ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2298 ΦΕΚ Α΄ 62/4.4.1995

Συμβιβαστική επίλυση ιδιωτικών διαφορών-Επιτάχυνση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης-Σχεδιασμός και εφαρμογή Σωφρονιστικής Πολιτικής και άλλες διατάξεις (A 62).

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Άρθρο 1
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 άρθρ.6 Ν.2479/1997

Άρθρο 2

1.Στοτέλοςτηςπαραγράφου2του άρθρου 563 του Κ.Πολ.Δ. προστί8εται η ακόλουθη διάταξη:” `Αν όμως το ζήτημα της συνταγματικότητας έχειήδηκριθείμε απόφαση της ολομέλειας, η παραπομπή είναι δυνητική”.

2.Ηπαράγραφος5τουάρθρου23τουΚώδικαΟργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988),όπως αντικαταστάθηκεαπότοάρθρο 5 του ν.2172/1993, αντικαθίσταται ως εξής:”5. Στις συνεδριάσεις της ολομέλειας και τωνποινικώντμημάτων τουΑρείου Πάγου παρίσταται ο εισαγγελέας του.Στις συνεδριάσεις των τμημάτων που εκδικάζουν πολιτικές υποθέσεις οεισαγγελέαςπαρίσταται μόνοαν είναι διάδικος ή έχει υποβάλει, έως την έναρξη της δικασίμου, έγγραφη πρόταση την οποία και αναπτύσσει προφορικά.

3.Τοτελευταίοεδάφιοτουάρθρου574τουΚ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Οεισαγγελέας του Αρείου Πάγου,όταν παρίσταται, αγορεύει τελευταίος,εκτός αν είναι διάδικος ή εκπροσωπεί αναιρεσείοντα εισαγγελέα.”

4.Ηδιάταξητης παραγράφου 1 εφαρμόζεται αμέσως, εφόσον κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού δενέχειεκδοθείαπόφασητου τμήματοςγιατηνπαραπομπή.Οιδιατάξειςτωνπαραγράφων 2 και 3 εφαρμόζονται σε υποθέσεις που συζητούνται μετά τηνπάροδομηνόςαπό την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού.

Άρθρο 3

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 654 του Κ.Πολ.Δ.αντικαθίσταται ως εξής: “2.Τα άρθρα 226, 649 παρ. 1, 650, 651 και 653 εφαρμόζονται και στην κατ` έφεση δίκη. Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται.”

2.Ηπαράγραφος2τουάρθρου674τουΚ.Πολ.Δ.,όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο8ατουάρθρου9τουν.2145/1993, αντικαθίσταται ως εξής:

“2.Ταάρθρα668έως671 και 673 εφαρμόζονται και στην κατ` έφεση δίκη.Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντοςη έφεση απορρίπτεται.”

3. Το άρθρο 681 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 681

Ταάρθρα670,671και 673 εφαρμόζονται και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, καθώς και στην αναψηλάφηση.Τοάρθρο672εφαρμόζεται μόνοστονπρώτοβαθμό.Σεπερίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται: Οι διατάξεις των άρθρων 666 παρ. 3, 674 παρ. 1 και 676 εφαρμόζονται και στη διαδικασία αυτή.”

4.Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται,όπως τροποποιούνται με το νόμο αυτόν, σε εφέσεις που συζητούνται μετά την έναρξη της ισχύος του.

Άρθρο 4

1. Στην παράγραφο 1 τουάρθρου931τουΚ.Πολ.Δ.προστίθεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής:”Ανηαναγκαστικήεκτέλεσηδενπραγματώθηκε,οδικαστικός επιμελητής συντάσσει σχετική έκθεση στην οποία αναφέρεικαι τους  λόγους”.

2.Στο άρθρο 936 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής:”3.Τρίτοςπου απέκτησε το δικαίωμα από τον καθ` ου η εκτέλεση με απαλλοτρίωση που διαρρήχθηκε ως καταδολιευτική κατάταάρθρα939 επ.του Αστικού Κώδικα, δεν μπορεί να αντιτάξει το δικαιώμα αυτό κατά του επισπεύδοντος που πέτυχε τη διάρρηξη ούτε κατάτουυπερθεματιστή και των διαδόχων του.”

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 938 του Κ.Πολ.Δ.αντικαθίσταται ως εξής:

“3.Οικατά την παράγραφο 1 αιτήσεις ασκούνται και δικάζονται κατά τα άρθρα 686 επ..Η αίτηση μετηνοποίαζητείταιηαναστολή πλειστηριασμούείναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρατουπλειστηριασμού.Ηαπόφαση πρέπειναδημοσιεύεταιέωςτις 12.00` το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού”.

4. Στις προθεσμίες πουπεριλαμβάνονταιστηνπαράγραφο7του άρθρου147τουΚ.Πολ.Δ.προστίθενται και αυτές που ορίζονται με το άρθρα 971 πορ. 1, 972 παρ. 1 εδ. γ`, 974, 979 παρ. 2, 985 παρ.1και 988 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα.

5.Τοανώτατοόριοτης χρηματικής ποινής που αναφέρεται στα άρθρα 946 παρ. 1και947παρ.1τουΚ.Πολ.Δ.αυξάνεταισεδύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές.

6.Στοτέλοςτηςπαραγράφου2του άρθρου 953 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται εδάφιο γ`, που έχει ως εξής:”γ) όταν πρόκειται για κινητά πράγματαπουείχανμεταβιβαστεί από τον οφειλέτη σε τρίτο, εφόσον η κατάσχεση επιβάλλεται από δανειστή πουπέτυχετηδιάρρηξητηςμεταβίβασης ως καταδολιευτικής κατά τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα.”

7.Στοάρθρο954τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονταιοιακόλουθες τροποποιήσεις:α) Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Στην έκθεση αναφέρονται επίσης οι όροι που τυχόν έθεσε, σχετικά μετονπλειστηριασμό,ο υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά το άρθρο 927 εντολή.

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Ύστερα από ανακοπήτουεπισπεύδοντοςήτουκαθ`ουη εκτέλεση ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το αρμόδιο κατά το άρθρο933δικαστήριο,δικάζονταςκατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης,ιδίωςωςπροςτην περιγραφήτουκατασχεθέντος,τηνεκτίμησηκαιτηντιμήπρώτης προσφοράς. Μπορεί επίσης να επιβάλει πρόσθετα μέτρα δημοσιότηταςπέρα απόαυτάπου προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 960. Η ανακοπή είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθείτοαργότεροπέντε(5)εργάσιμες ημέρεςπριναπό την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει, κατά τοδυνατόν,ναδημοσιεύεταιέωςτις12.00`τομεσημέριτης προηγούμενηςτουπλειστηριασμούημέρας.Αν η ανακοπή γίνει δεκτή, εφόσονουπολειπόμενοςχρόνοςδενεπαρκείγιατηντήρησητων διατυπώσεωνδημοσιότητας,ορίζεταιμετην απόφαση νέα ημέρα πλειστηριασμού.Ηαπόφασηαυτήκατατίθεταιστονυπάλληλοτου πλειστηριασμούκαι,αφούη σχετική διόρθωση γίνει και στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, τηρούνται οι διατυπώσειςδημοσιότηταςτου άρθρου 960 παρ. 2.

8.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 955 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”Αντίγραφο ή περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης,ηοποία περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο του υπέρ ου και του καθ` ου η εκτέλεση, τον εκτελεστό τίτλο, συνοπτική περιγραφή των πραγμάτων που κατασχέθηκαν,την εκτίμησητηςαξίαςτους,την τιμή πρώτης προσφοράς, την ημέρα, την ώρα και τον τόπο του πλειστηριασμού και τοόνοματου υπαλλήλουτου πλειστηριασμού, καθώς και τους όρους του πλειστηριασμού που έχουν τυχόν τεθεί από τον υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά τοάρθρο 927εντολή,επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ` ου η εκτέλεση, αν είναι παρών,και,αναυτόςαρνηθείναπαραλάβειτο έγγραφοπουτουεπιδίδεται,οεπιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του.

9. Η παράγραφος 3 του άρθρου 956 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταταιως εξής:”3. Αν κατασχέθηκαν χρήματα ή άλλα πράγματα δεκτικά κατά το νόμο κατάθεσης,οδικαστικόςεπιμελητήςτακαταθέτεισύμψωναμετα οριζόμενά στο άρθρο 965 παρ. 4. ”

10. Στο άρθρο 959 του Κ.Πολ.Δ. επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:α)Στοτέλος του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 η φράση “με το πρόγραμμα” αντικαθίσταται με τη φράση “με την κατασχετήρια έκθεση”.β) Στο τέλος της παραγράφου 2τουάρθρου959προστίθεταιτο ακόλουθο εδάφιο:”Οι δήμοι και οι κοινότητες οφείλουν να διαθέτουνγια τη διενέργειά των πλειστηριασμών κατάλληλη αίθουσα με έδρα ειδικά διαρρυθμισμένη για τον υπάλληλο του πλειστηριασμού”.γ) Στο τέλος της παραγράφου 3 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:”Η αίτηση είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.Αν η αίτηση γίνειδεκτή,εφόσονο υπολειπόμενος χρόνος δεν επαρκεί, ορίζεται με την απόφαση νέα ημέρα πλειστηριασμού. Η απόφαση αυτή κατατίθεταιστον υπάλληλοτουπλειστηριασμούκαιαφούσημειωθούν στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσηςοιμεταβολέςπου επήλθαν,τηρούνταιοι διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπονται στο άρθρο 960 παρ. 2″.δ) Στην παράγραφο 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:”Αν η ημέρα του πλειστηριασμού ορίστηκε σε χρόνο απώτερο του τριμήνου από την ημέρα της κατάσχεσης,εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 973 παρ. 4.”

11.Στο άρθρο960 του Κ.Πολ.Δ.επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:α) Η παράγραφος 1 καταργείται.β) Η παράγραφος 2 αριθμείται ως παράγραφος 1 καιαντικαθίσταται ως εξής:”1.Η κατά το άρθρο 955παρ.1περίληψητης κατασχετήριας έκθεσης δημοσιεύεται δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού,στο κύριο φύλλο καθημερινής εφημερίδας που εκδίδεται στο δήμο ή στην κοινότητα της περιφέρειας του τόπου του πλειστηριασμού και, αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα, σε κύριοφύλλο καθημερινής εφημερίδας που εκδίδεται στην πρωτεύουσα της επαρχίας στην οποία υπάγεται ο δήμος ή η κοινότητα.Αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα ή αν η αξία των κινητών είναι κατώτερη των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών, η περίληψη ανακοινώνεται δημόσια: α) με τοιχοκόλληση στογραφείοτουδήμουήτηςκοινότητας,όπου ο τόπος του πλειστηριασμού, πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριναπότονπλειστηριασμό καιβ)μεκήρυξηαπό κήρυκα, στην έδρα του δήμου ή της κοινότητας, όπου ο τόπος του πλειστηριασμού, στο συνηθισμένο για τουςπλειστηριασμούςτόπο, την προηγούμενη του πλειστηριασμού Τετάρτη από τις 12.00` το μεσημέρι έως τις 14.00` το απόγευμα. Για τηνκήρυξηοδικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση που υπογράφεται και από τον κήρυκα”.γ) Η παράγραφος 3 καταργείται.δ)Η παράγραφος 4 αριθμείται ως παράγραφος 2 και αντικαθίσταται ως εξής:”2. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις δημοσιότητας της παραγράφου1,διαφορετικάείναι άκυρος.

“12. Το άρθρο 961 του Κ.Πολ.Δ. καταργείται.

13. Στο άρθρο 965 του Κ.Πολ.Δ. επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:”1. Η πλειοδοσία αρχίζει με βάση την τιμή της πρώτης προσφοράς. Δεν μπορούν να πλειοδοτήσουν ο οφειλέτης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και οι υπάλληλοί του.Ο υπάλληλοςτουπλειστηριασμού οφείλει,ανπροβληθεί αντίρρηση από τον επισπεύδοντα ή τον καθ` ου η εκτέλεση ή από οποιονδήποτε πλειοδότη να αποκλείσει από την πλειοδοσία κάθε πρόσωπο εις βάρος του οποίου επισπεύδεται αναπλειστηριασμός, εφόσον το γεγονός αυτό προκύπτει από δημόσιο έγγραφο ή ομολογείται.Κάθε πλειοδότης οφείλει να καταθέτει,σε μετρητά ή με εγγυητική επιστολή τράπεζας ή με επιταγή, που έχει εκδοθεί από τράπεζα ή από άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εγγυοδοσία ίση προς το ένα τρίτο της τιμής της πρώτης προσφοράς. Αν υπερθεματιστής αναδείχθηκε άλλος ή ον η κατακύρωση ματαιώθηκε από οποιονδήποτε λόγο, η εγγυοδοσία επιστρέφεται σε εκείνον που τηνείχε καταθέσει αμέσως μετάτ ο πέρας του πλειστηριασμού.”

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

“4.Ουπάλληλοςτουπλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα απότονπλειστηριασμό,ναπροβείσεδημόσια κατάθεση του πλειστηριάσματος στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων”.

γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

“5.Ανουπερθεματιστήςδενκαταβάλειεμπροθέσμωςτο πλειστηρίασμα,ουπάλληλοςτουπλειστηριασμούοφείλειμέσαστις επόμενεςδύο (2) εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση πουεπιδίδεταιμεδικαστικόεπιμελητή.Ανουπερθεματιστήςδεν καταβάλει το πλειστηρίασμα μέσα στις επόμενες από την όχληση πέντε (5) εργάσιμεςημέρες, η κατακύρωση σε αυτόν ανατρέπεται, η εγγυοδοσία που έχει καταθέσει καταπίπτει, καλούνταιδεοιεπόμενοιπλειοδότες,η προσφοράτωνοποίων,αθροιζομένημετοποσότης εγγυοδοσίας που κατέπεσε, είναι ίση με το πλειστηρίασμα, να καταβάλουν σε τακτήημέρα πουορίζεταιστηνπρόσκληση,τοποσόνπουείχανπροσφέρει.Η πρόσκλησηεπιδίδεταιμεδικαστικόεπιμελητή.Ανεμφανισθούν περισσότεροιενδιαφερόμενοισυντάσσεταισχετικήέκθεσηαπότο συμβολαιογράφο και η κατακύρωση γίνεται σε εκείνον που είχεπροσφέρει κατά τον πλειστηριασμό το μεγαλύτερο ποσόν.Τοπλειστηρίασμασυνίσταταιστοάθροισματουποσούπου καταβλήθηκεκαιτηςεγγυοδοσίαςτουαρχικούυπερθεματιστήπου κατέπεσε.Αν,κατάτηνελεύθερηκρίσητουυπαλλήλουτου πλειστηριασμού, η κατά τα προηγούμενα εδάφιαπρόσκλησητωνεπόμενων πλειοδοτώνείναιαδύνατηήιδιαίτεραδυσχερήςγιαλόγουςπου εκτίθενται σε σχετική έκθεση,καθώςκαισεκάθεπερίπτωσηπουη διαδικασίααυτήδεντελεσφόρησε, γίνεται αναπλειστηριασμός κατά τις διατάξεις των επόμενων εδαφίων.Ηεπίσπευσητουαναπλειστηριασμού γίνεταιείτεμεεπιμέλεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού είτε από τον υπέρ ου ή από τον καθ`,ου η εκτέλεση ή από κάθε δανειστή πουέχει αναγγέλθειμετίτλοεκτελεστό.Ο αναπλειστηριασμός επισπεύδεται με πράξη του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με δήλωση προςτονυπάλληλο τουπλειστηριασμούτου υπέρ ου ή του καθ` ου ή του δανειστή, για την οποία συντάσσεται πράξη.Περίληψη της πράξης, ηυποίαπεριέχεικαι όσα πρέπει να περιλαμβάνονται στην περίληψη της κατασχετηρίας έκθεσης, υποβάλλεταιστιςδιατυπώσειςδημοσιότηταςτου άρθρου 960 παρ. 2. Η διάταξη του άρθρου 959 παρ. 4 ισχύει αναλόγως και η σχετικήπροθεσμία υπολογίζεταιαφότουσυνταχθεί η πράξη. Ο αρχικός υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε το πλειστηρίασμα, δεν μπορεί να πλειοδοτήσει,δικαιούται όμως,έωςότουαρχίσειηπλειοδοσία,νακαταβάλει το οφειλόμενο πλειστηρίασμα, μετοντόκουπερημερίας,καθώςκαιταέξοδατου αναπλειστηριασμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα.”

