(Δ.Α. 37/2009)
ΤΡΑΠΕΖΩΝ Ο.Τ.Ο.Ε.ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 37/2009 «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας – μελών πρωτοβαθμίων σωματείων που ανήκουν στην ΟΤΟΕ και απασχολούνται σε Τράπεζες – μέλη των οργανώσεων «Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ)», «Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ)» και « ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών» (Πράξη Κατάθεσης Υπ. Απασχόλησης και Κοιν. Προστασίας: 21/30-9-2009)
Α- ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ
1. Με την υπ’ αρ. πρωτ. 88/22-06-2009 αίτησή της προς τον Ο.ΜΕ.Δ. η δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων με την επωνυμία «Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλληλικών Οργανώσεων Ελλάδας (ΟΤΟΕ), ζήτησε την παροχή υπηρεσιών Διαιτησίας, για την επίλυση της συλλογικής διαφοράς εργασίας, που δημιουργήθηκε μεταξύ αυτής και των οργανώσεων:
(α) Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ)
(β) Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ) και
(γ) ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών
Η διαφορά αφορά τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, που θα ρυθμίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας στις Τράπεζες – μέλη των πιο πάνω οργανώσεων.
Στις 16/9/09 επιλέχθηκα με πρώτη κλήρωση Διαιτητής, με αναπληρωματικό το Μεσολαβητή – Διαιτητή κ. Φ. Κλαουδάτο, που επελέγη με τον ίδιο τρόπο.
To ιστορικό της υπόθεσης κατά το στάδιο της μεσολάβησης έχει, συνοπτικά, ως εξής: Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών είχε αποστείλει προς τον Ο.ΜΕ.Δ. και την ΟΤΟΕ την από 29-06-2009 Εξώδικη Απάντηση – Πρόσκληση σε απάντηση της με αρ. πρωτ. 1236/24-06-2009 πρόσκλησης του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. για ανάδειξη Μεσολαβητή, με την οποία καταληκτικά καλεί τον Ο.ΜΕ.Δ. και τα όργανά του να αναστείλει τις διαδικασίες ανάδειξης Μεσολαβητή. Επίσης, συνημμένα κατέθεσε σχετική Γνωμοδότηση του Καθηγητή Κ. Καλαβρού η οποία συμπερασματικά καταλήγει «ότι είναι υποχρεωτική γιο τον Διαιτητή που θα επιληφθεί κάθε μελλοντικής αίτησης της ΟΤΟΕ γιο διεξαγωγή διαιτητικής διαδικασίας με την ΕΕΤ κατά τους όρους του Ν. 1876/1990 η αναστολή της διαδικασίας αυτής γιο όσο χρονικό διάστημα έχει καταστεί εκκρεμές ενώπιον των αποκλειστικά αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων το ζήτημα της συνδρομής ή μη υποχρέωσης προς διαπραγμάτευση στο πρόσωπο της ΕΕΤ». Ανάλογου περιεχομένου ήταν και οι από 29-06-2009 επιστολές της Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος και του ΣΕΒ. Ειδικά ο τελευταίος ανέφερε εκεί ότι η συμμετοχή ορισμένων τραπεζών στο ΣΕΒ δεν τον καθιστά εργοδοτική οργάνωση του κλάδου, ισχυρισμό που επανέλαβε με την από 09-07-2009 επιστολή του προς το Μεσολαβητή.
Η ΕΕΤ επανήλθε μετά την ανάδειξη του μεσολαβητή με την α) από 10-07-2009 Εξώδικη Διαμαρτυρία – Αίτηση με την οποία έθεσε πρόσθετα ζητήματα σχετικά με την ανάδειξη του και β) με την από 24-07-2009 Εξώδικη Απάντηση με την οποία έθεσε θέμα αναστολής της διαδικασίας μεσολάβησης μέχρι την επίλυση των νομικών θεμάτων που είχαν τεθεί από την ίδια ενώπιον των δικαστηρίων. Και η Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος επανήλθε με νέα από 29-07-09 επιστολή της με ανάλογο περιεχόμενο.
Κατά την φάση της μεσολάβησης και συγκεκριμένα την 14-07-2009 η ΕΕΤ κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αίτημα απαγόρευσης της προόδου της διαδικασίας μεσολάβησης έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της από 07-10-2008 αγωγής της. Επίσης, την ίδια ημερομηνία (14-07-2009) κατατέθηκε Αίτηση για διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του ιδίου Πρωτοδικείου από τις Τράπεζες: ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ EFG  EUROBANK ERGASIAS A.E.,
ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Ε., ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ MILLENIUM BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ASPIS BANK ATE, με αίτημα απαγόρευσης της διαδικασίας μεσολάβησης έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της από 07-10-2008 αγωγής τους.
