ΠΡΟΣΟΧΗ!! Έχει καταργηθεί από την 30/09/2010 με το Άρθρο 12 ΝΟΜΟΣ 3886/2010!!!

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2522 ΦΕΚ Α’ 178/8.9.1997

Δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συμβάσεως δημόσιων έργων, κρατικώνπρομηθειών και υπηρεσιών σύμφωνα με την οδηγία89/665 Ε.Ο.Κ.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Οι διαφορές που αναφύονται κατά τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης συμβάσεων δημόσιων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον η σύμβαση εμπίπτει στο Πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 93/37/Ε.Ο.Κ. (ΕΕ L 199 της 9.8.1993),93/36/Ε.Ο.Κ. (ΕΕ L 199 της 9.8.1993) και 92/50 Ε.Ο.Κ. (ΕΕ L 209 της 24.7.1992) ή στις διατάξεις με τις οποίες οι εν λόγω οδηγίες έχουν μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη.

Άρθρο 2
Έκταση δικαστικής προστασίας

1. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθείσυγκεκριμένη σύμβαση δημόσιων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών και έχειυποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από παράβαση της κοινοτικής ήεσωτερικής νομοθεσίας, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα οριζόμεναειδικότερα στα επόμενα άρθρα, προσωρινή δικαστική προστασία, ακύρωση ήαναγνώριση ως άκυρης της παράνομης πράξης της αναθέτουσας αρχής καιεπιδίκαση αποζημίωσης.

2. Η δικαιοδοσία, η αρμοδιότητα και η διαδικασία εκδίκασης τωνσχετικών διαφορών, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο,ρυθμίζονται κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Άρθρο 3
Προσωρινή δικαστική προστασία

1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει Προσωρινή δικαστική προστασίαγια να αρθεί πιθανολογούμενη παράβαση ή να αποτραπεί περαιτέρω ζημίαστα συμφέροντά του.

2. Πριν υποβάλει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ο ενδιαφερόμενοςοφείλει, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών, αφότου έλαβε γνώση μεοποιονδήποτε τρόπο της παράνομης πράξης ή παράλειψης, να ασκήσειπροσφυγή ενώπιον της αναθέτουσας αρχής, προσδιορίζοντας ειδικώς τιςνομικές και πραγματικές αιτιάσεις που δικαιολογούν το αίτημά του. Ηπροσφυγή κοινοποιείται με τη φροντίδα του προσφεύγοντος στονεκπρόσωποή τον αντίκλητο κάθε θιγομένου από τυχόν ολική ή μερική παραδοχή τηςπροσφυγής. Δεν απαιτείται άσκηση προσφυγής κατά πράξης, η οποία δέχεταιεν όλω ή εν μέρει προσφυγή άλλου προσώπου. Η αναθέτουσα αρχή οφείλει νααποφανθεί αιτιολογημένα, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από τηνάσκηση της προσφυγής και, αν την κρίνει βάσιμη, λαμβάνει τα κατάλληλαμέτρα. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, τεκμαίρεται η απόρριψη τηςπροσφυγής. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν θίγουν διατάξεις τηςκείμενης νομοθεσίας που προβλέπουν άσκηση διοικητικών προσφυγών κατά τηδιεξαγωγή δημόσιων διαγωνισμών.

3. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριομέσο σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη ρητή ή σιωπηρή απόρριψη τηςπροσφυγής και δεν επιτρέπεται να περιέχει αιτιάσεις διαφορετικές απότις αιτιάσεις της προσφυγής. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής,η άσκηση αυτής, καθώς και η προθεσμία για την άσκηση της αίτησηςασφαλιστικών μέτρων κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης. Ο αρμόδιος για τηνεκδίκαση της αίτησης δικαστής, και επί πολυμελών δικαστηρίων ο πρόεδροςτου οικείου τμήματος, ορίζει με πράξη του την ημέρα και ώρα εκδίκασηςτης αίτησης, καθώς και την προθεσμία κλήτευσης. Η ημερομηνία εκδίκασηςδεν πρέπει να απέχει πέραν των δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεσητης αίτησης, η δε προθεσμία κλήτευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη απόδέκα (10) ημέρες. Αντίγραφο της αίτησης με κλήση κοινοποιείται με τηφροντίδα του αιτούντος προς την καθ` ής η αίτηση αναθέτουσα αρχή καιπρος κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο, του οποίου την κλήτευση θεωρεί αναγκαίαο δικαστής. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέροντα,δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Οι διάδικοι οφείλουν να προσκομίσουνκατά την εκδίκαση της υπόθεσης όλα τα κρίσιμα έγγραφα και τα λοιπάαποδεικτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους.