δ) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής:

“6.Ανκατάτοναναπλειστηριασμόδενεπιτευχθείτοίδιο πλειστηρίασμα, ο πρώτος υπερθεματιστής, πουδενκατέβαλε,ευθύνεται γιατηδιαφορά εντόκως, με το επιτόκιο υπερημερίας. Η εγγυοδοσία που είχε καταθέσει, με τους τυχόν τόκους της,καταλογίζεταιστηδιαφορά γιατηνοποίαευθύνεται. Αν απομένει επιπλέον διαφορά, η έκθεση του αναπλειστηριασμούαποτελείεναντίοντουτίτλοεκτελεστόγιατη συμπλήρωση.Ανέγινανπερισσότεροιαναπλειστηριασμοί,όλοιοι προηγούμενοιδιαδοχικοίυπερθεματιατές,πουδενκατέβαλαν,εξακολουθούν να ευθύνονται εις ολόκληρον για την τυχόν διαφορά μεταξύ του αρχικούπλειστηριάσματοςκαιτουπλειστηριάσματοςπουτελικά επιτεύχθηκε και καταβλήθηκε,χωρίςόμωςη ευθύνη τουκαθενόςνα υπερβαίνειτοποσόντηςδιαφοράςαπότηδίκητουοφειλή.Οι εγγυοδοσίες που είχαν κατατεθείαπότουςπροηγούμενουςδιαδοχικούς υπερθεματιστέςδεν επιστρέφονται έως ότου καταβληθεί το πλειστηρίασμα απότοντελικόυπερθεματιστή,προκειμένουναγίνειοωςάνω καταλογισμός στην τυχόν διαφορά. Ο υπερθεματιστής που δεν κατέβαλε δεν δικαιούται,ανκατάτοναναπλειστηριασμόεπιτεύχθηκεμεγαλύτερο πλειστηρίασμα, να απαιτήσει το επιπλέον.”

ε) Στο τέλος του ίδιου άρθρου 965 προστίθεται παράγραφος7που έχει ως εξής:”7. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, αν κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη,ναζητείτηνπαρουσία κατά τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού αστυνομικού οργάνου, στο οποίο παρέχει τις αναγκαίες οδηγίεςγιατην τήρηση της τάξης.”

14.Στοτέλοςτηςπαραγράφου 4 του άρθρου 966 προστίθεται η φράση “με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς.”

15.Στοάρθρο973τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:”1.Ανγιαοποιονδήποτε λόγο ο πλειστηριασμός δεν έγινε κατά την ημέρα που είχεοριστεί,επισπεύδεταιπάλιμεεντολήπροςτο δικαστικόεπιμελητήνασυνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση. Η εντολή κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού καισυντάσσεταισχετική πράξη. Η νέα ημέρα πλειστηριασμού ορίζεται με την εντολή συνέχισης της εκτέλεσης ή με την πράξη κατάθεσής της.Η διάταξη του άρθρου 959 παρ.4εφαρμόζεταιαναλόγωςκαιη σχετική προθεσμία υπολογίζεται από τη χρονολογίατηςπράξηςκατάθεσηςτηςεντολήςσυνέχισης.Ο πλειστηριασμόςεπισπεύδεταιμεβάσητην περίληψη της κατασχετήριος έκθεσης, η οποία υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας τουάρθρου 960 παρ. 2.”

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Όταν ένας δανειστής, άλλος από τον επισπεύδοντα, θέλει να επισπεύσει τον πλειστηριασμό, κατά την παρ. 2, πρέπεινατοδηλώσει στονυπάλληλοτουπλειστηριασμούκαι να συνταχθεί σχετική πράξη. Η διάταξη του άρθρου 959 παρ.4εφαρμόζεταιαναλόγωςκαιησχετική προθεσμίαυπολογίζεταιαπότηχρονολογία της πράξης. Αντίγραφο της πράξης επιδίδεται στον επισπεύδοντα. Ο πλειστηριασμός επισπεύδεταιμε βάσητην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, η οποία υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960παρ.2.Οπλειστηριασμός γίνεται ενώπιον του ίδιου υπαλλήλου.”γ) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:”4.Κάθεδανειστήςτης παραγράφου 2 μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, που δικάζει κατάτηδιαδικασία των άρθρων 686 επ., να του επιτρέψει να επισπεύσει αυτός την εκτέλεση, ανοπλειστηριασμόςματαιώθηκεγια δεύτερη φορά χωρίς σοβαρό λόγο, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που από τηστάσητουεπισπεύδοντος προκύπτεισυμπαιγνίαήολιγωρία.Ηανάθεσητηςεπίσπευσης στον αιτούντα μπορεί να εξαρτηθεί από τη ματαίωση του τυχόνεπισπευδόμενου πλειστηριασμού. Ο δανειστής, στον οποίο ανατέθηκε η επίσπευση, οφείλει ναπροβείστηνκατάτηνπαράγραφο3δήλωση.Οπλειστηριασμός επισπεύδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.”

δ) Προστίθεται παράγραφος 5 που έχει ως εξής:”5.Αν στην περίπτωση της παραγράφου 3 εμφανίστηκανταυτόχρονα περισσότεροιδανειστές που θέλουν να επισπεύσουν την εκτέλεση ή, στην περίπτωση της παραγράφου 4, οι αιτούντες είναι περισσότεροι,τοκατά τοάρθρο933δικαστήριο, ύστερα από αυτοτελή ή παρεμπίπτουσα αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, δικάζοντας κατά την διαδικασίατων άρθρων 686 επ., επιλέγει τον καταλληλότερο στον οποίο και αναθέτει την επίσπευση.Οπλειστηριασμόςεπισπεύδεταικατάτιςδιατάξειςτης παραγράφου 3.”

16. Στο τέλος του άρθρου 974 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:”Η πέρα του διμήνου από τη λήξη των προθεσμιών αυτών καθυστέρηση σύνταξης του πίνακααποτελείγιατονυπάλληλοτουπλειστηριασμού πειθαρχικό παράπτωμα.”

17.α) Στο άρθρο 975 του Κ.Πολ.Δ. τίθεται αριθμός 4 που έχει ως εξής:”4. Οι απαιτήσεις αγροτών ή αγροτικών συνεταιρισμώναπόπώληση αγροτικώνπροϊόντων,ανπροέκυψανκατάτουςτελευταίουςείκοσι τέσσερις (24) μήνες πριναπότηνημέρατουπλειστηριασμούήτης κήρυξης της πτώχευσης.”β)οιαριθμοί 4, 5 και 6 του αυτού ως άνω άρθρου γίνονται 5, 6 και 7 αντιστοίχως.

18. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 979 του Κ.Πολ.Δ. η αρχικήφράση “Μέσασεοκτώημέρες”αντικαθίσταταιμετη φράση “Μέσα σε δώδεκα εργάσιμες ημέρες.”

19. Η παράγραφος 1 του άρθρου 992 τουΚ.Πολ.Δ.αντικαθίσταται ως εξής:”1. Μπορεί να γίνει κατάσχεση ακινήτου που ανήκει στην κυριότητα τουοφειλέτη ή εμπράγματου δικαιώματος του οφειλέτη επάνω σε ακίνητο. Ακίνητο που έχει μεταβιβαστεί από τονοφειλέτησετρίτοκατάσχεται στην περιουσία του οφειλέτη από το δανειστή που πέτυχε τη διάρρηξη της μεταβίβασηςαυτήςωςκαταδολιευτικής,κατάταάρθρα939 επ. του Αστικού Κώδικα, αφού η απόφαση που απαγγέλλειτηδιάρρηξησημειωθεί στοπεριθώριο της μεταγραφής της απαλλοτριωτικής πράξης. Οι διατάξεις γιατηνκατάσχεσηακινήτουεφαρμόζονταικαιγιατηνκατάσχεση δικαιωμάτων στα οποία ισχύουν οι σχετικοί με τα ακίνητα κανόνες, καθώς και για την κατάσχεση πλοίων και αεροσκαφών.””

20.Στοάρθρο993τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονταιοι ακόλουθες τροποποιήσεις:α) Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:”Αν για το ακίνητο που κατάσχεται προβλέπεται αντικειμενική αξία για τον υπολογισμό του φόρου μεταβίβασης, ηεκτίμησηδενμπορείνα υπολείπεταιτηςαξίαςαυτής, όπως ισχύει κατά το χρόνο της κατάσχε σης.”β) Προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής:”3. Γιατηνεπιβολήτηςκατάσχεσηςκαιτηνπεριγραφήτου ακινήτουοδικαστικόςεπιμελητήςέχει το δικαιώμα να εισέρχεται σε αυτό έστω και αν κατέχεται από τρίτο.”

21.Η τελευταία φράση τουάρθρου994τουΚ.Πολ.Δ.”γιατη σύνταξητουπρογράμματοςπλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση “για την επίσπευση του πλειστηριαομού.”

22.Στο τέλος της παραγράφου 1τουάρθρου997τουΚ.Πολ.Δ. προστίθενται τα εξής εδάφια:

“Μετάτηνκατάσχεσητουακινήτουηεκμίσθωσήτουαπό τον οφειλέτη ή τον τρίτο κύριο ή νομέα ή η παραχώρηση της χρήσης ή κατοχής τουβάσειάλληςέννομηςσχέσης,μπορείνακαταγγελθείαπότον υπερθεματιστήμέσασε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. Με την καταγγελία αυτή ημίσθωση ή άλλη σχέση λύεται μετά εξάμηνο και χωρεί η κατά το άρθρο 1005 παρ. 2 εκτέλεση.Δικαίωμακαταγγελίαςτηςμίσθωσηςκατά το άρθρο 615 του Αστικού Κώδικα δεν θίγεται καιεφαρμόζεταιηδιάταξητουδευτέρου εδαφίου του άρθρου 1009.”

23.Στοάρθρο998τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονταιοιακόλουθες τροποποιήσεις:α) Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:”Οι  δήμοι και οι κοινότητες οφείλουν να διαθέτουν για τη διενέργεια των πλειστηριασμών κατάλληλη αίΘουσα με έδρα ειδικά διαρρυθμισμένη για τον υπάλληλο του πλειστηριασμού”.β) Στο τέλος της παραγράφου 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:”Ανηημέραπλειστηριασμούορίστηκεσεχρόνοαπώτεροτου τετραμήνουαπότηνημέρατης κατάσχεσης, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 973 παρ. 4.”

24. Το άρθρο 999 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”1. Ο αρμόδιος για την εκτέλεση δικαστικός επιμελητής καταρτίζει περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, που περιέχεισυνοπτικήπεριγραφή τουακινήτουπου κατασχέθηκε κατά το είδος, τη θέση, τα όρια και την εκτασή του, με τα συστατικά και όσα παραρτήματα συγκατάσχονται,καθώς καιμεμνειατωνυποθηκώνήπροσημειώσεων που υπάρχουν επάνω στο ακίνητο, το ονοματεπώνυμο του υπέρ ου και του καθ` ου ηεκτέλεση,το όνοματουυπαλλήλουτου πλειστηριασμού, τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριααμού, την τιμή της πρώτης προσφοράς καιτουςόρους τουπλειστηριασμούπουθέτειτυχόνουπέρου η εκτέλεση και που γνωστοποιήθηκαν στο δικαστικό επιμελητή με την εντολή για εκτέλεση του άρθρου 927.2.Ο δικαστικός επιμελητής σημειώνει επίσης στηνπερίληψητης κατασχετήριαςέκθεσης,με ειδική ευδιάκριτη σφραγίδα, τις προθεσμίες που πρέπει να τηρηθούν για τις αιτήσεις αναστολής τουπλειστηριασμού, διόρθωσηςτης κατασχετήριας έκθεσης και αλλαγής τόπου πλειστηριασμού, κατά τα άρθρα 938 παρ. 3, 1000, 954 πορ.4 και 959 παρ. 3.3. Την κατά την παράγραφο 1 περίληψη της κατασχετηρίας έκθεσης ο δικαστικός επιμελητής επιδίδει μέσα σεείκοσι(20)ημέρεςαπότην ημέρα της κατάσχεσης στον οφειλέτη, στον τρίτο κύριο ή νομέα και στους ενυπόθηκους δανειστές,καταθέτει δε την περίληψη αυτή μέσα στην ίδια προθεσμία στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, ο οποίος συντάσσει σχετική πράξη.Απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, το οποίο πρέπει να περιέχει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ`ουηεκτέλεση,συνοπτική περιγραφή του ακινήτου κατό το είδος, τη θέση και την εκτασή του με τα συστατικάαυτού,μνείατουαριθμούτων εγγεγραμμένων υποθηκών και προσημειώσεων, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το όνομα και τηνακριβή διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού,δημοσιεύεται σε κύριο φύλλο καθημερινής εφημερίδας που εκδίδεται στο δήμο ή στην κοινότητα όπου βρίσκεται ο τόπος του πλειστηριασμούκαι,ανδενεκδίδεταιτέτοια εφημερίδα,δημοσιεύεταισεκύριοφύλλο καθημερινής εφημερίδας, που εκδίδεται στην πρωτεύουσα της επαρχίαςόπουυπάγεταιοδήμοςήη κοινότηταδεκαπέντε(15)τουλάχιστονημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Μέσα στην ίδια προθεσμία η κατά τις παραγράφους 1και 2τουπαρόντοςάρθρου περίληψη επιδίδεται στον ειρηνοδίκη του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση.Οειρηνοδίκηςοφείλεινακαταχωρίσειτην περίληψη της έκθεσης σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο, με βάση ταονοματεπώνυμα των καθ` ων η κατάσχεση. Αν δεν εκδίδεται καθημερινή εφημερίδα,η περίληψη της έκθεσης ανακοινώνεται δημόσια:α)με τοιχοκόλληση,δεκαπέντε(15)τουλάχιστον ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό, στο γραφείο της κοινότητας ή του δήμου στηνπεριφέρεια τουοποίου βρίσκεται το ακίνητο και β) με κήρυξη από κήρυκα στην έδρα του δήμου ή της κοινότητας, όπου ο τόπος του πλειστηριασμού,και στο συνηθισμένο για τους πλειστηριασμούς τόπο,την προηγούμενη του πλειστηριασμού Τετάρτη, από τις 12.00` το μεσημέρι έως τις14.00`το απόγευμα.Για την κύρυξη ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση που υπογράφεται και από τον κήρυκα.

4.Οπλειστηριοσμόςμεποινή ακυρότητας δεν μπορεί να γίνει χωρίς να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που ορίζονται στην παρ.1και στην παρ. 3 εδάφια πρώτο, δεύτερο, τρίτο, πέμπτο και έκτο.5.Οιδιατάξειςτωνάρθρων 972 και 973 εφαρμόζονται και εδώ εφόσον στο άρθρο αυτό δεν ορίζεται διαφορετικά.

25.Τατρίαπρώταεδάφιατουάρθρου1000τουΚ.Πολ.Δ. αντικαθίστανται ως ακολούθως:”`Υστερα από αίτηση του καθ` ου η εκτέλεση, η οποία κατατίθεται, μεποινήαπαραδέκτου, οκτώ (8) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, το δικαστήριο του άρθρου 933, δικάζοντας κατά τη διαδικασίατωνάρθρων686επ.,μπορείνααναστείλειτη διαδικασία του πλειστηριασμού έως έξι (6) μήνες από την αρχική ημέρα πλειστηριασμού, αν δεν υπάρχει κίνδυνος βλάβης τουεπισπεύδοντος κοι εφόσον προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφειλέτης θα ικανοποιήσει μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα τον επισπεύδοντα ή ότι, ανπεράσειτοχρονικό αυτόδιάστημα,θαεπιτευχθείμεγαλύτεροπλειστηρίασμα.Αν με την αρχική αναστολή δεν εξαντλήθηκε το εξάμηνο, επιτρέπεταιχορήγησηκαι δεύτερηςαναστολήςμόνονεφόσονσυντρέχουνέκτακτοιλόγοιπου αναφέρονται συγκεκριμένα στην απόφαση, όχι όμως πέρα από τους έξι(6) συνολικάμήνεςαπότηναρχικήημέραπλειστηριαομού.Η αναστολή χορηγείται πάντοτε υπό τον όρο τηςκαταβολής:α)τωντυχόνεξόδων επίσπευσηςτουπλειστηριασμού, τα οποία καθορίζονται κατά προσέγγιση στην απόφαση κοι β) του ενός τετάρτου τουλάχιστον του οφειλόμενου στον επισπεύδοντα κεφαλαίου,εκτός αν για εξαιρετικούς λόγους,που αναφέρονται συγκεκριμένα στην απόφαση,τοκαταβλητέο έναντι του κεφαλαίου αυτού ποσόν πρέπει να οριστεί μικρότερο. Σε κάθε περίπτωση η απόφαση για την αναστολή πρέπει ναδημοσιεύεταιέωςτις12.00`το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού”.

