ΝΟΜΟΣ ΥΠ·ΑΡΙΘ. 1947 ΦΕΚ Α΄   14.5.1991

Απλούστευση φορολογικών διαδικασιών και άλλες ρυθμίσεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 1
Παρακράτηση φόρου

1. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:«β) Στους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες ορισμένου χρόνου αλλά διάρκειας μικρότερης από ένα έτος, με συντελεστή στο ακαθάριστο ποσό του ημερομισθίου, ο οποίος ορίζεται σε δύο τοις εκατό (2%), για τα ημερομίσθια από τρεις χιλιάδες πεντακόσιες (3.500) έως τέσσερις χιλιάδες (4.000) δραχμές, σε τέσσερα τοις εκατό (4%) για τα ημερομίσθια από τέσσερις χιλιάδες μία (4.001) έως πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές, σε έξι τοις εκατό (6%) για τα ημερομίσθια από πέντε χιλιάδες μία (5.001) έως έξι χιλιάδες (6.000) δραχμές και σε οχτώ τοις εκατό (8%) για ημερομίσθια από έξι χιλιάδες μία (6.001) και πάνω δραχμές».

2 .Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1991 για το ποσό του εισοδήματος από ημερομίσθια, που προκύπτει από την ημερομηνία αυτήν και μετά.
Άρθρο 2
Αφορολόγητα ποσά

1. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:«δ) Η αξία των ακινήτων, που μεταβιβάζονται, καθώς και τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται από το φορολογούμενο λόγω δωρεάς στο Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του κράτους, τους ιερούς ναούς, τις ιερές μονές του Αγίου Όρους, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία, που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων. Η αξία των ακινήτων καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄) ή ύστερα από εκτίμηση που ενεργείται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων, στις περιοχές που δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων.

Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται από το φορολογούμενο λόγω δωρεάς προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και οποιοδήποτε αθλητικό σωματείο που έχει συσταθεί νόμιμα και είναι αναγνωρισμένο από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, εφ΄ όσον οι δωρεές αυτές προορίζονται για την καλλιέργεια και ανάπτυξη των ερασιτεχνικών τους τμημάτων. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, αν το ποσό της δωρεάς υπερβαίνει το συνολικό ετήσιο πραγματικό εισόδημα του δωρητή, το υπόλοιπο που απομένει μεταφέρεται διαδοχικώς, κατά το ποσό που απομένει κάθε φορά, στα επόμενα πέντε (5) οικονομικά έτη, αθροιζόμενο με τα χρηματικά ποσά, τυχόν, άλλων δωρεών των ίδιων περιπτώσεων σε αυτά τα έτη. Επίσης, τα χρηματικά ποσά, που καταβάλλονται από το φορολογούμενο μέχρι ποσοστού 15% του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος του λόγω χορηγίας προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υφίστανται ή συνιστώνται, εφ΄ όσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς. Αν το ποσό της χορηγίας υπερβαίνει το 15% του ετήσιου συνολικού πραγματικού εισοδήματος του χορηγού, το υπόλοιπο που απομένει μεταφέρεται διαδοχικώς, κατά το ποσό που απομένει κάθε φορά, στα επόμενα τρία οικονομικά έτη, αθροιζόμενο με τα χρηματικά ποσά τυχόν άλλων χορηγιών σε αυτά τα έτη με τον περιορισμό που αναφέρεται στο πέμπτο εδάφιο του παρόντος. Πολιτιστικοί σκοποί είναι, ιδίως, η καλλιέργεια, προαγωγή και διάδοση των γραμμάτων, της μουσικής, του χορού, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της ζωγραφικής, της γλυπτικής και των τεχνών γενικότερα, καθώς και η ίδρυση, επέκταση και συντήρηση των αναγνωρισμένων ιδιωτικών μουσείων, όπως τέχνης, φυσικής ιστορίας, εθνολογικών και λαογραφικών.

Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζονται, μετά από έλεγχο του Υπουργείου Πολιτισμού, τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν πολιτιστικούς σκοπούς, για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων.

Όταν τα ποσά των δωρεών και των χορηγιών αυτής της περίπτωσης, με εξαίρεση τις δωρεές που καταβάλλονται στους δωρεοδόχους του πρώτου εδαφίου, υπερβαίνουν τις ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφ΄ όσον έχουν κατατεθεί σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου, που πρέπει να ανοιχθεί για το σκοπό αυτόν στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε τράπεζα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα. Το οικείο γραμμάτιο είσπραξης της τράπεζας που θα εκδίδεται πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία του δωρητή ή χορηγού και δωρεοδόχου, το ποσό της δωρεάς ή χορηγίας αριθμητικώς και ολογράφως, την ημερομηνία κατάθεσης του και την υπογραφή του δωρητή ή χορηγού, κατά περίπτωση.

Τα χρηματικά ποσά αυτών των δωρεών και χορηγιών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του παρόντος.

Το αφορολόγητο ποσό αυτής της περίπτωσης, που προέρχεται από δωρεές ή χορηγίες χρηματικών ποσών, δεν μπορεί να υπερβεί ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του εισοδήματος που προκύπτει σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 7 του άρθρου 5.

2. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 107 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 10 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:«Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει από το οικονομικό έτος 1987, για τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δικαιούχοι από 1 Ιανουαρίου 1986 και μετά».

Άρθρο 3
Έκπτωση προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων από τα ακαθάριστα έσοδα των τραπεζών

1. Στο άρθρο μόνο του Α.Ν. 396/1968 (ΦΕΚ 95 Α΄) προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:«3. Προκειμένου περί τραπεζικών εταιρειών εκπίπτονται, εκ των ακαθάριστων εσόδων των για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων της εταιρικής χρήσεως, αιτιολογημένες κατά περίπτωση προβλέψεις για απόσβεση απαιτήσεων, το ύψος των οποίων μπορεί να υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 2 του άρθρου μόνου του παρόντος νόμου ποσοστά έκπτωσης. Κατά το μέρος που οι πιο πάνω προβλέψεις δεν επαληθευθούν και δεν ενεργηθούν οριστικές εγγραφές διαγραφής των απαιτήσεων μέσα στις επόμενες τρεις (3) χρήσεις από τη χρήση σχηματισμού τους, η τραπεζική επιχείρηση υποχρεούται εντός τριών μηνών από τη λήξη της τρίτης χρήσης να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους, στο οποίο σχηματίσθηκε η πρόβλεψη. Η δήλωση αυτή είναι εκπρόθεσμη και επιβάλλονται επί του φόρου που προκύπτει από τη δήλωση αυτήν, οι προσαυξήσεις που προβλέπονται για την εκπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης.

Σε περίπτωση μη υποβολής της δήλωσης αυτής εκδίδεται φύλλο ελέγχου καταλογισμού του οφειλόμενου τυχόν φόρου πλέον πρόσθετος φόρος μη δήλωσης και πρόστιμο, που δεν μπορεί να είναι μικρότερο του είκοσι τοις εκατό (20%) του ποσού της πρόβλεψης».

2. Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή από ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 30/12/1990 και εφεξής.
Άρθρο 4
Εκκρεμείς υποθέσεις επιχειρήσεων εφημερίδων και περιοδικών

Στο άρθρο 101 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) προστίθεται παράγραφος 11, που έχει ως εξής:«11. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και σε όλες τις υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά τη δημοσίευση του παρόντος. Στην περίπτωση αυτήν τυχόν καταβληθέντα επί πλέον ποσά με βάση τις αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις που έχουν υποβληθεί δεν επιστρέφονται ούτε συμψηφίζονται με άλλους οφειλόμενους φόρους».

Άρθρο 5
Καθορισμός συντελεστών αποσβέσεων πάγιων περιουσιακών στοιχείων

1. Στο άρθρο 1 του Π.Δ. 88/1973 (ΦΕΚ 153 Α΄) προστίθεται παράγραφος 7 και η μέχρι τώρα παράγραφος 7 αριθμείται σε 8, η οποία έχει ως εξής:«7. Πάγια στοιχεία, των οποίων η αξία κτήσης εκάστου είναι μέχρι 75.000 δραχμές, δύναται να αποσβένονται εξ ολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία τέθηκαν αυτά σε λειτουργία».

2. Στο άρθρο 3 του Π.Δ. 88/1973, μετά την παράγραφο 9 προστίθεται παράγραφος 10 και η μέχρι τώρα παράγραφος 10 αυτού αριθμείται σε 11, ως εξής:«10. Για τα έργα δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης, αντιρρύπανσης, αντιπλημμυρικά έργα, κέντρα επεξεργασίας λυμάτων, τα ποσοστά απόσβεσης ορίζονται ως εξής:

Α. Δίκτυο ύδρευσης:

α) Φράγματα

1%

β) Υδραγωγεία

2,5%

γ) Εξωτερικά αντλιοστάσια

4%

δ) Εσωτερικά αντλιοστάσια

4%

ε) Διυλιστήρια

2%

στ) Δεξαμενές

2%

ζ) Κύριοι τροφοδοτικοί αγωγοί

3%

η) Δευτερεύοντες τροφοδοτικοί αγωγοί

3,5%

θ) Δίκτυο διανομής

4%

Β. Δίκτυο αποχέτευσης:

α) Έργα βαρείας υποδομής

2%

β) Βασικοί συλλεκτήρες

2%

γ) Η/Μ εγκαταστάσεις

5%

δ) Δευτερεύοντες αγωγοί

6,5%

ε) Εξωτερικές διακλαδώσεις

4%

Γ. Αντιπλημμυρικά έργα:

α) Διευθετήσεις ρεμμάτων

1%

β) Συλλεκτήρες ομβρίων

2%

γ) Φρεάτια υδροσυλλογής

4%

δ) Δίκτυο ομβρίων

2,5%

Δ. Έργα Αντιρρύπανσης – Κέντρα Επεξεργασίας Λυμάτων

α) Ερευνητικό κέντρο λυμμάτων

2%

β) Κέντρα Λυμμάτων

2%

3. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Π.Δ. 88/1973, μετά την υποπερίπτωση αα΄ προστίθεται υποπερίπτωση ββ΄ και η μέχρι τώρα υποπερίπτωση ββ΄ γίνεται γγ΄, ως εξής:«ββ) Επί επιχειρήσεων ενοικιάσεως αυτοκινήτων σε ποσοστό 25%».

4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 3 του Π.Δ. 88/1973 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:«Για λογισμικά προγράμματα Η/Υ το ποσοστό απόσβεσης ορίζεται σε 25%».

5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για ισολογισμούς που θα κλείσουν μετά την 30.12.1990.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 6
Φορολογία κληρονομιών

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 25 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:«1. Απαλλάσσονται από φόρο οι κτήσεις, εφ΄ όσον δικαιούχοι είναι:

α) Το Δημόσιο, οι δήμοι, οι κοινότητες, οι ιεροί ναοί, οι ιερές μονές, το ιερό κοινό του Πανάγιου Τάφου, η Ιερή Μονή του όρους Σινά και τα Ν.Π.Δ.Δ..

β) Τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα, τα οποία υπάρχουν ή συνιστώνται νόμιμα στην Ελλάδα, καθώς και οι περιουσίες του άρθρου 96 του Α.Ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α΄), εφ΄ όσον επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς εθνωφελείς ή σε ευρύτερο κύκλο φιλανθρωπικούς ή εκπαιδευτικούς ή καλλιτεχνικούς ή κοινωφελείς κατά την έννοια του άρθρου 1 του Α.Ν. 2039/1939. Απαλλάσσονται ομοίως και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα με τον όρο της αμοιβαιότητας.

Επίσης απαλλάσσονται και τα αλληλοβοηθητικά ταμεία περίθαλψης των εργατοϋπαλλήλων (Ταμεία Υγείας)».

2. Στο άρθρο 61 του Ν.Δ. 118/1973 προστίθεται παράγραφος 10, ως εξής:«10. Δεν έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν δήλωση τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου».

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 105 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:«2. Το πιστοποιητικό της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί μετά την πάροδο έτους από την έκδοση του. Κατά τη διάρκεια ισχύος του επιτρέπεται η έκδοση αντιγράφου τούτου μόνο σε περίπτωση αποδεδειγμένης απώλειας ή καταστροφής του πρωτοτύπου. Κατ΄ εξαίρεση το πιστοποιητικό, για τα πρόσωπα της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, είναι διετούς διάρκειας».

4. Στο άρθρο 41 του Ν.Δ. 118/1973 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:«Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, και 5 του άρθρου 8 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α΄), όπως αυτές ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στις κτήσεις αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής».

5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως εξής:«Προκειμένου για μεταβίβαση κινητών, εάν η παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς έγινε χωρίς να συνταγεί συμβόλαιο ή αν το συμβόλαιο συντάχθηκε μετά την παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται κατά το χρόνο της παράδοσης».

6. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 106 του Ν.Δ. 118/1973 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:«Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και κατά τη μεταγραφή της αποδοχής κληρονομιάς».

7. Στο άρθρο 42 του Ν.Δ. 118/1973 προστίθεται παράγραφος 5, η οποία έχει ως εξής:«5. Σε περίπτωση επανάληψης ή διόρθωσης συμβολαίου δωρεάς εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου του Α.Ν. 1521/1950, όπως θεσπίστηκαν με την παράγραφο 4 του άρθρου 24 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄)».

Άρθρο 7
Φορολογία ακίνητης περιουσίας
Για τον υπολογισμό του φόρου ακίνητης περιουσίας των ακινήτων των οποίων αναμορφώθηκαν οι αντικειμενικές τιμές μέσα στο έτος 1990, λαμβάνονται για τη φορολογική δήλωση του 1991 εκείνες που ίσχυαν πριν από την αναμόρφωση.
Άρθρο 8
Φορολογία αυτόματου υπερτιμήματος

1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:γ) Ως τιμή κτήσης θεωρείται η αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίσθηκε με εφαρμογή των διατάξεων για την επιβολή του φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή του φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, στην οποία προστίθεται και ο αναλογών σ΄ αυτή φόρος μεταβίβασης (Φ.Μ.Α.), ανεξαρτήτως της αιτίας κτήσης του ακινήτου».

2. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 καταργείται.

3. Η πρώτη περίοδος του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 2 του Ν. 1882/1990, λογιζομένου μετά την κατάργηση του δεύτερου ως τρίτου, αντικαθίσταται ως εξής:973 (ΦΕΚ 202

«Για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές, στις οποίες το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους εφαρμόσθηκε μετά το έτος 1985, ως αξία κτήσης λαμβάνεται η καθοριζόμενη με το αντικειμενικό σύστημα κατά την πρώτη εφαρμογή του στην περιοχή των ακινήτων, η οποία τιμαριθμοποιείται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1. Για ακίνητα των λοιπών περιοχών, όπου κατά το χρόνο πώλησης του ακινήτου δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα ή τούτο εφαρμόσθηκε κατά το προηγούμενο της πώλησης έτος, ο φόρος αυτόματου υπερτιμήματος υπολογίζεται σε ποσοστό επί του αναλογούντος στην αξία πώλησης Φ.Μ.Α., ο οποίος ορίζεται σε: γα) 5%, προκειμένου για αγροτικά ακίνητα, εφ΄ όσον αυτά δεν βρίσκονται, είτε μερικώς είτε ολικώς, μέσα σε ζώνη ακτίνας 500 μέτρων από το χειμέριο κύμα και γβ) 10%, προκειμένου για αστικά ακίνητα και για τα εξαιρούμενα από την προηγούμενη περίπτωση».

4. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:«Ομοίως απαλλάσσεται από το φόρο η μεταβίβαση με επαχθή αιτία μεταφερόμενου, κατά τις διατάξεις του Ν. 880/1979, συντελεστή δόμησης».

5. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής:«στ) Σε περίπτωση διανομής, ανταλλαγής ή συνένωσης ακινήτων δεν οφείλεται φόρος αυτόματου υπερτιμήματος. Αν όμως προκύπτει διαφορά μεταξύ ιδανικής και φυσικής μερίδας και γι΄ αυτήν καταβάλλεται τίμημα, οφείλεται φόρος, ο οποίος υπολογίζεται σε ποσοστό 10% επί του φόρου μεταβίβασης που αναλογεί στη διαφορά αυτή».

6. Οι διατάξεις της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), όπως προστέθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 7 του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄), αντικαθίστανται ως εξής:«στ. μεταβιβάσεις ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου, που γίνονται σε εκτέλεση εργολαβικού προσυμφώνου, το οποίο καταρτίστηκε μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1990».

7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:«4. Ο φόρος καταβάλλεται εξ ολοκλήρου με την υποβολή της δήλωσης υπεραξίας και πριν από την κατάρτιση του μεταβιβαστικού συμβολαίου, αν δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Αν ο φόρος υπερβαίνει το ποσό αυτό καταβάλλεται σε τρεις (3) ισόποσες διμηνιαίες δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης εντός του επόμενου από την υποβολή της δήλωσης διμήνου.

Ειδικώς στις περιπτώσεις των εργολαβικών προσυμφώνων, για τα οποία ορίζει η περίπτωση ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του παρόντος, ο φόρος που προκύπτει περιορίζεται στο μισό, αν το ακίνητο στο οποίο ανεγείρεται η οικοδομή με το σύστημα της αντιπαροχής, αποκτήθηκε με γονική παροχή ή αιτία θανάτου ή δωρεάς από σύζυγο ή τέκνα του κληρονομουμένου ή δωρητή».

8. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:«Στις δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δεν περιλαμβάνονται δαπάνες συνήθους συντήρησης του ακινήτου».

9. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 16 του Ν. 1882/1990 αντικαθίσταται, ως εξής:«δ. από την πώληση οικοπέδου, οικίας ή διαμερίσματος για την απόκτηση του οποίου έτυχε απαλλαγής από το φόρο ως πρώτης κατοικίας, με την προϋπόθεση ότι το τίμημα της μεταβίβασης θα διατεθεί ολόκληρο, μέσα σε τρία (3) χρόνια, για την αγορά οικοπέδου, οικίας ή διαμερίσματος ως πρώτης κατοικίας. Αν διατεθεί μέρος μόνο τούτου, δεν θα υπαχθεί σε φόρο το μέρος τούτο».

10. Οι διατάξεις των παραγράφων 6, 7, 8 και 9 ισχύουν από την έναρξη ισχύος του Ν. 1882/1990.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΜΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ
Άρθρο 9
Τροποποιήσεις διατάξεων του Ν. 1642/1986 και άλλων συναφών διατάξεων

1. Οι παράγραφοι 64α, 64α1, 64β, 64γ, 64δ και 64ε του Παραρτήματος ΙΙ/Α-ΑΓΑΘΑ του Ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α΄), όπως αυτές ισχύουν, καταργούνται και στη θέση τους τίθενται τρεις νέες παράγραφοι 64α, 64β και 64γ, οι οποίες έχουν ως εξής:«64α. Προϊόντα συμπύκνωσης, πολυσυμπύκνωσης και πολυπροσθήκης, τροποποιημένα ή μη, πολυμερισμένα ή μη, γραμμικά ή μη (φαινοπλάστες, αμινοπλάστες, αλκύδια, πολυεστέρες αλλυλικοί και άλλοι ακόρεστοι πολυεστέρες, σιλικόνες κλπ.).

– Προϊόντα πολυμερισμού και συμπολυμερισμού (πολυαιθυλένιο, πολυτετραλογοναιθυλένια, πολυϊσοβουτυλένιο, πολυστυρόλη, χλωριούχο πολυβινύλιο, οξικό πολυβινύλιο, χλωροξικό πολυβινύλιο και άλλα πολυβινυλικά παράγωγα, παράγωγα πολυακρυλικά και πολυμεθακρυλικά, ρητίνες κουμαροινδενίου, κ.λπ.).

– Αναγεννημένη κυτταρίνη. Νιτρικοί, οξικοί και άλλοι εστέρες της κυτταρίνης, αιθέρες και άλλα χημικά παράγωγα της κυτταρίνης, πλαστικοποιημένα ή μη (σελλοειδίνη και κολλόδια, κυτταρινοειδές, κλπ.), κυτταρίνη βουλκανισμένη.

– Λευκωματώδεις ύλες σκληρυμένες (σκληρυμένη καζεινη, σκληρυμένη ζελατίνα κ.λπ.).

– Ρητίνες φυσικές που έχουν τροποποιηθεί με λιώσιμο (γόμες λιωμένες), ρητίνες τεχνητές, που αποκτιούνται από εστεροποίηση φυσικών ρητινών ή ρητινικών οξέων (γόμες-εστέρες). Παράγωγα χημικά του φυσικού καουτσούκ (καουτσούκ χλωριωμένο, υδροχλωριωμένο,κυκλοποιημένο, οξειδωμένο, κ.λπ.).

– `Αλλα υψηλά πολυμερή, ρητίνες τεχνητές και πλαστικές ύλες τεχνητές, στα οποία περιλαμβάνονται και το αλγινικό οξύ, καθώς και τα άλατα και οι εστέρες αυτού. Λινοξύνη.

Όλα τα παραπάνω προϊόντα και ύλες των δασμολογικών κλάσεων ΕΧ 39.01, ΕΧ 39.02, ΕΧ 39.03, ΕΧ 39.04, ΕΧ 39.05 και ΕΧ 39.06, όταν παρουσιάζονται σε μια από τις παρακάτω μορφές:

– Σε υγρή ή πολτώδη μορφή, στις οποίες περιλαμβάνονται και τα γαλακτώματα, οι διασπορές και τα διαλύματα.

– Σε όγκους, τεμάχια, θρόμβους, μη συνεκτικές μάζες, κόκκους, νιφάδες, σκόνες (στις οποίες περιλαμβάνονται και οι σκόνες που πρόκειται να σχηματοποιηθούν με πίεση μέσα σε μήτρες «σκόνες για καλούπια»).

– Σε απορρίμματα, θραύσματα και ξέσματα τεχνουργημάτων.

64β. Πλαστικά φύλλα κατάλληλα για κάλυψη θερμοκηπίων (Δ.Κ. ΕΧ 39.02).

64γ. Τεχνητά έντερα (Δ.Κ. ΕΧ.39.03 και ΕΧ.39.04)».

2. Οι παράγραφοι 86α και 86β του Παραρτήματος ΙΙ/Α-ΑΓΑΘΑ του Ν. 1642/1986, όπως αυτές προστέθηκαν με τη διάταξη του εδαφίου δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Ν. 1892/1990, αντικαθίστανται ως εξής:«86α. Αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών και μονάδες (στοιχεία) αυτών. Μαγνητικές ή οπτικές διατάξεις ανάγνωσης, μηχανές εγγραφής πληροφοριών σε υπόθεμα με κωδικοποιημένη μορφή και μηχανές επεξεργασίας των πληροφοριών αυτών, που δεν κατονομάζονται ή δεν περιλαμβάνονται αλλού (Δ.Κ. 84 53).

86β. Ξεχωριστά τεμάχια και εξαρτήματα (άλλα από τα κιβώτια για τη μεταφορά, τα καλύμματα και τα παρόμοια) που αναγνωρίζονται ότι προορίζονται αποκλειστικά ή κύρια για τις μηχανές ή συσκευές της κλάσεως 84 53 (Δ.Κ. ΕΧ.84.55)..

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 1991.

3. Μετά την παράγραφο 87α του παραρτήματος ΙΙ/Α-ΑΓΑΘΑ του Ν. 1642/1986 τίθεται νέα παράγραφος 87β, η οποία έχει ως εξής:«87β. Συσκευές τηλεοράσεως κλειστού κυκλώματος καθώς και κάθε άλλου είδους οθόνες απεικόνισης (μόνιτορς), ανεξαρτήτως χρώματος εικόνας (Δ.Κ. ΕΧ 85.15)».

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:«Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου αυτής άρχεται από 1.1.1987».

5. Η παράγραφος 4 της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών Π 738/723/30.1.1987, που κυρώθηκε με το άρθρο 48 του Ν. 1731/1987 (ΦΕΚ 161 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Π 8499/4941/28.12.1987, που κυρώθηκε με το άρθρο 11 του Ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:«Κατ΄ εξαίρεση οι ανώνυμες εταιρίες υποχρεούνται να υποβάλλουν την προσωρινή δήλωση μόνο στην αρμόδια για την επιβολή του φόρου προστιθέμενης αξίας δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).

Επίσης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. υποβάλλονται και οι τροποποιητικές, ανακλητικές, με επιφύλαξη και εκπρόθεσμες προσωρινές δηλώσεις».

Άρθρο 10
Φόροι κατανάλωσης

1. Από το καθαρό βάρος των λιπαντικών ελαίων, που υπόκεινται στο φόρο κατανάλωσης, που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 57 του Ν. 12/1975 (ΦΕΚ 34 Α΄), όπως ισχύει, αφαιρείται το καθαρό βάρος των πρώτων και λοιπών υλών που χρησιμοποιήθηκαν και οι οποίες έχουν υπαχθεί προηγουμένως στο φόρο κατανάλωσης.Προκειμένου περί λιπαντικών παραγόμενων από αναγέννηση χρησιμοποιηθέντων ομοίων (καμένων) δεν αφαιρείται το βάρος των χρησιμοποιηθέντων.

2. Η κατά τα ανωτέρω αφαίρεση του βάρους των πρώτων και λοιπών υλών ενεργείται, ανεξάρτητα από το χρόνο χρησιμοποίησης τους, από το βάρος των υποκείμενων στο φόρο ειδών, κατά το μήνα της εισαγωγής ή αγοράς τους και, σε περίπτωση ανεπάρκειας για κάλυψη τους, από την πωλούμενη ποσότητα στους αμέσως επόμενους μήνες.
3. Το βάρος των πρώτων και λοιπών υλών που αφαιρέθηκαν σύμφωνα με τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, εφ΄ όσον οι ύλες αυτές πουλήθηκαν μεταγενεστέρως ή λόγω παύσης των εργασιών της επιχείρησης από οποιαδήποτε αιτία δεν χρησιμοποιήθηκαν, προστίθεται στο βάρος των υποκείμενων στο φόρο ειδών για το μήνα κατά τον οποίο πουλήθηκαν οι πρώτες και λοιπές ύλες ή διακόπηκαν οι εργασίες.
4. Η ισχύς των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού αρχίζει την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αφορά πρώτες και λοιπές ύλες, που η παράγουσα τα λιπαντικά επιχείρηση τις εισήγαγε ή τις αγόρασε στο εσωτερικό από την ίδια ημερομηνία.
5. Οι συσκευές τηλεοράσεως κλειστού κυκλώματος, καθώς και κάθε άλλου είδους οθόνες απεικόνισης (μόνιτορς), ανεξαρτήτως χρώματος εικόνας, της δασμολογικής κλάσης ΕΧ 85.15 του τελωνειακού δασμολογίου εισαγωγής έτους 1984, εξαιρούνται του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που προβλέπεται γι΄ αυτές από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α΄), όπως ισχύει.