0 μεσολαβητής αξιολόγησε τους παραπάνω ισχυρισμούς, υπό το φως και της από 29-07-2009 γνωμοδότησης του Δικηγόρου κ. Α. Ταμπάκη που παρήγγειλε το ΔΣ του ΟΜΕΔ, αλλά και των λοιπών εγγράφων και γνωμοδοτήσεων που κατέθεσαν τα μέρη και έκρινε αφενός μεν ότι ήταν νόμιμη η προσφυγή της εργατικής πλευράς (ΟΤΟΕ) στη Μεσολάβηση, αφετέρου δε ότι υπήρξε Άρνηση Μεσολάβησης εκ μέρους της εργοδοτικής πλευράς και ειδικότερα από τις «Ελληνική Ένωση Τραπεζών» (ΕΕΤ), «Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών» (ΣΕΒ), και «Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος» (ΕΣΤΕ) λόγω της άρνησής τους για μεσολάβηση.
4. Κατά την διαδικασία ενώπιον του διαιτητή έγιναν δύο συναντήσεις, κατόπιν σχετικών προσκλήσεων που επιδόθηκαν με δικαστικό επιμελητή, στις 22-09-09 και 24-09-09, στις οποίες προσήλθε μόνον η εργατική πλευρά. Η εργοδοτική απέστειλε εκ νέου, η μεν «Ελληνική Ένωση Τραπεζών» (ΕΕΤ) την από 22-09-2009 εξώδικη δήλωση, η δε «Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος» (ΕΣΤΕ) δήλωση, που επαναλάμβαναν τις ίδιες ως άνω θέσεις τους και καλούσαν σε διακοπή της διαδικασίας της διαιτησίας. Στις ανωτέρω συναντήσεις συζητήθηκαν επί της ουσίας τα αιτήματα της ΟΤΟΕ, ενώ στην δεύτερη κατατέθηκε και σχετικό υπόμνημα της. Τονίστηκε από τους εκπροσώπους της η ανάγκη θεσμικής ρύθμισης του καθεστώτος των απολύσεων.
Β-  ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΟΥ ΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΥΠ’ ΟΨΗ
α. Η από 04-06-09 Πρόσκληση για Διαπραγμάτευση της ΟΤΟΕ και η από 22-06-09 Αίτησή της για Μεσολάβηση στον Ο.ΜΕ.Δ., με συνημμένες τις απόψεις και τις διεκδικήσεις της για τη σύναψη εθνικής κλαδικής ΣΣΕ για τον κλάδο των τραπεζών έτους 2009.
β. Η από 29-06-2009 Εξώδικη Απάντηση – Πρόσκληση της ΕΕΤ προς τον Ο.ΜΕ.Δ. για αναστολή των διαδικασιών ανάδειξης Μεσολαβητή και η συνημμένη Γνωμοδότηση του Καθ. Κ. Καλαβρού καθώς και οι από 29-06-09 επιστολές των ΕΣΤΕ και ΣΕΒ προς τον Ο.ΜΕ.Δ.
γ.   Τα από 09-07-2009, 15-07-2009 και 02-09-2009 Πρακτικά Μεσολάβησης.
δ. Η από 10-07-2009 Εξώδικη Διαμαρτυρία – Αίτηση της ΕΕΤ με την οποίαν εγείρονται ερωτήματα σχετικά με την ανάδειξη του Μεσολαβητή.
ε. Η από 10-07-2009 σχετική γνωμοδότηση του καθηγητή Δ. Τραυλού που κατέθεσε η ΟΤΟΕ.
στ. Η από 06-07-2009 αίτηση της ΕΕΤ για διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά ΟΤΟΕ, Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή, Προέδρου Ο.ΜΕ.Δ, Γ. Κουκουλέ και Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 10525/2009).
Επίσης, η από 06-07-2009 αίτηση για διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του ιδίου Πρωτοδικείου από τις Τράπεζες ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ EFG EUROBANK ERGASIAS A.E., ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Ε., ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ MILLENIUM BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ASPIS BANK ATE κατά της ΟΤΟΕ, της ΕΕΤ, του ΣΕΒ, του Ο.ΜΕ.Δ. και του Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 10462/2009).