26. Από το άρθρο 1001 Α του Κ.Πολ.Δ., που προστέθηκε με το άρθρο 14τουν.1682/1987,καταργούνταιταδύοτελευταίαεδάφιατης τελευταίας υποπαραγράφου γ`.

27. Η παράγραφος 4 του άρθρου 1003 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”4. Οι διατάξεις των άρθρων 965 παρ. 4 έως 7 και 966 παρ. 1έως 4 εφαρμόζονται αναλόγως.”

28.Ηπαράγραφος 1 του άρθρου 1004 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”1. Ο υπερθεματιστής οφείλει να καταβάλει αμέσωςολόκληροτο πλειστηρίασμα,εκτόςαν ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του επιτρέψει να καταβάλει το πέραν της εγγυοδοσίας οφειλόμενο πλειστηρίασμα ή μέρος του μέσα σε δεκαπέντε (15)το αργότερο ημέρες.Στην τελευταία περίπτωση ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, εκτός από το ποσόν που έχει προκαταβληθεί ή για το οποίο έχει κατατεθείεγγυοδοσίακατά τοάρθρο965παρ.1εδ. β`, να ζητήσει από τον υπερθερματιστή και περαιτέρω εγγυοδοσία για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεών του.”

29.Στοάρθρο1012τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονταιοιακόλουθες τροποποιήσεις:α) Στην παράγραφο 2 η φράση “τοπρόγραμματουπλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης”.β)Στηνπαράγραφο 3 η φράση “τοιχοκόλληση του προγράμματος του πλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση τοιχοκόλληση τηςπερίληψης της κατασχετήριας έκθεσης.”γ)Στην παράγραφο 5 η φράση “το πρόγραμμα” αντικαθίσταται με τη φράση η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης.”

30. Στο άρθρο 1013 του Κ.Πολ.Δ.η φράση “και τοπρόγραμματου πλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση “και την περιληψή της”.

31.Στοάρθρο1015τουΚ.Πολ.Δ.επέρχονταιοιακόλουθες τροποποιήσεις:α) Στην παράγραφο 2 η φράση”Τοπρόγραμματουπλειστηριασμού αντικαθίσταται με τη φράση “Η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης”.

β)Στηνπαράγραφο 3 η φράση “Τοιχοκόλληση του προγράμματος του πλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση “Τοιχοκόλληση της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης.”

32. Στο άρθρο 1016 του Κ.Πολ.Δ. η φράση”καιτουπρογράμματος πλειστηριασμού” αντικαθίσταται με τη φράση “και της περίληψής της”.

33.Στοάρθρο 1019 του Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά το ν. 2145/1993, επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:α) Στην παράγραφο 2 η φράση “σύμφωνα με ταάρθρα961και966 παράγραφοι 3 και 4″ αντικαθίσταται με τη φράση σύμφωνα με το άρθρο 966 παράγραφοι 3 και 4.”β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:”3.Ανπριν από την έκδοση της κατά την παρ.1 απόφασης είχαν αναγγελθεί δανειστές με τα προσόντααυτοτελούςκατάσχεσης,κατάτα άρθρα972παρ. 2 εδ. β` και 1006 παρ. 1 εδ. α`, η ανατροπή επέρχεται ως προς αυτούς μόνο αν οι ως άνω προθεσμίες είχαν συμπληρωθείκαιως προςαυτούς από τις αναγγελίες τους. Διαφορετικά, η κατάσχεση ως προς αυτούς διατηρείται και ισχύει αυτοτελής προθεσμίαανατροπήςτηςαπό τηναναγγελία τους, η προθεσμία όμως αυτή ουδέποτε συμπληρώνεται πριν οπό την παρόδο εξαμήνου από την ανατροπή.

34.Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 1021 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”`Οταν σύμφωνα με διάταξη νόμου ήμεδικαστικήαπόφασηήμε συμφωνίατωνμερώνγίνεταιεκούσιοςπλειστηριασμόςενώπιον συμβολαιογράφου, η διαδικασία αρχίζει με έκθεσηπεριγραφής,ηοποία συντάσσεταιαπόδικαστικόεπιμελητή και περιέχει όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 955, αν πρόκειται για κινητό, ή του άρθρου 999, ανπρόκειταιγιαακίνητο.Περαιτέρω,εφαρμόζονταιαναλόγωςοι διατάξεις των άρθρων 954 παρ. 4, 955 παρ. 1 960 παρ. 2, 965, 966, 967, 969παρ.1, 999, 1001 παρ. 1, 1002, 1003 παρ. 1, 2 και 4, 1004, 1005 παρ. 1 και 2 και 1010.”

35.Οιδιατάξεις του ν. δ/τος 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) και του ν.δ/ τος της 17ης Ιουλίου 13ης Αυγούστου 1923 “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών” δεν θίγονται.`Οπου όμωςοιδιατάξειςαυτέςή άλλεςδιατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονιστικών διοικητικών πράξεων αναφέρονταιστοκατάταάρθρα960επ.τουΚώδικαΠολιτικής Δικονομίας,όπωςείχανπριναπότηντροποποίησή τους, “πρόγραμμα πλειστηριασμού`, νοείται εφεξής η κατά τα άρθρα 955 παρ. 1 ή 999παρ. 1,όπωςτροποποιούνται με το άρθρο αυτό, περίληψη ή το απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης”.

36. Η δημοσίευση στις εφημερίδες, που προβλέπεται στο άρθρο 59 παρ.2 του ν.δ/τος της.17ης Ιουλίου 13ης Αυγούστου 1923″περί ειδικώνδιατάξεωνεπίανωνύμων εταιρειών`, περιορίζεται σε περίληψη του προγράμματος, στην οποία περιέχοντα συνοπτικά τα στοιχεία που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 955 ή του 999 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκαν με τις παραγράφους8και24 του άρθρου αυτού αντίστοιχα.

37.Οι διατάξεις που τροποποιούνται με το παρόν άρθρο εφαρμόζονται από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού ως προς το ατέλεστο μέρος τηςδιαδικασίας.Τοκύρος όμως και οι έννομες συνέπειες των πράξεων της διαδικασίας που έχουν ήδη γίνει δεν θίγονται.Αν έχει εκδοθεί αρχικό πρόγραμμα πλειστηριασμού,σε διόρθωση κατά το άρθρο 961 υπόκειται αυτό, ο πλειστηριασμός επισπεύδεται βάσει αυτού και τυχόν περαιτέρω επισπεύσεις,μετά ματαίωση ή υποκατάσταση,καθώς και η επίσπευση αναπλειστηριασμού,γίνονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, όπως αυτές ίσχυαν πριν από την τροποποίησή τους.Οι διατάξειςόμωςπουαφορούντηνυποκατάστασηστηθέσητου επισπεύδοντος,τηνπλειοδοσία, τη διαδικασία του άρθρου 965 παρ.5, την ευθύνη επι αναπλειστηριασμού, τηνκατάθεσητουπλειστηριάσματος και τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση στο ατέλεστο μέρος της διαδικασίας.Η προθεσμία του άρθρου 979 παρ. 2, όπως τροποποιείται,ισχύει για τις ανακοπές με τις οποίες προσβάλλονται πίνακες που συντάχθηκαν μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Άρθρο 5

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου16τουΚώδικαΠοινικήςΔικονομίας (Κ.Π.Δ.) αντικαθίσταται ως εξής:

`3.Οιαιτήσειςεξαίρεσηςκατά των δικαστικών προσώπων που συμπράττουνήπρόκειταινασυμπράξουνστηνίδιαδιαδικασία υποβάλλονταιεφάπαξ ως προς όλους τους λόγους εξαίρεοης και κατά όλων τωνπροσώπωναυτώνπριναπότηνεπιχείρησητηςδιαδικαστικής ενέργειας.Τοδικαστήριοαποφαίνεταιμεενιαίααπόφαση.Κάθε μεταγενέστερηαίτησηδενλαμβάνεταιυπόψη,εκτόςανταυτόχρονα αποδεικνύεταιότιολόγοςτης εξαίρεσης έγινε γνωστός ή ανέκυψε μεταγενέστερα.

2. Το περιεχόμενο του άρθρου 159 του Κ.Π.Δ. λαμβάνειπαράγραφο 1. Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος 2 που έχει ως εξής.”2.Ηεπίδοσησεπρόσωποπου κρατείται σε φυλακή ή σε άλλο καθορισμένο για την κράτηση τόπο (άρθρο 155 παρ. 3)μπορείναγίνει και με τηλεομοιοτυπική διαβίβαση του εγγράφου. Το συντασσόμενο για την επίδοση αυτή αποδεικτικό μπορεί να διαβιβαστεί σε αυτόν που παράγγειλε την επίδοση αυτή με ίδιο τρόπο.”

3.Στοάρθρο 266 του Κ.Π.Δ. προστίθεται παράγραφος 3 που έχει ως εξής: “3. Τα κατά την παράγραφο 1 πράγματα, εφόσον παρήλθεπενταετίααπό τηνκατάσχεσήτους χωρίς να εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση για τηντύχητους,καταστρέφονται,ανείναιάχρηστα,άνευαξίαςή ειιτελούςαξίας.Η καταστροφή αποφασίζεται, αφού διαπιστωθεί ότι δεν έχουν αποδεικτική αξία και ενεργείται από επιτροπή που αποτελείται: α) από έναν εισαγγελέα ή αντεισαγγελεία πρωτοδικών, που ορίζεταιμετον αναπληρωτήτου από τον εισαγγελέα που διευθύνει την οικεία εισαγγελία και β) από έναν υπάλληλο της γραμματείας του πρωτοδικείου και έναν της εισαγγελίος, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τουςαπότονπρόεδρο και τον εισαγγελέα πρωτοδικών, αντίστοιχα.Ρυπαράήεπιβλαβήγιατηδημόσιαυγείαπράγματα καταστρέφονται και αν δεν έχει παρέλθει πενταετίααπότηνκατάσχεσή τους.`Οπλακαιπυρομαχικάπαραδίδονταιστην αρμόδια στρατιωτική υπηρεσία μετά από έγγραφη πρόσκληση του εισαγγελέα. Γιατηνπαράδοση συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο`.

4.Στοάρθρο 287 του Κ.Π.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ.3τουν.2207/1994,επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:α.Στηνπαράγραφο1 και προ του εδαφίου α` η φράση “το δικαστικό συμβούλιο αποφαίνεται αμετάκλητα με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμά του” αντικαθίσταται με τη φράση”το δικαστικό συμβούλιο αποφαίνετα ιμε ειδικά αιτιολογημένο βούλευμά του,`.β.Τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της υπό στοιχείο α` διάταξης της παραγράφου 1 αντικαθίστανται ως εξής:`Πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση ειδοποιείται με οποιοδήποτε μέσο (έγγραφο,τηλεγράφημα,τηλετύπημα ή τηλεομοιοτύπημα) ο κατηγορούμενος, ο οποίος μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του με υπόμνημα πουδιαβιβάζεταιαμέσωςστοδικαστικό συμβούλιο με επιμέλεια της διεύθυνσης της φυλακής. Το συμβούλιο μπορεί να καλέσει με τον ίδιο τρόπο τον κατηγορούμενο ναεμφανισθείγιανα αναπτύξει προφορικά τις απόψεις του,είτε αυτοπροσώπως είτε δια συνηγόρου, ο οποίος διορίζεται με απλό έγγραφο θεωρημένο από το διευθυντή της φυλακής. Το συμβούλιο αποφαίνεται αφού ακούσει και τον εισαγγελέα.”γ. Το τελευταίο εδάφιο της υπό στοιχείο β` διάταξης τηςπαραγράφου 2 αντικαθίσταται ως εξής:”Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο για την ακρόαση του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα.δ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:”3.Αν η προσωρινή κράτηση δεν παραταθεί μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών μετά τη συμπλήρωση των τριών (3) ή των έξι (6)μηνώνπου προβλέπονταιστηνπαρ.1, το ένταλμα ή το βούλευμα με το οποίο είχε διαταχθεί παύει να ισχύει και οαρμόδιοςεισαγγελέαςδιατάσσειτην απόλυσητου προσωρινώς κρατουμένου. Η απόλυση διατάσσεται και μετά τη λήξη του χρόνου παράτασης της προσωρινής κράτησης, που αποφασίστηκε με βούλευμα.

ε. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 αντικαθίσταται ως εξής:”Κάθε αμφιβολία ή αντίρρηση ως προς την παράτασηήτησυμπλήρωση τωνανώτατωνορίων της προσωρινής κράτησης επιλύεται από το κατά την παράγραφο 2 αρμόδιο δικαστικόσυμβούλιο,εφαρμόζονταιδεκαιστην περίπτωσηαυτήνόσαορίζονταιστην παράγραφο 1 στοιχείο α` για την ακρόαση του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα.”

5.Τοτελευταίοεδάφιοτουάρθρου306τουΚ.Π.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”Επειτα ο πρόεδρος του δικαστικού συμβουλίου αποστέλλει το βούλευμα για καθαρογραφή και υπογραφή, σύμφωνα με το άρθρο142παρ.2,στον αρμόδιο γραμματέα, ο οποίος υποχρεούται να καταχωρίσει τούτο σε ειδικό βιβλίοπουτηρείταιγιατοσκοπό αυτόν.Αν περιέχονται διατάξεις αφορώσες τη σύλληψη ή προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου ή άλλες που απαιτούν άμεση εκτέλεση, το βούλευμα, με τηφροντίδατουεισαγγελέα είναιεκτελεστόκαιπριν από την καθαρογραφή του.Στις περιπτώσεις αυτές,με την παράδοση της απόφασης στο γραμματέα,συντάσσεται περίληψη των προςεκτέλεση διατάξεωνπου,αφού υπογραφεί από τον πρόεδρο και το γραμματέα, παραδίδεται στον εισαγγελέα.Ανπρόκειται γιασύλληψη,επιβολή περιοριστικών όρων ή προσωριν ή κράτηση του κατηγορουμένου, η περίληψη αυτή πρέπει να περιέχειτα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 276 παρ.3 και 283 παρ.2.Για την άσκηση ένδικων μέσων η έκδοσητουβουλεύματοςθεωρείταιότιέγινεμόλις καθαρογραφεί και υπογραφεί.6. Το άρθρο 572 του Κ.Π.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:”1.Οεισαγγελέαςτωνπλημμελειοδικών του τόπου όπου εκτίεται η ποινή ασκεί τις προβλεπόμενεςστονΚώδικαβασικώνκανόνωνγιατη μεταχείρισητωνκρατουμένωναρμοδιότητέςτουκαιμεριμνά για την έκτιση της ποινής και την εφαρμογή των μέτρωνασφάλειας,σύμφωναμε τιςδιατάξειςτουΚώδικα αυτού, του Ποινικού Κώδικα και των ειδικών νόμων για την εκτέλεση ποινών. 2.Για την άσκηση των κατά την παράγραφο 1 αρμοδιοτήτων του ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών επισκέπτεται τη φυλακή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Κατά τις επισκέψεις αυτές δέχεται κρατουμένουςπου έχουν ζητήσει ακρόαση.3.ΣτιςφυλακέςΠειραιώς(Κορυδαλλού), Θεσσαλονίκης (Διαβατών), Πατρών (Αγίου Στεφάνου) και Λάρισας τις κατά τις παραγράφους 1και2 αρμοδιότητεςασκείαντεισαγγελέας εφετών, επικουρούμενος από έναν αντεισαγγελέα πλημμελειοδικών.Ο αντεισαγγελέας εφετών με τον αναπληρωτήτου ορίζεται με απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου από την οικεία εισαγγελία για ένα έτος, εγκαθίσταται στο σωφρονιστικό κατάστημα της περιφέρειάς του και κατά τη διάρκεια της θητείας του απαλλάσσεται από τα λοιπά καθήκοντά του.Ο αντεισαγγελέας πλημμελειοδικών με τον αναπληρωτή του ορίζεται με τον ίδιο τρόπο από την οικεία εισαγγελία πλημμελειοδικών για ένα έτος, επικουρεί στο έργο του τον αντεισαγγελέα εφετών και απαλλάσσεται από τα λοιπά καθήκοντά το ενμέρει.Η θητεία των ως άνω εισαγγελικών λειτουργών μπορεί να παραταθεί για ένα ακόμη έτος”.

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ

Άρθρο 6

1. Το άρθρο 16 του ν. 1756/1988, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2172/1993, αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 16

1.Τηνεισαγγελίαδιευθύνειοεισαγγελέας,οοποίος φροντίζειγιατηνεύρυθμη διεξαγωγή των εργασιών της.Αν στην ίδια εισαγγελία υπηρετούν περισσότεροι εισαγγελείς, τηδιεύθυνσηασκείο αρχαιότερος.