6. Εξαιρούνται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης του Ν. 1477/1984 οι βάσεις αυτοκινήτων που προορίζονται αποκλειστικά για την κατασκευή αυτοκινήτων οχημάτων ειδικών χρήσεων.Οι όροι και οι προϋποθέσεις της παράδοσης και ο τρόπος διαπίστωσης της νόμιμης χρησιμοποίησης των παραπάνω βάσεων θα καθοριστούν με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 11
Ειδικός φόρος διαφημίσεων
1. Ο ειδικός φόρος, που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 1326/1983 (ΦΕΚ 19 Α΄), για τις διαφημίσεις που προβάλλονται από την τηλεόραση, επιβάλλεται, αντί της ονομαστικής τιμολογιακής τιμής, στην αξία της διαφήμισης. Στην αξία αυτήν. καθώς και στην αξία, στην οποία υπολογίζεται ο φόρος των διαφημίσεων, που γίνονται από το ραδιόφωνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α΄), δεν περιλαμβάνεται το ποσό του αγγελιόσημου.
2. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Άρθρο 12
Έλεγχος δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 50 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:«3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αρχές, οι κανόνες, ο τρόπος, τα κριτήρια, τα στοιχεία και γενικά οι διαδικασίες και επαληθεύσεις που πρέπει να ακολουθούνται κατά τον έλεγχο των δηλώσεων, ο οποίος προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής».

2. Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 του άρθρου 50 του Ν.Δ. 3323/1955 καταργούνται, οι δε παράγραφοι 7, 8, 9 και 10 του άρθρου αυτού αριθμούνται ως παράγραφοι 4, 5, 6 και 7.
3. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 4, όπως αριθμήθηκε με την προηγούμενη παράγραφο, καταργείται και οι περιπτώσεις β΄ και γ΄ αριθμούνται ως περιπτώσεις α΄ και β΄.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5, όπως αριθμήθηκε με την προηγούμενη παράγραφο 2, αντικαθίσταται ως εξής:«Τα δικαιώματα ελέγχου, που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 4, έχουν και οι επιθεωρητές των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών».

5. Στο άρθρο 50 του Ν.Δ. 3323/1955 προστίθενται παράγραφοι 8 και 9, που έχουν ως εξής:«8. Από τις ανέλεγκτες δηλώσεις, των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του Ν.Δ. 3323/1955, ελέγχονται υποχρεωτικά και κατά προτεραιότητα οι δηλώσεις με τα μεγαλύτερα εισοδήματα.

Στις περιπτώσεις που δεν καθίσταται εφικτός ο έλεγχος των υπόλοιπων δηλώσεων μέχρι να συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής, οι δηλώσεις αυτές περαιώνονται με έλεγχο, που καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

9. Ο υπόχρεος προ της έκδοσης του φύλλου ελέγχου ή της πράξης μπορεί να λάβει γνώση του αποτελέσματος του ελέγχου της παρ. 3 του άρθρου αυτού και να υποβάλει αρχική ή συμπληρωματική δήλωση. Στην περίπτωση αυτήν οι προβλεπόμενες κατά φορολογικό αντικείμενο προσαυξήσεις ή πρόστιμα μειώνονται στο 1/5 για υποθέσεις οικονομικού έτους 1991 και παλαιότερον».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Άρθρο 13
Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, τελών και λοιπών εσόδων του Δημοσίου

1. Η επιστροφή του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων που προκύπτει από την εκκαθάριση της οικείας αρχικής ή συμπληρωματικής δήλωσης από το Κέντρο Πληροφορικής του Υπουργείου Οικονομικών (ΚΕ.Π.Υ.Ο.), γίνεται μέσω τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων με την πίστωση έντοκων λογαριασμών των δικαιούχων (όψεως, ταμιευτηρίου ή τρεχούμενων), που δηλώνονται με την υποβολή της σχετικής δήλωσης ή με πίστωση άτοκων, μεταβατικών (προσωρινών) λογαριασμών, που θα δημιουργηθούν δυνάμει του παρόντος με βάση τον αριθμό φορολογικού μητρώου, για τους δικαιούχους που δεν δηλώνουν λογαριασμό.Οι τράπεζες ή τα πιστωτικά ιδρύματα θα μεταφέρουν τα επιστρεπτέα ποσά σε πίστωση των έντοκων ή άτοκων μεταβατικών (προσωρινών) λογαριασμών των δικαιούχων, αφού προηγουμένως πιστωθούν από την Τράπεζα της Ελλάδος, σε βάρος του λογαριασμού του Δημοσίου, που τηρείται σ΄ αυτή, βάσει ειδικών εντολών του Υπουργού Οικονομικών ή του εξουσιοδοτουμένου απ΄ αυτόν οργάνου. Από την επόμενη ημέρα της πίστωσης των λογαριασμών είναι πληρωτέο το ποσό στους δικαιούχους, οι οποίοι και θα ενημερώνονται σχετικά από το ΚΕ.Π.Υ.Ο..

Οι συμμετέχουσες στη διαδικασία τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα δεν θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και ευθύνονται μόνο για τυχόν λάθη από δική τους υπαιτιότητα.

Η εμφάνιση των σχετικών πληρωμών στη δημόσια ληψοδοσία θα πραγματοποιείται από τον υπόλογο συμψηφισμών της αρμόδιας δ/νσης του Υπουργείου Οικονομικών.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι τράπεζες και τα πιστωτικά ιδρύματα που θα συμμετέχουν στη διαδικασία της επιστροφής του φόρου εισοδήματος, οι όροι συμμετοχής τους, ο χρόνος και ο τρόπος πίστωσης των λογαριασμών των δικαιούχων και της μεταφοράς των Επιστρεφόμενων ποσών στις τράπεζες και τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διαδικασίας που καθιερώνεται με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται το κατώτατο όριο του επιστρεπτέου ποσού, καθώς και ο τρόπος πληρωμής των εκκρεμών υποθέσεων επιστροφής φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 1990 και προγενεστέρων.

3. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να επεκτείνεται, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και για την επιστροφή άλλων φόρων, τελών και λοιπών εσόδων του Δημοσίου, που έχουν καταβληθεί αχρεώστητα.
4. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1.4.1991, οπότε και καταργείται ο Ν. 277/1976 (ΦΕΚ 54 Α΄) και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις αυτού.
Άρθρο 14
Ρύθμιση χρεών οφειλετών σεισμόπληκτων περιοχών Νομών Πέλλας και Κιλκίς
1. Χρέη προς το Δημόσιο, καθώς και τρίτων που συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται μ΄ αυτά, που έγιναν ληξιπρόθεσμα μέχρι 31.12.1990 και οφείλονται από μόνιμους κατοίκους ή επιχειρήσεις, που έχουν την έδρα τους ή την κύρια εγκατάσταση τους στις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος περιοχές των Νομών Πέλλας και Κιλκίς, που επλήγησαν από τους σεισμούς του μηνός Δεκεμβρίου 1990, ρυθμίζονται μαζί με τις προσαυξήσεις τους και τις λοιπές επιβαρύνσεις που αναλογούν σ΄ αυτά μέχρι την ίδια ημερομηνία και καταβάλλονται σε σαράντα οκτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση της ρύθμισης πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα, οι δε υπόλοιπες την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών. Το ποσό της δόσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) δραχμών.

2. Οι περιοχές αυτές είναι για το Νομό Πέλλας:α) Στην Επαρχία Έδεσσας ο Δήμος Έδεσσας με τους οικισμούς του και οι Κοινότητες `Αγρας, Καρυδιάς, Προφήτη Ηλία και Σωτήρα.

β) Στην Επαρχία Αλμωπίας ο Δήμος Αριδαίας με τους οικισμούς του και οι Κοινότητες Αλώρου, Αρχαγγέλου, Αψάλου, Βορεινού, Δωροθέας, Εξαπλατάνου, Θηριόπετρας, Θεοδωρακείου, Κωνστάντιας, Λουτρακίου, Λυκοστόρου, Μεγαπλατάνου, Μηλέας, Νερόμυλων, Ξιφιανής, Όρμας, Περίκλειας, Πλυκαρπίου, Προμάχων, Πιπεριών, Σαρακηνών, Σώσανδρας – Τσάκων, Φιλώπειας, Φούστανης και Χρύσης.

γ) Στην Επαρχία Γιαννιτσών οι Κοινότητες Λάκκας, Δροσερού, Καλής, Αμπελειών, Ανύδρου, Αξού και ο οικισμός του Δήμου Γιαννιτσών Λεπτοκαρυάς και για τον Νομό Κιλκίς:

α) Ολόκληρη η Επαρχία Παιονίας,

β) Στην Επαρχία Κιλκίς οι οικισμοί Ευζώνων, Πευκοδάσους, Μικροδάσους, Πλατανιάς, Μεταμόρφωσης, Ποντοηράκλειας και Λιμνοτόπου.

3. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτήν είναι ηκατάθεση αίτησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση νόμου αυτού και η καταβολή της πρώτης δόσης μέχρι την οριζόμενη, στην παράγραφο 1 του παρόντος, προθεσμία.
4. Εξαιρούνται από την ρύθμιση αυτήν τα χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός, τα τελωνειακά έσοδα, τα χρέη από λαθρεμπόρια, τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων και τα χρέη από συμβάσεις, εκτός των δανείων που έχουν χορηγηθεί με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Η παράλειψη καταβολής δύο συνεχών δόσεων της ρύθμισης έχει συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος που παρέχεται με την παρούσα και για το υπόλοιπο ποσό των χρεών, που είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση, υπολογίζονται οι νόμιμες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Το ολικό ποσό της καθυστερούμενης δόσης επιβαρύνεται με προσαύξηση τρία τοις εκατό (3%).
6. Η παραγραφή των χρεών, που θα υπαχθούν στη ρύθμιση αυτήν, αναστέλλεται για ολόκληρο το χρονικό διάστημα της ρύθμισης, ανεξάρτητα αν ο οφειλέτης θα είναι συνεπής ή όχι στις δόσεις που καθορίζονται με αυτή. Μετά τη λήξη της αναστολής της παραγραφής, αυτή δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα εξάμηνο.
7. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την εξασφάλιση και είσπραξη των χρεών που ρυθμίζονται εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την εξόφληση τους. Εξαιρετικά αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών ή ακινήτων καθώς και η προβλεπόμενη από το άρθρο 25 του Ν. 1882/1990 ποινική δίωξη, εφ΄ όσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση. Η συμμόρφωση του οφειλέτη, όσον αφορά την αναστολή των μέτρων αυτών, διαπιστώνεται με την καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης.
8. Δεν αναστέλλονται οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων. Τα ποσά που αποδίδονται από τις κατασχέσεις αυτές, από κατάταξη του Δημοσίου σε πλειστηριασμό, καθώς και οι απαιτήσεις των οφειλετών, που έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους και προέρχονται από επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων ή τελών, συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης.
9. Ποσά των χρεών που ρυθμίζονται, τα οποία έχουν καταβληθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή, δεν γεννούν απαιτήσεις κατά του Δημοσίου για επιστροφή ή συμψηφισμό αυτών με τις δόσεις της ρύθμισης.
10. Με την παρούσα ρύθμιση δεν θίγονται φορολογικές ή άλλες διατάξεις που προβλέπουν την καταβολή της οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων.

11. Χρέη προς το Δημόσιο βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα μέχρι 31.12.1990 και προέρχονται από δάνεια που είχαν χορηγηθεί με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε επαγγελματοβιοτέχνες του Νομού Αττικής, για την αποκατάσταση των ζημιών που είχαν υποστεί από τις πλημμύρες της 2ας Νοεμβρίου 1977, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε σαράντα οκτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς να υπολογίζονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Η πρώτη δόση της ρύθμισης πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι δε υπόλοιπες την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών. Το ποσό της δόσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών.Εξαιρούνται από τη ρύθμιση αυτή χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 έως 10 του παρόντος άρθρου.

12. Χρέη προς το Δημόσιο και προς τρίτους, που συμβεβαιώνονται και συνειπράττονται μ΄ αυτά, που έγιναν ληξιπρόθεσμα μέχρι 31.12.1990 και οφείλονται από μόνιμους κατοίκους ή επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους ή την κύρια εγκατάσταση τους στις περιοχές που ορίζονται στο τέλος της παραγράφου αυτής, οι οποίες επλήγησαν από τους σεισμούς του μηνός Ιουνίου 1990 και τις πλημμύρες της 28ης Οκτωβρίου και 16ης Νοεμβρίου 1990, ρυθμίζονται μαζί με τις προσαυξήσεις τους και λοιπές επιβαρύνσεις που αναλογούν σ΄ αυτά μέχρι την ίδια ημερομηνία και καταβάλλονται σε σαράντα οκτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις.Η πρώτη δόση της ρύθμισης πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι δε υπόλοιπες την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών.

Το ποσό της δόσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών.

Οι περιοχές που επλήγησαν είναι:

α) Από το Νομό Πρεβέζης οι περιοχές που έχουν οριοθετηθεί με την πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου αριθμ. 74/1990 (ΦΕΚ 90 Α΄).

β) Από το Νομό Αργολίδας: Ο Δήμος `Αργους και οι Κοινότητες:

Αγίου Νικολάου, Αλέας, Αχλαδόκαμπου, Γυμνού, Δαλαμανάρας, Ελληνικού, Εξοχής, Καρυάς, Καπαρελλίου, Κεφαλαρίου, Κιβερίου, Λύρκειας, Μύλων, Νέας Κίου, Σκαφιδακίου, Σκοτεινής.

γ) Από το Νομό Αρκαδίας: Οι Δήμοι: `Αστρους και Λεωνιδίου και οι Κοινότητες: Αγίας Σοφίας, Αγίου Ανδρέα, Αγίου Βασιλείου, Αγίου Γεωργίου, Αγίου Πέτρου, Δολιανών, Ελαιοχωρίου, Ελάτου, Καράτουλα.

Καστανίτσας, Καστρίου, Κορακοβουνίου, Κοσμά, Κουτρούφων, Μελιγούς, Μεσορράχης, Νέας Χώρας, Ξηροπήγαδου, Παλαιοχωρίου, Παράλιου `Αστρους, Πέρα Μελάνων, Πελετών, Περδικόβρυσης, Πηγαδίου, Πλατάνας, Πλατανακίου, Πλάτανου, Πουλίθρων, Πραγματευτής, Πραστού, Σαπουνακαίικων, Σίταινας, Στόλου, Τσιταλίων, Τυρού, Χάραδρου, Ωριάς και ο οικισμός Τημενίου της Κοινότητας Βερβένων.

5) Από το Νομό Ηλείας ο Δήμος του Βαρθολομιού.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 10 του παρόντος άρθρου.

13. Χρέη προς το Δημόσιο και προς τρίτους, που συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται με αυτά, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων μέχρι 31.1.1991 και οφείλονται από επαγγελματίες ή επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους ή την κύρια εγκατάστασή τους στο κέντρο της πόλης των Αθηνών και που υπέστησαν υλικές ζημιές από τα γεγονότα που έγιναν στην ίδια πόλη το μήνα Ιανουάριο 1991, ρυθμίζονται μαζί με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν σ΄ αυτά μέχρι την ίδια ημερομηνία μειωμένες κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και καταβάλλονται σε σαράντα οχτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις.Η πρώτη δόση των οφειλών που ρυθμίζονται πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού οι δε υπόλοιπες δόσεις την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 10 του παρόντος άρθρου, με την πρόσθετη υποχρέωση κατάθεσης από τον ενδιαφερόμενο βεβαίωσης της Νομαρχίας Αθηνών, ότι υπέστη ζημίες από τα γεγονότα αυτά.

Άρθρο 15
Αναβίωση δικαιώματος ρύθμισης χρεών οφειλετών σεισμόπληκτων περιοχών
1. Οφειλέτες του Δημοσίου, οι οποίοι είχαν ρυθμίσει τα χρέη τους σε δόσεις σύμφωνα με τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών 2066054/17.8.1989 και 2062621/27.7.1989, όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις αποφάσεις 2072221/12.9.1989, 2076289/29.9.1989 και 2066053/18.8.1989, που κυρώθηκαν με το άρθρο 51 του Ν. 1882/1990, καθώς και την απόφαση 2018632/8.3.1990, που κυρώθηκε με το άρθρο 108 του Ν. 1892/1990 και απώλεσαν το ευεργέτημα της ρύθμισης, λόγω μη καταβολής δύο συνεχών μηνιαίων δόσεων, μπορούν να επανακτήσουν το ευεργέτημα της ρύθμισης αυτής, με την προϋπόθεση ότι, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, θα καταβάλλουν όλες τις απαιτητές δόσεις της ρύθμισης με προσαύξηση τρία τοις εκατό (3%) κατά μήνα καθυστέρησης καταβολής της κάθε δόσης, όπως είχε καθοριστεί η προθεσμία καταβολής τους με τις παραπάνω αποφάσεις.
2. Οι ρυθμίσεις που έγιναν με τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αποφάσεις δεν θίγουν φορολογικές ή άλλες διατάξεις που προβλέπουν την καταβολή της οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων.
3. Οφειλέτες του Δημοσίου που είχαν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στις ρυθμίσεις των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος του άρθρου και δεν έκαναν χρήση του ευεργετήματος αυτού, μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις των σχετικών αποφάσεων, με την προϋπόθεση ότι θα καταθέσουν αίτηση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και θα καταβάλουν όλες τις απαιτητές δόσεις των ρυθμίσεων μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επομένου μήνα από την κατάθεση της αίτησης με προσαύξηση τρία τοις εκατό (3%) κατά μήνα καθυστέρησης καταβολής της κάθε δόσης, όπως είχε καθοριστεί η προθεσμία καταβολής τους με τις παραπάνω αποφάσεις.
Άρθρο 16
Απαιτήσεις επιχειρήσεων από επιστροφές φόρων, τελών κ.λπ.
Η διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 1239/1982 (ΦΕΚ 35 Α΄), που αναφέρεται στον υποχρεωτικό συμψηφισμό των εκκαθαρισμένων οφειλών του Δημοσίου προς επιχειρήσεις με οφειλές αυτών προς το Ι.Κ.Α., δεν ισχύει για εκκαθαρισμένες απαιτήσεις των επιχειρήσεων από επιστροφές αχρεωστήτως εισπραχθέντων φόρων, εξακολουθεί όμως να ισχύει για όλες τις λοιπές οφειλές του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένων και των εξαγωγικών επιτοκίων.
Άρθρο 17
1. Συνιστώνται δύο νέα κρατικά λαχεία, με την επωνυμία «Στιγμιαίο Κρατικό Λαχείο» και «Στεγαστικό Κρατικό Λαχείο», το καθαρό προϊόν των οποίων περιέρχεται στο Δημόσιο και αποτελεί έσοδο αυτού.
2. Με προεδρικά δια/γματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Επιτροπής Διοίκησης ΚρατικώνΛαχείων (Ε.Δ.Κ.Λ.), καθορίζεται ο κανονισμός διαχείρισης και λειτουργίας των λαχείων της παραγράφου 1. Με τα ίδια διατάγματαεπιτρέπεται η παροχή εξουσιοδότησης στον Υπουργό Οικονομικών, όπως, με  αποφάσεις του, που θα δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζει τα ειδικότερα τεχνικά ή λεπτομερειακά θέματα “οργάνωσης”,
διαχείρισης και λειτουργίας των λαχείων αυτών. Ειδικώς για το Στιγμιαίο  Κρατικό Λαχείο, με τα διατάγματα της παραγράφου αυτής μπορεί να προβλέπεται η ανάθεση της διαχείρισης και λειτουργίας του σε ιδιωτικό φορέα, μετά από πλειοδοτική δημοπρασία.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 12 παρ.παρ. 3 του Ν. 1967/1991 (Α` 149).

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Ν. 973/1979 (ΦΕΚ 226 Α΄) προστίθεται εδάφιο δ΄ ως εξής:«δ. Να μεταβιβάζει στους κατόχους αρμοδίως κληρουμένων λαχνών την κυριότητα ακινήτων του Δημοσίου, που προορίζονται από την Εταιρία ή άλλους φορείς διαχείρισης τους προς εξυπηρέτηση του Στεγαστικού Κρατικού Λαχείου. Το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στην αγοραία αξία των ακινήτων αυτών θα καταβάλλεται στην Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου από τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων, για τη διαχείριση του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος. Οι μεταβιβάσεις αυτές απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων (Φ.Μ.Α.) και κάθε άλλο φόρο, τέλος ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων και άμισθων υποθηκοφυλάκων περιοριζόμενων στο μισό. Κατά την κατάρτιση των μεταβιβαστικών συμβολαίων δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου».

4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 110 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄) προστίθεται εδάφιο τρίτο, το οποίο έχει ως εξής:«Κατ΄ εξαίρεση, σε περίπτωση ανοίγματος χρηματοκιβωτίων που βρίσκονται σε περιοχές των Δ.Ο.Υ. των Νομαρχιών Αθηνών, Πειραιά, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής παρίσταται ο προϊστάμενος της καθ΄ ύλην αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή ο νόμιμος αντιπρόσωπος τούτου».

5. Οι διατάξεις των άρθρων 58, 59 και 60, 91, 92, 93, 94, 95, 96, 97 και 98 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄) εφαρμόζονται αναλόγως και στα λαχεία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 18
Πληρωμή τόκων υπερημερίας

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:«Αν η πληρωμή του καθυστερήσει πέρα από ένα μήνα από τη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου ή μελετητή, οφείλεται αυτοδικαίως τόκος υπερημερίας ίσος με τα ογδόντα πέντε εκατοστά (85%) του τόκου των εξαμηνιαίων έντοκων γραμματίων του Δημοσίου και ο ανάδοχος ή ο μελετητής μπορεί να διακόψει τις εργασίες αφού κοινοποιήσει στη διευθύνουσα υπηρεσία ειδική έγγραφη δήλωση».

Άρθρο 19
Οργανωτικά – διαδικαστικά θέματα
1. Οι επιθεωρητές του Υπουργείου Οικονομικών εξομοιούνται με προϊσταμένους επιπέδου διεύθυνσης αναφορικά με την καταβολή του επιδόματος θέσης.

2. Η ΥΠ.Ε.Δ.Α. Αθηνών και τα παραρτήματα αυτής εποπτεύονται από επιθεωρητές των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.Οι επιθεωρητές αυτοί, κατά το χρόνο που εποπτεύουν την ΥΠ.Ε.Δ.Α. και τα παραρτήματα αυτής, δικαιούνται κάθε τυχόν αποζημίωση, που καταβάλλεται στους προϊσταμένους της ΥΠ.Ε.Δ.Α..

3. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 32 του Ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:«Στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) Α΄ τάξεως, καθώς και στις τελωνειακές αρχές Α΄ τάξεως, στις οποίες προβλέπονται επτά (7) τμήματα και πάνω, όπως αυτές έχουν καθοριστεί με το Π.Δ. 551/1988 (ΦΕΚ 259 Α΄) και στην ΥΠ.Ε.Λ.Α. Αθηνών συνιστάται μία (1) θέση αναπληρωτή προϊσταμένου.

Ο αναπληρωτής προϊστάμενος δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (ΔΟΥ) τελωνείων και της ΤΠ.Ε.Λ.Α. Αθηνών εξομοιούται με προϊστάμενο διεύθυνσης αναφορικά με την καταβολή του επιδόματος θέσης».

4. Η Υπηρεσία Εντελλομένων Εξόδων στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ασκεί όλες τις αρμοδιότητες των αντίστοιχων υπηρεσιών των λοιπών υπουργείων, για τις οποίες προβλέπει το άρθρο 43 του Π.Δ. 284/1988 (ΦΕΚ 128 Α΄). Εξαιρούνται οι αρμοδιότητες εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής των δαπανών της Ελληνικής Αστυνομίας, που πραγματοποιούνται σε βάρος της οικείας πάγιας προκαταβολής.Κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής, καταργείται.

Άρθρο 20
Αμοιβή μελών κ.λπ. επιτροπών διαγωνισμών

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών, καθορίζεται κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων αποζημίωση για τους προέδρους, τα μέλη, τους γραμματείς και τους βοηθούς γραμματείς των επιτροπών διαγωνισμών ή επιλογών προσωπικού στο δημόσιο τομέα, καθώς και για τους ειδικούς εισηγητές, τους βαθμολογητές, τους αναβαθμολογητές, τους επόπτες κτιρίων, τους υπευθύνους αιθουσών, τους επιτηρητές, τους χειριστές μηχανημάτων, τους συνδέσμους, τους γιατρούς, τους επιστάτες, τις καθαρίστριες και το λοιπό προσωπικό, που με οποιονδήποτε τρόπο μετέχει στις ανωτέρω διαδικασίες.Η διάταξη αυτή ισχύει από 20.11.1990.