ζ. Η από 24-07-2009 Εξώδικη Απάντηση – Αναφορά της ΕΕΤ για αναστολή της διαδικασίας μεσολάβησης μέχρι την επίλυση των νομικών θεμάτων που έχουν τεθεί ενώπιον των δικαστηρίων.
η.   Η από 29-07-2009 γνωμοδότηση του κ. Α. Ταμπάκη
θ. Η από 29-07-2009 επιστολή της ΕΣΤΕ προς το Μεσολαβητή για αναστολή της διαδικασίας μεσολάβησης μέχρι την επίλυση των νομικών θεμάτων από τα δικαστήρια, καθώς και η από 14-07-2009 αίτησή της για προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων) κατά ΟΤΟΕ, Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή και Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 11059/2009)
ι. Η από 7-10-2008 αγωγή των ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ EFG EUROBANK ERGASIAS A.E., ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Ε., ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε., ΤΡΑΠΕΖΑ MILLENIUM BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ASPIS BANK ATE, MARFIN ΕΓΝΑΤΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ, FBB Πρώτη Επιχειρηματική Τράπεζα Α.Ε. κατά της ΟΤΟΕ, της ΕΕΤ, του ΣΕΒ, του Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή, του Διαιτητή Α. Νικολόπουλου και του Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 4662/2008).
ια. Η από 7-10-2008 αγωγή της Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος κ.λπ κατά της ΟΤΟΕ, του Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή, του Διαιτητή Α. Νικολόπουλου, του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. Γ. Κουκουλέ και του Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 4654/2008).
ιβ. Η από 7-10-2008 αγωγή της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών κατά της ΟΤΟΕ, του Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή, του Διαιτητή Α. Νικολόπουλου, του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. Γ. Κουκουλέ και του Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 4653/2008).
ιγ. Η από 16-10-2008 αγωγή του ΣΕΒ κατά της ΟΤΟΕ και του Ο.ΜΕ.Δ. (αριθμ. κατάθεσης δικογράφου 5227/2008).
ιδ. Η από 21-07-2008- γνωμοδότηση του Καθηγητή Φ. Δωρή.
ιε. Η υπ’ αριθμ. 39/2008 Δ.Α. για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας σε τραπεζικές, ομοειδείς και συναφείς επιχειρήσεις του κλάδου σε ολόκληρη τη χώρα.
ιστ. Τα καταστατικά της ΕΕΤ, της ΕΣΤΕ και του ΣΕΒ.
ιζ. Την έκθεση του Μεσολαβητή Μ. Σταμπουλή.
ιη. Η Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 2008 – 2009, σύμφωνα με την οποία οι βασικοί μισθοί και τα βασικά ημερομίσθια των εργαζομένων αυξήθηκαν από 1/5/2009 κατά ποσοστό 5,5%.
ιθ. To επίπεδο κερδοφορίας και τους ρυθμούς ανάπτυξης του τραπεζικού κλάδου στην Ελλάδα κατά τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι τον θέτουν στην πρώτη θέση συγκριτικά προς τους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, παρά τη σχετική μείωση κερδοφορίας το τρέχον έτος λόγω της οικονομικής κρίσης. Λήφθηκε ιδιαίτερα υπόψη η αποδοχή της «Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών» (ΕΕΤ), η οποία περιέχεται στην από 6 Ιουλίου 2009 προαναφερθείσα Αίτηση Αναστολής της κατά της ΟΤΟΕ, του Μεσολαβητή, του Προέδρου του ΟΜΕΔ και του ΟΜΕΔ, κατά την οποία «οι τράπεζες στην Ελλάδα αποδείχθηκαν ισχυρές, ξεπέρασαν την οικονομική κρίση και αναμφίβολα είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε τυχόν μεγαλύτερες αυξήσεις, που ίσως συμφωνηθούν σε κλαδικό επίπεδο, μετά την άρση της εκκρεμότητας.» (σελ. 61 της αίτησης)
κ. Όλα τα υπόλοιπα έγγραφα, που υπάρχουν στο σχετικό φάκελο της συλλογικής διαφοράς.
