ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ.2967/ΦΕΚ Α`/277 6-12-2001

Κύρωση της συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας για την εμπορική ναυτιλία.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργικού Συμβουλίου της Ουκρανίας για την εμπορική ναυτιλία που υπογράφηκε στο Κίεβο στις 6 Νοεμβρίου 2000, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝΙΑ METΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ

Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και το Υπουργικό Συμβούλιο της Ουκρανίας (που στη συνέχεια θα ονομάζονται Συμβαλλόμενα Μέρη),

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να αναπτύξουν τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών στον τομέα της εμπορικής ναυτιλίας και με σκοπό να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της διεθνούς ναυτιλίας με βάση τις αρχές της ελευθερίας της εμπορικής ναυτιλίας,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις αρχές, που τέθηκαν από το Διεθνές Δίκαιο και ειδικότερα από τις Διεθνείς Ναυτιλιακές Συμβάσεις στις οποίες τα δύο Μέρη είναι μέλη,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ τη σύναψη της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 1

Στη Συμφωνία αυτή:

(1) Ο όρος “Πλοίο του Συμβαλλόμενου Μέρους” θα σημαίνει οποιοδήποτε πλοίο νηολογημένο στα Νηολόγια αυτού του Συμβαλλόμενου Μέρους και φέρει τη σημαία του.

Εντούτοις ο όρος αυτός δεν θα περιλαμβάνει:

(α) Τα πολεμικά και τα βοηθητικά πλοία του Πολεμικού Ναυτικού.

(β) Τα πλοία που εκτελούν αποκλειστικά διοικητική ή κρατική υπηρεσία.

(γ) Τα επιστημονικά και ερευνητικά πλοία.

(δ) Τα αλιευτικά πλοία.

(2) Ο όρος “μέλος του πληρώματος” θα σημαίνει τον πλοίαρχο και κάθε πρόσωπο, που εκτελεί επί του πλοίου καθήκοντα και υπηρεσίες που συνδέονται με τη λειτουργία του και περιλαμβάνεται στην κατάσταση πληρώματος.

(3) Ο όρος “ακτοπλοϊα” θα σημαίνει μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών μεταξύ των λιμένων του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Ο όρος “ακτοπλοϊα” περιλαμβάνει κάθε μεταφορά εμπορευμάτων τα οποία, αν και συνοδεύονται από φορτωτική συνεχείας και ανεξαρτήτως της προελεύσεως ή του προορισμού τους, μεταφορτώνονται άμεσα ή έμμεσα στα λιμάνια ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη για να μεταφερθούν σε άλλο λιμάνι του ίδιου Συμβαλλόμενου Μέρους. Οι ίδιες διαιάξεις θα εφαρμόζονται και προκειμένου για μεταφορές επιβατών έστω και αν είναι εφοδιασμένοι με εισιτήρια συνεχείας.

(4) Ο όρος “διεθνής θαλάσσια μεταφορά” θα σημαίνει κάθε μεταφορά με πλοίο, εκτός της περίπτωσης που το πλοίο δραστηριοποιείται αποκλειστικά μεταξύ περιοχών που βρίσκονται στην επικράτεια ενός Συμβαλλόμενου Μέρους.

ΑΡΘΡΟ 2

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα επιδιώκουν την ανάπτυξη των ναυτιλιακών τους σχέσεων, με βάση τις αρχές του ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού και της ελευθερίας της ναυσιπλοϊας και θα απέχουν από κάθε ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές και το εμπόριο.

ΑΡΘΡΟ 3

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συνεχίσουν, εντός των ορίων των σχετικών νομοθεσιών τους, τις προσπάθειες τους για τη διατήρηση και ανάπτυξη μόνιμης συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων Αρχών των χωρών τους. Ειδικά τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να συνδιασκέπτονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ των αρμόδιων για τις ναυτιλιακές υποθέσεις Αρχών των χωρών τους.