Άρθρο 21
Στέγαση Υπουργού και Γενικού Γραμματέα Αιγαίου
Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 39 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α) και του άρθρου 7 του Ν. 1900/1990 (ΦΕΚ 125 Α΄) έχουν εφαρμογή και για τον Υπουργό και Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Αιγαίου.
Άρθρο 22
Τρόπος εξαίρεσης φορέων από το δημόσιο τομέα
1. Η έξοδος φορέων από το δημόσιο τομέα, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 30 του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄), μπορεί να είναι ολική ή μερική και γίνεται μόνο με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου.
2. Με τον τρόπο που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο μπορεί να επαναφερθεί, ολικά ή μερικά, στο δημόσιο τομέα φορέας που βγήκε αυτόν.
3. Όσες οργανωτικές ή άλλες διατάξεις, που αναφέρονται γενικά ή ειδικά στους φορείς που βγαίνουν από το δημόσιο τομέα και αφορούν στην έγκριση από οποιαδήποτε, ατομικά ή συλλογικά, κυβερνητικά ή άλλα κρατικά όργανα, αποφάσεων για προμήθειες, κάθε φύσης συμβάσεις και γενικά δαπάνες ή άλλες ενέργειες της διοίκησης των φορέων τούτων, καταργούνται από την έξοδο των φορέων αυτών από το δημόσιο τομέα, εκτός αν με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 του παρόντος προβλεφθεί, ολικά ή μερικά, κάτι άλλο.
Άρθρο 23
Έννοια διάταξης για αύξηση κεφαλαίου της Α.Τ.Ε.
Η αληθής έννοια της διάταξης του άρθρου 26 παρ. 3 εδ. β΄ του Ν. 1914/1990 είναι ότι η παραπομπή, που γίνεται με τη διάταξη αυτή στο άρθρο 25 του ίδιου νόμου, αναφέρεται μόνο στο εδάφιο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού και όχι στις λοιπές διατάξεις του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
Άρθρο 24
Κύρωση αποφάσεων

1. Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου, από τότε που εκδόθηκαν, οι 1082131/1486/Α0012 από 14 Νοεμβρίου 1990, 1083419/1065 από 20 Νοεμβρίου 1990, 2079427/1125/20/0016 από 14 Δεκεμβρίου 1990, 1002784/7/Α0012 από 4 Ιανουαρίου 1991, 1011233/108/Α0012 από 31 Ιανουαρίου 1991, 1011241/101/Α0013 από 31 Ιανουαρίου 1991 και 2066052 από 9 Αυγούστου 1989 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες έχουν ως εξής:

«α) Αρ.Πρωτ. 1082131/1486/Α0012

Αθήνα 14 Νοεμβρίου 1990

ΘΕΜΑ: Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την ανάγκη περαίωσης των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φόρου εισοδήματος και συναφών φορολογικών αντικειμένων των επιτηδευματιών, για την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου και για να μπορέσουν οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες να ανταποκριθούν πληρέστερα στο έργο της συστηματικής παρακολούθησης και του ελέγχου της εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας από τους επιτηδευματίες.

2. Την ανάγκη περιορισμού των φορολογικών υποθέσεων, οι οποίες εκκρεμούν στα Διοικητικά Δικαστήρια, χωρίς να ζημιώνεται το Δημόσιο.

3. Την ανάγκη εφαρμογής στην πράξη της αρχής ότι οι υποβαλλόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και οι αγορές και τα ακαθάριστα έσοδα που δηλώνονται από τους επιτηδευματίες είναι ειλικρινείς, εφ΄ όσον δεν έχουν διαπιστωθεί φορολογικές παραβάσεις, προκειμένου να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των φορολογουμένων προς την Πολιτεία.

4. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους επιτηδευματίες για την εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων, χωρίς την επιβολή κυρώσεων.

5. Τα υποβληθέντα σχετικά αιτήματα από εκπροσώπους παραγωγικών τάξεων και μεμονωμένους φορολογουμένους πολίτες και επιχειρήσεις.

6. Την ανάγκη επαναφοράς του χρόνου παραγραφής στην πενταετία.

7. Την έλλειψη του αναγκαίου ελεγκτικού προσωπικού των Δ.Ο.Υ.

8. Τη δυνατότητα συστηματικότερου ελέγχου των σοβαροτέρων επιχειρήσεων με την αποδέσμευση προσωπικού.

Αποφασίζουμε

Καθορίζουμε προαιρετική ρύθμιση για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών συναφών φορολογικών αντικειμένων των επιτηδευματιών, την περαίωση εκκρεμών υποθέσεων στα διοικητικά δικαστήρια και την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων χωρίς την επιβολή κυρώσεων, όπως ακολούθως:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΠΕΡΑΙΩΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1 Υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση

1. Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται οι υποθέσεις των επιτηδευματιών οι οποίοι, κατά τις ανέλεγκτες χρήσεις:

α) Δεν είχαν υποχρέωση από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων τήρησης βιβλίων.

β) Είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. και τήρησαν βιβλία Α΄ ή Β΄ ή Γ ή Δ΄ κατηγορίας.

γ) Είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. να τηρήσουν και δεν τήρησαν βιβλία της προσήκουσας κατηγορίας

2. Στη ρύθμιση υπάγονται οι ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων ως ακολούθως:

α) Των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιτηδευματιών με βιβλία πρώτης κατηγορίας Κ.Φ.Σ. που τα ακαθάριστα έσοδα τους δεν ξεπερνούν το όριο τήρησης βιβλίων πρώτης κατηγορίας Κ.Φ.Σ. ή εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία Κ.Φ.Σ. ανεξαρτήτου ύψους ακαθαρίστων εσόδων, καθώς και των επιχειρήσεων που δεν είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. τήρησης βιβλίων.

β) Των χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων των επιτηδευματιών με βιβλία Δεύτερης, Τρίτης και Τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ.

γ) Των χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων των επιτηδευματιών που είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. να τηρήσουν και δεν τήρησαν βιβλία της προσήκουσας κατηγορίας.

δ) Των χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων των επιτηδευματιών με βιβλία Πρώτης κατηγορίας εάν η πρώτη χρήση έναρξης των εργασιών τους είναι ανέλεγκτη και κατ΄ αυτήν ή σε κάποια μεταγενέστερη τα ακαθάριστα έσοδα υπερέβησαν το όριο τήρησης βιβλίων Πρώτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ..

ε) Των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιχειρήσεων και επαγγελμάτων που οι συνολικές εκροές τους απαλλάσσονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας (άρθρο 18 Ν. 1642/1986).

στ) Των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιχειρήσεων που αποκλειστικά ανήκουν στα ειδικά καθεστώτα Φ.Π.Α, καπνοβιομηχανικών προϊόντων και πετρελαιοειδών.

Καθόσον αφορά τις επιχειρήσεις με βιβλία Γ΄ και Δ΄ κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., που έκλεισαν διαχείριση στις 30 Ιουνίου 1986, στη ρύθμιση υπάγονται οι υποθέσεις των χρήσεων 1.7.1985 – 30.6.1986 και παλαιοτέρων.

3. Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις όλων των επιτηδευματιών, ανεξάρτητα αν έχουν διαπιστωθεί σε βάρος τους οποιουδήποτε είδους παραβάσεις του Κ.Φ.Σ. ή εάν έχουν υπαχθεί σε δειγματοληπτικό έλεγχο βάσει των αποφάσεων που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 1563/1985 και ανεξάρτητα με τον τρόπο περαίωσης της τελευταίας ελεγμένης χρήσης, καθώς και οι δηλώσεις υπό επιφύλαξη εφ΄ όσον δι΄ αυτών δεν αμφισβητείται το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων και καθαρών κερδών.

Επίσης στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται σαν ειλικρινείς και οι εκκρεμείς υποθέσεις των επιτηδευματιών κατά των οποίων εκδόθηκαν αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Φ.Σ. και οι οποίοι δικαιώθηκαν ουσία εξ ολοκλήρου από το Διοικητικό Πρωτοδικείο έστω και αν εκκρεμεί έφεση στο Διοικητικό Εφετείο του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ.. Στην περίπτωση αυτή παύει η συνέχιση της υπόθεσης στο εφετείο, εκτός αν ήδη κατά την έκδοση της παρούσας έχει συζητηθεί.

4. Οι επιχειρήσεις, των οποίων το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων κάθε ανέλεγκτης χρήσης δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών δισεκατομμυρίων (3.000.000.000) δρχ.. Αν τα ακαθάριστα έσοδα ορισμένων από τις ανέλεγκτες χρήσεις υπερβαίνουν το ποσό των τριών δισεκατομμυρίων δρχ., η υπόθεση υπάγεται στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης, εφ΄ όσον από την διαίρεση των ακαθαρίστων εσόδων δια του αριθμού των δηλουμένων προς περαίωση ανέλεγκτων χρήσεων για τις οποίες θα υποβληθούν συμπληρωματικές δηλώσεις σύμφωνα με όσα ορίζονται με την απόφαση αυτή, προκύπτει μέσος όρος μέχρι τριών δισεκατομμυρίων δραχμών.

5. Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται και υποθέσεις για τις οποίες έχουν υποβληθεί δηλώσεις:

α) σύμφωνα με την με αριθμό 670/ΠΟΛ. 17/20.1.1988 απόφασης μας και για τις οποίες λόγω μη συμπτώσεως των απόψεων Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. και υπόχρεου έχουν ασκηθεί από τον τελευταίο προσφυγές οι οποίες εκκρεμούν στα Διοικητικά Πρωτοδικεία,

β) υποθέσεις οι οποίες εκκρεμούν στην Επιτροπή την προβλεπόμενη από το άρθρο 8 της με αριθμό 1105134/9050/0009/3.10.89 ΠΟΛ. 1227 απόφαση μας και

γ) υποθέσεις οι οποίες έχουν εξαιρεθεί των ρυθμίσεων των προηγουμένων αποφάσεων των περιπτώσεων α΄ και β΄ λόγω μη συμπτώσεως των απόψεων Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. και υποχρέου η οποία θα διαπιστωθεί μέχρι την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας ισχύος της παρούσας.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις, εφ΄ όσον ο υπόχρεος επιθυμεί να υπαχθεί στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης, υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση Ν. 1599/1986 με την οποία δηλώνει ότι παραιτείται της προσφυγής ή ότι δεν επιθυμεί την εξέταση της υπόθεσης από την Επιτροπή.

Οι υπεύθυνες δηλώσεις αυτές διαβιβάζονται αμέσως με την υποβολή τους στο Διοικητικό Πρωτοδικείο ή στην Επιτροπή για την παύση της εξέτασης της υπόθεσης.

Άρθρο 2

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

Από τις ρυθμίσεις της αποφάσεως αυτής εξαιρούνται:

1. Υποθέσεις επιτηδευματιών για τις οποίες έχουν εκδοθεί φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων και δεν έχουν κοινοποιηθεί ή έχουν κοινοποιηθεί και εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών Αρχών ή των Διοικητικών Δικαστηρίων.

2. Υποθέσεις επιτηδευματιών για τις οποίες έχουν κατασχεθεί ανεπίσημα βιβλία και στοιχεία και δεν έχει αρχίσει η επεξεργασία τους ή δεν έχει ολοκληρωθεί ή έχει ολοκληρωθεί και έχει διαπιστωθεί φοροδιαφυγή.

3. Αν κατά την διάρκεια της ισχύος της παρούσας υποβληθεί τρόπο ποιητική ή ανακλητική δήλωση για οποιοδήποτε αντικείμενο.

4. Υποθέσεις για τις οποίες κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής έχει γίνει έναρξη τακτικού ελέγχου που συνεχίζεται κατά την ημέρα ενάρξεως ισχύος της παρούσας. Δεν θεωρείται έναρξη ελέγχου όταν έχει γίνει θεώρηση των βιβλίων και δεν έχουν γίνει άλλες ελεγκτικές επαληθεύσεις, ή έχει παύσει η συνέχιση του πέραν του εξαμήνου πριν από την ημέρα υπογραφής της παρούσης.

5. Υποθέσεις των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα υπερβαίνουν κατά χρήση το ποσό των τριών δισεκατομμυρίων δραχμών, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του προηγουμένου άρθρου.

6. Υποθέσεις επιτηδευματιών, των οποίων τα καθαρά κέρδη υπολογίζονται με βάση το άρθρο 36α του Ν.Δ. 3323/1955.

7. Υποθέσεις με βιβλία πρώτης κατηγορίας Κ.Φ.Σ. που έκαναν έναρξη εργασιών από 1 Ιανουαρίου 1987 και μετά.

8. Υποθέσεις για τις οποίες έχουν υποβληθεί συμπληρωματικές δηλώσεις με τις υπ΄ αριθμ. 670/88 και 1105134/9050/0009/89 Αποφάσεις μας και δεν έχουν εκκαθαριστεί λόγω φόρτου εργασίας των Φοροτεχνικών Υπηρεσιών.

Άρθρο 3

Περαίωση Υποθέσεων με βιβλία Πρώτης Κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων με βιβλία επαρκή και ακριβή

Η περαίωση των ανωτέρω υποθέσεων γίνεται με την καταβολή φόρου εισοδήματος για κάθε χρήση, επί πλέον του καταβληθέντος με τη δήλωση που υποβλήθηκε, ο οποίος υπολογίστηκε ανάλογα με τις αγορές, τους ισχύοντες συντελεστές καθαρού κέρδους, τα προκύπτοντα καθαρά κέρδη και την φορολογική κλίμακα κάθε χρήσης.

Το ποσό του φόρου θα καταβάλλεται με βάση τον παρακάτω ΠΙΝΑΚΑ Νο 1, ανάλογα με το συντελεστή καθαρού κέρδους και τις αγορές.

Προκειμένου για τις χρήσεις 1984 και παλαιότερες, που ίσχυε ανώτερος και κατώτερος συντελεστής καθαρού κέρδους, για την ένταξη των επιχειρήσεων στα κλιμάκια των κατωτέρω πινάκων, θα λαμβάνεται υπόψη ο κατώτερος συντελεστής.

Σε περίπτωση που μία υπόθεση κατά τα άνω δεν μπορεί να καταταγεί σε συγκεκριμένο ή παρεμφερή συντελεστή καθαρού κέρδους, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της κατηγορίας επαγγέλματος. Για τις χρήσεις 1984 και παλαιότερες ο μέσος όρος αφορά τον κατώτερο συντελεστή μεταξύ κατωτάτου και ανωτάτου της κατηγορίας.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 1

ΒΙΒΛΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Κ.Φ.Σ.

ΚΛΙΜΑΚΙΑ ΥΨΟΥΣ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΘΕ ΥΨΟΥΣ ΑΓΟΡΕΣ

Αριθμός περιπτώσεωνΚλιμάκια Συντελεστών Κ.Κέρδουςμέχρι 5.000.000 Φόρος5.000.00110.000.000 Φόρος10.000.00114.000.000 Φόροςπάνω από 14.000.0001 και ανά 10.000.000 ή κλάσμα αυτών Φόρος
123456
11-510.00015.00020.00020.000
26-1015.00022.00030.00010.000
311 -2020.00030.00040.00010.000
421 -3030.00045.00060.00015.000
531 `Ανω40.00060.00080.00020.000

Σε επιχειρήσεις, που βάσει των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. τηρούν βιβλία πρώτης κατηγορίας και έχουν αγορές πάνω από 14.000.000 κατά χρήση, στη στήλη 5 του πίνακα προστίθενται ανάλογα τα ποσά της στήλης 6 ανά 10.000.000 αγορές ή και κλάσμα των 10.000.000.

Άρθρο 4 Περαίωση υποθέσεων με βιβλία Δεύτερης Κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. χρήσεως 1986 και παλαιοτέρων με βιβλία επαρκή και ακριβή.

Η περαίωση των ανωτέρω υποθέσεων γίνεται με τον τρόπο που ορίζεται στο προηγούμενο άρθρο 3 για τις επιχειρήσεις με βιβλία Α΄ κατηγορίας με βάση τον κατωτέρω ΠΙΝΑΚΑ 2.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 2

ΒΙΒΛΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Κ.Φ.Σ.

ΑριθμόςκλιμακίωνΚλιμάκιαΜοναδικών

Συντ/στών Κ.Κ.

Μέχρι 10 εκ.Φόρος10-14εκ.

Φόρος

14-20 εκΦόρος20-28εκ.

Φόρος

28-40εκ.

Φόρος

Πάνω από 40.000.000ανά 10.000.000

ή κλάσμα αυτών

Φόρος

`123456
12

3

4

5

6

7

8

1 – 56-10

11 -20

21 -30

31 -40

41 -50

51 -60

61 `Ανω

15.00020.000

25.000

30.000

40.000

50.000

60.000

70.000

20.00030.000

35.000

40.000

55.000

70.000

85.000

100.000

30.00040.000

50.000

60.000

80.000

100.000

120.000

140.000

40.00055.000

70.000

85.000

115.000

140.000

170.000

200.000

60.00080.000

100.000

120.000

160.000

200.000

200.000

200.000

15.00025.000

20.000

30.000

35.000

35.000

40.000

40.000

Σε επιχειρήσεις, που βάσει των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας και έχουν ακαθάριστα έσοδα πάνω από 40.000.001 κατά χρήση, στη στήλη 5 του πίνακα προστίθενται ανάλογα τα ποσά της στήλης 6 ανά 10.000.000 ή κλάσμα των 10.000.000.

Υπολογισμός φόρου για κάθε ανέλεγκτη χρήση (δήλωση) σε συνδυασμό με τα παραπάνω κλιμάκια Μοναδικών Συντελεστών Καθαρού Κέρδους και ύψος ακαθάριστων εσόδων επί πλέον του καταβληθέντος φόρου βάσει της αρχικής δήλωσης.

Άρθρο 5

Περαίωση υποθέσεων χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων με βιβλία Γ΄ και Δ΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. με ακαθάριστα έσοδα μέχρι τρία δισεκατομμύρια δραχμές με βιβλία επαρκή – ακριβή.

Οι ανωτέρω υποθέσεις περαιώνονται με τους πιο κάτω δύο τρόπους κατ΄ επιλογή των επιτηδευματιών. Ο τρόπος που θα επιλεγεί θα ισχύει για την περαίωση όλων των εκκρεμών χρήσεων.

ΠΡΩΤΟΣ ΤΡΟΠΟΣ

1. Προσδιορισμός των καθαρών κερδών με βάση το συντελεστή καθαρού κέρδους της τελευταίας οριστικής χρήσης των επιχειρήσεων που έχουν υποστεί έλεγχο τακτικό ή προσωρινό ανεξάρτητα με τον τρόπο που έχει οριστικοποιηθεί.

Ο προσδιορισμός των καθαρών κερδών των ανέλεγκτων χρήσεων των ανωτέρω επιχειρήσεων θα γίνεται με τον πολλαπλασιασμό των ακαθάριστων εσόδων που δηλώθηκαν σε κάθε χρήση με το συντελεστή καθαρού κέρδους της τελευταίας περαιωμένης χρήσης.

Σε περίπτωση που κατά την οριστική χρήση χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικοί συντελεστές καθαρού κέρδους, κατά κατηγορία εσόδων, οι συντελεστές αυτοί εφαρμόζονται για τις ίδιες κατηγορίες εσόδων ανέλεγκτων χρήσεων.

Αν τα καθαρά κέρδη που δηλώθηκαν σε μια χρήση είναι μεγαλύτερα από αυτά που προκύπτουν με τον ανωτέρω τρόπο η υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΡΟΠΟΣ

2. Προσδιορισμός των καθαρών κερδών με την προσθήκη λογιστικών διαφορών στα δηλωθέντα καθαρά κέρδη.

Για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων με τον ανωτέρω τρόπο τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται με την προσθήκη λογιστικών διαφορών στα καθαρά κέρδη που δηλώθηκαν.

Οι λογιστικές διαφορές υπολογίζονται με τη χρήση συντελεστή επί τοις εκατό (%) στα ακαθάριστα έσοδα που δηλώθηκαν, το ύψος του οποίου ορίζεται με βάση το μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους του επαγγέλματος του ως ακολούθως:

Μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους

Ποσοστό λογιστικών διαφορών

1 – 5%

0,50%

6 – 10%

0,75%

11 – 15%

1,00%

16 – 20%

1,50%

21 – 30%

2,00

31 – 40%

3 %

41 – 50%

4 %

51 -60%

5 %

61 και άνω

6 %

Οι μοναδικοί συντελεστές λαμβάνονται όπως ισχύουν κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης.

Εάν δεν προβλέπεται συγκεκριμένος ή παρεμφερής συντελεστής καθαρού κέρδους, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της κατηγορίας επαγγελμάτων στην οποία μπορεί να καταταγεί το επάγγελμα.

3. Στα αποτελέσματα που προκύπτουν με τους πιο πάνω τρόπους προσθέτονται και τα έσοδα των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄, της παραγρ. 1 του άρθρου 36 του Ν.Δ. 3323/1955.

4. Περαίωση υποθέσεων επιχειρήσεων που δηλώνουν ζημιές.

Στις επιχειρήσεις που σε ορισμένες ή σε όλες τις ανέλεγκτες χρήσεις δήλωσαν ζημιές, οι οποίες προκύπτουν από τη δραστηριότητα τους στις χρήσεις αυτές, ο προσδιορισμός των αποτελεσμάτων γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους.

Στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις επιλέξουν την περαίωση των υποθέσεων τους σύμφωνα με όσα ορίζονται ανωτέρω στην παράγραφο 2 και αν μετά την προσθήκη των λογιστικών διαφορών στη ζημία που δηλώθηκε προκύπτει πάλι ζημία, το υπόλοιπο τούτο ζημίας μεταφέρεται προς συμψηφισμό στα επόμενα έτη κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

5. Για τις υποθέσεις αυτές τα αποτελέσματα κάθε ανέλεγκτης χρήσης κρίνονται χωριστά.

6. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις στα ποσά των επί πλέον δηλούμενων καθαρών κερδών δεν υπολογίζονται αφορολόγητες κρατήσεις.

Άρθρο 6 Περαίωση υποθέσεων επιτηδευματιών με παραβάσεις του Κ.Φ.Σ.

1. Οι υποθέσεις των επιτηδευματιών σε βάρος των οποίων έχουν διαπιστωθεί παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Φ.Σ., που καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Κώδικα αυτού, περαιώνονται κατά κατηγορία βιβλίων ως εξής:

α) Ο φόρος των κλιμακίων των επιτηδευματιών με βιβλία της πρώτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., που προβλέπεται από το άρθρο 3 της παρούσας, προσαυξάνεται κατά ποσοστό 15% για βιβλία ανεπαρκή και 30% για βιβλία ανακριβή.

β) Ο φόρος των κλιμακίων των επιτηδευματιών με βιβλία της δεύτερης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., που προβλέπεται από το άρθρο 4 της παρούσας, προσαυξάνεται κατά ποσοστό 15% για βιβλία ανεπαρκή και κατά ποσοστό 30% για βιβλία ανακριβή.

γ) Προκειμένου για βιβλία τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., ο συντελεστής καθαρού κέρδους της οριστικής χρήσης ή οι λογιστικές διαφορές που προβλέπονται κατά περίπτωση από το άρθρο 4 για τους επιτηδευματίες με βιβλία τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., προσαυξάνονται κατά ποσοστό 15%, για βιβλία ανεπαρκή και κατά ποσοστό 30% για βιβλία ανακριβή.

2. Για την εφαρμογή και μόνο των διατάξεων του άρθρου τούτου θεωρούνται τα βιβλία:

α) Ανακριβή, όταν υπάρχουν παραβάσεις του Κ.Φ.Σ. από τις οποίες προκύπτουν αποκρύψεις αγορών, αποκρύψεις πωλήσεων, αποκρύψεις εσόδων δηλαδή:

αα) μη έκδοση και μη λήψη τιμολογίου αγοράς

ββ) μη έκδοση τιμολογίου πωλήσεως

γγ) μη έκδοση αποδείξεως λιανικής πωλήσεως

δδ) μη έκδοση τιμολογίου παροχής υπηρεσιών

εε) μη έκδοση αποδείξεως παροχής υπηρεσιών.

β) Ανεπαρκή, σε όλες τις υπόλοιπες παραβάσεις του Κ.Φ.Σ..

3. Κατά τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών των υποθέσεων της περιπτώσεως γ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και εφ΄ όσον η επιχείρηση επιλέξει τον τρόπο περαίωσης με λογιστικές διαφορές, εφ΄ όσον υπάρχουν ποσά που προκύπτουν από τις παραβάσεις της περιπτώσεως α΄ της προηγούμενης παραγράφου 2 προστίθενται ολόκληρα στις λογιστικές διαφορές, θεωρούμενα παράλληλα και σαν ακαθάριστα έσοδα προστιθέμενα στα δηλωθέντα τοιαύτα. Εάν επιλέξει τον πρώτο τρόπο προστίθενται στα ακαθάριστα έσοδα.

Άρθρο 7 Περαίωση υποθέσεων χρήσεων 1989 και παλαιότερων επαγγελμάτων, όπως προβλέπονται ανωτέρω στις περιπτώσεις ε΄ και στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης.

1) Με βιβλία Α΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ.

Ισχύουν όσα αναφέρονται παραπάνω στα άρθρα 3 και 6 της παρούσας απόφασης.

2) Με βιβλία Β΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. με βιβλία επαρκή και ακριβή. Η περαίωση των υποθέσεων τούτων γίνεται με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης με βάση τον κατωτέρω ΠΙΝΑΚΑ.

ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 2

ΒΙΒΛΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Κ.Φ.Σ.

ΚΛΙΜΑΚΙΑ ΥΨΟΥΣ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΚΑΘΕ ΧΡΗΣΗΣ

Αρ.ΠεριπτώσεωνΚλιμάκιαΜοναδ.

Συντ/στών

Κ.

Κέρδους

Μέχρι 10 εκΦόρος10-14 εκ.Φόρος14-20εκ.

Φόρος

20-28εκ.

Φόρος

28-40εκ.

Φόρος

40-50εκ.

Φόρος

50-64εκ.

Φόρος

64-80εκ.

Φόρος

πάνω από 80.000.000και ανά

10.000.000

ή κλάσμα

αυτών

Φόρος

123456789
12

3

4

5

6

7

8

1- 56-10

11-20

21 -30

31 -40

41 -50

51 -60

61 `Ανω

15.00020.000

25.000

30.000

40.000

50.000

60.000

70.000

20.00030.000

35.000

40.000

55.000

70.000

85.000

100.000

30.00040.000

50.000

60.000

80.000

100.000

120.000

140.000

40.00055.000

70.000

85.000

115.000

140.000

170.000

200.000

60.00080.000

100.000

120.000

160.000

200.000

200.000

200-000

65.00085.000

115.000

150.000

180.000

200.000

200.000

200.000

80.000105.000

140.000

190.000

200.000

200.000

200.000

200.000

100.000130.000

175.000

200.000

200.000

200.000

200.000

200.000

15.00025.000

20.000

30.000

35.000

35.000

40.000

40.000

Σε επιχειρήσεις, που βάσει των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας και έχουν ακαθάριστα έσοδα πάνω από 80.000.001 κατά χρήση, στη στήλη 8 του πίνακα προστίθενται ανάλογα τα ποσά της στήλης 9 ανά 10.000.000 ή κλάσμα των 10.000.000.