Γ- ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Με βάση τα στοιχεία αυτά, έκρινα ότι:
1. Η προσφυγή στη Διαιτησία έγινε νόμιμα μονομερώς από την ΟΤΟΕ (αρ. πρωτ. ΟΜΕΔ 2101/30.7.2008), λόγω άρνησης μεσολάβησης για τις οργανώσεις ΕΕΤ, ΣΕΒ και ΕΣΤΕ, συνδικαλιστικές εργοδοτικές οργανώσεις που έχουν την κατά το
άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 1876/90 ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Τα περί του αντιθέτου επιχειρήματα της εργοδοτικής πλευράς κρίθηκαν αβάσιμα, για τους λόγους που εκτίθενται συνοπτικά στη συνέχεια:
α.   Επί της ικανότητας για σύναψη σσε των εμπλεκομένων εργοδοτικών οργανώσεων
Κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 1876/90 «οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών και οι μεμονωμένοι εργοδότες έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να διαπραγματεύονται για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας.» Η διάταξη αυτή εξειδικεύει την επιταγή του άρθρου 22 παρ. 2 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «με νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπληρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ελεύθερες διαπραγματεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, με τους κανόνες που θέτει η διαιτησία».
Σύμφωνα με τη συνταγματική ρύθμιση, τόσο η διαδικασία θέσπισης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας όσο και η διαδικασία της διαιτησίας (ως ultimum remedium) αποτελούν παρανομοθετική, κανονιστική λειτουργία, σύμφωνα και με την πανηγυρική διατύπωση της ΑΠ (Ολ) 25/2004, κατά την οποία «ο διαιτητής του ν. 1876/1990 με τις υπηρεσίες που προσφέρει, όπως στην προκείμενη περίπτωση που ρύθμισε τους όρους αμοιβής και εργασίας εργαζομένων δεν δικαιοδοτεί αλλά ασκεί κανονιστική λειτουργία, στηριζόμενη στο Σύνταγμα και τον ως άνω νόμο.»
Προϋπόθεση, πάντως, για να έχει ο διαιτητής αρμοδιότητα κατά το ν. 1876/90 και το άρθρο 22 παρ. 2 Συντάγματος, είναι τα μέρη που επιθυμούν να συνάψουν σσε να έχουν την προς τούτο, κατά το άρθρο 6 § 1 ν. 1876/1990 «ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας» (αρμοδιότητα). Επ’ αυτού και ως προς κάθε μία από τις εμπλεκόμενες εργοδοτικές οργανώσεις σημειώνονται τα εξής:
Ως προς την ΕΕΤ:
Ο βασικός ισχυρισμός της ΕΕΤ είναι ότι δεν αποτελεί εργοδοτική οργάνωση και ότι για τη σύναψη σσε επί του προκειμένου έδαφος εφαρμογής έχει η § 4 του άρθρου 3 του ν. 1876/90. Είναι αληθές ότι κάθε συνένωση επιχειρηματικών μονάδων δεν αποτελεί αυτονόητα και άνευ άλλου «εργοδοτική οργάνωση» ούτε είναι υποχρεωμένη να αποδέχεται την εμπλοκή της σε διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Ο όρος «εργοδοτική οργάνωση» έχει ειδικότερο και συγκεκριμένο περιεχόμενο: κατά το άρθρο 10 της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 87/1948, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 4204/1961, σημαίνει «πάσαν οργάνωσιν εργοδοτών ή  εργαζομένων,  σκοπός της οποίας είναι  η προαγωγή και προάσπισις των συμφερόντων των εργαζομένων και των εργοδοτών», ανεξαρτήτως οργανωτικής ή νομικής μορφής.
Τούτο δεν σημαίνει ότι οι «εργοδοτικές οργανώσεις» πρέπει να έχουν αποκλειστικό σκοπό την προαγωγή και προάσπιση των εργοδοτικών και μόνο συμφερόντων των μελών τους. Αυτός ο σκοπός μπορεί να συνυπάρχει και με άλλους σκοπούς των εν λόγω οργανώσεων, χωρίς να αίρεται εξ αυτού του λόγου ο κατά την έννοια της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας χαρακτήρας τους ως «εργοδοτικών». Αυτό άλλωστε ανταποκρίνεται στη φύση του πράγματος, δεδομένου ότι εργοδότες είναι κατά κανόνα εμπορικές, βιομηχανικές κ.λ.π. επιχειρήσεις, που είναι εύλογο να επιδιώκουν με οργανώσεις, όπως είναι και οι ΕΕΤ, ΣΕΒ και ΕΣΤΕ τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα στο σύνολο τους (πρβλ. Γνωμοδότηση Φ. Δωρή, σ. 10).
0 προσδιορισμός, πάντως, της εργοδοτικής φύσης μιας οργάνωσης δεν ανάγεται στον υποκειμενικό αυτοχαρακτηρισμό της, έστω και μέσω του καταστατικού της, αλλά αντικειμενικά, από το εάν, δηλαδή, περιλαμβάνεται στους καταστατικούς σκοπούς της η προαγωγή και προάσπιση των συμφερόντων των εργοδοτών.