2.Στιςεισαγγελίες,όπουυπηρετούν τρείς (3) τουλάχιστον εισαγγελείς, δεν μπορεί να ασκεί τη διεύθυνσηεισαγγελέας,οοποίος τιμωρήθηκεπειθαρχικώςμεποινήπροσωπινήςπαύσηςγιαπράξηή παράλειψη που ανάγεται στην εκτέλεση των καθηκόντωντου,εφόσονγια τηνποινή αυτή δεν συντρέχουν οι όροι διαγραφής της από το μητρώο του εισαγγελικού λειτουργού.

3.Στα τμήματα ή γραφεία των εισαγγελιώνπρωτοδικώνκαιεφετών, πουπροβλέπονταιαπότους οικείους κανονισμούς, τοποθετούνται εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών,ύστερα από έγγραφη αίτησή τους,ηοποία λαμβάνεται υπόψη υποχρεωτικά από τον διευθύνοντα, κατά τη σειρά αρχαιότητας των αιτούντων.Οι αιτήσεις υποβάλλονται πριν από την έναρξη κάθε δικαστικού έτους. Ειδικά, για το δικαστικό έτος 19941995, η προαναφερόμενηδιαδικασία εφαρμόζεται αμέσως μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

2.Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν. 1756/1988, όπως τούτοαντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 2172/1993, προστίθενται τα εξής:`Εφόσον στον `ΑρειοΠάγολειτουργούνδύοποινικάτμήματα,στο προηγούμενοκατάτη σειρά της αρίθμησης τμήμα εισάγονται οι αιτήσεις αναίρεσης, στις οποίες κατά την προσβαλλόμενη απόφαση ή κατά τοπροσ βαλλόμενοβούλευματοεπώνυμοτου κατηγορουμένου (αναιρεσείοντος ή αναιρεσιβλήτου) ή του πρώτου από αυτούςαρχίζειαπόταγράμματαΑ μέχρι και Λ και στο επόμενο τμήμα εισάγονται οι υπόλοιπες υποθέσεις. Η διάταξητου προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις των άρθρων 451 και 528, 529 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας”.

3.Η παράγραφος 4τουάρθρου 42 του ν.1756/1988,όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 7 του ν.1868/1989 και το άρθρο 28 του ν. 1921/1991, αντικαθίσταται ως εξής:4.Από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εξαιρούνταιοι δικαστικοί λειτουργοί που υπηρετούν σε δικαστήρια των πόλεων Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης,Πατρών,Λαρίσης,Βόλου,Ηρακλείου,Ρόδου, Χανίων και Ιωαννίνων”.

4.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 44 του ν. 1756/1988, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραψο 8τουάρθρου4τουν.1968/1991, αντικαθίσταται ως εξής:”6.Στους δικαστικούς λειτουργούς μπορεί, ύστερα από αίτησή τους, να χορηγείται ειδική κανονική άδεια χωρίςαποδοχέςκαιγιαχρονικό διάστηματριών(3)ετών,προκειμένουνααναλάβουν θέση έμμισθη ή άμισθη στην Ευρωπαϊκή `Ενωση και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς ήσε άλλονομικόπρόσωποδημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που λειτουργεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής `Ενωσης ή άλλων διεθνών οργανισμών, γιαπαροχή νομικώνυπηρεσιώνμεοποιαδήποτεσχέση.Ηάδειααυτή μπορεί να παραταθεί για χρονικό διάστημα τριών (3) ακόμη ετών”.

5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 83 του ν. 1756/1988 αντικαθίσταταιως εξής:”1.Οιπεριφέρειεςτηςεπιθεώρησηςτωντακτικώνδιοικητικών δικαστηρίων είναι τρείς και περιλαμβάνουν: Η Α` το ΔιοικητικόΕφετείο Αθηνών,ηΒ`ταΔιοικητικάΕφετεία Πειραιώς, Πατρών, Τρίπολης και ΧανίωνκαιηΓ`ταΔιοικητικάΕφετείαΘεσσαλονίκης,Ιωαννίνων, Κομοτηνής και Λάρισας”.

6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 97 του ν. 1756/1988, όπωςαντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του ν.2172/1993, αντικαθίσταται ως εξής:”4.Τα πειθαρχικά συμβούλια των εφετείων πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης λειτουργούν στα Εφετεία Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Πατρών και των διοικητικών εφετείων στα Διοικητικά Εφετεία Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Πατρών και συγκροτούνται από ένανπρόεδρο εφετών και τέσσερις(4)εφέτες,που ορίζοντα με κλήρωση μεταξύ εκείνων που υπηρετούν στο ίδιο εφετείο και έχουν τουλάχιστον τριετή υπηρεσία ως εφέτες”.

7.Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 97 του ν.1756/1988,όπωςαντικαταστάθηκεμετοάρθρο17τουν.2172/1993, αντικαθίσταται ως εξής:`Ως πλησιέστερα διοικητικά εφετεία θεωρούνται:για το Διοικητικό Εφετείο Χανίων,το Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς, για τα Διοικητικά Εφετεία Λάρισας και Κομοτηνής, το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης και για τα Διοικητικά Εφετεία Τρίπολης και Ιωαννίνων το Διοικητικό Εφετείο Πατρών”.

8.Ηπαράγραφος4τουάρθρου106τουν.1756/1988,όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 7 τουάρθρου5τουν.2207/1994, αντικαθίσταται ως εξής:”4. Διαγράφονται από το μητρώο του δικαστικού λειτουργού και δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τις κρίσεις του οι ποινές της επίπληξης μετά έναέτος,του προστίμου μετά διετία και της προσωρινής παύσης μετά πενταετία, αν κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα δεν έχε ιεπιβληθεί σε αυτόν οποιαδήποτε νέα πειθαρχική ποινή.Αν μέσα στον άνω χρόνο επιβληθεί νέα πειθαρχική ποινή, η διαγραφή επέρχεται μετά την πάροδο τουχρόνου που προβλέπεταιγι` αυτήν, ο οποίος υπολογίζεται από τη λήξη του χρόνου που προβλέπεται για την πρώτη”.

ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΣτοΥπουργείο Δικαιοσύνης συνιστάται Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών (Κ.Ε.Σ.Φ.).

2. Το Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών (Κ.Ε.Σ.Φ.) είναι εννεαμελές, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος ορίζει τον πρόεδρο, τον αναπληρωτή του, τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη του και αποτελείται από προσωπικότητες αναγνωρισμένου κύρους στον τομέα τους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996

3. Το Κ.Ε.Σ.Φ. απαρτίζεται από τρεις νομικούς με ενασχόληση σε θέματα ποινικού ή σωφρονιστικού ή συνταγματικού δικαίου, τρεις επιστήμονες εξειδικευμένους στη σωφρονιστική ή την ψυχολογία των εγκλείστων ή τη μεταχείριση των τοξικομανών ή σε άλλο συναφές αντικείμενο, τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σωφρονιστικής Πολιτικής, τον επιθεωρητή υγειονομικού ελέγχου και τον προϊστάμενο της επιθεώρησης κοινωνικού έργου του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η θητεία των μελών του Κ.Ε.Σ.Φ. είναι τριετής.

Το. Κ.Ε.Σ.Φ. συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του προέδρου τουλάχιστον μία φορά το μήνα, βρίσκεται σε απαρτία εφόσον παρίστανται πέντε τουλάχιστον μέλη του και αποφασίζει με πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η γνώμη με την οποία συντάσσεται ο πρόεδρος. Χρέη γραμματείας του Κ.Ε.Σ.Φ. επιτελούν υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, που ορίζονται με την απόφαση που εκδίδεται κατά την παράγραφο 2.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996 (A 104).

#####

4. Οι αρμοδιότητες του Κ.Ε.Σ.Φ. είναι οι εξής:

α.Εισηγείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης τη συνολική σωφρονιστική πολιτική, καθώς και τηλήψημέτρωνγιατηβελτίωσητωνσυνθηκών λειτουργίαςτωνκαταστημάτων κράτησης και για την ακώλυτη άσκηση των δικαιωμάτων των κρατουμένων.

β. Καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης προτάσεις κανονισμών λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης, ύστερα από γνώμη του οικείου Συμβουλίου Φυλακής. Επίσης εισηγείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης τηνέκδοσηεγκυκλίων,οδηγιώνκαισυστάσεωνγια την εφαρμογή των νόμων.

γ.Επισκέπτεται τις φυλακές και συντάσσει εκθέσεις, τις οποίες υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Το έργο αυτό μπορεί ναανατίθεται σεέναήπερισσότερα από τα μέλη του Κ.Ε.Σ.Φ.και γίνεται όποτε το Συμβούλιο το αποφασίσει. Η διεύθυνση κάθεσωφρονιστικούκαταστήματος υποχρεούταιναπαρέχειστο Συμβούλιο ή στα εξουσιοδοτημένα μέλη του κάθε διευκόλυνση και πληροφορία για την επιτέλεση του έργου του.

δ. Οργανώνει την επιμόρφωση του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης.

ε.Παρακολουθεί την εκτέλεση προγραμμάτων απασχόλησης, επιμόρφωσης και κατάρτισης κρατουμένων και προβαίνει σε προτάσεις και υποδείξεις σε κάθε αρμόδιο όργανο των καταστημάτων κράτησης.

στ.Στον Πρόεδρο,τα μέλη και τους γραμματείς του Συμβουλίου καταβάλλεται για κάθε συνεδρίαση ή επίσκεψη στις φυλακές αποζημίωση, που καθορίζεται κατ` ανώτατο όριο για τέσσερις συνεδριάσειςή και επισκέψεις το μήνα με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 1256/1982, καθώς και των άρθρων 18 του ν. 1505/1984 κοι 8 του ν.1810/1988.Ηαποζημίωση αυτή καταβάλλεται και όταν οι συνεδριάσεις ή οι επισκέψεις γίνονται κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας.

Με την ίδια απόφαση καθορίζονται, με βάση τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, τα έξοδα μετακίνης και εκτός έδρας διαμονής του προέδρου, των μελών και των υπαλλήλων γραμματειακής υποστήριξης του Συμβουλίου, καθώς και οι προϋποθέσεις και ο τρόπος καταβολής τους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με τηνπαρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996 (Α 104).

Σχετικό:  παρ.2 άρθρ.5 Ν.2408/1996 σχετ.με την συγκρότηση,αρμοδιότητες κλπ μεικτών κλιμακίων επιθεώρησης φυλακών.

Άρθρο 7

1.ΣτοΥπουργείο Δικαιοσύνης συνιστάται Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών (Κ.Ε.Σ.Φ.).

2. Το Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών (Κ.Ε.Σ.Φ.) είναι εννεαμελές, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος ορίζει τον πρόεδρο, τον αναπληρωτή του, τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη του και αποτελείται από προσωπικότητες αναγνωρισμένου κύρους στον τομέα τους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996

3. Το Κ.Ε.Σ.Φ. απαρτίζεται από τρεις νομικούς με ενασχόληση σε θέματα ποινικού ή σωφρονιστικού ή συνταγματικού δικαίου, τρεις επιστήμονες εξειδικευμένους στη σωφρονιστική ή την ψυχολογία των εγκλείστων ή τη μεταχείριση των τοξικομανών ή σε άλλο συναφές αντικείμενο, τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σωφρονιστικής Πολιτικής, τον επιθεωρητή υγειονομικού ελέγχου και τον προϊστάμενο της επιθεώρησης κοινωνικού έργου του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η θητεία των μελών του Κ.Ε.Σ.Φ. είναι τριετής.

Το. Κ.Ε.Σ.Φ. συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του προέδρου τουλάχιστον μία φορά το μήνα, βρίσκεται σε απαρτία εφόσον παρίστανται πέντε τουλάχιστον μέλη του και αποφασίζει με πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η γνώμη με την οποία συντάσσεται ο πρόεδρος. Χρέη γραμματείας του Κ.Ε.Σ.Φ. επιτελούν υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, που ορίζονται με την απόφαση που εκδίδεται κατά την παράγραφο 2.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996 (A 104).

4. Οι αρμοδιότητες του Κ.Ε.Σ.Φ. είναι οι εξής:

α.Εισηγείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης τη συνολική σωφρονιστική πολιτική, καθώς και τηλήψημέτρωνγιατηβελτίωσητωνσυνθηκών λειτουργίαςτωνκαταστημάτων κράτησης και για την ακώλυτη άσκηση των δικαιωμάτων των κρατουμένων.

β. Καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης προτάσεις κανονισμών λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης, ύστερα από γνώμη του οικείου Συμβουλίου Φυλακής. Επίσης εισηγείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης τηνέκδοσηεγκυκλίων,οδηγιώνκαισυστάσεωνγια την εφαρμογή των νόμων.

γ.Επισκέπτεται τις φυλακές και συντάσσει εκθέσεις, τις οποίες υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Το έργο αυτό μπορεί ναανατίθεται σεέναήπερισσότερα από τα μέλη του Κ.Ε.Σ.Φ.και γίνεται όποτε το Συμβούλιο το αποφασίσει. Η διεύθυνση κάθεσωφρονιστικούκαταστήματος υποχρεούταιναπαρέχειστο Συμβούλιο ή στα εξουσιοδοτημένα μέλη του κάθε διευκόλυνση και πληροφορία για την επιτέλεση του έργου του.

δ. Οργανώνει την επιμόρφωση του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης.

ε.Παρακολουθεί την εκτέλεση προγραμμάτων απασχόλησης, επιμόρφωσης και κατάρτισης κρατουμένων και προβαίνει σε προτάσεις και υποδείξεις σε κάθε αρμόδιο όργανο των καταστημάτων κράτησης.

στ.Στον Πρόεδρο,τα μέλη και τους γραμματείς του Συμβουλίου καταβάλλεται για κάθε συνεδρίαση ή επίσκεψη στις φυλακές αποζημίωση, που καθορίζεται κατ` ανώτατο όριο για τέσσερις συνεδριάσειςή και επισκέψεις το μήνα με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 1256/1982, καθώς και των άρθρων 18 του ν. 1505/1984 κοι 8 του ν.1810/1988.Ηαποζημίωση αυτή καταβάλλεται και όταν οι συνεδριάσεις ή οι επισκέψεις γίνονται κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας.

Με την ίδια απόφαση καθορίζονται, με βάση τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, τα έξοδα μετακίνης και εκτός έδρας διαμονής του προέδρου, των μελών και των υπαλλήλων γραμματειακής υποστήριξης του Συμβουλίου, καθώς και οι προϋποθέσεις και ο τρόπος καταβολής τους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με τηνπαρ.1 άρθρ.5 Ν.2408/1996 (Α 104).

Σχετικό:  παρ.2 άρθρ.5 Ν.2408/1996 σχετ.με την συγκρότηση,αρμοδιότητες κλπ μεικτών κλιμακίων επιθεώρησης φυλακών.

Άρθρο 8

1.Στακαταστήματακράτησηςσυνιστώνταιτριάντα τρεις (33) θέσεις κατηγορίας ΠΕ διαφόρων ειδικοτήτων. Η διάκριση των θέσεων αυτών σε κλάδους ή ειδικότητες γίνεται με Προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση τωνΥπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης.

2. Αυξάνονται οι οργανικές θέσεις των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης:

α) του κλάδου ΠΕ ειδικότητας ψυχολόγων κατά τριάντα δύο (32) και ορίζονται συνολικά σε σαράντα δύο (42) και β) του κλάδου ΠΕ Υγείας Πρόνοιας (ειδικότητας κοινωνικής εργασίας) κατά τριάντα (30) και ορίζονται συνολικά σε εκατό (100).

3.Η κατανομή των θέσεων των παραγράφων 1 και 2 στα καταστήματα κράτησης γίνεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 9
Συμβούλιο Φυλακής

1.Σεκάθεκατάστημακράτησης λειτουργεί Συμβούλιο Φυλακής. Το Συμβούλιο Φυλακής είναι τριμελές και απαρτίζεται από το διευθυντήτης φυλακής, ως πρόεδρο, τον αρχαιότερο ψυχολόγο ή κοινωνικό λειτουργό και τοναρχαιότεροειδικόεπιστήμονα(νομικόήκοινωνιολόγοή εκπαιδευτικό)τουοικείουκαταστήματοςκράτησης,ωςμέλη.Ο διευθυντήςαναπληρώνεταιαπότονυποδιευθυντήκαι ο ψυχολόγος ή ο ειδικός επιστήμονας από τον αρχαιότερο κοινωνικό λειτουργό.Κατάτις συνεδριάσεις του Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά.