2. Ο όρος “αρμόδια Αρχή” θα σημαίνει:

– στην Ελληνική Δημοκρατία, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας,

– στην Ουκρανία, το Υπουργείο Μεταφορών.

ΑΡΘΡΟ 4

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να ακολουθούν στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές τις αρχές του ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού και ειδικότερα:

(α) Να εξασφαλίζουν την ανεμπόδιστη πρόσβαση των πλοίων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ουκρανίας στις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών μεταξύ των λιμένων των Συμβαλλόμενων Μερών, καθώς επίσης και μεταξύ των λιμένων τους και εκείνων τρίτων χωρών.

(β) Να εξασφαλίζουν ότι τα πλοία τους θα είναι ελεύθερα να παρέχουν διεθνείς θαλάσσιες – ποτάμιες υπηρεσίες σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Μερών.

(γ) Να συνεργάζονται στην εξάλειψη εμποδίων τα οποία θα μπορούσαν να παρακωλύσουν την ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου μεταξύ των λιμανιών των Συμβαλλόμενων Μερών.

(δ) Να απέχουν από μέτρα που μπορεί να παρακωλύουν τη συμμετοχή των πλοίων των Συμβαλλόμενων Μερών στο θαλάσσιο εμπόριο μεταξύ των λιμανιών των Συμβαλλόμενων Μερών και των λιμανιών τρίτων χωρών.

(ε) Να καταργήσουν οποιουσδήποτε μονομερείς περιορισμούς που σχετίζονται με τη διεθνή θαλάσσια μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών που επιφυλάσσονται εν όλω ή εν μέρει για τα πλοία των Συμβαλλόμενων Μερών.

(στ) Να καταργήσουν οποιεσδήποτε ρυθμίσεις κατανομής φορτίων, στην περίπτωση που τέτοιες ρυθμίσεις περιλαμβάνονται στις ήδη ισχύουσες διμερείς ρυθμίσεις των Συμβαλλόμενων Μερών.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού δεν θα επηρεάζουν το δικαίωμα των πλοίων τρίτων χωρών να συμμετέχoυν στο θαλάσσιο εμπόριο μεταξύ των λιμανιών των Συμβαλλόμενων Μερών.

3. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου δεν θα εμποδίζουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ελεύθερης συμμετοχής των εμπορικών τους στόλων στο διεθνές εμπόριο, στα πλαίσια του εμπορικού ανταγωνισμού.

ΑΡΘΡΟ 5

Τα πλοία καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, όταν προσεγγίζουν σε λιμάνι του άλλου Μέρους για εκφόρτωση μέρους του φορτίου τους, μπορούν, συμμορφούμενα προς τους νόμους και τους κανονισμούς της χώρας αυτής, να διατηρούν επί αυτών το μέρος του φορτίου τους που προορίζεται για άλλο λιμάνι, είτε της ίδιας είτε άλλης χώρας ή να το μεταφορτώνουν σε άλλο πλοίο, χωρίς να καταβάλλουν οποιαδήποτε άλλα επιπλέον τέλη, εκτός από εκείνα που επιβάλλονται, σε παρόμοια περίπτωση, από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος στα πλοία αυτού. Κατά τον ίδιο τρόπο, τα πλοία καθενός από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη θα μπορούν να προσεγγίζουν σε ένα ή και περισσότερα λιμάνια του άλλου Μέρους για φόρτωση ολοκλήρου ή μέρους του φορτίου τους που προορίζεται για ξένα λιμάνια, χωρίς να καταβάλλουν άλλα τέλη εκτός από εκείνα που επιβάλλονται σε παρόμοιες περιπτώσεις, από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος στα πλοία αυτού.