Από το καταστατικό, της ΕΕΤ προκύπτει ότι μεταξύ των σκοπών της περιλαμβάνεται και η διασφάλιση και εκπροσώπηση των συμφερόντων και δικαιωμάτων των μελών της (άρθρο 1 § 3), η παρακολούθηση ζητημάτων συλλογικού ενδιαφέροντος και η διαμόρφωση κοινών θέσεων των μελών της επ’ αυτών (άρθρο 4, β), καθώς επίσης η εκπροσώπηση και προώθηση των θέσεων των μελών της (άρθρο 4, γ). Ενόψει των ανωτέρω οι σκοποί της ΕΕΤ εμπίπτουν στον γενικότερο σκοπό τον οποίο προβλέπει, κατά τα ανωτέρω, η ΔΣΕ 87/1948, δηλαδή την «προαγωγή και προάσπιση των συμφερόντων» των μελών της Ένωσης σε κάθε επίπεδο: άρα και στο επίπεδο των σχέσεων τους ως εργοδοτών έναντι των εργαζομένων τους. Είναι συνεπώς πρόδηλος ο χαρακτήρας της ΕΕΤ ως (κλαδικής) «εργοδοτικής οργάνωσης» κατά τον ορισμό που δίνεται σε αυτήν με το άρθρο 10 της ΔΣΕ 87/1948, το οποίο θεσπίζει κανόνα αναγκαστικού δικαίου, και μάλιστα (κατά το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος) αυξημένης τυπικής ισχύος.
Ως προς τον ΣΕΒ:
0 ΣΕΒ αρνείται τη συμμετοχή του σε συλλογικές διαπραγματεύσεις με την ΟΤΟΕ, επικαλούμενος ότι δεν υπάγεται στην § 4 του άρθρου 3 ν. 1876/1990 και ότι οι Τράπεζες που είναι μέλη του, αρνούνται να του δώσουν εξουσιοδότηση για τη διεξαγωγή συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η πρώτη από τις ως άνω αντιρρήσεις είναι αβάσιμη, διότι, σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των μελών του είναι και τράπεζες και, συνεπώς, ο ΣΕΒ εκπροσωπεί και τα δικά τους εργοδοτικά συμφέροντα. Ως εκ τούτου συντρέχει και για τον ΣΕΒ το αποφασιστικής για την εφαρμογή του άρθρου 10 ΔΣΕ 87/1948 σημασίας κριτήριο που θέτει η εν λόγω διάταξη για τον χαρακτηρισμό μιας οργάνωσης ως εργοδοτικής: το κριτήριο της «προαγωγής και προάσπισης από αυτήν των συμφερόντων των μελών της» υπό την ιδιότητα τους (και) ως εργοδοτών. Λόγω δε της νομοθετικής και συνταγματικής υποχρέωσης για διαπραγμάτευση (περί της οποίας βλ. και κατωτέρω) και η δεύτερη αντίρρηση προβάλλεται αλυσιτελώς.
Ως προς την ΕΣΓΕ:
Και η ΕΣΤΕ αρνείται να συμμετάσχει σε συλλογικές διαπραγματεύσεις με την ΟΤΟΕ, επικαλούμενη ότι με βάση το καταστατικό της δεν είναι «εργοδοτική οργάνωση» και ότι πάντως δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τα μέλη της να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την ΟΤΟΕ. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου ισχύουν όσα προαναφέρθηκαν, εφόσον οι σκοποί της ΕΣΤΕ, όπως καταγράφονται στο καταστατικό της είναι αντίστοιχοι προς εκείνους της ΕΕΤ.
Συνεπώς και οι τρεις ως άνω οργανώσεις αποτελούν, για τους λόγους που αναπτύχθηκαν υποστατές και νόμιμα λειτουργούσες «εργοδοτικές οργανώσεις», προς τις οποίες νομίμως απευθύνθηκε η ΟΤΟΕ για τη σύναψη σσε και οι οποίες έχουν κατά το άρθρο 4 § 1 ν. 1876/1990 (σε συνδυασμό και προς τα άρθρα 2 και 10 της ΔΣΕ 87/1948) δικαίωμα και υποχρέωση διεξαγωγής συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η κατ’ εξαίρεση εκπροσώπηση της εργοδοτικής πλευράς από τράπεζες (μεμονωμένους εργοδότες) που «καλύπτουν» -κατά τη ρητή διατύπωση της § 4 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου- «τουλάχιστον το 70% των εργαζομένων στον κλάδο» (τον τραπεζικό), δεν ισχύει εν προκειμένω, δεδομένου ότι δεν συντρέχει η αναγκαία κατά την εν λόγω διάταξη προϋπόθεση ότι «δεν υπάρχουν εργοδοτικές οργανώσεις του κλάδου».