Υπολογισμός φόρου για κάθε ανέλεγκτη χρήση (δήλωση) σε συνδυασμό με τα παραπάνω κλιμάκια Μοναδικών Συντελεστών Καθαρού Κέρδους και ύψος ακαθάριστων εσόδων επί πλέον του καταβληθέντος φόρου βάσει της αρχικής δήλωσης.

3) Με βιβλία Β΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. με βιβλία ανεπαρκή η ανακριβή. Ισχύουν όσα αναφέρονται ανωτέρω στο άρθρο 6 της παρούσας απόφασης.

4) Με βιβλία Γ΄ ή Δ΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. με βιβλία επαρκή και ακριβή.

Ισχύουν όσα αναφέρονται ανωτέρω στο άρθρο 5.

5) Με βιβλία Γ΄ ή Δ΄ κατηγορίας Κ.Φ.Σ. με βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή.

Ισχύουν όσα αναφέρονται ανωτέρω στο άρθρο 6 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 8 Περαίωση υποθέσεων χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων επιτηδευματιών των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης.

Η περαίωση των ανωτέρω υποθέσεων γίνεται ως ακολούθως:

α) Των υποθέσεων των επιτηδευματιών που είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. να τηρήσουν και δεν τήρησαν βιβλία της προσήκουσας κατηγορίαςκατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο 6 της παρούσας και ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων Κ.Φ.Σ. που έπρεπε να τηρούν σύμφωνα με το δηλούμενο ύψος ακαθάριστων εσόδων.

β) Των υποθέσεων των επιτηδευματιών της περιπτώσεως δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της παρούσας σύμφωνα με τον πίνακα 1 του άρθρου 3 της παρούσας, εφαρμοζομένων εάν συντρέχει περίπτωση και των διατάξεων του άρθρου 6 περίπτωσης 1α.

Άρθρο 9Ειδικές ρυθμίσεις

1. Υποθέσεις, που περαιώνονται κατά τη διαδικασία της παρούσας απόφασης με το χαρακτηρισμό των βιβλίων και στοιχείων σαν ανεπαρκών ή ανακριβών, έχουν όλες τις συνέπειες της ανεπάρκειας και ανακρίβειας των βιβλίων και στοιχείων εκτός των συνεπειών του Κ.Φ.Σ., των ποινικών κυρώσεων και των αφορολόγητων κρατήσεων παραγωγικών επενδύσεων όταν τα βιβλία κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή, που προβλέπονται για τις περιπτώσεις αυτές από τις κείμενες διατάξεις.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου:

α) Για παραγωγικές επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και ελεγχθεί σε προηγούμενες χρήσεις, η έκπτωση της αφορολόγητης κράτησης θα γίνεται για το ποσό που αναλογεί στο ύψος της επένδυσης που έχει αναγνωρισθεί.

β) Για επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στις διαχειρίσεις που περαιώνονται με την απόφαση αυτή θα γίνεται η έκπτωση των αφορολόγητων ποσών που δηλώθηκαν και οι επενδύσεις αυτές θα αποτελέσουν αντικείμενο ειδικού ελέγχου μέχρι τη διενέργεια του οποίου η υπόθεση δεν οριστικοποιείται.

3. Αν στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) υπάρχουν στοιχεία για επιδοτήσεις,

επιστροφές από τέλη χαρτοσήμου, δασμούς, φόρους ή οικονομικές ενισχύσεις γενικά, λόγω εξαγωγικής δραστηριότητας, τα στοιχεία αυτά πρέπει να επαληθεύονται από τα συμπληρωματικά στοιχεία της δήλωσης ή από τον ισολογισμό ή τη λογιστική κατάσταση ή από την ανάλυση του λογαριασμού αποτελέσματα χρήσης.

Σε περίπτωση που η επαλήθευση αυτή δεν μπορεί να γίνει από τα πιο πάνω στοιχεία της δήλωσης, θα προσκομίζονται τα τηρηθέντα βιβλία, στα οποία είναι καταχωρισμένες οι σχετικές εγγραφές. Στις περιπτώσεις που από την επαλήθευση αυτή διαπιστωθεί η μη καταχώριση ή η ανακριβής καταχώριση στα βιβλία των ανωτέρω εσόδων έχουν εφαρμογή τα ακόλουθα:

α) Οι υποθέσεις των επιτηδευματιών με βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. περαιώνονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 της απόφασης αυτής.

β) Προκειμένου για υποθέσεις των επιτηδευματιών με βιβλία τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., τα κέρδη που προκύπτουν με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 της απόφασης αυτής προσαυξάνονται με τα ποσά των ανωτέρω εσόδων που δεν έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία.

4. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας, ο χαρακτηρισμός των βιβλίων και στοιχείων σαν ανεπαρκών ή ανακριβών, καθώς και τα αποτελέσματα κάθε ανέλεγκτης διαχείρισης κρίνονται χωριστά.

Κατ΄ εξαίρεση, παραβάσεις μιας ανέλεγκτης χρήσης λαμβάνονται υπόψη για την επόμενη ανέλεγκτη χρήση, αν αυτές θίγουν το κύρος των βιβλίων και στοιχείων της επόμενης διαχειριστικής περιόδου.

5. Με εξαίρεση τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, η περαίωση των υποθέσεων γίνεται χωρίς να προηγηθεί έλεγχος στα βιβλία και στοιχεία του επιτηδευματία ή στα στοιχεία του ΚΕ.Π.Υ.Ο..

6. Αν με βάση τις ρυθμίσεις της παρούσας προκύπτουν καθαρά κέρδη μικρότερα από αυτά που δηλώθηκαν, τα ποσά που δηλώθηκαν στα αντίστοιχα οικονομικά έτη κρίνονται ειλικρινή.

7. Στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης υπάγονται και οι υποθέσεις των επιτηδευματιών στις οποίες έχει γίνει προσωρινός έλεγχος του άρθρου 15 του Ν. 1563/1985 και έχει οριστικοποιηθεί το σχετικό φύλλο ελέγχου, εφ΄ όσον δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 2 αυτής.

Στις περιπτώσεις αυτές για να περαιωθεί η υπόθεση πρέπει οι υπόχρεοι να υποβάλουν συμπληρωματική δήλωση με βάση τα δηλωθέντα με την αρχική δήλωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 της απόφασης και να δηλώσουν τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν, κατά περίπτωση, συμφωνά με τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής. Αν τα ποσά, που προκύπτουν με την εφαρμογή των ρυθμίσεων της απόφασης αυτής, είναι μικρότερα από τα οριστικά του προσωρινού φύλλου ελέγχου, η συμπληρωματική δήλωση κρίνεται ειλικρινής και το προσωρινό φύλλο ελέγχου καθίσταται οριστικό.

8. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 51 του Ν.Δ. 3323/1955 εφαρμόζονται ανάλογα για τις υποθέσεις που περαιώνονται με τις πιο πάνω διαδικασίες.

Νέα στοιχεία αποτελούν και όσα δεν είχαν περιέλθει σε γνώση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. κατά την περαίωση της υποθέσεως και αφορούν τα περαιωμένα με την παρούσα απόφαση έτη.

9. Για τις υποθέσεις μέχρι και του έτους 1986 που περαιώνονται με την απόφαση αυτήν, οι επιτηδευματίες δεν έχουν υποχρέωση να διαφυλάττουν τα φορολογικά στοιχεία παρά μόνο τα υπό του Κ.Φ.Σ. προβλεπόμενα βιβλία.

10. Στις επιχειρήσεις που δεν θα υποβάλουν ειδικές δηλώσεις για την περαίωση των υποθέσεων με την παρούσα απόφαση, θα ενεργηθεί φορολογικός έλεγχος.

Άρθρο 10 Υποχρεώσεις επιτηδευματιών

1. Με βάση τα όσα αναφέρονται στα προηγούμενα άρθρα της απόφασης αυτής ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία ή κοινωνία του Αστικού Δικαίου, που επιθυμεί να υπαχθεί στις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής, πρέπει να υποβάλει στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. μέχρι 31 Ιανουαρίου 1991 ειδική δήλωση για την εφαρμογή της απόφασης αυτής, που θα παρέχεται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.).

2. Ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. παραλαμβάνει την ανωτέρω δήλωση αφού διαπιστώσει ότι μεταξύ των στοιχείων της και εκείνων της αρχικής δεν υπάρχουν ασυμφωνίες αριθμητικών ή άλλων δεδομένων και ότι τα δεδομένα της δήλωσης αυτής είναι σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

Σε αντίθετη περίπτωση επιστρέφει τη δήλωση με τις αναγκαίες υποδείξεις για την ορθή συμπλήρωση της.

3. Η δήλωση υποβάλλεται από τον ίδιο το φορολογούμενο ή από νόμιμα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο και πάντως αποκλείεται η αποστολή της δια της ταχυδρομικής οδού. Η δήλωση δεν ανακαλείται.

4. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος εμμένει στην υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης μη ορθά συμπληρωμένης, τότε ο αρμόδιος προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. εξαιρεί την αντίστοιχη υπόθεση από τη ρύθμιση και επί του σώματος της αναγράφει την ένδειξη «Εξαιρείται από τη ρύθμιση» και διατυπώνει σύντομη αιτιολογία.

5. Ο επιτηδευματίας, εφ΄ όσον αποδεχθεί τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής, μπορεί να περαιώσει όλες ή ορισμένες από τις ανέλεγκτες συνεχείς χρήσεις, κατά σειρά από την πρώτη ανέλεγκτη χρήση, που έχουν τις προϋποθέσεις και μπορούν να περαιωθούν με την απόφαση αυτή.

6. Για την περαίωση των υποθέσεων σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις της παρούσας, οι επιτηδευματίες υποχρεούνται να δηλώσουν, με υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986, την κατηγορία των βιβλίων που τήρησαν κατά τις ανέλεγκτες χρήσεις ή είχαν υποχρέωση και δεν τήρησαν βιβλία.

Στην ίδια δήλωση πρέπει να δηλώσουν ότι τα δεδομένα των βιβλίων και στοιχείων μεταφέρθηκαν επακριβώς στα υποβληθέντα κατά έτος έντυπα συμπληρωματικών στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΧΩΡΙΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΕΒΑΛΑΝ ΔΗΛΩΣΕΙΣ Η ΥΠΕΒΑΛΑΝ ΑΝΑΚΡΙΒΕΙΣ Η ΕΛΛΙΠΕΙΣ

Άρθρο 11 Περιπτώσεις υποβολής δηλώσεων

1. Υπόχρεοι, οι οποίοι, μέχρι την έκδοση της παρούσας, δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, για την καταβολή των φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου που εμφανίζονται στα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία τους και αναφέρονται στις πιο κάτω περιπτώσεις:

α) φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι και το ημερολογιακό έτος 1989 και για τις παρακάτω φορολογίες μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 1990,

β) φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 29 του Ν. 542/1977, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17 και 18 του Ν. 1249/1982 και της υπουργικής απόφασης Ε. 2665/1988,

γ) φόρου κύκλου εργασιών,

δ) φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου κατανάλωσης Ν.Δ. 3829/1958 και φόρου κατανάλωσης, στις κηρώδεις ύλες Ν. 4324/1963, στα απορρυπαντικά άρθρο 4 Α.Ν. 156/1967, στα φορτηγά αυτοκίνητα Ν. 1223/1981, όπως ισχύουν και μετά την ενοποίηση των φόρων κατανάλωσης και πολυτελείας άρθρο 3 Ν.1477/1984,

ε) φόρου κατανάλωσης στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται, διασκευάζονται ή συναρμολογούνται στο εσωτερικό Ν. 363/1976, στα λιπαντικά έλαια άρθρο 57 Ν. 12/1975, στα ελαφρά και μέσα έλαια Ν.216/1975, όπως ισχύουν,

στ) φόρου κατανάλωσης στις ανυψωτικές συσκευές (ΑΣΨΕΝΣ ΕΘΡΣ) άρθρο 65 Ν. 542/1977 και φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα μισθώματα δρομώνων ίππων άρθρο 58 Ν. 1249/1982 όπως ισχύει σήμερα,

ζ) φόρου που επιβάλλονταν στα κέντρα διασκέδασης και κέντρα πολυτελείας Ν.Δ. 254/1973 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,

η) τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή,

θ) φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις,

ι) φόρων άρθρου 5 του Α.Ν. 843/1948,

ία) εισφορά υπέρ Ο.Γ.Α. – δήμων και κοινοτήτων του άρθρου 10 του Ν. 4169/1961, καθώς και εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α, του εδαφίου β΄ της περίπτωσης Ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961, όπως ισχύει,

ιβ) φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) Ν. 1642/1986,

ιγ) φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών συναλλαγών Ν. 1676/1986 και

ιδ) αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων άρθρου 32 Ν.Δ. 3323/55.

ιέ) Οποιουδήποτε άλλου φόρου τέλους εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α΄ έως και ιδ΄ μπορούν να υποβάλλουν στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομικό έφορο) μέχρι 31 Ιανουαρίου 1991 σχετική αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογή στις υποθέσεις των φορολογουμένων στους οποίους έχουν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις, φύλλα ελέγχου κ.τ.λ. μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας.

3. Κατά την υποβολή των δηλώσεων που προβλέπονται από την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 41 του Ν. 820/1978 προκειμένου για τις αιτήσεις που υποβάλλονται για την έκδοση των οικείων πιστοποιητικών. κατά το χρόνο ισχύος της παρούσας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΓΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ

Άρθρο 12

1. Με την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, περαιώνονται υποχρεωτικά και οι υποθέσεις των λοιπών φορολογιών.

2. Για την περαίωση των λοιπών φορολογιών εξακριβώνεται αν έχουν οι σχετικές δηλώσεις υποβληθεί βάσει των δεδομένων της αρχικής δήλωσης και των επισυναπτομένων σ΄ αυτή συμπληρωματικών στοιχείων. Σε περίπτωση που δεν διαπιστωθούν διαφορές οι υποβληθείσες δηλώσεις περαιώνονται ως ειλικρινείς.

3. Όταν διαπιστωθεί ότι δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις για την καταβολή των λοιπών φορολογιών ή έχουν υποβληθεί ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις με βάση τα δεδομένα των αρχικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και των συμπληρωματικών στοιχείων, αναζητούνται οφειλόμενοι φόροι, τέλη κ.τ.λ.

4. Τα ακαθάριστα έσοδα που δηλώθηκαν λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες.

5. Όπου στις λοιπές φορολογίες συντρέχει περίπτωση έκπτωσης αξίας πρώτων υλών κ.τ.λ., λαμβάνεται υπόψη η αξία που προκύπτει τις υποβληθείσες δηλώσεις αυτών των φορολογιών.

Αν δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις για τις λοιπές φορολογίες ή αν από υποβληθείσες δεν προκύπτει η αξία των πρώτων υλών κλπ. που εκπέσθηκαν, στις περιπτώσεις αυτές γίνεται έλεγχος των σχετικών δικαιολογητικών.

6. Κατά την καταβολή των λοιπών φόρων με την παραπάνω διαδικασία υπόχρεος απαλλάσσεται από πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή άλλη κύρωση.

7. Ο καταλογισμός των φόρων, τελών ή εισφορών που οφείλονται θα γίνεται με πράξη ή φύλλο ελέγχου του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. που θα τροποποιείται κατάλληλα.

Στην πράξη ή στο φύλλο ελέγχου θα σημειώνεται συνοπτικά η φορολογητέα ύλη που υπάγεται στις λοιπές φορολογίες και που προκύπτει από την αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, που υπέβαλε ο υπόχρεος και δεν αμφισβητείται.

Η σημείωση αυτή στην οποία, εκτός από τη φορολογητέα ύλη θα αναγράφονται και οι σχετικές διατάξεις που υπάγονται τα ακαθάριστα έσοδα στις λοιπές φορολογίες με υπογραφή του υπαλλήλου και του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., επέχει θέση έκθεσης ελέγχου.

Με τις πράξεις ή φύλλα ελέγχου που θα εκδοθούν καταλογίζονται νόμιμες προσαυξήσεις ή πρόστιμα, τα οποία σε περίπτωση συμβιβασμού διαγράφονται.

8. Στις υποθέσεις και περαιώθηκαν με οποιαδήποτε απόφαση μας αναζητούνται και οι λοιποί φόροι, τέλη, εισφορές κλπ. με βάση τα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίστηκαν. Ο καταλογισμός των λοιπών φορολογιών που οφείλονται γίνονται με πράξη ή φύλλο ελέγχου του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.. Με τις πράξεις ή φύλλα ελέγχου καταλογίζονται οι νόμιμες προσαυξήσεις ή πρόστιμα τα οποία σε περίπτωση συμβιβασμού διαγράφονται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Άρθρο 13 Διαδικασία παραλαβής και εκκαθάρισης των δηλώσεων

Οι δηλώσεις, που θα υποβληθούν από τους επιτηδευματίες, παραλαμβάνονται από τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) και καταχωρίζονται σε ειδικό βιβλίο χωριστά κατά κατηγορία βιβλίων Κ.Φ.Σ. που τηρήθηκαν. Στο βιβλίο αναγράφονται τα βασικά στοιχεία κάθε υπόθεσης, αύξων αριθμός, ονοματεπώνυμο ή τίτλος επιχείρησης, διεύθυνση και επάγγελμα και ο αριθμός των ανέλεγκτων χρήσεων για τις οποίες υποβάλλονται συμπληρωματικές δηλώσεις.

2. Μετά την καταχώριση στο βιβλίο, οι δηλώσεις παραδίδονται στους υπαλλήλους κατά σειρά καταχωρίσεως, οι οποίοι θα υπογράφουν σε ειδική στήλη του βιβλίου και θα προβαίνουν στις παρακάτω ενέργειες.

α) Θα συσχετίσουν τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν με τις αρχικές των ανέλεγκτων χρήσεων.

β) Θα ελέγξουν εάν οι δηλώσεις που υποβλήθηκαν έχουν συμπληρωθεί σωστά με τα στοιχεία των αρχικών δηλώσεων και σε περίπτωση διαπιστώσεως λάθους θα αναγράφουν στην ειδική δήλωση τα πραγματικά στοιχεία.

γ) θα προβούν με δική τους ευθύνη σε προσεκτικό έλεγχο σε όλα τα αρχεία της Δ.Ο.Υ., εάν υπάρχουν παραβάσεις στις ανέλεγκτες χρήσεις για τις οποίες υποβλήθηκαν ειδικές δηλώσεις. Σε περίπτωση που υπάρχουν παραβάσεις, πάνω στο έντυπο της ειδικής δήλωσης θα γραφεί η ένδειξη «Υπάρχουν παραβάσεις Κ.Φ.Σ.», οι οποίες καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή σύμφωνα με τα οριζόμενα ανωτέρω στο άρθρο 6 παρ. 2 της παρούσας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν παραβάσεις, θα γραφεί η ένδειξη «Δεν υπάρχουν παραβάσεις Κ.Φ.Σ.» με ημερομηνία, υπογραφή και ατομική σφραγίδα του υπαλλήλου. Φωτοτυπία της απόφασης επιβολής προστίμου θα τοποθετείται στο φάκελο της χρήσης που αφορά.

δ) θα προβούν σε εκκαθάριση της ειδικής δήλωσης και στον υπολογισμό του φόρου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην απόφαση αυτή.

ε) Η βεβαίωση των φόρων θα γίνεται με ειδική σειρά καταλόγων με την ένδειξη βεβαίωση φόρων περαίωσης εκκρεμών υποθέσεων, αναγράφοντας τον αριθμό πρωτοκόλλου της απόφασης αυτής.

3. Παραβάσεις, που προκύπτουν από εκθέσεις ελέγχου της ίδιας Δ.Ο.Υ. ή εκθέσεις ελέγχου ή δελτία πληροφοριών άλλων Δ.Ο.Υ. ή Υ.Π.Ε.Δ.Α. ή άλλης Αρχής και δεν έχει κινηθεί η διαδικασία επιβολής προστίμου, λαμβάνονται υπόψη για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων που ρυθμίζονται με την απόφαση αυτή.

4. Οι παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, που προκύπτουν από εκθέσεις ελέγχου ή δελτία πληροφοριών και για τις οποίες δεν έχει κινηθεί οποιαδήποτε διαδικασία καταλογισμού προστίμων, περαιώνονται όπως πιο κάτω, στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία ή κοινωνία του Αστικού Δικαίου, αποδεχτεί την υπαγωγή της φορολογικής του υπόθεσης στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης.

Επί του σώματος των εκθέσεων ελέγχου ή των δελτίων πληροφοριών αναγράφεται το είδος των παραβάσεων, το ποσό του προστίμου, το οποίο επιβάλλεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, καθώς και αν οι παραβάσεις αυτές καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή. Το ποσό του προστίμου που επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές περιορίζεται στο 1/3 και συντάσσεται σχετική πράξη διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, η οποία υπογράφεται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και του φορολογουμένου.

Αν ο επιτηδευματίας δεν αποδεχθεί τα όσα ορίζονται παραπάνω για την επίλυση της διαφοράς αυτής, τότε εκδίδεται απόφαση επιβολής προστίμου σύμφωνα με τη διαδικασία του Κ.Φ.Σ. και η υπόθεση για τη χρήση αυτή δεν περαιώνεται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής αλλά παραμένει εκκρεμής για έλεγχο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΠΕΡΑΙΩΣΗ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΔΟΘΕΙ ΦΥΛΛΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΕΚΚΡΕΜΕΙ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Ή ΣΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

Άρθρο 14 Υποθέσεις που υπάγονται στην ανωτέρω ρύθμιση

1. Για υποθέσεις οποιουδήποτε φορολογικού αντικειμένου ή πηγής εισοδήματος και ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο στην οποία αφορούν, ύφος ακαθάριστων εσόδων και μορφής επιχειρήσεων, για τις οποίες μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης έχουν εκδοθεί φύλλα ή πράξεις τακτικού ή προσωρινού ελέγχου και δεν έχουν κοινοποιηθεί ή έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή πράξεις του προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομικού εφόρου) και δεν έχουν ασκηθεί ακόμα προσφυγές ή έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμες προσφυγές και παραμένουν στη Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομική εφορία) ή έχουν διαβιβαστεί για εκδίκαση στο διοικητικό Πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί, ο υπόχρεος μπορεί με δήλωση του, που θα υποβληθεί μέχρι 31 Ιανουαρίου 1991 στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομικό έφορο), ή έχουν διαβιβαστεί στην Επιτροπή που προβλέπεται από το άρθρο 6 του Ν. 1882/1990, όπως ισχύει, να αποδεχθεί το πενήντα τοις εκατό (50%) της διαφοράς μεταξύ του ποσού της φορολογητέας ύλης που προσδιορίσθηκε από τον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομικό έφορο) και του αντίστοιχου ποσού αυτής βάσει της δήλωσης που υπέβαλε.

2. Το συνολικό ποσό των καθαρών κερδών, που προσδιορίζεται με όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν μπορεί να υπολείπεται των καθαρών κερδών που προσδιορίζονται με τις διατάξεις της απόφασης αυτής, προκειμένου για βιβλία τρίτης ή τέταρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ..

3. Η παραπάνω δήλωση είναι υποχρεωτικά δεκτή από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. και, προκειμένου για υποθέσεις που εκκρεμούν στα διοικητικά πρωτοδικεία, πρέπει απαραίτητα να περιέχει και παραίτηση του φορολογουμένου από την εκκρεμή προσφυγή του.

4. Από το χρόνο της υποβολής της πιο πάνω δήλωσης στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. (πρώην οικονομικό έφορο) η εκκρεμής ενώπιον των πρωτοβάθμιων διοικητικών δικαστηρίων σχετική φορολογική δίκη καταργείται.

5. Στη ρύθμιση αυτήν υπάγονται και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί προδικαστικές (μη οριστικές) αποφάσεις και δεν έχουν επανασυζητηθεί.

6. Για την επέλευση του αποτελέσματος αυτού αρκεί η προσαγωγή στο δικαστήριο προ ή κατά τη δικάσιμο της εκκρεμούς προσφυγής αντιγράφου της πιο πάνω δήλωσης είτε από τον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. είτε από το φορολογούμενο.

7. Στη ρύθμιση του άρθρου αυτού υπάγονται και τα φύλλα ελέγχου ή πράξεις που έχουν εκδοθεί ή θα εκδοθούν με τη διαδικασία των άρθρων 18 του Ν.Δ. 4242/1962, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα και 40 του Ν. 1642/1986 και έχουν κοινοποιηθεί ή θα κοινοποιηθούν μέσα στο χρόνο ισχύος της απόφασης αυτής, εφ΄ όσον ο υπόχρεος υποβάλει δήλωση και αποδεχθεί το εκατό τοις εκατό (100%) των οφειλόμενων φόρων και τελών, χωρίς προσαυξήσεις, πρόστιμα και λοιπές κυρώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ο έλεγχος άρχισε προ της έκδοσης της απόφασης.

Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται ανάλογα μέσα στο χρόνο ισχύος της απόφασης αυτής και στις περιπτώσεις που από τακτικό ή προσωρινό έλεγχο διαπιστώθηκε ότι οι επιχειρήσεις δεν κατέβαλαν τα οφειλόμενα ποσά των λοιπών φορολογιών.

8. Για τις υποθέσεις που θα περαιωθούν με τη διαδικασία των παραπάνω παραγράφων του άρθρου αυτού, ο υπόχρεος απαλλάσσεται από πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή άλλη κύρωση περιλαμβανομένων και των προστίμων των άρθρων 30 και 31 του Ν. 820/1978, ως και του άρθρου 47 του Ν. 1642/1986. Αν οι προσφυγές κατά των σχετικών με αυτά τα πρόστιμα πράξεων του Προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) (πρώην οικονομικό έφορο) έχουν διαβιβαστεί στο διοικητικό πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της σχετικής δήλωσης, η εκκρεμής φορολογική δίκη καταργείται κατά την ανωτέρω διαδικασία.

9. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου 7 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και για φύλλα ελέγχου ή πράξεις που αφορούν φορολογητέα ύλη που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, η οποία έπρεπε να είχε δηλωθεί στο σύνολό της.

10. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις που έχει αρχίσει τακτικός ή προσωρινός έλεγχος, εφ΄ όσον ολοκληρωθεί και κοινοποιηθούν τα φύλλα ελέγχου μέχρι την ημερομηνία ισχύος της παρούσας.