ΑΡΘΡΟ 6

1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα παρέχει στα πλοία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους την ίδια μεταχείριση την οποία παρέχει στα δικά του πλοία που απασχολούνται σε διεθνείς πλόες, σε ό, τι αφορά την ελεύθερη είσοδο στα λιμάνια, τη διάθεση των προβλητών και την πλήρη χρήση των λιμενικών ευκολιών τους, τη φόρτωση και εκφόρτωση φορτίων, τη μεταφόρτωση, την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών, την πληρωμή οποιωνδήποτε τελών και φόρων, τη χρήση των υπηρεσιών που προορίζονται για τη ναυτιλία και την άσκηση άλλων συνήθων εμπορικών πράξεων.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού:

(α) δεν θα εφαρμόζονται σε λιμάνια που δεν είναι ανοιχτά για την είσοδο ξένων πλοίων

(β) δεν θα επηρεάζουν τους κανονισμούς που αφορούν στην είσοδο και παραμονή αλλοδαπών

(γ) δεν θα εφαρμόζονται σε δραστηριότητες, που επιφυλάσσονται από κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος για τα πλοία που φέρουν τη σημαία του ή για τις δικές του επιχειρήσεις και οργανισμούς, και που περιλαμβάνουν ειδικότερα την ακτοπλοία, τη θαλάσσια αλιεία, την πλοήγηση, τη ρυμούλκηση, τη ναυαγιαίρεση και την επιθαλάσσια αρωγή.

(δ) δεν θα υποχρεώνουν το ένα Συμβαλλόμενο Μέρος να επεκτείνει στα πλοία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους εξαίρεση από απαιτήσεις για υποχρεωτική πλοήγηση, που παρέχεται στα δικά του πλοία.

(ε) δεν θα εφαρμόζονται στη μετανάστευση και στη μεταφορά μεταναστών.

ΑΡΘΡΟ 7

1. Εάν από τη Συμφωνία αυτή δεν προβλέπεται διαφορετικά, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα παρέχουν μεταξύ τους μεταχείριση ίδια προς αυτήν του μάλλον ευνοουμένου κράτους σε όλα τα θέματα που σχετίζονται με την εμπορική ναυτιλία.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού δεν θα εφαρμόζονται σε πλεονεκτήματα που απορρέουν από τη συμμετοχή κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους σε Συμφωνία Οικονομικής Ολοκλήρωσης οποιασδήποτε μορφής.

ΑΡΘΡΟ 8

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα υιοθετούν, εντός των ορίων της νομοθεσίας τους και των κανονισμών λιμένας, καθώς επίσης και των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο, όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διευκόλυνση και επίσπευση της ναυτιλιακής κίνησης, για την αποφυγή των μη αναγκαίων καθυστερήσεων των πλοίων, και για την επίσπευση και απλούστευση κατά το δυνατόν, της διεξαγωγής των τελωνειακών, υγειονομικών, αστυνομικών και λιμενικών διατυπώσεων, καθώς και λοιπών διατυπώσεων που εφαρμόζονται στα λιμάνια.

ΑΡΘΡΟ 9

1. Τα έγγραφα που αποδεικνύουν την εθνικότητα των πλοίων, καθώς και όλα τα άλλα ναυτιλιακά έγγραφα του πλοίου, που έχουν εκδοθεί ή αναγνωρισθεί από ένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη, θα αναγνωρίζονται από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος. Οσον αφορά τον τομέα της ασφάλειας ναυσιπλοίας, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναγνωρίζουν τα σχετικά πιστοποιητικά των πλοίων τους που εφοδιάζονται από αυτά, με την προϋπόθεση ότι τα πιστοποιητικά αυτά είναι σύμφωνα με τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις που είναι σε ισχύ.

2. Τα πλοία καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, που έχουν εφοδιασθεί με Πιστοποιητικά Καταμέτρησης Χωρητικότητας, δεν θα υπόκεινται σε ανακαταμέτρηση στα λιμάνια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους και οι αριθμοί που σημειώνονται στο πιστοποιητικό θα λαμβάνονται ως βάση για τον υπολογισμό των πάσης φύσεως λιμενικών τελών, υπό την προϋπόθεση ότι τα πιστοποιητικά που αναφέρθηκαν παραπάνω έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την ισχύουσα Διεθνή Σύμβαση Καταμέτρησης Χωρητικότητας. Τα πιστοποιητικά καταμερήσεως των σκαφών κάτω των 24 μέτρων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία θα αναγνωρίζονται αμοιβαία.