β. Επί της προβληθείσας υποχρέωσης διακοπής ή αναστολής της διαδικασίας ενώπιον του ΟΜΕΔ κατά το χρόνο που υφίσταται εκκρεμής δικαστική διαφορά
Η ΕΕΤ, ιδίως, αλλά και η ΕΣΤΕ, επικαλούνται ότι εκκρεμούσης της δικαστικής αμφισβήτησης ως προς την ικανότητα των εργοδοτικών οργανώσεων για σύναψη σσε, κατά το άρθρο 6 § 1 του ν. 1876/1990, ο μεσολαβητής και ο διαιτητής του ΟΜΕΔ θα έπρεπε να απείχαν από τα καθήκοντά τους, όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία. Όμως, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν, ο διαιτητής δεν ασκεί δικαιοδοτικό αλλά κανονιστικό έργο. Η κρίση του για τη συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων των άρθρων 6 παρ. 1 του νόμου, αλλά και κάθε άλλης αναγκαίας κρίσης για την υπαγωγή του πραγματικού των υποθέσεων διαφορών συμφερόντων που χειρίζεται στις ρυθμίσεις του ν. 1876/90 δεν συνιστά άσκηση δικαιοδοτικής αρμοδιότητας (ούτε καν παρεμπιπτόντως) επί προδικαστικού δικονομικού ή ουσιαστικού ζητήματος
Αποτελεί απλώς ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων, στην οποία είναι αναγκασμένος να προβεί όπως κάθε άλλος εφαρμοστής του δικαίου για να αποφασίσει ακριβώς εάν έχει ή όχι αρμοδιότητα να ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη υπόθεση. Δεν «τέμνει», επομένως, οποιαδήποτε νομική διαφορά αλλά ερμηνεύει τις υφιστάμενες διατάξεις προκειμένου να ασκήσει την αρμοδιότητα του, η δε ερμηνεία στην οποία προβαίνει τελεί, προφανώς, υπό τον έσχατο έλεγχο του αρμοδίου δικαστή. Συνεπώς, δεν υφίσταται καν ζήτημα «αρμοδιότητας της αρμοδιότητας». 0 διαιτητής που ερμηνεύει τις διατάξεις του ν. 1876/90 προκειμένου να τις εφαρμόσει ασκεί συγκεκριμένη, απονεμημένη από το νόμο αυτό (κατά συνταγματική επιταγή) αρμοδιότητα και δεν χρειάζεται να καταφύγει σε οποιοδήποτε τεκμήριο «αρμοδιότητας της αρμοδιότητας».
Εφόσον, επομένως, κατά την ελεύθερη κρίση του (ελέγξιμη, βεβαίως, από τον δικαστή) συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου, όχι απλώς δεν έχει υποχρέωση να αναστείλει την έκδοση της απόφασης, αλλά έχει απευθείας από το Σύνταγμα αντίθετη επιτακτική και άμεση υποχρέωση να ασκήσει τα καθήκοντα του, εφόσον αποδεδειγμένα στη φάση της διαιτησίας συντρέχει η πρόβλεψη του άρθρου 22 παρ. 2 ότι «έχουν αποτύχει οι συλλογικές διαπραγματεύσεις».
Για το λόγο αυτό οφείλει ο διαιτητής να ενεργήσει άμεσα ως ultimum refugium, ούτως ώστε να μην υπάρξει κανονιστικό κενό στις συλλογικές ρυθμίσεις, λόγω της ανωτέρω αποτυχίας. Ορθά συναφώς υποστηρίζεται, (βλ. Γνωμοδότηση Δ. Τραυλού-Τζανετάτου, σ. 12) ότι ακόμη και τυχόν θέσπιση από το νομοθέτη υποχρέωσης αναστολής του έργου του ΟΜΕΔ κατά την διάρκεια της εκκρεμοδικίας θα ήταν αντισυνταγματική, λόγω σοβαρής υπονόμευσης και αποσταθεροποίησης της τελολογίας του άρθρου 22 παρ.2 του Συντάγματος.