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και για τα φύλλα ελέγχου ή πράξεις που εκδόθηκαν μετά από τακτικό έλεγχο και θα κοινοποιηθούν μέσα στο χρόνο ισχύος της παρούσας απόφασης των υποθέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 που εξαιρούνται των ρυθμίσεων που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 3 έως και 5 της απόφασης αυτής.

Ο υπόχρεος εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών επιτρέπεται να ασκήσει προσφυγή ή να υποβάλει δήλωση για να περαιωθεί το φύλλο ελέγχου σύμφωνα με όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο.

11. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται στις υποθέσεις φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων και φορολογίας κληρονομιών – δωρεών – προικών – γονικών παροχών, καθώς και στις υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας.

Άρθρο 15 Περαίωση εκκρεμών αποφάσεων επιβολής προστίμων Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου 13 της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται ανάλογα και για τις πράξεις με τις οποίες έχουν επιβληθεί αυτοτελή πρόστιμα του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.

Στις περιπτώσεις αυτές τα πρόστιμα περιορίζονται ως εξής:

α) Τα πρόστιμα, που αναφέρονται σε παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. και αφορούν υποθέσεις που περαιώνονται με την απόφαση αυτήν, περιορίζονται στο 1/3 αυτών, εφ΄ όσον ο υπόχρεος υποβάλλει δηλώσεις με βάση τις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης για την περαίωση των χρήσεων στις οποίες αναφέρονται οι παραβάσεις αυτές.

β) Τα πρόστιμα που αναφέρονται σε παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. και αφορούν υποθέσεις που δεν περαιώνονται με την απόφαση αυτήν περιορίζονται στο 50%.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΩΝ

Άρθρο 16 Βεβαίωση και καταβολή των φόρων

1. Οι φόροι, που οφείλονται με βάση την απόφαση αυτή, βεβαιώνονται χωρίς πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή οποιαδήποτε άλλη κύρωση.

2. Οι φόροι της προηγούμενης παραγράφου, εκτός από τους φόρους που αφορούν σε προσωρινές πράξεις ή φύλλα ελέγχου που έχουν εκδοθεί με τη διαδικασία του άρθρου 18 του Ν.Δ. 4242/1962, καθώς και των υποθέσεων του Ν. 1642/1986 (Φ.Π.Α.) καταβάλλονται σε δέκα (10) ίσες μηνιαίες δόσεις, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε μηνιαία δόση δεν θα είναι κάτω των είκοσι χιλιάδων (20.000) δρχ., από την οποία η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης στις περιπτώσεις που δεν απαιτείται εκκαθάριση στη δήλωση για τον υπολογισμό του φόρου, των δε επομένων μέχρι την εικοστή ενάτη ημέρα των επόμενων μηνών.

Αν ολόκληρο το ποσό της οφειλής πληρωθεί μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, ο οφειλέτης δικαιούται έκπτωση 15%, εκτός των υποθέσεων του Ν. 1642/1986 (Φ.Π.Α.) και των παρακρατούμενων φόρων.

3. Στις υποθέσεις που περαιώνονται με τη διαδικασία του άρθρου 13 της παρούσας απόφασης και για τις οποίες έχει βεβαιωθεί ποσοστό 20% ή 25% του αμφισβητούμενου φόρου κλπ., λόγω άσκησης προσφυγής, το ποσό που βεβαιώθηκε αφαιρείται από το συνολικό ποσό του φόρου που προκύπτει σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο αυτό, το δε υπόλοιπο βεβαιώνεται και καταβάλλεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους.

4. Οι φόροι που βεβαιώνονται με βάση την απόφαση αυτή δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε ρύθμιση των αρμόδιων οργάνων σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής των δόσεων.

Άρθρο 17 Τελικές διατάξεις

1. Προϋπόθεση για την εφαρμογή της απόφασης αυτής αποτελεί η ανεπιφύλακτη αποδοχή όσων ορίζονται σε αυτή.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του Ν. 814/1978 δεν εφαρμόζονται στις υποθέσεις των οποίων η περαίωση ρυθμίζεται με την απόφαση αυτή.

3. Η απόφαση αυτή ισχύει από την έκδοση της, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της

Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

β) Αρ.Πρωτ. 1083419/1065

Αθήνα, 20 Νοεμβρίου 1990

ΘΕΜΑ: Διευκολύνσεις για τη ρύθμιση εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την ανάγκη ρύθμισης υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας, μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, οι οποίες εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές ή στα διοικητικά πρωτοδικεία.

2. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογούμενους, για την οριστική ρύθμιση των φορολογικών τους υποχρεώσεων, που προκύπτουν από τη μεταβίβαση ακινήτων με οποιαδήποτε αιτία ή υπαγωγή σε φόρο της ακίνητης περιουσίας.

Αποφασίζουμε

Άρθρο 1

1. Για υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται στις περιοχές που εφαρμόζεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους, οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει με την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης αυτής, εφ΄ όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε κατά το έτος έναρξης ισχύος και μειωμένη κατά το ποσοστό 10% για κάθε έτος και μέχρι ποσοστού 50%, κατ΄ ανώτατο όριο, εφ΄ όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε σε προγενέστερο της έναρξης ισχύος της απόφασης έτος.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και σε υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.).

Στις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία εκείνη που προκύπτει με την εφαρμογή του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης αυτής, μειωμένη κατά ποσοστό 15%, εφ΄ όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε κατά το έτος έναρξης ισχύος. Το ποσοστό μείωσης 15% προσαυξάνει κατά 15% για κάθε έτος και μέχρι 60%, κατ΄ ανώτατο όριο, εφ΄ όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε σε προγενέστερο της έναρξης ισχύος της απόφασης έτος.

3. Η αποδοχή της φορολογητέας, κατά τα άνω, αξίας αποδεικνύεται με την υποβολή από το φορολογούμενο στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. της οικείας φορολογικής δήλωσης, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. Η δήλωση πρέπει να υποβληθεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία που αρχίζει από σήμερα και λήγει στις 31.1.1991.

4. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται εξώδικη επίλυση της διαφοράς, με τον όρο όλα τα δηλωθέντα προσδιορισταία στοιχεία του ακινήτου, που προβλέπονται στα φύλλα υπολογισμού της αξίας του, είναι ειλικρινή.

Σε περίπτωση που από τον έλεγχο του προϊστάμενου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43), όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ Α΄ 127).

5. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση είναι μεγαλύτερη από αυτή που προκύπτει με την δήλωση της παρ. 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής, με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

6.. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων σε πρώτο βαθμό, εφ΄ όσον αυτές δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω αν έχουν εκδοθεί προδικαστικές αποφάσεις.

Για τις υποθέσεις αυτές, οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί.

Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., μόλις του υποβληθεί η οικεία φορολογική δήλωση κατά την παράγραφο 3 της απόφασης αυτής, χωρίς καμιά καθυστέρηση, το γνωστοποιεί στο διοικητικό πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε δήλωση, η δίκη καταργείται ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από εκείνα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

7. Οι υπόχρεοι, οι οποίοι θα υποβάλλουν την κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δήλωση, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης.

8. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ) και ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων (ΦΜΑ), που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 3, καταβάλλεταισε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης με την υποβολή της δήλωσης. Προκειμένου για φόρους κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών ή προικών η καταβολή γίνεται σε δόσεις, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄), όπως ισχύουν, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της δήλωσης, με εφαρμογή κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων που ισχύουν.

Άρθρο 2

1. Για υποθέσεις φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, που βρίσκονται σε περιοχές όπου δεν ισχύει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας, οι οποίες εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής και για τις οποίες η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι την 20.11.1990, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία που προσωρινά έχει προσδιορίσει ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στην αρχική τους δήλωση, μειωμένη κατά ποσοστό 22% ή αν τους έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου, εκείνη του φύλλου ελέγχου, μειωμένη κατά ποσοστό 30%. Το ίδιο ισχύει και για φύλλα ελέγχου που έχουν καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, εφ΄ όσον αυτά θα κοινοποιηθούν μέχρι και την 31.1.91.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και στις εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ). Στις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία της πράξης καταλογισμού του φόρου που τους έχει κοινοποιηθεί ή έχει καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής και προκειμένου για πράξη καταλογισμού που έχει καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο, εφ΄ όσον αυτή θα κοινοποιηθεί μέχρι και την 31.1.1991 μειωμένη κατά ποσοστό 40%.

3. Η αποδοχή της αξίας κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 μπορεί να γίνει μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία που αρχίζει από σήμερα και λήγει στην 31.1.1991, οπότε επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, με τον όρο ότι στις υποθέσεις ΦΜΑ, που για την περαίωση τους γίνεται αποδοχή της προσωρινής αξίας που έχει προσδιορίσει ο προϊστάμενος Δ.Ο.Υ., όλα τα δηλωθέντα με την αρχική δήλωση στοιχεία του ακινήτου είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που τα στοιχεία αυτά είναι ανακριβή, εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του Ν. 1587/1950 (ΦΕΚ 29 Α΄), όπως ισχύουν.

4. Αν η κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου μειωμένη αξία είναι μικρότερη από εκείνη που με την αρχική δήλωση ΦΜΑ ή ΦΑΠ είχε δηλωθεί και με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, η φορολογική υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

5. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή, εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων σε πρώτο βαθμό και δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής της, κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, αξίας, έστω και αν έχουν εκδοθεί προδικαστικές αποφάσεις.

Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 της αποφάσεως αυτής.

6. Οι υπόχρεοι, που θα αποδεχθούν την κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου αξία, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης. Ο φόρος που θα προκύψει με την κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου αποδοχή της αξίας, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις.

Άρθρο 3

1. Για υποθέσεις φορολογίας, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, για τις οποίες η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 20.11.1990, εφ΄ όσον εκκρεμούν, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, στις φορολογικές αρχές και αφορούν ακίνητα που βρίσκονται οι περιοχές όπου δεν ισχύει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους και για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί πράξεις καταλογισμού του φόρου μέχρι την ημερομηνία αυτή, ή έχουν εκδοθεί πράξεις και έχουν καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο μέχρι την ίδια ημερομηνία και εφ΄ όσον αυτές θα κοινοποιηθούν μέχρι και 31.1.1991, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία των ακινήτων που με την πράξη του προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., μειωμένη κατά ποσοστό 30%. Η αποδοχή γίνεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία που αρχίζει από σήμερα και λήγει στις 31.1.1991. Με την αποδοχή της αξίας του πρώτου εδαφίου του άρθρου αυτού επέρχεται εξώδικη επίλυση της διαφοράς όσον αφορά τα ακίνητα. Σε περίπτωση που η αξία βάσει της πράξης του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., μετά τη μείωση της κατά 30%, είναι μικρότερη από εκείνη που με την αρχική δήλωση είχε δηλωθεί, η υπόθεση, ως προς τα ακίνητα, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων σε πρώτο βαθμό, εφ΄ όσον αυτές δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής της, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αξίας, έστω και αν γι΄ αυτές έχουν εκδοθεί προδικαστικές αποφάσεις. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής.

3. Οι υπόχρεοι, που θα αποδεχθούν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αξία, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης.

Ο φόρος που προκύπτει με την αποδοχή της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος αξίας καταβάλλεται σε δόσεις κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973, όπως τούτο ισχύει.

Η πρώτη από τις δόσεις αυτές καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων που ισχύουν.

Άρθρο 4

Αν ο φόρος που θα προκύψει με τη δήλωση της παραγράφου 3 του άρθρου 1, της παραγράφου 3 του άρθρου 2 και της παραγράφου 1 του άρθρου 3 της απόφασης αυτής καταβληθεί εξ ολοκλήρου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας της επόμενης, μετά την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, μηνιαίας ή εξαμηνιαίας δόσης, εκπίπτεται ποσοστό 15%.

Άρθρο 5

Η απόφαση αυτή, που η ισχύς της θα αρχίσει από την έκδοση της, θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.

γ) Αρ. Πρωτ. 2079427/1125/20/0016

Αθήνα, 14 Δεκεμβρίου 1990

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν.Δ. 356/1974 «Περί Κωδικός Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων».

2. Το αριθμ. 21619/19.11.1990 τηλετύπημα του Νομάρχη Δωδεκανήσου καθώς και τα αριθμ. 2996/11.11.1990 και 2937/5.11.1990 έγγραφα του Επάρχου Καρπάθου, στα οποία αναφέρεται ότι η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Καρπάθου δεν λειτούργησε από 30 Οκτωβρίου 1990 λόγω ελλείψεως προσωπικού και με τα οποία ζητείται η παράταση της προθεσμίας πληρωμής των χρεών, ώστε οι φορολογούμενοι της περιοχής αυτής να μην επιβαρυνθούν με πρόστιμα και προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής.

Αποφασίζουμε

1. Παρατείνουμε μέχρι 30 Νοεμβρίου 1990 τις προθεσμίες καταβολής των χρεών προς το Δημόσιο και τρίτους που είναι βεβαιωμένα στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Καρπάθου και έληξαν στο χρονικό διάστημα από 30 Οκτωβρίου 1990 μέχρι και 29 Νοεμβρίου 1990.

Για τα βεβαιωμένα χρέη, τα οποία είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα μέχρι 29 Οκτωβρίου 1990, το χρονικό διάστημα, από 30 Οκτωβρίου 1990 μέχρι 29 Νοεμβρίου 1990, δεν λαμβάνεται υπόψη για την επιβάρυνση τους με προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής. Η παράταση, καθώς και η απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ισχύει μόνο για όσους καταβάλουν τις οφειλές τους μέχρι 30 Νοεμβρίου 1990.

2. Οι δηλώσεις απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας και λοιπών φορολογικών αντικειμένων στη ΔΟΥ Καρπάθου, που έληγαν από 30.10.1990 μέχρι 29.11.1990 δεν υπόκεινται σε προσαυξήσεις και πρόστιμα, εφ΄ όσον υποβληθούν μέχρι 30.11.1990.

Για τα τέλη χαρτοσήμου, λοιπά τέλη, εισφορές και κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που οι προθεσμίες καταβολής τους στη ΔΟΥ Καρπάθου έληγαν από 30.10.1990 μέχρι 29.11.1990 δεν επιβάλλονται προσαυξήσεις και πρόστιμα, εφ΄ όσον καταβληθούν μέχρι 30.11.1990.

3. Δηλώσεις αποδοχής προσωρινής αξίας Φ.Μ.Α., που η προθεσμία υποβολής τους λήγει από 30.10.1990 μέχρι και 29.11.1990 λογίζονται εμπρόθεσμες.

Εμπρόθεσμες λογίζονται και βεβαιώσεις εισαγωγής συναλλάγματος ή δηλώσεις φόρου αιτία θανάτου κτήσης, εφ΄ όσον υποβληθούν μέσα στην ίδια προθεσμία (μέχρι 30.11.1990) και για τις οποίες η νόμιμη προθεσμία υποβολής τους λήγει από 30.10.1990 μέχρι 29.11.1990.

4. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 της παρούσας ισχύουν και για βεβαιωμένα χρέη από φόρους κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, Φ.Α.Π. και Φ.Μ.Α..

5. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.

δ) Αρ.Πρωτ. 1002784/7/Α0012

Αθήνα, 4 Ιανουαρίου 1991

ΘΕΜΑ: Συμπλήρωση και τροποποίηση της 1082131/1486/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την 1082131/1486/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 απόφαση για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων.

2. Την ανάγκη συμπλήρωσης ή τροποποίησης ορισμένων διατάξεων της πιο πάνω απόφασης.

Αποφασίζουμε

Συμπληρώνουμε και τροποποιούμε την 1082131/1486/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 απόφαση, ως ακολούθως:

1. Στο τέλος της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 προστίθεται η φράση «εκτός αν δημιουργείται δικαίωμα επιστροφής του Φ.Π.Α., εισροών».

2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 1 προστίθενται δύο νέα εδάφια, ως εξής:

«Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται και οι εκκρεμείς υποθέσεις των επιτηδευματιών κατά των οποίων εκδόθηκαν αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Φ.Σ. και κατ΄ αυτών των αποφάσεων έχουν ασκηθεί εκπρόθεσμες προσφυγές, οι οποίες παραμένουν στη Δ.Ο.Υ. ή έχουν διαβιβασθεί για εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται αναλόγως τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου».

3. Στο άρθρο 2 προστίθενται παράγραφοι 9 και 10, οι οποίες έχουν ως εξής:

«9. Υποθέσεις Τραπεζών.

10. Υποθέσεις επιτηδευματιών που έχουν τηρήσει βιβλία Γ΄ ή Δ΄ κατηγορίας του Κ.Φ.Σ., έχουν ανέλεγκτη τη χρήση κατά την οποία έγινε η έναρξη των εργασιών τους και δεν έχουν δηλώσει ακαθάριστα έσοδα σε αυτή τη χρήση».

4. Μετά το τρίτο εδάφιο του άρθρου 3 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

«Προκειμένου για τις χρήσεις 1985 και μεταγενέστερες, λαμβάνεται ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους που εφαρμόζεται στις αγορές και αν δεν υπάρχει, ο αντίστοιχος μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους που εφαρμόζεται στα ακαθάριστα έσοδα».

5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«Προσδιορισμός των καθαρών κερδών με βάση το συντελεστή καθαρού κέρδους της τελευταίας οριστικής χρήσης των επιχειρήσεων που έχουν υποστεί έλεγχο τακτικό ανεξάρτητα με τον τρόπο που έχει οριστικοποιηθεί».

6. Στο άρθρο 7 προστίθεται περίπτωση 6, που έχει ως εξής:

«6. Χωρίς βιβλία του Κ.Φ.Σ. ή με βιβλία του Κ.Φ.Σ. κατηγορίας κατώτερης από την προσήκουσα.

Η περαίωση των υποθέσεων αυτών γίνεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 της παρούσας απόφασης και ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων του Κ.Φ.Σ. που έπρεπε να τηρούν».

7. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 14 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

«Τα παραπάνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που κατά των πιο πάνω φύλλων ή πράξεων τακτικού ή προσωρινού ελέγχου έχουν ασκηθεί εκπρόθεσμες προσφυγές και παραμένουν στη Δ.Ο.Υ. ή έχουν διαβιβασθεί για εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί».

8. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 16 διορθώνεται η φράση «του άρθρου 13» στο ορθό «του άρθρου 14».

9. Η απόφαση αυτή, που ισχύει από την έκδοση της 1082131/1486/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 απόφασης, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

ε) Αρ.Πρωτ. 1011233/108/Α0012

Αθήνα, 31 Ιανουαρίου 1991

ΘΕΜΑ: Παράταση της προθεσμίας που προβλέπεται από την ισχύουσα απόφαση για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων κ.τ.λ.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την απόφαση 1082131/Ι486/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και παροχή διευκολύνσεων για την υποβολή αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων, όπως αυτή συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με την 1002784/7/Α0012/ΠΟΛ. 1003/4.1.1991 απόφαση.

2. Το γεγονός ότι το χρονικό διάστημα που ισχύει η παραπάνω απόφαση δεν επαρκεί για να υποβληθούν οι σχετικές δηλώσεις από τους υπόχρεους λόγω των αυξημένων φορολογικών υποχρεώσεων που υπάρχουν κατά τη λήξη της διαχειριστικής τους περιόδου (σύνταξη απογραφής κ.τ.λ.).

3. Τα υποβληθέντα σχετικά αιτήματα από εκπροσώπους παραγωγικών τάξεων.

4. Την ανάγκη παράτασης της προθεσμίας που προβλέπεται από την παραπάνω απόφαση.

Αποφασίζουμε

1. Παρατείνουμε μέχρι 29 Μαρτίου 1991 την προθεσμία που προβλέπεται από την 1082131/1486/Α 0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 απόφαση, η οποία λήγει στις 31 Ιανουαρίου 1991.

2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

στ) Αρ.Πρωτ. 1011241/101/Α0013

Αθήνα, 31 Ιανουαρίου 1991

ΘΕΜΑ: Παράταση ισχύος, συμπλήρωση και τροποποίηση της απόφασης 1083419/1065/20.11.1990.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την απόφαση αριθμ. 1083419/1065/20.11.1990 «Διευκολύνσεις για τη ρύθμιση εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου».

2. Την ανάγκη παράτασης της ισχύος της απόφασης αυτής, αλλά και τη συμπλήρωση και τροποποίηση της, ώστε να δοθεί η δυνατότητα ρύθμισης μεγαλύτερου αριθμού εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων.

Αποφασίζουμε

Συμπληρώνουμε, τροποποιούμε και παρατείνουμε την ισχύ της απόφασης 1083419/1065/20.11.1990, ως εξής:

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 της απόφασης προστίθεται εδάφιο δεύτερο, ως εξής:

«Η ίδια ρύθμιση ισχύει και για τις υποθέσεις, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης, είχε ολοκληρωθεί ο έλεγχος και είχε συνταχθεί και εγκριθεί, από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. η οικεία έκθεση ελέγχου, ώστε και αν δεν έχει εκδοθεί βάσει αυτής φύλλο ελέγχου ή είχε εκδοθεί φύλλο ελέγχου και δεν είχε καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο της Δ.Ο.Υ. Στην περίπτωση αυτή, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία της έκθεσης ή του φύλλου ελέγχου, μειωμένη κατά ποσοστό 30%».

2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 της απόφασης προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:

«Το ίδιο ισχύει και για υποθέσεις, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης, είχε ολοκληρωθεί ο έλεγχος και είχε συνταχθεί και εγκριθεί από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ η οικεία έκθεση ελέγχου, έστω και αν δεν είχε συνταχθεί βάσει αυτής πράξη καταλογισμού του φόρου ή είχε συνταχθεί η σχετική πράξη καταλογισμού και δεν είχε καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο της Δ.Ο.Υ.. Στην περίπτωση αυτή, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία της έκθεσης ελέγχου ή της πράξης καταλογισμού του φόρου, μειωμένη κατά ποσοστό 40%».

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Οι διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και σε υποθέσεις, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης, είχε ολοκληρωθεί ο έλεγχος και είχε συνταχθεί και υπογραφεί από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. η οικεία έκθεση ελέγχου έστω και αν δεν είχε συνταχθεί βάσει αυτής πράξη καταλογισμού του φόρου ή είχε συνταχθεί πράξη καταλογισμού και δεν είχε καταχωρισθεί στο οικείο βιβλίο της Δ.Ο.Υ. Στην περίπτωση αυτή οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία της έκθεσης ελέγχου ή της πράξης καταλογισμού του φόρου, μειωμένη κατά ποσοστό 30%».

4. Στην απαλλαγή της παραγράφου 7 του άρθρου 1, της παραγράφου 6 του άρθρου 2 και παραγράφου 3 του άρθρου 3 της απόφασης περιλαμβάνονται και οι κάθε είδους προσαυξήσεις.

3. Η απόφαση αυτή, η οποία θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο, ισχύει από την έναρξη ισχύος της απόφασης 1083419/1065/20.11.1990, της οποίας η ισχύς παρατείνεται μέχρι και 29 Μαρτίου 1991.

2. Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκαν οι υπουργικές αποφάσεις ΔΙΠΠ/Φ.ΕΠ.21/ΟΙΚ.39102 από 20 Νοεμβρίου 1990 του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ 725 Β΄), όπως διορθώθηκε μεταγενέστερα στο ΦΕΚ 818 Β΄/1990), 64117/2589 από 24 Δεκεμβρίου 1990 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Εργασίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, 2003781/274/0022 από 17 Ιανουαρίου 1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής `Αμυνας και Οικονομικών, 2059851/6498/0022 από 1 Φεβρουαρίου 1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίας Τάξεως, 2007608/598/0022 από 1 Φεβρουαρίου 1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, οι οποίες έχουν ως εξής:

«α) Αρ. ΔΙΠΠ/Φ.ΕΠ.21/οικ.39102

Αθήνα, 20 Νοεμβρίου 1990

Συνυπολογισμός του βαθμού του τίτλου σπουδών για την κατάρτιση πινάκων επιτυχίας υποψηφίων για την πλήρωση θέσεων του δημοσίου τομέα.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις που ισχύουν για τις προσλήψεις προσωπικού με τις διαδικασίες του διαγωνισμού ή της επιλογής στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται με το άρθρο 51 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ Α΄ 101).

2. Ότι, ωσότου τεθεί σε εφαρμογή το νέο σύστημα προσλήψεων στους φορείς του δημόσιου τομέα με προσωπικό αξιοκρατικώς επιλεγμένο, ο βαθμός του τίτλου σπουδών, που απεικονίζει κατά τρόπο αντικειμενικό και αδιάβλητο τις ικανότητες και επιδόσεις του κατόχου τους, επιβάλλεται α) να συνυπολογίζεται με βαθμό, που θα επιτυγχάνει ο υποψήφιος στο διαγωνισμό για την πλήρωση θέσεων των οικείων υπηρεσιών φορέων του δημόσιου τομέα και β) να ορίζεται ως αποκλειστικό κριτήριο στη διαδικασία επιλογής υποψηφίων χωρίς διαγωνισμό,

Αποφασίζουμε

Άρθρο 1

1. Για την κατάρτιση των πινάκων επιτυχίας υποψηφίων που μετέχουν σε διαγωνισμούς, για την πλήρωση θέσεων υπηρεσιών του δημόσιου τομέα, που διενεργούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά σχετικές διατάξεις, λαμβάνεται υπόψη και συνυπολογίζεται μαζί με τον βαθμό που ο υποψήφιος λαμβάνει στο διαγωνισμό και ο βαθμός του τίτλου σπουδών του.

2. Η συμμετοχή του βαθμού του τίτλου σπουδών στο τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να υπερβαίνει το 60%.

3. Ο τρόπος και η διαδικασία συνυπολογισμού του βαθμού του τίτλου σπουδών καθορίζεται με τη σχετική προκήρυξη. Με την προκήρυξη ορίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων.

