουν από νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου”. “ε. πάσχον από συγγενή αιμορραγική διάθεση (αιμορροφιλία )”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την Υ.Α. Γ4α/Φ. 15/921 της 2.4.1990, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 46 εδ. κστ` του Ν. 1914/1990 (Α` 178).
3. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 16 του Ν. 1798/1988 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«4. Το ποσοστό αναπηρίας θα καθορίζεται με βάση τον πίνακα του άρθρου 33 και την παράγραφο 2 του άρθρου 34 το Ν. 1813/1988 (ΦΕΚ Α΄ 243).
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι Υγειονομικές Επιτροπές ή τα όργανα που θα έχουν αρμοδιότητα για την εξέταση των παραπάνω αναπήρων, ως και των αναπήρων που προβλέπονται από τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 1 του Ν. 490/1976 (ΦΕΚ Α΄ 331), για να διαπιστωθεί αν έχουν τη φύση και τα ποσοστά αναπηρίας, που απαιτούνται για την ατελή εισαγωγή επιβατικού αυτοκινήτου.
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τον τρόπο και το χρόνο εξέτασης και επανεξέτασης των παραπάνω αναπήρων».
4. Στο άρθρο 34 του Ν. 1731/1987 (ΦΕΚ 161 Α΄) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Οι ίδιες παραπάνω διατάξεις του Ν. 490/1976 (ΦΕΚ 331 Α΄) επεκτείνονται επίσης και στους ανάπηρους αγωνιστές του Δημοκρατικού Στρατού του Ν. 1863/1989 (ΦΕΚ Α 204), εφ΄ όσον κατέστησαν ανάπηροι εξαιτίας της ιδιότητας τους αυτής κατά τη χρονική περίοδο που αναφέρεται στον παραπάνω νόμο.
Με απόφαση του Υπ. των Οικονομικών θα καθοριστούν θα καθοριστούν οι όροι και προϋποθέσεις ως και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του εδαφίου αυτού».
5. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει μετά την πάροδο ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 24
Αύξηση των κατά αποκοπή συντελεστών Φ.Π.Α. στους αγρότες και τροποποιήσεις διατάξεων του Ν. 1642/1986
1. Οι κατά αποκοπή συντελεστές επιστροφής φόρου στους αγρότες που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 42 του Ν. 1731/1987 (ΦΕΚ 161 Α΄). Ρυθμίσεις στην άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις», προσαυξάνονται για τα αγροτικά προϊόντα που παραδίδονται και τις αγροτικές υπηρεσίες που παρέχονται από 1ης Ιανουαρίου 1990 κατά (0,5) ποσοστιαία μονάδα.
2. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 26 του Ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής.·
«β. σε αφορολόγητες δραστηριότητες εφ΄ όσον:
αα) η παράδοση τους απαλλάσσεται από το φόρο,
ββ) η παράδοση τους γίνεται σε πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο ή σε απαλλασσόμενα από το φόρο μέσα στη διετία που ακολουθεί την κτήση του αγαθού και με αξία χαμηλότερη της αξίας κτήσης κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50% (πενήντα τοις εκατό).
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται αν τα αγαθά που παραδίδονται αποδεδειγμένα καταστράφηκαν ολικά ή μερικά κατά τη διάρκεια της διετίας ».
3. Η περίπτωση α` της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
“α. Τα ενσώματα αγαθά, που ανήκουν κατά κυριότητα στην επιχείρηση και τίθενται από αυτή σε διαρκή, εκμετάλλευση, καθώς και τα κτίσματα ή άλλου είδους κατασκευές που κατασκευάζονται από την υποκείμενη στο φόρο επιχείρηση σε ακίνητο που δεν ανήκει κατά κυριότητα σ` αυτήν, αλλά έχει, βάσει οποιασδήποτε έννομης σχέσης, τη χρήση του ακινήτου αυτού, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον εννέα χρόνων. Αν κατά τη διάρκεια του πενταετούς διακανονισμού λήξει η χρήση του ακινήτου, στο οποίο κατασκευάστηκαν τα ανωτέρω κτίσματα ή άλλου είδους κατασκευές ενεργείται εφάπαξ διακανονισμός κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 3. Στην αξία των αγαθών επένδυσης δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης”. “Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου αυτής άρχεται από 1.1.1987”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 παρ. 4 του Ν. 1947/1991 (Α` 70).
4. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του Ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Να γνωστοποιεί με δήλωση του στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. την έναρξη, μεταβολή ή παύση των εργασιών του, οποιαδήποτε αλλαγή της επωνυμίας ή του τόπου της επαγγελματικής του εγκατάστασης, καθώς και την αλλαγή της κατηγορίας των βιβλίων που τηρεί ή του καθεστώτος φόρου προστιθέμενης αξίας που ανήκει».
5. Στο τέλος της περίπτωσης ιζ΄ του άρθρου 44 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 49 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α΄), προστίθενται τα εξής:
«Ειδικά για τα κάθε φύσεως και μορφής κέντρα και καταστήματα όλων των περιπτώσεων της παρ.6 του άρθρ. 26 του παρόντος που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει από 1 Ιανουαρίου 1991».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Άρθρο 25
Ποινικό αδίκημα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.23 Ν.2523/1997 Α 179/11-9-1997.
1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται με ποινή φυλάκισης:
α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό “των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ”.
β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α, υπερβαίνει το ποσό “των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ” .
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.18 και παρ.2-4 άρθρ.28 Ν.2948/2001 , με το άρθρο 34 Ν.3016/2002,ΦΕΚ 110/17.5.2002, με την παρ.1 άρθρ.34 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15, το άρθρο 3 παρ.1 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011 αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 20 του Ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α 32/ 21.3.2015)
2. Στις κατωτέρω περιπτώσεις οφειλετών του Δημοσίου οι προβλεπόμενες ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επιβάλλονται και:
α) Προκειμένου για ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στους διευθύνοντες, ή εντεταλμένους ή συμπράττοντες συμβούλους ή διοικητές ή γενικούς διευθυντές αυτών ή σε κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε αμέσως, είτε εμμέσως, είτε από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση στη διοίκηση ή διαχείριση των εταιρειών αυτών ή με οποιονδήποτε τρόπο αναμίχθηκε, ολικώς ή μερικώς, στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών, σωρευτικώς ή μη. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, οι ποινές επιβάλλονται κατά των προέδρων των διοικητικών συμβουλίων των εταιρειών αυτών, εφ΄ όσον ασκούν πράγματι, προσωρινώς ή διαρκώς, ένα από τα καθήκοντα των προσώπων που αναφέρονται πιο πάνω.
β) προκειμένου για εταιρείες ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες ή περιορισμένης ευθύνης, στους διαχειριστές αυτών και όταν ελλείπουν ή απουσιάζουν αυτοί, σε κάθε εταίρο, σωρευτικώς ή μη.
γ) προκειμένου για συνεταιρισμούς, στους προέδρους ή γενικούς γραμματείς και διαχειριστές αυτών, σωρευτικώς ή μη,
δ) προκειμένου για κοινοπραξίες, κοινωνίες και αστικές εταιρείες, που ασκούν επιχείρηση, στα μέλη αυτών, σωρευτικώς ή μη,
ε) προκειμένου για αλλοδαπές επιχειρήσεις γενικά, αντιπροσώπους ή στους διευθυντές ή
πράκτορες που έχουν στην Ελλάδα, σωρευτικός ή μη.
στ) προκειμένου για νομικά πρόσωπα, εκτός των παραπάνω περιπτώσεων, στους εκπροσώπους αυτών.
3. Για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου η ποινική δίωξη ασκείται, για τα χρέη προς το Δημόσιο που ήταν βεβαιωμένα κατά το χρόνο απόκτησης της πιο πάνω ιδιότητας ή βεβαιώθηκαν κατά τη διάρκεια που είχαν τη συγκεκριμένη ιδιότητα, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα απέβαλαν την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και για τα χρέη που βεβαιώθηκαν μετά τη λύση των νομικών προσώπων, αλλά γεννήθηκαν ή ανάγονται στο χρόνο που είχαν την ιδιότητα αυτή. Για τα χρέη που ήταν ληξιπρόθεσμα κατά την απόκτηση της ιδιότητας αυτής υπό των ανωτέρω η ποινική δίωξη ασκείται μετά τρεις μήνες από την απόκτηση της ιδιότητας αυτής.
4. Με την παροχή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής του χρέους, κατά τις κείμενες διατάξεις, αναστέλλεται η ποινική δίωξη, για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και ο οφειλέτης είναι συνεπής με τους όρους της ρύθμισης, και τελικά εξαλείφεται το αξιόποινο σε περίπτωση ολοσχερούς εξοφλήσεως.
5. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β΄τηςπαραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 1867/1989 (ΦΕΚ Α΄ 227) καταργείται.
6. Το ποινικό αδίκημα που προβλέπουν οι προηγούμενες παράγραφοι του άρθρου αυτού, όσον αφορά ειδικά τα ήδη ληξιπρόθεσμα χρέη κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, διαπράττεται μόλις συμπληρωθούν τέσσερις μήνες από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.
Η προθεσμία αυτή ισχύει χωρίς καμία παράταση από οποιοδήποτε λόγο και σε περίπτωση εναλλαγής μέσα σ΄ αυτή ν των προσώπων που αναφέρονται στη παρ. 2 του παρόντος άρθρου.
7. Η υποβολή αίτησης ποινικής δίωξης αναστέλλει την παραγραφή του χρέους για το οποίο υποβλήθηκε μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση. Ο χρόνος παραγραφής του χρέους δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της αναστολής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.34 Ν.3220/2004, ΦΕΚ Α 15/28.1.2004. Εναρξη ισχύος από 1ης Ιαναουαρίου 2004.
8. Μάρτυρας παρίσταται ο κατά την ημερομηνία της δικασίμου προϊστάμενος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή τελωνείου ή υπάλληλος που υπηρετεί στην ίδια ή αντίστοιχη υπηρεσία.
Η εμφάνιση του μάρτυρα στο ακροατήριο δεν είναι υποχρεωτική, εφόσον έχει λάβει χώρα έγγραφη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελέα ή του δικαστηρίου εκ μέρους της Δ.Ο.Υ. σχετικά με τη διαδικαστική εξέλιξη της οφειλής, τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο.
Σημ.: όπως η παρ.8 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.34 Ν.3220/2004, ΦΕΚ Α 15/28.1.2004. Εναρξη ισχύος από 1ης Ιαναουαρίου 2004 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 παρ.1β Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.
9. Προκειμένου περί χρεών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ήδη ληξιπρόθεσμων κατά την έναρξη ισχύος της παρούσης παραγράφου, τα ποινικά αδικήματα των περιπτώσεων α`, β`, γ` και δ` της παραγράφου αυτής, τελούνται με τη συνέχιση της μη καταβολής τους μετά την πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
Σημ.: όπως η παρ.9 προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ.1γ΄ Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.
Άρθρο 26
Αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη και φορολογικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο.
Σημ.: όπως ο τίτλος του άρθρου 26 αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρ.25 Ν.2648/1998 Α 238/22.10.1998.
1. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιτρέπεται να επιβάλλονται κατά οφειλετών, που δεν έχουν εκπληρώσει τις από οποιαδήποτε αιτία οφειλές τους προς το Δημόσιο, περιορισμοί και απαγορεύσεις, που ανάγονται στις κάθε φύσεως συναλλαγές, πράξεις ή ενέργειες αυτών είτε με τους ιδιώτες, είτε με το Δημόσιο, δήμους κοινότητες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ιδρύματα κάθε κατηγορίας, οργανισμούς, τράπεζες, επιχειρήσεις δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα νομοθεσία.
Oι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν και για τους υπόχρεους υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 Ν.2648/1998 Α 238/22.10.1998.
2. Ως συναλλαγή, πράξη ή ενέργεια, κατά τν παράγραφο 1 του παρόντος, νοείται ενδεικτικώς:
α) Η είσπραξη χρημάτων.
β) Η από κάθε αιτία μεταβίβαση ακινήτων ή παραχώρηση σε αυτά εμπράγματων δικαιωμάτων.
γ) Η από κάθε αιτία μεταβίβαση κινητών, όπως αυτοκινήτων, μοτοσικλετών, θαλασσίων σκαφών, αεροσκαφών κ.λπ.
δ) Η μεταφορά συναλλάγματος.
ε) Η σύναψη συμβάσεων δανείων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.18 Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999.
3. H εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αποδεικνύεται με αποδεικτικό ενημερότητας που εκδίδεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.O.Y. και χορηγείται εφόσον ο αιτών: α) έχει υποβάλει τις δηλώσεις που οριζόνται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και β) έχει καταβάλει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή με διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, που έχει χορηγηθεί από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα, τις μέχρι τη χρονολογία έκδοσης του αποδεικτικού βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς το Δημόσιο.
Παρέχεται επίσης η δυνατότητα χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας από τον προϊστάμενο οποιασδήποτε Δ.Ο.Υ., με αναγραφή στο σώμα του αποδεικτικού της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Απαλλάσσεται ο συναλλασσόμενος της υποχρέωσης προσκόμισης του εντύπου αποδεικτικού ενημερότητας, σε όσες υπηρεσίες ή φορείς έχει πιστοποιηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών ότι υποχρεούνται να ζητούν και να λαμβάνουν μέσω ειδικού δικτύου επικοινωνίας με το πληροφορικό σύστημα φορολογίας (TAXIS), τηλεμοιοτυπία, με την οποία βεβαιώνεται ότι ο συναλλασσόμενος είναι φορολογικά ενήμερος. Η βεβαίωση αυτή απέχει θέση ΑΦΕ και αποστέλλεται μόνο σε πιστοποιημένες συσκευές τηλεομοιοτυπίας. Για την έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας απαιτείται η εγγραφή του αιτούντος στο γενικό μητρώο φορολογουμένων Δ.Ο.Υ.
Οι φορείς των προηγούμενων εδαφίων μπορούν να λαμβάνουν αποδεικτικό ενημερότητας ή πληροφόρηση για τη φορολογική ενημερότητα φυσικών ή νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων και ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου από τη Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών
Η πληροφόρηση μέσω ηλεκτρονικής υπηρεσίας για τη φορολογική ενημερότητα φυσικών ή νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων, όπως ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο, υπέχει θέση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο από τον φορέα, υπηρεσία ή πρόσωπο που αιτήθηκε για τη λήψη του και μόνο για τη αιτία που αναφέρεται στην αίτηση του.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία, ο χρόνος έναρξης παροχής των υπηρεσιών των προηγούμενων εδαφίων από τη Γ.Γ.Π.Σ., οι λεπτομέρειες και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.25 Ν.2648/1998, Α 238/22.10.1998, με την παρ.2 άρθρ.18 Ν.2753/1999,ΦΕΚ Α 248/17.11.1999 ,με την παρ.2 άρθρου 29 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011. και με το άρθρο 321 παρ. 2 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.
4. Τα της ισχύος του αποδεικτικού, τα τηρητέα βιβλία ή έντυπα, τα του ελέγχου εφαρμογής του μέτρου αυτού, οι τυχόν εξαιρέσεις ή απαλλαγές από την υποχρέωση προσκόμισης του αποδεικτικού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, καθορίζονται με τις ως άνω κανονιστικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.
Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται ο χρόνος ισχύος του αποδεικτικού ενημερότητας, που μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με την αιτία που ζητείται το αποδεικτικό για τα φυσικά πρόσωπα μή επιτηδευματίες ή για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες και νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, καθώς και για όσους είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο και δεν έχουν σε βάρος τους βεβαιωμένες, κατά τον K.E.Δ.E. οφειλές. Με τις ίδιες αποφάσεις δύναται να προστίθενται ή να αφαιρούνται δηλώσεις απόδοσης φόρων, τελών ή εισφορών, που ορίζονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 Ν.2648/1998 Α 238/22.10.1998.
5. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που έχουν εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση των άρθρων 9 και 10 του Ν. 2097/1952 (ΦΕΚ Α΄ 113) εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την κατάργηση τους.
6. Για την έκδοση του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται υπόψη και οι οφειλές προς κοινότητες – δήμους και Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται το ύψος των οφειλών αυτών, κάτω από το οποίο δεν παρεμποδίζεται η έκδοση του παραπάνω αποδεικτικού, η διαδικασία ενημέρωσης της αρμόδιας για τη φορολογία εισοδήματος Δ.Ο.Υ. του υποχρέου από το δικαιούχο δήμο-κοινότητα ή Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, καθώς και η αντίστροφη ενημέρωση κατά την εξέταση αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού και το ύψος της δαπάνης που εισπράττεται από το Δημόσιο για τη λειτουργία αυτή. «Οι Ο.Τ.Α. υποχρεούνται να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών τις οφειλές προς αυτούς, που συνεπάγονται τη μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται τα στοιχεία που διαβιβάζονται, ο υπεύθυνος για τη διαβίβαση των στοιχείων, η ειδικότερη διαδικασία, ο χρόνος και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου”.
Σημ.: όπως η παρ.6 προστέθηκε με τη παρ.3 του άρθρου 9 του Ν.2503/1997 (Α 107) και τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 28 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.
7. Οι Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να παρακρατούν και να συμψηφίζουν απαιτήσεις των δικαιούχων με ληξιπρόθεσμες οφειλές τους προς το Δημόσιο ανεξαρτήτως ποσού και υποχρέωσης προσκόμισης αποδεικτικού ενημερότητας, εφόσον οι οφειλές αυτές είναι εγγεγραμμένες στο πληροφορικό τους σύστημα και έχουν πρόσβαση σε αυτό, ανεξάρτητα από τη Δ.Ο.Υ. που έχουν βεβαιωθεί.
Σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης σοβαρών συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., με γραπτή συναίνεση της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού.
Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.18 Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 248/17.11.1999,και αντικαταστάθηκε με την παρ.2 άρθρ.46 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
8. Αν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 για τη χορήγηση του, ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) περί συμψηφισμού, εκδίδεται από την υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή, βεβαίωση οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία κατατίθεται αντί του αποδεικτικού ενημερότητας στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής. Με βάση τη βεβαίωση αυτή αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό και μέχρι του ύψους της οφειλής, στην εκδούσα τη βεβαίωση υπηρεσία.
Η βεβαίωση εκδίδεται:
«α) μετά από αίτημα της Διεύθυνσης Πολιτικής Εισπράξεων, της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, κάθε άλλης Υπηρεσίας που θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ή
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6α άρθρου 3 Ν.4038/2012, ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.
β) οίκοθεν, από την υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή, όταν εντοπιστεί απαίτηση του οφειλέτη για την είσπραξη της οποίας απαιτείται η κατάθεση αποδεικτικού ενημερότητας ή
γ) μετά από αίτημα της υπηρεσίας ή του φορέα που διενεργεί την εκκαθάριση ή την πληρωμή προς τον οφειλέτη του Δημοσίου, όταν ο δικαιούχος της πληρωμής οφειλέτης αμελεί ή αδυνατεί να προσκομίσει αποδεικτικό ενημερότητας.
Για κάθε τίτλο πληρωμής εκδίδεται χωριστή βεβαίωση οφειλής, η οποία έχει διάρκεια ισχύος ενός μήνα από την έκδοση της και επισυνάπτεται στον τίτλο πληρωμής αντί του αποδεικτικού ενημερότητας. Για την απόδοση τυχόν επιπλέον ποσού που αποδίδεται στον δικαιούχο, απαιτείται κατάθεση αποδεικτικού φορολογικής του ενημερότητας. Εάν δεν είναι δυνατή η έκδοση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας λόγω οφειλής προς Ο.Τ.Α.. προσκομίζεται στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής σχετική βεβαίωση οφειλής προς τον Ο.Τ.Α., στον οποίο και αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό και μέχρι του ύψους της οφειλής.
Η βεβαίωση οφειλής χορηγείται όταν μεταβιβάζεται ακίνητο, υπό τις παρακάτω προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά:
α) από το προϊόν του τιμήματος εξοφλούνται πλήρως οι βεβαιωμένες κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. οφειλές, άλλως οι τυχόν εναπομένουσες οφειλές διασφαλίζονται από λοιπά περιουσιακά στοιχεία ή από εγγυήσεις τρίτων.
β) δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι μη έκδοσης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας παρά μόνο οι ανωτέρω βεβαιωμένες οφειλές.
Η βεβαίωση οφειλής επισυνάπτεται στην πράξη μεταβίβασης, αντί του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Σημ.: όπως η παρ.8 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρου 28 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011 και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6β άρθρου 3 Ν.4038/2012, ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.