Και τούτο γιατί, όπως ορθά παρατηρείται, «η συλλογική διαπραγμάτευση, η οποίο, ον ευοδωθεί, οδηγεί στη σύνοψη συλλογικής συμβάσεως, δεν είναι ιδιωτική υπόθεση των φορέων της συλλογικής αυτονομίας, που έχουν την προνομία να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις, αλλά προδιαγεγραμμένη συνταγματικά κοινωνική λειτουργία. Άρνηση διαπραγματεύσεων αντίκειται στη συνταγματική βούληση». (Αλ. Καρακατσάνης, Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο, 1988, σελ. 105 αρ. 138, πρβλ. Γνωμοδότηση Φ. Δωρή, σ. 6.) Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, όχι μόνον η άρνηση διαπραγμάτευσης αλλά και η άρνηση έκδοσης διαιτητικής απόφασης είναι αντισυνταγματική.
2.   Με βάση όλα τα ανωτέρω, η απόφαση μου έχει ως εξής:
Διαιτητική απόφαση για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας- μελών πρωτοβαθμίων σωματείων που ανήκουν στην ΟΤΟΕ και απασχολούνται σε Τράπεζες – μέλη των οργανώσεων «Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ)», «Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ)» και «ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών»
Άρθρο 1 Πεδίο ισχύος
(α) Στη διαιτητική αυτή απόφαση υπάγονται οι εργαζόμενοι – μέλη πρωτοβαθμίων σωματείων που ανήκουν στην ΟΤΟΕ και απασχολούνται σε Τράπεζες – μέλη των οργανώσεων «Ένωση Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ)», «Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ)» και «ΣΕΒ σύνδεσμο επιχειρήσεων και βιομηχανιών».
(β) Για τους υπαγόμενους στην παρούσα εφαρμογή έχει η ΔΑ 39/2008 καθώς και όλες οι προηγούμενες αυτής συλλογικές ρυθμίσεις (συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις) για το προσωπικό των Τραπεζών.
Άρθρο 2 Αυξήσεις βασικών μισθών
1. Οι βασικοί μισθοί του Ενιαίου Μισθολογίου για κάθε κατηγορία προσωπικού (κύριο, βοηθητικό και καθαριότητας) βάσει της Δ.Α. 39/2008, αυξάνονται από 4/6/09 κατά ποσοστό 3% και όπως θα έχουν διαμορφωθεί την 30/9/09 αυξάνονται περαιτέρω από 1/10/09 κατά ποσοστό 2,5% και διαμορφώνονται, στρογγυλοποιούμενοι στην πλησιέστερη ακεραία μονάδα ευρώ, ως εξής: (ΒΛΕΠΕ ΠΙΝΑΚΕΣ)
Άρθρο 4
Ποσοστιαία επιδόματα
(α) Τα ήδη καταβαλλόμενα ποσοστιαία επιδόματα, βάσει Σ.Σ.Ε., Δ.Α. ή με οποιονδήποτε τρόπο, θα εξακολουθούν να υπολογίζονται επί των εκάστοτε βασικών μισθών του Ενιαίου Μισθολογίου, με τα ίδια ποσοστά και με τους ίδιους όρους που ισχύουν μέχρι σήμερα.
(β) To ποσοστό του επιδόματος Πολυετίας που προβλέπεται στο Κεφάλαιο Α2 της από 23/5/91 Σ.Σ.Ε. για το προσωπικό των Τραπεζών, αυξάνεται από την έναρξη ισχύος της παρούσας από 1,80% σε 1,85% ανά έτος και χορηγείται σε κάθε εργαζόμενο από τη συμπλήρωση του πρώτου έτους υπηρεσίας, με τους ίδιους, κατά τα λοιπά, ισχύοντες όρους και προϋποθέσεις.
Άρθρο 5 Βρεφονηπιακοί σταθμοί
To ύψος του επιδόματος βρεφονηπιακού σταθμού, που είχε καθοριστεί από 1.9.2008 σε 219€, αναπροσαρμόζεται από 1.9.2009 σε 231€ και χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου Β. 11 της από 24.4.1996 Σ.Σ.Ε. Τραπεζών -Ο.Τ.Ο.Ε.
Άρθρο 6 Επίδομα τοκετού
To επίδομα τοκετού της παραγράφου 4 της από 7.5.1984 Σ.Σ.Ε. Τραπεζών – ΟΤΟΕ, όπως ισχύει σήμερα, αναπροσαρμόζεται από την 4.6.2009 σε 1.557€ από 1.476€ που είχε καθοριστεί με την ΔΑ 39/2008. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, βάσει της παραγράφου 4 της από 7.5.1984 Σ.Σ.Ε. Τραπεζών -Ο.Τ.Ο.Ε.