Άρθρο 2

1. Ο βαθμός του τίτλου σπουδών μπορεί να ορίζεται ως αποκλειστικό κριτήριο επιλογής υποψηφίων για την πλήρωση θέσεων του δημόσιου τομέα, με τη διαδικασία της επιλογής. Σε περίπτωση ισοβαθμίας η σειρά εγγραφής στον οικείο πίνακα καθορίζεται με βάση την ημερομηνία κτήσεως του τίτλου σπουδών που αναγράφεται σ΄ αυτόν. Σε περίπτωση που τίτλοι σπουδών φέρουν την ίδια ημερομηνία κτήσεως, η σειρά εγγραφής καθορίζεται με βάση την ακριβή ημερομηνία γεννήσεως, με πρόταξη του μεγαλύτερου. Σε περίπτωση ίδιας ημερομηνίας γέννησης η σειρά εγγραφής καθορίζεται ύστερα από δημόσια κλήρωση που διενεργείται ενώπιον του αρμόδιου για την κατάρτιση των πινάκων οργάνου, στην οποία προσκαλούνται να παραστούν οι ενδιαφερόμενοι.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, που εκδίδονται μετά από γνώμη της Κεντρικής Επιτροπής Διαγωνισμών, ορίζονται κατά κλάδο ή ειδικότητα και κατά φορείς οι περιπτώσεις για τις οποίες έχει εφαρμογή η προηγούμενη παράγραφος.

Άρθρο 3

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

β) Αρ.Πρωτ. 64117/2589

Αθήνα, 24 Δεκεμβρίου 1990

ΘΕΜΑ: Καθιέρωση μισθολογικών αυξήσεων στους εργαζόμενους στο Δημόσιο και στους Συνταξιούχους.

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τον Προϋπολογισμό του έτους 1991,

2. Την Εισοδηματική Πολιτική της Κυβερνήσεως για το 1991,

3. Την ανάγκη διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας και του περιορισμού των Δημοσιονομικών Ελλειμάτων,

Αποφασίζουμε

1. Στις συνολικές τακτικές αποδοχές των εργαζομένων στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., όπως αυτές θα διαμορφωθούν την 31.12.1990, καθώς και στις αποδοχές των Δικαστικών Λειτουργών, των Στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας του Λιμενικού Σώματος και των Υπαλλήλων που εξομοιώνονται προς τους παραπάνω βαθμολογικά ή μισθολογικά, χορηγείται κατ΄ ανώτατο όριο αύξηση 4% από 1.1.1991. Χορηγείται επίσης πρόσθετη αύξηση κατ΄ ανώτατο όριο 4% από 1.7.1991 στις αποδοχές τους, όπως αυτές θα διαμορφωθούν την 30.6.1991. Ως τακτικές αποδοχές νοούνται οι αποδοχές εκείνες που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση της Α.Τ.Α..

2. Οι ίδιες αυξήσεις, που χορηγούνται στους παραπάνω, χορηγούνται και στους μισθωτούς του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 1 του Ν. 1892/1990. Η ρύθμιση της παρούσας παραγράφου πραγματοποιείται μέσω της διαδικασίας των Σ.Σ.Ε., όπου αυτή κατά νόμον απαιτείται.

3. Τα ποσά, που θα προκύψουν από τις ανωτέρω αυξήσεις, προστίθενται στα ποσά που περιλαμβάνονται στις στήλες της Α.Τ.Α., των μισθολογικών καταστάσεων των μισθωτών.

4. Οι παραπάνω ρυθμίσεις εφαρμόζονται αναλόγως και για τις συντάξεις του Δημοσίου, του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, του Ι.Κ.Α. καθώς και των ειδικών Ταμείων, του άρθρου 10 του Ν. 1902/1990.

5. Για τη χορήγηση των, εις την παρ. 1 της παρούσας, αυξήσεων στους υπαλλήλους που κατέχουν περισσότερες από μία θέσεις και στους συνταξιούχους που συγχρόνως απασχολούνται ως μισθωτοί θα τύχουν αναλόγου εφαρμογής οι σχετικές διατάξεις που απαγορεύουν τη χορήγηση της Α.Τ.Α. από δύο πηγές.

6. Η απόφαση αυτή που ισχύει από 1.1.1991 θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.

γ) Αρ.Πρωτ. 2003781/274/0022

Αθήνα, 17 Ιανουαρίου 1991

ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Συμπλήρωση των διατάξεων του Β.Δ. 515/72 «περί Κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των ισχυουσών διατάξεων περί καθορισμού ημερησίας αποζημιώσεως αλλοδαπής κ.λπ.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις του Ν.Δ. 321/1969 «Περί Κωδικός Δημοσίου Λογιστικού».

β) Τις διατάξεις του Ν.Δ. 721/70 «Περί Οικονομικής Μερίμνης και Λογιστικού των Ενόπλων Δυνάμεων».

γ) Τις διατάξεις του Α.Ν. 271/68 «Περί καθορισμού ημερήσιας αποζημίωσης εξωτερικού κ.λπ.».

δ) Τις διατάξεις του Β.Δ. 517/72 «Περί κωδικοποιήσεως και ενιαίου κειμένου των ισχυουσών διατάξεων περί καθορισμού ημερησίας αποζημιώσεως αλλοδαπής κ.λπ.».

ε) Κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών Εθνικής `Αμυνας και Οικονομικών 2057958/28/9/1990 (ΦΕΚ 641 Β΄)/11.10.1990.

Αποφασίζουμε

2. Η παράγραφος 7 του άρθρου 1 του Β.Δ. 515/72 «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των ισχυουσών διατάξεων περί καθορισμού ημερησίας αποζημιώσεως αλλοδαπής κ.λπ.», όπως ισχύει σήμερα, συμπληρώνεται ως εξής:

«Ειδικότερα στο προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού που υπηρετεί στα πολεμικά πλοία αυτού, τα οποία συμμετέχουν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο σε ειδικές αποστολές για επιχειρήσεις, οι οποίες καθορίζονται με σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής `Αμυνας και για τις ημέρες παραμονής τούτων εκτός των ορίων των Ελληνικών θαλασσών, καταβάλλεται πλήρως η αποζημίωση του πρώτου τριακονταήμερου όπως αυτή προσδιορίζεται στην παράγρ. 1 του παρόντος ήτοι χωρίς τον περιορισμό του 50%.

3. Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεωςκαι να κυρωθεί με νόμο.

4. Ισχύς της παρούσης από της 10ης Ιανουαρίου 1991.

δ) Αρ.Πρωτ. 2059851/6498/0022

Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 1991

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΘΕΜΑ: Χορήγηση ειδικής αποζημίωσης στο Αστυνομικό και Πυροσβεστικό προσωπικό του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, για την έκτακτη και πέραν των κυρίων καθηκόντων απασχόληση του, κατά την προεκλογική περίοδο των Δημοτικών – Κοινοτικών εκλογών, της 14.10.1990.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του Ν. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημοσίας Τάξης».

β. Του Π.Δ. 323/1989 (ΦΕΚ Α΄ 146) «Κωδικοποίηση σ΄ ενιαίο κείμενο Νόμου με τίτλο «Δημοτικός Κώδικας».

2. Το γεγονός της έκτακτης και πέραν των κυρίων καθηκόντων απασχόλησης του Αστυνομικού και Πυροσβεστικού προσωπικού, κατά την προεκλογική περίοδο των Δημοτικών – Κοινοτικών εκλογών, της 14.10.1990, για την τήρηση της τάξης κ.λπ..

Αποφασίζουμε

1. Εγκρίνουμε τη χορήγηση στο Αστυνομικό και Πυροσβεστικό προσωπικό ειδικής αποζημίωσης είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών Κατ΄ άτομο, για την έκτακτη και πέραν των κυρίων καθηκόντων απασχόληση του, κατά την προεκλογική περίοδο των Δημοτικών – Κοινοτικών εκλογών, της 14.10.1990, για την τήρηση της τάξης.

2. Δικαιούχοι της αποζημίωσης είναι οι εν ενεργεία Αξιωματικοί, Ανθυπαστυνόμοι. Αρχιφύλακες και Αστυφύλακες και οι Δόκιμοι Υπαστυνόμοι και Αρχιφύλακες, καθώς και οι προς αυτούς αντίστοιχοι του Πυροσβεστικού Σώματος.

3. Η αποζημίωση θα βαρύνει τους προϋπολογισμούς εξόδων, έτους 1990, των Ειδικών Φορέων 43-210 «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» και 43-220 «ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟ ΣΩΜΑ», δεν υπόκειται σε κρατήσεις, θα πληρωθεί σε βάρος της πάγιας προκαταβολής της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος.

4. Η παρούσα δεν έχει εφαρμογή για τους τελούντες σε καταστάσεις πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας ή σε άλλη κατάσταση, ένεκα της οποίας δεν εξετέλεσαν υπηρεσία.

5. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

ε) Αρ.Πρωτ. 2007608/598/0022

Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 1991

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΘΕΜΑ: Χορήγηση ειδικής αποζημιώσεως στα όργανα του Λιμενικού Σώματος κατά την περίοδο Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών της 14ης Οκτωβρίου 1990.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Έχοντας υπόψη το γεγονός της έκτακτης και εντατικής απασχόλησης των οργάνων του Λιμενικού Σώματος κατά την περίοδο των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών της 14ης Οκτωβρίου 1990 για την τήρηση της τάξης στα λιμάνια της χώρας κ.λπ..

Αποφασίζουμε

Εγκρίνουμε την χορήγηση εφ΄ άπαξ αμοιβής στα όργανα του Λιμενικού Σώματος για την έκτακτη απασχόληση τους κατά την περίοδο των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών της 14.10.1990 από δρχ. 20.000 για κάθε άτομο.

Δικαιούχοι της παραπάνω αμοιβής είναι οι εν ενεργεία Αξ/κοί -Ανθ/στές – Υπαξ/κοί – Λιμενοφύλακες, καθώς και οι δόκιμοι Αξ/κοί -Υπαξ/κοί – Λιμενοφύλακες (άνδρες-γυναίκες).

Η αμοιβή αυτή δεν υπόκειται σε κρατήσεις ταμείων και φόρου, η δε δαπάνη θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας έτους 1990.

Η απόφαση αυτή δεν έχει εφαρμογή για τους ευρισκομένους σε κατάσταση πολεμικής διαθεσιμότητας ή αναρρωτικής αδείας ή νοσηλευόμενους σε Νοσοκομεία.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

ζ) Αρ.Πρωτ.: 2066052

Αθήνα, 9 Αυγούστου 1989

ΘΕΜΑ: «Επιχορήγηση Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομικών (ΤΑΥΟΥ)».

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1) Τις διατάξεις του Ν. 2066/1952 όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις όμοιες του Ν.Δ. 95/1973 και του Ν. 253/1976,

2) Την ελλειμματικότητα που παρουσιάζει το Ταμείο Αρωγής και Υγείας των Οικονομικών Υπαλλήλων (ΤΑΥΟΥ) αφού τα πάσης φύσεως μηνιαία έσοδα του αδυνατούν να καλύψουν τις αντίστοιχες δαπάνες του,

3) Τις αυξημένες υποχρεώσεις του Ταμείου αυτού προς τους μετόχους του οι οποίες προέκυψαν από την αναπροσαρμογή των συντάξεων βάσει του Ν. 1694/87 και τη χορήγηση της ΑΤΑ κατά το τρέχον έτος,

Αποφασίζουμε

Επιχορηγούμε από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του τρέχοντος οικονομικού έτους το Ταμείο Αρωγής και Υγείας Οικονομικών Υπαλλήλων (ΤΑΥΟΥ) με το ποσό των 500.000.000 για την κάλυψη μέρους της ελλειμματικής διαχείρισης του. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

 

Άρθρο 25
Η παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 1153/1981 (ΦΕΚ 119 Α΄), όπως ισχύει, έχει εφαρμογή από 1 Απριλίου 1991 και για άσους λαμβάνουν αποζημίωση σύμφωνα με το Ζ΄ ψήφισμα της 13ης Φεβρουαρίου 1975.
Άρθρο 26

1. Η παρ. 5 του άρθρου 61 του Ν. 1731/1987, όπως έχει συμπληρωθεί με το άρθρο 7 του Ν. 1906/1990 (ΦΕΚ 157 Α΄), αντικαθίσταται ως ακολούθως:«5. Η μεταβίβαση της κυριότητας ή η παραχώρηση της χρήσης των αυτοκινήτων που παραλαμβάνονται ατελώς με βάση την παρ. 2 του παρόντος άρθρου μπορεί να γίνει οποτεδήποτε χωρίς υποχρέωση καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σ΄ αυτά».

2. Για την έκδοση άδειας κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, για τα οποία χορηγείται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, βάσει των διατάξεων του άρθρου 61 του Ν. 1731/1987, δεν καταβάλλεται εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος.
Άρθρο 27

1. Μετά την παρ. 9 του άρθρου 69 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101Α΄) προστίθενται τα εξής:

«Η συνολική επιφάνεια των κατά τα ανωτέρω κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων δέον να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον 30% του συνόλου της περιοχής.

Η κατά τις διατάξεις του παρόντος πολεοδομική οργάνωση γίνεται βάσει πολεοδομικής μελέτης (Π.Μ.), εγκρινομένης με Π.Δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται στο Υπουργείο σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που περιέρχεται στο δήμο ή κοινότητα η σχετική μελέτη. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, δύναται να εγκρίνεται η πολεοδομική μελέτη χωρίς τη γνώμη του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου.

Η πολεοδομική μελέτη συνοδεύεται από πολεοδομικό σχέδιο συντασσόμενο σε οριζοντιογραφικό και υψομετρικό τοπογραφικό διάγραμμα και έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλεως κατά τις διατάξεις του Ν.Δ. 17.7.1923.

Η αρμοδιότητα τροποποίησης της κατά το παρόν εγκρινόμενης πολεοδομικής μελέτης ανήκει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων».

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 72 του Ν. 1892/1990 αντικαθίσταται ως εξής:«2. Οι ως άνω εταιρίες εξαιρούνται των διατάξεων περί πράξεων εφαρμογής, καθώς και της εισφοράς σε γη του άρθρου 8 του Ν. 1337/1983. Επίσης εξαιρούνται της εισφοράς σε χρήμα του άρθρου 9 του ίδιου νόμου, εφ΄ όσον εκτελούν τα βασικά κοινόχρηστα πολεοδομικά έργα».

3. Στο τέλος του άρθρου 26 του Ν. 1337/1983 «Επέκταση πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και άλλες ρυθμίσεις» (ΦΕΚ 33 Α΄), όπως ισχύει, προστίθενται τα ακόλουθα;«Κατά την ως άνω έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου για την εκτέλεση στεγαστικών προγραμμάτων ή την πολεοδόμηση ιδιοκτησιών που ανήκουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ποσοστό τουλάχιστον 30% της έκτασης διατίθεται για τη δημιουργία χώρων κοινόχρηστων και κοινωφελών σκοπών».

Άρθρο 28
Σημ.: όπως το άρθρο 28 καταργήθηκε με την παρ.17 άρθρ.24 Ν.2508/1997 Α 124

1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Οικονομικών, είναι δυνατόν να εγκρίνεται οικιστική καταλληλότητα σε δημόσιες εκτάσεις με σκοπό την εκποίηση τους σύμφωνα με το Ν. 973/1979 και την αξιοποίηση τους, προς εξυπηρέτηση μιας ή περισσότερων κατηγοριών χρήσεων γης, όπως αυτές καθορίζονται με το από 23.2.1987 Π.Δ/γμα «Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης» (ΦΕΚ 166 Α΄), όπως ισχύει.Οι εκτάσεις αυτές πρέπει να έχουν ελάχιστη ενιαία επιφάνεια μεγαλύτερη ή ίση των 100 στρεμμάτων και να βρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών προ του ΄23, καθώς και εκτός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων, καθορισθέντων βάσει του από 24.4.1985 Π.Δ/τος (ΦΕΚ 181 Δ΄), όπως ισχύει. Η κατά τα ανωτέρω απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται στο Υπουργείο σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που περιέρχεται στο δήμο ή κοινότητα, η σχετική πρόταση. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, δύναται να εγκρίνεται η οικιστική καταλληλότητα χωρίς τη γνώμη του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου.

Η έγκριση γίνεται ύστερα από εκτίμηση της θέσης της έκτασης, της ιδιομορφίας του εδάφους, των κρατουσών συνθηκών στον άμεσο και ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο, των προβλέψεων εγκεκριμένων Γ.Π.Σ. ή Ζ.Ο.Ε. ή τυχόν άλλων χωροταξικών ή πολεοδομικών μελετών, καθώς και των γενικών αρχών της πολεοδομικής επιστήμης. Αποκλείεται η έγκριση οικιστικής καταλληλότητας περιοχής υπαγόμενης σε νομικό καθεστώς (π.χ. δάση, αρχαιολογικοί χώροι), το οποίο αποκλείει τη χρήση της για οικιστικούς σκοπούς καθώς και η έγκριση οικιστικής καταλληλότητας, εφ΄ όσον αυτό θα ήταν επιβλαβές για την εθνική οικονομία ή το φυσικό ή το πολιτιστικό περιβάλλον.

Εάν εντός της περιοχής υπάρχουν δασικές εκτάσεις, η έγκριση αυτής ως οικιστικής επιτρέπεται μόνο υπό τον όρο διατήρησης του δασικού χαρακτήρα των εκτάσεων, εφαρμοζόμενης της περί προστασίας δασών και δασικών εκτάσεων νομοθεσίας.

2. Με την απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας καθορίζονται επίσης:- το ποσοστό της έκτασης, το οποίο θα διατεθεί για χώρους κοινόχρηστους και κοινωφελών σκοπών, καθώς και τυχόν άλλες σχετικές δεσμεύσεις.

– οι γενικές χρήσεις γης.

– ο μέγιστος δυνάμενος να αναπτυχθεί στο σύνολο της έκτασης συντελεστής δόμησης,

– κάθε άλλη αναγκαία δέσμευση ή υποχρέωση σχετική με τους όρους ανάπτυξης της έκτασης.

Η απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και συνοδεύεται από υψομετρικό και τοπογραφικό διάγραμμμα στο οποίο φαίνονται τα όρια της έκτασης και οι τυχόν άλλες δεσμεύσεις χρήσεων γης και περιορισμών δόμησης.

3. Το κατά την παράγραφο 2 οριζόμενο ποσοστό κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% της έκτασης, ο δε συντελεστής δόμησης στο σύνολο της έκτασης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,4.
4. Μετά την έγκριση οικιστικής καταλληλότητας επιτρέπεται η υπό του Δημοσίου εκποίηση των υπόψη εκτάσεων σε ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, τα οποία και αναλαμβάνουν περαιτέρω τη σύνταξη πολεοδομικής μελέτης και την εν γένει εκτέλεση των έργων υποδομής στο σύνολο της έκτασης. Η διαδικασία εκποίησης των εκτάσεων γίνεται με βάση τις διατάξεις του Ν. 973/1979, ενώ με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής των ενδιαφερομένων στην εκποίηση, τα εν γένει στοιχεία που συνοδεύουν τις προτάσεις των ενδιαφερομένων και οι παρεχόμενες υπ΄ αυτών εγγυήσεις, η διαδικασία και τα όργανα ελέγχου, αξιολόγησης και επιλογής των προτάσεων, οι συμβατικές υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμβαλλόμενων μερών, οι προβλεπόμενες κυρώσεις σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων αυτών και κάθε άλλη για την εφαρμογή του παρόντος λεπτομέρεια.

5. Η κατά την ως άνω παράγραφο πολεοδομική μελέτη (Π.Μ.) συντάσσεται σύμφωνα με τα κατά την παρ. 2 οριζόμενα στην οικεία απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας και περιέχει:α) τις χρήσεις γης και τις τυχόν πρόσθετες απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις,

β) τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής,

γ) τους προβλεπόμενους κοινόχρηστους ή κοινωφελείς χώρους καθώς και τους οικοδομήσιμους χώρους,

δ) τους γενικούς και ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης, οι οποίοι μπορεί να ορίζονται ανά οικοδομικό τετράγωνο ή και τμήμα οικοδομικού τετραγώνου, εφ΄ όσον αυτό επιβάλλεται από τη διαμόρφωση του εδάφους ή τις ανάγκες προστασίας του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος ή άλλους ειδικούς πολεοδομικούς όρους.

Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται με Π.Δ/γμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, κατά την αυτή όπως στην παρ. 1 διαδικασία, συνοδεύεται από πολεοδομικό σχέδιο συντασσόμενο σε οριζοντιογραφικό και υψομετρικά τοπογραφικό διάγραμμα και έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλεως κατά τις διατάξεις του Ν.Δ. της 17.7.1923.

Η αρμοδιότητα τροποποίησης της κατά το παρόν εγκρινόμενης πολεοδομικής μελέτης ανήκει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.

6. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται τα αναγκαία δικαιολογητικά, τα οποία απαιτούνται για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια
7. Το προϊόν της κατά τις διατάξεις του παρόντος εκποίησης δημόσιων εκτάσεων αποτελεί δημόσιο έσοδο.
8. Στις εντασσόμενες κατά το παρόν σε σχέδιο εκτάσεις, η μέριμνα για τη συντήρηση, καθαριότητα και ανανέωση του κοινόχρηστου τεχνικού εξοπλισμού, η συντήρηση των έργων υποδομής, η φροντίδα για τη βελτίωση και προστασία των χώρων πρασίνου, επιφυλασσομένων των υποχρεώσεων των οικείων δήμων ή κοινοτήτων, ανήκει σε όλους τους ιδιοκτήτες των ακινήτων της έκτασης από κοινού, ασκείται δε βάσει κανονισμού, ο οποίος καθορίζει το ποσοστό ψήφων κάθε αυτοτελούς ιδιοκτησίας της έκτασης και τον τρόπο εκπροσώπησης των ιδιοκτητών στη γενική τους συνέλευση.
Άρθρο 29

1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων είναι δυνατό, κατόπιν αιτήσεως ιδιώτη ή νομικού προσώπου δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, να εγκρίνεται οικιστική καταλληλότητα σε εκτάσεις ιδιοκτησίας των αιτούντων, προς εξυπηρέτηση μιας ή περισσότερων κατηγοριών χρήσεων γης, όπως αυτές καθορίζονται με το από 23.2.1987 Π.Δ/γμα «Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης» (ΦΕΚ 166 Δ΄), όπως ισχύει.Οι εκτάσεις αυτές πρέπει να έχουν ελάχιστη ενιαία επιφάνεια μεγαλύτερη ή ίση των 100 στρεμμάτων και να βρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών προ του ΄23, καθώς και εκτός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων, καθορισθέντων βάσει του από 24.4.1985 Π.Δ/τος (ΦΕΚ 181 Δ΄), όπως ισχύει.

Η κατά τα ανωτέρω απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται στο Υπουργείο σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που περιέρχεται στο δήμο ή κοινότητα η σχετική μελέτη. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, δύναται να εγκρίνεται η οικιστική καταλληλότητα χωρίς τη γνώμη του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου.

Η έγκριση παρέχεται ύστερα από εκτίμηση της θέσης της έκτασης, της ιδιομορφίας του εδάφους, των κρατουσών συνθηκών στον άμεσο και ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο, των προβλέψεων εγκεκριμένων Γ.Π.Σ. ή Ζ.Ο.Ε. ή τυχόν άλλων χωροταξικών ή πολεοδομικών μελετών, καθώς και των γενικών αρχών της πολεοδομικής επιστήμης. Αποκλείεται η έγκριση οικιστικής καταλληλότητας περιοχής υπαγόμενης σε νομικό καθεστώς (π.χ. δάση, αρχαιολογικοί χώροι), το οποίο αποκλείει τη χρήση της για οικιστικούς σκοπούς, καθώς και η έγκριση της οικιστικής καταλληλότητας εφ΄ όσον αυτό θα ήταν επιβλαβές για την εθνική οικονομία ή το φυσικό ή το πολιτιστικό περιβάλλον.

Εάν εντός της περιοχής υπάρχουν δασικές εκτάσεις, η έγκριση αυτής ως οικιστικής επιτρέπεται μόνο υπό τον όρο διατήρησης του δασικού χαρακτήρα των εκτάσεων, εφαρμοζόμενης της περί προστασίας δασών και δασικών εκτάσεων νομοθεσίας.

2. Με την απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας, καθορίζονται επίσης:- το ποσοστό της έκτασης, το οποίο θα διατεθεί για χώρους κοινόχρηστους και κοινωφελών σκοπών, καθώς και τυχόν άλλες σχετικές δεσμεύσεις

– οι γενικές χρήσεις γης

– ο μέγιστος δυνάμενος να αναπτυχθεί στο σύνολο της έκτασης συντελεστής δόμησης

– κάθε άλλη αναγκαία δέσμευση ή υποχρέωση σχετική με τους όρους ανάπτυξης της έκτασης.

Η απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και συνοδεύεται από υψομετρικό και τοπογραφικό διάγραμμα, στο οποίο φαίνονται τα όρια της έκτασης και οι τυχόν άλλες δεσμεύσεις χρήσεων γης και περιορισμών δόμησης.

3. Το κατά την παράγραφο 2 καθοριζόμενο ποσοστό κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% της έκτασης, ο δε συντελεστής δόμησης στο σύνολο της έκτασης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,4.

4. Η ανάπτυξη των περιοχών, περί των οποίων η παρ. 1, γίνεται βάσει πολεοδομικής μελέτης (Π.Μ.), η οποία συντάσσεται σύμφωνα με τα κατά την παρ. 2 οριζόμενα στην οικεία απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας και περιέχει:α) τις χρήσεις γης και τις τυχόν πρόσθετες απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις

β) τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής,

γ) τους προβλεπόμενους κοινόχρηστους ή κοινωφελείς χώρους, καθώς και τους οικοδομήσιμους χώρους,

δ) τους γενικούς και ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης, οι οποίοι μπορεί να ορίζονται ανά οικοδομικό τετράγωνο ή και τμήμα οικοδομικού τετραγώνου, εφ΄ όσον αυτό επιβάλλεται από τη διαμόρφωση του εδάφους ή τις ανάγκες προστασίας του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος ή άλλους ειδικούς πολεοδομικούς όρους.

Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται με Π.Δ/γμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, κατά την αυτήν, όπως στην παρ. 1, διαδικασία, συνοδεύεται από πολεοδομικό σχέδιο συντασσόμενο σε οριζοντιογραφικό και υψομετρικό τοπογραφικό διάγραμμα και έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλεως κατά τις διατάξεις του Ν.Δ/τος της 17.7.1923.