4. Ο αρμόδιος κατά την προηγούμενη παράγραφο δικαστής μπορεί, με τηνκατάθεση της αίτησης και μετά κλήση της αναθέτουσας αρχής προ είκοσιτεσσάρων ωρών να εκδώσει προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω απότην αίτηση και περιέχει αποκλειστικά τα μέτρα, τα οποία πρέπει ναληφθούν ως την έκδοση της απόφασης. Η προσωρινή διαταγή μπορεί ναανακληθεί είτε από το δικαστή που τη χορήγησε, ύστερα από αίτηση τηςαναθέτουσας αρχής και αφού κληθεί προς ακρόαση ο αιτών προ είκοσιτεσσάρων ωρών, είτε από το δικαστήριο που θα δικάσει την αίτησηασφαλιστικών μέτρων.

5. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνεται δεκτή, εφόσον πιθανολογείταισοβαρά η παράβαση κανόνα του κοινοτικού ή του εσωτερικού δικαίου και ηλήψη του μέτρου είναι αναγκαία για να αρθούν τα δυσμενή από τηνπαράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων τουαιτούντος. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν, από τη στάθμιση τηςβλάβης του αιτούντος των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιουσυμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την παραδοχή θαείναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Η απόρριψη της αίτησηςγια οποιονδήποτε λόγο δεν θίγει άλλα δικαιώματα του αιτούντος.

6. Το δικαστήριο διατάζει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα, χωρίς ναδεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων. Διατάζει ιδίως την αναστολήισχύος όρων της διακήρυξης, των τευχών δημοπράτησης και οποιουδήποτεάλλου εγγράφου σχετικού με τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, την αναστολήεκτέλεσης οποιασδήποτε πράξης της αναθέτουσας αρχής, την απαγόρευσηνομικών ή υλικών ενεργειών, την εκτέλεση των απαραίτητων θετικώνπράξεων, όπως η διατήρηση εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και τηναναστολή σύναψης της σύμβασης. Η διάταξη του άρθρου 692 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.δεν μπορεί να παρακωλύσει τη λήψη του κατάλληλου ασφαλιστικού μέτρου. Ηαπόφαση επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων εκδίδεται εντός προθεσμίαςδεκαπέντε (15) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης.

7. Η άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν εξαρτάται από τηνπροηγούμενη άσκηση της αίτησης ακυρώσεως ή της κύριας αγωγής. Η προθεσμίαάσκησης των ενδίκων βοηθημάτων διακόπτεται με την κατάθεση της αίτησηςασφαλιστικών μέτρων και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Οδιάδικος που πέτυχε υπέρ αυτού τη λήψη ενός ασφαλιστικού μέτρου, οφείλειεντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της απόφασης αυτής, ναασκήσει την αίτηση ακυρώσεως ή την κύρια αγωγή, διαφορετικά αίρεταιαυτοδικαίως η ισχύς του ασφαλιστικού μέτρου. Η δικάσιμος για την εκδίκασητους δεν πρέπει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεση τουδικογράφου.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 36Ν.3772/2009,ΦΕΚ Α 112/10.7.2009.

Άρθρο 4
Ακύρωση ή αναγνώριση της ακυρότητας

1. Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση ή τηναναγνώριση ως άκυρης κάθε πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής,που παραβιάζει κανόνα του κοινοτικού ή εσωτερικού δικαίου σχετικού μετη διαδικασία που προηγείται της σύναψης της σύμβασης. Ιδίως δικαιούταινα ζητήσει την ακύρωση ή την αναγνώριση της ακυρότητας όρου πουπεριέχεται στη διακήρυξη, στα τεύχη δημοπράτησης ή σε άλλο έγγραφοσχετικό με τη διαδικασία του διαγωνισμού και αναφέρεται σε τεχνικές,οικονομικές και χρηματοδοτικές προδιαγραφές, καθώς και των πράξεωναποκλεισμού από τη συμμετοχή στο διαγωνισμό, αξιολόγησης προσφορών καικατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού.

2. Αν το δικαστήριο ακυρώσει ή αναγνωρίσει την ακυρότητα πράξης ήπαράλειψης της αναθέτουσας αρχής μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης,η τελευταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψη αυτής είχεανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφασηασφαλιστικών μέτρων ή προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή οενδιαφερόμενος δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση, σύμφωνα με τααναφερόμενα στο επόμενο άρθρο.

Άρθρο 5
Αξίωση αποζημίωσης

1. Ο ενδιαφερόμενος ο οποίος αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή ή τηνανάθεση δημόσιου έργου, προμήθειας ή υπηρεσίας, κατά παράβαση κανόνατου κοινοτικού ή του εσωτερικού δικαίου, δικαιούται να αξιώσει από τηναναθέτουσα αρχή αποζημίωση, κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197και 198 Α.Κ.. Κάθε διάταξη που αποκλείει ή περιορίζει την αξίωση αυτήδεν εφαρμόζεται.

2. Για την επιδίκαση της αποζημίωσης απαιτείται η προηγούμενη ακύρωσηή αναγνώριση της ακυρότητας της παράνομης πράξης ή παράλειψης από τοαρμόδιο δικαστήριο. Επιτρέπεται σώρευση της αγωγής αποζημίωσης με τηναγωγή αναγνώρισης της ακυρότητας κατά τις κοινές διατάξεις.

Σχετικό: υπ` αριθμ. 817/2010απόφαση ΣΤΕ .

