ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 3030 (ΦΕΚ Α΄ 163/15-07-2002)
Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του άρθρου 8 της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝIΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή
Κυρώνεται και έχειτην ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Πρωτόκολλο για την εφαρμογή του άρθρου 8 της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης, που υπεγράφη στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου 2001 και του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8
ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ
ΜΕΤΑΞΥ
ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ
ΤΟΥΡΚΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ,
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΥ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ, ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ
ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Σύμφωνα με το άρθρο 8 της «Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης», στο εξής αναφερόμενης ως «η Συμφωνία», η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Τουρκίας, στο εξής αναφερόμενες ως «τα Μέρη»,
Επιθυμώντας να προωθήσουν τη συνεργασία τους με σκοπό την εξασφάλιση της καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων για τη μεταφορά προσώπων που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις ισχύουσες προϋποθέσεις εισόδου ή παραμονής, στο πλαίσιο του σεβασμού των δικαιωμάτων και των εγγυήσεων που προβλέπονται από τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς καθώς και στο πλαίσιο των διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών και μεριμνώντας για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης,
Συμφώνησαν τα εξής:
ΑΡΘΡΟ 1
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ
Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζει την τρίτη παράγραφο του άρθρου 8 της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας περί συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Εσωτερικών της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης και δε θίγει την υποχρέωση που έχει αναληφθεί στη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας επανεισδοχής.
ΑΡΘΡΟ 2
ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑΣ
ΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ
1. Η υπηκοότητα των υπό επανεισδοχή προσώπων των Μερών του άρθρου 8 της Συμφωνίας αποδεικνύεται με τα εξής έγγραφα: α. Εθνική ταυτότητα (ακόμα και προσωρινής ισχύος ή ειδικής φύσεως).
β. Κάθε τύπο έγκυρου διαβατηρίου (σύνηθες, διπλωματικό, ειδικό, υπηρεσιακό διαβατήριο) και έγγραφα που φέρουν φωτογραφία και έχουν εκδοθεί από τις αρχές σε αντικατάσταση του διαβατηρίου.
γ. Βεβαίωση ταυτότητας που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες διοικητικές ή προξενικές αρχές.
2. Η πραγματική απόδειξη της υπηκοότητας στις ανωτέρω περιπτώσεις θα ισχύει για τα Μέρη και δε θα χρειάζεται άλλη έρευνα, εκτός αν το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αποδείξει το αντίθετο.
ΑΡΘΡΟ 3
ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ
1. Η υπηκοότητα των υπό επανεισδοχή προσώπων των Μερών του άρθρου 8 της Συμφωνίας μπορεί ειδικότερα να τεκμαρθεί βάσει των εξής: α. Κατοχή ενός από τα έγγραφα που ορίζονται στο άρθρο 2, του οποίου η ισχύς έχει λήξει. β. Εγγραφο που έχει χορηγηθεί από τις αρμόδιες αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και πιστοποιεί την ταυτότητα των υπό επανεισδοχή προσώπων (άδεια οδήγησης, απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης, ναυτικό φυλλάδιο). γ. Φωτοτυπία ενός από τα προαναφερθέντα έγγραφα. δ. Επίσημες ταυτότητες προσωπικού και άδειες εισόδου κρατικών ιδρυμάτων. ε. Δηλώσεις των υπό εξέταση προσώπων οι οποίες θα λαμβάνονται νόμιμα από το αιτούν Μέρος. στ. Δηλώσεις μαρτύρων οι οποίες θα λαμβάνονται νόμιμα από το αιτούν Μέρος. ζ. Ακριβείς πληροφορίες που θα παρέχουν οι επίσημες αρχές (οι πληροφορίες αυτές πρέπει να επιβεβαιώνονται από το άλλο Μέρος).
2. Τα ανωτέρω στοιχεία από τα οποία τεκμαίρεται η υπηκοότητα θα θεωρείται ότι αποτελούν αιτιολογία της ολοκληρωμένης έρευνας εξακρίβωσης της υπηκοότητας των αφορωμένων προσώπων.
3. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την υπηκοότητα, οι προξενικές αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα χορηγούν στο υπό επανεισδοχή πρόσωπο έγγραφη άδεια αναχώρησης του, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
4. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με την υπηκοότητα του υπό επανεισδοχή προσώπου, το αιτούν Μέρος μπορεί να ζητά από τις προξενικές αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση να προβεί σε εξέταση του αφορωμένου προσώπου. Η εξέταση θα διοργανώνεται σε τόπο που θα προτείνει το αιτούν Μέρος, σε συμφωνία με τις αρμόδιες προξενικές αρχές. Τα Μέρη θα διοργανώνουν την εξέταση του αφορωμένου προσώπου το ταχύτερο δυνατόν. 5. Οταν, μετά την εξέταση ή κατά τη διάρκεια της περιόδου επαλήθευσης των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν κατά τη διαδικασία της έρευνας, αποδεικνύεται ότι το υπό επανεισδοχή πρόσωπο φέρει την υπηκοότητα του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, οι προξενικές αρχές του εν λόγω Μέρους θα του χορηγούν το έγγραφο της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑΣ
ΑΡΘΡΟ 4
1. Η είσοδος στην επικράτεια των Μερών υπηκόων τρίτων χωρών του άρθρου 8 της Συμφωνίας αποδεικνύεται βάσει των εξής εγγράφων: α. Σφραγίδα εισόδου του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σε οποιονδήποτε τύπο διαβατηρίου ή οποιονδήποτε τύπο ταξιδιωτικού εγγράφου. β. Σφραγίδα εξόδου κράτους το οποίο έχει κοινά σύνορα με ένα από τα Μέρη, λαμβανομένης υπόΨη της διαδρομής και της ημερομηνίας διέλευσης των συνόρων. γ. Σφραγίδα εισόδου του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σε πλαστό ή παραποιημένο διαβατήριο ή ταξιδιωτικό έγγραφο. δ. Τα ταξιδιωτικά έγγραφα που μπορούν να αποδείξουν επίσημα την είσοδο μέσω των συνόρων του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. ε. Τα δακτυλικά αποτυπώματα που έλαβαν τελικά οι αρχές κατά τη διέλευση των συνόρων. 2. Τα αποδεικτικά εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών της παραγράφου 1 εδ. α΄, β΄, γ΄, δ΄ και ε΄ του παρόντος άρθρου θα αναγνωρίζονται από τα Μέρη, εκτός αν το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αποδείξει το αντίθετο.
ΑΡΘΡΟ 5
ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΕΙΣΟΔΟΥ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
1. Η είσοδος στην επικράτεια των Μερών υπηκόων τρίτων χωρών του άρθρου 8 της Συμφωνίας μπορεί να τεκμαρθεί βάσει των εξής: α. Αδεια παραμονής της οποίας η ισχύς έχει λήξει β. Δηλώσεις αξιωματούχων κρατικών αρχών. γ. Δακτυλικά αποτυπώματα εκτός από αυτά που έλαβαν ελικά οι αρχές κατά τη διέλευση των συνόρων. δ. Δηλώσεις του υπό μεταφορά προσώπου οι οποίες θα λαμβάνονται νόμιμα από κάθε Μέρος, αν είναι δυνατό μαζί με δήλωση του εμπλεκόμενου μεταφορέα. ε. Αποδείξεις παροχής υπηρεσιών από ξενοδοχεία, νοσοκομεία, αποδείξεις ιατρικών επισκέψεων, άδειες εισόδου σε δημόσια και ιδιωτικά μέσα. 2. Τα αποδεικτικά της παραγράφου 1 εδ. α΄, β΄, γ΄ δ και ε΄ του παρόντος άρθρου από τα οποία τεκμαίρεται η είσοδος υπηκόων τρίτων χωρών θα θεωρείται ότι αποτελούν αιτιολογία της ολοκληρωμένης έρευνας εξακρίβωσης της εισόδου των αφορωμένων προσώπων από την επικράτεια του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση στο αιτούν Μέρος. Η έρευνα πρέπει να διεξάγεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 5 του παρόντος Πρωτοκόλλου.