2. Το Συμβούλιο Φυλακής αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν:α) την αγωγή των κρατουμένων (άρθρα 39-48 του ν. 1851/1989 “Κώδικας Βασικών Κανόνων για τη μεταχείριση των κρατουμένων”),β)την επικοινωνία με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον (άρθρα 49-51 του ίδιου Κώδικα).

Άρθρο 10

1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“1.Η τηλεφωνική επικοινωνίατουκρατουμένουμεοποιοδήποτε πρόσωποδιεξάγεταιαπότηλέφωναπουβρίσκονταισε ελεγχόμενους ή κοινόχρηστους χώρους του καταστήματος. Με απόφασητουσυμβουλίουφυ λακήςκαθορίζονταιοιειδικότεροιόροιγιατηχρήσητων ως άνω τηλεφώνων”.

2.Στο άρθρο 52 του ν. 1851/1989 προστίθεται παράγραφος 6,που έχει ως εξής:

“6.Κρατούμενος,οοποίοςδενεπιστρέφειστοκατάστημα κράτησής του με τη λήξη ή ανάκληση χορηγηθείσας άδειας, χωρίς ναέχει προβεί σε έγκαιρη και ακριβή ενημέρωση και παραδεκτή δικαιολόγηση προς τηνυπηρεσίααυτούτουκαταστήματος,δεν δικαιούται νέα τακτική ή εκπαιδευτική άδεια πριν από την πάροδο δύο (2) ετών από τηνεπιστροφή ή σύλληψή του”.

3.Το άρθρο 55 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“1.Αρμόδια για τη χορήγηση τακτικής άδειας είναι επιτροπή, που αποτελείται από: 1) τον κατά τις παραγράφους 1 ή 3 του άρθρου 572 του Κ.Π.Δ. εισαγγελικό λειτουργό, ως πρόεδρο, αναπληρούμενο από τονόμιμο αναπληρωτήτου,2)τοδιευθυντήτου καταστήματος όπου κρατείται ο κατάδικος, αναπληρούμενο από τον υποδιευθυντή, 3) τον ψυχολόγο, 4) τον ειδικό επιστήμονα, που μετέχουν στο Συμβούλιο Φυλακής του καταστήματος και 5) τον αρχαιότερο κοινωνικόλειτουργότουοικείουκαταστήματος κράτησης,αναπληρούμενοαπότοναμέσωςνεότερο,οοποίοςκαι εισηγείται στην επιτροπή.

2.Η επιτροπή προκειμένου να αποφασίσει για τη χορήγησηάδειας μπορείνα καλεί σε ακρόαση τον κρατούμενο, καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κρίνει αναγκαίο.

4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 65 του ν. 1851/1989αντικαθίσταται ως εξής:”3.Ο καθορισμός της εργασίας των κρατουμένων για τηνεφαρμογή του άρθρου 64 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου γίνεται από την επιτροπή της παραγράφου 1 του άρθρου 55″.

5.Η παράγραφος 1 του άρθρου 70 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”1.Ηεπιτροπή της παραγράφου 1 του άρθρου 55 με τη συμμετοχή του ιατρού και του γεωπόνου του καταστήματος εκτιμά τη σωματική και ψυχική κατάσταση και ιδιαίτερα την τυχόν επαγγελματική αγροτική ιδιότητα του κρατουμένου,καθώς και τη δυνατότητα προσαρμογής σε ορισμένο είδος εργασίας από αυτές που οργανώνονται στα αγροτικά καταστήματα κράτησης και προσδιορίζει την κατάλληλη εργασία”.

6.Στο άρθρο 76τουν.1851/1989επέρχονταιοιακόλουθες μεταβολές:α) στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθενται τα εξής:”Ανόμωςο ατομικός λογαριασμός του κρατουμένου δεν υπερβαίνει το ποσόν που ορίζεται ετησίως με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης,το σύνολότουκατατίθεταιστολογιστήριοτουκαταστήματος,ωςτρε χούμενος λογαριασμός και διατίθεται κατά τα οριζόμενα στοπροηγούμενο εδάφιο”β)στηνπαράγραφο3ηφράση”και για την κάλυψη ατομικών ή οικογενειακών αναγκών” αντικαθίσταται με τη φράση και γιατηνκάλυψη οικογενειακών αναγκών”γ)στηνπαράγραφο4ηφράσηύστερααπό γραπτή έγκριση του διευθυντή του καταστήματος” αντικαθίσταταιμετηφράσηύστερααπό γραπτή έγκριση της διαχειριστικής επιτροπής”δ) στην παράγραφο 5 η φράση “να διαθέσει οποιοδήποτε ποσό από το λογαριασμό του υπέρ τρίτου κρατουμένου” αντικαθίσταται με τη φράση “να διαθέσει οποιοδήποτε ποσό από το λογαριασμό του υπέρ τρίτου”.

7.Η παράγραφος 1 του άρθρου 77 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”1.Η μεταγωγή κρατουμένου παραγγέλλεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης,ύστερα από πρόταση του διευθυντή του καταστήματος και γνώμη της επιτροπής του άρθρου 55`.

8. Το άρθρο 79 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής :”1.Η μεταγωγή κρατουμένου γίνεται ύστερααπόαίτησήτου,για λόγους προσωπικούς,οικογενειακούς,υγείας,εκπαιδευτικούς,για τοποθέτηση σε εργασία ή σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου77για τους πιο πάνω λόγους, καθώς και για λόγους τάξης ή έλλειψης χώρου του καταστήματος κράτησης. 2.Η αίτηση του κρατουμένου και η γνώμη της επιτροπής της παραγράφου1 του άρθρο 55 πρέπει να συνοδεύονται από αντίστοιχη εισήγηση της κοινωνικής υπηρεσίας.”

9.Η παράγραφος 2 του άρθρου 81 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”2. Ημεταγωγή ασθενούς κρατουμένου παραγγέλλεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης με πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής του καταστήματος, η οποία συνοδεύεται από έκθεση του ιατρού καιμετάαπό γνώμη του εισαγγελέα εφετών”.

10. Η παράγραφος 2 του άρθρου 85 του ν. 1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“2.Σε κάθε κατάστημα λειτουργεί πειθαρχικό συμβούλιο το οποίο απονέμει τις αμοιβές και επιβάλλει τις βαρύτερες πειθαρχικές κυρώσεις.Το συμβούλιο αποτελείται από τον κατά τιςπαραγράφους1και3του άρθρου572του Κ.Π.Δ. εισαγγελέα, ως πρόεδρο, τα μέλη του συμβουλίου φυλακής και έναν κοινωνικό λειτουργό.

11.Τα άρθρα 15, 16 και η παράγραφος 3 τουάρθρου85τουν. 1851/1989 καταργούνται.

12.Ηπαράγραφος2τουάρθρου88τουν.1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”2.Οι πειθαρχικές κυρώσεις επιβάλλονται από το πειθαρχικό συμβούλιο, εκτός από την επίπληξη, που επιβάλλεται από το διευθυντή”.

13.`Οπουσταάρθρα39-51τουν.1851/1989 αναφέρεται ο διευθυντής, τις αρμοδιότητές του ασκεί το Συμβούλιο Φυλακής, εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 46.

14. `Εως ότου ορισθεί από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο οκατά τηνπαράγραφο3του άρθρου 572 του Κ.Π.Δ. αντεισαγγελέας εφετών για τις φυλακές Πειραιώς(Κορυδαλλού),Θεσσαλονίκης(Διαβατών),Πάτρας (Αγίου Στεφάνου) και Λάρισας και διορισθεί στα καταστήματα κράτησης το επιστημονικό προσωπικό που προβλέπεται στο άρθρο8,οι μεν αρμοδιότητες του κατά το άρθρο9ΣυμβουλίουΦυλακήςασκούνταιαπό συμβούλιοπουαποτελείταιαπό το διευθυντή της φυλακής, ως πρόεδρο, και δύο υπαλλήλους του καταστήματος κράτησης, ως μέλη,πουορίζονται μετουςαναπληρωτέςτους από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, σύμφωνα με το άρθρο 15α του ν. 1851/1989, η δε επιτροπή για τη χορήγησηαδειώντου άρθρου55και το πειθαρχικό συμβούλιο της παραγράφου 2 του άρθρου 85 του ν. 1851/1989 συντίθενται από:α) τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου, όπουεκτίεταιη ποινή ή το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο,β)τοδιευθυντήτηςφυλακής,αναπληρούμενοαπότον υποδιευθυντή καιγ)τοναρχαιότεροκοινωνικό λειτουργό.Αν δεν υπηρετεί στο κατάστημα κράτησης κοινωνικός λειτουργός, το τρίτο μέλος της συνθέσεως των ως άνω συμβουλίων και επιτροπών με τον αναπληρωτή του ορίζεταιμε απόφασητουΥπουργούΔικαιοσύνης, σύμψωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15α του ν.1851/1989, που προσετέθη με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 1877/1990 (ΦΕΚ 28 Α`).

15. α. Για πειθαρχικά αδικήματα του προσωπικού τωνκαταστημάτων κράτησηςοΥπουργόςΔικαιοσύνηςμπορεί να παραγγείλει την ενέργεια πειθαρχικής προκαταρκτικής εξέτασης από εισαγγελικό λειτουργό.β.Ηπαραγγελίααπευθύνεταιστονπροϊστάμενοτης οικείας εισαγγελίας πρωτοδικώνοοποίος,στηνπερίπτωσηαυτή,μπορείνα ασκήσει και την πειθαρχική δίωξη, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων τωνάρθρων117-139τουν.1025/1971 “Περί καταστάσεως δικαστικών υπαλλήλων”.γ. Αν συντρέχουνοιπροϋποθέσειςτωνεδαφίωνα`καιβ`, πειθαρχικήδικαιοδοσίαασκούν τα συμβούλια του πλημμελειοδικείου και του εφετείου σε πρώτο και δεύτερο βαθμό.

16. Η παράγραφος 2 του άρθρου 99 του ν.1851/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”2.Το φυλακτικό προσωπικό κατά τηδιάρκειατηςδοκιμαστικής τουυπηρεσίαςυποχρεούται να παρακολουθήσει το πρόγραμμα εισαγωγικής εκπαίδευσης τηςΣχολήςτουπροσωπικούΦυλάξεωςτωνΦυλακών,που λειτουργείσεκατάστημακράτησηςτουΝομούΑττικής.Η διάρκεια φοίτησης είναι τετράμηνη. Μετά τη λήξη της εκπαίδευσης οιφοιτήσαντες υποβάλλονταισεγραπτές και προφορικές εξετάσεις. Η επιτυχία καθενός κρίνεται από το μέσο όρο της βαθμολογίας τηςγραπτήςκαιπροφορικής δοκιμασίας.Οι μη επιτυχόντες υποχρεούνται να φοιτήσουν και πάλι στη Σχολή, σε επόμενη εκπαιδευτική περίοδο. Οιμηδιανύσαντεςευδοκίμως καιτηδεύτερηπερίοδοαπολύονταιτης υπηρεσίας. Μετά την επιτυχή αποφοίτησή τους οι υπάλληλοι υποχρεούνται να ασκηθούν για τέσσερις (4) μήνες στη φυλακή που έχουν τοποθετηθεί υπό τηνεπίβλεψηυπαρχιφύλακα και την εποπτεία του αρχιφύλακα. Μετά το τέλος της άσκησης συντάσσεται απότοναρχιφύλακακαιτονυπαρχιφύλακαέκθεσηγιατοβαθμό προσαρμογήςκαιτηνυπηρεσιακήαπόδοσητουυπαλλήλου,ηοποία υποβάλλεταιστοΥπουργείοΔικαιοσύνης από το διευθυντή της φυλακής, συνοδευόμενη από πρότασήτουγιαμονιμοποίησηήμη.Ηεπιτυχής παρακολούθησητου προγράμματος εισαγωγικής εκπαίδευσης και η επιτυχής άσκησηαποτελούνπροϋπόθεσηγιατημονιμοποίησητουπροσωπικού φύλαξης,σύμφωναμε τις ισχύουσες διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης καθορίζονται τα αφορώντα στη διοίκηση,οργάνωσηκαι λειτουργία τηςσχολής,το διδακτικό προσωπικό,τη διεξαγωγή των εξετάσεων, τον αριθμό των εκπαιδευομένων, τη διδακτέα ύλη, τηνέναρξη καιλήξη των μαθημάτων και κάθε άλλο συναφές με την οργάνωση και λειτουργία της Σχολής θέμα”.

17.Η Β`Εκπαιδευτική περίοδος της άνω Σχολής για το έτος 1994 θα περατωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο έναρξης της εκπαιδευτικής

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περ.ια` της παρ.1 του άρθρου 21 τουΝ.2331/1995 (Α 173).

Άρθρο 12
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παράγραφο 9 άρθρου 13Ν.3790/2009,ΦΕΚ Α 143/7.8.2009.

1. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την άσκηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγουτου Ελεγκτικού Συνεδρίου από μέρους του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, του οποίου η νομική υπηρεσία και η δικαστική εκπροσώπηση διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.} ή από μέλη του, το αναιρεσείον, με επιμέλεια του υπογράφοντος το αναιρετήριο δικαστικού πληρεξουσίου, αποστέλλει στο Ν.Σ.Κ. αντίγραφο του αναιρετηρίου, των προσβαλλόμενων αποφάσεων, των εισαγωγικών εγγράφων της κύριας δίκης και των παρεμπιπτουσών δικών, καθώς και των προτάσεων των διαδίκων”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 άρθρ.28 Ν.2579/1998Α 31/17.2.1998.”

2. Το κατά την επόμενη παράγραφο αρμόδιο τμήμα του Ν.Σ.Κ., μέσα σε τρεις (3) μήνες από την άσκηση της αναίρεσης, αποφαίνεται αιτιολογημένα για το κατά τη γνώμη του παραδεκτό της και για το παραδεκτό και βάσιμο τουλάχιστον ενός από τους λόγους της, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη και τη νομολογία του οικείου δικαστηρίου.Αν μέσα στην ανωτέρω προθεσμία των τριών (3) μηνών ο εξουσιοδοτημένος δικαστικός πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος δεν καταθέσει στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο έχει κατατεθεί η αναίρεση, κυρωμένο αντίγραφο θετικής γνώμης, η αίτηση αναίρεσης θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε και δεν διαβιβάζεται στο Δικαστήριο που απευθύνεται. Η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση μόνο ως προς τους λόγους του αναιρετηρίου, ως και τους τυχόν προσθέτους, για τους οποίους υπάρχει ήδη θετική γνώμη του αρμόδιου τμήματος του Ν.Σ.Κ.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 42 Ν.2721/1999Α 112/3.6.1999.

3.Με απόφαση των Υπουργών ΔικαιοσύνηςκαιΟικονομικών,που εκδίδεταιμέσασεπροθεσμίατριών(3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα τμήματατου συμβουλίου,τα οποία γνωμοδοτούν κατά κατηγορίες υποθέσεων σύμφωνα με τηδιάταξητηςπροηγούμενηςπαραγράφουκαιρυθμίζεταικάθε διαδικαστικήλεπτομέρειααναγκαίογιατηνεφαρμογήτουπαρόντος άρθρου.Με την ίδια απόφαση μπορεί να ορίζονται κατηγορίες υποθέσεων, για τις οποίες απαιτείται και έγκριση του Υπουργού Οικονομικών, για τη μη σύνταξη και κατάθεση θετικής γνώμης για την αναίρεση.

4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται επί αναιρέσεων που ασκούνται από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης,ταανώτατα εκπαιδευτικάιδρύματα(ιδρύματατριτοβάθμιαςεκπαίδευσης)καιτα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα.

5.Οιδιατάξειςτωνπαραγράφων1έως4εφαρμόζονταιεπί αναιρέσεων που ασκούνται από τις 16 Σεπτεμβρίου 1995 και εφεξής.

6.Εκκρεμείςκατάτηδημοσίευσητουπαρόντοςνόμου δίκες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείαιςεπίαιτήσεωναναιρέσης,οι οποίεςέχουν ασκηθεί από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και αφορούν διαφορές από φόρους, δασμούς, τέλη και συναφήδικαιώματα, ασφαλιστικέςεισφορές,πρόστιμακαιλοιπέςκυρώσεις, καταργούνται αυτοδικαίως, εφόοον το αντικείμενο τηςδιαφοράςείναικατώτεροαπό πεντακόσιεςχιλιάδες(500.000)δραχμές. Ως αντικείμενο της διαφοράς νοείται το αμφισβητούμενο ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ποσόν χωρίς πρόσθετους φάρους κοι προσαυξήσεις.

