Νόμος 1909 ΦΕΚ Α΄163/30.11.1990
Κύρωση της Συμφωνίας κοινωνικής ασφάλειας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ενδοξης Αραβικής Λαϊκής Σοσιαλιστικής Τζαμαχιρίας της Λιβύης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28, παρ. 1 τους Συντάγματος η Συμφωνία κοινωνικής ασφάλειας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ενδοξης Αραβικής Λαικής Σοσιαλιστικής Τζαμαχιρίας της Λιβύης που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 24 Μαρτίου 1988,και της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
Συμφωνία κοινωνικής ασφάλειας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της ένδοξης Αραβικής Λαικής Σοσιαλιστικής Τζαμαχιρίας της Λιβύης.
Αποβλέποντας στη σύσφιγξη των φιλικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών σε επιβεβαίωση της αρχής της ισότητας σε ό,τι αφορά την κοινωνική ασφάλεια και με σκοπό την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ενδοξης Αραβικής Λαϊκής Σοσιαλιστικής Τζαμαχιρίας της Λιβύης, συμφωνήθηκαν τα εξής:
Αρθρο 1
Κατά την εφαρμογή της Συμφωνίας οι όροι που χρησιμοποιούνται σ` αυτήν σημαίνουν:
1. Νομοθεσίες: τους νόμους, τους κανονισμούς τα συστήματα και τις οδηγίες, που ισχύουν και όσες θα θεσπιστούν μελλοντικά στις δύο χώρες στον τομέα της κοινωνικής ασφάλειας. 2. Αρμόδια Αρχή: στην Ενδοξη Αραβική Λαϊκή Σοσιαλιστική Τζαμαχιρία της Λιβύης το Ταμείο Κοινωνικής Ασφάλειας και στην Ελληνική Δημοκρατία το Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. 3. Αρμόδιος οργανισμός: τον οργανισμό κοινωνικής ασφάλειας που είναι επιφορτισμένος με την εφαρμογή των νομοθεσιών. 4. Υπάλληλος α. Μόνιμος υπάλληλος: τον πολίτη ενός απο τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη ο οποίος εργάζεται σε εργοδότη που ανήκε, στη χώρα – έδρα και υπάγεται στη νομοθεσία της ο οποίος εκτελεί έργα στο έδαφος του άλλου μέρους και εισπράτει μισθό ή ημερομίσθιο από τον προαναφερθέντα εργοδότη. β. Μή μόνιμος υπάλληλος: τον πολίτη ενός απο τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη που εργάζεται σε εργοδότη ο οποίος δεν ανήκει στη χώρα – έδρα και εκτελεί έργα στο έδαφος του άλλου μέρους. γ. Μη μόνιμος υπάλληλος: τον πολίτη ενός από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη το οποίο εργάζεται σε εργοδότη ο οποίος δεν ανήκει στη χώρα – έδρα και εκτελεί έργα στο έδαφος του άλλου μερους.
5. Δικαιούχοι: τα άτομα που δικαιούνται των ασφαλιστικών πλεονεκτημάτων τα οποία προβλέπονται από τις νομοθεσίες των δύο Μερών.
β. Ασφαλιστικά δικαιώματα: όλα τα είδη των συντάξεων που προβλέπονται από τις νομοθεσίες των δύο χωρών.
7. Χώρα – έδρα: τη χώρα της οποίας την υπηκοότητα φέρει ο εργαζόμενος.
8. Χώρα εργασίας: τη χώρα στο έδαφος της οποίας απασχολείται ο εργαζόμενος.
Αρθρο 2
Η αρχή της αμοιβαιότητας εφαρμόζεται σχετικά με τις περιλαμβανόμενες στην Παρούσα Συμφωνία διατάξεις.
Αρθρο 3
Οι μόνιμοι υπάλληλοι υπάγονται στις νομοθεσίες της κοινωνικής ασφάλειας, του τόπου εργασίας όπου και καταβάλλονται εξ ολοκλήρου οι ασφαλιστικές τους εισφορές εκτός από την εισφορά κλάδου σύνταξης.