Η αρμοδιότητα τροποποίησης της κατά το παρόν εγκρινόμενης πολεοδομικής μελέτης ανήκει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.

5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων δύναται να καθορίζονται τα αναγκαία δικαιολογητικά, τα οποία απαιτούνται για την έκδοση της απόφασης οικιστικής καταλληλότητας και για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

6. Προϋπόθεση για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης αποτελεί η υποχρέωση του αιτούντος να καταβάλει στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. ειδική εισφορά σε χρήμα ίση προς την αξία της γης, η οποία θα έπρεπε να διατεθεί στην ίδια θέση για να καλύψει την επί πλέον συνολική προκύπτουσα δομήσιμη επιφάνεια βάσει του καθοριζόμενου στην πολεοδομική μελέτη συντελεστή δόμησης και της εναπομένουσας έκτασης μετά την αφαίρεση των κοινόχρηστων κοινωφελών χώρων, μειωμένη κατά το ποσό των τεσσάρων (4) εκατομμυρίων δρχ. ΧΕ, όπου Ε το συνολικό εμβαδό της έκτασης, μετρούμενο σε στρέμματα.Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου και για τον υπολογισμό της διαφοράς της επιπλέον δομήσιμης επιφάνειας, ο συντελεστής δόμησης της εκτός σχεδίου περιοχής λαμβάνεται ίσος με 0,15. Το ποσό των 4.000.000 δρχ. αναπροσαρμόζεται τον Ιανουάριο εκαστού έτους.

7. Η ειδική εισφορά αποτελεί έσοδο του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.), δεν επιστρέφεται (εν όλω ή εν μέρει) σε περίπτωση μη εξάντλησης του καθοριζόμενου με την πολεοδομική μελέτη συντελεστή δόμησης, δεν οφείλεται εκ νέου σε περίπτωση τροποποίησης της πολεοδομικής μελέτης χωρίς αύξηση του συντελεστή δόμησης, τυχόν δε μεταγενέστερη αύξηση του συντελεστή δόμησης συνεπάγεται εκ νέου καταβολή συμπληρωματικής ειδικής εισφοράς κατά τα οριζόμενα στην παρ. 11.

8. Η ειδική εισφορά υπολογίζεται με βάση την αγοραία αξία γης κατά το χρόνο έγκρισης της κατά την παρ. 1 απόφασης οικιστικής καταληλλότητας. Η εκτίμηση της αγοραίας αξίας γης ανεξάρτητα από το ύψος αυτής γίνεται:α) για τις περιοχές που καλύπτονται από το σύστημα αντικειμενικού

προσδιορισμού των ακινήτων σύμφωνα με τον τρόπο του συστήματος αυτού, της αξίας γης λαμβανομένης από τους σχετικούς πίνακες του Υπουργείου Οικονομικών

β) για τις λοιπές περιοχές από τις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες της περιοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων, που επιλαμβάνονται κατόπιν αιτήσεως του Υ.ΠΕ.-ΧΩΔΕ.

Η εκτίμηση γίνεται από τον αρμόδιο ελεγκτή και θεωρείται από τον οικονομικό έφορο.

Δεν επιτρέπεται η αμφισβήτηση της έκθεσης εκτίμησης μετά τη δημοσίευση τηςκατά την παρ. 1 υπουργικής απόφασης. Εάν πριν τη δημοσίευση της απόφασης αυτής η έκθεση εκτίμησης αμφισβητηθεί από κάποιο ενδιαφερόμενο μέρος, αναστέλλεται κάθε ενέργεια για τη δημοσίευση της απόφασης.

Η κατά τα ανωτέρω εκτιμηθείσα αγοραία αξία είναι ανακοινώσιμη σε τρίτους, μπορεί δε να τύχει και δημοσιότητας. Η εκτίμηση πρέπει να έχει γίνει σε χρόνο όχι μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών προ της δημοσίευσης της οικείας υπουργικής απόφασης έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας.

9. Το 20% του συνόλου της κατά τις παρ. 6 και 8 προκύπτουσας ειδικής εισφοράς χρήματος καταβάλλεται από τον αιτούντα στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. προ της υπογραφής από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων του σχεδίου π.δ/τος έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης. Ομοίως προ της υπογραφής του ως άνω σχεδίου π.δ/τος κατατίθεται από τον αιτούντα στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. εγγυητική επιστολή μιας των ανεγνωρισμένων τραπεζών της χώρας ίση προς το υπόλοιπο 80% της εισφοράς. Το υπόλοιπο αυτό δέον να καταβληθεί το αργότερο εντός διετίας στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ., το οποίο και επιστρέφει την εγγυητική επιστολή. “`Αλλως, μετά την πάροδο της διετίας, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει οριστικά υπέρ του Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ., χωρίς οποιαδήποτε οικονομική ή άλλη διεκδίκηση του αιτούντος εκ μέρους του Δημοσίου.
10. Το χρονικό διάστημα μεταξύ έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας της έκτασης και έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης δεν δύναται να είναι μεγαλύτερο της διετίας. Μετά την πάροδο του χρόνου τούτου, η απόφαση έγκρισης οικιστικής καταλληλότητας ανακαλείται υποχρεωτικά.

11. Τροποποίηση του Π.Δ/τος έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης, η οποία συνεπάγεται αύξηση του συντελεστή δόμησης, είναι δυνατή μόνο υπό την προϋπόθεση καταβολής από τον αιτούντα συμπληρωματικής ειδικής εισφοράς σε χρήμα ίσης προς την αξία γης, η οποία θα έπρεπε να διατεθεί για να καλύψει την επί πλέον συνολική προκύπτουσα δομήσιμη επιφάνεια βάσει του νέου αυξημένου συντελεστή δόμησης.Η ως άνω ειδική εισφορά υπολογίζεται με βάση την αγοραία αξία γης κατά το χρόνο τροποποίησης του Π.Δ/τος της πολεοδομικής μελέτης και καταβάλλεται στο σύνολο της πριν από την υπογραφή του σχεδίου Π.Δ/τος τροποποίησης. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 8.

12. Η δαπάνη της μελέτης κατασκευής και εκτέλεσης των έργων υποδομής της κατά την παρ. 1 έκτασης βαρύνει τον αιτούντα, ο οποίος απαλλάσσεται κατά τα λοιπά της εισφοράς σε γη και χρήμα του Ν. 1337/1983.
13. Στις εντασσόμενες κατά το παρόν σε σχέδιο εκτάσεις, η μέριμνα για τη συντήρηση, καθαριότητα και ανανέωση του κοινόχρηστου τεχνικού εξοπλισμού, η συντήρηση των έργων υποδομής, η φροντίδα για τη βελτίωση και προστασία των χώρων πρασίνου, επιφυλασσομένων των υποχρεώσεων των οικείων δήμων ή κοινοτήτων, ανήκει σε όλους τους ιδιοκτήτες των ακινήτων της έκτασης από κοινού, ασκείται δε βάσει κανονισμού, ο οποίος καθορίζει το ποσοστό ψήφων κάθε αυτοτελούς ιδιοκτησίας της έκτασης και τον τρόπο εκπροσώπησης των ιδιοκτητών στη γενική τους συνέλευση.
Άρθρο 30
1. Της κατά το άρθρο 19 του N. 1911/1990 «Εισαγωγή γυναικών στις ανώτατες στρατιωτικές σχολές, ρύθμιση στρατολογικών θεμάτων και άλλες διατάξεις « (ΦΕΚ 166 Α΄) προστασίας απολαμβάνουν και οι σύζυγοι ή ένα από τα τέκνα των εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών γενικώς, οι οποίοι αποβιούν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής. Στην περίπτωση που οι κατά τα ανωτέρω αποβιούντες δεν ήσαν νυμφευμένοι το δικαίωμα διορισμού παρέχεται κατά προτεραιότητα σε έναν από τους γονείς ή άγαμη αδελφή του αποβιούντος.

2. Στο άρθρο 21 του Ν.Δ. 562/1970 (ΦΕΚ 127 Α΄) προστίθεται παράγραφος ως εξής:«5. Οι μαθητές που εισήχθησαν στη Σχολή με τις διατάξεις του Ν. 1297/1982 κατανέμονται στον Κλάδο που υπηρετούσε ο γονέας τους, εφ΄ όσον το επιθυμούν, άλλως υπόκεινται στις παραπάνω διαδικασίες»

Άρθρο 31

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του Ν. 1386/1983, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 48 του Ν. 1882/1990, αντικαθίσταται ως εξής:«Ι. Εφόσον δεν επιτευχθεί η κατά το άρθρο 8 συμφωνία ή δεν εκπληρωθούν οι όροι της, καθώς και στην περίπτωση του άρθρου 7 παρ. 3. με αίτηση του Ο.Α.Ε. ή καθενός που έχει έννομο συμφέρον, ζητείται από το πολιτικό εφετείο της περιφέρειας της έδρας της επιχείρησης ο διορισμός εκκαθαριστή, που προβαίνει σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού στην εκκαθάριση της περιουσίας της επιχείρησης.

Το εφετείο οφείλει να ορίσει δικάσιμο σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από πέντε ημέρες από την κατάθεση της αίτησης και δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι τυχόν παρεμβάσεις, οι οποίες ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο, είναι απαράδεκτες αν δεν ασκηθούν 24 τουλάχιστον ώρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης και προσδιορίζονται υποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο. Η κατάθεση προτάσεων σε κάθε περίπτωση μπορεί να γίνει στο ακροατήριο. Η απόφαση του εφετείου πρέπει να εκδοθεί μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από τη συζήτηση της αίτησης. Η απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα και δεν μπορεί να συζητηθεί η αναστολή της ισχύος της για οποιονδήποτε λόγο.

Εφ΄ όσον πιστωτής ή πιστωτές, που εκπροσωπούν τα πενήντα ένα εκατοστά (51%) τουλάχιστον των κατά της επιχείρησης απαιτήσεων, υποδεικνύουν τον εκκαθαριστή, το εφετείο οφείλει να διορίσει τούτον ως εκκαθαριστή. Εκκαθαριστής μπορεί να είναι και τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή θυγατρική επιχείρηση τέτοιας τράπεζας.

2. Προστίθεται παράγραφος 4 στο άρθρο 10 του Ν. 1386/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 του Ν. 1882/1990, που έχει ως εξής:«4. Το εφετείο, που διόρισε τον εκκαθαριστή, οφείλει να τον αντικαταστήσει, εφ΄ όσον ζητήσουν την αντικατάσταση του πιστωτής ή πιστωτές, που αντιπροσωπεύουν το 51% τουλάχιστον των κατά της επιχείρησης απαιτήσεων. Στην περίπτωση αυτήν το εφετείο οφείλει να διορίσει τον υποδεικνυόμενο από αυτούς νέο εκκαθαριστή. Για τον ορισμό δικασίμου της αίτησης αντικατάστασης και την έκδοση απόφασης επί αυτής ισχύουν οι προθεσμίες της παραγράφου 1 του άρθρου 9».

3. Η κατά την παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 1836/1983 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 του Ν. 1882/1990, προβλεπόμενη παράταση της αρχικής εξάμηνης προθεσμίας περατώσεως της εκκαθαρίσεως δεν μπορεί να υπερβεί για κανένα λόγο τους έξι μήνες.
Άρθρο 32

Η ατέλεια των υπό ξένη σημαία, μη τελωνισμένων, θαλαμηγών πλοίων ιδιωτικής χρήσης, που προβλέπεται από την παρ. 5 του άρθρου 28 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄), περιλαμβάνει απαλλαγή και από το φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.).Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρ.14 Ν.2386/1996 (Α 43).

Άρθρο 33

1. Στο άρθρο 48 του Ν. 1642/1986 προστίθεται παράγραφος 3, η οποία έχει ως εξής:«3. Όταν μετά από έλεγχο αποδειχθεί ότι ο υποκείμενος στο φόρο διενήργησε έκπτωση φόρου εισροών ή έλαβε επιστροφή φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 και των εκάστοτε υπουργικών αποφάσεων, που ορίζουν τη διαδικασία της επιστροφής αυτής, με βάση πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία, ή από οποιαδήποτε μη νόμιμη ενέργεια του υποκειμένου στο φόρο, επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο ισόποσο με το πενταπλάσιο του φόρου που εξέπεσε ή του επιστράφηκε χωρίς να το δικαιούται.

Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται σε κάθε άλλη περίπτωση έκπτωσης ή είσπραξης φόρου που δεν δικαιούται η επιχείρηση, εφ΄ όσον για τη συγκεκριμένη πράξη είναι υπότροπος.

Για τα πρόστιμα της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 42».

2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τις πράξεις των υποκειμένων στο φόρο που πραγματοποιούνται από 1.1.1991.
Άρθρο 34

1. Στο άρθρο 33 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) προστίθεται παράγραφος 5, η οποία έχει ως εξής:«5. Από το καθαρό ποσό του ειδικού επιδόματος των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος παρακρατείται φόρος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) κατά την καταβολή του στους δικαιούχους. Με την παρακράτηση αυτήν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για το ποσό αυτών των αμοιβών. Αυτός που παρακράτησε το φόρο υποχρεούται να τον αποδώσει εφάπαξ, υποβάλλοντας σχετική δήλωση στην αρμόδια για τη φορολογία του δημόσια οικονομική υπηρεσία. Ο δικαιούχος μπορεί να περιλάβει το ποσό αυτών των αμοιβών στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους, για να φορολογηθεί, ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, με τις γενικές διατάξεις του Ν.Δ. 3323/1955. Στην περίπτωση αυτήν, από το φόρο που προκύπτει στο συνολικό του εισόδημα εκπίπτει ο φόρος που παρακρατήθηκε από το ποσό αυτών των αμοιβών».

2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από τότε που άρχισε η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 33 του Ν. 1892/1990. Αν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος:α) έχει παρακρατηθεί φόρος και το ποσό του υπερβαίνει εκείνο που υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, η διαφορά επιστρέφεται στο δικαιούχο με βάση σχετική δήλωση που υποβάλλεται από αυτόν, στην κατά το άρθρο 12 του Ν.Δ. 3323/1955 αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία

β) δεν έχει παρακρατηθεί φόρος ή το ποσό που παρακρατήθηκε είναι μικρότερο από εκείνο που αναλογεί, ο δικαιούχος του ειδικού επιδόματος υποχρεούται να υποβάλει, μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, σχετική δήλωση στην κατά το προηγούμενη εδάφιο δημόσια οικονομική υπηρεσία. Στην περίπτωση αυτήν, ο φόρος που προκύπτει καταβάλλεται σε δύο ίσες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της οικείας δήλωσης από τον υπόχρεο και η δεύτερη μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του μεθεπόμενου μήνα από την υποβολή της δήλωσης.

Άρθρο 35
Συμπλήρωση και τροποποίηση του Ν. 1892/1990

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Ν. 892/1990 προστίθεται εδάφιο ιη΄, που έχει ως εξής:«ιη. Οι δαπάνες για την κατασκευή ή τη μετατροπή κτιριακών εγκαταστάσεων, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, απαραίτητων για τις ανάγκες των εξαγωγικών εμπορικών εταιριών (EXPORT, TRADING, COMPANIES), προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως αποθηκευτικοί, ψυκτικοί ή εκθεσιακοί χώροι, ως χώροι ξήρανσης, συντήρησης και διαλογής προϊόντων ή ως συσκευαστήρια και οι δαπάνες που αφορούν την αγορά καινούργιου εξοπλισμού για τους ανωτέρω χώρους ως και εξοπλισμού ποιοτικού ελέγχου, ηλεκτρονικών υπολογιστών και λοιπών συστημάτων μηχανογράφησης ή αυτοματοποίησης των διαδικασιών δράσεως και λειτουργίας των εταιριών αυτών καθώς και οι δαπάνες για την αγορά καινούργιων αυτοκινήτων – ψυγείων ή πλοίων – ψυγείων».

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 1892/1990 προστίθεται εδάφιο κε΄, που έχει ως εξής:«κε. Εμπορικές εξαγωγικές εταιρίες (EXPORT, TRADING, COMPANIES), που ιδρύονται ή λειτουργούν ως ανώνυμες εταιρίες και υπό τους όρους ότι: α) κύριος σκοπός των εταιριών αυτών θα είναι η διενέργεια εξαγωγών, απλών η συνδυασμένων με άλλες εμπορικές πράξεις και β) το μετοχικό τους κεφάλαιο ανέρχεται κατ΄ ελάχιστο στο ποσό των 50.000.000 δρχ., ολοσχερώς καταβεβλημένο.

Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις των διενεργούμενων συναλλαγών από τις πιο πάνω εταιρίες, καθώς και κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία αυτών. Με όμοιες αποφάσεις είναι δυνατό να αυξάνεται το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο των εταιριών αυτών».

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 διαμορφώνεται ως εξής:«2. Για τις εμπορικές γενικά επιχειρήσεις, καθώς και τις διαμεταφορικές επιχειρήσεις που θα πραγματοποιήσουν παραγωγικές επενδύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου στο μεταποιητικό τομέα, απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος αδιανέμητα κέρδη με βάση τα ποσοστά που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου. Κατά τα λοιπά, οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 22 του Ν. 1828/1989 εφαρμόζονται ανάλογα και στις επιχειρήσεις της παραγράφου αυτής που θα σχηματίσουν ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό για παραγωγικές επενδύσεις».

Άρθρο 36

1. Τα συμβατικής τεχνολογίας επιβατικά αυτοκίνητα, που αποσύρθηκαν ή πρόκειται να αποσυρθούν από την κυκλοφορία κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 20 του Ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α΄) μπορεί και να εξάγονται στο εξωτερικό.Σε περίπτωση επανεισαγωγής, για τα αυτοκίνητα αυτά δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί επανεισαγόμενων εμπορευμάτων ως προς τις φορολογικές ελαφρύνσεις εισαγωγής.

Οι όροι και διατυπώσεις εξαγωγής των αποσυρόμενων αυτοκινήτων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, θα καθοριστούν με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών.

2. Η προβλεπόμενη από την παρ. 4 του άρθρου 20 του Ν. 1921/1991 προθεσμία για την απόσυρση και καταστροφή επιβατικών ή φορητών αυτοκινήτων συμβατικής τεχνολογίας παρατείνεται μέχρι 28.6.1991.
Άρθρο 37
Κύρωση απόφασης

Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου από τότε που εκδόθηκε η 2021820/2480/Α0024 από 2 Απριλίου 1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 207 Β΄), που έχει ως εξής:

Αρ.Πρωτ. 2021820/2480/Α0024

Αθήνα 2 Απριλίου 1991

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΘΕΜΑ: «Δημιουργία Λογ/σμού»

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Α.Ν. 1500/50, όπως κυρώθηκε και συμπληρώθηκε με τις διατάξεις του Ν. 1646/51.

2. Τις διατάξεις των άρθρων 53 και 54 του Ν.Δ. 321/69.

3. Τις διατάξεις του Ν. 1892/90.

4. Τις διατάξεις του Ν. 1386/1983.

5. Την ανάγκη σύστασης ειδικού λογ/σμού για την καλύτερη παρακολούθηση του προγράμματος αποκρατικοποίησης. Αποφασίζουμε

1) Δημιουργούμε στην Τράπεζα της Ελλάδος – Κεντρικό Κατάστημα υπό τον πρωτοβάθμιο λογ/σμό Νο 234 Ειδικό Λογ/σμό μετίτλο«ΕΛ.-Λογ/σμός προγράμματος αποκρατικοποίησης…».

2) Καθορίζουμε την κίνηση του λογ/σμού αυτού ως ακολούθως:

α) θα πιστώνεται, τμηματικά, με εντολές του Υπουργού των Οικονομικών, με χρέωση του λογ/σμού του Δημοσίου «Ε.Δ. Συγκέντρωση Εισπράξεων και Πληρωμών», ανάλογα με την πορεία εκτελέσεως του προγράμματος μέχρι ανωτάτου ποσού 10.000.000.000 δρχ. και β) με τις εισπράξεις από την πώληση των προβληματικών επιχειρήσεων, με φροντίδα του ΟΑΕ για την άμεση κατάθεση των σχετικών ποσών, και θα χρεώνεται: με εντολές του Υπουργού των Οικονομικών για τη μεταφορά ποσών σε λογ/σμό του ΟΑΕ ύστερα από συγκεκριμένες και επαρκώς αιτιολογημένες προτάσεις για τα ποσά που απαιτούνται αποκλειστικώς προς αποζημίωση ή καταβολή οφειλομένων αποδοχών στους απολυόμενους από τις εταιρείες του και για τη μεταφορά ποσών στο λογ/σμό του Δημοσίου «ΕΔ – Συγκέντρωση Εισπράξεων και Πληρωμών».

Τα δικαιολογητικά κίνησης του λογ/σμού αυτού η Τράπεζα της Ελλάδας θα στέλνει στη Δ24-Α”.

Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

Άρθρο 38
Παράταση προθεσμίας
1. Η προθεσμία για την ολοκλήρωση των διαδικασιών υπαγωγής επενδύσεων, που προβλέπουν οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 6 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του Ν. 1892/1990, παρατείνεται, από τη λήξη της, μέχρι 31.5.1991 προκειμένου για αιτήσεις επενδύσεων του μεταποιητικού τομέα και του τομέα παροχής υπηρεσιών που κρίθηκαν βιώσιμες από τις αρμόδιες γνωμοδοτικές επιτροπές.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 33 του Ν. 1892/1990 ισχύουν για τους απολυόμενους μέχρι 31.12.91.
Άρθρο 39
Δικαστική εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας

A1. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) είναι αρμόδιο για την υπεράσπιση των υποθέσεων και την εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και κάθε δικαστηρίου και δικαστικής αρχής των κρατών μελών της Ε.Ο.Κ. κατά τις διέπουσες αυτό διατάξεις. Αντιπρόσωπος (ΑGΕΝΤ) της Ελληνικής Κυβέρνησης για την Επιτροπή και το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι ο πρόεδρος του Ν.Σ.Κ. ή ο οριζόμενος απ΄ αυτόν αναπληρωτής του.2. Οι υπηρεσίες και τα όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας υποχρεούνται να ενημερώνουν το Ν.Σ.Κ. για όλες τις υποθέσεις αλλοδαπής και να διαβιβάζουν σ΄ αυτό εγκαίρως τους οικείους φακέλους μαζί με τις απόψεις τους.

B1. Στο Ν.Σ.Κ. συνιστώνται: α) Δύο (2) θέσεις αντιπροέδρων, β) τέσσερις (4) θέσεις νομικών συμβούλων και γ) δέκα (10) θέσεις παρέδρων, που πληρούνται δια προαγωγής εκ των ήδη υπηρετούντων.

Γ. Εκκρεμείς δίκες και υποθέσεις ενώπιον των ως άνω δικαστηρίων και δικαστικών αρχών, που διεξάγονται ήδη από άλλα όργανα και υπηρεσίες, συνεχίζονται, μετά την 16η Σεπτεμβρίου 1991, από το Ν.Σ.Κ., στο οποίο διαβιβάζονται οι σχετικοί φάκελοι.

Δ. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες α) να συνιστώνται μέχρι είκοσι (20) θέσεις του κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ., β) να μετατρέπονται θέσεις παρέδρων και δικαστικών αντιπροσώπων στο Ν.Σ.Κ. σε θέσεις του αμέσως ανωτέρου βαθμού και γ) να συνιστώνται και να καταργούνται γραφεία του Ν.Σ.Κ.,

Ε. Με πράξεις του προέδρου του Ν.Σ.Κ. κατανέμεται αριθμητικά το κύριο και διοικητικό προσωπικό στις υπηρεσιακές μονάδες του Ν.Σ.Κ., ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες.

ΣΤ. Κάθε διάταξη, προβλέπουσα εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Ελληνικού Δημοσίου σε οποιοδήποτε δικαστήριο από όργανα άλλα εκτός του Ν.Σ.Κ. ή δεν συμβιβάζεται με το παρόν άρθρο, καταργείται.

Άρθρο 40
1. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 1897/1990 (ΦΕΚ Α΄ 120/1990) εφαρμόζονται αναλόγως και σε περιπτώσεις υλικών ζημιών που προεκλήθησαν σε τουριστικά λεωφορεία και λεωφορεία ΚΤΕΛ από βίαια γεγονότα εξαιτίας των απεργιακών κινητοποιήσεων των εργαζομένων στην Ε.Α.Σ.. Το ίδιο ισχύει και για την αποζημίωση υλικών ζημιών που υπέστησαν μέχρι σήμερα τρίτοι ως άμεση συνέπεια βομβιστικής ενέργειας.
2. Αυτοκίνητα οχήματα, που καταστράφηκαν ολοσχερώς από την θεομηνία της 16ης Νοεμβρίου 1990 στην Αρκαδία, μπορεί να αντικατασταθούν για μια μόνο φορά με άλλα όμοια του ίδιου ή και μικρότερου κυβισμού χωρίς την καταβολή των οφειλόμενων κατά περίπτωση φόρων εισαγωγής, με εξαίρεση τον εισαγωγικό δασμό και το φόρο προστιθέμενης αξίας.

3. Η πιο πάνω απαλλαγή θα παρέχεται με την προσκόμιση στην αρμόδια τελωνειακή αρχή α) βεβαίωσης της αρμόδιας επιτροπής της Νομαρχίας Αρκαδίας για την ολοσχερή από τη θεομηνία καταστροφή του προς αντικατάσταση αυτοκινήτου και β) βεβαίωσης του Ο.Δ.Δ.Υ. για την εγκατάλειψη του κατεστραμμένου αυτοκινήτου υπέρ του Δημοσίου ή βεβαίωσης απώλειας αυτού από τις αρμόδιες υπηρεσίες.Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 41
Η αληθής έννοια της παραγράφου 8 του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) είναι ότι ο Γενικός Διευθυντής λαμβάνει το βασικό μισθό του μισθολογικού κλιμακίου που κατέχει, προσαυξημένο κατά 50%, το επίδομα συντονιστή του άρθρου 12 του Ν. 1586/1986, καθώς και τα επιδόματα του Ν. 1505/1984 όπως αυτός συμπληρώθηκε με το Ν. 1810/1988.
Άρθρο 42
1. Η αληθής έννοια της διατάξεως του άρθρου 46 του Ν. 1892/1990 είναι ότι εις αυτήν υπάγονται όλες οι επιχειρήσεις γενικώς, ανεξαρτήτως της προηγούμενης υπαγωγής ή μη αυτών στο καθεστώς του Ν. 1386/1983.
2. Επί ανωνύμων εταιριών, των οποίων οι μετοχές ανήκουν κατά ποσοστό άνω του 50% στον Ο.Α.Ε. ή σε κρατικούς φορείς του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982, όπως αρχικώς ίσχυσε, η προθεσμία υποχρεωτικής σύγκλησης έκτακτης γενικής συνέλευσης του άρθρου 39 του Ν. 2190/1920 είναι δέκα ημερών και ως τόπος συνεδρίασης της συνέλευσης αυτής δύναται να ορίζονται τα γραφεία της έδρας μετόχων, που εκπροσωπούν άνω του ημίσεος του μετοχικού κεφαλαίου.
Άρθρο 43

1. Το άρθρο 45 του Ν. 1892/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 45

1. Οι κατά την παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου συμφωνίες συνάπτονται και επικυρώνονται είτε κατευθείαν είτε μετά από απόφαση του εφετείου της περιφέρειας της έδρας της επιχείρησης, με την οποία η επιχείρηση τίθεται υπό επίτροπο. Στην τελευταία περίπτωση το εφετείο επιλαμβάνεται ύστερα από αίτηση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 44, παρ. 1, εδάφιο γ΄ του παρόντος νόμου.