ΑΡΘΡΟ 6
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΑΝΕΙΣΔΟΧΗΣ
1. Για την επανεισδοχή των προσώπων του άρθρου 8 της Συμφωνίας θα ακολουθείται μία από τις ακόλουθες διαδικασίες, με χρήση ενός από τα έντυπα που ορίζονται για καθεμιά από αυτές. α. Απλουστευμένη διαδικασία επανεισδοχής: Οταν γίνεται σύλληΨη προσώπου σε συνοριακή ζώνη, η επανεισδοχή θα γίνεται με την ακόλουθη απλουστευμένη διαδικασία: – Το αιτούν Μέρος, αν πληρούνταιοι οριζόμενες προϋποθέσεις επανεισδοχής, ειδοποιεί τις συνοριακές αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, προφορικά, τηλεφωνικώς ή τηλεομοιοτυπικώς, σχετικά με τη σύλληψη του προσώπου, ζητώντας την επανεισδοχή του. – Το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση υποχρεούται σε επανεισδοχή του αφορωμένου προσώπου εντός προθεσμίας μίας εβδομάδας από την ανακοίνωση της σύλληψης. – Η επανεισδοχή του προσώπου γίνεται από το προσωπικό των συνοριακών σταθμών των Μερών στα σύνορα και συντάσσεται επίσημη έκθεση σύμφωνα με το Παράρτημα 1 του παρόντος Πρωτοκόλλου. β. Τακτική διαδικασία επανεισδοχής: Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της απλουστευμένης διαδικασίας, καθώς και στις περιπτώσεις όπου απορρίπτεται η διαδικασία αυτή, θα ακολουθείται η εξής τακτική διαδικασία: – Το αιτούν Μέρος, ανπληρούνται οι προϋποθέσεις επανεισδοχής, υποβάλλει αίτηση επιστροφής του προσώπου σύμφωνα με το Παράρτημα 2 του παρόντος Πρωτοκόλλου στις αρμόδιες αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. – Η παραλαβή της αίτησης πιστοποιείται εγγράφως. – Η επανεισδοχή προσώπων σύμφωνα με την τακτική διαδικασία θα πιστοποιείται με τη σύνταξη επίσημης έκθεσης σύμφωνα με το Παράρτημα 3 της παρούσας Συμφωνίας. 2. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επανεισδοχής, τα Μέρη δεσμεύονται να μην προβαίνουν σε επανεισδοχές ιδιαίτερα μεγάλου αριθμού προσώπων. Η δέσμευση αυτή δεν ισχύει σε περίπτωση που η επανεισδοχή αφορά ομάδα προσώπων η οποία εισέρχεται ταυτόχρονα στην επικράτεια του αιτούντος Μέρους. 3. Η υποχρέωση επανεισδοχής σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν ισχύει για πρόσωπο που έχει στην κατοχή του θεώρηση εισόδου ή έγκυρη ή ληγμένη άδεια παραμονής που έχει εκδώσει το αιτούν Μέρος. 4. Αν αμφότερα τα Μέρη έχουν εκδώσει θεώρηση εισόδου ή άδεια παραμονής, η ευθύνη ανήκει στο Μέρος του οποίου η θεώρηση εισόδου ή άδεια παραμονής λήγει τελευταία. 5. Το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα απαντά το αργότερο εντός 75 ημερών. Το Μέρος αυτό θα προβαίνει σε επανεισδοχή προσώπων, όταν έχει συμφωνηθεί, χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός 15 ημερών.