Αρθρο 4
Οι ασφαλισμένοι μόνιμοι υπάλληλοι στους οποίους εφαρμόζεται η Συμφωνία αυτή ή τα δικαιούχα μέλη των οικογενειών τους υποβάλλουν τις αιτήσεις τους, και ασκούν τα δικαιώματά τους σ` ό,τι αφορά όλα τα είδη των συντάξεων που καλύπτει η συνταξιοδοτική εισφορά απέναντι στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλειας της χώρας προέλευσης και δεν επιτρέπεται η άσκηση αυτών των δικαιωμάτων απέναντι στο σύστημα κοινωνικής ασφάλειας της χώρας εργασίας.
Αρθρο 5.
Οι εργοδότες που υπάγονται στη νομοθεσία ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να καταβάλλουν την εισφορά κλάδου σύνταξης στον οργανισμό κοινωνικής ασφάλειας της χώρας – έδρας.
Αρθρο 6
Οι μη μόνιμοι υπάλληλοι υπάγονται στην κοινωνική ασφάλεια και οι εισφορές τους, συμπεριλαμβανομένης και της εισφοράς κλάδου σύνταξης, καταβάλλονται εξ ολοκλήρου σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας εργασίας. Οι υπάλληλοι αυτοί απολαμβάνουν όλων των ασφαλιστικών δικαιωμάτων που προβλέπει η νομοθεσία της χώρας εργασίας.
Σε περίπτωση οριστικής αναχώρησης του εργαζόμενου από τη χώρα εργασίας ή σε περίπτωση θανάτου, χωρίς να δικαιούται σύνταξης ή εφάπαξ αποζημίωσης, ο αρμόδιος οργανισμός της χώρας εργασίας οφείλει να μεταφέρει στον αρμόδιο ορ- γανισμό της χώρας προέλευσης το μερίδιό του από τις εισφορές του κλάδου σύνταξης που έχουν καταβληθεί γι` αυτόν.
Αρθρο 7
α. Οι από 1.6.1981 και μέχρι την έναρξη εφαρμογής της Συμφωνίας αυτής, το μερίδιο που μπορεί να επιστραφεί από τις εισφορές του κλάδου σύνταξης καθορίζεται σε ποσοστό 4,335% του μισθού ή του ημερομισθίου του ασφαλισμένου που υπάγεται στην προηγούμενη Συμφωνία και βάσει του οποίου πληρώθηκαν οι μηνιαίες εισφορές κοινωνικής ασφάλειας, μετά από αίτηση που θα υποβάλει ο ασφαλισμένος προσωπικά ή ο αρμόδιος οργανισμός της χώρας προέλευσης ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με έντυπα τα οποία θα συμφωνήσουν οι δύο πλευρές στις διοικητικές διαδικασίες, με τον όρο ότι δεν θα του έχει καταβληθεί σύνταξη ή εφάπαξ αποζημίωση.
β. Από τις εισφορές της κοινωνικής ασφάλειας που έχουν καταβληθεί πριν από την 1.6.1981, το μερίδιο που θα μπορεί να μεταφερθεί θα είναι ίσο με το μερίδιο του ασφαλισμένου και το μερίδιο του εργοδότη στις εισφορές του κλάδου σύνταξης με τον όρο να μην έχουν χορηγηθεί στον ασφαλισμένο για τον οποίο έχουν καταβληθεί οι εισφορές αυτές σύνταξη ή εφάπαξ βοήθημα.
Αρθρο 8
Βραχυπρόθεσμες χρηματικές παροχές σε περίπτωση ασθένειας, εργατικού ατυχήματος ή τοκετού, καταβάλλονται στους εργαζόμενους στη χώρα εργασίας με βάση την ισχύουσα σ` αυτή νομοθεσία.