Ειδικότερα, για τα φιλικά προς το περιβάλλον δεξαμενόπλοια με δεξαμενές διαχωρισμένου έρμαιος ή διπλά τοιχώματα, τα λιμενικά τέλη και τα τέλη πλοήγησης θα μειώνονται:

(α) με την αφαίρεση της χωρητικότητας των δεξαμενών διαχωρισμένου έρματος ή των διπλών τοιχωμάτων από την ολική χωρητικότητα του πλοίου σύμφωνα με την [Α 747(18)] Απόφαση του I.Μ.Ο. ή

(β) με τον υπολογισμό εκπτώσεως κατά αναλογία του ποσοστού που αντιπροσωπεύει η χωρητικότητα των δεξαμενών διαχωρισμένου έρματος ή των διπλών τοιχωμάτων στην ολική χωρητικότητα του πλοίου.

3. Εκτός από την αναγκαστική πώληση λόγω δικαστικής απόφασης τα πλοία καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν μπορούν να εγγραφούν στο Νηολόγιο του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, χωρίς την προσκόμιση πιστοποιητικού, που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές έλεγχος από το οποίο τα πλοία προέρχονται, με το οποίο θα βεβαιώνεται ότι τα πλοία έχουν διαγραφεί από το Νηολόγιο αυτού του Συμβαλλόμενου Μέρους.

ΑΡΘΡΟ 10

1. Καθένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναγνωρίζει τα αποδεικτικά ταυτότητας που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του άλλου Μέρους για μέλη του πληρώματος, που είναι υπήκοοι του Μέρους αυτού, και θα παρέχει στους κατόχους αυτών των αποδεικτικών ταυτότητας τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 12 της Συμφωνίας αυτής, υπό τους όρους που αναφέρονται λεπτομερώς σ` αυτά. Τα εν λόγω αποδεικτικά ταυτότητας είναι:

– στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, το ελληνικό ναυτικό φυλλάδιο και το ελληνικό διαβατήριο,

– στην περίπτωση της Ουκρανίας, η ταυτότητα ναυτικού.

2. Οι διιατάξεις των άρθρων 11 και 12 της παρούσας Συμφωνίας θα εφαρμόζονται εξίσου επί οποιουδήποτε προσώπου το οποίο δεν είναι υπήκοος κανενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη αλλά κατέχει αποδεικτικό ταυτότητας σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης για τη Διευκόλυνση της Διεθνούς Ναυτιλιακής Κίνησης (1965) και του Παραρτήματος αυτής, ή το οποίο έχει εκδοθεί σύμφωνα με τη Σύμβαση αριθμ. 108 της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας (1958), που αφορά τα αποδεικτικά ταυτότητας των ναυτικών.

3. Οι διατάξεις των άρθρων 11 και 12 της παρούσας Συμφωνίας θα εφαρμόζονται, κατά το δυνατόν, επί οποιουδήποτε προσώπου το οποίο δεν είναι υπήκοος της Ελληνικής Δημοκρατίας ή υπήκοος της Ουκρανίας και κατέχει αποδεικτικό ταυτότητας διαφορετικό από αυτά που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.

ΑΡΘΡΟ 11

1. Μέλη πληρώματος πλοίων ενός από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη, κάτοχοι αποδεικτικών ταυτότητας ναυτικού που αναφέρονται στο άρθρο 10 της παρούσας Συμφωνίας, επιτρέπεται να παραμένουν με προσωρινή άδεια εξόδου στην ξηρά χωρίς προξενική θεώρηση (visa), κατά τη διάρκεια της παραμονής των πλοίων στα λιμάνια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, με την προϋπόθεση ότι οι πλοίαρχοι υποβάλλουν στις αρμόδιες αρχές κατάσταση πληρώματος σύμφωνα με τους κανονισμούς που ισχύουν στα λιμάνια αυτά.