9. Για την καταβολή των εκχωρημένων χρηματικών απαιτήσεων κατά των φορέων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ή των προϊόντων των πράξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, το αποδεικτικό ενημερότητας προσκομίζεται τόσο από τον εκχωρητή ή ενεχυράσαντα, όσο και από τον εκδοχέα ή ενεχυρούχο δανειστή. Στην περίπτωση αυτή η έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας του εκχωρητή ή ενεχυράσαντα μπορεί να ζητηθεί και από τον εκδοχέα ή ενεχυρούχο δανειστή, στους οποίους χορηγείται, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης του, λόγω οφειλών, τα προς είσπραξη χρήματα αποδίδονται στο Δημόσιο μέχρι το ύψος της βεβαιωμένης οφειλής κατά το χρόνο της απόδοσης αυτών.
Σημ.: όπως η παρ.9 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρου 28 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.
10. Χορηγείται στον συναλλασσόμενο οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη και φορολογικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο, εφόσον το σύνολο των βεβαιωμένων και εκκαθαρισμένων χρεών του προς το Δημόσιο είναι μικρότερο από το σύνολο των βεβαιωμένων και εκκαθαρισμένων χρηματικών απαιτήσεων του κατά του Δημοσίου από οποιαδήποτε αιτία και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) περί συμψηφισμού. Η ισχύς του αποδεικτικού στην περίπτωση αυτή ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του παρόντος.
Σημ.: όπως η παράγραφος 10 προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ.18 ν.4038/2012, ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.
Άρθρο 27
Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα εκπροσώπων νομικών προσώπων
1. Επιτρέπεται η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα των παρακάτω προσώπων, για τα προς το Δημόσιο χρέη των ανωνύμων εταιρειών, των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, των σωματείων ή συνεταιρισμών και των αλλοδαπών νομικών προσώπων, εφ΄ όσον τα πρόσωπα αυτά έχουν την ελληνική υπηκοότητα:
α) Των διευθυνόντων ή εντεταλμένων ή συμπραττόντων συμβούλων ή διοικητών ή γενικών διευθυντών, των ανωνύμων εταιρειών ή κάθε προσώπου εντεταλμένου, είτε αμέσως, είτε εμμέσως, είτε από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση, στη διοίκηση ή διαχείριση των εταιρειών αυτών ή με οποιονδήποτε τρόπο αναμίχθηκε, ολικώς ή μερικώς, στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών, σωρευτικώς ή μη.
Εάν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, το μέτρο λαμβάνεται κατά των προέδρων των διοικητικών συμβουλίων των εταιρειών αυτών, εφ΄ όσον ασκούν πράγματι, προσωρινώς ή διαρκώς, ένα από τα καθήκοντα των προσώπων που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.
β) Των διαχειριστών των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και, όταν ελλείπουν ή απουσιάζουν, κάθε εταίρο, σωρευτικώς ή μη.
γ) Των προέδρων και γενικών γραμματέων, των κάθε κατηγορίας και σκοπού συνεταιρισμών ή σωματείων, σωρευτικώς ή μη.
δ) Των, στην Ελλάδα, πρακτόρων, αντιπροσώπων και γενικά εκπροσώπων αλλοδαπών νομικών προσώπων, σωρευτικώς ή μη.
2. Το μέτρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα κατά των προσώπων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο λαμβάνεται για τα προς το Δημόσιο χρέη των εταιρειών και λοιπών νομικών προσώπων πάνω από “δέκα εκατομμύρια (10.000.000)” δραχμές, τα οποία είτε ήταν βεβαιωμένα στη δημόσια οικονομική υπηρεσία ή το τελωνείο κατά το χρόνο ανάληψης των αρμοδιοτήτων ή κάθηκόντων τους, είτε βεβαιώθηκαν ή και απλώς γεννήθηκαν κατά το χρόνο που τα πρόσωπα αυτά είχαν μία από τις ιδιότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος, έστω και αν έληξε αυτή ή την απέβαλαν μεταγενέστερα με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιαδήποτε αιτία, καθώς επίσης και για τα χρέη τα οποία βεβαιώθηκαν με τη λύση των νομικών προσώπων, έστω και λόγω πτώχευσης, αλλά γεννήθηκαν ή ανάγονται στο χρόνο που είχαν την ιδιότητα αυτή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την υπ`αριθμ. 1106544/7010/1993 ΑΥΟ (ΦΕΚ Β`648).
3. Για την εφαρμογή του παραπάνω μέτρου, που εντάσσεται στη διαδικασία είσπραξης των δημοσίων εσόδων και τείνει στη θεραπεία του δημοσίου συμφέροντος, δεν απαιτείται οποιαδήποτε προηγούμενη ειδοποίηση ή κλήση των προσώπων στα οποία αναφέρεται το μέτρο αυτό
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. καθορίζεται η διαδικασία για τη λήψη του μέτρου, οι προϋποθέσεις για την άρση του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος των χρεών για το οποίο λαμβάνεται το μέτρο είτε γενικά, είτε κατά κατηγορία οφειλετών νομικών προσώπων.
5.Το μέτρο της απαγόρευσης εξόδου από τη Χώρα δεν λαμβάνεται σε βάρος προσώπων που συμμετέχουν στα Διοικητικά Συμβούλια των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά από τις ισχύουσες διατάξεις ή είναι εκπρόσωποι αυτών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά έχουν τοποθετηθεί στη θέση αυτή με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού και αφορούν χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στο όνομα του νομικού προσώπου.
Τυχόν ληφθέντα μέτρα για τα ως άνω χρέη ανακαλούνται και σχετικές εκκρεμείς δίκες καταργούνται.”
Σημ.: όπως η παρ. 5 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.22 Ν. 2443/1996
Άρθρο 28
Προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ Α΄ 90) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από την πρώτη εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μήνα που ακολουθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας κατά την οποία, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, γίνονται ληξιπρόθεσματα χρέη προς το Δημόσιο, επιβάλλονται σ΄ αυτά προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται σε 2.5% για κάθε μήνα καθυστέρησης και η προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί το 100% του οφειλόμενου κάθε φορά χρέους.
Για χρέη από συμβάσεις το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής και το ανώτατο όριο αυτής ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση, με ρητό όρο της σύμβασης. και υπολογίζεται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση να καταβληθεί ή οφειλή μερικά ή ολικά.
Ειδικά, για χρέη από παρακρατούμενους ή επιρριπτόμενους φόρους, το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεταισε3% για κάθε μήνα καθυστέρησης και η προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί το 120% του οφειλόμενου χρέους.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις εάν η καθυστέρηση καταβολής αναφέρεται σε χρονικό διάστημα μικρότερο του μήνα. υπολογίζεται προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής για ολόκληρο το μήνα.
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και το ανώτατο όριο αυτής δύνανται να αναπροσαρμόζονται αυξητικώς με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η αναπροσαρμογή αυτή δύναται να γίνεται είτε γενικώς για κάθε οφειλή προς το Δημόσιο, είτε κατά κατηγορίες οφειλών».
2. Με τα προβλεπόμενα από την προηγούμενη παράγραφο ποσοστά προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής και τα ανώτατα όρια αυτών βαρύνονται και τα μέχρι την έναρξη της ισχύος του άρθρου αυτού βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, που εκκρεμούν για είσπραξη.
3. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 29
Απόδοση πλειστηριασμού στο Δημόσιο
1. Στο άρθρο 29 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ Α΄ 90) προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής:
«3. Η απόδοση στο Δημόσιο του ποσού για το οποίο έχει καταταγεί σε πλειστηριασμό γίνεται με απλή εντολή του υπαλλήλου του πλειστηριασμού και δεν απαιτείται η σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης».
2. Στο άρθρο 45 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ Α΄ 90) προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:
«4. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του παρόντος ισχύουν και στην προκειμένη περίπτωση».
Άρθρο 30
Διαγραφή χρεών
Χρέη προς το Δημόσιο και χρέη υπέρ τρίτων, που από το νόμο συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται με αυτά, εφ΄ όσον το οφειλόμενο βασικό ποσό αυτών, κατά εγγραφή ή κατά σύνολο εγγραφών, δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές και η βεβαίωση έγινε στις αρμόδιες για την είσπραξη υπηρεσίες μέχρι 31/12/1980, διαγράφονται, με την προϋπόθεση ότι έχει διακοπεί ο προβλεπόμενος, από τις ισχύουσες διατάξεις, χρόνος παραγραφής αυτών, ελλείψει άλλων περιουσιακών στοιχείων, μόνο με κατασχέσεις, κινητών πραγμάτων, που η αξία τους. κατά την κατασχετήρια έκθεση, δεν καλύπτει το πιο πάνω χρέος και τα εκδοθέντα προγράμματα πλειστηριασμού και εντάλματα προσωπικής κράτησης δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
Άρθρο 31
Έξοδα εκτέλεσης
Το άρθρο 76 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ Α΄ 90) αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 76 Έξοδα και δικαιώματα εκτέλεσης
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα δικαιώματα και έξοδα της διοικητικής εκτέλεσης, τα δικαιώματα για την εκτέλεση αποφάσεων προσωπικής κράτησης, οφειλετών του Δημοσίου, καθώς και τα δικαιώματα για την επίδοση ατομικών ειδοποιήσεων στους οφειλέτες του Δημοσίου ή τρίτων που τα έσοδα τους εισπράττονται μέσω των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών.
Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζεται το ύψος των δικαιωμάτων και εξόδων εκτέλεσης, τα δικαιούχα πρόσωπα, ο τρόπος είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Τα παραπάνω δικαιώματα θεωρούνται ως έξοδα εκτέλεσης».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32
Σύσταση θέσεων αναπληρωτών προϊσταμένων στις Δ.Ο.Υ.
Στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) Α` τάξεως, καθώς και στις τελωνειακές αρχές Α` τάξεως, στις οποίες προβλέπονται επτά (7) τμήματα και πάνω, όπως αυτές έχουν καθοριστεί με το π.δ. 551/1988 (ΦΕΚ 259 Α`) και στην ΥΠ.Ε.Δ.Α. Αθηνών συνίσταται μια (1) θέση αναπληρωτή προϊσταμένου. Ο αναπληρωτής προϊστάμενος δημόσιας οκονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.), τελωνείων και της ΥΠ.Ε.Δ.Α. Αθηνών εξομοιούται με προϊστάμενο διεύθυνσης αναφορικά με την καταβολή του επιδόματος θέσης”. “Η επιλογή και τοποθέτηση των αναπληρωτών προϊσταμένων Δ.Ο.Υ., ΥΠ.Ε.Δ.Α. και Τελωνειακών Αρχών γίνεται όπως και των προϊσταμένων οργανωτικών μονάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37 Α` ), όπως ισχύουν. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των αναπληρωτών προϊσταμένων Δ.Ο.Υ., ΥΠ.Ε.Δ.Α. και Τελωνειακών Αρχών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παρ. 3 του Ν. 1947/1991 (Α` 70)και με το άρθρο 10 του Ν. 1989/1991 (ΦΕΚ Α 192)
Άρθρο 33
Λοιπές διατάξεις
1. Στις περιπτώσεις προληπτικού ελέγχου που γίνεται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες και διαπιστώνονται παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, η διαδικασία συντάξεως της έκθεσης ελέγχου και της σχετικής απόφασης επιβολής του προστίμου πρέπει να γίνεται μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις.
Επίσης, για τις παραβάσεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων που διαπιστώνονται από την ΥΠ.Ε.Δ.Α. ή από δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες σε βάρος φορολογουμένων αρμοδιότητας άλλων δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, η σύνταξη των εκθέσεων ελέγχου και η αποστολή αυτών στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. πρέπει να γίνεται μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, η έκδοση της απόφασης επιβολής του προστίμου από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. πρέπει να γίνεται μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα παραλαβής των σχετικών εκθέσεων ελέγχου των υπηρεσιών που διαπίστωσαν τις παραβάσεις.
2. Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση των ενεργειών που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα των υπαλλήλων που ευθύνονται για την καθυστέρηση αυτή.
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του Ν. 1798/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Μετά την καταβολή των κατά τα ανωτέρω υποχρεώσεων του λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. μέσα στο έτος που γεννήθηκαν, τυχόν υπάρχοντα περισσεύματα του θα παραμένουν στο λογαριασμό Δ.Ε.Τ.Ε. και στο επόμενο έτος θα περιέρχονται στον κρατικό προϋπολογισμό, θα εμφανίζονται στη συνέχεια σαν έξοδα σε ειδικό κωδικό αριθμό εξόδων και θα διατίθενται με απόφαση του Υπ. Οικονομικών για την αντιμετώπιση ειδικών αναγκών βελτίωσης, είτε της εν γένει υποδομής της τελωνειακής υπηρεσίας, είτε των χώρων εργασίας των τελωνειακών υπαλλήλων δια ανεγέρσεως νέων κτιρίων. Η χρηματοδότηση της βελτίωσης ή ανέγερσης κτιρίων γίνεται με ειδική επιχορήγηση των κατά τόπους οικείων νομαρχιακών ταμείων.
4. Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από τις Δ.Ο.Υ. σχετικά με την υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή το ύψος του εισοδήματος των φορολογουμένων για διάφορες χρήσεις κατά τις κείμενες διατάξεις αντικαθίστανται με τα αποστελλόμενα εκάστοτε από το ΚΕ.Π.Υ.Ο. εκκαθαριστικά σημειώματα επί της φορολογίας αυτής.
5.Οι Δ.Ο.Υ. εκδίδουν μόνο τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που περιλαμβάνονται σε αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή σε κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, οι οποίες κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος εκδίδονται εντός διμήνου, από της δημοσιεύσεως του Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Μεταφορών και Επικοινωνιών θα καθοριστούν ειδικά τα πιστοποιητικά και ο τρόπος χρησιμοποιήσεως από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών για την κυκλοφορία των αυτοκινήτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.10 άρθρου 34 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.
6. Στα κοινωφελή ιδρύματα «ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ» και «ΙΔΡΥΜΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ» εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παράγραφος 1 και 12 παράγραφος 1 του Ν. 1610/1986, που αναφέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ» και κύρωση του οργανισμού αυτού.
Στα κοινωφελή ιδρύματα “ΙΔΡΥΜΑ ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΙ ΕΛΙΖΑΣ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ” και “ΜΟΥΣΕΙΟΝ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ” εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παράγραφος 1 και 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α`), που αναφέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 76 του Ν. 2065/1992 (Α 113).
“Στα κοινωφελή ιδρύματα “ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ” και “ΜΟΥΣΕΙΟ ΒΟΡΡΕ” εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παράγραφος 1 και 12 παράγραφος 1 του ν.1610/1986, που αναφέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 του άρθρ.38 του Ν.2214/1994 (Α 75).
“Στο κοινωφελές ίδρυμα “ΑΝΤΩΝΗ Ν. ΤΡΙΤΣΗ” εφαρμόζεται η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α΄) σχετικά με την έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΊΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡIΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 άρθρ.12 Ν.3052/2002,ΦΕΚ Α 221/24.9.2002.
Άρθρο 34
Οργανωτικά θέματα
1. Η μηχανοργάνωση των Δ.Ο.Υ., των τελωνείων και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, δηλαδή, η ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών μηχανογράφησης όλων στων σχετικών στοιχείων και διαδικασιών, θα ολοκληρωθεί εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες, ως προς την προμήθεια των αναγκαίων μηχανημάτων, τις αναγκαίες πιστώσεις του προγραμματισμού και την ανάθεση μελετών σε δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.
2. Σε κάθε Δ.Ο.Υ. με μηχανογραφικό εξοπλισμό, συνιστάται, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών αριθμός θέσεως της απαιτούμενης ειδικότητας φοροτεχνικού κλάδου ανάλογα με το μέγεθος των μηχανογραφικών εφαρμογών της οικείας Δ.Ο.Υ.
Επίσης, στο Υπουργείο Οικονομικών δύναται να συσταθεί αριθμός θέσεων, με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών για την πρόσληψη προσωπικού με υψηλή κατάρτιση στους τομείς της ανάλυσης συστημάτων και προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών.
3. Για τη στελέχωση των κτηματικών υπηρεσιών που συστήθηκαν με το Π.Δ. 551/1988 (ΦΕΚ 259 Α΄), καθώς και των κεντρικών και ειδικών αποκεντρωμένων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών. με αντικείμενο τη διοίκηση και προστασία των δημοσίων και ανταλλαξίμων κτημάτων και την εφαρμογή της νομοθεσίας περί εθνικών κληροδοτημάτων, στέγαση δημόσιων υπηρεσιών και απαλλοτριώσεων, συστήνονται πεντακόσιες (500) θέσεις ειδικότητας κτηματικών υπαλλήλων των κλάδων ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ φοροτεχνικών. Η κατά κατηγορία και κατά υπηρεσία κατανομή των ανωτέρω θέσεων, ενεργείται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Η κατάταξη των υπαλλήλων στην ανωτέρω ειδικότητα ενεργείται με την πράξη διορισμού ή μετάταξης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. Προκειμένου για τους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετούντες φοροτεχνικούς υπαλλήλους, η κατάταξη στην ειδικότητα των κτηματικών υπαλλήλων ενεργείται μετά από γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου και αίτηση του υπαλλήλου.
4. Στην έδρα κάθε νομαρχίας, πλην των νομαρχιών Αθηνών, Πειραιά, Θεσσαλονίκης και Αχαΐας, συστήνεται υποκατάστημα Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Στις έδρες των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), και των τοπικών γραφείων Δ.Ο.Υ., εφ΄ όσον στις υπηρεσίες αυτές λειτουργούν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. γραφεία Παρακαταθηκών, συστήνονται τμήματα ή γραφεία Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων της οικείας νομαρχίας. Από την έναρξη λειτουργίας κάθε υποκαταστήματος, τμήματος ή γραφείου Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, που θα ορίζεται με απόφαση του Υπ. Οικονομικών, οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Π.Δ. 551/1988 (ΦΕΚ 259 Α΄), περιέρχονται σε αυτά και προϊστάμενοι τους καθίστανται υπόλογοι, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την οργάνωση και λειτουργία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και κατά τα προηγούμενα εδάφια υποκαταστημάτων, τμημάτων και γραφείων αυτού καθορίζεται με τον Οργανισμό του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
5. Από 1η Ιανουαρίου 1991 υπόλογοι για τις πληρωμές των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ο.τ.α.) κατά τις κείμενες διατάξεις, καθίστανται υπάλληλοι των κλάδων ελεγκτών εσόδων – εξόδων ο.τ.α., που ορίζονται με αποφάσεις του οικείου νομάρχη, εφ΄ όσον δεν έχουν λειτουργήσει μέχρι την ημερομηνία αυτήν οι υπηρεσίες που προβλέπονται με το παρόν. Κάθε άλλη διάταξη γενική ή ειδική που αντίκειται στη διάταξη του εδαφίου αυτού καταργείται.
Άρθρο 35
Αναγνώριση δαπανών προμήθειας επαγγελματικών βιβλίων και μετακίνησης φοροτεχνικών υπαλλήλων
1. Η συνδρομή που καταβάλλεται από τους εργαζόμενους στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες για την αγορά του επιστημονικού περιοδικού “ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ” στην ιδιοκτήτρια αυτού Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Π.Ο.Ε.Δ.Ο.Υ.), βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών. Η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής της συνδρομής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Επίσης, η συνδρομή που καταβάλλεται από τους εργαζόμενους για τη χρήση της Τράπεζας Πληροφοριών “ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ – Π.Ο.Ε. – Δ.Ο.Υ.”, στην ιδιοκτήτρια αυτού Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Π.Ο.Ε. – Δ.Ο.Υ.), βαρύνει τον Προϋπολογισμό Εξόδων του Υπουργείου Οικονομικών κατά 50% της ετήσιας δαπάνης. Η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής της συνδρομής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.1999.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.13 Ν. 2703/1999 Α 72/8.4.1999.
2. Η δημιουργία στις Δ.Ο.Υ. βιβλιοθηκών, η προμήθεια και ο εμπλουτισμός αυτών με περιοδικά. βιβλία και έντυπα οικονομικού, δημοσιογραφικού και φορολογικού περιεχομένου, βαρύνει τον. προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Στο τέλος του άρθρου 12 του ν.δ/τος 65/1973 όπως το άρθρο αυτό συμπληρώθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του Ν. 1810/1988 (ΦΕΚ Α΄ 223), προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Ειδικώς τα έξοδα κίνησης των φοροτεχνικών και δημοσιονομικών υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και των υπηρεσιών εσόδων του Ι.Κ.Α., που μετακινούνται σε ακτίνα μέχρι 30 χιλιόμετρα από το κατάστημα που στεγάζεται η υπηρεσία τους για συγκεκριμένη εκτέλεση εργασιών ή ελέγχων, για τις οποίες (μετακινήσεις) δεν δικαιολογείται από τις ισχύουσες διατάξεις περί των δαπανών κινήσεως, ημερήσια αποζημίωση, ορίζονται στο 1/100 (ένα εκατοστό) του βασικού μισθού του κλιμακίου 23 του Ν. 1505/1984, για κάθε ημέρα μετακίνησης, που βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας του υπαλλήλου στην οικεία κατάσταση εκκαθάρισης της αποζημίωσης. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται από την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το μήνα στον οποίο αναφέρονται οι μετακινήσεις, με τη διαδικασία που ισχύει σήμερα για την πληρωμή των τακτικών αποδοχών των υπαλλήλων. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου ισχύει ανάλογα και για τους επιμελητές και δακτυλογράφους που ανήκουν στις διευθύνσεις Διοικητικού και Προσωπικού Δ.Ο.Υ. της κεντρικής υπηρεσίας ή υπηρετούν στις κεντρικές, ειδικές αποκεντρωμένες και περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες (υπηρεσίες) έχουν αρμοδιότητα στην εφαρμογή της νομοθεσίας, για τη φορολογία της είσπραξης των δημόσιων εσόδων και τη διοίκηση και διαχείριση της δημόσιας και κοινωφελούς περιουσίας του Δημοσίου.