7. Για να διαπιστωθεί η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογήςτης προηγούμενηςπαραγράφου,η διάδικος διοικητική αρχή ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με μέριμνα της γραμματείας του δικαστηρίου υποβάλλει στο Συμβούλιο της Επικρατείας σημείωμα για το ποσόν της διαφοράς, όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου.

8.Για την κατάργηση της δίκης, σύμφωναμετηνπαράγραφο6, εκδίδεταιδιαπιστωτική πράξη του προέδρου του οικείου σχηματισμού του δικαστηρίου.

9.Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και επ.έχουν εφαρμογήσε υποθέσεις,γιατιςοποίεςδικάσιμος,αρχικήή μετ` αναβολή, έχει οριστεί ημερομηνία μεταγενέστερη της 15ης Σεπτεμβρίου 1995, καθώςκαι σεεκείνες,γιατις οποίες δεν έχει προσδιοριστεί δικάσιμος κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

10.Οι παράγραφοι 6 έως9 δεν έχουν εφαρμογή επιαιτήσεων αναιρέσεωςκατ`αποφάσεων που εκδίδονται κατ` έφεση επί προσφυγών ουσίας, τις οποίες προβλέπουν το άρθρο 7 παρ.1 και 2 του ν.702/ 1994 και τα άρθρα 1 παρ. 2 εδάφιο στ` και2παρ.1τουν.1406/1983, εφόσον αφορούν περιοδικές παροχές.

11.Η παράγραφος 3 του άρθρου 53 του π.δ/τος18/1989 αντικαθίσταται ως εξής:”3.Μετά την πάροδο τηςκατάτηνπαράγραφο2τουπαρόντος άρθρουπροθεσμίαςμπορεί να ασκηθεί αίτηση αναίρεσης από τον αρμόδιο υπουργό, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης ήαπότοΓενικόΕπίτροποτων τακτικώνδιοικητικώνδικαστηρίων,αλλάμόνον υπέρ του νόμου, χωρίς αποτέλεσμα μεταξύ των διαδίκων. Δικαίωμα να ασκήσει αναίρεση υπέρτου νόμου έχει και ο υπουργός που εποπτεύει το διάδικο νομικό πρόσωπο”.

Άρθρο 13

1.Ηπαράγραφος 3 του άρθρου 7 του π.δ/τος 774/1980 (ΦΕΚ 189 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Κάθε τμήμα αποτελείταιαπόέναναντιπρόεδροήτονόμιμο αναπληρωτήτου,ωςπρόεδρο,δύοσυμβούλους, δύο παρέδρους και το γραμματέα. Ο πρόεδρος τουΣυνεδρίου μπορεί να προεδρεύσει και σε οποιοδήποτε τμήμα. Οι πάρεδροι μετέχουν στα τμήματα με γνώμη συμβουλευτική. Με απόφαση της Ολομέλειας μπορεί να απαλλάσσονται εν όλω ή εν μέρει από την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων τους οι πάρεδροι που μετέχουν στα τμήματα”.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 7τουπ.δ/τος 774/1980 αντικαθίσταται ως εξής:”Κάθε τριμελές κλιμάκιο αποτελείται από ένα σύμβουλο ή το νόμιμο αναπληρωτήτου,ως πρόεδρο, δύο παρέδρους και το γραμματέα. Τον έναν απότουςπαρέδρουςμπορείνααναπληρώνειεισηγητήςήδόκιμος εισηγητής. Οι πάρεδροι, οι εισηγητές και οι δόκιμοι εισηγητές μετέχουν στα κλιμάκια με γνώμη αποφασιστική”.

3.Καθήκοντα γραμματέα τμήματος ή κλιμακίου ασκεί ο προϊστάμενος της αντίστοιχης γραμματείαςή,αν αυτός δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται, ο ανώτερος κατά βαθμό από τους υπαλλήλους που υπηρετούν στην ίδια γραμματεία και, μεταξύομοιοβάθμων,εκείνοςπου έχει το μεγαλύτερο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό.

4.Μετάτο πρώτο εδάφιο του άρθρου 14 του ν. 2145/1993 (ΦΕΚ 88 Α`) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Ανδενυπάρχει επίτροπος ή ο επίτροπος απουσιάζει, ως αναπληρωτήςτουμπορείναορισθείαπότον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου για χρονικό διάστημα έως δύο μήνες δικαστικόςυπάλληλοςμε βαθμό Α` ή Β` κατηγορίας ΠΕ.`

5.Ο αριθμός των θέσεων των αντιπροέδρων στο Ελεγκτικό Συνέδριο αυξάνεται κατά μια (1) και ορίζεται σε έξι (6).

6. Ο αριθμός των θέσεων των αντεπιτρόπωντηςΕπικρατείαςστο ΕλεγκτικόΣυνέδριοαυξάνεται κατά μια (1) και ορίζεται σε τρεις (3).

7.Στο Ελεγκτικό Συνέδριο συνιστάται γενικήδιεύθυνσηελέγχου και αντίστοιχη θέση γενικού διευθυντή.

Ως γενικός διευθυντής επιλέγεται και τοποθετείται, για τρια (3) έτη,μόνιμος δικαστικός υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ (πτυχιούχος ανώτατης σχολής), που είχε την 31.3.1986 το 2ο ή 3ο βαθμό ή έχει, κατά το χρόνο της επιλογής του,εικοσιπενταετή πραγματική υπηρεσία στο Ελεγκτικό Συνέδριο,από την οποία τριετή σε θέση προϊσταμένου διεύθυνσης.Οτοποθετούμενοςωςγενικός διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του έως την τυχόν επανεπιλογή του ή τηντοποθέτηση νέουγενικού διευθυντή. Ως προς τα λοιπά προσόντα κρίσης, την επιλογή και τη διαδικασίατοποθέτησηςτουγενικούδιευθυντή,εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 33 του άρθρου 27 του ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α`).

Οιαρμοδιότητεςτης γενικής διεύθυνσης, καθώς και τα καθήκοντα του γενικού διευθυντή, αναφέρονται στο συντονισμό και την εποπτεία του ελεγκτικού έργουκαικαθοριζόνταιμεαπόφασητηςΟλομέλειαςτου Ελεγκτικού Συνεδρίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 14

1.Στοάρθρο99τουΚώδικαΣυμβολαιογράφων(ν.670/1977) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Η διάταξη του προηγούμενουεδαφίουεφαρμόζεταιωςπροςτις πράξειςπου ακολουθούν την έκθεση αναγκαστικού, εκούσιου ή δικαστικού πλειστηριασμού, μεταξύ των οποίων η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσηςη πράξη παράδοσης πράγματος και η εξόφληση πλειστηριάσματος,αν ο επισπεύδων ή αιτών ήσυνεχίζωνήκαθ`ου είνα ιπρόσωπο απότα αναφερόμενο στο προηγούμενο εδάφιο, καθώς και ως προς τις πράξεις που αφορούν την εκκαθάριση επιχειρήσεων κατά το 1386/1983, αν εκκαθαριστής ή υπό εκκαθάριση επιχείρηση ή αγοραστής είναι πρόσωπο από τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο.”

2.Στηνπαράγραφο1 του άρθρου 102 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 670/1977), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 τουν.834/1978και αντικαταστάθηκεμετηνπαράγραφο3του άρθρου 2 του ν. 1653/1986, προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:”Η διάταξη του προηγούμενη εδαφίου εφαρμόζεται και ωςπροςτις πράξεις αναγκαστικού, εκούσιου ή δικαστικού πλειστηριασμού, μεταξύ των οποίωνηπερίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, η πράξη παράδοσης πράγματος και η εξόφληση πλειστηριάσματος, αν ο επισπεύδων ή αιτών ή συνεχίζων ή καθ` ου είναι πρόσωπο από τα αναφερόμενα στοπαραπάνωεδάφιο,καθώς καιωςπρος τις πράξεις που αφορούν την εκκαθάριση επιχειρήσεων κατά το ν.1386/1983,ανεκκαθαριστήςήυπόεκκαθάρισηεπιχείρησηή αγοραστής είναι πρόσωπο

Άρθρο 15

1.Στοάρθρο 1192 του Αστικού Κώδικα προστίθεται εδάφιο 5, που έχει ως εξής:

“5.οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες αναγνωρίζεται κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, που έχουν κτηθεί με έκτακτη χρησικτησία”.

2. Στο άρθρο 1198 του Αστικού Κώδικα η φράση”Χωρίςμεταγραφή, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται κατά τα άρθρα 1192 και 1193″ αντικαθίσταται με τηφράση”Χωρίςμεταγραφήστιςπεριπτώσειςτων άρθρων 1192 εδάφια 1 έως 4 και 1193″.

Άρθρο 16

1.Στο άρθρο 21 του ν. 663/1977 προστίθεται εδάφιο ε` πούέχει ως εξής:”ε)τουεγκλήματος που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 114 του ν.1892/1990, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 τουάρθρου 29 του ν. 2Ο81/1992.”

2.Το εδάφιο γ` του άρθρου 2 του ν.1290/1982 αντικαθίσταται ως εξής:”γ.`Εφεσηκατάτων αποφάσεων των μονομελών πληγμελειοδικείων γιααγορονομικάαδικήματαεπιτρέπεται,εφόσονεπιβλήθηκεποινή φυλάκισηςπουυπερβαίνειτουςδύο(2) μήνες ή χρηματική ποινή που υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές.”

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 31 του ν. 2214/1994αντικαθίσταται ως εξής:”2.Αρμόδιοδικαστήριογιατηνεκδίκαση των πλημμελημάτων φοροδιαφυγής είναι και το μονομελές πλημμελειοδικείο, στηνπεριφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η επιχείρηση.”

4.Στοεδάφιοα` της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του ν. 2172/1993 προστίθενται τα εξής:”Αν οι υπηρετούντες εφέτες δεν επαρκούν, αναδεικνύονταιμετην ίδιαδιαδικασίαωςτακτικάηαναπληρωματικάμέλητου συμβουλίου πρόεδροι πρωτοδικών ή πρωτοδίκες πουυπηρετούνστηνπεριφέρειατου οικείου εφετείου”.

5. Κατά την αληθή έννοια του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 44 του ν. 2172/1993 οι αιρετοί εκπρόσωποι των υπαλλήλων καλούνται και μπορεί να παρίστανται κατά τη συζήτηση και μόνο και να εκφράζουν γνώνη και ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων.

6. Δικαστικοί υπάλληλοι, σύζυγοι δημοσίων υπαλλήλων μετατίθενται μεαίτησήτουςστις γραμματείες δικαστηρίων ή εισαγγελιών του τόπου όπου υπηρετούν οι σύζυγοί τους και καθ`υπέρβαση του αριθμού των οργανικών θέσεων της υπηρεσίας στην οποία μετατίθενται.Οι μετατιθέμενοι καθ`υπέρβαση του αριθμού των οργανικών θέσεων καταλαμβάνουν την πρώτη οργανική θέση που θα κενωθεί μετά τη μετάθεσή τους.

7. Πάρεδροι πρωτοδικείου και εισαγγελίας, που έχουν επιτύχει στο διαγωνισμό της 1ης Οκτωβρίου 1992, καθώς και πάρεδροι πρωτοδικείου των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, που έχουνεπιτύχειστοδιαγωνισμό της26ηςΜαϊου 1993, κρίνονται και διορίζονται σε θέσεις πρωτοδικών, αντεισαγγελέων πρωτοδικών και πρωτοδικών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αντίστοιχα,μετά τη συμπλήρωση ενός έτους υπηρεσίας παρέδρου.

8.Από1ηςΙανουαρίου1996οιοργανικέςθέσειςτων αντεισαγγελέωνεφετών,τωναντεισαγγελέωνπρωτοδικώνκαιτων πρωτοδικών των πολιτικώνκαιποινικώνδικαστηρίωναυξάνονταικατά τέσσερις(4), δέκα (10) και δεκαεννέα (19) αντίστοιχα και ο συνολικός αριθμός αυτών ορίζεται σε ογδόντα τέσσερις (84), εκατόν ογδόνταπέντε (185) και οκτακόσιες πενήντα τρεις (853).

9.ΣυμβολαιογράφοιαγωνιστέςτηςΕθνικήςΑντίστασης,που αποχωρούν από την υπηρεσία τους πριν απότησυμπλήρωσητουνόμιμου ορίουηλικίας,μπορούνναδιορίζονταιδικηγόροιστοδικηγορικό σύλλογο, στην περιφέρεια του οποίου έχουν την έδρα τους.

10. Στο άρθρο 21 του ν. 1968/1991, όπως αντικαταστάθηκεμετην παράγραφο1 τουάρθρου50τουν.2172/1993, επέρχονται οι εξής μεταβολές:

α) Στην παράγραφο 1 η φράση “αποτελούμενη απόέναναντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως πρόεδρο” αντικαθίσταται με τη φράση “αποτελούμενηαπόέναναντιπρόεδροήσύμβουλο της Επικρατείας, ως πρόεδρο”.

β) Προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:

“4.Η κύρωση του Κώδικα αυτού θα γίνει κατά τηδιαδικοσίατου άρθρου 76 παράγραφος 6 του Συντάγματος.”

11.Ηεφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 και 15 του Κεφαλαίου Β` του ν.1805/1988 “Εκσυγχρονισμός του θεσμού του Ποινικού Μητρώου , τροποποίηση ποινικών διατάξεων καιρύθμισηάλλωνσχετικώνθεμάτων” (ΦΕΚ 199 Α`) αναστέλλεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995.

12. Τα σχέδια νόμου για τη μεταρρύθμιση του δικαίουτης επιτροπείας και υιοθεσίας,πουσυντάσσονταιαπότηνειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή, η οποία συστήθηκε κατά το άρθρο 7 του ν.δ/τος 908/1971 και συγκροτήθηκε με την 5279/20.1.1994 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, θα κυρωθούν με νόμο κατά τη διαδικασία του άρθρου 76 παράγραφος 6 του Συντάγματος.

13.Παρατείνεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1996 η αναστολή εφαρμογής των άρθρων 58 έως 60 και 64 έως 75 του ν. 1851/1989″Κώδικαςβασικών κανόνωνγιατημεταχείριση των κρατουμένων και άλλες διατάξεις” και διατηρείται κατά τη διάρκεια αυτής της παράτασης η ισχύς των άρθρων 53 έως 68 του α.ν. 125/1967 “Σωφρονιστικός Κώδικας εκτελέσεως ποινώνκαι ασφαλιστικών μέτρων”

14. Με τον ανακαθορισμό της χωρικής αρμοδιότητας των νομαρχιών του Νομού Αττικής, που έγινε με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του ν. 2240/1994, δεν θίγεται η κατά τόπο αρμοδιότητα των πολιτικών, ποινικών και δοικητικών δικαστηρίων Αθηνών και Πειραιώς, η οποία εξακουλουθεί να διέπεται και στο εξής από τις πριν από τη θέσπιση του νόμου αυτού ισχύουσες διατάξεις.

15.α.Συνιστάται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης νομοπαρασκευαστική επιτροπή για τη σύνταξη νέου Κώδικα Συμβολαιογράφων.β. Ο πρόεδρος και ταμέλητηςεπιτροπήςαυτήςορίζονταιμε απόφασητουΥπουργούΔικαιοσύνης,απόδικαστικούςλειτουργούς εν ενεργεία ή μη, καθηγητές πανεπιστημίου και συμβολαιογράφους. Καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής ανατίθενται με την ίδιααπόφασησευπάλληλο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.γ.Ηεπιτροπήπρέπειναπερατώσειτοέργοτηςμέσα στην προθεσμία που ορίζει η απόφαση, η οποία μπορεί να παραταθεί.δ.Στονπρόεδροκαιταμέλητηςεπιτροπήςκαταβάλλεται αποζημίωση,που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων18τουν. 1505/1984 και 8 του ν. 1810/1988.ε. Ο Κώδικας του εδαφίου α` κυρωθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 76 παρ. 6 του Συντάγματος.

16.Στοδιαγωνισμόγιατηνπλήρωσητωνκενώνθέσεων συμβολαιογράφων της περιφέρειας τουΕφετείουΔυτικήςΜακεδονίας,ο συμβολαιογράφος-μέλοςτηςΕπιτροπήςτουάρθρου 24 του ν. 670/1977, όπως έχει αντικατασταθεί με την παρ. 4 του άρθρου 1 του ν.1653/1986, ορίζεταιμετοναναπληρωτή του, από το Συμβολαιογραφικό Σύλλογο του Εφετείου Θεσσαλονίκης, μετά από έγγραφο τουΠροέδρουΕφετώνΔυτικής Μακεδονίας.