2. κατά την αποβίβαση και επιστροφή στα πλοία, τα προαναφερθέντα πρόσωπα υπόκεινται στον ισχύοντα στο εν λόγω λιμάνι συνοριακό και τελωνειακό έλεγχο.

ΑΡΘΡΟ 12

1. Οι κάτοχοι των αποδεικτικών ταυτότητας ναυτικού, που αναφέρονται στο άρθρο 10 αυτής της Συμφωνίας, επιτρέπεται να εισέρχονται ή να εξέρχονται από την επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους ως επιβάτες οποιουδήπστε μεταφορικού μέσου με σκοπό να συναντήσουν το πλοίο τους ή να μετακινηθούν σε άλλο πλοίο, ή να διέρχονται TRANSΙΤ στην περίπτωση που πηγαίνουν να συναντήσουν το πλοίο τους σε άλλη χώρα, ή να επαναπατρισθούν ή σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, που θα γίνεται αποδεκτός από τις αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.

2. Σε κάθε περίπτωση που περιγράφεται λεπτομερώς στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, εκτός από την περίπτωση έκτακτης ανάγκης, οι ναυτικοί πρέπει να έχουν τις αντίστοιχες προξενικές θεωρήσεις (VISA) του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, που θα χορηγούνται από τις αρμόδιες Αρχές το συντομότερο δυνατό.

ΑΡΘΡΟ 13

1. Με επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 10-12 της Συμφωνίας αυτής οι εθνικοί κανονισμοί των Συμβαλλόμενων Μερών οι σχετικοί με την είσοδο, παραμονή και αναχώρηση αλλοδαπών παραμένουν σε πλήρη ισχύ στις επικράτειες των Συμβαλλόμενων Μερών.

2. Καθένα Συμβαλλόμενο Μέρος επιφυλάσσει για τον εαυτό του τα δικαιώματα να αρνηθεί την είσοδο και/ή την παραμονή στην επικράτεια του σε ναυτικούς τους οποίους θεωρεί ανεπιθύμητους.

3. Οι διατάξεις των άρθρων 11 και 12 εφαρμόζονται επίσης και σε πρόσωπα επί πλοίων των Συμβαλλόμενων Μερών τα οποία δεν είναι μέλη πληρώματος ούτε περιλαμβάνονται στην κατάσταση πληρώματος, πλην όμως απασχολούνται με την εκτέλεση καθηκόντων σχετιζομένων με την υπηρεσία ή τη λειτουργία του πλοίου κατά τη διάρκεια του πλου και περιλαμβάνονται σε ειδική κατάσταση.

ΑΡΘΡΟ 14

1. Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος πληρώματος πλοίου ενός των δύο Συμβαλλόμενων Μερών διαπράξει αδίκημα στο πλοίο για όσο χρόνο αυτό βρίσκεται στα εσωτερικά ύδατα του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, οι αρχές του Μέρους αυτού δεν θα διώκουν αυτό χωρίς τη συγκατάθεση της αρμόδιας διπλωματικής ή προξενικής Αρχής του πρώτου Συμβαλλόμενου Μέρους, εκτός εάν:

(α) οι συνέπειες του αδικήματος επεκτείνονται στην επικράτεια του δεύτερου Μέρους, ή

(β) το αδίκημα είναι τέτοιου είδους ώστε να διαταράσσει την ειρήνη ή τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια του άλλου Μέρους, ή

(γ) η δίωξη είναι απαραίτητη για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών, ή

(δ) ο πλοίαρχος του πλοίου έχει ζητήσει τη δίωξη του δράστη, ή

(ε) το αδίκημα έχει διαπραχθεί σε βάρος προσώπου που δεν είναι μέλος πληρώματος του πλοίου αυτού.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία έχει διαπραχθεί αδίκημα επί πλοίου που φέρει τη σημαία ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, το οποίο διέρχεται από τη χωρική θάλασσα του ετέρου Συμβαλλόμενου Μέρους, όσον αφορά την ποινική δικαιοδοσία, θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 27 της Σύμβασης για το Δίκαιο της θάλασσας του Ο.Η.Ε. (1982).