4. Ειδικά, για το χρονικό διάστημα από 1η Ιουλίου 1988 και μέχρι την έναρξη της ισχύος των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, αναγνωρίζεται και καταβάλλεται χωρίς πρόσθετες διατυπώσεις σε κάθε φοροτεχνικό υπάλληλο, καθώς και σε κάθε υπάλληλο από τους αναφερόμενους στο τελευταίο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου ποσό δαπάνης πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών το μήνα, ως αποζημίωση εξόδων μετακίνησης. Ο χρόνος και η διαδικασία καταβολής της κατά το προηγούμενο εδάφιο δαπάνης ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Άρθρο 36
Σύσταση Κέντρου Δημοσιονομικών Ερευνών και Σχολής Επιμόρφωσης
1. Στο Υπουργείο Οικονομικών συνιστάται ειδική υπηρεσία, η οποία υπάγεται στο γραφείο Υπουργού με τον τίτλο «Κέντρο Δημοσιονομικών Ερευνών» (ΚΕΔΕ).
2. Αρμοδιότητα του Κέντρου αυτού είναι η μελέτη επί του δημοσιονομικού συστήματος γενικώς, αλλά και ειδικώς, καθόσον αφορά στην Ελλάδα, η παρακολούθηση των δημοσιονομικών εξελίξεων τόσο στην αλλοδαπή όσο και στην Ελλάδα, καθώς και η παροχή συμβουλών και υποδείξεων προς τον Υπουργό Οικονομικών για την ορθότερη κατάρτιση του προϋπολογισμού του Δημοσίου και την ενδεδειγμένη εκάστοτε μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος της χώρας
3. Το Κέντρο τούτο θα στελεχώνεται τόσο από μόνιμους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών αποσπώμενων νομίμως, όσο και από προσωπικό που προσλαμβάνεται επί θητεία.
4. Οι επί θητεία υπάλληλοι του κέντρου θα προσλαμβάνονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών από πρόσωπα που έχουν πτυχίο μετά πτυχιακών σπουδών, ειδικώς σε δημοσιονομικό θέματα.
5. Οι επί θητεία υπάλληλοι του ανωτέρω Κέντρου θα αμείβονται βάσει μισθολογίου που θα καθοριστεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προεδρίας της Κυβέρνησης.
6. Κάθε λεπτομέρεια για την οργάνωση και λειτουργία του ως άνω Κέντρου θα καθοριστεί με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού των Οικονομικών, μπορεί να συσταθεί Σχολή Επιμόρφωσης υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
Διαρρυθμίσεις στον ειδικό φόρο κατανάλωσης των επιβατικών αυτοκινήτων αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και άλλες διατάξεις
Άρθρο 37
Ειδικός φόρος κατανάλωσης επιβατικών αυτοκινήτων, ιδιωτικής χρήσης
Σημ.: όπως το άρθρο 37 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 29 Ν.2682/1999 ΦΕΚ Α 16//8.2.1999
1. Καινουργή επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν κατασκευασθεί με αντιρρυπαντική τεχνολογία, της δασμολογικής κλάσης 87.03 του Ολοκληρωμένου Τελωνειακού Δασμολογίου (ΤΑRIC), με εξαίρεση τα ασθενοφόρα και νεκροφόρα, υποβάλλονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης επί της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση την παρ.3 του άρθρου 1 του ν. 3673/1976 (ΦΕΚ 152 Α`) και του άρθρου 4 του ν. 1573/ 1985 (ΦΕΚ 201 Α`), όπως ισχύουν.
Ως καινουργές επιβατικό αυτοκίνητο νοείται αυτό που δεν έχει τεθεί σε κυκλοφορία, καθώς κι εκείνο για το οποίο συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες δύο προϋποθέσεις: α) δεν έχει παρέλθει εξάμηνο από την έκδοσ της πρώτης άδειας κυκλοφορίας και β) δεν έχει διανύσει περισσότερα από έξι χιλιάδες (6.000) χιλιόμετρα”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.4 Ν.2443/1996
2. “Οι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης, της παραγράφου 2 του αρθρου 37 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α`), όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 1 του αρθρου 10 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α`), ορίζονται ως ακολούθως:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΟΡΟΥ
Μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά 10%
Από 901 μέχρι 1400 κυβικά εκατοστά 20%
Από 1401 μέχρι 1600 κυβικά εκατοστά 25%
Από 1601 μέχρι 1800 κυβικά εκατοστά 35%
Απο 1801 μέχρι 2000 κυβικά εκατοστά 45%
Απο 2001 κυβικά εκατοστά και πάνω 75% .”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το καταργηθέν άρθρο 10 του Ν. 2093/1992 (Α` 181),αντικαταστάθηκε πάλι διά του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 2184/1994 (Α` 16). Η ισχύς της νέας διάταξης αρχίζει από 1.9.1993, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 17 παρ. 3 εδάφ. α` του Ν. 2184/1994.
3. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο συντελεστές αυξάνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) για αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας με κινητήρα περιστρεφόμενων εμβόλων (WANKEL)
4. “Ως αντιρρυπαντικής τεχνολογίας αυτοκίνητα, μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόννους, εκ κατασκευής νοούνται:
α) τα βενζινοκίνητα ή υγραεριοκίνητα εφόσον οι εκπομπές ρύπων των καυσαερίων τους, κατά την έγκριση τύπου, ικανοποιούν τις απαιτήσεις των οδηγίων 88/76/ΕΟΚ (L 36/1988), 88/436/ΕΟΚ (L 214/1988) και 89/ 458/ΕΟΚ (L 226/1989) ή τις απαιτήσεις της οδηγίας 91/441/ΕΟΚ (L 242/ 1991),
β) τα πετρελαιοκίνητα εφόσον οι εκπομπές ρύπων των καυσαερίων τους, κατά την έγκριση τύπου, ικανοποιούν τις απαιτήσεις της οδηγίας 91/ 441/ΕΟΚ,
γ) μετά την 1/1/1993 ως αντιρρυπαντικής τεχνολογίας καινουργή αυτοκίνητα, μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόννους, χαρακτηρίζονται εκείνα τα οποία κατά την έγκριση τύπου ικανοποιούν γενικώς τις απαιτήσεις που προβλέπονται από την οδηγία 91/441/ΕΟΚ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 1 του Ν. 2052/1992 (ΦΕΚ Α 94)
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών ,Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και οι τιμές της παρ. 4 μπορεί να μειωθούν περαιτέρω.
Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι διαδικασίες, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για το χαρακτηρισμό των αυτοκινήτων ως αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, καθώς επίσης και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος.
Άρθρο 38
Ειδικός φόρος κατανάλωσης επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης (ΤΑΞΙ – ΑΓΟΡΑΙΑ)
Σημ.: όπως το άρθρο 38 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 29 Ν.2682/1999 ΦΕΚ Α 16//8.2.1999
1. Τα καινουργή αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, ανεξάρτητα από το καύσιμο που χρησιμοποιείται, τα οποία προορίζονται να κυκλοφορήσουν ως επιβατικά δημόσιας χρήσης, καταβάλλουν το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του ειδικού φόρου κατανάλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του προηγούμενου άρθρου 37.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 1 του Ν.2052/1992 (ΦΕΚ Α 94) αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.1 άρθρ.20 Ν.2459/1997.
2. Τα αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης που παραλαμβάνονται με το φορολογικό καθεστώς της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον αποχαρακτηρίζονται και τίθενται σε κυκλοφορία ως ιδιωτικής χρήσης πριν παρέλθει πενταετία από του τελωνισμού τους, υπόκεινται στην καταβολή της διαφοράς των φορολογιών, που καταβλήθηκαν και των φορολογιών που ισχύουν για τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας κατά το χρόνο του τελωνισμού τους, ως ιδιωτικής χρήσης και με βάση τα φορολογικά στοιχεία που διαμορφώνονται κατά τον ίδιο χρόνο.
Η παραπάνω διαφορά μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) μετά την παρέλευση της πενταετίας και μέχρι τη συμπλήρωση δεκαετίας από του τελωνιαμού τους ως δημόσιας χρήσης, ενώ μετά την παρέλευση της δεκαετίας ουδεμία διαφορά καταβάλλεται.
Σημ.: όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 Ν.2386/1996
3. Τα επιβατικά δημόσιας χρήσης (Ε.Δ.Χ.) αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, που έχουν έδρα διοικητική μονάδα στην οποία επιτρέπεται η χρήση υγραερίου, μπορούν να χρησιμοποιούν ως καύσιμο και υγραέριο με τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
α. Να καταβάλλεται ο προβλεπόμενος, από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου υπέρ του Δημοσίου, ειδικός φόρος κατανάλωσης.
β. Τα όρια εκπομπής καυσαερίων με χρήση υγραερίου να είναι ίσα ή μικρότερα των αναφερομένων στην παράγραφο 4 του άρθρου 37.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται ο τρόπος διαπίστωσης των τιμών των εκπομπών καυσαερίων, ο τρόπος διασκευής του κινητήρα, τα αναγκαία δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη χρήση υγραερίου.
Άρθρο 39
Φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις αυτοκινήτων ειδικών κατηγοριών
1. Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου, τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, που τίθενται σε κυκλοφορία από πρόσωπα του δημόσιου τομέα, όπως αυτά καθορίζονται από την παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α΄), πρέπει να είναι αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Εξαιρούνται τα αυτοκίνητα των Ενόπλων Δυνάμεων.
2. Οι προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις απαλλαγές, από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για την εισαγωγή ή αγορά από τις εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες επιβατικών αυτοκινήτων, παρέχονται μόνο εφ` όσον τα αυτοκίνητα αυτά είναι καινουργή αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. “Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για τα εισαγώμενα αυτοκίνητα με βάση τις διατάξεις της Δ. 245/88 ΑΥΟ που κυρώθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 11 του ν.1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α`/7.4.1989), εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση του στοιχείου (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 5 της Απόφασης αυτής, καθώς και για τα επιβατικά αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, που παραλαμβάνονται με βάση τις διατάξεις ατέλειας που ισχύουν κάθε φορά για τους αναπήρους και τους πολύτεκνους γονείς. Στην περίπτωση αυτή και όσον αφορά τους πολύτεκνους γονείς, το ποσοστό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που καταβάλλουν σύμφωνα με το άρθρο 36 του ν.1563/1985 (ΦΕΚ 151 Α`) θα υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές του άρθρου 37 του ν.1882/1990, όπως κάθε φορά ισχύει.”
Επίσης η διάταξη του εδαφίου αυτού δεν εφαρμόζεται για τα αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται με βάση την παράγραφο 3 του άρθρου 10 του ν. 1573/1985 (ΦΕΚ 201 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 31 του Ν. 1954/1991 (ΦΕΚ Α 97) και με την παρ.2 άρθρ.11 Ν.2443/1996.
Άρθρο 40
Κίνητρα για την απόσυρση επιβατικών αυτοκινήτων
1. Για τη θέση σε κυκλοφορία επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, που έχει κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 1.600 κυβικά εκατοστά, δεν καταβάλλεται το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 363/1976, όπως ισχύει, εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος, ούτε τέλη κυκλοφορίας για το αυτοκίνητο αυτό για πέντε (5) ημερολογιακά έτη, με την προϋπόθεση ότι ο ιδιοκτήτης του θα αποσύρει από την κυκλοφορία και θα καταστρέψει μεταχειρισμένο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης.
Ως πρώτο έτος, για το οποίο δεν καταβάλλονται τέλη κυκλοφορίας, θεωρείται το έτος κατά το οποίο εκδόθηκε η άδεια κυκλοφορίας του αυτοκινήτου αντιρρυπαντικής τεχνολογίας.
Η διάταξη της παραγράφου αυτής καταλαμβάνει αυτοκίνητα που τίθενται σε κυκλοφορία μέχρι 31.12.1992.
2. Με κοινή απόφαση των Υπ. Οικονομικών. ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και Μεταφορών και Επικοινωνιών, θα καθοριστεί η διαδικασία για τη διαπίστωση της απόσυρσης και καταστροφής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 41
Κυρώσεις – Ποινές
1. Καθ΄ οιονδήποτε τρόπο , αποσύνδεση, τροποποίηση, αχρήστευση του συστήματος αντιρρύπανσης, η χρησιμοποίηση καυσίμου άλλου από εκείνου που αναφέρεται στην άδεια κυκλοφορίας, καθώς και η αντικατάσταση του κινητήρα αυτοκινήτου, που έχει τελωνισθεί με το φορολογικό καθεστώς των επιβατικών αυτοκινήτων αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, δεν επιτρέπεται χωρίς την έγκριση των αρμόδιων αρχών, εφ΄ όσον οι πιο πάνω μετατροπές μεταβάλλουν το χαρακτήρα των αυτοκινήτων αυτών από αντιρρυπαντικής τεχνολογίας σε αυτοκίνητα συμβατικής τεχνολογίας
2. Σε περιπτώσεις μετατροπών της προηγούμενης παραγράφου, που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες, για τα συμβατικής τεχνολογίας επιβατικά αυτοκίνητα. φορολογικές επιβαρύνσεις, μειωμένες με το ποσό των φορολογιών, που καταβλήθηκαν κατά τον αρχικό τελωνισμό του αυτοκινήτου και τη θέση του σε κυκλοφορία, εφ΄ όσον τούτο αποδεικνύεται από σχετικά παραστατικά.
Επίσης, παύει ισχύουσα και η απαλλαγή από τα τέλη κυκλοφορίας του αυτοκινήτου αυτού
3. Η μη τήρηση των όρων και προϋποθέσεων των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου συνεπάγεται την εφαρμογή των διατάξεων περί τελωνειακών παραβάσεων και λαθρεμπορίας του Ν. 1165/1918 (ΦΕΚ 59 Α΄).
Άρθρο 42
Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις
1. Καινουργή επιβατικά αυτοκίνητα , αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του Ν. 1858/1989 (ΦΕΚ 14 Α΄) και της σε εκτέλεση αυτού εκδοθείσης αριθ.12141/89 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 377 Β΄ ), υποβάλλονται στον ειδικό φόρο κατανάλωσης της παρ. 2 του άρθρου 37 του παρόντος νόμου,εφ΄ όσον τα αυτοκίνητα αυτά τελωνισθούν μέχρι 30.6.1990 και με την προϋπόθεση ότι μέχρι και την 27.2.1990:
α. Είχαν κομισθεί στη χώρα,
β. είχαν φορτωθεί σε μεταφορικό μέσο με τελικό προορισμό τους τη χώρα,
γ. είχε ανοιχθεί ενέγγυα ανέκκλητη πίστωση σε ποσό είκοσι τοις εκατό (20%) και άνω του τιμήματος.
2. Για τα αυτοκίνητα της προηγούμενης παραγράφου εκδίδονται εγκρίσεις τύπου, συμφωνάμε την πιο πάνω κοινή υπουργική απόφαση.
3. Η ισχύς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του νόμου αυτού αρχίζει μετά την πάροδο 6 (έξι) μηνών από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Τα παραγόμενα επιβατικά αυτοκίνητα από αναγνωρισμένες εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες υπάγονται μέχρι 31.8.1990 στους συντελεστές της παρ. 2 του άρθρου 37 του παρόντος.
5. Τα παραγόμενα επιβατικά αυτοκίνητα από αναγνωρισμένες εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες μετά την 31.8.1990 και κυλινδρισμού κάτω των 1400 κυβικών εκατοστών που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 37 παράγραφος 4 περίπτωση β΄, υπάγονται μέχρι την 30.6.1991 στους συντελεστές της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του παρόντος.
6. Καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα συμβατικής τεχνολογίας που έχουν κομισθεί στη χώρα μέχρι 27.2.1990 υποβάλλονται στους κατά περίπτωση συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης του άρθρου 1 του νόμου 1858/1989, εφ΄ όσον τελωνιστούν μέχρι 30.4.1990.
7. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται, με τη επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 4 και 6, τα άρθρα 1 και 2 του νόμου 1858/1989 καθώς επίσης και η αριθμ. 19141/Ι989 κοινή υπουργική απόφαση.
Άρθρο 43
1. Χορηγείται οικονομική ενίσχυση 900 .000.000, δραχμών στα πολιτικά κόμματα που θα μετάσχουν στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου 1990, εφ΄ όσον συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 1443/1984 ή εκπροσωπούνται στη Βουλή που προήλθε από τις εκλογές γης 5ης Νοεμβρίου 1989 από έναν τουλάχιστον βουλευτή.
2. Η κρατική οικονομική ενίσχυση κατανέμεται στα πολιτικά κόμματα με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1, 2 και 4 του νόμου 1443/1984.
Άρθρο 44
1. Οι κατά την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου υφιστάμενες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου έκτακτου προσωπικού που υπηρετεί στο Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και τα ν.π.ι.δ. Δημόσιου Τομέα παρατείνονται αυτοδικαίως ως την 30.9.90, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των Ν. 1735/1987, 1835/1989 και 1874/1990 ή άλλων ειδικών διατάξεων. Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρείται το προσωπικό που έχει προσληφθεί με συμβάσεις ορισμένου χρόνου για την κάλυψη εποχιακών αναγκών καθώς και με συμβάσεις έργου, η κατάσταση του οποίου ρυθμίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 7 αυτού του άρθρου.
2. Ως την 30.4.90 όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες οφείλουν να κοινοποιήσουν στον Υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης πίνακα των συμβάσεων που περιλαμβάνονται στην κατηγορία του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνεπάγεται την πειθαρχική δίωξη παντός υπευθύνου.
3. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Εργασίας ύστερα από γνώμη των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων και, εν ελλείψει τούτων, του διοικούντος συλλογικού οργάνου του οικείου νομικού προσώπου, και ως την 30.9.90.:
α) Καταγράφεται κατά φορέα και ειδικότητα ο αριθμός του προσωπικού του πρώτου εδαφ. της παρ.1 που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες της υπηρεσίας.
β) Ιδρύονται νέες κενές θέσεις “μονίμου προσωπικού ή”, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και αορίστου χρόνου, εφ` όσον το απαιτούν οι ανάγκες που προκύπτουν από την πιο πάνω καταγραφή.
γ) Καθορίζονται οι κενές θέσεις που προκύπτουν να πληρωθούν με “μόνιμο προσωπικό ή” με συμβάσεις αορίστου χρόνου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 & 2 του Ν. 1895/1990 (Α` 116).
4. Μέχρι την 30.9.90 κινείται η διαδικασία πλήρωσης των κενών θέσεων της περίπτωσης γ΄ της προηγούμενης παραγράφου. Η διαδικασία αυτή θα στηριχθεί σε πανελλήνιο δημόσιο διαγωνισμό, στον οποίο θα μπορούν να συμμετάσχουν και οι συμβασιούχοι του πρώτου εδαφίου της παρ. 1. με πρόσθετο προσόν την προϋπηρεσία τους και ανεξαρτήτως ανώτατου ορίου ηλικίας πρόσληψης.
5. Με τα π.δ., που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, καθορίζονται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων:
α) Οι κάθε είδους όροι προκήρυξης, διεξαγωγής και ολοκλήρωσης του διαγωνισμού της παρ. 4.
β) Τα απαιτούμενα προσόντα των δυναμένων να διαγωνισθούν.
γ) Η τοποθέτηση των επιτυχόντων στις θέσεις που καταλαμβάνουν.
δ) Η προσαύξηση της συνολικής βαθμολογίας ανάλογα με το χρόνο της προϋπηρεσίας της παραγράφου 4.
ε) Κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 4.
6. Με τα π.δ. της παρ. 5. είναι δυνατόν να παρέχεται υπεξουσιοδότηση στον Υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης για τη ρύθμιση ειδικότερων τεχνικών ή λεπτομερειακών θεμάτων των διατάξεων των παρ. 1, 2, 3 και 4 αυτού του άρθρου.