Άρθρο 6
Εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων

1. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων, οι οποίες εκδίδονται κατ` εφαρμογήτου παρόντος νόμου, εκτελούνται αφού καταστούν αμετάκλητες με τα συνήθημέσα αναγκαστικής εκτέλεσης.

2. Αν ο καθ` ού η εκτέλεση της χρηματικής απαίτησης είναι το ΕλληνικόΔημόσιο ή νομικά πρόσωπα τα οποία κατά το νόμο απολαύουν τωνδιαδικαστικών του προνομίων, η εκτέλεση μπορεί να γίνει επί τηςιδιωτικής περιουσίας και μόνο αφού παρέλθει προθεσμία τριών (3) μηνώναπό την επίδοση, με δικαστικό επιμελητή, σχετικής αίτησης προς καταβολήτου ποσού που έχει επιδικασθεί, μαζί με τον προς εκτέλεση τίτλο.

Άρθρο 7
Συνεργασία των ελληνικών αρχώνμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

1. Όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρώντας ότι έχει διαπραχθεί σαφής καικατάφωρη παράβαση των κοινοτικών διατάξεων, οι οποίες ρυθμίζουν τηδιαδικασία σύναψης συμβάσεων δημόσιου έργου, προμήθειας ή υπηρεσίας,ζητεί την άρση αυτής, η υπηρεσία του αρμόδιου Υπουργείου που παρέλαβετη γνωστοποίηση διαβιβάζει μέσα σε είκοσι μία (21) ημέρες στηνΕυρωπαϊκή Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία:

α) βεβαίωση ότι η παράβαση έχει αρθεί ή

β) αιτιολογημένη απάντηση με την οποία εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινεκαμιά επανορθωτική ενέργεια ή

γ) γνωστοποίηση ότι η διαδικασία σύναψης της υπόψη σύμβασης έχειανασταλεί, είτε με πρωτοβουλία της αναθέτουσας αρχής είτε ύστερα απόαίτηση ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.

2. Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται, μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τότεπου θα της ζητηθεί από την αρμόδια να παράσχει τις πληροφορίες τηςπροηγούμενης παραγράφου υπηρεσία του Υπουργείου να αποστείλει σε αυτήκάθε σχετικό με την πιθανολογούμενη παράβαση στοιχείο.

3. Στην περίπτωση που σύμφωνα με την παρ. 1β του παρόντος άρθρουγνωστοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι δεν έγινε καμία επανορθωτικήενέργεια λόγω εκκρεμούς αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, η υπηρεσία τουαρμόδιου Υπουργείου ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το αποτέλεσματης δίκης, όταν αυτό γίνει γνωστό.

4. Στην περίπτωση που σύμφωνα με την παρ. 1γ του παρόντος άρθρουγνωστοποιηθεί ότι έχει χορηγηθεί αναστολή, η υπηρεσία του αρμόδιουΥπουργείου γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την τυχόν ανάκληση τηςαναστολής ή την έναρξη νέας διαδικασίας σύναψης σύμβασης που συνδέεταιστο σύνολό της ή κατά ένα μέρος με την προηγούμενη διαδικασία. Η νέααυτή γνωστοποίηση πρέπει να βεβαιώνει ότι η πιθανολογούμενη παράβασηέχει αρθεί ή να περιέχει αιτιολογημένη απάντηση και να εξηγεί για ποιολόγο δεν έγινε καμία επανορθωτική ενέργεια.

5. Οι υπηρεσίες των αρμόδιων Υπουργείων διαβιβάζουν κάθε χρόνο στηνΕυρωπαϊκή Επιτροπή πριν από την 1η Μαρτίου πληροφοριακά στοιχείασχετικά με τα ένδικα βοηθήματα παροχής δικαστικής προστασίας κατά τονπαρόντα νόμο. Οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να διαβιβάζουν στο αρμόδιοΥπουργείο τα απαιτούμενα για την ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπήςστοιχεία τα οποία καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεννόησημε τη Συμβουλευτική Επιτροπή για τις συμβάσεις του Δημοσίου καιανακοινώνονται με εγκύκλιο.

6. Ως αρμόδιο Υπουργείο, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, νοείταιτο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων για τιςσυμβάσεις δημόσιων έργων, το Υπουργείο Ανάπτυξης για τις συμβάσειςκρατικών προμηθειών και το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας για τιςσυμβάσεις υπηρεσιών. Με κοινή απόφαση των τριών Υπουργών μπορεί ναανατίθεται η κατά το παρόν άρθρο αρμοδιότητα συνεργασίας με τηνΕυρωπαϊκή Επιτροπή και για τους τρεις τομείς σε μία υπάρχουσα ήσυνιστώμενη αρχή.

Άρθρο 8
Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει την πρώτη τουμεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου διέπουν τις διαφορές πουαναφύονται από πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες εκδίδονται ήσυντελούνται μετά την έναρξη της ισχύος του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα τηςΚυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 1997

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥΒ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣΕ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 5 Σεπτεμβρίου 1997

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