ΑΡΘΡΟ 7
ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟ ΕΠΑΝΕΙΣΔΟΧΗΣ
1. Τα Μέρη θα επιτρέπουν σε υπηκόους τρίτων κρατών τη διέλευση μέσω του εδάφους τους για σκοπό επανεισδοχής μετά από αίτηση του άλλου Μέρους αν έχει εξασφαλισθεί η εξουσιοδότηση του άλλου πιθανού κράτους ή κρατών διέλευσης και του κράτους προορισμού. Οι αιτήσεις θα υποβάλλονται σύμφωνα με το Παράρτημα 4 του παρόντος Πρωτοκόλλου. 2. Στην περίπτωση αυτή, οι αρμόδιες αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα ενημερώνονται εκ των προτέρων από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος Μέρους. 3. Τα Μέρη θα εκδίδουν θεωρήσεις εισόδου, αν είναι απαραίτητο, το ταχύτερο δυνατό και με απλουστευμένη διαδικασία, στους υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων έχουν δεχθεί να επιτρέψουν τη διέλευση. 4. Τα Μέρη θα περιορίζουν τη διέλευση σε πρόσωπα που δεν είναι δυνατό να επιστραφούν απευθείας στο κράτος προέλευσης τους. 5. Το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση επιφυλάσσεται του δικαιώματος να μην επιτρέπει τη διέλευση υπηκόου τρίτης χώρας για επανεισδοχή για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης και της δημόσιας υγείας.
ΑΡΘΡΟ 8
ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΕΠΑΝΕΙΣΔΟΧΗΣ ΓΙΑ ΥΠΗΚΟΟΥΣ ΤΡΙΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ
1. Η αίτηση επανεισδοχής προσώπων των άρθρων 4 και 5 πρέπει να υποβάλλεται από το αιτούν Μέρος εντός μέγιστης προθεσμίας 14 ημερών από την παράνομη είσοδο των εν λόγω υπηκόων τρίτων χωρών στην επικράτεια του. Η επιστροφή και επανεισδοχή πρέπει να εκτελούνται εντός των προθεσμιών του άρθρου 6. 2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 και κατ΄ εξαίρεση του γενικού κανόνα των προθεσμιών που τίθενται στο παρόν Πρωτόκολλο, η αίτηση επανεισδοχής υπηκόων γειτονικών τρίτων χωρών μπορεί να υποβάλλεται από το αιτούν Μέρος εντός μέγιστης προθεσμίας 3 μηνών από την παράνομη είσοδο των εν λόγω προσώπων. Η επιστροφή και επανεισδοχή πρέπει να εκτελούνται εντός των προθεσμιών του άρθρου 6.
ΑΡΘΡΟ 9 ΕΞΟΔΑ
1. Ολα τα έξοδα μεταφοράς των υπηκόων των Μερών θα βαρύνουν το αιτούν Μέρος μέχρι τα σύνορα του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. 2. Ολα τα έξοδα διέλευσης των υπηκόων των γειτονικών τρίτων χωρών θα βαρύνουν το αιτούν Μέρος μέχρι τα σύνορα της γειτονικής χώρας. 3. Ολα τα έξοδα διέλευσης υπηκόων τρίτων χωρών θα βαρύνουν το αιτρύν Μέρος μέχρι τα σύνορα της γειτονικής τρίτης χώρας που βρίσκεται στη διαδρομή προς τη χώρα των υπηκόων τρίτης χώρας.
ΑΡΘΡΟ 10
ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ
Οι αρχές των Μερών που εξουσιοδοτούνται να υποβάλλουν και να εγκρίνουν αιτήσεις επανεισδοχής ή διέλευσης είναι οι εξής: Για την Ελληνική Δημοκρατία: Διεύθυνση Αλλοδαπών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, τόσο για αιτήσεις επανεισδοχής όσο και για αιτήσεις διέλευσης. Ταχυδρομική διεύθυνση: Π. Κανελλοπούλου 4, 10177 Αθήνα Τηλ. : 00 – 3010 – 6917326, 6929210 Φαξ: 00 – 3010 – 6921675, 6912661 Αθήνα, Ελλάδα. Για τη Δημοκρατία της Τουρκίας: Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας του Υπουργείου Εσωτερικών, τόσο για αιτήσεις επανεισδοχής όσο και για αιτήσεις διέλευσης. Ταχυδρομική διεύθυνση: Τμήμα Αλλοδαπών, Συνόρων και Ασύλου Yukari Ayranci, 06100 Ankara Τηλ. : 00 – 90 – 3124123210, 4123305 Φαξ: 00 – 90 – 3124669011 Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: illegalmig@egm.gov.tr Αγκυρα, Τουρκία Η: Τμήμα Καταπολέμησης Λαθρεμπορίου και Οργανωμένου Εγκλήματος Konur Sok. Νο. 40, 06600 Ankara Τηλ. : 00 – 90 – 312 425 37 24, 4127274 Φαξ: 00 – 90 – 3124192240.
ΑΡΘΡΟ 11
ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΛΛΑ ΔΙΕΘΝΗ ΚΕΙΜΕΝΑ
Το παρόν Πρωτόκολλο δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από άλλες διεθνείς συμφωνίες που δεσμεύουν τα Μέρη.
ΑΡΘΡΟ 12
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ
Για την επιστροφή/μεταφορά των προσώπων που αναφέρονται στο παρόν Πρωτόκολλο θα χρησιμοποιούνται οι εξής κύριοι συνοριακοί σταθμοί των Μερών: Ελληνική Δημοκρατία: 1. Αεροδρόμιο Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος» 2. Συνοριακός Σταθμός Κήπων 3. Λιμένας Ρόδου Δημοκρατία της Τουρκίας: 1. Αεροδρόμιο Κωνσταντινουπόλεως «Ατατούρκ» 2. Συνοριακός Σταθμός Ιψάλων 3. Λιμένας Σμύρνης. Τα Μέρη θα υποδεικνύουν και άλλους ή εναλλακτικούς συνοριακούς σταθμούς για τον ίδιο σκοπό δια της διπλωματικήςοδού μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου.
ΑΡΘΡΟ 13
ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ
Το παρόν Πρωτόκολλο συμπληρώνει τη Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης, η οποία υπεγράφη στις 20 Ιανουαρίου 2000 στην Αγκυρα. Για την εφαρμογή της Συμφωνίας και του παρόντος Πρωτοκόλλου, οι αντιπρόσωποι των αρμόδιων αρχών των Μερών θα χρησιμοποιούν την αγγλική ως γλώσσα εργασίας. Η εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου θα αξιολογείται κάθε έτος σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων των Μερών. Αν είναι απαραίτητο, μπορούν να γίνονται και έκτακτες συναντήσεις των εμπειρογνωμόνων μετά από πρόταση οποιουδήποτε από τα δύο Μέρη. Τα Μέρη μπορούν να προτείνουν οποιαδήποτε στιγμή τροποποιήσεις του παρόντος Πρωτοκόλλου. Αυτές οι τροποποιήσεις θα συζητούνται από τους εμπειρογνώμονες των Μερών. Οι συμφωνηθείσες τροποποιήσεις θα τίθενται σε ισχύ την ημερομηνία παραλαβής της δεύτερης ανακοίνωσης αποδοχής από το άλλο Μέρος. Το παρόν Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ την ημερομηνία παραλαβής της δεύτερης ανακοίνωσης αποδοχής από το άλλο Μέρος. Το παρόν Πρωτόκολλο θα παραμείνει σε ισχύ επ΄ αόριστον. Το παρόν Πρωτόκολλο μπορεί να καταγγελθεί δια της διπλωματικής οδού με την αποστολή ειδοποίησης καταγγελίας με έναρξης ισχύος εντός 90 ημερών. Ωστόσο, θα θεωρηθεί καταγγελθέν αν καταγγελθεί και η Συμφωνία.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ (υπογραφή) (υπογραφή) ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΙΣΜΑΗΛ ΤΖΕΜ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του Πρωτοκόλλου που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 13 τελευταία παράγραφος αυτού.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 5 Ιουλίου 2002
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 10 Ιουλίου 2002
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