7. Οι κατά την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου υφιστάμενες συμβάσεις του προσωπικού που έχει προσληφθεί στο Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ και ν.π.ι.δ. του Δημοσίου Τομέα για την κάλυψη εποχιακών αναγκών, καθώς και συμβάσεις του προσωπικού με μίσθωση έργου παρατείνονται αυτοδικαίως ως την 31η/5/90, ως την ημερομηνία αυτήν και με βάση τη διαδικασία της παρ. 3 αυτού του άρθρου προσδιορίζεται ο αριθμός των συμβασιούχων του προηγούμενου εδαφίου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες των υπηρεσιών και, με βάση τον προσδιορισμό αυτόν, εξειδικεύονται τα άτομα των οποίων οι συμβάσεις μετατρέπονται στη συνέχεια αυτοδικαίως σε συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που λήγουν την 30.9.90. Κατά τα λοιπά ισχύουν και ως προς αυτούς, κατ΄ αναλογία, όλες οι διατάξεις των παραγράφων 2-6 του παρόντος άρθρου.
8. Η παράταση των συμβάσεων των παραγράφων 1 εδ. α΄ και 7 δεν μετατρέπει τις συμβάσεις αυτές σε αορίστου χρόνου, μετά δε τη λήξη ισχύος τους λύονται αυτοδικαίως χωρίς άλλη διατύπωση και δίχως καμία αποζημίωση.
Άρθρο 45
Οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου 3 του N. 1386/1983 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Το μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Α.Ε. ανέρχεται στο ποσό των πέντε (5) δις. δρχ.. διαιρείται σε 500.000 μετοχές, ονομαστικής αξίας 10.000 δρχ. η καθεμία και έχει καταβληθεί ολόκληρο από το Δημόσιο».
«3. Ο Ο.Α. Ε. διοικείται από το διοικητικό συμβούλιο που αποτελείται από τον πρόεδρο και οκτώ μέλη. Ο πρόεδρος και δύο μέλη του Δ.Σ. διορίζονται και ανακαλούνται από τον εποπτεύοντα υπουργό, ένας εκπρόσωπος της Γ.Σ.Ε.Ε. και ένας εκπρόσωπος του Σ.Ε.Β. διορίζονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων ως μέλη του Δ.Σ. και τα υπόλοιπα εκλέγονται από τη Γ.Σ. των μετόχων.
Η υπόδειξη των μελών από την Γ.Σ.Ε.Ε. και τον Σ.Ε.Β. γίνεται εντός δέκα ημερών από την περιέλευση σ΄ αυτούς του εγγράφου του εποπτεύοντος υπουργού, με το οποίο ζητείται η υπόδειξη των μελών.
Μέχρις ότου υποδειχθούν οι εκπρόσωποι της Σ.Ε.Β., Γ.Σ.Ε.Ε. και το Δ.Σ. λειτουργεί νομίμως με τα λοιπά μέλη.
Η θητεία των μελών του Δ.Σ. και του προέδρου είναι τριετής. Επιτρέπεται ο επαναδιορισμός ή η επανεκλογή του προέδρου και των μελών του Δ.Σ.
Με απόφαση της Γ.Σ. των μετόχων καθορίζεται η αμοιβή του προέδρου και των μελών του Δ.Σ.»
Άρθρο 46
Η περίπτωση 2 του άρθρου 7 του Ν. 1386/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η αναδιάρθρωση υφισταμένων υποχρεώσεων».
Άρθρο 47
Οι παράγραφοι 1, 7 και 8 του άρθρου 8 του Ν. 1386/1983 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Σε περίπτωση που αποφασίζεται κατά το άρθρο 7 περίπτωση 1 η ανάληψη της διοίκησης από τον Ο.Α.Ε. νέων επιχειρήσεων, η διοίκηση ασκείται κατά περίπτωση από ένα ή περισσότερα πρόσωπα, που διορίζονται από αυτόν και για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των 6 μηνών. Παράταση μπορεί να χορηγηθεί με απόφαση του εποπτεύοντος υπουργού μόνο για τρεις μήνες και μετά από αιτιολογημένη γνώμη του Ο.Α.Ε. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα οι τράπεζες μπορούν να χορηγούν στις επιχειρήσεις αυτές δάνεια ή εγγυήσεις. Όταν η διοίκηση απαρτίζεται από περισσότερα του ενός πρόσωπα, συμμετέχουν σ΄ αυτήν και από ένας εκπρόσωπος των μετόχων, των πιστωτών και των εργαζομένων στην επιχείρηση. Με την απόφαση που διορίζεται η διοίκηση με μεταγενέστερη απόφαση του Ο.Α.Ε. καθορίζεται η αμοιβή ή η αποζημίωση των μελών της που βαρύνει την επιχείρηση. Με τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης του άρθρου 7 παύει η εξουσία των οργάνων διοίκησης της επιχείρησης. Η Γ.Σ. των μετόχων ή η συνέλευση των εταίρων διατηρείται. αλλά δεν μπορεί να αποφασίζει την ανάκληση των μελών της διοίκησης που διορίζει ο Ο.Α.Ε. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι κανόνες που διέπουν το συγκεκριμένο εταιρικό τύπο της επιχείρησης, εφ΄ όσον δεν αντιτίθενται στο σκοπό του παρόντος νόμου».
«7. Εάν εντός του προβλεπόμενου, κατά τη παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, χρονικού διαστήματος δεν επιτευχθεί συμφωνία, ακολουθεί η κατά τις διατάξεις αυτού του νόμου διαδικασία της εκκαθάρισης».
«8. Κατά τη διάρκεια της προσωρινής διοίκηση μπορεί να αυξάνεται ή να μειώνεται το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με απόφαση της γενική συνέλευσης, σύμφωνα με τον Ν. 2190/1920 και το καταστατικό της εταιρείας».
Άρθρο 48
Το άρθρο 9 του Ν. 1386/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 9
1. Εφ΄ όσον δεν επιτευχθεί η κατά το άρθρο συμφωνία ή δεν εκπληρωθούν οι όροι της, καθώς και στην περίπτωση του άρθρου 7 παρ. 3, με αίτηση του Ο.Α.Ε. ή καθενός που έχει έννομο συμφέρον ζητείται από το πολιτικό εφετείο της περιφέρειας της έδρας της επιχείρησης ο διορισμός εκκαθαριστή, που προβαίνει σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού στην εκκαθάριση τη περιουσίας της επιχείρησης.
Το εφετείο οφείλει να ορίσει δικάσιμο σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από πέντε ημέρες από την κατάθεση της αίτησης και δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι τυχόν παρεμβάσεις. οι οποίες ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγράφο, είναι απαράδεκτες αν δεν ασκηθούν εικοσιτέσσερις (24) τουλάχιστον ώρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης και προσδιορίζονται υποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο. Η κατάθεση προτάσεων σε κάθε περί πτώση μπορεί να γίνει στο ακροατήριο. Η απόφαση του εφετείου πρέπει να εκδοθεί μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από τη συζήτηση της αίτησης Η απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα και δεν μπορεί να συζητηθεί η αναστολή τη ισχύος της για οποιονδήποτε λόγο.
2. Η εκκαθάριση διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, που συμπληρώνονται από τα άρθρα 18, 19, 20, 21 του Ν.Δ. 3562/1956 «περί υπαγωγής, ανωνύμων εταιρειών υπό την διοίκησιν και διαχείρισιν των πιστωτών και θέσεως αυτών υπό ειδική εκκαθάρισιν».
Κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης με απόφαση του εποπτεύοντος υπουργού, μετά από εισήγηση του Ο.Α.Ε., ο εκκαθαριστής μπορεί να συνέχισει τη λειτουργία της επιχείρησης ή τμημάτων της.
3. Με τη δημοσίευση της απόφασης του Εφετείου, που ορίζεται ο εκκαθαριστής, παύει αυτόματα η εξουσία των οργάνων διοίκησης της εταιρείας ή η τυχόν προσωρινή διοίκηση του Ο.Α.Ε αναστέλλεται η περαιτέρω πτωχευτική διαδικασία, απαγορεύεται η αναγκαστική εκτέλεση και η λήψη προσωρινών, συντηρητικών ή προφυλακτικών μέτρων και αναστέλλονται οι τυχόν εκκρεμείς σχετικές διαδικασίες. Η διοίκηση, διαχείριση και εκπροσώπηση της επιχείρησης ανήκει στον εκκαθαριστή. Κατά τις περιπτώσεις που δικαστικές ή εξώδικες ενέργειες του εκκαθαριστή στρέφονται κατά της εταιρείας ως οφειλέτου, η εκπροσώπηση της τελευταίας γίνεται από το διοικητικό συμβούλιο που είχε νόμιμα εκλεγεί πριν από την τυχόν πτώχευση ή την υπαγωγή της στην προσωρινή διοίκηση του Ο.Α.Ε. ή την υπαγωγή της στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του νόμου αυτού, κατά περίπτωση. Η θητεία αυτού του διοικητικού συμβουλίου, για την περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι είχε ανασταλεί για όσο χρονικό διάστημα διήρκεσαν η πτώχευση ή η προσωρινή διοίκηση και παρατείνεται μέχρι τη λήξη της εκκαθάρισης.
4. Η δήλωση περιγραφής του άρθρου 19 παράγραφος 2 του Ν.Δ. 3562/1956 καταχωρίζεται, ως προς τα ακίνητα που τυχόν περιλαμβάνει, στα αρμόδια υποθηκοφυλακεία ατελώς.
Αρμόδιοι κατά τόπο για τον καθορισμό της τιμής πρώτης προσφοράς κατά το άρθρο 20 του Ν.Δ. 3562/1956 όσο και για τη διενέργεια του πλειστηριασμού είναι αντίστοιχα το δικαστήριο και συμβολαιογράφος της έδρας της εταιρείας, ανεξάρτητα από τη θέση όπου κείνται τα εκπλειστηριαζόμενα περιουσιακά στοιχεία. Η απόφαση του δικαστηρίου που καθορίζει κατά το άρθρο 20 του Ν.Δ. 3562/1956 την τιμή της πρώτης προσφοράς δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα και η καθοριζόμενη στην απόφαση αυτή τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για διόρθωση του προγράμματος πλειστηριασμού, που εκδίδεται σε εκτέλεση της.
5. Για την ικανοποίηση των απαιτήσεων ο εκκαθαριστής συντάσσει πίνακα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 975 έως και 979, 1007 του ΚΠολΔ και του άρθρου 61 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Ο πίνακας συντάσσεται ύστερα από αναγγελία των πιστωτών στον εκκαθαριστή. Η αναγγελία πρέπει να γίνεται μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης σε δύο ημερήσιες εφημερίδες, μία αθηναϊκή και μια, εφ΄ όσον υπάρχει, της πρωτεύουσας του νομού όπου εδρεύει η επιχείρηση. Ο πίνακας συντάσσεται μέσα σε δέκα ημέρες από τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας αναγγελίας. Κατά τη διανομή των προϊόντων της εκκαθάρισης της περιουσίας της επιχείρησης προτιμώνται οι απαιτήσεις του Ο.Α.Ε. και των τραπεζών, που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.1 του άρθρ. 8 του παρόντος κατά τη διάρκεια της προσωρινής διοίκησης, υπάγονται δε στην Α΄ τάξη των γενικών προνομίων του άρθρου 975 ΚΠολΔ.».
Άρθρο 49
Το άρθρο 10 του Ν. 1386/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 10
1. Ο εκκαθαριστής του προηγούμενου άρθρου υποχρεούται αμελλητί και εντός τριών το πολύ ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης να δηλώσει με έγγραφο του στο γραμματέα του δικαστηρίου που τον διόρισε, ότι αποδέχεται το διορισμό του, διαφορετικά θεωρείται ότι τον αποποιήθηκε. Ο εκκαθαριστής οφείλει να ολοκληρώσει τις ενέργειες του για την εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων της υπό εκκαθάριση επιχείρησης μέσα σε έξι μήνες από την ημέρα αποδοχής του διορισμού του. Ως ολοκλήρωση των ενεργειών νοείται ο ορισμός της ημερομηνίας του πρώτου πλειστηριασμού των βασικών περιουσιακών στοιχείων (βιομηχανοστάσια και λοιπά περιουσιακά στοιχεία συναπτόμενα με την παραγωγική διαδικασία) της επιχείρησης και σε περίπτωση ευδοκίμησης του πλειστηριασμού η σύνταξη του πίνακα κατάταξης.
Με την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας άπρακτης ο εκκαθαριστής εκπίπτει, μέχρι δε τον κατ΄ άρθρο 9 του παρόντος διορισμού του αντικαταστάτη του ασκεί τα απολύτως αναγκαία καθήκοντα του. Ο εκκαθαριστής μπορεί, πριν παρέλθει η παραπάνω εξάμηνη προθεσμία, να ζητήσει από το δικαστήριο που τον διόρισε, κατά την ίδια διαδικασία, τη χορήγηση νέας πρόσθετης προθεσμίας, εκθέτοντας τους λόγους που εμποδίζουν την ολοκλήρωση των ενεργειών του μέσα στην αρχική προθεσμία. Η διαδικασία αυτή μπορεί να επαναληφθεί για μία ακόμη φορά, έτσι ώστε το ανώτατο χρονικό διάστημα που θα καλύπτουν οι οριζόμενες κατά τα παραπάνω προθεσμίες να μην μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί το δωδεκάμηνο. Σε κάθε περίπτωση ο Ο.Α.Ε. και καθένας που έχει έννομο συμφέρον μπορεί και πριν από τη λήξη των ανωτέρω προθεσμιών να ζητήσει από το δικαστήριο την αντικατάσταση του εκκαθαριστή εκθέτοντας τους λόγους που επιβάλλουν την αντικατάσταση.
2. Για τις εκκαθαρίσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και για τις οποίες δεν έχει οριστεί χρόνος περάτωσης, των ενεργειών του εκκαθαριστή, παρέχεται άπαξ τελειωτική προθεσμία 6 (έξι) μηνών από την ισχύ του παρόντος νόμου για τον ίδιο σκοπό, μετά την πάροδο της οποίας παύουν οι εξουσίες του εκκαθαριστή και ζητείται εντός τριών ημερών από τον Ο.Α.Ε. ο ορισμός νέου εκκαθαριστή κατά τα προηγούμενα.
3. Με κοινή απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού και των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, καθορίζονται ο τρόπος και τα ανώτατα όρια αμοιβών των εκκαθαριστών και των συμβολαιογράφων για τις εκκαθαρίσεις του νόμου αυτού».
Άρθρο 50
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του Ν. 1386/1983 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η πλήρωση των δύο θέσεων προϊσταμένων τομέων της γραμματείας μπορεί να γίνεται και με ανάθεση καθηκόντων σε μόνιμους υπαλλήλους, βαθμού Α΄, του Υπουργείου Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας.
Ο διορισμός ή η ανάθεση καθηκόντων γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και οι αποδοχές αυτών κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ν. 1258/1982.
Ο χρόνος της ανάθεσης καθηκόντων λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου.
Με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας. Ενέργειας και Τεχνολογίας ορίζονται τα της αναπλήρωσης του απόντος, ελλείποντος ή κωλυομένου προϊσταμένου της Γ.Ο.Α.Ε. από τους προϊσταμένους τομέων της γραμματείας».
Άρθρο 51
Κύρωση Αποφάσεων
1. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1105021/2923/0001/2.10.1989 με θέμα «Ρύθμιση λειτουργικών θεμάτων Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ) » που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 738/τ.Β΄/3.10.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1104693/11848/0003/2.10. 1989 με θέμα «Αύξηση ποσοστού εισφοράς υπέρ Τ.Α.Υ.Τ.Υ. από του συνόλου των εισπραττομένων Δ.Ε.Τ.Ε. » που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 738/τ.Β/3. 10.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 1107949/2402/Α0006/10.10. 1989 με θέμα «Ενοποίηση Οικονομικών Εφοριών και Δημοσίων Ταμείων Α΄ και Β΄ και Ελευθερίων Επαγγελμάτων Αθηνών» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 778/τ.Β/10.10.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 1012280/125/24.2.1989 με θέμα «Καθορισμός ενιαίας διαδικασίας λογιστικής παρακολούθησης της ποσοτικής διαχείρισης αξιών του Δημοσίου» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 153/τ.Β/28.2.1989.
ε) Αρ.Πρωτ. 1089903/2050/0006/Α΄/10.8. 1989 με θέμα «Παράταση λειτουργίας καταργούμενων με το νέο Οργανισμό Τελωνειακών Υπηρεσιών και αναστολή λειτουργίας νεοσύστατης Τελωνειακής Υπηρεσίας» που δημοσιεύτηκε στο Φ.Ε.Κ. 686\τ.Β\13/9/1989.
στ) Αρ.Πρωτ. 1090443/2055/16.8.1989 με θέμα «Σύσταση Τελωνειακών Περιφερειών” που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 686/τ.Β/13.9.1989.
ζ) Αρ.Πρωτ. 1128765/5835/0014/22.12. 1989 με θέμα «Προθεσμία κοινοποίησης φύλλων ελέγχου στη φορολογία κύκλου εργασιών” που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 931/τ.Β /29.12.1989.
2. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1048840/4200/0009/Α/20.4.1989 με θέμα «Επαναφορά σε ισχύ της αριθ. 670/ΠΟΛ. 17/20.1.88 απόφασης μας» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 330/τ.Β/8.5.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1105135/9049/0009/3.10.1989 με θέμα «Αντικατάσταση του άρθρου 32 του 1591/86 που δημοσιεύθηκε στοΦΕΚ743/τ.Β/4.10.89.
γ) Αρ.Πρωτ.11005134/9050/0009/3.10.89 με θέμα «Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 743/τ.Β/4.10.89.
δ) Αρ.Πρωτ. 1107166/9280/0009/6.10.1989 με θέμα «Καθορισμός δείγματος 1989». που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 778/τ.Β/10.10.1989.
ε) Αρ.Πρωτ. 1120667/10617/0009/20.11.1989 με θέμα «Παράταση προθεσμίας αποφάσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 873\τ.Β\22-11-1989.
3. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1058886/5051/0010/17.5.1989 με θέμα «Αποκατάσταση εκείνων, που στα δικαιώματά τους, επί ακινήτων τους υποκαταστάθηκαν από το Δημόσιο» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 339/τ.Β/26.5.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1032058/1555/0010/30.5.1989 με θέμα «Καθορισμός μισθώματος απλής χρήσης αιγιαλού από ξενοδοχεία σε κηρυχθέντα τουριστικά δημόσια κτήματα» που δημοσιεύθηκε ότι ΦΕΚ 531/τ.Β./30.6.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 1106685/8063/0010/6.10.1989 με θέμα «Εκποίηση ανταλλαξίμων ακινήτων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 797/τ.Β/11.10.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 3210/212/2.6.1988 με θέμα «Εκποίηση ανταλλαξίμων ακινήτων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 412/τ.Β/21.6.1988.
4. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1092735/1622/0013/24.8.1989 με θέμα «Παροχή διευκολύνσεων για την περαίώση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θάνατοι δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Καλαμάτας» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 651/τ.Β /31.8.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1097373/1712/0013/6.9.1989 με θέμα «Παροχή διευκολύνσεων για την περάτωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς – γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται εντός σχεδίου στους δήμους Αιγίου, Αγρινίου, Μεσολογγίου. Αιτωλικού, Αταλάντης και Μυτιλήνης και στις Κοινότητες Αγίου Κωνσταντίνου Τριχωνίδας και Αγίου Κωνσταντίνου Λοκρίδας» και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 698/τ.Β/15.9.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 1098386/1725/0013/11.9.1989 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ710/τ.Β/25.9.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 1104719/1829/3.10.1989 με θέμα «Απαλλαγή από το φόρο των Ελλήνων της αλλοδαπής που αυτοαπασχολούνται για αγορά ακινήτου με εισαγωγή συναλλάγματος» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 738/τ.Β/3.10.1989.
ε) Αρ.Πρωτ. 1104716/1828/3.10.1989 με θέμα «Διευκολύνσεις για τη ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων ακίνητης περιουσίας μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 743/τ.Β/4.10.1989.
στ) Αρ.Πρωτ. 1113346/1978/0013/24.10.1989 με θέμα «Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς – γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται εντός σχεδίου στους δήμους Ιεράπετρας, Νεάπολης και Σητείας του νομού Λασιθίου Κρήτης» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 823/τ.Β/ 26.10.1989.
5. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1085751/3289/0014/25.7.1989 με θέμα «Κατάργηση της διαδικασίας παρακολούθησης της υγροσκοπικότητας και της φύρας κατά το στάδιο της βιομηχανοποίησης του καπνού σε φύλλα για την παραγωγή τσιγάρων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 599/τ.Β΄/16.8.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1108367/752/0015/10.10.1989 με θέμα «Τροποποίηση διάταξης του Κ.Φ.Σ.» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 797/τ.Β/11.10.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 1105195/725/0015/2.10.1989 με θέμα «τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του Κ.Φ.Σ.» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 743/τ.Β /4.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 1062060/270/0015/24.5.1989 με θέμα «Τροποποίηση διατάξεων του άρθρου 47 του Κ.Φ.Σ.» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 389/τ.Β /25.5.1989.
6. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 2062621/7284-20/0016/27.7.1989 με θέμα «Ρύθμιση χρεών προς το Δημόσιο. βεβαιωμένων στις ΔΟΥ Μεσσήνης και Καλαμάτας» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 572/Τ.Β/3.8.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 2037935/4200-20/0016/27.4.1989 με θέμα «Παράταση απόφασης αναστολής λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης στις σεισμόπληκτες περιοχές Νομών Ηλείας και Ζακύνθου» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 351/τ.Β/12.5.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 2063736/7392-20/0016/2.8.1989 με θέμα «Παράταση προθεσμιών καταβολής φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 596/τ.Β΄ /11.8.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 2066053/7708-20/0016/18.8. 1989 με θέμα «Τροποποίηση της απόφασης αριθ. 2062621/7284-20/0016/27.7.89» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 620/τ.Β/23.8.1989.
ε) Αρ.Πρωτ. 2066054/7709-20/0016/17.8. 1989 με θέμα «Ρύθμιση χρεών προς το Δημόσιο» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 620/τ.Β/23.8.89.
στ) Αρ.Πρωτ. 2066110/7715-20/0016/17.8.1989 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ620/τ.Β/23.8. 1989.
ζ) Αρ.Πρωτ. 2069053/8122-20/0016/1.9.1989 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 700/τ.Β/ 18.9.1989.
η) Αρ.Πρωτ. 2068320/8039/0016/30.8.1989 με θέμα «Αναστολή εκτέλεσης ενταλμάτων προσωπικής κράτησης για χρέη προς το Δημόσιο» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 685/τ.Β /12.9.1989.
θ) Αρ.Πρωτ. 2069610/8181-20/0016/4.9.1989 με θέμα «Υπαγωγή οφειλετών στις ρυθμίσεις της απόφασης αριθ. 2034111/3733-20/19.4.1989» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 700/18.9.1989.
ι) Αρ.Πρωτ. 2072221/8498-20/0016/12.9. 1989 με θέμα «Τροποποίηση αποφάσεων, που αναφέρονται στη ρύθμιση των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο των σεισμοπλήκτων περιοχών των νομών Μεσσηνίας, Ηλείας, Κορινθίας, Ζακύνθου, Βοιωτίας κοίτης περιοχής Μεγαρίδος Ν. Αττικής» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ΄ 724/τ.Β/28.9.1989.
ια) Αρ.Πρωτ. 2076289/8911-20/0016/29.9. 1989 με θέμα «τροποποίηση αποφάσεων, που αναφέρονται στη ρύθμιση των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο των σεισμοπλήκτων περιοχών των Νομών Μεσσηνίας, Ηλείας. Κορινθίας, Ζακύνθου. Βοιωτίας, και της περιοχής Μεγαρίδος Νομαρχίας Βοιωτίας, Ζακύνθου,και της περιοχής Μεγαρίδος Νομαρχίας Δυτικής Αττικής» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 743/τ.Β/4.10.1989.
ιβ) Αρ.Πρωτ. 2076835/8989/0016/3.10.1989 με θέμα «Αύξηση ποσού που επιστρέφεται από φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων βάσει δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων με επιταγή Ν. 277/76» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 753/τ.Β/6.10.1989.
ιγ) Αρ.Πρωτ. 2076836/8990-20/0016/3.10.1989 με θέμα «Ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 743/τ.Β/4.10.1989.
7. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1108320/4590/0018/11.10.1989 με θέμα «τροποποίηση Αποφάσεων Υπ. Οικονομικών α) Δ. 247/13/1.3.88 περί προσωρινής εισαγωγής ορισμένων μεταφορικών μέσων και ειδών ατομικής χρήσης β) Δ. 1189/149/23.9.87 περί προσωρινής εισαγωγής ειδών οικοσκευής» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 799/τ.Β/11.10. 1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1096107/3995/0018/6.9.1989 με θέμα «τροποποίηση και συμπλήρωση της Δ. 247/13/1.3.1988 ΑΥΟ για την προσωρινή εισαγωγή ορισμένων μεταφορικών μέσων και ειδών
ατομικής χρήσης» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 700/τ.Β/18.9.1989.
γ) Αρ.Πρωτ. 1108476/4593/0018/11.10.1989 με θέμα «τροποποίηση των διατάξεων της απόφασης Δ. 246/12/1.3.88 με τις οποίες παρέχονται απαλλαγές στους Έλληνες Ναυτικούς» δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 811/τ.Β/11.10.1989.
δ) Αρ.Πρωτ. 1106476/4521/0018/5.10.1989 με θέμα «τροποποίηση και αντικατάσταση ορισμένων διατάξεων της Δ. 245/88» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 754/τ.Β΄/6.10.1989 και με διορθώσεις σφαλμάτων στο Φ.Ε.Κ. 820\τ.Β΄\25-10-1989.
ε) Αρ.Πρωτ. 1095208/3939/0018/31.8.1989 με θέμα «Τακτοποίηση εφοδιασμών με τροφοεφόδια τουριστικών πλοίων που εκτελούσαν ημερινά περιηγητικά ταξίδια με ολική ναύλωση» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 672/τ.Β΄/8.9.1989.
στ) Αρ.Πρωτ. 1084626/3303/0018/14.7.1989 με θέμα «Περί τροποποιήσεως του Ν. 1684/87 κα του Ν. 1402/83» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 653/τ.Β/31.8.1989.
ζ) Αρ.Πρωτ. 1113494/4871/0018/24.10.1989 με θέμα «τροποποίηση του άρθρου 36 του Ν. 1563/85», που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 855/τ.Β/9.11.1989.
η) Αρ.Πρωτ. 2076833/16486/3.10.1989 με θέμα «Απόσβεση και διαγραφή οφειλών από δάνεια που έχουν χορηγήσει τράπεζες σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και επαγγελματίες παραμεθορίων περιοχών» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 747/τ.Β/5.10.1989.
θ) Αρ.Πρωτ. Γ 4α/Φ15/849/15.3.1988 με θέμα «Χορήγηση επιδόματος καυσίμων στα άτομα με πλήρη παράλυση των κάτω άκρων ή ακρωτηριασμό και των δύο ποδιών» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 168/Τ.Β/24.3.1988.
8. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αριθμ. Πρωτ. 1122641/10870/0009 Αθήνα 4 Δεκεμβρίου 1989
ΘΕΜΑ: Συμπλήρωση και τροποποίηση της υπ΄ αριθμ. 1105134/9050/0009/ΠΟΛ. 1227/3.10.89 απόφασης, για την περαίωση εκκρεμών υποθέσεων και την παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη.
1. Την υπ΄ αριθμ. 1105134/9050/0009/ΠΟΛ. 1227/3.10.89 απόφαση για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και συναφών φορολογικών αντικειμένων.
2.Την ανάγκη τροποποίησης ή συμπλήρωσης ορισμένων διατάξεων της παραπάνω απόφασης για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή της.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Τροποποιούμε και συμπληρώνουμε τηνυπ΄ αριθμ. 1105134/9050/0009/ΠΟΛ. 1227/3.10.89 απόφαση, ως ακολούθως:
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 της περίπτωσης δ΄ του άρθρου 3 προστίθεται εδάφιο το οποίο έχει ως εξής:
«Αν τ΄ ακαθόριστα έσοδα που δηλώθηκαν είναι μικρότερα από τις αγορές της χρήσης που δηλώθηκαν τότε ο μοναδικός συντελεστής κέρδους επί των πωλήσεων εφαρμόζεται επί της αξίας των αγορών που δηλώθηκαν».
2. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ του άρθρου προστίθεται εδάφιο το οποίο έχει ως εξής:
«΄ Όταν για ένα επάγγελμα δεν υπάρχει μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους, ούτε μπορεί να ενταχθεί σε μία συγκεκριμένη κατηγορία επαγγελμάτων μοναδικών συντελεστών, οι υποθέσεις αυτές δεν μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής».
3. Η περίπτωση β΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Επιχειρήσεις με βιβλία Γ ή Δ κατηγορίας του Κ.Φ.Σ.
Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. προσδιορίζονται με πολλαπλασιασμό των ακαθαρίστων εσόδων που δηλώνονται επί το μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους μειωμένο κατά 30% (τριάντα τοις εκατό)».
4. Στο άρθρο 6 προστίθεται περίπτωσηστ΄, η οποία έχει ως εξής:
«στ) Επιχειρήσεις ειδικών κατηγοριών με ανεπαρκή ή ανακριβή βιβλία.
Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται ανάλογα για την προσαύξηση των ακαθαρίστων εσόδων και των συντελεστών, με βάση τους οποίους προσδιορίζονται τα καθαρά κέρδη, και στις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο 5, όταν τα βιβλία των επιχειρήσεων αυτών χαρακτηρίζονται ανεπαρκή ή ανακριβή».
5. Η παράγραφος 9 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης υπάγονται και οι υποθέσεις των επιτηδευματιών στις οποίες έχει γίνει προσωρινός έλεγχος του άρθρου 15 του Ν. 1563/1985 και έχει οριστικοποιηθεί το σχετικό φύλλο ελέγχου, εφ΄ όσον δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 2 αυτής.
Στις περιπτώσεις αυτές για να περαιωθεί η υπόθεση πρέπει οι υπόχρεοι να υποβάλλουν συμπληρωματική δήλωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 10 της απόφασης και να δηλώσουν τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν, κατά περίπτωση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της απόφαση αυτής. Αν τα ποσά που προκύπτουν με την εφαρμογή των ρυθμίσεων της απόφασης αυτής είναι μικρότερα από τα οριστικά του προσωρινού φύλλου ελέγχου. η συμπληρωματική δήλωση κρίνεται ειλικρινής».
6. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 10 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Η δήλωση αυτή δεν ανακαλείται».
7. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 13 προστίθεται περίπτωση δ, η οποία έχει ως εξής:
«δ. Για τις νέες επιχειρήσεις με βιβλία επαρκή και ακριβή εφαρμόζεται ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους μειωμένος κατά 20%, που προβλέπει το άρθρο 36 του Ν.Δ. 3323/1955, καθώς επίσης και για τις σεισμόπληκτες περιοχές εφαρμόζεται ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους, μειωμένος κατά το ποσοστό που προβλέπουν οι σχετικές αποφάσεις. Στις περιπτώσεις αυτές δεν ισχύουν οι μειώσεις των μοναδικών συντελεστών που προβλέπονται από άλλες διατάξεις».
8. Στο τέλος της παρ.6 του άρθρ. 15 προστίθεται εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:
«Η φορολογητέα ύλη που αποκρύφθηκε προστίθεται στα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα. Προκειμένου για βιβλία δεύτερης ή τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. η αξία των αγορών που αποκρύφθηκε μετατρέπεται σε ακαθάριστα έσοδα με την εφαρμογή του οικείου συντελεστή μικτού κέρδους, τα οποία προστίθενται στα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών εφ΄ όσον οι υποθέσεις αυτές υπάγονται στις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής».
9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Στη ρύθμιση του άρθρου αυτού υπάγονται και τα φύλλα ελέγχου ή πράξεις, που έχουν εκδοθεί ή θα εκδοθούν με τη διαδικασία των άρθρων 18 του Ν.Δ. 4242/1962, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα, 40 του Ν. 1642/1986 και 15 του Ν. 1563/1985 και έχουν κοινοποιηθεί, ή θα κοινοποιηθούν μέσα στο χρόνο ισχύος της απόφασης αυτής, εφ΄ όσον ο υπόχρεος υποβάλει δήλωση και αποδεχθεί το εκατό τοις εκατό (100%) των οφειλόμενων φόρων και τελών, χωρίς προσαυξήσεις. πρόστιμα και λοιπές κυρώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ο έλεγχος άρχισε προ της έκδοσης της απόφασης (3.10.1989).
10. Το τρίτο εδάφιο της παρ.7 τουάρθρ. 16 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τις υποθέσεις που θα περαιωθούν με τη διαδικασία αυτή, ο υπόχρεος απαλλάσσεται από πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή άλλη κύρωση περιλαμβανομένων και των προστίμων των άρθρων 30 και 31 του Ν. 820/1978. ως και του άρθρου 47 του Ν. 1642/1986. Αν οι προσφυγές κατά των σχετικών με αυτά τα πρόστιμα πράξεων του Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.), (πρώην Οικονομικό Έφορο) έχουν διαβιβασθεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της σχετικής δήλωσης, η εκκρεμής φορολογική δίκη καταργείται κατά την ανωτέρω διαδικασία».
11. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 16 προστίθενται δύο εδάφια, τα οποία έχουν ως εξής:
«Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και για φύλλα ελέγχου ή πράξεις που αφορούν φορολογητέα ύλη που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η οποία έπρεπε να είχε δηλωθεί στο σύνολο της.
Για αρνητικές και μηδενικές και προσωρινές δηλώσεις του άρθρου 31 του Ν. 1642/1986, όπως ισχύει που υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα μέχρι 30.9.1989 δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 4 του άρθρου 47 του ίδιου Νόμου εφ΄ όσον δεν έχουν εκδοθεί μέχρι 30.9.1989 οι σχετικές πράξεις επιβολής προστίμου, ή αν έχουν εκδοθεί και δεν έχουν οριστικοποιηθεί μέχρι την παραπάνω προθεσμία ακυρώνονται.
12. Η παράγραφος 8 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις που έχει αρχίσει τακτικός ή προσωρινός έλεγχος, εφ΄ όσον ολοκληρωθεί και κοινοποιηθούν τα φύλλα ελέγχου μέχρι την ημερομηνία ισχύος της παρούσας.
Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και για τα φύλλα ελέγχου ή πράξεις που εκδόθηκαν μετά από τακτικό έλεγχο και θα κοινοποιηθούν μέσα στο χρόνο ισχύος της παρούσας απόφασης των υποθέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 που εξαιρούνται των ρυθμίσεων που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 3 έως 6 της απόφασης αυτής. Ο υπόχρεος εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών επιτρέπεται να ασκήσει προσφυγή ή να υποβάλει δήλωση για να περαιωθεί το φύλλο ελέγχου σύμφωνα με όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο».
13. Η απόφαση αυτή που ισχύει από την έκδοση της υπ΄ αριθ. 1105134/9050/0009/3.10.89 απόφασης, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
β) Αρ.Πρωτ. 1067274/2572
Αθήνα, 6.9.1989
ΘΕΜΑ: «Ατελής εισαγωγή 2 επιβ. αυτοκινήτων»».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1) Το Αρ.Πρωτ. 782/6.6.89 έγγραφο της Προεδρίας της Δημοκρατίας σχετικά με την ατελή εισαγωγή ενός αυτόματου ΜΕRCEDΕS 260/Ε και ενός αυτόματου ΒΜW 535Α/Κ.
2) Τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2366/53 περί καταργήσεως φορολογικών απαλλαγών και εξαιρέσεων.
Αποφασίζουμε
Εγκρίνεται η εισαγωγή από την Προεδρία της Δημοκρατίας, με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (τυχόν οφειλόμενος εισαγωγικός δασμός και ο ΦΠΑ θα καταβληθούν στο ακέραιο) 2 επιβατικών αυτοκινήτων, ενός αυτόματου Μercedes 260/Ε και ενός αυτόματου ΒΜW 535 Α/Κ, τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των αναγκών της.
Η απόφαση μας αυτή να κυρωθεί νομοθετικά.
γ) Αρ.Πρωτ. ΕΜΠ. 11536/15
Αθήνα, 27.4.1989
ΘΕΜΑ: «Ατελής εισαγωγή πέντε (5) επιβατικών αυτοκινήτων».
ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη: α) Το αριθμ. 632/17/554296/15.3.1989 εμπιστευτικό έγγραφο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών σχετικά με την ατελή εισαγωγήπέντε(5) επιβατικών αυτοκινήτων.
β) Τις διατάξεις ατέλειας που ισχύουν για το Δημόσιο (άρθρο 26 Β.Δ. 25.7.1920, Α.Ν. 896/37).
γ) Τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2366/53 «περί καταργήσεως φορολογικών απαλλαγών και εξαιρέσεων».
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1. Εγκρίνεται η εισαγωγή από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών με απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης πέντε (5) επιβατικών αυτοκινήτων μέχρι 1800 κ.εκ.
Ο τυχόν οφειλόμενος εισαγωγικός δασμός και ο ΦΠΑ θα καταβληθούν κανονικά.
2. Η απόφαση μας αυτή να κυρωθεί νομοθετικά.
δ) Αρ.Πρωτ. Οικ. 387/1 Αθήνα, 7 Ιανουαρίου 1987
ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση διατάξεων Ν. 599/1977»
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του Ν.Δ. 321/1969 «Περί Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού».
2. Τις διατάξεις του Ν. 599/77 (ΦΕΚ 160/Α/9.6.77) «Περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού και του Κωδικός Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
3. Τις διατάξεις του Ν. 1642/86 (ΦΕΚ 125/Α/21.8.1986) για την εφαρμογή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και άλλες διατάξεις, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 1676/86 και ισχύει σήμερα.
Αποφασίζουμε
Άρθρο 1
Τα δύο εδάφια που προστέθηκαν στο άρθρο 11 του Ν.Δ. 321/1969 «περί Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού» με το άρθρο 1 του Νόμου 1599/1977 «περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού και του Κωδικός Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» αντικαθίστανται ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση η είσπραξη των δημοσίων εσόδων μπορεί να ανατεθεί στις Τράπεζες ή σε άλλους οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή στα ελληνικά ταχυδρομεί» (ΕΛ.Τ.Α.) καθώς και σε άλλες δημόσιες αρχές Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης, ο έλεγχος των εισπράξεων καθώς και η καταβολή προμήθειας ή αμοιβής αυτών η οποία βαρύνει το δημόσιο.
Στην περίπτωση αυτή οι εκδιδόμενες κατ΄ εφαρμογή του Α.Ν. 1819/1951 «περί του τρόποι διεξαγωγής των πάσης φύσεως συναλλαγών του Δημοσίου – επιταγές – οπισθογράφονται απ΄ ευθείας από τις Τράπεζες ή οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή τα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛ.Τ.Α.) καθώς και από τις άλλες δημόσιες αρχές».
Άρθρο 2
Το εδάφιο που προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 356/74 «περί κωδικός εισπράξεων δημοσίων εσόδων, με το αρ. 2 του Ν. 599/77 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση η είσπραξη των δημοσίων εσόδων μπορεί να ανατεθεί στις Τράπεζες ή σε άλλους οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή στα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛ.Τ.Α.) καθώς και σε άλλες δημόσιες αρχές. Με απόφαση του Υπ. Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης καθώς και ο έλεγχος για την είσπραξη αυτών».
Η απόφαση αυτή που ισχύει από 1.1.1987 να κυρωθεί με νόμο.
ε) Αρ.Πρωτ. 1125645/954/0015
Αθήνα, 11 Δεκεμβρίου 1989
ΘΕΜΑ: Τροποποίηση ορισμένων διατάξεων της απόφασης Σ. 1659/104/1988.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των περιπτώσεων η΄ και θ΄ του άρθρου 49 του Π.Δ. 99/1977 «Περί Κωδικός Φορολογικών Στοιχείων» (ΦΕΚ Α΄ 34).
2. Την απόφαση μας Σ. 1659/104/20.6.1988 «Τεχνικές προδιαγραφές ηλεκτρονικώνταμειακών μηχανών» (ΦΕΚ Β΄ 497).
Τις σχετικές προτάσεις της Επιτροπής ελέγχου καταλληλότητας ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών, που συγκροτήθηκε με την απόφαση μας Σ. 2961/184/2.12.1988 (ΦΕΚ Β΄ 914), όπως οι προτάσεις αυτές έχουν διατυπωθεί στα Πρακτικά των συνεδριάσεων της στις 15.5.1989 και τις 6.6.1989.
Αποφασίζουμε
Ορισμένες διατάξεις της απόφασης Σ. 1659/104/1988 τροποποιούνται, συμπληρώνονται ή καταργούνται ως ακολούθως:
1. Οι δείκτες τιμών του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2.1.3. αντικαθίστανται ως εξής:
«Τιμή κορυφής υπερτάσεως στους αγωγούς τροφοδοσίας μέχρι 600V.
– Διάρκεια υπερτάσεως = 500μς
– Χρόνος ανόδου αιχμής = 2 μς
– Σύνθεση αντίσταση εισόδου= 28 ΟΗΜ»
2. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2.3.2. αντικαθίσταται ως εξής:
«Το περιεχόμενο της cmosram μνήμης πρέπει να προστατεύεται από τη διακοπή του κύριου δικτύου 220V με μπαταρία».
3. Το πρώτο και τρίτο εδάφια της παραγράφου 2.4. αντικαθίστανται ως εξής:
«Σε κάθε απόδειξη αναγράφεται η ώρα έκδοσης με τη μορφή ώρα, λεπτά, που εκφράζει πάντοτε τη χειμερινή ώρα, ανεξάρτητα από το χρόνο έναρξης λειτουργίας της μηχανής, η οποία δεν μεταβάλλεται κατά τη θερινή περίοδο».
«Η λειτουργία του ρολογιού πρέπει να είναι αδιάκοπη (συνεχής) και για το λόγο αυτό πρέπει να προστατεύεται από τη διακοπή του κύριου δικτύου 220V με μπαταρία που θα περιλαμβάνεται στο βασικό εξοπλισμό της μηχανής».
4. Η τρίτη περίοδος (πρόταση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2.6 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κάθε πλήκτρο λειτουργεί αυτόνομα. Ενδεχόμενος συνδυασμός πλήκτρων δεν αναιρεί τους όρους της απόφασης αυτής».
5. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2.7.1. τροποποιείται ως εξής:
«Η εκτύπωση πρέπει να γίνεται ταυτόχρονα με δύο εκτυπωτές ή ένα διπλό εκτυπωτή ή ένα εκτυπωτή με δυνατότητα εκτύπωσης αντιγράφου».
6. Στο έβδομο εδάφιο της παραγράφου 2.7.1. αντικαθίσταται η φράση «…. που καταχωρήθηκε…» με τη φράση «…. που καταχωρείται…… »
7. Το όγδοο εδάφιο της παραγράφου 2.7.2.τροποποιείται ως εξής:
«Το πλάτος της εκτύπωσης πρέπει να είναι τουλάχιστον 16 στήλες».
8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2.7.3. αντικαθίσταται ως εξής:
«ΩΣ ΝΟΜΙΜΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ» ορίζεται η απόδειξη που δίδεται στον πελάτη και καταχωρείται στη φυσική μνήμη της ταμειακής μηχανής».
9. Από την παράγραφο 2.16.2. διαγράφεται η λέξη «εισαγωγέας».
10. Η πρώτη περίοδος του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 2.19 τροποποιείται ως ακολούθως και η δεύτερη περίοδος καταργείται:
«Κατασκευαστικός οίκος με πλήρη τα στοιχεία διεύθυνσης και τηλεφώνου».
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
στ) Αρ.Πρωτ. 1060681/2239/0014 Αθήνα. 23 Μαΐου 1989
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου 1477/1984 (ΦΕΚ 144) και του Παραρτήματος III του Ίδιου νόμου, με τις οποίες επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης με συντελεστή 22% στα εγχωρίως παραγόμενα και στα εισαγόμενα αμιγή νήματα από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ίνες συνεχείς (δασμ. κλάσεις 51.01 και 51.03 του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής που ίσχυε στις 2.7.1984).
2. Την ανάγκη κατάργησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που επιβάλλεται στα ανωτέρω είδη, γιατί η επιβολή του φόρου αυτού θέτει σε δυσμενέστερη θέση τα παραγόμενα από τις ύλες αυτές εγχώρια έτοιμα προϊόντα έναντι των όμοιων εισαγόμενων από το εξωτερικό, τα οποία δεν επιβαρύνονται με ανάλογο φόρο.
Σχετικές προτάσεις και αιτήματα ενδιαφερομένων.
Αποφασίζουμε
1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144) και του πίνακα Α του Παραρτήματος III του ίδιου νόμου για τα αμιγή νήματα από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ίνες συνεχείς των Δασμολογικών Κλάσεων 51.01 και 51.03 του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής, που ίσχυε στις 2.7.1984. καταργείται.
2. Η απόφαση αυτή, η οποία θα κυρωθείμε νόμο, ισχύει από 1ης Ιουλίου 1989.
ζ) Αρ.Πρωτ. 1058141/2104/0014 Αθήνα, 17 Μαΐου 1989
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144) και του παραρτήματος ΠΙ του ίδιου νόμου με τις οποίες επιβάλλεται ε ιδικός φόρος κατανάλωσης στα εγχωρίως παραγόμενα και στα εισαγόμενα είδη των δασμ. κλάσεων 71.01, 71.02, 71.03, 71.12, 71.13, 71.14, 71.15 (είδη χρυσοχοΐας, κοσμήματα κ.τ.λ.) και 84.12Β (συσκευές τεχνητού κλίματος) του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής, που ίσχυε στις 2.7.1984.
2. Την ανάγκη κατάργησης του φόρου που επιβάλλεται στα ανωτέρω είδη γιατί:
α) Με την κατάργηση του φόρου που επιβάλλεται στα κοσμήματα και στα είδη χρυσοχοΐας (12%) τα εγχώρια είδη να γίνουν ανταγωνιστικά έναντι των ίδιων ειδών που κατασκευάζονται σε άλλες ανταγωνίστριες χώρες, στις οποίες δεν επιβάλλεται ανάλογος φόρος, λαμβανομένου υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος των παραγομένων στη χώρας μας ειδών αγοράζονται από αλλοδαπούς τουρίστες. Εξάλλου με την κατάργηση της επιβάρυνσης αυτής προσδοκάται, ότι θα επικρατήσει διαφάνεια στη δραστηριότητα ασχολουμένων με την εισαγωγή και παραγωγή των ειδών αυτών, πράγμα που θα συμβάλλει και στην περιστολή της φοροδιαφυγής, όπως αυτά προκύπτουν από σχετικό πόρισμα Επιτροπής που συγκροτήθηκε με απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών.
β) Με την κατάργηση του φόρου που επιβάλλεται στις συσκευές τεχνητού κλίματος (30%) ο συσκευές αυτές θα καταστούν προσιτές στο ευρύ καταναλωτικό κοινό και θα αντιμετωπισθούν οι δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, αφού οι συσκευές αυτές δεν μπορεί να θεωρηθεί πλέον ότι αποτελούν είδη πολυτελείας, αλλά αναγκαίο μέσο προστασίας.
3. Σχετικές προτάσεις και αιτήματα ενδιαφερομένων.
Αποφασίζουμε
1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144) και του Πίνακα Α του Παραρτήματος III του ίδιου νόμου, για τα είδη των δασμολ. κλάσεων 71.01, 71.02, 71.03, 71.12, 71.13, 71.14 και 71.15 του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής, που ίσχυε στις 2.7.1984, καταργείται.
2. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 και των πινάκων Α και Β του Παραρτήματος III του ίδιου νόμου, για τις συσκευές τεχνητού κλίματος της δασμολ. κλάσης 84.12Β του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής, που ίσχυε στις 2.7.1984, καταργείται.
3. Η ισχύς της απόφασης αυτής, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, αρχίζει από την 1η Ιουλίου 1989.
η) Αρ.Πρωτ. 1094164/2849
Αθήνα, 30 Αυγούστου 1989
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη α) Τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 1858/89 (ΦΕΚ 148/Α΄), με τις οποίες ορίζονται μειωμένοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας.
β) Τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 2 του ίδιου Νόμου, με τις οποίες προβλέπονται ότι οι μειωμένοι αυτοί συντελεστές φόρου εφαρμόζονται και για τα αυτοκίνητα παλαιάς τεχνολογίας που παράγονται από αναγνωρισμένες εγχώριες” αυτοκινητοβιομηχανίες που τελούν σε καθεστώς τελωνειακής επίβλεψης.
γ) Την ανάγκη επέκτασης της ευεργετικής αυτής φορολογικής μεταχείρισης σε όλα τα επιβατικά αυτοκίνητα που παράγονται εγχωρίως, ανεξάρτητα με το καθεστώς που λειτουργούν οι μονάδες παραγωγής αυτών, για την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού.
δ) Σχετική πρόταση και αίτημα των ενδιαφερομένων.
Αποφασίζουμε
Ι. Το στοιχείο α) της παραγρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 1858/89 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«α) που παράγονται από αναγνωρισμένες εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες».
2. Η απόφαση αυτή, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, ισχύει από την 1η/3/1989.
9. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ.: 1037957/357/0012
Αθήνα, 23 Μαρτίου 1989 Ι
ΘΕΜΑ: «Μεταφορά ζημίας για συμψηφισμό στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62).
2. Την ανάγκη επέκτασης της δυνατότητας μεταφοράς της ζημίας για συμψηφισμό στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη, σε όλες τις επιχειρήσεις ,για λόγους ίσης μεταχείρισης.
Αποφασίζουμε
1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά, το αρνητικό στοιχείο (ζημία) του εισοδήματος από εμπορικές, γεωργικές, βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που προκύπτει από τα βιβλία του υπόχρεου που τηρούνται επαρκώς και ακριβώς, αν δεν καλύπτεται με συμψηφισμό θετικού στοιχείου εισοδήματος άλλης πηγής, είτε γιατί δεν υπάρχει τέτοιο στοιχείο εισοδήματος είτε γιατί αυτό που υπάρχει είναι ανεπαρκές, μεταφέρεται για να συμψηφισθεί ολόκληρο στην πρώτη περίπτωση ή κατά το υπόλοιπο αυτού στη δεύτερη, διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη κατά το υπόλοιπο που απομένει κάθε φορά, με την προϋπόθεση ότι κατά τα έτη αυτά του υπόχρεου τηρούνται επαρκώς και ακριβώς».
2. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για το αρνητικό στοιχείο (ζημία) των επιχειρήσεων που προκύπτει από που τις 31 Δεκεμβρίου 1988.
3. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
β) Αρ.Πρωτ. 1046762/456/Α.0012 Αθήνα. 17/4/1989
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας υποβολής προσωρινών δηλώσεων απόδοσης φόρων εισοδήματος, τελών κ.λπ. Ν.Π.Δ.Δ.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παραγράφου1 του άρθρου50 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62).
2. Την κατάσταση που δημιουργήθηκε λόγω γης απεργίας των παρέδρων των Υ.Ε.Ε. των Ν.Π.Δ.Δ.
Αποφασίζουμε
1. Παρατείνουμε μέχρι 21 Απριλίου 1989 την προθεσμία υποβολής προσωρινών δηλώσεων απόδοσης φόρων εισοδήματος, τελών κ.τ.λ., από τα υπόχρεα Ν.Π.Δ.Δ., η οποία προθεσμία προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του Π.Δ. 129/1989 και έληγε στις 15 Απριλίου 1989 (και κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 242 Α.Κ. στις 17 Απριλίου 1989).
2. Η απόφαση αυτήνα κυρωθεί με νόμο.
γ) Αρ.Πρωτ. 1046962/477/Α. 0012
Αθήνα 18 Απριλίου 1989
ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση αναδρομικών αποδοχών δικαστικών λειτουργών.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων 2, 9, 41 και 43 τουΝ.Δ. 3323/55, ως ισχύουν.
2. Τις διατάξεις του Ν. 1517/1985.
3. Τις διατάξεις του Ν. 1587/1986.
4. Τα έγγραφα 52618/2148/6.6.1988και 58806/2347/8.3.1989 του Γεν. Λογιστηρίου τουΚράτους.
Αποφασίζουμε
1. Οι αναδρομικές αποδοχές που καταβλήθηκαν στους δικαστικούς λειτουργούς το 1988, επειδή οι βασικοί μισθοί τους που καθορίζονταν με το Ν. 755/1978 και τα πριν από το Ν. 1587/1986 νομοθετήματα ήταν κατώτεροι εκείνων των καθηγητών ΑΕΙ που καθορίστηκαν με το νόμο 1517/1985, λογίζονται ότι αποτελούν εισόδημα που αποκτιέται κατά τη χρήση 1988.
2. Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) από τις πιο πάνω καθαρές αναδρομικές αποδοχές απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος.
3. Φόρος εισοδήματος που έχει παρακρατηθεί ή καταβληθεί για τις πιο πάνω αναδρομικές αποδοχές δεν επιστρέφεται.
4. Η απόφαση αυτή νακυρωθεί με νομό.
δ) Αρ.Πρωτ. 1082606/994/Α. 0012
Αθήνα, 14 Ιουλίου 1989
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας υποβολής δηλώσεων απόδοσης φόρων εισοδήματος, ελών κ.τ.λ. από Ν.Π.Δ.Δ.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 50 καθώς και του άρθρου 51 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚΑ΄62.)
2. Την αντικειμενική αδυναμία εμπρόθεσμης υποβολής των δηλώσεων απόδοσης παρακρατουμένων φόρων από τα Ν.Π.Δ.Δ. λόγω μη θεώρησης των οικείων ενταλμάτων, εξαιτίας της απεργίας των υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
3. Την απόφαση μας 1046762/456/Α0012 από 17 Απριλίου (ΠΟΛ. 1110).
Αποφασίζουμε
1. Παρατείνουμε την προθεσμία υποβολής δηλώσεων απόδοσης φόρων εισοδήματος, τελών κ.τ.λ. από τα υπόχρεα Ν.Π.Δ.Δ. από τότε που έληξε, μέχρι τις 31 Ιουλίου 1989.
2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
ε) Αρ.Πρωτ. 1084168/1032/Α.0012
Αθήνα 19 Ιουλίου 1989
ΘΕΜΑ: Ειλικρινείς δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάζεις του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62),
2. Ότι μεταξύ των ανέλεγκτων υποθέσεων φορολογίας, εισοδήματος
περιλαμβάνονται και υποθέσεις που δεν παρουσιάζουν αξιόλογο ενδιαφέρον από φοροελεγκτική άποψη, λόγω του είδους του εισοδήματος ή των δαπανών που εδηλώθησαν από τους υπόχρεους, με την οικεία δήλωση τους.
3. Την ανάγκη ταχείας περαίωσης των ήσσονος σημασίας υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, με σκοπό την άρση των εκκρεμοτήτων μεταξύ φορολογικών και φορολογουμένων, κυρίως συνταξιούχων-μισθωτών.
Αποφασίζουμε
Άρθρο 1
1. Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 1989 και προηγούμενων εφ΄ όσον σε αυτές περιλαμβάνονται αποκλειστικώς εισοδήματα από μία ή περισσότερες από τις πιο κάτω κατηγορίες:
α) από μισθωτές υπηρεσίες, εφ΄ όσον το φορολογούμενο ποσό προκύπτει από τις οικείες βεβαιώσεις του εργοδότη.
β) από ιδιοκατοίκηση κύριας ή και μιας δευτερεύουσας κατοικίας συνολικής επιφάνειας της καθεμιάς από αυτές μέχρι 150 τ.μ.,
γ) από εκμίσθωση ακινήτων, γενικώς, με ακαθάριστο οικογενειακό εισόδημα μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές, για κάθε οίκον, έτος,
δ) από διατροφή που επιδικάσθηκε ή συμφωνήθηκε με συμβολαιογραφικό έγγραφο, εφ΄ όσον το φορολογούμενο ποσό προκύπτει από τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία,
ε) από συμμετοχή σε επιτροπές ή συμβούλια, που καταβάλλεται από το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και δημόσιους οργανισμούς εφ΄ όσον η απαλλαγή του καθαρού εισοδήματος αυτού έχει γίνει σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. δ΄ της παραγράφου 6 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62).
2. Για να κριθούν ειλικρινείς οι δηλώσεις λογίας εισοδήματος της προηγούμενης παραγράφου θα πρέπει, για τις τυχόν εκπτώσεις ή τις μειώσεις από το εισόδημα ή το φόρο, τα τυχόν αφορολόγητα ποσά, καθώς και για την ετήσια τεκμαρτή δαπάνη, να έχουν υποβληθεί τα δικαιολογητικά που ορίζονται από το νόμο ή από τις οικείες υπουργικές αποφάσεις.
Άρθρο 2
Αν στις δηλώσεις της παρ.1 του προηγούμενου άρθρου περιλαμβάνονται εισοδήματα και από άλλες κατηγορίες τα οποία έχουν προσδιοριστεί οριστικώς, τότε οι δηλώσεις αυτές θεωρούνται ειλικρινείς για τα εισοδήματα που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο, εφ΄ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο.
Άρθρο 3
Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 59 του Π.Δ. 129/1989 εφαρμόζονται ανάλογα και για τις υποθέσεις που περαιώνονται με αυτήν την απόφαση.
Άρθρο 4
1. Δεν υπάγονται στις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής οι υποθέσεις της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οι οποίες υπάγονται υποχρεωτικά σε φορολογικό έλεγχο ή έχουν υπαχθεί στο δειγματοληπτικό έλεγχο, με οποιονδήποτε τρόπο.
2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως
στ) Αρ.Πρωτ. 1099432/1
2 Αθήνα, 15 Σεπτεμβρίου 1989
ΘΕΜΑ: Διαγραφή πρόσθετου φόρου για εκπρόθεσμη ή μη υποβολή της δήλωσης απόδοσης του φόρου που παρακρατήθηκε από τα κέρδη ΕΠΕ.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62), με την οποία επιβάλλεται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15% στα εισοδήματα και κέρδη από συμμετοχή σε ΕΠΕ.
2. Στις διατάξεις της παρ.3 του άρθρ. 51 του Π.Δ. 129/1989.
3. Τις διατάξεις των άρθρων 58, 65, 76 και 78 του Π.Δ. 129/1989.
4. Το γεγονός ότι για πρώτη φορά θεσπίστηκε παρακράτηση φόρου στα κέρδη από συμμετοχή σε ΕΠΕ.
5. Αιτήματα ενδιαφερομένων που επικαλούνται ως δικαιολογητικό την ελλιπή πληροφόρηση τους.
Αποφασίζουμε
1. Διαγράφονται ή αμελείται η βεβαίωση κατά περίπτωση, των ποσών του πρόσθετου φόρου και των προστίμων, που τυχόν έχουν βεβαιωθεί ή βεβαιώνονται, με οποιονδήποτε τρόπο ή καταλογίζονται, λόγω μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου από τα κέρδη ΕΠΕ, με πράξεις, οι οποίες εκδόθηκαν ή θα εκδοθούν μέχρι τις 16 Οκτωβρίου 1989 από τον προϊστάμενο της αρμοδίας Δ.Ο.Υ..
2. Τυχόν καταβληθέντα ποσά για πρόσθετους φόρους και πρόστιμα επιστρέφονται στους δικαιούχους ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.
3. Η διαγραφή ή η επιστροφή γίνεται από αίτηση του ενδιαφερομένου.
4. Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
ζ) Αρ. Πρωτ. 1103133/2005/Α0012
Αθήνα, 22 Σεπτεμβρίου 1989
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 68 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ 62/Α).
2. Τις διατάξεις τη παραγράφου 2 του άρθρου 69 του Π.Δ. 129/1989.
3. Ότι η νομοθέτηση της υποχρέωσης θεώρησης των μισθωτηρίων αγροτικών ακινήτων από τις αρμόδιες αρχές, ως προϋπόθεση για τη δανειοδότηση των δικαιούχων καλλιεργητών, είχε δυσμενείς επιπτώσεις σε βάρος των ακτημόνων καλλιεργητών, είτε γιατί – στις περισσότερες περιπτώσεις – οι σχετικές συμβάσεις μίσθωσης είχαν συναφθεί χωρίς να καταρτισθεί μισθωτήριο, είτε λόγω αντικειμενικής αδυναμίας προσκόμισης των σχετικών μισθωτηρίων για θεώρηση από τους ενοικιαστές των αγροτικών ακινήτων, στις περιπτώσεις που οι εκμισθωτές είναι περισσότεροι από ένας και κατοικούν σε αστικά κέντρα ή στην αλλοδαπή.
Αποφασίζουμε
1. Αναστέλλεται, από τότε που ίσχυσαν μέχρι 30/4/1990, η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 68 της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του Π.Δ. 129/1989, που αφορούν στην προσκόμιση για θεώρηση των ιδιωτικών εγγράφων μίσθωσης αγροτικών ακινήτων και τηδανειοδότηση των δικαιούχων από την Α.Τ.Ε.
2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
η) Αρ.Πρωτ. 1104641/2046/Α0012
Αθήνα. 2 Οκτωβρίου 1989
ΘΕΜΑ: «Φορολογική μεταχείριση της αποζημίωσης που καταβάλλεται στους δικαιούχους από το λογαριασμό των ΔΕΤΕ».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των παραγράφων, 1 και 4 του άρθρου 37 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62).
2. Την 29/19 Μαρτίου 1985 πράξη Υπουργικού Συμβουλίου που χορηγεί αποζημίωση στους τελωνειακούς υπαλλήλους για δυσμενείς συνθήκες εργασίας, για υπερωριακή εργασία και για την κάλυψη δαπανών στις οποίες υποβάλλονται εξαιτίας της υπηρεσίας που τους ανατίθεται.
3. Την 1590/1989 απόφαση του Β΄ Τμήματος του Σ.τ.Ε.
Αποφασίζουμε
1. Ποσοστό 50% από την αποζημίωση που καταβάλλεται στους δικαιούχους από το λογαριασμό των ΔΕΤΕ, λογίζεται ως αφορολόγητο ποσό, για την κάλυψη δαπανών στις οποίες υποβάλλονται οι δικαιούχοι των ΔΕΤΕ. εξαιτίας της υπηρεσίας που τους ανατίθεται.
2. Το παραπάνω αφορολόγητο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) υπολογίζεται στις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί αμετάκλητες ή τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις.
3. Η αξίωση παραγράφεται μετά από τρία (3) έτη από το τέλος του οικονομικού έτους που έγινε η καταβολή του φόρου, του οποίου την επιστροφή ζητάει με αίτηση του ο δικαιούχος.
4.Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα τη Κυβερνήσεως
θ) Αρ.Πρωτ. 1105403/2049/Α0012
30 Οκτωβρίου 1989
ΘΕΜΑ: «Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62)
2. Τα εύλογα αιτήματα φορολογουμένων και την ανάγκη ελάφρυνσης του φορολογικού βάρους αυτών.
Αποφασίζουμε
1. Το πρώτο εδάφιο τηςπαραγράφου 2 του άρθρου 8 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα αφορολόγητα ποσά της προηγούμενης παραγράφου προσαυξάνονται κατά τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές για:
α)καθένα πρόσωπο που παρουσιάζει αναπηρία 67% (εξήντα επτά τοις εκατό) και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία,
β) τους τυφλούς που είναι εγγεγραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών που τηρείται στην οικεία νομαρχία,
γ) τους ανάπηρους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι με την ιδιότητα του αναπήρου παίρνουν σύνταξη, από το δημόσιο ταμείο, αξιωματικούς που εξαιτίας πολεμικού τραύματος ή νοσήματος βρίσκονται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου ή πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 1579/1950 (ΦΕΚ Α΄ 286) και του Ν.Δ. 330/1947 Α΄ 84).
δ) τα θύματα πολέμου, θύματα πολέμου κατά την έννοια του παρόντος είναι τα πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη από πολεμική αιτία.
Με τα θύματα πολέμου εξομοιώνονται και τα πρόσωπα, τα οποία, ως μέλη οικογενειών αξιωματικών και οπλιτών οι οποίοι απεβίωσαν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας σε ειρηνική περίοδο, δικαιούνται σύνταξη από το δημόσιο ταμείο».
2. Η περίπτωση η΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Π.Δ 129/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
«η) Ποσό μέχρι ογδόντα (80.000) δραχμές ετησίως, της δαπάνης για ασφάλιστρα ασφαλίσεων ζωής ή θανάτου, καθώς και των ασφαλίσεων προσωπικών ατυχημάτων ή ασθενείας, εφ΄ όσον παρέχονται ως συμπληρωματικά των ασφαλιστηρίων ζωής ή θανάτου, που καταβάλλεται για την ασφάλιση του υπόχρεου, του συζύγου και των τέκνων τους τα οποία τους νουν κατά τις διατάξεις του άρθρου7».
3. Τα εδάφια τρίτο, τέταρτο και πέμπτο της δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίστανται ως εξής:
«Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται από το φορολογούμενο λόγω δωρεάς προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τους Ιερούς Ναούς, τις Ιερές Μονές και του Αγίου ΄ Όρους, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθώς και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς και σε οποιοδήποτε αθλητικό σωματείο που έχει συσταθεί νόμιμα και είναι αναγνωρισμένο από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, εφ΄ όσον οι δωρεές αυτές προορίζονται για την καλλιέργεια και ανάπτυξη, των ερασιτεχνικών τους τμημάτων. Όταν τα ποσά των δωρεών του προηγούμενου εδαφίου υπερβαίνουν τις 80.000 (ογδόντα χιλιάδες) δραχμές ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφ΄ όσον έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Τα χρηματικά αυτά ποσά των δωρεών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του παρόντος».
4. Τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίστανται ως εξής:
«Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται λόγω δωρεάς προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τους Ιερούς Ναούς, τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθώς και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς και σε οποιοδήποτε αθλητικό σωματείο που έχει συσταθεί νόμιμα και είναι αναγνωρισμένο από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, εφ΄ όσον οι δωρεές αυτές προορίζονται για την καλλιέργεια και ανάπτυξη των ερασιτεχνικών τους τμημάτων.
Όταν τα ποσά των δωρεών του προηγούμενου εδαφίου υπερβαίνουν τις ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφ΄ όσον έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Τα χρηματικά αυτά ποσά των δωρεών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του παρόντος».
5. Η διάταξη της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.Δ. 129/1989 καταργείται.
6. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του Π.Δ. 129/1989 προστίθεται νέα περίπτωση β΄ και οι περιπτώσεις β΄ και γ΄ αυτής αριθμούνται σε γ΄ και δ΄, αντιστοίχως, ως εξής:
«β) Για το εισόδημα από μερίσματα και άλλα βοηθήματα, τα οποία παρέχονται σε συνταξιούχους από ταμεία μετοχικά, αρωγής ή αλληλοβοηθείας, αφορολόγητο ποσό ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του καθαρού αυτού εισοδήματος. Το αφορολόγητο αυτό ποσό δεν μπορεί να είναι ανώτερο από το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών».
7. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο φόρος που παρακρατείται με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ έως και στ΄ μειώνεται κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) κατά την παρακράτηση του».
8. Οι διατάξεις της απόφασης αυτής ισχύουν από 1 Ιανουαρίου 1989 για τα εισοδήματα που αποκτούν και τα ποσά που δαπανούν οι δικαιούχοι, από την ημερομηνία αυτή και μετά, εκτός από τις διατάξεις της παραγράφου 7 που ισχύουν από την 1η/1/1990.
9. Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
ι) Αρ.Πρωτ. 1106686/2050/Α0012
Αθήνα 6 Οκτωβρίου
ΘΕΜΑ: «Φορολογική μεταχείριση της αποζημίωσης που καταβάλλεται στους δικαιούχους από το λογαριασμό των ΔΕΧΕ».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των παραγράφων1 και 4 του άρθρου 37 του Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚΑ 62).
2. Την 35/2 Απριλίου 1985 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου που χορηγεί αποζημίωση στους υπαλλήλους του Γενικού Χημείου του Κράτους, από δικαιώματα τελωνειακών εργασιών.
3. Την 1590/1989 απόφαση του Β΄ Τμήματος Σ.τ.Ε.
4. Την Υπουργική απόφαση 1072275/848/ Α.0012/15.6.89 ΠΟΛ. 1156, περί μεταχείρισης της αποζημίωσης που καταβάλλεται στους δικαιούχους από τους λογαριασμούς των ΔΕΤΕ και ΔΕΧΕ.
5. Την Υπουργική απόφαση 1104641/2046/ Α0012/2.10.89 ΠΟΛ. 1222, για τη φορολογική μεταχείριση της αποζημίωσης που καταβάλλεται στους δικαιούχους από το λογαριασμό των ΔΕΤΕ.
Αποφασίζουμε
1. Τις διατάξεις της Π04641/2046/Α. 0012/ΠΟΛ. 1222 από 2/8/ 1989 απόφασης μας, εφαρμόζονται ανάλογα και για την αποζημίωση των Δ.Ε.Χ.Ε. που καταβάλλεται στους υπαλλήλους του Γενικού Χημείου του Κράτους.
2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
ία) Αρ.Πρωτ. 1106684/2051/Α. 0012
Αθήνα, 6 Οκτωβρίου 1989
ΘΕΜΑ: «Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων»
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξειςτου Π.Δ. 129/1989 (ΦΕΚ Α΄ 62)
2. Τα εύλογα αιτήματα φορολογουμένων και την ανάγκη
ελάφρυνσης του φορολογικού βάρους αυτών.
Αποφασίζουμε
1 Στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 του Π.Δ. 129/1989 προστίθεται περίπτωση ια΄ ως εξής:
«ία) Το επίδομα τροφής που καταβάλλεται στο προσωπικό των πλοηγικών σταθμών, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β΄του άρθρου 2του Β.Δ. 198/1966 (ΦΕΚ Α΄ 48)».
2. Το πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του Π.Δ. 129/1989 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ. Ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) μέχρι ποσό καθαρού εισοδήματος ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών από κύριες αποδοχές που αποκτούν αποκλειστικά από την άσκηση του επαγγέλματος τους οι συντάκτες οι οποίοι είναι μέλη της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης, της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου – Ηπείρου – Νήσων, της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Στερεάς Ελλάδας – Θεσσαλίας – Εύβοιας και της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου καθώς και οι δημοσιογράφοι που έχουν ασφαλιστική κάλυψη, ως δημοσιογράφοι, στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία για πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή έτη και ο χρόνος ασφάλισης βεβαιώνεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, οι οποίοι εργάζονται στις εφημερίδες, και τα περιοδικά, στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στη Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών και στα γραφεία τύπου των κρατικών υπηρεσιών και δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπαλλήλου, οι εικονολήπτες επικαίρων τηλεόρασης που είναι μέλη της ΄ Ένωσης Εικονοληπτών.» Επικαίρων και Τηλεόρασης, και ηθοποιοί, καθώς και οι εκτελεστές μουσικών έργων των κρατικών ορχηστρών, των ορχηστρών της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της Ελληνικής Ραδιοφωνίας – Τηλεόρασης».
3. Οι διατάξεις της απόφασης αυτής ισχύουν από 1 Ιανουαρίου 1989 για τα εισοδήματα που αποκτούν οι δικαιούχοι από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο. ιβ) Αριθ. Πρωτ 1098920/1977/Α. 0012
Αθήνα, 1 Δεκεμβρίου 1989
ΘΕΜΑ: Επιστροφή αχρεωστήτως παρακρατηθέντος φόρου από τη βουλευτική αποζημίωση.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 τουΖ΄Ψηφίσματος του έτους 1975 (ΦΕΚ Α΄ 23) της Ε΄ Αναθεωρητικής Βουλής, όπως ισχύουν.
2. Τις διατάξεις της 1026173/184/0012/ΠΟΛ. 1061/23.2.1989 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Β΄ 160/8.3.89 και κυρώθηκε με την παράγρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 1858/1.6.1989 (ΦΕΚ Α΄ 148).
3. Τις διατάζεις του Π.Δ. 16/5.1.1989 (ΦΕΚ Α΄ 6).
4. Την 4894/14.9.1989 απόφαση του Γεν. Γραμματέα της Βουλής των Ελλήνων, με την οποία ορίζεται η διαδικασία επιστροφής αχρεωστήτως παρακρατηθέντος φόρου επί της βουλευτικής αποζημίωσης έτους 1988 από το Ταμείο Γενικών Εσόδων Αθηνών.
5. Το 11657/3-10-1989 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. Γεν. Εσόδων Αθηνών με το οποίο ζητά οδηγίες για το θέμα της επιστροφής των αχρεωστήτως παρακρατηθέντων φόρων λόγω αναρμοδιότητας.
6. Την ανάγκη αντιμετώπισης του θέματος λόγω των δυσχερειών που προκαλούνται για την έγκαιρη ενημέρωση του οικείου μητρώου από την Υπηρεσία της Βουλής κατά την πρώτη εφαρμογήαυτού του μέτρου.
Αποφασίζουμε
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 της 1035911/320/0012 από 17 Μαρτίου 1989 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Η απόφαση αυτή ισχύει για τα εισοδήματα της χρήσης 1988 και επόμενα.
Εξαιρετικώς, για την επιστροφή του φόρου εισοδήματος που
παρακρατείται από τη βουλευτική αποζημίωση που καταβάλλεται από το Ειδικό Λογιστήριο της Βουλής κατά τις χρήσεις 1988, 1989 και 1990, τα οικεία φύλλα εκπτώσεως συντάσσονται από την αρμόδια Υπηρεσία κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6 της παρούσας και αποστέλλονται για εκτέλεση στη Δημόσιο Οικονομική Υπηρεσία Γενικών Εσόδων Αθηνών.
2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ιγ) Αρ.Πρωτ. 10693/Ζ2/Ί 151 Αθήνα, 5 Μαΐου 1989
ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν.Δ. 216/74 «περί συστάσεως Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως και του Π.Δ. 381/77 «περί. Οργανισμού της παρά τω Υπουργείω Προεδρίας Κυβερνήσεως Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών».
2. Τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 2 και 13του Ν. 1730/87 «Ελληνική Ραδιοφωνία – Τηλεόραση, Ανώνυμη Εταιρεία (ΕΡΤ-Α.Ε.)».
3. Την ύπαρξη νομοθετικού κενού ως προς το χρόνο της πρώτης διαχειριστικής χρήσης της ΕΡΤ-Α.Ε.
4. Τις διατάξεις του άρθρου 42 του νόμου 2190 περί Ανωνύμων Εταιρειών.
5. Το άρθρο 42 του Κωδικός Φορολογικών Στοιχείων.
6. Την απόφαση 32983/22/2371/23.12.88 με την οποία παρατείνεται ο χρόνος παράδοσης της απογραφής μέχρι την 30.6.89.
7. Το έγγραφο 1020889/10052/23.3.89 του Υπουργείου Οικονομικών.
8. Την απόφαση Υ. 595/29.5.88 του Πρωθυπουργού «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Αναπληρωτή Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης Δημητρίου Μαρούδα ».9. Το 152962/19.4.89 έγγραφο της ΕΡΤ-Α.Ε.
Αποφασίζουμε
1. Ορίζουμε την διάρκεια της πρώτης-διαχειριστικής χρήσης της ΕΡΤ-Α.Ε. από την 18.10.87 μέχρι την 31.12.88.
2. Η κατάρτιση του ισολογισμού της πρώτης διαχειριστικής χρήσης θα πραγματοποιηθεί εντός δύο μηνών από την ημερομηνία που η επιτροπή απογραφής και αποτίμησης του ν. 1730/87 (άρθρο 19 παρ. 2) παραδώσει στην ΕΡΤ-Α.Ε. την απογραφή και αποτίμηση της περιουσίας της, όχι όμως αργότερα από την 31η Δεκεμβρίου 1989.
3. Η υποβολή δήλωσης εισοδήματος της ΕΡΤ-Α.Ε. θα γίνει εντός 10 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας κατάρτισης του ισολογισμού βάσει των διατάξεων της παρούσας απόφασης.
4. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
ιδ) Αρ.Πρωτ. Ε. 10480/447
ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
α. Τις διατάξεις της περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 4 του κεφ. Β΄ της Ε. 2665/84/ΠΟΛ. 72/22.2.1988 απόφασης μας, σύμφωνα με τις οποίες οι ανώνυμες εταιρίες, ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο ή όχι, θα κεφαλαιοποιήσουν την υπεραξία που θα προκύψει από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους, κάνοντας αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση νέων μετοχών που θα διανεμηθούν στους παλαιούς μετόχους, κατά την αναλογία των μετοχών που κατέχουν.
β. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου 876/1979 , σύμφωνα με τις οποίες, αν το ποσοστό των προνομιούχων άνευ ψήφου μετοχών, ανωνύμων εταιριών με εισηγμένες στο Χρηματιστήριο μετοχές, υπερβαίνει το σαράντα τοις εκατό (40%) των κοινών μετοχών, υποχρεούνται, σε πτώση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, να εκδίδουν μόνο μετοχές κοινές μέχρι να περιορισθεί ο αριθμός των προνομιούχων άνευ ψήφου μετοχών στο πιο πάνω ποσοστό.
Αποφασίζουμε
Προσθέτουμε στην παρ. 2 του άρθρου 4 το κεφ. Β΄ της Ε. 2665/84/ΠΟΛ. 72/22.2.1988 απόφασης μας, περίπτωση ε΄ που έχει ως εξής:
΄ε) Οι διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 876/1979 δεν εφαρμόζονται στις νέες μετοχές που θα εκδοθούν κατά την κεφαλαιοποίηση αναπροσαρμογής των ακινήτων».
Η παρούσα απόφαση να κυρωθεί με νόμο.
Αθήνα,29 Ιουλίου 1988
ιε) Αρ.Πρωτ. Ε. 12073/531
ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
α. Τις διατάξεις του άρθρου 1 του κεφ. Β΄ της Ε. 2665/84/Πολ. 72/22.2.1988 απόφασης μας σύμφωνα με τις οποίες υποχρεώνονται σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους οι επιχειρήσεις οι οποίες κατά το χρόνο της προσαρμογής τηρούν υποχρεωτικά από το νόμο βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.
β. Το γεγονός ότι οι γεωργικοί συνεταιρισμοί και οι ενώσεις αυτών κάθε βαθμού δεν υποχρεώθηκαν να αναπροσαρμόσουν την αξία των ακινήτων τους με βάση τις διατάξεις, προηγούμενων νόμων (άρθρο 18 νόμου 542/7 και άρθρο 12 Ν. 1249/82 ) που προέβλεπαν την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων των επιχειρήσεων.
Αποφασίζουμε
Στο άρθρο 1 του Κεφ. Β΄ της Ε. 2665/84/Πολ 72/22.2.1988 απόφασης μας προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Δεν υποχρεώνονται σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις κάθε βαθμού και νομικής μορφής που προβλέπονται από το Ν. 1541/1985 (ΦΕΚ Α΄ 68)».Η παρούσα απόφαση να κυρωθεί με νόμο.
Αθήνα, 19 Σεπτεμβρίου 1988
ιστ) Αρ.Πρωτ. Ε.
Αθήνα. 7 Δεκεμβρίου 1988
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων και της υποβολής της δήλωσης φόρου υπεραξίας της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ – ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξεις των άρθρων 2 και 6 του Β΄ κεφαλαίου της Ε. 2665/22.2.1988 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας. με τις οποίες προβλέπεται ότι, οι επιχειρήσεις που υποχρεώνονται σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους πρέπει να εμφανίσουν αυτή με λογιστικές εγγραφές στα τηρούμενα βιβλία τους, οι οποίες θα πρέπει να καταχωρισθούν σ΄ αυτά μέχρι 30.9.1988 και ότι για την προκύπτουσα υπεραξία οι επιχειρήσεις υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φόρου υπεραξίας μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που έγινε η αναπροσαρμογή.
2. Το Αρ.Πρωτ. 160136/7.10.1988 έγγραφο της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ – ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ».
3. Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγρ. 12 του άρθρου 19 του Ν. 1730/1987 Επιτροπή, δεν έχει παραδώσει την απογραφή και αποτίμηση των ακινήτων της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ – ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ» που περιήλθαν στην κυριότητα της την 18.8.1987.
4. Τις αντικειμενικές δυσχέρειες για την προσαρμογή της αξίας των ακινήτων της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ · ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ» καθώς και για την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης φόρου υπεραξίας,
Αποφασίζουμε,
1. Εγκρίνουμε την παράταση της προθεσμίας αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ-ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ». κατά ένα μήνα μετά την παράδοση της απογραφής και αποτίμησης τη αξίας των ακινήτων της από την Επιτροπή του νόμου 1730/1987, καθώς και την προθεσμία υποβολής της
εμπρόθεσμης δήλωσης του φόρου υπεραξίας, η οποία θα υποβληθεί μέσα στον αμέσως επόμενο μήνα από το χρόνο που θα γίνει η αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων της.
2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
ιζ) Αρ.Πρωτ. 1055503/10177/Β0012
Αθήνα, 10 Μαΐου 1989
ΘΕΜΑ: Κίνητρα επενδύσεων στις εμπορικές επιχειρήσεις
ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 22 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2/3.1.1989 τ. Α΄). που αναφέρονται σε κίνητρα παραγωγικών επενδύσεων επιχειρήσεων του 1262/1982. ,
2. Την αριθμ. 1036347/10071/20.3.1989 απόφαση Υπουργού Οικονομικών για τη συγκρότηση Επιτροπής με σκοπό την εξειδίκευση κινήτρων επενδύσεων στις εμπορικές επιχειρήσεις.
3. Την απόφαση της Κυβέρνησης, για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του ρόλου του εμπορίου στην οικονομία.
Αποφασίζουμε
1. Απαλλάσσεται της φορολογίας ποσό μέχρι και 15% των συνολικών αδιανέμητων καθαρών κερδών των εμπορικών επιχειρήσεων των χρήσεων 1989 έως 1991 (οικονομικά έτη 1990 έως 1992) που δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, για το σχηματισμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν για την πραγματοποίηση επενδύσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 της παρούσας, διπλάσιας αξίας από το ποσό του σχηματιζόμενου αφορολόγητου αποθεματικού και οι οποίες θα αρχίσουν μέσα στα έτη 1990 έως 1992, αντίστοιχα και θα ολοκληρωθούν εντός τριετίας, από το σχηματισμό του αφορολόγητου αποθεματικού.
Ως αδιανέμητα καθαρά κέρδη για τον υπολογισμό των απαλλασσόμενων του φόρου εισοδήματος κερδών, λαμβάνονται για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία και εμφανίζονται στον ισολογισμό, μετά την αφαίρεση των κρατήσεων για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού, των κερδών που διανέμονται ή αναλαμβάνονται από τους εταίρους των προσωπικών εταιριών και εταιριών περιορισμένης ευθύνης ή του επιχειρηματία που ασκεί ατομικά την επιχείρηση του. Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται σε εμπορικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με την αγορά και πώληση εμπορευμάτων και οι οποίες τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.
2. Ως επενδύσεις για την εφαρμογή της απόφασης αυτής, θεωρούνται αυτές που αφορούν:
α: Την κατασκευή και επέκταση κτιριακών εγκαταστάσεων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως εξής:
– Επαγγελματική στέγη
– Αποθηκευτικοί χώροι
– Ψυκτικοί χώροι
– Εκθεσιακοί χώροι
– Συσκευαστήρια
που είναι απαραίτητες νια τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των εμπορικών δραστηριοτήτων.
β. Την αγορά καινούργιου μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού που αφορά τη διαλογή, συσκευασία και αποθήκευση των προϊόντων της επιχείρησης.
γ. Την αγορά καινούργιων ηλεκτρονικών υπολογιστών και λοιπών συστημάτων μηχανοργάνωσης ή αυτοματοποίησης των σχετικών διαδικασιών.
3. Το συνολικό ποσό του αφορολόγητου αποθεματικού που χρησιμοποιήθηκε στις πιο πάνω επενδύσεις στο διάστημα των 3 (τριών) ετών από το χρόνο σχηματισμού του αφορολόγητου αποθεματικού μεταφέρεται σε αύξηση του κεφαλαίου της επιχείρησης και απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος.
4. Οι πιο πάνω επιχειρήσεις υποχρεούνται μέσα στον πρώτο χρόνο της τριετίας να δαπανήσουν από δικά τους ή δανειακά κεφάλαια για την πραγματοποίηση της επένδυσης τουλάχιστον διπλάσιο ποσό από το ένα τρίτο (1/3) του σχηματισθέντος ειδικού αφορολογήτου αποθεματικού. Σε περίπτωση που δεν δαπανήθηκε το πιο πάνω ποσό για επενδύσεις για κάθε χρόνο χωριστά, υποχρεούται η επιχείρηση να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους στο οποίο ανάγεται το μέρος των καθαρών κερδών που απηλλάγησαν από τη φορολογία εισοδήματος. Η δήλωση αυτή είναι εκπρόθεσμη και επιβάλλονται, επί του φόρου που προκύπτει από τη δήλωση αυτή, οι προσαυξήσεις που προβλέπονται για την εκπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης.
5. Αν η επιχείρηση εντός της πιο πάνω τριετίας δεν πραγματοποιήσει επενδύσεις διπλάσιας αξίας από το ποσό του σχηματισθέντος αφορολόγητου αποθεματικού, το μέρος του αποθεματικού που αναλογεί στη μη πραγματοποιηθείσα επένδυση προστίθεται στα καθαρά κέρδη του οικείου οικονομικού έτους που αφορά προσαυξανόμενου του αναλογούντος φόρου κατά 60% (εξήντα τα εκατό). Προς τούτο υποχρεούται η επιχείρηση όπως εντός μηνός από τη λήξη της τριετίας υποβάλει σχετική δήλωση στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. καταβάλλοντας τον οφειλόμενο φόρο εφάπαξ.
6. Σε περίπτωση πώλησης των επενδυτικών αγαθών. με την αξία των οποίων μειώθηκαν τα αδιανέμητα καθαρά κέρδη, μετά την παρέλευση τριετίας από το σχηματισμό του αφορολόγητου αποθεματικού και εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του χρόνου αυτού, το ποσό που εκπέσθηκε θα προστίθεται στα καθαρά κέρδη του έτους εκποίησης, προσαυξανόμενο κατά εκατό τα εκατό (100%). Τα πιο πάνω δεν εφαρμόζονται αν η επιχείρηση αντικαταστήσει τα επενδυτικά αγαθά που πουλήθηκαν μέσα σε έξι (6) μήνες από την πώληση τους, με νέα καινούργια επενδυτικά αγαθά ίσης τουλάχιστον αξίας, τα οποία αποτελούν επένδυση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας.
7. Το αφορολόγητο αποθεματικό που σχηματίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας προστίθεται στα καθαρά κέρδη της επιχείρησης και φορολογείται στη διαχειριστική χρήση για την
οποία τα βιβλία της επιχείρησης κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή και κατά το ποσό του αφορολόγητου αποθεματικού που σχηματίστηκε αυτή.
8. Για τις εμπορικές γενικά επιχειρήσεις που θα πραγματοποιήσουν παραγωγικές επενδύσεις που θα αναφέρονται στο άρθρο 1 του Ν. 1262/1982 στο μεταποιητικό τομέα, απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος ποσό μέχρι και 25% των συνολικών αδιανέμητων καθαρών κερδών των χρήσεων 1989 έως 1991 (οικονομικά έτη 1990 έως 1992) που δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, για το σχηματισμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 8 του άρθρου 2 του Ν. 1828/1989 εφαρμόζονται αναλόγως και στις επιχειρήσεις της παραγράφου αυτής που 6 σχηματίσουν ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό για επενδύσεις.
9. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας.
10. Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Ε εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
ιη) Πρωτ. 1084985/10258/Β0012
Αθήνα. 3 Οκτωβρίου 1989
ΘΕΜΑ: Τροποποίηση της Ε. 3789/128/15.3 1988 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών περί επιβολής έκτακτης εφάπαξ εισφοράς
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
α) Τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 1 της Ε. 3789/128/15.3.1988 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τις οποίες η έκτακτη εισφορά δεν επιβάλλεται στα κέρδη των επιχειρήσεων που προέρχονται από εξαγωγική δραστηριότητα.
β)Τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 4 της πιο πάνω απόφασης, σύμφωνα με τις οποίες οι εξαγωγικές επιχειρήσεις υποχρεούντο, προκειμένου να προσδιοριστούν τα καθαρά κέρδη τους που υπόκεινται σε έκτακτη εφάπαξ εισφορά, να υποβάλλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι 15 Απριλίου 1988, υπεύθυνη δήλωση του Ν.Δ. 105/1969 στην οποία υποχρεούντο να αναγράψουν το σύνολο των ακαθάριστων εσόδων που πραγματοποίησαν κατά το οικονομικό έτος 1987, καθώς και το ύψος των ακαθάριστων εσόδων τους από εξαγωγική δραστηριότητα κατά το ίδιο οικονομικό έτος
γ) Το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις, λόγο της
περιορισμένης χρονικά προθεσμίας του ενός μηνός για υποβολή της πιο πάνω υπεύθυνης δήλωσης του Ν.Δ. 105/1969, υπέβαλαν αυτήν εκπρόθεσμα ή δεν υπέβαλαν καθόλου με αποτέλεσμα να υπαχθούν σε έκτακτη εφάπαξ εισφορά και τα κέρδη αυτών που προήλθαν από εξαγωγική δραστηριότητα κατά το οικονομικό έτος 1987.
δ) Την άνιση μεταχείριση των εξαγωγικών επιχειρήσεων στην οποία οδήγησε τελικά η μη υποβολή ή η εκπρόθεσμη υποβολή της προβλεπόμενες από τις διατάξεις της παράγραφος 1 του άρθρου 4 της Ε. 3789/1988 απόφασης, υπεύθυνης δήλωσης του Ν.Δ. 105/1969, παρά το γεγονός ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν η μη υπαγωγή σε έκτακτη εφάπαξ εισφορά των προερχόμενων από εξαγωγική δραστηριότητα κερδών.
Αποφασίζουμε
1. Παρατείνεται η οριζόμενη από τις διατάξεις γης παρ. 1 του άρθρου 4 της Ε. 3789/128/15.3. 1988 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 1769/1988 προθεσμία υποβολής της υπεύθυνης δήλωσης του Ν.Δ. 105/1969 μέχρι 30 Νοεμβρίου 1989.
2. Τυχόν βεβαιωθέντα ποσά έκτακτης εφάπαξ εισφοράς σε βάρος εξαγωγικών επιχειρήσεων, λόγω μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής της προβλεπόμενης, από τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 4 της Ε. 3789/1988 απόφασης, υπεύθυνης δήλωσης του Ν.Δ. 105/1969, διαγράφονται και τα τυχόν καταβληθέντα ποσά επιστρέφονται, εφ΄ όσον οι επιχειρήσεις αυτές υποβάλλουν μέχρι 30 Νοεμβρίου 1989 την πιο πάνω υπεύθυνη δήλωση σχετικά με τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα τους και τα έσοδα τους από εξαγωγική δραστηριότητα
3. Οι διατάξεις της απόφασης αυτής εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων λόγω ασκήσεως ενδίκων μέσων.
4. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
10. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1007352/350/121/0014
Αθήνα 25 Ιανουαρίου 1990
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις κατωτέρω διατάξεις του νόμου 1642/86 «για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 125 Α΄) όπως ισχύουν:
α. της περίπτ. α΄ της παραγρ. 1 του άρθρου 31 και
β. της παραγρ. 3 του άρθρου 58
2. Την ανάγκη διευκόλυνσης των υποκειμένων για την καταβολή του ΟΠΑ, λόγω της απεργίας
των εργαζομένων στις τράπεζες, ΕΛ.ΤΑ, μεταφορές, επιχ/σεις κ.λπ.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1. παρατείνεται μέχρι την 29η Ιανουαρίου 1990 η προθεσμία που ορίζεται για την υποβολή της προσωρινής δήλωσης ΦΠΑ για τη φορολογική περίοδο Δεκεμβρίου 1989 απ όσους τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. που έληγε στις 25.1.1990.
2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
β) Αρ.Πρωτ. 1015865/814/0014
Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 1990
ΘΕΜΑ: Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1642/86 ως προς το συντελεστή ΦΠΑ ναφθαλίνης.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. α) Τις διατάξεις του Ν. 125/Α/21.8.86 (ΦΕΚ 125/α/21.8.86) και ειδικότερα το παράρτημα του ΙΙ/Α (ΑΓΑΘΑ).
β) Τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 58 του ίδιου παραπάνω νόμου.
2. Τα προβλήματα που προέκυψαν κατά τα τρία πρώτα χρόνια εφαρμογής του Φ.Π.Α.
Αποφασίζουμε
Άρθρο 1
Η παράγραφος 57 του παραρτήματος ΙΙ/Α (ΑΓΑΘΑ) του ν. 1642/86 όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«57. Διαλυτική βενζολονάφθα (βαριά βενζόλη), που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για καύσιμο. Ναφθαλίνη. (Δ.Κ. ΕΧ 27.07)».
Άρθρο 2
Η απόφαση αυτή. που ισχύει από 1η Μαρτίου 1990, να δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
γ) Αρ.Πρωτ. 1128309/2314/0013
Αθήνα 22 Φεβρουαρίου 1990
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 16 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 17 του άρθρου 24 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2/τ.Α).
2.Το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός φορολογουμένων. ενώ υπέβαλαν τις οικείες φορολογικές δηλώσεις εμπρόθεσμα δεν κατήρτισαν και τα οριστικά συμβόλαια.
3.Την αριθ. 1098386/1725/0013/11.9.1989 απόφαση του Υπ. Οικονομικών.
4.Την ανάγκη κατάρτισης οριστικών συμβολαίων σε εκτέλεση προσυμφώνων.
Αποφασίζουμε
1. Παρατείνουμε μέχρι 28 Φεβρουαρίου 1990 την προθεσμία του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 16 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 17 του άρθρου 24 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2/τ.Α).
2. Η απόφαση αυτή θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.
δ) Αρ.Πρωτ. Τ. 621/2862/0003
Αθήνα, 19 Φεβρουαρίου 1990
ΘΕΜΑ: «Παράταση ισχύος διάταξης το Π.Δ. 127/89».
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Π.Δ. 127/89 (ΦΕΚ 60 Α΄) «Κανονισμός δικαιωμάτων και καθηκόντων των Τελωνειακών Υπαλλήλων και της λειτουργίας των Τελωνειακών Αρχών του Υπουργείου Οικονομικών».
2. Την αριθμ. 1089486/9920/0003/9.8.89 απόφαση του ΥΠ. ΟΙΚ. με την οποία παρατάθηκε για ένα εξάμηνο η ισχύς της διάταξης του Π.Δ. 27/89.
3. Την ανάγκη παράτασης του χρόνου ισχύος της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 6 του Π.Δ. 127/89. λόγω αντικειμενικών δυσχερειών στην άμεση πρόσληψη Φυλακτικού Προσωπικού του Κλάδου ΥΠ Φυλάκων Νυκτοφυλάκων.
Αποφασίζουμε
Παρατείνουμε την ισχύ της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 6 του Π.Δ. 127/89 (ΦΕΚ 60/Α/22.2.1989), για ένα εξάμηνο από τη λήξη της προηγούμενης απόφασης ήτοι μέχρι 21.8.1990.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
ε) Αρ.Πρωτ. Δ. 342/29/Β0018
Αθήνα, 12 Φεβρουαρίου 1990
ΑΠΟΦΑΣΗ
«Τροποποίηση των διατάξεων της Δ. 245/88 Απόφασης Υπουργών των Οικονομικών, περί δασμολογικών και φορολογικών απαλλαγών που εφαρμόζονται στις οριστικές εισαγωγές προσωπικών ειδών, που ανήκουν σε ιδιώτες».
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
α. Τις διατάξεις της Δ. 245/88 ΑΥΟ ,ΦΕΚ 195/88 Τεύχος Β΄, με τις διορθώσεις στο ΦΕΚ 307/88 Τεύχος Β΄), που κυρώθηκε με την παρ. 4, του άρθρου 11 του Ν. 1839/89 (ΦΕΚ 90),
β. Την αριθμ. 1106476/4521/0018/5.10.89 ΑΥΟ (ΦΕΚ 754/89 Τεύχος Β΄ με τις διορθώσεις στο ΦΕΚ 820/89 Τεύχος Β΄), με την οποία τροποποιήθηκαν οι διατάξεις της Δ. 245/88 ΑΥΟ.
γ. Την αριθμ. Δ 58/5/0018/21.12.89 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 12/90 Τεύχος Β΄), με την οποία συμπληρώθηκαν οι διατάξεις της Δ. 245/88 ΑΥΟ, και προκειμένου να εναρμονιστεί το εσωτερικό μας δίκαιο προς τις Κοινοτικές διατάξεις του άρθρου 3 της ΟΔΗΓΙΑΣ 83/181/ΕΟΚ, του στοιχείου (β) του άρθρου 2 της ΟΔΗΓΙΑΣ 83/183/ΕΟΚ και του άρθρου 3 του ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΟΚ) αριθμ. 918/83.
Αποφασίζουμε
Άρθρο 1
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 3 της Δ. 245/88 ΑΥΟ, όπως έχει αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 1 της 1106476/4521/0018/5.10.89 ΑΥΟ ισχύει, προστίθεται και δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής: «Η παρέκκλιση αυτή ισχύει μόνο για επιβατικά αυτοκίνητα ή αυτοκινούμενα τροχόσπιτα ιδιωτικής χρήσης, όταν εισάγονται κατ΄ εφαρμογή της παραγρ. 4 του άρθρου 5 της παρούσας απόφασης».
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 5 της Δ. 245/88 ΑΥΟ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 και, ανεξάρτητα αν είχαν στην κυριότητα τους και χρησιμοποιούσαν στον τόπο της προηγούμενης κατοικίας τους αυτοκινούμενο τροχόσπιτο ή επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης, τα δικαιούχα πρόσωπα που μεταφέρουν τη συνήθη κατοικία τους από τις ηπείρους Αμερική, Αφρική και Αυστραλία, μπορούν με τις απαλλαγές του άρθρου 3 (με εξαίρεση την απαλλαγή από το ΦΠΑ), να παραλάβουν ένα ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο ή αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, εφ΄ όσον»:
3. Καταργείται η παράγραφος 2 του άρθρου 12 της Δ. 245/88 ΑΥΟ. Η αρίθμηση της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου γίνεται 2 και το στοιχείο (α) της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «α. μεταχειρισμένο ή καινούργια είδη οικοσκευής συνολικής αξίας μέχρι 1.500.000 δραχμές ανεξάρτητα από τον αριθμό των όμοιων ειδών, και».
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12Α της Δ. 245/88 ΑΥΟ, που προστέθηκε με τη Δ. 58/5/0018/21.12.89 ΑΥΟ, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Οι επί πλέον του άρθρου 3 απαλλαγές, της 2 του άρθρου 12, παρέχονται και στους Έλληνες και Ομογενείς Πόντιους, που μεταφέρουν τη συνήθη κατοικία τουςστην Ελλαδά από την Ε.Σ.Σ.Δ.».
Άρθρο 2
Οι διατάξεις της Λ. 245/88 ΑΥΟ, όπως ίσχυαν πριν από την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις δικαιούχων προσώπων του ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Β΄ ή Η΄, που ήδη έχουν προμηθευτεί το προβλεπόμενο από την παρ. 1 του άρθρου 29 ή την παρ. 2 του άρθρου 12Α της Δ.245/88 ΑΥΟ πιστοποιητικό ή βεβαίωση με τον όρο ότι η έκδοση αυτών, από την. αρμόδια Ελληνική Προξενική Αρχή, έγινεπριναπό την εφαρμογή της παρούσας Απόφασης.
Άρθρο3
1. Η παρούσα Απόφαση ισχύει και εφαρμόζεται από την 19η /2/1990.
2. Η παρούσα Απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με Νόμο.
11. Κυρώνονται και έχουν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
α) Αρ.Πρωτ. 1289486/9920/0003/9.8.1989 με θέμα: «Παράταση ισχύος διάταξης του Π.Δ. 127/89»που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 620/τ,Β/ 23.8.1989.
β) Αρ.Πρωτ. 1123763/5819/1328/0014/28.12.1989 με θέμα: «Αντικατάσταση, τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 1642/86» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 5/τ.Β΄/Ί
1.1.1990.
γ) Αρ.Πρωτ. 1005761/295/19.1.1990 με θέμα:
«Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1642/86 ως προς το συντελεστή Φ.Π.Α.. μηλίτη. απίτη κ.λπ.» που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 70/τ.Β 729.1.90.
δ) Αρ.Πρωτ. Δ. 58/5/0018/21.12.1989 με θέμα:«Συμπλήρωση των διατάξεων της Δ. 245/88 ΑΥΟ, περί δασμολογικών και φορολογικών απαλλαγών που εφαρμόζονται στις οριστικές εισαγωγές προσωπικών ειδών, που ανήκουν σε ιδιώτες» που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 12/Τ.Β715.1.90. με διορθώσεις σφαλμάτων στο ΦΕΚ 32/τ.Β΄ /23.1.90 και να κυρωθεί με Νόμο.
ε) Αρ.Πρωτ. 1009352/574/0009Α
Αθήνα, 31 Ιανουαρίου 1990
ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας αποφάσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις αποφάσεις:
α) 1104716/1828/3.10.1989 (ΦΕΚ Β΄ 743) «Διευκολύνσεις για τη ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων ακίνητης περιουσίας μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας».
β) Την 1105134/9050/3.10.1989 απόφαση «περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και συναφών φορολογικών αντικειμένων» όπως συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε
με την υπ· αριθμ. 1122641/10870/4.12.1989 απόφαση.
γ) Την υπ΄ αριθμ. 1120667/10617/20.11.1989 απόφαση με την οποία παρατάθηκε η ισχύς των υπ΄ αριθμ. 1105134/9050/3.1.-89, 1104716/1828/3.10.1989 αποφάσεων μέχρι 31 Ιανουαρίου 1990.
2. Το γεγονός ότι η καταληκτική ημερομηνία ισχύος της
απόφασης συνέπεσε με τις στάσεις εργασίας των εργαζομένων στις Δ.Ο.Υ.
3. Τα υποβληθέντα σχετικά αιτήματα από τους φορείς των παραγωγικών τάξεων και μεμονωμένους φορολογούμενους πολίτες και επιχειρήσεις.
Αποφασίζουμε
1. Παρατείνουμε μέχρι την 12/2/1990 την προθεσμία ισχύος των υπ΄ αριθ. 1104716/1828/3.10.1989 και 1105134/9050/3.10.1989 αποφάσεων, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με την 1120667/10617/20.11.1989 απόφαση.
2. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Άρθρο 52
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αρχίζει:
α) των διατάξεων των άρθρων 1 παράγραφος 1 έως και 10. 2 παράγραφοι 3, 5 έως και 8, 3 παράγραφοι 1, 3, 4 από 1 Ιανουαρίου 1990, για τα εισοδήματα που αποκτούνται και τα ποσά που δαπανούνται από την ημερομηνία αυτήν και μετά,
β) των διατάξεων των παραγράφων 10,12 έως και 15 του άρθρου 72 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως αυτές προστίθενται με την παρ.11 του άρθρου 1 του παρόντος, από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης που προβλέπεται από την παράγραφο 11 του άρθρου 72 του Ν.Δ. 3323/1955.
γ) των διατάξεων του άρθρου 1 παράγραφος 13 για τα εισοδήματα που αποκτούν οι δικαιούχοι από 1 Ιανουαρίου 1991 και στο εξής:
δ) των διατάξεων των άρθρων 4και παρ.4, 5, 6 από το Οικονομικό έτος 1990,
ε) των διατάξεων των εδαφίων πέμπτου και έκτου της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του Ν.Δ. 3323/1955. όπως αυτά προστίθενται με την παράγραφο 7 του άρθρου 4 του παρόντος, από 1 Ιανουαρίου 1989 και στο εξής:
στ) των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρ. 6, για φορολογικές υποθέσεις οικονομικού έτους 1990 και στο εξής:
ζ) των διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 9 μετά την πάροδο 2 (δύο) μηνών από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
η) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση του στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.