17.Ηδιάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 1γ του άρθρου 1 του ν. 2236/1994 “Εθνική Σχολή Δικαστών” αντικαθίσταται ως εξής:

“γ.`Εδρα της Σχολής είναι η Θεσσαλονίκη.Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορείναοριστεί προσωρινά, και έως ότου υπάρξει η αναγκαία υλικοτε χνική υποδομή για τη στέγαση και την εύρυθμη λειτουργία της Σχολής στη Θεσσαλονίκη, ως έδρα της Σχολής, δήμος ή κοινότητα του ΝομούΑττικής, προκειμένουναεξασφαλισθεί η άμεση λειτουργία της από το ακαδημαϊκό έτος 1994-1995″.

18. Για το διορισμό υπαλλήλων του Κλάδου ΠΕΙατρώνειδικοτήτων τωνΦυλακών,Σωφρονιστικών και Θεραπευτικών Καταστημάτων ορίζεται ως ανώτατο όριο ηλιλίας το 45ο έτος.

19. Ηκατ`αποκοπήαποζημίωση,πουπροβλέπεταιαπότην παράγραφο1του άρθρου 4 του ν. 1153/1981, όπως εκάστοτε ισχύει, για τουςμέχρικαιτουβαθμούτουπροέδρουπρωτοδικώνδικαστικούς λειτουργούς,επεκτείνεταιαπό1.7.1995καιστουςυπαλλήλουςτων γραμματειών των πολιτικών-ποινικών δικαστηρίωνκοιεισαγγελιών,του ΣυμβουλίουτηςΕπικρατείας, των διοικητικών δικαστηρίων, της Γενικής Επιτροπείαςτωνδιοικητικώνδικαστηρίων,καθώςκαιτωνέμμισθων υποθηκοφυλακείωνκαικτηματολογικών γραφείων, με μείωση κατά ποσοστό 25%.”Η ανωτέρω αποζημίωση καταβάλλεται, κατ` αναλογία του χρόνου ημερησίαςαπασχολήσεως του, και στο προσωπικό των δικαστηρίων που απασχολείται, μεσχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, με τη φύλαξη και τον καθαρισμό τους.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 75 ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008,ο οποίος ισχύει από 8.6.2008.

Οι διατάξειςτουπροηγούμενουεδαφίου(έμμισθοι υποθηκοφυλακείων)εφαρμόζονταικαιστουςυπαλλήλουςτουΤαμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων και η σχετικήδαπάνηβαρύνειτον προϋπολογισμό του ΤΑ.Σ.ΔΙ.Κ..Το υπό της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 2145/1993 (ΦΕΚ 88 Α`) προβλεπόμενο ποσοστό 0,8% από τα εισπραττόμενα από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ποσά, σύμφωνα με την παρ. 2 του αυτού άρθρου, αυξάνεται σε 3,8%.

20.α)Στηνπαράγραφο3του άρθρου 62 του ν.δ/τος 3026/1954 “Περί του Κώδικα των Δικηγόρων”προστίθενται εδάφια,που έχουν ως εξής:”Δικηγόροι που έχουν εκλεγεί βουλευτές ή ευρωβουλευτές δεν επιτρέπεται να παρίστανται κατά τη διάρκεια της θητείας τους σε υποθέσεις ναρκωτικών κατά την προδικασία και ενώπιον των δικαστηρίων. Η απαγόρευση παράστασης στις άνω υποθέσεις δεναποτελεί ούτε μερική αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος.Η απαγόρευση δεν ισχύει αν πρόκειται για υποθέσεις των ιδίων, των συζύγων τους ή συγγενών τους εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι το δεύτερο βαθμό.Δικηγόροι που απασχολούνται με οποιαδήποτεσχέσηεργασίαςστα όργανατηςΕυρωπαϊκής`Ενωσης,καθώς και σε όλους τους Διεθνείς Οργανισμούς, των οποίων είναι μέλος η Ελλάδα, τελούν σε αναστολή του λειτουργήματός τους”.β) Η διάταξη του εδαφίου α` ισχύει αναδρομικώς, αφότου ίσχυσε το άρθρο 47 του ν. 2172/1993.γ)Η διάταξη του άρθρου 47 του ν. 2172/1993 καταργείται, αφότου ίσχυσε.

Άρθρο 17

1. Στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων υπάγονται τα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων, που έχουν ως αποστολή τηναγωγή, την κοινωνική στήριξη, την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτισηανηλίκων, οι οποίοι έχουν αναπτύξει παραβατική συμπεριφορά ή αντιμετωπίζουνδυσχέρειες κοινωνικής προσαρμογής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010.

2. Για την εφαρμογή του παρόντος και του επόμενου άρθρου ο όρος ανήλικοιπεριλαμβάνει πρόσωπα ηλικίας από 8 έως και 18 ετών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010.

3. Οι διατάξεις του παρόντος και του επόμενου άρθρου δεν επηρεάζουν τηνύπαρξη και λειτουργία άλλων υπηρεσιών, οργανισμών, ιδρυμάτων ή εταιρειών πουεπιδιώκουν τους ίδιους ή παρεμφερείς σκοπούς.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010.

4. Στα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων εισάγονται ανήλικοι στους οποίους:

α) επιβάλλεται το αναμορφωτικό μέτρο της τοποθέτησης τους σε κατάλληλοίδρυμα αγωγής σύμφωνα με την περίπτωση ιβ` της παραγράφου 1 του άρθρου 122του Ποινικού Κώδικα, και

β) η τοποθέτηση αυτή επιβάλλεται ως περιοριστικός όρος μόνο υπό τις προϋποθέσεις τηςπαραγράφου 2 του άρθρου 282 ΚΠΔ.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010 και με το άρθρο 11 παρ.1Ν.4322/2015,ΦΕΚ Α 42/27.4.2015.

5.Στα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων εισάγονται επίσης ανήλικοι, οι οποίοιδιαβιώνουν σε κοινωνικό περιβάλλον ατόμων τα οποία τελούν καθ` έξη ή κατ`επάγγελμα αξιόποινες πράξεις, εφόσον υπάρχει γνωμάτευση του ΕπιμελητήΑνηλίκων ότι δεν είναι εφικτή ή σκόπιμη η ένταξη τους σε προνοιακό ίδρυμαφιλοξενίας ανηλίκων. Στην περίπτωση αυτή για την εισαγωγή είναι αναγκαία ηυποβολή αίτησης των προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα του ανηλίκου ή,εφόσον την αίτηση αυτή υποβάλλει οποιοσδήποτε τρίτος, η γραπτή συναίνεσητους. Αν την αίτηση υποβάλλει ο εισαγγελέας ανηλίκων, δεν απαιτεί ταισυναίνεση των προσώπων που ασκούν τη γονική μέριμνα. Η αίτηση υποβάλλεταιστις Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων ή στον εισαγγελέα πρωτοδικών ή στιςαστυνομικές αρχές του τόπου κατοικίας του ανηλίκου και διαβιβάζεται στονΔικαστή Ανηλίκων. Ο τελευταίος αποφασίζει, αφού λάβει υπόψη την προσωπικότητατου ανηλίκου και τις κοινωνικές συνθήκες του περιβάλλοντος του, μετά απόακρόαση του ανηλίκου, εφόσον αυτή είναι εφικτή, συνεκτιμώντας και τηγνωμάτευση του Επιμελητή Ανηλίκων. Στην απόφαση προσδιορίζεται η μέγιστηδιάρκεια του εγκλεισμού στο ίδρυμα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 11 παρ.2Ν.4322/2015,ΦΕΚ Α 42/27.4.2015.

6.Απότηνεισαγωγήτου ανηλίκου στο Ιδρυμα Αγωγής, το τελευταίο ασκεί τα κατά το άρθρο 1510 του Αστικού Κώδικα δικαιώματα και έχει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη γονική μέριμνα.

7.Κατά την εισαγωγή του ανηλίκου στο `Ιδρυμα Αγωγής ερευνώνται από το προσωπικό του τελευταίου οι γραμματικές γνώσεις, οι δεξιότητες,οι κλίσειςκαιταλοιπάστοιχείατηςπροοωπικότητάς του. Με βάση τα στοιχείααυτάκαιτονεοωτερικόκονονισμότουΙδρύματοςΑγωγής καταρτίζεταιτοπρόγραμμααγωγήςτου,τοοποίοπεριλαμβάνει την εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση, την πολιτιστικήκαλλιέργεια, τηφυσικήαγωγή,καιτιςψυχαγωγικέςδραστηριότητες. Τα Ιδρύματα Αγωγής ή ιδιαίτερα τμήματά τους μπορούν να εξειδικεύονταιανάλογαμε το είδος της εκπαίδευσης ή της επογγελματικής κατάρτισης που παρέχουν.

8.Για κάθε εισερχόμενο ανήλικοκαταρτίζεταιδελτίοαγωγής,στο οποίοκαταχωρίζονταιτασχετικά με τις γραμματικές του γνώσεις, τις κλίσεις και τις σχέσεις του με την οικογένεια στοιχεία,οιεπιδόσεις τουκατάτηνπαρακολούθησητουπρογράμματοςτουΙδρύματοςκαι χαρακτηρισμοί της στάσης του απένταντι στο προσωπικό του Ιδρύματος και στοις συντρόφους του.Με βάση τα προκύπτοντα από το δελτίοστοιχεία, στοτέλοςτουσχολικούέτουςή όποτε τούτο ζητηθεί από το Δικαστή Ανηλίκων, υποβάλλεται στον τελευταίο έκθεση του ΙδρύματοςΑγωγήςγια την πορεία και την πρόοδο του ανηλίκου στα πλαίσιο της αγωγής του.

9. Τα παρεχόμενα στα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων μαθήματαστοιχειώδους ήμέσηςεκπαίδευσηςμπορούννα διεξάγονται σε δημόσια σχολεία κάθε περιοχής, όπως ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνηςκαι Εθνικής Παιδείας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.Ειδικόπιστοποιητικό,ανάλογαμετηνπερίπτωση, εκδίδεται για την παρεχόμενη,απότόΙδρυμαήαπόπρογράμματασταοποίατούτο συμπράττει, επαγγελματική κατάρτιση.

10. Στους ανήλικους που έχουν εισαχθεί στα Ιδρύματα Αγωγής κατά τις παραγράφους 4 και 5 οΔικαστής Ανηλίκων μπορεί να χορηγεί άδεια δοκιμασίας ή άδεια για λόγους υγείας. Η άδειαδοκιμασίας χορηγείται ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του Διευθυντή του Ιδρύματος και έχειδιάρκεια ως έξι (6) μήνες, και μπορεί να παραταθεί για άλλους έξι (6) μήνες. Η τμηματικήχορήγησή της είναι επίσης δυνατή. Η άδεια για λόγους υγείας χορηγείται ύστερα από αιτιολογημένηέκθεση του ιατρού του καταστήματος και αφορά κατ’ οίκον νοσηλεία. Ο χρόνος της δοκιμαστικήςάδειας και της άδειας για λόγους υγείας υπολογίζεται ως χρόνος έκτισης του αναμορφωτικούμέτρου της περίπτωσης ιβ ’ της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα που επιβλήθηκε.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.3Ν.4322/2015,ΦΕΚ Α 42/27.4.2015.

11. Δυνατή είναι επίσης η χορήγηση από τοΔιευθυντήτουΙδρύματος αδειώνδιάρκειαςέωςείκοοι(20) ημερών για έκτακτες οικογενειακές ανάγκες,γιατηνεξυπηρέτησηεκπαιδευτικώναναγκών,αναγκώντης επαγγελματικής κατάρτισης και κατά τις περιόδους εορτών.Αν συντρέχει επιτακτικήανάγκη, άδεια διάρκειας έως είκοσι (20) ημερών χορηγεί και οΥπουργός Δικαιοσύιης,ύστερα από πρόταση του Διευθυντήτου Ιδρύματος.

12.Η απόλυση τωνανηλίκωνπουεισάγονταισταΙδρύματααγωγής Ανηλικων,σύμφωνα με την παράγραφο 4, χωρεί κατά τα προβλεπόμενα στον Ποινικό Κώδικα ή στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

13. Η απόλυση των ανηλίκων που εισάγονται κατά την παράγραφο5του άρθρου αυτού διατάσσεται από το Δικαστή Ανηλίκων οποτεδήποτε ανακληθεί ηαίτησηήσυναίνεσητωνπροσώπων που είχαν τη γονική μέριμνα του ανηλίκου κατά τονΑστικόΚώδικαήμετάτηνυποβολήέκθεσηςτης ΔιεύθυνσηςτουΙδρύματος εφόσον ο λόγος εισαγωγής τους έχει πάψει να υφίσταται ή οανήλικοςείναιέτοιμοςπλέοννααντιμετωπίσειτις συνθήκεςτουανοικτού κοινωνικού περιβάλλοντος. Σε κάθε περίπτωση οι ανήλικοι απολύονται αυτοδικαίως εφόσον συμπληρώσουν το18οέτοςτης ηλικίας τους.

14.Ανήλικοιοιοποίοικρατούνται στα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων, κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος,χωρίς να συντρέχουνοι προϋποθέσεις των παραγράφων 4ή 5 του παρόντος άρθρου, απολύονται, εκτός αν δοθεί γραπτή συναίνεση για την παρομονή τους από τα πρόσωπα πουπροβλέποντοιστηνπαράγροφο5. Τη συνόρομή των προϋποθέσεων απολύσεως διαπιστώνει ο κατά τόπο αρμόδιος ΔικαστήςΑνηλίκων,ύστερα από αίτηση των κατά την παράγραφο 5 προσώπων ή του Διευθυντή του Ιδρύματος Αγωγής του υπό απόλυση ανηλίκου.

Άρθρο 18
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 13 του Ν.2331/1995,Α 173, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 Ν.3860/2010,ΦΕΚ Α 111/12.7.2010.

1. Στην έδρα κάθε πρωτοδικείου λειτουργεί Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων ωςνομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εποπτευόμενο από το Υπουργείο Δικαιοσύνης,Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

2. Οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων έχουν ως κύριο σκοπό να συμβάλλουνενεργά στην πρόληψη της θυμα-τοποίησης και της εγκληματικότητας των ανηλίκων.

Για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού παρέχουν υλική, κοινωνική και ψυχολογικήστήριξη στους ανηλίκους και στις οικογένειες τους, επαγγελματική κατάρτιση,εκπαίδευση, πολιτιστική καλλιέργεια, ψυχαγωγία και στέγη. Μπορούν επίσης ναδιοργανώνουν επιστημονικές ημερίδες ή συνέδρια και να συμμετέχουν σε έρευνεςή προγράμματα για την αντιμετώπιση της θυματοποίησης και της εγκληματικότηταςτων ανηλίκων.

Οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων παρέχουν την υποστήριξη που προαναφέρθηκεκαι σε ανηλίκους:

α) κατά των οποίων εκκρεμεί δίωξη για αξιόποινη πράξη,

β) στους οποίους έχουν επιβληθεί αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα (άρθρα 122και 123 Π.Κ.) ή ποινή στερητική της ελευθερίας,

γ) οι οποίοι έχουν απολυθεί από ίδρυμα αγωγής ανηλίκων, θεραπευτικόκατάστημα ή ειδικό κατάστημα κράτησης νέων,

δ) οι οποίοι εμπίπτουν στην παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου, αλλά ηεισαγωγή τους σε ίδρυμα αγωγής δεν είναι αναγκαία.

Επίσης, παρέχουν νομική βοήθεια στους κατηγορούμενους ανηλίκους.

3.Κάθε Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων διοικείται από επταμελές συμβούλιο. Ησυμμετοχή στο συμβούλιο είναι τιμητική και άμισθη. Τα μέλη τους επιλέγονταιαπό άτομα που διακρίνονται για την ειδική μόρφωση και την κοινωνικήευαισθησία τους.

Στο συμβούλιο μετέχουν με τριετή θητεία, επιτρεπομένου του επαναδιορισμούτων αυτών μελών:

α) ένας δικαστικός λειτουργός που κατά προτίμηση είναι ή έχει διατελέσειδικαστής ή εισαγγελέας ανηλίκων, ως Πρόεδρος, ο οποίος υποδεικνύεται με τοναναπληρωτή του από τον αρμόδιο προϊστάμενο,

β) ένα μέλος του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των ΑνωτάτωνΕκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας στα Τμήματα Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας,Νομικής ή Κοινωνιολογίας ή καθηγητής μέσης εκπαίδευσης,

γ) ένας επιμελητής ανηλίκων του δικαστηρίου ανηλίκων της έδρας τουπρωτοδικείου ή ένας κοινωνικός λειτουργός,

δ) ένας δικηγόρος,

ε) ένας εκπρόσωπος του δήμου, της εκκλησίας ή μη κυβερνητικής οργάνωσης πουασχολείται με ανηλίκους,

στ) ένας γιατρός, κατά προτίμηση παιδοψυχολόγος ή παιδοψυχίατρος, και

ζ) ένα πρόσωπο με προσφορά, ευαισθησία και εμπειρία στον τομέα πρόληψης ήαντιμετώπισης της εγκληματικότητας των ανηλίκων.

Ολα τα μέλη διορίζονται με τους αντίστοιχους αναπληρωτές τους. Ο δικαστικόςλειτουργός που τοποθετείται πρόεδρος της Εταιρείας απαλλάσσεται μερικά τωνυπηρεσιακών του καθηκόντων.

4. Τα αναπληρωματικά μέλη μετέχουν στις συνεδριάσεις του διοικητικούσυμβουλίου χωρίς ψήφο, εκτός εάν απουσιάζουν τα αντίστοιχα τακτικά μέλη.

5. Τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκωνδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων στην πρώτημετά τη συγκρότηση του συνεδρίαση εκλέγει από τα μέλη του αντιπρόεδρο,γραμματέα και ταμία.

7. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί ναορίσει, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου Εταιρείας, ως επίτιμοπρόεδρο Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων πρόσωπο που προσέφερε για μεγάλοχρονικό διάστημα αξιόλογες υπηρεσίες στον τομέα της προστασίας των ανηλίκων.

8. Το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων μπορεί νασυγκροτεί ομάδες κατάλληλων προσώπων, τα οποία προσφέρουν εθελοντική συνδρομήγια την εκπλήρωση των σκοπών της Εταιρείας και ιδίως υποβοήθηση τηςεκπαίδευσης ή κατάρτισης, οργάνωση πολιτιστικών ή ψυχαγωγικών δραστηριοτήτωνκαι παροχή νομικής βοήθειας.

9. Οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων μπορούν να αναθέτουν σε επιμελητέςανηλίκων, εντός του κύκλου των καθηκόντων των τελευταίων και ύστερα απόέγκριση του προϊσταμένου δικαστή ανηλίκων, έργα για την υποβοήθηση του σκοπού τους.

10. Οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων έχουν δική τους περιουσία, πουπροέρχεται από επιχορηγήσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων ή άλλων αρχών ή οργανισμών, από εισφορές, δωρεές ήκληροδοτήματα ιδιωτών, καθώς και από έσοδα από εκδηλώσεις ή δραστηριότητεςπου ασκούνται στο πλαίσιο της λειτουργίας τους.

11. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων θεσπίζεται Κανονισμός Λειτουργίας για τις Εταιρείες ΠροστασίαςΑνηλίκων. Μέχρι την έκδοση της παραπάνω υπουργικής απόφασης εφαρμόζονται οιισχύουσες διατάξεις.

12. Η θητεία των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων, που υφίστανται κατά τηνέναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου, λήγει από το διορισμό των νέων μελώναπό τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Άρθρο 19

1.Συνιστάται στο Υπουργείο Δικαιοσύνηςειδική επιτροπή για την κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενοτωνδιατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του ΕισαγωγικούτουΝόμου,όπωςαντικαταστάθηκανή τροποποιήθηκανμε μεταγενέστερα νομοθετήματα. “Κατά την κωδικοποίηση η Επιτροπή μπορεί να αλλάξει την αρίθμηση των άρθρων των άνω νομοθετημάτων, να μεταφέρει στη δημοτική γλώσσα το κείμενο διατάξεων που έχουν διατυπωθεί στην καθαρεύουσα, καθώς και να επιφέρει τις απαραίτητες φραστικές μεταβολές, ώστε, χωρίς μεταβολή του περιεχομένου του, να αποδοθεί το όλο κείμενο σε ενιαίο γλωσσικό ύφος.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 τουάρθρου 19 του Ν.2331/1995 (Α 173).Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ωςορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα,δηλαδή δέκα μέρες μετά την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

2.ΟΠρόεδροςκαι τα μέλη της άνω Επιτροπής ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης από καθηγητές πανεπιστημίου,δικαστικούς λειτουργούςεν ενεργεία ή όχι και δικηγόρους. Στην Επιτροπή μπορεί να μετέχουν και υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ως μέλη της Επιτροπής έως τρεις (3)ειδικοίεισηγητέςκαι ανατίθενται καθήκοντα γραμματέα σε υπάλληλο του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή δικαστηρίου ή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου.

3.ΗΕπιτροπή οφείλει να περατώσει το έργο της μέσα στην προθεσμία που ορίζει η υπουργική απόφαση. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί.

4.Ηκωδικοποίησηθακυρωθείκατάτηδιαδικασία του άρθρου 76 παράγραφοι 6 και 7 του Συντάγματος.

5. Στον Πρόεδρο, ταμέλη,τουςεισηγητέςκαιτογραμματέατης Επιτροπήςκαταβάλλεταιαποζημίωση, που ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, κατάπαρέκκλισητωνδιατάξεων τουν.1256/1982, καθώς και των άρθρων 18 του ν. 1505/1984 και 8 του ν. 1810/1988.

Άρθρο 20

1. Η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του ν.2207/1994, μετην οποίαπροστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 2 του άρθρου 99 του ν. 1756/1988, εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξηισχύοςτου νόμου αυτού πειθαρχικές αγωγές.

Εκκρεμείς πειθαρχικές αγωγές κατά δικαστικών λειτουργών,κατάτην άσκηση των οποίων δεν συνέτρεχαν οιπροϋποθέσεις τηςανωτέρω παραγράφου, τίθενται στο αρχείο, εφόσον δεν περατωθούν εντός διμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος.

2.Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν.2145/1993(ΦΕΚ 88 Α`) προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

Από το ποσοστόαυτόέωςτοέναόγδοο(1/8) διατίθεται για τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας των έμμισθων υποθηκοφυλακείων και κτηματολογικών γραφείων.Με απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εφάπαξ, καθορίζονται οι συγκεκριμένες ανάγκες,για την κάλυψητων οποίων διατίθεται το παραπάνω ποσόν, ο τρόπος κατανομής και χορήγησης τουποσούαπόδοσηςτουλογαριασμού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

3.Γιατηντροποποίησητωνκαταστατικώντωνναυτεργατικών οργανώσεων,σύμφωναμετις διατάξεις του άρθρου 56 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Λ ) τάσσεται νέα προθεσμία έξι (6) μηνών από το χρόνολήξεως της προθεσμίας, που τέθηκε με την παράγραφο 8 του, ανωτέρω άρθρου.

4.α.Συμβάσειςεργασίαςιδιωτικούδικαίουορισμένουχρόνου, προσωπικού που είχε προσληφθεί στο Ψυχιατρικό ΝοσοκομείοΑττικήςκαι στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, για τα προγράμματα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά,που έληξαν από1ηςΣεπτεμβρίου1994″έως 8 Απριλίου 1995″, ποροτείνοντοι έως τη δημοσίευση τουπαρόντοςνόμου, κατάπαρέκκλιση από τις διατάξεις που καθορίζουν την ανώτατη διάρκεια της σύμβασης ή παράτασής τους και η σχέση του μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  από την παρ. 3 του άρθρου17 του Ν. 2335/6-9-1995 (ΦΕΚ Α`185).

β.Τοπροσωπικό της προηγούμενης παραγράφου κατατάσσεται σε θέσεις ειδικότητας αντίστοιχης τω τυπικών προσόντων ή ειδικότητας που καθορίζεταιμετηνπράξηκατάταξηςσεθέσειςπουσυνιστώνται αυτοδικαίωςμετηνίδιαπράξη.Οισυνιστώμενεςθέσειςείναι προσωποπαγείς και καταργούνται με την αποχώρηση από την υπηρεσία, καθ` οποιονδήποτε τρόπο, των υπαλλήλων αυτών.

5. Στο άρθρο 4 του ν.1897/1990 (ΦΕΚ 120 Α`) προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:3.Τοεπίδοματουπρώτουεδαφίουτηςπαρ. 1 του άρθρου αυτού υπολογίζεται επι του συνόλου των αποδοχών (τακτικών και πρόσθετων), που λαμβάνουν οι έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι πολιτικοίκαι στρατιωτικοίτουαυτούκλάδου με τα ίδια έτη υπηρεσίας και τον ίδιο βαθμό.Η προκύπτουσα κατά το προηγούμενο εδάφιοαύξησηκαταβάλλεται μόνο για το διάστημα που ο παθών βρίσκεται στην ενεργό υπηρεσία.

6.Τοτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1649/ 1986καταργείται.Οι συνέπειες της κατάργησης δεν ισχύουν για εκκρεμείς πολιτικές υποθέσεις κατά τη δημοσίευση του παρόντος.”

7. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ 230 Α`) προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

“Η εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου επεκτείνεται και στους δικαστικούς υπαλλήλους, που έχουν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1980 διορισθεί ως δικαστικοί υπάλληλοι ή ως επιμελητές δικαστηρίων, εφόσον όμως οι τελευταίοι απέκτησαν μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.1980) τα τυπικά προσόντα διορισμού σε θέσεις δικαστικών υπαλλήλων και έχουν μέχρι τη δημοσίευση του ν. 1868/1989 μεταταγεί σε θέσεις δικαστικών υπαλλήλων”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.6 του άρθρου 10 τουΝ.2331/1995 (Α 173).Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, δηλαδή δέκαμέρες μετά την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

8.Στηνπαράγραφο4του άρθρου 25 του ν.1882/1990 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:” Επίσης,για τον ίδιο λόγο αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής ή διακόπτεται η αρξάμενη εκτέλεση αυτής,η οποία τελικά εξαλείφεται σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης”.

9.Στο τέλος της παραγράφου2τουάρθρου19τουν.2172/1993 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:Αν στο ως άνω τμήμα λειτουργούν δύο σχηματισμοί στον προηγούμενο κατά τη σειρά της αρίθμησης σχηματισμό εισάγονται οι υποθέσεις, στις οποίες, κατά το προσβαλλόμενο βούλευμα ή κατά την πρόταση του εισαγγελέα, το επώνυμο του κατηγορουμένου ή του πρώτου απο αυτούς αρχίζει από τα γράμματα Α ως Λ και στον άλλο σχηματισμό εισάγονταιοι υπόλοιπες υποθέσεις.

Άρθρο 21

1.Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2129/1993 (ΦΕΚ57Α`) και μετά το τρίτο εδάφιο που προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 2187/1994 (ΦΕΚ 16 Α`) προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:Κατ`εξαίρεση,γιατοέτος1994τούψος της συνολικής ετήσιας δαπάνης για τη χορήγηση της ανωτέρω ειδικής αποζημίωσης καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.

2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 2129/1993και μετά το τρίτο εδάφιο που προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 2187/ 1994 προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:Κατ`εξαίρεση,γιατοέτος1994τούψος της συνολικής ετήσιας δαπάνης για τη χορήγηση της ανωτέρω ειδικής αποζημίωσης καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας.

Άρθρο 22

1. Οι προβλεπόμενες από το άρθρο μόνο του π.δ/τος 256/1988 (ΦΕΚ260 Α`)οργανικές θέσεις (ΚατηγορίαςΥΕ) αρχειοθετών και προσωπικού καθαριότητας με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μερικής απασχόλησηςτωνεμμίσθωνΥποθηκοφυλακείωνΑθηνών,Θεσσαλονίκης, Πειραιώς και του Κτηματολογικού Γραφείου Ρόδου, ορίζονται σε θέσεις πλήρους απασχόλησης.

2.Στις κατά την προηγούμενη παράγραφο θέσεις κατατάσσεται κατά ειδικότητα

Το προσωπικό που υπηρετεί στις θέσεις αυτές με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου μερικής απασχόλησης κατά τη δημοσίευση του νόμου τούτου.

3. Για την κατά την προηγούμενη παράγραφο κατάταξη εκδίδεται απότο αρμόδιο όργανο διαπιστωτική πράξη, που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 23

1.Ο τίτλος του Μέρους ΙΧ του α.ν.192/1936(ΦΕΚ438Α`)”Περί Ευρέσεως Εργασίας εις εργάτας θαλάσσης” αντικαθίσταται ως εξής:

“ΙΧ Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις”.

2.Ηπαράγραφος2του άρθρου 14 του α.ν.192/1936 (ΦΕΚ 438 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

2. Οι παραβάτες των διατάξεωντ ου άρθρου 13 του παρόντος νόμου τιμωρούνται: με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον 1.500.000 δραχμών, καθώς καιμεαφαίρεση της άδειας άσκησης του επαγγέλματος για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών έωςπέντε (5) ετών, αν αυτοί είναι πράκτορες ή ασκούν άλλο επάγγελμα, για το οποίο απαιτείται ειδική άδεια της Αρχής και σε περίπτωση υποτροπής με οριστική αφαίρεση της άδειας ή οριστική στέρηση άσκησης του επαγγέλματος.

Στους παραβάτες του άρθρου 13 επιβάλλεται επίσης πρόστιμο 500.000 έως 5.000.000 δραχμών, με αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή του Γραφείου Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας Πειραιώς, στον οποίο αποστέλλεται αντίγραφο της σχηματισθείσης από την αρμόδια προανακριτική αρχή δικογραφίας.Το εν λόγω πρόστιμ οαποτελε έσοδο του Κεφαλαίου Ανεργίαςή Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.).Η διαδικασία είσπραξης και απόδοσής του, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας,που δημοσιεύεται στην Εφημερίδατης Κυβερνήσεως. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής από τον παραβάτη εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από της κοινοποίησης σε αυτόντηςαπόφασηςενώπιοντου Υπουργού ΕμπορικήςΝαυτιλίας. Η προσφυγή δεν αναστέλλει την εκτέλεση τια απόφασης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αυξάνεται το ανώτατο όριο του προστίμου που επιβάλλει ο Διευθυντής του Γραφείου Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας.

Άρθρο 24

1.Σε όσες ποινικές υποθέσεις, μετά την υποβολή πρότασης κατηγορίας κατάμέλους,Κυβέρνησης, ή υφυπουργού, η Βουλή έχει μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου αποφασίσει να μην διεξαχθεί προανάκριση ήη προανακριτικήεπιτροπή που συγκροτείται για να διεξαγάγει προανάκριση έχει ήδη αποφανθεί ότι δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος, που αναφέρεται στην πρόταση κατηγορίας ή η Βουλή έχει ήδη απορρίψει την πρόταση για παραπομπή του μέλουςτηςΚυβέρνησηςή τουυφυπουργούσε δίκη δεν επιτρέπεται η δίωξη κατά των μη πολιτικών προσώπων που κατηγορούνται ως αυτουργοί, ηθικοί αυτουργοί ή συμμέτοχοι των ίδιων πράξεων ή πράξεων συναφών με αυτές που αναφέρονται στην πρόταση κατηγορίας. Τυχόν ποινικές διώξεις που έχουν ήδη ασκηθεί κατά μη πολιτικών προσώπων για τέτοιες πράξεις παύουν οριστικά σε όποιο στάδιο και αν βρίσκονται οι σχετικές δίκες και οι οικείες δικογραφίες τίθενται στο αρχείο με διάταξη του εισαγγελέα εφετών.

2. Παύει οριστικά η ποινική δίωξη κατά των προσώπων που διώκονται ως αυτουργοί,ηθικοί αυτουργοί ή συμμέτοχοι πράξεων, για τις οποίες έχει μέχρι την έναρξη εφαρμογής αυτού του νόμου καταδικασθεί μέλο ςτης Κυβέρνησης ή υφυπουργός ή πράξεων συναφών με αυτές,εφόσον στο καταδικασθέν μέλος της Κυβέρνησηςήυφυπουργόχορηγήθηκεχάρη,σε όποιοστάδιοκαιανβρίσκονταιοισχετικέςδίκες και οι οικείες δικογραφίες τίθενται στο αρχείο με διάταξη του εισαγγελέα εφετών.

3.Από το άρθρο1παρ.1τουν. 1608/1950, όπως αυτό τελικώς αντικαταστάθηκε από το άρθρο 36 παρ. 1 του ν.2172/1993,διαγράφεται το άρθρο 256 Π.Κ. και προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:.”Στονένοχο του αδικήματος που προβλέπεται ειδικώς από το άρθρο 256 του Ποινικού Κώδικα, τα παραπάνω εφαρμόζονται μόνονόταντοαδίκημα στρέφεταικατά του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου”.

Άρθρο 25
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντα στην Εφημερίδατης Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 3 Απριλιου 1995

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Ι. ΠΟΤΤΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Δ. ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ Α. ΠΕΠΟΝΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Γ. ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΣΤ. ΑΓΓ. ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 3 Απριλίου 1995

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Α. ΠΕΠΟΝΗΣ