Άρθρο 7 Ερευνητικές και επιμορφωτικές δραστηριότητες ΙΝΕ/ΟΤΟΕ
To ήδη χορηγούμενο ποσό για τα ερευνητικά και τα επιμορφωτικά προγράμματα του Ινστιτούτου Εργασίας της Ο.Τ.Ο.Ε., που προβλέπεται από το άρθρο 6 της από 22.12.2006 ΣΣΕ ΟΤΟΕ – Τραπεζών, αναπροσαρμόζεται σε 180.139€ από 170.748€. Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής αυτού.
Άρθρο 8 Πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες
(α) To ήδη χορηγούμενο ποσό που προβλέπεται από το άρθρο 7 της Δ.Α. 39/2008, για την οικονομική ενίσχυση των πολιτιστικών λεσχών, διαμορφώνεται από 4.6.2009 σε   17.310€   μηνιαίως από 16.408€ μηνιαίως.
(β) Αντίστοιχα, το ποσό για τον εργασιακό αθλητισμό, που είχε καθοριστεί από το άρθρο 7 της από 22.12.2006 Σ.Σ.Ε. Τραπεζών – Ο.Τ.Ο.Ε. και επανακαθορίστηκε με την Δ.Α. 39/2008, διαμορφώνεται από 4.6.2009, σε 3.600€ μηνιαίως από 3.412€ μηνιαίως. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής αυτών, σύμφωνα με τις προηγούμενες ρυθμίσεις.
Άρθρο 9 Συγκρότηση Επιτροπής
Συγκροτείται διμερής επιτροπή, με αντικείμενο την μελέτη του ενδεχομένου μετατροπής της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου σε αιτιώδη και την υποβολή σχετικών προτάσεων. Η σύνθεση της Επιτροπής θα είναι 7 μελής και θα αποτελείται από έναν εκπρόσωπο της «Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ)», έναν της «Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ)», έναν του «Συνδέσμου επιχειρήσεων και βιομηχανιών (ΣΕΒ)» με τους αναπληρωματικούς τους και τρία μέλη που υποδεικνύονται από την ΟΤΟΕ, με τους αναπληρωματικούς τους. Ως Πρόεδρος ορίζεται πρόσωπο κοινής επιλογής των μερών και σε περίπτωση αδυναμίας συμφωνίας ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας ή πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους που αυτός θα υποδείξει. 0 Πρόεδρος ορίζει τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή έχει απαρτία όταν είναι παρόντα τέσσερα τουλάχιστον μέλη της. Συγκροτείται το αργότερο εντός τριμήνου από τη θέση σε ισχύ της παρούσας και πρέπει να υποβάλει τα πορίσματα της εντός εξαμήνου από τη συγκρότησή της, ούτως ώστε να ληφθούν αυτά υπόψη στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την σύναψη της επόμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Άρθρο 10 Συμψηφισμός Αμοιβής
Αυξήσεις που τυχόν έχουν χορηγηθεί στους εργαζόμενους για το έτος 2009, συμψηφίζονται με τις αυξήσεις της παρούσας.
Άρθρο 11 Τελικές διατάξεις
(α) Όλες οι προηγούμενες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις του κλάδου, με οποιονδήποτε τρόπο και αν θεσπίστηκαν και τέθηκαν σε ισχύ, αποτελούν αδιάσπαστο σύνολο και, εφόσον δεν τροποποιούνται με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, εξακολουθούν να ισχύουν παράλληλα με αυτές.
(β) Ευνοϊκότεροι όροι και συνθήκες εργασίας, ρυθμίσεις μισθολογικές και πάσης φύσεως θεσμικές ή λοιπές παροχές, που έχουν θεσπιστεί για τους εργαζόμενους του κλάδου με διατάξεις νόμων, Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., Σ.Σ.Ε., Δ.Α., Κανονισμών, Οργανισμών Προσωπικού, Πρακτικών Συμφωνίας, αποφάσεων Δ.Σ. Τραπεζών και Πράξεων Διοικήσεώς τους ή με έθιμο ή με επιχειρησιακή συνήθεια, δε θίγονται από την παρούσα αλλά εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται στους εργαζόμενους που υπάγονται σε αυτήν.
(γ) Η παρούσα απόφαση ισχύει από 4.6.2009, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.
Ημερομηνία Έκδοσης Διαιτητικής Απόφασης Αθήνα, 29 Σεπτεμβρίου 2009
Ο ΔΙΑΙΤΗΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ AN. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΠΘ