ΠΟΛ. 1056/21.3.2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα 21 Μαρτίου 2018

Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων

Δ/ΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑ Γ – ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

Θέμα:
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 29 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όπως ισχύει, και παροχή οδηγιών και υποδειγμάτων για την εφαρμογή της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας στο πεδίο της άμεσης φορολογίας, αναφορικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, την αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών, τη διοικητική κοινοποίηση εγγράφων και την ανατροφοδότηση.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 29 του ΚΦΔ (Ν.4174/2013 , ΦΕΚ Α΄ 170), όπως ισχύει μετά την τροποποίηση” του με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου, παρ. 2, περίπτ. α΄ πρώτο εδάφιο του Ν.4493/2017 (ΦΕΚ Α΄ 164/31.10.2017), και σας παρέχουμε τις ακόλουθες ερμηνευτικές οδηγίες και υποδείγματα αναφορικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, την αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών, τη διοικητική κοινοποίηση εγγράφων και την ανατροφοδότηση, με σκοπό την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

Α. ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 29 του ΚΦΔ, όπως ισχύει, έχουν ως εξής:

“`Αρθρο 29
Αμοιβαία διοικητική συνδρομή

Ως προς την αμοιβαία διοικητική συνδρομή συμπεριλαμβανομένων των ταυτόχρονων φορολογικών ελέγχων εφαρμόζονται οι διατάξεις των Κεφαλαίων Α΄ έως και Η΄ του Ν. 4170/2013 (Α΄ 163), που ενσωμάτωσαν στην ελληνική νομοθεσία την Οδηγία του Συμβουλίου 2011/16/ΕΚ, του Ν. 4153/2013 (Α΄116) για την κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), σχετικά με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε φορολογικά θέματα, των διεθνών συμβάσεων, όπως κυρώνονται και ισχύουν με τις διατάξεις εφαρμογής τους και τα σχετικά σχόλια του ΟΟΣΑ, καθώς και τη νομοθεσία σχετικά με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή.”

Επισημαίνεται ότι η συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής και στην προστασία της ακεραιότητας των φορολογικών συστημάτων. Σημείο κλειδί αυτής της συνεργασίας είναι η διεθνής διοικητική συνεργασία.

Τα συμφωνηθέντα εργαλεία για τη συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών παρέχουν εμπιστοσύνη θεσπίζοντας τους ίδιους κανόνες, υποχρεώσεις και δικαιώματα για όλους, και βοηθούν τους φορολογούμενους να διασφαλίσουν τα δικαιώματά τους, βάσει των προτύπων που έχουν συμφωνηθεί από τις φορολογικές αρχές σε διεθνές επίπεδο, ιδίως από τις κατευθυντήριες οδηγίες του ΟΟΣΑ. Η εφαρμογή των Προτύπων του ΟΟΣΑ καθώς και τα χρονοδιαγράμματα με σχεδόν μηδενική ανοχή ευελιξίας ήταν από τις βασικές αρχές των δράσεων και ενεργειών της διεθνούς κοινότητας, με ενεργό συμμετοχή και της Ελλάδας (ιδρυτικό μέλος του ΟΟΣΑ).

Β. ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

1. Εφαρμογή του νομικού πλαισίου1 που διέπει τη Διεθνή Διοικητική Συνεργασία:

Η εφαρμογή της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας προσδιορίζεται από τις διατάξεις των νόμων και των κανονιστικών αποφάσεων, τις σχετικές αιτιολογικές εκθέσεις, την ερμηνευτική έκθεση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης και ΟΟΣΑ σχετικά με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε φορολογικά θέματα2, καθώς και – κυρίως – τα ερμηνευτικά σχόλια επί του `Αρθρου 26 “Ανταλλαγής Πληροφοριών” του Προτύπου Σύμβασης για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου του ΟΟΣΑ3, όπως ισχύουν4.

Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητη η εναρμόνιση / συμμόρφωση των φορολογικών και λοιπών ελεγκτικών αρχών με τις κοινά αποδεκτές από τα συμβαλλόμενα κράτη, διαδικασίες και η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη Διεθνή Διοικητική Συνεργασία.

2. Αρμόδια Αρχή για τη Διεθνή Διοικητική Συνεργασία

Η Διεθνής Διοικητική Συνεργασία διενεργείται μόνον μεταξύ των Αρμοδίων Αρχών, ήτοι των Αρχών οι οποίες έχουν ορισθεί για τον λόγο αυτόν βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας των συμβαλλομένων κρατών. Η Αρμόδια Αρχή είναι υπεύθυνη για την επικοινωνία και την ποιοτική συνεργασία με τις αλλοδαπές Αρμόδιες Αρχές, διασφαλίζοντας ότι οι κανόνες που περιβάλλουν τη διοικητική συνεργασία τηρούνται και εφαρμόζονται με συνέπεια.

Αρμόδια Αρχή για τη Διεθνή Διοικητική Συνεργασία στον τομέα της άμεσης φορολογίας κατ΄ εφαρμογή του ισχύοντος νομικού πλαισίου και βάσει του Οργανισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Δ.ΟΡΓ.Α. 1036960/10.3.2017/10.3.2017, ΦΕΚ 968), έχει οριστεί η Δ/νση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, και Κεντρικό Γραφείο Διασύνδεσης το Τμήμα Γ΄ Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας.

3. Μορφές Διοικητικής Συνεργασίας

Οι μορφές διεθνούς διοικητικής συνεργασίας και η τυχόν αρμοδιότητα άλλων Υπηρεσιών, πέραν της Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, είναι οι εξής:

3.1. Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος: η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει συγκεκριμένου κάθε φορά αιτήματος, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η εγκυρότητα των πληροφοριών που παρέχονται από τον φορολογούμενο ή να συλλεχθούν πληροφορίες που δεν κατέστη δυνατό να συγκεντρωθούν κατά τη διενέργεια του ελέγχου.

3.2. Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών: η μη συστηματική κοινοποίηση, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενο αίτημα, πληροφοριών που συλλέγονται στα πλαίσια φορολογικού ελέγχου, ή που ενδεχομένως θα ενδιαφέρουν ένα άλλο συμβαλλόμενο κράτος. Υφίστανται, όμως, και οι ακόλουθες έξι (6) κατηγορίες υποχρεωτικής5 αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών, όταν:

3.2.1. Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι στο άλλο κράτος υφίσταται φοροδιαφυγή.

3.2.2. Ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα κράτος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι΄ αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο κράτος.

2.2.3. Όταν πραγματοποιούνται επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταξύ προσώπων των συμβαλλομένων κρατών, κατά τέτοιον τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση ή εξάλειψη του φόρου είτε στο ένα, είτε στο άλλο, είτε και στα δύο συμβαλλόμενα κράτη.

3.2.4. Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση ή εξάλειψη φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές/πλασματικές μεταφορές κερδών εντός συνδεδεμένων επιχειρήσεων.

3.2.5. Από πληροφορίες που διαβίβασε σε ένα κράτος η Αρμόδια Αρχή του άλλου κράτους προκύπτουν πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου στο δεύτερο κράτος.

3.2.6. Για συγκεκριμένες φορολογικές γνωμοδοτήσεις για συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα (αρμοδιότητα της Δ/νσης Ελέγχων).

3.3. Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών: Η συστηματική κοινοποίηση, χωρίς προηγούμενο αίτημα, πληροφοριών σχετικών με μία ή περισσότερες κατηγορίες εισοδημάτων που προκύπτουν σε ένα κράτος από φορολογικό κάτοικο του άλλου κράτους, ανά τακτά και εκ των προτέρων καθορισμένα διαστήματα (η εφαρμογή της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών συναρτάται με το είδος και την έκταση των αρμοδιοτήτων των Τμημάτων Διασύνδεσης και της Αρμόδιας Αρχής της ΑΑΔΕ).

3.4. Ανατροφοδότηση (feedback): Όταν μια Αρμόδια Αρχή παρέχει πληροφορίες, κατόπιν αιτήματος ή αυθορμήτως, δύναται να ζητεί από την Αρμόδια Αρχή που τις παρέλαβε, να αποστείλει σχετική ανατροφοδότηση, αναφορικά με τη χρησιμότητα των πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν (π.χ. εάν προέκυψε φορολογητέα ύλη).

3.5. Διοικητική κοινοποίηση εγγράφων: Η κοινοποίηση πράξεων και αποφάσεων που προέρχονται από τις διοικητικές αρχές ενός κράτους και αφορούν στην εφαρμογή στο έδαφός του, της φορολογικής νομοθεσίας που καλύπτεται από το εν ισχύ νομικό πλαίσιο.

3.6. Παρουσία σε διοικητικές Υπηρεσίες και συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες: η συλλογή πληροφοριών μέσω της παρουσίας εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων ενός κράτους στα γραφεία της ελεγκτικής αρχής ενός άλλου κράτους (αρμοδιότητα της Δ/νσης Ελέγχων ή της Δ/νσης Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων, κατά περίπτωση).

3.7. Ταυτόχρονοι έλεγχοι: Δύο ή περισσότερα κράτη μπορούν να συμφωνήσουν για τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων, το καθένα από το έδαφός του, σε έναν ή περισσότερους φορολογούμενους, κοινού ή συμπληρωματικού ενδιαφέροντος για τα εν λόγω κράτη, με σκοπό την ανταλλαγή των πληροφοριών που συγκεντρώνονται από τους ελέγχους αυτούς (αρμοδιότητα της Δ/νσης Ελέγχων ή της Δ/νσης Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων, κατά περίπτωση).

3.8. Αμοιβαία συνδρομή στην είσπραξη των καλυπτόμενων φόρων (αρμοδιότητα της Δ/νσης Εισπράξεων ή της Τελωνειακής Περιφέρειας Αττικής, κατά περίπτωση).

Επισημαίνεται ότι η διοικητική συνεργασία για σκοπούς ΦΠΑ, ανήκει στην αρμοδιότητα του Τμήματος ΣΤ΄ Διοικητικής Συνεργασίας και Ανταλλαγής Πληροφοριών στον Τομέα του ΦΠΑ, της Δ/νσης Ελέγχων.

Γ. ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

4. Όροι που διέπουν τις μορφές της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας, αρμοδιότητας της Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων

4.1. Υποχρεώσεις: Η ανταλλαγή πληροφοριών είναι υποχρεωτική. Το κράτος που λαμβάνει το αίτημα συνεργασίας υποχρεούται να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να απαντήσει στο εν λόγω αίτημα (βάσει της εσωτερικής του νομοθεσίας, των κανονισμών, των αρμοδιοτήτων και των διαθεσίμων πόρων του), ως εάν επρόκειτο να ενεργήσει για δικό του λογαριασμό, παρέχοντας πληροφορίες που είναι διαθέσιμες και διενεργώντας τις δέουσες έρευνες, ακόμη και αν δεν χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς του φορολογικούς σκοπούς.

4.2. Απόρρητο και κοινοποίηση πληροφοριών και εγγράφων: Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ των Αρμοδίων Αρχών καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου και προστατεύονται από το φορολογικό απόρρητο δυνάμει της εσωτερικής φορολογικής νομοθεσίας6.

Οι εν λόγω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, οι οποίες κινούνται κατόπιν παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, χωρίς να θίγονται οι γενικοί κανόνες και οι διατάξεις που διέπουν τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και των μαρτύρων σε τέτοιες διαδικασίες.

Επιπλέον, με την άδεια της Αρμόδιας Αρχής του κράτους που παρέχει τις πληροφορίες, και μόνον στο μέτρο που αυτό επιτρέπεται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους της Αρμόδιας Αρχής που παραλαμβάνει τις πληροφορίες, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που λαμβάνονται μπορούν να χρησιμοποιούνται για διαφορετικούς σκοπούς. Η άδεια αυτή χορηγείται εάν οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παρόμοιους σκοπούς στο κράτος της Αρμόδιας Αρχής που κοινοποιεί τις πληροφορίες.

4.3. Εξάντληση των εσωτερικών μέσων ανεύρεσης πληροφοριών: Το κράτος που λαμβάνει το αίτημα συνεργασίας, παρέχει στο κράτος που το αιτήθηκε τις σχετικές πληροφορίες, με την προϋπόθεση ότι το αιτούν κράτος έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφόρησης τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για τη συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών στο εσωτερικό του, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος διακύβευσης της επίτευξης του στόχου του7.

4.4. Εύλογη Συνάφεια8: Οι Αρμόδιες Αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες οι οποίες είναι εύλογα συναφείς για την εφαρμογή του νομικού πλαισίου ή τη διαχείριση ή την επιβολή της εσωτερικής φορολογικής νομοθεσίας. Ο κανόνας της “εύλογης συνάφειας” αποσκοπεί στο να διασφαλίσει τη διοικητική συνεργασία στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Τα κράτη δεν είναι ελεύθερα να προβαίνουν σε «αλίευση πληροφοριών» ή να αιτούνται πληροφορίες οι οποίες δεν αφορούν τις φορολογικές υποθέσεις ενός συγκεκριμένου φορολογούμενου ή μίας αναγνωρίσιμης ομάδας ή κατηγορίας ατόμων.

Οι πληροφορίες που πρέπει υποχρεωτικά9 να περιλαμβάνονται σε ένα αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών, προκειμένου το αιτούν κράτος να αποδείξει την εύλογη συνάφεια των αιτούμενων πληροφοριών, είναι οι παρακάτω:

4.4.1. Η ταυτότητα του ελεγχόμενου προσώπου.

4.4.2. Οι πληροφορίες που ζητούνται, συμπεριλαμβανομένων της φύσης και της μορφής που θα πρέπει να έχουν οι παρασχεθείσες πληροφορίες.

4.4.3. Ο φορολογικός σκοπός για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες.

4.4.4. Οι λόγοι για τους οποίους πιστεύεται ότι οι αιτούμενες πληροφορίες δύνανται να παρασχεθούν από το κράτος που λαμβάνει το αίτημα, ή βρίσκονται στην κατοχή ή τον έλεγχο προσώπου που υπάγεται στη δικαιοδοσία του.

4.4.5. Το όνομα και η διεύθυνση του προσώπου το οποίο πιστεύεται ότι κατέχει τις αιτούμενες πληροφορίες, εφόσον αυτό είναι δυνατό.

4.4.6. Ρητή δήλωση ότι η αίτηση για παροχή πληροφοριών είναι σύμφωνη με το νόμο και τη διοικητική πρακτική της Ελλάδας και ότι αν οι ζητούμενες πληροφορίες ήταν εντός της δικαιοδοσίας της Ελλάδας, οι Αρμόδιες Αρχές θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τους νόμους ή στα πλαίσια της συνηθισμένης διοικητικής πρακτικής της Ελλάδας και ότι το αίτημα είναι συμβατό με την νομική βάση.

4.4.7. Ρητή δήλωση αναφορικά με την εξάντληση των εσωτερικών μέσων ανεύρεσης πληροφοριών, εκτός εάν η διαδικασία αυτή συνεπάγεται δυσανάλογες δυσχέρειες (στην περίπτωση αυτή απαιτείται σχετική αιτιολόγηση).

4.5. Απόρριψη αιτήματος διοικητικής συνεργασίας: α) εάν η διεξαγωγή ερευνών ή η συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών για ίδιους σκοπούς αντίκειται στη νομοθεσία του, δεν επιβάλλεται στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα η υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή κοινοποίησης πληροφοριών, β) το κράτος προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα δύναται να αρνηθεί τη διαβίβαση πληροφοριών, όταν το κράτος που το αποστέλλει αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να παράσχει παρόμοιες πληροφορίες (αρχή της αμοιβαιότητας), γ) η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών επιτρέπεται σε περίπτωση που θα οδηγούσε στην κοινοποίηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μίας εμπορικής μεθόδου ή μίας πληροφορίας της οποίας η κοινοποίηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη, δ) σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή κάτοχος των πληροφοριών αυτών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

4.6. Προστασία των φορολογουμένων: Η εφαρμογή του νομικού πλαισίου δεν γίνεται κατά τρόπο που να επηρεάζει τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που παρέχονται στους φορολογούμενους από την εσωτερική νομοθεσία ή την διοικητική πρακτική.

5. Μεθοδολογία ανά μορφή διοικητικής συνεργασίας, αρμοδιότητας της Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων10

Κάθε επικοινωνία σχετική με την διοικητική συνεργασία, ήτοι το αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών, η αποδοχή του, η απάντησή του, το αίτημα συμπληρωματικών πληροφοριών, η αδυναμία ή άρνηση ικανοποίησης του αιτήματος, η αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών, η αποδοχή της, το αίτημα διοικητικής κοινοποίησης και η ανατροφοδότηση, πραγματοποιείται μεταξύ των Αρμοδίων Αρχών με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων, υποχρεωτικά κατ΄ εφαρμογή του ενωσιακού νομικού πλαισίου και προαιρετικά, μέχρι σήμερα, σε διεθνές επίπεδο.

Τα αντίστοιχα έντυπα για την αποστολή των υποθέσεων διοικητικής συνεργασίας από τις ελληνικές Υπηρεσίες προς τις Αρμόδιες αλλοδαπές Αρχές καθώς και οι οδηγίες συμπλήρωσης αυτών, επισυνάπτονται ως Παραστήματα 3, 4, 5, 6 & 7.

Η ημεδαπή Αρμόδια Αρχή ελέγχει εάν το υποβληθέν αίτημα διοικητικής συνεργασίας πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις και είτε θα ενημερώνει την Υπηρεσία που το απέστειλε για τη διαβίβασή του προς την Αρμόδια αλλοδαπή Αρχή, είτε θα της το επιστρέφει, παρέχοντας τις κατάλληλες οδηγίες και κατευθύνσεις, προκειμένου το αίτημα να υποβληθεί ορθώς, εκ νέου.

5.1. Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος11

Για την υποβολή ενός αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών χρησιμοποιείται το υπόδειγμα του Παραρτήματος 4.

5.1.1. Προς τις αλλοδαπές Αρμόδιες Αρχές:

Το αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο λεπτομερές και να περιέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες, ούτως ώστε ο αποδέκτης του να γνωρίζει επαρκώς τις ανάγκες του αποστολέα, για να μπορεί να ασχοληθεί με αυτό με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Ο συντάκτης του αιτήματος, θα πρέπει να θέτει τον εαυτό του στη θέση του αποδέκτη και να συμπεριλάβει στο αίτημά του εκείνες τις πληροφορίες που ο ίδιος θα θεωρούσε σημαντικές, ως εάν ήταν ο ίδιος ο αποδέκτης του αιτήματος. Τα ερωτήματα θα πρέπει να είναι συγκεκριμένα, σύντομα, κατανοητά και σχετικά με την ελεγχόμενη υπόθεση (ευλόγως συναφή). Με τον τρόπο αυτό, μειώνονται οι καθυστερήσεις, καθώς η λαμβάνουσα αλλοδαπή Αρμόδια Αρχή ενδέχεται να ζητήσει περισσότερες λεπτομέρειες και διευκρινήσεις για να απαντήσει στο αίτημα σωστά.

Το πρώτο μέρος του καταλόγου που ακολουθεί, περιέχει τα πεδία που οφείλουν υποχρεωτικά να συμπεριληφθούν σε ένα αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς ικανοποιούν την βασική προϋπόθεση της εύλογης συνάφειας:

5.1.1.1. Κάθε διαθέσιμο στοιχείο ταυτοποίησης του ελεγχόμενου προσώπου στην Ελλάδα (π.χ. ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης, επωνυμία, ΑΦΜ ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ταυτοποίησης και ταχυδρομική διεύθυνση).

5.1.1.2. Κάθε διαθέσιμο στοιχείο ταυτοποίησης του αλλοδαπού προσώπου (π.χ. ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης, επωνυμία, ΑΦΜ ή άλλο στοιχείο ταυτοποίησης) και διεύθυνση και στο βαθμό που είναι γνωστό, τη φύση της σχέσης του με το ελεγχόμενο πρόσωπο στην Ελλάδα.

5.1.1.3. Συγκεκριμένο ιστορικό της υπόθεσης, το οποίο να περιλαμβάνει το φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες, την προέλευση της έρευνας, τους λόγους για το αίτημα (π.χ. το στάδιο του ελέγχου και τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στην Ελλάδα) και τους λόγους για τους οποίους πιστεύεται ότι οι αιτούμενες πληροφορίες δύνανται να παρασχεθούν από το λαμβάνον Κράτος ή βρίσκονται στην κατοχή ή τον έλεγχο προσώπου (που υπάγεται στη δικαιοδοσία του).

5.1.1.4. Το είδος του φόρου και του εισοδήματος που αφορά η υπόθεση, τις ελεγχόμενες φορολογικές περιόδους, καθώς και τις φορολογικές περιόδους για τις οποίες ζητούνται οι πληροφορίες, εφόσον διαφέρουν από τις ελεγχόμενες περιόδους.

5.1.1.5. Οι πληροφορίες που ζητούνται, για ποιο λόγο χρειάζονται και αν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν και για άλλους, μη φορολογικούς σκοπούς. Επίσης, να προσδιορίζονται τα αποδεικτικά έγγραφα που κρίνονται σημαντικά ή απαραίτητα (π.χ. τιμολόγια, συμβόλαια, κλπ).

5.1.1.6. Ρητή δήλωση αναφορικά με την εξάντληση των εσωτερικών μέσων ανεύρεσης πληροφοριών, εκτός εάν η διαδικασία αυτή συνεπάγεται δυσανάλογες δυσχέρειες.

5.1.1.7. Ρητή δήλωση ότι η αίτηση για παροχή πληροφοριών είναι σύμφωνη με το νόμο και τη διοικητική πρακτική της Ελλάδας και ότι αν οι ζητούμενες πληροφορίες ήταν εντός της δικαιοδοσίας της Ελλάδας, οι αρμόδιες αρχές θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τους νόμους ή στα πλαίσια της συνηθισμένης διοικητικής πρακτικής της Ελλάδας.

5.1.1.8. Ρητή δήλωση ότι όλες οι πληροφορίες που θα ληφθούν υπάγονται στις διατάξεις περί απορρήτου που διέπουν την νομική βάση, βάσει της οποίας υποβλήθηκε το αίτημα.

5.1.1.9. Ρητή δήλωση ότι όλες οι λαμβανόμενες πληροφορίες θα χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με τη νομική βάση, βάσει της οποίας θα υποβληθεί το αίτημα.

Περαιτέρω, κατά περίπτωση μπορεί να απαιτούνται τα εξής:

5.1.1.10. Εάν οι πληροφορίες που ζητήθηκαν περιλαμβάνουν μία πληρωμή ή μία συναλλαγή μέσω ενός ενδιάμεσου (τρίτου) μέρους, να αναφέρεται το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ (εάν είναι γνωστά) του ενδιάμεσου αυτού μέρους, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι γνωστό, του ονόματος και της διεύθυνσης του υποκαταστήματος της τράπεζας, καθώς και τον αριθμό του τραπεζικού λογαριασμού, όταν ζητούνται τραπεζικές πληροφορίες.

5.1.1.11. Να αναφέρονται οι λόγοι για τον επείγοντα χαρακτήρα της απάντησης και, κατά περίπτωση, να αναφέρεται η ημερομηνία μετά την οποία οι πληροφορίες μπορεί να μην είναι πλέον χρήσιμες.

5.1.1.12. Εάν ζητούνται αντίγραφα των εγγράφων ή τραπεζικά αρχεία, η (τυχόν απαραίτητη) μορφή γνησιότητας.

5.1.1.13. Εάν οι πληροφορίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε δικαστική διαδικασία και απαιτείται να παρασχεθούν σε συγκεκριμένη μορφή, αυτή θα πρέπει να διευκρινίζεται.

5.1.1.14. Εάν υπάρχουν λόγοι ώστε να μην ενημερωθεί το ελεγχόμενο πρόσωπο στην αλλοδαπή για το αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών (π.χ. εάν η γνωστοποίηση στον φορολογούμενο ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τον φορολογικό έλεγχο).

5.1.2. Από τις αλλοδαπές Αρμόδιες Αρχές:

Η Υπηρεσία στην οποία αποστέλλεται το αίτημα διοικητικής συνεργασίας από την ελληνική Αρμόδια Αρχή, υποχρεούται να προχωρήσει στις δέουσες ενέργειες, βάσει των νόμων, των κανονισμών, των αρμοδιοτήτων και των διαθεσίμων πόρων της, ως εάν να λειτουργούσε για δικό της όφελος, είτε παρέχοντας πληροφορίες που έχει, ήδη, στη διάθεσή της, είτε προβαίνοντας στις κατάλληλες ενέργειες.

Ο παρακάτω κατάλογος περιέχει τα πεδία που οφείλουν υποχρεωτικά να συμπεριληφθούν στην απάντηση ενός αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών:

5.1.2.1. Αναφορά στον αριθμό πρωτοκόλλου της ημεδαπής Αρμόδιας Αρχής.

5.1.2.2. Σαφή αναφορά ως προς το εάν πρόκειται για μερική ή τελική απάντηση.

5.1.2.3. Σαφή αντιστοίχηση των απαντήσεων επί των ερωτημάτων12, συμπεριλαμβανομένων συνημμένων αποδεικτικών εγγράφων (π.χ. αρχεία, συμβάσεις, τιμολόγια), καθώς και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία δεν έχει ζητηθεί ειδικά, αλλά πιθανόν να είναι χρήσιμη βάσει των πληροφοριών που παρέχονται σε σχέση με το συγκεκριμένο αίτημα. Τυχόν αναφορά στην εσωτερική νομοθεσία, θα πρέπει να συνοδεύεται από σχετική ερμηνεία προς την αλλοδαπή Αρμόδια Αρχή.

5.1.2.4. Αιτιολόγηση τυχόν αδυναμίας να παρασχεθούν οι συγκεκριμένες πληροφορίες13 ή να παρασχεθούν στην αιτούμενη μορφή. Σημειώνεται ότι η αδυναμία να παρασχεθούν οι πληροφορίες στην αιτούμενη μορφή, δεν επηρεάζει την υποχρέωση να παρασχεθούν οι πληροφορίες αυτές.

5.1.2.5. Όταν πρόκειται για χρηματικά ποσά, να αναφέρεται το νόμισμα, αν έχει παρακρατηθεί φόρος καθώς και το ποσοστό και το ποσό του φόρου.

5.1.2.6. Τη μέθοδο που ακολουθήθηκε για τη συγκέντρωση των πληροφοριών.

5.1.2.7. Τις φορολογικές περιόδους για τις οποίες παρέχονται οι πληροφορίες.

5.1.2.8. Αν ο φορολογούμενος ή ένα τρίτο πρόσωπο έχει ενημερωθεί αναφορικά με την ανταλλαγή πληροφοριών.

5.1.2.9. Εάν υπάρχουν αντιρρήσεις για την ενημέρωση του αλλοδαπού φορολογούμενου ως προς την αποστολή των πληροφοριών.

5.1.2.10. Επισήμανση ότι η χρήση των πληροφοριών που παρέχονται υπόκεινται στους ισχύοντες κανόνες εμπιστευτικότητας.

Περαιτέρω, κατά περίπτωση μπορεί να απαιτούνται τα εξής:

5.1.2.11. Τυχόν αίτημα ανατροφοδότησης σχετικά με τη χρησιμότητα των παρασχεθεισών πληροφοριών.

Η Υπηρεσία που θα λάβει το εισερχόμενο αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών, προκειμένου να ανταποκριθεί στη διαχείρισή του, δύναται να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες, να απευθύνει ένα νέο δικό της σχετικό αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών (ενδεχομένως ως απόρροια της διαχείρισης του εισερχόμενου αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών), αλλά και να ζητήσει ανατροφοδότηση αναφορικά με τις πληροφορίες που παρείχε.

5.1.3. Προθεσμίες:

Η απάντηση στην ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να συντάσσεται και να αποστέλλεται έγκαιρα ώστε να είναι αποτελεσματική (κάθε κράτος αξιολογείται για το χρόνο ανταπόκρισής του). Ο χρόνος που απαιτείται για την ανταπόκριση σε ένα αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών, εξαρτάται από το αν η πληροφορία είναι ήδη στη διάθεση των φορολογικών αρχών ή εάν είναι απαραίτητες περαιτέρω ενέργειες (π.χ. έλεγχος ή / και επαφή με τρίτους), και ως εκ τούτου θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος.

Το νομικό πλαίσιο που διέπει την ανταλλαγή πληροφοριών, προβλέπει τα ακόλουθα σαφώς καθορισμένα χρονοδιαγράμματα. Επισημαίνεται ότι οι χρόνοι αφορούν συνολικά το κράτος που λαμβάνει το αίτημα. Ειδικότερα:

5.1.3.1. Οι αιτούμενες πληροφορίες παρέχονται το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Ωστόσο, όταν οι πληροφορίες αυτές είναι ήδη διαθέσιμες (π.χ. δηλώσεις εισοδήματος, εκκαθαριστικά, περιουσιακή κατάσταση), αυτές διαβιβάζονται εντός δύο (2) μηνών κατ΄ εφαρμογή της Οδηγίας ή το αργότερο εντός ενενήντα (90) ημερών, κατ΄ εφαρμογή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης και ΟΟΣΑ από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Σε συγκεκριμένες, ειδικές περιπτώσεις, οι Αρμόδιες Αρχές μπορούν να συμφωνούν προθεσμίες διαφορετικές από τις προβλεπόμενες.

5.1.3.2. Η παραλαβή του αιτήματος επιβεβαιώνεται άμεσα, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών από την λήψη του.

5.1.3.3. Τυχόν ελλείψεις του αιτήματος και η ανάγκη συμπληρωματικών βασικών πληροφοριών ζητούνται εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Στην περίπτωση αυτή, οι προθεσμίες που προβλέπονται στο σημείο 1 αρχίζουν την επομένη της παραλαβής των απαιτούμενων συμπληρωματικών πληροφοριών.

5.1.3.4. Όταν δεν είναι δυνατό να απαντηθεί το αίτημα εμπροθέσμως, οι Αρμόδιες Αρχές ενημερώνονται αμέσως και εν πάση περιπτώσει εντός τριών (3) μηνών από την αποστολή του αιτήματος, για τους λόγους της καθυστερημένης απάντησης καθώς και για την ημερομηνία εντός της οποίας θα δοθεί η απάντηση.

5.1.3.5. Όταν ένα κράτος δεν διαθέτει τις ζητούμενες πληροφορίες, δεν είναι σε θέση να απαντήσει στο αίτημα παροχής πληροφοριών ή αρνείται να απαντήσει, ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια αλλοδαπή Αρχή για τους λόγους, και εν πάση περιπτώσει εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή του αιτήματος.

5.2. Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών:

Η αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών είναι ιδιαίτερα πολύτιμη για την αποκάλυψη συγκεκριμένων περιπτώσεων φοροδιαφυγής. Οι πληροφορίες ανταλλάσσονται αυθόρμητα όταν εφοριακοί υπάλληλοι/ελεγκτές φορολογικής αρχής ενός κράτους, αφού συγκέντρωσαν πληροφορίες κατά τη διάρκεια ή μετά τη διενέργεια ελέγχου ή κάποιου άλλου είδους φορολογικής διαδικασίας, διέκριναν ότι αυτές οι πληροφορίες ενδεχομένως να οδηγούν σε φορολογητέα ύλη, αποκρυβείσα και φορολογητέα στο άλλο κράτος, και του τις διαβιβάζει χωρίς αυτό το Κράτος να τις έχει ζητήσει προηγουμένως.

Η αποτελεσματικότητα αυτής της μορφής ανταλλαγής πληροφοριών βασίζεται στην ενεργό συμμετοχή και συνεργασία των περιφερειακών φορολογικών/ελεγκτικών αρχών και φέρει, συνήθως, θετικό αποτελέσματα, δεδομένου ότι αφορά στοιχεία που ανιχνεύονται και επιλέγονται από εφοριακούς υπαλλήλους/ελεγκτές.

Επίσης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η αποστολή χρήσιμων πληροφοριών, θα αυξήσει την πιθανότητα το λαμβάνον κράτος να ανταποκριθεί, στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας.

Οι πληροφορίες που αποστέλλονται αυθόρμητα θα πρέπει να συνοδεύονται από οποιαδήποτε διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να τεκμηριώνεται πλήρως η χρησιμότητά τους στην αλλοδαπή φορολογική Αρχή. Σε κάθε περίπτωση, οι πληροφορίες θα πρέπει να αξιολογούνται κατά το δυνατόν ως προς τη χρησιμότητά τους, και να διασφαλίζεται ότι είναι όσο το δυνατόν πληρέστερες, ούτως ώστε οι φορολογούμενοι να μπορούν να ταυτοποιηθούν και να μπορεί να γίνει κατανοητό το σχήμα της πιθανολογούμενης φοροδιαφυγής.

Η τακτική, έγκαιρη και ολοκληρωμένη ανατροφοδότηση μεταξύ των Αρμόδιων Αρχών αναφορικά με τη χρησιμότητα των αυθορμήτως παρασχεθέντων πληροφοριών είναι σημαντική, ακόμα και για τις περιπτώσεις που η ανατροφοδότηση δεν είναι υποχρεωτική, καθώς αυτό θα βελτιώσει την ποιότητα της μελλοντικής αποστολής αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών.

Για την αποστολή αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών χρησιμοποιείται το υπόδειγμα του Παραρτήματος 5.

5.2.1. Προς τις αλλοδαπές φορολογικές Αρχές:

Ο παρακάτω κατάλογος περιέχει τα πεδία που οφείλουν να συμπεριληφθούν σε μία αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών. Σημειώνεται ότι η λίστα αυτή δεν είναι εξαντλητική (δηλαδή δύνανται να προστεθούν και άλλες σχετικές πληροφορίες), καθώς και ότι η αυθόρμητη ανταλλαγή δεν χρειάζεται να καθυστερήσει λόγω της προσπάθειας να αποκτηθεί κάθε στοιχείο της λίστας αυτής:

5.2.1.1. Η φύση των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν και αποστέλλονται.

5.2.1.2. Όλες οι σχετικές πληροφορίες, ούτως ώστε η αλλοδαπή φορολογική Αρχή που θα λάβει την πληροφορία, να μπορεί να την αξιοποιήσει αποτελεσματικά.

5.2.1.3. Ο λόγος για τον οποίο θεωρείται ότι οι πληροφορίες θα ενδιαφέρουν την αλλοδαπή φορολογική Αρχή.

5.2.1.4. Λεπτομέρειες για το πώς ελήφθησαν οι πληροφορίες.

5.2.1.5. Η πηγή των πληροφοριών που παρέχονται, π.χ. φορολογική δήλωση, πληροφορίες από τρίτους κ.λπ.

5.2.1.6. Στοιχεία ταυτότητας του φορολογούμενου προσώπου που αφορούν οι πληροφορίες: ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης, επωνυμία, ΑΦΜ ή άλλος αριθμός ταυτοποίησης και διεύθυνση, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή της διαδικτυακής διεύθυνσης, εφόσον είναι γνωστά.

5.2.1.7. Στοιχεία ταυτότητας του προσώπου από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες και, ενδεχομένως, η σχέση του με το πρόσωπο/α που αφορούν οι πληροφορίες: όνομα, οικογενειακή κατάσταση (κατά περίπτωση), ΑΦΜ, εφόσον είναι γνωστό, διευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή της διαδικτυακής διεύθυνσης, τον αριθμό εγγραφής (π.χ. στο Εμπορικό Μητρώο) σε περίπτωση νομικού προσώπου, αποδεικτικά που απεικονίζουν τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων που εμπλέκονται (εφόσον είναι γνωστά / διαθέσιμα).

5.2.1.8. Εάν οι πληροφορίες περιλαμβάνουν μία πληρωμή ή μία συναλλαγή μέσω ενός ενδιάμεσου τρίτου μέρους, να αναφέρεται το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ, εάν είναι γνωστό, του ενδιάμεσου μέρους, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι γνωστά, του ονόματος και της διεύθυνσης του υποκαταστήματος της τράπεζας, καθώς και του αριθμού του τραπεζικού λογαριασμού, όταν παρέχονται τραπεζικές πληροφορίες.

5.2.1.9. Αίτηση ανατροφοδότησης σχετικά με τη χρησιμότητα των πληροφοριών δεδομένου ότι ενδέχεται να προκύψει αναπροσαρμογή του φόρου.

5.2.1.10. Επισήμανση ότι η χρήση των πληροφοριών που παρέχονται υπόκεινται στους ισχύοντες κανόνες εμπιστευτικότητας.

5.2.2. Από τις αλλοδαπές φορολογικές Αρχές:

Οι υποθέσεις αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών ενδέχεται να χρήζουν περαιτέρω διευκρινήσεων από το αποστέλλον κράτος. Είναι σύνηθες μία απλή αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών να οδηγήσει σε ένα αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών. Ως εκ τούτου, οι αυθόρμητα ληφθείσες πληροφορίες θα πρέπει να αξιολογούνται άμεσα, προς αποφυγή πολύτιμου χρόνου άντλησης πρόσθετων πληροφοριών, οι οποίες ενδεχομένως να ζητηθούν μεταγενέστερα από την αλλοδαπή φορολογική Αρχή (θέματα παραγραφής και/ή τήρηση αρχείων θα πρέπει να ληφθούν υπόψη).

Η ανατροφοδότηση (απάντηση) μπορεί να περιλαμβάνει λεπτομέρειες για πρόσθετα φορολογικά έσοδα που εισπράχθηκαν, μεθόδους φοροδιαφυγής που εντοπίστηκαν και μία συνολική αξιολόγηση της χρησιμότητας των πληροφοριών για τη φορολογική διοίκηση.

Για την αποστολή μίας αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών από τις αλλοδαπές Αρμόδιες Αρχές, η ημεδαπή Αρμόδια Αρχή θα χρησιμοποιεί το έντυπο του Παραρτήματος 6.

5.2.3. Προθεσμίες:

Προθεσμίες για την αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών, προβλέπονται προς το παρόν μόνον κατ΄ εφαρμογή του ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου. Επισημαίνεται ότι οι χρόνοι αφορούν συνολικά το κράτος που λαμβάνει την πληροφορία. Ειδικότερα:

5.2.3.1. Η Αρμόδια Αρχή (για την Ελλάδα: Δ/νση ΔΟΣ, Τμήμα Γ΄), στην οποία περιέρχονται οι σχετικές πληροφορίες, τις διαβιβάζει στην Αρμόδια αλλοδαπή Αρχή το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από τη στιγμή που τις απέκτησε.

5.2.3.2. Η Αρμόδια Αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες επιβεβαιώνει, αμέσως, και οπωσδήποτε το αργότερο εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών, την παραλαβή των πληροφοριών στην Αρμόδια Αρχή που τις παρείχε.

5.3. Ανατροφοδότηση:

Η Αρμόδια Αρχή που παρέχει πληροφορίες (κατόπιν αιτήματος ή αυθορμήτως), μπορεί να ζητήσει από την Αρμόδια Αρχή που τις παρέλαβε, να αποστείλει σχετική ανατροφοδότηση. Στην περίπτωση αυτή, η Αρμόδια Αρχή που τις παρέλαβε, αποστέλλει, με την επιφύλαξη των κανόνων τήρησης του φορολογικού απορρήτου και προστασίας των προσωπικών δεδομένων, την ανατροφοδότηση προς την Αρμόδια Αρχή που παρείχε τις πληροφορίες, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από τη γνωστοποίηση της έκβασης της χρησιμοποίησης των ζητούμενων πληροφοριών.

Η ανατροφοδότηση είναι σημαντική καθώς οι φορολογικές αρχές ενός κράτους λαμβάνουν από τις αλλοδαπές φορολογικές Αρχές πληροφορίες αναφορικά με τις φορολογικές υποθέσεις ενός προσώπου στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, ή αυθορμήτως, και αντιπαραβάλουν τις πληροφορίες αυτές με εκείνες που έχουν στη διάθεσή τους. Εάν προκύψει ότι οι πληροφορίες που λήφθηκαν διαφοροποιούνται αισθητά σε σχέση με εκείνες που έχει στη διάθεσή του, τότε το Κράτος που τις έλαβε οφείλει να ενημερώσει το κράτος που τις απέστειλε, προκειμένου το δεύτερο να μπορέσει να διευθετήσει τις φορολογικές υποχρεώσεις του φορολογούμενού του.

Η θετική ανατροφοδότηση παρέχει και ένα κίνητρο για τους ελεγκτές να συνεχίσουν να παρέχουν πληροφορίες, υφίστανται όπως και περιπτώσεις που η ανατροφοδότηση ενδέχεται να είναι και αρνητική, υπό την έννοια ότι οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν ήταν ήδη σε γνώση των φορολογικών αρχών που τις έλαβαν.

Για την αποστολή της ανατροφοδότησης χρησιμοποιείται το υπόδειγμα του Παραρτήματος 6.

5.4. Διοικητική Κοινοποίηση εγγράφων:

Ένα κράτος υποβάλλει αίτημα κοινοποίησης εγγράφων14, τα οποία αφορούν σε φόρους που καλύπτονται από την εκάστοτε νομική βάση, μόνον όταν δεν είναι σε θέση να τα κοινοποιήσει σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο εσωτερικό του, ή όταν η κοινοποίηση θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσκολίες (στην περίπτωση αυτή απαιτείται σχετική αιτιολόγηση).

Ο στόχος του αιτήματος κοινοποίησης εγγράφων είναι να διασφαλίσει ότι τα σχετικά έγγραφα, θα παραδοθούν στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην αλλοδαπή, προκειμένου να λάβει γνώση των ενεργειών και διαδικασιών που έχουν εκκινήσει εντός του αποστέλλοντος Κράτους, εις βάρος του.

Η Αρμόδια Αρχή που λαμβάνει τα προς κοινοποίηση έγγραφα τα κοινοποιεί είτε σύμφωνα με τη μέθοδο που προβλέπει η εσωτερική της νομοθεσία για πράξεις παρόμοιου χαρακτήρα, είτε σύμφωνα με την συγκεκριμένη μέθοδο επίδοσης που έχει ζητήσει το κράτος που απέστειλε το αίτημα (ή με την πλησιέστερη σε αυτή διαδικασία, όπως προβλέπεται από την εσωτερική της νομοθεσία).

Για την αποστολή του αιτήματος διοικητικής κοινοποίησης χρησιμοποιείται το υπόδειγμα του Παραρτήματος 7.

Ο παρακάτω κατάλογος περιέχει τα πεδία που οφείλουν υποχρεωτικά να συμπεριληφθούν στο αίτημα κοινοποίησης:

5.4.1. Το όνομα και (ει δυνατόν) η διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του.

5.4.2. Το αντικείμενο (φύση και θέμα) της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης.

5.4.3. Παρόλο που οι προς κοινοποίηση πράξεις δεν απαιτείται να συνοδεύονται από τη μετάφρασή τους, ένα αίτημα κοινοποίησης είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ένα σύντομο ιστορικό/περίληψη, το οποίο να περιλαμβάνει την προέλευση του αιτήματος καθώς και τους λόγους για τους οποίους πιστεύεται ότι ο αποδέκτης των πράξεων υπάγεται στη δικαιοδοσία της συγκεκριμένης αλλοδαπής φορολογικής Αρχής.

5.4.4. Οι χρονικές περίοδοι που αφορούν τις προς κοινοποίηση πράξεις (κατ΄ εφαρμογή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης και ΟΟΣΑ).

Δ. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

6. Παρακολούθηση και αξιολόγηση των Συμβαλλόμενων Κρατών επί της Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας

Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αξιολογούνται ως προς την ικανότητά τους να συνεργάζονται αποτελεσματικά με τις άλλες φορολογικές διοικήσεις σύμφωνα με τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα. Η αξιολόγηση αυτή φέρει ιδιαιτέρως λεπτομερή ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία. Κάθε κράτος παρακολουθείται και αξιολογείται τακτικά, ως ακολούθως:

6.1. Κατ΄ εφαρμογή του ενωσιακού νομικού πλαισίου

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας την οποία προβλέπει η Οδηγία, ετησίως. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε σχετική πληροφορία, αναγκαία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της διοικητικής συνεργασίας και η Επιτροπή συντάσσει κατάλογο στατιστικών στοιχείων τα οποία θα πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη για τους σκοπούς της αξιολόγησης.

6.2. Κατ΄ εφαρμογή του διεθνούς νομικού πλαισίου

Το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή Πληροφοριών για Φορολογικούς Σκοπούς διεξάγει αξιολογήσεις (peer reviews) των κρατών μελών του, αναφορικά με την δυνατότητά τους να συνεργαστούν με τις άλλες φορολογικές διοικήσεις, σύμφωνα με τους διεθνείς συμφωνημένους “όρους αναφοράς” (terms of reference)15. Μέχρι σήμερα η αξιολόγηση αυτή αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος. Η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών απαιτεί από τα κράτη να διασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες, ότι οι φορολογικές αρχές είναι σε θέση να τις αντλήσουν και ότι υπάρχουν οι μηχανισμοί που επιτρέπουν την ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών16.

Το 2012, η Ελλάδα αξιολογήθηκε συνολικά ως “σε μεγάλο βαθμό συμμορφούμενη (largely compliant)”, ενώ η επόμενη αξιολόγησή της, για τα έτη 2016-2018, θα πραγματοποιηθεί το πρώτο εξάμηνο του 2019.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