3. (α) Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, πριν από τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων από τις αρχές του παράκτιου κράτους, θα πρέπει να υπάρχει προηγούμενη ειδοποίηση των αρμόδιων διπλωματικών ή προξενικών αρχών του κράτους τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο.

(β) Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, η ανωτέρω ειδοποίηση μπορεί να γίνει κατά το χρόνο λήψης των ανωτέρω μέτρων.

4. Κατά την άσκηση της ποινικής, αστικής και πειθαρχικής δικαιοδοσίας του, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή της κρατήσεωςτων πλοίων του ετέρου Συμβαλλόμενου Μέρους. Εάν αυτή η κράτηση είναι απολύτως απαραίτητη, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα περιορίσουν αυτή στο ελάχιστο ή θα επιτρέψουν τον απόπλου του πλοίου με την υποβολή εγγυήσεων.

ΑΡΘΡΟ 15

Οι δικαστικές και/ή οι διοικητικές αρχές καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν θα επιλαμβάνονται της εκδίκασης οποιωνδήποτε αστικών διαφορών ή άλλων μέτρων, που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία και έχουν σχέση με τη σύμβαση εργασίας μέλους πληρώματος του πλοίου του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, παρά μόνον εάν κάτι τέτοιο τους ζητηθεί από την αρμόδια Διπλωματική ή Προξενική Αρχή της χώρας τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο.

ΑΡΘΡΟ 16

1. Εάν πλοίο ενός από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη ναυαγήσει, προσαράξει, εξοκείλει ή πάθει οποιοδήποτε άλλο ατύχημα έξω από τις ακτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, το πλοίο και το φορτίο θα απολαμβάνουν στην επικράτεια του τελευταίου Μέρους την ίδια μεταχείριση, που παρέχεται στα εθνικά πλοία και φορτία.

2. Στο πλοίο, πλήρωμα, επιβάτες και το φορτίο θα παρέχεται σε οποιονδήποτε χρόνο βοήθεια και αρωγή σε ίδια έκταση με αυτή που παρέχεται στην περίπτωση εθνικού πλοίου.

3. Το φορτίο και τα είδη που έχουν εκφορτωθεί ή διασωθεί από το πλοίο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, δεν θα υπόκεινται σε οποιουδήποτε είδους τελωνειακούς δασμούς με την προϋπόθεση ότι δεν θα παραδοθούν για χρήση ή κατανάλωση μέσα στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.

4. Το πλοίο που εξώκειλε ή ναυάγησε, καθώς επίσης και όλα τα μέρη ή υπολείμματα ή εξαρτήματα και όλες οι συσκευές εξοπλισμού, εφόδια και εμπορεύματα τα οποία διασώθηκαν μαζί με εκείνα τα οποία ρίχτηκαν στη θάλασσα από τέτοια πλοία ή από πλοία που βρίσκονται σε κίνδυνο ή το προϊόντης πώλησης τους, εάν πουλήθηκαν, καθώς επίσης και όλα τα έγγραφα, που βρέθηκαν στο πλοίο που εξώκειλε ή ναυάγησε ή που ανήκαν σε αυτό, θα παραδίδονται στον πλοιοκτήτη ή τους αντιπροσώπους του, όταν ζητηθούν από αυτούς.

5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν θίγουν τα δικαιώματα καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή εκείνων που έχουν εξουσιοδοτηθεί από το Μέρος αυτό να απαιτήσει από το άλλο Μέρος ή από εκείνους που έχουν εξουσιοδοτηθεί από το δεύτερο Μέρος, την αντίστοιχη αποζημίωση για οποιεσδήποτε ενέργειες, που έγιναν για τη διάσωση του πλοίου ή οποιαδήποτε βοήθεια που παρασχέθηκε στο πλοίο, στο πλήρωμα του, στους επιβάτες και στο φορτίο του.