Αρθρο 9
Συνεχίζεται η καταβολή των συντάξεων ή η αξία των κεφαλαίων τους, που έχουν χορηγηθεί στους εργαζομένους ή στους επιζώντες τους δικαιούχους με βάση τις διατάξεις της προηγούμενης Συμφωνίας Κοινωνικής Ασφάλισης, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ των δύο χωρών και σύμφωνα με την νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας της χώρας εργασίας και αποστέλλονται σ` αυτούς στη χώρα προέλευσης.
Σε περίπτωση εμφάνισης νομισματικών δυσχερειών που εμποδίζουν την αποστολή, οι δύο πλευρές οφείλουν να αναλάβουν πρωτοβουλία το ταχύτερο δυνατό, για τη λήψη μέτρων που θα εξασφαλίσουν την αποστολή των συντάξεων στους δικαιούχους στη χώρα προέλευσης.
Αρθρο 10
Οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας δεν ισχύουν:
α. Για τα μέλη διεθνών οργανισμών, διπλωματικών ή προξενικών αποστολών και στρατιωτικών αποστολών. β. Για τα μέλη πληρωμάτων πλοίων ή αεροσκαφών που εκτελούν δρομολόγια εξωτερικού.
Αρθρο 11
Οι αρμόδιες αρχές των δύο Συμβαλλόμενων Μερών θα εκδώσουν τις αναγκαίες αποφάσεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής.
Αρθρο 12
Οι αρμόδιοι οργανισμοί των δύο χωρών:
1. Θα έλθουν σε άμεση επαφή μεταξύ τους για σύναψη Συμφωνίας σχετικά με τις διαδικασίες εφαρμογής. 2. Θα αναλάβουν δωρεάν τις διαδικασίες της διοικητικής συνεργασίας. 3. Θα ανταλλάσουν τα κείμενα των νομοθεσιών που αφορούν την κοινωνική ασφάλεια και τις τροποποιήσεις που θα γίνονται σ` αυτές. 4. Θα ανταλλάσουν εμπειρίες στους τομείς της κοινωνικής πρόνοιας και της αποκατάστασης των αναπήρων.
Αρθρο 13
Κάθε διαφορά σχετικά με την εφαρμογή ή ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας, θα λύνεται από τετραμελή επιτροπή. Κάθε Μέρος θα ορίζει δύο μέλη.
Αρθρο 14
Η κύρωση της παρούσας Συμφωνίας θα γίνει σύμφωνα με τη νομοθεσία καθενός από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη. Η διάρκειά της θα είναι τριετής και θα αρχίσει από την πρώτη του μήνα που θα ακολουθήσει την ανταλλαγή των κυρωτικών εγγράφων. Αν δεν κοινοποιήσει ένα από τα δύο Μέρη γραπτά προς το άλλο τρείς τουλάχιστον μήνες πρίν από την ημερομηνία λήξης της Συμφωνίας την επιθυμία του να τροποποιήσει ή να καταγγείλει τη Συμφωνία, αυτή θα ανανεώνεται αυτόματα κάθε φορά για ένα έτος.
Αρθρο 15.
Μέχρι την ημερομηνία που θα αρχίσει η εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, θα ισχύσουν οι διατάξεις της από 23 Απριλίου 1982 Συμφωνίας Κοινωνικής Ασφάλισης.
Αρθρο 16
Η παρούσα Συμφωνία έγινε σε τέσσερα αντίγραφα, δύο στην αραβική και δύο στην ελληνική γλώσσα και καθένα από τα δύο είναι εξίσου αυθεντικό.
Η Συμφωνία υπογράφτηκε στην Αθήνα στις 7 ΣΑΧΠΑΝ 1397 από το θάνατο του Προφήτη, που αντιστοιχεί στις 24.3.1988 μ.Χ.
Για την Ελληνική Για την Ενδοξη Αραβική Δημοκρατία Λαϊκή Σοσιαλιστική Τζαμαχιρία της Λιβύης
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσιευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14 αυτής.