Το εφετείο κρίνει κατά τη διαδικασία των άρθρων 739 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και θέτει την επιχείρηση υπό επίτροπο, εφ΄ όσον α) η τελευταία περιλαμβάνεται σε μια από τις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ ή δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 1386/1983 και β) ζήτησαν το διορισμό επιτρόπου πιστωτής ή πιστωτές που αντιπροσωπεύουν το 51% των πιστώσεων.

Η απόφαση του εφετείου εκδίδεται μέσα σε δέκα ημέρες από τη συζήτηση και δεν υπόκειται στο ένδικο μέσο της αναίρεσης.

Το δικαστήριο διορίζει υποχρεωτικά επίτροπο το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους πιο πάνω πιστωτές.

2. Επί εταιριών, ο διορισμός επιτρόπου υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπονται για κάθε εταιρικό τύπο.

3. Ο διοριζόμενος επίτροπος δεν αντικαθιστά τα όργανα της επιχείρησης, απαιτείται όμως η συναίνεση του για οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, καθώς και για οποιαδήποτε απόφαση της γενικής συνέλευσης, που αφορά τροποποίηση του καταστατικού. Με την απόφαση πάντως του εφετείου μπορεί να προβλέπονται μέτρα διασφάλισης του ενεργητικού ή συγκεκριμένες ενέργειες, του επιτρόπου.

4. Αποστολή του επιτρόπου είναι η προσπάθεια επίτευξης της συμφωνίας του προηγούμενου άρθρου. Το έργο αυτό πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης του εφετείου. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί επί τρίμηνο, με απόφαση του εφετείου, μετά από αίτηση του επιτρόπου, αν πιθανολογείται ότι η συμφωνία είναι δυνατή στη νέα αυτή προθεσμία. Το εφετείο μπορεί να αντικαταστήσει οποτεδήποτε τον επίτροπο, αν παραιτηθεί ή πιθανολογείται ότι αμελεί την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Σε περίπτωση αντικατάστασης είναι δυνατό να χορηγηθεί πρόσθετη τρίμηνη προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας συμβιβασμού. Η συνολική προθεσμία δεν επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση να υπερβεί τους εννέα (9) μήνες.

5. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο επίτροπος μπορεί να έχει πλήρη πρόσβαση στα βιβλία, λογαριασμούς και αλληλογραφία της επιχείρησης. Δεν ισχύει απέναντι του το τραπεζικό, φορολογικό ή άλλο επαγγελματικό απόρρητο ή το απόρρητο των ελεγκτών της εταιρίας. Ο επίτροπος έχει υποχρέωση εχεμύθειας για όσα περιήλθαν σε γνώση του κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

6. Μόλις δημοσιευθεί η απόφαση του εφετείου, με την οποία ορίζεται ο επίτροπος, αναστέλλονται προσωρινά τα μέτρα, εκκρεμή ή όχι, ατομικής ή συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της επιχείρησης και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων εναντίον της. Αναστέλλεται επίσης η τοκοφορία των κάθε είδους απαιτήσεων.

7. Μόλις δημοσιευθεί η απόφαση του εφετείου, που επικυρώνει τη συμφωνία του προηγούμενου άρθρου, παύουν τα έργα του επιτρόπου και αίρονται οι αναστολές της παρ. 6 του παρόντος άρθρου, η πτώχευση δε, που τελούσε υπό αναστολή, ανακαλείται αυτοδίκαια.

8. Ο επίτροπος δικαιούται αμοιβής, την οποία καθορίζει το εφετείο με την αρχική ή μεταγενέστερη απόφαση του. Επιτρέπεται η καταβολή προκαταβολής. Ο επίτροπος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ευθύνεται μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια.

9. Εάν εντός του προβλεπόμενου, κατά την παρ. 4 του παρόντος άρθρου, χρονικού διαστήματος δεν επιτευχθεί η συμφωνία του προηγούμενου άρθρου ή μεταγενέστερα δεν εκπληρωθούν οι όροι της, διατάσσεται η εκκαθάριση της επιχείρησης σύμφωνα με το επόμενο άρθρο 46 του παρόντος νόμου.

10. Οι κατά την παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου συμφωνίες επιτρέπεται να συναφθούν και επικυρωθούν και η υπαγωγή υπό επίτροπο κατά το παρόν άρθρο επιτρέπεται να διαταχθεί, μόνο εφ΄ όσον δεν έχει διενεργηθεί πλειστηριασμός βασικών και σχετιζόμενων με την παραγωγική διαδικασία περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης.

Άρθρο 44

1. Όπου στις διατάξεις του Ν. 43/1975 και τις τροποποιητικές αυτού διατάξεις γίνεται μνεία των Υπουργών Συντονισμού και Προγραμματισμού η Εθνικής Αμύνης, οπωσδήποτε ενεργούντων ή εποπτευόντων χωριστά ο καθένας ή από κοινού ή ομού μετά του Υπουργού Οικονομικών εφ΄ όλων γενικά των θεμάτων εφαρμογής των ως άνω διατάξεων, από της ισχύος του παρόντος νόμου νοείται μόνος ο Υπουργός Οικονομικών.Ο ίδιος Υπουργός μόνος εκπροσωπεί το Ελληνικό Δημόσιο, ως μέτοχο, στη Γενική Συνέλευση Μετόχων της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (Ε.Α.Β.).

Ο συντονισμός των ενεργειών της Ε.Α.Β., στα πλαίσια διακρατική συμφωνιών συνεργασίας με ξένες αμυντικές βιομηχανίες, ασκείται από το Υπουργείο Εθνικής `Αμυνας μέσω της Υπηρεσίας Πολεμικής Βιομηχανίας.

2. Με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί μετά πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Εθνικής `Αμυνας και Οικονομικών, δύναται να ρυθμισθεί η συγχώνευση των αμυντικών βιομηχανιών «Ελληνική Βιομηχανία Όπλων» (Ε.Β.Ο Α.Ε.) και «Ανώνυμος Εταιρία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου – Καλυκοποιείου» (τέως ΠΎΡΚΑΛ), κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων. Με το προεδρικό αυτό διάταγμα θα καθορισθούν ιδίως απλή και ταχεία διαδικασία συγχωνεύσεως, το μετοχικό κεφάλαιο της μετά τη συγχώνευση εταιρίας, η κατανομή του μετοχικού κεφαλαίου, οι αποζημιώσεις των μετόχων που τυχόν θα αποκλεισθούν, τα πάγια στοιχεία που θα εξυπηρετήσουν τη νέα εταιρία και αυτά που θα εκποιηθούν, ως και οι εργασιακές σχέσεις του προσωπικού καθεμιάς από τις συγχωνευόμενες εταιρίες με τη νέα εταιρία.Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.1 άρθρ.4 Ν.3195/2003,ΦΕΚ Α 268/20.11.2003

3. Όμοια προεδρικά διατάγματα δύναται να εκδοθούν για τη συγχώνευση και οποιωνδήποτε άλλων κρατικών φορέων που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται από την παρ. 6 του άρθρο 1 του Ν. 1256/1982. Τα προεδρικά διατάγματα αυτά δύναται να έχουν όλες ή μερικές από τις ρυθμίσεις της παρ. 1.
4. Η σύμβαση συγχωνεύσεως κατά τις ανωτέρω παραγράφους, οι συνεπεία αυτής μεταβιβάσεις, οι μεταγραφές και κάθε άλλη προς πραγμάτωσιν αυτής πράξης, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα του Δημοσίου ή τρίτων. Με τα κατά τις ανωτέρω παραγράφους εκδοθησόμενα προεδρικά διατάγματα δύναται να περιορισθούν τα δικαιώματα και οι αμοιβές συμβολαιογράφων, δικηγόρων και υποθηκοφυλάκων για κάθε πράξη που απαιτείται για τη συγχώνευση.
Άρθρο 45
Στο Ν.Δ. 1369/1973, με το οποίο κυρώθηκε το Καταστατικό της Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως Α.Ε. (Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε.), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Ν. 49/1975 (ΦΕΚ 118 Α΄), το Ν. 1360/1983 (ΦΕΚ 65 Α΄) και Ν. 1472/1984 (ΦΕΚ 112 Α΄), γίνονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:«1. Το κεφάλαιο της Τράπεζας μπορεί να αυξηθεί με απόφαση της γενικής συνέλευσης της, που καθορίζει τους όρους της αύξησης και που , θεωρείται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας».

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου10 αντικαθίσταται ως εξής:«2. Η γενική συνέλευση είναι μόνη αρμόδια για να αποφασίζει στα ακόλουθα θέματα:

α. Εκλογή των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

β. Έγκριση του ισολογισμού της Τράπεζας.

γ. Διάθεση των ετήσιων κερδών.

δ. Εκλογή των ελεγκτών.

ε. Απαλλαγή του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών από κάθε προσωπική ευθύνη.

στ. Διορισμό εκκαθαριστών.

ζ. Τροποποιήσεις του παρόντος καταστατικού».

3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής:«6. Σε περίπτωση απουσίας, κωλύματος, παραίτησης, λήξης της θητείας, παύσης ή θανάτου μέλους ή μελών του. αυτό βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει εγκύρως, εφ΄ όσον ο αριθμός των παρόντων αυτοπροσώπως μελών του είναι τουλάχιστον το ήμισυ πλέον ενός των θεσμοθετημένων κάθε φορά θέσεων».

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 Ειδικών Διατάξεων αντικαθίσταται ως εξής:«1. Σε περίπτωση συμμετοχής της Τράπεζας στο μετοχικό κεφάλαιο ανώνυμης εταιρίας, που συνιστάται ή που προβαίνει σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, όταν τμήμα του κεφαλαίου καλύπτεται με εισφορά περιουσίας ή επιχείρησης, η ευθύνη από το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα υπάρχει μόνο έναντι δανειστών που αναγγέλλονται μέσα σε ένα μήνα από την τελευταία δημοσίευση της επόμενης παραγράφου και για ποσά που δεν μπορεί να υπερβούν εκείνα, για τα οποία αναγγέλθηκαν.

5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 Ειδικών Διατάξεων αντικαθίσταται ως εξής:«Μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 1 πρέπει να αναγγέλλονται και οι απαιτήσεις που τελούν υπό αίρεση ή προθεσμία».

6. Το άρθρο 5 Ειδικών Διατάξεων αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 5 Διατηρούμενες διατάξεις

Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις του άρθρου 5, των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 6, του άρθρου 7, της παραγράφου 2 του άρθρου 9 και του άρθρου 10 του Ν.Δ. 1038/1949, όπως κυρώθηκε με το Ν.Δ. 1198/1949, καθώς και η διάταξη του άρθρου 1 του Ν.Δ. 2688/1953».

Άρθρο 46

Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του κεφαλαίου Ι του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985 προστίθενται τα εξής:«Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, μπορεί να διατίθεται μέχρι και το ήμισυ του ως άνω ποσοστού, με δημόσια εγγραφή, σε αγορά άλλου κράτους μέλους ή κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 47

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Αιγαίου, μπορεί να συστήνονται επιστημονικές επιτροπές, άνευ οιασδήποτε αποζημιώσεως των μελών τους, οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα να οργανώνουν ιατρικά κλιμάκια, με την αναγκαία παραϊατρική και διοικητική στήριξη, που θα περιοδεύουν στα νησιά του Αιγαίου και θα παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες κάθε είδους. Όλες οι λειτουργικές δαπάνες της επιτροπής και των αποστολών θα αντιμετωπίζονται οικονομικά από το Υπουργείο Αιγαίου.Για την αποτελεσματική εκτέλεση του έργου των παραπάνω επιστημονικών επιτροπών το Υπουργείο Αιγαίου δύναται να προμηθεύεται και πλωτά μέσα προκειμένου να μετασκευασθούν σε πλωτά εξεταστήρια, καθώς και τα σχετικά ιατρικά μηχανήματα για τον εξοπλισμό αυτών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 του Ν. 2074/1992, ΦΕΚ Α 128.

Άρθρο 48
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ το προεδρικό διάταγμα, που προβλέπεται από το άρθρο 77 του Ν. 1892/1990, το ασφάλιστρο που προβλέπεται στο άρθρο 1 παρ. α΄, β΄ και γ΄ του Π.Δ. 471/1981 (ΦΕΚ 130 Α΄ 15.5.81) ορίζεται σε δραχμές έξι (6) κατά επιβάτη για όλες τις δρομολογιακές γραμμές που αναφέρονται στην πιο πάνω διάταξη.
Άρθρο 49
1. Παρατείνεται μέχρι 31.12.1991 η ισχύς του άρθρου 22 του Ν. 1876/1990, που αφορά τη μεσολάβηση και λειτουργία των πρωτοβάθμιων διοικητικών διαιτητικών δικαστηρίων του Ν. 3239/1955.
2. Διενέξεις, που αφορούν στην ερμηνεία υφιστάμενων όρων αποφάσεων των καταργηθέντων δευτεροβάθμιων διοικητικών διαιτητικών δικαστηρίων δύνανται να εκδικάζονται ενώπιον των αντίστοιχων πρωτοβάθμιων διοικητικών διαιτητικών δικαστηρίων.
3. Το αυτό ισχύει και για τις αποφάσεις των παραπάνω διαιτητικών οργάνων (Δ.Δ.Δ.Δ.), οι οποίες αναπέμπονται στη Διοίκηση μετά την ακύρωση τους από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
4. Αναστέλλεται μέχρι 31.12.1991 η εφαρμογή της διάταξης του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.1876/1990 περί ελευθέρων συλλογικών διαπραγματεύσεων και άλλων διατάξεων.

5. Στο άρθρο 35 του Ν. 1892/1990 προστίθεται παράγραφος που έχει ως εξής:«Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Δ., μπορεί να ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, που αναφέρονται στη σύσταση και λειτουργία προγραμμάτων επανακατάρτισης και αυτοαπασχόλησης, που προβλέπονται από την παρ. 1 του άρθρου 33 του νόμου αυτού.

Οι εκδοθησόμενες υπουργικές αποφάσεις μπορεί να ρυθμίζουν τα πιο πάνω ζητήματα αναδρομικά, όχι όμως πέραν της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του Ν. 1892/1990».

Άρθρο 50

Οι διατάξεις του άρθρου 15 του Π.Δ. 27.11/14.12.1926 «περί κωδικοποιήσεως των περί συστάσεως Τ.Ε.Ε. κειμένων διατάξεων» (ΦΕΚ 430 Α΄), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 14 του Ν. 1486/1984.«Τροποποίηση των διατάξεων του Τ.Ε.Ε.» (ΦΕΚ 161 Α΄), συνεχίζουν να ισχύουν και να εφαρμόζονται και μετά την ισχύ του Ν. 1505/1984 «Αναδιάρθρωση μισθολογίου προσωπικού Δημόσιας Διοικήσεως και άλλων συναφών διατάξεων» και των μεταγενέστερων τροποποιήσεων αυτού.

Άρθρο 51
1.α) Στο “ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ”, που έχει συσταθεί με το προεδρικό διάταγμα από
23.11.1990 (ΦΕΚ 782 Β`) και το οποίο μετονομάζεται σε “ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΠΟΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ” εποπτευόμενο αποκλειστικώς από το Υπουργό των Εξωτερικών, ανατίθενται παράλληλα με την προβλεπόμενη από το άρθρο 8 του ν. 1893/1990 και το άρθρο 5 του Οργανισμού του, αποστολή αυτού και η παροχή σε ομογενείς εντός και εκτός της Ελλάδος πάσης φύσεως βοήθειας, καθώς και η εκτέλεση ειδικών εργασιών και προγραμμάτων. Η παροχή της βοήθειας αυτής και η εκτέλεση των ειδικών προγραμμάτων ενεργούνται με απόφαση του διοικητικού συμβούλου του Ιδρύματος. Στις περιπτώσεις πάντως όπου η βοήθεια παρέχεται εκτός της Ελλάδος, η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου υπόκειται στην έγκριση του Υπουργού Εξωτερικών.β) Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος δύναται να παραχωρούνται, ως νόμος ορίζει, κατά κυριότητα ή κατά χρήση, ακίνητα του ιδρύματος σε παλιννοστούντες ομογενείς. Οι όροι, προϋποθέσεις και διαδικασίες της παραχωρήσεως αυτής καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος εγκρινόμενη από τον Υπουργό Εξωτερικών.γ) Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος δύναται να παρέχεται σε αναξιοπαθούντες ομογενείς περιοδική ή εφάπαξ οικονομική ενίσχυση. Οι όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία παροχής της ενισχύσεως αυτής καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος εγκρινόμενη από τον Υπουργό Εξωτερικών.δ) Το διοικητικό συμβούλιο είναι επταμελές, ο δε πρόεδρος και τα μέλη του διορίζονται για μία πενταετία κατά τους όρους του καταστατικού “.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 32 παρ. 1 του Ν. 2080/1992 (ΦΕΚ Α 153).

2. Το `Ιδρυμα διέπεται από τις διατάξεις της συστατικής του πράξεως και δεν υπάγεται στο δημόσιο τομέα, ούτε στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 και του άρθρου 89 του ν. 1943/1991.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 32 παρ. 2 του Ν. 2080/1992 (ΦΕΚ Α 153).

3. Το `Ιδρυμα, με εξαίρεση τους εισαγωγικούς δασμούς και το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, απαλλάσσεται από όλους τους λοιπούς φόρος, τα τέλη χαρτοσήμου ή άλλα τέλη, εισφορές και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου. Επίσης, έχει όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που απολαμβάνει το Δημόσιο. Η απαλλαγή αυτή δεν καταλαμβάνει τα επιβατικά αυτοκίνητα, καύσιμα, λιπαντικά, οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνικά προιόντα. Εξαιρετικά, απαλλάσσονται από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απάκτηση αγαθών που
πραγματοποιούνται από το Εθνικό`Ιδρυμα Υποδοχής και Αποκαταστάσεως Αποδήμων Παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων, καθώς και η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται προς το`Ιδριμα αυτό. Η απαλλαγή του προηγούμενου εδαφίου αφορά μόνο αγαθά και υπηρεσίες που προορίζονται για την ανέγερση των κτιριακών εγκαταστάσεων των οικισμών υποδοχής, που ανήκουν στο `Ιδρυμα και τον πάγιο εξοπλισμό τους. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.18 Ν.2386/1996 (Α 43).
4. Επιτρέπεται, με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών και του καθ΄ ύλην αρμόδιου υπουργού, η παραχώρηση της χρήσης δημόσιων εκτάσεων ή ακινήτων ή κινητών πραγμάτων του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, χωρίς αντάλλαγμα υπέρ του Ιδρύματος.
5. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση, κατά τους όρους του νόμου, υπέρ του Ιδρύματος προς επιτέλεση του σκοπού του αποτελεί απαλλοτρίωση, που κηρύσσεται για λόγους δημόσιας ωφέλειας.
6. Μετά από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος και έγκριση από τον Υπουργό Εξωτερικών επιτρέπεται στο Ίδρυμα να συνιστά εταιρίες οποιασδήποτε μορφής ή να συμμετέχει σε εταιρίες ή νομικά πρόσωπα, φορείς και επιχειρήσεις εντός ή εκτός της ελληνικής επικράτειας.

7. Με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών επιτρέπεται η απόσπαση ενός διπλωματικού και μέχρι δύο διοικητικών υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών στο Ιδρυμα για την αντιμετώπιση ειδικών προβλημάτων, που αναφύονται από τη μετακίνηση πληθυσμών γειτονικών περιοχών. Η απόσπαση είναι υποχρεωτική για τον αποσπώμενο υπάλληλο. Η χρονική διάρκεια της απόσπασης ορίζεται σε ένα έτος με δυνατότητα παράτασης έως ένα έτος ακόμη. Η μισθοδοσία εν γένει των αποσπωμένων βαρύνει την υπηρεσία από την οποία αποσπώνται. Ο χρόνος της απόσπασης θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική τους θέση για κάθε συνέπεια.Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 32 παρ. 3 του Ν. 2080/1992 (ΦΕΚ Α 153).

8. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος εγκρινόμενη από τον Υπουργό Εξωτερικών, είναι δυνατόν να δημιουργούνται, προς υποβοήθηση του έργου του , τρία (3) γραφεία του Ιδρύματος στην Αλβανία και στις πρώην χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού, στις οποίες διεξάγονται μέσω της Ελλάδος προγράμματα βοήθειας της Κοινότητας ή Εθνικά Προγράμματα βοήθειας στις χώρες αυτές.Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 32 παρ. 3 του Ν. 2080/1992 (ΦΕΚ Α 153).

9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εξωτερικών, μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος, μπορεί να τροποποιούνται διατάξεις του καταστατικού του Ιδρύματος.Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 32 παρ. 3 του Ν. 2080/1992 (ΦΕΚ Α 153).

Άρθρο 52
Από 1 Ιουνίου 1991 καταργείται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α ), σε συνδυασμό με τους πίνακες Α και Β του παρατήματος III του ίδιου νόμου, όπως ισχύουν, για τους δρόμωνες ίππους της δασμολογικής κλάσης 01.01ΑΙΙΙ του Τελωνειακού Δασμολογίου Εισαγωγής, το οποίο ίσχυε στις 2.7.1984, καθώς και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 58 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄), όπως ισχύει, για τα μισθώματα των δρομώνων ίππων.
Άρθρο 53
Υπολογισμός μέσης από τέλη χαρτοσήμου επιβάρυνσης

Η προβλεπόμενη από τις κοινές υπουργικές αποφάσεις ΠΡ 411/474/10.6.1978 (ΦΕΚ 568 Β΄), ΠΡ 7461/Γ./573/10.9.1980 (ΦΕΚ 920 Β΄) και ΠΡ 7462/Γ.574/10.9.1980 (ΦΕΚ 949 Β΄) προσαύξηση των συντελεστών της μέσης από τέλη χαρτοσήμου επιβάρυνσης, για τα εξαγόμενα είδη που κάλυπταν οι αποφάσεις αυτές, εφαρμόζεται, για όσο χρονικό διάστημα ίσχυσαν, για όλους τους εξαγωγείς, που εξήγαγαν τα είδη αυτά, με τις ίδιες προϋποθέσεις.Η ανωτέρω ρύθμιση ισχύει εφ΄ όσον οι σχετικές υποθέσεις επιστροφής βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα στις αρμόδιες τελωνειακές υπηρεσίες.

Άρθρο 54
Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του Ν. 1914/17.12.90 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι προβλεπόμενες από το άρθρο 12 παρ. 1 του Ν. 1914/17.12.90 (ΦΕΚ 178 Α΄) επιβαρύνσεις περιορίζομαι στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) δραχμών ανά κυβικό εκατοστό (ψψ) του κυλινδρισμού του κινητήρα του αυτοκινήτου».
Άρθρο 55
1. Πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 25 της Δ. 245/1988 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με το Ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α΄), τα οποία, κατά παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2 και του άρθρου 28 της αποφάσεως αυτής, έχουν παραλάβει ατελώς μέχρι 31.12.1990 και δεύτερο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσεως, κατ΄ εφαρμογή της ανωτέρω αποφάσεως ή των προϊσχυουσών σχετικών διατάξεων, δεν διώκονται διοικητικά ή ποινικά, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταβάλουν το σύνολο των δασμολογικών επιβαρύνσεων που έτυχαν απαλλαγής για το δεύτερο επιβατικό αυτοκίνητο ή ότι έχουν απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής καθ΄ οιονδήποτε τροχό.
2. Εκκρεμείς υποθέσεις αυτού του χαρακτήρος, σε οποιοδήποτε και αν ευρίσκονται στάδιο διοικητικής ή ποινικής διαδικασίας, τίθενται στο αρχείο δυνάμει της παρούσας διατάξεως, εφ΄ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου.
Άρθρο 56

1. Από την ημέρα ισχύος του νόμου αυτού λύονται, αζημίως για το Δημόσιο, όλες οι μισθώσεις των ιχθυοτροφείων της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Αιτωλικού – Νεοχωρίου – Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας. Η χρήση των ιχθυοτροφείων αυτών αποδίδεται ελεύθερη στο Δημόσιο, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την έγγραφη πρόσκληση του νομάρχη Αιτωλίας και Ακαρνανίας προς το μέχρι τώρα μισθωτή συνεταιρισμό ή άτομο.Εάν, παρά την πρόσκληση αυτή, δεν αποδοθεί εμπρόθεσμα απότομέχρι τώρα μισθωτή η χρήση και η κατοχή του μισθίου ιχθυοτροφείου, εφαρμόζεται για τα περαιτέρω η διαδικασία του Ν. 1279/1982. Η αίτηση για την έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου υποβάλλεται από το Ελληνικό Δημόσιο, που στην περίπτωση αυτήν εκπροσωπείται από το νομάρχη Αιτωλίας και Ακαρνανίας.

2. Ο νομάρχης Αιτωλίας και Ακαρνανίας μετά την παραλαβή των μισθίων ιχθυοτροφείων με απόφαση του θα καθορίσει τον τρόπο εκμετάλλευσης των ιχθυοτροφείων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 35 και 50 του Ν.Δ. 420/1970 (ΦΕΚ 27 Α΄).
Άρθρο 57
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των διατάξεων του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σ΄ αυτές.Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 8 Μαΐου 1991

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