ΑΡΘΡΟ 17

Οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας δεν επηρεάζουντα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Συμβαλλόμενων Μερών, τα οποία προκύπτουν από τις εν ισχύι διεθνείς συμβάσεις, τις σχετικές με ναυτιλιακά θέματα.

ΑΡΘΡΟ 18

1. Για να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής και προς εξέταση σοβαρών προβλημάτων, που ανακύπτουν στις διμερείς σχέσεις στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συστήσουν Μικτή Επιτροπή, η οποία θα συγκαλείται κατόπιν αιτήσεως και των δύο Συμβαλλόμενων Μερών.

Η Επιτροπή αυτή, εκτός του έργου της εποπτείας της εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας, θα έχει το δικαίωμα να διατυπώνει συστάσεις προς τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Μερών.

2. Η σύνθεση της ανωτέρω Μικτής Επιτροπής, καθώς επίσης και τα θέματα που πρόκειται να συζητηθούν, θα συμφωνούνται μεταξύ των αρμόδιων Αρχών των Συμβαλλόμενων Μερών.

ΑΡΘΡΟ 19

Οι οποιεσδήποτε διαφορές, που θα αφορούν την ερμηνεία ή εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής, θα επιλύονται με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των αρμόδιων Αρχών των δύο Συμβαλλόμενων Μερών. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία, οι διαφορές αυτές θα διευθετούνται μέσω της διπλωματικής οδού.

ΑΡΘΡΟ 20

1. Η Συμφωνία αυτή συνάπτεται για απεριόριστο χρονικό διάστημα.

2. Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα γνωστοποιήσει στο άλλο Μέρος την ολοκλήρωση των αναγκαίων διαδικασιών που προβλέπονται από το Σύνταγμα του, για να τεθεί σε ισχύ η παρούσα Συμφωνία. Η Συμφωνία αυτή θα τεθεί σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία της τελευταίας γνωστοποίησης. Από την ημέρα εκείνη οι ακόλουθες Συμφωνίες θα παύσουν να ισχύουν:

α) Η Συμφωνία μεταξύ της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβερνήσεωςτης Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, επί της Εμπορικής Ναυτιλίας, που υπεγράφη στη Μόσχα στις 16 Δεκεμβρίου 1975.

β) Η Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για το Εμπόριο και τη Ναυτιλία κατά το μέρος που αφορά ναυτιλιακά θέματα, που υπεγράφη στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 1929.

Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχει το δικαίωμα να καταγγείλει εγγράφως αυτή τη Συμφωνία, της εν λόγω καταγγελίας τιθεμένης σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης της στο έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος.

Εγινε στο Κίεβο, την 6η Νοεμβρίου 2000, σε δύο αντίγραφα και σε τρεις γλώσσες, ελληνική, ουκρανική και αγγλική, ενώ και τα τρία κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Σε περίπτωση αμφισβήτησης κατισχύει το αγγλικό κείμενο.

ΓΙΑ ΤΗΝΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛIΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝIΑΣ

(υπογραφή) (υπογραφή)

Τα Πρωτόκολλα – Πρακτικά που καταρτίζονται από τη Μικτή Επιτροπή σε εκτέλεση του άρθρου 18 της Συμφωνίας εγκρίνονται με κοινή πράξη των αρμόδιων κατά περίπτωση Υπουργών.

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 20 παρ. 2 αυτής.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 3 Δεκεμβρίου 2001

Ο ΠΡΟΕΔPΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤIΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟIΚΟΝΟΜIΑΣ ΚΑΙ ΟIΚΟΝΟΜIΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Γ.Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΩΜΕΡΙΤΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του κράτους

Αθήνα, 3 Δεκεμβρίου 2001

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